Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document C2005/182/80

    Υπόθεση T-211/05: Προσφυγή της Ιταλικής Δημοκρατίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 26 Μαΐου 2005

    ΕΕ C 182 της 23.7.2005, p. 43–43 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    23.7.2005   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 182/43


    Προσφυγή της Ιταλικής Δημοκρατίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 26 Μαΐου 2005

    (Υπόθεση T-211/05)

    (2005/C 182/80)

    Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

    Η Ιταλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τον Paolo Gentili, avvocato dello Stato, άσκησε στις 26 Μαΐου 2005 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

    να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

    Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

    Αντικείμενο της προσφυγής είναι η απόφαση Ε (2005) 591 τελ. της Επιτροπής, με την οποία κρίθηκαν ασυμβίβαστα με την κοινή αγορά, ως κρατικές ενισχύσεις αντιβαίνουσες στο άρθρο 87 ΕΚ, δύο ιταλικά φορολογικά μέτρα υπέρ των εταιριών που εισάγονται σε εποπτευόμενο χρηματιστήριο εντός της περιόδου που προβλέπουν τα μέτρα αυτά. Τα μέτρα αυτά συνίστανται στην επί τριετία μείωση του συντελεστή του φόρου εισοδήματος και στην εξαίρεση των δαπανών των εταιριών για την εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο από τη βάση επιβολής του φόρου εισοδήματος.

    Κατά την Επιτροπή, τα μέτρα αυτά είναι επιλεκτικά, διότι ευνοούν μόνο τις εταιρίες που εισάγονται στο χρηματιστήριο κατά την περίοδο που προβλέπει η ιταλική ρύθμιση, αφού εξαιρεί τις εισαγμένες ήδη εταιρίες, καθώς και όσες θα μπορούσαν να εισαχθούν κατά τη διάρκεια διαφορετικής περιόδου· επιπλέον, τα επίμαχα μέτρα δεν μπορούν να θεωρηθούν συμβατά, διότι δεν εμπίπτουν σε καμία από τις περιπτώσεις του άρθρου 87, παράγραφοι 2 και 3, ΕΚ.

    Η προσφυγή της Ιταλικής Κυβέρνησης βάλλει κατά της απόφασης καταρχάς από την άποψη της διαδικασίας, καθόσον η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία του άρθρου 88, παράγραφος 2, ΕΚ χωρίς προηγουμένως να συζητήσει τα εν λόγω μέτρα με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

    Δεύτερον, η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι η Επιτροπή δεν πρόβαλε αντιρρήσεις σχετικά με ένα μέτρο που είχε ουσιαστικά ανάλογο περιεχόμενο και το οποίο είχε θεσπίσει η Ιταλία το 1997.

    Τρίτον, η προσφεύγουσα αμφισβητεί το ότι τα μέτρα είναι επιλεκτικά. Συγκεκριμένα, τα μέτρα αυτά αφορούν μια δυνητικά αόριστη κατηγορία αποδεκτών. Εξάλλου, τα μέτρα είναι προσαρμοσμένα προς το όλο φορολογικό σύστημα, διότι λαμβάνουν υπόψη το γεγονός ότι οι νεοεισαγόμενες εταιρίες έχουν να αντιμετωπίσουν, ενόψει της εισαγωγής τους στο χρηματιστήριο, πολύ σημαντικές δαπάνες, λόγω των οποίων περιέρχονται σε δυσμενέστερη θέση από άποψη εσόδων σε σχέση τόσο με τις μη εισαγμένες εταιρίες όσο και με τις εταιρίες που έχουν εισαχθεί στο χρηματιστήριο στο παρελθόν και έχουν ήδη αποσβέσει τις σχετικές δαπάνες. Η περιορισμένη χρονική διάρκεια οφείλεται σε λόγους ισολογισμού και στον πειραματικό χαρακτήρα του μέτρου. Συνεπώς το στοιχείο αυτό δεν μπορεί καθαυτό να καταστήσει επιλεκτικό ένα μέτρο που δεν είναι από τη φύση του επιλεκτικό.

    Τέταρτον, η προσφεύγουσα αντικρούει τον ισχυρισμό της Επιτροπής ότι απέδειξε ότι το μέτρο είναι ικανό να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει το ενδοκοινοτικό εμπόριο.

    Πέμπτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει τέλος ότι το μέτρο, αν χαρακτηριστεί ενίσχυση, συμβιβάζεται με την κοινή αγορά κατά το άρθρο 87, παράγραφος 3, στοιχείο γ'. Συγκεκριμένα, θα επρόκειτο για ενίσχυση προς πραγματοποίηση επενδύσεων και όχι για ενίσχυση για τη λειτουργία των εταιριών, άρα για ενίσχυση που συνάδει προς τον συγκεκριμένο σκοπό οικονομικής πολιτικής που συνίσταται στη διευκόλυνση της εισαγωγής των εταιριών στο χρηματιστήριο, πράγμα που βελτιώνει την αποτελεσματικότητα, τη διαφάνεια και την ανταγωνιστικότητα του συστήματος.


    Top