Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62022CC0390

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Α. Ράντου της 5ης Οκτωβρίου 2023.


Court reports – general – 'Information on unpublished decisions' section

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2023:740

 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΡΑΝΤΟΥ

της 5ης Οκτωβρίου 2023 ( 1 )

Υπόθεση C‑390/22

Obshtina Pomorie

κατά

«ANHIALO AVTO» OOD

[αίτηση του Okrazhen sad – Burgas
(περιφερειακού δικαστηρίου Burgas, Βουλγαρία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Μεταφορές – Κανονισμός (ΕΚ) 1370/2007 – Δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές – Άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i – Υποχρεωτικό περιεχόμενο των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας και των γενικών κανόνων – Εκ των προτέρων καθορισμός, με αντικειμενικότητα και διαφάνεια, των παραμέτρων για τον υπολογισμό της αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας – Πρόσθετοι όροι που προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία για την καταβολή της εν λόγω αποζημίωσης – Παραπομπή σε γενικούς κανόνες για τον καθορισμό των παραμέτρων βάσει των οποίων υπολογίζεται η εν λόγω αποζημίωση»

I. Εισαγωγή

1.

Ο κανονισμός (ΕΚ) 1370/2007 ( 2 ), ο οποίος θεσπίζει κοινό καθεστώς αποζημιώσεων για υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας στον τομέα των επιβατικών σιδηροδρομικών και οδικών μεταφορών, προβλέπει, στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i, ότι οι συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας και οι γενικοί κανόνες καθορίζουν εκ των προτέρων, με αντικειμενικότητα και διαφάνεια, τις παραμέτρους με βάση τις οποίες πρέπει να υπολογίζεται η πληρωμή της αποζημίωσης, εάν συντρέχει περίπτωση.

2.

Συνάδει με τη διάταξη αυτή η μη καταβολή στο ακέραιο της αποζημίωσης που οφείλεται σε φορέα δημόσιας υπηρεσίας για την εκτέλεση υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, για τον λόγο ότι οι πόροι που αντιστοιχούν στην εν λόγω αποζημίωση δεν έχουν προβλεφθεί από τον νόμο περί προϋπολογισμού του συγκεκριμένου κράτους και δεν έχουν καταβληθεί στην οικεία αρμόδια αρχή; Αυτό είναι, κατ’ ουσίαν, το κύριο ερώτημα του Okrazhen sad – Burgas (περιφερειακού δικαστηρίου Burgas, Βουλγαρία).

3.

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Obshtina Pomorie (Δήμου Pomorie, Βουλγαρία) και της εταιρίας «ANHIALO AVTO» OOD (στο εξής: Anhialo) σχετικά με τη χορήγηση αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας η οποία οφείλεται βάσει σύμβασης που συνήφθη για την παροχή δημοσίων υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών με λεωφορείο.

4.

Μολονότι το Δικαστήριο είχε ήδη την ευκαιρία να ερμηνεύσει, με την απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2022, Lux Express Estonia (C‑614/20, EU:C:2022:641), το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i, του κανονισμού 1370/2007, η υπό κρίση υπόθεση παρέχει στο Δικαστήριο την ευκαιρία να αποφανθεί, για πρώτη φορά, επί της δυνατότητας κράτους μέλους να θεσπίσει πρόσθετους όρους σε σχέση με τους ήδη προβλεπόμενους στον εν λόγω κανονισμό όσον αφορά την καταβολή αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας.

II. Το νομικό πλαίσιο

Α.   Το δίκαιο της Ένωσης

5.

Το άρθρο 1 του κανονισμού 1370/2007, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Ο σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι να καθορίσει, σύμφωνα με τους κανόνες του κοινοτικού δικαίου, τον τρόπο με τον οποίον οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ενεργούν στον τομέα των δημοσίων επιβατικών μεταφορών για να εξασφαλίζουν την προσφορά υπηρεσιών γενικού συμφέροντος, οι οποίες θα είναι, μεταξύ άλλων, πολυπληθέστερες, ασφαλέστερες, υψηλότερης ποιότητας ή λιγότερο δαπανηρές, από εκείνες που θα μπορούσαν να προσφέρουν από μόνες τους οι δυνάμεις της αγοράς.

Προς τον σκοπό αυτόν, ο παρών κανονισμός καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους οι αρμόδιες αρχές, όταν επιβάλλουν υποχρεώσεις παροχής δημοσίων υπηρεσιών ή συνάπτουν σχετικές συμβάσεις, αποζημιώνουν τους φορείς δημοσίων υπηρεσιών για το κόστος με το οποίο επιβαρύνονται ή/και χορηγούν αποκλειστικά δικαιώματα ως αντάλλαγμα για την εκτέλεση υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας.»

6.

Το άρθρο 2 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ορισμοί», προβλέπει τα εξής:

«Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

[…]

β)

“αρμόδια αρχή”: κάθε δημόσια αρχή ή ομάδα δημοσίων αρχών κράτους μέλους ή κρατών μελών, η οποία έχει την εξουσία να επεμβαίνει στις δημόσιες επιβατικές μεταφορές σε δεδομένη γεωγραφική περιοχή, ή κάθε άλλο όργανο στο οποίο έχει ανατεθεί τέτοια αρμοδιότητα·

[…]

ε)

“υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας”: η απαίτηση που προσδιορίζεται ή καθορίζεται από μια αρμόδια αρχή, προκειμένου να εξασφαλίζονται δημόσιες υπηρεσίες επιβατικών μεταφορών προς το κοινό συμφέρον, τις οποίες δεν θα αναλάμβανε ένας φορέας που μεριμνά περί των ιδίων εμπορικών συμφερόντων ή τουλάχιστον δεν θα τις αναλάμβανε στην ίδια έκταση ή υπό τις αυτές προϋποθέσεις χωρίς αμοιβή·

[…]

ζ)

“αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας”: κάθε πλεονέκτημα, ιδίως οικονομικό, που χορηγείται άμεσα ή έμμεσα από αρμόδια αρχή και από δημόσιους πόρους κατά την περίοδο εφαρμογής της υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας ή σε σχέση με την περίοδο αυτή·

η)

“απευθείας ανάθεση”: ανάθεση σύμβασης δημόσιας υπηρεσίας σε συγκεκριμένο φορέα δημόσιας υπηρεσίας χωρίς να προηγηθεί διαδικασία διαγωνισμού·

θ)

“σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας”: μια ή περισσότερες νομικά δεσμευτικές πράξεις, οι οποίες δηλώνουν τη συμφωνία μεταξύ αρμόδιας αρχής και φορέα δημόσιας υπηρεσίας για την ανάθεση στον εν λόγω φορέα δημόσιας υπηρεσίας της διαχείρισης και λειτουργίας των υπηρεσιών δημοσίων επιβατικών μεταφορών των υποκειμένων στις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας· η σύμβαση μπορεί, ανάλογα με το δίκαιο των κρατών μελών, να συνίσταται επίσης σε απόφαση λαμβανόμενη από την αρμόδια αρχή:

υπό μορφή ατομικής νομοθετικής ή κανονιστικής πράξης, ή

περιέχουσα όρους υπό τους οποίους η αρμόδια αρχή παρέχει η ίδια τις υπηρεσίες, ή αναθέτει την παροχή τους σε εγχώριο φορέα·

[…]

ιβ)

“γενικός κανόνας”: το μέτρο που εφαρμόζεται χωρίς διακρίσεις σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες επιβατικών μεταφορών του ιδίου τύπου σε δεδομένη γεωγραφική περιοχή για την οποία είναι υπεύθυνη αρμόδια αρχή·

[…]».

7.

Το άρθρο 3 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας και γενικοί κανόνες», ορίζει, στις παραγράφους 1 και 2, τα εξής:

«1.   Εφόσον μια αρμόδια αρχή αποφασίζει να χορηγήσει σε φορέα της επιλογής της αποκλειστικό δικαίωμα ή/και αποζημίωση παντός είδους, σε αντιστάθμιση για την εκπλήρωση υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, πρέπει να το πράττει στο πλαίσιο σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

2.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, οι υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που αποβλέπουν στον καθορισμό ανώτατου ορίου χρέωσης για όλους τους επιβάτες ή για ορισμένες κατηγορίες επιβατών, μπορούν επίσης να διέπονται από γενικούς κανόνες. Σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται με τα άρθρα 4 και 6 καθώς και με το παράρτημα, η αρμόδια αρχή αποζημιώνει τους φορείς δημοσίων υπηρεσιών για το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα, θετικό ή αρνητικό, επί του κόστους που προκύπτει και των εσόδων που γεννώνται κατά την τήρηση των τιμολογιακών υποχρεώσεων που καθορίζονται από γενικούς κανόνες, έτσι ώστε να αποφεύγεται η υπεραντιστάθμιση. Ταύτα ισχύουν παρά το δικαίωμα των αρμόδιων αρχών να ενσωματώνουν τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας καθορίζοντας ανώτατα όρια χρέωσης στις συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας.»

8.

Το άρθρο 4 του ίδιου κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Υποχρεωτικό περιεχόμενο των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας και των γενικών κανόνων», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Οι συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας και οι γενικοί κανόνες:

α)

καθορίζουν με σαφήνεια τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που πρέπει να εκπληρώνει ο φορέας δημόσιας υπηρεσίας, καθώς και τις καλυπτόμενες γεωγραφικές περιοχές·

β)

καθορίζουν εκ των προτέρων, με αντικειμενικότητα και διαφάνεια,

i)

τις παραμέτρους με βάση τις οποίες υπολογίζεται η πληρωμή της αποζημίωσης, εάν υπάρχει, και

ii)

τη φύση και την έκταση των τυχόν χορηγούμενων αποκλειστικών δικαιωμάτων, έτσι ώστε να αποφεύγεται η υπεραντιστάθμιση. Στην περίπτωση ανάθεσης συμβάσεων παροχής δημοσίων υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφοι 2, 4, 5 και 6, οι εν λόγω παράμετροι καθορίζονται έτσι ώστε καμία πληρωμή αποζημίωσης να μην υπερβαίνει το ποσό που είναι αναγκαίο για να καλύψει το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα επί του κόστους που προκύπτει και των εσόδων που γεννά η εκτέλεση των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, λαμβανομένων υπόψη των συναφών εσόδων που αποκομίζει ο φορέας δημόσιας υπηρεσίας, καθώς και ενός εύλογου κέρδους·

γ)

καθορίζουν τους τρόπους κατανομής των δαπανών που συνδέονται με την παροχή των υπηρεσιών. […]»

9.

Το άρθρο 5 του κανονισμού 1370/2007, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ανάθεση συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας», ορίζει τα εξής:

«1.   Οι συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας ανατίθενται σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. […]

[…]

5.   Σε περίπτωση διακοπής των υπηρεσιών ή επικείμενου κινδύνου διακοπής τους, η αρμόδια αρχή μπορεί να λαμβάνει έκτακτο μέτρο. Το έκτακτο αυτό μέτρο έχει τη μορφή απευθείας ανάθεσης ή επίσημης συμφωνίας παράτασης της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, ή επιβολής υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Ο φορέας παροχής δημόσιας υπηρεσίας έχει το δικαίωμα να προσβάλει την απόφαση για επιβολή ορισμένων υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Η ανάθεση ή η παράταση σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας με έκτακτο μέτρο ή η επιβολή τέτοιας σύμβασης δεν υπερβαίνει τα δύο έτη.

[…]»

10.

Το άρθρο 6 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας», προβλέπει, στην παράγραφο 1, τα εξής:

«Κάθε αποζημίωση συνδεόμενη με γενικό κανόνα ή σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας πρέπει να είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις του άρθρου 4, ανεξάρτητα από τον τρόπο ανάθεσης της σύμβασης. Κάθε αποζημίωση, ανεξάρτητα από τη φύση της, η οποία συνδέεται με σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας που έχει ανατεθεί απευθείας σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφοι 2, 4, 5 ή 6 ή συνδέεται με γενικό κανόνα, πρέπει επίσης να είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του παραρτήματος.»

11.

Το παράρτημα του εν λόγω κανονισμού (στο εξής: παράρτημα), το οποίο φέρει τον τίτλο «Ισχύοντες κανόνες αποζημίωσης στις περιπτώσεις του άρθρου 6 παράγραφος 1», ορίζει στα σημεία 2 και 3 τα εξής:

«2.   Η αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό που αντιστοιχεί στο καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα, το οποίο ισοδυναμεί με το άθροισμα των αποτελεσμάτων, θετικών ή αρνητικών, που επιφέρει η τήρηση της υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας επί του κόστους και των εσόδων του φορέα δημοσίων υπηρεσιών. Τα αποτελέσματα εκτιμώνται με σύγκριση της κατάστασης κατά την οποία εκπληρούται η υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας με την κατάσταση που θα είχε διαμορφωθεί, εάν η εν λόγω υποχρέωση δεν είχε εκπληρωθεί. […]

3.   Η συμμόρφωση με την υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας μπορεί να έχει αντίκτυπο σε πιθανές μεταφορικές δραστηριότητες κάποιου φορέα πέραν της ή των εν λόγω υποχρεώσεων παροχής δημοσίων υπηρεσιών. Προκειμένου να αποφευχθεί, συνεπώς, η υπεραντιστάθμιση ή η έλλειψη αποζημίωσης, κατά τον υπολογισμό του καθαρού οικονομικού αποτελέσματος, λαμβάνονται υπόψη τα ποσοτικά μετρήσιμα οικονομικά αποτελέσματα στα σχετικά δίκτυα του φορέα.»

Β.   Το βουλγαρικό δίκαιο

1. Ο νόμος περί οδικών μεταφορών

12.

Το άρθρο 4 των τελικών διατάξεων του Zakon za avtomobilnite prevozi (νόμου περί οδικών μεταφορών) ( 3 ), της 17ης Σεπτεμβρίου 1999, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης, ορίζει στις παραγράφους 1 και 3 τα εξής:

«(1)   Ο κρατικός προϋπολογισμός της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας περιλαμβάνει ετησίως τις δαπάνες για:

1.

την επιδότηση, κατόπιν προτάσεως του Υπουργού Μεταφορών, Τεχνολογίας των Πληροφοριών και Επικοινωνιών, των επιβατικών μεταφορών για άγονες γραμμές λεωφορείων στις αστικές περιοχές και των μεταφορών σε ορεινές και άλλες περιοχές·

2.

την αποζημίωση για τη μείωση των εσόδων λόγω της εφαρμογής των κομίστρων που προβλέπονται σε νομοθετικές πράξεις για ορισμένες κατηγορίες επιβατών.

[…]

(3)   Οι όροι και η διαδικασία χορήγησης των πόρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και οι όροι και η διαδικασία έκδοσης εισιτηρίων για τη μεταφορά ορισμένων κατηγοριών επιβατών που προβλέπονται σε νομοθετικές πράξεις, καθορίζονται με κανονιστική πράξη που εκδίδει το Υπουργικό Συμβούλιο κατόπιν προτάσεως του Υπουργού Μεταφορών, Τεχνολογίας των Πληροφοριών και Επικοινωνιών.»

2. Η κανονιστική απόφαση του 2005

13.

Η Naredba no 3 za usloviata i reda za predostavyane na sredstva za subsidirane na prevoza na patnitsite po nerentabilni avtobusni linii vav vatreshnogradskia transport i transporta v planinski i drugi rayoni (κανονιστική απόφαση αριθ. 3 σχετικά με τους όρους και τη διαδικασία χορήγησης πόρων για την επιδότηση των επιβατικών μεταφορών για άγονες γραμμές λεωφορείων στις αστικές μεταφορές και στις μεταφορές σε ορεινές και άλλες περιοχές) ( 4 ), της 4ης Απριλίου 2005 (στο εξής: κανονιστική απόφαση του 2005), προέβλεπε στο άρθρο 1, παράγραφος 1, τα εξής:

«Η παρούσα κανονιστική απόφαση καθορίζει τους όρους και τη διαδικασία χορήγησης των επιδοτήσεων που προβλέπονται στον κεντρικό προϋπολογισμό για τις αστικές επιβατικές μεταφορές και για τις υπεραστικές επιβατικές μεταφορές στις ορεινές και παραμεθόριες αραιοκατοικημένες περιοχές της χώρας.»

3. Η κανονιστική απόφαση του 2015

14.

Η Naredba za usloviata i reda za predostavyane na sredstva za kompensirane na namalenite prihodi ot prilaganeto na tseni za obshtestveni patnicheski prevozi po avtomobilnia transport, predvideni v normativnite aktove za opredeleni kategorii patnitsi, za subsidirane na obshtestveni patnicheski prevozi po nerentabilni avtobusni linii vav vatreshnogradskia transport i transporta v planinski i drugi rayoni i za izdavane na prevozni dokumenti za izvarshvane na prevozite (κανονιστική απόφαση σχετικά με τους όρους και τη διαδικασία χορήγησης πόρων για την αποζημίωση για τη μείωση των εσόδων λόγω της εφαρμογής κομίστρων που προβλέπονται σε νομοθετικές πράξεις για ορισμένες κατηγορίες επιβατών στις δημόσιες επιβατικές οδικές μεταφορές και για την επιδότηση των δημοσίων επιβατικών μεταφορών για άγονες γραμμές λεωφορείων στις αστικές μεταφορές και στις μεταφορές σε ορεινές και άλλες περιοχές καθώς και για την έκδοση εισιτηρίων για την παροχή υπηρεσιών μεταφορών) ( 5 ), της 29ης Μαρτίου 2015 (στο εξής: κανονιστική απόφαση του 2015), ορίζει στο άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 2, τα εξής:

«(1)   Η παρούσα κανονιστική απόφαση καθορίζει τους όρους και τη διαδικασία χορήγησης των πόρων που προβλέπονται στον κεντρικό προϋπολογισμό για την αποζημίωση και την επιδότηση των μεταφορέων που εκπληρώνουν υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας για τις δωρεάν και μειωμένου κομίστρου επιβατικές μεταφορές και για τις αστικές και υπεραστικές επιβατικές μεταφορές στις ορεινές και λοιπές αραιοκατοικημένες περιοχές της χώρας.

(2)   Οι πόροι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αποτελούν αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας για τις δημόσιες επιβατικές μεταφορές κατά την έννοια του κανονισμού [1370/2007] και χορηγούνται με την επιφύλαξη των όρων και προϋποθέσεων που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό και στην ισχύουσα εθνική νομοθεσία.»

15.

Το άρθρο 2, παράγραφος 1, της εν λόγω κανονιστικής απόφασης έχει ως εξής:

«Οι πόροι τους οποίους αφορά η παρούσα κανονιστική απόφαση χορηγούνται μέχρι του ποσού που ορίζει ο νόμος περί κρατικού προϋπολογισμού για το οικείο έτος.»

16.

Κατά το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 4, της εν λόγω κανονιστικής απόφασης:

«(1)   Οι πόροι τους οποίους αφορά η παρούσα κανονιστική απόφαση χορηγούνται υπό μορφή στοχευμένων εμβασμάτων από τον κεντρικό προϋπολογισμό μέσω του συστήματος ηλεκτρονικών πληρωμών του προϋπολογισμού (σύστημα SEBRA). Για τον σκοπό αυτό, καθορίζονται όρια για τους δήμους που έχουν τηρήσει τη νόμιμη διαδικασία ανάθεσης των δημοσίων υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών δυνάμει του κανονισμού 1370/2007 και των διατάξεων του νόμου περί δημοσίων συμβάσεων ή του νόμου περί συμβάσεων παραχώρησης, με την επιφύλαξη των αρχών της δημοσιότητας και της διαφάνειας, του ελεύθερου και θεμιτού ανταγωνισμού και της ίσης μεταχείρισης καθώς και της απαγόρευσης των διακρίσεων.

[…]

(4)   Οι δήμαρχοι αμείβουν τους μεταφορείς με βάση τις πράγματι παρεχόμενες υπηρεσίες μεταφορών.»

17.

Το άρθρο 55, παράγραφοι 1 και 2, της ίδιας κανονιστικής απόφασης ορίζει τα εξής:

«1.   Οι επιδοτήσεις για τις επιβατικές μεταφορές καταβάλλονται στους μεταφορείς από τον προϋπολογισμό των δήμων, μέχρι ποσού που δεν υπερβαίνει το ποσό το οποίο αντιστοιχεί στο καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα της εκπλήρωσης της υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

2.   Το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα καθορίζεται με βάση το κόστος το οποίο προκύπτει από την υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας που επιβάλλεται από την αρμόδια αρχή και περιλαμβάνεται σε σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας ή/και σε γενικό κανόνα, μείον τυχόν θετικό οικονομικό αποτέλεσμα που δημιουργείται εντός του δικτύου στο πλαίσιο της εν λόγω υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, αφαιρουμένων των εισπράξεων από κόμιστρα ή άλλων εσόδων που προκύπτουν από την εκπλήρωση της συγκεκριμένης υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, προσαυξημένο με ένα εύλογο κέρδος.»

18.

Το άρθρο 56 της κανονιστικής απόφασης του 2015 προβλέπει τα εξής:

«(1)   Οι επιδοτήσεις χορηγούνται μόνο στους μεταφορείς με τους οποίους ο οικείος δήμος έχει συνάψει συμβάσεις που πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού 1370/2007.

(2)   Οι συμβάσεις ρυθμίζουν αναγκαστικά τους ακόλουθους όρους:

1.

τις παραμέτρους βάσει των οποίων υπολογίζεται η επιδότηση·

2.

τη φύση, την έκταση και το περιεχόμενο τυχόν χορηγούμενων αποκλειστικών δικαιωμάτων και τη διάρκεια της σύμβασης·

3.

τους μηχανισμούς για τον προσδιορισμό του κόστους που συνδέεται άμεσα με την παροχή υπηρεσιών, όπως οι δαπάνες προσωπικού, η ενέργεια, τα τέλη υποδομής, η συντήρηση και η επισκευή οχημάτων δημοσίων μεταφορών, τροχαίου υλικού και εγκαταστάσεων απαραίτητων για την παροχή υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών, καθώς και το μέρος του έμμεσου κόστους που συνδέεται με την παροχή υπηρεσιών·

4.

τους μηχανισμούς διανομής των εσόδων από την πώληση των εισιτηρίων, τα οποία μπορεί να παραμένουν στον φορέα δημόσιας υπηρεσίας, να αποδίδονται στην αρμόδια αρχή ή να κατανέμονται μεταξύ αυτών·

5.

το ποσό του εύλογου κέρδους·

6.

την υποχρέωση των δημάρχων και των μεταφορέων να διενεργούν αποτελεσματικούς ελέγχους ώστε να εξακριβώνεται ότι οι επιβάτες στις επιδοτούμενες γραμμές αστικών και υπεραστικών μεταφορών διαθέτουν έγκυρο τίτλο μεταφοράς.

[…]

(4)   Όταν οι μεταφορείς δεν τηρούν τους όρους των συμβάσεων, οι δήμαρχοι μπορούν να μειώνουν το ποσό των επιδοτήσεων και μπορούν επίσης να αναστέλλουν τη χορήγησή τους.»

III. Η διαφορά της κύριας δίκης, τα προδικαστικά ερωτήματα και η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

19.

Με απόφαση της 14ης Αυγούστου 2013, ο κυβερνήτης της περιφέρειας Burgas (Βουλγαρία) έδωσε άδεια στον δήμαρχο του Δήμου Pomorie να αναθέσει, για χρονικό διάστημα που δεν υπερέβαινε τους έξι μήνες, την εκτέλεση δημοσίων μεταφορών με λεωφορεία σύμφωνα με τα δρομολόγια που απαριθμούνται στην εν λόγω απόφαση, ιδίως όσον αφορά τη λεωφορειακή γραμμή μεταξύ των πόλεων Pomorie και Kableshkovo (Βουλγαρία) καθώς και τις αστικές λεωφορειακές γραμμές αριθ. 1 και 2 του Δήμου Pomorie. Η σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας έπρεπε να συναφθεί με απευθείας ανάθεση δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 5, του κανονισμού 1370/2007, ως έκτακτο μέτρο για την αντιμετώπιση της διακοπής της δημόσιας υπηρεσίας επιβατικών μεταφορών στις συγκεκριμένες γραμμές λόγω της λήξης των υφιστάμενων συμβάσεων και της ταυτόχρονης περάτωσης της διαδικασίας ανάθεσης νέας σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

20.

Την 1η Νοεμβρίου 2013, βάσει της εν λόγω απόφασης, ο Δήμος Pomorie, ως αρμόδια αρχή, και η Anhialo, ως φορέας δημόσιας υπηρεσίας, συνήψαν σύμβαση δυνάμει της οποίας ανατέθηκε στην ως άνω εταιρία η εκμετάλλευση της δημόσιας υπηρεσίας επιβατικών μεταφορών όσον αφορά τις συγκεκριμένες λεωφορειακές γραμμές (στο εξής: επίμαχη σύμβαση). Το άρθρο 2 της σύμβασης αυτής όριζε ότι η σύμβαση θα διαρκούσε έως ότου η αρμόδια αρχή περατώσει την προβλεπόμενη από τον νόμο περί δημοσίων συμβάσεων διαδικασία. Επιπλέον, κατά το άρθρο 5 της εν λόγω σύμβασης, η αρμόδια αρχή αναλάμβανε την υποχρέωση να καταβάλει στον φορέα εκμετάλλευσης, εντός των προθεσμιών που έτασσε το Υπουργείο Οικονομικών, τους πόρους που αντιστοιχούσαν, κατά περίπτωση, σε επιδότηση, σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία, και σε αποζημίωση για τις δωρεάν και μειωμένου κομίστρου μεταφορές για ορισμένες κατηγορίες δικαιούχων πολιτών, κατ’ εφαρμογήν της νομοθεσίας αυτής.

21.

Δεν αμφισβητείται ότι η Anhialo παρέσχε τις προβλεπόμενες από την επίμαχη σύμβαση υπηρεσίες μεταφορών. Στις 15 Ιανουαρίου 2019, η εν λόγω σύμβαση λύθηκε κατόπιν διαδικασίας που διεξήχθη σύμφωνα με τον νόμο περί δημοσίων συμβάσεων. Όσον αφορά το χρονικό διάστημα από την 1η Ιανουαρίου 2016 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018, για το οποίο η Anhialo αξίωσε την καταβολή των οφειλόμενων βάσει της επίμαχης σύμβασης αποζημιώσεων, ο Δήμος Pomorie της κατέβαλε το ποσό των 3690 βουλγαρικών λεβ (BGN) (περίπου 1886 ευρώ κατά την κρίσιμη ημερομηνία), το οποίο αντιστοιχεί στο συνολικό ποσό των πόρων που είχαν οριστεί και καταβληθεί από τον κεντρικό προϋπολογισμό της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας στον εν λόγω δήμο ως επιδοτήσεις για τις αστικές και υπεραστικές μεταφορές.

22.

Αμφισβητώντας το ύψος του ποσού αυτού, η Anhialo άσκησε αγωγή ενώπιον του Rayonen sad Pomorie (επαρχιακού δικαστηρίου Pomorie, Βουλγαρία). Κατόπιν διενέργειας δικαστικής λογιστικής πραγματογνωμοσύνης, διαπιστώθηκε το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα, κατά την έννοια των διατάξεων του παραρτήματος και του άρθρου 55 της κανονιστικής απόφασης του 2015, για την εν λόγω εταιρία όσον αφορά τα έτη 2016 έως 2018, το οποίο ανερχόταν σε περίπου 86000 BGN (περίπου 43800 ευρώ κατά την κρίσιμη ημερομηνία). Από την πραγματογνωμοσύνη αυτή προκύπτει επίσης ότι η λογιστική οργάνωση της ως άνω εταιρίας καθιστούσε δυνατή την ακριβή κατανομή του κόστους και των εσόδων μεταξύ των επιδοτούμενων και των μη επιδοτούμενων δραστηριοτήτων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παραρτήματος. Ενώπιον του εν λόγω δικαστηρίου, η Anhialo ζήτησε την καταβολή μέρους του οφειλόμενου ποσού το οποίο παρέμενε ανεξόφλητο, ήτοι 24931,60 BGN (περίπου 12700 ευρώ κατά την κρίσιμη ημερομηνία).

23.

Με απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2021, το Rayonen sad Pomorie (επαρχιακό δικαστήριο Pomorie) έκανε δεκτή την αγωγή. Το ως άνω δικαστήριο έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι σκοπός της αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, κατά την έννοια του κανονισμού 1370/2007, είναι να αντισταθμίσει το αρνητικό καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα καλύπτοντας τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε ο φορέας για την παροχή της δημόσιας υπηρεσίας και ότι, δεδομένου ότι η επίμαχη σύμβαση συνήφθη το 2013, ο Δήμος Pomorie δεν μπορούσε να υποστηρίξει ότι η Anhialo δεν δικαιούνταν αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας για τον λόγο ότι η σύμβαση αυτή δεν περιείχε τους υποχρεωτικούς όρους του άρθρου 56, παράγραφος 2, της κανονιστικής απόφασης του 2015. Συγκεκριμένα, κατά το εν λόγω δικαστήριο, λαμβανομένης υπόψη της ημερομηνίας έκδοσης της ως άνω κανονιστικής απόφασης, η προβλεπόμενη από την προαναφερθείσα διάταξη απαίτηση να αναφέρονται κατ’ ανάγκην οι παράμετροι βάσει των οποίων υπολογίζεται η επιδότηση δεν μπορούσε να εφαρμοστεί στην επίμαχη σύμβαση και, δεδομένου ότι η Anhialo παρέσχε την υπηρεσία δημοσίων μεταφορών για την οποία συνήφθη η σύμβαση αυτή, η εν λόγω εταιρία δικαιούνταν επιδότηση και οι αρμόδιες αρχές υποχρεούνταν να της χορηγήσουν αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με τον κανονισμό 1370/2007.

24.

Ο Δήμος Pomorie άσκησε έφεση κατά της εν λόγω απόφασης ενώπιον του Okrazhen sad – Burgas (περιφερειακού δικαστηρίου Burgas, Βουλγαρία), ήτοι του αιτούντος δικαστηρίου, υποστηρίζοντας ότι οι προϋποθέσεις που τάσσονται στην κανονιστική απόφαση του 2015 προβλέπονται επίσης στο πλαίσιο του κανονισμού 1370/2007. Δεδομένου ότι ο εν λόγω κανονισμός παράγει άμεσο αποτέλεσμα από της εκδόσεώς του, ήτοι από τις 23 Οκτωβρίου 2007, προκύπτει ότι οι απαιτήσεις του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού ίσχυαν από τη συγκεκριμένη ημερομηνία και ότι η απουσία τους από την επίμαχη σύμβαση καθιστά εντελώς αβάσιμο το αίτημα για την καταβολή επιδότησης. Ο Δήμος Pomorie παραπέμπει επίσης στο άρθρο 5 της επίμαχης σύμβασης, από το οποίο συνήγαγε ότι η υποχρέωσή του να καταβάλλει επιδοτήσεις δεν είναι απαλλαγμένη αιρέσεων, αλλά εξαρτάται από την πλήρωση των προβλεπόμενων από την εθνική νομοθεσία όρων. Επομένως, δεν μπορεί να του προσαφθεί ότι, ελλείψει επιδότησης από τον κεντρικό κρατικό προϋπολογισμό προς τον προϋπολογισμό του, δεν καταβλήθηκε στους μεταφορείς καμία αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας. Ο εν λόγω δήμος προσέθεσε ότι δεν είχε εκ του νόμου την εξουσία να καθορίσει ο ίδιος το ποσό των αποζημιώσεων και των επιδοτήσεων, αλλά μόνο να προβεί σε κατανομή των αντίστοιχων ποσών που του χορηγούνται κατά τρόπο στοχευμένο.

25.

Η Anhialo υποστήριξε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου ότι το άρθρο 56, παράγραφος 2, της κανονιστικής απόφασης του 2015 είναι διάταξη ουσιαστικού δικαίου και ότι, ως τέτοια, δεν έχει αναδρομική ισχύ. Κατά συνέπεια, η νομιμότητα της επίμαχης σύμβασης δεν μπορεί να εξεταστεί υπό το πρίσμα της εν λόγω κανονιστικής απόφασης. Ο κανονισμός 1370/2007 προβλέπει το αναπαλλοτρίωτο δικαίωμα του φορέα δημόσιας υπηρεσίας σε αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας και δεν απαγορεύει ρητώς την καταβολή αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας στην περίπτωση που η σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας δεν πληροί τυπικώς τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον συγκεκριμένο κανονισμό. Σκοπός του εν λόγω κανονισμού είναι να διασφαλίσει τη διαφάνεια του μηχανισμού καθορισμού της αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας και να εμποδίσει την υπεραντιστάθμιση, χωρίς να στερήσει από τους φορείς την αποζημίωση που τους οφείλεται. Η Anhialo υπογράμμισε επίσης ότι, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της δικαστικής λογιστικής πραγματογνωμοσύνης, τήρησε όλες τις απαιτήσεις του κανονισμού 1370/2007 και της κανονιστικής απόφασης του 2015 όσον αφορά την αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας. Κατά την ως άνω εταιρία, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 3, παράγραφος 1, της εν λόγω κανονιστικής απόφασης, η χορήγηση επιδοτήσεων από τον κεντρικό κρατικό προϋπολογισμό εξαρτάται αποκλειστικά από τον οικείο δήμο και από την εκ μέρους του τήρηση των προϋποθέσεων που ορίζει ο νόμος για την ανάθεση των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Επομένως, ο Δήμος Pomorie, ο οποίος υποχρεούται να διασφαλίζει τις δημόσιες μεταφορές εντός των εδαφικών ορίων του, εξακολουθεί να οφείλει πλήρη αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας στον φορέα δημόσιας υπηρεσίας, ανεξαρτήτως του αν έχει χορηγηθεί επιδότηση.

26.

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η κανονιστική απόφαση του 2015 εκδόθηκε βάσει του νόμου περί οδικών μεταφορών, ιδίως βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 1, των τελικών διατάξεων αυτού, και ότι το άρθρο 2, παράγραφος 1, της εν λόγω κανονιστικής απόφασης προβλέπει ότι οι πόροι χορηγούνται μέχρι του ποσού που καθορίζεται από τον νόμο περί κρατικού προϋπολογισμού για το οικείο έτος. Το αιτούν δικαστήριο προσθέτει ότι, συγχρόνως, το άρθρο 56, παράγραφος 1, της εν λόγω κανονιστικής απόφασης ορίζει ότι οι επιδοτήσεις χορηγούνται μόνο στους φορείς δημόσιας υπηρεσίας με τους οποίους ο οικείος δήμος έχει συνάψει συμβάσεις που πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού 1370/2007 και ότι οι λοιπές παράγραφοι του εν λόγω άρθρου 56 προβλέπουν πρόσθετες απαιτήσεις όσον αφορά το περιεχόμενο των συμβάσεων που συνάπτονται με τους φορείς. Η εθνική νομοθεσία, όπως έχει ερμηνευθεί από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, επιτάσσει, όσον αφορά την καταβολή αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, να έχει προβλεφθεί η αποζημίωση αυτή από τον νόμο περί κρατικού προϋπολογισμού για το οικείο έτος και να έχει καταβληθεί στην αρμόδια αρχή. Σε αντίθετη περίπτωση, η τελευταία δεν θα ήταν σε θέση να καταβάλει νομίμως την εν λόγω αποζημίωση στον φορέα δημόσιας υπηρεσίας, παρά την πραγματική εκτέλεση της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

27.

Εντούτοις, ο κανονισμός 1370/2007, ιδίως το άρθρο 6, παράγραφος 1, αυτού, δεν επιβάλλει τέτοιες απαιτήσεις όσον αφορά την καταβολή αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας. Κατά συνέπεια, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν ο κανονισμός αυτός επιτρέπει σε κράτος μέλος να θεσπίσει, μέσω της εθνικής νομοθεσίας του ή μέσω εσωτερικών κανόνων, πρόσθετες απαιτήσεις και περιορισμούς όσον αφορά την καταβολή αποζημίωσης σε μεταφορέα για την εκτέλεση υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

28.

Εξάλλου, η επίμαχη σύμβαση δεν καθορίζει τις παραμέτρους με βάση τις οποίες υπολογίζεται η αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, αλλά παραπέμπει συναφώς στην εθνική νομοθεσία. Κατά το αιτούν δικαστήριο, δεδομένου ότι το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i, του κανονισμού 1370/2007 μνημονεύει τις «συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας και [τους] γενικ[ούς] κανόνες», η χρήση του συνδέσμου «και» θα μπορούσε να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αρκεί οι παράμετροι με βάση τις οποίες υπολογίζεται η αποζημίωση να καθορίζονται με γενικούς κανόνες, ήτοι αυτούς που θεσπίστηκαν με την κανονιστική απόφαση του 2015 και, προγενέστερα, με την κανονιστική απόφαση του 2005. Άλλη πιθανή ερμηνεία είναι ότι οι εν λόγω παράμετροι πρέπει απαραιτήτως να καθορίζονται όχι μόνο με γενικούς κανόνες, αλλά και με τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας, κατά την έννοια του κανονισμού αυτού.

29.

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Okrazhen sad – Burgas (περιφερειακό δικαστήριο Burgas) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Επιτρέπουν οι διατάξεις του κανονισμού [1370/2007] σε κράτος μέλος να θεσπίζει, μέσω της εθνικής νομοθεσίας ή των εσωτερικών κανόνων, πρόσθετες απαιτήσεις και περιορισμούς όσον αφορά την καταβολή αποζημίωσης σε μεταφορέα για την εκτέλεση υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, που δεν προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό;

2)

Επιτρέπει το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i, του κανονισμού [1370/2007] την καταβολή αποζημίωσης σε μεταφορέα για την εκτέλεση υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, όταν οι παράμετροι με βάση τις οποίες υπολογίζεται η πληρωμή της αποζημίωσης δεν έχουν καθοριστεί εκ των προτέρων σε σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας, αλλά σε γενικούς κανόνες, το δε καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα ή το ποσό της οφειλόμενης αποζημίωσης έχει καθοριστεί σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στον [κανονισμό αυτό];»

30.

Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν ο Δήμος Pomorie, η Βουλγαρική Κυβέρνηση καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι δύο τελευταίοι μετέχοντες στη διαδικασία ανέπτυξαν και προφορικώς τις παρατηρήσεις τους κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 21ης Ιουνίου 2023.

IV. Ανάλυση

Α.   Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

31.

Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν ο κανονισμός 1370/2007 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην εκ μέρους κράτους μέλους θέσπιση διατάξεων σύμφωνα με τις οποίες η αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, κατά την έννοια του κανονισμού αυτού, μπορεί να χορηγηθεί σε φορέα δημόσιας υπηρεσίας μόνον αν οι πόροι που αντιστοιχούν στην εν λόγω αποζημίωση έχουν προβλεφθεί από τον νόμο περί προϋπολογισμού του κράτους αυτού για το οικείο έτος και έχουν καταβληθεί στην αρμόδια αρχή.

32.

Προκαταρκτικώς, υπενθυμίζεται ότι, δυνάμει του άρθρου 288, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, ο κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Ως εκ τούτου, ακριβώς λόγω της φύσεώς τους και της λειτουργίας τους εντός του συστήματος των πηγών του δικαίου της Ένωσης, οι διατάξεις των κανονισμών παράγουν, κατά κανόνα, άμεσα αποτελέσματα στις εθνικές έννομες τάξεις, χωρίς να απαιτείται να λάβουν μέτρα εφαρμογής οι εθνικές αρχές. Στο μέτρο που το επιβάλλει η εφαρμογή ορισμένων διατάξεων ενός κανονισμού, τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν μέτρα εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού εφόσον δεν παρακωλύουν την άμεση εφαρμογή του, δεν αποκρύπτουν τη φύση του ως πράξης του δικαίου της Ένωσης και συγκεκριμενοποιούν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας την οποία τους παρέχει ο εν λόγω κανονισμός, χωρίς ωστόσο να υπερβαίνουν τα όρια που θέτουν οι διατάξεις του ( 6 ).

33.

Συναφώς, κατόπιν εξέτασης των εφαρμοστέων διατάξεων του συγκεκριμένου κανονισμού, ερμηνευόμενων υπό το πρίσμα των σκοπών του, μπορεί να προσδιοριστεί αν αυτές απαγορεύουν, επιβάλλουν ή παρέχουν τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να λαμβάνουν ορισμένα μέτρα εφαρμογής και, ιδίως στην τελευταία αυτή περίπτωση, να προσδιοριστεί αν κάποιο συγκεκριμένο μέτρο εντάσσεται στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας που αναγνωρίζεται σε κάθε κράτος μέλος. Πρέπει επίσης να υπομνησθεί ότι κάθε διάταξη του δικαίου της Ένωσης που πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται ώστε να έχει άμεσο αποτέλεσμα επιβάλλεται σε όλες τις αρχές των κρατών μελών, δηλαδή όχι μόνο στα εθνικά δικαστήρια αλλά και σε όλα τα όργανα της διοίκησης, συμπεριλαμβανομένων των οργάνων της αυτοδιοίκησης, και οι αρχές αυτές υποχρεούνται να την εφαρμόσουν ( 7 ).

34.

Όσον αφορά τις κρίσιμες εν προκειμένω διατάξεις του κανονισμού 1370/2007, επισημαίνεται ότι, κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, σκοπός του είναι να καθορίσει, σύμφωνα με τους κανόνες του δικαίου της Ένωσης, τον τρόπο με τον οποίον οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ενεργούν στον τομέα των δημοσίων επιβατικών μεταφορών για να εξασφαλίζουν την προσφορά υπηρεσιών γενικού συμφέροντος, οι οποίες θα είναι, μεταξύ άλλων, πολυπληθέστερες, ασφαλέστερες, υψηλότερης ποιότητας ή λιγότερο δαπανηρές, από εκείνες που θα μπορούσαν να προσφέρουν από μόνες τους οι δυνάμεις της αγοράς και ότι, προς τον σκοπό αυτό, ο εν λόγω κανονισμός καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους οι αρμόδιες αρχές, όταν επιβάλλουν υποχρεώσεις παροχής δημοσίων υπηρεσιών ή συνάπτουν σχετικές συμβάσεις, αποζημιώνουν τους φορείς δημοσίων υπηρεσιών για το κόστος με το οποίο επιβαρύνονται ή/και τους χορηγούν αποκλειστικά δικαιώματα ως αντάλλαγμα για την εκπλήρωση υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας.

35.

Κατά συνέπεια, ο κανονισμός 1370/2007 διέπει την ανάθεση σε δημόσιο φορέα μιας «αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας», η οποία ορίζεται στο άρθρο 2, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού αυτού ως κάθε πλεονέκτημα, ιδίως οικονομικό, που χορηγείται άμεσα ή έμμεσα από αρμόδια αρχή και από δημόσιους πόρους κατά την περίοδο εφαρμογής της υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας ή σε σχέση με την περίοδο αυτή. Όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 34 του εν λόγω κανονισμού, «[η] αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας ενδέχεται να αποδειχθεί αναγκαία στον τομέα των εσωτερικών επιβατικών μεταφορών για τη λειτουργία των επιχειρήσεων που είναι υπεύθυνες για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας με βάση αρχές και υπό όρους που τους επιτρέπουν να φέρουν σε πέρας τα καθήκοντά τους».

36.

Επιπλέον, το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 1370/2007 ορίζει ότι, εφόσον μια αρμόδια αρχή αποφασίζει να χορηγήσει σε φορέα της επιλογής της αποκλειστικό δικαίωμα ή/και αποζημίωση παντός είδους, σε αντιστάθμιση για την εκπλήρωση υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, πρέπει να το πράττει στο πλαίσιο σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Το άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού διευκρινίζει ότι οι συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας και οι γενικοί κανόνες: α) καθορίζουν με σαφήνεια τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που πρέπει να εκπληρώνει ο φορέας δημόσιας υπηρεσίας, καθώς και τις καλυπτόμενες γεωγραφικές περιοχές· β) καθορίζουν εκ των προτέρων, με αντικειμενικότητα και διαφάνεια, i) τις παραμέτρους με βάση τις οποίες υπολογίζεται η πληρωμή της αποζημίωσης, εάν υπάρχει, και ii) τη φύση και την έκταση των τυχόν χορηγούμενων αποκλειστικών δικαιωμάτων, έτσι ώστε να αποφεύγεται η υπεραντιστάθμιση, καθώς επίσης γ) καθορίζουν τους τρόπους κατανομής των δαπανών που συνδέονται με την παροχή των υπηρεσιών.

37.

Ειδικότερα, σχετικά με το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i, του κανονισμού 1370/2007, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, όσον αφορά τη φράση «εάν υπάρχει», από το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η διάταξη αυτή προκύπτει ότι η συγκεκριμένη φράση αναφέρεται στη δυνατότητα των αρμόδιων αρχών, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, και στο άρθρο 3, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, να επιλέξουν, στο πλαίσιο σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, να χορηγήσουν στους επιχειρηματίες, συμπληρωματικώς ή αντί αποκλειστικών δικαιωμάτων, αντιστάθμιση έναντι της εκπλήρωσης υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας ( 8 ).

38.

Εξάλλου, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 5, του κανονισμού 1370/2007, η αρμόδια αρχή μπορεί να λάβει έκτακτο μέτρο, δυνάμενο να υλοποιηθεί υπό τη μορφή «απευθείας ανάθεσης», η οποία ορίζεται στο άρθρο 2, στοιχείο ηʹ, του κανονισμού αυτού, ως η ανάθεση σύμβασης δημόσιας υπηρεσίας σε συγκεκριμένο φορέα δημόσιας υπηρεσίας χωρίς να προηγηθεί διαδικασία διαγωνισμού. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο εν λόγω κανονισμός προβλέπει πρόσθετες απαιτήσεις σχετικά με την αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας ( 9 ).

39.

Συγκεκριμένα, αφενός, το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1370/2007 ορίζει ότι, στην περίπτωση ανάθεσης συμβάσεων παροχής δημοσίων υπηρεσιών σύμφωνα, μεταξύ άλλων, με το άρθρο 5, παράγραφος 5, του κανονισμού αυτού, οι παράμετροι με βάση τις οποίες υπολογίζεται η πληρωμή της αποζημίωσης, εάν υπάρχει, καθορίζονται έτσι ώστε καμία πληρωμή αποζημίωσης να μην υπερβαίνει το ποσό που είναι αναγκαίο για να καλύψει το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα επί του κόστους που προκύπτει και των εσόδων που γεννά η εκτέλεση των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, λαμβανομένων υπόψη των συναφών εσόδων που αποκομίζει ο φορέας δημόσιας υπηρεσίας, καθώς και ενός εύλογου κέρδους.

40.

Αφετέρου, το άρθρο 6, παράγραφος 1, του κανονισμού 1370/2007 ορίζει ότι κάθε αποζημίωση συνδεόμενη με γενικό κανόνα ή σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας πρέπει να είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του άρθρου 4 του κανονισμού αυτού, ανεξάρτητα από τον τρόπο ανάθεσης της σύμβασης, και ότι κάθε αποζημίωση, ανεξάρτητα από τη φύση της, η οποία συνδέεται με σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας που έχει ανατεθεί απευθείας σύμφωνα, μεταξύ άλλων, με το άρθρο 5, παράγραφος 5, ή συνδέεται με γενικό κανόνα, πρέπει επίσης να είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του παραρτήματος. Το τελευταίο ορίζει, στο σημείο 2, ότι «[η] αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό που αντιστοιχεί στο καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα, το οποίο ισοδυναμεί με το άθροισμα των αποτελεσμάτων, θετικών ή αρνητικών, που επιφέρει η τήρηση της υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας επί του κόστους και των εσόδων του φορέα δημοσίων υπηρεσιών». Το σημείο 3 του εν λόγω παραρτήματος διευκρινίζει ότι «[η] συμμόρφωση με την υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας μπορεί να έχει αντίκτυπο σε πιθανές μεταφορικές δραστηριότητες κάποιου φορέα πέραν της ή των εν λόγω υποχρεώσεων παροχής δημοσίων υπηρεσιών» και ότι, «[π]ροκειμένου να αποφευχθεί, συνεπώς, η υπεραντιστάθμιση ή η έλλειψη αποζημίωσης, κατά τον υπολογισμό του καθαρού οικονομικού αποτελέσματος, λαμβάνονται υπόψη τα ποσοτικά μετρήσιμα οικονομικά αποτελέσματα στα σχετικά δίκτυα του φορέα».

41.

Επομένως, από το γράμμα των σχετικών διατάξεων του κανονισμού 1370/2007 προκύπτει ότι, όσον αφορά την αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, ο κανονισμός αυτός αποσκοπεί πρωτίστως στην αποφυγή της υπεραντιστάθμισης υπέρ του φορέα δημόσιας υπηρεσίας ( 10 ), η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα τον αδικαιολόγητο πλουτισμό του εν λόγω φορέα. Επισημαίνεται ότι η υπόθεση της κύριας δίκης δεν αφορά την περίπτωση υπεραντιστάθμισης, αλλά, αντιθέτως, την περίπτωση έλλειψης αποζημίωσης, επίσης μνημονευόμενη στο σημείο 3 του παραρτήματος, περίπτωση κατά την οποία ο φορέας οφείλει να τηρεί τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που υπέχει, σύμφωνα με τη σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας, χωρίς να λαμβάνει αντάλλαγμα. Προκειμένου να αποφευχθούν αυτές οι δύο καταστάσεις, η σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας πρέπει να περιλαμβάνει τις παραμέτρους για τον υπολογισμό της αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, οι οποίες πρέπει να καθορίζονται εκ των προτέρων, με αντικειμενικότητα και διαφάνεια, και, επιπλέον, όσον αφορά τις συμβάσεις που αποτελούν αντικείμενο απευθείας ανάθεσης, το ποσό της αποζημίωσης πρέπει να καθορίζεται με βάση το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα για τον φορέα δημόσιας υπηρεσίας. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει επίσης ότι, όπως επισήμανε το Δικαστήριο, ο κανονισμός 1370/2007 επιβάλλει στις αρμόδιες αρχές την υποχρέωση να αποζημιώνουν τα οικονομικά βάρη που απορρέουν από τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας ( 11 ).

42.

Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η Anhialo και ο Δήμος Pomorie συνήψαν την επίμαχη σύμβαση στο πλαίσιο απευθείας ανάθεσης κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 5, παράγραφος 5, του κανονισμού 1370/2007. Δεν αμφισβητείται, εξάλλου, ότι η ως άνω εταιρία εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας τις οποίες αφορούσε η σύμβαση αυτή. Εντούτοις, ο εν λόγω δήμος δεν της κατέβαλε το σύνολο του ποσού της αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας την οποία δικαιούνταν, όπως αυτή καθορίστηκε με δικαστική πραγματογνωμοσύνη. Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η εθνική νομοθεσία, όπως έχει ερμηνευθεί από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, επιτάσσει, όσον αφορά την καταβολή αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, να έχει προβλεφθεί η αποζημίωση αυτή από τον νόμο περί κρατικού προϋπολογισμού για το οικείο έτος και να έχει καταβληθεί στην αρμόδια αρχή. Εν προκειμένω, για το επίμαχο χρονικό διάστημα, ο Δήμος Pomorie κατέβαλε στην Anhialo μόνον το ποσό των 3690 BGN (περίπου 1886 ευρώ κατά την κρίσιμη ημερομηνία) ( 12 ), το οποίο αντιστοιχεί στο συνολικό ποσό των πόρων που είχαν οριστεί και καταβληθεί από τον κεντρικό προϋπολογισμό της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας στον εν λόγω δήμο ως επιδοτήσεις για τις αστικές και υπεραστικές μεταφορές ( 13 ).

43.

Ως εκ τούτου, σε μια υπόθεση όπως αυτή της κύριας δίκης, διαπιστώνεται, αφενός, ότι οι παράμετροι με βάση τις οποίες πρέπει να υπολογίζεται η αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας δεν έχουν καθοριστεί εκ των προτέρων, κατά τρόπο αντικειμενικό και διαφανή. Συγκεκριμένα, το ποσό αυτό εξαρτάται από τους πόρους που διατίθενται από τον κρατικό προϋπολογισμό, οι οποίοι ενδέχεται να ποικίλλουν από έτος σε έτος, και από κριτήρια που δεν συνδέονται με την εκτέλεση της σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας την οποία έχει συνάψει ο φορέας δημόσιας υπηρεσίας. Ωστόσο, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 9 του κανονισμού 1370/2007, για να εξασφαλισθεί ότι θα εφαρμόζονται οι αρχές της διαφάνειας, της ισότιμης μεταχείρισης των ανταγωνιζόμενων φορέων και της αναλογικότητας κατά τη χορήγηση αποζημίωσης ή αποκλειστικών δικαιωμάτων, είναι απαραίτητο να καθορίζονται, με σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας μεταξύ της αρμόδιας αρχής και του επιλεγόμενου φορέα δημόσιας υπηρεσίας, τόσο η φύση των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας όσο και η συμφωνούμενη αμοιβή.

44.

Αφετέρου, όσον αφορά ειδικότερα τις συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που αποτέλεσαν αντικείμενο απευθείας ανάθεσης, ο όρος κατά τον οποίο οι πόροι πρέπει να ορίζονται και να καταβάλλονται από τον κεντρικό προϋπολογισμό προκειμένου να χορηγηθεί στον φορέα αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας δεν λαμβάνει υπόψη το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα επί του κόστους και των εσόδων που προκύπτουν από την εκτέλεση υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, όπως απαιτείται από το άρθρο 6, παράγραφος 1, του κανονισμού 1370/2007 και το παράρτημα. Μια σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας δεν μπορεί όμως να έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζει την αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, η λογική της οποίας είναι «ανταποδοτική» ( 14 ), στο ποσό που χορηγείται στην αρμόδια αρχή από τον κρατικό προϋπολογισμό, άπαξ και η υποχρέωση αυτή έχει καθοριστεί συμβατικώς.

45.

Προσθέτω ότι, όπως επισήμαναν η Βουλγαρική Κυβέρνηση και η Επιτροπή, ένα κράτος μέλος μπορεί, αν η δημοσιονομική του ικανότητα δεν του το επιτρέπει, να αποφασίσει, για το μέλλον, να περιορίσει την ανάθεση δημοσίων υπηρεσιών ή ακόμη και να μη συνάψει συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Αντιθέτως, για το παρελθόν, όταν η σύμβαση έχει εκτελεστεί από τον φορέα δημόσιας υπηρεσίας, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, είναι, κατά τη γνώμη μου, προφανές ότι ο φορέας αυτός δικαιούται αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας ως αντάλλαγμα για τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που του επιβλήθηκαν, σύμφωνα με τον κανονισμό 1370/2007. Πέραν της εφαρμογής του κανονισμού αυτού, υπενθυμίζεται ότι η αρχή της ασφάλειας δικαίου, η οποία περιλαμβάνεται στις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης, επιτάσσει, μεταξύ άλλων, οι κανόνες δικαίου να είναι σαφείς και ακριβείς, τα δε αποτελέσματά τους να μπορούν να προβλεφθούν ( 15 ).

46.

Επιπλέον, γενικότερα, κατά το άρθρο 2, στοιχείο εʹ, του εν λόγω κανονισμού, «υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας» είναι η απαίτηση που προσδιορίζεται ή καθορίζεται από μια αρμόδια αρχή, προκειμένου να εξασφαλίζονται δημόσιες υπηρεσίες επιβατικών μεταφορών προς το κοινό συμφέρον, τις οποίες δεν θα αναλάμβανε ένας φορέας που μεριμνά περί των ιδίων εμπορικών συμφερόντων ή τουλάχιστον δεν θα τις αναλάμβανε στην ίδια έκταση ή υπό τις αυτές προϋποθέσεις χωρίς αμοιβή. Ελλείψει προσήκουσας αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, κανένας φορέας δεν θα ήταν διατεθειμένος να προσφέρει τις εν λόγω υπηρεσίες γενικού συμφέροντος. Η προσέγγιση όμως που συνίσταται στη σύνδεση της καταβολής δεδομένης αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας με την καταβολή επιδότησης χορηγούμενης από το κράτος μέλος στην αρμόδια αρχή, υπό συνθήκες όπως αυτές της κύριας δίκης, είναι πιθανό να έχει ως αποτέλεσμα τη μη αντιστάθμιση ή την υπο-αντιστάθμιση, που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξη των συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας και των συνδεόμενων με αυτές υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

47.

Υπό τις συνθήκες αυτές, λαμβανομένης υπόψη της νομολογίας που μνημονεύθηκε στα σημεία 32 και 33 των παρουσών προτάσεων, διαπιστώνεται ότι η επίμαχη εθνική ρύθμιση δεν εντάσσεται στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται σε κάθε κράτος μέλος για τη θέσπιση μέτρων εφαρμογής ενός κανονισμού, εν προκειμένω του κανονισμού 1370/2007 όσον αφορά τον καθορισμό της αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας την οποία δικαιούται ένας φορέας δημόσιας υπηρεσίας.

48.

Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, προτείνω να δοθεί στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα η απάντηση ότι ο κανονισμός 1370/2007 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην εκ μέρους κράτους μέλους θέσπιση διατάξεων σύμφωνα με τις οποίες η αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, κατά την έννοια του κανονισμού αυτού, μπορεί να χορηγηθεί σε φορέα δημόσιας υπηρεσίας μόνον αν οι πόροι που αντιστοιχούν στην εν λόγω αποζημίωση έχουν προβλεφθεί από τον νόμο περί προϋπολογισμού του κράτους αυτού για το οικείο έτος και έχουν καταβληθεί στην αρμόδια αρχή.

Β.   Επί του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος

49.

Με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i, του κανονισμού 1370/2007 έχει την έννοια ότι επιτρέπει την καταβολή αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας σε φορέα δημόσιας υπηρεσίας όταν οι παράμετροι με βάση τις οποίες υπολογίζεται η αποζημίωση αυτή δεν προβλέπονται σε σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας, αλλά έχουν καθοριστεί εκ των προτέρων με γενικούς κανόνες που ορίζουν το ποσό της εν λόγω αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού αυτού.

50.

Προκαταρκτικώς, επισημαίνεται ότι το άρθρο 2, στοιχείο ιβʹ, του κανονισμού 1370/2007 ορίζει τον «γενικό κανόνα» ως το μέτρο που εφαρμόζεται χωρίς διακρίσεις σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες επιβατικών μεταφορών του ιδίου τύπου σε δεδομένη γεωγραφική περιοχή για την οποία είναι υπεύθυνη αρμόδια αρχή.

51.

Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο υποβληθέν ερώτημα, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, για την ερμηνεία διάταξης του δικαίου της Ένωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται, καθώς και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος ( 16 ).

52.

Πρώτον, όσον αφορά το γράμμα του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i, του κανονισμού 1370/2007, η διάταξη αυτή ορίζει ότι οι συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας «και» οι γενικοί κανόνες καθορίζουν εκ των προτέρων, με αντικειμενικότητα και διαφάνεια, τις παραμέτρους βάσει των οποίων υπολογίζεται η πληρωμή της αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, εάν υπάρχει, έτσι ώστε να αποφεύγεται η υπεραντιστάθμιση. Φρονώ ότι είναι σαφές ότι, με τη χρήση του συνδέσμου «και», ο νομοθέτης της Ένωσης θέλησε να περιλάβει τους «γενικούς κανόνες» μεταξύ των στοιχείων που καθιστούν δυνατό τον καθορισμό του ποσού της αποζημίωσης. Με άλλα λόγια, το γράμμα της εν λόγω διάταξης δεν επιβάλλει να καθορίζονται σε ένα και μόνον έγγραφο όλες οι παράμετροι του υπολογισμού της αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, αλλά μόνον να καθορίζονται οι παράμετροι αυτές εκ των προτέρων, με αντικειμενικότητα και διαφάνεια.

53.

Δεύτερον, όσον αφορά το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i, του κανονισμού 1370/2007, επισημαίνεται ότι το άρθρο 2, στοιχείο θʹ, του κανονισμού αυτού ορίζει τη «σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας» ως μια ή περισσότερες νομικά δεσμευτικές πράξεις, οι οποίες δηλώνουν τη συμφωνία μεταξύ αρμόδιας αρχής και φορέα δημόσιας υπηρεσίας για την ανάθεση στον εν λόγω φορέα δημόσιας υπηρεσίας της διαχείρισης και λειτουργίας των υπηρεσιών δημοσίων επιβατικών μεταφορών των υποκειμένων στις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Η εν λόγω διάταξη ορίζει επιπλέον ότι η σύμβαση μπορεί, ανάλογα με το δίκαιο των κρατών μελών, να συνίσταται επίσης σε απόφαση λαμβανόμενη από την αρμόδια αρχή υπό μορφή ατομικής νομοθετικής ή κανονιστικής πράξης ή περιέχουσα όρους υπό τους οποίους η αρμόδια αρχή παρέχει η ίδια τις υπηρεσίες, ή αναθέτει την παροχή τους σε εγχώριο φορέα. Υπό την έννοια αυτή, η αιτιολογική σκέψη 9 του εν λόγω κανονισμού αναφέρει ότι ο τύπος ή ο τίτλος της σύμβασης μπορεί να ποικίλει ανάλογα με τα νομικά συστήματα των κρατών μελών.

54.

Επομένως, λαμβανομένων υπόψη των διαφορών μεταξύ των νομικών συστημάτων των κρατών μελών, ο νομοθέτης της Ένωσης επέλεξε να προσδώσει στον όρο «σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας», κατά τον κανονισμό 1370/2007, ευρεία και ευέλικτη έννοια ( 17 ), περιλαμβάνουσα πράξεις συμβατικής φύσης αλλά και άλλα είδη πράξεων διαφορετικής φύσης ( 18 ), αναγνωρίζοντας τον συνδυασμό μιας γενικής νομικής πράξης, η οποία αναθέτει τη διαχείριση υπηρεσιών σε ορισμένο φορέα, με μια διοικητική πράξη, η οποία περιγράφει λεπτομερώς τις απαιτήσεις σχετικά με τις υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν και προσδιορίζει την εφαρμοστέα μέθοδο υπολογισμού της αποζημίωσης ( 19 ). Επομένως, το πλαίσιο αυτό επιρρωννύει την ερμηνεία κατά την οποία οι παράμετροι υπολογισμού της αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας μπορούν να καθορίζονται με παραπομπή σε γενικούς κανόνες, νομοθετικής ή κανονιστικής φύσεως, υπό την προϋπόθεση ότι οι κανόνες αυτοί καθορίζουν τις εν λόγω παραμέτρους εκ των προτέρων, με αντικειμενικότητα και διαφάνεια.

55.

Τρίτον, όσον αφορά τους σκοπούς που επιδιώκει ο κανονισμός 1370/2007, όπως προκύπτει από τις αιτιολογικές σκέψεις 9 και 30 του εν λόγω κανονισμού, ο σκοπός της διαφάνειας έχει ιδιαίτερη σημασία για τον καθορισμό των παραμέτρων υπολογισμού της αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας. Ωστόσο, για την επίτευξη του σκοπού αυτού, δεν είναι αναγκαίο να περιλαμβάνονται στη σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ της αρμόδιας αρχής και του φορέα δημόσιας υπηρεσίας όλες οι παράμετροι υπολογισμού της αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας. Συγκεκριμένα, εφόσον οι γενικοί κανόνες σχετικά με τις παραμέτρους υπολογισμού της αποζημίωσης καθορίζονται εκ των προτέρων, με αντικειμενικότητα και διαφάνεια, όπως απαιτεί το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i, του εν λόγω κανονισμού, και πληρούν τους όρους του παραρτήματος, ο φορέας παροχής δημόσιας υπηρεσίας είναι σε θέση να καθορίσει το ποσό της αποζημίωσης που μπορεί να λάβει. Εξάλλου, στο πλαίσιο της εφαρμογής της ως άνω διάταξης, οι ενδιαφερόμενοι φορείς πρέπει να έχουν εύκολη πρόσβαση στους εν λόγω γενικούς κανόνες. Τούτο συμβαίνει, ιδίως, όταν οι κανόνες αυτοί έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα του οικείου κράτους μέλους.

56.

Ως εκ τούτου, προτείνω να δοθεί στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα η απάντηση ότι το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i, του κανονισμού 1370/2007 έχει την έννοια ότι επιτρέπει την καταβολή αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας σε φορέα δημόσιας υπηρεσίας όταν οι παράμετροι με βάση τις οποίες υπολογίζεται η αποζημίωση αυτή δεν προβλέπονται σε σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας, αλλά έχουν καθοριστεί εκ των προτέρων, με αντικειμενικότητα και διαφάνεια, με γενικούς κανόνες που ορίζουν το ποσό της εν λόγω αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού αυτού.

V. Πρόταση

57.

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω εκτιμήσεων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλε το Okrazhen sad – Burgas (περιφερειακό δικαστήριο Burgas, Βουλγαρία) ως εξής:

1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70,

έχει την έννοια ότι:

αντιτίθεται στην εκ μέρους κράτους μέλους θέσπιση διατάξεων σύμφωνα με τις οποίες η αποζημίωση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, κατά την έννοια του κανονισμού αυτού, μπορεί να χορηγηθεί σε φορέα δημόσιας υπηρεσίας μόνον αν οι πόροι που αντιστοιχούν στην εν λόγω αποζημίωση έχουν προβλεφθεί από τον νόμο περί προϋπολογισμού του κράτους αυτού για το οικείο έτος και έχουν καταβληθεί στην αρμόδια αρχή.

2)

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i, του κανονισμού 1370/2007

έχει την έννοια ότι:

επιτρέπει την καταβολή αποζημίωσης σε φορέα δημόσιας υπηρεσίας όταν οι παράμετροι με βάση τις οποίες υπολογίζεται η αποζημίωση αυτή δεν προβλέπονται σε σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας, αλλά έχουν καθοριστεί εκ των προτέρων, με αντικειμενικότητα και διαφάνεια, με γενικούς κανόνες που ορίζουν το ποσό της εν λόγω αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού αυτού.


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.

( 2 ) Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70 (ΕΕ 2007, L 315, σ. 1). Κατά το άρθρο 12 του κανονισμού 1370/2007, ο κανονισμός αυτός τέθηκε σε ισχύ στις 3 Δεκεμβρίου 2009.

( 3 ) DV αριθ. 82, της 17ης Σεπτεμβρίου 1999.

( 4 ) DV αριθ. 33, της 15ης Απριλίου 2005.

( 5 ) DV αριθ. 51, της 7ης Ιουλίου 2015.

( 6 ) Βλ. απόφαση της 22ας Ιανουαρίου 2020, Ursa Major Services (C-814/18, EU:C:2020:27, σκέψεις 33 και 34 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

( 7 ) Βλ. απόφαση της 22ας Ιανουαρίου 2020, Ursa Major Services (C-814/18, EU:C:2020:27, σκέψεις 35 και 36 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

( 8 ) Βλ. απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2022, Lux Express Estonia (C-614/20, EU:C:2022:641, σκέψεις 73 και 74).

( 9 ) Συναφώς, η αιτιολογική σκέψη 27 του κανονισμού 1370/2007 αναφέρει ότι, όταν μια αρμόδια αρχή προτίθεται να αναθέσει σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας χωρίς διαγωνισμό, θα πρέπει επίσης να τηρεί λεπτομερείς κανόνες που θα εξασφαλίζουν την επάρκεια της αποζημίωσης και θα αντικατοπτρίζουν την επιθυμία για αποτελεσματικότητα και ποιότητα των υπηρεσιών. Επιπλέον, κατά την αιτιολογική σκέψη 30 του εν λόγω κανονισμού, οι συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που ανατίθενται απευθείας θα πρέπει να διέπονται από μεγαλύτερη διαφάνεια.

( 10 ) Υπό την έννοια αυτή, η αιτιολογική σκέψη 27 του κανονισμού 1370/2007 αναφέρει επίσης ότι η αποζημίωση που χορηγούν οι αρμόδιες αρχές για την κάλυψη του κόστους που συνεπάγεται η εκπλήρωση των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας θα πρέπει να υπολογίζεται έτσι ώστε να αποφεύγεται η υπεραντιστάθμιση.

( 11 ) Βλ. απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2022, Lux Express Estonia (C-614/20, EU:C:2022:641, σκέψη 71).

( 12 ) Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση δεν αμφισβητήθηκε ότι, εν προκειμένω, η μη καταβολή στο ακέραιο της οφειλόμενης αποζημίωσης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας έχει οριστικό χαρακτήρα.

( 13 ) Με τις γραπτές παρατηρήσεις της, η Βουλγαρική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι, σε περίπτωση ανεπάρκειας των πόρων αποζημίωσης που διατίθενται από τον κεντρικό προϋπολογισμό σε έναν δήμο, ο δήμος θα μπορούσε να καλύψει την ανεπάρκεια αυτή με πόρους από τον δημοτικό προϋπολογισμό. Ωστόσο, δεδομένου ότι η περίπτωση αυτή δεν αποτελεί αντικείμενο των προδικαστικών ερωτημάτων που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο, δεν θα εξεταστεί περαιτέρω με τις παρούσες προτάσεις.

( 14 ) Πρβλ. προτάσεις του γενικού εισαγγελέα M. Campos Sánchez-Bordona στην υπόθεση Lux Express Estonia (C-614/20, EU:C:2022:180, σημεία 39 έως 42).

( 15 ) Βλ. απόφαση της 27ης Απριλίου 2023, BVAEB (Ποσό της σύνταξης γήρατος) (C-681/21, EU:C:2023:349, σκέψη 51 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

( 16 ) Απόφαση της 4ης Μαΐου 2023, Bundesrepublik Deutschland (Ηλεκτρονική ταχυδρομική θυρίδα δικαστηρίου) (C-60/22, EU:C:2023:373, σκέψη 49 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

( 17 ) Βλ., στη θεωρία, Vieu, P., «À propos de l’intégration de l’Europe des transports. Observations sur l’interprétation et l’application de la norme européenne: le cas du règlement OSP», RTD eur., 2010, αριθ. 2, σ. 297 έως 331, ιδίως σ. 320.

( 18 ) Βλ., στη θεωρία, Franco Escobar S. E., «Las compensaciones económicas por obligaciones de servicio público en el transporte regular de viajeros por carretera», Financiación de las obligaciones de servicio público: ayudas públicas a las telecomunicaciones, televisión, correos y transporte aéreo, marítimo y terrestre, Tirant lo Blanch, 2009, Μαδρίτη, σ. 201 έως 230, ιδίως σ. 211.

( 19 ) Πρβλ. ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τις οδηγίες ερμηνείας του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 (ΕΕ 2014, C 92, σ. 1), ιδίως σημείο 2.2.1.

Top