This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62021CN0275
Case C-275/21: Request for a preliminary ruling from the Bundesverwaltungsgericht (Austria) lodged on 28 April 2021 — EPIC Financial Consulting Ges.m.b.H. v Republik Österreich and Bundesbeschaffung GmbH
Υπόθεση C-275/21: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Αυστρία) στις 28 Απριλίου 2021 — EPIC Financial Consulting Ges.m.b.H. κατά Republik Österreich και Bundesbeschaffung GmbH
Υπόθεση C-275/21: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Αυστρία) στις 28 Απριλίου 2021 — EPIC Financial Consulting Ges.m.b.H. κατά Republik Österreich και Bundesbeschaffung GmbH
ΕΕ C 320 της 9.8.2021, p. 21–24
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
9.8.2021 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 320/21 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Αυστρία) στις 28 Απριλίου 2021 — EPIC Financial Consulting Ges.m.b.H. κατά Republik Österreich και Bundesbeschaffung GmbH
(Υπόθεση C-275/21)
(2021/C 320/22)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Αιτούν δικαστήριο
Bundesverwaltungsgericht
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Προσφεύγουσα: EPIC Financial Consulting Ges.m.b.H.
Καθών: Republik Österreich και Bundesbeschaffung GmbH
Προδικαστικά ερωτήματα
1. |
Αποτελεί μια διαδικασία προσφυγής ενώπιον του Bundesverwaltungsgericht (Ομοσπονδιακού Διοικητικού Δικαστηρίου) η οποία λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο της μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ (1), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2014/23/ΕΕ (2), διαφορά που αφορά αστική και εμπορική υπόθεση σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 (3); Αποτελεί μια τέτοια διαδικασία προσφυγής κατά το παρόν ερώτημα τουλάχιστον αστική υπόθεση σύμφωνα με το άρθρο 81, παράγραφος 1, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ); |
2. |
Έχει η αρχή της ισοδυναμίας, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, την έννοια ότι απονέμει στους ιδιώτες υποκειμενικά δικαιώματα έναντι του κράτους μέλους και απαγορεύει την εφαρμογή αυστριακών εθνικών διατάξεων σύμφωνα με τις οποίες το δικαστήριο, πριν αποφανθεί επί προσφυγής με την οποία πρέπει να επιδιώκεται η κήρυξη ακυρότητας αυτοτελώς προσβαλλόμενης αποφάσεως δημοσίας αναθέτουσας αρχής, πρέπει να ερευνήσει το είδος της διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως και την (εκτιμώμενη) αξία της συμβάσεως, καθώς και το σύνολο των αυτοτελώς προσβαλλομένων αποφάσεων που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο συγκεκριμένων διαδικασιών συνάψεως δημοσίας συμβάσεως και έχουν προσβληθεί και, κατά περίπτωση, και τα τμήματα μιας συγκεκριμένης διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως, ώστε στη συνέχεια να εκδοθεί από τον πρόεδρο του αρμόδιου τμήματος του δικαστηρίου διάταξη συμπληρώσεως προκειμένου να καταβληθούν εκ των υστέρων τα τέλη και σε περίπτωση μη καταβολής τους να επιβληθούν τα τέλη για τη διαδικασία, εφόσον έχει απολεσθεί οποιαδήποτε άλλη αξίωση, πριν ή το αργότερο ταυτόχρονα με την απόρριψη της προσφυγής από το αρμόδιο για την εκδίκασή της τμήμα του δικαστηρίου λόγω της μη εκ των υστέρων καταβολής τους, όταν αντιθέτως στις (λοιπές) αστικές υποθέσεις στην Αυστρία, όπως π.χ. στις αγωγές αποζημιώσεως ή παραλείψεως λόγω παραβάσεως των κανόνων του ανταγωνισμού, η μη καταβολή των τελών δεν εμποδίζει το δικαστήριο να αποφανθεί επί της αγωγής, ανεξάρτητα από το αν οφείλονται ακόμη κάποια τέλη για την παροχή έννομης προστασίας, ενώ, κατά περαιτέρω σύγκριση, στην Αυστρία η μη καταβολή τελών προσφυγής στην περίπτωση προσφυγών κατά διοικητικών αποφάσεων ή τελών προσφυγής ή αναιρέσεως για ένδικα μέσα κατά αποφάσεων των διοικητικών δικαστηρίων ενώπιον του Verfassungsgerichtshof (Συνταγματικού Δικαστηρίου, Αυστρία) ή του Verwaltungsgerichtshof (Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου, Αυστρία) δεν συνεπάγεται την απόρριψη του ενδίκου μέσου ελλείψει καταβολής των τελών; |
2.1. |
Έχει η αρχή της ισοδυναμίας, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, την έννοια ότι απαγορεύει την εφαρμογή αυστριακών εθνικών διατάξεων σύμφωνα με τις οποίες πριν αποφανθεί επί αιτήσεως λήψεως ασφαλιστικών μέτρων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2014/23/ΕΕ, ο πρόεδρος του τμήματος, ως μονομελές δικαστήριο, πρέπει σε περίπτωση που έχουν καταβληθεί λιγότερα κατ’ αποκοπήν τέλη να εκδώσει διάταξη συμπληρώσεώς τους και ότι το εν λόγω μονομελές δικαστήριο πρέπει να απορρίψει την αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων λόγω μη καταβολής των τελών, όταν αντιθέτως στις αστικές αγωγές στην Αυστρία σε περίπτωση αιτήσεως λήψεως ασφαλιστικών μέτρων που συνυποβάλλεται με αγωγή δεν οφείλεται σύμφωνα με τον Gerichtsgebührengesetz (νόμο περί δικαστικών τελών) πέραν [του τέλους] της αγωγής στον πρώτο βαθμό κανένα επιπρόσθετο κατ’ αποκοπήν τέλος και ακόμη και στην περίπτωση αιτήσεων χορηγήσεως ανασταλτικού αποτελέσματος που συνυποβάλλονται με προσφυγή κατά αποφάσεως ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου, με αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Verwaltungsgerichtshof (Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου) ή με προσφυγή ενώπιον του Verfassungsgerichtshof (Συνταγματικού Δικαστηρίου) και έχουν λειτουργικά τον ίδιο ή παρόμοιο σκοπό έννομης προστασίας με την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, δεν οφείλεται αυτοτελές τέλος για τις εν λόγω επικουρικές αιτήσεις χορηγήσεως ανασταλτικού αποτελέσματος; |
3. |
Έχει η απαίτηση κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2014/23, να διεξάγονται οι διαδικασίες προσφυγής στο πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων ιδίως όσο το δυνατόν ταχύτερα, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, την έννοια ότι αυτή η επιταγή ταχύτητας απονέμει υποκειμενικό δικαίωμα για ταχεία διαδικασία προσφυγής και απαγορεύει την εφαρμογή αυστριακών εθνικών διατάξεων σύμφωνα με τις οποίες το δικαστήριο ακόμη και σε περίπτωση αδιαφανών διαδικασιών για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως πρέπει σε κάθε περίπτωση, πριν αποφανθεί επί προσφυγής με την οποία πρέπει να επιδιώκεται η κήρυξη ακυρότητας αυτοτελώς προσβαλλόμενης αποφάσεως δημοσίας αναθέτουσας αρχής, να ερευνήσει το είδος της διαδικασίας για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως και την (εκτιμώμενη) αξία της συμβάσεως, καθώς και το σύνολο των αυτοτελώς προσβαλλομένων αποφάσεων που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο συγκεκριμένων διαδικασιών για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως και έχουν προσβληθεί και, κατά περίπτωση, και τα τμήματα μιας συγκεκριμένης διαδικασίας για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως, ώστε στη συνέχεια να εκδοθεί από τον πρόεδρο του αρμόδιου τμήματος του δικαστηρίου διάταξη συμπληρώσεως προκειμένου τα τέλη να καταβληθούν εκ των υστέρων και σε περίπτωση μη καταβολής τους, τα τέλη για τη διαδικασία να επιβάλλονται, εφόσον έχει απολεσθεί οποιαδήποτε άλλη αξίωση, πριν ή το αργότερο ταυτόχρονα με απόρριψη της προσφυγής από το αρμόδιο για την εκδίκασή της τμήμα του δικαστηρίου λόγω της μη εκ των υστέρων καταβολής τους; |
4. |
Έχει το δικαίωμα για δίκαιη δίκη ενώπιον δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (4), λαμβανομένων υπόψη της αρχής της διαφάνειας σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ (5) και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, την έννοια ότι απαγορεύει την εφαρμογή αυστριακών εθνικών διατάξεων, σύμφωνα με τις οποίες το δικαστήριο, ακόμη και σε περίπτωση αδιαφανών διαδικασιών για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως πρέπει σε κάθε περίπτωση, πριν αποφανθεί επί της προσφυγής, με την οποία πρέπει να επιδιώκεται η κήρυξη ακυρότητας αυτοτελώς προσβαλλόμενης αποφάσεως δημοσίας αναθέτουσας αρχής, να ερευνήσει το είδος της διαδικασίας για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως και την (εκτιμώμενη) αξία της συμβάσεως, καθώς και το σύνολο των αποφάσεων που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο συγκεκριμένων διαδικασιών για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως και έχουν προσβληθεί και, κατά περίπτωση, και τα τμήματα μιας συγκεκριμένης διαδικασίας για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως, ώστε στη συνέχεια να εκδοθεί από τον πρόεδρο του αρμόδιου τμήματος του δικαστηρίου διάταξη συμπληρώσεως προκειμένου τα τέλη να καταβληθούν εκ των υστέρων και σε περίπτωση μη καταβολής τους τα τέλη για τη διαδικασία να επιβάλλονται, εφόσον έχει απολεσθεί οποιαδήποτε άλλη αξίωση, πριν ή το αργότερο ταυτόχρονα με την απόρριψη της προσφυγής από το αρμόδιο για την εκδίκασή της τμήμα του δικαστηρίου λόγω της μη εκ των υστέρων καταβολής τους; |
5. |
Έχει η αρχή της ισοδυναμίας, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, την έννοια ότι απονέμει στους ιδιώτες υποκειμενικά δικαιώματα έναντι του κράτους μέλους και απαγορεύει την εφαρμογή αυστριακών εθνικών διατάξεων, σύμφωνα με τις οποίες σε περίπτωση μη καταβολής κατ’ αποκοπήν τελών για την άσκηση του ενδίκου βοηθήματος της προσφυγής κατά αποφάσεων της αναθέτουσας αρχής κατά την έννοια της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ, όπως ισχύει (ή εν πάση περιπτώσει ενδίκου βοηθήματος για τη διαπίστωση της παρανομίας αναφορικά με ανάθεση δημοσίας συμβάσεως προκειμένου να απαιτηθεί αποζημίωση) ένα (μόνον) τμήμα διοικητικού δικαστηρίου ως δικαιοδοτικό όργανο πρέπει να επιβάλει μη καταβληθέντα, αλλά οφειλόμενα κατ’ αποκοπήν τέλη (γεγονός που συνεπάγεται περιορισμένη δυνατότητα έννομης προστασίας για τον υπόχρεο στην καταβολή του τέλους), εφόσον, αντιθέτως, τα τέλη για την αγωγή και τα ένδικα μέσα στη διαδικασία των αστικών υποθέσεων επιβάλλονται σε περίπτωση που δεν έχουν καταβληθεί με διοικητική απόφαση δυνάμει του Gerichtliches Einbringungsgesetz (νόμου περί δικαστικών εισφορών) και τα τέλη των ενδίκων μέσων στο διοικητικό δίκαιο για προσφυγές ενώπιον διοικητικού δικαστηρίου, καθώς και ενώπιον του Verfassungsgerichtshof (Συνταγματικού Δικαστηρίου) ή τα τέλη αιτήσεων αναιρέσεως για αναιρέσεις ενώπιον του Verwaltungsgerichtshof (Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου) επιβάλλονται σε περίπτωση που δεν έχουν καταβληθεί κατά κανόνα με απόφαση φορολογικής αρχής, κατά της οποίας (δηλ. της αποφάσεως επιβολής τελών) μπορεί πάντα να ασκηθεί ένδικο μέσο ενώπιον διοικητικού δικαστηρίου και στη συνέχεια εκ νέου αναίρεση ενώπιον του Verwaltungsgerichtshof (Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου) ή προσφυγή ενώπιον του Verfassungsgerichtshof (Συνταγματικού Δικαστηρίου); |
6. |
Έχει το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2014/23/ΕΕ, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, την έννοια ότι η σύναψη συμφωνίας πλαισίου με έναν μόνο οικονομικό φορέα σύμφωνα με το άρθρο 33, παράγραφος 3, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ αποτελεί τη σύναψη συμβάσεως κατά την έννοια του άρθρου 2α, παράγραφος 2, της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2014/23/ΕΕ, και συνεπώς η απόφαση της αναθέτουσας αρχής με ποιον και μόνο οικονομικό φορέα πρέπει να συναφθεί η εν λόγω σύμβαση πλαίσιο σύμφωνα με το άρθρο 33, παράγραφος 3, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ αποτελεί ανάθεση συμβάσεως κατά την έννοια του άρθρου 2α, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2014/23/ΕΕ; |
6.1. |
Έχει η περιλαμβανόμενη στο άρθρο 33, παράγραφος 3, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ διατύπωση «οι συμβάσεις που βασίζονται στην εν λόγω συμφωνία πλαίσιο» την έννοια ότι υφίσταται σύμβαση που βασίζεται στη συμφωνία πλαίσιο όταν η αναθέτουσα αρχή συνάπτει μία μοναδική σύμβαση που ρητά βασίζεται στη συναφθείσα συμφωνία πλαίσιο; Ή το προαναφερθέν χωρίο «οι συμβάσεις που βασίζονται στην εν λόγω συμφωνία πλαίσιο» έχει την έννοια ότι όταν η συνολική ποσότητα της συμφωνίας πλαισίου έχει ήδη εξαντληθεί κατά την έννοια της αποφάσεως του ΔΕΕ στην υπόθεση C-216/17 (6), σκέψη 64, δεν υφίσταται πλέον σύμβαση που να βασίζεται στην αρχικώς συναφθείσα συμφωνία πλαίσιο; |
6.2. |
Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα: Έχουν τα άρθρα 4 και 5 της οδηγίας 2014/24/EΕ, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, την έννοια ότι η εκτιμώμενη αξία της μοναδικής συμβάσεως που βασίζεται στη συμφωνία πλαίσιο είναι πάντα η εκτιμώμενη αξία σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ; Ή, σύμφωνα με το άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας, η εκτιμώμενη αξία σε περίπτωση μοναδικής συμβάσεως που βασίζεται στη συμφωνία πλαίσιο είναι η εκάστοτε αξία που προκύπτει κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 5 της εν λόγω οδηγίας για τον καθορισμό της εκτιμώμενης αξίας για τη μοναδική σύμβαση προμήθειας που βασίζεται στη συμφωνία πλαίσιο; |
7. |
Έχει το δικαίωμα για δίκαιη δίκη ενώπιον δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη (Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2012/C 326/02) ΕL 26.10.2012 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 326/391), λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης την έννοια ότι απαγορεύει την εφαρμογή διατάξεως σύμφωνα με την οποία η αναφερομένη στη διαφορά που άπτεται του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να παρέχει στη διαδικασία για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων το σύνολο των απαιτούμενων πληροφοριών και να προσκομίσει το σύνολο των απαιτούμενων εγγράφων –διαφορετικά υπάρχει πιθανότητα εκδόσεως ερήμην αποφάσεως σε βάρος της– όταν τα μέλη των οργάνων διοικήσεως ή οι υπάλληλοι της εν λόγω αναθέτουσας αρχής που πρέπει να παρέχουν αυτές τις πληροφορίες για την αναθέτουσα αρχή εκτίθενται με τον τρόπο αυτόν στον κίνδυνο ενδεχόμενης αυτοενοχοποιήσεως μέσω της παροχής των πληροφοριών ή της προσκομίσεως των εγγράφων; |
8. |
Έχει η απαίτηση κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2014/23/ΕΕ, να διεξάγεται η διαδικασία των προσφυγών προπαντός αποτελεσματικά, λαμβανομένου επιπροσθέτως υπόψη του δικαιώματος αποτελεσματικής προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, την έννοια ότι οι εν λόγω διατάξεις απονέμουν υποκειμενικά δικαιώματα και απαγορεύουν την εφαρμογή εθνικών διατάξεων, σύμφωνα με τις οποίες εναπόκειται στον αιτούντα την παροχή έννομης προστασίας με την άσκηση προσφυγής να αναφέρει στη σχετική προσφυγή του τη συγκεκριμένη διαδικασία για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως και τη συγκεκριμένη απόφαση της αναθέτουσας αρχής, ακόμη και όταν ο εν λόγω προσφεύγων δεν γνωρίζει κατά κανόνα στην περίπτωση διαδικασίας για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως αν η αναθέτουσα αρχή έχει διεξάγει αδιαφανείς για τον προσφεύγοντα διαδικασίες απευθείας αναθέσεως βάσει του εθνικού δικαίου ή αδιαφανείς για τον προσφεύγοντα διαδικασίες με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως ή εάν διεξήγε μία ή περισσότερες αδιαφανείς διαδικασίες για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως με μία ή περισσότερες προσβαλλόμενες αποφάσεις; |
9. |
Έχει η απαίτηση για δίκαιη δίκη ενώπιον δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, την έννοια ότι η εν λόγω διάταξη απονέμει υποκειμενικά δικαιώματα και απαγορεύει την εφαρμογή εθνικών διατάξεων, σύμφωνα με τις οποίες εναπόκειται στον προσφεύγοντα αιτούντα την παροχή έννομης προστασίας να αναφέρει στην προσφυγή του τη συγκεκριμένη διαδικασία για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως και τη συγκεκριμένη αυτοτελώς προσβαλλόμενη απόφαση της αναθέτουσας αρχής, ακόμη και όταν ο εν λόγω προσφεύγων δεν είναι σε θέση να γνωρίζει κατά κανόνα στην περίπτωση διαδικασίας για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως αν η αναθέτουσα αρχή έχει διεξάγει αδιαφανείς για τον προσφεύγοντα διαδικασίες απευθείας αναθέσεως βάσει του εθνικού δικαίου ή αδιαφανείς για τον προσφεύγοντα διαδικασίες με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως ή εάν διεξήγε μία ή περισσότερες αδιαφανείς διαδικασίες για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως με μία ή περισσότερες προσβαλλόμενες αποφάσεις; |
10. |
Έχει η απαίτηση για δίκαιη δίκη ενώπιον δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη, λαμβανομένων υπόψη και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, την έννοια ότι η εν λόγω διάταξη απονέμει υποκειμενικά δικαιώματα και απαγορεύει την εφαρμογή εθνικών διατάξεων, σύμφωνα με τις οποίες εναπόκειται στον προσφεύγοντα αιτούντα την παροχή έννομης προστασίας να καταβάλει κατ’ αποκοπήν τέλη ύψους που δεν μπορούσε να προβλεφθεί εκ των προτέρων, διότι ο προσφεύγων δεν είναι σε θέση να γνωρίζει κατά κανόνα σε περίπτωση αδιαφανούς για αυτόν διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως αν η αναθέτουσα αρχή διεξήγε διαδικασίες απευθείας αναθέσεως βάσει του εθνικού δικαίου ή αδιαφανείς διαδικασίες με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως και πόσο μεγάλη είναι η εκτιμώμενη αξία της συμβάσεως σε περίπτωση που τελικώς διεξήχθη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως ή πόσες αυτοτελώς προσβαλλόμενες αποφάσεις έχουν ήδη εκδοθεί; |
(1) Οδηγία 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1989 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων (ΕΕ 1989, L 395, σ. 33).
(2) Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ 2014, L 94, σ. 1).
(3) Κανονισμός (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2012, L 351, σ. 1).
(4) Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EE 2012, C 326, σ. 391).
(5) Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ 2014, L 94, σ. 65).
(6) Απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2018, Autorità Garante della Concorrenza e del Mercato — Antitrust και Coopservice, EU:C:2018:1034.