EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62021CC0375

Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott της 22ας Σεπτεμβρίου 2022.
Sdruzhenie «Za Zemyata – dostap do pravosadie» κ.λπ. κατά Izpalnitelen director na Izpalnitelna agentsia po okolna sreda και «TETS Maritsa iztok 2» EAD.
Αίτηση του Varhoven administrativen sad για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Περιβάλλον – Ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα – Οδηγία 2008/50/ΕΚ – Άρθρα 13 και 23 – Οριακές τιμές για την προστασία της υγείας του ανθρώπου – Υπέρβαση – Σχέδιο για την ποιότητα του αέρα – Οδηγία 2010/75/ΕΕ – Ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρυπάνσεως – Επικαιροποίηση άδειας λειτουργίας θερμοηλεκτρικού σταθμού – Οριακές τιμές εκπομπής – Άρθρο 15, παράγραφος 4 – Αίτημα χορηγήσεως παρεκκλίσεως ορίζουσας λιγότερο αυστηρές οριακές τιμές εκπομπής – Σημαντική ρύπανση – Άρθρο 18 – Συμμόρφωση προς τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος – Υποχρεώσεις της αρμόδιας αρχής.
Υπόθεση C-375/21.

Court reports – general

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2022:713

 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

JULIANE KOKOTT

της 22ας Σεπτεμβρίου 2022 ( 1 )

Υπόθεση C‑375/21

Sdruzhenie «Za Zemiata – dostap do pravosadie» κ.λπ.

[αίτηση του Varhoven administrativen sad (Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου, Βουλγαρία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 2010/75/ΕΕ – Βιομηχανικές εκπομπές – Ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης – Θέσπιση λιγότερο αυστηρών οριακών τιμών εκπομπής – Τήρηση των ποιοτικών προτύπων περιβάλλοντος – Υποχρεώσεις της αρμόδιας αρχής – Οδηγία 2008/50/ΕΚ – Ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα – Οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα προς τον σκοπό προστασίας της ανθρώπινης υγείας – Υπέρβαση – Σχέδιο για την ποιότητα του αέρα»

I. Εισαγωγή

1.

Η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά τη σχέση μεταξύ δύο διαφορετικών ειδών οριακών τιμών και των οδηγιών από τις οποίες αυτές απορρέουν. Κατά την οδηγία περί βιομηχανικών εκπομπών ( 2 ), για τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις καθορίζονται οριακές τιμές εκπομπών. Επιπλέον, στην οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα ( 3 ) προβλέπονται οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα. Με αμφότερες τις ρυθμίσεις επιδιώκεται να εξασφαλιστεί ένα υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στον τομέα της ποιότητας του αέρα, μολονότι αυτές λειτουργούν σε διαφορετικά επίπεδα. Οι οριακές τιμές εκπομπών που προβλέπονται στην οδηγία περί βιομηχανικών εκπομπών μετρώνται απευθείας στην πηγή των ατμοσφαιρικών ρύπων –στην καπνοδόχο, κατά κάποιον τρόπο. Αντιθέτως, οι οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα που προβλέπονται στην οδηγία σε σχέση με την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα συνδέονται με το σύνολο των επιπτώσεων που επιφέρει κάθε είδους πηγή ατμοσφαιρικών ρύπων στον ατμοσφαιρικό αέρα, ήτοι στον αέρα που αναπνέουν οι άνθρωποι. Επομένως, είναι σαφές ότι επιβάλλεται η εναρμονισμένη εφαρμογή των δύο αυτών νομικών πράξεων.

2.

Αφετηρία για την υπό κρίση υπόθεση αποτέλεσε η αναπροσαρμογή της υφιστάμενης άδειας λιγνιτικής μονάδας βάσει της οδηγίας για τις βιομηχανικές εκπομπές. Δεδομένου ότι η τήρηση των οριακών τιμών που πρέπει να εφαρμόζονται για την έκλυση διοξειδίου του θείου σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία συνεπάγεται δυσανάλογα υψηλό κόστος, θεσπίστηκαν λιγότερο αυστηρές τιμές εκπομπών, κάτι που, κατά κανόνα, επιτρέπεται βάσει διατάξεως της οδηγίας που εισάγει παρέκκλιση.

3.

Ωστόσο, στη ζώνη που επηρεάζεται από τη μονάδα παραγωγής ενέργειας υπάρχει υπέρβαση των οριακών τιμών διοξειδίου του θείου, οι οποίες προβλέπονται στην οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, το δε σχέδιο για την ποιότητα του αέρα που εκπονήθηκε για τον λόγο αυτόν με σκοπό την τήρηση των οριακών τιμών προβλέπει αυστηρότερες απαιτήσεις για τις εκπομπές της μονάδας παραγωγής ενέργειας, οι οποίες δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την αναπροσαρμογή της άδειας.

4.

Συνεπώς, πρέπει να αποσαφηνιστεί ειδικότερα κατά πόσον μπορεί να επιτρέπεται παρέκκλιση από τις οριακές τιμές εκπομπών που κανονικά πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με την οδηγία περί βιομηχανικών εκπομπών, παρά το γεγονός ότι παραβιάζονται οι οριακές τιμές για τον επίμαχο ρύπο που προβλέπονται στην οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα προβλέπουν αυστηρότερες απαιτήσεις. Επιπλέον, τα προδικαστικά ερωτήματα αφορούν το αν σε μια τέτοια περίπτωση θα έπρεπε ενδεχομένως να καθορίζονται ακόμη και αυστηρότερες απαιτήσεις σε σχέση με τις οριακές τιμές που πρέπει να εφαρμόζονται κανονικά βάσει της οδηγίας για τις βιομηχανικές εκπομπές. Ως προς αμφότερα τα σημεία θα καταδειχθεί ότι το σχέδιο για την ποιότητα του αέρα αποτελεί, σύμφωνα με την οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, το κατάλληλο μέσο για την εναρμόνιση της εφαρμογής των δύο οδηγιών.

II. Το νομικό πλαίσιο

Α.   Η οδηγία περί βιομηχανικών εκπομπών

5.

Η αιτιολογική σκέψη 16 της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών προβλέπει αναλυτικά τη δυνατότητα καθορισμού λιγότερο αυστηρών οριακών τιμών εκπομπών:

«Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη ορισμένες ειδικές περιστάσεις, όταν η εφαρμογή των επιπέδων εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές θα οδηγούσε σε δυσανάλογα υψηλό κόστος σε σχέση με τα περιβαλλοντικά οφέλη, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να μπορούν να καθορίζουν οριακές τιμές εκπομπών οι οποίες παρεκκλίνουν από τα επίπεδα αυτά. Οι εν λόγω παρεκκλίσεις θα πρέπει να στηρίζονται σε εκτίμηση η οποία λαμβάνει υπόψη σαφώς καθορισμένα κριτήρια. Οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να υπερβαίνονται. Εν πάση περιπτώσει, δεν θα πρέπει να προκαλείται σημαντική ρύπανση και θα πρέπει να εξασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.»

6.

Το άρθρο 3 της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών περιλαμβάνει ορισμούς διαφόρων εννοιών:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

[…]

2.

“ρύπανση”: η άμεση ή έμμεση εισαγωγή στην ατμόσφαιρα, τα ύδατα ή το έδαφος, ως αποτέλεσμα ανθρώπινης δραστηριότητας, ουσιών, κραδασμών, θερμότητας ή θορύβου που ενδέχεται να βλάψουν την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, να υποβαθμίσουν υλικά αγαθά, να παραβλάψουν ή να εμποδίσουν την ψυχαγωγική λειτουργία καθώς και τις άλλες νόμιμες χρήσεις του περιβάλλοντος,

[…]

6.

“ποιοτικό πρότυπο περιβάλλοντος”: δέσμη απαιτήσεων που πρέπει να πληρούνται σε συγκεκριμένο χρόνο από ένα συγκεκριμένο περιβάλλον ή ένα επιμέρους τμήμα του, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης,

[…]».

7.

Το άρθρο 13 της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών προβλέπει ότι η Επιτροπή, σε συνεργασία με αντιπροσώπους των κρατών μελών, τους σχετικούς βιομηχανικούς κλάδους και τις μη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος, παρουσιάζει τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (ΒΔΤ) στα έγγραφα αναφοράς ΒΔΤ και τα συμπεράσματα ΒΔΤ και επικαιροποιεί τακτικά τα εν λόγω έγγραφα. Η επίμαχη, εν προκειμένω, εγκατάσταση, ήτοι η λιγνιτική μονάδα, εμπίπτει στην εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2017/1442 για τον καθορισμό των συμπερασμάτων για τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές ( 4 ).

8.

Οι βασικές απαιτήσεις για την άδεια προβλέπονται στο άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών:

«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η άδεια περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα τήρησης των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 11 και 18.

[…]»

9.

Κατά το άρθρο 14 και το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών, στην άδεια μιας εγκαταστάσεως πρέπει να καθορίζονται οριακές τιμές εκπομπών ειδικότερα για το διοξείδιο του θείου.

10.

Οι κρίσιμες στην προκειμένη περίπτωση διατάξεις για τον καθορισμό των οριακών τιμών εκπομπών περιλαμβάνονται στο άρθρο 15, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών:

«3.   Η αρμόδια αρχή καθορίζει οριακές τιμές εκπομπών που διασφαλίζουν ότι οι εκπομπές υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, που αναφέρονται στις αποφάσεις για τα συμπεράσματα ΒΔΤ περί των οποίων το άρθρο 13, παράγραφος 5, μέσω:

α)

του καθορισμού οριακών τιμών εκπομπών οι οποίες δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις διαθέσιμες βέλτιστες τεχνικές. Οι εν λόγω οριακές τιμές εκπομπών εκφράζονται για το ίδιο ή βραχύτερο χρονικό διάστημα και υπό τις ίδιες συνθήκες αναφοράς με τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, ή

β)

του καθορισμού οριακών τιμών εκπομπών διαφορετικών από εκείνες του στοιχείου α), όσον αφορά τις τιμές, τις χρονικές περιόδους και τις συνθήκες αναφοράς.

Όταν εφαρμόζεται το στοιχείο β), η αρμόδια αρχή αξιολογεί τουλάχιστον ετησίως τα αποτελέσματα της παρακολούθησης των εκπομπών προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι εκπομπές υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας δεν έχουν τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις διαθέσιμες βέλτιστες τεχνικές.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3 και με την επιφύλαξη του άρθρου 18, η αρμόδια αρχή μπορεί σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, να θεσπίσει λιγότερο αυστηρές οριακές τιμές εκπομπής. Η παρέκκλιση αυτή μπορεί να ισχύσει μόνον όταν η αξιολόγηση δείχνει ότι η επίτευξη επιπέδων εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές όπως αυτές περιγράφονται στα συμπεράσματα ΒΔΤ θα οδηγούσε σε δυσανάλογα υψηλό κόστος σε σύγκριση με τα περιβαλλοντικά οφέλη λόγω:

α)

της γεωγραφικής θέσης ή των τοπικών περιβαλλοντικών συνθηκών της σχετικής εγκατάστασης· ή

β)

των τεχνικών χαρακτηριστικών της σχετικής εγκατάστασης.

Η αρμόδια αρχή τεκμηριώνει σε παράρτημα που επισυνάπτεται στους όρους αδειοδότησης την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου, συμπεριλαμβανομένου του αποτελέσματος της αξιολόγησης, και τους όρους που επιβάλλονται.

Ωστόσο, οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο δεν υπερβαίνουν τις ελάχιστες οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στα Παραρτήματα της παρούσας οδηγίας, όπου ισχύουν.

Η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει σε κάθε περίπτωση ότι δεν προκαλείται σημαντική ρύπανση και ότι επιτυγχάνεται υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.

[…]»

11.

Το άρθρο 18 της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών προβλέπει πρόσθετους όρους όσον αφορά την τήρηση των ποιοτικών προτύπων περιβάλλοντος:

«Στις περιπτώσεις που ένα ποιοτικό πρότυπο περιβάλλοντος επιβάλλει όρους αυστηρότερους από εκείνους που είναι δυνατόν να επιτευχθούν με τη χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, η άδεια περιλαμβάνει πρόσθετους όρους, με την επιφύλαξη άλλων μέτρων που είναι δυνατόν να ληφθούν για την τήρηση των ποιοτικών προτύπων περιβάλλοντος.»

Β.   Η οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα

12.

Οι δύο πρώτες αιτιολογικές σκέψεις της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα περιγράφουν τους οριζόντιους σκοπούς της ως εξής:

(1)

Το έκτο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον […] αναγνωρίζει την ανάγκη να μειωθεί η ρύπανση σε επίπεδα τα οποία να ελαχιστοποιήσουν τις αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου, αποδίδοντας ιδιαίτερη σημασία στους ευπαθείς πληθυσμούς και στο περιβάλλον συνολικά, να βελτιωθεί η παρακολούθηση και η εκτίμηση της ποιότητας του αέρα συμπεριλαμβανομένης της εναπόθεσης ρύπων, καθώς και η ενημέρωση του κοινού.

(2)

Για να προστατευθεί η ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον γενικότερα, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να καταπολεμηθούν οι εκπομπές ρύπων στην πηγή και να εντοπισθούν και εφαρμοσθούν τα αποτελεσματικότερα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών σε τοπικό, εθνικό και κοινοτικό επίπεδο. Γι’ αυτόν το λόγο θα πρέπει να αποφεύγονται, να προλαμβάνονται ή να μειώνονται οι εκπομπές επικίνδυνων ατμοσφαιρικών ρύπων, θέτοντας παράλληλα κατάλληλους στόχους για τον ατμοσφαιρικό αέρα που να λαμβάνουν υπόψη τα αντίστοιχα πρότυπα, τις κατευθυντήριες γραμμές και τα προγράμματα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.»

13.

Στην αιτιολογική σκέψη 18 της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα γίνεται λόγος για τη σχέση της με άλλες οδηγίες:

«[…] Θα ληφθούν επίσης πλήρως υπόψη οι στόχοι για την ποιότητα του αέρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία οσάκις εκδίδονται άδειες για βιομηχανικές δραστηριότητες σύμφωνα με την οδηγία 2008/1/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2008, σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης [ ( 5 )].»

14.

Οι αναφορές στην οδηγία 2008/1 θεωρούνται, κατά το άρθρο 81, παράγραφος 3, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών ως αναφορές στην προμνημονευθείσα οδηγία, δεδομένου ότι, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 1 αυτής, η εν λόγω οδηγία αποτελεί αναδιατύπωση, μεταξύ άλλων, και της οδηγίας 2008/1.

15.

Το άρθρο 1, σημείο 1, της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα περιλαμβάνει τους κύριους σκοπούς της:

«Τα μέτρα που θεσπίζονται με την παρούσα οδηγία έχουν ως στόχο:

1.

τον προσδιορισμό και καθορισμό των στόχων για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, ώστε να αποφεύγονται, να προλαμβάνονται ή να μειώνονται οι επιβλαβείς επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και στο σύνολο του περιβάλλοντος,

2.

[…]».

16.

Το άρθρο 2, σημείο 5, της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα ορίζει την έννοια της οριακής τιμής ως «επίπεδο καθοριζόμενο βάσει επιστημονικών γνώσεων, με σκοπό να αποφεύγονται, να προλαμβάνονται ή να μειώνονται οι επιβλαβείς επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και/ή στο σύνολο του περιβάλλοντος, το οποίο πρέπει να επιτευχθεί εντός δεδομένης προθεσμίας χωρίς εν συνεχεία υπερβάσεις».

17.

Το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα επιβάλλει την τήρηση διαφόρων οριακών τιμών για την ποιότητα του αέρα ως ακολούθως:

«Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα επίπεδα διοξειδίου του θείου, ΑΣ10, μολύβδου και μονοξειδίου του άνθρακα στον ατμοσφαιρικό αέρα να μην υπερβαίνουν στις ζώνες και τους οικισμούς τους τις οριακές τιμές του παραρτήματος XI.

Ως προς το διοξείδιο του αζώτου και το βενζόλιο, απαγορεύεται κάθε υπέρβαση των οριακών τιμών του Παραρτήματος XI μετά από τις αντίστοιχες ημερομηνίες που ορίζονται σε αυτό.

Η συμμόρφωση προς αυτές τις απαιτήσεις εκτιμάται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ.

[…]»

18.

Σύμφωνα με το παράρτημα XI, τμήμα B, όσον αφορά το διοξείδιο του θείου, δεν πρέπει να γίνεται υπέρβαση της ωριαίας οριακής τιμής των 350 μg/m3 περισσότερες από 24 φορές ανά ημερολογιακό έτος και της ημερήσιας οριακής τιμής των 125 μg/m3 περισσότερες από τρεις φορές ανά ημερολογιακό έτος. Οι εν λόγω οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα εφαρμόζονται στη Βουλγαρία δυνάμει της οδηγίας 99/30 ( 6 ) από την προσχώρηση του κράτους μέλους αυτού στην Ένωση την 1η Ιανουαρίου 2007 ( 7 ).

19.

Το άρθρο 23, παράγραφος 1, της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα προβλέπει ότι, σε περίπτωση υπερβάσεως των οριακών τιμών για την ποιότητα του αέρα σε συγκεκριμένες ζώνες ή οικισμούς, πρέπει να εκπονούνται σχέδια για την ποιότητα του αέρα προκειμένου να επιτευχθεί η τήρηση των τιμών:

«Όταν, σε συγκεκριμένες ζώνες ή οικισμούς, τα επίπεδα των ρύπων υπερβαίνουν κάθε οριακή τιμή ή τιμή στόχο, καθώς και κάθε αντίστοιχο περιθώριο ανοχής, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να εκπονούνται σχέδια για την ποιότητα του αέρα για τις εν λόγω ζώνες ή οικισμούς με σκοπό να επιτευχθούν οι αντίστοιχες οριακές τιμές ή οι τιμές στόχοι που αναφέρονται στα παραρτήματα XI και XIV.

Σε περίπτωση υπερβάσεων αυτών των οριακών τιμών, για τις οποίες έχει ήδη παρέλθει η προβλεπόμενη προθεσμία, τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα θα θεσπίζουν κατάλληλα μέτρα ώστε η περίοδος υπέρβασης να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη. […]

Τα εν λόγω σχέδια για την ποιότητα του αέρα περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο τμήμα A του παραρτήματος XV […]. Τα εν λόγω σχέδια κοινοποιούνται αμελλητί στην Επιτροπή, το αργότερο δε δύο έτη μετά το τέλος του έτους κατά το οποίο παρατηρήθηκε η πρώτη υπέρβαση.

[…]»

20.

Επίσης, το άρθρο 19 της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα προβλέπει ότι όταν παρατηρείται υπέρβαση των ορίων συναγερμού πρέπει να γίνεται ενημέρωση του κοινού. Σύμφωνα με το παράρτημα XII, τμήμα A, το όριο συναγερμού για το διοξείδιο του θείου καθορίζεται στα 500 μg/m3, μετρούμενο επί τρεις συνεχείς ώρες. Κατά το άρθρο 24, εκτός από τις προειδοποιήσεις, σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου συναγερμού για το διοξείδιο του θείου τα κράτη μέλη οφείλουν να λαμβάνουν βραχυπρόθεσμα μέτρα προστασίας.

III. Τα πραγματικά περιστατικά και η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως

21.

Ο θερμοηλεκτρικός σταθμός «Maritsa‑iztok 2» EAD είναι ο μεγαλύτερος από τους τέσσερις σταθμούς που ανήκουν στο ενεργειακό συγκρότημα «Maritsa‑iztok» στην επικράτεια της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 1602 MW. Ο θερμοηλεκτρικός σταθμός κατασκευάστηκε στην περιοχή του δήμου Radnevo, απέχει περίπου 24,5 χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή από την πόλη Galabovo και αποτελείται από οκτώ μονάδες με ενσωματωμένες εγκαταστάσεις αποθειώσεως.

22.

Η μονάδα καύσεως του θερμοηλεκτρικού σταθμού «Maritsa‑iztok 2» EAD χρησιμοποιεί τοπικό λιγνίτη ο οποίος χαρακτηρίζεται από μεγάλη περιεκτικότητα σε θείο, τέφρα και έχει χαμηλή θερμογόνο δύναμη. Οι λέβητες θερμάνσεως της μονάδας παραγωγής ενέργειας έχουν σχεδιαστεί μόνο για την καύση του τοπικού λιγνίτη και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει καύση άλλου τύπου καυσίμων. Οι τεχνικοί περιορισμοί των μονάδων έγκεινται κυρίως στο γεγονός ότι η μεταλλική διάταξη των δεξαμενών είναι αδύνατον να αντέξει τις γραμμικές θερμικές διαστολές που θα προκαλούνταν λόγω χρήσεως καυσίμου υψηλότερης θερμογόνου αξίας και χαμηλότερης περιεκτικότητας σε θείο και τέφρα, ήτοι λόγω της χρήσεως άλλου τύπου άνθρακα.

23.

Η μονάδα παραγωγής ενέργειας θεωρείται μία από τις κύριες πηγές βιομηχανικής ρύπανσης στην περιοχή του δήμου Galabovo. Στη μονάδα καταγράφονται τακτικά υπερβάσεις των οριακών τιμών διοξειδίου του θείου στις ωριαίες και ημερήσιες μέσες τιμές, και μάλιστα πάνω από το όριο συναγερμού των 500 μg/m3.

24.

Ως εκ τούτου, και το Δικαστήριο έχει κρίνει προσφάτως ότι από το 2007 στη ζώνη BG0006 (στη νοτιοανατολική Βουλγαρία), όπου βρίσκονται ο δήμος Galabovo και η μονάδα παραγωγής ενέργειας «Maritsa‑iztok 2» ( 8 ), η Βουλγαρία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 13 και 23 της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, λόγω υπερβάσεως των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα που καθορίζονται για το διοξείδιο του θείου και λόγω ανεπάρκειας των σχεδίων για την ποιότητα του αέρα ( 9 ).

25.

Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 23 της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, στις 30 Νοεμβρίου 2018 το δημοτικό συμβούλιο του Galabovo ενέκρινε πρόγραμμα για την περίοδο 2019‑2023, με σκοπό τη μείωση των επιπέδων των ρύπων και την επίτευξη των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα για το διοξείδιο του θείου. ( 10 ) Στο εν λόγω πρόγραμμα, ως κύριες πηγές ρύπανσης με διοξείδιο του θείου αναφέρονταν οι τέσσερις θερμοηλεκτρικοί σταθμοί της περιφέρειας, μεταξύ των οποίων και ο σταθμός «Maritsa‑iztok 2», καθώς και η θέρμανση κατοικιών.

26.

Το πρόγραμμα προβλέπει, μεταξύ άλλων, το εξής μέτρο για τη μείωση της ρύπανσης με διοξείδιο του θείου: «Υλοποίηση έργων για την αναδιαμόρφωση των εγκαταστάσεων αποθειώσεως και την επίτευξη ελάχιστου ποσοστού αποθειώσεως 98 % και απαγόρευση λειτουργίας μονάδων λέβητα χωρίς εν λειτουργία εγκαταστάσεις αποθειώσεως» ( 11 ).

27.

Με απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2018, ο εκτελεστικός διευθυντής του Εκτελεστικού Οργανισμού Περιβάλλοντος (στο εξής: IAOS) αναπροσάρμοσε την ολοκληρωμένη άδεια που είχε χορηγηθεί στον θερμοηλεκτρικό σταθμό «Maritsa‑iztok 2». Η απόφαση εκδόθηκε βάσει των εθνικών διατάξεων για τη μεταφορά της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών στην εσωτερική έννομη τάξη της Βουλγαρίας, σε συνδυασμό με την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2017/1442.

28.

Με την εν λόγω απόφαση, ο εκτελεστικός διευθυντής θέσπισε, μεταξύ άλλων, ελάχιστο ποσοστό αποθειώσεως 97 % για τις εγκαταστάσεις αποθειώσεως 1/2, 3/4, 7 και 8, το οποίο αντιστοιχεί σε εκπομπές SOX 570 mg/Nm3, και ελάχιστο ποσοστό αποθειώσεως 97,5 % για τις εγκαταστάσεις αποθειώσεως 5/6. Όμως, προκειμένου να επιτευχθεί η οριακή τιμή εκπομπών των 320 mg/Nm3 που προβλέπεται κανονικά για το SOX, έπρεπε να εφαρμοστεί ποσοστό αποθειώσεως 98,32 %.

29.

Κατά της εν λόγω αποφάσεως ο σύλλογος Za zemiata – dostap do pravosadie άσκησε προσφυγή ενώπιον του Administrativen sad – Stara Zagora (διοικητικού δικαστηρίου Stara Zagora, Βουλγαρία), η οποία απορρίφθηκε με απόφαση της 28ης Αυγούστου 2020. Ειδικότερα, το διοικητικό δικαστήριο απέρριψε το αίτημα για εξέταση και αξιολόγηση της σημασίας του προγράμματος για την ποιότητα του αέρα στον δήμο Galabovo.

30.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο διαπίστωσε, μεταξύ άλλων, ότι η επίτευξη ποσοστού αποθειώσεως 98,32 % συνεπάγεται κόστος που ανέρχεται σε 312200000 βουλγαρικά λεβ (BGN) (περίπου 156000000 ευρώ). Αντιθέτως, το κόστος επίτευξης ποσοστού αποθειώσεως 97 % για δωδεκαετή περίοδο λειτουργίας ανέρχεται σε 40000000 BGN (περίπου 20000000 ευρώ).

31.

Ο Sdruzhenie «Za Zemiata – dostap do pravosadie» (σύλλογος «Για τη Γη – Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη»), Σόφια (Βουλγαρία), η «The Green Tank (μη κερδοσκοπική ένωση πολιτών, Ελλάδα) και η NS (Ελλάδα) άσκησαν αναίρεση κατά της ως άνω αναφερόμενης αποφάσεως.

32.

Σε αυτό το πλαίσιο, το Varhoven administrativen sad (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, Βουλγαρία) υποβάλλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα ερωτήματα:

1)

Έχει το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 18 της οδηγίας [περί βιομηχανικών εκπομπών] και τα άρθρα 13 και 23 της οδηγίας [για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα], την έννοια ότι, στο πλαίσιο εξετάσεως αιτήσεως για χορήγηση παρεκκλίσεων από τις οριακές τιμές εκπομπής βάσει του άρθρου 15, παράγραφος 4, της οδηγίας [περί βιομηχανικών εκπομπών], η αρμόδια αρχή οφείλει να αξιολογήσει κατά πόσον η έγκριση της παρεκκλίσεως, λαμβανομένων υπόψη όλων των συναφών επιστημονικών δεδομένων που αφορούν τη μόλυνση του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που λαμβάνονται στο πλαίσιο του οικείου προγράμματος για την ποιότητα του αέρα σε ζώνη ή οικισμό κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 23 [της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα], μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την τήρηση των ποιοτικών προτύπων περιβάλλοντος;

2)

Έχει το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 18 της οδηγίας [περί βιομηχανικών εκπομπών] και τα άρθρα 13 και 23 της οδηγίας [για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα], την έννοια ότι, στο πλαίσιο εξετάσεως αιτήσεως για χορήγηση παρεκκλίσεων από τις οριακές τιμές εκπομπής βάσει του άρθρου 15, παράγραφος 4, της οδηγίας [περί βιομηχανικών εκπομπών], η αρμόδια αρχή δεν πρέπει να θεσπίζει λιγότερο αυστηρές οριακές τιμές εκπομπής ρυπογόνων ουσιών από ορισμένη εγκατάσταση, οσάκις η εν λόγω παρέκκλιση έρχεται σε αντίθεση με τα μέτρα που καθορίστηκαν στο οικείο πρόγραμμα για την ποιότητα του αέρα, το οποίο έχει εκδοθεί σε ζώνη ή οικισμό βάσει του άρθρου 23 της οδηγίας [για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα], η δε επίτευξη του σκοπού κατά τον οποίο η περίοδος μη τηρήσεως των προτύπων για την ποιότητα του αέρα πρέπει να είναι η συντομότερη δυνατή θα μπορούσε να τεθεί σε κίνδυνο;

3)

Έχει το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ σε συνδυασμό με το άρθρο 18 της οδηγίας [περί βιομηχανικών εκπομπών] και το άρθρο 13 της οδηγίας [για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα] την έννοια ότι, στο πλαίσιο εξετάσεως αιτήσεως για χορήγηση παρεκκλίσεων από τις οριακές τιμές εκπομπής βάσει του άρθρου 15, παράγραφος 4, της οδηγίας [περί βιομηχανικών εκπομπών], η αρμόδια αρχή οφείλει να αξιολογήσει κατά πόσον η θέσπιση λιγότερο αυστηρών ορίων εκπομπής ρυπογόνων ουσιών από ορισμένη εγκατάσταση, λαμβανομένων υπόψη όλων των συναφών επιστημονικών δεδομένων που αφορούν τη μόλυνση του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένων των σωρευτικών επιπτώσεων με άλλες πηγές της επίμαχης ρυπογόνου ουσίας, θα μπορούσε να συμβάλλει στην υπέρβαση των οικείων, βάσει του άρθρου 13 της οδηγίας [για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα], προτύπων για την ποιότητα του αέρα που έχουν θεσπιστεί σε ζώνη ή οικισμό και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, κατά πόσον οφείλει η αρμόδια αρχή να μην προβαίνει σε χορήγηση παρεκκλίσεων που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την επίτευξη των ποιοτικών προτύπων περιβάλλοντος;

33.

Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν ο αναιρεσείων σύλλογος Sdruzhenie «Za Zemiata – dostap do pravosadie» (σύλλογος «Για τη Γη – Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη»), ο φορέας εκμετάλλευσης της μονάδας παραγωγής ενέργειας, TETS «Maritsa iztok 2» EAD, η Δημοκρατία της Βουλγαρίας, η Ιταλική Δημοκρατία και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Δεν έλαβε χώρα επ’ ακροατηρίου συζήτηση, διότι το Δικαστήριο έκρινε ότι είχε διαφωτισθεί επαρκώς.

IV. Νομική εκτίμηση

34.

Με την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως επιδιώκεται να αποσαφηνιστεί η σχέση μεταξύ των διατάξεων περί αδειοδοτήσεως βιομηχανικών εγκαταστάσεων της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών και των απαιτήσεων ως προς την ποιότητα του αέρα που προβλέπονται στην οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα.

35.

Στο άρθρο 13 και στο παράρτημα XI της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα καθορίζονται οριακές τιμές για ορισμένους ρύπους στον ατμοσφαιρικό αέρα (οριακές τιμές ποιότητας του αέρα). Αντικείμενό τους αποτελεί η ποσότητα ρύπων που διαχέονται στον ατμοσφαιρικό αέρα και για τον λόγο αυτόν η συγκέντρωση των εν λόγω ρύπων μετράται σε σημεία δειγματοληψίας που βρίσκονται σε συγκεκριμένες τοποθεσίες, αντιπροσωπευτικές του ρυπαντικού φορτίου ( 12 ).

36.

Στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως γίνεται πράγματι αναφορά και στον υδράργυρο, ο οποίος περιλαμβάνεται, ως ατμοσφαιρικός ρύπος, στην οδηγία 2004/107/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, σχετικά με το αρσενικό, το κάδμιο, τον υδράργυρο, το νικέλιο και τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες στον ατμοσφαιρικό αέρα ( 13 ), πλην όμως μέχρι στιγμής η Ένωση δεν έχει καθορίσει χωριστή οριακή τιμή ποιότητας του αέρα για τη συγκέντρωση της εν λόγω ουσίας στον ατμοσφαιρικό αέρα. Συνεπώς, οι εκπομπές υδραργύρου που προέρχονται από την επίμαχη μονάδα παραγωγής ενέργειας είναι αλυσιτελείς για την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως.

37.

Αντιθέτως, στο άρθρο 13 και στο παράρτημα XI της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα ο νομοθέτης της Ένωσης έχει καθορίσει οριακές τιμές ποιότητας του αέρα για το διοξείδιο του θείου, σύμφωνα δε με την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, έχει γίνει υπέρβαση των εν λόγω τιμών στη ζώνη επιρροής της μονάδας παραγωγής ενέργειας «Maritsa‑iztok 2», δηλαδή στην περιοχή που δέχεται τις εκπομπές της μονάδας, και ειδικότερα στον δήμο Galabovo. Στην ίδια κρίση κατέληξε προσφάτως και το Δικαστήριο ( 14 ). Κατά τα φαινόμενα, πρόκειται για τη μοναδική περιοχή εντός της Ένωσης, στην οποία υπάρχει υπέρβαση των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα που προβλέπονται για το διοξείδιο του θείου ( 15 ).

38.

Συνεπώς, ο δήμος Galabovo εκπόνησε ένα σχέδιο για την ποιότητα του αέρα το οποίο, μεταξύ άλλων, προβλέπει ότι η μονάδα παραγωγής ενέργειας «Maritsa‑iztok 2» πρέπει να επιτυγχάνει ποσοστό αποθειώσεως 98 %.

39.

Ο καθορισμός των συγκεκριμένων οριακών τιμών εκπομπών για εγκαταστάσεις όπως η ως άνω αναφερόμενη μονάδα παραγωγής ενέργειας ερείδεται στην οδηγία περί βιομηχανικών εκπομπών και ειδικότερα στο άρθρο 15 αυτής. Οι οριακές τιμές εκπομπών διαφέρουν από τη φύση τους από τις οριακές τιμές ποιότητας του αέρα. Αναφέρονται στην ποσότητα ρυπογόνων ουσιών που εκλύεται από τις εγκαταστάσεις για ορισμένη περίοδο και μετρώνται στο σημείο έκλυσης ή εκπομπής. Κατόπιν, οι εκλυόμενοι ρύποι διαχέονται στην ατμόσφαιρα και εμφανίζονται στα στοιχεία μετρήσεων των σημείων δειγματοληψίας κατά τα προβλεπόμενα στην οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα.

40.

Κατά το άρθρο 15, παράγραφος 3, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών, οι οριακές τιμές εκπομπών που εκλύονται από τις εγκαταστάσεις υπό κανονικές συνθήκες κατά κανόνα συμμορφώνονται με τις διαθέσιμες βέλτιστες τεχνικές. Εντούτοις, αν η επίτευξη των εν λόγω οριακών τιμών συνεπάγεται δυσανάλογα υψηλό κόστος, το άρθρο 15, παράγραφος 4, επιτρέπει τη θέσπιση λιγότερο αυστηρών οριακών τιμών.

41.

Σύμφωνα με την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, η αρμόδια αρχή βασίστηκε στην τελευταία αυτή παρέκκλιση για τη θέσπιση των οριακών τιμών εκπομπών διοξειδίου του θείου στην επίμαχη άδεια της μονάδας παραγωγής ενέργειας «Maritsa‑iztok 2». Ως εκ τούτου, για ορισμένες εγκαταστάσεις αποθειώσεως της μονάδας παραγωγής ενέργειας θέσπισε ελάχιστο ποσοστό αποθειώσεως 97 % και για άλλες εγκαταστάσεις ελάχιστο ποσοστό αποθειώσεως 97,5 % Η αύξηση του ποσοστού αποθειώσεως στο 98 %, κατά τα προβλεπόμενα στο σχέδιο για την ποιότητα του αέρα, θα μείωνε τις εκπομπές διοξειδίου του θείου κατά ένα τρίτο και ένα πέμπτο αντίστοιχα. Μάλιστα, κατά την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, προκειμένου να επιτευχθεί η οριακή τιμή εκπομπών σύμφωνα με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές απαιτείται πιο υψηλό ποσοστό αποθειώσεως, ήτοι 98,32 %.

42.

Ανεξαρτήτως του αν χορηγείται παρέκκλιση κατά το άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών, το άρθρο 18 της ίδιας οδηγίας επιβάλλει να καθορίζονται πρόσθετοι όροι, επιπλέον εκείνων που είναι δυνατόν να επιτευχθούν με τη χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, οσάκις οι αυστηρότεροι όροι είναι απαραίτητοι για την τήρηση του ποιοτικού προτύπου περιβάλλοντος.

43.

Στο πλαίσιο αυτό, με τα τρία προδικαστικά ερωτήματα το Varhoven administrativen sad (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο) ζητεί να διευκρινιστεί αν η εφαρμογή της παρεκκλίσεως που εισάγει το άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών αποκλείεται σε σχέση με την επίμαχη άδεια και μόνον λόγω υπερβάσεως των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα που καθορίζονται για το διοξείδιο του θείου βάσει της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα (πρώτο και τρίτο προδικαστικό ερώτημα) ή, τουλάχιστον, βάσει του σχεδίου για την ποιότητα του αέρα (δεύτερο προδικαστικό ερώτημα).

44.

Ωστόσο, φρονώ ότι είναι αλυσιτελές να εξετάσω τα προδικαστικά ερωτήματα με τη σειρά που υποβλήθηκαν. Αντιθέτως, στη συνέχεια θα εξετάσω καταρχάς, υπό το φως των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα, τις προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν σε περίπτωση παρεκκλίσεως κατά το άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών (συναφώς υπό Α) και στη συνέχεια θα αναφερθώ συμπληρωματικά στις απαιτήσεις που απορρέουν από το άρθρο 18 της οδηγίας αυτής (συναφώς υπό Β).

Α.   Άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών

1. Ο μηχανισμός του άρθρου 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών

45.

Το άρθρο 15, παράγραφος 3, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών ορίζει ότι για τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις πρέπει να καθορίζονται οριακές τιμές εκπομπών που διασφαλίζουν ότι οι εκπομπές δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, όπως αυτές καθορίζονται στις αποφάσεις για τα συμπεράσματα ΒΔΤ.

46.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 15, παράγραφος 3, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών, το άρθρο 15, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, πρώτη περίοδος, επιτρέπει στην αρμόδια αρχή να θεσπίζει λιγότερο αυστηρές οριακές τιμές εκπομπής σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Η ευχέρεια αυτή της αρμόδιας αρχής ασκείται με την επιφύλαξη του άρθρου 18, το οποίο θα εξεταστεί στη συνέχεια ( 16 ).

47.

Το άρθρο 15, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών αποσαφηνίζει ότι η παρέκκλιση κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου μπορεί να ισχύσει μόνον όταν η αξιολόγηση δείχνει ότι, για συγκεκριμένους λόγους, η επίτευξη επιπέδων εκπομπών που συνδέονται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές θα οδηγούσε σε δυσανάλογα υψηλό κόστος σε σύγκριση με τα περιβαλλοντικά οφέλη. Οι λόγοι πρέπει να σχετίζονται με τη γεωγραφική θέση ή τις τοπικές περιβαλλοντικές συνθήκες της σχετικής εγκαταστάσεως ή με τα τεχνικά χαρακτηριστικά της.

48.

Συνεπώς, η χορήγηση παρεκκλίσεως προϋποθέτει προηγούμενη στάθμιση.

49.

Το άρθρο 15, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών περιορίζει τη δυνατότητα θεσπίσεως υψηλότερων οριακών τιμών εκπομπών, καθόσον προβλέπει ότι, εν πάση περιπτώσει, πρέπει να τηρούνται οι αντίστοιχες οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στα παραρτήματα της οδηγίας αυτής.

50.

Από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι, όσον αφορά την κύρια υπόθεση, δεν εγείρονται ζητήματα από την εφαρμογή των προϋποθέσεων αυτών.

2. Άρθρο 15, παράγραφος 4, τέταρτο εδάφιο, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών – καμία σημαντική ρύπανση στο περιβάλλον

51.

Ωστόσο, το άρθρο 15, παράγραφος 4, τέταρτο εδάφιο, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών προβλέπει και μία πρόσθετη προϋπόθεση που, στο πλαίσιο της κύριας υποθέσεως, θα μπορούσε να συνιστά εμπόδιο για την παρέκκλιση. Σύμφωνα με την εν λόγω προϋπόθεση, η αρμόδια αρχή οφείλει σε κάθε περίπτωση να διασφαλίζει ότι δεν προκαλείται σημαντική ρύπανση και ότι επιτυγχάνεται υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του. Επίσης, στην τελευταία περίοδο της αιτιολογικής σκέψης 16 επισημαίνεται συναφώς ότι, εν πάση περιπτώσει, δεν θα πρέπει να προκαλείται σημαντική ( 17 ) ρύπανση, ενώ θα πρέπει να εξασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.

52.

Επομένως, η παρέκκλιση του άρθρου 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών δεν προβλέπεται για όλες τις περιπτώσεις στις οποίες η τήρηση των γενικών οριακών τιμών εκπομπών συνδέεται με ιδιαιτέρως υψηλό κόστος. Αντιθέτως, η εν λόγω παρέκκλιση μπορεί να τύχει εφαρμογής μόνον εφόσον οι λιγότερο αυστηρές οριακές τιμές εκπομπών δεν προκαλούν σημαντική ρύπανση και, παρά την παρέκκλιση, επιτυγχάνεται υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.

53.

Το άρθρο 3, σημείο 2, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών ορίζει ως «ρύπανση» την άμεση ή έμμεση εισαγωγή στην ατμόσφαιρα, τα ύδατα ή το έδαφος, ως αποτέλεσμα ανθρώπινης δραστηριότητας, ουσιών, κραδασμών, θερμότητας ή θορύβου που ενδέχεται να βλάψουν την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, να υποβαθμίσουν υλικά αγαθά, να παραβλάψουν ή να εμποδίσουν την ψυχαγωγική λειτουργία καθώς και τις άλλες νόμιμες χρήσεις του περιβάλλοντος.

54.

Κατά τον ανωτέρω ορισμό, οποιαδήποτε έκλυση διοξειδίου του θείου στην ατμόσφαιρα συνιστά ρύπανση. Τούτο διότι, όπως προκύπτει από τον τίτλο του παραρτήματος ΧΙ της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, ο νομοθέτης της Ένωσης καθόρισε τις οριακές τιμές ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα για το διοξείδιο του θείου προς τον σκοπό προστασίας της υγείας του ανθρώπου. Συνεπώς, καταδεικνύεται ότι η έκλυση διοξειδίου του θείου ενδέχεται να βλάψει την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον ( 18 ).

55.

Εντούτοις, η οδηγία περί βιομηχανικών εκπομπών δεν ορίζει πότε η ρύπανση πρέπει να θεωρείται σημαντική. Ομοίως, δεν υπάρχει σαφής ερμηνεία της έννοιας «υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του». Ωστόσο, στο πλαίσιο της παρούσας υποθέσεως παρέλκει η πλήρης αποσαφήνιση των εννοιών αυτών.

56.

Τούτο διότι, όπως προκύπτει από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως και από πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου ( 19 ), πρέπει να θεωρηθεί ότι στη ζώνη επιρροής της επίμαχης μονάδας παραγωγής ενέργειας υπάρχει υπέρβαση των οριακών τιμών ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα που καθορίζονται για το διοξείδιο του θείου. Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 18 της οδηγίας αυτής, οσάκις εκδίδονται άδειες για βιομηχανικές δραστηριότητες πρέπει να λαμβάνονται πλήρως υπόψη οι στόχοι για την ποιότητα του αέρα σύμφωνα με την οδηγία περί βιομηχανικών εκπομπών.

57.

Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, ο νομοθέτης της Ένωσης θέσπισε τις οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα προς τον σκοπό προστασίας της ανθρώπινης υγείας, η δε υποχρέωση τηρήσεώς τους ισχύει σε μόνιμη βάση στο σύνολο της επικράτειας των κρατών μελών ( 20 ), χωρίς εξαίρεση ( 21 ). Μάλιστα, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε σχέση με άλλες ρυπογόνες ουσίες, για το διοξείδιο του θείου η εν λόγω οδηγία δεν προβλέπει καν τη δυνατότητα παρατάσεως της προθεσμίας για τη συμμόρφωση με τις οριακές τιμές ποιότητας του αέρα. Ως εκ τούτου, η υπέρβαση των εν λόγω οριακών τιμών για το διοξείδιο του θείου δεν δύναται να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας ρύπανση, αντιθέτως είναι οπωσδήποτε σημαντική.

58.

Παράλληλα, με τις οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα ο νομοθέτης της Ένωσης όρισε πώς πρέπει να ερμηνεύεται η έννοια «υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος» σε συνάρτηση με το ποσοστό των σχετικών ρύπων στον ατμοσφαιρικό αέρα.

59.

Η εισάγουσα παρέκκλιση διάταξη του άρθρου 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών δεν μπορεί να δικαιολογήσει την υπέρβαση των οριακών τιμών για την ποιότητα του αέρα και, ως εκ τούτου, να αποκλείσει τον σημαντικό χαρακτήρα της ρύπανσης. Τούτο διότι, σύμφωνα με το γράμμα της εν λόγω διάταξης, επιτρέπεται παρέκκλιση μόνον από τις οριακές τιμές εκπομπών που ισχύουν συνήθως για τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις βάσει της οδηγίας αυτής. Η δε προβλεπόμενη σε αυτήν στάθμιση μεταξύ του κόστους για την τήρηση των οριακών τιμών και του οφέλους για το περιβάλλον αφορά μόνον το κόστος που προκύπτει για την εκάστοτε εγκατάσταση. Όπως θα καταδειχθεί και κατωτέρω, παρέκκλιση από τις οριακές τιμές για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα λόγω υπέρτερου συμφέροντος μπορεί να γίνει, αντιθέτως, μόνον –όλως περιορισμένως και προσωρινώς– στο πλαίσιο της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και να δικαιολογείται με την εκπόνηση σχεδίων για την ποιότητα του αέρα ( 22 ).

3. Άρθρο 15, παράγραφος 4, τέταρτο εδάφιο, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών – πρόκληση σημαντικής ρύπανσης στο περιβάλλον

60.

Από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι η εφαρμογή της επίμαχης παρεκκλίσεως δεν αποτελεί τη μοναδική αιτία υπερβάσεως των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα που καθορίζονται για το διοξείδιο του θείου. Αντιθέτως, η εν λόγω υπέρβαση οφείλεται στις εκπομπές τεσσάρων διαφορετικών μονάδων παραγωγής ενέργειας από κοινού με τις εκπομπές που προέρχονται από τη θέρμανση κατοικιών. Μάλιστα, σύμφωνα με το σχέδιο για την ποιότητα του αέρα που εκπονήθηκε από τον δήμο Galabovo, οι τελευταίες αυτές εκπομπές ευθύνονται για 10,1 % έως 79 % της μέσης ωριαίας συγκεντρώσεως διοξειδίου του θείου στις διάφορες οικιστικές περιοχές της περιφέρειας του δήμου ( 23 ).

61.

Επομένως, θα μπορούσε να αμφισβητεί κατά πόσον η σημαντική ρύπανση κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 4, τέταρτο εδάφιο, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών προκαλείται εξαιτίας της παρεκκλίσεως για μία μόνον εκ των εν λόγω πηγών ρυπογόνων ουσιών.

62.

Ωστόσο, βάσει του άρθρου 15, παράγραφος 4, τέταρτο εδάφιο, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών, η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει σε κάθε περίπτωση ότι δεν προκαλείται σημαντική ρύπανση, δηλαδή ότι, εξαιτίας της παρεκκλίσεως, δεν γίνεται υπέρβαση των οριακών τιμών για την ποιότητα του αέρα. Αν, όμως, στο πλαίσιο χορήγησης της παρεκκλίσεως δεν έχει ληφθεί υπόψη η συμβολή των εκπομπών που προέρχονται από άλλες πηγές, δεν αποκλείεται σε ορισμένες περιπτώσεις αυτές να συμβάλλουν, τουλάχιστον, στη σημαντική ρύπανση. Επίσης, είναι σχεδόν αδύνατο να επιτευχθεί η τήρηση των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα, αν κάθε πηγή ρύπανσης αξιολογείται ανεξάρτητα από τις υπόλοιπες.

63.

Ως εκ τούτου, η παρέκκλιση του άρθρου 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών προϋποθέτει ότι έχουν καθοριστεί συνολικά οι επιτρεπόμενες εκπομπές που προέρχονται από όλες τις πηγές ρύπων, διασφαλίζοντας ότι, ακόμη και σε περίπτωση χορήγησης παρεκκλίσεως για μία από τις πηγές, δεν θα υπάρξει υπέρβαση των συνολικών οριακών τιμών για την ποιότητα του αέρα.

64.

Μέσο για τον καθορισμό αυτόν αποτελεί το σχέδιο για την ποιότητα του αέρα, το οποίο πρέπει να εκπονήσουν οι αρμόδιες εθνικές υπηρεσίες σύμφωνα με το άρθρο 23 της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, ήτοι βάσει μιας άλλης οδηγίας. Σε περίπτωση υπερβάσεως των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα, τα κράτη μέλη οφείλουν δηλαδή να μεριμνούν για την εκπόνηση τέτοιου σχεδίου, το οποίο θα προβλέπει κατάλληλα μέτρα, ώστε η περίοδος υπέρβασης των οικείων οριακών τιμών να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη. Με άλλα λόγια: το σχέδιο για την ποιότητα του αέρα πρέπει να προβλέπει τα μέτρα που είναι απαραίτητα, προκειμένου να επιτευχθεί η τήρηση των οριακών τιμών για την ποιότητα του αέρα το συντομότερο δυνατόν. Κατ’ ουσίαν πρόκειται για μέτρα με τα οποία επιδιώκεται να μειωθεί η έκλυση των σχετικών ρύπων, όπως είναι, παραδείγματος χάριν, οι αυστηρότερες οριακές τιμές εκπομπών για ορισμένες πηγές.

65.

Σε αντίθεση με την άδεια που αφορά επιμέρους εγκαταστάσεις και δραστηριότητες, στο πλαίσιο των σχεδίων είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί ισορροπία μεταξύ του σκοπού τηρήσεως των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα και των διαφόρων εμπλεκομένων δημοσίων και ιδιωτικών συμφερόντων ( 24 ). Συγκεκριμένα, πρέπει όλα τα συμφέροντα που συνδέονται με την εκάστοτε πηγή να αξιολογούνται συνολικά και να σταθμίζονται τόσο μεταξύ τους όσο και βάσει του σκοπού τηρήσεως των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να εκτιμηθεί ποιες πηγές εκπομπών πρέπει να υπαχθούν σε αυστηρότερους περιορισμούς ή σε ποιον βαθμό πρέπει να καθυστερήσει η παύση υπερβάσεως των οριακών τιμών, καθώς τυχόν ταχύτερος περιορισμός των εκπομπών θα μπορούσε να οδηγήσει σε δυσανάλογη προσβολή υπέρτερων συμφερόντων. Πάντως, η οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα δεν προβλέπει κανέναν συμβιβασμό όσον αφορά τον σκοπό τηρήσεως των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα. Κάποιος βαθμός διακριτικής ευχέρειας παρέχεται μόνον όσον αφορά την περίοδο υπερβάσεως, πλην όμως και αυτή πρέπει να είναι η συντομότερη δυνατή ( 25 ) και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να παρατείνεται επ’ αόριστον ( 26 ).

66.

Η Βουλγαρία και ο φορέας εκμετάλλευσης της μονάδας παραγωγής ενέργειας αμφισβητούν ότι το σχέδιο για την ποιότητα του αέρα, το οποίο εκπονήθηκε από τον δήμο Galabovo, επιτρέπεται να προβλέπει ρυθμίσεις για τις εκπομπές της επίμαχης μονάδας παραγωγής ενέργειας, καθόσον η μονάδα αυτή βρίσκεται στην περιοχή άλλου δήμου. Ωστόσο, τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα μπορούν να διασφαλίζουν την τήρηση των οικείων οριακών τιμών μόνον εφόσον περιλαμβάνουν ρυθμίσεις για όλες τις κρίσιμες πηγές εκπομπών, ήτοι και για όσες κείνται εκτός της περιοχής που πλήττεται εξαιτίας της υπερβάσεως.

67.

Τούτο δεν σημαίνει ότι τα σχέδια αυτά πρέπει να θεσπίζονται με μία μόνον πράξη ή από μία μόνον αρχή. Στα κράτη μέλη παρέχεται η ευχέρεια να οργανώνουν τις αρμοδιότητες των αρμόδιων αρχών κατά τρόπον ώστε τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα να προκύπτουν από διαφορετικές πράξεις διαφορετικών αρχών. Εντούτοις, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι η οικεία πράξη πληροί το σύνολο των απαιτήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 23 της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο αυτό οφείλουν να μεριμνούν, ιδίως, ώστε οι διάφορες αρχές να συντονίζουν τα μέτρα που λαμβάνουν, προκειμένου να επιτύχουν τον σκοπό αυτόν από κοινού.

68.

Μόνον εάν από τις ρυθμίσεις αυτές προκύπτει ότι οι οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα τηρούνται ακόμη και όταν καθορίζονται υψηλότερες οριακές τιμές εκπομπών, μπορεί να διασφαλιστεί ότι σε καμία περίπτωση δεν προκαλείται σημαντική ρύπανση εξαιτίας της παρεκκλίσεως που προβλέπεται στο άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών. Επομένως, σε περίπτωση υπερβάσεως των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα εντός της ζώνης επιρροής της εγκαταστάσεως, η χορήγηση παρεκκλίσεως για πρόσθετες εκπομπές προϋποθέτει ότι ένα ή περισσότερα σχέδια για την ποιότητα του αέρα σύμφωνα με το άρθρο 23 της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα εξασφαλίζουν ότι η περίοδος μη τηρήσεως σε ολόκληρη τη ζώνη επιρροής θα είναι όσο το δυνατόν συντομότερη και ότι η παρέκκλιση πληροί τις απαιτήσεις των εν λόγω σχεδίων. Αν, αντιθέτως, χορηγηθεί παρέκκλιση ενώ δεν υφίστανται τέτοια σχέδια, θα υπήρχε κίνδυνος τετελεσμένου γεγονότος, το οποίο ακολούθως θα μπορούσε να δυσχεράνει ή να καταστήσει αδύνατη την όσο το δυνατόν ταχύτερη συμμόρφωση με τις οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα.

69.

Σύμφωνα με την αρχή της προλήψεως, η οποία κατά το άρθρο 191, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ είναι θεμελιώδης για την πολιτική της Ένωσης στον τομέα του περιβάλλοντος, σε κάθε περίπτωση εξασφαλίζεται ότι δεν προκαλείται σημαντική ρύπανση μόνον εφόσον αποσοβηθεί κάθε εύλογη επιστημονική αμφιβολία σε σχέση με το αποτέλεσμα αυτό ( 27 ). Ως εκ τούτου, οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στα σχέδια για την ποιότητα του αέρα πρέπει να πληρούν αυτό το κριτήριο όταν με αυτές επιδιώκεται να καταστεί δυνατή παρέκκλιση από το άρθρο 15, παράγραφος 4, τέταρτο εδάφιο, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών.

70.

Αυτό το ομολογουμένως αυστηρό μέτρο συνάδει κατά τα λοιπά με την αρχή κατά την οποία οι διατάξεις που συνιστούν εξαίρεση από τους γενικούς κανόνες πρέπει να τυγχάνουν συσταλτικής ερμηνείας ( 28 ). Περαιτέρω, δεν αποδυναμώνει ούτε τα αποτελέσματα του άρθρου 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών ( 29 ), δεδομένου ότι η εν λόγω παρέκκλιση εξακολουθεί να εφαρμόζεται εφόσον στη ζώνη που επηρεάζεται από τις επίμαχες εκπομπές δεν υπάρχει υπέρβαση των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα. Ωστόσο, το 2019 επλήγη στην Ένωση λόγω υπερβάσεως των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα για το διοξείδιο του θείου –όπως προκύπτει– μόνον το περιβάλλον της επίμαχης μονάδας παραγωγής ενέργειας.

71.

Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία του άρθρου 15, παράγραφος 4, τέταρτο εδάφιο, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών, σε τελική ανάλυση δεν έχει σημασία κατά πόσον είναι δεσμευτικές για την επίμαχη άδεια οι ρυθμίσεις του σχεδίου για την ποιότητα του αέρα που εκπονήθηκε από τον δήμο Galabovo. Τούτο διότι, λόγω της διαπιστωθείσας υπερβάσεως των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα που προβλέπονται για το διοξείδιο του θείου, με βάση τους ως άνω συλλογισμούς η εν λόγω παρέκκλιση επιτρέπεται στη ζώνη επιρροής της μονάδας παραγωγής ενέργειας μόνον εφόσον υφίσταται σχέδιο για την ποιότητα του αέρα που περιλαμβάνει ρυθμίσεις για όλες τις κρίσιμες πηγές εκπομπών.

72.

Επομένως, τυχόν ελλείψεις του σχεδίου για την ποιότητα του αέρα δεν συνεπάγονται ότι επιτρέπεται παρέκκλιση η οποία έρχεται σε αντίθεση με τις απαιτήσεις που θεσπίζει το σχέδιο αλλά, αντιθέτως, καθιστούν ανίσχυρη την προϋπόθεση που θέτει η παρέκκλιση.

73.

Περαιτέρω, για τη χορήγηση παρεκκλίσεως κατά το άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών δεν αρκεί η παρέκκλιση να συνάδει με σχέδιο για την ποιότητα του αέρα το οποίο καθορίζει τα αναγκαία μέτρα για την τήρηση των οριακών τιμών ποιότητας του αέρα σε σχέση με τμήμα της ζώνης που επηρεάζεται από την εγκατάσταση. Αντιθέτως, οι αρμόδιες υπηρεσίες πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα τηρούνται σε ολόκληρη τη ζώνη που επηρεάζεται.

74.

Ωστόσο, το σχέδιο για την ποιότητα του αέρα που εκπονήθηκε από τον δήμο Galabovo περιέχει στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι, ακόμη και μετά την επίτευξη ποσοστού αποθειώσεως 98 % εκτός της περιφέρειας του δήμου όπως απαιτούνταν από το σχέδιο, η επίμαχη μονάδα παραγωγής ενέργειας από κοινού με άλλες βιομηχανικές πηγές συμβάλλει στη σημαντική υπέρβαση των οριακών τιμών για την ποιότητα του αέρα και του ορίου συναγερμού ( 30 ). Κατά τα φαινόμενα, άλλες πηγές, όπως η θέρμανση κατοικιών, δεν έχουν εισέτι ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο αυτό.

75.

Αν αυτό είναι ακριβές, κάτι που καλούνται να εξετάσουν τα εθνικά δικαστήρια, παρέκκλιση κατά το άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών δεν θα επιτρεπόταν ακόμη και αν αυτή ήταν συμβατή με το σχέδιο για την ποιότητα του αέρα που εκπονήθηκε από τον δήμο Galabovo. Τούτο διότι, σε περίπτωση χορήγησης της παρεκκλίσεως, η αρμόδια αρχή δεν θα ήταν σε θέση να διασφαλίσει ότι δεν θα προκληθεί σημαντική ρύπανση στις περιοχές για τις οποίες το σχέδιο για την ποιότητα του αέρα θεωρεί βέβαιη την υπέρβαση των οικείων οριακών τιμών.

4. Ενδιάμεσο συμπέρασμα

76.

Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 4, τέταρτο εδάφιο, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών, η χορήγηση παρεκκλίσεως κατά το άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας αυτής για την έκλυση ατμοσφαιρικού ρύπου η οποία, στην περιοχή που επηρεάζεται από την εν λόγω εκπομπή, υπερβαίνει την οικεία οριακή τιμή που ορίζεται στο άρθρο 13 και στο παράρτημα XI της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, εξαρτάται από δύο προϋποθέσεις: Πρώτον, ένα ή περισσότερα σχέδια για την ποιότητα του αέρα σύμφωνα με το άρθρο 23 της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα πρέπει να διασφαλίζουν, χωρίς να καταλείπεται καμία εύλογη αμφιβολία από επιστημονικής απόψεως, ότι η περίοδος μη τηρήσεως σε ολόκληρη τη ζώνη επιρροής θα είναι όσο το δυνατόν συντομότερη. Δεύτερον, η παρέκκλιση πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις των εν λόγω σχεδίων για την ποιότητα του αέρα.

Β.   Άρθρο 18 της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών

77.

Πράγματι, με βάση τους συλλογισμούς που εκτίθενται ανωτέρω, φαίνεται πιθανό η κρίση επί της υποθέσεως της κύριας δίκης να μπορεί να στηριχθεί μόνο στο άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών, χωρίς προσφυγή στο άρθρο 18. Ωστόσο, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αναφέρεται ρητά και στην τελευταία αυτή διάταξη, την οποία και οι μετέχοντες στη δίκη αναλύουν ενδελεχώς. Αυτό είναι εύλογο, καθόσον η Επιτροπή εύστοχα εκθέτει ότι η εφαρμογή του άρθρου 15, παράγραφος 4, αποκλείεται κατά μείζονα λόγο όταν εφαρμόζεται το άρθρο 18. Τούτο επιρρωννύεται επίσης από το γεγονός ότι το άρθρο 15, παράγραφος 4, εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του άρθρου 18. Ως εκ τούτου, στη συνέχεια θα εξετάσω τις απαιτήσεις που θέτει το άρθρο 18.

78.

Το άρθρο 18 της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών εφαρμόζεται οσάκις το ποιοτικό πρότυπο περιβάλλοντος επιβάλλει όρους αυστηρότερους από εκείνους που είναι δυνατόν να επιτευχθούν με τη χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών. Στην περίπτωση αυτή η άδεια πρέπει να περιλαμβάνει πρόσθετους όρους, με την επιφύλαξη άλλων μέτρων που είναι δυνατόν να ληφθούν για την τήρηση των ποιοτικών προτύπων περιβάλλοντος. Αντιστοίχως, και το άρθρο 14, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, ορίζει ότι η άδεια της εγκαταστάσεως περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την τήρηση των απαιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 18.

79.

Ως εκ τούτου, καταρχάς πρέπει να αποσαφηνιστεί αν οι οριακές τιμές ποιότητας του αέρα για ορισμένες ρυπογόνες ουσίες πρέπει να θεωρούνται ποιοτικά πρότυπα περιβάλλοντος (συναφώς υπό 1) και, στη συνέχεια, αν απαιτούνται όροι αυστηρότεροι από εκείνους που καθορίζονται στην επίμαχη διάταξη (συναφώς υπό 2).

1. Η έννοια του ποιοτικού προτύπου περιβάλλοντος

80.

Το άρθρο 3, σημείο 6, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών ορίζει τα ποιοτικά πρότυπα περιβάλλοντος ως «δέσμη απαιτήσεων που πρέπει να πληρούνται σε συγκεκριμένο χρόνο από ένα συγκεκριμένο περιβάλλον ή ένα επιμέρους τμήμα του, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης». Κατά το Δικαστήριο, αυτό έχει την έννοια ότι υπάρχουν συγκεκριμένες επιταγές ποιοτικού χαρακτήρα σχετικά με τις συγκεντρώσεις ρυπογόνων ουσιών που πρέπει να τηρηθούν σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο από το συγκεκριμένο περιβάλλον ( 31 ).

81.

Καίτοι αληθεύει ότι στην οδηγία περί βιομηχανικών εκπομπών δεν γίνεται ρητή αναφορά στην οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, το άρθρο 3, σημείο 6, και το άρθρο 18 της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών, αντίθετα προς την άποψη που υποστηρίχθηκε από τη Βουλγαρία, προδήλως αποσκοπούν, τουλάχιστον έμμεσα, σε ρυθμίσεις όπως είναι οι οριακές τιμές ποιότητας του αέρα για ορισμένες ρυπογόνες ουσίες.

82.

Μάλιστα, οι οριακές τιμές ποιότητας του αέρα πρέπει, κατά κανόνα, να τηρούνται πάντα και σε κάθε περιοχή της Ένωσης ( 32 ). Συνεπώς, πρόκειται για απαιτήσεις που, σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις της Ένωσης, πρέπει να πληρούνται σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο στο συγκεκριμένο περιβάλλον ή σε ορισμένο τμήμα αυτού ή, κατά τη διατύπωση του Δικαστηρίου, για συγκεκριμένες επιταγές ποιοτικού χαρακτήρα, σχετικά με τις συγκεντρώσεις ρυπογόνων ουσιών που πρέπει να τηρηθούν σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο από το συγκεκριμένο περιβάλλον ( 33 ). Επομένως, όπως διευκρίνισα προ καιρού, πρόκειται για ποιοτικά πρότυπα περιβάλλοντος κατά την έννοια του άρθρου 3, σημείο 6, και του άρθρου 18, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών ( 34 ).

83.

Αντιθέτως προς την άποψη που υποστηρίζει η Βουλγαρία, δεν έχει, καταρχήν, σημασία ούτε το ότι οι οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα πρέπει να τηρούνται σε μόνιμη βάση, μολονότι στον ορισμό των ποιοτικών προτύπων περιβάλλοντος γίνεται λόγος μόνο για συγκεκριμένο χρόνο. Ο ορισμός αυτός καταδεικνύει απλώς ότι τα ποιοτικά πρότυπα περιβάλλοντος περιλαμβάνουν και απαιτήσεις που δεν είναι αναγκαίο να τηρούνται διαρκώς αλλά σε ένα (ή περισσότερα) συγκεκριμένα χρονικά σημεία. Τέτοιες θα μπορούσαν να θεωρηθούν, επί παραδείγματι, απαιτήσεις που σχετίζονται με τη μετανάστευση των πτηνών ή επιβάλλονται λόγω συγκεκριμένων μεταβολών στις περιβαλλοντικές συνθήκες, οι οποίες οφείλονται στην πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, οι μόνιμου χαρακτήρα απαιτήσεις συνιστούν κατά μείζονα λόγο ποιοτικά πρότυπα περιβάλλοντος, καθόσον ισχύουν σε οποιονδήποτε χρόνο.

84.

Περαιτέρω, η Βουλγαρία υποστηρίζει ότι ποιοτικά πρότυπα περιβάλλοντος συνιστούν μόνον οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται από τη βουλγαρική νομοθεσία ειδικώς για συγκεκριμένες εγκαταστάσεις. Όμως, ο ισχυρισμός αυτός φαίνεται ελάχιστα πειστικός, καθόσον το άρθρο 3, σημείο 6, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών παραπέμπει ρητά στις απαιτήσεις του δικαίου της Ένωσης.

85.

Το ότι οι οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα συνιστούν ποιοτικά πρότυπα περιβάλλοντος επιρρωννύεται από το αντίθετο συμπέρασμα, το οποίο απορρέει από την έννοια των λεγόμενων «τιμών‑στόχων» που αφορούν ορισμένους άλλους ρύπους στον ατμοσφαιρικό αέρα. Η έννοια αυτή εισήχθη με την οδηγία 2004/107 ( 35 ), ενώ και η οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα καθορίζει οριακές τιμές ποιότητας του αέρα για το όζον ( 36 ) και –για μια μεταβατική περίοδο– για τα λεπτά σωματίδια ΑΣ2,5 ( 37 ). Ενώ δε, κατά το άρθρο 2, σημείο 5, της προαναφερθείσας οδηγίας, οι οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα πρέπει να τηρούνται πλήρως αφότου τεθούν σε ισχύ, οι τιμές‑στόχοι που προβλέπονται στο άρθρο 2, σημείο 9, επιτυγχάνονται κατά το δυνατόν. Η αιτιολογική σκέψη 6 της οδηγίας 2004/107 ορίζει ρητά ότι οι τιμές‑στόχοι δεν συνιστούν περιβαλλοντικά ποιοτικά πρότυπα, ενώ σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 5 δεν απαιτούνται μέτρα για τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις πέραν της εφαρμογής των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών.

86.

Επομένως, κατά το άρθρο 13 και το παράρτημα XI της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, οι οριακές τιμές ποιότητας του αέρα για ορισμένες ρυπογόνες ουσίες συνιστούν ποιοτικά πρότυπα περιβάλλοντος κατά την έννοια του άρθρου 18 της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών.

87.

Σύμφωνα με την εν λόγω ερμηνεία, το άρθρο 18 της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών αποσαφηνίζει τη θεμελιώδη υποχρέωση που προβλέπεται στο άρθρο 11, στοιχείο γʹ, κατά την οποία από τη λειτουργία των εγκαταστάσεων δεν προκαλείται σημαντική ρύπανση. Δεδομένου ότι, όπως ήδη αναφέρθηκε ( 38 ), τυχόν υπέρβαση των οριακών τιμών για την ποιότητα του αέρα θα συνιστούσε τέτοια ρύπανση, πρέπει να υπάρχουν μέσα που θα διασφαλίζουν ότι η τήρηση των εν λόγω οριακών τιμών στη ζώνη επιρροής των εγκαταστάσεων είναι καταρχήν δυνατή. Διότι, άλλως, υπάρχει κίνδυνος οι εγκαταστάσεις να πληρούν το κριτήριο των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και, εντούτοις, να συμβάλλουν στην παραβίαση των εν λόγω οριακών τιμών.

2. Αναγκαιότητα επιβολής αυστηρότερων όρων

88.

Όπως σε σχέση με το ζήτημα που ήδη εξετάστηκε και αφορά την πρόκληση σημαντικής ρύπανσης, κρίσιμης σημασίας και για το ζήτημα της αναγκαιότητας επιβολής αυστηρότερων όρων είναι οι διαφορετικές αιτίες υπερβάσεως των οριακών τιμών του αέρα. Δεδομένου ότι υπάρχουν περισσότεροι ρυπαίνοντες, συγκεκριμένα τέσσερις μονάδες παραγωγής ενέργειας και η θέρμανση κατοικιών, από το άρθρο 18 της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών, ακόμη και σε συνδυασμό με την οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, δεν συνάγεται άμεσα σε ποιον βαθμό πρέπει να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του θείου οι διάφορες πηγές. Αντιθέτως, η εκτίμηση αυτή εναπόκειται στις αρμόδιες βουλγαρικές υπηρεσίες.

89.

Όπως στην περίπτωση του άρθρου 15, παράγραφος 4, τέταρτο εδάφιο, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών, τούτο είναι δυνατόν μόνο βάσει του σχεδίου για την ποιότητα του αέρα (ή περισσότερων συντονισμένων σχεδίων), όπου καθορίζονται οι επιτρεπτές εκπομπές για όλες τις πηγές. Από το σχέδιο πρέπει να προκύπτει κατά πόσον επαρκούν οι οριακές τιμές εκπομπών που έχουν καθοριστεί για την εκάστοτε εγκατάσταση ή αν απαιτείται η επιβολή πρόσθετων όρων.

90.

Επομένως, στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 18 της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών, το σχέδιο για την ποιότητα του αέρα σχετικά με τις οριακές τιμές ποιότητας του αέρα αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας. Τούτο διότι, κατά το άρθρο 14, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, η άδεια πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα τήρησης των απαιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 18. Ωστόσο, σε περίπτωση υπερβάσεως των εν λόγω οριακών τιμών, χωρίς την ύπαρξη σχεδίου για την ποιότητα του αέρα δεν είναι δυνατόν, κατά κανόνα, να διαπιστωθούν οι πρόσθετοι όροι που είναι αναγκαίοι για τη συγκεκριμένη πηγή εκπομπών, προκειμένου να βελτιωθεί επαρκώς η ποιότητα του αέρα.

91.

Εντούτοις, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει στην περίπτωση χορήγησης παρεκκλίσεως, η οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα δεν απαιτεί από την αρμόδια αρχή να εξασφαλίζει σε κάθε περίπτωση την τήρηση του ποιοτικού προτύπου περιβάλλοντος κατά τον καθορισμό πρόσθετων όρων. Ως εκ τούτου, δεν απαιτείται να αποσοβηθεί κάθε εύλογη επιστημονική αμφιβολία όσον αφορά την επάρκεια των πρόσθετων όρων. Αντιθέτως, αρκεί οι απαιτήσεις του σχεδίου για την ποιότητα του αέρα να στηρίζονται στην εύλογη πεποίθηση των αρμόδιων υπηρεσιών ότι με τα προβλεπόμενα μέτρα η περίοδος μη τηρήσεως θα είναι όσο το δυνατόν συντομότερη.

3. Ενδιάμεσο συμπέρασμα

92.

Η άδεια λειτουργίας βιομηχανικής μονάδας, για την οποία κατά τα άρθρα 11, 14, 15 και 18, της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών πρέπει να καθορίζονται οριακές τιμές για την ελευθέρωση ατμοσφαιρικού ρύπου η οποία, στην περιοχή που επηρεάζεται από την εν λόγω εκπομπή, υπερβαίνει την οικεία οριακή τιμή που ορίζεται στο άρθρο 13 και στο παράρτημα XI της οδηγίας για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, εξαρτάται επίσης από δύο προϋποθέσεις: Πρώτον, ένα ή περισσότερα σχέδια για την ποιότητα του αέρα σύμφωνα με το άρθρο 23 της οδηγίας αυτής πρέπει να εξασφαλίζουν ότι η περίοδος μη τηρήσεως θα είναι όσο το δυνατόν συντομότερη. Δεύτερον, η άδεια πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις των εν λόγω σχεδίων για την ποιότητα του αέρα.

V. Πρόταση

93.

Επομένως, προτείνω στο Δικαστήριο να αποφανθεί ως ακολούθως:

1)

Σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 4, τέταρτο εδάφιο, της οδηγίας 2010/75/ΕΕ περί βιομηχανικών εκπομπών, η χορήγηση παρεκκλίσεως κατά το άρθρο 15, παράγραφος 4, της οδηγίας αυτής για την ελευθέρωση ατμοσφαιρικού ρύπου η οποία, στην περιοχή που επηρεάζεται από την εν λόγω εκπομπή, υπερβαίνει την οικεία οριακή τιμή που ορίζεται στο άρθρο 13 και στο παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50/ΕΚ για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη, εξαρτάται από δύο προϋποθέσεις: Πρώτον, ένα ή περισσότερα σχέδια για την ποιότητα του αέρα σύμφωνα με το άρθρο 23 της οδηγίας 2008/50 πρέπει να διασφαλίζουν, χωρίς να καταλείπεται καμία εύλογη αμφιβολία από επιστημονικής απόψεως, ότι η περίοδος μη τηρήσεως σε ολόκληρη τη ζώνη επιρροής θα είναι όσο το δυνατόν συντομότερη. Δεύτερον, η παρέκκλιση πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις των εν λόγω σχεδίων για την ποιότητα του αέρα.

2)

Η άδεια λειτουργίας βιομηχανικής μονάδας, για την οποία κατά τα άρθρα 11, 14, 15 και 18 της οδηγίας 2010/75 πρέπει να καθορίζονται οριακές τιμές για την ελευθέρωση ατμοσφαιρικού ρύπου η οποία, στην περιοχή που επηρεάζεται από την εν λόγω εκπομπή, υπερβαίνει την οικεία οριακή τιμή που ορίζεται στο άρθρο 13 και στο παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50, εξαρτάται επίσης από δύο προϋποθέσεις: Πρώτον, ένα ή περισσότερα σχέδια για την ποιότητα του αέρα σύμφωνα με το άρθρο 23 της οδηγίας 2008/50 πρέπει να εξασφαλίζουν ότι η περίοδος μη τηρήσεως θα είναι όσο το δυνατόν συντομότερη. Δεύτερον, η άδεια πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις των εν λόγω σχεδίων για την ποιότητα του αέρα.


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γερμανική.

( 2 ) Οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) (ΕΕ 2010, L 334, σ. 17).

( 3 ) Οδηγία 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2008, για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη (ΕΕ 2008, L 152, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2015/1480 της Επιτροπής, της 28ης Αυγούστου 2015 (ΕΕ 2015, L 226, σ. 4).

( 4 ) Εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής, της 31ης Ιουλίου 2017, για τον καθορισμό των συμπερασμάτων για τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές βάσει της οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά μεγάλες μονάδες καύσης (Συμπεράσματα για τις ΒΔΤ) (ΕΕ 2017, L 212, σ. 1).

( 5 ) ΕΕ 2008, L 24, σ. 8.

( 6 ) Οδηγία 1999/30/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Απριλίου 1999, σχετικά με τις οριακές τιμές διοξειδίου του θείου, διοξειδίου του αζώτου και οξειδίων του αζώτου, σωματιδίων και μολύβδου, στον αέρα του περιβάλλοντος (ΕΕ 1999, L 163, σ. 41).

( 7 ) Απόφαση της 12ης Μαΐου 2022, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας (Οριακές τιμές – SO2) (C‑730/19, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2022:382, σκέψη 17).

( 8 ) Απόφαση της 12ης Μαΐου 2022, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας (Οριακές τιμές – SO2) (C‑730/19, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2022:382, σκέψεις 21, 23 και 29).

( 9 ) Απόφαση της 12ης Μαΐου 2022, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας (Οριακές τιμές – SO2) (C‑730/19, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2022:382).

( 10 ) Актуализация на програмата за управление на качеството на атмосферния въздух в Община Гълъбово, разработена за замърсителите: фини прахови частици (ФПЧ10) и серен диоксид (SO2), 2019 – 2023 г. (Αναπροσαρμογή του προγράμματος για την ποιότητα του αέρα στον δήμο Galabovo, το οποίο εκπονήθηκε για τους ρύπους: σωματίδια σκόνης [PM10] και διοξείδιο του θείου [SO2], 2019 – 2023 https://galabovo.org/sites/default/files/Programa_Galabovo.pdf).

( 11 ) Μέτρο Gl_Lt_Pr_t_4, σ. 287 του προγράμματος.

( 12 ) Βλ. συναφώς απόφαση της 26ης Ιουνίου 2019, Craeynest κ.λπ. (C‑723/17, EU:C:2019:533, σκέψεις 37 επ.).

( 13 ) ΕΕ 2005, L 23, σ. 3.

( 14 ) Απόφαση της 12ης Μαΐου 2022, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας (Οριακές τιμές – SO2) (C‑730/19, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2022:382).

( 15 ) Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, Air quality in Europe – έκθεση 2020, EEA Report αριθ. 09/2020, σ. 86 (https://www.eea.europa.eu/publications/air‑quality‑in‑europe‑2020‑report/at_download/file).

( 16 ) Βλ. κατωτέρω σημεία 77 επ.

( 17 ) Με τον όρο «wesentlichen» [ουσιώδης] ρύπανση που χρησιμοποιείται στη γερμανική γλωσσική έκδοση δεν μπορεί να συνδέεται άλλη έννοια παρά εκείνη της «erheblichen» [σημαντικής] ρύπανσης, καθώς ο ίδιος όρος χρησιμοποιείται και σε άλλες γλωσσικές αποδόσεις, όπως επί παραδείγματι «significant» (αγγλική απόδοση), «importante» (γαλλική απόδοση) ή «значително» (βουλγαρική απόδοση).

( 18 ) Βλ. επίσης, συναφώς, την πρώτη και την τέταρτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 80/779/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1980, όσον αφορά τις οριακές τιμές και τις καθοδηγητικές τιμές ποιότητας της ατμόσφαιρας για το διοξείδιο του θείου και τα αιωρούμενα σωματίδια (ΕΕ 1980, L 229, σ. 30).

( 19 ) Απόφαση της 12ης Μαΐου 2022, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας (Οριακές τιμές – SO2) (C‑730/19, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2022:382, ιδίως σκέψεις 23 και 29).

( 20 ) Υπό αυτό το πρίσμα, αποφάσεις της 30ής Απριλίου 2020, Επιτροπή κατά Ρουμανίας (Υπέρβαση των οριακών τιμών για τα ΑΣ10) (C‑638/18, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2020:334, σκέψεις 73 και 74), και της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές για τα ΑΣ10) (C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψεις 96 και 97).

( 21 ) Βλ., συναφώς, αποφάσεις της 19ης Δεκεμβρίου 2012, Επιτροπή κατά Ιταλίας (ΑΣ10) (C‑68/11, EU:C:2012:815, σκέψεις 64 και 65), της 19ης Νοεμβρίου 2014, ClientEarth (C‑404/13, EU:C:2014:2382, σκέψη 42), της 5ης Απριλίου 2017, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας (ΑΣ10) (C‑488/15, EU:C:2017:267, σκέψη 70), της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές για τα ΑΣ10) (C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψεις 78 έως 81), και της 12ης Μαΐου 2022, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας (Οριακές τιμές – SO2) (C‑730/19, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2022:382, σκέψεις 76 και 78).

( 22 ) Κατωτέρω, σημεία 64 επ.

( 23 ) Ενδεχομένως, στο σημείο αυτό η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αναφέρεται στο γράφημα αριθ. VI.2.7 της σελίδας 256 του σχεδίου για την ποιότητα του αέρα (παρατίθεται στην υποσημείωση 10).

( 24 ) Αποφάσεις της 25ης Ιουλίου 2008, Janecek (C‑237/07, EU:C:2008:447, σκέψεις 45 και 46), της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές για τα ΑΣ10) (C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 134), και της 12ης Μαΐου 2022, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας (Οριακές τιμές – SO2) (C‑730/19, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2022:382, σκέψη 130).

( 25 ) Αποφάσεις της 5ης Απριλίου 2017, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας (C‑488/15, EU:C:2017:267, σκέψη 109), της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές για τα ΑΣ10) (C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 136), και της 12ης Μαΐου 2022, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας (Οριακές τιμές – SO2) (C‑730/19, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2022:382, σκέψη 132).

( 26 ) Απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές για τα ΑΣ10) (C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 154).

( 27 ) Βλ. οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ 1992, L 206, σ. 7), αποφάσεις της 7ης Σεπτεμβρίου 2004, Waddenvereniging και Vogelbeschermingsvereniging (C‑127/02, EU:C:2004:482, σκέψη 58), και της 10ης Οκτωβρίου 2019, Luonnonsuojeluyhdistys Tapiola (C‑674/17, EU:C:2019:851, σκέψη 66), και, όσον αφορά τη νομοθεσία περί αποβλήτων, απόφαση της 24ης Οκτωβρίου 2019, Prato Nevoso Termo Energy (C‑212/18, EU:C:2019:898, σκέψη 58). Βλ. επίσης Christoph Sobotta, Recent applications of the precautionary principle in the jurisprudence of the CJEU – a new yardstick in EU environmental decision making?, ERA Forum 2020, σ. 723.

( 28 ) Βλ. αποφάσεις της 12ης Σεπτεμβρίου 2000, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας (C‑358/97, EU:C:2000:425, σκέψη 55), της 4ης Οκτωβρίου 2011, Football Association Premier League κ.λπ. (C‑403/08 και C‑429/08, EU:C:2011:631, σκέψη 162), και της 14ης Ιουλίου 2022, Porsche Inter Auto και Volkswagen (C‑145/20, EU:C:2022:572, σκέψη 61).

( 29 ) Βλ. αποφάσεις της 18ης Νοεμβρίου 2004, Temco Europe (C‑284/03, EU:C:2004:730, σκέψη 17), της 14ης Ιουνίου 2007, Horizon College (C‑434/05, EU:C:2007:343, σκέψη 16), και της 13ης Ιανουαρίου 2022, Termas Sulfurosas de Alcafache (C‑513/20, EU:C:2022:18, σκέψη 25).

( 30 ) Βλ. σ. 304 επ. του σχεδίου για την ποιότητα του αέρα, ιδίως γραφήματα αριθ. VIII.4.3.1 έως VIII.4.3.3 (παρατεθέντα στην υποσημείωση 10).

( 31 ) Απόφαση της 26ης Μαΐου 2011, Stichting Natuur en Milieu κ.λπ. (C‑165/09 έως C‑167/09, EU:C:2011:348, σκέψη 62).

( 32 ) Υπό αυτό το πρίσμα, αποφάσεις της 30ής Απριλίου 2020, Επιτροπή κατά Ρουμανίας (Υπέρβαση των οριακών τιμών για τα ΑΣ10) (C‑638/18, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2020:334, σκέψεις 73 και 74), και της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές για τα ΑΣ10) (C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψεις 96 και 97).

( 33 ) Απόφαση της 26ης Μαΐου 2011, Stichting Natuur en Milieu κ.λπ. (C‑165/09 έως C‑167/09, EU:C:2011:348, σκέψη 62).

( 34 ) Προτάσεις στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις Stichting Natuur en Milieu κ.λπ. (C‑165/09 έως C‑167/09, EU:C:2010:775, σημείο 62).

( 35 ) Παρατεθείσα ανωτέρω στο σημείο 36.

( 36 ) Άρθρο 17 και παράρτημα VII, τμήμα B.

( 37 ) Άρθρο 16, παράγραφος 1, και παράρτημα XIV I, τμήμα Δ.

( 38 ) Βλ. ανωτέρω, σημείο 56.

Top