Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62017CJ0386

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 16ης Ιανουαρίου 2019.
    Stefano Liberato κατά Luminita Luisa Grigorescu.
    Αίτηση του Corte suprema di cassazione για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
    Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Διεθνής δικαιοδοσία, αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής – Κανονισμός (ΕΚ) 44/2001 – Άρθρο 5, σημείο 2 – Άρθρο 27 – Άρθρο 35, παράγραφος 3 – Διεθνής δικαιοδοσία, αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας – Κανονισμός (ΕΚ) 2201/2003 – Άρθρο 19 – Εκκρεμοδικία – Άρθρο 22, στοιχείο αʹ – Άρθρο 23, στοιχείο αʹ – Μη αναγνώριση αποφάσεως σε περίπτωση κατά την οποία η αναγνώριση αντίκειται προδήλως στη δημόσια τάξη – Άρθρο 24 – Απαγόρευση ελέγχου της διεθνούς δικαιοδοσίας του δικαστηρίου προελεύσεως – Λόγος μη αναγνωρίσεως βασιζόμενος σε μη τήρηση των κανόνων περί εκκρεμοδικίας – Δεν υφίσταται.
    Υπόθεση C-386/17.

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2019:24

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

    της 16ης Ιανουαρίου 2019 ( *1 )

    «Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Διεθνής δικαιοδοσία, αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής – Κανονισμός (ΕΚ) 44/2001 – Άρθρο 5, σημείο 2 – Άρθρο 27 – Άρθρο 35, παράγραφος 3 – Διεθνής δικαιοδοσία, αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας – Κανονισμός (ΕΚ) 2201/2003 – Άρθρο 19 – Εκκρεμοδικία – Άρθρο 22, στοιχείο αʹ – Άρθρο 23, στοιχείο αʹ Μη αναγνώριση αποφάσεως σε περίπτωση κατά την οποία η αναγνώριση αντίκειται προδήλως στη δημόσια τάξη – Άρθρο 24 – Απαγόρευση ελέγχου της διεθνούς δικαιοδοσίας του δικαστηρίου προελεύσεως – Λόγος μη αναγνωρίσεως βασιζόμενος σε μη τήρηση των κανόνων περί εκκρεμοδικίας – Δεν υφίσταται»

    Στην υπόθεση C-386/17,

    με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Corte suprema di cassazione (Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, Ιταλία) με απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 27 Ιουνίου 2017, στο πλαίσιο της δίκης

    Stefano Liberato

    κατά

    Luminita Luisa Grigorescu,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους R. Silva de Lapuerta, Αντιπρόεδρο, προεδρεύουσα του πρώτου τμήματος, J.-C. Bonichot, A. Arabadjiev, E. Regan και C. G. Fernlund (εισηγητή), δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: Y. Bot

    γραμματέας: A. Calot Escobar

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

    λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

    ο S. Liberato, εκπροσωπούμενος από τους F. Ongaro και A. Castellani, avvocati,

    η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον P. Pucciariello, avvocato dello Stato,

    η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. Smolek και J. Vláčil, καθώς και από την A. Kasalická,

    η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την E. Montaguti και τον M. Wilderspin,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2018,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2003, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας, ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΚ) 1347/2000 (ΕΕ 2003, L 338, σ. 1).

    2

    Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Stefano Liberato και της Luminita Luisa Grigorescu, σχετικά με αίτημα να αναγνωρισθεί στην Ιταλία απόφαση εκδοθείσα στη Ρουμανία επί υποθέσεως που αφορά γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας και υποχρεώσεων διατροφής.

    Το νομικό πλαίσιο

    Το δίκαιο της Ένωσης

    Ο κανονισμός 2201/2003

    3

    Οι αιτιολογικές σκέψεις 11 και 21 του κανονισμού 2201/2003 έχουν ως εξής:

    «(11)

    Οι υποχρεώσεις διατροφής αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, δεδομένου ότι ρυθμίζονται ήδη από τον κανονισμό [(ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2001, L 12, σ. 1]. Τα [έχοντα διεθνή δικαιοδοσία], δυνάμει του παρόντος κανονισμού, δικαστήρια [έχουν] γενικώς [διεθνή δικαιοδοσία] να επιλαμβάνονται θεμάτων υποχρεώσεων διατροφής κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 5, [σημείο] 2, του κανονισμού [44/2001].

    […]

    (21)

    Η αναγνώριση και η εκτέλεση αποφάσεων που εκδίδονται σε κράτος μέλος θα πρέπει να βασίζεται στην αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και οι λόγοι της μη αναγνώρισης θα πρέπει να περιορίζονται στον ελάχιστο αναγκαίο βαθμό.»

    4

    Το άρθρο 12 του κανονισμού 2201/2003, το οποίο φέρει τον τίτλο «Παρέκταση [διεθνούς δικαιοδοσίας]», ορίζει στην παράγραφό του 1 τα εξής:

    «Τα δικαστήρια του κράτους μέλους [όπου η διεθνής δικαιοδοσία] ασκείται βάσει του άρθρου 3, για να αποφασίσουν για μια αίτηση διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακύρωσης του γάμου των συζύγων, [έχουν διεθνή δικαιοδοσία] για οιοδήποτε ζήτημα σχετικά με τη γονική μέριμνα το οποίο συνδέεται με την αίτηση αυτή, εφόσον

    α)

    τουλάχιστον ένας από τους συζύγους ασκεί τη γονική μέριμνα του παιδιού και

    και

    β)

    η [διεθνής δικαιοδοσία] των εν λόγω δικαστηρίων έχει γίνει ρητώς ή κατ’ άλλον ανεπιφύλακτο τρόπο αποδεκτή από τους συζύγους και από τους δικαιούχους της γονικής μέριμνας κατά την ημερομηνία που επελήφθη το δικαστήριο και είναι προς το ύψιστο συμφέρον του παιδιού.»

    5

    Το άρθρο 17 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Έρευνα της δικαιοδοσίας», ορίζει τα ακόλουθα:

    «Δικαστήριο κράτους μέλους διαπιστώνει αυτεπαγγέλτως την έλλειψη δικαιοδοσίας του εφόσον επιλαμβάνεται υπόθεσης για την οποία δεν έχει δικαιοδοσία βάσει του παρόντος κανονισμού και για την οποία δικαστήριο άλλου κράτους μέλους έχει δικαιοδοσία δυνάμει του παρόντος κανονισμού.»

    6

    Το άρθρο 19 του εν λόγω κανονισμού προβλέπει τα εξής:

    «1.   Αν έχουν ασκηθεί αγωγές για θέματα διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακύρωσης γάμου μεταξύ των αυτών διαδίκων ενώπιον δικαστηρίων διαφόρων κρατών μελών, το δικαστήριο που επελήφθη δεύτερο, αναστέλλει αυτεπαγγέλτως τη διαδικασία του μέχρι να διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του δικαστηρίου που επελήφθη πρώτο.

    2.   Εάν έχουν ασκηθεί αγωγές για θέματα γονικής μέριμνας ενός παιδιού, με το ίδιο αντικείμενο και την ίδια αιτία, ενώπιον δικαστηρίων διαφόρων κρατών μελών, το δικαστήριο που επελήφθη δεύτερο, αναστέλλει αυτεπαγγέλτως τη διαδικασία του μέχρι να διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του δικαστηρίου που επελήφθη πρώτο.

    3.   Όταν διαπιστωθεί η δικαιοδοσία του δικαστηρίου που επελήφθη πρώτο, κάθε δικαστήριο που επιλαμβάνεται μεταγενέστερα οφείλει να διαπιστώσει την έλλειψη δικαιοδοσίας του υπέρ αυτού του δικαστηρίου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο διάδικος που άσκησε τη σχετική αγωγή ενώπιον του δικαστηρίου που επιλαμβάνεται μεταγενέστερα μπορεί να ασκήσει την αγωγή ενώπιον του δικαστηρίου που επελήφθη πρώτο.»

    7

    Το άρθρο 22 του κανονισμού 2201/2003, το οποίο φέρει τον τίτλο «Λόγοι μη αναγνώρισης αποφάσεων που αφορούν διαζύγιο, δικαστικό χωρισμό ή ακύρωση γάμου», ορίζει τα ακόλουθα:

    «Αποφάσεις που αφορούν διαζύγιο, δικαστικό χωρισμό ή ακύρωση γάμου δεν αναγνωρίζονται:

    α)

    αν η αναγνώριση αντίκειται προδήλως στη δημόσια τάξη του κράτους μέλους αναγνώρισης·

    […]

    γ)

    αν η απόφαση είναι ασυμβίβαστη με απόφαση που έχει εκδοθεί μεταξύ των ίδιων διαδίκων στο κράτος μέλος αναγνώρισης· […]

    […]».

    8

    Το άρθρο 23 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Λόγοι μη αναγνώρισης αποφάσεων που αφορούν τη γονική μέριμνα», έχει ως εξής:

    «Απόφαση που αφορά τη γονική μέριμνα δεν αναγνωρίζεται:

    α)

    αν η αναγνώριση αντίκειται προδήλως στη δημόσια τάξη του κράτους μέλους αναγνώρισης, λαμβάνοντας υπόψη το ύψιστο συμφέρον του παιδιού·

    […]

    ε)

    αν η απόφαση είναι ασυμβίβαστη με μεταγενέστερη απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα που έχει εκδοθεί στο κράτος μέλος αναγνώρισης·

    […]».

    9

    Το άρθρο 24 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Απαγόρευση έρευνας της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου προέλευσης», ορίζει τα ακόλουθα:

    «Η δικαιοδοσία του δικαστηρίου του κράτους μέλους προέλευσης δεν ερευνάται. Το κριτήριο της δημόσιας τάξης του άρθρου 22, στοιχείο αʹ, και του άρθρου 23, στοιχείο αʹ, δεν εφαρμόζεται στους κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας των άρθρων 3 έως 14.»

    Ο κανονισμός 44/2001

    10

    Το άρθρο 5 του κανονισμού 44/2001 ορίζει τα εξής:

    «Πρόσωπο που έχει την κατοικία του στο έδαφος κράτους μέλους μπορεί να εναχθεί σε άλλο κράτος μέλος:

    […]

    2)

    ως προς υποχρεώσεις διατροφής, ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου όπου ο δικαιούχος της διατροφής έχει την κατοικία ή την συνήθη διαμονή του ή, εφόσον πρόκειται για αγωγή παρεπόμενη δίκης σχετικά με την προσωπική κατάσταση, ενώπιον του δικαστηρίου που κατά το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή έχει διεθνή δικαιοδοσία στην περίπτωση της δίκης αυτής, εκτός αν η διεθνής αυτή δικαιοδοσία θεμελιώνεται μόνο στην ιθαγένεια ενός των διαδίκων·

    […]».

    11

    Το άρθρο 27 του κανονισμού αυτού έχει ως εξής:

    «1.   Αν έχουν ασκηθεί αγωγές με το ίδιο αντικείμενο και την ίδια αιτία μεταξύ των ίδιων διαδίκων ενώπιον δικαστηρίων διάφορων κρατών μελών, κάθε δικαστήριο εκτός εκείνου που επελήφθη πρώτο, αναστέλλει αυτεπάγγελτα την διαδικασία του μέχρις ότου διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του δικαστηρίου που επελήφθη πρώτο.

    2.   Όταν διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του πρώτου επιληφθέντος δικαστηρίου, κάθε δικαστήριο εκτός εκείνου που έχει πρώτο επιληφθεί, οφείλει να διαπιστώσει την έλλειψη διεθνούς δικαιοδοσίας του υπέρ του πρώτου δικαστηρίου.»

    12

    Το άρθρο 34 του ιδίου κανονισμού προβλέπει τα ακόλουθα:

    «Απόφαση δεν αναγνωρίζεται:

    1)

    αν η αναγνώριση αντίκειται προφανώς στη δημόσια τάξη του κράτους αναγνωρίσεως·

    […]

    3)

    αν είναι ασυμβίβαστη με απόφαση που έχει εκδοθεί μεταξύ των ιδίων διαδίκων στο κράτος αναγνωρίσεως;

    4)

    αν είναι ασυμβίβαστη με απόφαση που εκδόθηκε προγενέστερα μεταξύ των ιδίων διαδίκων και με το ίδιο αντικείμενο και την ίδια αιτία σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτο κράτος, εφόσον η προγενέστερη αυτή απόφαση συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την αναγνώρισή της στο κράτος αναγνωρίσεως.»

    13

    Το άρθρο 35 του κανονισμού 44/2001 ορίζει τα εξής:

    «1.   Απόφαση δεν αναγνωρίζεται, επίσης, αν έχουν παραβιασθεί οι διατάξεις των τμημάτων 3, 4 και 6 του κεφαλαίου II, καθώς και στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 72.

    2.   Κατά τον έλεγχο των βάσεων διεθνούς δικαιοδοσίας που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, η αρχή ενώπιον της οποίας ζητείται η αναγνώριση δεσμεύεται από τις πραγματικές διαπιστώσεις στις οποίες το δικαστήριο του κράτους μέλους προελεύσεως έχει θεμελιώσει τη διεθνή δικαιοδοσία του.

    3.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων της πρώτης παραγράφου, δεν ερευνάται η διεθνής δικαιοδοσία των δικαστηρίων του κράτους μέλους προελεύσεως. Οι σχετικοί με τη διεθνή δικαιοδοσία κανόνες δεν αφορούν τη δημόσια τάξη υπό την έννοια του άρθρου 34, σημείο 1.»

    Το ιταλικό δίκαιο

    14

    Το άρθρο 150 του codice civile (ιταλικού αστικού κώδικα), το οποίο φέρει τον τίτλο «Χωρισμός των συζύγων», ορίζει τα ακόλουθα:

    «Αναγνωρίζεται ότι είναι δυνατός ο χωρισμός των συζύγων.

    Ο χωρισμός μπορεί να είναι δικαστικός ή συναινετικός.

    Δικαίωμα να ζητήσουν από το δικαστήριο να κηρύξει τον χωρισμό ή να εγκρίνει τον συναινετικό χωρισμό έχουν μόνον οι σύζυγοι.»

    15

    Το άρθρο 151 του ιταλικού αστικού κώδικα, το οποίο φέρει τον τίτλο «Κήρυξη του χωρισμού από το δικαστήριο», προβλέπει τα εξής:

    «Ο χωρισμός μπορεί να ζητηθεί όταν αποδεικνύονται, ακόμη και ανεξάρτητα από τη βούληση ενός συζύγου ή αμφοτέρων των συζύγων, πραγματικά περιστατικά τα οποία καθιστούν αφόρητη τη συνέχιση της συμβιώσεως ή προκαλούν σημαντική βλάβη στην εκπαίδευση των τέκνων.

    Κηρύσσοντας τον χωρισμό, το δικαστήριο υποδεικνύει, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις και εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα, τον υπαίτιο για τον χωρισμό σύζυγο, λαμβανομένης υπόψη της συμπεριφοράς του η οποία αντιβαίνει στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον γάμο.»

    16

    Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι η γονική μέριμνα και η υποχρέωση διατροφής έναντι του παιδιού ρυθμίζονται κατά τον ίδιο τρόπο, σε περίπτωση τόσο χωρισμού όσο και διαζυγίου, από τα άρθρα 337 bis έως 337 octies του αστικού κώδικα.

    Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

    17

    Ο S. Liberato και η L. L. Grigorescu σύναψαν γάμο στη Ρώμη (Ιταλία) στις 22 Οκτωβρίου 2005 και έζησαν μαζί στο κράτος μέλος αυτό έως τη γέννηση του παιδιού τους, στις 20 Φεβρουαρίου 2006. Δεδομένου ότι η σχέση τους ως συζύγων κλονίσθηκε σταδιακά, η μητέρη μετέβη μαζί με το παιδί στη Ρουμανία και δεν επέστρεψε έκτοτε στην Ιταλία.

    18

    Με αγωγή που άσκησε στις 22 Μαΐου 2007 ενώπιον του Tribunale di Teramo (πρωτοδικείου Teramo, Ιταλία), ο S. Liberato ζήτησε την κήρυξη του δικαστικού χωρισμού του από την L. L. Grigorescu και την ανάθεση σε αυτόν της επιμέλειας του τέκνου. Η L. L. Grigorescu, η οποία παρέστη ενώπιον του δικαστηρίου αυτού, ζήτησε να απορριφθεί επί της ουσίας η ως άνω αγωγή και άσκησε ανταγωγή με αίτημα να υποχρεωθεί ο S. Liberato να συμβάλλει στη διατροφή του τέκνου. Με απόφαση της 19ης Ιανουαρίου 2012, το εν λόγω δικαστήριο κήρυξε τον δικαστικό χωρισμό των συζύγων, καταλογίζοντας την υπαιτιότητα στην L. L. Grigorescu, και διέταξε, με χωριστή διάταξη, τη διεξαγωγή αποδείξεων προκειμένου να αποφανθεί επί των αντιπαρατιθέμενων αιτημάτων των διαδίκων όσον αφορά την ανάθεση της ασκήσεως της γονικής μέριμνας.

    19

    Εκκρεμούσης της σχετικής με τη γονική μέριμνα δίκης ενώπιον του Tribunale di Teramo (πρωτοδικείου Teramo), η L. L. Grigorescu προσέφυγε, στις 30 Σεπτεμβρίου 2009, ενώπιον του Judecătoria București (μονομελούς πρωτοδικείου Βουκουρεστίου, Ρουμανία), ζητώντας να εκδοθεί διαζύγιο, να ανατεθεί σε αυτήν η αποκλειστική επιμέλεια του τέκνου και να υποχρεωθεί ο πατέρας να συμβάλλει στη διατροφή του τέκνου.

    20

    Ο S. Liberato παρέστη ενώπιον του εν λόγω δικαστηρίου και προέβαλε ένσταση εκκρεμοδικίας, υποστηρίζοντας ότι είχε ήδη κινήσει στην Ιταλία διαδικασία για την κήρυξη δικαστικού χωρισμού και την ανάθεση της γονικής μέριμνας. Εντούτοις, με απόφαση της 31ης Μαΐου 2010, το δικαστήριο αυτό εξέδωσε διαζύγιο κηρύσσοντας τη λύση του γάμου, ανέθεσε την αποκλειστική επιμέλεια του τέκνου στη μητέρα και καθόρισε τον τρόπο ασκήσεως του δικαιώματος επικοινωνίας του πατέρα με το τέκνο, καθώς και το ποσό της διατροφής που έπρεπε να καταβάλλει ο πατέρας στο τέκνο.

    21

    Η απόφαση αυτή απέκτησε ισχύ δεδικασμένου κατόπιν της εκδόσεως αποφάσεως του Curtea de Apel București (εφετείου Βουκουρεστίου, Ρουμανία), της 12ης Ιουνίου 2013, με την οποία επικυρώθηκε απόφαση του Tribunalul București (πολυμελούς πρωτοδικείου Βουκουρεστίου, Ρουμανία) της 3ης Δεκεμβρίου 2012, απορρίπτουσα την έφεση που είχε ασκήσει ο S. Liberato κατά της αποφάσεως της 31ης Μαΐου 2010.

    22

    Η διαδικασία κηρύξεως δικαστικού χωρισμού στην Ιταλία περατώθηκε μεταγενέστερα με απόφαση της 8ης Ιουλίου 2013 του Tribunale di Teramo (πρωτοδικείου Teramo). Το δικαστήριο αυτό ανέθεσε αποκλειστικά στον πατέρα την επιμέλεια του τέκνου και διέταξε την άμεση επιστροφή του στην Ιταλία. Καθόρισε επίσης τον τρόπο ασκήσεως του δικαιώματος επικοινωνίας της μητέρας με το τέκνο της στην Ιταλία και επέβαλε στη μητέρα υποχρέωση να συμβάλλει στη διατροφή για τη συντήρηση του τέκνου

    23

    Ειδικότερα, το Tribunale di Teramo (πρωτοδικείο Teramo) απέρριψε το παρεμπίπτον αίτημα της L. L. Grigorescu να αναγνωρισθεί στην Ιταλία, βάσει του κανονισμού 2201/2003, η απόφαση περί διαζυγίου που είχε εκδώσει το Tribunalul București (πολυμελές πρωτοδικείο Βουκουρεστίου) στις 3 Δεκεμβρίου 2012. Συγκεκριμένα, το Tribunale di Teramo (πρωτοδικείο Teramo) επισήμανε ότι η διαδικασία διαζυγίου στη Ρουμανία κινήθηκε κατόπιν της κινήσεως στην Ιταλία διαδικασίας για την κήρυξη δικαστικού χωρισμού και ότι, εν συνεχεία, τα ρουμανικά δικαστήρια παρέβησαν το άρθρο 19 του κανονισμού 2201/2003, καθόσον δεν ανέστειλαν την ενώπιόν τους διαδικασία.

    24

    Η L. L. Grigorescu άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως αυτής και υπέβαλε, προκαταρκτικώς, παρεμπίπτον αίτημα αναγνωρίσεως της αποφάσεως του Curtea de Apel București (εφετείου Βουκουρεστίου) της 12ης Ιουνίου 2013, με την οποία είχε απορριφθεί η ένσταση εκκρεμοδικίας βάσει του σκεπτικού ότι οι δύο υποθέσεις δεν είχαν ίδιο αντικείμενο, κατά το ρουμανικό δικονομικό δίκαιο.

    25

    Με απόφαση της 31ης Μαρτίου 2014, το Corte d’Appello di L’Aquila (εφετείο L’Aquila, Ιταλία) μεταρρύθμισε την απόφαση του Tribunale di Teramo (πρωτοδικείου Teramo) της 8ης Ιουλίου 2013 και δέχθηκε την ένσταση περί ισχύος δεδικασμένου με την οποία είχε περιβληθεί η απόφαση περί διαζυγίου που είχαν εκδώσει τα ρουμανικά δικαστήρια και αφορούσε επίσης την επιμέλεια του τέκνου και τη μέσω διατροφής συμβολή στη συντήρησή του. Το εφετείο αυτό έκρινε ότι η εκ μέρους των δικαιοδοτικών οργάνων του κράτους μέλους, εν προκειμένω της Ρουμανίας, που επελήφθησαν μεταγενέστερα της υποθέσεως παραβίαση των σχετικών με την εκκρεμοδικία κανόνων του δικαίου της Ένωσης δεν ασκούσε επιρροή στο ζήτημα του ελέγχου των προϋποθέσεων για την αναγνώριση των οριστικών μέτρων που έλαβε το κράτος μέλος αυτό και ότι δεν υφίστατο κανένας λόγος, απτόμενος ιδίως της δημοσίας τάξεως, αποκλείων την αναγνώριση της ρουμανικής αποφάσεως.

    26

    Ο S. Liberato άσκησε αναίρεση κατά της αποφάσεως αυτής του Corte d’Appello di L’Aquila (εφετείου L’Aquila).

    27

    Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η εκδοθείσα στη Ρουμανία απόφαση ρυθμίζει ταυτοχρόνως τα ζητήματα του συζυγικού δεσμού, της γονικής μέριμνας και της υποχρεώσεως διατροφής. Στο πλαίσιο της κινηθείσας στην Ιταλία διαδικασίας δικαστικού χωρισμού είχαν υποβληθεί τα ίδια αιτήματα, εκτός του αιτήματος σχετικά με τον συζυγικό δεσμό, το οποίο δεν είναι πανομοιότυπο, διότι στην ιταλική έννομη τάξη απαιτείται να αποδεικνύεται, πριν από την έκδοση του διαζυγίου, ότι πληρούνται οι εκ του νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για τον δικαστικό χωρισμό των συζύγων.

    28

    Το δικαστήριο αυτό εκθέτει ότι δεν υφίστανται λόγοι αντλούμενοι από το άρθρο 22, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 2201/2003, το άρθρο 23, στοιχείο εʹ, του ιδίου κανονισμού και το άρθρο 34, παράγραφος 4, του κανονισμού 44/2001 αποκλείοντες την αναγνώριση της ρουμανικής αποφάσεως όσον αφορά, αντιστοίχως, τη σχέση μεταξύ των συζύγων, τη γονική μέριμνα και τις υποχρεώσεις διατροφής.

    29

    Κατά το αιτούν δικαστήριο πρέπει, πάντως, να εξετασθεί αν μπορεί να γίνει δεκτό ότι παράβαση, κατά το δικαστήριο αυτό πρόδηλη, των σχετικών με την εκκρεμοδικία διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, τις οποίες προβλέπουν το άρθρο 19 του κανονισμού 2201/2003 και το άρθρο 27 του κανονισμού 44/2001, εκ μέρους των δικαστηρίων που εξέδωσαν την απόφαση της οποίας ζητείται η αναγνώριση δύναται να συνιστά λόγο αποκλείοντα την αναγνώριση της αποφάσεως αυτής, καθόσον αντίκειται στη δημόσια τάξη.

    30

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το Corte suprema di cassazione (Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, Ιταλία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    «1)

    Επιδρά η παράβαση των κανόνων περί εκκρεμοδικίας, οι οποίοι προβλέπονται στο άρθρο 19, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 2201/2003, μόνο στον καθορισμό της διεθνούς δικαιοδοσίας, με επακόλουθη εφαρμογή του άρθρου 24 του κανονισμού αυτού, ή μπορεί αντιθέτως η εν λόγω παράβαση να εμποδίζει την αναγνώριση, στο κράτος μέλος του οποίου το δικαστήριο επιλήφθηκε πρώτο, της αποφάσεως που εκδόθηκε στο κράτος μέλος του οποίου το δικαστήριο επιλήφθηκε δεύτερο, για λόγους δικονομικής δημόσιας τάξεως, λαμβανομένου υπόψη ότι το άρθρο 24 [αυτό] παραπέμπει μόνο στους κανόνες που καθορίζουν τη διεθνή δικαιοδοσία και περιέχονται στα άρθρα 3 έως 14 του κανονισμού 2201/2003 και όχι στο άρθρο 19 αυτού;

    2)

    Αντιβαίνει ερμηνεία του άρθρου 19 του κανονισμού 2201/2003, κατά την οποία αυτό νοείται μόνο ως κανόνας καθορισμού της διεθνούς δικαιοδοσίας, στην έννοια της “εκκρεμοδικίας” κατά το δίκαιο της Ένωσης καθώς και στη λειτουργία και στον σκοπό της ρυθμίσεως, η οποία αποβλέπει στον καθορισμό συνόλου κανόνων δικονομικής δημόσιας τάξεως, από τους οποίους δεν χωρεί παρέκκλιση, για τη διασφάλιση της δημιουργίας κοινού χώρου χαρακτηριζόμενου από την αμοιβαία εμπιστοσύνη και την καλόπιστη δικονομική συμπεριφορά μεταξύ των κρατών μελών, εντός του οποίου μπορεί να λειτουργεί η αυτόματη αναγνώριση και η ελεύθερη κυκλοφορία των αποφάσεων;»

    Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

    31

    Πρέπει να επισημανθεί, καταρχάς, ότι τα προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο αφορούν αποκλειστικά την ερμηνεία του κανονισμού 2201/2003. Ωστόσο, μολονότι, όπως μνημονεύεται στην αιτιολογική σκέψη 11 του κανονισμού αυτού, οι υποχρεώσεις διατροφής δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού, αλλά σε εκείνο του κανονισμού 44/2001, από την απόφαση του αιτούντος δικαστηρίου προκύπτει ότι η υπόθεση της κύριας δίκης αφορά την αναγνώριση αποφάσεως η οποία εκδόθηκε στο πλαίσιο υποθέσεως σχετικής όχι μόνον με γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας, αλλά και με υποχρεώσεις διατροφής. Κατά συνέπεια, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί απάντηση λαμβανομένων υπόψη των κανονισμών 2201/2003 και 44/2001.

    32

    Με τα προδικαστικά ερωτήματα, τα οποία πρέπει να εξετασθούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν οι κανόνες περί εκκρεμοδικίας που προβλέπονται στο άρθρο 27 του κανονισμού 44/2001 και στο άρθρο 19 του κανονισμού 2201/2003 έχουν την έννοια ότι, σε περίπτωση κατά την οποία, στο πλαίσιο γαμικής διαφοράς, διαφοράς γονικής μέριμνας ή διαφοράς σχετικής με υποχρεώσεις διατροφής, το δικαστήριο που επιλαμβάνεται δεύτερο της υποθέσεως εκδίδει, κατά παραβίαση των κανόνων αυτών, απόφαση η οποία κατέστη αμετάκλητη, τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται το δικαστήριο που είχε επιληφθεί πρώτο της υποθέσεως δύνανται να απορρίψουν το αίτημα αναγνωρίσεως της αποφάσεως αυτής για τον λόγο ότι η απόφαση αντίκεται προδήλως στη δημόσια τάξη.

    33

    Υπενθυμίζεται συναφώς ότι η L. L. Grigorescu προσέφυγε ενώπιον ρουμανικού δικαστηρίου, στις 30 Σεπτεμβρίου 2009, ζητώντας την έκδοση διαζυγίου μεταξύ αυτής και του S. Liberato και την ανάθεση της επιμέλειας του τέκνου τους, καθώς και να υποχρεωθεί ο δεύτερος να συμβάλλει στη συντήρηση του τέκνου με διατροφή, ενώ ιταλικό δικαστήριο είχε επιληφθεί, πριν από την ως άνω ημερομηνία, αιτήματος κηρύξεως δικαστικού χωρισμού των συζύγων και αιτήματος σχετικού με την επιμέλεια του τέκνου, τα οποία είχε υποβάλει ο S. Liberato, καθώς και ανταγωγής ασκηθείσας από την L. L. Grigorescu με αίτημα να υποχρεωθεί ο τότε σύζυγός της να συμβάλλει στη διατροφή του τέκνου.

    34

    Στηριζόμενο στη διαφορά αντικειμένου μεταξύ των σχετικών με τη γαμική διαφορά αγωγών, δεδομένου ότι αίτημα της πρώτης ήταν η έκδοση διαζυγίου, ενώ της δεύτερης η κήρυξη δικαστικού χωρισμού, το ρουμανικό δικαστήριο έκρινε ότι δεν υφίστατο εκκρεμοδικία κατά την έννοια του άρθρου 19 του κανονισμού 2201/2003 και ότι είχε διεθνή δικαιοδοσία να επιληφθεί της αγωγής που είχε ασκήσει η L. L. Grigorescu.

    35

    Όπως, όμως, έχει κρίνει προγενέστερα το Δικαστήριο, μολονότι στην περίπτωση γαμικών διαφορών, κατά το άρθρο 19, παράγραφος 1, του κανονισμού 2201/2003, οι αγωγές πρέπει να έχουν ασκηθεί μεταξύ των ιδίων διαδίκων, μπορούν, ωστόσο, να έχουν διαφορετικό αντικείμενο, υπό την προϋπόθεση ότι αφορούν δικαστικό χωρισμό, διαζύγιο ή ακύρωση γάμου. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι υφίσταται περίπτωση εκκρεμοδικίας ή συναφών αγωγών, κατά το άρθρο 19 του κανονισμού 2201/2003, οσάκις δύο δικαστήρια διαφορετικών κρατών μελών επιλαμβάνονται το μεν πρώτο διαδικασίας δικαστικού χωρισμού, το δε δεύτερο διαδικασίας εκδόσεως διαζυγίου. Υπό τις συνθήκες αυτές και σε περίπτωση ταυτότητας των διαδίκων, το δικαστήριο που επελήφθη δεύτερο της υποθέσεως αναστέλλει αυτεπαγγέλτως την ενώπιόν του διαδικασία μέχρις ότου διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του δικαστηρίου που είχε επιληφθεί πρώτο της υποθέσεως (απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2015, A, C‑489/14, EU:C:2015:654, σκέψεις 33 και 34).

    36

    Επιπλέον, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 56 και 57 προτάσεών του, εάν κατά τη δίκη σχετικά με τον συζυγικό δεσμό υποβληθούν αιτήματα που αφορούν τη γονική μέριμνα, έχουν εφαρμογή οι σχετικοί με τη λύση του γάμου κανόνες περί εκκρεμοδικίας. Το αυτό ισχύει και στην περίπτωση διαφορών περί υποχρεώσεων διατροφής, δεδομένου ότι οι αγωγές αυτές είναι παρεπόμενες της δίκης σχετικά με την προσωπική κατάσταση, σύμφωνα με το άρθρο 5, σημείο 2, του κανονισμού 44/2001. Ως εκ τούτου, οι πρώτες αγωγές εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 19, παράγραφος 1, του κανονισμού 2201/2003, ενώ οι δεύτερες στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 27 του κανονισμού 44/2001.

    37

    Εν προκειμένω, το δικαστήριο που επελήφθη πρώτο αγωγής με αίτημα την κήρυξη δικαστικού χωρισμού έκρινε ότι έχει διεθνή δικαιοδοσία βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 2201/2003 να αποφανθεί επί των σχετικών με τη γονική μέριμνα και τις υποχρεώσεις διατροφής αιτημάτων, για τον λόγο ότι η L. L. Grigorescu παρέστη ενώπιόν του ως διάδικος και, συνεπώς, δέχθηκε τη διεθνή δικαιοδοσία του.

    38

    Ως εκ τούτου, σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, το δικαστήριο το οποίο επιλαμβάνεται δεύτερο αγωγής με αίτημα την έκδοση διαζυγίου, καθώς και αιτημάτων σχετικών με τη γονική μέριμνα και τις υποχρεώσεις διατροφής, και το οποίο δεν αναστέλλει την ενώπιόν του διαδικασία και κρίνει ότι έχει διεθνή δικαιοδοσία να επιληφθεί των αιτημάτων αυτών παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού 2201/2003 και του άρθρου 27 του κανονισμού 44/2001.

    39

    Για να δοθεί απάντηση στα ερωτήματα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο, επισημαίνεται ότι το άρθρο 19 του κανονισμού 2201/2003 έχει διατύπωση παρεμφερή εκείνης του άρθρου 27 του κανονισμού 44/2001 και καθιερώνει μηχανισμό ισοδύναμο προς εκείνον τον οποίο προβλέπει το δεύτερο αυτό άρθρο προς ρύθμιση των περιπτώσεων εκκρεμοδικίας. Κατά συνέπεια, για την ερμηνεία του κανονισμού 2201/2003 πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι σχετικές με τον κανονισμό 44/2001 κρίσεις του Δικαστηρίου (πρβλ. απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2015, A, C-489/14, EU:C:2015:654, σκέψη 27).

    40

    Εν συνεχεία, πρέπει να υπομνησθούν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του μηχανισμού που καθιερώνεται με τον κανονισμό 2201/2003.

    41

    Ο κανονισμός αυτός βασίζεται στη συνεργασία και την αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των δικαστηρίων, οι οποίες πρέπει να συνεπάγονται την αμοιβαία αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων, ακρογωνιαίο λίθο για τη δημιουργία πραγματικά ενιαίου δικαστικού χώρου (απόφαση της 15ης Φεβρουαρίου 2017, W και V, C-499/15, EU:C:2017:118, σκέψη 50 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    42

    Στο πλαίσιο αυτό, οι κανόνες περί εκκρεμοδικίας επιτελούν σημαντική αποστολή.

    43

    Όπως έχει κρίνει προγενέστερα το Δικαστήριο, οι κανόνες αυτοί αποσκοπούν, προς το συμφέρον της προσήκουσας απονομής της δικαιοσύνης, στο να αποτραπεί το ενδεχόμενο παράλληλης εκδικάσεως υποθέσεως ενώπιον των δικαστηρίων διαφορετικών κρατών μελών και, συνακόλουθα, εκδόσεως ασυμβίβαστων μεταξύ τους αποφάσεων. Προς τούτο, ο νομοθέτης της Ένωσης προέβλεψε σαφή και αποτελεσματικό μηχανισμό για την επίλυση περιπτώσεων εκκρεμοδικίας, ο οποίος στηρίζεται στη χρονική σειρά με την οποία τα δικαστήρια επιλαμβάνονται των οικείων αγωγών (πρβλ. απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2015, A, C-489/14, EU:C:2015:654, σκέψεις 29 και 30 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, και, κατ’ αναλογία, όσον αφορά τον κανονισμό 44/2001, απόφαση της 27ης Φεβρουαρίου 2014, Cartier parfums-lunettes και Axa Corporate Solutions assurances, C-1/13, EU:C:2014:109, σκέψη 40).

    44

    Προκειμένου να διασφαλισθεί η αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού 2201/2003 και σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης στην οποία αυτός στηρίζεται, πρέπει να τονισθεί, πρώτον, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 59 των προτάσεών του, ότι απόκειται σε κάθε δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού αυτού, να διακριβώνει τη διεθνή δικαιοδοσία του (πρβλ. αποφάσεις της 15ης Ιουλίου 2010, Purrucker, C‑256/09, EU:C:2010:437, σκέψη 73, της 12ης Νοεμβρίου 2014, L, C-656/13, EU:C:2014:2364, σκέψη 58, και της 15ης Φεβρουαρίου 2017, W και V, C‑499/15, EU:C:2017:118, σκέψη 54).

    45

    Δεύτερον, κατά το άρθρο 24 του κανονισμού 2201/2003, δεν χωρεί έλεγχος της διεθνούς δικαιοδοσίας του δικαστηρίου του κράτους μέλους προελεύσεως (απόφαση της 9ης Νοεμβρίου 2010, Purrucker, C-296/10, EU:C:2010:665, σκέψη 85). Το αυτό ισχύει και για τον κανονισμό 44/2001, σύμφωνα με το άρθρο του 35, παράγραφος 3.

    46

    Τρίτον, κατά την αιτιολογική σκέψη 21 του κανονισμού 2201/2003, ο κανονισμός αυτός βασίζεται στην αντίληψη ότι η αναγνώριση και η εκτέλεση αποφάσεων που εκδίδονται σε κράτος μέλος πρέπει να στηρίζονται στην αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, ενώ οι λόγοι μη αναγνωρίσεως πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο αναγκαίο (απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 2015, P, C-455/15 PPU, EU:C:2015:763, σκέψη 35).

    47

    Με γνώμονα τα προεκτεθέντα πρέπει να εξετασθεί αν η περίπτωση κατά την οποία απόφαση που κατέστη αμετάκλητη εκδόθηκε κατά παραβίαση των κανόνων περί εκκρεμοδικίας τους οποίους προβλέπουν το άρθρο 27 του κανονισμού 44/2001 και το άρθρο 19 του κανονισμού 2201/2003 αποτελεί λόγο δημοσίας τάξεως που εμποδίζει, βάσει του άρθρου 34 του κανονισμού 44/2001, καθώς και του άρθρου 22, στοιχείο αʹ, και του άρθρου 23, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 2201/2003, τη δυνατότητα αναγνωρίσεως της αποφάσεως αυτής από τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται το δικαστήριο που επελήφθη πρώτο της υποθέσεως.

    48

    Επισημαίνεται συναφώς ότι, κατά το ίδιο το γράμμα του άρθρου 24 του κανονισμού 2201/2003, το κριτήριο περί δημοσίας τάξεως το οποίο διαλαμβάνεται στο άρθρο 22, στοιχείο αʹ, και στο άρθρο 23, στοιχείο αʹ, του κανονισμού αυτού δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής στην περίπτωση των κανόνων διεθνούς δικαιοδοσίας των άρθρων 3 έως 14 του εν λόγω κανονισμού.

    49

    Πρέπει, ως εκ τούτου, να εξετασθεί αν οι κανόνες περί εκκρεμοδικίας αποτελούν κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας όπως εκείνοι που περιέχονται στα άρθρα 3 έως 14 του κανονισμού αυτού.

    50

    Συναφώς, μολονότι, βεβαίως, οι κανόνες περί εκκρεμοδικίας οι οποίοι προβλέπονται στο άρθρο 19 του κανονισμού 2201/2003 δεν καταλέγονται μεταξύ των κανόνων που μνημονεύει ρητώς το άρθρο 24 του κανονισμού αυτού, το ίδιο αυτό άρθρο 19 αποτελεί μέρος του κεφαλαίου II του εν λόγω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Δικαιοδοσία».

    51

    Επιπλέον, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 77 των προτάσεών του, σε περίπτωση κατά την οποία, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, το δικαστήριο που επελήφθη πρώτο της υποθέσεως, αποφαινόμενο επί παρεμπίπτοντος αιτήματος αναγνωρίσεως, εξετάζει αν οι κανόνες περί εκκρεμοδικίας εφαρμόσθηκαν προσηκόντως από το δικαστήριο που επελήφθη δεύτερο και, ως εκ τούτου, τους λόγους για τους οποίους το τελευταίο δεν έκρινε ότι στερείται διεθνούς δικαιοδοσίας, τότε το δικαστήριο που επελήφθη πρώτο της υποθέσεως διενεργεί κατ’ ανάγκην έλεγχο της διεθνούς δικαιοδοσίας του δικαστηρίου που επελήφθη δεύτερο. Όπως, όμως, υπομνήσθηκε στη σκέψη 45 της παρούσας αποφάσεως, το άρθρο 24 του κανονισμού 2201/2003 δεν επιτρέπει τέτοιον έλεγχο.

    52

    Επομένως, ανεξαρτήτως του ότι η κατά το άρθρο 24 του κανονισμού απαγόρευση δεν μνημονεύει ρητώς το άρθρο 19 του εν λόγω κανονισμού, προβαλλόμενη παράβαση του τελευταίου αυτού άρθρου δεν καθιστά δυνατό στο δικαστήριο που επελήφθη πρώτο της υποθέσεως, άλλως θα προβεί σε έλεγχο της διεθνούς δικαιοδοσίας του δικαστηρίου που επελήφθη της υποθέσεως δεύτερο, να απορρίψει αίτημα αναγνωρίσεως αποφάσεως την οποία εξέδωσε το δεύτερο δικαστήριο κατά παράβαση του κανόνα περί εκκρεμοδικίας της διατάξεως αυτής (βλ. κατ’ αναλογία, όσον αφορά το άρθρο 15 του κανονισμού 2201/2003, απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 2015, P, C-455/15 PPU, EU:C:2015:763, σκέψη 45).

    53

    Οι κρίσεις αυτές έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση των κανόνων περί εκκρεμοδικίας του άρθρου 27 του κανονισμού 44/2001, σχετικά με τις υποχρεώσεις διατροφής, δεδομένου ότι το άρθρο 35, παράγραφος 3, του κανονισμού αυτού προβλέπει επίσης ότι δεν χωρεί έλεγχος της διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων του κράτους μέλους προελεύσεως.

    54

    Επισημαίνεται επίσης ότι το δικαστήριο του κράτους στο οποίο ζητείται η αναγνώριση δεν δύναται, άλλως θα έθετε σε κίνδυνο την επίτευξη του σκοπού των κανονισμών 2201/2003 και 44/2001, να αρνηθεί την αναγνώριση αποφάσεως προερχομένης από άλλο κράτος μέλος απλώς και μόνον επειδή εκτιμά ότι με την απόφαση εκείνη εφαρμόσθηκε εσφαλμένα το εθνικό δίκαιο ή το δίκαιο της Ένωσης (πρβλ. αποφάσεις της 16ης Ιουλίου 2015, Diageo Brands, C-681/13, EU:C:2015:471, σκέψη 49, και της 19ης Νοεμβρίου 2015, P, C-455/15 PPU, EU:C:2015:763, σκέψη 46).

    55

    Η ανάλυση αυτή επιρρωννύεται από το γεγονός ότι οι λόγοι μη αναγνωρίσεως αποφάσεως επειδή αυτή αντίκειται προδήλως στη δημόσια τάξη, κατά το άρθρο 22, στοιχείο αʹ, και το άρθρο 23, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 2201/2003, καθώς και το άρθρο 34 του κανονισμού 44/2001, πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικώς, επειδή συνιστούν εμπόδιο στην επίτευξη ενός εκ των θεμελιωδών σκοπών των κανονισμών αυτών, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 46 της παρούσας αποφάσεως (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 2015, P, C-455/15 PPU, EU:C:2015:763, σκέψη 36).

    56

    Κατά συνέπεια, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι οι κανόνες περί εκκρεμοδικίας που προβλέπονται στο άρθρο 27 του κανονισμού 44/2001 και στο άρθρο 19 του κανονισμού 2201/2003 έχουν την έννοια ότι, σε περίπτωση κατά την οποία, στο πλαίσιο γαμικής διαφοράς, διαφοράς γονικής μέριμνας ή διαφοράς σχετικής με υποχρεώσεις διατροφής, το δικαστήριο που επιλαμβάνεται δεύτερο της υποθέσεως εκδίδει, κατά παραβίαση των κανόνων αυτών, απόφαση η οποία κατέστη αμετάκλητη, δεν επιτρέπουν στα δικαστήρια του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται το δικαστήριο που είχε επιληφθεί πρώτο της υποθέσεως να απορρίψουν για τον λόγο αυτό και μόνον αίτημα αναγνωρίσεως της αποφάσεως αυτής. Ειδικότερα, η παράβαση αυτή δεν δικαιολογεί, αφ’ εαυτής, τη μη αναγνώριση της εν λόγω αποφάσεως επειδή η απόφαση αντίκεται προδήλως στη δημόσια τάξη του οικείου κράτους μέλους.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    57

    Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

     

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφαίνεται:

     

    Οι κανόνες περί εκκρεμοδικίας που προβλέπονται στο άρθρο 27 του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, και στο άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2003, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας, ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΚ) 1347/2000, έχουν την έννοια ότι, σε περίπτωση κατά την οποία, στο πλαίσιο γαμικής διαφοράς, διαφοράς γονικής μέριμνας ή διαφοράς σχετικής με υποχρεώσεις διατροφής, το δικαστήριο που επιλαμβάνεται δεύτερο της υποθέσεως εκδίδει, κατά παραβίαση των κανόνων αυτών, απόφαση η οποία κατέστη αμετάκλητη, δεν επιτρέπουν στα δικαστήρια του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται το δικαστήριο που είχε επιληφθεί πρώτο της υποθέσεως να απορρίψουν για τον λόγο αυτό και μόνον αίτημα αναγνωρίσεως της αποφάσεως αυτής. Ειδικότερα, η παράβαση αυτή δεν δικαιολογεί, αφ’ εαυτής, τη μη αναγνώριση της εν λόγω αποφάσεως επειδή η απόφαση αντίκεται προδήλως στη δημόσια τάξη του οικείου κράτους μέλους.

     

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.

    Top