Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62017CJ0026

    Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 13ης Σεπτεμβρίου 2018.
    Birkenstock Sales GmbH κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
    Αίτηση αναιρέσεως – Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διεθνής καταχώριση με ισχύ στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Εικονιστικό σήμα το οποίο αναπαριστά σχέδιο διασταυρούμενων κυματοειδών γραμμών – Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Διακριτικός χαρακτήρας – Σχέδιο επιφανείας.
    Υπόθεση C-26/17 P.

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2018:714

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα)

    της 13ης Σεπτεμβρίου 2018 ( *1 )

    «Αίτηση αναιρέσεως – Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διεθνής καταχώριση με ισχύ στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Εικονιστικό σήμα το οποίο αναπαριστά σχέδιο διασταυρούμενων κυματοειδών γραμμών – Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Διακριτικός χαρακτήρας – Σχέδιο επιφανείας»

    Στην υπόθεση C‑26/17 P,

    με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ασκήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 2017,

    Birkenstock Sales GmbH, με έδρα το Vettelschoß (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τον C. Menebröcker και την V. Töbelmann, Rechtsanwälte,

    αναιρεσείουσα,

    όπου ο έτερος διάδικος είναι το:

    Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), εκπροσωπούμενο από την D. Walicka,

    καθού πρωτοδίκως,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δέκατο τμήμα),

    συγκείμενο από τους E. Levits, πρόεδρο τμήματος, A. Borg Barthet (εισηγητή) και M. Berger, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: M. Szpunar

    γραμματέας: C. Strömholm, διοικητική υπάλληλος,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 21ης Μαρτίου 2018,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 6ης Ιουνίου 2018,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    Με την αίτηση αναιρέσεως, η Birkenstock Sales GmbH ζητεί την αναίρεση της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 9ης Νοεμβρίου 2016, Birkenstock Sales κατά EUIPO (αναπαράσταση σχεδίου με διασταυρούμενες κυματοειδείς γραμμές) (T‑579/14, στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, EU:T:2016:650), στο μέτρο που με αυτή το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε εν μέρει την προσφυγή ακυρώσεως που η νυν αναιρεσείουσα είχε ασκήσει κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 15ης Μαΐου 2014 (υπόθεση R 1952/2013‑1), σχετικά με την αίτηση διεθνούς καταχωρίσεως, με ισχύ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εικονιστικού σήματος που αναπαριστά σχέδιο με διασταυρούμενες κυματοειδείς γραμμές (στο εξής: επίμαχη απόφαση).

    Το νομικό πλαίσιο

    2

    Ο κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1), ορίζει στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, τα εξής:

    «1.   Δεν γίνονται δεκτά για καταχώριση:

    […]

    β)

    τα σήματα που στερούνται διακριτικού χαρακτήρα·

    […]».

    Ιστορικό της διαφοράς

    3

    Η αναιρεσείουσα έχει υπεισέλθει στα δικαιώματα της Birkenstock Orthopädie GmbH & Co. KG, η οποία, στις 27 Ιουνίου 2012, εξασφάλισε από το διεθνές γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας (ΠΟΔΙ) διεθνή καταχώριση, βασιζόμενη σε γερμανικό σήμα, με ισχύ, μεταξύ άλλων, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για το ακόλουθο εικονιστικό σήμα:

    Image

    4

    Στις 25 Οκτωβρίου 2012, κοινοποιήθηκε στο EUIPO η διεθνής καταχώριση του επίμαχου σημείου (στο εξής: επίδικο σημείο).

    5

    Η επέκταση της προστασίας ζητήθηκε για προϊόντα που υπάγονται στις κλάσεις 10, 18 και 25 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί (στο εξής: Διακανονισμός της Νίκαιας), και αντιστοιχούν, για κάθε μία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

    κλάση 10: «Χειρουργικές, ιατρικές, οδοντιατρικές και κτηνιατρικές συσκευές και όργανα, τεχνητά μέλη, μάτια και δόντια, ορθοπεδικά είδη, υλικό ραμμάτων, υλικό χειρουργικών ραμμάτων, ορθοπεδικά υποδήματα, συμπεριλαμβανομένων των ορθοπεδικών υποδημάτων αποκαταστάσεως, φυσιοθεραπείας των ποδιών, για θεραπευτική χρήση και εκείνων που έχουν σχεδιασθεί για άλλες ιατρικές εφαρμογές, καθώς και των τμημάτων αυτών, συμπεριλαμβανομένων των ορθοπεδικών υποδημάτων, και δη των ορθοπεδικών υποδημάτων με ενσωματωμένους ειδικούς πάτους ή με ορθοπεδικές συσκευές υποστηρίξεως του ποδιού, καθώς και ορθοπεδικά ένθετα για το πέλμα και ένθετα υποδημάτων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι ορθοπεδικές συσκευές για την υποστήριξη του ποδιού και ορθοπεδικά ένθετα υποδημάτων καθώς και τα τμήματα αυτών, συμπεριλαμβανομένων των άκαμπτων θερμοπλαστικών ενθέτων, τμήματα υποδημάτων και ένθετα υποδημάτων για την προσαρμογή ορθοπεδικών υποδημάτων, ιδίως ένθετα, πλατφόρμες, μαξιλαράκια, εσωτερικές σόλες, υλικό πληρώσεως από αφρό, μαξιλαράκια αφρού και χυτές σόλες υποδημάτων, συμπεριλαμβανομένων τόσο εσωτερικών ενθέτων εξ ολοκλήρου από πλαστικό και ορθοπεδικών πάτων από φυσικό φελλό, θερμικό φελλό, πλαστικό, λάτεξ ή κυψελώδεις πλαστικές ύλες, συμπεριλαμβανομένων ως ελαστικών τμημάτων από φελλό και λάτεξ ή από πλαστικό και φελλό, ορθοπεδικά ένθετα για το πέλμα και ένθετα υποδημάτων, ορθοπεδικές συσκευές για την υποστήριξη του ποδιού και του υποδήματος, ορθοπεδικά είδη υποδήσεως, ιδίως ορθοπεδικές κάλτσες και σανδάλια, ορθοπεδικές εσωτερικές σόλες, ένθετα, συμπεριλαμβανομένων των ενθέτων από πλαστικό, λάτεξ ή κυψελώδεις πλαστικές ύλες, συμπεριλαμβανομένων ως ελαστικών τμημάτων από φελλό και λάτεξ ή από πλαστικό και φελλό»·

    κλάση 18: «Δέρμα και απομιμήσεις δέρματος, είδη από αυτά τα υλικά μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις, δέρματα ζώων, γουνόδερμα, κιβώτια και τσάντες ταξιδίου, ομπρέλες, αλεξήλια και ράβδοι περιπάτου, μαστίγια, ζώνες ασφαλείας για ανάρτηση και είδη σελοποιίας, πορτοφόλια για κέρματα, τσάντες, τσάντες χειρός, θήκες μεταφοράς εγγράφων, τσαντάκια που προσαρμόζονται στη ζώνη, ιματιοθήκες ταξιδίου, θήκες με τη μορφή πορτοφολιών για κλειδιά, βαλιτσάκια για είδη καλλωπισμού, τσαντάκια για είδη προσωπικής περιποίησης, βαλιτσάκια για είδη καλλωπισμού, καλούμενα “vanity cases”, ταξιδιωτικοί σάκοι, σακίδια πλάτης»·

    κλάση 25: «Ενδύματα, είδη πιλοποιίας, υποδήματα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα ανατομικά υποδήματα και τα υποδήματα εργασίας, τα υποδήματα για δραστηριότητες αναψυχής, για την υγεία των ποδιών και για την άθληση, στα οποία συμπεριλαμβάνονται σανδάλια, σανδάλια για την τόνωση του κατωτέρου μυϊκού συστήματος, σαγιονάρες, παντόφλες, τσόκαρα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και εκείνα με ενσωματωμένους ειδικούς πάτους, ιδίως πάτους μεγάλου πάχους, ανατομικούς και προσαρμοζόμενους, συσκευές υποστηρίξεως του ποδιού καθώς και ένθετα προστασίας του πέλματος και ένθετα υποδημάτων, ένθετα προστασίας, τμήματα και εξαρτήματα των προαναφερθέντων ειδών υποδήσεως, ήτοι ψίδια υποδημάτων, ένθετα για τακούνια, εξωτερικές σόλες, εσωτερικές σόλες, τμήματα προστατευτικών βάσεων υποδημάτων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται πάτοι, συσκευές υποστηρίξεως του ποδιού, ένθετα προστασίας του πέλματος και ένθετα υποδημάτων, ιδίως πάτοι μεγάλου πάχους, ανατομικοί και προσαρμοζόμενοι, ιδίως από φυσικό φελλό, θερμικό φελλό, πλαστικό, λάτεξ ή κυψελώδεις πλαστικές ύλες, εσωτερικές σόλες, είδη υποδήσεως, στα οποία συμπεριλαμβάνονται υποδήματα και σανδάλια, μπότες, καθώς και τμήματα και εξαρτήματα όλων των προαναφερθέντων προϊόντων τα οποία περιλαμβάνονται στην οικεία κλάση, ζώνες, σάλια και μαντίλια για το κεφάλι».

    6

    Στις 21 Νοεμβρίου 2012, ο εξεταστής κοινοποίησε στη νυν αναιρεσείουσα πλήρη αυτεπάγγελτη προσωρινή απόρριψη της προστασίας του διεθνούς σήματος εντός της Ένωσης. Ο λόγος που προβλήθηκε προς στήριξη της εν λόγω απορρίψεως ήταν η έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα του επίδικου σημείου για το σύνολο των οικείων προϊόντων, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009.

    7

    Με απόφαση της 29ης Αυγούστου 2013, και αφότου η νυν αναιρεσείουσα είχε απαντήσει στις αντιρρήσεις που περιλαμβάνονταν στην κοινοποίηση της προσωρινής απορρίψεως, το τμήμα εξετάσεως του EUIPO επικύρωσε, για τον ίδιο λόγο με εκείνον που είχε προβληθεί προηγουμένως, την πλήρη απόρριψη της προστασίας του διεθνούς σήματος εντός της Ένωσης.

    8

    Στις 4 Οκτωβρίου 2013, η νυν αναιρεσείουσα άσκησε προσφυγή ενώπιον του EUIPO κατά της ανωτέρω αποφάσεως, δυνάμει των άρθρων 58 έως 60 του κανονισμού 207/2009.

    9

    Με απόφαση της 15ης Μαΐου 2014, το πρώτο τμήμα προσφυγών του EUIPO (στο εξής: τμήμα προσφυγών) απέρριψε την προσφυγή, καθότι έκρινε ότι το επίδικο σημείο εστερείτο διακριτικού χαρακτήρα για τα επίμαχα προϊόντα.

    10

    Το τμήμα προσφυγών έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι το εν λόγω σημείο έφερε κυματοειδείς γραμμές που τέμνονταν εγκάρσια και δη σε επαναλαμβανόμενη ακολουθία δυνάμενη να εκτείνεται και προς τις τέσσερις κατευθύνσεις του τετραγώνου και μπορούσε, επομένως, να αποτυπώνεται σε κάθε επιφάνεια, δισδιάστατη ή τρισδιάστατη. Κατά συνέπεια, το επίδικο σημείο εκλαμβανόταν αμέσως ως αναπαράσταση σχεδίου επιφανείας.

    11

    Επιπροσθέτως, το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι ήταν παγκοίνως γνωστό ότι οι επιφάνειες των προϊόντων ή η συσκευασία τους κοσμούνται με σχέδια για διάφορους λόγους, ιδίως για να βελτιωθεί αισθητικώς η εμφάνισή τους και/ή για τεχνικούς λόγους.

    12

    Υπογράμμισε ότι, κατά τη νομολογία, δεδομένου ότι ο μέσος καταναλωτής δεν συνηθίζει να τεκμαίρει την εμπορική προέλευση των προϊόντων βάσει σημείων που συγχέονται με την εμφάνιση των προϊόντων αυτών καθαυτά, τέτοια σημεία διαθέτουν διακριτικό χαρακτήρα, υπό την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, μόνον εφόσον αποκλίνουν ουσιωδώς από τα γενικώς ή συνήθως ισχύοντα στον κλάδο. Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι η νομολογία αυτή τυγχάνει εφαρμογής εν προκειμένω, διότι το επίδικο σημείο θα συγχεόταν με την εμφάνιση των επίμαχων προϊόντων.

    13

    Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι η γενική εντύπωση που δημιουργούσε το επίδικο σημείο ήταν συνηθισμένη και ότι το σχέδιο αυτό επιφανείας μπορούσε να απαντά σε όλα τα επίμαχα προϊόντα, για τα οποία θα επιτελούσε ενδεχομένως αισθητική και/ή τεχνική λειτουργία. Κατά το εν λόγω τμήμα, η συνολική εντύπωση που δημιουργούσε το σημείο αυτό δεν απέκλινε ουσιωδώς, ή δεν απέκλινε καθόλου, από τα συνήθως ισχύοντα στους οικείους κλάδους.

    14

    Το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο κοινό θα αντιλαμβανόταν, κατά πάσα πιθανότητα, το εν λόγω σημείο ως απλό σχέδιο επιφανείας και όχι ως ένδειξη συγκεκριμένης εμπορικής προελεύσεως.

    Η προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση

    15

    Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου την 1η Αυγούστου 2014, η νυν αναιρεσείουσα άσκησε προσφυγή με αίτημα την ακύρωση της επίμαχης αποφάσεως.

    16

    Προς στήριξη της προσφυγής, η νυν αναιρεσείουσα προέβαλε έναν μόνον λόγο ακυρώσεως, αντλούμενο από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009. Ισχυρίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι το τμήμα προσφυγών δεν είχε βασισθεί στο επίδικο σημείο υπό την καταχωρισμένη του μορφή, ήτοι μια εικόνα της οποίας η επιφάνεια είναι σαφώς οριοθετημένη και η οποία δεν συγχέεται με το σχήμα των προϊόντων, αλλά είχε διευρύνει αδικαιολόγητα το εν λόγω σημείο δηλώνοντας ότι αυτό μπορούσε να αναπαραχθεί και να συνεχισθεί.

    17

    Αφού υπενθύμισε τη σχετική νομολογία στις σκέψεις 23 έως 27 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε τη δυνατότητα εφαρμογής, εν προκειμένω, της νομολογίας σχετικά με τα σημεία που συγχέονται με την εμφάνιση των προϊόντων. Προς τούτο, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε ειδικότερα, στις σκέψεις 50 έως 68 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το ζήτημα του κριτηρίου που είναι κρίσιμο προκειμένου ένα σημείο, το οποίο αποτελείται από σειρά περιοδικώς επαναλαμβανόμενων στοιχείων και προσδιορίζεται ως εικονιστικό σήμα, να μπορεί να θεωρηθεί σχέδιο επιφανείας όσον αφορά τα επίμαχα προϊόντα.

    18

    Συναφώς, στις σκέψεις 54 έως 57 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι, μόνον όταν η χρήση σχεδίου επιφανείας είναι μάλλον απίθανη λόγω της φύσεως των επίμαχων προϊόντων, μπορεί ένα τέτοιο σημείο να μη θεωρηθεί σχέδιο επιφανείας, όσον αφορά τα επίμαχα προϊόντα.

    19

    Υπό το πρίσμα του ως άνω κριτηρίου, το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι, όσον αφορά τα «τεχνητά μέλη, μάτια και δόντια», το «υλικό ραμμάτων, υλικό χειρουργικών ραμμάτων» και τα «δέρματα ζώων, γουνόδερμα», το τμήμα προσφυγών κακώς είχε εφαρμόσει την εν λόγω νομολογία, βασιζόμενο σε εσφαλμένα κριτήρια εξετάσεως και ότι, ως εκ τούτου, έπρεπε να ακυρώσει την επίμαχη απόφαση όσον αφορά τα προϊόντα αυτά. Αντιθέτως, όσον αφορά τα λοιπά προϊόντα που υπάγονται στις κλάσεις 10, 18 και 25 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι το τμήμα προσφυγών είχε εφαρμόσει ορθώς τη νομολογία σχετικά με τα σημεία που συγχέονται με την εμφάνιση των προϊόντων.

    20

    Ως προς τα τελευταία αυτά προϊόντα, τα οποία αφορά το διεθνές σήμα του οποίου ζητείται η προστασία, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε, στις σκέψεις 129 έως 153 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, εάν το τμήμα προσφυγών ορθώς είχε κρίνει ότι το επίδικο σημείο δεν απέκλινε ουσιωδώς από τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στους οικείους κλάδους. Το Γενικό Δικαστήριο επικύρωσε την εκτίμηση αυτή.

    21

    Κατά συνέπεια, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την επίμαχη απόφαση όσον αφορά τα ακόλουθα προϊόντα: «τεχνητά μέλη, μάτια και δόντια», «υλικό ραμμάτων, υλικό χειρουργικών ραμμάτων» και «δέρματα ζώων, γουνόδερμα», και απέρριψε την προσφυγή κατά τα λοιπά.

    Αιτήματα των διαδίκων

    22

    Με την αίτηση αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

    να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

    να κάνει δεκτά τα αιτήματα που είχε προβάλει πρωτοδίκως, και

    να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των εξόδων των διαδικασιών ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και ενώπιον του τμήματος προσφυγών.

    23

    Το EUIPO ζητεί από το Δικαστήριο να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως, καθώς και να καταδικάσει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα.

    Επί της αιτήσεως αναιρέσεως

    24

    Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει τρεις λόγους αναιρέσεως, αντλούμενους, αντιστοίχως, από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, από αντιφάσεις στην αιτιολογία της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και από παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών.

    Επί του πρώτου λόγου αναιρέσεως

    Επί του πρώτου σκέλους του πρώτου λόγου αναιρέσεως

    – Επιχειρήματα των διαδίκων

    25

    Με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι κακώς έλαβε υπόψη, στις σκέψεις 54 επ. της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ως κρίσιμο κριτήριο την εφαρμογή εν προκειμένω της νομολογίας σχετικά με τα σημεία που συγχέονται με την εμφάνιση των προϊόντων όσον αφορά τα επίμαχα προϊόντα, το κριτήριο που έγκειται στην απλή «δυνατότητα» χρήσεως του επίδικου σημείου ως σχεδίου επιφανείας.

    26

    Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο έχει κρίνει, μεταξύ άλλων στη διάταξη της 26ης Απριλίου 2012, Deichmann κατά ΓΕΕΑ (C‑307/11 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2012:254), ότι η χρήση του οικείου σημείου ως σχεδίου επιφανείας πρέπει απαραιτήτως να είναι η «πιθανότερη χρήση». Κατά συνέπεια, η δυνατότητα και μόνον χρήσεως του επίμαχου διεθνούς σήματος ως σχεδίου επιφανείας δεν αρκεί ώστε να εφαρμοσθεί η νομολογία σχετικά με τα σημεία που συγχέονται με την εμφάνιση των προϊόντων.

    27

    Αποφαινόμενο ότι σημείο που αποτελείται από σειρά περιοδικώς επαναλαμβανόμενων στοιχείων μπορεί να μη θεωρηθεί σχέδιο επιφανείας μόνον όταν η χρήση τέτοιου σχεδίου είναι μάλλον απίθανη λόγω της φύσεως των επίμαχων προϊόντων, το Γενικό Δικαστήριο καθόρισε, κατά την άποψη της αναιρεσείουσας, διαφορετικό κριτήριο από εκείνο που έγκειται στην «πιθανότερη χρήση». Το πρώτο ως άνω κριτήριο εκτιμήσεως επιβάλλει, ως προς τα εικονιστικά σήματα που αποτελούνται από σειρά επαναλαμβανόμενων στοιχείων, δεσμευτικότερα κριτήρια από εκείνα που επιβάλλονται ως προς άλλα είδη σημάτων για την εκτίμηση του διακριτικού τους χαρακτήρα.

    28

    Το EUIPO υποστηρίζει ότι το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως είναι απαράδεκτο και, επικουρικώς, αβάσιμο.

    – Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    29

    Όσον αφορά το παραδεκτό του πρώτου σκέλους του πρώτου λόγου αναιρέσεως, αρκεί να υπομνησθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 256 ΣΛΕΕ και το άρθρο 58, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αναίρεση περιορίζεται σε νομικά ζητήματα. Το Γενικό Δικαστήριο είναι το μόνο αρμόδιο να διαπιστώνει και να εκτιμά τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, καθώς και να εκτιμά τα αποδεικτικά στοιχεία. Η εκτίμηση αυτών των πραγματικών περιστατικών και αποδεικτικών στοιχείων δεν συνιστά, συνεπώς, υπό την επιφύλαξη ενδεχόμενης παραμορφώσεώς τους, νομικό ζήτημα υποκείμενο, αυτό καθαυτό, στον έλεγχο του Δικαστηρίου στο πλαίσιο αιτήσεως αναιρέσεως (απόφαση της 2ας Σεπτεμβρίου 2010, Calvin Klein Trademark Trust κατά ΓΕΕΑ, C‑254/09 P, EU:C:2010:488, σκέψη 49 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    30

    Συναφώς, αρκεί η διαπίστωση ότι, με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο, στηριζόμενο στο κριτήριο που έγκειται στη δυνατότητα χρήσεως του επίδικου σημείου ως σχεδίου επιφανείας, προκειμένου να εφαρμόσει τη νομολογία σχετικά με τα σημεία που συγχέονται με την εμφάνιση των προϊόντων, υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο. Ως εκ τούτου, το σκέλος αυτό, με το οποίο εγείρεται νομικό ζήτημα, είναι παραδεκτό στο πλαίσιο αιτήσεως αναιρέσεως.

    31

    Όσον αφορά το βάσιμο του εν λόγω σκέλους, όπως προκύπτει από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, ο διακριτικός χαρακτήρας σήματος, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, σημαίνει ότι το σήμα αυτό καθιστά δυνατό τον προσδιορισμό του προϊόντος για το οποίο ζητείται η καταχώριση ως προερχομένου από συγκεκριμένη επιχείρηση και, επομένως, τη διάκριση του προϊόντος αυτού από αντίστοιχα προϊόντα άλλων επιχειρήσεων. Ο διακριτικός αυτός χαρακτήρας πρέπει να εκτιμάται, αφενός, σε σχέση με τις υπηρεσίες και τα προϊόντα για τα οποία ζητείται η καταχώριση και, αφετέρου, σε σχέση με την αντίληψη που έχει περί αυτού το ενδιαφερόμενο κοινό (αποφάσεις της 25ης Οκτωβρίου 2007, Develey κατά ΓΕΕΑ, C‑238/06 P, EU:C:2007:635, σκέψη 79 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, καθώς και της 21ης Ιανουαρίου 2010, Audi κατά ΓΕΕΑ, C‑398/08 P, EU:C:2010:29, σκέψεις 33 και 34).

    32

    Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο ορθώς υπενθύμισε, στη σκέψη 23 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι τα κριτήρια βάσει των οποίων εκτιμάται ο διακριτικός χαρακτήρας των τρισδιάστατων σημάτων που συνίστανται στην εμφάνιση του ίδιου του προϊόντος δεν διαφέρουν από εκείνα που ισχύουν για τις λοιπές κατηγορίες σημάτων. Διευκρίνισε επίσης ότι, στο πλαίσιο εφαρμογής των κριτηρίων αυτών, η αντίληψη του μέσου καταναλωτή δεν είναι κατ’ ανάγκην η ίδια στην περίπτωση τρισδιάστατου σήματος, συνιστάμενου στην εμφάνιση του ίδιου του προϊόντος, και στην περίπτωση λεκτικού ή εικονιστικού σήματος, συνιστάμενου σε σημείο ανεξάρτητο της εμφανίσεως των προϊόντων που προσδιορίζει. Πράγματι, ο μέσος καταναλωτής δεν συνηθίζει να τεκμαίρει την προέλευση ενός προϊόντος βάσει του σχήματός του ή του σχήματος της συσκευασίας του, χωρίς την ύπαρξη κάποιου εικονιστικού ή λεκτικού στοιχείου, και, επομένως, η διαπίστωση του διακριτικού χαρακτήρα ενός τέτοιου τρισδιάστατου σήματος ενδέχεται να αποβεί δυσχερέστερη από τη διαπίστωση του διακριτικού χαρακτήρα κάποιου λεκτικού ή εικονιστικού σήματος (αποφάσεις της 7ης Οκτωβρίου 2004, Mag Instrument κατά ΓΕΕΑ, C‑136/02 P, EU:C:2004:592, σκέψη 30, καθώς και της 22ας Ιουνίου 2006, Storck κατά ΓΕΕΑ, C‑25/05 P, EU:C:2006:422, σκέψεις 26 και 27).

    33

    Υπό τις συνθήκες αυτές, όπως επίσης υπενθύμισε το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 24 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, διακριτικό χαρακτήρα διαθέτει μόνον το σήμα εκείνο το οποίο αποκλίνει ουσιωδώς από τα γενικώς ή συνήθως ισχύοντα στον κλάδο και, λόγω αυτού του γεγονότος, μπορεί να επιτελεί τη βασική του λειτουργία προσδιορισμού της προελεύσεως του προϊόντος, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 (αποφάσεις της 12ης Ιανουαρίου 2006, Deutsche SiSi-Werke κατά ΓΕΕΑ, C‑173/04 P, EU:C:2006:20, σκέψη 31, και της 22ας Ιουνίου 2006, Storck κατά ΓΕΕΑ, C‑25/05 P, EU:C:2006:422, σκέψη 28).

    34

    Η νομολογία αυτή, η οποία αναπτύχθηκε σε σχέση με τα τρισδιάστατα σήματα που αποτελούνται από την όψη του ίδιου του προϊόντος, εφαρμόζεται επίσης όταν το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση είναι εικονιστικό σήμα αποτελούμενο από τη δισδιάστατη παράσταση του εν λόγω προϊόντος (απόφαση της 22ας Ιουνίου 2006, Storck κατά ΓΕΕΑ, C‑25/05 P, EU:C:2006:422, σκέψη 29), ή ακόμη όταν το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση είναι σημείο που συνίσταται σε σχέδιο αποτυπωμένο στην επιφάνεια του προϊόντος (βλ., συναφώς, διάταξη της 28ης Ιουνίου 2004, Glaverbel κατά ΓΕΕΑ, C‑445/02 P, EU:C:2004:393, σκέψεις 22 έως 24). Πράγματι, σε αμφότερες τις ως άνω περιπτώσεις, το σήμα δεν συνίσταται σε σημείο ανεξάρτητο της εμφανίσεως των προϊόντων που προσδιορίζει.

    35

    Η εν λόγω νομολογία εφαρμόζεται επίσης οσάκις το σήμα αναπαριστά μέρος μόνον του προσδιοριζόμενου προϊόντος (διάταξη της 13ης Σεπτεμβρίου 2011, Wilfer κατά ΓΕΕΑ, C‑546/10 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2011:574, σκέψη 59, και απόφαση της 15ης Μαΐου 2014, Louis Vuitton Malletier κατά ΓΕΕΑ, C‑97/12 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2014:324, σκέψη 54).

    36

    Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι ορθώς απεφάνθη το Γενικό Δικαστήριο, στη σκέψη 28 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι καθοριστικό στοιχείο, όσον αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής της νομολογίας σχετικά με τα τρισδιάστατα σήματα που συγχέονται με την εμφάνιση των προϊόντων, δεν είναι ο χαρακτηρισμός του οικείου σημείου ως «εικονιστικού», «τρισδιάστατου» ή άλλου είδους, αλλά το γεγονός ότι συγχέεται με την εμφάνιση του προσδιοριζόμενου προϊόντος

    37

    Το ως άνω καθοριστικό στοιχείο προϋποθέτει, όπως κατ’ ουσίαν επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 52 και 53 των προτάσεών του, την ύπαρξη ομοιότητας μεταξύ του σημείου και των σχετικών προϊόντων ή μέρους αυτών, η οποία πρέπει να εκτιμάται βάσει της φύσεως των εν λόγω προϊόντων και να γίνεται αντιληπτή από το ενδιαφερόμενο κοινό.

    38

    Υπό το πρίσμα αυτών ακριβώς των σκέψεων πρέπει να εξετασθεί εάν, όπως υποστηρίζει η αναιρεσείουσα, το Γενικό Δικαστήριο έπρεπε να λάβει υπόψη, ως κρίσιμο κριτήριο για να μπορεί να εφαρμοσθεί η νομολογία σχετικά με τα σημεία που συγχέονται με την εμφάνιση των προϊόντων, το κριτήριο που έγκειται στην πιθανότερη χρήση του επίδικου σημείου ως σχεδίου επιφανείας.

    39

    Συναφώς, στις σκέψεις 36 και 37 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι το επίδικο σημείο είναι εικονιστικό σημείο, το οποίο αποτελείται από σειρά περιοδικώς επαναλαμβανόμενων στοιχείων δυνάμενη να εκτείνεται στο άπειρο και προς τις τέσσερις κατευθύνσεις, και το οποίο προσφέρεται κατεξοχήν για χρήση ως σχέδιο επιφανείας. Στη σκέψη 48 της αποφάσεως αυτής, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι τα προϊόντα που καλύπτονται από το σήμα αυτό είναι, εν μέρει, προϊόντα τα οποία προφανώς φέρουν συχνά σχέδια επιφανείας, όπως τα είδη μόδας εν ευρεία εννοία και, εν μέρει, προϊόντα ως προς τα οποία είναι λιγότερο προφανές ότι φέρουν συχνά σχέδια επιφανείας. Στις σκέψεις 54 και 55 της εν λόγω αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι υφίσταται επομένως, κατ’ αρχήν, μια εγγενής στο εν λόγω σημείο πιθανότητα να χρησιμοποιηθεί αυτό ως σχέδιο επιφανείας και ότι, υπό τις περιστάσεις αυτές, μόνον όταν η χρήση σχεδίου επιφανείας είναι μάλλον απίθανη λόγω της φύσεως των επίμαχων προϊόντων, μπορεί ένα τέτοιο σημείο να μη θεωρηθεί σχέδιο επιφανείας όσον αφορά τα επίμαχα προϊόντα, στις δε λοιπές περιπτώσεις μπορεί να θεωρηθεί ότι το επίμαχο σημείο συνιστά πράγματι σχέδιο επιφανείας.

    40

    Προκρίνοντας το κριτήριο που έγκειται στη δυνατή, και όχι στη μάλλον απίθανη, χρήση του επίδικου σημείου ως σχεδίου επιφανείας λόγω της φύσεως των οικείων προϊόντων, ώστε να εφαρμοσθεί η νομολογία σχετικά με τα τρισδιάστατα σήματα που συγχέονται με την εμφάνιση των προϊόντων, το Γενικό Δικαστήριο ουδόλως υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο.

    41

    Πράγματι, αφενός, λαμβανομένων υπόψη των εγγενών χαρακτηριστικών του επίδικου σημείου, το οποίο αποτελείται από σειρά περιοδικώς επαναλαμβανόμενων στοιχείων, και της φύσεως των προϊόντων που αυτό καλύπτει, το σημείο αυτό προορίζεται, κατ’ αρχήν, να τίθεται στην επιφάνεια των εν λόγω προϊόντων, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 77 των προτάσεών του. Ένα συνιστάμενο σε επαναλαμβανόμενη ακολουθία στοιχείων σημείο είναι εκ της φύσεώς του πιθανό να χρησιμοποιηθεί ως σχέδιο επιφανείας και, επομένως, να συγχέεται με την εμφάνιση των οικείων προϊόντων.

    42

    Αφετέρου, πρέπει να υπογραμμισθεί ότι το κριτήριο που έγκειται στην πιθανότερη χρήση, το οποίο ελήφθη υπόψη στη διάταξη της 26ης Απριλίου 2012, Deichmann κατά ΓΕΕΑ (C‑307/11 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2012:254, σκέψη 55), δεν είναι λυσιτελές εν προκειμένω, δεδομένου ότι η υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η ανωτέρω διάταξη αφορούσε την καταχώριση όχι ενός συνιστάμενου σε επαναλαμβανόμενη ακολουθία στοιχείων σημείου, αλλά ενός σημείου που αναπαριστά κυρτωμένη ταινία με διακεκομμένες γραμμές.

    43

    Επιπλέον, η αποδοχή του κριτήριου που έγκειται στην πιθανότερη χρήση, όπως το επικαλείται η αναιρεσείουσα, θα είχε ως συνέπεια τη μη εφαρμογή της νομολογίας σχετικά με τα σήματα που συγχέονται με την εμφάνιση των προϊόντων, στην περίπτωση σημείων τα οποία προσφέρονται κατεξοχήν, λόγω των εγγενών χαρακτηριστικών τους, να χρησιμοποιηθούν ως σχέδιο επιφανείας όσον αφορά τα οικεία προϊόντα, ενώ τέτοια σημεία είναι εκ της φύσεώς τους πιθανόν να χρησιμοποιηθούν ως σχέδιο επιφανείας και, ως εκ τούτου, να συγχέονται με την εμφάνιση των προϊόντων.

    44

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.

    Επί του δεύτερου σκέλους του πρώτου λόγου αναιρέσεως

    – Επιχειρήματα των διαδίκων

    45

    Με το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι κακώς παρέλειψε το Γενικό Δικαστήριο να προσδιορίσει τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στον κλάδο για τα οικεία προϊόντα και να εκτιμήσει το επίδικό σημείο υπό το πρίσμα των στοιχείων αυτών.

    46

    Συναφώς, παραπέμποντας στις αποφάσεις της 7ης Οκτωβρίου 2004, Mag Instrument κατά ΓΕΕΑ (C‑136/02 P, EU:C:2004:592, σκέψη 31), και της 24ης Μαΐου 2012, Chocoladefabriken Lindt & Sprüngli κατά ΓΕΕΑ (C‑98/11 P, EU:C:2012:307, σκέψη 42), η αναιρεσείουσα υπενθυμίζει ότι, κατά πάγια νομολογία, μόνο το σήμα το οποίο αποκλίνει ουσιωδώς από τα γενικώς ή συνήθως ισχύοντα στον οικείο κλάδο και, ως εκ τούτου, μπορεί να επιτελεί τη βασική του λειτουργία προσδιορισμού της προελεύσεως δεν στερείται διακριτικού χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009.

    47

    Η αναιρεσείουσα διατείνεται ότι, στις σκέψεις 83 έως 96 και 113 έως 123 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε μόνον εάν τα οικεία προϊόντα μπορούσαν κατ’ αρχήν να φέρουν σχέδιο επιφανείας και ότι, στη σκέψη 133 της αποφάσεως αυτής, το Γενικό Δικαστήριο επανέλαβε τη γενικής φύσεως διαπίστωση του τμήματος προσφυγών, κατά την οποία η γενική πείρα καταδείκνυε ότι τα σχέδια που αποτυπώνονται σε επιφάνεια είναι αναρίθμητα. Πλην όμως, η διαπίστωση αυτή δεν αντικαθιστά τον καθορισμό των γενικώς και συνήθως ισχυόντων στον οικείο κλάδο για κάθε κατηγορία προϊόντος, δεδομένου μάλιστα ότι προϊόντα όπως «ιατρικές συσκευές και όργανα», «είδη σελοποιίας» ή «υποδήματα» δεν είναι δυνατόν να συσχετίζονται με μια κατηγορία ομοιογενών προϊόντων.

    48

    Το EUIPO υποστηρίζει ότι το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως είναι απαράδεκτο και, επικουρικώς, αβάσιμο.

    – Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    49

    Πρέπει να επισημανθεί ότι, με το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι κακώς παρέλειψε το Γενικό Δικαστήριο να προσδιορίσει τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στον οικείο κλάδο για κάθε κατηγορία προϊόντων που καλύπτονται από το επίδικο σημείο, προκειμένου να εκτιμηθεί ο διακριτικός χαρακτήρας του διεθνούς σήματος του οποίου ζητείται η προστασία. Το σκέλος αυτό, με το οποίο η αναιρεσείουσα εγείρει νομικό ζήτημα, είναι παραδεκτό στο πλαίσιο αιτήσεως αναιρέσεως, σύμφωνα με τη νομολογία που υπομνήσθηκε στη σκέψη 29 της παρούσας αποφάσεως.

    50

    Όσον αφορά το βάσιμο του εν λόγω σκέλους, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι αυτό στηρίζεται σε πεπλανημένη ερμηνεία της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.

    51

    Πράγματι, στις σκέψεις 70 έως 128 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε, πρώτον, το ζήτημα εάν η νομολογία σχετικά με τα σημεία που συγχέονται με την εμφάνιση των προϊόντων, όσον αφορά τα επίμαχα προϊόντα, είχε εφαρμογή εν προκειμένω, υπό το πρίσμα του κριτηρίου που ορίσθηκε στη σκέψη 55 της εν λόγω αποφάσεως, δηλαδή ότι, μόνον όταν η χρήση σχεδίου επιφανείας είναι μάλλον απίθανη λόγω της φύσεως των επίμαχων προϊόντων, μπορεί ένα τέτοιο σημείο να μη θεωρηθεί σχέδιο επιφανείας. Το Γενικό Δικαστήριο προέβη στην ανάλυση αυτή για κάθε κατηγορία των οικείων προϊόντων και εκτίμησε, με βάση τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στον οικείο κλάδο, εάν ήταν ή όχι μάλλον απίθανο να φέρουν τα εν λόγω προϊόντα σχέδιο επιφανείας.

    52

    Δεύτερον, στις σκέψεις 129 έως 147 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο εκτίμησε, όσον αφορά τα προϊόντα ως προς τα οποία το τμήμα προσφυγών είχε ορθώς εφαρμόσει τη νομολογία σχετικά με τα τρισδιάστατα σήματα, εάν το τμήμα αυτό είχε κρίνει επίσης ορθώς ότι το σημείο αυτό δεν απέκλινε ουσιωδώς από τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στους οικείους κλάδους και ότι, επομένως, δεν είχε διακριτικό χαρακτήρα.

    53

    Το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε συναφώς, στις σκέψεις 131 και 132 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι το επίδικο σημείο είναι ένα απλό σχέδιο, συνιστάμενο σε απλό συνδυασμό κυματοειδών γραμμών που διασταυρώνονται επανειλημμένως, και απέρριψε το επιχείρημα της νυν αναιρεσείουσας ότι, εξεταζόμενα μεμονωμένα, τα σχήματα στα οποία συνίσταται το σημείο αυτό είναι ασυνήθιστα. Στη σκέψη 133 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο προσέθεσε, όπως είχε επισημάνει και το τμήμα προσφυγών, ότι η γενική πείρα καταδεικνύει ότι τα σχέδια που αποτυπώνονται σε επιφάνεια είναι αναρίθμητα και ότι τα στοιχεία των σχεδίων που αποτυπώνονται σε επιφάνεια είναι συχνά απλά γεωμετρικά σχήματα όπως τελείες, κύκλοι, ορθογώνια ή γραμμές, οι δε γραμμές μπορεί να είναι ευθείες ή τεθλασμένες ή κυματοειδείς.

    54

    Αφού υπενθύμισε στη σκέψη 136 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως ότι, σύμφωνα με τη σχετική νομολογία, εναπόκειται στην αναιρεσείουσα που επικαλείται τον διακριτικό χαρακτήρα σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, παρά την ανάλυση του EUIPO, να προσκομίσει συγκεκριμένα και τεκμηριωμένα στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το σήμα αυτό διαθέτει είτε εγγενή διακριτικό χαρακτήρα είτε διακριτικό χαρακτήρα αποκτηθέντα διά της χρήσεως, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε, στις σκέψεις 137 έως 147 της εν λόγω αποφάσεως, τα επιχειρήματα και τα αποδεικτικά στοιχεία που προέβαλε η νυν αναιρεσείουσα.

    55

    Στη σκέψη 138 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και στο πλαίσιο της εξετάσεως του επιχειρήματος της νυν αναιρεσείουσας ότι το τμήμα προσφυγών δεν έπρεπε να περιοριστεί σε γενικές διαπιστώσεις αναφορικά με το σύνολο των προϊόντων ή των υπηρεσιών, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η διαπίστωση του τμήματος προσφυγών, κατά την οποία τα σχέδια που αποτυπώνονται σε επιφάνεια είναι άπειρα, δεν περιοριζόταν σε συγκεκριμένο κλάδο. Στη σκέψη 144 της αποφάσεως αυτής, το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι οι φωτογραφίες υποδημάτων που προσκόμισε η νυν αναιρεσείουσα δεν ήταν ικανές να αποδείξουν την ύπαρξη ουσιώδους αποκλίσεως μεταξύ του επίδικου σημείου και των γενικώς και συνήθως ισχυόντων στον κλάδο των υποδημάτων. Στη σκέψη 145 της εν λόγω αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι ορισμένες φωτογραφίες εσωτερικών σολών υποδημάτων που προσκόμισε η νυν αναιρεσείουσα δεν ήταν, εν πάση περιπτώσει, ικανές να αποδείξουν ότι υφίσταται ουσιώδης απόκλιση μεταξύ του επίδικου σημείου και των γενικώς και συνήθως ισχυόντων στον οικείο κλάδο, στο μέτρο που στο σύνολο των φωτογραφιών φαινόταν το ανώτερο τμήμα των εσωτερικών σολών. Ως προς τα λοιπά επίμαχα προϊόντα, το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η νυν αναιρεσείουσα δεν είχε προσκομίσει φωτογραφίες ώστε να αποδείξει τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στους οικείους κλάδους. Κατά συνέπεια, στη σκέψη 147 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι η επιχειρηματολογία της νυν αναιρεσείουσας δεν ήταν ικανή να αποδείξει την ύπαρξη ουσιώδους αποκλίσεως μεταξύ του επίδικου σημείου και των γενικώς και συνήθως ισχυόντων στους οικείους κλάδους.

    56

    Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν είναι δυνατόν να προσαφθεί στο Γενικό Δικαστήριο ότι δεν προσδιόρισε τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στους οικείους κλάδους κατά την εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα του επίδικου σημείου.

    57

    Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.

    Επί του τρίτου σκέλους του πρώτου λόγου αναιρέσεως

    – Επιχειρήματα των διαδίκων

    58

    Με το τρίτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι εφάρμοσε αυστηρότερα κριτήρια από εκείνα που προβλέπονται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, καθόσον έκρινε, στις σκέψεις 130, 131 και 133 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι η συνολική εντύπωση που δημιουργεί το επίμαχο διεθνές σήμα παρέμενε συνηθισμένη και ότι τα σχέδια της επιφάνειας ήταν συχνά απλά γεωμετρικά σχήματα, όπως τελείες, κύκλοι, ορθογώνια ή γραμμές.

    59

    Συναφώς, η αναιρεσείουσα παραπέμπει στην απόφαση της 16ης Σεπτεμβρίου 2004, SAT.1 κατά ΓΕΕΑ (C‑329/02 P, EU:C:2004:532, σκέψη 41), από την οποία προκύπτει ότι η καταχώριση σημείου ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν εξαρτάται από τη διαπίστωση συγκεκριμένου επιπέδου δημιουργικότητας ή φαντασίας εκ μέρους του δικαιούχου του σήματος, αλλά μόνον από το εάν το σημείο αυτό καθιστά δυνατό να διακρίνονται τα οικεία προϊόντα ή οι οικείες υπηρεσίες από εκείνα ή εκείνες άλλων επιχειρήσεων. Κατά την άποψή της, οι διαπλεκόμενες γραμμές που διασταυρώνονται σχηματίζοντας γωνία 90 μοιρών, από τις οποίες αποτελείται το επίδικο σημείο, δημιουργούν σαφή συνολική εντύπωση, χαρακτηριστική ενός «σχεδίου οσταρίων», με αποτέλεσμα η συνολική εντύπωση που δημιουργεί το σημείο αυτό να καθιστά δυνατό τον προσδιορισμό της προελεύσεώς του.

    60

    Το EUIPO υποστηρίζει ότι το τρίτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως είναι απαράδεκτο και, επικουρικώς, αβάσιμο.

    – Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    61

    Διαπιστώνεται ότι, εφόσον, με το τρίτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει, κατ’ ουσίαν, πεπλανημένη εφαρμογή, εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου, του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, στην πραγματικότητα αμφισβητεί τις εκτιμήσεις περί των πραγματικών περιστατικών στις οποίες αυτό προέβη στις σκέψεις 130, 131 και 133 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, σύμφωνα με τις οποίες, κατ’ ουσίαν, η συνολική εντύπωση που δημιουργεί το επίδικο σημείο ήταν συνηθισμένη. Ως εκ τούτου, με τα επιχειρήματά της, η αναιρεσείουσα επιδιώκει να επανεκτιμηθεί από το Δικαστήριο το σημείο αυτό.

    62

    Στον βαθμό όμως που η αναιρεσείουσα δεν προβάλλει συναφώς παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το τρίτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως είναι απαράδεκτο, σύμφωνα με τη νομολογία που υπομνήσθηκε στη σκέψη 29 της παρούσας αποφάσεως.

    63

    Από τις προηγηθείσες σκέψεις προκύπτει ότι ο πρώτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως εν μέρει αβάσιμος και εν μέρει απαράδεκτος.

    Επί του δεύτερου λόγου αναιρέσεως

    Επί του πρώτου σκέλους του δεύτερου λόγου αναιρέσεως

    – Επιχειρήματα των διαδίκων

    64

    Με το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ενέχει αντίφαση στο σκεπτικό μεταξύ, αφενός, της σκέψεως 77 και, αφετέρου, των σκέψεων 76 και 78.

    65

    Συγκεκριμένα, στη σκέψη 77 το Γενικό Δικαστήριο αναφέρει ότι η εξέταση του εγγενούς διακριτικού χαρακτήρα σημείου πρέπει να βασίζεται στα χαρακτηριστικά του, ανεξαρτήτως της συγκεκριμένης χρήσεως που του έχει γίνει. Ωστόσο, στις προμνησθείσες σκέψεις 76 και 78, το Γενικό Δικαστήριο αναφέρεται σε δήλωση στην οποία προέβη η νυν αναιρεσείουσα κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, σχετικά με τη χρήση του επίδικου σημείου στο παρελθόν.

    66

    Το EUIPO υποστηρίζει ότι το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.

    – Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    67

    Διαπιστώνεται ότι το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως στηρίζεται σε παρερμηνεία της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.

    68

    Πράγματι, πρέπει να σημειωθεί ότι με την αιτιολογία που διατυπώνεται στις σκέψεις 76 έως 78 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως δίδεται απάντηση στο επιχείρημα της νυν αναιρεσείουσας, που παρατίθεται στη σκέψη 74 της εν λόγω αποφάσεως, κατά το οποίο η επίμαχη απόφαση ενείχε αντίφαση, καθότι δεν ήταν δυνατόν το ίδιο σήμα να είναι ταυτοχρόνως δισδιάστατο σχέδιο επιφανείας και τρισδιάστατη επικάλυψη.

    69

    Συναφώς, έχοντας κρίνει, στη σκέψη 75 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι τίποτα δεν αντετίθετο στο να λαμβάνεται υπόψη, αφενός, η δισδιάστατη χρήση και, αφετέρου, η τρισδιάστατη χρήση ενός σημείου, το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε, στη σκέψη 76 της αποφάσεως αυτής, ότι κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση η νυν αναιρεσείουσα είχε παραδεχθεί ότι το επίδικο σημείο χρησιμοποιείτο, εδώ και πάνω από 40 χρόνια, σε εξωτερικές σόλες υποδημάτων και ότι η χρήση αυτή αντιστοιχούσε σε χρήση του εν λόγω σημείου ως ανάγλυφου σχεδίου επιφανείας. Στη σκέψη 77 της εν λόγω αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο προσέθεσε ότι, ασφαλώς, η εκτίμηση του εγγενούς διακριτικού χαρακτήρα ενός σημείου πρέπει να βασίζεται στα χαρακτηριστικά του, ανεξαρτήτως κάθε συγκεκριμένης χρήσεως που του έχει γίνει. Εντούτοις, στη σκέψη 78 της ίδιας αποφάσεως, επισήμανε ότι η επιχειρηματολογία της νυν αναιρεσείουσας δεν παρουσίαζε συνοχή, καθόσον με αυτήν προβαλλόταν, αφενός, ότι το διεθνές σήμα συνιστούσε «σύνηθες» δισδιάστατο εικονιστικό σήμα και όχι σχέδιο επιφανείας και, αφετέρου, ότι η χρήση σε εξωτερικές σόλες των υποδημάτων, ήτοι ως ανάγλυφου σχεδίου επιφανείας, συνιστούσε χρήση του εν λόγω σήματος.

    70

    Από τις σκέψεις 76 έως 78 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει, επομένως, ότι το Γενικό Δικαστήριο περιορίστηκε στο να υπογραμμίσει την έλλειψη συνοχής που παρουσίαζε η επιχειρηματολογία της νυν αναιρεσείουσας. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η περιεχόμενη στις σκέψεις αυτές αιτιολογία της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως είναι αντιφατική.

    71

    Ως εκ τούτου, το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.

    Επί του δεύτερου σκέλους του δεύτερου λόγου αναιρέσεως

    – Επιχειρήματα των διαδίκων

    72

    Με το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα διατείνεται ότι η σκέψη 75 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως ενέχει αντίφαση ως προς το ζήτημα κατά πόσον ο διακριτικός χαρακτήρας σήματος μπορεί να εκτιμηθεί βάσει της δισδιάστατης και τρισδιάστατης χρήσεώς του. Συγκεκριμένα, στην προμνησθείσα σκέψη, το Γενικό Δικαστήριο παραπέμπει σε προηγούμενη απόφασή του, στην οποία έλαβε υπόψη αμφότερα τα είδη χρήσεως του οικείου σήματος. Πλην όμως, δεδομένου ότι η εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα πρέπει να γίνεται κατά περίπτωση, η παραπομπή σε προηγούμενη απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου δεν αρκεί ώστε να γίνει δεκτό ότι ο διακριτικός χαρακτήρας σήματος μπορεί να εκτιμηθεί βάσει της δισδιάστατης και τρισδιάστατης χρήσεώς του.

    73

    Το EUIPO υποστηρίζει ότι το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως είναι αβάσιμο.

    – Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    74

    Στη σκέψη 75 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο απάντησε στο επιχείρημα της νυν αναιρεσείουσας κατά το οποίο η επίμαχη απόφαση ενέχει αντίφαση καθόσον ένα και το αυτό σήμα δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται ταυτόχρονα υπό δισδιάστατη και τρισδιάστατη μορφή, έκρινε δε ότι τίποτα δεν αντετίθετο στο να λαμβάνονται υπόψη οι δύο χρήσεις του σήματος αυτού. Παρέπεμψε, συναφώς, στην απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2015, ΕΕ κατά ΓΕΕΑ (Απεικόνιση λευκών τελειών σε φόντο με χρώμα ελεφαντοστού), (T‑144/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:615), στην οποία έλαβε υπόψη τις δύο αυτές χρήσεις όσον αφορά εικονιστικό σήμα το οποίο απεικόνιζε λευκές τελείες σε φόντο με χρώμα ελεφαντοστού. Εξ αυτού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, εν προκειμένω, η επίμαχη απόφαση δεν ήταν αντιφατική ως προς το ζήτημα αυτό.

    75

    Καίτοι είναι αληθές, όπως υπογραμμίζει η αναιρεσείουσα, ότι η εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα ενός σημείου πρέπει να γίνεται κατά περίπτωση, εντούτοις, το Γενικό Δικαστήριο δύναται, στο πλαίσιο της αιτιολογήσεως της εκτιμήσεώς του σε σχέση με τον διακριτικό αυτό χαρακτήρα, να παραπέμπει σε παρεμφερείς περιπτώσεις, χωρίς ωστόσο να υποπίπτει σε αντίφαση συναφώς.

    76

    Ως εκ τούτου, το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο και, κατά συνέπεια, πρέπει επίσης να απορριφθεί και ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως.

    Επί του τρίτου λόγου αναιρέσεως

    Επιχειρήματα των διαδίκων

    77

    Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι, στις σκέψεις 134 έως 139 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε τα πραγματικά περιστατικά, δεδομένου ότι τα πραγματικά εκείνα περιστατικά, τα οποία αυτό εξέλαβε ως «παγκοίνως γνωστά», προδήλως δεν είναι τέτοια, όσον αφορά τη χρήση σχεδίων επιφανείας για τα επίμαχα προϊόντα των κλάσεων 10, 18 και 25, κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας. Η αναιρεσείουσα επισημαίνει, μεταξύ άλλων, συναφώς ότι το γεγονός και μόνον ότι μέρος των επίμαχων προϊόντων φέρει ενδεχομένως σχέδια επιφανείας δεν αρκεί ώστε να εκληφθεί ως παγκοίνως γνωστό το γεγονός ότι αυτά έφεραν πράγματι σχέδια επιφανείας και ότι το επίμαχο διεθνές σήμα δεν διέφερε ουσιωδώς από σχέδια επιφανείας που χρησιμοποιούνται συνήθως στον κλάδο των οικείων προϊόντων.

    78

    Επομένως, δεν είναι δυνατόν να εκληφθεί ως παγκοίνως γνωστό το γεγονός ότι τα ιατρικά, χειρουργικά, οδοντιατρικά και κτηνιατρικά όργανα, τα δέρματα και οι απομιμήσεις δέρματος, οι ράβδοι περιπάτου, τα ορθοπεδικά υποδήματα, οι εσωτερικές σόλες, τα εσωτερικά ένθετα εξ ολοκλήρου από πλαστικό και για υποδήματα, τα τμήματα υποδημάτων και τα ένθετα υποδημάτων, ιδίως τα ένθετα, οι πλατφόρμες, τα μαξιλαράκια, οι ζώνες ασφαλείας για ανάρτηση, οι ιματιοθήκες ταξιδίου, οι θήκες μεταφοράς εγγράφων και τα κιβώτια φέρουν συνήθως σχέδια επιφανείας.

    79

    Κατά το EUIPO, ο τρίτος λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    80

    Υπενθυμίζεται ότι, λαμβανομένου υπόψη του εξαιρετικού χαρακτήρα του αντλούμενου από παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών λόγου, το άρθρο 256 ΣΛΕΕ, το άρθρο 58, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 168, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου επιβάλλουν ειδικότερα στον αναιρεσείοντα την υποχρέωση να προσδιορίζει επακριβώς τα στοιχεία που, κατ’ αυτόν, παραμόρφωσε το Γενικό Δικαστήριο και να καταδεικνύει τα σφάλματα αναλύσεως τα οποία, κατά την εκτίμησή του, είχαν ως συνέπεια την παραμόρφωση αυτή. Τέτοια παραμόρφωση πρέπει να προκύπτει προδήλως από τα έγγραφα της δικογραφίας, χωρίς να απαιτείται νέα εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων (αποφάσεις της 17ης Μαρτίου 2016, Naazneen Investments κατά ΓΕΕΑ, C‑252/15 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2016:178, σκέψη 69 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, καθώς και της 6ης Ιουνίου 2018, Apcoa Parking Holdings κατά EUIPO, C‑32/17 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2018:396, σκέψεις 47 και 48).

    81

    Εν προκειμένω, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η αναιρεσείουσα υποστηρίζει απλώς και μόνον ότι τα εκληφθέντα από το Γενικό Δικαστήριο ως «παγκοίνως γνωστά» πραγματικά περιστατικά προδήλως δεν είναι τέτοια, όσον αφορά τη χρήση σχεδίων επιφανείας για τα επίμαχα προϊόντα των κλάσεων 10, 18 και 25, κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, χωρίς να προσκομίζει, προς στήριξη του ισχυρισμού αυτού, το παραμικρό αποδεικτικό στοιχείο που να μπορεί να αποδείξει ότι το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε τα πραγματικά περιστατικά συναφώς.

    82

    Ως εκ τούτου, ο τρίτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.

    83

    Από το σύνολο των προεκτεθεισών σκέψεων προκύπτει ότι η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    84

    Βάσει του άρθρου 184, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, όταν η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται ως αβάσιμη, το Δικαστήριο αποφαίνεται επί των δικαστικών εξόδων. Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του εν λόγω Κανονισμού, το οποίο εφαρμόζεται στην αναιρετική διαδικασία δυνάμει του άρθρου του 184, παράγραφος 1, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι το EUIPO ζήτησε την καταδίκη της Birkenstock Sales στα δικαστικά έξοδα και αυτή ηττήθηκε, η τελευταία πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα.

     

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δέκατο τμήμα) αποφασίζει:

     

    1)

    Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

     

    2)

    Καταδικάζει την Birkenstock Sales GmbH στα δικαστικά έξοδα.

     

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.

    Top