Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62016TN0201

    Υπόθεση T-201/16: Προσφυγή της 2ας Μαΐου 2016 – Soudal κατά Επιτροπής

    ΕΕ C 232 της 27.6.2016, p. 27–29 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    27.6.2016   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 232/27


    Προσφυγή της 2ας Μαΐου 2016 – Soudal κατά Επιτροπής

    (Υπόθεση T-201/16)

    (2016/C 232/36)

    Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

    Διάδικοι

    Προσφεύγουσα: Soudal NV (Turnhout, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: H. Viaene, B. Hoorelbeke, D. Gillet και F. Verhaegen, δικηγόροι)

    Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

    Αιτήματα

    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να κηρύξει παραδεκτή την προσφυγή ακυρώσεως·

    να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 11ης Ιανουαρίου 2016 σχετικά με την κρατική ενίσχυση απαλλαγής πλεοναζόντων κερδών SA.37667 (2015/C) (πρώην 2015/NN), την οποία εφάρμοσε το Βασίλειο του Βελγίου, όπως η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα από το Βελγικό Δημόσιο στις 23 Φεβρουαρίου 2016·

    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

    Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

    Η προσφεύγουσα διατυπώνει τέσσερις λόγους ακυρώσεως.

    1.

    Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 1, στοιχείο δ', του κανονισμού 2015/1589 (1), του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και του άρθρου 296 ΣΛΕΕ επειδή η Επιτροπή κακώς χαρακτήρισε το επίμαχο μέτρο ως κρατική ενίσχυση.

    Η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 1, στοιχείο δ', του κανονισμού 2015/1589 και το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ επειδή κακώς χαρακτήρισε το επίμαχο μέτρο ως κρατική ενίσχυση. Η επίμαχη ενίσχυση δεν μπορεί να χορηγηθεί αποκλειστικά βάσει του άρθρου 185, παράγραφος 2, στοιχείο b, του Wetboek van de inkomstenbelastingen van 1992 (κώδικα του 1992 περί των φόρων εισοδήματος· στο εξής: WIB 92), αλλά απαιτούνται περαιτέρω μέτρα για την εφαρμογή της διατάξεως αυτής.

    Η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 296 ΣΛΕΕ επειδή η αιτιολογία της προσβαλλομένης πράξεως περιέχει αντίφαση. Η αντίφαση έγκειται στο γεγονός ότι η Επιτροπή δεν διευκρίνισε για ποιον λόγο, κατά την εξέταση του κριτηρίου της επιλεκτικότητας, έκρινε ότι οι προηγούμενες αποφάσεις δεν απορρέουν ευθέως από το άρθρο 185, παράγραφος 2, στοιχείο b, του WIB 92, ενώ κατά την εξέταση της υπάρξεως καθεστώτος ενισχύσεων υπέθεσε ότι η προαναφερθείσα διάταξη δεν απαιτεί περαιτέρω μέτρα εφαρμογής.

    2.

    Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και της κατά το άρθρο 296 ΣΛΕΕ υποχρεώσεως αιτιολογήσεως επειδή η Επιτροπή δεν εκτίμησε ορθώς την ύπαρξη πλεονεκτήματος και δεν εφάρμοσε το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή.

    Η Επιτροπή δεν εξέτασε αν η επίμαχη κρατική ενίσχυση οδήγησε ουσιαστικά στη χορήγηση πλεονεκτήματος, κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, στις αποδέκτριες επιχειρήσεις. Τούτο, παρά το γεγονός ότι η προϋπόθεση αυτή είναι προϋπόθεση υπάρξεως της κρατικής ενισχύσεως, την οποία επομένως η Επιτροπή οφείλει να εξετάσει πριν μπορέσει να αποφανθεί σχετικά με την ύπαρξη κρατικής ενισχύσεως, άλλως παραβαίνει την κατά το άρθρο 296 ΣΛΕΕ υποχρέωσή της αιτιολογήσεως.

    Το Βελγικό Δημόσιο, κατά τη χορήγηση της επίμαχης προκριματικής φορολογικής γνωμοδοτήσεως στην προσφεύγουσα, ενήργησε αμιγώς ως επιχειρηματίας σε οικονομία της αγοράς. Έτσι, το Βελγικό Δημόσιο επένδυσε στην προσφεύγουσα ένα χρηματικό ποσό, υπό τη μορφή χορηγήσεως μιας φορολογικής μειώσεως, από το οποίο, βάσει των προϋποθέσεων που επιβλήθηκαν στην προσφεύγουσα, μπορούσε να αναμένει ότι, από οικονομικής απόψεως, θα υπάρξει μια ελκυστική απόδοση. Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η θεωρία του ιδιώτη επενδυτή δεν συνιστά εξαίρεση την οποία η Επιτροπή πρέπει να εφαρμόσει μόνο κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και την κατά το άρθρο 296 ΣΛΕΕ υποχρέωσή της αιτιολογήσεως επειδή παρέλειψε να εξετάσει τη θεωρία του ιδιώτη επενδυτή.

    3.

    Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και της κατά το άρθρο 296 ΣΛΕΕ υποχρεώσεως αιτιολογήσεως επειδή η Επιτροπή δεν αξιολόγησε ορθώς τον επιλεκτικό χαρακτήρα του επίμαχου μέτρου.

    Το άρθρο 185, παράγραφος 2, στοιχείο b, του WIB 92 και το εντεύθεν σύστημα απαλλαγής των πλεοναζόντων κερδών έχουν εφαρμογή επί όλων των επιχειρήσεων που βρίσκονται σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση και τελούν οικονομικές πράξεις τις οποίες αφορά το επίμαχο μέτρο. Κατά συνέπεια, το επίμαχο μέτρο δεν περιορίζεται σε ορισμένες επιχειρήσεις που μπορούν να προσδιοριστούν βάσει συγκεκριμένων γνωρισμάτων, οπότε δεν είναι επιλεκτικό κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

    Η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως επειδή έκρινε ότι η απαλλαγή των πλεοναζόντων κερδών δεν υπάγεται στο σύστημα αναφοράς. Η κατ’ εφαρμογήν της αρχής του πλήρους ανταγωνισμού απαλλαγή των πλεοναζόντων κερδών που βασίζονται σε συνέργειες και σε οικονομίες κλίμακας αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των διατάξεων που καθορίζουν τα συνολικά φορολογητέα κέρδη, και επομένως δεν δύναται να θεωρηθεί ως εξαίρεση από το σύστημα αναφοράς οδηγούσα σε επιλεκτικότητα.

    Η Επιτροπή δεν κατάφερε να αποδείξει ότι η αρχή του πλήρους ανταγωνισμού εφαρμόστηκε εσφαλμένως από τη βελγική Rulingcommissie (επιτροπή προκριματικών φορολογικών γνωμοδοτήσεων) στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 185, παράγραφος 2, στοιχείο b, του WIB 92. Η συλλογιστική της Επιτροπής δεν έχει συνοχή και λαμβάνει υπόψη σημαντικά στοιχεία τα οποία όμως είναι αντιφατικά μεταξύ τους ή στερούνται της απαιτούμενης συνοχής.

    4.

    Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται ότι η υποχρέωση ανακτήσεως συνιστά παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου.


    (1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2015, περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ 2015, L 248, σ. 9).


    Top