Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62016CC0204

    Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Tanchev της 1ης Ιουνίου 2017.
    SolarWorld AG κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
    Αίτηση αναιρέσεως – Ντάμπινγκ – Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 1238/2013 – Άρθρο 3 – Εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων τους (κυψελών) καταγωγής ή προελεύσεως Κίνας – Οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ – Απαλλαγή των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο αποδεκτής αναλήψεως υποχρεώσεως – Δυνατότητα διαχωρισμού.
    Υπόθεση C-204/16 P.

    Court reports – general

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2017:423

    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

    EVGENI TANCHEV

    της 1ης Ιουνίου 2017 ( 1 )

    Υπόθεση C‑204/16 P

    SolarWorld AG

    κατά

    Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    «Αίτηση αναιρέσεως – Ντάμπινγκ – Εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων (π.χ. κυψελών) καταγωγής ή προελεύσεως Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας – Οριστικοί δασμοί – Ανάληψη υποχρεώσεως – Παραδεκτό – Μερική ακύρωση – Δυνατότητα διαχωρισμού»

    1.

    Με την υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως, η SolarWorld AG (στο εξής: SolarWorld) ζητεί από το Δικαστήριο να αναιρέσει τη διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου ( 2 ) με την οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση του άρθρου 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 1238/2013 του Συμβουλίου (στο εξής: επίδικος κανονισμός) ( 3 ). Το άρθρο 1 του επίδικου κανονισμού επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου από την Κίνα, ενώ με το άρθρο 3 του κανονισμού αυτού απαλλάσσονταν από τον επιβαλλόμενο βάσει του άρθρου 1 δασμό οι εισαγωγές από εταιρίες που είχαν αναλάβει την υποχρέωση εφαρμογής μιας ελάχιστης τιμής εισαγωγής σε ορισμένο κατ’ ανώτατο όριο ετήσιο όγκο εισαγωγών. Στην αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το άρθρο 3 δεν μπορούσε να διαχωριστεί από τον υπόλοιπο κανονισμό, καθόσον η ακύρωση μόνον αυτής της διατάξεως θα μετέβαλλε την ουσία του επίδικου κανονισμού. Για τον λόγο αυτό απέρριψε ως απαράδεκτη την προσφυγή ακυρώσεως μόνον του άρθρου 3.

    2.

    Με την υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως τίθεται το ερώτημα εάν, σε περίπτωση που ένας κανονισμός επιβάλλει δασμό αντιντάμπινγκ και στη συνέχεια απαλλάσσει από την καταβολή του δασμού αυτού τους εξαγωγείς των οποίων η προσφορά αναλήψεως υποχρεώσεως έχει γίνει αποδεκτή, θα μπορούσε να ζητηθεί η ακύρωση μόνον της απαλλαγής. Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως και αποδοχής της αιτήσεως αναιρέσεως, θα μπορεί να επιβληθεί ο προβλεπόμενος από τον κανονισμό δασμός αντιντάμπινγκ επί των εισαγωγών από τις εταιρίες που έχουν προηγουμένως αναλάβει την ως άνω υποχρέωση. Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως και αποδοχής της αιτήσεως αναιρέσεως, ο κανονισμός θα ακυρωθεί στο σύνολό του και δεν θα είναι πλέον δυνατή η επιβολή του προβλεπόμενου από τον εν λόγω κανονισμό δασμού αντιντάμπινγκ. Η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση της αποφάσεως περί αναιρέσεως της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως και, ειδικότερα, να εξετάσει εάν μπορεί να γίνει αποδεκτή μια τροποποιημένη ανάληψη υποχρεώσεως ή να επιβληθεί δασμός χωρίς την εν λόγω απαλλαγή.

    I. Το νομικό πλαίσιο

    3.

    Το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου ( 4 ) προβλέπει τα εξής:

    «1.   Είναι δυνατόν να επιβληθούν προσωρινοί δασμοί εφόσον έχει αρχίσει η διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 5, έχει εκδοθεί δημόσια ανακοίνωση, έχει παρασχεθεί στα ενδιαφερόμενα μέρη κατάλληλη δυνατότητα για να υποβάλλουν πληροφορίες και να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 10, έχει διατυπωθεί προσωρινό συμπέρασμα με το οποίο επιβεβαιώνεται η ύπαρξη ντάμπινγκ και η εξ αυτού πρόκληση ζημίας στην κοινοτική βιομηχανία και εφόσον το συμφέρον της Κοινότητας επιβάλλει τη λήψη μέτρων για την αποτροπή της ζημίας. […]

    2.   Το ύψος του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το προσωρινώς καθορισθέν περιθώριο ντάμπινγκ, και θα πρέπει να είναι κατώτερο του εν λόγω περιθωρίου, αν η επιβολή δασμού χαμηλότερου ύψους κρίνεται επαρκής για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται η κοινοτική βιομηχανία.

    […]»

    4.

    Κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού:

    «Υπό την προϋπόθεση ότι έχει διατυπωθεί προσωρινό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη ντάμπινγκ και την εξ αυτού πρόκληση ζημίας, η Επιτροπή μπορεί να αποδεχθεί ικανοποιητική οικειοθελή ανάληψη υποχρεώσεων που προσφέρει εξαγωγέας για να αναθεωρήσει τις τιμές του ή να παύσει τις εισαγωγές του σε τιμές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, αν, κατόπιν συγκεκριμένων διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, διαπιστωθεί ότι αυτή η ανάληψη υποχρεώσεων εξουδετερώνει τις ζημιογόνες επιπτώσεις του ντάμπινγκ. Σε αυτή την περίπτωση και στο βαθμό που ισχύουν οι αναλήψεις υποχρεώσεων, οι προσωρινοί δασμοί που έχει επιβάλει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 1, ή οι οριστικοί δασμοί που έχει επιβάλει το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 4, κατά περίπτωση, δεν εφαρμόζονται στις αντίστοιχες εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που κατασκευάζεται από τις εταιρείες οι οποίες αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων όπως έχει τροποποιηθεί. Οι αυξήσεις τιμών βάσει αναλήψεων υποχρεώσεων αυτού του είδους δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες από αυτές που χρειάζονται για την εξουδετέρωση του περιθωρίου ντάμπινγκ, και μάλιστα θα πρέπει να υπολείπονται του περιθωρίου ντάμπινγκ, εφόσον οι αυξήσεις αυτής της κλίμακας θα ήταν αρκετές για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.»

    5.

    Το άρθρο 8, παράγραφος 9, του βασικού κανονισμού ορίζει τα εξής:

    «Σε περίπτωση παραβίασης ή ανάκλησης μιας ανάληψης υποχρέωσης από οποιοδήποτε μέρος της ανάληψης υποχρέωσης, ή σε περίπτωση ανάκλησης της αποδοχής της ανάληψης υποχρέωσης από την Επιτροπή, η αποδοχή της ανάληψης υποχρέωσης ανακαλείται, κατόπιν διαβουλεύσεων, με απόφαση της Επιτροπής ή με κανονισμό της Επιτροπής, όπως πρέπει, και ο προσωρινός δασμός που έχει επιβληθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7 ή ο οριστικός δασμός που έχει επιβληθεί από το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 4, εφαρμόζονται αυτομάτως, υπό τον όρο ότι ο ενδιαφερόμενος εξαγωγέας είχε την ευκαιρία να υποβάλει τις παρατηρήσεις του εκτός αν ο ίδιος ανακάλεσε την ανάληψη υποχρέωσης.

    […]»

    6.

    Το άρθρο 9, παράγραφος 4, του βασικού κανονισμού προβλέπει τα εξής:

    «Όταν από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει ότι υπάρχει ντάμπινγκ και ότι εξ αυτού προκαλείται ζημία, καθώς και ότι το συμφέρον της Κοινότητας επιβάλλει παρέμβαση σύμφωνα με το άρθρο 21, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής και μετά από διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της συμβουλευτικής επιτροπής, επιβάλλει οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ. […] Το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ που έχει διαπιστωθεί, αλλά θα πρέπει να είναι κατώτερο του εν λόγω περιθωρίου, αν η επιβολή δασμού χαμηλότερου ύψους κρίνεται επαρκής για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.»

    II. Το ιστορικό της διαφοράς

    7.

    Στις 6 Σεπτεμβρίου 2012, η Επιτροπή κίνησε διαδικασία αντιντάμπινγκ σχετικά με εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων καταγωγής Κίνας ( 5 ). Η διαδικασία αυτή κινήθηκε κατόπιν καταγγελίας της ενώσεως Ευρωπαίων παραγωγών φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων EU Pro Sun.

    8.

    Στις 8 Νοεμβρίου 2012, η Επιτροπή κίνησε διαδικασία κατά των επιδοτήσεων σχετικά με εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων καταγωγής Κίνας ( 6 ).

    9.

    Στις 4 Ιουνίου 2013, η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΕ) 513/2013, με τον οποίο επιβλήθηκε προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές του οικείου προϊόντος από Κίνα ( 7 ). Ο εν λόγω προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ είχε τη μορφή ενός δασμού κατ’ αξίαν (στο εξής: δασμός ad valorem).

    10.

    Η προσφυγή ακυρώσεως του κανονισμού 513/2013, η οποία ασκήθηκε από δύο Ευρωπαίους παραγωγούς φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων, μεταξύ των οποίων καταλέγεται και η SolarWorld, απορρίφθηκε με διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου ( 8 ). Η αίτηση αναιρέσεως κατά της διατάξεως αυτής απορρίφθηκε με διάταξη του Δικαστηρίου ( 9 ).

    11.

    Με έγγραφο της 27ης Ιουλίου 2013 προς την Επιτροπή, το Εμπορικό Επιμελητήριο της Κίνας για τις Εισαγωγές και Εξαγωγές Μηχανημάτων και Ηλεκτρονικών Προϊόντων (στο εξής: CCCME) και μια ομάδα παραγωγών-εξαγωγέων πρότειναν να αναλάβουν την υποχρέωση εφαρμογής μιας ελάχιστης τιμής εισαγωγής (στο εξής: ελάχιστη τιμή εισαγωγής) σε ορισμένο κατ’ ανώτατο όριο ετήσιο όγκο εισαγωγών αντίστοιχο των επιδόσεών τους στην αγορά. Σε εισαγωγές πέραν του συγκεκριμένου όγκου θα επιβαλλόταν δασμός ad valorem. Στις 2 Αυγούστου 2013, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση 2013/423/ΕΕ, με την οποία αποδέχθηκε την ως άνω ανάληψη υποχρεώσεως ( 10 ). Την ίδια ημέρα, η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΕ) 748/2013 ( 11 ), με τον οποίο τροποποιήθηκε ο κανονισμός 513/2013 προκειμένου να ληφθεί υπόψη η αποδοχή της εν λόγω αναλήψεως υποχρεώσεως.

    12.

    Στις 2 Δεκεμβρίου 2013, το Συμβούλιο εξέδωσε τον επίδικο κανονισμό, με τον οποίο επιβλήθηκε οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές του οικείου προϊόντος από την Κίνα. Με το άρθρο 1 του επίδικου κανονισμού, το Συμβούλιο επέβαλε δασμό ad valorem. Το άρθρο 2 προέβλεπε την οριστική είσπραξη των ποσών που είχαν καταβληθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ δυνάμει του κανονισμού 513/2013. Το άρθρο 3 προέβλεπε την απαλλαγή από τον επιβαλλόμενο διά του άρθρου 1 δασμό των εισαγωγών που τιμολογούνταν από εταιρίες περιλαμβανόμενες στο παράρτημα της εκτελεστικής αποφάσεως 2013/707/ΕΕ της Επιτροπής ( 12 ), των οποίων οι αναλήψεις υποχρεώσεων είχαν γίνει αποδεκτές.

    13.

    Η απόφαση 2013/707 εκδόθηκε από την Επιτροπή στις 4 Δεκεμβρίου 2013. Με την απόφαση αυτή, η Επιτροπή αποδέχθηκε την τροποποιημένη ανάληψη υποχρεώσεως που είχε προταθεί από το CCCME και μια ομάδα παραγωγών-εξαγωγέων (στο εξής: ανάληψη υποχρεώσεως) για τη χρονική περίοδο εφαρμογής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ. Η εν λόγω ανάληψη υποχρεώσεως έγινε αποδεκτή όχι μόνο σε σχέση με τη διαδικασία αντιντάμπινγκ, αλλά και σε σχέση με τη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων.

    14.

    Στις 2 Δεκεμβρίου 2013, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΕ) 1239/2013, με τον οποίο επιβλήθηκε οριστικός αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές του οικείου προϊόντος από την Κίνα ( 13 ). Με το άρθρο 1 επιβλήθηκε δασμός ad valorem κατά των επιδοτήσεων. Το άρθρο 2 προέβλεπε την απαλλαγή από τον εν λόγω δασμό κατά των επιδοτήσεων των εισαγωγών που τιμολογούνταν από εταιρίες περιλαμβανόμενες στο παράρτημα της αποφάσεως 2013/707, των οποίων οι αναλήψεις υποχρεώσεων είχαν γίνει αποδεκτές από την Επιτροπή.

    15.

    Η προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως 2013/423 και της αποφάσεως 2013/707 απορρίφθηκε με διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου ( 14 ). Η αίτηση αναιρέσεως κατά της διατάξεως αυτής απορρίφθηκε με διάταξη του Δικαστηρίου ( 15 ).

    16.

    Με έγγραφο της 15ης Σεπτεμβρίου 2014, η Επιτροπή αποδέχθηκε, σύμφωνα με τη ρήτρα 3.5 της αναλήψεως υποχρεώσεως, το αίτημα του CCCME για αναπροσαρμογή της ελάχιστης τιμής εισαγωγής προς τα κάτω. Στις 16 Φεβρουαρίου 2017, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της SolarWorld για ακύρωση της αποφάσεως που περιεχόταν στο έγγραφο της Επιτροπής της 15ης Σεπτεμβρίου 2014 ( 16 ).

    III. Η ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασία και η αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη

    17.

    Στις 28 Φεβρουαρίου 2014, η SolarWorld και δύο άλλοι Ευρωπαίοι παραγωγοί φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων, και συγκεκριμένα η Brandoni solare SpA (στο εξής: Brandoni solare) και η Solaria Energia y Medio Ambiente, SA (στο εξής: Solaria Energia), άσκησαν προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση του άρθρου 3 του επίδικου κανονισμού.

    18.

    Με την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή ως απαράδεκτη.

    19.

    Το Γενικό Δικαστήριο υπενθύμισε ότι, κατά πάγια νομολογία, η μερική ακύρωση πράξεως της Ένωσης είναι δυνατή μόνον εφόσον τα στοιχεία των οποίων ζητείται η ακύρωση μπορούν να αποσπασθούν από την υπόλοιπη πράξη, δηλαδή όταν η μερική ακύρωση της πράξεως δεν έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβολή της ουσίας της. Εν προκειμένω ζητήθηκε η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 του επίδικου κανονισμού. Η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 θα είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή δασμού αντιντάμπινγκ σε όλες τις εισαγωγές που θα προέρχονταν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς, των οποίων η προσφορά αναλήψεως υποχρεώσεως είχε γίνει αποδεκτή. Κάτι τέτοιο θα διεύρυνε το πεδίο εφαρμογής του δασμού αντιντάμπινγκ, καθόσον βάσει του επίδικου κανονισμού ο δασμός αυτός επιβαλλόταν μόνο στις εισαγωγές που προέρχονταν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς οι οποίοι δεν είχαν αναλάβει υποχρέωση και οι εν λόγω εισαγωγές αντιστοιχούσαν στο 30 % του συνόλου των εισαγωγών του οικείου προϊόντος. Συνεπώς, το άρθρο 3 δεν μπορούσε να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο επίδικο κανονισμό. Η προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση μόνον του άρθρου 3 απορρίφθηκε ως απαράδεκτη.

    20.

    Καθόσον το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή για τον λόγο ότι η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 θα μετέβαλλε την ουσία του επίδικου κανονισμού, δεν εξέτασε τον άλλο λόγο απαραδέκτου που είχε προβάλει το Συμβούλιο, δηλαδή την έλλειψη ενεργητικής νομιμοποιήσεως της SolarWorld, της Brandoni solare και της Solar Energia να προσβάλουν το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού.

    IV. Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου και τα αιτήματα των διαδίκων

    21.

    Με αναίρεση που άσκησε στις 11 Απριλίου 2016, η SolarWorld ζητεί από το Δικαστήριο να κρίνει παραδεκτή και βάσιμη την αίτηση αναιρέσεως, να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη και είτε να αποφανθεί επί της ουσίας και να ακυρώσει το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού είτε να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο. Η SolarWorld ζητεί, επίσης, από το Δικαστήριο να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

    22.

    Το Συμβούλιο ζητεί από το Δικαστήριο να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως και να καταδικάσει τη SolarWorld στα δικαστικά έξοδα της κατ’ αναίρεση δίκης και της δίκης ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

    23.

    Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως ως αβάσιμη και να καταδικάσει τη SolarWorld στα δικαστικά έξοδα.

    V. Ανάλυση των λόγων αναιρέσεως

    24.

    Η SolarWorld προβάλλει δύο λόγους αναιρέσεως. Πρώτον, υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, κρίνοντας ότι το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού δεν μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο κανονισμό. Δεύτερον, διατείνεται ότι, απορρίπτοντας την προσφυγή της ως απαράδεκτη, το Γενικό Δικαστήριο παρέβη τα άρθρα 47 και 20 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης).

    Α.   Επί του πρώτου λόγου αναιρέσεως

    1. Επιχειρήματα των διαδίκων

    25.

    Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η SolarWorld προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας, στις σκέψεις 53 έως 60 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως και, ιδίως, στις σκέψεις 55 και 59, ότι το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού δεν μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο κανονισμό.

    26.

    Πρώτον, η SolarWorld υποστηρίζει ότι η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού ανάληψη της υποχρεώσεως εφαρμογής ελάχιστης τιμής εισαγωγής καθώς και οι προβλεπόμενοι στο άρθρο 1 του κανονισμού αυτού δασμοί αντιντάμπινγκ ad valorem αποτελούν δύο ειδών μέτρα αντιντάμπινγκ. Ως τέτοια έχουν τον ίδιο σκοπό (να εξαλείψουν τη ζημία που έχει υποστεί ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης) και πρέπει να καθορίζονται σε επίπεδο κατάλληλο για την εξάλειψη της εν λόγω ζημίας. Συνεπώς, η αντικατάσταση ενός μέτρου αντιντάμπινγκ (της αναλήψεως υποχρεώσεως) με ένα άλλο (τους δασμούς) δεν μεταβάλλει την ουσία του επίδικου κανονισμού. Και τούτο διότι αντικείμενο του κανονισμού αυτού είναι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ, ανεξαρτήτως του είδους τους, σε όλες τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Οι δε αποφάσεις που παρατίθενται στη σκέψη 57 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως δεν τυγχάνουν εν προκειμένω εφαρμογής διότι, στις αποφάσεις αυτές, η μερική ακύρωση θα είχε ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μεταβολή του περιεχομένου της επίμαχης πράξεως, ενώ, στην υπό κρίση υπόθεση, η μερική ακύρωση του επίδικου κανονισμού θα είχε μόνον ως αποτέλεσμα τη μεταβολή του είδους των επιβαλλόμενων μέτρων αντιντάμπινγκ.

    27.

    Δεύτερον, η SolarWorld υποστηρίζει ότι ο ίδιος ο βασικός κανονισμός προβλέπει την αντικατάσταση ενός μέτρου αντιντάμπινγκ με ένα άλλο διαφορετικό μέτρο. Το άρθρο 8, παράγραφος 9, του κανονισμού αυτού ορίζει ότι, σε περίπτωση παραβιάσεως ή ανακλήσεως μιας αναλήψεως υποχρεώσεως ή σε περίπτωση ανακλήσεως της αποδοχής της εκ μέρους της Επιτροπής, οι επιβληθέντες δασμοί αντιντάμπινγκ εφαρμόζονται αυτομάτως.

    28.

    Τρίτον, η SolarWorld επισημαίνει ότι, εάν το Γενικό Δικαστήριο είχε ακυρώσει το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού για τον λόγο ότι, όπως υποστηρίζει η SolarWorld, η ελάχιστη τιμή εισαγωγής δεν οριζόταν σε τέτοιο επίπεδο ώστε να εξαλείφει τη ζημία που είχε υποστεί ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης, τούτο δεν θα συνεπαγόταν άνευ ετέρου την επιβολή δασμών. Η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα μπορούσαν να συμμορφωθούν με την ακυρωτική απόφαση, αποδεχόμενοι μια τροποποιημένη ελάχιστη τιμή εισαγωγής που θα οριζόταν σε επίπεδο το οποίο θα εξάλειφε τη ζημία.

    29.

    Τέταρτον, η SolarWorld υποστηρίζει ότι δεν έχει σημασία εάν η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 του επίδικου κανονισμού θα είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή των προβλεπόμενων στο άρθρο 1 του κανονισμού αυτού δασμών αντιντάμπινγκ σε όλες τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, ενώ οι εν λόγω δασμοί επιβάλλονταν έως τότε μόνο στο 30 % αυτών των εισαγωγών. Τούτο δεν μεταβάλλει το πεδίο εφαρμογής του επίδικου κανονισμού, καθόσον αντικείμενο του κανονισμού αυτού είναι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ σε όλες τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Συνεπώς, είναι άνευ σημασίας το ποσοστό των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, στο οποίο εφαρμόζεται ορισμένο είδος μέτρων αντιντάμπινγκ.

    30.

    Το Συμβούλιο διατείνεται ότι ο πρώτος λόγος αναιρέσεως είναι απαράδεκτος διότι, πρώτον, απλώς επαναλαμβάνει μια αιτίαση που έχει ήδη προβληθεί ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και, δεύτερον, στηρίζεται σε πραγματικά ζητήματα τα οποία δεν εμπίπτουν στον έλεγχο του Δικαστηρίου, εκτός εάν συντρέχει περίπτωση παραμορφώσεως του περιεχομένου των αποδεικτικών στοιχείων, την οποία όμως δεν επικαλείται η SolarWorld.

    31.

    Επί της ουσίας, το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι ο πρώτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί. Πρώτον, η διάκριση μεταξύ μέτρων και δασμών αντιντάμπινγκ που γίνεται από τη SolarWorld είναι τεχνητή. Όταν ο βασικός κανονισμός κάνει λόγο για «μέτρα», εννοεί συνήθως δασμούς, όπως για παράδειγμα στους τίτλους των άρθρων 7 και 9. Δεύτερον, το Συμβούλιο διατείνεται ότι η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 του επίδικου κανονισμού θα είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή των προβλεπόμενων στο άρθρο 1 του κανονισμού αυτού δασμών αντιντάμπινγκ σε όλες τις εισαγωγές, ενώ οι εν λόγω δασμοί επιβάλλονταν έως τότε μόνον σε εισαγωγές που υπερέβαιναν ορισμένο ετήσιο όγκο, δηλαδή μόνο σε μέρος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Τούτο θα μετέβαλλε την ουσία του επίδικου κανονισμού. Τρίτον, το Συμβούλιο προβάλλει ότι η ανάληψη υποχρεώσεως δεν θα μπορούσε να εκτελεστεί χωρίς τους δασμούς. Και τούτο διότι η ανάληψη υποχρεώσεως έχει περιορισμένη έκταση (ισχύει μόνο για ορισμένο κατ’ ανώτατο όριο όγκο εισαγωγών, πέραν του οποίου επιβάλλονται οι δασμοί). Τέταρτον, κατά την εκτίμηση του συμφέροντος του κλάδου παραγωγής της Ένωσης, το Συμβούλιο και η Επιτροπή έλαβαν υπόψη τα αποτελέσματα της ελάχιστης τιμής εισαγωγής. Πέμπτον, οι δασμοί ορίστηκαν σε επίπεδο το οποίο, σε συνδυασμό με την ελάχιστη τιμή εισαγωγής, εξαλείφει τη ζημία που έχει υποστεί ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης. Συνεπώς, ο επίδικος κανονισμός στηρίζεται στο αποτέλεσμα που έχουν για την οικονομία οι δασμοί σε συνδυασμό με την ανάληψη υποχρεώσεως. Δεν είναι βέβαιο ότι, χωρίς την ανάληψη υποχρεώσεως, το Συμβούλιο θα είχε επιβάλει δασμούς αντιντάμπινγκ σε όλες τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

    32.

    Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ο πρώτος λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος.

    33.

    Πρώτον, δεν έχει σημασία ότι τόσο η ανάληψη υποχρεώσεως όσο και οι δασμοί αντιντάμπινγκ αποτελούν μέτρα αντιντάμπινγκ και ότι, ως τέτοια, έχουν τον ίδιο σκοπό (να αποκαταστήσουν τη ζημία που έχει υποστεί ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης). Αυτό που έχει σημασία είναι ότι η αντικατάσταση της αναλήψεως υποχρεώσεως με δασμούς αντιντάμπινγκ θα μετέβαλλε την ουσία του επίδικου κανονισμού. Και τούτο διότι η ανάληψη υποχρεώσεως και οι δασμοί εκτιμήθηκαν συνολικώς σε σχέση με την εξάλειψη της ζημίας και το συμφέρον της Ένωσης. Περαιτέρω, η ανάληψη υποχρεώσεως και οι δασμοί αντιντάμπινγκ έχουν διαφορετικά αποτελέσματα. Τα μεν πρόσθετα έσοδα από μια ανάληψη υποχρεώσεως εισπράττονται από τον εξαγωγέα ενώ τα έσοδα από τους δασμούς καταβάλλονται στον προϋπολογισμό της Ένωσης.

    34.

    Δεύτερον, η Επιτροπή δεν δέχεται το επιχείρημα της SolarWorld ότι οι αποφάσεις που παρατίθενται στη σκέψη 57 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως δεν τυγχάνουν εφαρμογής εν προκειμένω. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, στις αποφάσεις αυτές, δεν απορρίφθηκε η μερική ακύρωση επειδή θα επέφερε ουσιαστικές αλλαγές στο περιεχόμενο της επίμαχης πράξεως, αλλά επειδή θα μετέβαλλε την ουσία της επίμαχης πράξεως. Ομοίως, εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 του επίδικου κανονισμού θα μετέβαλλε την ουσία του κανονισμού αυτού. Και τούτο διότι η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 θα διεύρυνε το πεδίο εφαρμογής των δασμών αντιντάμπινγκ, καθόσον οι δασμοί αυτοί θα επιβάλλονταν πλέον σε προγενεστέρως απαλλασσόμενες εισαγωγές. Αντίθετα προς όσα υποστηρίζει η SolarWorld, το Γενικό Δικαστήριο δεν έκρινε ότι η μερική ακύρωση θα μετέβαλλε το πεδίο εφαρμογής του επίδικου κανονισμού.

    35.

    Κατά την άποψη της Επιτροπής, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι η SolarWorld δεν έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει την ακύρωση του επίδικου κανονισμού στο σύνολό του (καθόσον το άρθρο 1 του κανονισμού αυτού επιβάλλει δασμούς στους Κινέζους ανταγωνιστές της). Και τούτο διότι, ασκώντας προσφυγή για την ακύρωση του κανονισμού στο σύνολό του, η SolarWorld θα μπορούσε να ζητήσει την αναστολή της ισχύος της αποφάσεως έως ότου τα αρμόδια θεσμικά όργανα λάβουν τα αναγκαία μέτρα συμμορφώσεως με την απόφαση αυτή (δηλαδή έως ότου τα εν λόγω όργανα εκδώσουν νέο κανονισμό για την επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ). Το αίτημα ακυρώσεως μόνον του άρθρου 3 αποτελεί, κατά την Επιτροπή, «εσφαλμένη δικονομική στρατηγική» η οποία δεν μπορεί να διορθωθεί στην παρούσα δίκη.

    36.

    Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ορθώς το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι δεν μπορούσε να δεχτεί τη μερική ακύρωση. Εάν το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωνε ότι το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού δεν ήταν νόμιμο, θα είχε μόνο τη δυνατότητα να ακυρώσει τον εν λόγω κανονισμό στο σύνολό του, αφήνοντας το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αποφασίσουν το είδος των μέτρων αντιντάμπινγκ που θα έπρεπε να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφασή του. Η θεσμική ισορροπία που προβλέπουν οι Συνθήκες θα μπορούσε να διασφαλισθεί μόνο με την ακύρωση του επίδικου κανονισμού στο σύνολό του.

    37.

    Το CCCME δεν κατέθεσε γραπτές παρατηρήσεις. Πάντως, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, συμφώνησε με το Συμβούλιο και την Επιτροπή ότι το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού δεν μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο κανονισμό.

    2. Ανάλυση

    α) Επί του παραδεκτού

    38.

    Το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι ο πρώτος λόγος αναιρέσεως είναι απαράδεκτος διότι, πρώτον, απλώς επαναλαμβάνει την αιτίαση που έχει ήδη προβληθεί ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου σχετικά με τη δυνατότητα διαχωρισμού και, δεύτερον, στηρίζεται σε πραγματικά ζητήματα τα οποία δεν εμπίπτουν στον έλεγχο του Δικαστηρίου.

    39.

    Κατά τη γνώμη μου, η ένσταση απαραδέκτου που προβάλλει το Συμβούλιο πρέπει να απορριφθεί.

    40.

    Πρώτον, είναι αληθές ότι η SolarWorld, αντικρούοντας την ένσταση απαραδέκτου του Συμβουλίου, υποστήριξε πρωτοδίκως ότι η συγκεκριμένη διάταξη μπορούσε να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο επίδικο κανονισμό. Εντούτοις, η SolarWorld ρητώς επισημαίνει, με τις γραπτές παρατηρήσεις της ενώπιον του Δικαστηρίου, τις σκέψεις της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως που, κατά τη γνώμη της, πάσχουν από πλάνη περί το δίκαιο, και συγκεκριμένα τη σκέψη 55 (σχετικά με το ευρύτερο πεδίο εφαρμογής των δασμών αντιντάμπινγκ σε περίπτωση ακυρώσεως μόνον του άρθρου 3), τη σκέψη 57 (στην οποία το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει προγενέστερες αποφάσεις όσον αφορά την προϋπόθεση της δυνατότητας διαχωρισμού) και τη σκέψη 59 (στην οποία το Γενικό Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το άρθρο 3 δεν μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο επίδικο κανονισμό). Συνεπώς, η SolarWorld δεν ζητεί απλώς επανεξέταση της προσφυγής που άσκησε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και το Δικαστήριο μπορεί να προβεί σε έλεγχο της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως ( 17 ).

    41.

    Δεύτερον, το ζήτημα εάν το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο κανονισμό κατά την έννοια της νομολογίας και εάν, συνεπώς, μπορεί να ακυρωθεί μόνον το άρθρο αυτό δεν αποτελεί πραγματικό ζήτημα. Είναι ζήτημα νομικού χαρακτηρισμού, το οποίο έχει αρμοδιότητα να ελέγξει το Δικαστήριο ( 18 ).

    42.

    Θεωρώ, συνεπώς, ότι ο πρώτος λόγος αναιρέσεως είναι παραδεκτός.

    β) Επί της ουσίας

    43.

    Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η SolarWorld υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού δεν μπορούσε να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο κανονισμό.

    44.

    Πρέπει να υπομνησθεί ότι, ενώ το άρθρο 1 του επίδικου κανονισμού επιβάλλει δασμούς αντιντάμπινγκ με τη μορφή δασμών ad valorem, το άρθρο 3 προβλέπει ότι οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ «απαλλάσσονται από τον δασμό αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται με το άρθρο 1, υπό τον όρο ότι […] μια εταιρεία που αναφέρεται στο παράρτημα της [αποφάσεως 2013/707] κατασκεύασε, απέστειλε και τιμολόγησε τα προϊόντα […]». Το παράρτημα της αποφάσεως 2013/707 περιλαμβάνει όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς των οποίων η προσφορά αναλήψεως υποχρεώσεως έγινε αποδεκτή από την Επιτροπή. Η εν λόγω ανάληψη υποχρεώσεως περιγράφεται στην απόφαση 2013/423 ως υποχρέωση εφαρμογής μιας ελάχιστης τιμής εισαγωγής σε ορισμένο κατ’ ανώτατο όριο ετήσιο όγκο εισαγωγών, αντίστοιχο των επιδόσεων των παραγωγών-εξαγωγέων στην αγορά κατά τον συγκεκριμένο χρόνο ( 19 ).

    45.

    Κατά πάγια νομολογία, η μερική ακύρωση πράξεως του δικαίου της Ένωσης είναι δυνατή μόνον εφόσον τα στοιχεία των οποίων ζητείται η ακύρωση μπορούν να αποσπασθούν από την υπόλοιπη πράξη. Η προϋπόθεση αυτή δεν πληρούται όταν η μερική ακύρωση πράξεως έχει ως αποτέλεσμα να μεταβάλει την ουσία της πράξεως, πράγμα που πρέπει να εκτιμηθεί βάσει ενός αντικειμενικού και όχι υποκειμενικού κριτηρίου που συνδέεται με την πολιτική βούληση της αρχής που εξέδωσε την επίμαχη πράξη ( 20 ). Ο έλεγχος της δυνατότητας διαχωρισμού στοιχείων μιας πράξεως της Ένωσης προϋποθέτει την εξέταση του περιεχομένου τους, προκειμένου να εκτιμηθεί εάν η ακύρωση των στοιχείων αυτών θα μετέβαλλε το πνεύμα και την ουσία της πράξεως ( 21 ).

    46.

    Μήπως η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 θα μετέβαλλε την ουσία του επίδικου κανονισμού; Θεωρώ πως όχι.

    47.

    Κατ’ αρχάς θα ήθελα να επισημάνω ότι ενδεχόμενη πλάνη βαρύνουσα τον δασμό αντιντάμπινγκ, όπως ακριβώς και η πλάνη που βαρύνει μια ουσιαστική διαπίστωση, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβολή της ουσίας του κανονισμού που επιβάλλει δασμούς αντιντάμπινγκ.

    48.

    Δεν χωρεί αμφιβολία ότι ενδεχόμενη ακύρωση των ουσιαστικών διαπιστώσεων των θεσμικών οργάνων σχετικά με τον καθορισμό του ντάμπινγκ, τη ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το συμφέρον της Ένωσης μπορεί να μεταβάλει την ουσία ενός κανονισμού που επιβάλλει δασμούς αντιντάμπινγκ, διότι η επιβολή δασμών δεν είναι δυνατή εάν δεν συντρέχει ένα από τα στοιχεία αυτά ( 22 ). Για παράδειγμα, ο τυχόν εσφαλμένος καθορισμός της κανονικής αξίας μπορεί να έχει ως συνέπεια μόνον την ακύρωση του κανονισμού που επιβάλλει τους δασμούς αντιντάμπινγκ στο σύνολό του, δεδομένου ότι «η κανονική αξία είναι ουσιώδης προϋπόθεση για τον καθορισμό του εφαρμοστέου συντελεστή του δασμού αντιντάμπινγκ» ( 23 ).

    49.

    Πλάνη βαρύνουσα τον δασμό αντιντάμπινγκ μπορεί κατά μείζονα λόγο να μεταβάλει την ουσία του κανονισμού που επιβάλλει τον συγκεκριμένο δασμό. Και τούτο διότι σκοπός του εν λόγω κανονισμού είναι ακριβώς η επιβολή δασμού προκειμένου να εξαλειφθεί η ζημία που έχει υποστεί ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης.

    50.

    Συναφώς πρέπει να γίνει αναφορά στην πρόσφατη απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση Canadian Solar ( 24 ). Στην υπόθεση αυτή, ο κανονισμός 1238/2013, του οποίου το άρθρο 3 προσβάλλεται εν προκειμένω, προσβλήθηκε στο σύνολό του από ορισμένους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς και τον εισαγωγέα που συνδεόταν μαζί τους. Το Συμβούλιο και η Επιτροπή υποστήριξαν ειδικότερα, πρώτον, ότι οι προσφεύγοντες δεν είχαν έννομο συμφέρον να ζητήσουν την ακύρωση του άρθρου 3 (καθόσον κατά τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας είχαν ζητήσει τη θέσπιση του άρθρου 3), δεύτερον, ότι το άρθρο 1 δεν μπορούσε να αποσπασθεί από την υπόλοιπη πράξη με αποτέλεσμα, τρίτον, να είναι απαράδεκτη η προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση του επίμαχου κανονισμού στο σύνολό του. Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, πρώτον, ότι είναι παραδεκτές οι προσφυγές κατά κανονισμού που επιβάλλει οριστικούς δασμούς αντιντάμπινγκ οι οποίες ασκούνται από πρόσωπα των οποίων η ανάληψη υποχρεώσεως έχει γίνει αποδεκτή, δεύτερον, ότι το άρθρο 1 δεν μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο κανονισμό, με αποτέλεσμα, τρίτον, να είναι παραδεκτή η προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση του επίμαχου κανονισμού στο σύνολό του. Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι «μια πλάνη που μπορεί να ακυρώσει τις εκτιμήσεις των θεσμικών οργάνων, οι οποίες οδήγησαν στη θέσπιση του άρθρου 1 του [επίδικου κανονισμού], θα μετέβαλλε την ίδια την ουσία του κανονισμού αυτού. Το άρθρο 3 […] θα καθίστατο αυτομάτως άκυρο, στο μέτρο που προβλέπει απαλλαγή από την καταβολή των δασμών αντιντάμπινγκ, οι οποίοι επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 1 του κανονισμού αυτού» ( 25 ).

    51.

    Κατά την άποψή μου, το Γενικό Δικαστήριο ορθώς έκρινε, στην απόφαση Canadian Solar, ότι το άρθρο 1 του επίδικου κανονισμού δεν μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο κανονισμό. Πάντως, για τους λόγους που θα εκθέσω κατωτέρω, εξ αυτού ουδόλως συνάγεται ότι το άρθρο 3 δεν μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο επίδικο κανονισμό.

    52.

    Πρώτον, θα ήθελα να επισημάνω ότι το άρθρο 1 του επίδικου κανονισμού δεν εξαρτά την επιβολή δασμών από οποιαδήποτε προϋπόθεση. Ειδικότερα, η επιβολή δασμών δεν τελεί υπό την προϋπόθεση παραβιάσεως ή ανακλήσεως της αναλήψεως υποχρεώσεως. Συνεπώς, σε περίπτωση ακυρώσεως μόνον του άρθρου 3 του κανονισμού αυτού, το άρθρο 1 θα ισχύει ως έχει βάσει του επίδικου κανονισμού που εξέδωσε το Συμβούλιο (μόνο χωρίς την απαλλαγή).

    53.

    Αντιθέτως, το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού προβλέπει μια εξαίρεση από το άρθρο 1. Συνεπώς, σε περίπτωση ακυρώσεως μόνον του άρθρου 1, θα ισχύει, αντί των δασμών, η οριζόμενη στην ανάληψη υποχρεώσεως ελάχιστη τιμή εισαγωγής, ενώ, στον επίδικο κανονισμό που εξέδωσε το Συμβούλιο, το άρθρο 3 εφαρμόζεται μόνον ως απαλλαγή από την καταβολή των δασμών που επιβάλλει το άρθρο 1 ( 26 ).

    54.

    Κατά συνέπεια, δεν έχει σημασία ότι, όπως υποστηρίζει η SolarWorld, οι προβλεπόμενοι στο άρθρο 1 του επίδικου κανονισμού δασμοί αντιντάμπινγκ και η ανάληψη υποχρεώσεως στην οποία αναφέρεται το άρθρο 3 του κανονισμού αυτού είναι δύο ειδών μέτρα αντιντάμπινγκ που επιδιώκουν τον ίδιο σκοπό, δηλαδή να εξαλείψουν τη ζημία που έχει υποστεί ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι το ένα μέτρο απαλλάσσει από το άλλο και ότι, επομένως, η ακύρωση του πρώτου δεν μπορεί να έχει τις ίδιες συνέπειες με εκείνες που επάγεται η ακύρωση του δεύτερου.

    55.

    Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι ναι μεν θα μετέβαλλε την ουσία του επίδικου κανονισμού ενδεχόμενη ακύρωση μόνον του άρθρου 1, όχι όμως και η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 του κανονισμού αυτού. Ο λόγος για τον οποίο έγινε δεκτό, στην απόφαση Canadian Solar ( 27 ), ότι το άρθρο 1 δεν μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο επίδικο κανονισμό, και συγκεκριμένα επειδή το άρθρο 3 αποτελεί εξαίρεση από το άρθρο 1, είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο το άρθρο 3 πρέπει να γίνει δεκτό ότι μπορεί να αποσπασθεί απ’ αυτόν.

    56.

    Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται από το γεγονός ότι, οσάκις η ανάληψη υποχρεώσεως δεν ισχύει ή παύει να ισχύει, είναι καταβλητέοι οι δασμοί που ορίζει το άρθρο 1 του επίδικου κανονισμού. Όπως προαναφέρθηκε, η ελάχιστη τιμή εισαγωγής που ορίζεται στην ανάληψη υποχρεώσεως εφαρμόζεται μόνο σε ορισμένο κατ’ ανώτατο όριο ετήσιο όγκο εισαγωγών. Οι εισαγωγές πέραν του όγκου αυτού υπόκεινται στους δασμούς που προβλέπει το άρθρο 1 του επίδικου κανονισμού. Επίσης, κατά το άρθρο 8, παράγραφος 9, του βασικού κανονισμού, σε περίπτωση παραβιάσεως ή ανακλήσεως της αναλήψεως υποχρεώσεως από συμβαλλόμενο ή σε περίπτωση ανακλήσεως της αποδοχής της αναλήψεως υποχρεώσεως εκ μέρους της Επιτροπής, «εφαρμόζονται αυτομάτως» οι δασμοί που ορίζει το άρθρο 1 του επίδικου κανονισμού. Η αποδοχή της αναλήψεως υποχρεώσεως ορισμένων παραγωγών-εξαγωγέων όντως ανακλήθηκε, λόγω παραβιάσεως των υποχρεώσεων που είχαν αναλάβει (ειδικότερα δε της υποχρεώσεώς τους εφαρμογής της ελάχιστης τιμής εισαγωγής ή των υποχρεώσεών τους παροχής πληροφοριών) ( 28 ) ή λόγω της επιθυμίας των παραγωγών-εξαγωγέων να ανακληθεί η ανάληψη υποχρεώσεως ( 29 ). Οι προβλεπόμενοι στο άρθρο 1 του επίδικου κανονισμού δασμοί εφαρμόστηκαν αμέσως ( 30 ).

    57.

    Δεύτερον, είναι άνευ σημασίας το γεγονός ότι, λόγω της ακυρώσεως μόνον του άρθρου 3 του επίδικου κανονισμού, οι δασμοί αντιντάμπινγκ που ορίζει το άρθρο 1 θα επιβάλλονταν σε όλες τις εισαγωγές, ενώ επί του παρόντος επιβάλλονται μόνο στις εισαγωγές από εξαγωγείς οι οποίοι δεν έχουν προβεί σε ανάληψη υποχρεώσεως, δηλαδή στο 30 % του συνόλου των εισαγωγών.

    58.

    Συναφώς, θα ήθελα να επισημάνω ότι η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 δεν θα διεύρυνε το πεδίο εφαρμογής του επίδικου κανονισμού, καθόσον δυνάμει του άρθρου 1 οι δασμοί επιβάλλονται σε όλες τις εισαγωγές. Οι εισαγωγές από εταιρίες που έχουν προβεί σε ανάληψη υποχρεώσεως απαλλάσσονται απλώς από τους δασμούς, όπως σαφώς συνάγεται από το γεγονός ότι οι δασμοί εφαρμόζονται αυτομάτως σε περίπτωση παραβιάσεως ή ανακλήσεως της αναλήψεως υποχρεώσεως.

    59.

    Ακόμη κι αν όντως γινόταν δεκτό ότι η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 θα διεύρυνε το πεδίο εφαρμογής των δασμών αντιντάμπινγκ, τούτο, όπως υποστηρίζει η SolarWorld, δεν θα ασκούσε καμία επιρροή, καθόσον δεν θα μεταβαλλόταν το πεδίο εφαρμογής του επίδικου κανονισμού. Το άρθρο 1 θα είχε, και μετά την ακύρωση μόνον του άρθρου 3, ακριβώς το ίδιο πεδίο εφαρμογής με τον επίδικο κανονισμό που εξέδωσε το Συμβούλιο.

    60.

    Συνεπώς, κατά τη γνώμη μου, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο εκτιμώντας, στη σκέψη 55 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως, ότι θα μεταβαλλόταν η ουσία του επίδικου κανονισμού διότι η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 «θα καθιστούσε ευρύτερο το πεδίο εφαρμογής των δασμών αντιντάμπινγκ από εκείνο που συνεπάγεται η εφαρμογή του [επίδικου] κανονισμού που εξέδωσε το Συμβούλιο».

    61.

    Τρίτον, όσον αφορά τις υποθέσεις επί των οποίων εκδόθηκαν οι αποφάσεις που παρατίθενται στη σκέψη 57 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως, και ειδικότερα η διάταξη Carbunión ( 31 ), οι αποφάσεις Du Pont de Nemours ( 32 ) και Γερμανία κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου ( 33 ), και η διάταξη Government of Gibraltar κατά Επιτροπής ( 34 ), είμαι της γνώμης ότι διαφέρουν από την υπό κρίση υπόθεση.

    62.

    Στη διάταξη Carbunión ( 35 ), το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι δεν ήταν δυνατό να ζητηθεί η ακύρωση μόνον των προϋποθέσεων υπό τις οποίες είχε κριθεί συμβατή προς την εσωτερική αγορά μια κρατική ενίσχυση στη βιομηχανία άνθρακα. Κατά την απόφαση περί συμβατότητας, η επίμαχη ενίσχυση ήταν μια «ενίσχυση για την παύση λειτουργίας», η οποία είχε ως «σκοπό να καλύψει τις τρέχουσες παραγωγικές απώλειες μονάδων παραγωγής άνθρακα». Ως εκ τούτου, η συμβατότητά της προς την εσωτερική αγορά τελούσε υπό την προϋπόθεση υπάρξεως «ενός σχεδίου παύσεως λειτουργίας, του οποίου η προθεσμία δεν [εκτεινόταν] πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2018» ( 36 ). Συνεπώς, το Δικαστήριο έκρινε ότι σκοπός της αποφάσεως περί συμβατότητας ήταν «να διαμορφώσει ένα συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο για την παύση λειτουργίας μη ανταγωνιστικών ανθρακωρυχείων». Η ακύρωση μόνον της διατάξεως που θέσπιζε την προϋπόθεση αυτή θα μετέβαλλε την ουσία της αποφάσεως του Συμβουλίου περί συμβατότητας καθόσον «θα εξάλειφε [τη σχετική] χρονική προϋπόθεση, με αποτέλεσμα τα μη ανταγωνιστικά ανθρακωρυχεία να μην οφείλουν να παύσουν τη λειτουργία τους έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018, αλλά να μπορούν να συνεχίσουν να λαμβάνουν επ’ αόριστον κρατική ενίσχυση, σε αντίθεση προς τον σκοπό της [αποφάσεως του Συμβουλίου περί συμβατότητας]» ( 37 ). Αντιθέτως, στην προκείμενη υπόθεση, η ακύρωση του άρθρου 3 δεν θα εξάλειφε καμία προϋπόθεση επιβολής των δασμών αντιντάμπινγκ που ορίζει το άρθρο 1, καθόσον δεν υφίστανται τέτοιες προϋποθέσεις. Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο δεν έκρινε ορθώς, στη σκέψη 57 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως, ότι η υπόθεση Carbunión ομοιάζει με την προκείμενη υπόθεση.

    63.

    Στην απόφαση Du Pont de Nemours ( 38 ), το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι δεν ήταν δυνατό να ζητηθεί μόνον η ακύρωση της διατάξεως της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ ( 39 ) που όριζε την 30ή Ιουνίου 2008 ως ημερομηνία λήξεως της περιόδου καταχωρίσεως της ουσίας flusilazole (μιας δραστικής ουσίας χρησιμοποιούμενης σε μυκητοκτόνα για τις γεωργικές καλλιέργειες) στο παράρτημα I της οδηγίας αυτής (ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν μπορεί να εγκριθεί από κράτος μέλος μόνον εάν οι δραστικές ουσίες που περιέχει περιλαμβάνονται στο εν λόγω παράρτημα και μόνον εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις του παραρτήματος αυτού). Κατά το Δικαστήριο, σκοπός της οδηγίας 91/414 ήταν να «διασφαλίσει ένα υψηλό επίπεδο προστασίας για την υγεία των ανθρώπων και το περιβάλλον». Συνεπώς, η ακύρωση μόνον της χρονικής προϋποθέσεως «θα είχε ως αποτέλεσμα τη συμπερίληψη της ουσίας flusilazole στο παράρτημα I της οδηγίας [αυτής] και μετά τις 30 Ιουνίου 2008», δηλαδή την καταχώριση της εν λόγω ουσίας στο παράρτημα I «με λιγότερο αυστηρούς περιορισμούς από τους προβλεπόμενους στην οδηγία [αυτή]», της οποίας το πεδίο εφαρμογής θα είχε συνεπώς μεταβληθεί ( 40 ). Αντιθέτως, εν προκειμένω, η επιβολή των δασμών αντιντάμπινγκ δεν τελεί υπό καμία προϋπόθεση. Επιπλέον, δεν χωρεί καμία αμφιβολία ότι η ακύρωση του άρθρου 3 του επίδικου κανονισμού δεν μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερους ή χαμηλότερους δασμούς, καθόσον τα ποσοστά των εν λόγω δασμών ορίζονται στο άρθρο 1 του κανονισμού αυτού.

    64.

    Στην απόφαση Γερμανία κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου ( 41 ), το Δικαστήριο ακύρωσε στο σύνολό της την οδηγία 98/43/ΕΚ ( 42 ), η οποία απαγόρευε τη διαφήμιση και τη χορηγία προϊόντων καπνού, με το σκεπτικό ότι δεν μπορούσε να έχει ως βάση το άρθρο 100Α της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 114 ΣΛΕΕ), το οποίο εξουσιοδοτεί το Συμβούλιο να λαμβάνει μέτρα για την προσέγγιση των νομοθεσιών, τα οποία έχουν ως σκοπό την εγκαθίδρυση και λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Και τούτο διότι η απαγόρευση με την οδηγία 98/43 όλων των ειδών διαφημίσεως και χορηγίας προϊόντων καπνού δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί από την ανάγκη εξαλείψεως των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των διαφημιστικών μέσων ή στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στον τομέα της διαφημίσεως. Πάντως, κατά την άποψη του Δικαστηρίου, τούτο ίσχυε μόνο για την απαγόρευση της διαφημίσεως προϊόντων καπνού με αντικείμενα (αφίσες, ομπρέλες ηλίου, σταχτοδοχεία) χρησιμοποιούμενα σε ξενοδοχεία και για την απαγόρευση των διαφημιστικών μηνυμάτων στον κινηματογράφο, καθόσον η απαγόρευση των διαφημίσεων αυτού του είδους δεν μπορούσε να διευκολύνει την εμπορία των συγκεκριμένων προϊόντων. Το ίδιο όμως δεν ίσχυε και για την απαγόρευση της διαφημίσεως προϊόντων καπνού σε περιοδικά έντυπα και εφημερίδες, καθόσον η απαγόρευση της διαφημίσεως αυτού του είδους μπορούσε να διευκολύνει την ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων του Τύπου ( 43 ). Εντούτοις, το Δικαστήριο ακύρωσε την οδηγία 98/43 στο σύνολό της. Και τούτο διότι «δεδομένης της γενικότητας της απαγορεύσεως της διαφημίσεως και της χορηγίας υπέρ των προϊόντων καπνού που θεσπίζει η [οδηγία 98/43], η μερική ακύρωση αυτής θα συνεπαγόταν την τροποποίηση διατάξεων της οδηγίας από το Δικαστήριο» ( 44 ). Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας Ν. Fennelly, «η δυνητική νομιμότητα μιας απαγορεύσεως της διαφημίσεως με ορισμένα μέσα δεν συμπίπτει με καμία αυτοτελή και δυνάμενη να διαχωρισθεί διάταξη της [οδηγίας 98/43]». Συνεπώς, κατά την άποψη του γενικού εισαγγελέα, η μερική ακύρωση «θα συνεπαγόταν ότι το Δικαστήριο επιδίδεται στη δημιουργική εκ νέου κατάρτιση του μέτρου μέσω της ερμηνείας. Δεν υπάρχει καμία προδήλως δυνάμενη να διαχωρισθεί διάταξη η οποία να προσφέρεται προς κατάργηση με ακυρωτική απόφαση» ( 45 ). Αντιθέτως, εν προκειμένω, το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού προσφέρεται προς κατάργηση με αυτόν τον τρόπο.

    65.

    Στη διάταξη Government of Gibraltar κατά Επιτροπής ( 46 ), το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ήταν δυνατή μόνον η ακύρωση της αποφάσεως 2009/95/ΕΚ της Επιτροπής στο σύνολό της ( 47 ). Στην απόφαση 2009/95, η Επιτροπή περιέλαβε έναν τόπο του Γιβραλτάρ στον κατάλογο τόπων κοινοτικής σημασίας κατά την έννοια της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου (στο εξής: οδηγία περί οικοτόπων) ( 48 ). Η Government of Gibraltar δεν μπορούσε να ζητήσει την ακύρωση της αποφάσεως 2009/95 μόνο στο μέτρο που επέκτεινε τον επίμαχο τόπο σε γεωγραφικές περιοχές εντός του Ηνωμένου Βασιλείου. Κατά το Δικαστήριο, οι διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές από τις οποίες υποστηριζόταν ότι απαρτίζεται ο επίμαχος τόπος δεν μνημονεύονταν στην απόφαση 2009/95. Περαιτέρω, στο σύστημα της οδηγίας περί οικοτόπων, ένας τόπος δεν μπορούσε να κατατμηθεί σε διάφορες περιοχές ( 49 ). Στην υπόθεση Government of Gibraltar κατά Επιτροπής, ήταν προφανές από τις διατάξεις της οδηγίας περί οικοτόπων ότι ένας επιλέξιμος τόπος, για να χαρακτηριστεί ως τόπος κοινοτικής σημασίας, έπρεπε να εκτιμηθεί στο σύνολό του. Αντιθέτως, εν προκειμένω, είναι άνευ σημασίας το γεγονός ότι οι δασμοί αντιντάμπινγκ και n ανάληψη υποχρεώσεως εξετάστηκαν από κοινού σε σχέση με τη ζημία που υπέστη ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης. Και τούτο διότι, εάν τα θεσμικά όργανα είχαν εκτιμήσει ότι μόνον ο συνδυασμός των δασμών και της αναλήψεως υποχρεώσεως θα μπορούσε να εξαλείψει την εν λόγω ζημία, δεν θα είχαν επιβάλει την ελάχιστη τιμή εισαγωγής με τη μορφή απαλλαγής από τους δασμούς.

    66.

    Εκ των ανωτέρω συνάγω ότι η νομολογία την οποία παραθέτει το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 57 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως δεν μπορεί να εφαρμοστεί εν προκειμένω.

    67.

    Τέταρτον, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η Επιτροπή, η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 του επίδικου κανονισμού δεν θα μετέβαλλε τη θεσμική ισορροπία μεταξύ του Συμβουλίου και της Επιτροπής, αφενός ( 50 ), και του Δικαστηρίου, αφετέρου ( 51 ).

    68.

    Θα ήθελα να επισημάνω ότι η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 θα οδηγούσε απλώς στην εφαρμογή ενός προηγουμένως ληφθέντος από το Συμβούλιο και την Επιτροπή μέτρου, δηλαδή του άρθρου 1. Το Δικαστήριο δεν θα αποφάσιζε την επιβολή ορισμένου είδους μέτρων αντιντάμπινγκ (δασμών ad valorem αντί, για παράδειγμα, του κατ’ αποκοπή δασμού). Ούτε θα μπορούσε να υπολογίσει το ποσοστό των δασμών αυτών.

    69.

    Περαιτέρω, δεν είναι δυνατό να υποστηριχθεί ότι η μερική ακύρωση μιας πράξεως της Ένωσης μπορεί να μεταβάλει τη θεσμική ισορροπία καθόσον, πρώτον, η εξουσία που το πρώτο εδάφιο του άρθρου 264 ΣΛΕΕ παρέχει στο Δικαστήριο να ακυρώνει μια πράξη του δικαίου της Ένωσης στο σύνολό της ενέχει την εξουσία μερικής μόνον ακυρώσεως της πράξεως αυτής ( 52 ) και, δεύτερον, η εν λόγω εξουσία δεν είναι απεριόριστη καθόσον, όπως αναπτύχθηκε ανωτέρω, η μερική ακύρωση δεν μπορεί να μεταβάλει την ουσία της πράξεως ( 53 ).

    70.

    Συνεπώς, θεωρώ ότι ο πρώτος λόγος αναιρέσεως είναι βάσιμος και ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο εκτιμώντας ότι το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού δεν μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο κανονισμό. Ως εκ τούτου, η αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη πρέπει να αναιρεθεί.

    71.

    Εντούτοις, για λόγους πληρότητας θα εξετάσω τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως.

    Β.   Επί του δευτέρου λόγου αναιρέσεως

    1. Επιχειρήματα των διαδίκων

    72.

    Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, η SolarWorld προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο παρέβη τα άρθρα 47 και 20 του Χάρτη, κρίνοντας στις σκέψεις 53 έως 60 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως, και ιδίως στις σκέψεις 55 και 59 της διατάξεως αυτής, ότι η προσφυγή είναι απαράδεκτη.

    73.

    Όσον αφορά την παράβαση του άρθρου 47 του Χάρτη, η SolarWorld υποστηρίζει ότι, μολονότι έχει κριθεί από τη νομολογία ότι οι κανονισμοί με αντικείμενο τη λήψη μέτρων αντιντάμπινγκ αφορούν ατομικώς τους παραγωγούς της Ένωσης, οι παραγωγοί αυτοί δεν θα είχαν αποτελεσματική ένδικη προστασία εάν δεν μπορούσαν να ζητήσουν τη μερική ακύρωση των ως άνω κανονισμών. Η SolarWorld επισημαίνει, συναφώς, ότι οι προσφυγές της με αντικείμενο την ακύρωση του κανονισμού 513/2013 και των αποφάσεων 2013/423 και 2013/707 απορρίφθηκαν ως απαράδεκτες.

    74.

    Όσον αφορά την παράβαση του άρθρου 20 του Χάρτη, η SolarWorld υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο, απορρίπτοντας, αφενός, ως απαράδεκτη την προσφυγή της με αντικείμενο τη μερική ακύρωση του επίδικου κανονισμού, αλλά κρίνοντας, αφετέρου, παραδεκτή την προσφυγή των Κινέζων παραγωγών με αντικείμενο την ακύρωση του κανονισμού αυτού, δεν αντιμετώπισε επί ίσοις όροις τους παραγωγούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους Κινέζους εξαγωγείς.

    75.

    Το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί. Το Συμβούλιο επισημαίνει, ειδικότερα, ότι το άρθρο 47 του Χάρτη δεν αποσκοπούσε στην τροποποίηση του συστήματος δικαστικού ελέγχου, το οποίο προβλέπουν οι Συνθήκες και ιδίως οι κανόνες που διέπουν το παραδεκτό των απ’ ευθείας προσφυγών ενώπιον των δικαστηρίων της Ένωσης. Όσον αφορά την παράβαση του άρθρου 20 του Χάρτη, η αιτίαση αυτή είναι απαράδεκτη, διότι δεν προβλήθηκε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. Είναι δε εν πάση περιπτώσει αβάσιμη, καθόσον η SolarWorld και οι Κινέζοι παραγωγοί δεν έτυχαν διαφορετικής μεταχειρίσεως. Και τούτο διότι η SolarWorld είχε τη δυνατότητα να ζητήσει την ακύρωση του επίδικου κανονισμού στο σύνολό του.

    76.

    Κατά την Επιτροπή, ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος. Όσον αφορά την παράβαση του άρθρου 47 του Χάρτη, η Επιτροπή επισημαίνει, πρώτον, ότι η διάταξη αυτή δεν αποσκοπούσε στην τροποποίηση του συστήματος δικαστικού ελέγχου που προβλέπουν οι Συνθήκες, δεύτερον, ότι η SolarWorld άσκησε πράγματι προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση των αποφάσεων 2013/423 και 2013/707 και, τρίτον, ότι είχε τη δυνατότητα να ασκήσει προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση του επίδικου κανονισμού στο σύνολό του. Όσον αφορά την παράβαση του άρθρου 20 του Χάρτη, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η SolarWorld και οι Κινέζοι παραγωγοί δεν έτυχαν διαφορετικής μεταχειρίσεως, καθόσον η SolarWorld είχε τη δυνατότητα να ασκήσει προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση του επίδικου κανονισμού στο σύνολό του και θα μπορούσε να ζητήσει την αναστολή της ισχύος της αποφάσεως έως την αντικατάσταση του συγκεκριμένου κανονισμού με νέο κανονισμό επιβάλλοντα υψηλότερους δασμούς αντιντάμπινγκ.

    2. Ανάλυση

    α) Επί του παραδεκτού

    77.

    Το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι η αιτίαση περί παραβάσεως του άρθρου 20 του Χάρτη είναι απαράδεκτη διότι δεν προβλήθηκε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

    78.

    Είναι αληθές ότι η SolarWorld δεν προέβαλε την αιτίαση περί παραβάσεως του άρθρου 20 του Χάρτη αντικρούοντας την προβληθείσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ένσταση απαραδέκτου του Συμβουλίου. Συνεπώς, ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως είναι, κατά τη γνώμη μου, απαράδεκτος στο μέτρο που αφορά παράβαση του άρθρου 20 του Χάρτη.

    79.

    Εντούτοις, για λόγους πληρότητας, θα εξετάσω κατωτέρω εάν, απορρίπτοντας την προσφυγή της SolarWorld ως απαράδεκτη, το Γενικό Δικαστήριο παρέβη το άρθρο 20 του Χάρτη.

    β) Επί της ουσίας

    80.

    Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, η SolarWorld προβάλλει ότι, απορρίπτοντας την προσφυγή ως απαράδεκτη, το Γενικό Δικαστήριο παρέβη τα άρθρα 47 και 20 του Χάρτη.

    81.

    Κατά τη γνώμη μου, ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί.

    82.

    Πρώτον, όσον αφορά την προβαλλόμενη παράβαση του άρθρου 47 του Χάρτη, είναι αληθές ότι, όπως προαναφέρθηκε, η προσφυγή της SolarWorld με αντικείμενο την ακύρωση της αποφάσεως 2013/707, με την οποία η Επιτροπή είχε αποδεχτεί την προσφορά αναλήψεως υποχρεώσεως εκ μέρους των παραγωγών-εξαγωγέων, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη για τον λόγο ότι «μια απόφαση με την οποία γίνεται αποδεκτή προσφορά αναλήψεως υποχρεώσεως […] δεν παράγει έννομα αποτελέσματα ώστε να επηρεάζει άμεσα τη νομική κατάσταση των παραγωγών της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως η [SolarWorld]» ( 54 ). Η προσφυγή της SolarWorld, με αντικείμενο την ακύρωση της αποφάσεως που περιεχόταν στο έγγραφο της Επιτροπής της 15ης Σεπτεμβρίου 2014, με την οποία η Επιτροπή είχε αναπροσαρμόσει την οριζόμενη στην ανάληψη υποχρεώσεως ελάχιστη τιμή εισαγωγής, απορρίφθηκε από το Γενικό Δικαστήριο επί της ουσίας «χωρίς να είναι αναγκαίο να εξεταστεί το παραδεκτό της προσφυγής» ( 55 ).

    83.

    Εντούτοις, θα ήθελα να επισημάνω ότι, βάσει των επεξηγήσεων σχετικά με τον Χάρτη, με το άρθρο 47 «δεν επιδιώχθηκε η τροποποίηση του συστήματος δικαστικού ελέγχου που προβλέπεται στις Συνθήκες, και ιδίως των κανόνων που διέπουν το παραδεκτό των απ’ ευθείας προσφυγών ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης» ( 56 ). Ως εκ τούτου, κατά πάγια νομολογία, οι κατά το άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ προϋποθέσεις παραδεκτού πρέπει να ερμηνεύονται υπό το πρίσμα του θεμελιώδους δικαιώματος σε αποτελεσματική ένδικη προστασία, χωρίς όμως η ερμηνεία αυτή να καταλήγει στην παράκαμψη των προϋποθέσεων που ρητώς προβλέπει η εν λόγω Συνθήκη ( 57 ).

    84.

    Επιπροσθέτως, το ζήτημα που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου είναι εάν μπορεί να ασκηθεί προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση μόνον του άρθρου 3 του επίδικου κανονισμού. Εάν το Δικαστήριο κρίνει ότι η διάταξη αυτή δεν μπορεί να αποσπασθεί από την υπόλοιπη πράξη, εξακολουθεί να υπάρχει δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής για την ακύρωση του επίδικου κανονισμού στο σύνολό του. Συναφώς, δεν μπορεί να προβληθεί ότι η ακύρωση του εν λόγω κανονισμού στο σύνολό του δεν θα έχει καμία χρησιμότητα για τη SolarWorld. Και τούτο διότι η SolarWorld μπορεί να ζητήσει την ακύρωση του επίδικου κανονισμού στο σύνολό του και την εκ μέρους του Δικαστηρίου αναστολή των αποτελεσμάτων της εν λόγω ακυρώσεως έως ότου τα θεσμικά όργανα λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση της ακυρωτικής αποφάσεως ( 58 ).

    85.

    Θεωρώ, συνεπώς, ότι πρέπει να απορριφθεί η αιτίαση με την οποία προβάλλεται παράβαση του άρθρου 47 του Χάρτη.

    86.

    Δεύτερον, όσον αφορά την προβαλλόμενη παράβαση του άρθρου 20 του Χάρτη, είμαι της γνώμης ότι, εάν το Δικαστήριο κρίνει ότι το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού δεν μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο κανονισμό και ότι η SolarWorld δεν δύναται να ζητήσει τη μερική ακύρωση του επίδικου κανονισμού, η SolarWorld δεν θα είχε διαφορετική μεταχείριση από τους παραγωγούς-εξαγωγείς. Όπως προαναφέρθηκε, από την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση Canadian Solar προκύπτει ότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν δύνανται να ζητήσουν τη μερική ακύρωση του επίδικου κανονισμού (καθόσον το άρθρο 1 δεν μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο κανονισμό) ( 59 ).

    87.

    Συνεπώς, εάν το Δικαστήριο κρίνει παραδεκτή την αιτίαση με την οποία προβάλλεται παράβαση του άρθρου 20 του Χάρτη, πρέπει, κατά την άποψή μου, να την απορρίψει ως αβάσιμη.

    88.

    Εκ των ανωτέρω συνάγω ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι το άρθρο 3 του επίδικου κανονισμού δεν μπορεί να αποσπασθεί από τον υπόλοιπο κανονισμό. Συνεπώς, η αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη πρέπει να αναιρεθεί.

    89.

    Σε περίπτωση αναιρέσεως αποφάσεως ή διατάξεως, το άρθρο 61 του Οργανισμού του Δικαστηρίου προβλέπει ότι το Δικαστήριο μπορεί είτε να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου είτε να αποφανθεί οριστικώς επί της διαφοράς εφόσον αυτή είναι ώριμη προς εκδίκαση.

    90.

    Στην υπό κρίση υπόθεση, το ζήτημα εάν η SolarWorld νομιμοποιείται ενεργητικά να ζητήσει την ακύρωση του άρθρου 3 του επίδικου κανονισμού, πράγμα το οποίο αμφισβητήθηκε πρωτοδίκως από το Συμβούλιο, δεν εξετάστηκε από το Γενικό Δικαστήριο στην αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη. Ούτε καν αναφέρεται στα δικόγραφα των διαδίκων ενώπιον του Δικαστηρίου. Το ίδιο ισχύει και για τις αιτιάσεις που αφορούν το βάσιμο της αναιρέσεως. Συνεπώς, εν προκειμένω, η διαφορά δεν είναι ώριμη προς εκδίκαση.

    91.

    Επομένως, το Δικαστήριο πρέπει να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο και να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα.

    VI. Πρόταση

    92.

    Κατόπιν των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο:

    να αναιρέσει τη διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 1ης Φεβρουαρίου 2016, SolarWorld κ.λπ. κατά Συμβουλίου, T‑141/14·

    να αναπέμψει την υπόθεση T‑141/14 στο Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και

    να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα.


    ( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.

    ( 2 ) Διάταξη της 1ης Φεβρουαρίου 2016, SolarWorld κ.λπ. κατά Συμβουλίου (T‑141/14, EU:T:2016:67) (στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη).

    ( 3 ) Κανονισμός της 2ας Δεκεμβρίου 2013, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών τους στοιχείων (π.χ. κυψελών), καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ 2013, L 325, σ. 1).

    ( 4 ) Κανονισμός της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (κωδικοποιημένη έκδοση) (στο εξής: βασικός κανονισμός) (ΕΕ 2009, L 343, σ. 51).

    ( 5 ) Ανακοίνωση έναρξης διαδικασίας αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων (π.χ. κυψέλες και πλακίδια) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ 2012, C 269, σ. 5).

    ( 6 ) Ανακοίνωση έναρξης διαδικασίας κατά των επιδοτήσεων σχετικά με τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων (π.χ. κυψέλες και πλακίδια) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ 2012, C 340, σ. 13).

    ( 7 ) Κανονισμός της 4ης Ιουνίου 2013, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων (π.χ. κυψέλες και πλακίδια) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 182/2013 για την καταγραφή των εν λόγω εισαγωγών καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ 2013, L 152, σ. 5).

    ( 8 ) Διάταξη της 14ης Απριλίου 2015, SolarWorld και Solsonica κατά Επιτροπής (T‑393/13, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:211).

    ( 9 ) Διάταξη της 16ης Μαρτίου 2016, SolarWorld κατά Επιτροπής (C‑312/15 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2016:162).

    ( 10 ) Απόφαση της 2ας Αυγούστου 2013, για την αποδοχή ανάληψης υποχρέωσης που προτάθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων (π.χ. κυψέλες και πλακίδια) καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (2013/423/ΕΕ) (ΕΕ 2013, L 209, σ. 26).

    ( 11 ) Κανονισμός της 2ας Αυγούστου 2013, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 513/2013, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων (π.χ. κυψέλες και πλακίδια) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ 2013, L 209, σ. 1).

    ( 12 ) Απόφαση της 4ης Δεκεμβρίου 2013, για τη βεβαίωση της αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης που προτάθηκε στο πλαίσιο των διαδικασιών αντιντάμπινγκ και κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων (δηλαδή κυψελών) καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας κατά την περίοδο εφαρμογής των οριστικών μέτρων (2013/707/ΕΕ) (ΕΕ 2013, L 325, σ. 214).

    ( 13 ) Κανονισμός της 2ας Δεκεμβρίου 2013, για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού σχετικά με τις εισαγωγές φωτοβολταϊκών συστοιχιών κρυσταλλικού πυριτίου και βασικών συστατικών στοιχείων (π.χ. κυψέλες) καταγωγής ή προέλευσης Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ 2013, L 325, σ. 66).

    ( 14 ) Διάταξη της 14ης Ιανουαρίου 2015, SolarWorld κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑507/13, EU:T:2015:23).

    ( 15 ) Διάταξη της 10ης Μαρτίου 2016, SolarWorld κατά Επιτροπής (C‑142/15 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2016:163).

    ( 16 ) Απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2017, SolarWorld κατά Επιτροπής (T‑783/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2017:88).

    ( 17 ) Απόφαση της 19ης Ιανουαρίου 2017, Επιτροπή κατά Total και Elf Aquitaine (C‑351/15 P, EU:C:2017:27, σκέψεις 30 έως 34).

    ( 18 ) Απόφαση της 1ης Οκτωβρίου 2014, Συμβούλιο κατά Alumina (C‑393/13 P, EU:C:2014:2245, σκέψεις 15 έως 19).

    ( 19 ) Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 5 και 6 της αποφάσεως 2013/423.

    ( 20 ) Απόφαση της 6ης Δεκεμβρίου 2012, Επιτροπή κατά Verhuizingen Coppens (C‑441/11 P, EU:C:2012:778, σκέψη 38).

    ( 21 ) Απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 2015, Ηνωμένο Βασίλειο κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (C‑121/14, EU:C:2015:749, σκέψη 21).

    ( 22 ) Βλ. άρθρο 7, παράγραφος 1, και άρθρο 9, παράγραφος 4, του βασικού κανονισμού.

    ( 23 ) Απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, PT Wilmar Bioenergi Indonesia και PT Wilmar Nabati Indonesia κατά Συμβουλίου (T‑139/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2016:499, σκέψη 109). Κατά της αποφάσεως αυτής έχει ασκηθεί αναίρεση, η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου (βλ. υπόθεση Συμβούλιο κατά PT Wilmar Bioenergi Indonesia και PT Wilmar Nabati Indonesia, C‑603/16 P).

    ( 24 ) Απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2017, Canadian Solar Emea κ.λπ. κατά Συμβουλίου (T‑162/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2017:124) (στο εξής: απόφαση Canadian Solar). Κατά της αποφάσεως αυτής έχει ασκηθεί αναίρεση η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου (βλ. υπόθεση Canadian Solar Emea κ.λπ. κατά Συμβουλίου, C‑236/17 P).

    ( 25 ) Απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2017, Canadian Solar Emea κ.λπ. κατά Συμβουλίου (T‑162/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2017:124, σκέψη 45).

    ( 26 ) Τα θεσμικά όργανα θα μπορούσαν να είχαν επιλέξει την επιβολή δασμού με τη μορφή ελάχιστης τιμής αντί για τον δασμό ad valorem που επιβάλλει το άρθρο 1 του επίδικου κανονισμού [βλ., για παράδειγμα, κανονισμό (ΕΚ) 1334/1999 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές οξειδίου του μαγνησίου, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ 1999, L 159, σ. 1)]. Θα μπορούσαν, επίσης, να επιβάλουν ένα συνδυασμό δασμού με τη μορφή ελάχιστης τιμής και δασμού ad valorem [βλ. κανονισμό (ΕΚ) 985/2003 του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2003, για τροποποίηση των μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) 1334/1999 (ΕΕ 2003, L 143, σ. 1)].

    ( 27 ) Απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2017, Canadian Solar Emea κ.λπ. κατά Συμβουλίου (T‑162/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2017:124).

    ( 28 ) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/866 της Επιτροπής, της 4ης Ιουνίου 2015, για την ανάκληση της αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης για τρεις παραγωγούς-εξαγωγείς σύμφωνα με την εκτελεστική απόφαση 2013/707 (ΕΕ 2015, L 139, σ. 30) εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1403 της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2015, για την ανάκληση της αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης για έναν παραγωγό-εξαγωγέα σύμφωνα με την εκτελεστική απόφαση 2013/707 (ΕΕ 2015, L 218, σ. 1) εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2018 της Επιτροπής, της 11ης Νοεμβρίου 2015, για την ανάκληση της αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης για δύο παραγωγούς-εξαγωγείς σύμφωνα με την εκτελεστική απόφαση 2013/707 (ΕΕ 2015, L 295, σ. 23) εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1045 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 2016, για την ανάκληση της αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης για έναν παραγωγό-εξαγωγέα σύμφωνα με την εκτελεστική απόφαση 2013/707 (ΕΕ 2016, L 170, σ. 5), και εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2146 της Επιτροπής, της 7ης Δεκεμβρίου 2016, για την ανάκληση της αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης για δύο παραγωγούς-εξαγωγείς σύμφωνα με την εκτελεστική απόφαση 2013/707 (ΕΕ 2016, L 333, σ. 4).

    ( 29 ) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/115 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2016, για την ανάκληση της αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης για έναν παραγωγό-εξαγωγέα σύμφωνα με την εκτελεστική απόφαση 2013/707 (ΕΕ 2016, L 23, σ. 47), και εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1998 της Επιτροπής, της 15ης Νοεμβρίου 2016, σχετικά με την ανάκληση της αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης όσον αφορά πέντε παραγωγούς-εξαγωγείς σύμφωνα με την εκτελεστική απόφαση 2013/707 (ΕΕ 2016, L 308, σ. 8).

    ( 30 ) Βλ. αιτιολογική σκέψη 96 του κανονισμού 2015/866, αιτιολογική σκέψη 34 του κανονισμού 2015/1403, αιτιολογική σκέψη 70 του κανονισμού 2015/2018, αιτιολογική σκέψη 16 του κανονισμού 2016/115, αιτιολογική σκέψη 55 του κανονισμού 2016/1045, αιτιολογική σκέψη 23 του κανονισμού 2016/1998, και αιτιολογική σκέψη 45 του κανονισμού 2016/2146.

    ( 31 ) Διάταξη της 11ης Δεκεμβρίου 2014, Carbunión κατά Συμβουλίου (C‑99/14 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2014:2446) (στο εξής: διάταξη Carbunión).

    ( 32 ) Απόφαση της 12ης Απριλίου 2013, Du Pont de Nemours (France) κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑31/07, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2013:167) (στο εξής: απόφαση Du Pont de Nemours).

    ( 33 ) Απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 2000, Γερμανία κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (C‑376/98, EU:C:2000:544) (στο εξής: απόφαση Γερμανία κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου).

    ( 34 ) Διάταξη της 12ης Ιουλίου 2012, Government of Gibraltar κατά Επιτροπής (C‑407/11 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2012:464) (στο εξής: διάταξη Government of Gibraltar κατά Επιτροπής).

    ( 35 ) Διάταξη της 11ης Δεκεμβρίου 2014, Carbunión κατά Συμβουλίου (C‑99/14 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2014:2446).

    ( 36 ) Άρθρο 3, παράγραφος 1, της αποφάσεως 2010/787/ΕΕ του Συμβουλίου, της 10ης Δεκεμβρίου 2010, σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις που διευκολύνουν την παύση λειτουργίας μη ανταγωνιστικών ανθρακωρυχείων (ΕΕ 2010, L 336, σ. 24).

    ( 37 ) Διάταξη της 11ης Δεκεμβρίου 2014, Carbunión κατά Συμβουλίου (C‑99/14 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2014:2446, σκέψεις 28 και 31).

    ( 38 ) Απόφαση της 12ης Απριλίου 2013, Du Pont de Nemours (France) κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑31/07, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2013:167).

    ( 39 ) Οδηγία της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΕΕ 1991, L 230, σ. 1).

    ( 40 ) Απόφαση της 12ης Απριλίου 2013, Du Pont de Nemours (France) κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑31/07, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2013:167, σκέψη 85).

    ( 41 ) Απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 2000, Γερμανία κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (C‑376/98, EU:C:2000:544).

    ( 42 ) Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 1998, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τη διαφήμιση και τη χορηγία υπέρ των προϊόντων καπνού (ΕΕ 1998, L 213, σ. 9).

    ( 43 ) Απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 2000, Γερμανία κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (C‑376/98, EU:C:2000:544, σκέψεις 98 και 99).

    ( 44 ) Απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 2000, Γερμανία κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (C‑376/98, EU:C:2000:544, σκέψη 117).

    ( 45 ) Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Ν. Fennelly στην υπόθεση C‑376/98 (Γερμανία κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, EU:C:2000:324, σημείο 127).

    ( 46 ) Διάταξη της 12ης Ιουλίου 2012, Government of Gibraltar κατά Επιτροπής (C‑407/11 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2012:46).

    ( 47 ) Απόφαση της 12ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με την έγκριση δεύτερου ενημερωμένου καταλόγου των τόπων κοινοτικής σημασίας για τη μεσογειακή βιογεωγραφική περιοχή, κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2009, L 43, σ. 393).

    ( 48 ) Οδηγία της 21ης Μαΐου 1992 για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ 1992, L 206, σ. 7).

    ( 49 ) Διάταξη της 12ης Ιουλίου 2012, Government of Gibraltar κατά Επιτροπής (C‑407/11 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2012:46, σκέψεις 31 έως 33).

    ( 50 ) Ας σημειωθεί ότι, από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΕ) 37/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2014, για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά τις διαδικασίες θέσπισης ορισμένων μέτρων (ΕΕ 2014, L 18, σ. 1), το όργανο που επιβάλλει οριστικούς δασμούς αντιντάμπινγκ είναι η Επιτροπή και όχι το Συμβούλιο. Συναφώς, βλ. Scharf, T., «Decision-Making in EU Trade Defence Cases After Lisbon: An Institutional Anomaly Addressed?», σε Herrmann, C., Simma, B., και Streinz, R. (επιμ.), Trade Policy between Law, Diplomacy and Scholarship. Liber amicorum in memoriam Horst G. Krenzler, Springer, 2015, σ. 395 έως 406.

    ( 51 ) Η Επιτροπή υποστηρίζει τα εξής: η Επιτροπή και το Συμβούλιο είναι τα όργανα που αποφασίζουν ποιο μέτρο αντιντάμπινγκ θα πρέπει να επιβληθεί. Ωστόσο, η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 θα είχε ως αποτέλεσμα την αντικατάσταση της αναλήψεως υποχρεώσεως στην οποία αναφέρεται το άρθρο 3 με τους δασμούς αντιντάμπινγκ που ορίζει το άρθρο 1. Δηλαδή, η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 θα παρείχε στο Δικαστήριο τη δυνατότητα να αποφασίσει ποιο μέτρο αντιντάμπινγκ θα έπρεπε να επιβληθεί. Συνεπώς, η ακύρωση μόνον του άρθρου 3 θα μετέβαλλε τη θεσμική ισορροπία μεταξύ του Συμβουλίου και της Επιτροπής, αφενός, και του Δικαστηρίου, αφετέρου. Μόνον η ακύρωση του επίδικου κανονισμού στο σύνολό του θα διασφάλιζε τη θεσμική ισορροπία, καθόσον η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα ήταν τα όργανα που θα λάμβαναν νέα μέτρα αντιντάμπινγκ προκειμένου να συμμορφωθούν με την ακυρωτική απόφαση.

    ( 52 ) Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott στην υπόθεση Επιτροπή κατά Verhuizingen Coppens (C‑441/11 P, EU:C:2012:317, σημείο 25).

    ( 53 ) Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα G. Tesauro στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις Γαλλία κ.λπ. κατά Επιτροπής (C‑68/94 και C‑30/95, EU:C:1997:54, σημείο 142).

    ( 54 ) Διάταξη της 14ης Ιανουαρίου 2015, SolarWorld κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑507/13, EU:T:2015:23, σκέψη 52).

    ( 55 ) Απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2017, SolarWorld κατά Επιτροπής (T‑783/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2017:88, σκέψη 59).

    ( 56 ) Επεξηγήσεις σχετικά με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (ΕΕ 2007, C 303, σ. 17).

    ( 57 ) Αποφάσεις της 24ης Νοεμβρίου 2016, Ackermann Saatzucht κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (C‑408/15 P και C‑409/15 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2016:893, σκέψη 50), και της 3ης Οκτωβρίου 2013, Inuit Tapiriit Kanatami κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (C‑583/11 P, EU:C:2013:625, σκέψη 98).

    ( 58 ) Απόφαση της 12ης Απριλίου 2013, Du Pont de Nemours (France) κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑31/07, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2013:167, σκέψη 99).

    ( 59 ) Απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2017, Canadian Solar Emea κ.λπ. κατά Συμβουλίου (T‑162/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2017:124, σκέψη 45).

    Top