Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62015TJ0126

Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2016.
El Corte Inglés, SA κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Supeco — Προγενέστερο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης SUPER COR — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Κίνδυνος συγχύσεως — Περιεχόμενο του ελέγχου του τμήματος προσφυγών — Προϊόντα και υπηρεσίες στα οποία βασίστηκε η ανακοπή — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 — Κανόνας 15, παράγραφος 2, στοιχείο στʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 — Ανακοίνωση 2/12.
Υπόθεση T-126/15.

Court reports – general

ECLI identifier: ECLI:EU:T:2016:307

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 24ης Μαΐου 2016 ( *1 )

«Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Supeco — Προγενέστερο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης SUPER COR — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Κίνδυνος συγχύσεως — Περιεχόμενο του ελέγχου του τμήματος προσφυγών — Προϊόντα και υπηρεσίες στα οποία βασίστηκε η ανακοπή — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 — Κανόνας 15, παράγραφος 2, στοιχείο στʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 — Ανακοίνωση 2/12»

Στην υπόθεση T‑126/15,

El Corte Inglés, SA, με έδρα τη Μαδρίτη (Ισπανία), εκπροσωπούμενη από τον J. L. Rivas Zurdo, δικηγόρο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), εκπροσωπούμενου από την E. Scheffer και τον A. Folliard‑Monguiral,

καθού,

έτερος διάδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

Grup Supeco Maxor, SL, με έδρα τη Μαδρίτη (Ισπανία), εκπροσωπούμενη από τον S. Martínez‑Almeida y Alejos‑Pita, δικηγόρο,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 4ης Δεκεμβρίου 2014 (υπόθεση R 1112/2014‑5), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της El Corte Inglés, SA και της Grup Supeco Maxor, SL,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους E. Martins Ribeiro, πρόεδρο, S. Gervasoni (εισηγητή) και L. Madise, δικαστές,

γραμματέας: E. Coulon

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής, το οποίο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 18 Μαρτίου 2015,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως του EUIPO, το οποίο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 3 Σεπτεμβρίου 2015,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως της παρεμβαίνουσας, το οποίο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 21 Σεπτεμβρίου 2015,

έχοντας υπόψη ότι οι διάδικοι δεν υπέβαλαν αίτημα περί καθορισμού ημερομηνίας για τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεως εντός τριών εβδομάδων από της κοινοποιήσεως της περατώσεως της έγγραφης διαδικασίας και αποφασίζοντας, ως εκ τούτου, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 106, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, να αποφανθεί χωρίς προφορική διαδικασία,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Ιστορικό της διαφοράς

1

Στις 30 Απριλίου 2012 η παρεμβαίνουσα Grup Supeco Maxor, SL, υπέβαλε στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) αίτηση καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 78, σ. 1).

2

Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το ακόλουθο εικονιστικό σημείο:

Image

3

Οι υπηρεσίες για τις οποίες ζητήθηκε η καταχώριση υπάγονται στην κλάση 35 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και περιλαμβάνουν ιδίως τις «δημοπρασίες» και τις υπηρεσίες «συγκεντρώσεως, για λογαριασμό τρίτων (με εξαίρεση τη μεταφορά τους), προϊόντων [...], ώστε οι καταναλωτές να μπορούν να τα δουν, να τα επιλέξουν, να τα αγοράσουν ευχερώς σε τοπικά καταστήματα, περιλαμβανομένων των εμπορικών καταστημάτων, υπηρεσίες λιανικού εμπορίου προϊόντων» (στο εξής: υπηρεσίες λιανικής πωλήσεως).

4

Στις 16 Αυγούστου 2012 η προσφεύγουσα El Corte Inglés, SA, άσκησε ανακοπή κατά της καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος, για το σύνολο των υπηρεσιών για τις οποίες ζητήθηκε η καταχώριση.

5

Η ανακοπή βασιζόταν ιδίως στο ακόλουθο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για το οποίο είχε κατατεθεί αίτηση καταχωρίσεως στις 18 Ιουνίου 2008 και το οποίο είχε καταχωρισθεί την 1η Φεβρουαρίου 2012 (αριθ. καταχωρίσεως 6997407), για προϊόντα και υπηρεσίες που υπάγονται ιδίως στην κλάση 35:

Image

6

Ο λόγος που προβλήθηκε προς στήριξη της ανακοπής ήταν ο διαλαμβανόμενος στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009. Στο δικόγραφο της ανακοπής αναφέρονταν, μεταξύ άλλων, οι φράσεις «Κατάλογος προϊόντων και υπηρεσιών» και «[ανακοπή] [β]ασιζόμενη σε ορισμένα από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες», ακολουθούμενες από την εξής απαρίθμηση υπηρεσιών που υπάγονται στην κλάση 35: «διαφήμιση· διοίκηση επιχειρήσεων· διαχείριση επιχειρήσεων· εργασίες γραφείου».

7

Στις 28 Φεβρουαρίου 2014 το τμήμα ανακοπών έκανε μερικώς δεκτή την ανακοπή, κρίνοντας ότι όντως υφίστατο κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και του προγενέστερου σήματος. Μεταξύ άλλων, το τμήμα ανακοπών απέρριψε τη ζητηθείσα καταχώριση σήματος για το σύνολο των αμφισβητούμενων υπηρεσιών που υπάγονται στην κλάση 35. Βασιζόμενο στην ανακοίνωση 2/12 της 20ής Ιουνίου 2012, σχετικά με τη χρήση των τίτλων των κλάσεων στους καταλόγους προϊόντων και υπηρεσιών για τις αιτήσεις και τις καταχωρίσεις σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ ΓΕΕΑ 7/2012), το τμήμα ανακοπών έκρινε ότι η πρόθεση της προσφεύγουσας ήταν να καλύψει το σύνολο των υπηρεσιών που περιλαμβάνονταν στον αλφαβητικό κατάλογο της συγκεκριμένης κλάσεως του Διακανονισμού της Νίκαιας. Έτσι, το τμήμα ανακοπών συνέκρινε τις υπαγόμενες στην κλάση 35 υπηρεσίες, οι οποίες καλύπτονταν από το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, προς τις υπηρεσίες οι οποίες αναφέρονταν στο δικόγραφο της ανακοπής, καθώς και προς τις υπηρεσίες «δημοπρασίες» και «εκμίσθωση αυτόματων μηχανών πωλήσεως», οι οποίες περιλαμβάνονται στον αλφαβητικό κατάλογο των υπηρεσιών ο οποίος αντιστοιχεί στην κλάση 35, προκειμένου να καταλήξει ως προς το αν οι υπηρεσίες είναι πανομοιότυπες ή παρόμοιες.

8

Στις 24 Απριλίου 2014 η παρεμβαίνουσα άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών.

9

Με την από 4 Δεκεμβρίου 2014 απόφαση (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το πέμπτο τμήμα προσφυγών του EUIPO έκανε μερικώς δεκτή την προσφυγή, ακυρώνοντας και μεταρρυθμίζοντας την απόφαση του τμήματος ανακοπών, καθόσον είχε κάνει δεκτή την ανακοπή για τις «δημοπρασίες», καθώς και για τις υπηρεσίες λιανικής πωλήσεως.

10

Προκαταρκτικώς, το τμήμα προσφυγών επισήμανε, στο σημείο 14 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι το περιεχόμενο της ανακοπής που ασκήθηκε από την προσφεύγουσα ενώπιον του τμήματος ανακοπών περιοριζόταν στις υπηρεσίες που απαριθμούνται ρητώς στο δικόγραφο της ανακοπής. Συναφώς, επισήμανε ότι οι υπηρεσίες «δημοπρασίες» δεν είχαν αναφερθεί στο εν λόγω δικόγραφο ως υπηρεσίες υπαγόμενες στην κλάση 35 οι οποίες καλύπτονται από το προγενέστερο σήμα και, εξάλλου, η προσφεύγουσα ουδέποτε δήλωσε, είτε στο πλαίσιο της διαδικασίας ανακοπής είτε στο πλαίσιο της διαδικασίας προσφυγής, ότι η ανακοπή της βασιζόταν στις εν λόγω υπηρεσίες. Αντιθέτως, κατά το τμήμα προσφυγών, η προσφεύγουσα είχε επιβεβαιώσει στις παρατηρήσεις της επί της προσφυγής ότι η ανακοπή της «βασιζόταν σε ορισμένα από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες» που καλύπτονται από τα προγενέστερα σήματα, προσδιορίζοντας έτσι τις υπηρεσίες οι οποίες απαριθμούνται ρητώς στο δικόγραφο της ανακοπής. Ως εκ τούτου, το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ανακοπή δεν βασιζόταν στις «δημοπρασίες» και ότι παρείλκε η απόφαση ως προς το εάν το προγενέστερο σήμα αφορούσε άλλες υπηρεσίες οι οποίες δεν καλύπτονται από την κυριολεκτική σημασία των τίτλων των κλάσεων.

11

Επομένως, το τμήμα προσφυγών περιόρισε την εξέταση της ομοιότητας των υπηρεσιών, όσον αφορά τις καλυπτόμενες από το προγενέστερο σήμα, στις υπηρεσίες «διαφήμιση· διοίκηση επιχειρήσεων· διαχείριση επιχειρήσεων· εργασίες γραφείου». Συναφώς, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι οι υπηρεσίες αυτές δεν παρουσίαζαν ομοιότητες ούτε προς τις «δημοπρασίες» ούτε προς τις υπηρεσίες λιανικής πωλήσεως, τις οποίες αφορά το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση (σημεία 36 έως 42 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

Αιτήματα των διαδίκων

12

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, καθόσον με αυτήν ακυρώθηκε και μεταρρυθμίστηκε η απόφαση του τμήματος ανακοπών·

να καταδικάσει το EUIPO και την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδα.

13

Το EUIPO ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να απορρίψει την προσφυγή,

να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

14

Η παρεμβαίνουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να απορρίψει την προσφυγή,

να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

Σκεπτικό

15

Η προσφεύγουσα προβάλλει, κατ’ ουσίαν, έναν και μόνο λόγο, ο οποίος αντλείται από παράβαση τoυ άρθρoυ 8, παράγραφoς 1, στoιχείo βʹ, του κανονισμού 207/2009.

16

Η προσφεύγουσα, χωρίς να αμφισβητεί ούτε τον προσδιορισμό του ενδιαφερόμενου κοινού ούτε την εκτίμηση περί της ομοιότητας των επίμαχων σημείων από το τμήμα προσφυγών, προσάπτει σε αυτό ότι δεν έλαβε υπόψη, κατά τη σύγκριση των οικείων υπηρεσιών, ορισμένες υπηρεσίες οι οποίες δεν αναφέρονται μεν στο δικόγραφο της ανακοπής, αλλά καλύπτονται από το προγενέστερο σήμα, μεταξύ των οποίων οι «δημοπρασίες» και, επομένως, ότι εσφαλμένα έκρινε ότι δεν υφίστατο ομοιότητα μεταξύ, αφενός, των υπηρεσιών οι οποίες καλύπτονται από το προγενέστερο σήμα και, αφετέρου, των «δημοπρασιών», καθώς και των υπηρεσιών λιανικής πωλήσεως, τις οποίες αφορά το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

17

Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι η προσφεύγουσα, στο έντυπο της ανακοπής, επέλεξε το τετραγωνίδιο με τίτλο «Βασιζόμενη σε ορισμένα από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες», και, εν συνεχεία, κατονόμασε τις κατωτέρω υπηρεσίες: «διαφήμιση· διοίκηση επιχειρήσεων· διαχείριση επιχειρήσεων· εργασίες γραφείου» (βλ. σκέψη 6 ανωτέρω).

18

Εξάλλου, στο υπόμνημα των λόγων της ανακοπής της, η προσφεύγουσα δεν παρέσχε καμία διευκρίνιση σχετικά με τις υπηρεσίες στις οποίες βασιζόταν η εν λόγω ανακοπή.

19

Επομένως, όπως ορθώς τονίζει η παρεμβαίνουσα, εν αντιθέσει προς την περίπτωση της ανακοπής την οποία αφορούσε η απόφαση της 15ης Ιανουαρίου 2013, Lidl Stiftung κατά ΓΕΕΑ — Lactimilk (BELLRAM) (T‑237/11, Συλλογή, EU:T:2013:11), το δικόγραφο της ανακοπής εν προκειμένω δεν εμφανίζει καμία αντίφαση ικανή να εγείρει αμφιβολίες ως προς τις υπηρεσίες στις οποίες βασιζόταν η ανακοπή, δεδομένου ότι η προσφεύγουσα δήλωσε ταυτοχρόνως την πρόθεσή της να βασίσει την ανακοπή της σε ορισμένα μόνον από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που καλύπτονται από το σήμα της και κατονόμασε ορισμένες από αυτές τις υπηρεσίες, ιδίως εκείνες οι οποίες υπάγονται στην κλάση 35 και αναφέρονται στην αίτησή της καταχωρίσεως σήματος.

20

Εντούτοις, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το τμήμα προσφυγών εσφαλμένα συνήγαγε από το δικόγραφο της ανακοπής ότι αυτή αφορούσε μόνον τις υπηρεσίες «διαφήμιση· διοίκηση επιχειρήσεων· διαχείριση επιχειρήσεων· εργασίες γραφείου» και ότι δεν μπορούσε να εκληφθεί ως αφορώσα επίσης τις «δημοπρασίες». Συναφώς, η προσφεύγουσα βασίζεται στο σημείο V της ανακοινώσεως 2/12, βάσει του οποίου «[ό]σον αφορά τις αιτήσεις καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες καταχωρίσθηκαν πριν τις [21 Ιουνίου 2012] και στις οποίες χρησιμοποιούνται όλα τα γενικά στοιχεία τα οποία παρατίθενται στον τίτλο συγκεκριμένης κλάσεως [του Διακανονισμού της Νίκαιας], το [EUIPO] εκτιμά ότι η πρόθεση του αιτούντος [...] ήταν να καλύψει το σύνολο των προϊόντων ή των υπηρεσιών που απαριθμούνται στον αλφαβητικό κατάλογο της κλάσεως αυτής ως έχει κατά τον χρόνο της καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως». Δεδομένου ότι το προγενέστερο σήμα είχε καταχωρισθεί πριν τις 21 Ιουνίου 2012 και δη χρησιμοποιώντας τα γενικά στοιχεία που παρατίθενται στον τίτλο της κλάσεως 35 του Διακανονισμού της Νίκαιας, η προσφεύγουσα συνάγει ότι η ανακοπή της βασιζόταν επίσης στις υπηρεσίες «δημοπρασιών» και «εκμισθώσεως αυτόματων μηχανών πωλήσεως», οι οποίες απαριθμούνται στον αλφαβητικό κατάλογο της εν λόγω κλάσεως.

21

Διαπιστώνεται ότι, καίτοι προκύπτει από το γράμμα του σημείου V της ανακοινώσεως 2/12 ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που προστατεύονται από σήμα δεν περιορίζονται, όσον αφορά τα σήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα οποία καταχωρίσθηκαν πριν την 21η Ιουνίου 2012, σε εκείνα που κατονομάζονται στην αίτηση καταχωρίσεως σήματος, εντούτοις δεν μπορεί να θεωρηθεί, βάσει αυτής της ανακοινώσεως και μόνο, ότι η ανωτέρω ευρεία ερμηνεία των οικείων προϊόντων και υπηρεσιών τυγχάνει εφαρμογής και επί δικογράφου ανακοπής το οποίο βασίζεται σε σήμα καταχωρισμένο πριν την 21η Ιουνίου 2012. Πράγματι, όπως ορθώς τονίζει το EUIPO, το περιεχόμενο του εν λόγω δικογράφου, καθώς και τη διαδικασία ανακοπής, διέπουν ειδικές διατάξεις. Βάσει αυτών των διατάξεων, εξεταζομένων υπό το πρίσμα της νομολογίας, το ως άνω δικόγραφο πρέπει να αναφέρει σαφώς και επακριβώς τα προϊόντα και τις υπηρεσίες επί των οποίων βασίζεται η ανακοπή.

22

Έτσι, από τον κανόνα 15, παράγραφος 2, στοιχείο στʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 303, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) 1041/2005 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 2005 (ΕΕ L 172, σ. 4), στην πλειονότητα των γλωσσικών του αποδόσεων πλην της γαλλικής, προκύπτει ότι στο δικόγραφο της ανακοπής πρέπει να αναφέρονται τα προϊόντα και οι υπηρεσίες επί των οποίων βασίζεται η ανακοπή.

23

Είναι βεβαίως αληθές ότι κατά τη γαλλική απόδοση του κανόνα 15, παράγραφος 2, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 2868/95, «[l]’acte d’opposition doit comporter […] les produits et services à l’encontre desquels l’opposition est formée» [«[στο] δικόγραφο της ανακοπής πρέπει να αναφέρονται […] τα προϊόντα και οι υπηρεσίες έναντι των οποίων ασκείται η ανακοπή»].

24

Εντούτοις, όπως επισημαίνει και το EUIPO, η γαλλική απόδοση είναι μία από αυτές που έχει αυτή τη διατύπωση, ενώ η πλειονότητα των λοιπών γλωσσικών αποδόσεων της επίμαχης διατάξεως αναφέρονται στα προϊόντα και στις υπηρεσίες επί των οποίων βασίζεται η ανακοπή. Πράγματι, η αγγλική απόδοση αναφέρει «the goods and services on which the opposition is based», η γερμανική απόδοση «die Waren und Dienstleistungen, auf die sich der Widerspruch stützt», η ιταλική απόδοση «i prodotti e i servizi sui quali si basa l’opposizione» και η ισπανική απόδοση «los productos y servicios en los que se basa la oposición».

25

Συναφώς, κατά πάγια νομολογία, η διατύπωση που χρησιμοποιείται σε μία από τις γλωσσικές αποδόσεις διατάξεως του δικαίου της Ένωσης δεν μπορεί να αποτελεί τη μόνη βάση για την ερμηνεία της διατάξεως αυτής ούτε μπορεί να εκλαμβάνεται ως υπερέχουσα έναντι των άλλων γλωσσικών αποδόσεων. Πράγματι, τέτοια προσέγγιση θα ήταν ασύμβατη προς την επιταγή ομοιόμορφης εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης. Επομένως, σε περίπτωση διαστάσεως μεταξύ των διαφόρων γλωσσικών αποδόσεων διατάξεως, η επίμαχη διάταξη πρέπει να ερμηνεύεται βάσει της εν γένει οικονομίας της και του σκοπού που επιδιώκεται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί στοιχείο (βλ. απόφαση της 15ης Νοεμβρίου 2012, Kurcums Metal, C‑558/11, Συλλογή, EU:C:2012:721, σκέψη 48 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

26

Όσον αφορά τη γενική οικονομία των κανόνων οι οποίοι διέπουν τη διαδικασία ανακοπής, επισημαίνεται, όπως ακριβώς σημείωσε και το EUIPO, αφενός, ότι όλες οι μνείες τις οποίες πρέπει να περιέχει το δικόγραφο της ανακοπής δυνάμει των διατάξεων των στοιχείων βʹ έως εʹ και ζʹ του κανόνα 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 2868/95, διατάξεων οι οποίες περιβάλλουν την απαιτούμενη κατά το στοιχείο στʹ μνεία του ίδιου κανονισμού, αφορούν το προγενέστερο σήμα, γεγονός που ενισχύει την ερμηνεία ότι η τελευταία ως άνω διάταξη αναφέρεται στα προϊόντα και στις υπηρεσίες που καλύπτονται από το εν λόγω σήμα. Αφετέρου, ο κανόνας 15, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, του ως άνω κανονισμού, δυνάμει του οποίου το δικόγραφο της ανακοπής «δύναται» να υποδεικνύει τα προϊόντα και τις υπηρεσίες έναντι των οποίων ασκείται η ανακοπή, επιβεβαιώνει ότι η αναφορά, στο δικόγραφο της ανακοπής, των προϊόντων και των υπηρεσιών που καλύπτονται από το αμφισβητούμενο σήμα είναι απλώς και μόνον προαιρετική και δεν συμπίπτει προς τον κανόνα 15, παράγραφος 2, στοιχείο στʹ, του κανονισμού αυτού, δεδομένου ότι ο κανόνας 15, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, του ίδιου κανονισμού ορίζει ότι, ελλείψει της υποδείξεως αυτής, η ανακοπή λογίζεται ότι έχει ασκηθεί κατά του συνόλου των προϊόντων και των υπηρεσιών της αιτήσεως καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της οποίας βάλλει η ανακοπή.

27

Όσον αφορά τον σκοπό των κανόνων οι οποίοι καθορίζουν το περιεχόμενο του δικογράφου της ανακοπής, επισημαίνεται ότι ο κανονισμός 2868/95 διακρίνει μεταξύ δύο τύπων μνείας περιεχόμενης στα ως άνω δικόγραφα, ήτοι εκείνου που προβλέπεται ιδίως στον κανόνα 15, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού, του οποίου η έλλειψη μπορεί, δυνάμει του κανόνα 17 του ίδιου κανονισμού, να καταστήσει απαράδεκτη την ανακοπή, και εκείνου που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του κανόνα 15, του οποίου η έλλειψη δύναται να έχει συνέπειες μόνο στην εξέταση της βασιμότητας της ανακοπής. Ειδικότερα, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 26 ανωτέρω, η διάταξη του στοιχείου αʹ της ως άνω παραγράφου προβλέπει ότι, ελλείψει υποδείξεως των προϊόντων και των υπηρεσιών κατά των οποίων ασκείται η ανακοπή, αυτή εκλαμβάνεται ως ασκηθείσα κατά του συνόλου των προϊόντων και των υπηρεσιών της αιτήσεως καταχωρίσεως σήματος κατά της οποίας βάλλει η ανακοπή. Αντιθέτως, εάν το δικόγραφο της ανακοπής δεν περιλαμβάνει τη μνεία που επιτάσσει ο κανόνας 15, παράγραφος 2, στοιχείο στʹ, του επίμαχου κανονισμού, η ανακοπή απορρίπτεται ως απαράδεκτη βάσει του κανόνα 17, παράγραφος 4, του ίδιου κανονισμού. Ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατόν η ίδια προϋπόθεση να εμφανίζεται ταυτοχρόνως και στην παράγραφο 2 και στην παράγραφο 3 του κανόνα 15 του επίμαχου κανονισμού.

28

Υπό τις συνθήκες αυτές, η παράλειψη αναφοράς στα προϊόντα και τις υπηρεσίες επί των οποίων βασίζεται η ανακοπή στη γαλλική γλωσσική απόδοση του κανόνα 15, παράγραφος 2, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 2868/95, παράλειψη η οποία προδήλως οφείλεται σε παραδρομή, δεν καθιστά δυνατή την ερμηνεία της διατάξεως αυτής υπό την έννοια ότι δεν επιβάλλει τη σχετική μνεία των ως άνω προϊόντων και υπηρεσιών στο δικόγραφο της ανακοπής.

29

Επιπροσθέτως, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, ήδη από την απόφαση της 19ης Ιουνίου 2012, Chartered Institute of Patent Attorneys [C‑307/10, Συλλογή, EU:C:2012:361, σκέψεις 49, 56 και 61, με αφορμή την οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 299, σ. 25)], της οποίας τις συνέπειες είχε ακριβώς ως σκοπό να προσδιορίσει η ανακοίνωση 2/12, προκειμένου να τηρηθούν οι απαιτήσεις περί σαφήνειας και ακρίβειας που καθιστούν δυνατόν για τις αρμόδιες αρχές και για τους επιχειρηματίες να καθορίσουν το περιεχόμενο της ζητούμενης προστασίας, ο αιτών την καταχώριση σήματος που χρησιμοποιεί όλα τα γενικά στοιχεία του τίτλου συγκεκριμένης κλάσεως του Διακανονισμού της Νίκαιας για να προσδιορίσει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ζητείται η προστασία του σήματος πρέπει να διευκρινίζει κατά πόσον η αίτησή του καταχωρίσεως αφορά το σύνολο των ταξινομημένων στον αλφαβητικό κατάλογο της οικείας συγκεκριμένης κλάσεως προϊόντων ή υπηρεσιών ή ορισμένα μόνον προϊόντα ή υπηρεσίες. Σε περίπτωση που η αίτηση αφορά αποκλειστικώς ορισμένα μόνον εκ των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών, ο αιτών υποχρεούται να διευκρινίσει ποια υπαγόμενα στην κλάση αυτή προϊόντα ή υπηρεσίες αφορά η αίτησή του [βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, αποφάσεις της 27ης Φεβρουαρίου 2014, Advance Magazine Publishers κατά ΓΕΕΑ — López Cabré (VOGUE), T‑229/12, EU:T:2014:95, σκέψη 36, και της 29ης Απριλίου 2015, Chair Entertainment Group κατά ΓΕΕΑ — Libelle (SHADOW COMPLEX), T‑717/13, EU:T:2015:242, σκέψεις 32, 34 και 37].

30

Παρόμοιες απαιτήσεις σαφήνειας και ακρίβειας πρέπει να θεωρείται ότι ισχύουν επίσης για τον ανακόπτοντα, όσον αφορά τον προσδιορισμό των προϊόντων και των υπηρεσιών επί των οποίων βασίζεται η ανακοπή, ώστε να είναι δυνατόν τόσο για το EUIPO να αποφανθεί επί της ασκηθείσας ανακοπής όσο και για τον αιτούντα την καταχώριση του σήματος κατά της οποίας βάλλει η ανακοπή να προβάλει τα επιχειρήματά του αντικρούσεως [βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση της 12ης Φεβρουαρίου 2015, Klaes κατά ΓΕΕΑ — Klaes Kunststoffe (Klaes), T‑453/13, EU:T:2015:98, σκέψη 32]. Επομένως, ιδίως όταν, όπως εν προκειμένω, ο ανακόπτων επισημαίνει ότι βασίζει την ανακοπή του σε ορισμένα μόνο εκ των προϊόντων και των υπηρεσιών που καλύπτονται από το σήμα του οποίου είναι δικαιούχος, σε αυτόν απόκειται να υποδείξει σαφώς και επακριβώς τα προϊόντα και τις υπηρεσίες επί των οποίων βασίζεται η ανακοπή του.

31

Ως εκ τούτου, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, το σημείο V της ανακοινώσεως 2/12 δεν μπορεί να εφαρμοστεί ούτε καν κατ’ αναλογίαν στην προκειμένη περίπτωση, ώστε να συναχθεί εξ αυτού ότι η ανακοπή βασιζόταν, πέραν των υπηρεσιών που μνημονεύονται στο δικόγραφο της ανακοπής, στις υπηρεσίες «δημοπρασιών» και «εκμισθώσεως αυτόματων μηχανών πωλήσεως».

32

Κατόπιν των προεκτεθέντων, δεν μπορεί να απαιτείται από το τμήμα προσφυγών να λαμβάνει υπόψη, στο πλαίσιο της εξετάσεως ανακοπής, προϊόντα και υπηρεσίες που δεν μνημονεύονται στο δικόγραφο της ανακοπής. Ως εκ τούτου, το τμήμα προσφυγών ορθώς συνέκρινε μόνο τις υπηρεσίες οι οποίες μνημονεύονται στο δικόγραφο της ανακοπής, επί των οποίων αυτή βασίζεται, προς τις υπηρεσίες που καλύπτονται από το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

33

Η εκτίμηση αυτή δεν κλονίζεται από το επιχείρημα της προσφεύγουσας κατά το οποίο η ίδια, ως ευρέως γνωστή επιχείρηση λιανικής πωλήσεως κάθε είδους προϊόντος σε τρίτους, καλείται να προσφέρει υπηρεσίες λιανικής πωλήσεως.

34

Πράγματι, όπως ορθώς τονίζει και το EUIPO, και χωρίς να είναι αναγκαίο να κριθεί το παραδεκτό του εν λόγω επιχειρήματος, το οποίο κατά τα λοιπά επίσης αμφισβητείται από το EUIPO, το γεγονός ότι ο δικαιούχος σήματος έχει τη δυνατότητα να παράσχει ορισμένες υπηρεσίες και το ότι είναι παγκοίνως γνωστό πως ο εν λόγω δικαιούχος εκμεταλλεύεται τις υπηρεσίες αυτές δεν επάγονται ότι το σήμα του οποίου είναι δικαιούχος προστατεύει οπωσδήποτε τις ως άνω υπηρεσίες ούτε, κατά μείζονα λόγο, ότι οι ανακοπές που αυτός θα ασκήσει θα βασίζονται, συνακόλουθα, στις υπηρεσίες αυτές.

35

Κατόπιν όλων των ανωτέρω, προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών ορθώς συνέκρινε τις αμφισβητούμενες υπηρεσίες του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση μόνον προς τις υπηρεσίες που καλύπτονται από το προγενέστερο σήμα οι οποίες μνημονεύονται στο δικόγραφο της ανακοπής, όπερ σημαίνει ότι, ελλείψει κάθε επιχειρήματος το οποίο να βάλλει κατά του πορίσματος της ως άνω συγκρίσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο μοναδικός λόγος της προσφυγής, παρέλκει δε η απόφαση επί του παραδεκτού του, το οποίο αμφισβήτησε η παρεμβαίνουσα.

36

Η υπό κρίση προσφυγή είναι, κατά συνέπεια, απορριπτέα.

Επί των δικαστικών εξόδων

37

Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα. Επειδή η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με τα αιτήματα του EUIPO και της παρεμβαίνουσας.

 

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

αποφασίζει:

 

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

 

2)

Καταδικάζει την El Corte Inglés, SA στα δικαστικά έξοδα.

 

Martins Ribeiro

Gervasoni

Madise

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 24 Μαΐου 2016.

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

Top