Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62014FJ0020

    Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 22ας Σεπτεμβρίου 2015.
    Inge Barnett κατά Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ).
    Υπαλληλική υπόθεση – Σύνταξη – Σύνταξη λόγω αρχαιότητας – Πρόωρη συνταξιοδότηση χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων – ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ – Ένσταση ελλείψεως νομιμότητας των ΓΕΔ – Συμφέρον της υπηρεσίας – Ορισμός – Έλλειψη – Διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας του αιτούντος – Συνεκτίμηση της συνολικής επαγγελματικής σταδιοδρομίας τόσο εντός των θεσμικών οργάνων της Ένωσης όσο και εκτός αυτών – Περιθώριο εκτιμήσεως του θεσμικού οργάνου – Νομιμότητα.
    Υπόθεση F-20/14.

    Court reports – Reports of Staff Cases

    ECLI identifier: ECLI:EU:F:2015:107

    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ ΔΗΜΌΣΙΑΣ ΔΙΟΊΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ (δεύτερο τμήμα)

    της 22ας Σεπτεμβρίου 2015 ( * )

    «Υπαλληλική υπόθεση — Σύνταξη — Σύνταξη λόγω αρχαιότητας — Πρόωρη συνταξιοδότηση χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων — ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ — Ένσταση ελλείψεως νομιμότητας των ΓΕΔ — Συμφέρον της υπηρεσίας — Ορισμός — Έλλειψη — Διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας του αιτούντος — Συνεκτίμηση της συνολικής επαγγελματικής σταδιοδρομίας τόσο εντός των θεσμικών οργάνων της Ένωσης όσο και εκτός αυτών — Περιθώριο εκτιμήσεως του θεσμικού οργάνου — Νομιμότητα»

    Στην υπόθεση F‑20/14,

    με αντικείμενο προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής,

    Inge Barnett, πρώην υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, κάτοικος Roskilde (Δανία), εκπροσωπούμενη αρχικώς από τoν N. Nikolajsen, δικηγόρο, εν συνεχεία από τους S. Orlandi και T. Martin, δικηγόρους,

    προσφεύγουσα,

    κατά

    Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνική Επιτροπής (ΕΟΚΕ), εκπροσωπούμενης από την M. Pascua Mateo, τον L. Camarena Januzec και την Κ. Gambino, επικουρούμενους από τους M. Troncoso Ferrer και F.-M. Hislaire, δικηγόρους,

    καθής,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (δεύτερο τμήμα),

    συγκείμενο από τους K. Bradley, πρόεδρο, H. Kreppel και M. I. Rofes i Pujol (εισηγήτρια), δικαστές,

    γραμματέας: P. Cullen, υπάλληλος διοικήσεως,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 18ης Μαΐου 2015,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    Με δικόγραφο που περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης [στο εξής: Δικαστήριο ΔΔ] τη 10η Μαρτίου 2014, η I. Barnett ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ), της 11ης Ιουλίου 2013, περί καταρτίσεως του πίνακα των υπαλλήλων που υπάγονται για το έτος 2013 στην ευεργετική ρύθμιση του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ίσχυε μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2013 (στο εξής: ΚΥΚ), καθόσον με την απόφαση αυτή απορρίπτεται η υπαγωγή της στην εν λόγω ευεργετική ρύθμιση, καθώς και την ακύρωση της αποφάσεως περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεώς της.

    Το νομικό πλαίσιο

    2

    Το άρθρο 52 του ΚΥΚ ορίζει τα εξής:

    «Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 50 [του ΚΥΚ], ο υπάλληλος συνταξιοδοτείται:

    […]

    β)

    είτε, τη αιτήσει του, την τελευταία ημέρα του μήνα κατά τον οποίο υποβλήθηκε η αίτηση, εάν είναι τουλάχιστον 63 ετών ή, εάν είναι μεταξύ 55 και 63 ετών, εφόσον συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη χορήγηση σύνταξης που αρχίζει να καταβάλλεται αμέσως, σύμφωνα με το άρθρο 9 του Παραρτήματος VIII [του ΚΥΚ]. […]

    […]»

    3

    Κατά το άρθρο 77 του ΚΥΚ:

    «Ο υπάλληλος που έχει συμπληρώσει τουλάχιστον 10 έτη υπηρεσίας έχει δικαίωμα συντάξεως λόγω αρχαιότητας. Εντούτοις, δικαιούται της συντάξεως αυτής ανεξάρτητα από τη διάρκεια της υπηρεσίας, εφόσον είναι ηλικίας άνω των 63 ετών, εφόσον δεν κατέστη δυνατό να επανέλθει στην υπηρεσία κατά τη διάρκεια περιόδου διαθεσιμότητας, ή σε περίπτωση απομακρύνσεως από τη θέση προς το συμφέρον της υπηρεσίας.

    […]

    Το δικαίωμα συντάξεως αρχαιότητας αποκτάται στην ηλικία των 63 ετών.»

    4

    Το άρθρο 9 του παραρτήματος VIIΙ του ΚΥΚ έχει ως εξής:

    «1.   Υπάλληλος ο οποίος αποχωρεί από την υπηρεσία πριν από την ηλικία των 63 ετών δύναται να ζητήσει όπως η έναρξη της καταβολής της συντάξεως αρχαιότητας:

    α)

    αναβληθεί μέχρι την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού μήνα που έπεται εκείνου κατά τη διάρκεια του οποίου συμπληρώνει την ηλικία των 63 ετών· ή

    β)

    είναι άμεση, υπό την επιφύλαξη ότι συμπλήρωσε τουλάχιστον την ηλικία των 55 ετών. Στην περίπτωση αυτή, η σύνταξη αρχαιότητας μειώνεται σε συνάρτηση με την ηλικία του ενδιαφερομένου υπαλλήλου κατά τον χρόνο ενάρξεώς της συνταξιοδοτήσεώς του.

    Η σύνταξη μειώνεται κατά 3,5 % για κάθε έτος πρόωρης καταβολής πριν από την ηλικία κατά την οποία ο υπάλληλος θα είχε αποκτήσει το δικαίωμα σύνταξης αρχαιότητας κατά την έννοια του άρθρου 77 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης. Εάν, μεταξύ της ηλικίας κατά την οποία αποκτάται το δικαίωμα σύνταξης αρχαιότητας, κατά την έννοια του άρθρου 77 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, και της ηλικίας του ενδιαφερομένου τη στιγμή εκείνη, η διαφορά υπερβαίνει ένα ακριβή αριθμό ετών, προστίθεται στη μείωση ένα επιπλέον έτος.

    2.   Προς το συμφέρον της υπηρεσίας, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και διαφανών διαδικασιών που καθορίζονται μέσω γενικών εκτελεστικών διατάξεων, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή δύναται να αποφασίζει να μην εφαρμόσει την προαναφερόμενη μείωση στους ενδιαφερομένους υπαλλήλους. Ο συνολικός αριθμός των μόνιμων και έκτακτων υπαλλήλων, οι οποίοι συνταξιοδοτούνται χωρίς καμία μείωση της συντάξεώς τους ετησίως, δεν πρέπει να είναι υψηλότερος από το 10 % του συνολικού αριθμού των υπαλλήλων όλων των οργάνων που συνταξιοδοτήθηκαν το προηγούμενο έτος. Το ποσοστό αυτό μπορεί να κυμαίνεται ετησίως μεταξύ 8 % και 12 %, υπό την επιφύλαξη ενός συνολικού ποσοστού 20 % σε διάστημα διετίας και της αρχής του ουδέτερου προϋπολογισμού. Πριν από την πάροδο πενταετίας, η [Ευρωπαϊκή] Επιτροπή υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] έκθεση αξιολόγησης της εφαρμογής του μέτρου αυτού. Οσάκις ενδείκνυται, η [Ευρωπαϊκή] Επιτροπή υποβάλλει πρόταση για τον καθορισμό, ύστερα από την πενταετία, του ανώτατου ετήσιου ορίου σε ποσοστό 5 έως 10 % του συνολικού αριθμού των υπαλλήλων όλων των οργάνων, οι οποίοι συνταξιοδοτήθηκαν το προηγούμενο έτος, βάσει του άρθρου 336 [ΣΛΕΕ].»

    5

    Με την υπ’ αριθ. 192/09 A απόφαση, της 13ης Μαρτίου 2009, ο πρόεδρος της ΕΟΚΕ εξέδωσε τις γενικές εκτελεστικές διατάξεις (στο εξής: ΓΕΔ) για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ (στο εξής: ΓΕΔ της ΕΟΚΕ). Οι ΓΕΔ της ΕΟΚΕ εκδόθηκαν σε δύο γλωσσικές αποδόσεις, ήτοι στη γαλλική και στην αγγλική γλώσσα.

    6

    Η απόδοση του κειμένου των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ στη γαλλική γλώσσα έχει ως εξής:

    «[…]

    5.

    Προκειμένου να κριθούν επιλέξιμοι, οι ενδιαφερόμενοι μόνιμοι ή έκτακτοι υπάλληλοι πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

    να τελούν σε ενεργό υπηρεσία κατά την έννοια του άρθρου 36 του [ΚΥΚ],

    να έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον την ηλικία των 55 ετών προ της λήξεως του ημερολογιακού έτους που αναφέρεται στην αίτηση, κατά τη διάρκεια του οποίου πρόκειται να τεθεί σε εφαρμογή ο προβλεπόμενος από το άρθρο 9, [παράγραφος 2], του παραρτήματος VIII [του ΚΥΚ] μηχανισμός,

    να έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον [δεκαπέντε] έτη υπηρεσίας ως μόνιμοι υπάλληλοι ή/και μέλη του λοιπού προσωπικού σε θεσμικό ή άλλο όργανο [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] κατά την έννοια των άρθρων 1α και 1β του [ΚΥΚ]. Ως χρόνος υπηρεσίας λαμβάνονται υπόψη μόνον περίοδοι ενεργού υπηρεσίας κατά την έννοια του άρθρου 36 του [ΚΥΚ].

    6.

    Για τον προσδιορισμό των αιτήσεων που ανταποκρίνονται περισσότερο προς το συμφέρον της υπηρεσίας και για την εξασφάλιση πλήρους διαφάνειας κατά την κατάρτιση του πίνακα [των] υπαλλήλων που δύνανται να υπαχθούν στην ευεργετική ρύθμιση, καθιερώνεται σύστημα απονομής μορίων το οποίο έχει ως ακολούθως:

    α)

    Με κριτήριο την ηλικία […] του ενδιαφερομένου:

    […]

    ηλικία 57 ετών και άνω 1,5 μόρι[ο]·

    ηλικία 58 ετών και άνω 2 μόρια·

    ηλικία 59 ετών και άνω 2,5 μόρια·

    ηλικία 60 ετών και άνω 3 μόρια.

    β)

    Με κριτήριο τη διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας […]:

    [α]πό 15 έως 20 έτη επαγγελματικής δραστηριότητας 0,5 μόριο·

    [ά]νω των 20 ετών επαγγελματικής δραστηριότητας 1 μόριο·

    [ά]νω των 21 ετών επαγγελματικής δραστηριότητας 1,5 μόρι[ο]·

    [ά]νω των 22 ετών επαγγελματικής δραστηριότητας 2 μόρια·

    [ά]νω των 23 ετών επαγγελματικής δραστηριότητας 2,5 μόριο·

    [ά]νω των 24 ετών επαγγελματικής δραστηριότητας 3 μόρια·

    [ά]νω των 25 ετών επαγγελματικής δραστηριότητας 3,5 μόρια·

    [ά]νω των 26 ετών επαγγελματικής δραστηριότητας 4 μόρια·

    γ)

    Με κριτήριο τον αριθμητικό μέσο όρο των μορίων των εκθέσεων βαθμολογίας που είναι διαθέσιμες για την περίοδο [πέντε] ετών η οποία έχει ως καταληκτική ημερομηνία την 31η Δεκεμβρίου του έτους εφαρμογής του μέτρου πρόωρης [συνταξιοδοτήσεως] […].

    Έως και 3 μόρια 0 μόριο·

    [ά]νω των 3 μορίων έως και 3,5 μόρια 1 μόριο·

    […]

    [ά]νω των 4 μορίων έως και 4,5 μόρια 3 μόρια·

    [ά]νω των 4,5 μορίων έως και 5 μόρια 4 μόρια.

    Για την κατάρτιση του πίνακα των υπαλλήλων που δικαιούνται να υπαχθούν στην ευεργετική ρύθμιση, η [αρμόδια για τους διορισμούς αρχή] λαμβάνει υπόψη το άθροισμα των μορίων που οι υπάλληλοι συγκεντρώνουν βάσει των κριτηρίων α, β και γ του προπεριγραφέντος συστήματος.

    […]

    Η [αρμόδια για τους διορισμούς αρχή] δύναται να αποκλίνει από την ως άνω σειρά κατατάξεως των υποψηφίων μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και κατόπιν γνωμοδοτήσεως της [ε]πιτροπής ίσης εκπροσωπήσεως, της οποίας η γνώμη ζητείται σε κάθε περίπτωση.

    7.

    Συνεκτιμώντας τις υφιστάμενες δυνατότητες και τα προπαρατεθέντα κριτήρια, η [αρμόδια για τους διορισμούς αρχή] καταρτίζει επί ετησίας βάσεως και με γνώμονα το συμφέρον της υπηρεσίας τον πίνακα των μονίμων και εκτάκτων υπαλλήλων που δύνανται να υπαχθούν στην ευεργετική ρύθμιση. Ο πίνακας αυτός συνοδεύεται, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, από συμπληρωματικό εφεδρικό πίνακα.

    Οι πίνακες δημοσιεύονται [εντός του] οργάνου και κοινοποιούνται στους υποψηφίους. Οι ενδιαφερόμενοι έχουν το δικαίωμα να παραιτηθούν της υποψηφιότητάς τους εντός [δέκα] εργασίμων ημερών. Σε περίπτωση παραιτήσεως υποψηφίων που περιλαμβάνονται στον κύριο πίνακα, καλούνται οι υποψήφιοι του συμπληρωματικού εφεδρικού πίνακα.

    […]»

    7

    Με υποσημείωση της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ διευκρινίζεται ότι ως «διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας» νοούνται οι «[π]ραγματικές και δεόντως αποδεδειγμένες περίοδοι επαγγελματικής δραστηριότητας, υπολογιζόμενες την 31η [Δεκεμβρίου] του έτους εφαρμογής του μέτρου πρόωρης [συνταξιοδοτήσεως]».

    8

    Η απόδοση του κειμένου της παραγράφου 6 των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ στην αγγλική γλώσσα έχει ως εξής:

    «In order to identify which applications best serve the interests of the service and to ensure complete transparency in the drawing-up of the list of officials who can benefit from the facility, a following points system shall be established based on the following criteria:

    […]

    b)

    Length of employement […]

    […]».

    9

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Ελεγκτικό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέδωσαν τις δικές τους ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, αντιστοίχως, την 6η Οκτωβρίου, την 29η Απριλίου, την 28η Απριλίου, την 20ή Οκτωβρίου και την 21η Δεκεμβρίου 2004.

    10

    Όσον αφορά τις ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ που εξέδωσε το Κοινοβούλιο (στο εξής: ΓΕΔ του Κοινοβουλίου), στο άρθρο 5 των εν λόγω ΓΕΔ, με τίτλο «Εξέταση της υποψηφιότητας από τη [Γενική Διεύθυνση] [π]ροσωπικού και από την [υ]πηρεσία ή [π]ολιτική ομάδα τοποθετήσεως» προβλέπονται τα εξής:

    «[…]

    4.   Λαμβανομένου υπόψη του συμφέροντος της υπηρεσίας, προτεραιότητα δίδεται στην αίτηση του υπαλλήλου του οποίου η υπηρεσιακή κατάσταση θίγεται από μέτρα αναδιοργανώσεως που έχουν αποφασισθεί από το [ό]ργανο: λήξη των καθηκόντων του υπαλλήλου συνεπεία εφαρμοζόμενων μέτρων αναδιοργανώσεως, εφόσον δεν έχουν ορισθεί ή δεν υπάρχει ενδεχόμενο να ορισθούν στο εγγύς μέλλον νέα καθήκοντα, κατάλληλα για τον/την ενδιαφερόμενο/η.

    5.   Καθορίζοντας τις ομάδες προτεραιότητας […] καθώς και τη σειρά κατατάξεως αυτών, η υπηρεσία λαμβάνει επίσης υπόψη […] την αρχαιότητα του υποψηφίου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καθώς και την ηλικία του[.]

    […]»

    11

    Η παράγραφος 2 του άρθρου 6 των ΓΕΔ του Κοινοβουλίου, το οποίο επιγράφεται «Διαδικασία επιλογής από τη [Γενική Διεύθυνση] [π]ροσωπικού», ορίζει τα εξής:

    «[Κατά την κατάρτιση του πίνακα των μονίμων και εκτάκτων υπαλλήλων που ο γενικός διευθυντής της Γενικής Διευθύνσεως προσωπικού προτείνει να υπαχθούν στην ευεργετική ρύθμιση της πρόωρης συνταξιοδοτήσεως] λαμβάνονται υπόψη:

    […]

    β)

    το συμφέρον της υπηρεσίας, συνεκτιμωμένης ιδίως της αναγκαίας ανανεώσεως των δεξιοτήτων στο εσωτερικό του Κοινοβουλίου […]·

    […]».

    12

    Όσον αφορά τις ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ που εξέδωσε το Συμβούλιο (στο εξής: ΓΕΔ του Συμβουλίου), το άρθρο 5 των εν λόγω ΓΕΔ ορίζει τα εξής:

    «1.   Η έννοια του συμφέροντος της υπηρεσίας εκτιμάται με γνώμονα τις περιστάσεις και διάφορους παράγοντες, όπως είναι, μεταξύ άλλων:

    η αναγκαιότητα διαρθρωτικής ανασυγκροτήσεως ορισμένων υπηρεσιών·

    η αναγκαιότητα ανανεώσεως ή επανακαθορισμού των δεξιοτήτων που απαιτούνται στο πλαίσιο της [γ]ενικής γραμματείας του Συμβουλίου σε συνάρτηση με τα νέα καθήκοντα που ανατίθενται σε αυτήν, καθώς και με τις ανάγκες που συνδέονται με τη διεύρυνση.

    2.   Η [αρμόδια για τους διορισμούς αρχή] απευθύνεται εγκαίρως στην [ε]πιτροπή ίσης εκπροσωπήσεως προκειμένου αυτή να γνωμοδοτήσει επί των αντικειμενικών και συγκεκριμένων κριτηρίων που καθιστούν δυνατή την εφαρμογή της παραγράφου 1 κατά τη διάρκεια του οικείου έτους. Η [ε]πιτροπή ίσης εκπροσωπήσεως γνωμοδοτεί εντός προθεσμίας [δεκαπέντε] εργασίμων ημερών από της ημερομηνίας κατά την οποία εκλήθη προς τούτο.»

    13

    Αφού συμβουλεύθηκε την επιτροπή ίσης εκπροσωπήσεως, συμφώνως προς το άρθρο 5, παράγραφος 2, των ΓΕΔ του Συμβουλίου, επί της εφαρμογής του προβλεπόμενου από την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου κριτηρίου του συμφέροντος της υπηρεσίας, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή (στο εξής: ΑΔΑ) του Συμβουλίου προέκρινε για το έτος 2004 τα ακόλουθα κριτήρια, τα οποία γνωστοποίησε στο προσωπικό με την υπ’ αριθ. 105/04 ανακοίνωση προς το προσωπικό, της 15ης Ιουλίου 2004:

    «α)

    το συμφέρον της υπηρεσίας, συμφώνως προς το άρθρο 5 των ΓΕΔ [του Συμβουλίου], το οποίο εκτιμάται με γνώμονα ιδίως:

    την αναγκαιότητα διαρθρωτικής ανασυγκροτήσεως ορισμένων υπηρεσιών,

    την αναγκαιότητα ανανεώσεως ή επανακαθορισμού των δεξιοτήτων που απαιτούνται στο πλαίσιο της [γ]ενικής γραμματείας του Συμβουλίου σε συνάρτηση με τα νέα καθήκοντα που ανατίθενται σε αυτήν, καθώς και με τις ανάγκες που συνδέονται με τη διεύρυνση.

    [50 μόρια]·

    β)

    την πραγματική αρχαιότητα στην υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    [25 μόρια]·

    γ)

    την απόδοση του υπαλλήλου λαμβανομένων υπόψη των επιδόσεων του στην υπηρεσία του [ο]ργάνου και καθ’ όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του

    [25 μόρια].»

    14

    Όσον αφορά τις ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ που εξέδωσε η Επιτροπή (στο εξής: ΓΕΔ της Επιτροπής), το άρθρο 5 των εν λόγω ΓΕΔ, με τίτλο «Εξέταση της υποψηφιότητας από τις υπηρεσίες της Επιτροπής», προβλέπει τα εξής:

    «[…]

    2.   Εκάστη των υπηρεσιών ή γενικών διευθύνσεων καταρτίζει κατ’ έτος πίνακα υποψηφίων βάσει των κριτηρίων που ορίζονται με τις παραγράφους 4, 5, 6 και 7.

    Οι επιλέξιμοι υποψήφιοι κατατάσσονται σε τρεις ομάδες προτεραιότητας αναλόγως της in concreto αξιολογήσεως του συμφέροντος της υπηρεσίας ως μείζονος σημασίας, ελάσσονος σημασίας ή ελλείποντος. […]

    […]

    4.   Η πλήρωση των ακόλουθων κριτηρίων, σχετικών με τα καθήκοντα του υπαλλήλου, δικαιολογεί την κατά προτεραιότητα αποδοχή της αιτήσεώς του με γνώμονα το συμφέρον της υπηρεσίας:

    α)

    Κριτήρια που συνδέονται με μέτρα αναδιοργανώσεως:

    i)

    λήξη των καθηκόντων του υπαλλήλου συνεπεία εφαρμοζόμενων μέτρων αναδιοργανώσεως, εφόσον δεν έχουν ορισθεί ή δεν υπάρχει ενδεχόμενο να ορισθούν στο εγγύς μέλλον νέα καθήκοντα, κατάλληλα για τον ενδιαφερόμενο·

    ii)

    εφαρμογή μέτρων αναδιοργανώσεως ή ανασυγκροτήσεως που είναι εν εξελίξει και θίγουν υποψήφιο του οποίου η τοποθέτηση σε νέα θέση αποδεικνύεται δυσχερής λόγω της φύσεως των δεξιοτήτων του·

    iii)

    πρόσφατα μέτρα αναδιοργανώσεως ή ανασυγκροτήσεως που θίγουν υποψήφιο και συνεπάγονται την ανάθεση σε αυτόν νέων καθηκόντων τα οποία δεν αποδείχθηκαν κατάλληλα για τις δεξιότητές του·

    iv)

    βαθμός πιθανότητας της εφαρμογής μέτρων αναδιοργανώσεως ή ανασυγκροτήσεως που πρόκειται να θίξουν τον υποψήφιο στο εγγύς μέλλον, ιδίως οσάκις τα καθήκοντα του ενδιαφερομένου ενδέχεται να καταργηθούν σταδιακώς ή να μεταβληθούν ουσιωδώς ή να θεωρηθούν ως μη συνιστώντα πλέον προτεραιότητα για τη γενική διεύθυνση ή την υπηρεσία του, ενώ η τοποθέτηση αυτού σε νέα θέση κινδυνεύει να αποδειχθεί δυσχερής λόγω της φύσεως των δεξιοτήτων του·

    v)

    ο υποψήφιος κατέχει ευαίσθητη θέση και θα αναγκαζόταν να αναλάβει εντός των επόμενων δώδεκα μηνών νέα καθήκοντα για τα οποία καμία κατάλληλη θέση δεν έχει προσδιορισθεί ούτε ενδέχεται να προσδιορισθεί εντός του εν λόγω χρονικού διαστήματος.

    β)

    Κριτήρια που συνδέονται με τις δεξιότητες του υποψηφίου:

    οσάκις οι νέες απαιτήσεις της θέσεως δεν αντιστοιχούν πλέον στις ικανότητες ή τις δεξιότητες του υποψηφίου και η τοποθέτηση αυτού σε νέα θέση κινδυνεύει να αποδειχθεί δυσχερής.

    […]

    6.   Καθορίζοντας τις ομάδες προτεραιότητας για τις οποίες γίνεται λόγος στην παράγραφο 2, καθώς και τη σειρά κατατάξεως αυτών, η υπηρεσία δύναται να λάβει επίσης υπόψη […] την αρχαιότητα του υποψηφίου στην Επιτροπή και/ή τη θετική συνεισφορά του στις εργασίες της υπηρεσίας και/ή της Επιτροπής.

    […]»

    15

    Όσον αφορά τις ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ που εξέδωσε το Δικαστήριο (στο εξής: ΓΕΔ του Δικαστηρίου), το άρθρο 5, δεύτερο εδάφιο, των εν λόγω ΓΕΔ ορίζει τα εξής:

    «Εντός προθεσμίας [δεκαπέντε] εργασίμων ημερών από της ημερομηνίας κατά την οποία εκλήθη να επιληφθεί, η επιτροπή ίσης εκπροσωπήσεως διαβιβάζει στην ΑΔΑ τον πίνακα των μονίμων και εκτάκτων υπαλλήλων, με σειρά προτεραιότητας, τους οποίους θεωρεί, με γνώμονα το συμφέρον της υπηρεσίας, ως δυνάμενους να υπαχθούν στην ευεργετική ρύθμιση. Κατά την κατάρτιση του εν λόγω πίνακα λαμβάνονται ιδίως υπόψη τα ακόλουθα αντικειμενικά κριτήρια:

    η επαγγελματική κατάσταση του ενδιαφερομένου κατόπιν, μεταξύ άλλων, μέτρων αναδιοργανώσεως της υπηρεσίας

    η ηλικία

    η αρχαιότητα

    […]».

    16

    Όσον αφορά τις ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ που εξέδωσε το Ελεγκτικό Συνέδριο (στο εξής: ΓΕΔ του Ελεγκτικού Συνεδρίου), το άρθρο 5 των εν λόγω ΓΕΔ έχει ως εξής:

    «[…]

    Εντός προθεσμίας [δεκαπέντε] εργασίμων ημερών από της ημερομηνίας κατά την οποία εκλήθη να επιληφθεί, η επιτροπή ίσης εκπροσωπήσεως διαβιβάζει στην ΑΔΑ τον πίνακα των μονίμων και εκτάκτων υπαλλήλων που θεωρεί, με γνώμονα το συμφέρον της υπηρεσίας, ως δυνάμενους να υπαχθούν στην ευεργετική ρύθμιση. Κατά την κατάρτιση του εν λόγω πίνακα λαμβάνονται ιδίως υπόψη τα αντικειμενικά κριτήρια που απαριθμούνται ακολούθως με σειρά προτεραιότητας:

    η επαγγελματική κατάσταση του ενδιαφερομένου κατόπιν, μεταξύ άλλων, μέτρων αναδιοργανώσεως της υπηρεσίας

    η συνεισφορά του ενδιαφερομένου στη λειτουργία του οργάνου

    η ηλικία

    η αρχαιότητα στην υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    η προσωπική ή οικογενειακή κατάσταση του ενδιαφερομένου.

    […]»

    Ιστορικό της διαφοράς

    17

    Η προσφεύγουσα ανέλαβε υπηρεσία στην ΕΟΚΕ ως έκτακτη υπάλληλος την 1η Μαρτίου 1982. Ακολούθως, την 1η Ιουνίου 1982, προσελήφθη ως δόκιμη υπάλληλος, ενώ την 1η Δεκεμβρίου 1982 μονιμοποιήθηκε.

    18

    Με ανακοίνωση προς το προσωπικό της 18ης Μαρτίου 2013 (στο εξής: ανακοίνωση της 18ης Μαρτίου 2013), η οποία δημοσιεύθηκε στη γαλλική και στην αγγλική γλώσσα, τα μέλη του προσωπικού της ΕΟΚΕ προσεκλήθησαν να εκδηλώσουν ενδεχόμενο ενδιαφέρον τους για τη δυνατότητα πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, υποβάλλοντας την υποψηφιότητά τους έως την 7η Απριλίου 2013. Η εν λόγω ανακοίνωση ανέφερε ότι για το έτος 2013 ο αριθμός των δικαιούχων είχε ορισθεί σε δύο.

    19

    Οκτώ υπάλληλοι της ΕΟΚΕ, μεταξύ των οποίων η προσφεύγουσα, υπέβαλαν εμπροθέσμως την υποψηφιότητά τους.

    20

    Με απόφαση της 11ης Ιουλίου 2013 η ΑΔΑ της ΕΟΚΕ κατήρτισε τον πίνακα των δύο επωφελούμενων, για το έτος 2013, της ευεργετικής ρυθμίσεως του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, εν προκειμένω της X και της Y.

    21

    Με έγγραφο της 14ης Αυγούστου 2013, η προσφεύγουσα υπέβαλε διοικητική ένσταση δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ κατά της αποφάσεως της ΑΔΑ της ΕΟΚΕ της 11ης Ιουλίου 2013, περί καταρτίσεως, για το έτος 2013, του πίνακα των δύο δικαιούχων πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, καθόσον η ΑΔΑ δεν την είχε συμπεριλάβει στον εν λόγω πίνακα, απορρίπτοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την υποβληθείσα τη 19η Μαρτίου 2013 υποψηφιότητά της (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση).

    22

    Με απόφαση της ΑΔΑ της ΕΟΚΕ της 9ης Δεκεμβρίου 2013 η διοικητική ένσταση απερρίφθη (στο εξής: απόφαση περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως). Στην εν λόγω απόφαση επισυνάπτονταν δύο πίνακες που εμφάνιζαν, ο πρώτος τον αριθμό των μορίων που είχαν απονεμηθεί, κατ’ εφαρμογήν της παραγράφου 6, στοιχεία αʹ, βʹ και γʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ, στις X και Y και στην προσφεύγουσα και τον συνολικό αριθμό των απονεμηθέντων σε αυτές μορίων, ήτοι αντιστοίχως 9,5 μόρια, 9,5 μόρια και 8,5 μόρια, και ο δεύτερος την κατάταξη των υποψηφίων· στον δεύτερο αυτόν πίνακα η προσφεύγουσα κατετάσσετο στην τρίτη θέση, μετά τις X και Y.

    23

    Κατόπιν αιτήσεώς της, η προσφεύγουσα συνταξιοδοτήθηκε την 1η Ιανουαρίου 2014· συνεπεία τούτου, τα συνταξιοδοτικά δικαιώματά της υπέστησαν μείωση.

    Αιτήματα των διαδίκων και διαδικασία

    24

    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

    «[–] […] να ακυρώσει την απόφαση της ΕΟΚΕ περί μη υπαγωγής [της] […], για το έτος 2013, στην ευεργετική ρύθμιση του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ […], […] όπως η εν λόγω απόφαση περί μη υπαγωγής στην ως άνω ρύθμιση αποτυπώθηκε στην [απόφαση της 11ης Ιουλίου 2013, περί καταρτίσεως του πίνακα των δύο δικαιούχων, για το έτος 2013, πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, και στην απόφαση περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως] […]·

    [–] […] να καταδικάσει [την ΕΟΚΕ] στα δικαστικά έξοδα.»

    25

    Η ΕΟΚΕ ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

    να κρίνει την προσφυγή παραδεκτή, πλην όμως αβάσιμη·

    να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

    26

    Με έγγραφο της Γραμματείας της 6ης Μαρτίου 2015 η ΕΟΚΕ εκλήθη να συμμορφωθεί προς μέτρα οργανώσεως της διαδικασίας, πρόσκληση στην οποία η ΕΟΚΕ ανταποκρίθηκε προσηκόντως.

    27

    Ομοίως, με έγγραφα της Γραμματείας της 6ης Μαρτίου 2015, το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, η Επιτροπή, το Δικαστήριο και το Ελεγκτικό Συνέδριο εκλήθησαν να συμμορφωθούν προς μέτρα διεξαγωγής των αποδείξεων και, μεταξύ άλλων, να προσκομίσουν τις εκδοθείσες από τις αντίστοιχες ΑΔΑ τους ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ. Τα εν λόγω θεσμικά όργανα ανταποκρίθηκαν προσηκόντως στην πρόσκληση αυτή.

    Σκεπτικό

    Επί του αντικειμένου της προσφυγής

    28

    Με το πρώτο αίτημά της η προσφεύγουσα ζητεί, πέραν της ακυρώσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως, την ακύρωση της αποφάσεως περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως.

    29

    Υπενθυμίζεται ότι τα αιτήματα ακυρώσεως που στρέφονται ρητώς κατά της απορρίψεως διοικητικής ενστάσεως έχουν ως αποτέλεσμα να επιλαμβάνεται το Δικαστήριο ΔΔ της πράξεως κατά της οποίας υποβλήθηκε η διοικητική ένσταση, οσάκις τα εν λόγω αιτήματα στερούνται, αυτά καθ’ εαυτά, αυτοτελούς περιεχομένου (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 17ης Ιανουαρίου 1989, Vainker κατά Κοινοβουλίου, 293/87, EU:C:1989:8, σκέψη 8, και της 15ης Σεπτεμβρίου 2011, Munch κατά ΓΕΕΑ, F‑6/10, EU:F:2011:139, σκέψη 25).

    30

    Εν προκειμένω, το Δικαστήριο ΔΔ διαπιστώνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν περιέχει τους λόγους για τους οποίους η προσφεύγουσα δεν υπήχθη στην ευεργετική ρύθμιση του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ και ότι ο πίνακας των υπαχθέντων στην εν λόγω ρύθμιση υπαλλήλων αφορά την προσφεύγουσα μόνον εμμέσως, στο μέτρο που δεν την περιλαμβάνει. Η απόφαση όμως περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως επιβεβαιώνει και συμπληρώνει την προσβαλλόμενη απόφαση, αναφέροντας τους λόγους τόσο της αποφάσεως περί εγγραφής των X και Y στον πίνακα των δικαιούχων όσο και της αποφάσεως περί αποκλεισμού της προσφεύγουσας από αυτόν.

    31

    Σε μια τέτοια περίπτωση, αντικείμενο εξετάσεως αποτελεί η νομιμότητα της αρχικής βλαπτικής πράξεως, λαμβανομένης υπόψη της αιτιολογίας που περιέχεται στην απόφαση περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως, καθώς η αιτιολογία αυτή θεωρείται ότι ταυτίζεται με εκείνην της αρχικής πράξεως (απόφαση της 9ης Δεκεμβρίου 2009, Επιτροπή κατά Birkhoff, T‑377/08 P, EU:T:2009:485, σκέψεις 58 και 59 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    32

    Συνεπώς, το αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως στερείται αυτοτελούς περιεχομένου και η προσφυγή πρέπει να θεωρηθεί ως στρεφόμενη κατά της προσβαλλομένης αποφάσεως, της οποίας η αιτιολογία εξειδικεύεται με την απόφαση περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως.

    Επί της ουσίας

    33

    Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους ακυρώσεως. Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως, ο οποίος προβάλλεται ως κύριος λόγος, αντλείται από πλάνη περί το δίκαιο κατά την ερμηνεία της παραγράφου 6, στoιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ. Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως, ο οποίος προβάλλεται επικουρικώς, ήτοι για την περίπτωση κατά την οποία το Δικαστήριο ΔΔ απορρίψει τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, βασίζεται σε ένσταση ελλείψεως νομιμότητας της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ.

    Επί του πρώτου, κυρίως προβαλλομένου, λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αντλείται από πλάνη περί το δίκαιο κατά την ερμηνεία της παραγράφου 6, στoιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ

    – Επιχειρήματα των διαδίκων

    34

    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, κατά κύριο λόγο, ότι η διαφορά μεταξύ του αριθμού των απονεμηθέντων στις X και Y μορίων και του αριθμού των απονεμηθέντων στην ίδια μορίων οφείλεται σε εσφαλμένη ερμηνεία, εκ μέρους της ΕΟΚΕ, της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της. Συγκεκριμένα, για την απονομή μορίων βάσει του προβλεπόμενου από την εν λόγω διάταξη κριτηρίου της διάρκειας της επαγγελματικής δραστηριότητας, η ΕΟΚΕ έλαβε υπόψη τη συνολική επαγγελματική δραστηριότητα των X και Y, που ασκήθηκε τόσο εντός όσο και εκτός των οργάνων της Ένωσης, ενώ, κατά την προσφεύγουσα, μόνον τα έτη υπηρεσίας εντός της Ένωσης έπρεπε να ληφθούν υπόψη. Εάν η ΕΟΚΕ είχε ερμηνεύσει ορθώς την εν λόγω παράγραφο 6, στοιχείο βʹ, η προσφεύγουσα θα είχε καταταγεί πρώτη, διότι είχε αρχίσει την επαγγελματική της σταδιοδρομία εντός των οργάνων της Ένωσης πολλά έτη πριν από τις X και Y.

    35

    Προς στήριξη του πρώτου λόγου ακυρώσεως, η προσφεύγουσα αναπτύσσει διάφορα επιχειρήματα. Πρώτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι οι παράγραφοι 5 και 6 των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ πρέπει να αναγιγνώσκονται σε συνδυασμό, η μια μετά την άλλη, και ότι αμφότερες αφορούν κατ’ ανάγκην τα έτη υπηρεσίας στα θεσμικά ή άλλα όργανα της Ένωσης.

    36

    Δεύτερον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προτεινόμενη από την ΕΟΚΕ ερμηνεία, κατά την οποία οι όροι «durée de l’activité professionnelle» [διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας] και «length of employment» που χρησιμοποιούνται, αντιστοίχως στην απόδοση του κειμένου της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ στη γαλλική και στην αγγλική γλώσσα καλύπτουν το σύνολο της επαγγελματικής δραστηριότητας που οι υποψήφιοι προς πρόωρη συνταξιοδότηση χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων άσκησαν κατά τη διάρκεια του βίου τους, θα καθιστούσε στην πράξη αδύνατη τη χρήση όλης της κλίμακας των μορίων που προβλέπει η εν λόγω διάταξη, διότι θα οδηγούσε σχεδόν αφεύκτως σε απονομή σε όλους τους υποψηφίους του ανώτατου προβλεπόμενου για το εν λόγω κριτήριο αριθμού μορίων.

    37

    Τρίτον, κατά την προσφεύγουσα, ο όρος «length of employment», ο οποίος χρησιμοποιείται στην απόδοση του κειμένου της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ στην αγγλική γλώσσα, καταδεικνύει ότι η εν λόγω διάταξη αφορά αποκλειστικώς την εντός των οργάνων της Ένωσης προϋπηρεσία των υποψηφίων προς υπαγωγή στην ευεργετική ρύθμιση της πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων. Επιπροσθέτως, η απόδοση του κειμένου της ανακοινώσεως της 18ης Μαρτίου 2013 στην αγγλική γλώσσα χρησιμοποιεί τον όρο «length of service» στο σημείο όπου η απόδοση στη γαλλική γλώσσα χρησιμοποιεί τον όρο «durée de [l’]activité professionnelle» [διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας], στοιχείο που, κατά την προσφεύγουσα, επιρρωννύει τη θέση ότι η ΕΟΚΕ όφειλε να λάβει υπόψη αποκλειστικώς τα έτη υπηρεσίας εντός των οργάνων της Ένωσης.

    38

    Τέταρτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προτεινόμενη από την ΕΟΚΕ ερμηνεία της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ δύναται να οδηγήσει σε κατάσταση στο πλαίσιο της οποίας τα εκτός των οργάνων της Ένωσης έτη επαγγελματικής δραστηριότητας λαμβάνονται υπόψη επί ίσοις όροις με τα έτη προϋπηρεσίας εντός των οργάνων, ακόμη και αν το εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας είναι μειωμένο. Κατά την προσφεύγουσα, μια τέτοια κατάσταση δύναται να συνεπάγεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, καθώς καθιστά δυνατή «την απόκτηση οφέλους υπό τη μορφή πρόσθετων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων επί τη βάσει της αυτής περιόδου απασχολήσεως».

    39

    Τέλος, πέμπτον, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι, δεδομένης της αποκλίσεως που παρατηρείται μεταξύ των αποδόσεων του κειμένου των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ στις δύο γλώσσες, επιβάλλεται η ερμηνεία της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των εν λόγω ΓΕΔ σε συνάρτηση με την όλη οικονομία και τον σκοπό της κανονιστικής ρυθμίσεως στην οποία η εν λόγω διάταξη εντάσσεται. Συγκεκριμένα, ουδείς λόγος συντρέχει για την υιοθέτηση της απόψεως ότι βούληση της ΕΟΚΕ ήταν να αποδώσει στην εκτός των οργάνων της Ένωσης κτηθείσα επαγγελματική πείρα βαρύτητα ίση με εκείνην της προϋπηρεσίας στα εν λόγω όργανα. Τουναντίον, κατά την προσφεύγουσα, είναι πιθανότερο ότι βούληση της ΕΟΚΕ ήταν η πριμοδότηση των υπαλλήλων που αφιέρωσαν μεγαλύτερο μέρος του επαγγελματικού τους βίου στην υπηρεσία της ή στην υπηρεσία των θεσμικών οργάνων της Ένωσης έναντι εκείνων που εργάσθηκαν επί βραχύτερο χρονικό διάστημα στα όργανα της Ένωσης. Κατά την προσφεύγουσα, αυτό είναι άλλωστε το κριτήριο που ακολουθούν το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και το Δικαστήριο.

    40

    Η ΕΟΚΕ αντιτείνει, πρώτον, ότι η διατύπωση των παραγράφων 5 και 6 των ΓΕΔ της είναι σκοπίμως διαφορετική. Συγκεκριμένα, κατά την παράγραφο 5 των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ, ο υποψήφιος προς υπαγωγή στη ρύθμιση του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ πρέπει να έχει συμπληρώσει δέκα πέντε «έτη υπηρεσίας» ως μόνιμος υπάλληλος ή μέλος του λοιπού προσωπικού της Ένωσης, ενώ στην παράγραφο 6, στοιχείο βʹ, των εν λόγω ΓΕΔ χρησιμοποιείται σκοπίμως ο όρος «επαγγελματική δραστηριότητα», όρος ο οποίος χρησιμοποιείται επανειλημμένως στον ΚΥΚ για να δηλώσει τις διάφορες επαγγελματικές δραστηριότητες που ο οικείος μόνιμος υπάλληλος ή μέλος του λοιπού προσωπικού έχει ασκήσει εκτός των οργάνων της Ένωσης.

    41

    Δεύτερον, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι παράγραφοι 5 και 6 των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ έχουν διαφορετικό ρυθμιστικό αντικείμενο. Συγκεκριμένα, η παράγραφος 5 των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ έχει ως αντικείμενο τον καθορισμό των κριτηρίων επιλεξιμότητας που οι υποψήφιοι προς πρόωρη συνταξιοδότηση χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων πρέπει να πληρούν, ενώ η παράγραφος 6 των εν λόγω ΓΕΔ σκοπεί στον καθορισμό των κριτηρίων επιλογής που καθιστούν δυνατή την ανάδειξη των δικαιούχων.

    42

    Τρίτον, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι η άποψη της προσφεύγουσας οδηγεί σε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, καθώς καταλήγει σε ευνοϊκή μεταχείριση των μονίμων υπαλλήλων και μελών του λοιπού προσωπικού που είναι υπήκοοι των ιδρυτικών κρατών μελών ή κρατών μελών που προσχώρησαν πολύ νωρίς στην Ένωση.

    43

    Τέταρτον, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι από την υποσημείωση 4 της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ (βλ. σκέψη 7 της παρούσας αποφάσεως) προκύπτει με σαφήνεια ότι, για την εφαρμογή της εν λόγω διατάξεως, επιτρέπεται η συνεκτίμηση όλων των επαγγελματικών δραστηριοτήτων που έχει ασκήσει ο υποψήφιος, συμπεριλαμβανομένων των ασκηθεισών εκτός των οργάνων της Ένωσης. Συγκεκριμένα, κατά την ΕΟΚΕ, καθόσον αναφέρεται στις «[π]ραγματικές και δεόντως αποδεδειγμένες περιόδους επαγγελματικής δραστηριότητας», η εν λόγω υποσημείωση δεν μπορεί παρά να αφορά την εκτός των οργάνων της Ένωσης κτηθείσα επαγγελματική πείρα, δεδομένου ότι η εντός της Ένωσης επαγγελματική σταδιοδρομία υπαλλήλου δεν χρήζει αποδείξεως έναντι του οικείου οργάνου, το οποίο έχει στην κατοχή του όλα τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία που σχετίζονται με την εν λόγω σταδιοδρομία.

    44

    Πέμπτον, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι τόσο ο όρος «durée de l’activité professionnelle» [διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας] της αποδόσεως του κειμένου της παραγράφου 6, στοιχείο b, των ΓΕΔ της στη γαλλική γλώσσα όσο και ο όρος «[l]ength of employment» της αντίστοιχης αποδόσεως στην αγγλική γλώσσα συνηγορούν υπέρ της απόψεώς της, σύμφωνα με την οποία μπορεί να ληφθεί υπόψη η συνολική επαγγελματική πείρα του υποψηφίου, συμπεριλαμβανομένων των επαγγελματικών δραστηριοτήτων που αυτός έχει ασκήσει εκτός των οργάνων της Ένωσης. Όσον αφορά την απόδοση της ανακοινώσεως της 18ης Μαρτίου 2013 στην αγγλική γλώσσα, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η χρήση του όρου «length of service» στο σημείο όπου η απόδοση στη γαλλική γλώσσα χρησιμοποιεί τον όρο «durée de l’activité professionnelle» [διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας] οφείλεται σε παραδρομή. Εν πάση περιπτώσει, κατά την ΕΟΚΕ, ένα τέτοιο σφάλμα εκ παραδρομής το οποίο περιέχεται σε ανακοίνωση προς το προσωπικό δεν δύναται να γεννά οιοδήποτε δικαίωμα, καθώς το μόνο έγκυρο κείμενο είναι αυτό της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ, στην απόδοσή του τόσο στη γαλλική όσο και στην αγγλική γλώσσα.

    45

    Έκτον, η ΕΟΚΕ αμφισβητεί ότι η ερμηνεία της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ την οποία προτείνει δύναται να συνεπάγεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, καθώς, κατά την άποψή της, η επίμαχη ρύθμιση δεν καθιστά δυνατή την αναγνώριση πρόσθετων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων σε υπάλληλο ο οποίος έχει προϋπηρεσία εκτός των οργάνων της Ένωσης, αλλά επιτρέπει απλώς την πρόωρη συνταξιοδότησή του χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του.

    46

    Τέλος, έβδομον, η ΕΟΚΕ, επικαλούμενη την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου επί του ζητήματος αυτού, εκτιμά ότι δεν υφίσταται απόκλιση μεταξύ των αποδόσεων των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ στη γαλλική και στην αγγλική γλώσσα και ότι, εν πάση περιπτώσει, η όλη οικονομία και ο σκοπός των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ καταδεικνύουν ακριβώς ότι η εκ μέρους της ερμηνεία της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ είναι ορθή.

    – Εκτίμηση του Δικαστηρίου ΔΔ

    47

    Από τους δύο πίνακες που επισυνάπτονται στην απόφαση περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως προκύπτει ότι οι X και Y κατέλαβαν ex aequo την πρώτη θέση, εκάστη εξ αυτών με μέσο όρο βαθμολογίας 4,30 και συνολικό αριθμό μορίων 9,5, αναλυόμενο σε 2,5 μόρια λόγω συμπληρώσεως της ηλικίας των 59 ετών την 31η Δεκεμβρίου 2013, 4 μόρια για τη διάρκεια της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, ανερχόμενης αντιστοίχως σε 33 και 26 έτη, και 3 μόρια για τις εκθέσεις βαθμολογίας τους. Η προσφεύγουσα κατετάγη στην τρίτη θέση, αμέσως μετά τις X και Y, με μέσο όρο βαθμολογίας 4,50 και συνολικό αριθμό μορίων 8,5, ήτοι 1,5 μόριο λόγω συμπληρώσεως της ηλικίας των 57 ετών την 31η Δεκεμβρίου 2013, 4 μόρια για την επαγγελματική της δραστηριότητα διάρκειας 31 ετών και 3 μόρια για τις εκθέσεις βαθμολογίας της.

    48

    Από τη δικογραφία προκύπτει επίσης ότι τόσο η X όσο και η Y ξεκίνησαν την επαγγελματική σταδιοδρομία τους στα όργανα της Ένωσης το 1991. Συνταξιοδοτηθείσες το 2013, αμφότερες εργάσθηκαν, συνεπώς, στα όργανα της Ένωσης σε κάθε περίπτωση επί 22 έτη και κατά τι λιγότερο από 23 έτη. Όσον αφορά την προσφεύγουσα, είναι βέβαιο ότι αυτή εργάσθηκε επί 31 έτη στην ΕΟΚΕ.

    49

    Για τον υπολογισμό των απονεμητέων μορίων βάσει του κριτηρίου της διάρκειας της επαγγελματικής δραστηριότητας των X και Y, που ανερχόταν, αντιστοίχως, σε 33 και 26 έτη, η ΕΟΚΕ πρόσθεσε επομένως τα έτη επαγγελματικής δραστηριότητάς τους εκτός των οργάνων της Ένωσης στα έτη της εντός των οργάνων αυτών προϋπηρεσίας τους, η οποία ισούται εν προκειμένω με χρονικό διάστημα κατά τι βραχύτερο των 23 ετών και, εν πάση περιπτώσει, μεγαλύτερο των 22 ετών. Εάν, όμως, η ΕΟΚΕ είχε λάβει υπόψη αποκλειστικώς τα έτη υπηρεσίας τους εντός των οργάνων της Ένωσης, η X και η Y θα είχαν εκάστη βαθμολογηθεί με μόνο 2 μόρια για το εν λόγω κριτήριο, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός των μορίων τους να διαμορφωθεί σε 7,5 μόρια, και, συνεπώς, η προσφεύγουσα θα είχε καταταγεί στην πρώτη θέση.

    50

    Κατά συνέπεια, το ανακύπτον ερώτημα είναι αν, για τον υπολογισμό της διάρκειας της επαγγελματικής δραστηριότητας των υποψηφίων, όπως αυτή προβλέπεται στην παράγραφο 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ, η ΕΟΚΕ μπορούσε να λάβει υπόψη τη συνολική επαγγελματική πείρα των υποψηφίων, που αποκτήθηκε τόσο εντός όσο και εκτός των οργάνων της Ένωσης, ή εάν, αντιθέτως, αυτή όφειλε να λάβει υπόψη αποκλειστικώς τα έτη υπηρεσίας εντός των οργάνων της Ένωσης.

    51

    Συναφώς, το Δικαστήριο ΔΔ διαπιστώνει, αφενός, ότι, πράγματι, η απόδοση της ανακοινώσεως της 18ης Μαρτίου 2013 στη γαλλική γλώσσα χρησιμοποιεί τον όρο «durée de [l’]activité professionnelle» [διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας] στο σημείο όπου η απόδοση στην αγγλική γλώσσα χρησιμοποιεί τον όρο «length of service», ήτοι διάρκεια ετών υπηρεσίας. Η γλωσσική αυτή απόκλιση δεν δύναται, όμως, να συνεπάγεται τη γένεση οιουδήποτε δικαιώματος υπέρ της προσφεύγουσας, καθόσον η ανακοίνωση της 18ης Μαρτίου 2013 αποτελεί εκτελεστικό των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ μέτρο και, συνεπώς, διάταξη ήσσονος τυπικής ισχύος εν συγκρίσει προς αυτές. Αφετέρου, το Δικαστήριο ΔΔ επισημαίνει ότι μεταξύ του όρου «durée de l’activité professionnelle» [διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας] και του όρου «length of employement», που περιέχονται αντιστοίχως στην απόδοση της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ στη γαλλική και στην αγγλική γλώσσα, δεν υπάρχει απόκλιση, η διατύπωση όμως αυτή δεν καθιστά δυνατή την παροχή σαφούς απαντήσεως επί του ερωτήματος που διατυπώθηκε με την προηγούμενη σκέψη. Επιβάλλεται, επομένως, η τελεολογική και συστηματική ερμηνεία της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ.

    52

    Στο πλαίσιο μιας τέτοιας ερμηνείας της, η παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ πρέπει να είναι σύμφωνη με τους κανόνες υπέρτερης ισχύος και, πρωτίστως, με το άρθρο 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ (βλ., συναφώς, απόφαση της 12ης Σεπτεμβρίου 2006, De Soeten κατά Συμβουλίου, F‑86/05, EU:F:2006:87, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία), στοιχείο που οδηγεί το Δικαστήριο ΔΔ να εξετάσει, πρώτον, τη ratio legis της εν λόγω διατάξεως του ΚΥΚ.

    53

    Το Δικαστήριο ΔΔ επισημαίνει επ’ αυτού ότι δύο έγγραφα συνταχθέντα στο πλαίσιο των προπαρασκευαστικών εργασιών για το άρθρο 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, τα οποία προσκόμισε το Συμβούλιο συμμορφούμενο προς τα μέτρα διεξαγωγής των αποδείξεων, παρέχουν ενδείξεις για τον σκοπό της εν λόγω διατάξεως. Συγκεκριμένα, κατά το υπ’ αριθ. 9522/03 σημείωμα της Προεδρίας του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2003, το οποίο περιέχει την απευθυνόμενη προς το Συμβούλιο πρόταση της Προεδρίας του Συμβουλίου για την αναθεώρηση του ΚΥΚ, σκοπός της επίμαχης διάταξης είναι «να διευκολύνει τη διαχείριση του προσωπικού, ιδίως στα μικρότερα όργανα». Κατά το υπ’ αριθ. 12957/03 σημείωμα της Προεδρίας του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 2003, το οποίο απευθύνεται στην Επιτροπή των Μονίμων Αντιπροσώπων και αφορά την έγκριση των αποτελεσμάτων της επιτροπής διαβουλεύσεως στο πλαίσιο της αναθεωρήσεως του ΚΥΚ, η εν λόγω διάταξη σκοπεί στην «εξασφ[άλιση] [της] δέουσα[ς] ευελιξία[ς] των θεσμικών οργάνων, και δη σε σχέση με τη διαδικασία διεύρυνσης [της Ένωσης]». Το Δικαστήριο ΔΔ επισημαίνει ότι, εν συνεχεία, υιοθετήθηκε η αιτιολογική σκέψη 33 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 723/2004 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2004, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών (ΕΕ 2004, L 124, σ. 1), κατά την οποία «[σ]κοπός της διάταξης [περί πρόωρης συνταξιοδοτήσεως] θα πρέπει να είναι η διευκόλυνση της διαχείρισης του προσωπικού, ιδίως στα μικρά όργανα».

    54

    Το Δικαστήριο ΔΔ εκτιμά ότι η ratio legis του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ συνίσταται στη διευκόλυνση της διαχειρίσεως των ανθρωπίνων πόρων των οργάνων της Ένωσης μέσω της πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων. Η εν λόγω διάταξη δεν σκοπεί επομένως στην πριμοδότηση των μονίμων υπαλλήλων ή των μελών του λοιπού προσωπικού που, κατά το πέρας της επαγγελματικής σταδιοδρομίας τους, έχουν περισσότερα έτη υπηρεσίας στα όργανα της Ένωσης έναντι εκείνων οι οποίοι έχουν λιγότερα έτη υπηρεσίας στα όργανα της Ένωσης λόγω του γεγονότος ότι, εν συγκρίσει προς τους πρώτους, διένυσαν μεγαλύτερο μέρος της επαγγελματικής σταδιοδρομίας τους εκτός των εν λόγω οργάνων.

    55

    Δεύτερον, επισημαίνεται ότι, συμφώνως προς το άρθρο 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, το ευεργέτημα της πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων χορηγείται αποκλειστικώς «[π]ρος το συμφέρον της υπηρεσίας». Συναφώς, έχει κριθεί ότι το συμφέρον της υπηρεσίας πρέπει να εκτιμάται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και διαφανών διαδικασιών που ορίζονται με ΓΕΔ και ότι βούληση του νομοθέτη ήταν να οριοθετήσει την εξουσία εκτιμήσεως της Διοικήσεως όσον αφορά το συμφέρον της υπηρεσίας. Έχει επίσης κριθεί ότι η σημασία του πλεονεκτήματος που παρέχει ο ΚΥΚ και οι εγγυήσεις με τις οποίες ο νομοθέτης περιέβαλε τη χορήγησή του δικαιολογούν την άσκηση, εκ μέρους του δικαστή της Ένωσης, ενός ακριβούς ελέγχου της εκ μέρους της ΑΔΑ εκτιμήσεως του συμφέροντος της υπηρεσίας, βάσει κριτηρίων που καθορίζουν τα ίδια τα όργανα, (απόφαση της 12ης Σεπτεμβρίου 2006, De Soeten κατά Συμβουλίου, F‑86/05, EU:F:2006:87, σκέψη 48). Έκαστο των οργάνων της Ένωσης προβαίνει μέσω ΓΕΔ στον ορισμό του συμφέροντος της υπηρεσίας που δικαιολογεί την υπαγωγή στην ευεργετική ρύθμιση της πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.

    56

    Από το άρθρο 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ προκύπτει επίσης ότι ο νομοθέτης θέλησε να καταλείψει στην ΑΔΑ εκάστου των οργάνων της Ένωσης εξουσία εκτιμήσεως ως προς τα κριτήρια επιλογής των μονίμων και εκτάκτων υπαλλήλων που θα υπαχθούν στην ευεργετική ρύθμιση της πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, υπό τον όρον ότι τα κριτήρια αυτά είναι αντικειμενικά και προκαθορισμένα. Η εν λόγω διάταξη δεν επιτάσσει επομένως την εκ μέρους όλων των οργάνων της Ένωσης υιοθέτηση κοινών κριτηρίων για την ανάδειξη των υποψηφίων που θα υπαχθούν στη ρύθμιση. Όπως επισημαίνει ορθώς η ΕΟΚΕ, εάν βούληση του νομοθέτη ήταν η υιοθέτηση κοινών κριτηρίων, ο τελευταίος θα μπορούσε να έχει επιβάλει στα όργανα την υποχρέωση υιοθετήσεως τέτοιων κριτηρίων με κοινή συμφωνία ή να έχει ορίσει τα εν λόγω κριτήρια απευθείας με τον ΚΥΚ, ενέργειες στις οποίες δεν προέβη. Δεδομένου ότι δεν υφίσταται ούτε γενική αρχή του δικαίου επιβάλλουσα σε όλα τα όργανα της Ένωσης την υποχρέωση να προκρίνουν τα αυτά κριτήρια κατά την έκδοση των αντίστοιχων ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, επιβάλλεται να γίνει δεκτό ότι έκαστο των οργάνων της Ένωσης είχε ελεύθερα τη δυνατότητα, με τις αντίστοιχες ΓΕΔ του, να ορίσει το συμφέρον της υπηρεσίας που δικαιολογεί την υπαγωγή στην πρόωρη συνταξιοδότηση χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και να καθορίσει τα αντικειμενικά κριτήρια που κρίνει πρόσφορα για την ανάδειξη των υποψηφίων που θα επωφεληθούν του εν λόγω μέτρου.

    57

    Συνεπώς, εφόσον το άρθρο 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ δεν υποχρεώνει τα όργανα να λαμβάνουν υπόψη την αρχαιότητα εντός των οργάνων της Ένωσης ως αντικειμενικό κριτήριο που καθιστά δυνατή την ανάδειξη των υποψηφίων που θα υπαχθούν σε πρόωρη συνταξιοδότηση χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων ούτε, όμως, απαγορεύει στα όργανα να βασίζονται στο εν λόγω κριτήριο για την ανάδειξη των υποψηφίων που θα επωφεληθούν της ρυθμίσεως, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο ένα όργανο να επιλέξει να κάνει χρήση του περιθωρίου εκτιμήσεως που διαθέτει και να καθιερώσει με τις αντίστοιχες ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, μεταξύ άλλων κριτηρίων, εκείνο της αρχαιότητας στην υπηρεσία της Ένωσης. Μια τέτοια επιλογή ισοδυναμεί, στην περίπτωση αυτή, με πριμοδότηση των υπαλλήλων που έχουν συμπληρώσει περισσότερα έτη υπηρεσίας στα όργανα της Ένωσης, εξασφαλίζοντάς τους καλύτερη θέση στον πίνακα κατατάξεως των υποψηφίων προς υπαγωγή στην ευεργετική ρύθμιση του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ έναντι των συναδέλφων τους των οποίων η επαγγελματική σταδιοδρομία αριθμεί λιγότερα έτη υπηρεσίας εντός των οργάνων της Ένωσης.

    58

    Αυτή είναι εξάλλου, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 9 έως 16 της παρούσας αποφάσεως, η επιλογή στην οποία προέβησαν το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, η Επιτροπή, το Δικαστήριο και το Ελεγκτικό Συνέδριο. Συγκεκριμένα, όσον αφορά το Κοινοβούλιο και την Επιτροπή, το άρθρο 5, παράγραφος 5, των ΓΕΔ του Κοινοβουλίου και το άρθρο 5, παράγραφος 6, των ΓΕΔ της Επιτροπής ορίζουν αμφότερα ότι η αρχαιότητα στην υπηρεσία του οικείου θεσμικού οργάνου αποτελεί ένα εκ των κριτηρίων επιλογής των υποψηφίων. Όσον αφορά το Συμβούλιο και το Ελεγκτικό Συνέδριο, από την παράγραφο 3 της ανακοινώσεως προς το προσωπικό υπ’ αριθ. 105/04 του Συμβουλίου και από το άρθρο 5 των ΓΕΔ του Ελεγκτικού Συνεδρίου προκύπτει ότι αξιολογείται η αρχαιότητα στην υπηρεσία οιουδήποτε οργάνου της Ένωσης. Όσον αφορά το Δικαστήριο, το άρθρο 5 των ΓΕΔ αυτού ορίζει ότι η «αρχαιότητα» αποτελεί ένα εκ των αντικειμενικών κριτηρίων. Ερωτηθέν συναφώς από το Δικαστήριο ΔΔ στο πλαίσιο της διεξαγωγής αποδείξεων, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι ο όρος αυτός καλύπτει όχι μόνον τις περιόδους εργασίας στην υπηρεσία του Δικαστηρίου, αλλά επίσης και τις περιόδους κατά τις οποίες ο υπάλληλος εργάσθηκε στην υπηρεσία άλλων οργάνων της Ένωσης.

    59

    Δεδομένου ότι η επιλογή στην οποία προέβησαν τα προαναφερθέντα στην προηγούμενη σκέψη θεσμικά όργανα ουδόλως δέσμευε την ΕΟΚΕ, η τελευταία είχε το δικαίωμα να κάνει χρήση του περιθωρίου εκτιμήσεως που διαθέτει καθιερώνοντας, με τις ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ που εξέδωσε, ως αντικειμενικό κριτήριο επιλογής των υποψηφίων τη διάρκεια της συνολικής επαγγελματικής δραστηριότητας των ενδιαφερομένων, άνευ περιορισμού στην ασκηθείσα εντός των οργάνων της Ένωσης επαγγελματική δραστηριότητα και μόνον.

    60

    Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω εκτιμήσεων, προσήκει καταφατική απάντηση επί του ερωτήματος αν, για τον υπολογισμό της διάρκειας της επαγγελματικής δραστηριότητας, όπως αυτή προβλέπεται στην παράγραφο 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ, η ΕΟΚΕ μπορούσε να λάβει υπόψη τη συνολική επαγγελματική πείρα των υποψηφίων, που είχε αποκτηθεί τόσο εντός όσο και εκτός των οργάνων της Ένωσης.

    61

    Επισημαίνεται επίσης ότι το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από το επιχείρημα της προσφεύγουσας, σύμφωνα με το οποίο μια τέτοια ερμηνεία της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ θα μπορούσε να συνεπάγεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, καθώς θα οδηγούσε στην αναγνώριση «πρόσθετων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων επί τη βάσει της αυτής περιόδου απασχολήσεως» υπέρ των επιλεγέντων υποψηφίων οι οποίοι έχουν ασκήσει επαγγελματική δραστηριότητα και εκτός των οργάνων της Ένωσης.

    62

    Συγκεκριμένα, στο μέτρο που τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα υπολογίζονται επί τη βάσει των ετών υπηρεσίας στα όργανα της Ένωσης και, ενδεχομένως, επί τη βάσει των μεταφερθέντων εθνικών συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, η αναγνώριση του δικαιώματος πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων σε υπάλληλο ο οποίος δύναται να επικαλεσθεί επαγγελματική δραστηριότητα ασκηθείσα εκτός των οργάνων της Ένωσης δεν παρέχει σε αυτόν πρόσθετα συνταξιοδοτικά δικαιώματα έναντι υπαλλήλου, ομοίως δικαιούχου πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, ο οποίος απέκτησε το σύνολο της επαγγελματικής πείρας του εντός των οργάνων της Ένωσης.

    63

    Λαμβανομένων υπόψη όλων όσων προεξετέθησαν, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Επιβάλλεται, εν συνεχεία, να αποφανθεί το Δικαστήριο ΔΔ επί του λόγου ακυρώσεως τον οποίο προέβαλε επικουρικώς η προσφεύγουσα.

    Επί του δευτέρου, επικουρικώς προβαλλόμενου, λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αντλείται από ένσταση ελλείψεως νομιμότητας της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ

    – Επιχειρήματα των διαδίκων

    64

    Επικουρικώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, στο μέτρο που πρέπει να ερμηνευθεί ως καλύπτουσα ομοίως και την εκτός των οργάνων της Ένωσης παρασχεθείσα εργασία, η διάταξη της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ είναι παράνομη. Συγκεκριμένα, κατά την προσφεύγουσα, καίτοι τα όργανα διαθέτουν ορισμένο περιθώριο εκτιμήσεως ως προς τα αντικειμενικά κριτήρια που καθιερώνουν κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, εντούτοις τα κριτήρια αυτά πρέπει να υπηρετούν πράγματι το συμφέρον της υπηρεσίας. Στον βαθμό κατά τον οποίο μόνον η εντός των οργάνων της Ένωσης παρεχόμενη υπηρεσία και όχι η εκτός αυτών παρασχεθείσα εργασία εξυπηρετεί πράγματι το συμφέρον της υπηρεσίας, η παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ προσκρούει στο άρθρο 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ.

    65

    Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η προσφεύγουσα υποστήριξε συναφώς ότι η ΕΟΚΕ όφειλε να θεσπίσει αντικειμενικά κριτήρια όσον αφορά το ιδιαίτερο συμφέρον της υπηρεσίας που καλείτο να αντιμετωπίσει και ότι ο δικαστής της Ένωσης έπρεπε να μπορεί να ασκεί έλεγχο νομιμότητας επί του εν λόγω συμφέροντος της υπηρεσίας. Η προσφεύγουσα τόνισε ότι ο δικαστής της Ένωσης έπρεπε να γνωρίζει το συμφέρον αυτό και να ελέγχει κατά πόσον τα αντικειμενικά κριτήρια που όρισε η ΕΟΚΕ καθιστούν δυνατή την εξυπηρέτησή του. Εν προκειμένω όμως οι ΓΕΔ της ΕΟΚΕ δεν περιέχουν κανένα στοιχείο το οποίο να καθιστά δυνατή την εκτίμηση του συμφέροντος της υπηρεσίας που εξυπηρετεί η ΕΟΚΕ με την εφαρμογή του προβλεπόμενου στην παράγραφο 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της κριτηρίου που αφορά τη διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας.

    66

    Η ΕΟΚΕ αντιτείνει ότι, οσάκις λαμβάνει μέτρα προς το συμφέρον της υπηρεσίας, απολαύει ευρείας εξουσίας εκτιμήσεως και ότι, κατά τον έλεγχο της τηρήσεως της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων, ο δικαστής της Ένωσης οφείλει να περιορίζεται στην εξακρίβωση ότι η ΕΟΚΕ δεν έχει προβεί σε αυθαίρετη ή προδήλως αντίθετη προς το συμφέρον της υπηρεσίας διαφοροποίηση. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει περαιτέρω ότι τα αντικειμενικά κριτήρια που προβλέπει η παράγραφος 6 των ΓΕΔ της δεν είναι ούτε αυθαίρετα ούτε αντίθετα προς το συμφέρον της υπηρεσίας.

    – Εκτίμηση του Δικαστηρίου ΔΔ

    67

    Όπως επισημάνθηκε με τις σκέψεις 55 και 56 της παρούσας αποφάσεως, το κατ’ άρθρο 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ ευεργέτημα της πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων δύναται να χορηγηθεί εφόσον τούτο δικαιολογείται από το συμφέρον της υπηρεσίας, συμφέρον το οποίο ορίζεται ελευθέρως από έκαστο των οργάνων της Ένωσης με τις αντίστοιχες ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ. Περαιτέρω, για την επιλογή των υποψηφίων που θα υπαχθούν στην εν λόγω ρύθμιση, η ΑΔΑ οφείλει να καθιερώσει και να εφαρμόζει αντικειμενικά κριτήρια και διαφανείς διαδικασίες, που ορίζονται ομοίως με τις ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ τις οποίες εκδίδει το οικείο όργανο.

    68

    Συναφώς, το Δικαστήριο ΔΔ διαπιστώνει ότι οι ΓΕΔ του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου, της Επιτροπής, του Δικαστηρίου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου περιέχουν όντως ορισμό του συμφέροντος της υπηρεσίας κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ. Συγκεκριμένα, προκειμένου για το Κοινοβούλιο, το άρθρο 5, παράγραφος 4, των ΓΕΔ του Κοινοβουλίου αναφέρεται στα μέτρα αναδιοργανώσεως που αποφασίζονται από το Κοινοβούλιο και, ιδίως, στη λήξη των καθηκόντων υπαλλήλου στο πλαίσιο εφαρμοζόμενων μέτρων αναδιοργανώσεως, εφόσον δεν έχουν ορισθεί ή δεν υπάρχει ενδεχόμενο να ορισθούν στο εγγύς μέλλον νέα καθήκοντα, κατάλληλα για τον εν λόγω υπάλληλο. Ομοίως, προκειμένου για το Συμβούλιο, το άρθρο 5, παράγραφος 1, των ΓΕΔ του Συμβουλίου ορίζει ότι η έννοια του συμφέροντος της υπηρεσίας εκτιμάται με γνώμονα τις περιστάσεις και διάφορους παράγοντες, στους οποίους συγκαταλέγονται η αναγκαιότητα διαρθρωτικής ανασυγκροτήσεως ορισμένων υπηρεσιών και η αναγκαιότητα ανανεώσεως ή επανακαθορισμού των δεξιοτήτων που απαιτούνται στο πλαίσιο της γενικής γραμματείας του Συμβουλίου σε συνάρτηση με τα νέα καθήκοντα που της ανατίθενται, καθώς και με τις ανάγκες που συνδέονται με τη διεύρυνση της Ένωσης. Προκειμένου για την Επιτροπή, το άρθρο 5, παράγραφος 4, των ΓΕΔ της Επιτροπής εισάγει κριτήρια που συνδέονται με μέτρα αναδιοργανώσεως με σκοπό την εκτίμηση του συμφέροντος της υπηρεσίας, όπως εν εξελίξει μέτρα αναδιοργανώσεως ή ανασυγκροτήσεως. Όσον αφορά το Δικαστήριο και το Ελεγκτικό Συνέδριο, το άρθρο 5 των ΓΕΔ του Δικαστηρίου και το άρθρο 5 των ΓΕΔ του Ελεγκτικού Συνεδρίου ορίζουν ως συμφέρον της υπηρεσίας την αναδιοργάνωση αυτής.

    69

    Το Δικαστήριο ΔΔ διαπιστώνει περαιτέρω ότι οι ΓΕΔ των πέντε θεσμικών οργάνων που αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη εισάγουν αντικειμενικά κριτήρια τα οποία επιτρέπουν τη χορήγηση του ευεργετήματος σε ορισμένους υποψηφίους και όχι σε άλλους, όπως είναι η ηλικία τους, η διάρκεια της επαγγελματικής τους πείρας ή ακόμη η προσωπική και οικογενειακή τους κατάσταση, ενώ ορίζουν και τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται από τους υποψηφίους και το θεσμικό όργανο.

    70

    Αντιθέτως, η παράγραφος 6 των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ ορίζει ότι «[γ]ια τον προσδιορισμό των αιτήσεων που ανταποκρίνονται καλύτερα προς το συμφέρον της υπηρεσίας και για την εξασφάλιση πλήρους διαφάνειας κατά την κατάρτιση του πίνακα [των] υπαλλήλων που δύνανται να υπαχθούν στην ευεργετική ρύθμιση, καθιερώνεται σύστημα απονομής μορίων». Σύμφωνα με την παράγραφο 6 των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ, το εν λόγω σύστημα απονομής μορίων λαμβάνει υπόψη την ηλικία του ενδιαφερομένου [παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ], τη διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητάς του [παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ], η οποία, όπως έγινε δεκτό με τη σκέψη 60 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει να νοείται ως καλύπτουσα το σύνολο της επαγγελματικής πείρας του ενδιαφερόμενου, και τον αριθμητικό μέσο όρο των μορίων των εκθέσεων βαθμολογίας των τελευταίων πέντε ετών [παράγραφος 6, στοιχείο γʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ].

    71

    Από το γράμμα της παραγράφου 6 των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ προκύπτει, συνεπώς, ότι η ΕΟΚΕ περιορίσθηκε στον καθορισμό, αφενός, κριτηρίων που συνδέονται με την ηλικία, τη διάρκεια της επαγγελματικής πείρας και την απόδοση των υποψηφίων κατά τα τελευταία έτη υπηρεσίας τους στην ΕΟΚΕ ή στα θεσμικά όργανα, κριτηρίων που σκοπούν απλούστατα στη διαφοροποίηση των υποψηφίων, και, αφετέρου, της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθείται τόσο από τους υποψηφίους, για την υποβολή των αιτήσεών τους, όσο και από την ΑΔΑ, για την έκδοση της αποφάσεώς της, πλην όμως παρέλειψε να ορίσει το συμφέρον της υπηρεσίας που δικαιολογεί την υπαγωγή στην ευεργετική ρύθμιση του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ.

    72

    Η προηγηθείσα ανάλυση του γράμματος της παραγράφου 6 των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ καταδεικνύει ότι η ΕΟΚΕ έκρινε ότι η διευκόλυνση της πρόωρης συνταξιοδοτήσεως των υπαλλήλων της με τη μεγαλύτερη ηλικία, τα περισσότερα έτη εργασίας κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους και τον υψηλότερο αριθμό μορίων στις τελευταίες εκθέσεις βαθμολογίας εξυπηρετεί το συμφέρον της υπηρεσίας του εν λόγω οργάνου. Τα συγκεκριμένα κριτήρια δεν ανταποκρίνονται όμως, αυτά καθ’ εαυτά, στη ratio legis του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, η οποία, όπως υπεμνήσθη με τη σκέψη 54 της παρούσας αποφάσεως, συνίσταται στη διευκόλυνση της διαχειρίσεως των ανθρωπίνων πόρων εκ μέρους των οργάνων.

    73

    Ερωτηθείσα συναφώς κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η ΕΟΚΕ επιβεβαίωσε ότι οι ΓΕΔ της δεν ορίζουν το συμφέρον της υπηρεσίας, στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ. Όπως η ίδια δήλωσε, η ΕΟΚΕ εξετάζει εν πρώτοις εάν υφίσταται «γενικό συμφέρον του συνόλου της υπηρεσίας» που να δικαιολογεί την εφαρμογή του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, κινεί τη διαδικασία προσκλήσεως προς υποβολή υποψηφιοτήτων για το σύνολο του προσωπικού της. Όλοι οι επιλέξιμοι υποψήφιοι που πληρούν τα τρία κριτήρια της παραγράφου 6 των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ, τα οποία αφορούν την ηλικία, τη διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας και την απόδοση στην υπηρεσία, κατατάσσονται σε πίνακα, κατά φθίνουσα σειρά του αριθμού των μορίων που έχουν συγκεντρώσει. Ο πίνακας αυτός δημοσιεύεται και κοινοποιείται στους υποψηφίους. Εν συνεχεία οι υποψήφιοι μπορούν να αποφασίσουν αν θα παραιτηθούν ή όχι του ευεργετήματος της πρόωρης συνταξιοδοτήσεως.

    74

    Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο ΔΔ διαπιστώνει ότι η ΕΟΚΕ παρέλειψε να ορίσει, με τις ΓΕΔ του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ τις οποίες εξέδωσε, το συμφέρον της υπηρεσίας που δικαιολογεί την υπαγωγή στην ευεργετική ρύθμιση της πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και ότι, στην πράξη, η ΕΟΚΕ εξομοίωσε το συμφέρον της υπηρεσίας με την πρόωρη συνταξιοδότηση των υπαλλήλων της με τη μεγαλύτερη ηλικία, τα περισσότερα έτη εργασίας κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους και τον υψηλότερο αριθμό μορίων κατά τις τελευταίες εκθέσεις βαθμολογίας τους.

    75

    Εντούτοις, το προβλεπόμενο από την παράγραφο 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ κριτήριο που σχετίζεται με τη διάρκεια της επαγγελματικής δραστηριότητας, ανεξαρτήτως της ασκήσεώς της εντός ή εκτός των οργάνων της Ένωσης, δεν καθιστά δυνατό, ούτε αυτό καθ’ εαυτό ούτε σε συνδυασμό με τα σχετικά με την ηλικία και την απόδοση κριτήρια, τα οποία προβλέπονται αντιστοίχως από τα στοιχεία αʹ και γʹ της παραγράφου 6 των εν λόγω ΓΕΔ, τον ορισμό του συμφέροντος της υπηρεσίας που δικαιολογεί την αναγνώριση δικαιώματος πρόωρης συνταξιοδοτήσεως χωρίς μείωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.

    76

    Επομένως, η διάταξη της παραγράφου 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ, τόσο αυτή καθ’ εαυτή όσο και ερμηνευόμενη σε συνδυασμό με τα στοιχεία αʹ και γʹ της αυτής παραγράφου 6, δεν παρείχε στην ΕΟΚΕ τη δυνατότητα να εκτιμήσει το συμφέρον της υπηρεσίας, κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, με γνώμονα το οποίο αυτή όφειλε να εξετάσει τις αιτήσεις υπαγωγής στην ευεργετική ρύθμιση της εν λόγω διατάξεως, όπως την αίτηση της προσφεύγουσας.

    77

    Κατά συνέπεια και αφού άκουσε κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση τις τοποθετήσεις των διαδίκων επί του ζητήματος κατά πόσον ο τρόπος κατά τον οποίο η ΕΟΚΕ έλαβε υπόψη, με τις ΓΕΔ της, το συμφέρον της υπηρεσίας δύναται να δικαιολογήσει την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως, το Δικαστήριο ΔΔ κρίνει ότι η προβληθείσα ένσταση ελλείψεως νομιμότητας πρέπει να γίνει δεκτή, ότι η παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, των ΓΕΔ της ΕΟΚΕ πρέπει να κηρυχθεί ανεφάρμοστη επί της υπό κρίση υποθέσεως και ότι ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως πρέπει να γίνει δεκτός.

    78

    Δεδομένου ότι βασίζεται σε παράνομη διάταξη, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη και πρέπει, ως εκ τούτου, να ακυρωθεί.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    79

    Κατά το άρθρο 101 του Κανονισμού Διαδικασίας, υπό την επιφύλαξη των λοιπών διατάξεων του ογδόου κεφαλαίου του δευτέρου τίτλου του εν λόγω κανονισμού, ο ηττηθείς διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα του αντιδίκου, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του τελευταίου. Δυνάμει του άρθρου 102, παράγραφος 1, του ιδίου Κανονισμού, το Δικαστήριο ΔΔ μπορεί, όταν απαιτείται από λόγους επιείκειας, να αποφασίσει ότι ο ηττηθείς διάδικος φέρει μεν τα δικαστικά έξοδά του, πλην όμως καταδικάζεται εν μέρει μόνο στα έξοδα του αντιδίκου, ή ότι δεν πρέπει να καταδικαστεί στα έξοδα αυτά.

    80

    Από το σκεπτικό της παρούσας αποφάσεως προκύπτει ότι η ΕΟΚΕ είναι ο ηττηθείς διάδικος. Εξάλλου, με το αιτητικό της προσφυγής της, η προσφεύγουσα ζήτησε ρητώς να καταδικασθεί η ΕΟΚΕ στα δικαστικά έξοδα. Δεδομένου ότι οι περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως δεν δικαιολογούν την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 102, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, η ΕΟΚΕ φέρει τα δικαστικά έξοδά της και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας.

     

    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (δεύτερο τμήμα)

    αποφασίζει:

     

    1)

    Ακυρώνει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 11ης Ιουλίου 2013, περί καταρτίσεως του πίνακα των υπαλλήλων που υπάγονται για το έτος 2013 στην ευεργετική ρύθμιση του άρθρου 9, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθόσον με την απόφαση αυτή απορρίπτεται η υπαγωγή της I. Barnett στην εν λόγω ευεργετική ρύθμιση.

     

    2)

    Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή φέρει τα δικαστικά έξοδά της και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα της I. Barnett.

     

    Bradley

    Kreppel

    Rofes i Pujol

    Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο την 22α Σεπτεμβρίου 2015.

    Η Γραμματέας

    W. Hakenberg

    Ο Πρόεδρος

    K. Bradley


    ( * )   Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

    Top