Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62010CJ0042

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 2011.
    Vlaamse Dierenartsenvereniging VZW και Marc Janssens κατά Belgische Staat.
    Αιτήσεις του Raad van State για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
    Κτηνιατρικός και ζωοτεχνικός τομέας – Κανονισμός (ΕΚ) 998/2003 – Υγειονομικοί όροι στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς – Απόφαση 2003/803/ΕΚ – Υπόδειγμα διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών.
    Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-42/10, C-45/10 και C-57/10.

    Συλλογή της Νομολογίας 2011 I-02975

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2011:253

    Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-42/10, C-45/10 και C-57/10

    Vlaamse Dierenartsenvereniging VZW

    και

    Marc Janssens

    κατά

    Belgische Staat

    [αιτήσεις του Raad van State (Βέλγιο)
    για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

    «Κτηνιατρικός και ζωοτεχνικός τομέας – Κανονισμός (ΕΚ) 998/2003 – Υγειονομικοί όροι στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς – Απόφαση 2003/803/ΕΚ – Υπόδειγμα διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών»

    Περίληψη της αποφάσεως

    1.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Μέτρα προσεγγίσεως – Υγειονομικοί όροι που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς – Υπόδειγμα διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών – Εθνική ρύθμιση επιβάλλουσα αρίθμηση των διαβατηρίων ζώου συντροφιάς συνιστάμενη σε ένα μοναδικό αριθμό ο οποίος περιέχει τον με δύο χαρακτήρες κωδικό ISO του περί ου πρόκειται κράτους μέλους συνοδευόμενο από τον διψήφιο αριθμό εγκρίσεως του εγκεκριμένου διανομέα και από σειρά εννέα αριθμών – Αρίθμηση διασφαλίζουσα τη μοναδικότητα του εν λόγω αριθμού ταυτοποιήσεως – Επιτρέπεται

    (Κανονισμός 998/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4 § 2, 5 και 17, εδ. 2· απόφαση 2003/803 της Επιτροπής)

    2.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Μέτρα προσεγγίσεως – Υγειονομικοί όροι που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς – Υπόδειγμα διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών – Εθνική ρύθμιση προβλέπουσα τη χρήση του διαβατηρίου για ζώο συντροφιάς όχι μόνον ως ταξιδιωτικού εγγράφου αλλά και ως αποδείξεως της ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων σε εθνικό επίπεδο – Επιτρέπεται

    (Κανονισμός 998/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4 § 2, 5 και 17, εδ. 2· απόφαση 2003/803 της Επιτροπής)

    3.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Μέτρα προσεγγίσεως – Υγειονομικοί όροι που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς – Υπόδειγμα διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών – Εθνική ρύθμιση προβλέπουσα μόνον ένα χώρο στο διαβατήριο ζώου συντροφιάς για την αναγραφή του ονοματεπωνύμου και της διευθύνσεως του κυρίου του ζώου – Μεταγενέστερες τροποποιήσεις του πεδίου αυτού με την επικόλληση αυτοκόλλητων ετικετών – Δεν επιτρέπεται

    (Κανονισμός 998/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4 § 2, 5 και 17, εδ. 2· απόφαση 2003/803 της Επιτροπής)

    4.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Μέτρα προσεγγίσεως – Υγειονομικοί όροι που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς – Υπόδειγμα διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών – Εθνικές διατάξεις που είναι σχετικές με το διαβατήριο ζώου συντροφιάς και αφορούν τη χρησιμοποίησή του ως αποδείξεως ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων, καθώς και τη χρήση αυτοκόλλητων ετικετών για να γίνουν οι μεταβολές σχετικά με την ταυτοποίηση του κυρίου και του ζώου – Εθνικές διατάξεις που αφορούν τον καθορισμό ενός μοναδικού αριθμού για τις γάτες και τα κουνάβια – Χαρακτηρισμός ως τεχνικών κανόνων υπό την έννοια της οδηγίας 98/34 – Αποκλείεται

    (Οδηγία 98/34 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 98/48, άρθρα 1 και 8)

    1.        Τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 998/2003, για τους υγειονομικούς όρους που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς και για την τροποποίηση της οδηγίας 92/65, καθώς και τα άρθρα και παραρτήματα της αποφάσεως 2003/803, σχετικά με την καθιέρωση ενός υποδείγματος διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών, έχουν την έννοια ότι δεν αποκλείουν εθνική ρύθμιση η οποία επιβάλλει αρίθμηση των διαβατηρίων ζώου συντροφιάς συνιστάμενη σε ένα μοναδικό αριθμό ο οποίος περιέχει τον με δύο χαρακτήρες κωδικό ISO του περί ου πρόκειται κράτους μέλους συνοδευόμενο από τον διψήφιο αριθμό εγκρίσεως του εγκεκριμένου διανομέα και από σειρά εννέα αριθμών, όταν η ρύθμιση αυτή διασφαλίζει τη μοναδικότητα αυτού του αριθμού ταυτοποιήσεως.

    (βλ. σκέψη 52, διατακτ. 1)

    2.        Τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 998/2003, για τους υγειονομικούς όρους που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς και για την τροποποίηση της οδηγίας 92/65, καθώς και τα άρθρα και παραρτήματα της αποφάσεως 2003/803, σχετικά με την καθιέρωση ενός υποδείγματος διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών, έχουν την έννοια ότι δεν αποκλείουν εθνική ρύθμιση κατ’ εφαρμογήν της οποίας το διαβατήριο ζώου συντροφιάς χρησιμοποιείται όχι μόνον ως ταξιδιωτικό έγγραφο, σύμφωνα με τη ρύθμιση της Ένωσης, αλλά και ως απόδειξη της ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων σε εθνικό επίπεδο.

    Συγκεκριμένα, ούτε το γράμμα ούτε το πνεύμα του εν λόγω κανονισμού και της εν λόγω αποφάσεως επιτρέπουν το συμπέρασμα ότι το διαβατήριο ζώου συντροφιάς έχει ως μοναδική και αποκλειστική λειτουργία να επιτύχει τους σκοπούς της ρυθμίσεως της Ένωσης και ότι, ως εκ τούτου, απαγορεύεται η χρήση του διαβατηρίου αυτού, σε εθνικό επίπεδο, για άλλους σκοπούς. Αντιθέτως, από την τρίτη και την τέταρτη αιτιολογική σκέψη της αποφάσεως 2003/803 και από το υπόδειγμα διαβατηρίου που προσαρτάται στην εν λόγω απόφαση προκύπτει ότι το διαβατήριο αυτό έχει σελίδες που καθιστούν δυνατή την αναγραφή στοιχείων που δεν έχουν σχέση με τη ρύθμιση της Ένωσης. Κατά συνέπεια, η χρησιμοποίηση του διαβατηρίου αυτού για σκοπούς άλλους από εκείνους τους οποίους αφορά η ρύθμιση της Ένωσης κατ’ αρχήν δεν δύναται να απαγορευθεί, αρκεί η χρήση αυτή να μη θέτει υπό αμφισβήτηση ούτε την πραγματική εφαρμογή του κανονισμού 998/2003 και της αποφάσεως 2003/803 ούτε τους σκοπούς των νομοθετημάτων αυτών.

    (βλ. σκέψεις 55-57, 65, διατακτ. 2)

    3.        Τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 998/2003, για τους υγειονομικούς όρους που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς και για την τροποποίηση της οδηγίας 92/65, καθώς και τα άρθρα και παραρτήματα της αποφάσεως 2003/803, σχετικά με την καθιέρωση ενός υποδείγματος διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών, έχουν την έννοια ότι αποκλείουν εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει μόνον ένα χώρο στο διαβατήριο ζώου συντροφιάς για την αναγραφή του ονοματεπωνύμου και της διευθύνσεως του κυρίου του ζώου, στοιχείων των οποίων οι μεταγενέστερες τροποποιήσεις γίνονται με επικόλληση αυτοκόλλητων ετικετών.

    Συγκεκριμένα, μια τέτοια ρύθμιση παραβλέπει την επιταγή ομοιομορφίας που τάσσεται από το υπόδειγμα διαβατηρίου που εμφαίνεται στο παράρτημα I της εν λόγω αποφάσεως, κατά την οποία, μεταξύ άλλων, η πρώτη σελίδα του διαβατηρίου ζώου συντροφιάς πρέπει να αφήνει χώρους και να έχει μορφή κατάλληλη για την αναγραφή του ονοματεπωνύμου και της διευθύνσεως τριών διαδοχικών κυρίων του ζώου.

    Επιπλέον, η αλλεπάλληλη επικόλληση αυτοκόλλητων ετικετών εμποδίζει την ταυτοποίηση των διαδοχικών κυρίων του ζώου, μολονότι η ταυτοποίηση αυτή είναι καθοριστική στον τομέα του υγειονομικού ελέγχου και μολονότι ο κανονισμός 998/2003 και η απόφαση 2003/803 παρεμβαίνουν ακριβώς στον τομέα αυτόν. Ομοίως, έχει επίσης ως αποτέλεσμα να εμποδίζει τη μεταφορά ζώων συντροφιάς εκτός του κράτους μέλους καταγωγής, επιβάλλοντας, σε τέτοιες περιπτώσεις, την έκδοση νέου διαβατηρίου στο κράτος μέλος προορισμού.

    (βλ. σκέψεις 62-65, διατακτ. 2)

    4.        Αφενός, εθνικές διατάξεις που είναι σχετικές με το διαβατήριο ζώου συντροφιάς και αφορούν τη χρησιμοποίησή του ως αποδείξεως ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων, καθώς και τη χρήση αυτοκόλλητων ετικετών για να γίνουν οι μεταβολές σχετικά με την ταυτοποίηση του κυρίου και του ζώου, και, αφετέρου, εκείνες που αφορούν τον καθορισμό ενός μοναδικού αριθμού για τις γάτες και τα κουνάβια δεν αποτελούν τεχνικούς κανόνες υπό την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 98/34, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφορήσεως στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 98/48, οι οποίοι τεχνικοί κανόνες, κατά το άρθρο 8 της οδηγίας αυτής, πρέπει προηγουμένως να γνωστοποιηθούν στην Επιτροπή.

    Συγκεκριμένα, τα διαβατήρια ζώων συντροφιάς, εφόσον φέρουν δικό τους μοναδικό αριθμό και ταυτοποιούν συγκεκριμένο ζώο, δεν μπορούν, ως τέτοια, να γίνουν το αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών. Κατά συνέπεια, αποκλείεται τα εν λόγω διαβατήρια να μπορέσουν να χαρακτηριστούν ως «εμπόρευμα» υπό την έννοια της νομολογίας του Δικαστηρίου και να έχει επ’ αυτών εφαρμογή η οδηγία 98/34.

    (βλ. σκέψεις 69-71, διατακτ. 3)







    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα)

    της 14ης Απριλίου 2011 (*)

    «Κτηνιατρικός και ζωοτεχνικός τομέας – Κανονισμός (ΕΚ) 998/2003 – Υγειονομικοί όροι στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς – Απόφαση 2003/803/ΕΚ – Υπόδειγμα διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών»

    Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑42/10, C‑45/10 και C‑57/10,

    με αντικείμενο αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, υποβληθείσες από το Raad van State (Βέλγιο) με αποφάσεις της 14ης Ιανουαρίου 2010, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 25 και 28 Ιανουαρίου 2010, στις δίκες

    Vlaamse Dierenartsenvereniging VZW (C‑42/10, C‑45/10 και C‑57/10),

    Marc Janssens (C-42/10 και C-45/10)

    κατά

    Belgische Staat,

    παρισταμένου του:

    Luk Vangheluwe (C-42/10),

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους K. Lenaerts, πρόεδρο τμήματος, D. Šváby (εισηγητή), Γ. Αρέστη, J. Malenovský και T. von Danwitz, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: Y. Bot

    γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 3ης Φεβρουαρίου 2011,

    λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

    –        η Vlaamse Dierenartsenvereniging VZW, εκπροσωπούμενη από τον R. Gielen, advocaat,

    –        η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον J.-C. Halleux, επικουρούμενο από τον J.-F. De Bock, avocat,

    –        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την A. Μαρκουλλή και τον B. Burggraaf,

    κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς την ανάπτυξη προτάσεων,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1        Οι αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορούν την ερμηνεία των άρθρων 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΚ) 998/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για τους υγειονομικούς όρους που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς και για την τροποποίηση της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου (EE L 146, σ. 1), της αποφάσεως 2003/803/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με την καθιέρωση ενός υποδείγματος διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών (EE L 312, σ. 1), και του άρθρου 1 της οδηγίας 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφορήσεως στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (EE L 204, σ. 37), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 98/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998 (EE L 217, σ. 18, στο εξής: οδηγία 98/34).

    2        Οι αιτήσεις αυτές υποβλήθηκαν στο πλαίσιο τριών αιτήσεων ακυρώσεως με τις οποίες η Vlaamse Dierenartsenvereniging VZW (στο εξής: Vlaamse Dierenartsenvereniging) και ο M. Janssens (υποθέσεις C‑42/10 και C‑45/10) καθώς και η Vlaamse Dierenartsenvereniging (υπόθεση C‑57/10) αντιδικούν με το Belgische Staat ζητώντας να ακυρωθούν, αντιστοίχως, το βασιλικό διάταγμα της 21ης Σεπτεμβρίου 2004 περί τροποποιήσεως του βασιλικού διατάγματος της 10ης Φεβρουαρίου 1967 με το οποίο τέθηκαν απαιτήσεις υγειονομικού ελέγχου σχετικά με τη λύσσα (Moniteur belge της 24ης Σεπτεμβρίου 2004, σ. 69208, στο εξής: διάταγμα της 21ης Σεπτεμβρίου 2004) (υπόθεση C‑42/10), το βασιλικό διάταγμα της 28ης Μαΐου 2004 για την ταυτοποίηση και καταχώριση των σκύλων (Moniteur belge της 7ης Ιουνίου 2004, σ. 43185, στο εξής: διάταγμα της 28ης Μαΐου 2004) (υπόθεση C‑45/10) και το βασιλικό διάταγμα της 5ης Μαΐου 2004 με το οποίο καθορίστηκαν το υπόδειγμα και η διαδικασία διανομής διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις γαλών και κουναβιών (Moniteur belge της 24ης Μαΐου 2004, σ. 40130, στο εξής: διάταγμα της 5ης Μαΐου 2004) (υπόθεση C‑57/10).

    3        Με διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 2010, οι υποθέσεις C‑42/10, C‑45/10 και C‑57/10 ενώθηκαν για τη διευκόλυνση της έγγραφης και προφορικής διαδικασίας και για την έκδοση κοινής αποφάσεως, λόγω συνάφειάς τους, σύμφωνα με το άρθρο 43 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου.

     Το νομικό πλαίσιο

     Η ρύθμιση της Ένωσης

     Ο κανονισμός 998/2003

    4        Το άρθρο 3 του κανονισμού 998/2003 ορίζει:

    «Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοούνται ως:

    [...]

    β)      “διαβατήριο”: κάθε έγγραφο που επιτρέπει την ευχερή αναγνώριση του ζώου συντροφιάς και περιλαμβάνει τις ενδείξεις βάσει των οποίων εξακριβώνεται το καθεστώς του ζώου από τη σκοπιά του παρόντος κανονισμού. Το διαβατήριο αυτό καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 17, δεύτερο εδάφιο·

    [...]».

    5        Το άρθρο 4, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού έχει ως εξής:

    «Ανεξαρτήτως της μορφής του, το σύστημα αναγνώρισης του ζώου πρέπει επίσης να προβλέπει τη μνεία στοιχείων που προσδιορίζουν το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του ιδιοκτήτη του ζώου.»

    6        Το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού έχει ως εξής:

    «1.      Τα ζώα συντροφιάς των ειδών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, μέρη Α και Β, πρέπει, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων του άρθρου 6, κατά τις μετακινήσεις τους:

    α)      να αναγνωρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4, και

    β)      να έχουν διαβατήριο χορηγούμενο από εξουσιοδοτημένο από την αρμόδια αρχή κτηνίατρο, με το οποίο να αποδεικνύεται ισχύων αντιλυσσικός εμβολιασμός, κατά περίπτωση δε επανεμβολιασμός, σύμφωνα με τις συστάσεις του εργαστηρίου παρασκευής, ο οποίος έγινε στο ζώο με αδρανοποιημένο εμβόλιο μίας τουλάχιστον μονάδας αντιγόνου ανά δόση (πρότυπο ΠΟΥ).

    2.      Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τις μετακινήσεις ζώου ανήκοντος στα είδη του παραρτήματος Ι, μέρη Α και Β, ηλικίας κάτω των τριών μηνών και μη εμβολιασμένου, εφόσον έχει διαβατήριο και γεννήθηκε και έζησε στο ίδιο μέρος χωρίς να έρθει σε επαφή με άγρια ζώα που έχουν ενδεχομένως μολυνθεί από τον ιό ή εφόσον συνοδεύει τη μητέρα του από την οποία εξαρτάται ακόμη.»

    7        Το άρθρο 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 998/2003 ορίζει:

    «Τα υποδείγματα διαβατηρίου που πρέπει να έχουν τα ζώα των ειδών του παραρτήματος Ι, μέρη Α και Β, όταν μετακινούνται, καταρτίζονται με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 24, παράγραφος 2.»

    8        Το παράρτημα I, μέρη A και B, του εν λόγω κανονισμού αφορά τους σκύλους, τις γάτες και τα κουνάβια.

     Η απόφαση 2003/803

    9        Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου της 1, η απόφαση 2003/803 καθιερώνει το υπόδειγμα διαβατηρίου για τις μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών μεταξύ κρατών μελών.

    10      Παραπέμποντας στο άρθρο 2 της εν λόγω αποφάσεως, το παράρτημά της I καθιστά υποχρεωτικό να έχουν την ακόλουθη μορφή το εξώφυλλο και η πρώτη έως τρίτη σελίδα του διαβατηρίου αυτού:

    Image not foundImage not found

    11      Το άρθρο 3 της αποφάσεως 2003/803 ορίζει ότι το υπόδειγμα διαβατηρίου πρέπει να στοιχεί με τις πρόσθετες απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημά του ΙΙ.

    12      Εν προκειμένω, το εν λόγω παράρτημα II, A, σημείο 1, ορίζει:

    «Η μορφή του διαβατηρίου είναι ενιαίου τύπου.»

    13      Το εν λόγω παράρτημα II, B, σημείο 2, στοιχείο γ΄, έχει ως εξής:

    «Ο αριθμός του διαβατηρίου, ο κωδικός ΙSO του κράτους μέλους έκδοσης και ο μοναδικός αριθμός που ακολουθεί τυπώνονται στο εξώφυλλο του διαβατηρίου.»

    14      Το ίδιο παράρτημα II, Γ, σημείο 4, ορίζει ότι το μέγεθος και το σχήμα των πλαισίων του υποδείγματος διαβατηρίου στο παράρτημα I είναι ενδεικτικά και όχι υποχρεωτικά.

     Η οδηγία 98/34

    15      Το άρθρο 1 της οδηγίας 98/34 ορίζει:

    «Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

    1)      “προϊόν”: κάθε προϊόν βιομηχανικής κατασκευής, και κάθε γεωργικό προϊόν, συμπεριλαμβανομένων και των αλιευτικών προϊόντων·

    2)      “υπηρεσία”: οποιαδήποτε υπηρεσία της κοινωνίας των πληροφοριών, ήτοι κάθε υπηρεσία που συνήθως παρέχεται έναντι αμοιβής, με ηλεκτρονικά μέσα εξ αποστάσεως και κατόπιν προσωπικής επιλογής ενός αποδέκτη υπηρεσιών.

    [...]

    3)      “τεχνική προδιαγραφή”: η προδιαγραφή που περιέχεται σε έγγραφο στο οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος, όπως τα επίπεδα ποιότητας ή ιδιότητες χρήσης, η ασφάλεια, οι διαστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που ισχύουν για το προϊόν όσον αφορά την ονομασία πώλησης, την ορολογία, τα σύμβολα, τις δοκιμές και τις μεθόδους δοκιμής, τη συσκευασία, τη σήμανση και το ετικετάρισμα, καθώς και τις διαδικασίες αξιολόγησης της πιστότητας.

    [...]

    4)      “άλλη απαίτηση”: απαίτηση, εκτός των τεχνικών προδιαγραφών, επιβαλλόμενη σε ένα προϊόν, ιδίως για λόγους προστασίας των καταναλωτών ή του περιβάλλοντος, η οποία αφορά τον κύκλο ζωής του προϊόντος μετά τη διάθεσή του στην αγορά, όπως οι συνθήκες χρησιμοποίησης, ανακύκλωσης, επαναχρησιμοποίησης ή εξάλειψής του, εφόσον οι συνθήκες αυτές μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τη σύνθεση ή τη φύση του προϊόντος, ή την εμπορία του.

    [...]

    11)      “τεχνικός κανόνας”: τεχνική προδιαγραφή ή άλλη απαίτηση ή κανόνας σχετικά με τις υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των οικείων διοικητικών διατάξεων των οποίων η τήρηση είναι υποχρεωτική de jure ή de facto, για την εμπορία, την παροχή υπηρεσιών, την εγκατάσταση ενός φορέα παροχής υπηρεσιών ή τη χρήση σε κράτος μέλος ή σε σημαντικό τμήμα του κράτους αυτού, όπως επίσης, με την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 10, οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις των κρατών μελών που απαγορεύουν την κατασκευή, εισαγωγή, εμπορία ή χρήση ενός προϊόντος και την παροχή ή χρήση μιας υπηρεσίας ή την εγκατάσταση για την παροχή των υπηρεσιών αυτών.

    [...]»

    16      Το άρθρο 8 της οδηγίας 98/34 ορίζει:

    «1.      Με την επιφύλαξη του άρθρου 10, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν πάραυτα στην Επιτροπή κάθε σχέδιο τεχνικού κανόνα, εκτός αν πρόκειται απλώς για αυτούσια μεταφορά ενός διεθνούς ή ευρωπαϊκού προτύπου, οπότε αρκεί μια απλή πληροφόρηση ως προς το συγκεκριμένο πρότυπο· επίσης, απευθύνουν στην Επιτροπή κοινοποίηση σχετικά με τους λόγους για τους οποίους είναι αναγκαία η θέσπιση ενός τέτοιου τεχνικού κανόνα, εκτός αν οι λόγοι αυτοί συνάγονται ήδη από το ίδιο το σχέδιο.

    Αν χρειαστεί, τα κράτη μέλη κοινοποιούν ταυτοχρόνως –αν δεν το έχουν ήδη διαβιβάσει με κάποια προηγούμενη γνωστοποίησή τους– το κείμενο των βασικών, νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων που αφορούν κατά κύριο και άμεσο τρόπο τον τεχνικό κανόνα, εφόσον η γνώση του κειμένου αυτού είναι αναγκαία για να εκτιμηθεί η εμβέλεια του σχεδίου τεχνικού κανόνα.

    Τα κράτη μέλη προβαίνουν σε νέα γνωστοποίηση υπό τους ανωτέρω όρους εφόσον επιφέρουν σημαντικές τροποποιήσεις στο σχέδιο αυτό με αποτέλεσμα να τροποποιείται το πεδίο εφαρμογής του, να συντομεύεται το αρχικό χρονοδιάγραμμα εφαρμογής, να προστίθενται προδιαγραφές ή απαιτήσεις ή να καθίστανται πιο αυστηρές οι εν λόγω προδιαγραφές ή απαιτήσεις.

    […]

    Η Επιτροπή, μόλις της γνωστοποιηθούν τα σχέδια τεχνικού κανόνα και όλα τα σχετικά έγγραφα, τα θέτει υπόψη των λοιπών κρατών μελών. Μπορεί επίσης να τα υποβάλει προς γνωμοδότηση στην επιτροπή του άρθρου 5, και, ενδεχομένως, στην επιτροπή που είναι αρμόδια για τον εν λόγω τομέα.

    […]

    3.      Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν το ταχύτερο στην Επιτροπή το οριστικό κείμενο ενός τεχνικού κανόνα.

    […]»

     Η εθνική ρύθμιση

    17      Το άρθρο 3, παράγραφος 2, του διατάγματος της 5ης Μαΐου 2004 ορίζει:

    «Κάθε διαβατήριο φέρει τον δικό του μοναδικό αριθμό. Ο αριθμός αυτός αποτελείται από δεκατρείς χαρακτήρες, δηλαδή από τον κωδικό ISO του Βελγίου, “BE”, ακολουθούμενο από τον διψήφιο αριθμό εγκρίσεως του διανομέα και από ένα εννεαψήφιο αύξοντα αριθμό.»

    18      Το άρθρο 2, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του διατάγματος της 28ης Μαΐου 2004 ορίζει:

    «Η απόδειξη ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων που ταυτοποιούνται και καταχωρίζονται μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος διατάγματος γίνεται με το διαβατήριο του οποίου το υπόδειγμα εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙ του παρόντος διατάγματος και το οποίο φέρει το οριστικό πιστοποιητικό ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως που προβλέπεται από το άρθρο 19. Το υπόδειγμα του οριστικού πιστοποιητικού ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙΙ του παρόντος διατάγματος.»

    19      Με παραπομπή, από αυτό το άρθρο 2, προς στο παράρτημα II του εν λόγω διατάγματος, ορίζεται η μορφή του υποδείγματος διαβατηρίου για ζώο συντροφιάς, υποδείγματος το οποίο αριθμεί 32 σελίδες. Η δεύτερη και η τρίτη σελίδα του τελευταίου έχουν ως εξής:

    Image not found

    Image not found

    20      Το άρθρο 20 του διατάγματος της 28ης Μαΐου 2004 έχει ως εξής:

    «Το οριστικό πιστοποιητικό ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως αποτελείται από δύο αυτοκόλλητες ετικέτες που επικολλώνται στις σελίδες 2 και 3 του διαβατηρίου.»

    21      Το άρθρο 21 του διατάγματος αυτού ορίζει:

    «Μετά την παραλαβή του κίτρινου αντιγράφου του προσωρινού πιστοποιητικού ταυτοποιήσεως, ο διαχειριστής του κεντρικού μητρώου καταχωρίζει τα στοιχεία του σκύλου και του υπεύθυνου γι’ αυτόν στο κεντρικό μητρώο και αποστέλλει στον υπεύθυνο οριστικό πιστοποιητικό ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως, καθώς και ένα έντυπο που τιτλοφορείται “Αλλαγή υπευθύνου/Τροποποίηση των στοιχείων/Θάνατος” του οποίου το υπόδειγμα εμφαίνεται στο παράρτημα IV του παρόντος διατάγματος. Αμέσως μετά την παραλαβή, ο υπεύθυνος επικολλά στο διαβατήριο το οριστικό πιστοποιητικό ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως.»

    22      Το άρθρο 22 του εν λόγω διατάγματος ορίζει:

    «Σε περίπτωση μεταβιβάσεως σκύλου, ο μεταβιβάζων συμπληρώνει το έντυπο “Αλλαγή υπευθύνου/Τροποποίηση των στοιχείων/Θάνατος” και το διαβιβάζει εντός οκτώ ημερών στον διαχειριστή του κεντρικού μητρώου. Το διαβατήριο παραδίδεται αμέσως στον νέο υπεύθυνο. Ο διαχειριστής του κεντρικού μητρώου αποστέλλει στον νέο υπεύθυνο την απόδειξη της αλλαγής, καθώς και ένα έντυπο “Αλλαγή υπευθύνου/Τροποποίηση των στοιχείων/Θάνατος”. Αμέσως μετά την παραλαβή, ο νέος υπεύθυνος επικολλά στο διαβατήριο το νέο οριστικό πιστοποιητικό ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως.»

    23      Κατά το άρθρο 23 του ίδιου διατάγματος:

    «Στην περίπτωση του άρθρου 6 ή 7, το πρόσωπο που προέβη στην ταυτοποίηση αποστέλλει, μόλις είναι δυνατόν και σε κάθε περίπτωση εντός οκτώ ημερών, το έντυπο “Αλλαγή υπευθύνου/Τροποποίηση των στοιχείων/Θάνατος”, αναφέροντας το νέο σήμα ταυτοποιήσεως, στον διαχειριστή του κεντρικού μητρώου. Ως απόδειξη της καταχωρίσεως υπό το νέο αυτό σήμα ταυτοποιήσεως, ο τελευταίος διαβιβάζει στον υπεύθυνο νέο οριστικό πιστοποιητικό ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως, καθώς και ένα έντυπο “Αλλαγή υπευθύνου/Τροποποίηση των στοιχείων/Θάνατος”.»

    24      Το άρθρο 1 του διατάγματος της 21ης Σεπτεμβρίου 2004 τροποποίησε το άρθρο 14 του βασιλικού διατάγματος της 10ης Φεβρουαρίου 1967 με το οποίο τέθηκαν απαιτήσεις υγειονομικού ελέγχου σχετικά με τη λύσσα (Moniteur belge της 25ης Φεβρουαρίου 1967, σ. 1966, στο εξής: διάταγμα της 10ης Φεβρουαρίου 1967), το οποίο πλέον έχει ως εξής:

    «§ 1.      Για κάθε εμβολιασμό, ο εγκεκριμένος κτηνίατρος που προέβη στον εμβολιασμό χορηγεί πιστοποιητικό σύμφωνο με το υπόδειγμα που προσαρτάται στο παρόν διάταγμα.

    § 2.      Για σκύλο, γάτα ή κουνάβι που φέρει ευανάγνωστη δερματοστιξία ή μικροτσίπ ή ταυτοποιείται κατά τον εμβολιασμό του, ο εγκεκριμένος κτηνίατρος χορηγεί διαβατήριο το οποίο, αναλόγως της περιπτώσεως, διανεμήθηκε από εγκεκριμένο νομικό πρόσωπο σύμφωνα με τις διατάξεις του [διατάγματος της 5ης Μαΐου 2004] ή από τον διαχειριστή του κεντρικού μητρώου ταυτοποιήσεως σκύλων, που ορίστηκε κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 27 του [διατάγματος της 28ης Μαΐου 2004]. Μετά την ταυτοποίηση ή την εξακρίβωση της ταυτοποιήσεως, ο εγκεκριμένος κτηνίατρος αναγράφει στο πιο πάνω διαβατήριο τον εμβολιασμό στον οποίο προέβη.

    Στην περίπτωση που ο σκύλος, η γάτα ή το κουνάβι έχει ήδη διαβατήριο κατά το πρώτο εδάφιο, ο εγκεκριμένος κτηνίατρος που προέβη στον εμβολιασμό συμπληρώνει το διαβατήριο αυτό με τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τον διενεργηθέντα εμβολιασμό, και τούτο μετά από έλεγχο των στοιχείων ταυτοποιήσεως.

    § 3.      Οι κύριοι και κάτοχοι ζώων τα οποία πρέπει να εμβολιαστούν οφείλουν να παρουσιάζουν, αναλόγως της περιπτώσεως, το κατά τα ανωτέρω πιστοποιητικό εμβολιασμού ή διαβατήριο κάθε φορά που τους το ζητεί διοικητική αρχή του άρθρου 27.»

     Οι διαφορές στις κύριες δίκες και τα προδικαστικά ερωτήματα

     Στην υπόθεση C‑42/10

    25      Στην κύρια δίκη στην υπόθεση C‑42/10, με αίτηση ακυρώσεως που κατέθεσαν στις 5 Νοεμβρίου 2004, η Vlaamse Dierenartsenvereniging και ο M. Janssens ζητούν να ακυρωθεί το διάταγμα της 21ης Σεπτεμβρίου 2004 κατά το μέρος που επιβάλλει, στο άρθρο 14 του διατάγματος της 10ης Φεβρουαρίου 1967 που τροποποίησε, να αναγράφεται ο αντιλυσσικός εμβολιασμός σε διαβατήριο ζώου συντροφιάς σύμφωνο με τις προϋποθέσεις του διατάγματος της 5ης Μαΐου 2004 ή εκείνες του διατάγματος της 28ης Μαΐου 2004.

    26      Εν προκειμένω, οι αιτούντες της κύριας δίκης διατείνονται ότι το διάταγμα της 21ης Σεπτεμβρίου 2004 παραβιάζει τις αρχές της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, των υπηρεσιών και των προσώπων, παραβιάζει την αρχή του ελεύθερου ανταγωνισμού έχοντας δημιουργήσει μονοπώλιο υπέρ της Belgische Vereniging voor Identificatie en Registratie van Honden (στο εξής: BVIRH) και παραβαίνει τον κανονισμό 998/2003 και την απόφαση 2003/803.

    27      Όσον αφορά το τελευταίο σημείο, οι εν λόγω αιτούντες υποστηρίζουν ότι το διάταγμα της 21ης Σεπτεμβρίου 2004 εμποδίζει την αναγραφή των εμβολιασμών σε αλλοδαπό διαβατήριο ζώου συντροφιάς ή στο διανεμόμενο από τη Vlaamse Dierenartsenvereniging διαβατήριο ζώου συντροφιάς. Διατείνονται επίσης ότι δεν έπρεπε να γίνει παραπομπή στα διατάγματα της 5ης και 28ης Μαΐου 2004, δεδομένου ότι τα τελευταία θέτουν πρόσθετες απαιτήσεις σε σχέση με εκείνες που προβλέπονται για το διαβατήριο ζώου συντροφιάς, όπως το διαβατήριο αυτό ορίζεται από τον κανονισμό 998/2003. Τα εν λόγω διατάγματα συνδέουν ειδικά το διαβατήριο αυτό με μια υποχρέωση καταχωρίσεως και ιχνηλασιμότητας. Πάντως, το διαβατήριο που αφορά ο λόγω κανονισμός έχει αμιγώς υγειονομική λειτουργία. Επιπλέον, μια τέτοια προσθήκη ουδέποτε αποτέλεσε πρόθεση του νομοθέτη της Ένωσης, επειδή η ταυτοποίηση του ζώου είναι αναγκαία μόνο για να συνδεθεί το ζώο με υγειονομικό πιστοποιητικό. Επιπλέον, δεν επιτρέπεται η επικόλληση ετικετών από τρίτους σε υγειονομικό έγγραφο, όπως ορίζει το διάταγμα της 28ης Μαΐου 2004. Όσο για το διάταγμα της 5ης Μαΐου 2004, το διάταγμα αυτό, ορίζοντας ότι τα διαβατήρια που εκδίδονται στο Βέλγιο πρέπει να φέρουν δικό τους μοναδικό αριθμό δεκατριών ψηφίων, εισάγει μια επιταγή που δεν απαιτείται στο επίπεδο της Ένωσης.

    28      Το καθού της κύριας δίκης αντιτάσσει ότι το διαβατήριο που αφορά ο κανονισμός 998/2003 είναι προ πάντων έγγραφο ταυτοποιήσεως και είναι απόλυτα λογικό το ότι το καθού έλαβε μέτρα για να διασφαλίσει μια συνεπή και ομοιόμορφη πολιτική που καθιστά υποχρεωτικό μόνον ένα έγγραφο, το οποίο, στο Βέλγιο, επέχει θέση εγγράφου ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως και, όσον αφορά τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις, επέχει θέση υγειονομικού εγγράφου και εγγράφου ταυτοποιήσεως. Όσον αφορά τη φερόμενη μονοπωλιακή κατάσταση υπέρ της BVIRH, το καθού διατείνεται ότι η ένωση αυτή δεν είναι η μόνη που έχει αναγνωριστεί από το κράτος.

    29      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Raad van State αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να θέσει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    «1)      Εμποδίζουν τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού [998/2003] και τα άρθρα και παραρτήματα της αποφάσεως [2003/803] εθνική ρύθμιση σχετικά με τα διαβατήρια για γάτες και κουνάβια να παραπέμψει […] στο υπόδειγμα και στις πρόσθετες απαιτήσεις που καθορίστηκαν με την απόφαση [2003/803], αλλά να επιβάλει […] συμπληρωματικά ότι κάθε διαβατήριο πρέπει να φέρει δικό του μοναδικό αριθμό δεκατριών χαρακτήρων, δηλαδή “BE”, τον κωδικό ISO για το Βέλγιο, συνοδευόμενο από τον διψήφιο αριθμό εγκρίσεως του διανομέα του διαβατηρίου και από ένα εννεαψήφιο αύξοντα αριθμό;

    2)      Εμποδίζουν τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού [998/2003] και τα άρθρα και παραρτήματα της αποφάσεως [2003/803] εθνική ρύθμιση να χρησιμοποιεί επίσης το υπόδειγμα ευρωπαϊκού διαβατηρίου για ζώο συντροφιάς ως απόδειξη της ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως σκύλων και επιπλέον να προβλέπει ότι τρίτοι, με την επικόλληση αυτοκόλλητων ετικετών ταυτοποιήσεως, επιφέρουν τροποποιήσεις σχετικά με την ταυτοποίηση του κυρίου και του ζώου στα μέρη I έως III ενός ευρωπαϊκού διαβατηρίου για ζώο συντροφιάς πιστοποιημένο από εγκεκριμένο κτηνίατρο, με αποτέλεσμα να υπερφορτώνονται τα προηγούμενα στοιχεία ταυτοποιήσεως;»

     Στην υπόθεση C-45/10

    30      Στην κύρια δίκη στην υπόθεση C‑45/10, με αίτηση ακυρώσεως που κατέθεσαν στις 30 Ιουλίου 2004, η Vlaamse Dierenartsenvereniging και ο M. Janssens ζητούν να ακυρωθεί το διάταγμα της 28ης Μαΐου 2004.

    31      Προς τούτο, οι αιτούντες της κύριας δίκης υποστηρίζουν κατ’ αρχάς ότι το διάταγμα αυτό δημιούργησε μονοπωλιακή κατάσταση υπέρ της BVIRH όσον αφορά τη διανομή των διαβατηρίων που προορίζονται για σκύλους, πράγμα που έχει ως συνέπεια να εμποδίζονται οι κτηνίατροι να τυπώνουν τα διαβατήριά τους ζώου συντροφιάς σε κράτος μέλος άλλο από το Βασίλειο του Βελγίου. Το εν λόγω διάταγμα είναι επίσης πηγή απάτης και δημιουργεί δυσμενείς διακρίσεις, συνδέοντας τη διενεργούμενη στα επίμαχα στην κύρια δίκη διαβατήρια ταυτοποίηση των σκύλων με μια υποχρέωση καταχωρίσεως και ιχνηλασιμότητας, ενώ η υποχρέωση αυτή δεν υπάρχει για τις γάτες και τα κουνάβια και τούτο μολονότι η ρύθμιση της Ένωσης μεταχειρίζεται με πανομοιότυπο τρόπο τα ζωικά αυτά είδη. Επιπλέον, το άμεσο αποτέλεσμα της τελευταίας ρυθμίσεως επιβάλλει στη Vlaamse Dierenartsenvereiniging να πράξει τα πάντα ώστε τα μέλη της να μπορέσουν να τηρήσουν την εν λόγω ρύθμιση και επίσης έχει ως συνέπεια να καταστήσει ανεφάρμοστο το διάταγμα της 28ης Μαΐου 2004. Στη συνέχεια, οι εν λόγω αιτούντες διατείνονται ότι η χρήση αυτοκόλλητων ετικετών αντιστρατεύεται τον σκοπό της αποφάσεως 2003/803, ο οποίος είναι να καταστεί δυνατός ο άνετος έλεγχος από τις αρμόδιες αρχές. Τέλος, το περί ου πρόκειται κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλεστεί την αρχή της επικουρικότητας.

    32      Επιπλέον, οι αιτούντες της κύριας δίκης διατείνονται ότι οι διατάξεις του διατάγματος της 28ης Μαΐου 2004, οι οποίες χρησιμοποιούν το προβλεπόμενο από την απόφαση 2003/803 υπόδειγμα διαβατηρίου ζώου συντροφιάς ως απόδειξη ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων, οι οποίες επιβάλλουν την επικόλληση αυτοκόλλητων ετικετών στο διαβατήριο με σκοπό την ταυτοποίηση του κυρίου και του ζώου και οι οποίες αποκλίνουν από το εν λόγω υπόδειγμα διαβατηρίου όσον αφορά τον χώρο που προβλέπεται για την αναγραφή των στοιχείων που αφορούν τον νέο κύριο, αποτελούν τεχνικούς κανόνες υπό την έννοια της οδηγίας 98/34 οι οποίοι, βάσει του άρθρου της 8, έπρεπε να είχαν γνωστοποιηθεί στην Επιτροπή πριν από τη θέσπισή τους. Υπό την έννοια αυτή, οι εν λόγω αιτούντες υποστηρίζουν ότι οι σκύλοι που συνοδεύονται με το διαβατήριό τους πρέπει να θεωρηθούν εμπορεύματα.

    33      Με απόφαση της 9ης Ιανουαρίου 2006 (αριθ. 153 336), με την οποία απέρριψε αίτηση αναστολής εκτελέσεως του βαλλομένου διατάγματος, το αιτούν δικαστήριο εκτίμησε ότι απλώς και μόνον το γεγονός ότι ένα συγκεκριμένο ζήτημα διέπεται από άμεσα δεσμευτικές διατάξεις στο επίπεδο της Ένωσης δεν αποκλείει τη δυνατότητα η αρμόδια εθνική αρχή στον σχετικό τομέα να θεσπίσει, συμπληρωματικά και για να προασπίσει το κοινό εθνικό συμφέρον, δικές της διατάξεις όσον αφορά πτυχές που δεν διέπονται από τη ρύθμιση της Ένωσης ή όταν η ρύθμιση αυτή δεν αποκλείει τη θέσπιση συμπληρωματικής εθνικής ρυθμίσεως. Κατά συνέπεια, το καθού της κύριας δίκης μπορούσε, κατά το εν λόγω δικαστήριο, να θεσπίσει ρύθμιση εσωτερικού δικαίου, αρκεί η ρύθμιση αυτή να μην εμποδίζει τη ρύθμιση της Ένωσης να παραγάγει στο ακέραιο τα αποτελέσματά της. Εφόσον ούτε ο κανονισμός 998/2003 ούτε η απόφαση 2003/803 περιέχουν διατάξεις σχετικά με τη δημιουργία και τη διανομή στους κτηνιάτρους των διαβατηρίων που προορίζονται για σκύλους, το διάταγμα της 28ης Μαΐου 2004 δεν εξέρχεται του πλαισίου που χάραξε η εν λόγω απόφαση. Ομοίως, όσον αφορά την επικόλληση αυτοκόλλητων ετικετών στα διαβατήρια αυτά, το εν λόγω δικαστήριο θεώρησε ότι ούτε ο κανονισμός 998/2003 ούτε η απόφαση 2003/803 απαγορεύουν να τίθενται τα εξατομικευμένα στοιχεία στα διαβατήρια αυτά μέσω αυτοκόλλητων ετικετών, αρκεί η πρακτική αυτή να μη συνεπάγεται αποκλίσεις σε σχέση με το υπόδειγμα διαβατηρίου που προβλέπεται από την απόφαση 2003/803.

    34      Δεδομένου ότι οι αιτούντες της κύριας δίκης ενέμειναν στην επιχειρηματολογία τους σχετικά με την ασυμβατότητα του διατάγματος της 28ης Μαΐου 2004 με τη ρύθμιση της Ένωσης, το Raad van State αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να θέσει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    «1)      Εμποδίζουν τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού [998/2003] και τα άρθρα και παραρτήματα της αποφάσεως [2003/803] εθνική ρύθμιση να χρησιμοποιεί επίσης το υπόδειγμα ευρωπαϊκού διαβατηρίου για ζώο συντροφιάς ως απόδειξη της ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως σκύλων και επιπλέον να προβλέπει ότι τρίτοι, με την επικόλληση αυτοκόλλητων ετικετών ταυτοποιήσεως, επιφέρουν τροποποιήσεις σχετικά με την ταυτοποίηση του κυρίου και του ζώου στα μέρη Ι έως ΙΙΙ ενός ευρωπαϊκού διαβατηρίου για ζώο συντροφιάς πιστοποιημένο από εγκεκριμένο κτηνίατρο, με αποτέλεσμα να υπερφορτώνονται τα προηγούμενα στοιχεία ταυτοποιήσεως;

    2.      Αποτελούν τεχνικούς κανόνες υπό την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας [98/34], οι οποίοι κατά το άρθρο 8 της οδηγίας αυτής πρέπει να γνωστοποιηθούν στην Επιτροπή πριν θεσπιστούν, οι εθνικές διατάξεις που χρησιμοποιούν ως απόδειξη της ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως σκύλων επίσης το υπόδειγμα ευρωπαϊκού διαβατηρίου ζώων συντροφιάς, όπως εμφαίνεται στην απόφαση [2003/803], και που επιπλέον προβλέπουν ότι τρίτοι, με την επικόλληση αυτοκόλλητων ετικετών ταυτοποιήσεως, επιφέρουν τροποποιήσεις σχετικά με την ταυτοποίηση του κυρίου και του ζώου στα μέρη Ι έως ΙΙΙ ενός τέτοιου διαβατηρίου;»

     Στην υπόθεση C-57/10

    35      Στην κύρια δίκη στην υπόθεση C‑57/10, με αίτηση ακυρώσεως που κατέθεσε στις 7 Ιουνίου 2004, η Vlaamse Dierenartsenvereniging ζητεί την ακύρωση του διατάγματος της 5ης Μαΐου 2004.

    36      Εν προκειμένω, η αιτούσα της κύριας δίκης υποστηρίζει ότι το εν λόγω διάταγμα παραβαίνει τα άρθρα 3, στοιχείο ζ΄, ΕΚ, 30 ΕΚ, 81 ΕΚ και 82 ΕΚ, παραβιάζει τις αρχές της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, των υπηρεσιών, των προσώπων και των κεφαλαίων και παραβαίνει τον κανονισμό 998/2003, την απόφαση 2003/803 καθώς και την οδηγία 98/34.

    37      Ορίζοντας τον τρόπο καθορισμού του μοναδικού αριθμού του διαβατηρίου για ζώο συντροφιάς κατά τρόπο πιο λεπτομερή από ό,τι προβλέπει η ρύθμιση της Ένωσης, το διάταγμα της 5ης Μαΐου 2004, αφενός, παραβλέπει το άμεσο αποτέλεσμα που το άρθρο 249 ΕΚ αναγνωρίζει στους κανονισμούς και στις αποφάσεις της Ένωσης και, αφετέρου, συνιστά τεχνικό πρότυπο το οποίο, κατά παράβαση της οδηγίας 98/34, δεν γνωστοποιήθηκε στην Επιτροπή.

    38      Το καθού της κύριας δίκης διατείνεται ότι, για τον καθορισμό αυτού του μοναδικού αριθμού, σύμφωνα με τον κανονισμό 998/2003, οι εθνικές αρχές έχουν διακριτική ευχέρεια που τους παρέχει τη δυνατότητα να εκδώσουν συμπληρωματικές αποφάσεις, για να εισαχθεί ορθή διαδικασία ταυτοποιήσεως. Θεωρεί επίσης ότι το διάταγμα της 5ης Μαΐου 2004 δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 98/34.

    39      Με απόφαση της 9ης Ιανουαρίου 2006 (αριθ. 136 163), με την οποία απέρριψε αίτηση αναστολής εκτελέσεως του εν λόγω διατάγματος, το αιτούν δικαστήριο εκτίμησε ότι απλώς και μόνον το γεγονός ότι ένα συγκεκριμένο ζήτημα διέπεται από άμεσα δεσμευτικές διατάξεις στο επίπεδο της Ένωσης δεν αποκλείει τη δυνατότητα η αρμόδια εθνική αρχή στον σχετικό τομέα να θεσπίσει, συμπληρωματικά και για να προασπίσει το κοινό εθνικό συμφέρον, δικές της διατάξεις όσον αφορά πτυχές που δεν διέπονται από τη ρύθμιση της Ένωσης ή όταν η ρύθμιση αυτή δεν αποκλείει τη θέσπιση συμπληρωματικής εθνικής ρυθμίσεως. Κατά συνέπεια, το καθού της κύριας δίκης μπορούσε, κατά το εν λόγω δικαστήριο, να θεσπίσει ρύθμιση εσωτερικού δικαίου, αρκεί η ρύθμιση αυτή να μην εμποδίζει τη ρύθμιση της Ένωσης να παραγάγει στο ακέραιο τα αποτελέσματά της. Εφόσον ούτε ο κανονισμός 998/2003 ούτε η απόφαση 2003/803 περιέχουν διατάξεις σχετικά με τη δημιουργία και τη διανομή στους κτηνιάτρους των διαβατηρίων που προορίζονται για σκύλους και κουνάβια, το βαλλόμενο διάταγμα δεν εξέρχεται του πλαισίου που χάραξε η εν λόγω απόφαση.

    40      Δεδομένου ότι η αιτούσα της κύριας δίκης ενέμεινε στην επιχειρηματολογία της όσον αφορά την ασυμβατότητα του διατάγματος της 5ης Μαΐου 2004 με τη ρύθμιση της Ένωσης, το Raad van State αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να θέσει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    «1)      Εμποδίζουν τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού [998/2003] και τα άρθρα και παραρτήματα της αποφάσεως [2003/803] εθνική ρύθμιση σχετικά με τα διαβατήρια για γάτες και κουνάβια να παραπέμψει στο υπόδειγμα και στις πρόσθετες απαιτήσεις που καθορίστηκαν με την απόφαση [2003/803], αλλά να επιβάλει συμπληρωματικά ότι κάθε διαβατήριο πρέπει να φέρει ένα μοναδικό αριθμό δεκατριών χαρακτήρων, δηλαδή “ΒΕ”, τον κωδικό ISO για το Βέλγιο, συνοδευόμενο από τον διψήφιο αριθμό εγκρίσεως του διανομέα και από ένα εννεαψήφιο αύξοντα αριθμό;

    2)      Αποτελεί τεχνικό κανόνα υπό την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας [98/34], ο οποίος κατά το άρθρο 8 της οδηγίας αυτής πρέπει να κοινοποιηθεί στην Επιτροπή […] πριν θεσπιστεί, εθνική ρύθμιση η οποία σχετικά με τα διαβατήρια για γάτες και κουνάβια παραπέμπει στο υπόδειγμα και στις πρόσθετες απαιτήσεις που καθορίστηκαν με την απόφαση [2003/803], αλλά επιβάλλει συμπληρωματικά ότι κάθε διαβατήριο πρέπει να φέρει ένα μοναδικό αριθμό δεκατριών χαρακτήρων, δηλαδή “ΒΕ”, τον κωδικό ISO για το Βέλγιο, συνοδευόμενο από τον διψήφιο αριθμό εγκρίσεως του διανομέα και από ένα αύξοντα εννεαψήφιο αριθμό;»

     Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

     Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

    41      Με τις παρατηρήσεις της, η Vlaamse Dierenartsenvereniging, αιτούσα στις τρεις κύριες δίκες, θέτει δύο πρόσθετα ζητήματα και υποστηρίζει ότι το Δικαστήριο πρέπει να αποφανθεί επίσης επ’ αυτών λόγω της σημασίας τους.

    42      Εν προκειμένω, πρέπει να υπομνησθεί ότι, στο πλαίσιο της συνεργασίας μεταξύ του Δικαστηρίου και των εθνικών δικαστηρίων, όπως αυτή προβλέπεται από το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, μόνο στον εθνικό δικαστή, ο οποίος έχει επιληφθεί της διαφοράς και οφείλει να αναλάβει την ευθύνη της δικαστικής αποφάσεως που πρόκειται να εκδοθεί, απόκειται να εκτιμήσει, με γνώμονα τις ιδιαιτερότητες της υποθέσεως που εκκρεμεί ενώπιόν του, τόσο την ανάγκη εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως για να μπορέσει να εκδώσει την απόφασή του όσο και τη λυσιτέλεια των ερωτημάτων που θέτει στο Δικαστήριο (βλ., στο ίδιο πνεύμα, απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 2009, C‑138/08, Hochtief και Linde-Kca-Dresden, Συλλογή 2009, σ. I‑9889, σκέψη 20 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    43      Κατά συνέπεια, η δυνατότητα καθορισμού των ερωτημάτων που πρέπει να υποβληθούν στο Δικαστήριο ανήκει μόνο στον εθνικό δικαστή, οι δε διάδικοι δεν μπορούν να μεταβάλουν το περιεχόμενό τους (προαναφερθείσα απόφαση Hochtief και Linde-Kca-Dresden, σκέψη 21 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    44      Άλλωστε, ουσιώδης τροποποίηση των προδικαστικών ερωτημάτων ή απάντηση στα πρόσθετα ζητήματα που ανέφερε με τις παρατηρήσεις της η αιτούσα στις κύριες δίκες θα ήταν ασύμβατη με τον ρόλο που αναθέτει στο Δικαστήριο το άρθρο 267 ΣΛΕΕ καθώς και με την υποχρέωση του Δικαστηρίου να διασφαλίζει στις κυβερνήσεις των κρατών μελών και στα ενδιαφερόμενα μέρη τη δυνατότητα να υποβάλλουν παρατηρήσεις σύμφωνα με το άρθρο 23 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι, βάσει της διατάξεως αυτής, μόνον οι αποφάσεις περί παραπομπής κοινοποιούνται στα ενδιαφερόμενα μέρη (βλ., στο ίδιο πνεύμα, προαναφερθείσα απόφαση Hochtief και Linde-Kca-Dresden, σκέψη 22 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    45      Επομένως, το Δικαστήριο δεν δύναται να αποδυθεί σε ανάλυση των πρόσθετων ζητημάτων που έθεσε η Vlaamse Dierenartsenvereniging.

     Επί των πρώτων ερωτημάτων στις υποθέσεις C‑42/10 και C‑57/10

    46      Με τα πρώτα ερωτήματά του στις υποθέσεις C‑42/10 και C‑57/10, το αιτούν δικαστήριο ζητεί στην ουσία να διευκρινιστεί αν τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 998/2003, καθώς και τα άρθρα και παραρτήματα της αποφάσεως 2003/803 έχουν την έννοια ότι αποκλείουν εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στις κύριες δίκες, η οποία επιβάλλει αρίθμηση των διαβατηρίων ζώων συντροφιάς συνιστάμενη σε ένα μοναδικό αριθμό ο οποίος περιέχει τον με δύο χαρακτήρες κωδικό ISO του Βασιλείου του Βελγίου «BE», συνοδευόμενο από τον διψήφιο αριθμό εγκρίσεως του εγκεκριμένου διανομέα και από σειρά εννέα αριθμών.

    47      Εν προκειμένω, πρέπει να υπομνησθεί ότι, ακριβώς λόγω της φύσεώς τους και της λειτουργίας τους στο σύστημα των πηγών του δικαίου της Ένωσης, οι διατάξεις ενός κανονισμού παράγουν, κατά κανόνα, άμεσα αποτελέσματα στις εθνικές έννομες τάξεις, χωρίς να χρειάζεται οι εθνικές αρχές να λάβουν μέτρα εφαρμογής ή ο νομοθέτης της Ένωσης να θεσπίσει συμπληρωματικές ρυθμίσεις (απόφαση της 28ης Οκτωβρίου 2010, C‑367/09, SGS Belgium κ.λπ., δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    48      Παρά ταύτα, για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων ενός κανονισμού, ακόμη και αν συμπληρώνονται με εκτελεστική απόφαση, ενδέχεται να είναι αναγκαία η λήψη εθνικών μέτρων εφαρμογής (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 11ης Ιανουαρίου 2001, C-403/98, Monte Arcosu, Συλλογή 2001, σ. I-103, σκέψη 26).

    49      Προδήλως αυτό συμβαίνει με το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 998/2003, σε συνδυασμό με το παράρτημα II, B, σημείο 2, στοιχείο γ΄, της αποφάσεως 2003/803.

    50      Συγκεκριμένα, εξαιρουμένης της υποχρεώσεως να αναγράφεται ο αριθμός ISO του κράτους μέλους εκδόσεως στην αρχή της σειράς των χαρακτήρων που αποτελούν τον μοναδικό αριθμό τον οποίο πρέπει να φέρει το διαβατήριο ζώου συντροφιάς, οι εν λόγω διατάξεις του κανονισμού 998/2003 και της αποφάσεως 2003/803 δεν επιβάλλουν συγκεκριμένο τρόπο καθορισμού του αριθμού αυτού. Έτσι, αναθέτουν στα κράτη μέλη να ορίσουν τον τρόπο καθορισμού του εν λόγω αριθμού.

    51      Διαπιστώνεται ότι η επίμαχη στις κύριες δίκες εθνική ρύθμιση ικανοποιεί τις επιταγές σχετικά με την αρίθμηση των διαβατηρίων οι οποίες τάσσονται από το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 998/2003, σε συνδυασμό με το παράρτημα II, B, σημείο 2, στοιχείο γ΄, της αποφάσεως 2003/803. Συγκεκριμένα, η εν λόγω εθνική ρύθμιση ορίζει, αφενός, ότι κάθε διαβατήριο φέρει δικό του μοναδικό αριθμό και, αφετέρου, ότι οι δύο πρώτοι χαρακτήρες του αριθμού αυτού εμφαίνουν τον κωδικό ISO του Βασιλείου του Βελγίου «BE». Η επίμαχη εθνική ρύθμιση, εφαρμόζοντας τις προαναφερθείσες διατάξεις του δικαίου της Ένωσης και διευκρινίζοντας, επιπλέον, τον τρόπο παραθέσεως των λοιπών χαρακτήρων από τους οποίους αποτελείται ο αριθμός του διαβατηρίου, διασφαλίζει την πλήρη αποτελεσματικότητα των τελευταίων διατάξεων.

    52      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι στα πρώτα ερωτήματα στις υποθέσεις C‑42/10 και C‑57/10 πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 998/2003 καθώς και τα άρθρα και τα παραρτήματα της αποφάσεως 2003/803 έχουν την έννοια ότι δεν αποκλείουν εθνική ρύθμιση η οποία επιβάλλει αρίθμηση των διαβατηρίων ζώων συντροφιάς συνιστάμενη σε ένα μοναδικό αριθμό ο οποίος περιέχει τον με δύο χαρακτήρες κωδικό ISO του περί ου πρόκειται κράτους μέλους συνοδευόμενο από τον διψήφιο αριθμό εγκρίσεως του εγκεκριμένου διανομέα και από σειρά εννέα αριθμών, όταν η ρύθμιση αυτή διασφαλίζει τη μοναδικότητα αυτού του αριθμού ταυτοποιήσεως.

     Επί του δευτέρου ερωτήματος στην υπόθεση C‑42/10 και του πρώτου ερωτήματος στην υπόθεση C‑45/10

    53      Με το δεύτερο ερώτημά του στην υπόθεση C‑42/10 και το πρώτο ερώτημά του στην υπόθεση C‑45/10, το αιτούν δικαστήριο ζητεί στην ουσία να διευκρινιστεί αν τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 998/2003 καθώς και τα άρθρα και παραρτήματα της αποφάσεως 2003/803 αποκλείουν ρυθμίσεις, όπως οι επίμαχες στις κύριες δίκες, κατ’ εφαρμογήν των οποίων, αφενός, το διαβατήριο ζώου συντροφιάς χρησιμοποιείται όχι μόνον ως ταξιδιωτικό έγγραφο κατ’ εφαρμογήν της ρυθμίσεως της Ένωσης, αλλά και ως απόδειξη της ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων σε εθνικό επίπεδο, και, αφετέρου, η μεν παρουσίαση, επί του διαβατηρίου αυτού, των στοιχείων σχετικά με την ταυτοποίηση του κυρίου και του ζώου διαφέρει από εκείνη την οποία προβλέπει η απόφαση 2003/803, η δε τροποποίηση των στοιχείων αυτών γίνεται με επικόλληση, με τη βοήθεια αυτοκόλλητων ετικετών, των νέων στοιχείων πάνω από τα παλαιά.

    54      Πρώτον, όσον αφορά τη χρήση του διαβατηρίου για ζώο συντροφιάς ως αποδείξεως της ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων σε εθνικό επίπεδο, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι επίμαχη είναι η χρήση του εν λόγω διαβατηρίου για σκοπούς παράλληλους και διαφορετικούς από εκείνους που διέπουν τη ρύθμιση της Ένωσης, δηλαδή την εναρμόνιση των υγειονομικών όρων στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς.

    55      Εν προκειμένω, επισημαίνεται ότι ούτε το γράμμα ούτε το πνεύμα του κανονισμού 998/2003 και της αποφάσεως 2003/803 επιτρέπουν το συμπέρασμα ότι το διαβατήριο ζώου συντροφιάς έχει ως μοναδική και αποκλειστική λειτουργία να επιτύχει τους σκοπούς της ρυθμίσεως της Ένωσης και ότι, ως εκ τούτου, απαγορεύεται η χρήση του διαβατηρίου αυτού, σε εθνικό επίπεδο, για άλλους σκοπούς. Αντιθέτως, από την τρίτη και την τέταρτη αιτιολογική σκέψη της αποφάσεως 2003/803 και από το υπόδειγμα διαβατηρίου που προσαρτάται στην εν λόγω απόφαση προκύπτει ότι το διαβατήριο αυτό έχει σελίδες που καθιστούν δυνατή την αναγραφή στοιχείων που δεν έχουν σχέση με τη ρύθμιση της Ένωσης. Έτσι, προβλέπει την αναγραφή της πιστοποιήσεως εμβολιασμών που δεν προβλέπονται από τον κανονισμό 998/2003 και περιέχει ενότητες υπό τον τίτλο «κλινική εξέταση» και «νομιμοποίηση» για να μπορούν τα διαβατήρια ζώου συντροφιάς να χρησιμοποιούνται και για τις μετακινήσεις ζώων εκτός της Ένωσης.

    56      Κατά συνέπεια, η χρησιμοποίηση του διαβατηρίου αυτού για σκοπούς άλλους από εκείνους τους οποίους αφορά η ρύθμιση της Ένωσης κατ’ αρχήν δεν δύναται να απαγορευθεί.

    57      Παρά ταύτα, η χρήση αυτή πρέπει να μη θέτει υπό αμφισβήτηση ούτε την πραγματική εφαρμογή του κανονισμού 998/2003 και της αποφάσεως 2003/803 ούτε τους σκοπούς των νομοθετημάτων αυτών. Πάντως, από τους διαδίκους των κύριων δικών ή από τους ενδιαφερόμενους που αφορά το άρθρο 23 του Οργανισμού του Δικαστηρίου και που υπέβαλαν παρατηρήσεις ούτε αποδείχθηκε ούτε καν υποστηρίχθηκε ότι έχει τέτοιο αποτέλεσμα η χρήση του εν λόγω διαβατηρίου για σκοπούς ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων σε εθνικό επίπεδο.

    58      Δεύτερον, όσον αφορά την αναγραφή των στοιχείων σχετικά με την ταυτοποίηση του κυρίου και του ζώου, των οποίων η τροποποίηση γίνεται με επικόλληση νέων στοιχείων πάνω στα παλαιά με τη βοήθεια αυτοκόλλητων ετικετών, διαπιστώνεται ότι ρύθμιση όπως η επίμαχη στις κύριες δίκες έχει ως αποτέλεσμα να καθιερώσει διαβατήριο ζώων συντροφιάς του οποίου η μορφή διαφέρει από εκείνη του υποδείγματος διαβατηρίου που προβλέπει η απόφαση 2003/803.

    59      Έτσι, ενώ το παράρτημα I της αποφάσεως 2003/803 προβλέπει ότι η πρώτη σελίδα του υποδείγματος διαβατηρίου περιέχει τρεις χώρους που καθιστούν δυνατό να αναγραφούν το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση τριών διαδοχικών κυρίων του ζώου, η επίμαχη στις κύριες δίκες ρύθμιση ορίζει ότι η πρώτη σελίδα του διαβατηρίου ζώου συντροφιάς περιέχει μόνον ένα χώρο στον οποίο αυτοκόλλητες ετικέτες πρέπει να επικολλώνται διαδοχικώς, αναλόγως των μεταβολών της διευθύνσεως ή του ονοματεπωνύμου του κυρίου του ζώου.

    60      Εν προκειμένω, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 288, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, οι αποφάσεις της Επιτροπής που απευθύνονται στα κράτη μέλη είναι δεσμευτικές ως προς όλα τα μέρη τους.

    61      Επιπλέον, από τον ίδιο τον σκοπό της αποφάσεως 2003/803, του υποδείγματος διαβατηρίου που εμφαίνεται στο παράρτημά της I και του παραρτήματος II, A, σημείο 1, της αποφάσεως αυτής, το οποίο αναφέρει ότι «[η] μορφή του διαβατηρίου είναι ενιαίου τύπου», προκύπτει ότι η απόφαση εκείνη έχει ως αντικείμενο να καθιερώσει ένα ομοιόμορφο έγγραφο, όποιο και αν είναι το κράτος που το χορηγεί, του οποίου η μορφή και το περιεχόμενο είναι υποχρεωτικά για τα κράτη μέλη, με την επιφύλαξη ησσόνων προσαρμογών που απαριθμούνται περιοριστικά στο παράρτημα II, Γ, σημείο 4, της εν λόγω αποφάσεως.

    62      Πάντως, ορίζοντας ότι στην πρώτη σελίδα του διαβατηρίου ζώου συντροφιάς υπάρχει χώρος μόνο για να αναγραφούν το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του πρώτου κυρίου του ζώου και ότι οι μεταγενέστερες τροποποιήσεις των στοιχείων αυτών γίνονται με επικόλληση αυτοκόλλητων ετικετών, ρύθμιση όπως η επίμαχη στις κύριες δίκες παραβλέπει την τασσόμενη από το υπόδειγμα διαβατηρίου επιταγή ομοιομορφίας, κατά την οποία, μεταξύ άλλων, η πρώτη σελίδα του διαβατηρίου ζώου συντροφιάς πρέπει να αφήνει χώρους και να έχει μορφή κατάλληλη για την αναγραφή του ονοματεπωνύμου και της διευθύνσεως τριών διαδοχικών κυρίων του ζώου.

    63      Επιπλέον, όπως η Επιτροπή υποστήριξε κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η αλλεπάλληλη επικόλληση αυτοκόλλητων ετικετών εμποδίζει την ταυτοποίηση των διαδοχικών κυρίων του ζώου, μολονότι η ταυτοποίηση αυτή είναι καθοριστική στον τομέα του υγειονομικού ελέγχου και μολονότι ο κανονισμός 998/2003 και η απόφαση 2003/803 παρεμβαίνουν ακριβώς στον τομέα αυτόν.

    64      Ομοίως, η χρήση αυτοκόλλητων ετικετών όπως οι προβλεπόμενες από την επίμαχη στις κύριες δίκες ρύθμιση, η οποία επιφέρει μεταβολές στο υπόδειγμα διαβατηρίου, έχει επίσης ως αποτέλεσμα να εμποδίζει τη μεταφορά ζώων συντροφιάς εκτός του κράτους μέλους καταγωγής, επιβάλλοντας, σε τέτοιες περιπτώσεις, την έκδοση νέου διαβατηρίου στο κράτος μέλος προορισμού.

    65      Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, στο δεύτερο ερώτημα στην υπόθεση C‑42/10 και στο πρώτο ερώτημα στην υπόθεση C‑45/10 πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 998/2003, καθώς και τα άρθρα και παραρτήματα της αποφάσεως 2003/803 έχουν την έννοια ότι:

    –        δεν αποκλείουν ρύθμιση, όπως οι επίμαχη στις κύριες δίκες, κατ’ εφαρμογήν της οποίας το διαβατήριο ζώου συντροφιάς χρησιμοποιείται όχι μόνον ως ταξιδιωτικό έγγραφο, σύμφωνα με τη ρύθμιση της Ένωσης, αλλά και ως απόδειξη της ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων σε εθνικό επίπεδο, και

    –        αποκλείουν εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στις κύριες δίκες, η οποία προβλέπει μόνον ένα χώρο στο διαβατήριο ζώου συντροφιάς για την αναγραφή του ονοματεπωνύμου και της διευθύνσεως του κυρίου του ζώου, στοιχείων των οποίων οι μεταγενέστερες τροποποιήσεις γίνονται με επικόλληση αυτοκόλλητων ετικετών.

     Επί των δευτέρων ερωτημάτων στις υποθέσεις C‑45/10 και C‑57/10

    66      Με τα δεύτερα ερωτήματά του στις υποθέσεις C‑45/10 και C‑57/10, το αιτούν δικαστήριο ζητεί στην ουσία να διευκρινιστεί αν εθνικές διατάξεις, όπως, αφενός, εκείνες που περιλαμβάνονται στη βελγική ρύθμιση σχετικά με το διαβατήριο ζώου συντροφιάς και αφορούν τη χρησιμοποίησή του ως αποδείξεως ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων, καθώς και τη χρήση αυτοκόλλητων ετικετών για να γίνουν οι μεταβολές σχετικά με την ταυτοποίηση του κυρίου και του ζώου, και, αφετέρου, εκείνες που αφορούν τον καθορισμό ενός μοναδικού αριθμού για τις γάτες και τα κουνάβια, πρέπει να θεωρηθούν τεχνικοί κανόνες υπό την έννοια της οδηγίας 98/34.

    67      Εν προκειμένω, πρέπει να επισημανθεί, όπως προκύπτει από τη νομική βάση της οδηγίας 98/34, δηλαδή από το άρθρο 100 A της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 95 ΕΚ), καθώς και από τη δεύτερη και τέταρτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας αυτής, ότι η ρύθμιση της Ένωσης που προβλέπει μια διαδικασία πληροφορήσεως στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας συμβάλλει στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, διασφαλίζοντας ιδίως την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων.

    68      Εξάλλου, το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να διευκρινίσει ότι στο πεδίο της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων εμπίπτουν μόνον τα προϊόντα που είναι αποτιμητά σε χρήμα και που, ως τέτοια, μπορούν να γίνουν το αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών (βλ. στο ίδιο πνεύμα, μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 10ης Δεκεμβρίου 1968, 7/68, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή τόμος 1965-1968, σ. 805, 809, και της 26ης Οκτωβρίου 2006, C‑65/05, Επιτροπή κατά Ελλάδας, Συλλογή 2006, σ. I‑10341, σκέψεις 23 έως 25).

    69      Πάντως, δεν αμφισβητείται ότι τα διαβατήρια ζώων συντροφιάς, εφόσον φέρουν δικό τους μοναδικό αριθμό και ταυτοποιούν συγκεκριμένο ζώο, δεν μπορούν, ως τέτοια, να γίνουν το αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών.

    70      Κατά συνέπεια, αποκλείεται τα εν λόγω διαβατήρια να μπορέσουν να χαρακτηριστούν ως «εμπόρευμα» υπό την έννοια της νομολογίας του Δικαστηρίου και να έχει επ’ αυτών εφαρμογή η οδηγία 98/34. Επομένως, προδιαγραφές, όπως οι προβλεπόμενες από την επίμαχη στις κύριες δίκες βελγική ρύθμιση, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως τεχνικές προδιαγραφές που, κατά το άρθρο 8 της οδηγίας αυτής, πρέπει προηγουμένως να γνωστοποιηθούν στην Επιτροπή και, αν δεν έχει γίνει αυτό, πρέπει να μένουν ανεφάρμοστες από τον εθνικό δικαστή (βλ., στο ίδιο πνεύμα, απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2007, C‑20/05, Schwibbert, Συλλογή 2007, σ. I‑9447, σκέψεις 33 και 44 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    71      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι στα δεύτερα ερωτήματα στις υποθέσεις C‑45/10 και C‑57/10 πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι εθνικές διατάξεις, όπως, αφενός, εκείνες που περιλαμβάνονται στη βελγική ρύθμιση σχετικά με το διαβατήριο ζώου συντροφιάς και αφορούν τη χρησιμοποίησή του ως αποδείξεως ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων, καθώς και τη χρήση αυτοκόλλητων ετικετών για να γίνουν οι μεταβολές σχετικά με την ταυτοποίηση του κυρίου και του ζώου, και, αφετέρου, εκείνες που αφορούν τον καθορισμό ενός μοναδικού αριθμού για τις γάτες και τα κουνάβια, δεν αποτελούν τεχνικούς κανόνες υπό την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 98/34, οι οποίοι, κατά το άρθρο 8 της οδηγίας αυτής, πρέπει προηγουμένως να γνωστοποιηθούν στην Επιτροπή.

     Επί των δικαστικών εξόδων

    72      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριων δικών τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:

    1)      Τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΚ) 998/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για τους υγειονομικούς όρους που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς και για την τροποποίηση της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου, καθώς και τα άρθρα και παραρτήματα της αποφάσεως 2003/803/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με την καθιέρωση ενός υποδείγματος διαβατηρίου για τις ενδοκοινοτικές μετακινήσεις σκύλων, γαλών και κουναβιών, έχουν την έννοια ότι δεν αποκλείουν εθνική ρύθμιση η οποία επιβάλλει αρίθμηση των διαβατηρίων ζώου συντροφιάς συνιστάμενη σε ένα μοναδικό αριθμό ο οποίος περιέχει τον με δύο χαρακτήρες κωδικό ISO του περί ου πρόκειται κράτους μέλους συνοδευόμενο από τον διψήφιο αριθμό εγκρίσεως του εγκεκριμένου διανομέα και από σειρά εννέα αριθμών, όταν η ρύθμιση αυτή διασφαλίζει τη μοναδικότητα αυτού του αριθμού ταυτοποιήσεως.

    2)      Τα άρθρα 3, στοιχείο β΄, 4, παράγραφος 2, 5 και 17, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 998/2003, καθώς και τα άρθρα και παραρτήματα της αποφάσεως 2003/803 έχουν την έννοια ότι:

    –        δεν αποκλείουν ρύθμιση, όπως η επίμαχη στις κύριες δίκες, κατ’ εφαρμογήν της οποίας το διαβατήριο ζώου συντροφιάς χρησιμοποιείται όχι μόνον ως ταξιδιωτικό έγγραφο, σύμφωνα με τη ρύθμιση της Ένωσης, αλλά και ως απόδειξη της ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων σε εθνικό επίπεδο, και

    –        αποκλείουν εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στις κύριες δίκες, η οποία προβλέπει μόνον ένα χώρο στο διαβατήριο ζώου συντροφιάς για την αναγραφή του ονοματεπωνύμου και της διευθύνσεως του κυρίου του ζώου, στοιχείων των οποίων οι μεταγενέστερες τροποποιήσεις γίνονται με επικόλληση αυτοκόλλητων ετικετών.

    3)      Εθνικές διατάξεις, όπως, αφενός, εκείνες που περιλαμβάνονται στη βελγική ρύθμιση σχετικά με το διαβατήριο ζώου συντροφιάς και αφορούν τη χρησιμοποίησή του ως αποδείξεως ταυτοποιήσεως και καταχωρίσεως των σκύλων, καθώς και τη χρήση αυτοκόλλητων ετικετών για να γίνουν οι μεταβολές σχετικά με την ταυτοποίηση του κυρίου και του ζώου, και, αφετέρου, εκείνες που αφορούν τον καθορισμό ενός μοναδικού αριθμού για τις γάτες και τα κουνάβια, δεν αποτελούν τεχνικούς κανόνες υπό την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφορήσεως στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 98/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998, οι οποίοι τεχνικοί κανόνες, κατά το άρθρο 8 της οδηγίας αυτής, πρέπει προηγουμένως να γνωστοποιηθούν στην Επιτροπή.

    (υπογραφές)


    * Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.

    Top