EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62005CJ0241

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 3ης Οκτωβρίου 2006.
Nicolae Bot κατά Préfet du Val-de-Marne.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Conseil d'État - Γαλλία.
Σύμβαση εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν - Άρθρο 20, παράγραφος 1 - Προϋποθέσεις κυκλοφορίας των υπηκόων τρίτων χωρών που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση θεωρήσεως - Ανώτατη διάρκεια διαμονής τριών μηνών ανά εξάμηνο από την ημερομηνία της πρώτης εισόδου στον χώρο Σένγκεν - Αλλεπάλληλες διαμονές - Έννοια της "πρώτης εισόδου".
Υπόθεση C-241/05.

Συλλογή της Νομολογίας 2006 I-09627

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2006:634

Υπόθεση C-241/05

Nicolae Bot

κατά

Préfet du Val-de-Marne

[αίτηση του Conseil d’État (Γαλλία)

για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Σύμβαση εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν — Άρθρο 20, παράγραφος 1 — Προϋποθέσεις κυκλοφορίας των υπηκόων τρίτων χωρών που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση θεωρήσεως — Ανώτατη διάρκεια διαμονής τριών μηνών ανά εξάμηνο από την ημερομηνία της πρώτης εισόδου στον χώρο Σένγκεν — Αλλεπάλληλες διαμονές — Έννοια της “πρώτης εισόδου”»

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα A. Tizzano της 27ης Απριλίου 2006 

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 3ης Οκτωβρίου 2006 

Περίληψη της αποφάσεως

Θεωρήσεις, άσυλο, μετανάστευση — Σύμβαση εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν — Προϋποθέσεις κυκλοφορίας των υπηκόων τρίτων χωρών που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση θεωρήσεως

(Σύμβαση εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν, άρθρο 20 § 1)

Το άρθρο 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο όρος «πρώτη είσοδος» της διατάξεως αυτής αφορά, εκτός από την πρώτη γενικά είσοδο στα εδάφη των συμβαλλομένων στην εν λόγω συμφωνία κρατών, την πρώτη μεταγενέστερη είσοδο στα εδάφη αυτά μετά την πάροδο εξαμήνου που ξεκινά από την πρώτη γενικά είσοδο, καθώς και οποιαδήποτε μεταγενέστερη είσοδο μετά την πάροδο κάθε νέου εξαμήνου που ξεκινά από την ημερομηνία της προηγούμενης πρώτης εισόδου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η εν λόγω διάταξη παρέχει τη δυνατότητα στους υπηκόους τρίτου κράτους που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση θεωρήσεως να διαμένουν στον χώρο Σένγκεν αυτό για τρεις μήνες κατ’ ανώτατο όριο εντός διαδοχικών περιόδων έξι μηνών, υπό την προϋπόθεση καθεμία από τις περιόδους αυτές να ξεκινά με μια τέτοια πρώτη είσοδο.

Περαιτέρω, η ούτως ερμηνευόμενη έννοια «πρώτη είσοδος» ουδόλως στερεί από τις αρμόδιες εθνικές αρχές τη δυνατότητα να τιμωρούν, τηρουμένου του κοινοτικού δικαίου, υπήκοο τρίτου κράτους η διαμονή του οποίου εντός του χώρου Σένγκεν υπερέβη την ανώτατη διάρκεια των τριών μηνών εντός προηγούμενου εξαμήνου, ακόμη και αν, κατά την ημερομηνία που υφίσταται τον έλεγχο, η διαμονή του στον χώρο αυτό, δεν υπερβαίνει τρεις μήνες από την ημερομηνία της πιο πρόσφατης πρώτης εισόδου.

(βλ. σκέψεις 29, 31, 43 και διατακτ.)




ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 3ης Οκτωβρίου 2006 (*)

«Σύμβαση εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν – Άρθρο 20, παράγραφος 1 – Προϋποθέσεις κυκλοφορίας των υπηκόων τρίτων χωρών που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση θεωρήσεως – Ανώτατη διάρκεια διαμονής τριών μηνών ανά εξάμηνο από την ημερομηνία της πρώτης εισόδου στον χώρο Σένγκεν – Αλλεπάλληλες διαμονές – Έννοια της “πρώτης εισόδου”»

Στην υπόθεση C‑241/05,

η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει των άρθρων 68 ΕΚ και 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Conseil d’État (Γαλλία) με απόφαση της 9ης Μαΐου 2005, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 2 Ιουνίου 2005, στο πλαίσιο της διαδικασίας

Nicolae Bot

κατά

Préfet du Val-de-Marne,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, P. Jann, C. W. A. Timmermans και A. Rosas, προέδρους τμήματος, J.-. Puissochet, R. Schintgen, N. Colneric, P. Kūris, E. Juhász, U. Lõhmus, E. Levits, A. Ó Caoimh (εισηγητή) και L. Bay Larsen, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: A. Tizzano

γραμματέας: R. Grass

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–       η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους G. de Bergues και J.-Ch. Niollet,

–       η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον T. Boček,

–       η Σλοβακική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον R. Procházka,

–       η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την T. Pynnä,

–       η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους C. O’Reilly και A.-M. Rouchaud-Joët,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 27ης Απριλίου 2006,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1       Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν, της 14ης Ιουνίου 1985, μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα (ΕΕ 2000, L 239, σ. 19, στο εξής: σύμβαση εφαρμογής), η οποία υπογράφηκε στις 19 Ιουνίου 1990 στο Σένγκεν (Λουξεμβούργο).

2       Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο προσφυγής που άσκησε ο N. Bot, ρουμάνος υπήκοος, για την ακύρωση της αποφάσεως του Νομάρχη του Val-de-Marne (Γαλλία), με την οποία διατάχθηκε η απέλασή του.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το κεκτημένο Σένγκεν

 Οι συμφωνίες του Σένγκεν

3       Για την υλοποίηση της συμφωνίας μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, η οποία υπογράφηκε στο Σένγκεν στις 14 Ιουνίου 1985 (ΕΕ 2000, L 239, σ. 19, στο εξής: συμφωνία του Σένγκεν), υπογράφηκε η σύμβαση εφαρμογής της.

4       Το άρθρο 1 της συμβάσεως εφαρμογής ορίζει ως «αλλοδαπό» «κάθε πρόσωπο που δεν είναι υπήκοος των κρατών μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων».

5       Ενταγμένο στον τίτλο II της συμβάσεως εφαρμογής που τιτλοφορείται «Κατάργηση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα και κυκλοφορία των προσώπων», το άρθρο 5, παράγραφος 1, προβλέπει τις προϋποθέσεις εισόδου των αλλοδαπών στα εδάφη των συμβαλλομένων στη συμφωνία του Σένγκεν κρατών (στο εξής: χώρος Σένγκεν) για διαμονή που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

6       Το κεφάλαιο 3 του τίτλου II περιέχει κανόνες που ρυθμίζουν τις θεωρήσεις.

7       Το άρθρο 11, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής που εντάσσεται στο τμήμα 1 του κεφαλαίου αυτού, το οποίο τιτλοφορείται «Θεωρήσεις για διαμονή σύντομης διάρκειας», έχει ως εξής:

«Η θεώρηση που θεσπίζεται από το άρθρο 10 μπορεί να είναι:

α)      θεώρηση ταξιδιού ισχύουσα για μία ή περισσότερες εισόδους, χωρίς ούτε η διάρκεια συνεχούς διαμονής ούτε η συνολική διάρκεια των αλλεπαλλήλων διαμονών να δύνανται να υπερβούν τους τρεις μήνες ανά εξάμηνο από την ημερομηνία της πρώτης εισόδου·

[…]»

8       Το άρθρο 18 της συμβάσεως εφαρμογής που εντάσσεται στο τμήμα 2 του ίδιου κεφαλαίου, το οποίο τιτλοφορείται «Θεωρήσεις για διαμονή μακράς διαρκείας», ορίζει τα εξής:

«Οι θεωρήσεις για διαμονή άνω των τριών μηνών είναι εθνικές θεωρήσεις που εκδίδονται από ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του. […]»

9       Το κεφάλαιο 4 του εν λόγω τίτλου II της συμβάσεως εφαρμογής ορίζει, στα άρθρα του 19 έως 24, τις προϋποθέσεις κυκλοφορίας των αλλοδαπών. Προβλέπει, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Άρθρο 19

1.      Αλλοδαποί κάτοχοι ομοιόμορφης θεωρήσεως, οι οποίοι εισέρχονται κανονικά στο έδαφος ενός από τα συμβαλλόμενα μέρη, μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα στο έδαφος του συνόλου των συμβαλλομένων μερών κατά τη διάρκεια ισχύος της θεωρήσεώς τους, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις εισόδου που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχεία α΄, γ΄, δ΄ και ε΄.

[…]

Άρθρο 20

1.      Αλλοδαποί μη υποκείμενοι στην υποχρέωση θεωρήσεως μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα στο έδαφος των συμβαλλομένων μερών επί τρεις μήνες κατ’ ανώτατο όριο, εντός περιόδου έξι μηνών από την ημερομηνία της πρώτης εισόδου, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις εισόδου που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχεία α΄, γ΄, δ΄ και ε΄.

[…]

Άρθρο 23

1.      Αλλοδαπός ο οποίος δεν πληροί, ή δεν πληροί πλέον, τις προϋποθέσεις σύντομης παραμονής που ισχύουν στο έδαφος ενός συμβαλλομένου μέρους, πρέπει κατά κανόνα να εγκαταλείψει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τα εδάφη των συμβαλλομένων μερών.

[…]»

 Το πρωτόκολλο Σένγκεν

10     Κατά το άρθρο 1 του πρωτοκόλλου για την ενσωμάτωση του κεκτημένου Σένγκεν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο προσαρτήθηκε στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ (στο εξής: πρωτόκολλο Σένγκεν), δεκατρία κράτη μέλη της Ενώσεως, μεταξύ των οποίων η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και το Βασίλειο της Ισπανίας, εξουσιοδοτούνται να θεσπίσουν στενότερη συνεργασία μεταξύ τους στον τομέα που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κεκτημένου Σένγκεν, όπως αυτό ορίζεται στο παράρτημα του εν λόγω πρωτοκόλλου. Η συνεργασία αυτή θα διεξάγεται εντός του νομικού και θεσμικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως καθώς και των Συνθηκών ΕΕ και ΕΚ.

11     Σύμφωνα με το παράρτημα του πρωτοκόλλου Σένγκεν, στο κεκτημένο Σένγκεν εντάσσονται, μεταξύ άλλων, η συμφωνία του Σένγκεν και η σύμβαση εφαρμογής.

12     Δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του πρωτοκόλλου Σένγκεν, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συνθήκης του Άμστερνταμ, ήτοι από την 1η Μαΐου 1999, το κεκτημένο Σένγκεν εφαρμόζεται αμέσως στα δεκατρία κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 1 του εν λόγω πρωτοκόλλου.

13     Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 2, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, του πρωτοκόλλου Σένγκεν, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως εξέδωσε, στις 20 Μαΐου 1999, την απόφαση 1999/436/ΕΚ, για τον καθορισμό, δυνάμει των οικείων διατάξεων της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, της νομικής βάσης για κάθε διάταξη ή απόφαση που αποτελεί κεκτημένο Σένγκεν (ΕΕ L 176, σ. 17). Από το άρθρο 2 της ως άνω αποφάσεως, σε συνδυασμό με το παράρτημά της Α, προκύπτει ότι το Συμβούλιο όρισε ως νομική βάση του άρθρου 20 της συμβάσεως εφαρμογής το άρθρο 62, παράγραφος 3, ΕΚ, το οποίο περιλαμβάνεται στον τίτλο IV της Συνθήκης ΕΚ, με τίτλο «Θεωρήσεις, άσυλο, μετανάστευση και άλλες πολιτικές σχετικές με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων».

 Ο κανονισμός (ΕΚ) 539/2001

14     Βάσει του άρθρου 1, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 539/2001 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2001, περί του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεωρήσεως για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών και του καταλόγου των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή (ΕΕ L 81, σ. 1) , όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) 2414/2001 του Συμβουλίου, της 7ης Δεκεμβρίου 2001 (ΕΕ L 327, σ. 1), οι ρουμάνοι υπήκοοι απαλλάσσονται από την υποχρέωση να διαθέτουν θεώρηση κατά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών για διαμονή η συνολική διάρκεια της οποίας δεν υπερβαίνει τους τρίτους μήνες.

 Η εθνική νομοθεσία

15     Το άρθρο 22 του διατάγματος 45‑2658, της 2ας Νοεμβρίου 1945, περί των όρων εισόδου και παραμονής των αλλοδαπών στη Γαλλία (JORF της 4ης Νοεμβρίου 1945, σ. 7225), όπως τροποποιήθηκε μεταξύ άλλων με τον νόμο 2003‑1119, της 26ης Νοεμβρίου 2003, περί του ελέγχου της μετανάστευσης, της παραμονής των αλλοδαπών στη Γαλλία και της ιθαγένειας (JORF της 27ης Νοεμβρίου 2003, σ. 20136, στο εξής: διάταγμα 45‑2658), προέβλεπε τα εξής:

«I – Ο εκπρόσωπος του κράτους σε κάθε νομό και, στο Παρίσι, ο διοικητής της αστυνομίας μπορούν, με αιτιολογημένη απόφαση, να αποφασίσουν την απέλαση αλλοδαπού στις ακόλουθες περιπτώσεις:

1°      εφόσον ο αλλοδαπός δεν μπορεί να αποδείξει τη νόμιμη είσοδό του στο γαλλικό έδαφος, εκτός αν είναι δικαιούχος ισχύουσας άδειας παραμονής·

[…]

II – Οι διατάξεις του σημείου 1 της παραγράφου Ι εφαρμόζονται στον αλλοδαπό που δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας:

a)      εφόσον δεν πληροί τις προϋποθέσεις εισόδου τις οποίες τάσσει το άρθρο 5 της [συμβάσεως εφαρμογής]·

b)      ή εφόσον, προερχόμενος απευθείας από το έδαφος συμβαλλόμενου στη σύμβαση αυτή κράτους, δεν μπορεί να αποδείξει ότι εισήλθε στο μητροπολιτικό έδαφος συμμορφούμενος προς τις διατάξεις των άρθρων 19, παράγραφοι 1 ή 2, 20, παράγραφος 1, 21, παράγραφοι 1 ή 2, της συμβάσεως εφαρμογής.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

16     Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι ο N. Bot, ρουμάνος υπήκοος, διέμεινε στον χώρο Σένγκεν, και συγκεκριμένα στη Γαλλία, από τις 15 Αυγούστου έως τις 2 Νοεμβρίου 2002 και, εν συνεχεία, από τα τέλη Νοεμβρίου 2002 μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου 2003. Ακολούθως, διερχόμενος από την Ουγγαρία στις 23 Φεβρουαρίου 2003 και στη συνέχεια, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, από την Αυστρία και τη Γερμανία, επέστρεψε στη Γαλλία όπου συνελήφθη στις 25 Μαρτίου 2003.

17     Στις 26 Μαρτίου 2003 ο Νομάρχης του Val de Marne διέταξε την απέλασή του, με απόφαση που ελήφθη κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 22, παράγραφος ΙΙ, στοιχείο b, του διατάγματος 45-2658.

18     Η αίτηση που υπέβαλε ο N. Bot για την ακύρωση της ως άνω αποφάσεως απορρίφθηκε την 1η Απριλίου 2003 με απόφαση του tribunal administratif του Melun, για τον λόγο ότι, κατ’ ουσίαν, ο N. Bot, επιστρέφοντας στη Γαλλία, μολονότι δεν είχε παρέλθει η εξάμηνη περίοδος που προβλέπει το άρθρο 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής, παρέβη πολλαπλώς τη διάταξη αυτή και δεν μπορεί, ως εκ τούτου, να θεωρηθεί ότι εισήλθε νομίμως στη Γαλλία υπό την έννοια του διατάγματος αυτού.

19     Στις 5 Μαΐου 2003 ο N. Bot ζήτησε από το Conseil d’État την ακύρωση της εν λόγω δικαστικής αποφάσεως.

20     Εκτιμώντας ότι η απάντηση στο ερώτημα αν, κατά την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως περί απελάσεως, ο N. Bot τελούσε σε σύννομη κατάσταση σε σχέση με το άρθρο 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής εξαρτάται από την ερμηνεία που πρέπει να δοθεί στην «ημερομηνία της πρώτης εισόδου» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, το Conseil d’État αποφάσισε να αναστείλει την έκδοση αποφάσεως και υπέβαλε στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Ποια έννοια πρέπει να δοθεί στον όρο “ημερομηνία της πρώτης εισόδου”, όπως αυτός χρησιμοποιείται στην παράγραφο 1 του άρθρου 20 της συμβάσεως εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν, και, συγκεκριμένα, πρέπει να θεωρηθεί ως “πρώτη είσοδος” στο έδαφος των συμβαλλομένων στην εν λόγω σύμβαση κρατών κάθε είσοδος που λαμβάνει χώρα μετά την πάροδο περιόδου έξι μηνών, κατά την οποία δεν έλαβε χώρα άλλη είσοδος στο έδαφος αυτό, καθώς και, στην περίπτωση αλλοδαπού που πραγματοποιεί πολλαπλές εισόδους για σύντομης διάρκειας παραμονές, κάθε είσοδος που ακολουθεί άμεσα την πάροδο προθεσμίας έξι μηνών από την ημερομηνία της προηγούμενης γνωστής “πρώτης εισόδου”;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

21     Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί η έννοια «πρώτη είσοδος» του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής, προκειμένου να διαπιστωθεί αν το δικαίωμα που αντλεί ο υπήκοος τρίτου κράτους που δεν υπόκειται στην υποχρέωση θεωρήσεως από τη διάταξη αυτή, ήτοι να κυκλοφορεί ελεύθερα στον χώρο Σένγκεν για τρεις μήνες ανά εξάμηνο κατ’ ανώτατο όριο, εξαντλήθηκε στην περίπτωση του προσφεύγοντος της κύριας δίκης.

22     Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι ο προσφεύγων, κατόπιν αλλεπαλλήλων παραμονών εντός του χώρου Σένγκεν, συνολικής διάρκειας ανώτερης των τριών μηνών εντός περιόδου έξι μηνών από την πρώτη του γενικά είσοδο στον χώρο αυτό, εισήλθε εκ νέου σ’ αυτόν μετά την πάροδο της αρχικής εξάμηνης περιόδου και υπέστη έλεγχο προτού παρέλθουν τρεις μήνες από τη νέα του αυτή είσοδο.

23     Σε μια τέτοια περίπτωση, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν η έννοια «πρώτη είσοδος» καλύπτει κάθε νέα είσοδο στον χώρο Σένγκεν ή αν κάλυπτε αποκλειστικά, εκτός από την πρώτη γενικά είσοδο στο έδαφος αυτό, τη μεταγενέστερη είσοδο που πραγματοποιείται μετά την πάροδο έξι μηνών από την πρώτη γενικά είσοδο.

24     Όπως προκύπτει από το κείμενο του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής, η ημερομηνία της πρώτης εισόδου στον χώρο Σένγκεν υπηκόου τρίτου κράτους που δεν υπόκειται στην υποχρέωση θεωρήσεως συνιστά την αφετηρία εξάμηνης περιόδου, κατά τη διάρκεια της οποίας ο εν λόγω υπήκοος έχει το δικαίωμα, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, να κυκλοφορεί ελεύθερα στον χώρο αυτό για διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

25     Συνεπώς, όπως επισήμανε το αιτούν δικαστήριο, η πρώτη γενικά είσοδος του υπηκόου αυτού στον χώρο Σένγκεν συνιστά την πρώτη είσοδο κατά την έννοια του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής, βάσει της οποίας πρέπει να καθορίζεται το δικαίωμά του διαμονής ανώτατης διάρκειας τριών μηνών ανά εξάμηνο.

26     Όπως δέχθηκαν όλοι οι ενδιαφερόμενοι που κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, η εν λόγω διάταξη, όπως προβλέπει ρητώς και το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της συμβάσεως εφαρμογής σχετικά με τους υπηκόους τρίτου κράτους που υπόκεινται στην υποχρέωση θεωρήσεως για διαμονή σύντομης διάρκειας, επιτρέπει τόσο την αδιάκοπη διαμονή τρίμηνης διάρκειας όσο και τις αλλεπάλληλες διαμονές μικρότερης διάρκειας οι οποίες, στο σύνολό τους, δεν υπερβαίνουν συνολική διάρκεια τριών μηνών.

27     Εντούτοις, από το κείμενο του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής, σε συνδυασμό με το άρθρο της 23, παράγραφος 1, προκύπτει ότι, όταν εξαντληθεί το εν λόγω δικαίωμα διαμονής ανώτατης διάρκειας τριών μηνών εντός του εξαμήνου που παρήλθε από την ημερομηνία της πρώτης γενικά εισόδου στον χώρο Σένγκεν, ο ενδιαφερόμενος υπήκοος οφείλει, κατ’ αρχήν, να εξέλθει από τον χώρο αυτό αμελλητί, διότι άλλως η διαμονή του εντός του χώρου αυτού θα υπερβεί την ανώτατη αυτή διάρκεια.

28     Συνεπώς, ναι μεν το κείμενο του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής ουδόλως απαγορεύει στον υπήκοο αυτό να κυκλοφορήσει εκ νέου στη συνέχεια στον χώρο Σένγκεν, πράγμα εξάλλου που κανένας από τους ενδιαφερομένους που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο δεν αμφισβήτησε, τούτο όμως μπορεί να γίνει υπό την προϋπόθεση να εισέλθει εκ νέου στον χώρο αυτό μετά την πάροδο εξαμήνου από την ημερομηνία της πρώτης γενικά εισόδου του στον εν λόγω χώρο.

29     Όπως υποστήριξαν οι Κυβερνήσεις της Γαλλίας, της Τσεχίας και της Σλοβακίας, μια τέτοια νέα είσοδος πρέπει επίσης στο εξής να θεωρείται ως πρώτη είσοδος κατά την έννοια του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής, όπως και η πρώτη γενικά είσοδος στον χώρο Σένγκεν. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η εν λόγω διάταξη παρέχει τη δυνατότητα στους υπηκόους τρίτου κράτους που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση θεωρήσεως να διαμένουν στον χώρο αυτό για τρεις μήνες κατ’ ανώτατο όριο εντός διαδοχικών περιόδων έξι μηνών, υπό την προϋπόθεση καθεμία από τις περιόδους αυτές να ξεκινά με μια τέτοια πρώτη είσοδο.

30     Η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται από τις διατάξεις της συμβάσεως εφαρμογής που εφαρμόζονται στις θεωρήσεις για διαμονή σύντομης διάρκειας. Συγκεκριμένα, δυνάμει των άρθρων 11, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, και 19 της συμβάσεως αυτής, οι υπήκοοι τρίτου κράτους που είναι κάτοχοι θεωρήσεως ταξιδίου και εισήλθαν νομότυπα στον χώρο Σένγκεν μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα εντός αυτού για διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες ανά εξάμηνο από την ημερομηνία της πρώτης εισόδου, επιτρέποντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ρητά τη διαμονή τρίμηνης διάρκειας εντός αλλεπάλληλων εξαμήνων.

31     Περαιτέρω, επιβάλλεται η διευκρίνιση ότι, όπως ορθώς ισχυρίστηκαν οι Κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Τσεχίας, καθώς και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η ούτως ερμηνευόμενη έννοια «πρώτη είσοδος» του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής ουδόλως στερεί από τις αρμόδιες εθνικές αρχές τη δυνατότητα να τιμωρούν, τηρουμένου του κοινοτικού δικαίου, υπήκοο τρίτου κράτους η διαμονή του οποίου εντός του χώρου Σένγκεν υπερέβη την ανώτατη διάρκεια των τριών μηνών εντός προηγούμενου εξαμήνου, ακόμη και αν, κατά την ημερομηνία που υφίσταται τον έλεγχο, η διαμονή του στον χώρο αυτό, όπως και αυτή του N. Bot στην υπόθεση της κύριας δίκης, δεν υπερβαίνει τρεις μήνες από την ημερομηνία της πιο πρόσφατης πρώτης εισόδου.

32     Εντούτοις, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι αυτή η κατά γράμμα ερμηνεία του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής ενδέχεται να οδηγήσει σε καταχρηστική συμπεριφορά, με σκοπό την καταστρατήγηση των κανόνων που ισχύουν για τη διαμονή μακράς διάρκειας, ενώ τόσο τα άρθρα 62 ΕΚ και 63 ΕΚ όσο και οι διατάξεις της συμβάσεως εφαρμογής, ιδίως τα άρθρα της 5 και 18, σαφώς διακρίνουν μεταξύ, αφενός, της διαμονής διάρκειας μεγαλύτερης των τριών μηνών, η οποία ρυθμίζεται από τους κανόνες της πολιτικής μετανάστευσης, και, αφετέρου, της διαμονής διάρκειας κατώτερης των τριών μηνών, η οποία ρυθμίζεται από τους κανόνες που αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων.

33     Συναφώς, η Επιτροπή, όπως και η Κυβέρνηση της Φινλανδίας, επισημαίνουν ότι υπήκοος τρίτου κράτους που δεν υπόκειται σε υποχρέωση θεωρήσεως και ο οποίος, αφού φρόντισε να εξέλθει από τον χώρο Σένγκεν αυθημερόν, πραγματοποίησε διαμονή τριών μηνών μείον μιας ημέρας εντός ενός πρώτου εξαμήνου, μπορεί, εξερχόμενος για μία μόνον ημέρα από τον χώρο αυτό κατά το πέρας αυτής της πρώτης περιόδου και επανεισερχόμενος την επομένη, να διαμείνει στον εν λόγω χώρο για τρεις επιπλέον μήνες κατά τη διάρκεια δευτέρου εξαμήνου, οπότε του παρέχεται η δυνατότητα να κυκλοφορεί ελεύθερα στο εν λόγω έδαφος για χρονικό διάστημα έξι διαδοχικών μηνών μείον μιας ημέρας.

34     Υπό τις συνθήκες αυτές, η Επιτροπή και η Φινλανδική Κυβέρνηση εκτιμούν ότι το άρθρο 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής πρέπει, σύμφωνα με τους επιδιωκόμενους από την εν λόγω σύμβαση σκοπούς, να ερμηνευθεί κατά τρόπο που να εξασφαλίζει ότι κάθε υπήκοος τρίτου κράτους που επιδιώκει μία ή περισσότερες διαδοχικές διαμονές συνολικής διάρκειας υπερβαίνουσας την ανώτατη διάρκεια των τριών μηνών, κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε εξάμηνης περιόδου, να υπόκειται στο καθεστώς που προβλέπει το κοινοτικό δίκαιο για τις διαμονές μακράς διάρκειας.

35     Κατά την Επιτροπή, η έννοια «πρώτη είσοδος» πρέπει, ως εκ τούτου, να ερμηνεύεται ως αφορώσα κάθε πρώτη είσοδο στον χώρο Σένγκεν καθώς και κάθε νέα είσοδο, υπό την προϋπόθεση να έχει παρέλθει διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών χωρίς διαμονή εντός του χώρου αυτού μεταξύ της τελευταίας εξόδου και της επόμενης εισόδου. Στην αντίθετη περίπτωση, πρέπει να γίνεται διάκριση ανάλογα με το αν η διάρκεια της διαμονής κατά την εξάμηνη περίοδο που προηγείται της νέας εισόδου είναι ανώτερη ή κατώτερη των τριών μηνών. Στην πρώτη περίπτωση, το δικαίωμα διαμονής έχει εξαντληθεί. Στη δεύτερη περίπτωση, το δικαίωμα διαμονής πρέπει να υπολογίζεται σε σχέση με το άθροισμα της διάρκειας των εν λόγω διαμονών εντός αυτού του εξαμήνου.

36     Η Φινλανδική Κυβέρνηση εκτιμά ότι η έννοια «πρώτη είσοδος» πρέπει να ερμηνεύεται ως αφορώσα την πρώτη είσοδο στον χώρο Σένγκεν κατά τη διάρκεια εξαμήνου που προηγείται νέας εισόδου στον χώρο αυτό, ενώ κάθε διαμονή που έχει πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής μειώνει αναλόγως την επιτρεπόμενη διάρκεια διαμονής των τριών μηνών.

37     Από το κείμενο του άρθρου 62, παράγραφος 3, ΕΚ, το οποίο, σύμφωνα με την απόφαση 1999/436, συνιστά τη νομική βάση του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής, προκύπτει ρητώς ότι το Συμβούλιο και μόνον μπορεί να θεσπίσει, βάσει της εν λόγω διατάξεως της Συνθήκης ΕΚ, μέτρα για τον καθορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες οι υπήκοοι τρίτου κράτους μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα στον χώρο Σένγκεν για μέγιστο χρονικό διάστημα τριών μηνών.

38     Συνεπώς, ανεξάρτητα από την τήρηση της επιταγής που αφορά την εξάμηνη περίοδο από την ημερομηνία της πρώτης εισόδου που προβλέπει το άρθρο 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής, η διαμονή των υπηκόων τρίτου κράτους στον χώρο Σένγκεν, δυνάμει της διατάξεως αυτής, ουδόλως μπορεί να υπερβεί συνολικώς τη διάρκεια τριών διαδοχικών μηνών. Όσον αφορά τους υπηκόους τρίτου κράτους που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση θεωρήσεως, αυτό το απόλυτο ανώτατο όριο προκύπτει σαφώς από το άρθρο 5, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής και από το άρθρο 1, παράγραφος 2, του κανονισμού 539/2001.

39     Κατόπιν αυτού, σε αντίθεση προς ό,τι προτείνουν η Επιτροπή και η Φινλανδική Κυβέρνηση, η ερμηνεία της έννοιας της «πρώτης εισόδου» του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής, όπως απορρέει από τις σκέψεις 28 και 29 της παρούσας αποφάσεως, ουδόλως συνεπάγεται ότι οι υπήκοοι τρίτου κράτους που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση θεωρήσεως μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα στον χώρο Σένγκεν για περισσότερους από τρεις διαδοχικούς μήνες, εφόσον, όπως διαπιστώθηκε με τις σκέψεις αυτές, κάθε «πρώτη είσοδος» υπό την έννοια της διατάξεως αυτής προϋποθέτει κατ’ ανάγκη νέα είσοδο στον εν λόγω χώρο μετά την πάροδο προηγούμενης περιόδου έξι μηνών.

40     Επιπλέον, ναι μεν αληθεύει ότι, σύμφωνα με τις ερμηνείες που προτείνουν η Επιτροπή και η Φινλανδική Κυβέρνηση, η έννοια «πρώτη είσοδος» μπορεί, κατ’ ουσίαν, να εξασφαλίζει ότι υπήκοος τρίτου κράτους που δεν υπόκειται στην υποχρέωση θεωρήσεως δεν θα διαμείνει περισσότερο από τρεις μήνες στον χώρο Σένγκεν εντός οποιουδήποτε εξαμήνου, επιβάλλεται όμως η διαπίστωση ότι τούτο δεν προκύπτει από τον κανόνα του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής, ο οποίος απλώς απαγορεύει τη διαμονή που υπερβαίνει τους τρεις μήνες εντός εξαμήνου που ξεκινά από την ημερομηνία της πρώτης εισόδου στον χώρο αυτό. Οι εν λόγω ερμηνείες, όμως, λαμβάνοντας υπόψη διαφορετικές ημερομηνίες πρώτης εισόδου που ποικίλλουν ανάλογα με την ημερομηνία της τελευταίας εισόδου, δεν λαμβάνουν υπόψη το γεγονός ότι το κεντρικό στοιχείο του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής είναι η έννοια της «πρώτης εισόδου», την οποία και αντικαθιστούν με την ημερομηνία της τελευταίας εισόδου που δεν περιέχει το άρθρο αυτό.

41     Υπό τις συνθήκες αυτές, οι εν λόγω ερμηνείες δεν μπορούν να γίνουν δεκτές, καθότι δεν βρίσκουν κανένα έρεισμα στο κείμενο της διατάξεως αυτής, η δε σχετική πολυπλοκότητά τους ενδέχεται, κατά μείζονα λόγο, να επηρεάσει την ενιαία εφαρμογή του άρθρου 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής και, κατ’ επέκταση, να θίξει την ασφάλεια δικαίου των ιδιωτών.

42     Όσον αφορά τον προβαλλόμενο από την Επιτροπή κίνδυνο καταστρατηγήσεως των κανόνων που ισχύουν για τη διαμονή μακράς διάρκειας, αρκεί να σημειωθεί ότι, ναι μεν το άρθρο 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής, ως έχει επί του παρόντος, επιτρέπει στην πράξη σε υπήκοο τρίτου κράτους που δεν υπόκειται στην υποχρέωση θεωρήσεως, σωρεύοντας δύο διαδοχικές μη αλλεπάλληλες διαμονές, να διαμείνει στον χώρο Σένγκεν για διάστημα περίπου έξι μηνών, εναπόκειται όμως στον κοινοτικό νομοθέτη να τροποποιήσει, ενδεχομένως, τη διάταξη αυτή, εφόσον κρίνει ότι η εν λόγω σώρευση ενδέχεται να καταστρατηγεί τους κανόνες που ισχύουν για διαμονή διάρκειας ανώτερης των τριών μηνών.

43     Κατά συνέπεια, στο προδικαστικό ερώτημα αρμόζει η απάντηση ότι το άρθρο 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο όρος «πρώτη είσοδος» της διατάξεως αυτής αφορά, εκτός από την πρώτη είσοδο στον χώρο Σένγκεν, την πρώτη μεταγενέστερη είσοδο στον χώρο αυτό μετά την πάροδο εξαμήνου που ξεκινά από την πρώτη γενικά είσοδο, καθώς και οποιαδήποτε μεταγενέστερη είσοδο μετά την πάροδο κάθε νέου εξαμήνου που ξεκινά από την ημερομηνία της προηγούμενης πρώτης εισόδου.

 Επί των δικαστικών εξόδων

44     Δεδομένου ότι η διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο αποφαίνεται:

Το άρθρο 20, παράγραφος 1, της συμβάσεως εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν, της 14ης Ιουνίου 1985, μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, η οποία υπογράφηκε στις 19 Ιουνίου 1990 στο Σένγκεν, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο όρος «πρώτη είσοδος» της διατάξεως αυτής αφορά, εκτός από την πρώτη είσοδο στον χώρο Σένγκεν, την πρώτη μεταγενέστερη είσοδο στον χώρο αυτό μετά την πάροδο εξαμήνου που ξεκινά από την πρώτη γενικά είσοδο, καθώς και οποιαδήποτε μεταγενέστερη είσοδο μετά την πάροδο κάθε νέου εξαμήνου που ξεκινά από την ημερομηνία της προηγούμενης πρώτης εισόδου.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

Top