Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61997CJ0005

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997.
    Ballast Nedam Groep NV κατά Belgische Staat.
    Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Raad van State - Βέλγιο.
    Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών - Συμβάσεις δημοσίων έργων - Αναγνώριση των εργοληπτών - Ολότητα που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.
    Υπόθεση C-5/97.

    Συλλογή της Νομολογίας 1997 I-07549

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:1997:636

    61997J0005

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997. - Ballast Nedam Groep NV κατά Belgische Staat. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Raad van State - Βέλγιο. - Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών - Συμβάσεις δημοσίων έργων - Αναγνώριση των εργοληπτών - Ολότητα που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. - Υπόθεση C-5/97.

    Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1997 σελίδα I-07549


    Περίληψη
    Διάδικοι
    Σκεπτικό της απόφασης
    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
    Διατακτικό

    Λέξεις κλειδιά


    Προσέγγιση των νομοθεσιών - Διαδικασίες αναθέσεως των συμβάσεων δημοσίων έργων - Οδηγίες 71/304 και 71/305 - Αναγνώριση των εργοληπτών - Αίτηση υποβαλλομένη από εταιρία χαρτοφυλακίου, η οποία χωρίς να εκτελεί η ίδια έργα, επικαλείται, προκειμένου να δικαιολογήσει τις ικανότητές της, στοιχεία των θυγατρικών εταιριών της - Μέσα των θυγατρικών εταιριών που τέθηκαν στη διάθεση της εταιρίας χαρτοφυλακίου - Υποχρέωση της εθνικής αρχής να λάβει υπόψη τα στοιχεία των ανωτέρω θυγατρικών εταιριών που επικαλείται η μητρική εταιρία

    (Οδηγίες 71/304 και 71/305 του Συμβουλίου)

    Περίληψη


    Η οδηγία 71/304, περί καταργήσεως των περιορισμών στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων και στην ανάθεση συμβάσεων δημοσίων έργων μέσω πρακτορείων ή υποκαταστημάτων, καθώς και η οδηγία 71/305, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, έχουν την έννοια ότι η αρχή που είναι αρμόδια να αποφαίνεται επί αιτήσεως αναγνωρίσεως υποβαλλομένης από δεσπόζον νομικό πρόσωπο ενός ομίλου είναι υποχρεωμένη, οσάκις αποδεικνύεται ότι βρίσκονται όντως στη διάθεση του εν λόγω νομικού προσώπου τα μέσα των ανηκουσών στον όμιλο εταιριών που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των συμβάσεων, να λαμβάνει υπόψη τις ανωτέρω εταιρίες, προκειμένου να εκτιμήσει την ικανότητα του ενδιαφερομένου νομικού προσώπου σύμφωνα με τα κριτήρια των άρθρων 23 έως 28 της οδηγίας 71/305.

    Διάδικοι


    Στην υπόθεση C-5/97,

    που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State van Belgiλ προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

    Ballast Nedam Groep NV

    και

    Belgische Staat,

    η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία της αποφάσεως του Δικαστηρίου της 14ης Απριλίου 1994 στην υπόθεση C-389/92, Ballast Nedam Groep (Συλλογή 1994, σ. Ι-1289),

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

    (τρίτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους J. C. Moitinho de Almeida, προεδρεύοντα του τμήματος, J.-P. Puissochet, (εισηγητή) και L. Sevσn, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: A. La Pergola

    γραμματέας: R. Grass

    λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

    - η Ballast Nedam Groep NV, προσφεύγουσα της κυρίας δίκης, εκπροσωπούμενη από τον Marc Senelle, δικηγόρο Βρυξελλών,

    - η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Jan Devadder, γενικό σύμβουλο στο Υπουργείο Εξωτερικών, Εξωτερικού Εμπορίου και Συνεργασίας με τις αναπτυσσόμενες χώρες,

    - η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Hendrik van Lier, νομικό σύμβουλο,

    έχοντας υπόψη την έκθεση τoυ εισηγητή δικαστή,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 23ης Οκτωβρίου 1997,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    Σκεπτικό της απόφασης


    1 Με απόφαση της 18ης Δεκεμβρίου 1996, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 13 Ιανουαρίου 1997, το Raad van State van Belgiλ υπέβαλε, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία της αποφάσεως του Δικαστηρίου της 14ης Απριλίου 1994 στην υπόθεση C-389/92, Ballast Nedam Groep (Συλλογή 1994, σ. Ι-1289, στο εξής: απόφαση ΒΝG Ι).

    2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της εταιρίας ολλανδικού δικαίου Ballast Nedam Groep (στο εξής: ΒΝG) και του Βελγικού Δημοσίου με αντικείμενο τη μη ανανέωση της εγκρίσεως που είχε χορηγηθεί στην εν λόγω εταιρία και που είχε ήδη αποτελέσει αντικείμενο προγενέστερου προδικαστικού ερωτήματος ως προς την ερμηνεία της οδηγίας 71/304/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1971, περί καταργήσεως των περιορισμών στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων και στην ανάθεση συμβάσεων δημοσίων έργων μέσω πρακτορείων ή υποκαταστημάτων (ΕΕ ειδ. έκδ. 17/001, σ. 3), και της οδηγίας 71/305/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1971, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων (ΕΕ ειδ. έκδ. 17/001, σ. 7).

    3 Το ερώτημα του Raad van State στην πρώτη προδικαστική παραπομπή είχε ως εξής:

    «Επιτρέπουν η οδηγία 71/304/ΕΟΚ, της 26ης Ιουλίου 1971, περί καταργήσεως των περιορισμών της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων και στην ανάθεση συμβάσεων δημοσίων έργων μέσω πρακτορείων ή υποκαταστημάτων, και η οδηγία 71/305/ΕΟΚ, της 26ης Ιουλίου 1971, περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων δημοσίων έργων, ιδίως δε τα άρθρα αυτής 1, 6, 21, 23 και 26, όπως, κατά την εφαρμογή της βελγικής κανονιστικής ρυθμίσεως περί αναγνωρίσεως εργοληπτών στην περίπτωση δεσπόζοντος νομικού προσώπου ενός "ομίλου" ολλανδικού δικαίου, τα κριτήρια στα οποία ο εργολήπτης πρέπει να ανταποκρίνεται, ένα από τα οποία συνίσταται στην τεχνική του ικανότητα, εκτιμώνται λαμβανομένης αποκλειστικώς υπόψη της νομικής υποστάσεως μόνο του δεσπόζοντος νομικού προσώπου και όχι των "εταιριών του ομίλου", οι οποίες ως χωριστά νομικά πρόσωπα απαρτίζουν αυτόν τον "όμιλο";»

    4 Με την προμνηθείσα απόφαση BNG Ι, το Δικαστήριο, αποφανθέν επί του εν λόγω ερωτήματος, απάντησε ότι οι οδηγίες 71/304 και 71/305 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι επιτρέπουν, προκειμένου να εκτιμηθούν τα κριτήρια στα οποία πρέπει να ανταποκρίνεται ένας εργολήπτης κατά την εξέταση της αιτήσεως αναγνωρίσεως που έχει υποβληθεί από το δεσπόζον νομικό πρόσωπο ενός ομίλου, να λαμβάνονται υπόψη οι εταιρίες που ανήκουν στον όμιλο αυτόν, εφόσον το εν λόγω νομικό πρόσωπο αποδεικνύει ότι όντως βρίσκονται στη διάθεσή του τα μέσα των ανωτέρω εταιριών που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των συμβάσεων δημοσίων έργων. Το Δικαστήριο προσέθεσε ότι εναπέκειτο στο εθνικό δικαστήριο να κρίνει αν στο πλαίσιο της κυρίας δίκης είχαν προσκομιστεί αποδεικτικά στοιχεία αυτού του είδους.

    5 Επειδή οι απόψεις των διαδίκων της κυρίας δίκης διίστανται ως προς το περιεχόμενο που πρέπει να αποδοθεί στην εν λόγω απόφαση, το Raad van State αποφάσισε να υποβάλει στο Δικαστήριο νέο προδικαστικό ερώτημα, το οποίο είναι διατυπωμένο ως εξής:

    «Ερωτάται αν η λέξη "επιτρέπουν" στη φράση "(...) να λαμβάνονται υπόψη (...)" του διατακτικού της αποφάσεως της 14ης Απριλίου 1994 στην υπόθεση C-389/92 πρέπει να νοηθεί ως "επιβάλλουν".

    Ερωτάται αν, σε περίπτωση που η λέξη "επιτρέπουν" στην προαναφερθείσα φράση δεν πρέπει να νοηθεί ως "επιβάλλουν", τούτο σημαίνει ότι το οικείο κράτος μέλος διαθέτει εν προκειμένω διακριτική εξουσία, ακόμη και όταν πληρούται η τεθείσα από το Δικαστήριο προϋπόθεση.

    Ερωτάται σε ποιες περιπτώσεις και για ποιους λόγους πρέπει τότε να λαμβάνονται υπόψη οι εταιρίες που ανήκουν σε δεσπόζον νομικό πρόσωπο ενός ομίλου.»

    6 Με το εν λόγω ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο επιδιώκει κατ' ουσίαν απάντηση επί του αν προκύπτει από την απόφαση BNG Ι ότι οι οδηγίες 71/304 και 71/305 έχουν την έννοια ότι η αρχή που είναι αρμόδια να αποφαίνεται επί αιτήσεως αναγνωρίσεως υποβαλλομένης από δεσπόζον νομικό πρόσωπο ενός ομίλου είναι υποχρεωμένη, οσάκις αποδεικνύεται ότι βρίσκονται όντως στη διάθεση του εν λόγω νομικού προσώπου τα μέσα των ανηκουσών στον όμιλο εταιριών που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των συμβάσεων, να λαμβάνει υπόψη τις εν λόγω εταιρίες.

    7 Η BNG και η Επιτροπή φρονούν ότι η απάντηση επί του εν λόγω ερωτήματος πρέπει να είναι καταφατική. Κατ' αυτές, οσάκις αποδεικνύεται ότι βρίσκονται όντως στη διάθεση του δεσπόζοντος νομικού προσώπου ενός ομίλου τα μέσα των εταιριών που ανήκουν σ' αυτόν, η αρμόδια αρχή πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνει υπόψη τις εν λόγω εταιρίες.

    8 Εξάλλου, η Βελγική Κυβέρνηση, παραπέμποντας στην απόφαση της 9ης Ιουλίου 1987 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις 27/86, 28/86 και 29/86, CEI κ.λπ. (Συλλογή 1987, σ. 3347), υποστηρίζει ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν διακριτική ευχέρεια όταν εκτιμούν τα κριτήρια κατατάξεως στα οποία πρέπει να ανταποκρίνεται ένας εργολήπτης κατά την εξέταση αιτήσεως αναγνωρίσεως υποβαλλομένης από δεσπόζον νομικό πρόσωπο ενός ομίλου, έστω και αν αποδεικνύεται η τεθείσα από το Δικαστήριο προϋπόθεση.

    9 Η συναφής επίκληση είναι αλυσιτελής. Μολονότι, όπως υπογράμμισε το Δικαστήριο στη σκέψη 22 της προαναφερθείσας αποφάσεως CEI κ.λπ., τα κριτήρια κατατάξεως στους προβλεπομένους από το άρθρο 28 της οδηγίας 71/305 επισήμους καταλόγους των εγκεκριμένων εργοληπτών δεν έχουν εναρμονιστεί, δεν συμβαίνει το ίδιο με ορισμένα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που καθορίζουν τα άρθρα 23 έως 28, ιδίως σε σχέση με τα αποδεικτικά στοιχεία της οικονομικής και χρηματοδοτικής ικανότητας, καθώς και των τεχνικών ικανοτήτων των εργοληπτών που προβλέπουν τα άρθρα 25 και 26. Όπως προκύπτει σαφώς από την απόφαση BNG Ι, η τεθείσα από το Δικαστήριο με την εν λόγω απόφαση προϋπόθεση αφορά ακριβώς τα στοιχεία, βάσει των οποίων αποδεικνύονται οι τεχνικές, χρηματοδοτικές και οικονομικές ικανότητες μιας εταιρίας η οποία επιθυμεί να επιτύχει την εγγραφή της σε επίσημο κατάλογο εγκεκριμένων εργοληπτών.

    10 Πράγματι, με την απόφαση εκείνη, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε καταρχάς ότι μια εταιρία χαρτοφυλακίου (holding), μη εκτελούσα η ίδια τα έργα, δεν μπορεί να αποκλειστεί από τις διαδικασίες συμμετοχής στις συμβάσεις δημοσίων έργων με το σκεπτικό ότι οι θυγατρικές της, που εκτελούν τα έργα, αποτελούν χωριστά νομικά πρόσωπα (σκέψη 15).

    11 Στη συνέχεια, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι εναπόκειται στις αναθέτουσες αρχές, όπως προσδιορίζει το άρθρο 20 της οδηγίας 71/305, να προβαίνουν στον έλεγχο της καταλληλότητας των εργοληπτών επί τη βάσει των κριτηρίων που απαριθμούνται στα άρθρα 25 έως 28 της ίδιας οδηγίας (σκέψη 16).

    12 Τέλος, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι, οσάκις μια εταιρία επικαλείται τις θυγατρικές της για να αποδείξει τις τεχνικές, χρηματοδοτικές και οικονομικές ικανότητές της, προκειμένου να περιληφθεί στον επίσημο κατάλογο των εγκεκριμένων εργοληπτών, οφείλει, οποιαδήποτε και αν είναι η φύση των δεσμών που τη συνδέουν με τις θυγατρικές της εταιρίες, να αποδεικνύει ότι όντως βρίσκονται στη διάθεσή της τα μέσα των εταιριών αυτών που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των συμβάσεων δημοσίων έργων. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να κρίνει, λαμβανομένων υπόψη των πραγματικών περιστατικών και των κειμένων διατάξεων, αν αποδεικτικά στοιχεία αυτού του είδους έχουν προσκομιστεί στο πλαίσιο της κυρίας δίκης (σκέψη 17).

    13 Όπως προκύπτει από το σύνολο των προηγουμένων σκέψεων, μια εταιρία χαρτοφυλακίου, μη εκτελούσα η ίδια έργα, δεν μπορεί να αποκλειστεί από τις διαδικασίες συμμετοχής της στις συμβάσεις δημοσίων έργων και, συνακόλουθα, από την εγγραφή της σε επίσημο κατάλογο εγκεκριμένων εργοληπτών, εφόσον αποδεικνύει ότι βρίσκονται όντως στη διάθεσή της τα μέσα των θυγατρικών εταιριών της που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των συμβάσεων δημοσίων έργων, εκτός και αν οι εν λόγω θυγατρικές δεν ανταποκρίνονται οι ίδιες στα κριτήρια ποιοτικής επιλογής των άρθρων 23 έως 28 της οδηγίας 71/305.

    14 Επομένως, η απάντηση επί του υποβληθέντος ερωτήματος είναι ότι οι οδηγίες 71/304 και 71/305 έχουν την έννοια ότι η αρχή που είναι αρμόδια να αποφαίνεται επί αιτήσεως αναγνωρίσεως υποβαλλομένης από δεσπόζον νομικό πρόσωπο ενός ομίλου είναι υποχρεωμένη, οσάκις αποδεικνύεται ότι βρίσκονται όντως στη διάθεση του εν λόγω νομικού προσώπου τα μέσα των ανηκουσών στον όμιλο εταιριών που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των συμβάσεων, να λαμβάνει υπόψη τις ανωτέρω εταιρίες, προκειμένου να εκτιμήσει την ικανότητα του ενδιαφερομένου νομικού προσώπου σύμφωνα με τα κριτήρια των άρθρων 23 έως 28 της οδηγίας 71/305.

    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


    Επί των δικαστικών εξόδων

    15 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Βελγική Κυβέρνηση και η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κυρίας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

    Διατακτικό


    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

    (τρίτο τμήμα),

    κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε με απόφαση της 18ης Δεκεμβρίου 1996 το Raad van State van Belgiλ, αποφαίνεται:

    Η οδηγία 71/304/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1971, περί καταργήσεως των περιορισμών στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων και στην ανάθεση συμβάσεων δημοσίων έργων μέσω πρακτορείων ή υποκαταστημάτων, καθώς και η οδηγία 71/305/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1971, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, έχουν την έννοια ότι η αρχή που είναι αρμόδια να αποφαίνεται επί αιτήσεως αναγνωρίσεως υποβαλλομένης από δεσπόζον νομικό πρόσωπο ενός ομίλου είναι υποχρεωμένη, οσάκις αποδεικνύεται ότι βρίσκονται όντως στη διάθεση του εν λόγω νομικού προσώπου τα μέσα των ανηκουσών στον όμιλο εταιριών που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των συμβάσεων, να λαμβάνει υπόψη τις ανωτέρω εταιρίες, προκειμένου να εκτιμήσει την ικανότητα του ενδιαφερομένου νομικού προσώπου σύμφωνα με τα κριτήρια των άρθρων 23 έως 28 της οδηγίας 71/305.

    Top