Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61995TO0005

Διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 16ης Φεβρουαρίου 1995.
Amicale des résidents du square d'Auvergne κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Ανταγωνισμός - Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων - Προσωρινά μέτρα.
Υπόθεση T-5/95 R.

Συλλογή της Νομολογίας 1995 II-00255

ECLI identifier: ECLI:EU:T:1995:32

61995B0005

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΤΗΣ 16ΗΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1995. - AMICALE DES RESIDENTS DU SQUARE D'AUVERGNE ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. - ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ - ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ - ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ. - ΥΠΟΘΕΣΗ T-5/95 R.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1995 σελίδα II-00255


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων * Περιεχόμενο των αιτήσεων λήψεως ασφαλιστικών μέτρων * Τυπικές προϋποθέσεις

(Κανονισμός Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, άρθρο 104 PAR 2)

Περίληψη


Δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 104, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, άρθρου το οποίο αφορά την αναστολή εκτελέσεως και τα άλλα προσωρινά μέτρα, η αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων η οποία δεν προσδιορίζει κανένα περιστατικό από το οποίο να προκύπτει το επείγον της ανάγκης λήψεως των ζητουμένων μέτρων, η οποία δεν περιέχει καμία σαφή υπόμνηση των πραγματικών περιστατικών που οδήγησαν στη διαφορά και στην οποία οι προβαλλόμενοι νομικοί ισχυρισμοί καθόλου δεν στηρίζονται σε συγκεκριμένα επιχειρήματα

Διάδικοι


Στην υπόθεση T-5/95 R,

Amicale des residants du square d' Auvergne, ένωση γαλλικού δικαίου με έδρα το Massy (Γαλλία), εκπροσωπουμένη από τον Jean-Marc Florand, δικηγόρο Παρισιού,

προσφεύγουσα,

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένης από τον Giuliano Marenco, νομικό σύμβουλο, και τον Wouter Wils, μέλος της Nομικής Yπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γεώργιο Κρεμλή, μέλος της Nομικής Yπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο, πρώτον, αίτηση αναστολής εκτελέσεως των αποφάσεων που φέρεται ότι περιλαμβάνονται στα έγγραφα της Επιτροπής της 20ής Σεπτεμβρίου 1994, της 5ης Οκτωβρίου 1994 και της 26ης Οκτωβρίου 1994, με τις οποίες η καθής απέρριψε την καταγγελία της προσφεύγουσας σχετικά με διάφορες πρακτικές σε βάρος του ανταγωνισμού εκ μέρους ορισμένων επιχειρήσεων, οι οποίες οδήγησαν σε αύξηση των κοινοχρήστων δαπανών των διαμενόντων στο square d' Auvergne, και, δεύτερον, αίτημα να υποχρεωθεί η Επιτροπή να καταβάλει στην προσφεύγουσα μη επιστρέψιμη προκαταβολή 150 000 ECU, λόγω εξόδων γενομένων εκ στρεψοδικίας και έναντι των δικαστικών εξόδων που θα πρέπει να επιδικαστούν στο πλαίσιο της κύριας προσφυγής,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ

ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

εκδίδει την ακόλουθη

Διάταξη

Σκεπτικό της απόφασης


Πραγματικά περιστατικά και διαδικασία

1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 16 Ιανουαρίου 1995, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή δυνάμει του άρθρου 173 της Συνθήκης ΕΚ, ζητώντας την ακύρωση των "βεβαιωτικών αποφάσεων" της Επιτροπής που φέρεται ότι περιλαμβάνονται στα έγγραφα της Επιτροπής της 20ής Σεπτεμβρίου 1994, της 5ης Οκτωβρίου 1994 και της 26ης Οκτωβρίου 1994, με τα οποία η καθής απέρριψε καταγγελία της προσφεύγουσας κατά, αφενός, του γαλλικού Δημοσίου και, αφετέρου, κατά ορισμένων επιχειρήσεων, σχετικά με διάφορες πρακτικές τις οποίες οι επιχειρήσεις αυτές φέρεται ότι ακολουθούν σε βάρος του ανταγωνισμού, πράγμα το οποίο οδήγησε σε αύξηση των κοινοχρήστων δαπανών των διαμενόντων στο square d' Auvergne.

2 Με χωριστό δικόγραφο το οποίο κατέθεσε την ίδια ημερομηνία, η προσφεύγουσα υπέβαλε επίσης, δυνάμει των άρθρων 185 και 186 της Συνθήκης ΕΚ, αίτηση αναστολής εκτελέσεως των προσβαλλομένων πράξεων, καθώς και αίτημα να υποχρεωθεί η Επιτροπή να καταβάλει στην προσφεύγουσα μη επιστρέψιμη προκαταβολή 150 000 ECU, λόγω εξόδων γενομένων εκ στρεψοδικίας και έναντι των δικαστικών εξόδων που θα πρέπει να επιδικαστούν στο πλαίσιο της κύριας προσφυγής.

3 Με τις γραπτές παρατηρήσεις της που κατέθεσε την 1η Φεβρουαρίου 1995, η Επιτροπή προέβαλε τον ισχυρισμό ότι η παρούσα αίτηση ασφαλιστικών μέτρων είναι προδήλως απαράδεκτη.

4 Πριν εξεταστεί η παρούσα αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, πρέπει να υπομνησθεί συνοπτικά το ιστορικό της διαφοράς, όπως προκύπτει από τα υπομνήματα και τα λοιπά έγγραφα που κατέθεσαν οι διάδικοι.

5 Με έγγραφο της 25ης Ιουλίου 1994, που πρωτοκολλήθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου 1994 στην Επιτροπή, η προσφεύγουσα υπέβαλε καταγγελία λόγω των πρακτικών ορισμένων επιχειρήσεων, οι οποίες οδήγησαν σε σημαντική αύξηση των κοινοχρήστων δαπανών των διαμενόντων στο square d' Auvergne, οι οποίες είναι, για το λόγο αυτό, αντίθετες προς τα άρθρα 85 και 86 της Συνθήκης ΕΚ.

6 Με έγγραφο της 20ής Σεπτεμβρίου 1994, ο διευθυντής της Διευθύνσεως C "Συμπράξεις, καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσεως και άλλες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού ΙΙ" της Γενικής Διευθύνσεως Ανταγωνισμού (ΓΔ IV) της Επιτροπής πληροφόρησε τον εκπρόσωπο της προσφεύγουσας ότι η συνέχιση της διαδικασίας δεν θα μπορούσε να οδηγήσει, στην παρούσα κατάσταση των πραγμάτων, παρά στην απόρριψη της καταγγελίας. Προσέθεσε: "Επομένως, βάσει αυτής της προσωρινής εξετάσεως, έχω την πρόθεση να λάβω τα απαραίτητα μέτρα για τη θέση της υποθέσεως στο αρχείο, εκτός και αν μου αποστείλετε εντός τεσσάρων εβδομάδων νέα στοιχεία δικαιολογούντα τη συνέχισή της."

7 Με έγγραφο της 5ης Οκτωβρίου 1994, ένας από τους προϊσταμένους της διευθύνσεως Β "Συμπράξεις, καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσεως και άλλες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού Ι" της ΓΔ IV πληροφόρησε τον εκπρόσωπο της προσφεύγουσας ότι από την εξέταση της υποθέσεως "δεν συνάγονται πραγματικά ή νομικά στοιχεία που να δικαιολογούν εξέταση όσον αφορά τους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού" και ότι, επομένως, ο σχετικός φάκελος διαβιβάστηκε στην υπηρεσία "Πολιτική των καταναλωτών".

8 Με έγγραφο της 26ης Οκτωβρίου 1994, ένας από τους προϊσταμένους μονάδας της υπηρεσίας "Πολιτική των καταναλωτών" πληροφόρησε τον εκπρόσωπο της προσφεύγουσας ότι η Επιτροπή δεν μπορούσε να επέμβει στην εν λόγω υπόθεση, η οποία εμπίπτει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα των γαλλικών αρχών.

Σκεπτικό

9 Δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 185 και 186 της Συνθήκης και του άρθρου 4 της αποφάσεως 88/591/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1988, περί ιδρύσεως Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 319, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 93/350/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 1993 (ΕΕ L 144, σ. 21), το Πρωτοδικείο, αν κρίνει ότι επιβάλλεται από τις περιστάσεις, μπορεί να διατάσσει την αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλομένης πράξεως ή να διατάσσει τα αναγκαία προσωρινά μέτρα.

10 Το άρθρο 104, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, ορίζει ότι οι αιτήσεις λήψεως προσωρινών μέτρων, περί των οποίων γίνεται μνεία στα άρθρα 185 και 186 της Συνθήκης, πρέπει να προσδιορίζουν τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει το επείγον της υποθέσεως, καθώς και τους πραγματικούς και νομικούς ισχυρισμούς που δικαιολογούν, εκ πρώτης όψεως, τη λήψη του προσωρινού μέτρου το οποίο ζητείται. Τα ζητούμενα μέτρα πρέπει να έχουν προσωρινό χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι δεν πρέπει να προδικάζουν την απόφαση επί της ουσίας (βλ. ως πλέον πρόσφατη τη διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 1ης Δεκεμβρίου 1994, Τ-353/94 R, Postbank κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 17).

Επιχειρήματα των διαδίκων

11 Προς στήριξη του αιτήματός της προς λήψη προσωρινών μέτρων η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, αφενός, ότι οι επίμαχες αποφάσεις παραβιάζουν τα άρθρα 85, παράγραφος 1, 86, 89, 155 και 190 της Συνθήκης ΕΚ, καθώς και τα άρθρα 3, παράγραφος 2, στοιχείο β', 10, παράγραφοι 1 έως 3, και 12 του κανονισμού 17 του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 1962, πρώτου κανονισμού εφαρμογής των άρθρων 85 και 86 της Συνθήκης (ΕΕ ειδ. έκδ. 08/001, σ. 25), το άρθρο 3 του κανονισμού 27 της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 1962, πρώτου κανονισμού εφαρμογής του κανονισμού 17 του Συμβουλίου (ΕΕ ειδ. έκδ. 08/001, σ. 34), και τα άρθρα 6, 10 και 11 του κανονισμού 99/63/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 1963, περί των ακροάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 19, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 17 του Συμβουλίου (ΕΕ ειδ. έκδ. 08/001, σ. 37).

12 Η προσφεύγουσα διατείνεται, αφενός, ότι "η μεγάλη σημασία των προσαπτομένων πραγματικών περιστατικών, που μπορούν να λάβουν σημαντική έκταση στη γαλλική επικράτεια, καθώς και, μέσω των θυγατρικών, ενδεχομένως και στα άλλα κράτη μέλη, δικαιολογούν την αναστολή εκτελέσεως των εν λόγω αποφάσεων, ώστε η Επιτροπή να προβεί στις απαραίτητες έρευνες, χωρίς επιβλαβή διακοπή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας επί της ουσίας".

13 Η Επιτροπή θεωρεί ότι η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων προφανώς δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 104, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου. Κατά την Επιτροπή, εφόσον δεν διευκρινίστηκαν, έστω και συνοπτικά, τα ουσιαστικά πραγματικά και νομικά στοιχεία στα οποία στηρίζεται η αίτηση, η ίδια βρίσκεται σε αδυναμία να αμυνθεί.

Εκτίμηση του κρίνοντος κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δικαστή

14 Πρέπει να γίνει εξαρχής δεκτό ότι η παρούσα αίτηση ασφαλιστικών μέτρων δεν φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, ότι πληροί τις προϋποθέσεις που τίθενται από το άρθρο 104, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας. Πράγματι, η αίτηση δεν μνημονεύει καμία περίσταση που να δικαιολογεί την επείγουσα ανάγκη λήψεως των ζητούμενων μέτρων. Εξάλλου, δεν περιλαμβάνει σαφή μνεία των πραγματικών περιστατικών που οδήγησαν στη διαφορά. Τέλος, δεν γίνεται επίκληση κανενός συγκεκριμένου επιχειρήματος προς στήριξη των προβαλλόμενων νομικών ισχυρισμών.

15 'Οπως και αν έχουν τα πράγματα, ο δικάζων κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δικαστής κρίνει χρήσιμο να υπενθυμίσει ότι από πάγια νομολογία προκύπτει ότι το επείγον των ζητουμένων προσωρινών μέτρων πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με την ανάγκη να εκδοθεί προσωρινή απόφαση, προκειμένου να αποτραπεί η επέλευση σοβαρής και ανεπανόρθωτης βλάβης στον διάδικο που ζητεί τη λήψη του προσωρινού μέτρου. Στην προσφεύγουσα απόκειται να αποδείξει ότι δεν μπορεί να αναμένει την έκδοση της αποφάσεως στην κύρια δίκη χωρίς να υποστεί βλάβη που θα είχε σοβαρές και ανεπανόρθωτες συνέπειες (βλ. την προαναφερθείσα διάταξη Postbank κατά Επιτροπής, σκέψη 30).

16 Συναφώς, πρέπει να σημειωθεί ότι, με την αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων, η προσφεύγουσα περιορίζεται σε μνεία της "σημασίας των προσαπτομένων πραγματικών περιστατικών, που μπορούν να λάβουν σημαντική έκταση στη γαλλική επικράτεια, καθώς και, μέσω των θυγατρικών, ενδεχομένως και στα άλλα κράτη μέλη".

17 Πρέπει όμως να γίνει δεκτό ότι η μνεία αυτή εκ μέρους της προσφεύγουσας είναι προφανώς αόριστη και υποθετικού χαρακτήρα, δεν συνοδεύεται δε από κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι η προβαλλόμενη ζημία θα είναι σοβαρή και ανεπανόρθωτη.

18 Πρέπει να γίνει επίσης δεκτό ότι, εν πάση περιπτώσει, οι προβαλλόμενες από την προσφεύγουσα περιστάσεις δεν μπορούν να θεωρηθούν ως αναγκαία ή ακόμα και ενδεχόμενη συνέπεια της εκτελέσεως των επιδίκων αποφάσεων, οι οποίες, κατά τα λοιπά, είναι απορριπτικές αποφάσεις και δεν μπορούν, εν προκειμένω, να αποτελέσουν λυσιτελώς το αντικείμενο του προσωρινού μέτρου της αναστολής.

19 Από τις ανωτέρω σκέψεις προκύπτει ότι η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι, υπό τις ειδικές συνθήκες της υπό κρίση υποθέσεως, αν δεν χορηγηθεί η ζητούμενη αναστολή, οι επίδικες αποφάσεις μπορούν να της προξενήσουν ζημία που να μην μπορεί πλέον να επανορθωθεί με την εκτέλεση αποφάσεως του Πρωτοδικείου με την οποία αυτές ενδεχομένως θα ακυρωθούν στο πλαίσιο της κύριας διαδικασίας.

20 'Οσον αφορά το αίτημα να διαταχθεί η Επιτροπή να καταβάλει στην προσφεύγουσα προκαταβολή 150 000 ECU έναντι των δικαστικών εξόδων που θα πρέπει να επιδικαστούν στο πλαίσιο της κύριας προσφυγής, αρκεί να υπομνησθεί ότι, κατά το άρθρο 87, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, απόφαση για τα δικαστικά έξοδα λαμβάνεται με την απόφαση ή τη διάταξη που περατώνει τη δίκη. Δεδομένου ότι η παρούσα διάταξη έχει προσωρινό χαρακτήρα, συμφώνως προς το άρθρο 108, παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας, στο παρόν στάδιο της διαδικασίας παρέλκει η απόφαση περί των εξόδων.

21 Επομένως, και χωρίς να απαιτείται να εξεταστεί αν οι προβαλλόμενοι από την προσφεύγουσα λόγοι προς στήριξη της κύριας προσφυγής είναι εκ πρώτης όψεως βάσιμοι πρέπει να γίνει δεκτό ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για να διαταχθούν κατά νόμο τα ζητούμενα προσωρινά μέτρα και, κατά συνέπεια, η παρούσα αίτηση πρέπει να απορριφθεί.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ

διατάσσει:

1) Απορρίπτει την αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων.

2) Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.

Λουξεμβούργο, 16 Φεβρουαρίου 1995.

Top