Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61994CC0333

    Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Ruiz-Jarabo Colomer της 27ης Ιουνίου 1996.
    Tetra Pak International SA κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
    Αίτηση αναιρέσεως - Ανταγωνισμός - Δεσπόζουσα θέση - Καθορισμός των αγορών προϊόντων - Εφαρμογή του άρθρου 86 της Συνθήκης σε πρακτικές που εφαρμόζονται από δεσπόζουσα επιχείρηση εντός αγοράς διαφορετικής από την αγορά στην οποία υφίσταται η δεσπόζουσα θέση - Αλληλένδετες πωλήσεις - Τιμές προς άγραν πελατείας - Πρόστιμο.
    Υπόθεση C-333/94 P.

    Συλλογή της Νομολογίας 1996 I-05951

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:1996:256

    ΠΡΟΤΆΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΫ ΕΙΣΑΓΓΕΛΈΑ

    DÁMASO RUIZ-JARABO COLOMER

    της 27ης Ιουνίου 1996 ( *1 )

    1. 

    Η παρούσα υπόθεση αφορά αίτηση αναιρέσεως της Tetra Pak International SA (στο εξής: Tetra Pak) κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου της 6ης Οκτωβρίου 1994 στην υπόθεση Τ-83/91, Tetra Pak κατά Επιτροπής ( 1 ) (στο εξής: αναιρεσιβαλλομένη απόφαση). Η απόφαση αυτή απέρριψε την προσφυγή ακυρώσεως της Tetra Pak κατά της αποφάσεως 92/163/ΕΟΚ ( 2 ) (στο εξής: προσβαλλομένη απόφαση), με την οποία η Επιτροπή αναγνώρισε ότι η TetraPak κατείχε δεσπόζουσα θέση στις αγορές μηχανών και ασηπτικών χάρτινων κουτιών προοριζομένων για τη συσκευασία των ρευστών ειδών διατροφής εντός της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (στο εξής: Κοινότητα) και ότι εκμεταλλεύτηκε καταχρηστικώς τη θέση αυτή, υπό την έννοια του άρθρου 86 της Συνθήκης ΕΟΚ, τουλάχιστον από το 1976 μέχρι το 1991, τόσο στις εν λόγω αγορές ασηπτικής συσκευασίας όσο και στις αγορές μηχανών και χάρτινων κουτιών μη ασηπτικής συσκευασίας ( 3 ). Η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμο 75 εκατομμυρίων ECU στην Tetra Pak και τη διέταξε να θέσει τέρμα στις διαπιστωθείσες παραβάσεις.

    Ι — Πραγματικά περιστατικά και διαδικασία

    2.

    Τα πραγματικά περιστατικά που προκάλεσαν την παρούσα διαφορά εξετέθησαν από το Πρωτοδικείο στις σκέψεις 1 έως 15 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, με βάση τις διαπιστώσεις στις οποίες η Επιτροπή προέβη με την προσβαλλομένη απόφαση και οι οποίες κατ' ουσίαν δεν αμφισβητήθηκαν από την Tetra Pak. Κατωτέρω θα εκθέσω τα πραγματικά αυτά περιστατικά, ακολουθώντας όμως διαφορετική σειρά από αυτή της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.

    3.

    Η παρούσα διαφορά ανέκυψε στον τομέα της συσκευασίας ρευστών και πυκνόρρευστων ειδών διατροφής, ο οποίος περιλαμβάνει το γάλα και τα ρευστά γαλακτοκομικά προϊόντα, χυμούς φρούτων, κρασί, μεταλλικά νερά, σάλτσες, προϊόντα με βάση την τομάτα και τροφές για μωρά. Για τη συσκευασία αυτού του είδους των προϊόντων χρησιμοποιούνται διάφορα υλικά (πλαστικές και γυάλινες φιάλες, κ.λπ.), αλλά τα τελευταία έτη αυξήθηκε η χρησιμοποίηση χάρτινων κουτιών συσκευασίας για την εμπορία ορισμένων από τα προϊόντα αυτά. Τα επίδικα περιστατικά συνέβησαν ακριβώς στην αγορά των χάρτινων κουτιών για τη συσκευασία των ρευστών και πυκνό ρ ρ ευ στων ειδών διατροφής.

    4.

    Τα χάρτινα κουτιά χρησιμοποιούνται κυρίως για τη συσκευασία των γαλακτοκομικών προϊόντων και, σε μικρότερη έκταση, για τη συσκευασία άλλων ειδών διατροφής. Το 1983, 90% των χάρτινων κουτιών χρησιμοποιήθηκε για τη συσκευασία γάλακτος και ρευστών γαλακτοκομικών προϊόντων. Το 1987, το ποσοστό αυτό έφθασε περίπου το 79 %, από το οποίο το 72 % χρησιμοποιήθηκε για τη συσκευασία γάλακτος. Περίπου 16 % αυτού του είδους συσκευασίας χρησιμοποιήθηκε για τη συσκευασία φρουτοχυμών. Τα άλλα προϊόντα (κρασί, μεταλλικά νερά, προϊόντα με βάση την τομάτα, σούπες, σάλτσες και τροφές για μωρά) αντιπροσώπευαν μόνον το 5 % των χρησιμοποιουμένων χάρτινων κουτιών.

    5.

    Όσον αφορά το γάλα, το οποίο αποτελεί τον κύριο τομέα της αγοράς των συσκευασιών σε χάρτινα κουτιά, πρέπει να τονιστεί ότι πωλείται κυρίως παστεριωμένο (νωπό γάλα) ή μετά από επεξεργασία σε άκρως υψηλή θερμοκρασία υπό άσηπτες συνθήκες (γάλα UHT), η οποία επιτρέπει τη συντήρηση για διάστημα πολλών μηνών σε μη ψυχόμενο περιβάλλον. Το «αποστειρωμένο» γάλα κατέχει μόνον ένα σχετικώς περιθωριακό τμήμα της κοινοτικής αγοράς.

    6.

    Η ύπαρξη των μεθόδων αυτών επιτρέπει να διακρίνονται, εντός της αγοράς των συσκευασιών σε χάρτινα κουτιά, δύο τομείς με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Αφενός, ο τομέας της ασηπτικής συσκευασίας, ο οποίος περιλαμβάνει τις συσκευασίες και τις μηχανές πληρώσεως που χρησιμοποιούνται για τη συσκευασία ειδών διατροφής που μπορούν να συντηρηθούν πολλούς μήνες σε μη ψυχόμενο περιβάλλον. Αφετέρου, ο τομέας της μη ασηπτικής συσκευασίας, ο οποίος περιλαμβάνει τις συσκευασίες και τις μηχανές που χρησιμοποιούνται για τη συσκευασία προϊόντων ταχείας καταναλώσεως.

    7.

    Ένας πρώτης τάξεως επιχειρηματίας στον τομέα των συσκευασιών σε χάρτινα κουτιά είναι η Tetra Pak, μια εταιρία της οποίας η έδρα βρίσκεται στην Ελβετία και η οποία συντονίζει την πολιτική ομίλου εταιριών, αρχικώς σουηδικών, ο οποίος επεκτάθηκε παγκοσμίως ( 4 ). Ο όμιλος Tetra Pak ειδικεύεται στον εξοπλισμό που χρησιμοποιείται για τη συσκευασία σε χάρτινα κουτιά ρευστών και πυκνόρρευστων ειδών διατροφής, κυρίως του γάλακτος, και ασκεί τις δραστηριότητες του τόσο στον τομέα της ασηπτικής συσκευασίας όσο και στον τομέα της μη ασηπτικής συσκευασίας. Οι δραστηριότητες του συνίστανται κυρίως στην παραγωγή συσκευασιών υπό μορφή χάρτινων κουτιών και στην κατασκευή μηχανών πληρώσεως, με τη χρησιμοποίηση τεχνολογίας προσιδιάζουσας στον όμιλο. Εκτός της Tetra Pak, η εν λόγω αγορά περιλαμβάνει και άλλους παραγωγούς, τόσο στον τομέα της ασηπτικής συσκευασίας όσο και στον τομέα της μη ασηπτικής συσκευασίας.

    8.

    Όσον αφορά τον τομέα των συστημάτων ασηπτικής συσκευασίας, η δομή της προσφοράς είναι σχεδόν μονοπωλιακή, εφόσον η Tetra Pak ήλεγχε το 90 έως 95 % του τομέα αυτού κατά την ημερομηνία εκδόσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, Το 1985, η Tetra Pak κατείχε περίπου το 89 % της αγοράς των συσκευασιών σε χάρτινα κουτιά και το 92 % της αγοράς των μηχανών ασηπτικής συσκευασίας στο κοινοτικό έδαφος. Ο μόνος πραγματικός ανταγωνιστής της στον τομέα της ασηπτικής συσκευασίας ήταν η επιχείρηση PKL, η οποία κατείχε σχεδόν το σύνολο της υπόλοιπης αγοράς, δηλαδή μεταξύ του 5 και 10 %.

    9.

    Στον τομέα της ασηπτικής συσκευασίας, η Tetra Pak παράγει το σύστημα το οποίο καλείται Tetra Brik, προορίζεται δε κυρίως για τη συσκευασία του γάλακτος UHT. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέσχε η προσφεύγουσα, η συσκευασία αυτή κυκλοφόρησε στην αγορά εντός της Γερμανίας το 1968 και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες από το 1970. Σύμφωνα με την τεχνική αυτή, τα χάρτινα κουτιά συσκευασίας παραδίδονται στον χρήστη υπό τη μορφή κυλίνδρων, οι οποίοι καθίστανται ασηπτικοί μέσα στην ίδια τη μηχανή πληρώσεως δι' εμποτισμού με υπεροξείδιο του υδρογόνου και, στη συνέχεια, περιβάλλουν το υγρό ενώ αυτό ρέει σε ασηπτικό περιβάλλον. Στον ίδιο τομέα, ο μόνος ανταγωνιστής της Tetra Pak, η εταιρία PKL, την οποία ελέγχει η ελβετική εταιρία SIG (Société industrielle générale), παράγει επίσης ένα σύστημα ασηπτικής συσκευασίας σε χάρτινα κουτιά σχήματος Brik, τα Combibloc. Αντίθετα προς τη μέθοδο μονοκόμματης συσκευασίας της Tetra Pak, τα κουτιά αυτά έχουν ήδη λάβει το σχήμα τους κατά τη στιγμή της συσκευασίας. Για τεχνικούς λόγους και διότι στην πράξη οι κατασκευαστές μηχανών ασηπτικής συσκευασίας παράγουν και τα χάρτινα κουτιά που θα χρησιμοποιηθούν στις δικές τους μηχανές, η κατοχή τεχνικής ασηπτικής πληρώσεως συνιστά το κλειδί για την πρόσβαση τόσο στην αγορά των μηχανών όσο και στην αγορά των ασηπτικών χάρτινων κουτιών.

    10.

    Η δομή της προσφοράς στον τομέα της μη ασηπτικής συσκευασίας είναι περισσότερο ανοιχτή, παρ' όλον ότι έχει χαρακτήρα ολιγοπωλίου. Όταν η Επιτροπή εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση, η Tetra Pak κατείχε το 50 έως 55 % του τομέα αυτού εντός της Κοινότητας. Το 1985, κατείχε το 48 % της αγοράς των χάρτινων κουτιών και το 52 % της αγοράς των μηχανών μη ασηπτικής συσκευασίας στο έδαφος των δώδεκα κρατών μελών. Όσον αφορά τον νορβηγικό όμιλο Elopak, το 1985 κατείχε περίπου το 27 % της αγοράς των μηχανών και των χάρτινων κουτιών μη ασηπτικής συσκευασίας, ακολουθούμενος από την PKL, η οποία κατείχε το 11 % της αγοράς αυτής. Ο Elopak ήταν ένας απλός διανομέας στην αγορά των μηχανών ασηπτικής συσκευασίας, προτού εξαγοράσει το τμήμα «μηχανές συσκευασίας» της Ex-Cell-O, το 1987. Το υπόλοιπο 12 % της αγοράς των χάρτινων κουτιών μη ασηπτικής συσκευασίας κατανεμόταν μεταξύ τριών εταιριών, της Schouw Packing (Δανία, περίπου 7 %, στην οποία συμμετέχει κατά 50 % ο Elopak), της Mono-Emballage/Scalpak (Γαλλία/Κάτω Χώρες, περίπου 2,5 %) και της Van Mierlo (Βέλγιο, περίπου 0,5 %). Οι εταιρίες αυτές, των οποίων η αγορά ήταν συγκεντρωμένη σε μία μόνο χώρα ή σε μικρό αριθμό χωρών, κατασκεύαζαν τα δικά τους χάρτινα κουτιά, συνήθως βάσει άδειας εκμεταλλεύσεως (Ex-Cell-O, την οποία εξαγόρασε ο Elopak το 1987, Nimco, Sealright, κ.λπ.). Όσον αφορά τις μηχανές, οι εν λόγω εταιρίες ασχολούνταν μόνο με τη διανομή. Στην κοινοτική αγορά των μηχανών μη ασηπτικής συσκευασίας, το 13 % που δεν κατείχαν η Tetra Pak, ο Elopak και η PKL μοιραζόταν μεταξύ δέκα περίπου μικρών παραγωγών, οι κυριότεροι από τους οποίους ήταν οι Nimco (Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου 4 %), η Cherry Burrel (Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου 2,5 %) και η Shikoku (Ιαπωνία, περίπου 1 %).

    Επομένως, στον τομέα της μη ασηπτικής συσκευασίας, ο Elopak είναι ο κύριος ανταγωνιστής της Tetra Pak, αλλά οι δραστήριο τητές του δεν επεκτείνονται, επί του παρόντος, οτον τομέα των ασηπτικών συσκευασιών. Από την προσβαλλομένη απόφαση προκύπτει ότι η σχέση μεταξύ του κύκλου εργασιών της Telra Pak και του κύκλου εργασιών του Elopak ήταν το 1987 της τάξεως του 7,5 προς 1. Ο Elopak ασκεί στην Ιταλία δραστηριότητες μέσω μιας θυγατρικής εταιρίας, της Elopak Italia (Μιλάνο), η οποία εισάγει τα χάρτινα κουτιά από άλλες θυγατρικές εταιρίες του ομίλου.

    11.

    Η μη ασηπτική συσκευασία, ιδίως του νωπού παστεριωμένου γάλακτος, δεν χρειάζεται υψηλό βαθμό αποστειρώσεως και απαιτεί, συνεπώς, λιγότερο περίπλοκο εξοπλισμό απ' ό,τι η ασηπτική συσκευασία. Στην αγορά των μη ασηπτικών χάρτινων κουτιών, η Tetra Pak χρησιμοποιούσε αρχικώς και χρησιμοποιεί ακόμη χάρτινα κουτιά σχήματος Brik, σήμερα όμως το κύριο προϊόν της στην αγορά αυτή είναι ένα χάρτινο κουτί του τύπου Gable Top, κωνικού σχήματος, το Tetra Rex. Το χάρτινο αυτό κουτί είναι άμεσος ανταγωνιστής του Pure-Pak, το οποίο κατασκευάζει ο Elopak.

    12.

    Η Tetra Pak κατασκευάζει τις δικές της μηχανές μη ασηπτικής πληρώσεως. Εξάλλου, όπως ο Elopak και η PKL, πωλεί ευκαιριακώς μηχανές που κατασκευάζουν δέκα περίπου μικροί παραγωγοί, όπως η Nimco, η Cherry Burrel και η Shikoku.

    13.

    Η Tetra Pak ανέπτυξε εντός της Κοινότητας μία ιδιαίτερη εμπορική στρατηγική όσον αφορά τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, τους όρους πωλήσεως και μισθώσεως και τη διανομή των προϊόντων της. Πρώτον, ο όμιλος αυτός επιχειρήσεων ακολούθησε μια ιδιαίτερα ευρεία πολιτική όσον αφορά τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Πράγματι, η Tetra Pak κατοχύρωσε με διπλώματα ευρεσιτεχνίας τη βασική τεχνολογία που εφάρμοσε όσον αφορά τις μηχανές, τα χάρτινα κουτιά και τις διαδικασίες, καθώς και όλες τις μεταβολές που σημειώθηκαν μεταγενέστερα ως προς τα προϊόντα της και ως προς ορισμένες τεχνικές ιδιαιτερότητες, όπως είναι ο τρόπος δίπλωσης του χάρτινου κουτιού. Τα τελευταία διπλώματα ευρεσιτεχνίας που προστατεύουν τα χάρτινα κουτιά ασηπτικής συσκευασίας Tetra Brik, τα οποία καθιερώθηκαν στη δεκαετία του 60, λήγουν στις αρχές του 21ου αιώνα (σημείο 22 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Σύμφωνα με τα στοιχεία που προσε-κόμισαν οι διάδικοι και που συμπίπτουν μεταξύ τους, η Tetra Pak δεν χορήγησε καμία άδεια κατασκευής για τα χάρτινα κουτιά της εντός της Κοινότητας.

    14.

    Δεύτερον, η διανομή των μηχανών και των χάρτινων κουτιών Tetra Pak εξασφαλίζεται εξ ολοκλήρου από επιχειρήσεις του ομίλου Tetra Pak και δεν υφίσταται ανεξάρτητος διανομέας.

    15.

    Κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς ίσχυσαν διάφορες στερεότυπες συμβάσεις πωλήσεως και μισθώσεως μηχανών καθώς και εφοδιασμού σε χάρτινα κουτιά μεταξύ της Tetra Pak και των πελατών της στα διάφορα κράτη μέλη. Επαναλαμβάνοντας τους όρους της προσβαλλομένης αποφάσεως, η σκέψη 12 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως συνόψισε το περιεχόμενο των ρητρών των συμβάσεων αυτών που επηρεάζουν τον ανταγωνισμό ως εξής:

    «2.1. Οι όροι πωλήσεως του υλικού Tetra Pak (παράρτημα 2.1)

    Στερεότυπες συμβάσεις πωλήσεως υπάρχουν στις ακόλουθες πέντε χώρες: την Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Ιταλία, την Ισπανία, το Ηνωμένο Βασίλειο. Για κάθε εξεταζόμενη ρήτρα, αναφέρεται σε παρένθεση ποια ή ποιες είναι οι εμπλεκόμενες χώρες.

    2.1.1. Η εμφάνιση του εξοπλισμού

    Η Tetra Pak διατηρεί στην Ιταλία απόλυτο δικαίωμα ελέγχου επί της εμφανίσεως του πωλουμένου υλικού, απαγορεύοντας στον αγοραστή:

    ί)

    να προσθέτει στη μηχανή εξαρτήματα,

    ii)

    να μετατρέπει τη μηχανή, να προβαίνει σε προσθήκες ή να αφαιρεί από αυτήν στοιχεία,

    iii)

    να μετακινεί τη μηχανή.

    2.1.2. Η λειτουργία και η συντήρηση του εξοπλισμού

    Πέντε συμβατικές ρήτρες, σχετικά με τη λειτουργία και τη συντήρηση του εξοπλισμού, έχουν σκοπό να εξασφαλίσουν την αποκλειστικότητα και το δικαίωμα ελέγχου της Tetra Pak στον τομέα αυτό:

    iv)

    αποκλειστικότητα για τη συντήρηση και τις επισκευές (σε όλα τα κράτη μέλη πλην της Ισπανίας),

    ν)

    αποκλειστικότητα για την προμήθεια ανταλλακτικών (σε όλα τα κράτη μέλη πλην της Ισπανίας),

    vi)

    δικαίωμα για παροχή δωρεάν βοήθειας, κατάρτισης, συντήρησης και τεχνικής ενημέρωσης που δεν έχουν ζητηθεί από τον πελάτη (Ιταλία),

    vii)

    προοδευτικά μειούμενη (μέχρι 40 % επί ενός μηνιαίου βασικού τέλους) χρέωση για μέρος των δαπανών παροχής βοήθειας, συντήρησης και τεχνικής ενημέρωσης ανάλογα με τον αριθμό των χάρτινων κουτιών που χρησιμοποιήθηκαν σε όλες τις μηχανές ιδίου τύπου της Tetra Pak (Ιταλία),

    viii)

    υποχρέωση για ενημέρωση της Tetra Pak ως προς κάθε τεχνική τελειοποίηση ή μετατροπή του εξοπλισμού καθώς και για διατήρηση υπέρ αυτής του δικαιώματος της ιδιοκτησίας (Ιταλία).

    2.1.3. Τα χάρτινα κουτιά

    Τέσσερις συμβατικές ρήτρες σχετικά με τα χάρτινα κουτιά αποβλέπουν στην εξασφάλιση της αποκλειστικότητας της Tetra Pak και του δικαιώματος αυτής να ελέγχει το προϊόν:

    ix)

    υποχρέωση να χρησιμοποιούνται στις μηχανές αποκλειστικά και μόνον τα χάρτινα κουτιά της Tetra Pak (σε όλα τα κράτη μέλη),

    χ)

    υποχρέωση προμήθειας των χάρτινων κουτιών αποκλειστικά από την Tetra Pak ή από προμηθευτή τον οποίο υποδεικνύει η ίδια (σε όλα τα κράτη μέλη),

    xi)

    υποχρέωση ενημέρωσης της Tetra Pak για κάθε τεχνική τελειοποίηση ή μετατροπή των χάρτινων κουτιών και διατήρηση υπέρ αυτής του δικαιώματος της ιδιοκτησίας (Ιταλία),

    xii)

    δικαίωμα ελέγχου των στοιχείων που εκτυπώνονται στα χάρτινα κουτιά (Ιταλία).

    2.1.4. Έλεγχοι

    Δύο ρήτρες αποβλέπουν ειδικότερα στον έλεγχο της τήρησης, από τον αγοραστή, των συμβατικών του υποχρεώσεων:

    xiii)

    υποχρέωση του αγοραστή να υποβάλλει μηνιαίες εκθέσεις (Ιταλία),

    xiv)

    δικαίωμα της Tetra Pak να προβαίνει σε επιθεώρηση χωρίς προειδοποίηση (Ιταλία).

    2.1.5. Η μεταβίβαση της κυριότητας επί του εξοπλισμού ή η εκχώρηση της χρήσεως

    Δύο συμβατικές ρήτρες περιορίζουν το δικαίωμα μεταπωλήσεως ή εκχωρήσεως:

    xv)

    υποχρέωση να ληφθεί η συναίνεση της Tetra Pak για τη μεταπώληση ή την εκχώρηση της χρήσεως του εξοπλισμού (Ιταλία), τη μεταπώληση υπό όρους (Ισπανία) και το δικαίωμα εξωνήσεως της Tetra Pak έναντι προκαθορισμένης κατ' αποκοπήν τιμής (σε όλες τις χώρες). Η μη συμμόρφωση προς τη ρήτρα αυτή μπορεί να επισύρει ειδική ποινή (Ελλάδα, Ιρλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο),

    xvi)

    υποχρέωση εξασφαλίσεως του ότι ο τρίτος αγοραστής υπεισέρχεται στις υποχρεώσεις του πρώτου αγοραστή (Ιταλία, Ισπανία).

    2.1.6. Η εγγύηση

    xvii)

    Η εγγύηση για το πωλούμενο υλικό εξαρτάται από τη συμμόρφωση προς όλες τις συμβατικές ρήτρες (Ιταλία) ή, τουλάχιστον, από την αποκλειστική χρήση των χάρτινων κουτιών Tetra Pak (άλλα κράτη μέλη).

    2.2. Οι όροι μισθώσεως του εξοπλισμού Tetra Pak (παράρτημα 2.2)

    Σε όλα τα κράτη μέλη πλην της Ελλάδας και της Ισπανίας, υπάρχουν στερεότυπες συμβάσεις μισθώσεως.

    Στις συμβάσεις μισθώσεως συναντώνται, τηρουμένων των αναλογιών, οι περισσότερες από τις ρήτρες που περιέχονται στις συμβάσεις πωλήσεως. Άλλοι όροι αφορούν ειδικά τη μίσθωση, όλοι όμως έχουν τον ίδιο στόχο που συνίσταται στη μέγιστη δυνατή σύσφιγξη των δεσμών μεταξύ της Tetra Pak και του πελάτη της.

    2.2.1. Η εμφάνιση του εξοπλισμού

    Επαναλαμβάνονται οι ρήτρες i, ii και iii [Ιταλία για τη ρήτρα i, όλα τα κράτη μέλη για τη ρήτρα ii, Γαλλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Πορτογαλία, Ηνωμένο Βασίλειο για τη ρήτρα iii].

    xviii)

    Μία συμπληρωματική ρήτρα υποχρεώνει τον μισθωτή να χρησιμοποιεί αποκλειστικά χαρτοκιβώτια, κιβώτια εξωτερικής συσκευασίας ή/και εμπορευματοκιβώτια μεταφοράς χάρτινων κουτιών Tetra Pak (Γερμανία, Βέλγιο, Δανία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες) ή να προμηθεύεται αυτά κατά προτίμηση, με ίσους όρους, από την Tetra Pak (Δανία, Γαλλία).

    2.2.2. Η λειτουργία και η συντήρηση του εξοπλισμού

    Επαναλαμβάνονται οι ρήτρες iv και ν (όλα τα κράτη μέλη) περί αποκλειστικότητας.

    Επαναλαμβάνεται επίσης η ρήτρα viii, βάσει της οποίας η Tetra Pak διατηρεί την ιδιοκτησία όλων των τελειοποιήσεων που θα πραγματοποιήσει ενδεχομένως ο χρήστης (Βέλγιο, Γερμανία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες) ή, τουλάχιστον, υποχρεώνει τον μισθωτή να παραχωρήσει στην Tetra Pak άδεια εκμεταλλεύσεως (Δανία, Γαλλία, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ηνωμένο Βασίλειο).

    2.2.3. Τα χάρτινα κουτιά

    Επαναλαμβάνονται οι ίδιες ρήτρες ix (όλα τα κράτη μέλη) και x (Ιταλία) που αφορούν τον αποκλειστικό εφοδιασμό, η ρήτρα xi βάσει της οποίας η Tetra Pak αποκτά ιδιοκτησία επί όλων των τελειοποιήσεων (Δανία, Ιταλία) ή, τουλάχιστον, άδεια εκμεταλλεύσεως προς όφελος της (Γαλλία, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ηνωμένο Βασίλειο) και η ρήτρα xii που της παρέχει δικαίωμα ελέγχου των κειμένων ή των σημάτων που ο πελάτης θέλει να εκτυπώσει στα χάρτινα κουτιά (Γερμανία, Ισπανία, Ελλάδα, Ιταλία, Κάτω Χώρες, Πορτογαλία, Ηνωμένο Βασίλειο).

    2.2.4. Οι έλεγχοι

    Όπως και στην περίπτωση της πώλησης, ο μισθωτής πρέπει να υποβάλλει μηνιαία έκθεση [ρήτρα xiii — όλα τα κράτη μέλη], ενώ σε περίπτωση παράλειψης επιβαρύνεται με ορισμένο ποσό κατ' αποκοπήν (Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες), και πρέπει να επιτρέπει την επιθεώρηση των χώρων όπου έχει εγκατασταθεί ο εξοπλισμός [ρήτρα xiv — όλα τα κράτη μέλη] χωρίς προειδοποίηση (όλα τα κράτη μέλη πλην Δανίας, Γερμανίας, Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Ηνωμένου Βασιλείου).

    xix)

    Μια άλλη ρήτρα επιτρέπει την εξέταση — ανά πάσα στιγμή (Δανία, Γαλλία) — των λογαριασμών της μισθώτριας επιχείρησης (όλα τα κράτη μέλη) και (ανάλογα με το κράτος μέλος) των τιμολογίων, της αλληλογραφίας ή κάθε άλλου εγγράφου που απαιτείται προς εξακρίβωση του αριθμού των χρησιμοποιηθέντων χάρτινων κουτιών.

    2.2.5. Η μεταβίβαση της μισθωτικής σχέσεως, η υπομίσθωση, η παραχώρηση της χρήσεως ή η χρήση για λογαριασμό τρίτων

    Στην περίπτωση της πωλήσεως, κάθε μετέπειτα μεταβίβαση της κυριότητας μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με εξαιρετικά περιοριστικούς όρους.

    xx)

    Οι όροι των συμβάσεων μισθώσεως αποκλείουν ομοίως τη μεταβίβαση της μισθωτικής σχέσεως, την υπομίσθωση (όλα τα κράτη μέλη) ή, ακόμη, την απλή εκτέλεση εργασίας για λογαριασμό τρίτων (Ιταλία).

    2.2.6. Η εγγύηση

    Η διατύπωση είναι λιγότερο ακριβής απ' ό,τι στις συμβάσεις πωλήσεως: συνδέει την εγγύηση με την τήρηση των “οδηγιών” που δίδει η Tetra Pak σχετικά με τη “συντήρηση” και το “σωστό χειρισμό” της μηχανής (όλες οι χώρες). Οι όροι, όμως, “οδηγίες”, “συντήρηση” και “σωστός χειρισμός” είναι αρκετά ευρείς ώστε να μην μπορεί να ερμηνευθούν ως καλύπτοντες τουλάχιστον τη χρήση αποκλειστικά και μόνον ανταλλακτικών, υπηρεσιών επισκευής και συντήρησης και υλικών συσκευασίας Tetra Pak. Η εκδοχή αυτή επιβεβαιώθηκε από τη γραπτή και προφορική απάντηση της Tetra Pak επί της ανακοινώσεως των αιτιάσεων.

    2.2.7. Ο καθορισμός τον μισθώματος και οι όροι καταβολής

    Το μίσθωμα περιλαμβάνει τα ακόλουθα (όλα τα κράτη μέλη):

    α)

    xxi)

    ένα “αρχικό” μίσθωμα καταβλητέο κατά τη διάθεση της μηχανής. Το ύψος του μισθώματος αυτού δεν είναι κατ' ανάγκη χαμηλότερο από την τιμή πωλήσεως των ίδιων μηχανών και, στην πραγματικότητα, ανέρχεται σχεδόν στο συνολικό ποσό όλων των τρεχόντων και των μελλοντικών μισθωμάτων (σε ορισμένες περιπτώσεις άνω του 98 %)

    β)

    ετήσιο μίσθωμα προκαταβλητέο ανά τρίμηνο

    γ)

    xxii)

    μηνιαίο τέλος επί της παραγωγής, το ύψος του οποίου μειούται προοδευτικά ανάλογα με τον αριθμό των χάρτινων κουτιών που έχουν χρησιμοποιηθεί σε όλες τις μηχανές Tetra Pak του ιδίου τύπου. Το τέλος αυτό αντικαθιστά την προοδευτικά μειούμενη χρέωση — με εξομοιούμενη αξία — για μέρος των δαπανών συντηρήσεως που προβλέπεται για την πώληση (βλ. τη ρήτρα vii). Σε ορισμένα κράτη μέλη (Γερμανία, Γαλλία, Πορτογαλία) προβλέπεται ειδική ποινή σε περίπτωση μη καταβολής του εν λόγω τέλους μέσα στην ταχθείσα προθεσμία.

    2.2.8. Η διάρκεια της μισθώσεως

    Η διάρκεια της μισθώσεως και οι λεπτομέρειες, σχετικά με τη λήξη της, ποικίλλουν από το ένα κράτος μέλος στο άλλο.

    xxiii)

    Το κατώτατο όριο διάρκειας της μισθώσεως είναι από τρία (Δανία, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ηνωμένο Βασίλειο) έως εννέα (Ιταλία) χρόνια.

    2.2.9. Η ποινική ρήτρα

    xxiv)

    Ανεξάρτητα από τις συνήθεις αποζημιώσεις, η Tetra Pak διατηρεί το δικαίωμα να επιβάλλει στον μισθωτή που παραβαίνει, οποιαδήποτε από τις συμβατικές υποχρεώσεις χρηματική ποινή, το ύψος της οποίας καθορίζεται μέχρις ορισμένου ανωτάτου ορίου από την Tetra Pak ανάλογα με τη σοβαρότητα της περιπτώσεως (Ιταλία).

    2.3. Οι όροι προμηθείας των χάρτινων κουτιών (παράρτημα 2.3)

    Στερεότυπες συμβάσεις προμηθείας υπάρχουν στην Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Ιταλία, την Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο: είναι υποχρεωτικές όταν ο πελάτης προβαίνει στην αγορά και όχι στη μίσθωση μιας μηχανής.

    2.3.1. Η αποκλειστικότητα ως προς τον εφοδιασμό

    xxv)

    Ο αγοραστής υποχρεούται να προμηθεύεται αποκλειστικά και μόνον από την Tetra Pak όλα τα υλικά συσκευασίας που πρόκειται να χρησιμοποιούνται στην ή στις μηχανές Tetra Pak που έχουν παραδοθεί (όλες οι χώρες) και σε κάθε άλλη μηχανή Tetra Pak που θα αποκτηθεί μετέπειτα (Ιταλία).

    2.3.2. Η διάρκεια της συμβάσεως

    xxvi)

    Η σύμβαση υπογράφεται αρχικά για διάρκεια εννέα ετών και είναι ανανεώσιμη για μια πενταετία (Ιταλία) ή για όσο χρονικό διάστημα ο αγοραστής εξακολουθεί να έχει στην κατοχή του τη μηχανή (Ελλάδα, Ιρλανδία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο).

    2.3.3. Ο καθορισμός των τιμών

    xxvii)

    Τα χάρτινα κουτιά παραδίδονται στην τιμή που ισχύει κατά την παραγγελία. Δεν προβλέπεται κανένα σύστημα εξισώσεως ή τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των τιμών (όλες οι χώρες).

    2.3.4. Η επιγραφή

    Στις συμβάσεις περιλαμβάνεται επίσης το δικαίωμα της Tetra Pak να ελέγχει [ρήτρα xii] τα στοιχεία ή τα σήματα που ο πελάτης επιθυμεί να εκτυπώσει στα χάρτινα κουτιά.»

    16.

    Η εμπορική στρατηγική της Tetra Pak αμφισβητήθηκε ενώπιον της Επιτροπής κατόπιν της καταγγελίας που υπέβαλε στις 27 Σεπτεμβρίου 1983 η Elopak Italia κατά της Tetra Pak Italiana και των συνεργαζομένων με αυτήν εταιριών στην Ιταλία. Στις 16 Δεκεμβρίου 1988, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία κατά της Tetra Pak, η οποία ανέλαβε τη δέσμευση να παραιτηθεί από το σύστημα των αποκλειστικών αλληλένδετων πωλήσεων και να τροποποιήσει τις στερεότυπες συμβάσεις της, με έγγραφο που απηύθυνε στην Επιτροπή την 1η Φεβρουαρίου 1991, στο οποίο επισυνάφθησαν νέες στερεότυπες συμβάσεις. Η Επιτροπή αποδέχθηκε τις δεσμεύσεις αυτές.

    17.

    Η διαδικασία περατώθηκε με την έκδοση εκ μέρους της Επιτροπής της αποφάσεως 92/163, της οποίας το άρθρο 1 όριζε: «Η Tetrapak, εκμεταλλευόμενη τη δεσπόζουσα θέση της στις αγορές — που αποκαλούνται ασηπτικής συσκευασίας — μηχανών και χάρτινων κουτιών προοριζομένων για τη συσκευασία ρευστών ειδών διατροφής, παρέβη, τουλάχιστον από το 1976, τις διατάξεις του άρθρου 86 της Συνθήκης ΕΟΚ, τόσο στις αγορές “ασηπτικής” όσο και στις συγγενείς και στις συναφείς με αυτές αγορές μηχανών και χάρτινων κουτιών “μη ασηπτικής” συσκευασίας, μέσω ποικίλλων πρακτικών που αποσκοπούν στην εξουδετέρωση του ανταγωνισμού ή/και στη μεγιστοποίηση σε βάρος των χρηστών των κερδών που είναι δυνατό να αντληθούν από τις θέσεις που έχει κατακτήσει.»

    Μετά τη λεπτομερή παράθεση των ουσιωδών στοιχείων των εν λόγω παραβάσεων, η απόφαση επιβάλλει στην Tetra Pak πρόστιμο 75 εκατομμυρίων ECU και επιτάσσει τον εν λόγω όμιλο επιχειρήσεων να θέσει ανυπερθέτως τέρμα στις παραβάσεις, καθορίζοντας τα μέτρα που πρέπει να λάβει προς τον σκοπό αυτό.

    18.

    Η Tetra Pak προσέβαλε την απόφαση 92/163 ενώπιον του Πρωτοδικείου ασκώντας στις 18 Νοεμβρίου 1991 προσφυγή λόγω ακυρώσεως η οποία απορρίφθηκε εξ ολοκλήρου με την απόφαση Tetra Pak κατά Επιτροπής. Η απόφαση αυτή προσεβλήθη ενώπιον του Δικαστηρίου από την Tetra Pak με την παρούσα αίτηση αναιρέσεως, η οποία ασκήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 1994.

    Π — Οι προβαλλόμενοι από την Tetra Pak λόγοι προς στήριξη της αιτήσεως της αναιρέσεως

    19.

    Η κατατεθείσα από την Tetra Pak αίτηση αναιρέσεως αποσκοπεί στην ακύρωση της αποφάσεως του Πρωτοδικείου για τους ακολούθους λόγους:

    αντιφατικός χαρακτήρας και εσφαλμένη νομική βάση του ορισμού της αγοράς των οικείων προϊόντων·

    σφάλμα στο οποίο υπέπεσε το Πρωτοδικείο στο μέτρο που έκρινε ότι η συμπεριφορά της Tetra Pak σε μία αγορά εντός της οποίας δεν κατέχει δεσπόζουσα θέση συνιστά κατάχρηση απαγορευόμενη από το άρθρο 86 της Συνθήκης ΕΚ, ενώ η συμπεριφορά αυτή δεν έχει επιπτώσεις στην αγορά εντός της οποίας η Tetra Pak έχει δεσπόζουσα θέση·

    παράλογη και αντίθετη προς το άρθρο 86, στοιχείο δ', απόρριψη του επιχειρήματος της Tetra Pak όσον αφορά την αλληλένδετη πώληση χάρτινων κουτιών και μηχανών συσκευασίας·

    σφάλμα στο οποίο υπέπεσε το Πρωτοδικείο στο μέτρο που έκρινε ότι η Tetra Pak πώλησε σε τιμές αποσκοπούσες στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών της τις συσκευασίες Tetra Rex στην Ιταλία και τις μηχανές μη ασηπτικής συσκευασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, χωρίς να αποδείξει ότι ευλόγως μπορούσε να ελπίζει óu θα καλύψει τις ζημίες που δέχθηκε να υποστεί·

    το Πρωτοδικείο κακώς δεν έλαβε υπόψη τα ελαφρυντικά περιστατικά που προέβαλε η Tetra Pak εν σχέσει με το πρόστιμο, ιδίως δε τα νέα ζητήματα που θίγει η προσβαλλομένη απόφαση ως προς πολλά σημαντικά σημεία.

    Α — Ο πρώτος λόγος σχετικά με την οροθέτηση της αγοράς των οικείων προϊόντων

    20.

    Με τον λόγο αυτό, η Tetra Pak προσβάλλει την οροθέτηση της αγοράς των οικείων προϊόντων στην οποία προέβη το Πρωτοδικείο με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση και που κατ' ουσίαν επικυρώνει τη συλλογιστική που η Επιτροπή ακολούθησε στην προσβαλλομένη απόφαση. Συγκεκριμένα, η Tetra Pak στηρίζει τον λόγο αυτό σε δύο διαφορετικά επιχειρήματα. Αφενός, θεωρεί ότι η συλλογιστική του Πρωτοδικείου επί του ζητήματος αυτού είναι αντιφατική και, αφετέρου, θεωρεί ότι στηρίζεται σε εσφαλμένη νομική βάση.

    1. Αντιφατική συλλογιστική του Πρωτοδικείου

    21.

    Η Tetra Pak θεωρεί ότι το Πρωτοδικείο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα αναπτύσσοντας στις σκέψεις 64 και 73 της αποφάσεως του αντιφατική συλλογιστική σχετικά με την οροθέτηση της αγοράς των οικείων προϊόντων. Κατ' αυτήν, είτε υφίσταται γενική αγορά της συσκευασίας των ρευστών ειδών διατροφής, οπότε το Πρωτοδικείο όφειλε να απορρίψει τη διάκριση της Επιτροπής μεταξύ των ασηπτικών αγορών και των μη ασηπτικών αγορών, είτε οι δύο αυτές αγορές θεωρούνται ως χωριστές αγορές και το Πρωτοδικείο δεν έπρεπε να δεχθεί να περιληφθούν άλλα προϊόντα εκτός του γάλακτος στη συναφή αγορά χωρίς να εξετάσει την κατάσταση της αγοράς στον εν λόγω τομέα.

    22.

    Κατά τη γνώμη μου, ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να απορριφθεί διότι δεν υφίσταται αντίφαση στη συλλογιστική που ακολούθησε το Πρωτοδικείο στις σκέψεις 64 έως 73 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.

    23.

    Με την απόφαση της, η Επιτροπή είχε αναγνωρίσει τέσσερις διαφορετικές αγορές, δηλαδή: τα χάρτινα κουτιά ασηπτικής συσκευασίας, τις μηχανές ασηπτικής συσκευασίας, τα χάρτινα κουτιά μη ασηπτικής συσκευασίας και τις μηχανές μη ασηπτικής συσκευασίας.

    24.

    Προκειμένου να επαληθεύσει την εν λόγω οροθέτηση των τεσσάρων συναφών αγορών, το Πρωτοδικείο χρησιμοποιεί τα κριτήρια της επαρκούς αμοιβαίας υποκαταστάσεως των προϊόντων βάσει των αντικειμενικών χαρακτηριστικών τους, βάσει των συνθηκών ανταγωνισμού, καθώς και της διαρθρώσεως της ζητήσεως και της προσφοράς στην αγορά, τα οποία καθιέρωσε το Δικαστήριο με την απόφαση του Michelin κατά Επιτροπής ( 5 ).

    Το σημείο εκκινήσεως της αναλύσεως του Πρωτοδικείου είναι η γενική αγορά των συστημάτων συσκευασίας για τα ρευστά είδη διατροφής. Το Πρωτοδικείο καταλήγει ότι η εν λόγω γενική αγορά μπορεί να διακριθεί σε διάφορες υποαγορές ανάλογα με τα συστήματα συσκευασίας και όχι ανάλογα με το είδος του συσκευασμένου προϊόντος. Ακολούθως, θεωρεί ότι οι μηχανές και τα χάρτινα κουτιά ασηπτικής και μη ασηπτικής συσκευασίας χαρακτηρίζονται από μια παρεμφερή δομή της προσφοράς και της ζητήσεως και από παρόμοια χαρακτηριστικά παραγωγής, καλύπτουν δε πανομοιότυπες οικονομικές ανάγκες. Τέλος, το Πρωτοδικείο εφαρμόζει ως προς τις αγορές αυτές το κριτήριο της επαρκούς αμοιβαίας υποκαταστάσεως και διαπιστώνει ότι η Επιτροπή ορθώς καθόρισε, κατόπιν αναλύσεως του τομέα της συσκευασίας του γάλακτος — που είναι ο κύριος αποδέκτης τόσο των ασηπτικών όσο και των μη ασηπτικών χάρτινων κουτιών συσκευασίας —, ότι οι τέσσερις οικείες αγορές είναι ανεξάρτητες παρ' όλον ότι είναι συναφείς.

    2. Χρησιμοποίηση εσφαλμένης νομικής βάσεως

    25.

    Η Tetra Pak ισχυρίζεται ότι το Πρωτοδικείο χρησιμοποίησε εσφαλμένη νομική βάση για τον καθορισμό της αγοράς των οικείων προϊόντων, αυτό δε για τους εξής τρεις λόγους:

    ερμήνευσε εσφαλμένα το κριτήριο της επαρκούς αμοιβαίας υποκαταστάσεως, που καθιερώθηκε με την απόφαση Michelin κατά Επιτροπής, όσον αφορά τα υπόλοιπα εκτός του γάλακτος προϊόντα·

    έκρινε ότι το αντίστοιχο μερίδιο που έχουν τα διάφορα προϊόντα στη ζήτηση των καταναλωτών αποτελούσε ένα στοιχείο προκειμένου να καθοριστεί αν τα εν λόγω προϊόντα αποτελούσαν μέρος της οικείας αγοράς

    έλαβε υπόψη αποκλειστικώς τη δυνατότητα βραχυπρόθεσμης αμοιβαίας υποκαταστάσεως.

    26.

    Όσον αφορά την εφαρμογή του κριτηρίου της επαρκούς αμοιβαίας υποκαταστάσεως, η Tetra Pak ισχυρίζεται ότι το Πρωτοδικείο παρέκκλινε από τη νομολογία του Δικαστηρίου κρίνοντας ότι οι μηχανές και τα χάρτινα κουτιά που προορίζονταν για τη συσκευασία άλλων προϊόντων εκτός του γάλακτος αποτελούσαν μέρος των οικείων αγορών. Κατ' αυτήν, δεν υφίσταται επαρκής αμοιβαία υποκατάσταση μεταξύ των συστημάτων ασηπτικής και μη ασηπτικής συσκευασίας των λοιπών προϊόντων εκτός του γάλακτος και, επιπλέον, η περιορισμένη σπουδαιότητα τους σε σχέση με τη συσκευασία του γάλακτος αποτελούσε στοιχείο αλυσιτελές για τον καθορισμό της οικείας αγοράς.

    27.

    Με την απόφαση του Michelin κατά Επιτροπής, το Δικαστήριο ανήγαγε την επαρκή αμοιβαία υποκατάσταση σε κριτήριο καθορισμού της αγοράς των οικείων προϊόντων, κρίνοντας ότι «(...) για την εξέταση της ενδεχομένως δεσπόζουσας θέσης μιας επιχειρήσεως σε συγκεκριμένη αγορά, οι δυνατότητες ανταγωνισμού πρέπει να εκτιμηθούν στο πλαίσιο της αγοράς που περιλαμβάνει το σύνολο των προϊόντων, τα οποία βάσει των χαρακτηριστικών τους είναι ιδιαιτέρως ικανά να ικανοποιήσουν διαρκείς ανάγκες και μπορούν να εναλλαγούν με άλλα προϊόντα σε μικρό βαθμό. Πρέπει πάντως να παρατηρηθεί ότι ο προσδιορισμός της σχετικής αγοράς χρησιμεύει για να διαπιστωθεί αν η ενδιαφερόμενη επιχείρηση έχει τη δυνατότητα να παρεμποδίσει τη διατήρηση του πραγματικού ανταγωνισμού και να συμπεριφερθεί, σε σημαντικό βαθμό, ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές της, τους πελάτες της και τους καταναλωτές. Δεν είναι, επομένως, δυνατόν για τον σκοπό αυτό να περιοριστεί η εξέταση μόνο στα αντικειμενικά χαρακτηριστικά των σχετικών προϊόντων, αλλά πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη οι συνθήκες ανταγωνισμού και η δομή της ζητήσεως και της προσφοράς στην αγορά» ( 6 ).

    28.

    Στη σκέψη 65 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Πρωτοδικείο κρίνει ως επαρκή την απόδειξη περί της υπάρξεως δεσπόζουσας θέσεως της Telra Pak στην αγορά της συσκευασίας των γαλακτοκομικών προϊόντων, επειδή τα εν λόγω προϊόντα απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος των συστημάτων συσκευασίας σε χάρτινα κουτιά και θεωρεί ότι είναι αλυσιτελής η ύπαρξη υποκατάστατων στον τομέα της συσκευασίας άλλων προϊόντων εκτός του γάλακτος. Η Tetra Pak αμφισβητεί τη συλλογιστική αυτή παρατηρώντας ότι η ποσοτική σπουδαιότητα του τομέα της συσκευασίας άλλων προϊόντων εκτός του γάλακτος, συγκρινόμενη με εκείνη του τομέα της συσκευασίας των γαλακτοκομικών προϊόντων, είναι εντελώς αμελητέα για τον προσδιορισμό της αγοράς των οικείων προϊόντων, ο οποίος πρέπει να διασφαλιστεί με την εφαρμογή του κριτηρίου της επαρκούς αμοιβαίας υποκαταστάσεως. Κατ' αυτήν, κακώς το Πρωτοδικείο απέκλεισε, στις σκέψεις 74 έως 77 της αποφάσεως του, την εν λόγω αμοιβαία υποκατάσταση μεταξύ των συστημάτων ασηπτικής και μη ασηπτικής συσκευασίας στον τομέα των φρουτοχυμών, κύριο ρευστό είδος διατροφής διάφορο του γάλακτος, λαμβάνοντας υπόψη μόνο το αντίστοιχο ποσοστό εκάστου των δύο προϊόντων όσον αφορά τη ζήτηση των καταναλωτών και όχι την ικανότητα τους να ικανοποιούν πανομοιότυπες ανάγκες. Συνεπώς, η Tetra Pak θεωρεί ότι το Πρωτοδικείο έσφαλε επειδή περιέλαβε στις οικείες αγορές την αγορά της συσκευασίας προϊόντων άλλων εκτός του γάλακτος.

    29.

    Το επιχείρημα αυτό της Tetra Pak δεν μπορεί να γίνει δεκτό και θεωρώ ότι το Πρωτοδικείο ορθώς εφάρμοσε το κριτήριο της επαρκούς αμοιβαίας υποκαταστάσεως. Το κριτήριο αυτό, χρησιμοποιούμενο για τον προσδιορισμό των αγορών των οικείων προϊόντων, αναλύεται προκειμένου να επαληθευθεί αν τα οικεία προϊόντα μπορούν να υποκαθίστανται αμοιβαίως ή αν μπορούν επαρκώς να υποκαθίστανται αμοιβαίως βάσει των αντικειμενικών χαρακτηριστικών τους και των συνθηκών της αγοράς (ανταγωνισμός, δομή της προσφοράς και δομή της ζητήσεως). Σε περίπτωση που δεν υφίσταται τέτοια δυνατότητα υποκαταστάσεως, ή αν αυτή είναι πολύ περιορισμένη, τα προϊόντα πρέπει να θεωρούνται ως ανήκοντα σε διαφορετικές αγορές.

    30.

    Εν πάση περιπτώσει, ο καθορισμός της αγοράς των οικείων προϊόντων δεν αποτελεί αφηρημένη άσκηση αλλά εργαλείο που βοηθεί να καθοριστεί αν μία επιχείρηση κατέχει δεσπόζουσα θέση. Επομένως, η εφαρμογή του κριτηρίου της επαρκούς αμοιβαίας υποκαταστάσεως απαιτεί εκτίμηση των συνθηκών ανταγωνισμού, της ζητήσεως και της προσφοράς στην οικεία αγορά ( 7 ). Η συλλογιστική την οποία ακολούθησε το Πρωτοδικείο στην αναιρεσιβαλλομένη απόφαση είναι, επομένως, τελείως έγκυρη στο μέτρο που θεωρεί ως λυσιτελές, ενόψει του καθορισμοί της οικείας αγοράς, το ποσοστό των χάρτινων κουτιών που προορίζονται για τη συσκευασία του γάλακτος και εκείνο των χάρτινων κουτιών που προορίζονται για τη συσκευασία άλλων προϊόντων. Το στοιχείο αυτό αποτελεί μέρος της διαρθρώσεως της ζητήσεως των μηχανών και των χάρτινων κουτιών ασηπτικής και μη ασηπτικής συσκευασίας και, συνεπώς, μπορεί να ληφθεί υπόψη για την εφαρμογή του κριτηρίου της δυνατότητας υποκαταστάσεως, όπως ακριβώς και τα συμφυή χαρακτηριστικά των οικείων προϊόντων.

    Όταν ενα προϊόν μπορεί, όπως συμβαίνει με τις μηχανές και τα χάρτινα κουτιά ασηπτικής και μη ασηπτικής συσκευασίας, να τύχει διαφόρων χρήσεων (συσκευασία του γάλακτος ή άλλων προϊόντων), η κοινοτική νομολογία δεν περιέχει κανόνα που να επιβάλλει τον καθορισμό διαφορετικών αγορών ανάλογα με τη χρήση του προϊόντος. Στη σκέψη 29 της αποφάσεως Hoffman-La Roche κατά Επιτροπής ( 8 ), το Δικαστήριο έλαβε υπόψη τη δυνατότητα της υπάρξεως δύο διαφορετικών αγορών για τις βιταμίνες, ανάλογα με τη χρησιμοποίηση τους για βιοθρεπτικούς ή τεχνολογικούς σκοπούς, για να κρίνει τελικώς ότι οι εν λόγω βιταμίνες αποτελούσαν μία μόνον αγορά ανεξαρτήτως της χρήσεως τους, ακόμη και αν υφίσταντο ανταγωνιστικά των βιταμινών προϊόντα χρησιμοποιούμενα για τεχνολογικούς σκοπούς. Στην απόφαση AKZO κατά Επιτροπής ( 9 ) (στο εξής: απόφαση AKZO), το Δικαστήριο έκρινε ότι τα οργανικά υπεροξείδια αποτελούσαν μία και μόνον αγορά, ακόμη και αν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν τόσο για την παραγωγή πλαστικών όσο και ως πρόσθετη ουσία για την παραγωγή αλεύρων. Πράγματι, ένα προϊόν το οποίο μπορεί να τύχει διαφόρων χρήσεων συνιστά μία μόνο συναφή αγορά ή περισσότερες ανάλογα με τις περιστάσεις κάθε συγκεκριμένης περιπτώσεως και το Πρωτοδικείο έδειξε επαρκώς, στη σκέψη 64 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι οι μηχανές και τα χάρτινα κουτιά, τόσο ασηπτικά όσο και μη ασηπτικά, αποτελούν συναφείς αγορές, ανεξαρτήτως του αν προορίζονται για τη συσκευασία γαλακτοκομικών προϊόντων ή άλλων ρευστών προϊόντων διατροφής.

    31.

    Η Tetra Pak θεωρεί εξάλλου ότι το Πρωτοδικείο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κρίνοντας, στη σκέψη 71 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι το περιθωριακό τμήμα της αγοράς, το οποίο κατελάμβαναν οι ασηπτικές συσκευασίες που χρησιμοποιούν άλλα υλικά εκτός του χάρτινου κουτιού, επιτρέπει να αποκλεισθεί η δυνατότητα επαρκούς αμοιβαίας υποκαταστάσεως με τα ασηπτικά χάρτινα κουτιά. Ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να απορριφθεί επειδή, όπως προηγουμένως επισημάνθηκε, το μερίδιο της αγοράς που κατέχει ένα προϊόν σε σχέση με ένα άλλο συνιστά ένα στοιχείο που μπορεί να ληφθεί υπόψη για την εφαρμογή του κριτηρίου της επαρκούς αμοιβαίας υποκαταστάσεως. Πράγματι, αν κατά τη διάρκεια μιας ευλόγως μακράς χρονικής περιόδου διαπιστώνεται παράλληλη σχέση μεταξύ της αυξήσεως ή της μειώσεως της ζητήσεως ενός προϊόντος και εκείνης ενός άλλου, το γεγονός αυτό μπορεί να αποτελεί ένδειξη για το όη τα δύο αυτά προϊόντα μπορούν επαρκώς να υποκαθίστανται αμοιβαίως. Η απόφαση Istituto Chemioterapico Italiano και Commercial Solvents κατά Επιτροπής (στο εξής: απόφαση Commercial Solvents κατά Επιτροπής) ( 10 ) δικαιολογεί το συμπέρασμα αυτό, επιβεβαιώνοντας ότι η σε μικρή κλίμακα εφαρμογή εναλλακτικών μεθόδων δυνητικού ή εμπειρικοί χαρακτήρα δεν έχει πρακτική σημασία, προκειμένου να καθοριστεί αν η πρώτη ύλη (ναροπροπάνιο ή αμινοβουτανόλη), αναγκαία για την παραγωγή αιθαμ-βουτόλης και ειδικών φαρμακευτικών προϊόντων με βάση την αιθαμβουτόλη, συνιστά την οικεία αγορά.

    32.

    Τέλος, η Tetra Pak βάλλει κατά της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, επειδή έλαβε υπόψη μόνο τη δυνατότητα βραχυπρόθεσμης αμοιβαίας υποκαταστάσεως προκειμένου να καθοριστεί αν υφίστατο δυνατότητα επαρκούς υποκαταστάσεως μεταξύ της αγοράς της ασηπτικής συσκευασίας και εκείνης της μη ασηπτικής συσκευασίας. Το επιχείρημα αυτό της Tetra Pak πρέπει να απορριφθεί, επειδή το Πρωτοδικείο δικαιολόγησε επαρκώς, στις σκέψεις 66 έως 70 της αποφάσεως του, την αδυναμία υποκαταστάσεως μεταξύ των συστημάτων ασηπτικής και μη ασηπτικής συσκευασίας, ενώ η Tetra Pak δέχθηκε ότι η αντιστροφή της καταστάσεως αυτής μακροπροθέσμως απαιτεί μακρά και δαπανηρή διαδικασία διαφημίσεως και προωθήσεως των ειδών συσκευασίας προκειμένου να επηρεασθούν οι καταναλωτές, δεδομένου ότι είναι μικρή η επίπτωση της τιμής της συσκευασίας στην τελική τιμή του προϊόντος διατροφής.

    33.

    Ενόψει των ανωτέρω εκτιμήσεων, θεωρώ ότι το Πρωτοδικείο ορθώς εφάρμοσε το κριτήριο της δυνατότητας επαρκούς υποκαταστάσεως και ότι ο λόγος αυτός της ασκηθείσας από την Tetra Pak αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί.

    Β — Ο δεύτερος λόγος, ο οποίος αφορά τη σχέση μεταξύ της αγοράς στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση και της προβαλλόμενης καταχρήσεως

    34.

    Κατά την αναιρεσείουσα, το Πρωτοδικείο κακώς έκρινε ότι η Tetra Pak παρέβει το άρθρο 86 της Συνθήκης ΕΚ με τις εμπορικές πρακτικές της στις αγορές μη ασηπτικής συσκευασίας, στο μέτρο που η εταιρία αυτή δεν κατείχε δεσπόζουσα θέση στις εν λόγω αγορές. Κατά τη γνώμη της, το άρθρο 86 απαιτεί η κατάχρηση να πραγματοποιείται ή να παράγει τα αποτελέσματα της στην αγορά που υφίσταται δεσπόζουσα θέση, με άλλα λόγια, η δεσπόζουσα θέση και η κατάχρηση να αφορούν την ίδια αγορά προϊόντων.

    35.

    Ο λόγος αυτός της αναιρέσεως έχει μεγάλη σημασία, εφόσον απαιτεί όπως το Δικαστήριο αποφανθεί επί της σχέσεως που πρέπει να υφίσταται μεταξύ της δεσπόζουσας θέσεως και της καταχρήσεως, για τους σκοπούς της εφαρμογής της απαγορεύσεως του άρθρου 86. Το ζήτημα αυτό τίθεται για πρώτη φορά με τόση σαφήνεια και πληρότητα ενώπιον του Δικαστηρίου, του οποίου η απόφαση επί του σημείου αυτού θα έχει αποφασιστική σημασία για τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 86.

    36.

    Προτού να εξετάσω αν η λύση την οποία έδωσε το Πρωτοδικείο με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση ήταν ορθή, θεωρώ σκόπιμο να εξετάσω γενικώς τη σχέση μεταξύ της δεσπόζουσας θέσεως και της καταχρήσεως ή, πράγμα το οποίο καταλήγει στο ίδιο, μεταξύ της αγοράς στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση και της αγοράς που θίγεται από την κατάχρηση, στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 86.

    37.

    Το άρθρο 86 απαγορεύει, «κατά το μέτρο που δύναται να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών, [τ]η καταχρηστική εκμετάλλευση από μία ή περισσότερες επιχειρήσεις της δεσπόζουσας θέσης τους εντός της κοινής αγοράς ή σημαντικού τμήματος της». Επομένως, απαιτεί να αποδειχθεί, εκτός του ότι θίγεται το ενδοκοινοτικό εμπόριο, η δεσπόζουσα θέση της οικείας επιχειρήσεως και η καταχρηστική εκμετάλλευση της θέσεως αυτής. Ως προς τη δεσπόζουσα θέση, το άρθρο 86 περιορίζεται να θέσει τις προϋποθέσεις σχετικά με τη γεωγραφική της έκταση (επίπτωση στην κοινή αγορά ή σε σημαντικό τμήμα αυτής), η δε νομολογία του Δικαστηρίου ανέπτυξε την έννοια της αγοράς των οικείων προϊόντων, προκειμένου να καθοριστεί ο εμπορικός χώρος εντός του οποίου πρέπει να εξετάζονται οι όροι ανταγωνισμού και η οικονομική ισχύς της επιχειρήσεως αυτής ( 11 ).

    38.

    Το άρθρο 86 επίσης δεν παρέχει καμία ένδειξη ως προς τη σχέση μεταξύ της δεσπόζουσας θέσεως και της καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως της, ώστε αφήνει καταρχήν εντελώς ανοικτό το ερώτημα αν η κατάχρηση εντοπίζεται ή όχι εντός της συναφούς αγοράς. Με βάση την κοινοτική νομολογία, είναι δυνατόν να αναγνωρισθούν οι ακόλουθες περιπτώσεις ανάλογα με τη σχέση που υφίσταται μεταξύ δεσπόζουσας θέσεως και καταχρήσεως:

    α)

    Η δεσπόζουσα θέση και η κατάχρηση υφίστανται στην ίδια αγορά.

    β)

    Η κατάχρηση πραγματοποιείται στην αγορά στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση, αλλά τα αποτελέσματα της γίνονται αισθητά σε άλλη αγορά, όπου η επιχείρηση δεν έχει δεσπόζουσα θέση.

    γ)

    Η κατάχρηση διαπράττεται σε αγορά στην οποία η επιχείρηση δεν κατέχει δεσπόζουσα θέση, προκειμένου να ενισχύσει τη θέση της στην αγορά στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση.

    δ)

    Η κατάχρηση διαπράττεται σε διαφορετική αγορά, αλλά συναφή και συνδεόμενη με την αγορά στην οποία η επιχείρηση έχει δεσπόζουσα θέση.

    ε)

    Η δεσπόζουσα θέση και η κατάχρηση πραγματοποιούνται σε διαφορετικές και μη συνδεόμενες μεταξύ τους αγορές.

    Η εφαρμογή του άρθρου 86 είναι δυνατή στις τρεις πρώτες περιπτώσεις, ως προς τις οποίες υπάρχει ήδη νομολογία του Δικαστηρίου, αλλά αποκλείεται στην τελευταία περίπτωση. Η τετάρτη περίπτωση εμφανίζεται πρώτη φορά με την παρούσα διαφορά ενώπιον των κοινοτικών δικαιοδοτι-κών οργάνων και η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση του Πρωτοδικείου έλυσε το πρόβλημα εφαρμόζοντας το άρθρο 86 όπως ακριβώς είχε πράξει η Επιτροπή με την προσβαλλομένη απόφαση.

    39.

    Η περίπτωση α', κατά την οποία η κατάχρηση επιτελείται στην αγορά στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση, συνιστά το τυπικό παράδειγμα εφαρμογής του άρθρου 86. Η νομολογία του Δικαστηρίου είναι σαφής και δέχεται πάντοτε, όπως η Επιτροπή και η Tetra Pak αναγνωρίζουν, την εφαρμογή της απαγορεύσεως του άρθρου 86 στις περιπτώσεις αυτές ( 12 ).

    40.

    Η αντίθετη κατάσταση εμφανίζεται όταν μια επιχείρηση κατέχει δεσπόζουσα θέση σε μία αγορά και ευθύνεται για καταχρηστικές εμπορικές πρακτικές σε μία διαφορετική αγορά, η οποία ούτε είναι συναφής ούτε συνδέεται με την αγορά στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση (περίπτωση ε'). Στην παράγραφο 18 του εγγράφου της ανταπαντήσεως, η Επιτροπή προτείνει στο Δικαστήριο να μην αποφανθεί επί της ενδεχομένης εφαρμογής του άρθρου 86 σ' αυτή την κατηγορία περιπτώσεων, στην οποία δεν υφίσταται κανένας σύνδεσμος μεταξύ της δεσπόζουσας θέσεως και της αγοράς στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση, αφενός, και μεταξύ της αγοράς στην οποία δεν υφίσταται δεσπόζουσα θέση και της εμπορικής συμπεριφοράς στην εν λόγω αγορά, αφετέρου. Κατ' αυτήν, η παρούσα υπόθεση δεν ανήκει στην περίπτωση αυτή και, για τον λόγο αυτό, οι διάδικοι δεν αντήλλαξαν, επαρκώς, επιχειρήματα μεταξύ τους.

    41.

    Κατά τη γνώμη μου, ο ισχυρισμός αυτός της Επιτροπής δεν μπορεί να γίνει δεκτός και θεωρώ σκόπιμο να ορισθεί αν το άρθρο 86 μπορεί να εφαρμόζεται όταν δεν υφίσταται σύνδεσμος μεταξύ της δεσπόζουσας θέσεως και της καταχρήσεως, επειδή αμφότερες πραγματοποιούνται σε διαφορετικές και μεταξύ τους ανεξάρτητες αγορές. Ως προς την περίπτωση αυτή, η νομολογία του Δικαστηρίου μπορεί να παρουσιάσει μόνο δύο ρητές, και επιπλέον αντιφατικές, γνώμες, διατυπωθείσες από γενικούς εισαγγελείς.

    Με τις προτάσεις του στην υπόθεση Michelin κατά Επιτροπής, ο γενικός εισαγγελέας VerLoren van Themaat ισχυρίστηκε ότι η καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως μπορεί να πραγματοποιηθεί, σύμφωνα με το γράμμα του άρθρου 86, σε συναφή αγορά, στην οποία η οικεία επιχείρηση δεν κατέχει δεσπόζουσα θέση ( 13 ).

    Το Δικαστήριο δέχθηκε μία αντικειμενική έννοια της καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως, δυνάμει της οποία η Επιτροπή δεν υποχρεούται να αποδείξει την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της δεσπόζουσας θέσεως και των εμπορικών πρακτικών που συνιστούν την κατάχρηση ( 14 ). Στην υπόθεση AKZO, ο γενικός εισαγγελέας Lenz έκρινε ότι «ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι η δεσπόζουσα θέση και η κατάχρηση της μπορεί να είναι τόσο διακεκριμένες μεταξύ τους ώστε να εκδηλώνονται σε διαφορετικές αγορές. Η πλήρης εγκατάλειψη της ιδέας της ενότητας μεταξύ αγοράς στην οποία κατέχεται δεσπόζουσα θέση και σχετικής αγοράς θα κατέλυε πλήρως τον ήδη ασθενή σύνδεσμο μεταξύ της θέσεως ισχύος στην αγορά και της καταχρήσεως της» ( 15 ).

    42.

    Εγώ ο ίδιος θεωρώ ότι η δεσπόζουσα θέση δεν μπορεί να αποσυνδέεται από την κατάχρηση σε σημείο ώστε να μπορούν να πραγματοποιούνται σε εντελώς διαφορετικές και χωριστές αγορές. Πράγματι, η λύση αυτή θα σήμαινε ότι μια επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση σε μία αγορά δεν θα μπορούσε να ανταγωνίζεται με ίσους όρους τις άλλες επιχειρήσεις σε άλλες αγορές, επειδή οι εμπορικές πρακτικές, προκειμένου να διεισδύσει στις εν λόγω άλλες αγορές, θα συνιστούσαν στις περισσότερες περιπτώσεις κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσεως της. Εξάλλου, η δεσπόζουσα θέση σε μία αγορά δεν περιάγει κατ' ανάγκη την επιχείρηση που την κατέχει σε ευνοϊκότερη θέση, για να ενεργεί σε διαφορετικές αγορές, από αυτήν που μπορεί να κατέχουν άλλες επιχειρήσεις. Έτσι, μια επιχείρηση μεγάλης εμβέλειας, η οποία κατέχει σημαντικά μερίδια διαφόρων αγορών, χωρίς να δεσπόζει σε καμία από αυτές, θα έχει περισσότερη ικανότητα διεισδύσεως σε μία νέα αγορά χρησιμοποιώντας επιθετική εμπορική πολιτική απ' ό,τι μια επιχείρηση με μικρότερο οικονομικό δυναμικό αλλά κατέχουσα δεσπόζουσα θέση σε μία αγορά. Για τον λόγο αυτό δεν είναι λογικό η τελευταία επιχείρηση να υποχρεούται να φέρει την ιδιαίτερη ευθύνη που επιβάλλει το άρθρο 86 όταν συμμετέχει σε αγορές εντελώς ανεξάρτητες της αγοράς στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση. Η αντίθεση λύση δεν θα συνέβαλλε στη διατήρηση ανόθευτου ανταγωνισμού μέσα στην εσωτερική αγορά, πράγμα το οποίο αποτελεί, εντούτοις, τον στόχο που προβλέπεται από το άρθρο 3, στοιχείο ζ', της Συνθήκης ΕΚ, στον οποίο πρέπει να στηρίζεται η ερμηνεία του άρθρου 86.

    43.

    Μεταξύ των δύο αυτών άκρων πρέπει να τοποθετηθούν οι άλλες τρεις περιπτώσεις. Οι περιπτώσεις β' και γ' αποτέλεσαν ήδη αντικείμενο ορισμένων αποφάσεων, που επιβεβαιώνουν την εφαρμογή του άρθρου 86.

    44.

    Στην περίπτωση β', η κατάχρηση πραγματοποιείται στην αγορά στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση, αλλά τα αποτελέσματα της γίνονται αισθητά σε μια άλλη αγορά στην οποία η επιχείρηση δεν διαθέτει δεσπόζουσα θέση. Με την απόφαση Commercial Solvents, η συμπεριφορά της επιχειρήσεως Commercial Solvents, η οποία είχε αρνηθεί να προμηθεύσει στην Zoja την πρώτη ύλη (αμινοβουτανόλη), αναγκαία για την παρασκευή φαρμάκου, την αιθαμβουτόλη, που χρησιμοποιείται κατά της φυματιώσεως, κρίθηκε αντίθετη προς το άρθρο 86. Η Commercial Solvents κατείχε δεσπόζουσα στην αγορά των πρώτων υλών που είναι αναγκαίες για την παρασκευή του οικείου φαρμάκου και η άρνηση της να προμηθεύσει αποτελούσε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσεως της στην οικεία αγορά, αλλά της οποίας τα αποτελέσματα εκτείνονταν στην αγορά των φαρμάκων κατά της φυματιώσεως, στην οποία η Commercial Solvents ήθελε να διεισδύσει.

    Στην υπόθεση CBEM ( 16 ), κρίθηκε ότι συνιστούσε κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως η άρνηση της επιχειρήσεως CLT, ιδιοκτήτριας του τηλεοπτικού σταθμού RTL, τις τηλεοπτικές διαφημίσεις της οποίας εκμεταλλεύεται αποκλειστικώς η θυγατρική της εταιρία ΙΡΒ, να παρέχει τις αναγκαίες υπηρεσίες σε επιχειρήσεις «πωλήσεως ειδών μέσω τηλεοπτικών εκπομπών» προκειμένου αυτές να αναπτύσσουν τη δραστηριότητα τους μέσω του τηλεοπτικού σταθμού RTL. Η CTL και η ΙΡΒ κατείχαν δεσπόζουσα θέση στην αγορά της τηλεοπτικής διαφημίσεως σε γαλλική γλώσσα, απευθυνόμενης στο βελγικό κοινό, η δε επιθυμία τους να διεισδύσουν στη συναφή αγορά της «πωλήσεως ειδών μέσω τηλεοπτικών εκπομπών» τις οδήγησε στην υιοθέτηση συμπεριφοράς αντίθετης προς τον ανταγωνισμό στην αγορά που υπήρχε δεσπόζουσα θέση — στην άρνηση μεταδόσεως των διαφημίσεων πωλήσεως διά τηλεοράσεως που δεν χρησιμοποιούν τον αριθμό τηλεφώνου της ΙΡΒ — της οποίας τα αποτελέσματα έγιναν αισθητά στη βοηθητική δραστηριότητα της «πωλήσεως ειδών μέσω τηλεοπτικών εκπομπών», όπου η CTL και η ΙΡΒ δεν είχαν δεσπόζουσα θέση.

    Στις δυο αυτές υποθέσεις, επιχειρήσεις κατέχουσες δεσπόζουσα θέση σε συγκεκριμένη αγορά εφάρμοζαν καταχρηστικές εμπορικές πρακτικές στην αγορά όπου υφίστατο δεσπόζουσα θέση, για να κρατήσουν για τον εαυτό τους, χωρίς να υπάρχει αντικειμενική ανάγκη, μια βοηθητική ή παράγωγη δραστηριότητα σε παραπλήσια ή διαφορετική αγορά, όπου αυτές δεν κατείχαν δεσπόζουσα θέση. Οι επιπτώσεις της καταχρήσεως στην αγορά αυτή, όπου δεν υφίσταται δεσπόζουσα θέση, λαμβάνονται υπόψη, προκειμένου να καθοριστεί η ενδεχομένη εφαρμογή του άρθρου 86 ( 17 ).

    45.

    Στην περίπτωση γ', η οποία αποτελεί το αντίθετο της περιπτώσεως β', η κατάχρηση επιτελείται σε μία αγορά στην οποία η επιχείρηση δεν κατέχει δεσπόζουσα θέση, προκειμένου να ενισχύσει τη θέση της στην αγορά στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση.

    Τα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η απόφαση AKZO, με ορισμένες επιφυλάξεις, ανήκουν στην περίπτωση αυτή. Πράγματι, στην υπόθεση αυτή επρόκειτο, καταρχήν, για τιμές προς άγρα πελατών που εφάρμοζε η AKZO κατά την πώληση οργανικών υπεροξειδίων χρησιμοποιουμένων ως προσθέτων ουσιών για τα άλευρα, προκειμένου να εξασθενήσει τη θέση της επιχειρήσεως ECS στον εν λόγω τομέα και να την εμποδίσει με τον τρόπο αυτό να αποκτήσει πρόσβαση στην αγορά των οργανικών υπεροξειδίων που προορίζονται για την παραγωγή πλαστικών, στην οποία δεσπόζει η AKZO. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η σχετική αγορά ήταν εκείνη των οργανικών υπεροξειδίων στο σύνολο τους, παρ' όλον ότι διέκρινε, κατά τρόπο ολίγον ασαφή ( 18 ), στην απόφαση αυτή δύο τομείς: τον τομέα των υπεροξειδίων που προορίζονται για την κατασκευή πλαστικών και τον τομέα εκείνων των υπεροξειδίων που χρησιμοποιούνται ως πρόσθετες ουσίες για τα άλευρα. Η κατάχρηση — αφύσικα χαμηλή τιμή — επιτελέσθηκε από την AKZO στον τελευταίο αυτό τομέα της οικείας αγοράς, αλλά με σκοπό να παραγάγει αποτελέσματα στον τομέα των υπεροξειδίων που χρησιμοποιούνται κατά την κατασκευή πλαστικών, ο οποίος αποτελούσε την κύρια αγορά της AKZO ( 19 ).

    Με την απόφαση ΒΡΒ Industries και British Gypsum κατά Επιτροπής ( 20 ), η οποία διατηρήθηκε με την απόφαση επί της αιτήσεως αναιρέσεως (στο εξής: απόφαση British Gypsum) ( 21 ), το Πρωτοδικείο δέχθηκε ότι το άρθρο 86 εφαρμόζεται στην περίπτωση πλεονεκτήματος που η οικεία επιχείρηση, η οποία κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά των γυψοσανίδων, χορηγεί σε μία διαφορετική αγορά, αυτήν του γύψου, μόνο στους «πιστούς» πελάτες, οι οποίοι αγοράζουν μόνον από αυτήν γυψοσανίδες. Η επιχείρηση έδινε προτεραιότητα στην παράδοση γύψου στους πελάτες που αγόραζαν από αυτήν τις γυψοσανίδες της, προκειμένου να προλάβει ή να εμποδίσει την εισαγωγή γυψοσανίδων από άλλα κράτη μέλη. Επομένως, η ακολουθούμενη εμπορική πρακτική στον τομέα του γύψου αποσκοπούσε στην ενίσχυση της δεσπόζουσας θέσεως της επιχειρήσεως στην αγορά των γυψοσανίδων.

    Η νομολογία αυτή επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 86, το οποίο οτο εξής καλύπτει οποιαδήποτε καταχρηστική εμπορική συμπεριφορά επηρεάζουσα την αγορά στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση, δεν έχει δε σημασία αν πραγματοποιείται σε διαφορετικές αγορές ( 22 ). Στις περιπτώσεις αυτές, ο σύνδεσμος μεταξύ της δεσπόζουσας θέσεως και της καταχρήσεως είναι ασθενέστερος, αν και εξακολουθεί να υφίσταται, εφόσον τα αποτελέσματα της καταχρήσεως, τουλάχιστον, επέρχονται στην αγορά στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση.

    46.

    Η περίπτωση δ' — κατάχρηση διαπραχθείσα σε διαφορετική αγορά, αλλά συναφή και συνδεόμενη με την αγορά στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση — συνιστά, σε σχέση με τις περιπτώσεις β' και γ', ένα περαιτέρω βήμα προς την κατεύθυνση της χαλαρώσεως της σχέσεως μεταξύ της καταχρήσεως και της δεσπόζουσας θέσεως. Στην κοινοτική νομολογία δεν υπήρχε καμία υπόθεση υπαγόμενη στην περίπτωση αυτή και, επομένως, η αναιρεσιβαλλομενη απόφαση συνιστά σημαντική νομολογιακή καινοτομία για την εφαρμογή του άρθρου 86. Για τον λόγο αυτό θα εκθέσω τη συλλογιστική που ακολούθησε το Πρωτοδικείο στην αναιρεσιβαλλομενη απόφαση, και θα εξετάσω στη συνέχεια την ορθότητα της υπό το φως των επιχειρημάτων που προέβαλε η αναιρεσείουσα με την αίτηση της αναιρέσεως.

    47.

    Στη σκέψη 122 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως το Πρωτοδικείο συνάγει ότι:

    «(...) οι πρακτικές που εφαρμόζει η Tetra Pak στις μη ασηπτικές αγορές ενδέχεται να εμπίπτουν στο άρθρο 86 της Συνθήκης, χωρίς να χρειάζεται να αποδειχθεί η ύπαρξη δεσπόζουσας θέσεως στις αγορές αυτές λαμβανόμενες μεμονωμένως, καθόσον η υπεροχή της επιχειρήσεως αυτής στις ασηπτικές αγορές, σε συνδυασμό με τους στενούς δεσμούς συνάφειας μεταξύ των αγορών αυτών και των ασηπτικών αγορών, εξασφάλιζε στην Tetra Pak ανεξαρτησία συμπεριφοράς σε σχέση με τους άλλους επιχειρηματίες που δρουν σας μη ασηπτικές αγορές, ικανή να δικαιολογήσει ειδική ευθύνη της, δυνάμει του άρθρου 86, για τη διατήρηση πραγματικού και ανόθευτου ανταγωνισμού στις αγορές αυτές.»

    48.

    Το Πρωτοδικείο καταλήγει στο συμπέρασμα αυτό ακολουθώντας μια συλλογιστική η οποία στηρίζεται στη διαπίστωση της δεσπόζουσας θέσεως της Tetra Pak στην αγορά ασηπτικών μηχανών και χάρτινων κουτιών, εφόσον αυτή έχει μερίδιο της αγοράς ανερχόμενο περίπου στο 90 %, ο μόνος ανταγωνιστής της είναι η PKL, με το υπόλοιπο 10 %, η είσοδος δε νέων ανταγωνιστών περιορίζεται λόγω της υπάρξεως πολυαρίθμων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και σημαντικών τεχνολογικών εμποδίων.

    49.

    Ακολούθως, το Πρωτοδικείο εξετάζει αν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 86 συντρέχουν όσον αφορά τη δράση της Tetra Pak στις μη ασηπτικές αγορές. Ως προς το σημείο αυτό, το Πρωτοδικείο δέχεται τη συλλογιστική που ακολούθησε η Επιτροπή στην προσβαλλομένη απόφαση και δεν κρίνει αναγκαίο να καθοριστεί αν η Tetra Pak κατείχε ή όχι, στις μη ασηπτικές αγορές, δεσπόζουσα θέση δικαιολογούσα την εφαρμογή του άρθρου 86. Με βάση τη νομολογία του Δικαστηρίου ( 23 ), ήταν σχετικά εύκολο να αποδειχθεί η ύπαρξη της εν λόγω δεσπόζουσας θέσεως, όπως αναγνώρισαν το Πρωτοδικείο ( 24 ) και η Επιτροπή ( 25 ). Πράγματι, η Tetra Pak κατείχε το 1985 περίπου το 48 % της αγοράς των χάρτινων κουτιών συσκευασίας και το 52 % της αγοράς των μη ασηπτικών μηχανών, το ποσοστό αυτό δε έφθασε το 1987 περίπου το 55 % και μάλιστα υπερέβαινε κατά 10 έως 15 % τα ποσοστά και των δύο κυρίων ανταγωνιστών της ενωμένων.

    50.

    Στη σκέψη 113 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Πρωτοδικείο κρίνει ότι το άρθρο 86 δεν περιλαμβάνει καμία ρητή ένδειξη που να επιβάλλει τον εντοπισμό της καταχρήσεως στην αγορά των οικείων προϊόντων. Χάρη σε μία ερμηνεία της νομολογίας του Δικαστηρίου, το Πρωτοδικείο καταλήγει ότι:

    «Το καθ' ύλην πεδίο εφαρμογής της ειδικής ευθύνης που βαρύνει επιχείρηση η οποία κατέχει δεσπόζουσα θέση πρέπει επομένως να εκτιμηθεί ενόψει των ειδικών συνθηκών της κάθε περιπτώσεως, οι οποίες αντιστοιχούν σε εξασθενημένο ανταγωνισμό (...)» (σκέψη 115).

    «Επομένως, οι ισχυρισμοί της προσφεύγουσας ότι ο κοινοτικός δικαστής είχε αποκλείσει κάθε δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 86 σε πράξη που διεπράχθη από επιχείρηση που κατέχει δεσπόζουσα θέση εντός χωριστής αγοράς από την αγορά στην οποία φέρεται να κατέχει τη δεσπόζουσα θέση πρέπει να απορριφθούν» (σκέψη 116).

    51.

    Εν προκειμένω, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι οι εμπορικές πρακτικές της Tetra Pak στις μη ασηπτικές αγορές προσέκρουαν στην ειδική ευθύνη που βάρυνε την επιχείρηση αυτή δυνάμει της απαγορεύσεως του άρθρου 86, λόγω της θέσεως υπεροχής που κατέχει στις μη ασηπτικές αγορές και του στενού συνδέσμου που υφίσταται μεταξύ αυτών και των ασηπτικών αγορών, όπου η Tetra Pak κατείχε δεσπόζουσα θέση.

    52.

    Στη σκέψη 115 της αποφάσεως του, το Πρωτοδικείο στηρίζεται στη νομολογία του Δικαστηρίου στις υποθέσεις Commercial Solvents κατά Επιτροπής, CBEM, AKZO και British Gypsum κατά Επιτροπής, προκειμένου να επιβεβαιώσει ότι το άρθρο 86 μπορεί να εφαρμόζεται σε πράξη επιτελε-σθείσα από επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση σε μία άλλη αγορά εκτός της αγοράς στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση. Οι αποφάσεις αυτές εμπίπτουν στις περιπτώσεις β' και γ', τις οποίες αναγνώρισα πιο πάνω, και των οποίων, ως προηγουμένων, μπορεί να γίνεται επίκληση σε περιορισμένη έκταση για τη λύση διαφοράς όπως η παρούσα υπόθεση ( 26 ). Πράγματι, σε όλες αυτές τις αποφάσεις υπήρχε σύνδεσμος μεταξύ της δεσπόζουσας θέσεως και της καταχρήσεως όσον αφορά την οικεία αγορά, δεδομένου ότι η κατάχρηση επετελείτο στην αγορά στην οποία υπήρχε δεσπόζουσα θέση και είχε επιπτώσεις σε μια άλλη άγορα ή επετελείτο σε διαφορετική αγορά αλλά προκείμενου να ενισχύσει τη θέση της επιχειρήσεως στην αγορά όπου υπήρχε δεσπόζουσα θέση. Στην παρούσα υπόθεση, η Tetra Pak έχει δεσπόζουσα θέση στις αγορές ασηπτικής συσκευασίας και επιτελεί καταχρήσεις στις αγορές μη ασηπτικής συσκευασίας, ώστε η δεσπόζουσα θέση και η κατάχρηση πραγματοποιούνται σε διαφορετικές οικείες αγορές. Επομένως, πρόκειται για μια διαφορά η οποία, αντίθετα προς εκείνες που εξετάστηκαν έως σήμερα στο πλαίσιο της κοινοτικής νομολογίας, εμπίπτει στην περίπτωση δ', λόγω των συνδέσμων μεταξύ των ασηπτικών και των μη ασηπτικών αγορών, και όχι στην περίπτωση ε' — δεσπόζουσα θέση και κατάχρηση που υφίστανται σε διαφορετικές και ανεξάρτητες μεταξύ τους αγορές —, ώστε η εφαρμογή του άρθρου 86 δεν μπορεί να αποκλεισθεί.

    Οι αναφερθείσες από το Πρωτοδικείο αποφάσεις χρησιμεύουν απλώς προς στήριξη της λύσεως που υιοθετήθηκε με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, στο μέτρο που αντανακλούν μια νομολογιακή τάση τείνουσα να επισημάνει ότι το Δικαστήριο προοδευτικώς καθιστά πιο χαλαρή τη σχέση μεταξύ δεσπόζουσας θέσεως και καταχρήσεως, χωρίς να την καταργεί πλήρως, εφόσον υφίσταται κάποιος σύνδεσμος μεταξύ της αγοράς στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση και της αγοράς στην οποία πραγματοποιείται η καταχρηστική εκμετάλλευση, στο μέτρο που η κατάχρηση και τα αποτελέσματα της έχουν επίπτωση και στις δύο αγορές.

    53.

    Στο σημείο αυτό πρέπει να τεθεί το ερώτημα αν η εφαρμογή της απαγορεύσεως του άρθρου 86 στις καταχρήσεις που επε-τέλεσε η Tetra Pak στις μη ασηπτικές αγορές, όπως αυτή έχει γίνει δεκτή από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, μπορεί να γίνει αποδεκτή υπό το φως της νομολογίας του Δικαστηρίου σχετικά με το άρθρο 86.

    54.

    Προσωπικά, μου φαίνεται ότι η λύση που δόθηκε από το Πρωτοδικείο με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση συνιστά συνεπή και δυναμένη να γίνει αποδεκτή νομολογιακή εξέλιξη, eívaL δε λογική, αν ληφθεί υπόψη ο αντικειμενικός ορισμός της καταχρήσεως που δόθηκε από το Δικαστήριο ( 27 ). Θεωρώ ότι η στενή σχέση μεταξύ των δύο συναφών αγορών συνιστά επαρκές στοιχείο για να υποστηριχθεί óu υφίσταται ο σύνδεσμος ο οποίος απαιτείται από το άρθρο 86, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, μεταξύ της δεσπόζουσας θέσεως και της καταχρήσεως.

    Ο σύνδεσμος αυτός δεν υφίσταται οσάκις οι δύο λυσιτελείς αγορές δεν είναι συναφείς. Στις περιπτώσεις αυτές, όπως ανέφερα, το άρθρο 86 δεν έχει εφαρμογή επειδή θα προκαλούσε αντίθετα αποτελέσματα προς τη διατήρηση του ελεύθερου ανταγωνισμού εντός της εσωτερικής αγοράς. Εντούτοις, όταν πρόκειται για αγορές λίαν συναφείς ή στενά συνδεόμενες μεταξύ τους, η απαγόρευση του άρθρου 86 μπορεί να εφαρμόζεται στις καταχρήσεις που επε-τέλεσε στην αγορά, στην οποία δεν υφίσταται δεσπόζουσα θέση, η επιχείρηση η οποία κατέχει δεσπόζουσα θέση στην άλλη αγορά. Η δυνατότητα αυτή συμφωνεί με τη νομολογία του Δικαστηρίου, η οποία κατέστησε πιο χαλαρό τον κανόνα περί του ενιαίου της αγοράς στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση και της αγοράς που επηρεάζεται από την κατάχρηση, καθιστώντας δυνατή την εφαρμογή του άρθρου 86 σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι συνέπειες της καταχρήσεως, που επιτελέσθηκε στην αγορά στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση, επεκτείνονται σε μια άλλη αγορά και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η κατάχρηση επιτελέσθηκε σε μία αγορά στην οποία δεν υφίσταται δεσπόζουσα θέση προκειμένου να ενισχυθεί η δεσπόζουσα θέση της επιχειρήσεως σε μία άλλη αγορά.

    55.

    Βεβαίως, η αποδοχή του κριτηρίου του στενού συνδέσμου μεταξύ δύο αγορών συνιστά το απώτατο όριο της χαλαρώσεως του κανόνα του ενιαίου χαρακτήρα της αγοράς στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση και της αγοράς που επηρεάζεται από την κατάχρηση. Το κριτήριο αυτό δεν απομακρύνεται υπερβολικά από εκείνο των αποτελεσμάτων της καταχρήσεως, που το Δικαστήριο δέχθηκε με τις αποφάσεις που υπάγονται στις περιπτώσεις β' και γ', που εξέτασα πιο πάνω, καθόσον τα αποτελέσματα καταχρήσεως που επιτελέσθηκε σε μία αγορά θα γίνουν τόσον εντονότερα αισθητά στην άλλη αγορά όσο στενότερος θα είναι ο σύνδεσμος μεταξύ των δύο.

    56.

    Η εφαρμογή του άρθρου 86 στις εν λόγω περιπτώσεις της καταχρήσεως που έχει επιτελεσθεί σε συναφή αγορά από επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση σε άλλη αγορά πρέπει να οροθετείται με ακρίβεια προκειμένου να αποφευχθεί η χρησιμοποίηση εκ μέρους της Επιτροπής της δυνατότητας αυτής για να επεκτείνει κατά τρόπο ανάρμοστο το πεδίο εφαρμογής της απαγορεύσεως της καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως δεσπόζουσας θέσεως. Το αποτέλεσμα αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με πολύ περιοριστική οροθέτηση της εν λόγω αγοράς, που θα επέτρεπε να καθοριστεί με ευκολία η δεσπόζουσα θέση της επιχειρήσεως και, ακολούθως, να θεωρηθούν άλλες παραπλήσιες αγορές ως στενά συνδεόμενες με την εν λόγω αγορά, ώστε η εν λόγω επιχείρηση να πρέπει να φέρει την ειδική ευθύνη που της επιβάλλει το άρθρο 86 στο πλαίσιο της δράσεως της σ' αυτές τις άλλες αγορές.

    57.

    Κατ' αρχήν, δεν είναι δυνατόν να οριστεί με πλήρη ακρίβεια η έννοια των στενά συνδεομένων ή συναφών αγορών. Πρόκειται για ένα ζήτημα που πρέπει να κρίνεται κατά περίπτωση από τις αρχές που είναι αρμόδιες για την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου του ανταγωνισμού. Εντούτοις, κατά την εκτίμηση αυτή πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθες περιστάσεις: η δομή της ζητήσεως και της προσφοράς στις αγορές, τα χαρακτηριστικά των προϊόντων, η χρησιμοποίηση εκ μέρους της δεσπόζουσας επιχειρήσεως της εξουσίας που έχει στην αγορά στην οποία δεσπόζει προκειμένου να διεισδύσει στη συναφή αγορά, το μερίδιο της αγοράς της δεσπόζουσας επιχειρήσεως στην αγορά στην οποία δεν υφίσταται δεσπόζουσα θέση και η έκταση του ελέγχου της αγοράς στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση από την εν λόγω επιχείρηση. Μία εκτίμηση αυτού του είδους δεν είναι αντίθετη, παρά τους ισχυρισμούς της Tetra Pak στην αίτηση της αναιρέσεως, προς την αρχή της ασφάλειας δικαίου. Εξάλλου, ο σύνδεσμος μεταξύ αγοράς στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση και αγοράς που θίγεται από την κατάχρηση πρέπει να είναι στενός, πράγμα το οποίο επιβάλλει στενή ερμηνεία της νέας αυτής περιπτώσεως εφαρμογής του άρθρου 86 και καθιστά ελάχιστα πιθανή την εμφάνιση μεγάλου αριθμού υποθέσεων που να εμπίπτουν σ' αυτήν ( 28 ).

    58.

    Θα εξετάσω τώρα αν, στην αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, το Πρωτοδικείο έλαβε υπόψη τους όρους που μόλις καθόρισα για την εφαρμογή του άρθρου 86 σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η δεσπόζουσα θέση και η κατάχρηση εντοπίζονται σε διαφορετικές αλλά στενά συνδεόμενες μεταξύ τους αγορές.

    59.

    Στις σκέψεις 120 και 121 της αποφάσεως του, το Πρωτοδικείο αποδεικνύει την ύπαρξη στενού δεσμού μεταξύ των ασηπτικών και των μη ασηπτικών αγορών, στηριζόμενο σε πολλά πραγματικά στοιχεία που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν στο πλαίσιο αιτήσεως αναιρέσεως και τα οποία είναι τα ακόλουθα:

    Οι μηχανές και τα χάρτινα κουτιά, ασηπτικά και μη ασηπτικά, χρησιμοποιούνται για τη συσκευασία των ιδίων ρευστών προϊόντων που προορίζονται για την ανθρώπινη διατροφή, κυρίως των γαλακτοκομικών προϊόντων και των φρουτοχυμών.

    Μεγάλο μέρος των πελατών της Tetra Pak ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα τόσο στον τομέα ασηπτικής όσο και στον τομέα μη ασηπτικής συσκευασίας. Η Tetra Pak διευκρίνισε ότι, το 1987, περίπου το 35 % των πελατών της φερόταν ότι απέκτησε ταυτόχρονα ασηπτικά και μη ασηπτικά συστήματα.

    Όσον αφορά τους παραγωγούς, δύο από αυτούς, η Tetra Pak και η PKL, ασκούν ήδη επιχειρηματική δραστηριότητα στις τέσσερις αγορές και ο τρίτος, η Elopak, που έχει ήδη διεισδύσει στον μη ασηπτικό τομέα, επιχειρεί προ πολλού να αποκτήσει πρόσβαση στις ασηπτικές αγορές.

    Η Tetra Pak δέσποζε σχεδόν εξ ολοκλήρου στην ασηπτική αγορά, εφόσον το μερίδιο της στην αγορά πλησίαζε το 90 %. Η ισχυρή αυτή θέση της Tetra Pak στον ασηπτικό τομέα την καθιστούσε, για τις επιχειρήσεις που παράγουν ρευστά είδη διατροφής τόσο νωπά όσο και μακράς διαρκείας, υποχρεωτικό σχεδόν προμηθευτή ασηπτικών συστημάτων και προνομιακό προμηθευτή μη ασηπτικών συστημάτων.

    Χάρη στο τεχνολογικό της προβάδισμα και στη σχεδόν μονοπωλιακή θέση της στον ασηπτικό τομέα, η Tetra Pak ήταν σε θέση να επικεντρώνει τις προσπάθειες της, στον τομέα του ανταγωνισμού, στις παραπλήσιες αγορές μη ασηπτικής συσκευασίας, όπου είχε ήδη εδραιώσει τη θέση της, χωρίς να φοβάται αντίποινα στον ασηπτικό τομέα.

    60.

    Ενόψει όλων αυτών των πραγματικών στοιχείων, θεωρώ ότι το Πρωτοδικείο απέδειξε πλήρως την ύπαρξη στενής συνάφειας μεταξύ των ασηπτικών και των μη ασηπτικών αγορών. Πράγματι, έλαβε υπόψη τα χαρακτηριστικά της προσφοράς και της ζητήσεως, τη θέση της Tetra Pak στην αγορά στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση και στη συναφή αγορά, καθώς και τη στρατηγική διεισδύσεως της δεσπόζουσας επιχειρήσεως στην αγορά στην οποία δεν υφίσταται δεσπόζουσα θέση. Όλα τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την εξέταση αυτή αποδεικνύουν τη συνάφεια μεταξύ των ασηπτικών και των μη ασηπτικών αγορών και επιτρέπουν να συναχθεί ότι, στις τελευταίες, η Tetra Pak έχαιρε επίσης ανεξάρτητης συμπεριφοράς εν σχέσει προς τους άλλους επιχειρηματίες.

    61.

    Η προσφεύγουσα θεωρεί ότι η λύση αυτή δεν είναι υποστηρίξιμη, επειδή το Δικαστήριο την απέρριψε σε παρόμοιες περιπτώσεις, συγκεκριμένα στις υποθέσεις Hoffman-La Roche κατά Επιτροπής και Michelin κατά Επιτροπής. Η πραγματοποιηθείσα από την προσφεύγουσα ανάλυση των αποφάσεων που δημοσιεύθηκαν στις δύο αυτές υποθέσεις πρέπει να απορριφθεί.

    Στην υπόθεση Hoffman-La Roche κατά Επιτροπής, το Δικαστήριο δέχθηκε την ύπαρξη οκτώ οικείων αγορών, αποτελουμένων από οκτώ διαφορετικές ομάδες βιταμινών. Η Hoffman-La Roche κατείχε δεσπόζουσα θέση σε όλες αυτές τις αγορές, εκτός της αγοράς της βιταμίνης Β3, όπου το μερίδιο της ήταν μικρότερο. Η επιχείρηση καταδικάστηκε για τις καταχρηστικές εμπορικές πρακτικές της ως προς τις επτά αγορές στις οποίες κατείχε δεσπόζουσα θέση και όχι για εκείνες στην αγορά της βιταμίνης Β3. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή δεν επικαλέστηκε τη στενή συνάφεια μεταξύ της αγοράς αυτής και των επτά άλλων αγορών βιταμινών και, επιπλέον, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η Hoffman-La Roche δεν διέθετε κανένα πλεονέκτημα στην αγορά της βιταμίνης Β3 απλώς επειδή προμήθευε τις επτά άλλες βιταμίνες, δεδομένου ότι οι ανταγωνιστές της προσέφεραν στους αγοραστές του προϊόντος αυτού ευρύ φάσμα άλλων προϊόντων ( 29 ). Στο πλαίσιο της παρούσας διαφοράς, όπως η Επιτροπή ανέφερε στο υπόμνημα της απαντήσεως, το πλεονέκτημα της Tetra Pak στις μη ασηπτικές αγορές, το οποίο οφείλεται στο ότι έχει σχεδόν το μονοπώλιο otlç ασηπτικές αγορές, δεν αντισταθμίζεται από τη δυνατότητα για τους ανταγωνιστές της των μη ασηπτικών αγορών να προσφέρουν στους πελάτες άλλο είδος προϊόντων.

    Όσον αφορά την απόφαση Michelin κατά Επιτροπής, το Πρωτοδικείο ορθώς απέκλεισε τον λυσιτελή χαρακτήρα της για τη λύση της παρούσας διαφοράς, στη σκέψη 116 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως. Στην υπόθεση εκείνη, μια συμπληρωματική έκπτωση συνδεόμενη με στόχους πωλήσεων στην αγορά των ελαστικών για τουριστικά οχήματα, που η Michelin προσέφερε σας Κάτω Χώρες, δεν θεωρήθηκε αντίθετη προς το άρθρο 86 επειδή δεν συνιστούσε παροχή συνδεόμενη με το σύστημα εκπτώσεως, το οποίο κρίθηκε ασυμβίβαστο προς την απαγόρευση του άρθρου 86, και το οποίο η εν λόγω επιχείρηση εφάρμοζε στην αγορά ελαστικών για φορτηγά στην οποία η ίδια είχε δεσπόζουσα θέση. Μεταξύ της αγοράς των ελαστικών για επιβατηγά αυτοκίνητα και εκείνης των ελαστικών για φορτηγά δεν υπήρχε στενός σύνδεσμος δεδομένου ότι υπήρχαν σημαντικές διαφορές στη δομή της προσφοράς και της ζητήσεως των δύο αγορών, τις οποίες το Δικαστήριο τόνισε κατά τον προσδιορισμό της οικείας αγοράς ( 30 ). Επομένως, η υπόθεση αυτή δεν αναφέρεται σε παρόμοια περίπτωση με εκείνη της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.

    62.

    Λαμβάνοντας υπό\|>η όλες τις προπαρα-τεθείσες σκέψεις, θεωρώ ότι ο λόγος αυτός της αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί.

    Γ — Ο τρίτος λόγος, που αφορά την αλληλένδετη πώληση χάρτινων κουτιών και μηχανών συσκευασίας

    63.

    Με τον λόγο αυτό αμφισβητείται η εφαρμογή εκ μέρους του Πρωτοδικείου του άρθρου 86, στοιχείο δ', στην αναιρεσιβαλ-λομένη απόφαση, για τον λόγο ότι το Πρωτοδικείο δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι το σύστημα των αλληλένδετων πωλήσεων της Tetra Pak υπάκουε στον φυσικό δεσμό που υπήρχε μεταξύ των συσκευασιών και των μηχανών πληρώσεως και ότι ήταν σύμφωνο προς τις εμπορικές συνήθειες του τομέα.

    64.

    Το Πρωτοδικείο έκρινε στις σκέψεις 131 έως 141 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως ότι η Tetra Pak περιέλαβε στις συμβάσεις της στερεότυπες ρήτρες που επιβάλλουν τη χρησιμοποίηση αποκλειστικά χάρτινων κουτιών Tetra Pak στις μηχανές που πωλεί η επιχείρηση αυτή (ρήτρα ix) και τον εφοδιασμό σε χάρτινα κουτιά αποκλειστικά από την Tetra Pak ή από προμηθευτή τον οποίο υποδεικνύει η ίδια (ρήτρες x και xxv), προκειμένου να καταστήσει τις συσκευασίες και τις μηχανές πληρώσεως αγορές εντελώς αλληλεξαρτώμενες.

    Οι 24 άλλες συμβατικές ρήτρες (ρήτρες i έως viii, xi έως xxiv, xxvi και xxvii) συνέβαλλαν στη διαμόρφωση συνολικής στρατηγικής που αποσκοπούσε στο να καταστήσει τον πελάτη, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας της πωλήσεως ή της μισθώσεως των μηχανών, πλήρως εξαρτώμενο από την Tetra Pak καθ' όλη τη διάρκεια ζωής των μηχανών, αποκλείοντας έτσι κάθε δυνατότητα ανταγωνισμού στον τομέα τόσο των χάρτινων κουτιών όσο και των συναφών προϊόντων.

    65.

    Το Πρωτοδικείο έκρινε ότι οι εν λόγω ρήτρες αλληλένδετης πωλήσεως είχαν καταχρηστικό χαρακτήρα, επειδή ενίσχυαν τη δεσπόζουσα θέση της Tetra Pak εντείνοντας την οικονομική εξάρτηση των πελατών της.

    66.

    Με την παρούσα αίτηση αναιρέσεως, η Tetra Pak ισχυρίζεται ότι οι συμβατικές ρήτρες που καθιερώνουν έναν δεσμό μεταξύ της πωλήσεως των συσκευασιών και της πωλήσεως των μηχανών πληρώσεως είναι νόμιμες ως προς το άρθρο 86, στοιχείο δ', διότι υφίσταται φυσικός σύνδεσμος μεταξύ των δύο προϊόντων και διότι η αλληλένδετη αυτή πώληση είναι σύμφωνη προς τις εμπορικές συνήθειες του τομέα.

    67.

    Τα επιχειρήματα αυτά πρέπει να απορριφθούν.

    68.

    Το άρθρο 86, στοιχείο δ', ορίζει ότι οι καταχρηστικές εφαρμογές που απαγορεύονται από την εν λόγω διάταξη «μπορούν να συνίστανται στην εξάρτηση της συνάψεως συμβάσεων από την αποδοχή, εκ μέρους των συναλλασσομένων, προσθέτων παροχών που εκ φύσεως ή σύμφωνα με τις εμπορικές συνήθειες δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο των συμβάσεων αυτών».

    69.

    Επομένως, καταχρηστικές εφαρμογές αντίθετες προς το άρθρο 86 συνιστούν τα συστήματα αλληλένδετης πωλήσεως προϊόντων τα οποία εκ φύσεως μπορούν να χωρίζονται και μπορούν να διατίθενται στο εμπόριο χωριστά, όπως και οι αλληλένδετες πωλήσεις σ' έναν τομέα στον οποίο αυτές δεν συνηθίζονται. Ορθώς η αναιρεσι-βαλλομένη απόφαση έκρινε ότι τα χάρτινα κουτιά και οι μηχανές πληρώσεως δεν συνιστούν, εκ φύσεως, αδιαχώριστα προϊόντα και ότι οι εμπορικές συνήθειες του τομέα δεν επέβαλλαν τη χρησιμοποίηση του συστήματος της αλληλένδετης πωλήσεως. Πράγματι, στις μη ασηπτικές αγορές υπήρχαν επιχειρήσεις, όπως ο Elopak, οι οποίες, για μακρύ χρονικό διάστημα, είχαν κατασκευάσει μόνο χάρτινα κουτιά χρησιμοποιούμενα σε μηχανές συσκευασίες που παρήγαν άλλες επιχειρήσεις. Εξάλλου, άλλοι μικροί παραγωγοί μη ασηπτικών συσκευασιών χρησιμοποιούσαν μηχανές πληρώσεως που προήρχοντο από βορειοαμερικανικές ή ιαπωνικές επιχειρήσεις. Εν πάση περιπτώσει, η μη ύπαρξη του φερομένου φυσικού δεσμού μεταξύ συσκευασιών και μηχανών πληρώσεως αποδεικνύεται κατά τρόπο αναντίρρητο από το γεγονός ότι η Tetra Pak ανέλαβε την υποχρέωση, κατόπιν της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, να εγκαταλείψει το σύστημα της αλληλένδετης πωλήσεως και να ανακοινώσει τα τεχνικά κριτήρια που οι συσκευασίες πρέπει να πληρούν για να μπορούν να χρησιμοποιούνται με τις μηχανές της πληρώσεως.

    70.

    Τέλος, θεωρώ ως απαράδεκτη την ερμηνεία του άρθρου 86, στοιχείο δ', που υποστηρίζει η Tetra Pak με την αίτηση της αναιρέσεως, από την οποία αυτή συνάγει a contralio προς την εν λόγω διάταξη ότι η δεσπόζουσα σε μία αγορά επιχείρηση δεν επιτελεί κατάχρηση αν καθιερώνει σύστημα αλληλένδετης πωλήσεως προϊόντων, τα οποία εκ φύσεως δεν μπορούν να χωριστούν, ή αν αυτό το είδος εμπορικής πρακτικής είναι σύμφωνο προς τις συνήθειες του τομέα. Υπό την έννοια αυτή, ορθώς, όπως η Επιτροπή επισημαίνει στο υπόμνημα της απαντήσεως, το Πρωτοδικείο αποφαίνεται στη σκέψη 137 της αναιρεσι-βαλλομένης αποφάσεως ότι:

    «(...) Επιπλέον και εν πάση περιπτώσει, ακόμη και αν υποτεθεί ότι υφίσταται τέτοια πρακτική, δεν αρκεί για να δικαιολογήσει τη χρησιμοποίηση του συστήματος αλληλένδετων πωλήσεων από επιχείρηση που κατέχει δεσπόζουσα θέση. Μία συναλλακτική συνήθεια η οποία μπορεί να γίνει δεκτή υπό κανονικές συνθήκες, σε ανταγωνιστική αγορά, δεν μπορεί να επιτραπεί στην περίπτωση αγοράς όπου ο ανταγωνισμός είναι περιορισμένος(...).»

    Ετσι, ένα σύστημα αλληλένδετης πωλήσεως που εφαρμόζεται σε προϊόντα τα οποία δεν μπορούν να χωριστούν εκ φύσεως, ή ένα σύστημα που είναι σύμφωνο προς τις εμπορικές συνήθειες του τομέα, συνιστά καταρχήν κατάχρηση, εκτός αν δικαιολογείται αντικειμενικά. Το Δικαστήριο έκρινε ότι, για μία επιχείρηση που κατέχει δεσπόζουσα θέση σε μία αγορά, το γεγονός óu δεσμεύει αμέσως ή εμμέσως τους πελάτες της με υποχρέωση αποκλειστικού εφοδιασμού συνιστά καταχρηστική εκμετάλλευση, καθόσον στερεί τον πελάτη από τη δυνατότητα επιλογής όσον αφορά τις πηγές εφοδιασμού του και φράσσει την είσοδο άλλων παραγωγών στην αγορά ( 31 ). Τέλος, η φύση των προϊόντων ή οι εμπορικές συνήθειες μπορούν να δικαιολογούν τις αλληλένδετες πωλήσεις που πραγματοποιούνται από επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

    71.

    Οι ανωτέρω εκτιμήσεις συνηγορούν υπέρ της απορρίψεως του λόγου αυτού της αναιρέσεως.

    Δ — Ο τέταρτος λόγος, που αφορά τις αποσκοπούσες στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών τιμές των χάρτινων κουτιών Tetra Rex στην Ιταλία και των μηχανών μη ασηπτικής συσκευασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο

    72.

    Με τον λόγο αυτό, η Tetra Pak ζητεί την ακύρωση του τμήματος της αναιρεσι-βαλλομένης αποφάσεως, σύμφωνα με το οποίο αποτελεί κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως η πώληση σε αποσκοπούσες στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών τιμές των χάρτινων κουτιών Tetra Rex στην Ιταλία και των μηχανών μη ασηπτικής συσκευασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η αναιρε-σείουσα είναι της γνώμης ότι οι τιμές αυτές δεν μπορούν να θεωρηθούν ως τιμές αποσκοπούσες στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών ενόψει της νομολογίας του Δικαστηρίου, επειδή η Tetra Pak δεν μπορούσε λογικά να ανακτήσει τις προκληθείσες από την εφαρμογή τους απώλειες, εφόσον οι τιμές αυτές είχαν εφαρμοστεί στον μη ασηπτικό τομέα, όπου η επιχείρηση δεν κατέχει δεσπόζουσα θέση.

    73.

    Η εφαρμογή του άρθρου 86 στις πρακτικές τιμών που αποσκοπούν στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών οροθετήθηκε από το Δικαστήριο στο πλαίσιο της υποθέσεως AKZO. Έχοντας ως βάση την αντικειμενική έννοια της καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως, το Δικαστήριο επιβεβαιώνει με την απόφαση AKZO ότι το άρθρο 86 «δεν επιτρέπει σε επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση να εκτοπίζει από την αγορά ανταγωνιστική της επιχείρηση και να ενισχύει με τον τρόπο αυτό τη θέση της χρησιμοποιώντας μέσα διαφορετικά από εκείνα που εντάσσονται στο πλαίσιο ενός υγιούς ανταγωνισμού» ( 32 ). Υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο ανταγωνισμός που στηρίζεται στις τιμές δεν είναι πάντοτε θεμιτός και στη συνέχεια διαπιστώνει δύο περιπτώσεις τιμών που αποσκοπούν στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών, που είναι αντίθετες προς το άρθρο 86.

    74.

    Πρώτον, θεωρεί ως καταχρηστικές εκ φύσεως «τιμές υπολειπόμενες του μέσου όρου του κυμαινόμενου κόστους (δηλαδή του κόστους που μεταβάλλεται ανάλογα με τις παραγόμενες ποσότητες), με τις οποίες επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση επιχειρεί να εκτοπίσει ανταγωνίστρια επιχείρηση (...)» ( 33 ). Όταν επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση πωλεί τα προϊόντα της σε τιμές κατώτερες από τον μέσον όρο του κυμαινόμενου κόστους, τεκμαίρεται ótl αυτή αποβλέπει στην εξαφάνιση των ανταγωνιστριών επιχειρήσεων όταν η επιχείρηση αυτή δεν έχει «(...) κανένα συμφέρον από την προσφορά τέτοιων τιμών, εκτός βέβαια αν αποβλέπει στην εκδίωξη από την αγορά των ανταγωνιστριών επιχειρήσεων προκειμένου να μπορέσει κατόπιν να αυξήσει τις τιμές της αποκομίζοντας κέρδος από τη μονοπωλιακή της κατάσταση, διότι κάθε πώληση συνεπάγεται γι' αυτήν ζημία, δηλαδή την απώλεια του συνόλου του σταθερού της κόστους (δηλαδή του κόστους που παραμένει σταθερό ανεξάρτητα από τις παραγόμενες ποσότητες) και μέρος τουλάχιστον του κυμαινόμενου κόστους της που αντιστοιχεί στην παραχθείσα ποσότητα» ( 34 ).

    75.

    Δεύτερον, το Δικαστήριο κρίνει ότι είναι επίσης καταχρηστικές οι τιμές οι «κατώτερες από τον μέσο όρο του συνολικού κόστους, οι οποίες περιλαμβάνουν τόσο το σταθερό όσο και το κυμαινόμενο κόστος, αλλά είναι ανώτερες από τον μέσο όρο του κυμαινόμενου κόστους (...), όταν καθορίζονται στο πλαίσιο σχεδίου που αποβλέπει στην εκδίωξη από την αγορά ανταγωνιστικής επιχειρήσεως» ( 35 ). Η καταχρηστική αυτή εφαρμογή απαιτεί συνεπώς την ύπαρξη πωλήσεων σε κατώτερες τιμές από τον μέσο όρο του συνολικού κόστους, καθώς και την ύπαρξη σχεδίου αφανισμού της ανταγωνιστικής επιχειρήσεως.

    76.

    Σε καμία από τις δύο αυτές περιπτώσεις τιμών που αποσκοπούν στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών, οι οποίες έχουν διαπιστωθεί με την απόφαση AKZO, το Δικαστήριο δεν απαιτεί την απόδειξη περί του ότι η κατέχουσα δεσπόζουσα θέση επιχείρηση μπορεί λογικά να ανακτήσει a posteriori τα εκουσίως απολεσθέντα. Το επιχείρημα της αναιρεσείουσας, σύμφωνα με το οποίο η σκέψη 71 της αποφάσεως AKZO καθιστά τη δυνατότητα ανακτήσεως των απολεσθέντων προϋπόθεση για την ύπαρξη τιμών που αποσκοπούν στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών, πρέπει να απορριφθεί. Στο εν λόγω χωρίο της αποφάσεως του, το Δικαστήριο εξηγεί μόνο τον λόγο για τον οποίο η πρόθεση εκδιώξεως τεκμαίρεται σε περίπτωση πωλήσεως σε κατώτερες τιμές από τον μέσον όρο του κυμαινόμενου κόστους.

    77.

    Προς στήριξη των επιχειρημάτων της, η αναιρεσείουσα αναφέρεται στη νομολογία του Supreme Court των Ηνωμένων Πολιτειών και ειδικότερα στην απόφαση Brooke Group κατά Brown & Williamson Tobacco ( 36 ), σύμφωνα με την οποία οι πωλήσεις σε κατώτερες τιμές από το κόστος δεν μπορούν να έχουν χαρακτήρα εκδιώξεως παρά μόνον όταν η κατέχουσα δεσπόζουσα θέση επιχείρηση μπορεί λογικά να ελπίζει στην εκ των υστέρων ανάκτηση αυτών που ηθελημένα απώλεσε. Συνεπώς, το Supreme Court θεωρεί τις τιμές ως τιμές προς άγραν πελατείας οσάκις οι πωλήσεις πραγματοποιούνται σε κατώτερες τιμές από το κόστος, η δε οικεία επιχείρηση έχει προοπτικές ανακτήσεως των απολεσθέντων. Η τελευταία αυτή προϋπόθεση απαιτεί ειδική απόδειξη, επειδή η δυνατότητα ανακτήσεως των απολεσθέντων είναι ο τελικός στόχος της στρατηγικής των τιμών προς άγραν πελατείας και, αν ο στόχος αυτός δεν ήταν πραγματοποιήσιμος, θα επρόκειτο για πρακτική αποβαίνουσα προς όφελος των καταναλωτών.

    78.

    Δεν μου φαίνεται σκόπιμο το Δικαστήριο να αναγάγει τη δυνατότητα ανακτήσεως των απολεσθέντων σε νέα προϋπόθεση για τη διαπίστωση τιμών που αποσκοπούν στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών, ασυμβιβάστων προς το άρθρο 86. Η λύση αυτή μου φαίνεται ότι επιβάλλεται, ιδίως, για τους εξής λόγους:

    Η πώληση με οικονομική ζημία, προκειμένου να εκδιωχθεί ένας ανταγωνιστής, θα αποτελούσε πρακτική αυτοκτονίας αν τη χρησιμοποιούσε επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση, χωρίς αυτή να έχει τη δυνατότητα ανακτήσεως των απολεσθέντων.

    Το οικονομικό δυναμικό της κατέχουσας θεσπόζουσα θέση επιχειρήσεως και η εξασθένιση του ανταγωνισμού στην αγορά στην οποία υφίσταται δεσπόζουσα θέση ή στην συναφή αγορά εξασφαλίζουν, καταρχήν, την ανάκτηση των απολεσθέντων.

    Η απόδειξη της δυνατότητας ανακτήσεως των απολεσθέντων είναι δύσκολη και απαιτεί πολύπλοκες αναλύσεις της αγοράς, όπως τονίζει εξάλλου η νομολογία του αμερικανικού Supreme Court.

    Η ανάκτηση των απολεσθέντων είναι το αποτέλεσμα που ζητεί η κατέχουσα δεσπόζουσα θέση επιχείρηση, αλλά οι τιμές προς άγραν πελατείας καθεαυτές συνιστούν πρακτική αντίθετη προς τον ανταγωνισμό, ανεξάρτητα από το αν επιτυγχάνουν ή όχι τον στόχο τους.

    79.

    Με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, το Πρωτοδικείο εφάρμοσε ορθώς τα κριτήρια που διατυπώθηκαν με την απόφαση AKZO, κρίνοντας ότι η πώληση των συσκευασιών Tetra Rex σε κατώτερες τιμές από το κυμαινόμενο κόστος τους, μεταξύ των ετών 1976 και 1981, ήταν αντίθετη προς το άρθρο 86, επειδή επιδίωκε εκ φύσεως να εξαφανίσει την Elopak και να ενισχύσει την υπερέχουσα θέση της Tetra Pak στις μη ασηπτικές αγορές. Αφετέρου, η πώληση συσκευασιών Tetra Rex το 1982 πραγματοποιήθηκε σε κατώτερες τιμές του συνολικού τους κόστους, και πολλαπλές ενδείξεις, που εκτίθενται στη σκέψη 151 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, επιβεβαίωσαν την ύπαρξη σχεδίου της Tetra Pak για να εξαφανίσει την Elopak από την ιταλική αγορά, ώστε ορθώς η πρακτική αυτή θεωρήθηκε ως καταχρηστική και αντίθετη προς το άρθρο 86. Η ίδια αυτή ανάλυση πρέπει να εφαρμοστεί στη συλλογιστική, κατ' ουσίαν πανομοιότυπη, την οποία ακολούθησε το Πρωτοδικείο για να αποδείξει ότι οι τιμές των μηχανών μη ασηπτικής συσκευασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, μεταξύ των ετών 1981 και 1984, είχαν τον χαρακτήρα τιμών που αποσκοπούν στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών.

    80.

    Η αναιρεσείουσα θεωρεί ότι οι πρακτικές αυτές των τιμών που αποσκοπούν στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών δεν συνιστούν παράβαση του άρθρου 86, επειδή αναπτύχθηκαν στις μη ασηπτικές αγορές, όπου η Tetra Pak δεν κατείχε δεσπόζουσα θέση. Το επιχείρημα αυτό πρέπει να απορριφθεί, δεδομένου ότι, όπως έκρινα πιο πάνω, η ύπαρξη σχεδόν μονοπωλίου στις ασηπτικές αγορές και ο στενός δεσμός μεταξύ αυτών και των μη ασηπτικών αγορών μετέβαλαν τις καταχρήσεις της Tetra Pak στις μη ασηπτικές αγορές σε πρακτικές αντίθετες προς το άρθρο 86.

    81.

    Για όλους αυτούς τους λόγους θεωρώ ότι ο παρών λόγος της αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί.

    Ε — Ο πέμπτος λόγος, που αφορά το ύφος του προστίμου

    82.

    Με τον λόγο αυτό, η αναιρεσείουσα ζητεί την ακύρωση του προστίμου ή τουλάχιστον ουσιώδη μείωση του ύψους του, επειδή, κατ' αυτήν, το Πρωτοδικείο κακώς δεν έλαβε υπόψη τις ελαφρυντικές περιστάσεις που αυτή είχε επικαλεστεί και ειδικότερα το γεγονός ότι η προσβαλλομένη απόφαση έθιγε νέα ζητήματα ως προς ορισμένα σημαντικά σημεία. Συγκεκριμένα, η αναιρεσείουσα θεωρεί ότι, όπως και η Επιτροπή, το Πρωτοδικείο καθόρισε το ύψος του προστίμου χωρίς να λάβει υπόψη ότι δεν υπήρχε προηγούμενο όσον αφορά τις αλληλένδετες πωλήσεις, τις αποσκοπούσες στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών τιμές και τη δυνατότητα για μία επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση σε μία αγορά να επιτελεί καταχρήσεις σε συναφή αγορά, στην οποία όμως δεν υφίσταται δεσπόζουσα θέση.

    83.

    Το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να γίνει δεκτό. Πράγματι, το Πρωτοδικείο έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η προσβαλλομένη απόφαση, κατά την Tetra Pak, έθιγε νέα ζητήματα, εφόσον ανέφερε το επιχείρημα αυτό της Tetra Pak στη σκέψη 228 της αποφάσεως με την εξής διατύπωση:

    «Πέμπτον, η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η μέθοδος ορισμού της αγοράς των προϊόντων καθώς και η θεωρία της“παραπλήσιας αγοράς” με την οποία δικαιολόγησε την εφαρμογή του άρθρου 86 της Συνθήκης στον μη ασηπτικό τομέα αποτελούν νέα στοιχεία.»

    84.

    Το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε με τη σκέψη 239 της αποφάσεως, όπου το Πρωτοδικείο έκρινε ότι «(...) ακόμη και αν από ορισμένες απόψεις ο καθορισμός των αγορών των σχετικών προϊόντων και του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 86 είχε ενδεχομένως πολύπλοκο χαρακτήρα, το γεγονός αυτό δεν μπορεί να οδηγήσει εν προκειμένω στη μείωση του ύψους του προστίμου, λόγω του πρόδηλου χαρακτήρα και της ιδιαίτερης βαρύτητας των περιορισμών του ανταγωνισμού που προκύπτουν από τις επίμαχες καταχρηστικές εκμεταλλεύσεις. Οι ισχυρισμοί της προσφεύγουσας, οι οποίοι εξετέθησαν στη σκέψη 228 ανωτέρω, ότι δήθεν ορισμένες νομικές εκτιμήσεις που περιλαμβάνονται στην απόφαση αποτελούν νέα στοιχεία, δεν μπορούν ως εκ τούτου να γίνουν δεκτοί».

    85.

    Κατά τη γνώμη μου, ορθώς το Πρωτοδικείο ανέπτυξε τις σκέψεις αυτές σχετικά με τον καθορισμό του ύ\()ους του προστίμου και αρνήθηκε ότι τα νέα ζητήματα που θίγει η προσβαλλομένη απόφαση μπορούν να αποτελέσουν ελαφρυντική περίσταση. Ως προς τις αλληλένδετες πωλήσεις και την πρακτική των τιμών που αποσκοπούν στον εξοβελισμό των ανταγωνιστών υπήρχαν ήδη αποφάσεις της Επιτροπής και νομολογία του Δικαστηρίου. Η εφαρμογή του άρθρου 86 στις καταχρηστικές εκμεταλλεύσεις επιχειρήσεως, κατέχουσας δεσπόζουσα θέση, σε συναφή αγορά, όπου αυτή κατείχε υπερέχουσα αλλά όχι δεσπόζουσα θέση, συνιστά, χωρίς αμφιβολία, σημαντική καινοτομία. Εντούτοις, η εξέλιξη αυτή κατά την εφαρμογή του άρθρου 86 είναι σύμφωνη με την προηγουμένη νομολογία του Δικαστηρίου, η οποία καθιστούσε πιο χαλαρό τον κανόνα του ενιαίου χαρακτήρα της αγοράς στην οποία υπήρχε δεσπόζουσα θέση και της αγοράς που επηρεαζόταν από την κατάχρηση. Επιπλέον, και εν πάση περιπτώσει, η Επιτροπή μπορούσε να έχει επιβάλει κυρώσεις για τις καταχρήσεις της Tetra Pak στις μη ασηπτικές αγορές, αποδεικνύοντας τη δεσπόζουσα θέση της σης εν λόγω αγορές.

    86.

    Κατά τα λοιπά, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση εφαρμόζει προσηκόντως τα καθιερωθέντα από τη νομολογία του Δικαστηρίου κριτήρια για τον καθορισμό του ύψους των προστίμων, καταλήγοντας ότι το πρόστιμο των 75 εκατομμυρίων ECU που επέβαλε η Επιτροπή στην Tetra Pak, και το οποίο είναι το πλέον υψηλό που εφαρμόστηκε ποτέ σε μεμονωμένη επιχείρηση, ήταν τελείως δικαιολογημένο, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα, τη διάρκεια και τις επιπτώσεις των αντίθετων προς τον ανταγωνισμό μεθόδων της Tetra Pak.

    87.

    Για όλους αυτούς τους λόγους, προτείνω στο Δικαστήριο να απορρίψει και αυτόν τον λόγο της αναιρέσεως.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    88.

    Σύμφωνα με το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, το οποίο εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 118 στη διαδικασία της αναιρέσεως, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Συνεπώς, αν οι διατυπωθέντες από την προσφεύγουσα λόγοι απορριφθούν, όπως σας προτείνω, θα πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

    Πρόΐαση

    89.

    Σύμφωνα προς τις προεκτεθείσες σκέψεις, προτείνω στο Δικαστήριο:

    1)

    να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως-

    2)

    να καταδικάσει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα.


    ( *1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η ισπανική.

    ( 1 ) Συλλογή 1994, α. II-755.

    ( 2 ) Απόφααη της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 1991, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 86 της Συνθήκης ΕΟΚ αν/31.043 —Tclra Pak Π, EE L 72, σ. 1).

    ( 3 ) Η απόφαση αυτή εντάσσεται σε μία σειρά τριών αποφάσεων που αφορούν την Tetra Pak. Η πρώτη είναι η απόφαση 88/501/ΕΟΚ, της 26ης Ιουλίου 1988, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής των άρθρων 85 και 86 της Συνθήκης ΕΟΚ [IV/31.043 —Tetra Pak Ι (άδεια εκμεταλλεύσεως BTG), EE L 272, o. 27], με την οποία η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Tetra Pak, με την απόκτηση, μέσω της εξαγοράς του ομίλου Liquipak, της αποκλειστικότητας αδείας εκμεταλλεύσεως διπλώματος ευρεσιτεχνίας επί νέας μεθόδου ασηπτικής συσκευασίας του γάλακτος, καλούμενης «άκρως υψηλής θερμοκρασίας» (στο εξής: UHT), παρέβη το άρθρο 86 της Συνθήκης από την ημερομηνία της αποκτήσεως αυτής μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία τερματίστηκε πράγματι η εν λόγω αποκλειστικότητα. Κατά της αποφάσεως αυτής ασκήθηκε προσφυγή, η οποία απορρίφθηκε από το Πρωτοδικείο με την απόφαση της 10ης Ιουλίου 1990, Τ-51/89, Tetra Pak Rausing κατά Επιτροπής (Συλλογή 1990, σ. II-309). Η δεύτερη απόφαση είναι η απόφαση 91/535/ΕΟΚ, της 19ης Ιουλίου 1991, με την οποία μια συγκέντρωση επιχειρήσεων κηρύσσεται συμβατή προς την κοινή αγορά (υπόθεση IV/M068 — Tetra Pak/AUa-Laval, EE L 290, o. 35), και με την οποία η Επιτροπή, στηριζομένη στο άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) 4064/89 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (αναθεωρημένο κείμενο δημοσιευθέν στην ΕΕ 1990, L 257, σ. 13), δήλωσε ότι η απόκτηση από την Tetra Pak της Alfa-Laval AB συμβιβάζεται προς την κοινή αγορά.

    ( 4 ) Ο Ενοποιημένος κύκλος εργασιών του ομίλου Tclra Pak ανερχόταν οε 2400 εκατομμύρια ECU το 1987 και οε 3600 κατομμύρια ECU το 1990. Περίπου το 90 % του εν λόγω κύκλου εργασιών πραγματοποιήθηκε στην αγορά χάρτινων κουτιών συσκευασίας και 10% στην αγορά μηχανών συσκευασίας και συναφών δραστηριοτήτων. Το μερίδιο της Κοινότητας στον εν λόγω κύκλο εργασιών ανερχόταν στο 50%. Εντός της Κοινότητας, η Ιταλία είναι μία από τις χώρες, αν όχι η χώρα, όπου η Tclra Pak έχει τις περισσότερες εγκαταστάσεις της. Ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών των επτά ιταλικών εταιριών του ομίλου ανερχόταν το 1987 οε 204 εκατομμύρια ECU.

    ( 5 ) Λποφααη Tilg 9ης Νοεμβρίου 1983, 322/81 (Συλλογή 1983, ο. 3461. σκέψη 37).

    ( 6 ) Απόφαση Michelin κατά Επιτροπής, προπαηατεθείσα στην υποαηίωση 5, σκέψη 37.

    ( 7 ) Βλ. Bellamy, C. και Child, G.: Derecho de la competencia en el mercado común, Civilas, Μαδρίτη, 1992, σ. 508 επ.- Korah, V.: An Introductory Guide to EC Competition Law and Practice, Sweet & Maxwell, Λονδίνο, 1994, σ. 69 επ.

    ( 8 ) Απόφαση της 13ης Φεβοουαοίου 1979, 85/76 (Συλλογή τόμος 1979/1, ο. 215).

    ( 9 ) Απόφαση της 3ης Ιουλίου 1991, C-62/86 (Συλλογή 1991, α I-3359, σκέψη 45).

    ( 10 ) Απόφαση του Δικαστηρίου της 6ης Μαρτίου 1974, 6/73 και 7/73 (Συλλογή τόμος 1971, σ. 113, οκέψη 15).

    ( 11 ) Για μια ανάλυαη της εννοίας της οικείας αγοράς, και των προβλημάτων που Οετει, βλ. Bolzć, C: «Abus de posilion dominante», Répertoire Dalïoz de droit communautaire, 1992.

    ( 12 ) Αποφάσεις της 21ης Φεβρουαρίου 1973, 6/72, Europcmballagc και Continental Can Company κατά Επιτροπής (Συλλογή τόμος 1972-1973, σ. 445, στο εξής: απόφαση Continental Can) της 14ης Φεβρουαρίου 1978, 27/76, Unilcd Brands κατά Επιτροπής (Συλλογή τόμος 1978, σ. 75), και της 2ας Μαρτίου 1994, C-53/92P, Hilti κατά Επιτροπής (Συλλογή 1994, σ. I-667).

    ( 13 ) Προτάσεις του γενικοί) εισαγγελέα VerLoren van Themaal στην υπόθεση Michelin κατά Επιτροπής, που προπαρατέθηκε στην υποσημείωση 5, σ. 3529 επ.

    ( 14 ) Απόφαση Hoffman-La Roche κατά Επιτροπής, που προπαρατέθηκε στην υποσημείωση 8, σκέψη 91.

    ( 15 ) Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Lenz στην υπόθεση AKZO, που προπαρατέθηκε στην υποσημείωση 9, παράγραφος 42.

    ( 16 ) Απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 1985, 311/84 (Συλλογή 1985, σ. 3261).

    ( 17 ) Βλ. την απόφαση Commercial Solvents, που παρατέθηκε στην υποσημείωση 10, σκέψη 22.

    ( 18 ) Απόφαση AKZO, που προπαρατέθηκε στην υποσημείωση 9, σκέψεις 40 έως 45.

    ( 19 ) Βλ. τα σχόλια του Subiotto, R.: «The Special Responsibility of Dominant Undertakings Not to Impair Genuine Undistortcd Competition», World Competition 1995, o. 11 και 12.

    ( 20 ) Απόφαση της 1ης Απριλίου 1993, Τ-65/89 (Συλλογή 1993, σ. Π-389).

    ( 21 ) Απόφαση της 6ης Απριλίου 1995, C-310/93 Ρ (Συλλογή 1995, σ. I-865).

    ( 22 ) Βλ. υπό την έννοια αυτή Sanfilippo, L.: «Abuse of Freedom of Conduci: Neighbouring Markets and Application of Article 86», European Business Law Review, Μάρτιος 1995, σ. 73.

    ( 23 ) Όπως το Δικαστήριο έκρινε οτι] οκέψη 60 της αποφάσεως AKZO, που προπαρατέθηκε στην υποσημείωση 9, μερίδιο της αγοράς ανερχόμενο ατο 50 % αποτελεί καθεαυτό, χωρίς τη συνδρομή εξαιρετικών περιστάσεων, απόδειξη υπάρξεως δεσπόζουσας θέσεως.

    ( 24 ) Στη σκέψη 119 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.

    ( 25 ) Παράγραφος 99 της προσβαλλομένης αποφάσεως.

    ( 26 ) Με τις προτάσεις του στην υπόθεση British Gypsum κατά Επιτροπής, ο γενικός εισαγγελέας Liger διερωτάται αν είναι δυνατόν να λαμβάνεται υπόψη κατάχρηση επιτελεοθείσα οε διαφορετική αγορά από εκείνη οτην οποία αναγνωρίστηκε η δεσπόζουσα θέση. Με βάση τις αποφάσεις Commercial Solvents κατά Επιτροπής, ΛΚΖΟ και CBEM, θεωρεί ότι το Δικαστήριο απαντά καταφατικώς στο ερώτημα αυτό όταν υπάρχει συνεκτικός δεσμός μεταξύ των δύο αγορών. Θεωρεί την απόφαση Tetra Pak, αναιρεσιβαλλομένη εν προκειμένω, ως αποτελούσα μία άλλη συναφή περίπτωση. Βλ. ειδικότερα τις παραγράφους 82 έως 85 των προτάσεων του στο πλαίσιο της υποθέοεως επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση British Gypsum κατά Επιτροπής, παρατεθείσα στην υποσημείωση 21.

    ( 27 ) Βλ., μεταξύ άλλων, τη σκέψη 27 της αποφάσεως Continental Can κατά Επιτροπής, που παρατέθηκε στην υποσημείωση 12, καθώς και τη σκέψη 91 της αποφάσεως Hoffman-La Roche κατά Επιτροπής, που παρατέθηκε στην υποσημείωση 8.

    ( 28 ) Βλ., υπό την έννοι.α αυτή, Levy, Ν.: «Tclra Pak Π: Slrclching lhe Limils of Article 86?», European Competition Law Review, 1995, no 2, σ. 109.

    ( 29 ) Σκέψη 46 της αποφάσεως Hoffmann-La Roche κατά Επιτροπής, που παρατέθηκε στην υποσημείωση 8.

    ( 30 ) Απόφαση Michelin κατά Επιτροπής, που παρατέθηκε ατην υποσημΕ(ωση 5, σκέψεις 39 έως 44.

    ( 31 ) Σκέψεις 89 και 90 της αποψαοεως IIoffmann-La Roche κατά Επιτροπής, που παρατέθηκε στην υποσημείωση 8, καθώς και οκέψη 149 της αποφάοεως ΛΚΖΟ, που παρατέθηκε στην υποσημείωση 9.

    ( 32 ) Σκέψη 70 της αποφάσεως AKZO, που προπαρατέθηκε στην υποσημείωση 9.

    ( 33 ) Σκέψη 71 της αποφάσεως AKZO, που προπαρατέθηκε στην υποσημείωση 9.

    ( 34 ) Σκέψη 71 της αποφάσεως AKZO, που προπαρατέθηκε στην υποσημείωση 9.

    ( 35 ) Σκέψη 72 της αποφάσεως AKZO, που προπαρατέθηκε στην υποσημείωση 9.

    ( 36 ) Απόφαση της 21ης Ιουνίου 1993, Brooke Group κατά Brown & Williamson Tobacco (no 92-466).

    Top