Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61993CJ0018

    Απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Μαΐου 1994.
    Corsica Ferries Italia Srl κατά Corpo dei piloti del porto di Genova.
    Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Tribunale di Genova - Ιταλία.
    Υποχρεωτική υπηρεσία πλοηγήσεως - Τιμολόγια εισάγοντα διακρίσεις - Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών - Ανταγωνισμός.
    Υπόθεση C-18/93.

    Συλλογή της Νομολογίας 1994 I-01783

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:1994:195

    61993J0018

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 17ΗΣ ΜΑΪΟΥ 1994. - CORSICA FERRIES ITALIA SRL ΚΑΤΑ CORPO DEI PILOTI DEL PORTO DI GENOVA. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: TRIBUNALE DI GENOVA - ΙΤΑΛΙΑ. - ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΡΟΗΓΗΣΕΩΣ - ΤΙΜΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΑΓΟΝΤΑ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ - ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ - ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-18/93.

    Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1994 σελίδα I-01783
    Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I-00113
    Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I-00147


    Περίληψη
    Διάδικοι
    Σκεπτικό της απόφασης
    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
    Διατακτικό

    Λέξεις κλειδιά


    ++++

    1. Προδικαστικά ερωτήματα * Υποβολή στο Δικαστήριο * Αναγκαιότητα προηγούμενης κατ' αντιμωλία συζητήσεως * Εκτίμηση από το εθνικό δικαστήριο

    (Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 177)

    2. Προδικαστικά ερωτήματα * Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου * 'Ορια * Ερώτημα που δεν ασκεί επιρροή και δεν ανταποκρίνεται σε αντικειμενική ανάγκη της διαδικασίας της κύριας δίκης

    (Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 177)

    3. Μεταφορές * Θαλάσσιες μεταφορές * Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών * Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων * Εφαρμογή στις λιμενικές υπηρεσίες πλοηγήσεως προτιμησιακών τιμολογίων για τα πλοία τα οποία έχουν άδεια εκτελέσεως ακτοπλοΐας εσωτερικού * Απαράδεκτη

    (Κανονισμός του Συμβουλίου 4055/86, άρθρο 1)

    4. Ανταγωνισμός * Δημόσιες επιχειρήσεις και επιχειρήσεις στις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα * Μονοπώλιο δραστηριοτήτων πλοηγήσεως σε λιμένες * 'Εγκριση των τιμολογίων από εθνική αρχή * Τιμολόγια εισάγοντα διακρίσεις μεταξύ χρηστών, ευνοούντα εκείνον που πραγματοποιεί μεταφορές μεταξύ δύο εθνικών λιμένων σε σχέση με εκείνον που διασφαλίζει τη σύνδεση με λιμένα άλλου κράτους μέλους * Καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως

    (Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρα 86 και 90 PAR 1)

    Περίληψη


    1. Το άρθρο 177 της Συνθήκης δεν εξαρτά την υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο από την κατ' αντιμωλία διαδικασία, κατά την οποία το εθνικό δικαστήριο υποβάλλει προδικαστικό ερώτημα, έστω και αν αποδειχθεί ότι είναι προς το συμφέρον της ορθής απονομής της δικαιοσύνης το προδικαστικό ερώτημα να υποβάλλεται μόνο κατόπιν συζητήσεως κατ' αντιμωλία.

    2. Στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 177 της Συνθήκης, το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να απαντά στο Δικαστήριο που του υπέβαλε προδικαστικό ζήτημα, όταν τα ερωτήματα που του υποβλήθηκαν δεν έχουν καμιά σχέση με τα περιστατικά ή με το αντικείμενο της διαδικασίας της κύριας δίκης και, επομένως, δεν ανταποκρίνονται σε αντικειμενική ανάγκη για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης.

    3. Το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 4055/86, για την εφαρμογή της αρχής της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στον τομέα των θαλασσίων μεταφορών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, εμποδίζει την εφαρμογή εντός κράτους μέλους, για τις ίδιες υπηρεσίες πλοηγήσεως, διαφορετικών τιμολογίων, αναλόγως του αν το πλοίο το οποίο εκμεταλλεύεται η επιχείρηση που διενεργεί μεταφορές μεταξύ δύο κρατών μελών έχει ή όχι άδεια ακτοπλοΐας εσωτερικού που επιφυλάσσεται σε πλοία φέροντα τη σημαία του κράτους αυτού. Πράγματι, παρόμοια πρακτική συνιστά δυσμενή διάκριση λόγω ιθαγενείας, έστω και έμμεσα, διότι η εκμετάλλευση των υπό εθνική σημαία πλοίων γίνεται, γενικώς, από ημεδαπούς επιχειρηματίες, ενώ οι μεταφορείς, καταγωγής άλλων κρατών μελών, δεν εκμεταλλεύονται συνήθως πλοία νηολογημένα στο πρώτο κράτος.

    4. Μολονότι το γεγονός και μόνο της δημιουργίας δεσπόζουσας θέσεως με τη χορήγηση αποκλειστικών δικαιωμάτων, κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 1, της Συνθήκης, δεν είναι καθαυτό ασυμβίβαστο προς το άρθρο 86 της Συνθήκης, οι δύο αυτές διατάξεις απαγορεύουν στην εθνική αρχή, εγκρίνοντας τα τιμολόγια μιας επιχειρήσεως, να δημιουργεί γι' αυτήν τις προϋποθέσεις εφαρμογής διαφορετικών τιμολογίων στις επιχειρήσεις θαλασσίων μεταφορών, αναλόγως του αν οι τελευταίες διενεργούν μεταφορές μεταξύ κρατών μελών ή μεταξύ λιμένων που βρίσκονται στην εθνική επικράτεια, καθόσον μια τέτοια διάκριση είναι ικανή να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.

    Διάδικοι


    Στην υπόθεση C-18/93,

    που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale di Genova (Ιταλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

    Corsica Ferries Italia SRL

    και

    Corpo dei piloti del porto di Genova,

    η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς τα άρθρα 5, 7, 30, 59, 85, 86 και 90 της Συνθήκης ΕΟΚ,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

    συγκείμενο από τους O. Due, Πρόεδρο, G. F. Mancini, J. C. Moitinho de Almeida, M. Diez de Velasco και D. A. O. Edward, προέδρους τμήματος, Κ. Ν. Κακούρη, R. Joliet, F. A. Schockweiler (εισηγητή), G. C. Rodriguez Iglesias, F. Grevisse, M. Zuleeg, P. J. G. Kapteyn και J. L. Murray, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: W. Van Gerven

    γραμματέας: H. A. Ruehl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

    λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

    * η Corsica Ferries Italia SRL, εκπροσωπούμενη από τους G. Conte και G. Giacomini, δικηγόρους Γένουας,

    * η Corpo dei piloti del porto di Genova, εκπροσωπούμενη από τους L. Acquarone και S. Carbone, δικηγόρους Γένουας, A. Pappalardo, δικηγόρο Trapani, και A. Tizzano, δικηγόρο Νάπολης,

    * η Κυβέρνηση της Γαλλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενη από τον P. Pouzoulet, υποδιευθυντή στη Διεύθυνση Νομικών Υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, επικουρούμενο από τον H. Renie, αναπληρωτή γραμματέα εξωτερικών υποθέσεων στο ίδιο υπουργείο,

    * η Κυβέρνηση της Ιταλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενη από τον καθηγητή L. Ferrari Bravo, προϊστάμενο της Υπηρεσίας Διπλωματικών Διαφορών του Υπουργείου Εξωτερικών, επικουρούμενο από τον I. M. Braguglia, avvocato dello Stato,

    * η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους E. Traversa και V. Di Bucci, μέλη της Νομικής Υπηρεσίας,

    έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

    αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της Corsica Ferries Italia SRL, της Corpo dei piloti del porto di Genova, της Ιταλικής Κυβερνήσεως, της Γαλλικής Κυβερνήσεως και της Επιτροπής κατά τη συνεδρίαση της 14ης Δεκεμβρίου 1993,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 9ης Φεβρουαρίου 1994,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    Σκεπτικό της απόφασης


    1 Με Διάταξη της 14ης Δεκεμβρίου 1992, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 19 Ιανουαρίου 1993, το Tribunale di Genova υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, πέντε προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία των άρθρων 5, 7, 30, 59, 85, 86 και 90 της Συνθήκης αυτής.

    2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Corsica Ferries Italia SRL (στο εξής: Corsica Ferries) και της Corpo dei piloti del porto di Genova (ένωση πλοηγών του λιμένα της Γένουας, στο εξής: ένωση) σχετικά με την επιστροφή στην Corsica Ferries μέρους της αμοιβής που κατέβαλε για τις υπηρεσίες πλοηγήσεως στον λιμένα της Γένουας.

    3 Η υπηρεσία πλοηγήσεως στους ιταλικούς θαλάσσιους λιμένες, που διέπεται από τον κώδικα περί ναυσιπλοΐας και τον εκτελεστικό κανονισμό, διασφαλίζεται, υπό την εποπτεία και την ευθύνη του λιμενάρχη, από ενώσεις πλοηγών που συστάθηκαν με διάταγμα του Προέδρου της Δημοκρατίας και έχουν νομική προσωπικότητα.

    4 Μολονότι κατ' αρχήν προαιρετική, η υπηρεσία πλοηγήσεως κατέστη υποχρεωτική, με διατάγματα του Προέδρου της Δημοκρατίας, στο σύνολο σχεδόν των ιταλικών λιμένων, περιλαμβανομένου και αυτού της Γένουας. Η μη τήρηση, εκ μέρους του κυβερνήτη ενός πλοίου, της υποχρεώσεως χρησιμοποιήσεως της υπηρεσίας πλοηγήσεως τιμωρείται ποινικώς.

    5 Τα τιμολόγια πλοηγήσεως (οριζόμενα από την ένωση), εγκρίνονται από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας, αφού διατυπώσουν γνώμη οι ενδιαφερόμενες συνδικαλιστικές ενώσεις, και καθίστανται εκτελεστά, σε κάθε λιμένα, με απόφαση της αρμόδιας λιμενικής αρχής.

    6 Κατ' εφαρμογήν αποφάσεων του Διευθυντή Λιμενικής Υπηρεσίας του 1989, 1990 και 1991, ίσχυσαν για τον λιμένα της Γένουας διάφορες μειώσεις επί του βασικού τιμολογίου, ήτοι μείωση 30 % για τα πλοία τα οποία είχαν άδεια να εκτελούν ακτοπλοΐα εσωτερικού, δηλαδή μεταφορές μεταξύ δύο ιταλικών λιμένων, μείωση 50 % για τα πλοία της γραμμής, τα οποία έχουν άδεια ακτοπλοΐας εσωτερικού και εκτελούν τακτικές γραμμές μεταξύ των ιταλικών λιμένων με σταθερή διαδρομή και καταπλέουν στον λιμένα της Γένουας τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα, καθώς και άλλες μειώσεις για τα πλοία πέραν των 2 000 τόνων συνολικού εκτοπίσματος τα οποία έχουν άδεια ακτοπλοΐας εσωτερικού και τα οποία χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες πλοηγήσεως ορισμένες φορές κάθε μήνα.

    7 Κατά τον χρόνο των περιστατικών της κύριας δίκης, μόνο τα υπό ιταλική σημαία πλοία μπορούσαν να λάβουν άδεια ακτοπλοΐας εσωτερικού.

    8 Η Corsica Ferries, εταιρία ιταλικού δικαίου, εκτελεί, ως επιχείρηση θαλασσίων μεταφορών, κανονική γραμμή μεταξύ του λιμένα της Γένουας και διαφόρων λιμένων της Κορσικής, με δύο πορθμεία νηολογημένα στον Παναμά και φέροντα τη σημαία του κράτους αυτού.

    9 Θεωρώντας ότι είναι θύμα δυσμενούς διακρίσεως αντίθετης προς τους κανόνες ανταγωνισμού και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών της Συνθήκης, η Corsica Ferries προσέφυγε ενώπιον του Tribunale di Genova, στο πλαίσιο διαδικασίας εκδόσεως διαταγής πληρωμής που προβλέπεται στα άρθρα 633 επ. του ιταλικού Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προκειμένου να επιτύχει την επιστροφή της διαφοράς μεταξύ του βασικού τιμολόγιου που εξόφλησε και του μειωμένου τιμολογίου που ισχύει για τα πλοία που έχουν άδεια ακτοπλοΐας εσωτερικού.

    10 Στο πλαίσιο της διαφοράς αυτής, το Tribunale di Genova υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    "1) Συμβιβάζονται προς τα άρθρα 5 και 7 της Συνθήκης ΕΟΚ οι διατάξεις της εθνικής έννομης τάξεως οι οποίες, για τα πλοία τα οποία εκτελούν κανονική γραμμή μεταξύ λιμένων δύο κρατών μελών, ορίζουν ως αμοιβή για την * υποχρεωτική προς ασφάλεια της ναυσιπλοΐας * υπηρεσία πλοηγήσεως μειωμένα τιμολόγια που ισχύουν μόνο για τα εγκεκριμένα πλοία που εκτελούν ακτοπλοΐα μεταξύ εθνικών λιμένων, στην περίπτωση κατά την οποία η ακτοπλοΐα μεταξύ εθνικών λιμένων, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου, επιφυλάσσεται μόνο στα υπό ιταλική σημαία πλοία;

    2) Συμβιβάζονται προς το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΟΚ οι διατάξεις ή οι πρακτικές της εθνικής έννομης τάξης οι οποίες επιβάλλουν την υποχρεωτική χρήση των υπηρεσιών της επιχειρήσεως πλοηγήσεως, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία οι ίδιες εργασίες μπορούν, με ασφάλεια για τη ναυσιπλοΐα, να εκτελεστούν εν όλω ή εν μέρει με μικρότερο κόστος από το πλήρωμα, τα μέσα και την τεχνολογία που διαθέτει το πλοίο;

    3) Στην περίπτωση πλοίων που εκτελούν κανονική γραμμή μεταξύ δύο κρατών μελών, συμβιβάζονται προς το άρθρο 59 της Συνθήκης ΕΟΚ οι διατάξεις της εθνικής έννομης τάξης κατά τις οποίες μειώσεις επί των υποχρεωτικών τιμολογίων που ισχύουν για την παροχή υπηρεσιών πλοηγήσεως στους εθνικούς λιμένες ισχύουν μόνο για τα υπό εθνική σημαία πλοία;

    4) Μήπως η έγκριση εκ μέρους των δημοσίων αρχών ενός υποχρεωτικού τιμολογίου που προκύπτει από συμφωνία και/ή συνεννόηση μεταξύ των ενώσεων επιχειρήσεων του οικείου τομέα, συνιστά 'συναίνεση' σε συμφωνία απαγορευόμενη από το άρθρο 85, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΟΚ και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, μπορεί μια τέτοια συναίνεση να θεωρηθεί ότι συμβιβάζεται προς τις διατάξεις των άρθρων 90, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με τα άρθρα 5 και 85 της Συνθήκης ΕΟΚ;

    5) Συμβιβάζονται προς το άρθρο 90, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 86 της Συνθήκης ΕΟΚ, οι εθνικές διατάξεις κατά τις οποίες επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση, στην οποία έχουν χορηγηθεί αποκλειστικά δικαιώματα επί σημαντικού τμήματος της κοινής αγοράς, μπορεί:

    α) να επιβάλλει στα πλοία που εκτελούν τακτική γραμμή μεταξύ δύο κρατών μελών ανίσους όρους επί ισοδυνάμων παροχών, στην περίπτωση κατά την οποία το ισχύον σύστημα τιμολογήσεως προβλέπει, για τις ίδιες υπηρεσίες, πραγματικές μειώσεις επί των ισχυουσών τιμών μόνο για τα υπό εθνική σημαία πλοία;

    β) να εφαρμόζει, σε συνδυασμό με τα προηγούμενα, στα υπό αλλοδαπή σημαία πλοία, τιμολόγια τα οποία προβλέπουν αμοιβές κατά 'τρεις φορές' υψηλότερες σε σχέση με τις αμοιβές που προβλέπονται για τα υπό εθνική σημαία πλοία;

    γ) να μη μειώνει το κόστος μιας υποχρεωτικής υπηρεσίας, όπως η υπό εξέταση, στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο * τηρώντας πάντοτε ακριβώς και υπό όλες τις απόψεις τις απαιτήσεις ασφαλείας της ναυσιπλοΐας * είναι σε θέση, τουλάχιστον εν μέρει, να πλεύσει με δικά του μέσα;"

    Επί της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου να απαντήσει στα ερωτήματα

    11 Η καθής η αίτηση της κύριας δίκης, η Γαλλική και η Ιταλική Κυβέρνηση, καθώς και η Επιτροπή αμφισβητούν, ποικιλοτρόπως, την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου να απαντήσει σε όλα τα ερωτήματα του αιτούντος δικαστηρίου. Συναφώς, υπογραμμίζουν ότι, πρώτον, το αιτούν δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι τα πλοία είναι νηολογημένα στον Παναμά, πράγμα που εξηγεί την έλλειψη κατ' αντιμωλία συζητήσεως κατά τη διαδικασία εκδόσεως διαταγής πληρωμής, και, δεύτερον, τα υποβληθέντα ερωτήματα ή ορισμένα από αυτά δεν ασκούν επιρροή ενόψει της αιτήσεως της οποίας έχει επιληφθεί το εθνικό δικαστήριο.

    12 'Οσον αφορά τη φύση της ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου διαδικασίας, το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει ότι ο πρόεδρος ιταλικού δικαστηρίου, αποφαινόμενος στο πλαίσιο διαδικασίας εκδόσεως διαταγής πληρωμής, που προβλέπει ο ιταλικός Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ασκεί δικαιοδοτικά καθήκοντα κατά την έννοια του άρθρου 177 της Συνθήκης και ότι το άρθρο αυτό δεν εξαρτά την υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο από την κατ' αντιμωλία διαδικασία, κατά την οποία το εθνικό δικαστήριο υποβάλλει προδικαστικό ερώτημα, έστω και αν αποδειχθεί ότι μια τέτοια διαδικασία είναι προς το συμφέρον της ορθής απονομής της δικαιοσύνης (βλ. απόφαση της 14ης Δεκεμβρίου 1971, 43/71, Politi, Rec. 1971, σ. 1039 απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 1974, 162/73, Birra Dreher, Rec. 1974, σ. 201 απόφαση της 28ης Ιουνίου 1978, 70/77, Simmenthal, Rec. 1978, σ. 1453 απόφαση της 9ης Νοεμβρίου 1983, 199/82, San Giorgio, Συλλογή 1983, σ. 3595 απόφαση της 15ης Δεκεμβρίου 1993, C-277/91, C-318/91 και C-319/91, Ligur Carni, Συλλογή 1993, σ. Ι-0000 απόφαση της 3ης Μαρτίου 1994, C-332/92, C-333/92 και C-335/92, Eurico, Συλλογή 1994, σ. Ι-0000).

    13 Ως προς την ατελή παράθεση των περιστατικών, αρκεί η διαπίστωση ότι οι γραπτές και προφορικές παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου περιέχουν επαρκή πληροφοριακά στοιχεία ως προς τη νηολόγηση των πλοίων παρέχοντας τη δυνατότητα στο Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία αυτά, να δώσει στο εθνικό δικαστήριο μια χρήσιμη απάντηση.

    14 Τέλος, όσον αφορά τη λυσιτέλεια των ερωτημάτων, το Δικαστήριο έχει πει ότι δεν είναι αρμόδιο να απαντά στο αιτούν δικαστήριο οσάκις τα ερωτήματα που του υποβλήθηκαν δεν έχουν καμιά σχέση με τα περιστατικά ή με το αντικείμενο της διαδικασίας της κύριας δίκης και, επομένως, δεν ανταποκρίνονται σε αντικειμενική ανάγκη για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης (βλ. απόφαση της 16ης Ιουνίου 1981, 126/80, Salonia, Συλλογή 1981, σ. 1563 απόφαση της 11ης Ιουλίου 1991, C-368/89, Crispoltoni, Συλλογή 1991, σ. Ι-3695 απόφαση της 28ης Νοεμβρίου 1991, C-186/90, Durighello, Συλλογή 1991, σ. Ι-5773 απόφαση της 16ης Ιουλίου 1992, C-343/90, Lourenco Dias, Συλλογή 1992, σ. Ι-4673 απόφαση της 16ης Ιουλίου 1992, C-67/91, Asociacion espanola de Banca privada κ.λπ., Συλλογή 1992, σ. Ι-4785 προαναφερθείσα απόφαση Eurico Διάταξη της 26ης Ιανουαρίου 1990, C-286/88, Falciola, Συλλογή 1990, σ. Ι-191).

    15 Συναφώς, πρέπει να γίνει δεκτό, όπως παρατήρησε η Επιτροπή, ότι η αίτηση της οποίας έχει επιληφθεί το εθνικό δικαστήριο αφορά αποκλειστικά τον φερόμενο ως εισάγοντα διακρίσεις συντελεστή του τιμολογίου που εξόφλησε η αιτούσα της κύριας δίκης και όχι τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της υπηρεσίας πλοηγήσεως, το αμετάβλητο του τιμολογίου ανεξάρτητα από τον τεχνικό εξοπλισμό του πλοίου ή τους τρόπους καθορισμού του τιμολογίου αυτού.

    16 Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, πρέπει να δοθεί απάντηση μόνο στο πρώτο και στο τρίτο ερώτημα που αφορούν την τήρηση της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων στην εφαρμογή των τιμολογίων, καθώς και στα δύο πρώτα σκέλη του πέμπτου ερωτήματος που αφορούν την απαγόρευση καταχρηστικών πρακτικών εκ μέρους των δημοσίων επιχειρήσεων.

    Επί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στις θαλάσσιες μεταφορές

    17 Με το πρώτο και το τρίτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί ουσιαστικά να πληροφορηθεί αν το κοινοτικό δίκαιο εμποδίζει την εφαρμογή, εντός ενός κράτους μέλους και για τις ίδιες υπηρεσίες πλοηγήσεως, διαφορετικών τιμολογίων, αναλόγως του αν η διενεργούσα θαλάσσιες μεταφορές μεταξύ δύο κρατών μελών επιχείρηση εκμεταλλεύεται πλοίο το οποίο έχει ή όχι άδεια ναυσιπλοΐας εσωτερικού που επιφυλάσσεται σε πλοία φέροντα τη σημαία του κράτους αυτού.

    18 Συναφώς, επιβάλλεται ευθύς εξαρχής να παρατηρηθεί ότι το αναφερόμενο στο πρώτο ερώτημα άρθρο 5 της Συνθήκης, το οποίο επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να εκτελούν τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τη Συνθήκη, έχει τόσο γενική διατύπωση ώστε δεν μπορεί να γίνεται λόγος για αυτοτελή εφαρμογή όταν η εξεταζόμενη κατάσταση, όπως η προκειμένη, διέπεται από ειδική διάταξη της Συνθήκης (βλ. απόφαση της 11ης Μαρτίου 1992, C-78/90, C-79/90, C-80/90, C-81/90, C-82/90 και C-83/90, Societes Compagnie Commerciale de l' Ouest κ.λπ., Συλλογή 1992, σ. Ι-1847, σκέψη 19).

    19 Επιβάλλεται εν συνεχεία να παρατηρηθεί ότι, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 7 της Συνθήκης ΕΟΚ (άρθρο 6 της Συνθήκης ΕΚ), το οποίο καθιερώνει τη γενική αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας, μπορεί να εφαρμοστεί αυτοτελώς μόνο σε καταστάσεις διεπόμενες από το κοινοτικό δίκαιο για τις οποίες η Συνθήκη δεν προβλέπει ειδική απαγόρευση των διακρίσεων (βλ. απόφαση της 10ης Δεκεμβρίου 1991, C-179/90, Merci convenzionali porto di Genova, Συλλογή 1991, σ. Ι-5889, σκέψη 11).

    20 Η αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων εφαρμόστηκε και συγκεκριμενοποιήθηκε, στον τομέα της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, με το άρθρο 59 της Συνθήκης.

    21 'Οσον αφορά τον προσδιορισμό των υπηρεσιών στις οποίες πρέπει να εφαρμόζεται το άρθρο 59 της Συνθήκης, πρέπει να γίνει δεκτό ότι σύστημα διαφορετικών τιμολογίων στις υπηρεσίες πλοηγήσεως θίγει διττώς μια επιχείρηση μεταφορών, όπως η Corsica Ferries. Η πλοήγηση συνιστά υπηρεσία παρεχόμενη από την ένωση έναντι αμοιβής στους ασκούντες θαλάσσιες μεταφορές και οι διαφορετικές τιμολογήσεις τούς αφορούν ως αποδέκτες των υπηρεσιών αυτών. Οι διαφορετικές αυτές τιμολογήσεις θίγουν ωστόσο τον μεταφορέα ιδίως υπό την ιδιότητα του παρέχοντος υπηρεσίες στις θαλάσσιες μεταφορές, καθόσον οι διαφορές αυτές μετακυλίονται στο κόστος των εν λόγω υπηρεσιών και είναι έτσι ικανές να τον θέσουν σε μειονεκτικότερη θέση σε σχέση με τον επιχειρηματία ο οποίος απολαύει προτιμησιακού συστήματος τιμολογήσεως.

    22 Για να εκτιμηθεί το σύστημα τιμολογήσεως το οποίο βάλλεται ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου ενόψει της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στις θαλάσσιες μεταφορές, επιβάλλεται να εξεταστεί, πρώτον, σε ποιο μέτρο η αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων του άρθρου 59 της Συνθήκης εφαρμόζεται στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών και, δεύτερον, αν ένα τέτοιο σύστημα εισάγει δυσμενή διάκριση λόγω ιθαγενείας.

    23 Συναφώς, παρατηρείται, πρώτον, ότι το άρθρο 61, παράγραφος 1, της Συνθήκης ορίζει ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών στον τομέα των μεταφορών διέπεται από τις διατάξεις του τίτλου της Συνθήκης που αναφέρεται στις μεταφορές (βλ., ειδικότερα, απόφαση της 22ας Μαΐου 1985, 13/83, Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1985, σ. 1513, σκέψη 62, απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 1989, C-49/89, Corsica Ferries France, Συλλογή 1989, σ. 4441, σκέψη 10).

    24 Απ' αυτό προκύπτει, όπως έκρινε το Δικαστήριο με τις αποφάσεις Corsica Ferries France, που παρατέθηκε προηγουμένως (σκέψη 11), και της 30ής Απριλίου 1986, 209/84, 210/84, 211/84, 212/84 και 213/84, Asjes (Συλλογή 1986, σ. 1425, σκέψη 37), ότι, στον τομέα των μεταφορών, ο στόχος που ορίζει το άρθρο 59 της Συνθήκης και ο οποίος συνίσταται στην κατάργηση, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, των περιορισμών της ελεύθερης παροχής των υπηρεσιών θα έπρεπε να είχε επιτευχθεί στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής που προβλέπουν τα άρθρα 74 και 75 της Συνθήκης.

    25 'Οσον αφορά ειδικότερα τις θαλάσσιες μεταφορές, το άρθρο 84, παράγραφος 2, της Συνθήκης ορίζει ότι το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίζει αν, σε ποιο μέτρο και κατά ποια διαδικασία είναι δυνατό να θεσπιστούν κατάλληλες διατάξεις γι' αυτό το είδος μεταφορών.

    26 'Ετσι, βάσει των διατάξεων αυτών, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΟΚ) 4055/86, της 22ας Δεκεμβρίου 1986, για την εφαρμογή της αρχής της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών (ΕΕ L 378, σ. 1), ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1987.

    27 Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού,

    "Η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών μεταξύ κρατών μελών και μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών ισχύει για υπηκόους των κρατών μελών εγκατεστημένους σε κράτος μέλος της Κοινότητας εκτός από το κράτος του αποδέκτη των υπηρεσιών."

    28 'Οσον αφορά το καθ' ύλην πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 4055/86, από τη διατύπωση του ίδιου άρθρου 1 προκύπτει ότι ο κανονισμός έχει εφαρμογή στο είδος των θαλασσίων μεταφορών μεταξύ κρατών μελών για τις οποίες γίνεται λόγος στην υπόθεση της κύριας δίκης.

    29 'Οσον αφορά το προσωπικό πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 4055/86, παρατηρείται ότι το άρθρο 1 αναφέρεται στους υπηκόους των κρατών μελών που είναι εγκατεστημένοι σε κράτος μέλος εκτός από το κράτος του αποδέκτη των υπηρεσιών και δεν αναφέρεται στη νηολόγηση ή στη σημαία των πλοίων που εκμεταλλεύεται η επιχείρηση μεταφορών.

    30 Πρέπει ακόμη να τονιστεί ότι μια επιχείρηση μπορεί να επικαλεστεί έναντι του κράτους όπου είναι εγκατεστημένη την ελεύθερη παροχή των υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών μεταξύ κρατών μελών, ιδίως την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας, εφόσον οι υπηρεσίες παρέχονται σε αποδέκτες εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος. Σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η επιχείρηση, εγκατεστημένη σε κράτος μέλος και εκμεταλλευόμενη υπηρεσία κανονικής γραμμής με άλλο κράτος μέλος στο οποίο αναφέρεται ο κανονισμός 4055/86, προσφέρει τις υπηρεσίες αυτές, ως εκ της ίδιας τους της φύσης, ιδίως σε πρόσωπα εγκατεστημένα στο δεύτερο κράτος.

    31 Κατά συνέπεια, η κατάσταση για την οποία γίνεται λόγος στην υπόθεση της κύριας δίκης υπερβαίνει το καθαρά εσωτερικό πλαίσιο και το επιχείρημα που προέβαλε συναφώς η Ιταλική Κυβέρνηση πρέπει να απορριφθεί.

    32 Δεύτερον, για να εξεταστεί αν το ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου επίδικο σύστημα τιμολογήσεως συνάδει προς τον κανονισμό 4055/86, πρέπει να υπομνηστεί ότι από τις σκέψεις 6 και 7 της παρούσας αποφάσεως προκύπτει ότι το σύστημα αυτό προβλέπει προτιμησιακή μεταχείριση των πλοίων τα οποία έχουν άδεια ακτοπλοΐας εσωτερικού, δηλαδή των υπό εθνική σημαία πλοίων.

    33 'Ενα τέτοιο σύστημα εισάγει έμμεση δυσμενή διάκριση μεταξύ των επιχειρηματιών λόγω της ιθαγενείας τους, δεδομένου ότι η εκμετάλλευση των υπό εθνική σημαία πλοίων γίνεται, κατά γενικό κανόνα, από ημεδαπούς επιχειρηματίες, ενώ οι μεταφορείς, καταγωγής άλλων κρατών μελών, δεν εκμεταλλεύονται, γενικώς, πλοία νηολογημένα στο πρώτο κράτος.

    34 Η διαπίστωση αυτή δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι στην κατηγορία των μη ευνοουμένων επιχειρηματιών μπορεί επίσης να περιλαμβάνονται ημεδαποί μεταφορείς, οι οποίοι εκμεταλλεύονται πλοία που δεν είναι νηολογημένα στο κράτος τους ούτε από το γεγονός ότι η ομάδα των ευνοουμένων επιχειρηματιών μπορεί να περιλαμβάνει μεταφορείς καταγωγής άλλων κρατών μελών οι οποίοι εκμεταλλεύονται πλοία νηολογημένα στο πρώτο κράτος μέλος, ενώ η ευνοούμενη ομάδα αποτελείται ουσιαστικά από ημεδαπούς.

    35 Από τα προηγούμενα προκύπτει ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 4055/86 εμποδίζει το κράτος μέλος να εφαρμόζει για τις ίδιες υπηρεσίες πλοηγήσεως διαφορετικά τιμολόγια, αναλόγως του αν η επιχείρηση * έστω και αν κατάγεται από το κράτος αυτό * η οποία παρέχει υπηρεσίες θαλασσίων μεταφορών μεταξύ του κράτους αυτού και άλλου κράτους μέλους εκμεταλλεύεται πλοίο το οποίο έχει ή όχι άδεια ακτοπλοΐας εσωτερικού που επιφυλάσσεται σε πλοία φέροντα τη σημαία του κράτους αυτού.

    36 Κακώς η ένωση και η Ιταλική Κυβέρνηση προσπαθούν να δικαιολογήσουν τη διαφορετική τιμολόγηση από λόγους αναγομένους στην ασφάλεια της ναυσιπλοΐας ή στην εθνική πολιτική μεταφορών και στην προστασία του περιβάλλοντος. Πράγματι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι οι στόχοι αυτοί μπορούν να δικαιολογούν παρέμβαση των δημοσίων αρχών στον τομέα των μεταφορών, τιμολόγηση εισάγουσα διακρίσεις, όπως η επίδικη ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, δεν παρίσταται αναγκαία προς επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων.

    37 Επομένως, στο πρώτο και στο τρίτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 4055/86, το οποίο θέτει σε εφαρμογή την αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και ιδίως την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων, στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών μεταξύ κρατών μελών, εμποδίζει την εφαρμογή εντός κράτους μέλους, για τις ίδιες υπηρεσίες πλοηγήσεως, διαφορετικών τιμολογίων, αναλόγως του αν η επιχείρηση, η οποία διενεργεί θαλάσσιες μεταφορές μεταξύ δύο κρατών μελών, εκμεταλλεύεται πλοίο το οποίο έχει ή όχι άδεια ακτοπλοΐας εσωτερικού που επιφυλάσσεται σε πλοία φέροντα τη σημαία του κράτους αυτού.

    Επί των κανόνων ανταγωνισμού

    38 Με το πέμπτο ερώτημα, πρώτο και δεύτερο σκέλος, το εθνικό δικαστήριο ζητεί, ουσιαστικά, να πληροφορηθεί αν τα άρθρα 90, παράγραφος 1, και 86 της Συνθήκης απαγορεύουν στην εθνική αρχή να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μια επιχείρηση, στην οποία έχει χορηγηθεί αποκλειστικό δικαίωμα παροχής των υπηρεσιών υποχρεωτικής πλοηγήσεως σε σημαντικό τμήμα της κοινής αγοράς, να εφαρμόζει διαφορετικά τιμολόγια στις επιχειρήσεις θαλασσίων μεταφορών, αναλόγως του αν αυτές εκτελούν μεταφορές μεταξύ κρατών μελών ή μεταξύ λιμένων που βρίσκονται στην εθνική επικράτεια.

    39 Συναφώς, επιβάλλεται να υπομνηστεί ότι στην καθής η αίτηση της κύριας δίκης ένωση χορηγήθηκε από τις δημόσιες αρχές το αποκλειστικό δικαίωμα παροχής των υπηρεσιών υποχρεωτικής πλοηγήσεως στον λιμένα της Γένουας.

    40 Η επιχείρηση που απολαύει, εκ του νόμου, μονοπωλίου επί σημαντικού τμήματος της κοινής αγοράς μπορεί να θεωρηθεί ότι κατέχει δεσπόζουσα θέση κατά την έννοια του άρθρου 86 της Συνθήκης (βλ. απόφαση της 23ης Απριλίου 1991, C-41/90, Hoefner και Elser, Συλλογή 1991, σ. Ι-1979, σκέψη 28 απόφαση της 18ης Ιουνίου 1991, C-260/89, EΡT, Συλλογή 1991, σ. Ι-2925, σκέψη 31 προαναφερθείσα απόφαση Merci convenzionali porto di Genova, σκέψη 14).

    41 Η αγορά για την οποία γίνεται λόγος είναι εκείνη των υπηρεσιών πλοηγήσεως στον λιμένα της Γένουας. Αν ληφθεί υπόψη ιδίως ο όγκος των εμπορευμάτων που διακινούνται μέσω του λιμένα αυτού και η σημασία που αυτός έχει σε σχέση προς το σύνολο των δραστηριοτήτων θαλασσίας εισαγωγής και εξαγωγής στο οικείο κράτος μέλος, η αγορά αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά σημαντικό τμήμα της κοινής αγοράς (βλ. προαναφερθείσα απόφαση Merci convenzionali porto di Genova, σκέψη 15).

    42 Πρέπει ακόμη να διευκρινιστεί ότι το γεγονός και μόνο της δημιουργίας δεσπόζουσας θέσεως με τη χορήγηση αποκλειστικών δικαιωμάτων, κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 1, της Συνθήκης, δεν είναι καθαυτό ασυμβίβαστο προς το άρθρο 86 της Συνθήκης.

    43 Πάντως, ένα κράτος μέλος παραβαίνει τις απαγορεύσεις και των δύο αυτών διατάξεων όταν, εγκρίνοντας τα τιμολόγια που καθορίζει μια επιχείρηση, δημιουργεί γι' αυτήν τις προϋποθέσεις καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως της δεσπόζουσας θέσεώς της με την επιβολή, μεταξύ άλλων, στους εμπορικούς εταίρους ανίσων όρων για ισοδύναμες παροχές, κατά την έννοια του άρθρου 86, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο γ', της Συνθήκης.

    44 Οι εισάγουσες διακρίσεις πρακτικές οι οποίες αναφέρονται στην απόφαση περί παραπομπής, καθόσον αφορούν επιχειρήσεις που διενεργούν μεταφορές μεταξύ δύο κρατών μελών, είναι ικανές να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.

    45 Επομένως, στο πέμπτο ερώτημα, πρώτο και δεύτερο σκέλος, πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι τα άρθρα 90, παράγραφος 1, και 86 της Συνθήκης απαγορεύουν στην εθνική αρχή, εγκρίνοντας τα τιμολόγια που καθορίζει μια επιχείρηση στην οποία έχει χορηγηθεί αποκλειστικό δικαίωμα παροχής των υπηρεσιών υποχρεωτικής πλοηγήσεως σε σημαντικό τμήμα της κοινής αγοράς, να δημιουργεί για την επιχείρηση αυτή τις προϋποθέσεις εφαρμογής διαφορετικών τιμολογίων στις επιχειρήσεις θαλασσίων μεταφορών, αναλόγως του αν οι τελευταίες διενεργούν μεταφορές μεταξύ κρατών μελών ή μεταξύ λιμένων που βρίσκονται στην εθνική επικράτεια, καθόσον επηρεάζεται το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.

    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


    Επί των δικαστικών εξόδων

    46 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Γαλλική και η Ιταλική Κυβέρνηση, καθώς και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

    Διατακτικό


    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

    κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε, με Διάταξη της 14ης Δεκεμβρίου 1992, το Tribunale di Genova, αποφαίνεται:

    1) Το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 4055/86 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1986, για την εφαρμογή της αρχής της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στον τομέα των θαλασσίων μεταφορών μεταξύ κρατών μελών και μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, εμποδίζει την εφαρμογή εντός κράτους μέλους, για τις ίδιες υπηρεσίες πλοηγήσεως, διαφορετικών τιμολογίων, αναλόγως του αν η επιχείρηση, η οποία διενεργεί θαλάσσιες μεταφορές μεταξύ δύο κρατών μελών, εκμεταλλεύεται πλοίο το οποίο έχει ή όχι άδεια ακτοπλοΐας εσωτερικού που επιφυλάσσεται σε πλοία φέροντα σημαία του κράτους αυτού.

    2) Τα άρθρα 90, παράγραφος 1, και 86 της Συνθήκης απαγορεύουν στην εθνική αρχή, εγκρίνοντας τα τιμολόγια που καθορίζει μια επιχείρηση στην οποία έχει χορηγηθεί αποκλειστικό δικαίωμα παροχής των υπηρεσιών υποχρεωτικής πλοηγήσεως σε σημαντικό τμήμα της κοινής αγοράς, να δημιουργεί για την επιχείρηση αυτή τις προϋποθέσεις εφαρμογής διαφορετικών τιμολογίων στις επιχειρήσεις θαλασσίων μεταφορών, αναλόγως του αν οι τελευταίες διενεργούν μεταφορές μεταξύ κρατών μελών ή μεταξύ λιμένων που βρίσκονται στην εθνική επικράτεια, καθόσον επηρεάζεται το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.

    Top