Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61991CV0002

Γνωμοδότηση του Δικαστηρίου της 19ης Μαρτίου 1993.
Γνωμοδότηση εκδιδόμενη δυνάμει του άρθρου 228, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΟΚ - Σύμβαση υπ'αριθ. 170 της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας για την ασφάλεια κατά τη χρησιμοποίηση χημικών προϊόντων στην εργασία.
Γνωμοδότηση 2/91.

Συλλογή της Νομολογίας 1993 I-01061

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1993:106

61991V0002

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 19ΗΣ ΜΑΡΤΙΟΥ 1993. - ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΕΚΔΟΘΕΙΣΑ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 228, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1, ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΔΑΦΙΟ, ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΟΚ. - ΣΥΜΒΑΣΗ ΑΡΙΘ. 170 ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙ ΑΣΦΑΛΟΥΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΕΩΣ ΧΗΜΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ. - ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ 2/91.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I-01061
Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I-00059
Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I-00071


Περίληψη

Λέξεις κλειδιά


1. Διεθνείς συμφωνίες - Σύναψη - Προηγουμένη γνωμοδότηση του Δικαστηρίου - Αντικείμενο - Συμβιβαστόν προς τη Συνθήκη ΕΟΚ - Αρμοδιότητα της Κοινότητας

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 228 PAR 1, εδ. 2)

2. Διεθνείς συμφωνίες - Προϋποθέσεις συμμετοχής αποκλείουσες τη σύναψή τους από την Κοινότητα - Αρμοδιότητα της Κοινότητας - Ασκείται από τα κράτη μέλη ενεργούντα από κοινού

3. Διεθνείς συμφωνίες - Σύναψη - Αρμοδιότητα της Κοινότητας - Ανατίθεται είτε ρητά είτε έμμεσα - Αποκλειστική αρμοδιότητα - Κριτήρια εκτιμήσεως

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 5)

4. Διεθνείς συμφωνίες - Σύμβαση υπ'αριθ. 170 της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας (ΔΟΕ) για την ασφάλεια κατά τη χρησιμοποίηση των χημικών προϊόντων στην εργασία - Σύναψη - Συντρέχουσα αρμοδιότητα των κρατών μελών και της Κοινότητας

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρα 100 και 118 Α, τίτλος III, κεφάλαιο 1)

5. Διεθνείς συμφωνίες - Συμφωνία που εφαρμόζεται στις υπερπόντιες χώρες και εδάφη, αλλ'εκφεύγει της ύλης που έχει υπαχθεί στο καθεστώς συνδέσεως - Συνάπτεται από το κράτος μέλος που έχει αναλάβει τη διεθνή εκπροσώπηση αυτών των χωρών και εδαφών

6. Διεθνείς συμφωνίες - Συμφωνία που εμπίπτει εν μέρει στην αρμοδιότητα της Κοινότητας και εν μέρει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών -Υποχρέωση στενής συνεργασίας κατά τη διαπραγμάτευση, τη σύναψη και την εκτέλεσ

Περίληψη


1. Η διαδικασία του άρθρου 228 της Συνθήκης ΕΟΚ, όπως και η του άρθρου 103 της Συνθήκης ΕΚΑΕ, επιτρέπει την εξέταση κάθε ζητήματος που αφορά το κατά πόσον μια υπό μελέτη συμφωνία συμβιβάζεται με τις διατάξεις της Συνθήκης, και ειδικότερα του ζητήματος αν η σύναψη μιας τέτοιας συμφωνίας εμπίπτει ή όχι στις αρμοδιότητες της Κοινότητας.

Αντιθέτως, η διαδικασία αυτή δεν προσφέρεται για την εξέταση της ικανότητας της Κοινότητας, ως υποκειμένου του διεθνούς δικαίου, να αναλαμβάνει υποχρεώσεις στο πλαίσιο συμβάσεως που εκπονείται υπό την αιγίδα της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας ή των εμποδίων που ενδεχομένως θα συναντούσε η Κοινότητα στην άσκηση της αρμοδιότητάς της, λόγω ορισμένων κανόνων του Καταστατικού Χάρτη της εν λόγω οργανώσεως.

2. Σε περίπτωση κατά την οποία οι προϋποθέσεις συμμετοχής σε μια διεθνή σύμβαση αποκλείουν τη σύναψή της από την ίδια την Κοινότητα, ο τομέας όμως ο καλυπτόμενος από την εν λόγω σύμβαση εμπίπτει στην προς τα έξω αρμοδιότητα της Κοινότητας, η αρμοδιότητα αυτή θα μπορούσε να ασκηθεί μέσω των κρατών μελών ενεργούντων αλληλεγγύως προς το συμφέρον της Κοινότητας.

3. Η αρμοδιότητα της Κοινότητας προς ανάληψη διεθνών υποχρεώσεων μπορεί είτε να προκύπτει από ρητή ανάθεση από τη Συνθήκη, είτε να απορρέει κατά τρόπο έμμεσο από τις διατάξεις της. Όπου το κοινοτικό δίκαιο έχει δημιουργήσει, υπέρ των οργάνων της Κοινότητας, αρμοδιότητες, στο εσωτερικό πεδίο, προς επίτευξη συγκεκριμένου σκοπού, η Κοινότητα καθίσταται αρμόδια να αναλαμβάνει και τις διεθνείς υποχρεώσεις τις αναγκαίες προς επίτευξη αυτού του σκοπού, και τούτο έστω και ελλείψει ρητής σχετικής διατάξεως.

Η αρμοδιότητα αυτή ενδέχεται να είναι αποκλειστική, αποκλείοντας κάθε συντρέχουσα αρμοδιότητα των κρατών μελών, είτε δυνάμει των διατάξεων της Συνθήκης, είτε αναλόγως της εκτάσεως των μέτρων τα οποία έχουν θεσπιστεί από τα κοινοτικά όργανα προς εφαρμογή των διατάξεων αυτών και τα οποία ενδέχεται να στερούν τα κράτη μέλη από μια αρμοδιότητα την οποία αυτά μπορούσαν να ασκούν στο παρελθόν μεταβατικώς. Δεν έχει σημασία αν τα μέτρα αυτά ανήκουν σε κάποια κοινή πολιτική. Πράγματι, σε όλους τους τομείς που εμπίπτουν στους σκοπούς της Συνθήκης, το άρθρο 5 αυτής επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να διευκολύνουν την Κοινότητα στη εκτέλεση της αποστολής της και να απέχουν από κάθε μέτρο δυνάμενο να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των σκοπών της Συνθήκης, πράγμα που θα μπορούσε ακριβώς να συμβεί στην περίπτωση κατά την οποία τα κράτη μέλη συνάπτουν διεθνείς συμφωνίες, οι οποίες περιέχουν κανόνες που εμπλέκονται με τους κανόνες που έχουν θεσπιστεί από την Κοινότητα.

4. Η σύναψη της υπ'αριθ. 170 Συμβάσεως της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας, για την ασφάλεια κατά τη χρησιμοποίηση των χημικών προϊόντων στην εργασία, ανήκει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών και της Κοινότητας από κοινού.

Συγκεκριμένα, η ύλη την οποία καλύπτει η Σύμβαση εμπίπτει στις κοινωνικές διατάξεις της Συνθήκης, περί των οποίων διαλαμβάνει το κεφάλαιο 1 του τίτλου III αυτής, περί της κοινωνικής πολιτικής. Το γεγονός, όμως, και μόνον ότι η Σύμβαση θεσπίζει διατάξεις σε έναν τομέα στον οποίον η Κοινότητα διαθέτει εσωτερική κανονιστική αρμοδιότητα δεν συνεπάγεται ότι η Κοινότητα αποκτά αποκλειστική αρμοδιότητα στον τομέα αυτόν πράγματι, το άρθρο 118 Α της Συνθήκης προβλέπει ότι οδηγίες εκδίδονται μόνο για τη θέσπιση ελαχίστων προδιαγραφών τα κράτη μέλη, μπορούν, επομένως, να εφαρμόζουν τους κανόνες της Συμβάσεως, αν υποτεθεί ότι αυτοί είναι αυστηρότεροι, χρησιμοποιώντας την ελευθερία που τους καταλείπεται να υπερβαίνουν τις προδιαγραφές των οδηγιών το αντίστροφο είναι επίσης δυνατόν, διότι οι κανόνες της Συμβάσεως θέτουν επίσης ελάχιστες προδιαγραφές. Το ίδιο ισχύει και ως προς τις οδηγίες που εκδίδονται βάσει του άρθρου 100 της Συνθήκης, διότι και αυτές θέτουν ελάχιστες προδιαγραφές.

Αντιθέτως, ορισμένες προδιαγραφές της Συμβάσεως, χωρίς να τελούν σε αντίφαση προς τις υφιστάμενες οδηγίες, αφορούν έναν τομέα, τον της ταξινομήσεως, συσκευασίας και επισημάνσεως των επικινδύνων ουσιών, στον οποίον, εν όψει της εξελίξεως της κανονιστικής δραστηριότητας της Κοινότητας - η οποία δεν περιορίστηκε στη θέση ελαχίστων προδιαγραφών -, πρέπει να θεωρηθεί ότι τα κράτη μέλη δεν είναι πλέον αρμόδια να αναλαμβάνουν διεθνείς υποχρεώσεις εκτός του πλαισίου των κοινών θεσμικών οργάνων.

Τέλος, όσον αφορά τις γενικές αρχές τις οποίες διατυπώνει η Σύμβαση, όσον αφορά ειδικότερα την προσφυγή στη γνωμοδότηση των πιο αντιπροσωπευτικών εργοδοτικών και εργατικών οργανώσεων, πρέπει να θεωρηθεί ότι, αν οι ουσιαστικές διατάξεις της Συμβάσεως εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Κοινότητας, αυτή, παρά το ότι η κοινωνική πολιτική εμπίπτει επί του παρόντος κυρίως στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, έχει συντρέχουσα αρμοδιότητα να αναλαμβάνει υποχρεώσεις για τη θέση των διατάξεων αυτών σε εφαρμογή.

5. Αν το καθ'ύλην πεδίο εφαρμογής μιας διεθνούς συμβάσεως εκφεύγει της ύλης που έχει υπαχθεί από τη Συνθήκη στο καθεστώς συνδέσεως των υπερποντίων χωρών και εδαφών, η σύναψη της οικείας συμβάσεως εναπόκειται στα κράτη μέλη τα οποία έχουν αναλάβει τις διεθνείς σχέσεις των εδαφών αυτών και τα οποία τα εκπροσωπούν διεθνώς.

6. Οσάκις προκύπτει ότι το αντικείμενο μιας διεθνούς συμβάσεως εμπίπτει εν μέρει στην αρμοδιότητα της Κοινότητας και εν μέρει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, η επιταγή του ενιαίου της διεθνούς εκπροσωπήσεως της Κοινότητας επιβάλλει να εξασφαλίζεται η στενή συνεργασία μεταξύ των τελευταίων και των κοινοτικών οργάνων, τόσο κατά τη διαδικασία διαπραγματεύσεως και συνάψεως όσο και κατά την εκτέλεση των αναλαμβανομένων υποχρεώσεων

Top