Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61990CJ0255

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 31ης Μαρτίου 1992.
    Jean-Louis Burban κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
    Αναίρεση - Αποκλεισμός από διαγωνισμό - Καθήκον αρωγής και αρχή της χρηστής διοικήσεως.
    Υπόθεση C-255/90 P.

    Συλλογή της Νομολογίας 1992 I-02253

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:1992:153

    61990J0255

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΤΕΤΑΡΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 31ΗΣ ΜΑΡΤΙΟΥ 1992. - JEAN-LOUIS BURBAN ΚΑΤΑ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ. - ΑΝΑΙΡΕΣΗ - ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΕ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ - ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΡΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΡΧΗ ΧΡΗΣΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-255/90 P.

    Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1992 σελίδα I-02253


    Περίληψη
    Διάδικοι
    Σκεπτικό της απόφασης
    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
    Διατακτικό

    Λέξεις κλειδιά


    ++++

    1. 1. Υπάλληλοι - Πρόσληψη - Διαγωνισμός - Διαγωνισμός βάσει τίτλων και εξετάσεων - Προϋποθέσεις συμμετοχής - Προσκόμιση των τίτλων για τη συμμετοχή στις εξετάσεις - Υποχρέωση βαρύνουσα τους υποψηφίους σύμφωνα με την προκήρυξη του διαγωνισμού - Περιεχόμενο

    (Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, Παράρτημα ΙΙΙ, άρθρο 2)

    2. Υπάλληλοι - Πρόσληψη - Διαγωνισμός - Διαγωνισμός βάσει τίτλων και εξετάσεων - Προϋποθέσεις συμμετοχής - Δικαιολογητικά - Αίτηση συμπληρωματικών πληροφοριών από την εξεταστική επιτροπή - Απλή ευχέρεια - Υποχρέωση της εξεταστικής επιτροπής να απαιτήσει την προσκόμιση του συνόλου των απαιτούμενων δικαιολογητικών - Ελλείπει

    (Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, Παράρτημα ΙΙΙ, άρθρο 2, δεύτερο εδάφιο)

    Περίληψη


    1. Όταν οι σαφείς διατάξεις της προκηρύξεως του διαγωνισμού επιβάλλουν σαφώς την υποχρέωση να επισυνάπτονται στην αίτηση υποψηφιότητας τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, οι εσφαλμένες πληροφορίες που δόθηκαν από υπάλληλο ο οποίος δεν έχει καμιά αρμοδιότητα να τροποποιεί τις διατάξεις

    αυτές δεν μπορούν, αν ληφθεί υπόψη η έννοια του καθήκοντος αρωγής και η αρχή της χρηστής διοικήσεως, ούτε να παράσχουν τη δυνατότητα ούτε, κατά μείζονα λόγο, να υποχρεώσουν την εξεταστική επιτροπή ή την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή να ενεργήσουν αντίθετα προς την εν λόγω προκήρυξη του διαγωνισμού.

    2. Ορθώς το Πρωτοδικείο έκρινε ότι προκύπτει σαφώς από τις διατάξεις του άρθρου 2, δεύτερο εδάφιο, του παραρτήματος ΙΙΙ του ΚΥΚ ότι αυτές παρέχουν απλή ευχέρεια στην εξεταστική επιτροπή να ζητήσει από τους υποψηφίους συμπληρωματικές πληροφορίες όταν έχει αμφιβολίες ως προς το περιεχόμενο υποβληθέντος εγγράφου.

    Σε καμία περίπτωση δεν μπορούν οι διατάξεις αυτές να ερμηνευθούν ως επιβάλλουσες στην εξεταστική επιτροπή την υποχρέωση να ζητήσει από τους υποψηφίους στον διαγωνισμό να προσκομίσουν το σύνολο των εγγράφων που απαιτούνται από την προκήρυξη του διαγωνισμού. Συναφώς δεν είναι δυνατό το καθήκον αρωγής ή η αρχή της χρηστής διοικήσεως, των οποίων γίνεται επίκληση πρςο στήριξη της αναιρέσεως, να μεταβάλουν σε υποχρέωση αυτό που ο κοινοτικός νομοθέτης θέλησε ως απλή ευχέρεια για την εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού.

    Διάδικοι


    Στην υπόθεση C-255/90 Ρ,

    Jean-Louis Burban, εκπροσωπούμενος από τον Jean-Paul Noesen, δικηγόρο-avoue Λουξεμβούργου, τον οποίο όρισε και αντίκλητο, 38, avenue Victor Hugo,

    που έχει ως αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (πέμπτο τμήμα) στις 20 Ιουνίου 1990, στην υπόθεση Τ-133/89, Jean-Louis Burban κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με την οποία ζητείται η ακύρωση της αποφάσεως αυτής,

    όπου ο έτερος διάδικος είναι:

    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκπροσωπούμενο από τους Jorge Campinos, jurisconsulte, και Manfred Peter, προϊστάμενο τμήματος, επικουρούμενους από τον Hugo Vanderberghe, δικηγόρο Βρυξελλών, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Manfred Peter,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους P. J. G. Kapteyn, πρόεδρο τμήματος, Κ. Ν. Κακούρη και M. Diez de Velasco, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: C. Gulmann

    γραμματέας: D. Louterman-Hubeau, κυρία υπάλληλος διοικήσεως,

    έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

    αφού άκουσε τους διαδίκους που αγόρευσαν κατά τη συνεδρίαση της 24ης Οκτωβρίου 1991,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 13ης Δεκεμβρίου 1991,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    Σκεπτικό της απόφασης


    1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου, στις 22 Αυγούστου 1990, ο Burban άσκησε αναίρεση κατά την αποφάσεως της 20ής Ιουνίου 1990, Τ-133/89, Burban κατά Κοινοβουλίου (Συλλογή 1990, σ. ΙΙ-245), με την οποία το Πρωτοδικείο απέρριψε την προσφυγή του με την οποία είχε ζητήσει την ακύρωση των αποφάσεων της εξεταστικής επιτροπής του γενικού διαγωνισμού ΡΕ/44/Α με τις οποίες αποκλείστηκε από τον διαγωνισμό.

    2 Από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι ο αναιρεσείων, ο οποίος υπηρετεί στο Κοινοβούλιο από το 1968, ασκούσε τα καθήκοντα του αναπληρωτή διευθυντή στο γραφείο πληροφοριών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Παρίσι όταν υπέβαλε υποψηφιότητα στον προαναφερθέντα διαγωνισμό. Ωστόσο, στην αίτηση υποψηφιότητας δεν επισύναψε ούτε τα διπλώματά του ούτε τα έγγραφα που δικαιολογούσαν την επαγγελματική του πείρα, παρά τις αντίθετες ρητές επιταγές της προκηρύξεως του διαγωνισμού. Επομένως, η εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού αυτού, με απόφαση της 17ης Μαΐου 1989, επιβεβαιωθείσα με δεύτερη απόφαση της 3ης Ιουλίου 1989, απέκλεισε τον προσφεύγοντα από τον διαγωνισμό.

    3 Ενώπιον του Πρωτοδικείου, ο αναιρεσείων προέβαλε ότι αυτές οι αποφάσεις της εξεταστικής επιτροπής ήταν παράνομες, διότι είχαν ληφθεί, μεταξύ άλλων, κατά παράβαση του καθήκοντος αρωγής και της αρχής της χρηστής διοικήσεως. Υποστήριξε συναφώς ότι, δυνάμει του καθήκοντος αυτού και της αρχής αυτής, η διοίκηση του Κοινοβουλίου είχε την υποχρέωση να τον ειδοποιήσει για το σφάλμα του και ότι η εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού όφειλε να του δώσει τη δυνατότητα να επανορθώσει το σφάλμα για τους εξής λόγους: α) παραπλανήθηκε από τις πληροφορίες που του είχε δώσει ο προϊστάμενος της υπηρεσίας "Υπηρεσιακή κατάσταση και διοίκηση προσωπικού" του Κοινοβουλίου, όταν τον συμβουλεύθηκε τηλεφωνικώς β) η εξεταστική επιτροπή δεν μπορούσε να αγνοεί ότι αυτός πληρούσε τις προϋποθέσεις που απαιτούσε η προκήρυξη του διαγωνισμού, καθόσον ο προϊστάμενος του γραφείου πληροφοριών του Παρισιού, ιεραρχικά προϊστάμενός του, ήταν μέλος αυτής της εξεταστικής επιτροπής και γ) η εξεταστική επιτροπή έπρεπε να κάνει χρήση του άρθρου 2, δεύτερο εδάφιο, του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: ΚΥΚ), που της επέτρεπε να καλέσει τον υποψήφιο να συμπληρώσει τον φάκελό του.

    4 Προς στήριξη της αναιρέσεώς του ο αναιρεσείων προβάλλει έναν και "μοναδικό λόγο" που αντλεί από την εσφαλμένη ερμηνεία και, συνεπώς, παραβίαση, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, του καθήκοντος αρωγής και της αρχής της χρηστής διοικήσεως. Ειδικότερα, το Πρωτοδικείο, δεχόμενο ότι οι αναφερόμενες στην πιο πάνω σκέψη 3 περιστάσεις δεν είναι ικανές να δημιουργήσουν για την εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού την υποχρέωση να πληροφορήσει τον υπάλληλο ότι ο φάκελός του δεν είναι πλήρης, προέβη σε πάρα πολύ περιοριστική ερμηνεία του καθήκοντος αρωγής και της αρχής της χρηστής διοικήσεως.

    5 Διατυπωμένος κατ' αυτόν τον τρόπο, ο προβαλλόμενος λόγος αναιρέσεως συνιστά στην πραγματικότητα λόγο αντλούμενο από την εσφαλμένη εφαρμογή των εν λόγω αρχών, ενόψει των περιστάσεων που χαρακτηρίζουν την εξεταζόμενη υπόθεση. Επομένως, ο λόγος αναιρέσεως πρέπει να εξεταστεί σε σχέση με κάθε μια από τις περιστάσεις αυτές.

    6 Στην έκθεση ακροατηρίου αναπτύσσονται διεξοδικώς οι ισχυρισμοί και τα επιχειρήματα των διαδίκων. Τα στοιχεία αυτά του φακέλου δεν επαναλαμβάνονται πιο κάτω παρά μόνον καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

    7 Στη σκέψη 27 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, το Πρωτοδικείο υπενθυμίζει τη νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με το καθήκον αρωγής και την αρχή της χρηστής διοικήσεως. Αναφέρει σχετικώς ότι, όπως έκρινε το Δικαστήριο με τις αποφάσεις της 28ης Μαΐου 1980, 33/79 και 75/79, Kuhner κατά Επιτροπής (Rec. 1980, σ. 1677), της 9ης Δεκεμβρίου 1982, 191/81, Plug κατά Επιτροπής (Συλλογή 1982, σ. 4229), και της 23ης Οκτωβρίου 1986, 321/85, Schwiering (που παρατέθηκε ήδη), "μολονότι δεν αναφέρεται στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, το καθήκον αρωγής της διοικήσεως έναντι των υπαλλήλων της, το οποίο επιβάλλεται επίσης στην εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού, αντικατοπτρίζει την ισορροπία των αμοιβαίων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που ο Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως δημιούργησε στις σχέσεις μεταξύ της δημόσιας αρχής και των υπαλλήλων της δημόσιας υπηρεσίας. Το καθήκον αυτό, καθώς και η αρχή της χρηστής διοικήσεως, συνεπάγονται κυρίως ότι, όταν η αρμόδια αρχή αποφαίνεται, σχετικά με την κατάσταση ενός υπαλλήλου, λαμβάνει υπόψη το σύνολο των στοιχείων που είναι ικανά να προσδιορίσουν την απόφασή της και ότι, ενεργώντας κατ' αυτόν τον τρόπο, λαμβάνει υπόψη όχι μόνον το συμφέρον της υπηρεσίας αλλά και εκείνο του ενδιαφερόμενου υπαλλήλου".

    8 Εν συνεχεία, στις σκέψεις 29 έως 34 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, το Πρωτοδικείο παρατηρεί ότι η προκήρυξη του διαγωνισμού προέβλεπε σαφώς και απεριφράστως την υποχρέωση που είχαν όλοι οι υποψήφιοι, περιλαμβανομένων και των μονίμων υπαλλήλων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να επισυνάψουν στην αίτηση υποψηφιότητάς τους τα δικαιολογητικά όσον αφορά τα διπλώματά τους και την επαγγελματική τους πείρα, επί ποινή αποκλεισμού τους από τον διαγωνισμό, και δέχεται ότι, στο πλαίσιο ενός γενικού διαγωνισμού βάσει τίτλων και εξετάσεων, εναπόκειται στον υποψήφιο και μόνον, και όχι στις διοικητικές υπηρεσίες προσωπικού ούτε στην εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού, να εκπληρώσουν την υποχρέωση αυτή.

    9 Ο αναιρεσείων δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι, σύμφωνα με την προκήρυξη του διαγωνισμού, είχε ασφαλώς την υποχρέωση να επισυνάψει στην αίτηση υποψηφιότητας τα απαιτούμενα δικαιολογητικά. Ωστόσο, υποστηρίζει ότι η διοίκηση ή η εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού είχαν την υποχρέωση, λόγω των περιστάσεων που χαρακτηρίζουν την περίπτωσή του, να τον πληροφορήσουν ότι ο φάκελός του δεν ήταν πλήρης και ότι το Πρωτοδικείο, απορρίπτοντας την άποψη αυτή με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, προέβη σε εσφαλμένη εφαρμογή του καθήκοντος αρωγής και της αρχής της χρηστής διοικήσεως. Επομένως, επιβάλλεται να εξεταστεί το περιεχόμενο του καθήκοντος αρωγής και της αρχής της χρηστής διοικήσεως ενόψει των περιστάσεων αυτών.

    Επί των πληροφοριών που έδωσε υπάλληλος του Κοινοβουλίου

    10 Το Πρωτοδικείο δέχεται, στη σκέψη 36 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, ότι "οι εσφαλμένες πληροφορίες που δόθηκαν στον προσφεύγοντα από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας 'Υπηρεσιακή κατάσταση και διοίκηση προσωπικού' κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνδιαλέξεως - αν υποτεθεί ότι αυτό αποδεικνύεται και μολονότι είναι λυπηρό - δεν ήταν ικανές να απαλλάξουν τον προσφεύγοντα από την προσεκτική ανάγνωση των σχετικών διατάξεων της προκηρύξεως του διαγωνισμού, οι οποίες είχαν διατυπωθεί κατά τρόπο σαφή, συγκεκριμένο και ανεπιφύλακτο" και ότι "μια τέτοια εσφαλμένη ερμηνεία, έστω κι αν γίνει δεκτό ότι πραγματικά δόθηκε με τη φρασεολογία που αναφέρει ο προσφεύγων και ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν μπορεί να δεσμεύσει το κοινοτικό αυτό όργανο".

    11 Ο προσφεύγων προβάλλει ότι το καθήκον αρωγής και η αρχή της χρηστής διοικήσεως πρέπει να τυγχάνουν εφαρμογής όταν ο υπάλληλος παραπλανείται από την ίδια τη διοίκηση.

    12 Ο ισχυρισμός αυτός του αναιρεσείοντος δεν είναι βάσιμος. Πράγματι, όταν οι σαφείς διατάξεις της προκηρύξεως ενός διαγωνισμού επιβάλλουν απεριφράστως την υποχρέωση επισυνάψεως στην αίτηση υποψηφιότητας των απαιτουμένων δικαιολογητικών, οι εσφαλμένες πληροφορίες που δόθηκαν από υπάλληλο ο οποίος δεν έχει καμιά αρμοδιότητα να τροποποιεί τις διατάξεις αυτές δεν μπορούν, αν ληφθεί υπόψη η έννοια του καθήκοντος αρωγής και η αρχή της χρηστής διοικήσεως, ούτε να παράσχουν τη δυνατότητα ούτε, κατά μείζονα λόγο, να υποχρεώσουν την εξεταστική επιτροπή ή την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή να ενεργήσουν αντίθετα προς την εν λόγω προκήρυξη του διαγωνισμού.

    Επί της συμμετοχής στην εξεταστική επιτροπή του ιεραρχικώς προϊσταμένου του προσφεύγοντος

    13 Με την ίδια απόφαση, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού δεν παρέβη το καθήκον αρωγής και την αρχή της χρηστής διοικήσεως διότι, μεταξύ άλλων, δεν κάλεσε τον αναιρεσείοντα να συμπληρώσει τον φάκελό του καθόσον κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου (βλ. κυρίως απόφαση της 12ης Ιουλίου 1989, 225/87, Belardinelli κατά Δικαστηρίου, Συλλογή 1989, σ. 2353), η εξεταστική επιτροπή δεν υποχρεούται να ερευνά η ίδια αν οι υποψήφιοι πληρούν το σύνολο των προϋποθέσεων της προκηρύξεως του διαγωνισμού (σκέψη 34 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως). Το Πρωτοδικείο έκρινε επίσης αλυσιτελές το επιχείρημα το οποίο ο προσφεύγων αντλούσε από τη συμμετοχή στην εν λόγω εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού του ιεραρχικώς προϊσταμένου του (σκέψη 39).

    14 Κατά τον αναιρεσείοντα, εσφαλμένως το Πρωτοδικείο αναφέρθηκε στην απόφαση Belardinelli κατά Δικαστηρίου για να στηρίξει τη δική του ερμηνεία περί του καθήκοντος αρωγής και της αρχής της χρηστής διοικήσεως. Δεν υπήρχε καμιά δυνατότητα αναλογίας με την απόφαση αυτή διότι, στην παρούσα υπόθεση, η εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού δεν έπρεπε να προβεί σε καμιά έρευνα για να εξακριβώσει αν ο αναιρεσείων πληρούσε τις απαιτούμενες προϋποθέσεις, καθόσον ο ιεραρχικώς προϊστάμενος του αναιρεσείοντος ήταν μέλος της εξεταστικής επιτροπής.

    15 Σχετικώς, αρκεί η παρατήρηση ότι το γεγονός ότι ένα μέλος της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού έτυχε να είναι ο ιεραρχικώς προϊστάμενος του αναιρεσείοντος δεν μπορεί να παράσχει τη δυνατότητα σ' αυτή την εξεταστική επιτροπή να ενεργήσει αντίθετα προς τις σαφείς επιταγές της προκηρύξεως του διαγωνισμού. Άλλωστε, μια τέτοια πρωτοβουλία εκ μέρους της εξεταστικής επιτροπής θα συνιστούσε δυσμενή διάκριση έναντι των υποψηφίων οι οποίοι βρίσκονταν στην ίδια κατάσταση με τον αναιρεσείοντα και οι οποίοι, ωστόσο, θα είχαν αποκλειστεί διότι κανένα μέλος της εξεταστικής επιτροπής δεν τους γνώριζε. Συνεπώς, το προβαλλόμενο από τον αναιρεσείοντα επιχείρημα πρέπει να απορριφθεί.

    Επί του άρθρου 2, δεύτερο εδάφιο, του Παραρτήματος ΙΙΙ του ΚΥΚ

    16 Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση (σκέψη 35) το Πρωτοδικείο παρατηρεί ότι το άρθρο 2, δεύτερο εδάφιο, του παραρτήματος ΙΙΙ του ΚΥΚ, κατά το οποίο από τους υποψηφίους μπορεί "να ζητηθεί η χορήγηση οποιουδήποτε συμπληρωματικού εγγράφου ή πληροφορίας" στο πλαίσιο των διαδικασιών διαγωνισμού που διοργανώνουν τα κοινοτικά όργανα, παρέχει απλή ευχέρεια στην εξεταστική επιτροπή να ζητήσει από τους υποψηφίους συμπληρωματικές πληροφορίες, όταν έχει αμφιβολίες ως προς το περιεχόμενο υποβληθέντος εγγράφου, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως επιβάλλον την υποχρέωση στην εξεταστική επιτροπή να ζητήσει την προσκόμιση του συνόλου των απαιτουμένων εγγράφων και, κατά συνέπεια, ο αναιρεσείων δεν μπορεί να επικαλεστεί τη διάταξη αυτή για να αποφύγει υποχρέωση σαφή, συγκεκριμένη και ανεπιφύλακτη επιβαλλόμενη από την προκήρυξη του διαγωνισμού.

    17 Εξάλλου, απαντώντας στο επιχείρημα του αναιρεσείοντος κατά το οποίο η εφαρμογή της διατάξεως αυτής επιβαλλόταν ακόμη περισσότερο καθόσον η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως δεν μπορούσε να εφαρμοστεί εν προκειμένω, αφού οι υποψήφιοι που είναι μόνιμοι υπάλληλοι και οι εξωτερικοί υποψήφιοι βρίσκονταν σε διαφορετική νομική κατάσταση, το Πρωτοδικείο έκρινε (σκέψη 37) ότι διάκριση στις λεπτομέρειες επιλογής μεταξύ υποψηφίων που είναι υπάλληλοι και εξωτερικών υποψηφίων θα παραβίαζε την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως όλων των υποψηφίων που μετέχουν στην ίδια διαδικασία διαγωνισμού.

    18 Ο αναιρεσείων, αναφερόμενος στις αποφάσεις του Δικαστηρίου της 23ης Οκτωβρίου 1986, Schwiering κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, που παρατέθηκε ήδη, και της 4ης Φεβρουαρίου 1987, 417/85, Maurissen κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου (Συλλογή 1987, σ. 551), υποστηρίζει ότι, εφόσον το προαναφερθέν άρθρο παρείχε στην εξεταστική επιτροπή τη δυνατότητα να ζητήσει από τους υποψηφίους συμπληρωματικές πληροφορίες, η εξεταστική επιτροπή, στο πλαίσιο του καθήκοντος αρωγής και της αρχής της χρηστής διοικήσεως, είχε την υποχρέωση να χρησιμοποιήσει τη δυνατότητα αυτή και να επισημάνει στον αναιρεσείοντα ότι ο φάκελός του δεν ήταν πλήρης.

    19 Επιπροσθέτως, θεωρεί ως εσφαλμένη τη συλλογιστική του Πρωτοδικείου περί της αρχής της ισότητας, διότι η συμμετοχή του στον διαγωνισμό ουδόλως θα μείωνε τις πιθανότητες ενός εξωτερικού υποψηφίου του οποίου τα προσόντα θα ήταν ανώτερα από του αναιρεσείοντος.

    20 Συναφώς διαπιστώνεται ότι ο αναιρεσείων δεν μπορεί, επικαλούμενος το καθήκον αρωγής και την αρχή της χρηστής διοικήσεως, να μεταβάλει σε υποχρέωση αυτό που ο νομοθέτης θέλησε ως απλή ευχέρεια για την εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού. Οι αποφάσεις που επικαλείται ο αναιρεσείων, εκτός του ότι αφορούσαν εσωτερικούς διαγωνισμούς, αναφέρονταν σε περιπτώσεις στις οποίες η εξεταστική επιτροπή είχε αποφασίσει ήδη να κάνει χρήση της ευχέρειας που της παρέχει το άρθρο 2, δεύτερο εδάφιο, του Παραρτήματος ΙΙΙ του ΚΥΚ.

    21 Πρέπει, εξάλλου, να παρατηρηθεί ότι ορθώς θεωρήθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι η άποψη του αναιρεσείοντος ήταν αντίθετη προς την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ των υποψηφίων που είναι υπάλληλοι και των εξωτερικών υποψηφίων που βρίσκονταν στην ίδια κατάσταση με τον αναιρεσείοντα, στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας γενικού διαγωνισμού.

    22 Κατά συνέπεια, τα επιχειρήματα του αναιρεσείοντος ως προς το άρθρο 2, δεύτερο εδάφιο, του Παραρτήματος ΙΙΙ του ΚΥΚ πρέπει να απορριφθούν.

    Επί της σοβαρότητας του σφάλματος που διέπραξε ο υπάλληλος

    23 Ο αναιρεσείων προβάλλει, τέλος, ότι το καθήκον αρωγής και η αρχή της χρηστής διοικήσεως έχουν εφαρμογή στην περίπτωση κατά την οποία ο υπάλληλος διέπραξε ασήμαντο και συγχωρητέο σφάλμα, πράγμα που συμβαίνει εν προκειμένω. Αν η συμπεριφορά του υπαλλήλου ήταν πάντοτε άμεμπτη, το καθήκον αρωγής δεν θα είχε πλέον λόγο υπάρξεως.

    24 Επ' αυτού, και χωρίς να χρειάζεται να εξεταστεί το παραδεκτό του ισχυρισμού του αναιρεσείοντος σχετικά με το γεγονός ότι το σφάλμα του ήταν συγχωρητέο, αρκεί η διαπίστωση ότι το καθήκον αρωγής και η αρχή της χρηστής διοικήσεως δεν έχουν εφαρμογή στην περίπτωση του προβαλλόμενου απ' αυτόν σφάλματος, υπό τις εξετασθείσες προηγουμένως περιστάσεις.

    25 Από το σύνολο των προηγούμενων σκέψεων προκύπτει ότι η αναίρεση που άσκησε ο αναιρεσείων πρέπει να απορριφθεί.

    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


    Επί των δικαστικών εξόδων

    26 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, αν υπάρχει σχετικό αίτημα. Στην παρούσα υπόθεση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού Διαδικασίας. Το αίτημα αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αποβλέπον στο να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα. Επομένως, κάθε διάδικος πρέπει να φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

    Διατακτικό


    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα)

    αποφασίζει:

    1) Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

    2) Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

    Top