Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61989CJ0157

    Απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Ιανουαρίου 1991.
    Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας.
    Μη τήρηση οδηγίας - Διατήρηση των αγρίων πτηνών.
    Υπόθεση C-157/89.

    Συλλογή της Νομολογίας 1991 I-00057

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:1991:22

    ΈΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠ' ΑΚΡΟΑΤΗΡΊΟΥ ΣΥΖΉΤΗΣΗ

    στην υπόθεση C-157/89 ( *1 )

    Ι — Νομικό πλαίσιο

    1. Η κοινοτική κανονιστική ρύθμιση

    Η οδηγία 79/409/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 81/854/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1981, περί προσαρμογής, λόγω της προσχωρήσεως της Ελλάδας, της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 202, εφεξής: οδηγία), ορίζει στο άρθρο 18, παράγραφος 1, ότι τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την οδηγία εντός δύο ετών από την κοινοποίηση της και πληροφορούν συναφώς την Επιτροπή αμέσως. Δεδομένου ότι η οδηγία κοινοποιήθηκε στις 6 Απριλίου 1979, η κατά το άρθρο 18 προθεσμία έληξε στις 6 Απριλίου 1981.

    Το άρθρο 7, παράγραφος 4, της οδηγίας επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να απαγορεύουν τη θήρα των αγρίων πτηνών κατά την περίοδο φωλεοποιήσεως, καθώς και κατά τις διάφορες φάσεις αναπαραγωγής και εξαρτήσεως. Επιπλέον, για τα αποδημητικά είδη τα κράτη μέλη υποχρεούνται να μεριμνούν ώστε να απαγορεύεται η θήρα τους κατά τη διάρκεια της περιόδου αναπαραγωγής και κατά τη διάρκεια της επιστροφής τους στον τόπο φωλεοποιήσεώς τους. Η διάταξη αυτή είναι διατυπωμένη ως εξής:

    « Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η θηρευτική δραστηριότητα στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η ιερακοθηρία, όπως προκύπτει από την εφαρμογή των ισχυουσών εθνικών διατάξεων, σέβεται τις αρχές μιας ορθολογικής χρησιμοποιήσεως και μιας οικολογικά ισορροπημένης ρυθμίσεως για τα είδη πτηνών που αφορά, και ότι η πρακτική αυτή είναι συμβιβάσιμη, ως προς τον πληθυσμό των ειδών αυτών, και ιδιαίτερα των αποδημητικών, με τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από το άρθρο 2.

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν ιδιαίτερα ώστε τα είδη στα οποία εφαρμόζεται η θηρευτική νομοθεσία να μη θηρεύονται κατά την περίοδο φωλεοποιήσεως, ούτε κατά τις διάφορες φάσεις της αναπαραγωγής και εξαρτήσεως. Όταν πρόκειται για αποδημητικά είδη μεριμνούν ιδιαίτερα ώστε τα είδη που υπόκεινται στη θηρευτική νομοθεσία να μη θηρεύονται κατά την περίοδο αναπαραγωγής και κατά την επιστροφή τους στον τόπο φωλεοποιήσεως. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή όλες τις χρήσιμες πληροφορίες για την πρακτική εφαρμογή της θηρευτικής νομοθεσίας τους. »

    2. Η ιταλική κανονιστική ρύθμιση

    Οι εθνικές διατάξεις που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας υπόθεσης είναι οι ακόλουθες:

    Κατά το άρθρο 11 του νόμου 968/77, της 27ης Δεκεμβρίου 1977, που φέρει τον τίτλο « Γενικές αρχές και διατάξεις για την προστασία και διατήρηση της πανίδας και τη ρύθμιση της θήρας » ( GURI αριθ. 3 της 4.1.1978 ), όπως τροποποιήθηκε με τα διατάγματα του Προέδρου του Υπουργικού Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1979 (GURI αριθ. 1 της 2.1.1980) και της 4ης Ιουνίου 1982 (GURI αριθ. 155 της 8.6.1982), σχετικά με τον κατάλογο των ειδών που μπορούν να θηρεύονται και τις θηρευτικές περιόδους, απαγορεύεται η θανάτωση, σύλληψη, κατοχή ή διάθεση στο εμπόριο πτηνών από τα είδη που ανήκουν στην ιταλική άγρια πανίδα. Κατ' εξαίρεση, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο θήρας τα ακόλουθα είδη πτηνών και για τις παρακάτω περιόδους:

    είδη, η θήρα των οποίων είναι δυνατή από τις 18 Αυγούστου έως τις 31 Δεκεμβρίου:

    ορτύκι ( Coturnix coturnix),

    τρυγόνι (Streptopelia turtur),

    κοτσύφι ( Turdus meruia)·

    είδη, η θήρα των οποίων είναι δυνατή από τις 18 Αυγούστου έως τις 28 Φεβρουαρίου:

    πρασινοκέφαλη ( Anas platyrhinchos ),

    φαλαρίδα (Fúlica atra),

    νερόκοτα ( Gallínula chloropus ),

    σπουργίτης o βουνίσιος (Passer montanus),

    κιρκίρι (Anas crecca ),

    φλυαρόπαπια ( Anas streperà ),

    χουλιάρας ( Anas clypeata ),

    κυνηγόπαπια (Aythya ferina),

    τουρλίδα ( Numenius arquata ),

    οχθοτούρλι ( Limosa limosa ),

    κοκκινοσκέλης (Tringa totanus),

    ψευτομαχητής ( Philomachus pugnax )·

    είδη, η θήρα των οποίων είναι δυνατή από τις 18 Αυγούστου έως τις 10 Μαρτίου:

    σπουργίτης Ιταλίας ( Passer Italiae ),

    σπουργίτης ο εξημερωμένος (Passer domesticus ),

    μαυροπούλι ( Sturnus vulgaris ),

    νεροκοτσέλα ( Rallus aquaticus ),

    σφυριχτάρι ( Anas penelope ),

    σουβλόπαπια ( Anas acuta ),

    σαρσέλα ( Anas querquedula ),

    τσικνόπαπια ( Ayîhya fuligula ),

    μπεκατσίνι ( Gallinago gallinago ),

    φάσσα ( Columba palumbus ),

    κουφομπεκάτσινο ( Lymocryptes minimus),

    βροχοπούλι ( Charadrius apricarius)·

    είδη, η θήρα των οποίων είναι δυνατή από την τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου έως τις 31 Δεκεμβρίου:

    βουνοχιονόκοτα των Άλπεων (Lagopus mutus ),

    λυροπετεινός (Lyrurus tetrix),

    αγριόκουρκος (Tetrao orogallus),

    πετροπέρδικα ( Alectoris graeca ),

    βραχοπέρδικα ( Alectoris barbara ),

    κοκκινοπέρδικα ( Alectoris rufa ),

    λιβαδοπέρδικα ( Perdix perdix ),

    φασιανός ( Phasianus colchicus ),

    ορτύκι της Βιργινίας·

    είδη, η θήρα των οποίων είναι δυνατή από την τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου έως τις 28 Φεβρουαρίου:

    μπεκάτσα ( Scolopax rusticóla ),

    κεδρότσιχλα ( Turdus pilaris )·

    είδη, η θήρα των οποίων είναι δυνατή από την τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου έως τις 10 Μαρτίου:

    σιταρήθρα (Alauda arvensis),

    τσίχλα ( Turdus philomelos ),

    κοκκινότσιχλα ( Turdus iliacus ),

    καλιακούδα ( Coloeus monedula ),

    κόρακας ( Corvus frugilegus ),

    μαυροκουρούνα (Corvuscorone),

    καλημάνα ( Vanellus vanellus).

    Σύμφωνα με την ίδια διάταξη του νόμου 968/77, ύστερα από γνωμοδότηση του εθνικού ινστιτούτου βιολογίας των θηραμάτων και της εθνικής τεχνικής επιτροπής θήρας, ο κατάλογος των ειδών που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο θήρας μπορεί να τροποποιηθεί με διάταγμα του Προέδρου του Υπουργικού Συμβουλίου.

    Όσον αφορά τις ιταλικές περιφέρειες, το άρθρο 12, πρώτο εδάφιο, του νόμου 968/77 εξουσιοδοτεί τις περιοχές αυτές να « απαγορεύουν ή περιορίζουν, κατά τη διάρκεια προ-καθοριζομένων περιόδων, τη θήρα συγκεκριμένων θηραμάτων του άρθρου 11, είτε για λόγους σημαντικούς και αιτιολογημένους, συνδεόμενους προς τη σύνθεση της πανίδας, είτε λόγω επελεύσεως ιδιαιτέρων συνθηκών επηρεαζουσών το περιβάλλον ή εποχιακών ή κλιματολογικών συνθηκών, είτε τέλος λόγω ασθενειών ή άλλων θεομηνιών ».

    Οι θηρευτικές περίοδοι για τις περιφέρειες κατά το θηρευτικό έτος 1989/1990 έχουν ως εξής:

    Περιφέρειες

    Ημερομηνία ενάρξεως της θήρας

    Abruzzo

    τρίτη Κυριακή Σεπτεμβρίου

    Βασιλικάτα

    20η Αυγούστου

    Καλαβρία

    20ή Αυγούστου

    Καμπανια

    20ή Αυγούστου

    Αιμιλία-Ρομανία

    17η Σεπτεμβρίου

    Lazio

    τρίτη Κυριακή Σεπτεμβρίου

    Λιγυρία

    τρίτη Κυριακή Σεπτεμβρίου

    Λομβαρδία

    17η Σεπτεμβρίου (για τα μη αποδημητικά)

     

    17η Σεπτεμβρίου (για τα αποδημητικά)

    Marche

    18η Αυγούστου

    Molise

     

    επαρχία Campobasso

    19η Αυγούστου

    επαρχία Isernia

    17η Σεπτεμβρίου

    Puglia

    20ή Αυγούστου

    Piemonte

    20ή Σεπτεμβρίου

    Τοσκάνη

    τρίτη Κυριακή Σεπτεμβρίου

    Veneto

    τρίτη Κυριακή Σεπτεμβρίου

    Umbria

    17η Σεπτεμβρίου

    Friuli-V. Giulia

     

    επαρχία Τεργέστης

    13η Αυγούστου (για τα αποδημητικά)

     

    1 η Οκτωβρίου (για τα μη αποδημητικά)

    επαρχία Udine

    13η Αυγούστου (για τα αποδημητικά)

     

    17η Σεπτεμβρίου (για τα μη αποδημητικά)

    επαρχία Gorizia

    13η Αυγούστου ( για τα αποδημητικά )

     

    1 η Οκτωβρίου ( για τα μη αποδημητικά )

    επαρχία Pordenone

    13η Αυγούστου (για τα αποδημητικά)

     

    8 η Οκτωβρίου ( για τα μη αποδημητικά )

    Σικελία

    27η Αυγούστου: ορτύκι, τρυγόνι, κοτσύφι, σπουργίτι,

    τσιροβάκος, μαυροπούλι, δρυοκολάπτης, κιρκίρι, φλυαρόπαπια,

    σφυριχτάρι, σουβλόπαπια, σαρσέλα, χουλιαρας,

     

    24η Σεπτεμβρίου: πετροπέρδικα, πρασινοκέφαλη, φαλαρίδα, νερόκοτα, μπεκατσίνι, κορυδαλός, κεδρότσιχλα, τσίχλα, κοκκινότσιχλα, καλιακούδα, κουρούνα, καλημάνα

    Σαρδηνία

    6 η Αυγούστου

    Κοιλάδα της Αόστης

    19η Σεπτεμβρίου

    Αυτόνομη επαρχία του Bolzano

    1 η Σεπτεμβρίου

    Αυτόνομη επαρχία του Trento

    10η Σεπτεμβρίου.

    II — Το ιστορικό της υποθέσεως

    Εκτιμώντας ότι ορισμένες διατάξεις της ιταλικής νομοθεσίας σχετικά με τη θήρα των πτηνών δεν συνάδουν προς την οδηγία 79/409, η Επιτροπή κάλεσε με έγγραφο της 9ης Δεκεμβρίου 1987 την Ιταλική Δημοκρατία, σύμφωνα με το άρθρο 169 της Συνθήκης ΕΟΚ, να της υποβάλει τις παρατηρήσεις της συναφώς. Η επιστολή έμεινε αναπάντητη. Κατόπιν αυτού, η Επιτροπή με έγγραφο της 5ης Μαΐου 1988 διατύπωσε την προβλεπομένη από το εν λόγω άρθρο αιτιολογημένη γνώμη. Και το έγγραφο αυτό έμεινε αναπάντητο.

    III — Έγγραφη διαδικασία

    Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 2 Μαΐου 1989, η Επιτροπή άσκησε, κατ' εφαρμογή του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου λόγω παραβάσεων της Ιταλικής Δημοκρατίας στον τομέα της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών.

    Κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή και μετά από ακρόαση του γενικού εισαγγελέα, το Δικαστήριο αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία χωρίς προηγουμένη διεξαγωγή αποδείξεων. Πάντως, κάλεσε τους διαδίκους να διευκρινίσουν, με βάση επιστημονικές δημοσιεύσεις, τους ισχυρισμούς τους που άπτονται των πραγματικών περιστατικών σχετικά με τις περιόδους αναπαραγωγής και εξαρτήσεως καθώς και με τα αποδημητικά ρεύματα των επιδίκων ειδών πτηνών. Οι διάδικοι ανταποκρίθηκαν στην αίτηση αυτή εντός της ταχθείσας προθεσμίας.

    IV — Αιτήματα των διαδίκων

    Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:

    να αναγνωρίσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία, επιτρέποντας τη θήρα διαφόρων ειδών αγρίων πτηνών σε περίοδο φωλεοποιήσεως ή κατά τις διάφορες φάσεις αναπαραγωγής και εξαρτήσεως, καθώς και τη θήρα διαφόρων αποδημητικών ειδών κατά την επιστροφή τους στους τόπους φωλεοποιήσεώς τους, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών

    να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση ζητεί από το Δικαστήριο:

    να απορρίψει την προσφυγή της Επιτροπή·

    να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

    V — Ισχυρισμοί και επιχειρήματα των διαδίκων

    Επί του παραδεκτού

    1.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση θεωρεί ότι οι αιτιάσεις που περιλαμβάνει η προσφυγή αποτέλεσαν ήδη αντικείμενο της αποφάσεως του Δικαστηρίου της 8ης Ιουλίου 1987 (262/85, Συλλογή 1987, σ. 3073 ). Η Ιταλική Κυβέρνηση διευκρινίζει ότι το Δικαστήριο απέρριψε τα δύο σκέλη της τρίτης αιτιάσεως της εν λόγω προσφυγής. Συνεπώς, η επανεξέταση των θεμάτων αυτών στο πλαίσιο άλλης διαφοράς προσκρούει στην αρχή « non bis in idem ».

    2.

    Η Επιτροπή διευκρινίζει ότι στην παρούσα υπόθεση η προσφυγή δεν αφορά την ύπαρξη διαφόρων ημερομηνιών ενάρξεως και λήξεως της θήρας, κατά την ιταλική νομοθεσία, που λαμβάνουν υπόψη τις διάφορες περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων τα πτηνά πρέπει να προστατεύονται, αλλά τη βασιμότητα των ημερομηνιών που επέλεξε ο Ιταλός νομοθέτης για τις διάφορες θηρευτικές περιόδους που αφορούν ορισμένα είδη πτηνών.

    Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι η τρίτη αιτίαση στην υπόθεση 262/85, επί της οποίας εκδόθηκε η προαναφερθείσα απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Ιουλίου 1987, περιελάμβανε δύο σκέλη, και συγκεκριμένα τη μη διαφοροποίηση των ημερομηνιών ενάρξεως και λήξεως της θήρας, σκέλος το οποίο απέρριψε το Δικαστήριο ως αβάσιμο, και τη σκοπιμότητα ενάρξεως και λήξεως της θήρας σε συγκεκριμένες ημερομηνίες, πτυχή που δεν αποτέλεσε αντικείμενο της διαφοράς με το αιτιολογικό ότι διηύρυνε το περιεχόμενο της αιτιάσεως που αποτέλεσε αντικείμενο της πριν από την άσκηση της προσφυγής διαδικασίας.

    Επί της ουσίας

    1.

    Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η ιταλική κανονιστική ρύθμιση δεν λαμβάνει υπόψη της, προκειμένου να καθορίσει τις ημερομηνίες ενάρξεως και λήξεως της θήρας ορισμένων ειδών πτηνών, τις επιταγές που θέτει το άρθρο 3, παράγραφος 4, της οδηγίας.

    α) Πρώτη αιτίαση

    Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι οι εθνικές διατάξεις που επιτρέπουν τη θήρα της φαλαρίδας, της νερόκοτας, της πρασινοκέφαλης και του κότσυφα από τις 18 Αυγούστου, τη στιγμή κατά την οποία ο κύκλος αναπαραγωγής και εξαρτήσεως των εν λόγω ειδών δεν έχει ακόμα περατωθεί, παραβιάζουν την προαναφερθείσα διάταξη.

    Για τα ανωτέρω πτηνά, η Επιτροπή παρέχει τις ακόλουθες διευκρινίσεις:

    φαλαρίδα: το είδος αυτό ωοτοκεί στη Νότια Ευρώπη μέχρι τα μέσα Ιουλίου και η περίοδος εξαρτήσεως των νεογνών διαρκεί από 55 έως 60ημέρες·

    νερόκοτα: το είδος αυτό ωοτοκεί στη Νότια Ευρώπη μέχρι τον μήνα Ιούλιο, ενώ η περίοδος εξαρτήσεως των νεογνών διαρκεί από 52 έως 99ημέρες·

    πρασινοκέφαλη: το είδος αυτό ωοτοκεί μεταξύ των μηνών Μαρτίου και αρχών Ιουλίου, ενίοτε μάλιστα και αργότερα. Τα νεογνά καθίστανται ανεξάρτητα μεταξύ της 50ής και 60ής ημέρας από την εκκόλαψη·

    κότσυφας: το είδος αυτό ωοτοκεί συνήθως αρκετές φορές ετησίως. Οι πλέον όψιμες αναπαραγωγές λαμβάνουν χώρα κατά την έναρξη της θηρευτικής περιόδου.

    β) Δεύτερη αιτίαση

    Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι εθνικοί κανόνες που επιτρέπουν τη θήρα μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου, αλλά και μέχρι τις 10 Μαρτίου για ορισμένα αποδημητικά είδη, τα οποία διασχίζουν την Ιταλία κατά τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο για να επανέλθουν στους τόπους φωλεοποιήσεώς τους στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, παραβιάζουν την οδηγία. Πρόκειται για τα ακόλουθα πτηνά:

    θήρα επιτρεπόμενη μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου:

    φαλαρίδα (Fulica atra),

    φλυαρόπαπια ( Anas streperà ),

    κιρκίρι (Anas crecca),

    πρασινοκέφαλη ( Anas platyrhinchos ),

    χουλιαράς ( Anas clypeata ),

    κυνηγόπαπια ( Ay thy a ferina),

    κοκκινοσκέλης (Tringa totanus),

    ψευτομαχητής ( Philomachus pugnax ),

    τουρλίδα ( Numenius arquata ),

    κεδρότσιχλα ( Turdus pilaris )

    θήρα επιτρεπόμενη μέχρι τις 10 Μαρτίου:

    σφυριχτάρι (Anas penelope ),

    σουβλόπαπια ( Anas acuta ),

    σαρσέλα ( Anas querquedula ),

    τσικνόπαπια ( Aythya fuligola ),

    βροχοπούλι ( Charadrius apricarius ),

    μπεκατσίνι ( Gallinago gallinago ),

    οχθοτούρλι (Limosa limosa),

    τσίχλα ( Turdus philomelus ),

    κοκκινότσιχλα ( Turdus iliacus ).

    2.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση αμφισβητεί τη βασιμότητα της προσφυγής, δεδομένου ότι οι αιτιάσεις στηρίζονται σε πραγματικά περιστατικά (κύκλος αναπαραγωγής και εξαρτήσεως μέχρι τις 18 Αυγούοτου των οικείων ειδών, όσον αφορά την πρώτη αιτίαση διέλευση από την Ιταλία κατά τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο, όσον αφορά τα είδη στα οποία αναφέρεται η δεύτερη αιτίαση ), η απόδειξη των οποίων εναπόκειται στην Επιτροπή. Επιπλέον, η Ιταλική Κυβέρνηση θεωρεί ότι η απόδειξη των πραγματικών αυτών περιστατικών δεν μπορεί να στηρίζεται στην παρα-τιθεμένη στην προσφυγή βιβλιογραφία.

    α) Επί της πρώτης αιτιάσεως

    Κατά την Ιταλική Κυβέρνηση, ο ισχυρισμός της Επιτροπής ότι η φαλαρίδα, η νερόκοτα, η πρασινοκέφαλη και ο κότσυφας, πτηνά για τα οποία η θηρευτική περίοδος στην Ιταλία αρχίζει από τις 18 Αυγούστου, βρίσκονται ακόμη κατά την εν λόγω ημερομηνία σε φάση αναπαραγωγής και εξαρτήσεως, στηρίζεται αποκλειστικά στη βιβλιογραφία που παρατίθεται στην προσφυγή, ενώ η εν λόγω βιβλιογραφία είναι γενικής φύσεως, μη δυνάμενη να εφαρμοστεί ειδικώς στην κατάσταση που επικρατεί στην Ιταλία.

    Κατά την άποψη της Ιταλικής Κυβερνήσεως, τα εν λόγω είδη θεωρητικώς ανεξαρτοποι-ούνται από τις 18 Αυγούστου. Πάντως, μπορεί να συμβεί όψιμη ωοτοκία και εκκόλαψη, γεγονός που συνεπάγεται σε ορισμένες περιπτώσεις εξάρτηση των νεογνών κατά το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου, πρόκειται όμως για γεγονός που εμφανίζει εξαιρετικό χαρακτήρα και δεν πρέπει να γενικεύεται όσον αφορά το σύνολο του εθνικού εδάφους.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση εξηγεί ότι ο εθνικός νομοθέτης τήρησε την υποχρέωση προστασίας όλων των ειδών κατά την περίοδο φωλεοποιή-σεως, καθώς και κατά τις φάσεις αναπαραγωγής και εξαρτήσεως. Κατ' αυτήν, ο νόμος 968/77 αντιμετωπίζει τη συγκεκριμένη επιταγή κατά τρόπο επιστημονικό, με όρους που αναφέρονται ειδικά στην Ιταλία, καταρτίζοντας κυνηγετικό ημερολόγιο, το οποίο διακρίνει τις θηρευτικές περιόδους ακριβώς με σκοπό την προστασία των διαφόρων ειδών πτηνών κατά τις ευαίσθητες φάσεις της φωλεοποιήσεως, αναπαραγωγής και εξαρτήσεως.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση προσθέτει ότι οι περιφέρειες μπορούν να επεμβαίνουν διορθωτικά όταν πρόκειται για τις εξαιρετικές αυτές και μη γενικευμένες καταστάσεις, ασκώντας την εξουσία που τους απονέμει το άρθρο 12, πρώτο εδάφιο, του νόμου 968/77. Επομένως, στην ιταλική έννομη τάξη υφίστανται τα μέσα εκείνα που επιτρέπουν τη μεταγενέστερη έναρξη της θήρας στις ζώνες όπου λαμβάνουν χώρα τα προαναφερθέντα εξαιρετικά πραγματικά περιστατικά.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση παρατηρεί ότι περισσότερες από τις μισές ιταλικές περιφέρειες και για λόγους διαφόρους από τους αναφερομένους στο άρθρο 12, πρώτο εδάφιο, του νόμου 968/77, και κυρίως για λόγους τουριστικούς και γεωργικούς προέβλεψαν για τα μέσα Σεπτεμβρίου και εντεύθεν την έναρξη της θήρας γενικά στο έδαφός τους. Συνεπώς, ο κίνδυνος από τη θήρα αποκλείεται στην πραγματικότητα σε περισσότερες από τις μισές ιταλικές περιφέρειες, σύμφωνα με τις ισχύουσες θηρευτικές περιόδους.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση διευκρινίζει ότι η προστασία των πτηνών κατά τη συνήθη και κανονική περίοδο φωλεοποιήσεως, αναπαραγωγής και εξαρτήσεως μπορεί να ενισχυθεί με τη θέσπιση παρομοίων διατάξεων παρεκκλίσεως εκ μέρους των δυναμένων να παρέμβουν περιφερειών, αν κατά την εν λόγω περίοδο παρατηρούνται εποχιακές ή κλιματολογικές μεταβολές, τροποποιώντας τις τοπικές θηρευτικές περιόδους, ώστε να διασφαλίζεται, έστω και υπό τις ειδικές και συγκεκριμένες αυτές συνθήκες, η προστασία που προβλέπει κατά τρόπο γενικό ο νόμος.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση υπενθυμίζει ότι η περίοδος αναπαραγωγής της φαλαρίδας, της νερόκοτας και του κοτσυφιού στην Ιταλία δεν συμπίπτει καταρχήν με την περίοδο ενάρξεως της θήρας. Μόνον η πρασινοκέφαλη ενδέχεται σε ορισμένες περιφέρειες της Ιταλίας να βρεθεί σε φάση δυνάμει εξαρτήσεως κατά το πρώτο στάδιο της θηρευτικής περιόδου. Η Ιταλική Κυβέρνηση διευκρινίζει ότι το εθνικό έδαφος χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά σημαντικό μεταναστευτικό ρεύμα που ακολουθεί την αναπαραγωγή των πρασινοκέφαλων, ενώ από τον συνολικό πληθυσμό του είδους αυτού εκείνα που φωλεοποιούν ετησίως στην Ιταλία είναι ελάχιστα. Επίσης, ορισμένοι μόνο τοπικοί πληθυσμοί μπορούν να βρεθούν στην τελευταία φάση του κύκλου αναπαραγωγής κατά τη διάρκεια των περιόδων ενάρξεως της θήρας που προβλέπονται σε εθνικό επίπεδο και αυτό μόνο σε συγκεκριμένες περιοχές της ιταλικής χερσονήσου.

    β) Επί της δευτέρας αιτιάσεως

    Η Ιταλική Κυβέρνηση διευκρινίζει ότι ο ισχυρισμός ότι τα αναφερόμενα στην προσφυγή είδη αποδημητικών πτηνών διασχίζουν την Ιταλία κατά τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο για να επανέλθουν στις περιοχές φωλεοποιήσεώς τους της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, μολονότι τα είδη αυτά πρέπει να προστατεύονται από τον Ιανουάριο, ενώ αντίθετα στην Ιταλία είναι δυνατή η θήρα τους μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου ή τις 10 Μαρτίου, στηρίζεται επίσης αποκλειστικά στην παρατιθέμενη στην προσφυγή βιβλιογραφία.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση αναφέρει ότι η επίδικη εθνική ρύθμιση προσάρμοσε τις περιόδους ενάρξεως και λήξεως της θήρας στις επιταγές της Διεθνούς Συμβάσεως για την Προστασία των Πτηνών, που υπογράφηκε στο Παρίσι στις 18 Οκτωβρίου 1950, ύστερα από την προσχώρηση της Ιταλίας στην εν λόγω Σύμβαση (νόμος 812/78 της 24ης Νοεμβρίου 1978). Το άρθρο 2, περίπτωση α, της Συμβάσεως αυτής προβλέπει την προστασία των αποδημητικών πτηνών κατά το ταξίδι επιστροφής τους προς τους τόπους φωλεοποιήσεώς τους, ιδίως κατά τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο, Ιούνιο και Ιούλιο.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση παρατηρεί ότι το διάταγμα της 20ής Δεκεμβρίου 1979, με το οποίο καθορίστηκαν ως ημερομηνίες ενάρξεως της θήρας των απαριθμουμένων στο δικόγραφο της προσφυγής ειδών η 28η Φεβρουαρίου και 10η Μαρτίου, εκδόθηκε ύστερα από διαβουλεύσεις με το Istituto nazionale di biologia della selvaggina και το Comitato tecnico venatorio nazionale. Το εν λόγω διάταγμα, το οποίο αναφέρεται στη συγκεκριμένη κατάσταση που επικρατεί στην Ιταλία, κατήρτισε σε εθνικό επίπεδο τις θηρευτικές περιόδους σύμφωνα με τη Σύμβαση του 1950 και επιβάλλει τη λήξη της θήρας ανάλογα με τις φυσικές συνθήκες που επικρατούν και τις μεταναστευτικές ανάγκες κάθε είδους.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι, ελλείψει αντιθέτων κανονιστικών διατάξεων της οδηγίας 79/409 και αντιθέτων συγκεκριμένων αποδεικτικών στοιχείων, αφορώντων ειδικότερα την κατάσταση στην Ιταλία, οι συναφείς επιταγές της Συμβάσεως του Παρισιού μπορούν να γίνουν δεκτές ως παράμετροι της ενδεδειγμένης προστασίας των αποδημητικών πτηνών, προσαρμοσμένες σε σχέση με τους επιδιωκομένους από το άρθρο 7, παράγραφος 4, της εν λόγω οδηγίας στόχους.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση υπενθυμίζει περαιτέρω τις αιτιολογικές σκέψεις του διατάγματος της 20ης Δεκεμβρίου 1979 ότι, τουλάχιστον για το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου, στην Ιταλία συνήθως δεν παρατηρούνται σημαντικά μεταναστευτικά φαινόμενα και οι μεμονωμένες περιπτώσεις ειδών που βρίσκονται μέχρι την ημερομηνία αυτή στο εθνικό έδαφος δεν έχουν συνήθως αρχίσει ακόμα το ταξίδι της επιστροφής προς τους τόπους φωλεοποιήσεως. Κατά την Ιταλική Κυβέρνηση, τα στοιχεία αυτά ισχύουν κατά μείζονα λόγο για τον μήνα Φεβρουάριο και αποδεικνύουν ότι η μαζική μετανάστευση δεν λαμβάνει χώρα παρά μόνο από το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου.

    Κατά την άποψη της Ιταλικής Κυβερνήσεως, η έκφραση « κατά την επιστροφή τους στον τόπο φωλεοποιήσεώς τους » του άρθρου 7, παράγραφος 4, της οδηγίας, αφήνει ορισμένα περιθώρια προσδιορισμού της εν λόγω περιόδου θεωρητικά και για κάθε κράτος μέλος. Υπό την έννοια αυτή και στη συγκεκριμένη αλληλουχία φαίνεται ότι η οδηγία και η Σύμβαση διαπνέονται από τις αυτές επιταγές σε θέματα προστασίας των μεταναστευτικών ειδών κατά το ταξίδι της επιστροφής τους στους τόπους φωλεοποιήσεώς τους. Συνεπώς, επειδή η επίδικη εθνική νομοθεσία συνάδει προς τις επιταγές περί προστασίας που εξαγγέλλει η Σύμβαση του Παρισιού, συνάδει επίσης προς τις αυτές επιταγές που εξαγγέλλει η οδηγία 79/409.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση προσθέτει ότι ιδιάζουσες περιπτώσεις των μεταναστευτικών ειδών μπορούν να οδηγήσουν περαιτέρω σε ενίσχυση της προστασίας εκ μέρους των περιφερειών, σύμφωνα με το άρθρο 12 του νόμου 968/77.

    3.

    Ως προς την επιστημονική βάση των ισχυρισμών αυτών, η Επιτροπή σημειώνει ότι τα παρατιθέμενα στην προσφυγή έργα, ειδικότερα δε εκείνο των Cramp και Simmons, Handbook of the Birds of Europe, the Middle East and North Africa ( έκδοση Oxford University Press, 1980-1988, 5 τόμοι, 4400 σελίδες), συνιστούν απαραίτητες και αδιαμφισβήτητες στο διεθνές επιστημονικό περιβάλλον αναφορές, η δε αξία τους δεν μειώνεται από τον απλό ισχυρισμό, ο οποίος άλλωστε δεν στηρίζεται σε βιβλιογραφία, ότι η επιστημονική αυτή εργασία που αφορά τη Νότια Ευρώπη δεν ισχύει για την Ιταλία λόγω της ιδιομορφίας και της γεωγραφικής πολυπλοκότητας της.

    Αντίθετα, κατά την Επιτροπή, η σημασία του έργου των Cramps και Simmons για την επικρατούσα στην Ιταλία κατάσταση, ειδικότερα δε όσον αφορά την εαρινή μετανάστευση προστατευομένων πτηνών, επιβεβαιώνεται από την εισήγηση που παρουσίασε τον Μάιο του 1986 στο διεθνές συνέδριο « Wildtiere und Umwelt » [ άγρια ζώα και περιβάλλον ] στη Νυρεμβέργη το Istituto nazionale di biologia della selvaggina, το ίδρυμα δηλαδή εκείνο το οποίο αναφέρεται συγκεκριμένα στο προοίμιο των διαταγμάτων της 20ης Δεκεμβρίου 1979 και της 4ης Ιουνίου 1982.

    Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η ανωτέρω εισήγηση, η οποία φέρει τον τίτλο « Προβλήματα διατηρήσεως των αποδημητικών πτηνών με ειδική αναφορά στις πραγματοποιηθείσες αναλύσεις κατά την επιστροφή στις ζώνες φωλεο-ποιήσεως », αναφέρεται επανειλημμένα στο έργο των Cramp και Simmons.

    Επιπλέον, όσον αφορά την κατάσταση των αποδημητικών ειδών που διασχίζουν τις ζώνες της Μεσογείου, η εισήγηση έχει ως εξής:

    « Οι οφειλόμενες στην άσκηση της θήρας διαταραχές που παρατηρούνται στους πληθυσμούς των πτηνών οδηγούν σε μια κατάσταση διαρκούς άγχους που ωθεί τα πτηνά στο να καταναλίσκουν το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειάς τους στη μετακίνηση και φυγή τους και που τείνει ταυτόχρονα σε αισθητή μείωση του χρόνου που αφιερώνουν για τη διατροφή τους. Οι δύο αυτοί παράγοντες έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη συνολική καταβολή ενεργείας κάθε μεμονωμένου είδους και συμβάλλουν έτσι πιθανότητα στην έμμεση αύξηση του ποσοστού θνησιμότητας των πληθυσμών που υφίστανται διαρκή πίεση λόγω της θήρας. Το φαινόμενο αυτό είναι σχετικά σοβαρό όταν πρόκειται για καταστάσεις ή περιόδους κατά τις οποίες τα πτηνά είναι εξασθενημένα ή πρέπει να σιτίζονται υπερβολικά προκειμένου να συσσωρεύσουν την απαιτουμένη για τη μετανάστευση ενέργεια.

    Κατά τη διάρκεια του δευτέρου ημίσεος του χειμώνα, η προετοιμασία του ταξιδιού της επιστροφής αποτελεί την κύρια δραστηριότητα των αποδημητικών πτηνών, επιπλέον δε για διάφορα είδη η δραστηριότητα αυτή συνδυάζεται με τις δραστηριότητες που αφορούν την προετοιμασία του ζευγαρώματος. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, ακόμη και περιορισμένης κλίμακας θηρευτική δραστηριότητα μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στην αναπαραγωγή κατά την επόμενη περίοδο φωλεο-ποιήσεως.

    Κατά τη διάρκεια του ταξιδίου προς τους θερινούς τόπους διαμονής τους, τα πτηνά που αναπαύονται είναι γενικά υποχρεωμένα να κάνουν σταθμούς προκειμένου να σιτίζονται. γενικά, η μετανάστευση αυτή είναι ταχύτερη από εκείνη του φθινοπώρου, λόγω σημαντικών ορμονικών φαινομένων. Ειδικότερα, όσον αφορά ζώνες της Μεσογείου όπως η Ιταλία, οι ζώνες αυτές αποτελούν για αρκετά είδη μεγάλων μεταναστευτικών πτηνών που έρχονται από την Αφρική τον πρώτο κατάλληλο σταθμό τους. Διάφορα είδη, που ακολουθούν το φθινόπωρο δυτικότερες κατευθύνσεις, διασχίζουν τη Σαχάρα και τη Μεσόγειο, πετώντας χωρίς σταθμό,προκειμένου να επανέλθουν ταχύτερα στις ζώνες φωλεοποιήσεώς τους.

    (...)

    Η υπερβολικά παρατεταμένη θηρευτική δραστηριότητα επηρεάζει αρνητικά όχι μόνο τα είδη που θηρεύονται, αλλά επίσης, λόγω των διαταραχών που προκαλεί η θήρα, διάφορα είδη που δεν θηρεύονται αλλά βρίσκονται στους ίδιους τόπους, η δραστηριότητα αυτή δε μπορεί να θεωρηθεί ως περιοριστικός παράγοντας των δυνατοτήτων εποικισμού νέων εδαφών για τα πρώτα μεταναστευτικά είδη. Συναφώς, μπορεί να αναφερθεί το παράδειγμα του πρόσφατου εποικισμού από διάφορα είδη ορισμένων περιοχών του Remonte ύστερα από την εσπευσμένη λήξη της θήρας στην περιοχή αυτή. »

    Η εισήγηση περιέχει « σημείωμα για τις μεταναστεύσεις των ειδών που θηρεύονται τη στιγμή αυτή στην Ιταλία με ειδική αναφορά στη φαινολογία της επιστροφής στους τόπους φωλεοποιήσεως μέσω Ιταλίας » με συνθετική ανάλυση της φαινολογίας της μεταναστεύσεως προς τις ζώνες φωλεοποιήσεως και για τα περισσότερα είδη που θηρεύονται στο κράτος αυτό.

    Κατά την εισήγηση, με την ανάλυση των στοιχείων που διατηρεί το Istituto nazionale di biologia della selvaggina ( εθνικό πρόγραμμα για την τοποθέτηση δακτυλίου), όσον αφορά τα πτηνά στα οποία έχει φορεθεί δακτύλιος στο εξωτερικό και τα οποία έχουν συλληφθεί ή επισημανθεί στη χώρα μας, παρασχέθηκαν λεπτομερέστερες πληροφορίες για την Ιταλία. Συνολικά, 3300 δελτάρια αφορώντα 17 είδη που είτε μεταναστεύουν αποκλειστικά στην Ιταλία είτε μεταναστεύουν μερικώς και διαχειμάζουν μερικώς αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης. Η εισήγηση περιλαμβάνει σε παράρτημα για τα εν λόγω είδη γραφική αναπαράσταση των κινήσεων διαχρονικά. Για τα αποκλειστικά μεταναστευτικά είδη, η αναλυθείσα περίοδος εκτείνεται από τον Ιανουάριο μέχρι τον Απρίλιο, ενώ για τα είδη που διέρχονται και σημαντική περίοδο διαχειμάσεως, η περίοδος αυτή εκτείνεται από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Απρίλιο.

    Στη γραφική αυτή αναπαράσταση απαντώνται τα είδη σφυριχτάρι (Anas penelope), φλυαρό-παπια (Anas streperà), κιρκίρι (Anas crecca), πρασινοκέφαλη (Anas platyrhinchos), σου-βλόπαπια (Anas acuta), σαρσέλα (Anas querquedula), χουλιαράς (Anas clypeata), τσικνό-παπια ( Aythya fuligula ), κυνηγόπαπια (Aythya ferina), φαλαρίδα (Fúlica atra), βροχοπούλι ( Pluvialis apricaria), καλημάνα (Vanellus vanellus), ψευτομαχητής (Philomachus pugnax), μπεκατσίνι (Gallinago gallinago), οχθοτούρλι (Limosa limosa), τουρλίδα (Numerius arquata), κοκκινοσκέλης ( Tringa totanus), μαυροπούλι (Sturnus vulgaris), κότσυφας (Turdus merula), κεδρότσιχλα (Turdus pilaris), τσίχλα (Turdus philomelos) και κοκκινότσιχλα (Turdus iliacus).

    Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι, σύμφωνα με το Istituto nazionale di biologia della selvaggina, οι περί θήρας έρευνες πρέπει να ολοκληρώνονται στο μέσον του χειμώνα, ενώ γεωγραφικές, κλιματολογικές και οικολογικές παράμετροι καθορίζουν τι πρέπει να νοείται ως μέσον του χειμώνα στα διάφορα γεωγραφικά πλάτη. Το ίδρυμα αυτό καθόρισε για τη Νότια Ευρώπη ως μέσον του χειμώνα την 31η Ιανουαρίου το αργότερο.

    Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η διεθνής επιστημονική βιβλιογραφία που παραθέτει αποτελεί επαρκή απόδειξη των προβαλλομένων στην προσφυγή πραγματικών περιστατικών, το βάσιμο της οποίας προσφυγής δεν μπορεί να μειωθεί από αστήρικτους ισχυρισμούς.

    4.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση θεωρεί ότι εναπόκειται στην προσφεύγουσα να αποδείξει τη φερόμενη έλλειψη προστασίας εκ μέρους της εθνικής νομοθεσίας σε σχέση με τα διάφορα είδη αποδημητικών πτηνών και τη γεωγραφική κατάσταση της Ιταλίας. Κατ' αυτήν, οι αιτιάσεις αναπτύσσονται κατά τρόπο γενικευμένο και αδιακρίτως, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ή ιδιόμορφη κατάσταση κάθε αποδημητικού είδους.

    Η Ιταλική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι οι απόψεις που εκφράζουν οι εν λόγω μελέτες δεν μπορούν να υποστηριχθούν ότι συνιστούν αντικειμενικά στοιχεία αδιαμφισβήτης αξίας, όταν αφορούν συγκεκριμένες και ειδικές πραγματικές καταστάσεις. Κατά την άποψη της Ιταλικής Κυβερνήσεως, δεν αρκεί η υποδειγματική καταγραφή μιας γενικής επιστημονικής πραγματικότητας στη Νότια Ευρώπη και η άκαμπτη εφαρμογή της στην ιταλική πραγματικότητα με την πλήρη εξομοίωση της Ιταλίας, παρά την ειδική και πολύπλοκη γεωγραφική κατάσταση της, προς άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης.

    Μ. Díez de Velasco

    εισηγητής δικαστής


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.

    Top

    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

    της 17ης Ιανουαρίου 1991 ( *1 )

    Στην υπόθεση C-157/89,

    Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους E. de March και Τ. Van Rijn, μέλη της νομικής υπηρεσίας της, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον G. Berardis, μέλος της νομικής υπηρεσίας της Επιτροπής, Centre Wagner, Kirchberg,

    προσφεύγουσα,

    κατά

    Ιταλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από τον Ι. Μ. Braguglia, avvocato dello Stato, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την πρεσβεία της Ιταλίας, 5 rue Marie-Adélaïde,

    καθής,

    που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι η Ιταλική Δημοκρατία, επιτρέποντας τη θήρα διαφόρων ειδών πτηνών σε περίοδο φωλεοποιήσεως και κατά τις διάφορες φάσεις αναπαραγωγής και εξαρτήσεως, καθώς και τη θήρα διαφόρων αποδημητικών ειδών κατά την επιστροφή τους στους τόπους φωλεοποιήσεως, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών ( ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 202),

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

    συγκείμενο από τους Ο. Due, Πρόεδρο, G. F. Mancini, Τ. F. O'Higgins, G. C. Rodríguez Iglesias και M. Diez de Velasco, προέδρους τμήματος, Sir Gordon Slynn, Κ. Ν. Κακούρη, R. Joliét, F. A. Schockweiler, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: W. Van Gerven

    γραμματέας: Η.-Α. Rühi, κύριος υπάλληλος διοικήσεως

    λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 11ης Οκτωβρίου 1990,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 8ης Νοεμβρίου 1990,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 2 Μαΐου 1989, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι η Ιταλική Δημοκρατία, επιτρέποντας τη θήρα διαφόρων ειδών πτηνών σε περίοδο φωλεοποιήσεως και κατά τις διάφορες φάσεις αναπαραγωγής και εξαρτήσεως, καθώς και τη θήρα διαφόρων αποδημητικών ειδών κατά την επιστροφή τους στους τόπους φωλεοποιήσεως, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 202 ).

    2

    Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η ιταλική νομοθετική ρύθμιση περί θήρας δεν συμβιβάζεται με το άρθρο 7, παράγραφος 4, δεύτερη και τρίτη περίοδος, της οδηγίας, καθόσον επιτρέπει, πρώτον, τη θήρα ορισμένων πτηνών από τις 18 Αυγούστου, μολονότι τα εν λόγω είδη βρίσκονται ακόμα κατά την ημερομηνία αυτή στο στάδιο αναπαραγωγής και εξαρτήσεως, δεύτερον, τη θήρα ορισμένων αποδημητικών πτηνών έως τις 28 Φεβρουαρίου ή τις 10 Μαρτίου, κατά περίπτωση, μολονότι τα είδη αυτά πετούν ήδη πάνω από το ιταλικό έδαφος κατά τις εν λόγω ημερομηνίες, επιστρέφοντας στους τόπους φωλεοποιήσεώς τους.

    3

    Προς στήριξη των ισχυρισμών της, η Επιτροπή επικαλείται ορισμένα επιστημονικά συγγράμματα, μεταξύ των οποίων το Handbook of the Birds of Europe, the Middle East and North Africa του εκδοτικού οίκου Cramps & Simmons, καθώς και έκθεση του Istituto nazionale di biologia della selvaggina [εθνικού ινστιτούτου βιολογίας των θηραμάτων ] της Βολωνίας σχετικά με την εαρινή μετανάστευση των πτηνών.

    4

    Το νομικό πλαίσιο και τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς, η διαδικασία, καθώς και οι ισχυρισμοί και τα επιχειρήματα των διαδίκων αναπτύσσονται διεξοδικώς στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

    Επί του παραδεκτού

    5

    Η Ιταλική Κυβέρνηση θεωρεί ότι οι αιτιάσεις που περιέχει η προσφυγή απορρίφθηκαν ήδη από το Δικαστήριο με την απόφαση της 8ης Ιουλίου 1987 στην υπόθεση Επιτροπή κατά Ιταλίας ( 262/85, Συλλογή 1987, σ. 3073 ), με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η εκ νέου προβολή τους.

    6

    Η Επιτροπή ισχυρίζεται, αντίθετα, ότι η προσφυγή δεν αποσκοπεί στο να αναγνωριστεί από το Δικαστήριο ότι η ιταλική νομοθεσία δεν έλαβε υπόψη τις διάφορες περιόδους προστασίας του άρθρου 7, παράγραφος 4, της οδηγίας, προκειμένου να καθορίσει τις ημερομηνίες ενάρξεως της θήρας, αλλ' ότι οι επιλεγείσες από την Ιταλική Κυβέρνηση ημερομηνίες για τις διάφορες θηρευτικές περιόδους δεν ανταποκρίνονται στις επιταγές της εν λόγω διατάξεως. Στο πλαίσιο της υποθέσεως 262/85η Επιτροπή προέβαλε τον ισχυρισμό αυτό με το υπόμνημα απαντήσεως της. Επομένως, ο λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτός από το Δικαστήριο έγκειται αποκλειστικά και μόνο στο γεγονός ότι δεν είχε διατυπωθεί ούτε κατά τη διάρκεια της πριν από την άσκηση της προσφυγής διαδικασίας ούτε με το δικόγραφο της προσφυγής.

    7

    Ο ισχυρισμός αυτός της Ιταλικής Κυβερνήσεως δεν μπορεί να γίνει δεκτός. Πράγματι, όπως προκύπτει από την προαναφερθείσα απόφαση, η αιτίαση σχετικά με την ανάγκη απαγορεύσεως της θήρας κατά τη διάρκεια ορισμένων περιόδων δεν έγινε δεκτή στο πλαίσιο της υποθέσεως εκείνης για διαδικαστικούς λόγους. Επομένως, το Δικαστήριο δεν αποφάνθηκε επί του βασίμου της.

    Επί της ουσίας

    8

    Η Ιταλική Κυβέρνηση υποστηρίζει καταρχάς ότι η εθνική κανονιστική ρύθμιση είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του άρθρου 7, παράγραφος 4, δεύτερη και τρίτη περίοδος, της οδηγίας, δεδομένου ότι, αφενός, τα περισσότερα από τα νεογνά ανεξαρτητοποιούνται συνήθως από τις 18 Αυγούστου και, αφετέρου, τα εν λόγω αποδημητικά πτηνά δεν πετούν συνήθως σε μεγάλο αριθμό πάνω από το ιταλικό έδαφος πριν από τις 28 Φεβρουαρίου ή τις 10 Μαρτίου, ανάλογα με την περίπτωση.

    9

    Η Ιταλική Κυβέρνηση θεωρεί επίσης ότι τα συγγράμματα στα οποία αναφέρθηκε η Επιτροπή έχουν γενικό χαρακτήρα και δεν λαμβάνουν υπόψη την ιδιομορφία της ιταλικής πραγματικότητας. Κατ' αυτήν, η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι τα ορνιθολογικής φύσεως στοιχεία που παρατίθενται σ' αυτά τα έργα αφορούν και τα είδη που αποτελούν αντικείμενο της προσφυγής.

    10

    Τέλος, η Ιταλική Κυβέρνηση παρατηρεί ότι οι περιφέρειες μπορούν να τροποποιούν τις ημερομηνίες ενάρξεως και λήξεως της θήρας που καθορίζονται με την εθνική κανονιστική ρύθμιση, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη ιδιαίτερες περίοδοι φωλεοποιή-σεως ή ιδιαίτερες περιπτώσεις μετακινήσεων προς αποδημία.

    Eni των ζητημάτων αρχής

    11

    Η επιχειρηματολογία της Ιταλικής Κυβερνήσεως εγείρει υπό την έννοια αυτή τρία ζητήματα αρχής: το του περιεχομένου του άρθρου 7, παράγραφος 4, δεύτερη και τρίτη περίοδος, της οδηγίας, το της φύσεως των επιστημονικών στοιχείων που απαιτούνται για τις ανάγκες της αποδείξεως στον τομέα της πανίδας των πτηνών, καθώς και το σε ποιο βαθμό η μεταφορά της εν λόγω διατάξεως στην εσωτερική έννομη τάξη μπορεί να διασφαλιστεί από τις περιφερειακές αρχές κράτους μέλους.

    12

    Επί του πρώτον ζητήματος, σχετικά δηλαδή με την ερμηνεία του άρθρου 7, παράγραφος 4, δεύτερη και τρίτη περίοδος, της οδηγίας, όπως προκύπτει από τη δικογραφία, οι κύκλοι αναπαραγωγής και οι μετακινήσεις των πτηνών με σκοπό την αποδημία χαρακτηρίζονται από κάποια μεταβλητότητα, η οποία, λόγω των μετεωρολογικών συνθηκών, συνδέεται ιδίως με τις περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων λαμβάνουν χώρα τα φαινόμενα αυτά. Έτσι, ορισμένα νεογνά συγκεκριμένου είδους ενδέχεται να μην έχουν εξέλθει ακόμα από τη φωλιά τους ή να βρίσκονται σε κατάσταση εξαρτήσεως όσον αφορά τη διατροφή τους σε μεταγενέστερη από τη μέση περίοδο αναπαραγωγής ημερομηνία. Ομοίως, ορισμένος αριθμός πτηνών δεδομένου αποδημητικού είδους ενδέχεται να αρχίζει το ταξίδι της επιστροφής προς τον τόπο φωλεοποιήσεως νωρίτερα από τον μέσο χρόνο των αποδημητικών ρευμάτων.

    13

    Το ζήτημα που τίθεται, συνεπώς, είναι αν ένα κράτος μέλος μπορεί να επιτρέψει τη θήρα από τη στιγμή κατά την οποία η πλειονότητα των νεογνών συγκεκριμένου είδους ανεξαρτητοποιήθηκε από απόψεως διατροφής και για όσο χρόνο τα περισσότερα πτηνά συγκεκριμένου αποδημητικού είδους δεν υπερίπτανται ακόμα του εδάφους του εν λόγω κράτους μέλους επιστρέφοντας στον τόπο φωλεοποιήσεώς τους ή αν ο εθνικός νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει, πέραν της συνήθους περιόδου αναπαραγωγής και εξαρτήσεως καθώς και της περιόδου αποδημίας, συμπληρωματική περίοδο, προκειμένου να λάβει υπόψη τις προαναφερθείσες μεταβολές.

    14

    Συναφώς, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το άρθρο 7, παράγραφος 4, δεύτερη και τρίτη περίοδος, της οδηγίας αποβλέπει στη διασφάλιση πλήρους συστήματος προστασίας κατά τη διάρκεια των περιόδων κατά τις οποίες η επιβίωση των αγρίων πτηνών απειλείται ιδιαιτέρως. Συνεπώς, η προστασία από τις θηρευτικές δραστηριότητες δεν μπορεί να περιορίζεται στην πλειονότητα των πτηνών συγκεκριμένου είδους, όπως αυτή καθορίζεται με βάση ένα μέσο όρο των κύκλων αναπαραγωγής και μετακινήσεων προς αποδημία. Ο αποκλεισμός από την προστασία αυτή τμήματος του συγκεκριμένου είδους αντίκειται προς τους στόχους της οδηγίας, σε περίπτωση παρατεταμένης εξαρτήσεως των νεογνών και πρόωρης αποδημίας.

    15

    Επί του δεντερον ζητήματος, ήτοι ως προς την αποδεικτική αξία και λυσιτέλεια των παρατεθεισών από την Επιτροπή επιστημονικών δημοσιεύσεων, δεν αμφισβητείται ότι τα έργα αυτά είναι αναγνωρισμένου κύρους στον τομέα της πανίδας των πτηνών. Ως προς το επιχείρημα της Ιταλικής Κυβερνήσεως ότι τα στοιχεία που υπέβαλε η Επιτροπή δεν αφορούν συγκεκριμένα την επικρατούσα στην Ιταλία κατάσταση, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, σε περίπτωση κατά την οποία δεν υφίσταται συγκεκριμένο επιστημονικό έργο που αφορά το έδαφος του οικείου κράτους μέλους, η Επιτροπή μπορεί να αναφερθεί σε ορνιθολογικά συγγράμματα που πραγματεύονται την κατάσταση σε ευρύτερη περιοχή στην οποία εμπίπτει το εν λόγω κράτος μέλος. Εξάλλου, η Ιταλική Κυβέρνηση δεν επικαλέσθηκε εναλλακτικές επιστημονικές μελέτες για να αντικρούσει τα στοιχεία που προσκόμισε η Επιτροπή.

    16

    Επί του τρίτον ζητήματος, το οποίο αφορά το αν η εφαρμογή της οδηγίας μπορεί να είναι απόρροια της εξουσίας που διαθέτουν οι ιταλικές περιφέρειες να παρεκκλίνουν από τις θηρευτικές περιόδους που καθορίζει η εθνική κανονιστική ρύθμιση και να απαγορεύουν ή να περιορίζουν τη θήρα υπό ορισμένες προϋποθέσεις, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι μια εθνική ρύθμιση που κηρύσσει καταρχήν την έναρξη της θήρας ορισμένων ειδών, ανεξαρτήτως των αντιθέτων διατάξεων που θεσπίζουν οι περιφερειακές αρχές, δεν ανταποκρίνεται στις επιταγές της οδηγίας όσον αφορά την προστασία των πτηνών.

    17

    Πράγματι, όπως προκύπτει από τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της 8ης Ιουλίου 1987 στην υπόθεση Επιτροπή κατά Βελγίου ( 247/85, Συλλογή 1987, σ. 3029 ) και στην υπόθεση Επιτροπή κατά Ιταλίας ( 262/85, Συλλογή 1987, σ. 3073 ), η ευχέρεια κράτους μέλους να επικαλείται την κανονιστική εξουσία των περιφερειακών αρχών για να δικαιολογεί εθνική νομοθεσία, αντιβαίνουσα στις προβλεπόμενες από συγκεκριμένη οδηγία απαγορεύσεις, αντίκειται προς την αρχή της ασφαλείας δικαίου.

    Επί της αιτιάσεως ως προς την έναρξη της θήρας τεσσάρων ειδών από τις 18 Αυγούστου

    18

    Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι εθνικές διατάξεις που επιτρέπουν τη θήρα της φαλαρίδας, της νερόκοτας, της πρασινοκέφαλης και του κότσυφα από τις 18 Αυγούστου είναι ασυμβίβαστες προς το άρθρο 7, παράγραφος 4, δεντερη περίοδος, της οδηγίας, επειδή κατά την ημερομηνία αυτή ο χρόνος αναπαραγωγής και εξαρτήσεως των εν λόγω ειδών δεν έχει ακόμα λήξει.

    19

    Διαπιστώνεται ότι, σύμφωνα με τα επιστημονικά στοιχεία που προσκόμισε η Επιτροπή για τα ανωτέρω είδη, σημαντικό τμήμα νεογνών των τριών από τα παραπάνω είδη και συγκεκριμένα οι νεαρές φαλαρίδες, νερόκοτες και πρασινοκέφαλες ενδέχεται να μην έχουν ακόμα εξέλθει από τη φωλιά τους ή να βρίσκονται σε κατάσταση εξαρτήσεως όσον αφορά τη διατροφή τους στις 18 Αυγούστου. Αντίθετα, όπως προκύπτει από τα ίδια στοιχεία, οι νεαροί κότσυφες ανεξαρτοποιούνται πριν από την ημερομηνία αυτή.

    20

    Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, με εξαίρεση την περίπτωση του κότσυφα, η πρώτη αιτίαση της Επιτροπής πρέπει να γίνει δεκτή.

    Επί της αιτιάσεως ως προς την έναρξη της θήρας 19 ειδών μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου ή 10 Μαρτίου

    21

    Δεύτερον, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι εθνικές διατάξεις που επιτρέπουν τη θήρα δέκα αποδημητικών ειδών μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου και εννέα άλλων ειδών μέχρι τις 10 Μαρτίου, ειδών τα οποία κατά τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο διασχίζουν την Ιταλία για να επανέλθουν στον τόπο φωλεοποιήσεώς τους στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, δεν συνάδουν προς το άρθρο 7, παράγραφος 4, τρίτη περίοδος, της οδηγίας.

    22

    Αντικρούοντας την αιτίαση αυτή, η Ιταλική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η εθνική κανονιστική ρύθμιση προσάρμοσε τις θηρευτικές περιόδους στις επιταγές της Διεθνούς Συμβάσεως για την Προστασία των Πτηνών, της 18ης Οκτωβρίου 1950, που αφορούν την προστασία των αποδημητικών πτηνών. Η Ιταλική Κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι, ελλείψει συγκεκριμένων κανονιστικών στοιχείων στην οδηγία, οι επιταγές της εν λόγω Συμβάσεως μπορούν να γίνουν δεκτές ως κριτήρια για την ενδεδειγμένη προστασία των αποδημητικών πτηνών στο πλαίσιο της οδηγίας.

    23

    Αρκεί να παρατηρηθεί ότι η επίδικη Σύμβαση, η οποία απαιτεί την προστασία των αποδημητικών πτηνών ιδίως κατά τον μήνα Μάρτιο, δεν μπορεί να αποτελέσει ουσιώδες στοιχείο ερμηνείας της οδηγίας, οι επιταγές της οποίας είναι αυστηρότερες όσον αφορά την προστασία των πτηνών.

    24

    Πρέπει να αναγνωριστεί ότι, σύμφωνα με τα επιστημονικά στοιχεία που προσκόμισε η Επιτροπή για τα αναφερόμενα στο δικόγραφο της προσφυγής αποδημητικά είδη, ιδίως δε σύμφωνα με την έκθεση του Istituto nazionale di biologia della selvaggina, σημαντικό τμήμα των εν λόγω ειδών ενδέχεται να διασχίζει ήδη το ιταλικό έδαφος από τον μήνα Φεβρουάριο, με αποτέλεσμα η ιταλική νομοθεσία να μη συνάδει προς την ανωτέρω διάταξη της οδηγίας.

    25

    Πάντως, ως προς τα διάφορα είδη, πρέπει να τονιστεί ότι δεν αποδείχθηκε επαρκώς η μη τήρηση της οδηγίας για δύο από αυτά, και συγκεκριμένα για τον κοκκινοσκέλη και την τουρλίδα. Πράγματι, στην εν λόγω έκθεση αναφέρεται ότι ο κοκκινοσκέλης δεν υπερίπταται του ιταλικού εδάφους παρά μόνο από το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου, ενώ η τουρλίδα κατά τη διάρκεια της αλληλοκαλυπτομένης περιόδου των μηνών Μαρτίου και Απριλίου.

    26

    Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η δεύτερη αιτίαση της Επιτροπής πρέπει να γίνει δεκτή, με εξαίρεση τις περιπτώσεις του κοκκινοσκέλη και της τουρλίδας.

    27

    Συνεπώς, πρέπει να αναγνωριστεί ότι η Ιταλική Δημοκρατία, επιτρέποντας τη θήρα διαφόρων ειδών πτηνών σε περίοδο φωλεοποιήσεως και κατά τις διάφορες φάσεις αναπαραγωγής και εξαρτήσεως, καθώς και τη θήρα διαφόρων αποδημητικών ειδών κατά την επιστροφή τους στους τόπους φωλεοποιήσεως, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    28

    Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Επειδή η Ιταλική Δημοκρατία ηττήθη κατά τα κύρια σημεία, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

     

    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

    αποφαίνεται:

     

    1)

    Η Ιταλική Δημοκρατία, επιτρέποντας τη θήρα διαφόρων ειδών πτηνών σε περίοδο φωλεοποιήσεως και κατά τις διάφορες φάσεις αναπαραγωγής και εξαρτήσεως, καθώς και τη θήρα διαφόρων αποδημητικών ειδών κατά την επιστροφή τους στους τόπους φωλεοποιήσεως, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών.

     

    2)

    Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

     

    Due

    Mancini

    O'Higgins

    Rodríguez Iglesias

    Diez de Velasco

    Slynn

    Κακούρης

    Joliet

    Schockweiler

    Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 17 Ιανουαρίου 1991.

    Ο Γραμματέας

    J.-G. Giraud

    Ο Πρόεδρος

    Ο. Due


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.

    Top