EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61987CJ0386

Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 9ης Νοεμβρίου 1989.
Bessin et Salson κατά Administration des douanes et droits indirects.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Tribunal d'instance de Paris 1er - Γαλλία.
Επιστροφή εισαγωγικών δασμών.
Υπόθεση 386/87.

Συλλογή της Νομολογίας 1989 -03551

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1989:408

61987J0386

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΤΕΤΑΡΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 9ΗΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1989. - SOCIETE BESSIN ET SALSON ΚΑΤΑ ADMINISTRATION DES DOUANES ET DROITS INDIRECTS. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: TRIBUNAL D'INSTANCE DE PARIS 1ER - ΓΑΛΛΙΑ. - ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΔΑΣΜΩΝ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 386/87.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1989 σελίδα 03551


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

'Ιδιοι πόροι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων - Επιστροφή ως αχρεωστήτως καταβληθέντων ή διαγραφή χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών - Κανονισμός 1430/79 - Διαχρονική εφαρμογή - Δεν εφαρμόζεται επί αιτήσεως επιστροφής που υποβλήθηκε μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού για δασμούς που είχαν καταβληθεί πριν από την έναρξη ισχύος του - 'Ελλειψη κοινοτικής ρυθμίσεως - Εφαρμογή του εθνικού δικαίου - 'Ορια - Γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου - Εθνική νομοθεσία προβλέπουσα για τις αιτήσεις επιστροφής ανυπέρθετη προθεσμία τριών ετών - Επιτρέπεται η εφαρμογή της

(Κανονισμός 1430/79 του Συμβουλίου, άρθρο 27)

Περίληψη


Οι διατάξεις του κανονισμού 1430/79 του Συμβουλίου, περί της επιστροφής ως αχρεωστήτως καταβληθέντων ή της διαγραφής χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών, δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που η αίτηση επιστροφής εισαγωγικών δασμών υποβλήθηκε από τον εισαγωγέα στην αρμόδια αρχή κράτους μέλους μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού αυτού για δασμούς που είχαν καταβληθεί πριν από την έναρξη ισχύος του.

Ελλείψει ισχύουσας κοινοτικής ρυθμίσεως, οι γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου δεν αντιτίθενται στις διατάξεις εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους που προβλέπουν ανυπέρθετη προθεσμία παραγραφής, αποκλείουσα παντελώς τη δυνατότητα να ληφθεί υπόψη περίπτωση ανωτέρας βίας, τριών ετών για κάθε αίτηση επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων δασμών.

Διάδικοι


Στην υπόθεση 386/87,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal d' instance του Παρισιού (πρώτο διαμέρισμα) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Bessin et Salson

και

Administration des douanes et droits indirects,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του κανονισμού (ΕΟΚ) 1430/79 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουλίου 1979, περί της επιστροφής ως αχρεωστήτως καταβληθέντων ή της διαγραφής χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών (ΕΕ ειδ. έκδ. 11/015, σ. 162),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα)

συγκείμενο από τους Κ. Ν. Κακούρη, πρόεδρο τμήματος, T. Koopmans και M. Diez de Velasco, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs

γραμματέας: H. A. Ruehl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

- η ενάγουσα, εκπροσωπούμενη από τους E. Didier και J. Letang, δικηγόρους Παρισιού,

- η κυβέρνηση της Γαλλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενη από την E. Belliard και τον G. de Bergues,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον P. Hetsch, μέλος της νομικής της υπηρεσίας,

λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 29ης Ιουνίου 1989,

αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 26ης Σεπτεμβρίου 1989,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με απόφαση της 14ης Οκτωβρίου 1986, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 28 Δεκεμβρίου 1987, το Tribunal d' instance του Παρισιού (πρώτο διαμέρισμα) υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, ορισμένα προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του κανονισμού 1430/79 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουλίου 1979, περί της επιστροφής ως αχρεωστήτως καταβληθέντων ή της διαγραφής χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών (ΕΕ ειδ. έκδ. 11/015, σ. 162).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της εταιρίας Bessin et Salson και της administration des douanes (διεύθυνσης τελωνείων). Με την αγωγή της κύριας δίκης ζητείται η επιστροφή εισαγωγικών δασμών ύψους 1 125 545 γαλλικών φράγκων (FF) που καταβλήθηκαν για έτοιμα ενδύματα που είχαν εισαχθεί από το Μαρόκο κατά την περίοδο μεταξύ 25 Φεβρουαρίου 1974 και 29 Απριλίου 1978. Τα εμπορεύματα αυτά μπορούσαν να τύχουν πλήρους απαλλαγής εισαγωγικών δασμών σύμφωνα με τις προτιμησιακές συμφωνίες που ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο μεταξύ της Κοινότητας και του Μαρόκου.

3 Η αίτηση περί επιστροφής της 29ης Απριλίου 1981 απορρίφθηκε λόγω της τριετούς παραγραφής που προβλέπει ο γαλλικός τελωνειακός κώδικας. Κατά το χρόνο των εν λόγω εισαγωγών η ενάγουσα δεν μπόρεσε να προσκομίσει τα πιστοποιητικά καταγωγής που ήταν αναγκαία για την υπαγωγή της στο προτιμησιακό καθεστώς διότι οι μαροκινές αρχές δεν τα είχαν εκδώσει ή θεωρήσει. Τα εν λόγω πιστοποιητικά θεωρήθηκαν από τις αρχές του Μαρόκου μόλις το 1981.

4 Ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, η εταιρία Bessin et Salson υποστήριξε ότι, εν προκειμένω, τυγχάνει εφαρμογής ο κανονισμός 1430/79, εφόσον η επίδικη απόφαση των γαλλικών αρχών εκδόθηκε μετά την έναρξη ισχύος του. Η ενάγουσα επικαλέστηκε, κυρίως, το άρθρο 19 του κανονισμού, κατά το οποίο η προθεσμία των τριών ετών που προβλέπεται για την υποβολή της αιτήσεως επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων εισαγωγικών δασμών είναι δυνατόν να παραταθεί αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι εμποδίστηκε να υποβάλει εγκαίρως την εν λόγω αίτηση λόγω τυχαίων περιστατικών ή ανωτέρας βίας. Η εταιρία Bessin et Salson ισχυρίστηκε επίσης ότι δεν μπορούσαν, εν προκειμένω, να της αντιταχθούν οι σχετικοί με την παραγραφή εθνικοί κανόνες, εφόσον η μη έγκαιρη προσκόμιση των αναγκαίων πιστοποιητικών οφειλόταν αποκλειστικά σε παράλειψη των μαροκινών αρχών.

5 Η διεύθυνση τελωνείων θεώρησε ότι ο κανονισμός 1430/79 εφαρμόζεται μόνο στους δασμούς που έχουν βεβαιωθεί μετά την έναρξη ισχύος του δηλαδή μετά την 1η Ιουλίου 1980, οπότε πριν από την ημερομηνία αυτή ίσχυαν μόνο οι εθνικοί κανόνες περί παραγραφής. Υποστήριξε δε ότι οι διατάξεις του κανονισμού αυτού δεν επιτρέπουν να ληφθούν υπόψη οι προβαλλόμενες από την ενάγουσα της κύριας δίκης περιστάσεις.

6 Προκειμένου να επιλύσει τη διαφορά της κύριας δίκης, το Tribunal d' instance του Παρισιού υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

"1) 'Εχουν οι διατάξεις του κανονισμού 1430/79 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουλίου 1979, περί της επιστροφής ως αχρεωστήτως καταβληθέντων ή της διαγραφής χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών, εφαρμογή στην περίπτωση όπου η αίτηση επιστροφής των δασμών υποβλήθηκε από τον εισαγωγέα στην αρμόδια αρχή κράτους μέλους μετά την έναρξη της ισχύος του εν λόγω κανονισμού, για δασμούς καταβληθέντες πριν από την έναρξη της ισχύος του;

2) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, μπορεί ο εισαγωγέας να επικαλεστεί τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού αυτού, δυνάμει των οποίων η προβλεπόμενη στο άρθρο 2, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού προθεσμία για την υποβολή της αίτησης επιστροφής ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή της διαγραφής χρέους εισαγωγικών δασμών είναι δυνατό να παραταθεί αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι εμποδίστηκε να υποβάλει την αίτηση εντός των προβλεπομένων προθεσμιών λόγω τυχαίων περιστατικών ή ανωτέρας βίας, η οποία συνίσταται εν προκειμένω στο γεγονός ότι ήταν απολύτως αδύνατο για τον εισαγωγέα να λάβει τα πιστοποιητικά ΕUR 1 από τις αρμόδιες αρχές τρίτου κράτους;

3) Αν η απάντηση στο πρώτο, κατά συνέπεια δε, και στο δεύτερο ερώτημα είναι καταφατική, αντιβαίνουν στις γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου οι διατάξεις εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους με τις οποίες προβλέπεται ανυπέρθετη προθεσμία παραγραφής τριών ετών όσον αφορά οποιαδήποτε αίτηση επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων δασμών, στην περίπτωση όπου ο εισαγωγέας πράγματι εμποδίστηκε να υποβάλει την αίτηση εντός των επιβαλλόμενων από την εθνική νομοθεσία προθεσμιών για λόγους που δεν οφείλονται στον ίδιο, αλλά στο γεγονός ότι η αρμόδια αρχή τρίτου κράτους παρέλειψε πλήρως να του χορηγήσει τα αναγκαία για την αίτηση αυτή πιστοποιητικά ΕUR 1 και ενώ επανειλημμένα δήλωσε στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους ότι βρισκόταν σε απόλυτη αδυναμία να προσκομίσει τα εν λόγω πιστοποιητικά, τα οποία έπρεπε να του χορηγηθούν από τις αρμόδιες αρχές τρίτου κράτους, πλην όμως του χορηγήθηκαν δέκα έτη μετά την έναρξη των πράξεων εισαγωγής, αφού είχαν θεωρηθεί εκ των υστέρων;

4) Αν η απάντηση στα δυό πρώτα ερωτήματα ή στο τρίτο ερώτημα είναι καταφατική, δικαιούται ο εισαγωγέας να απαιτήσει τόκους επί του ποσού των δασμών των οποίων ζητεί την επιστροφή και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, από ποια ημερομηνία;"

7 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς το νομικό πλαίσιο και τα περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης, η εξέλιξη της διαδικασίας καθώς και οι γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται πιο κάτω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

Επί του πρώτου ερωτήματος

8 Καταρχάς πρέπει να σημειωθεί ότι ο κανονισμός 1430/79 έχει ως αντικείμενο τη θέσπιση κοινοτικού συστήματος επιστροφής εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών, προοριζόμενου να αντικαταστήσει τις αντίστοιχες εθνικές νομοθεσίες. Κατά το άρθρο 27, ο κανονισμός αυτός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιουλίου 1980. Δεν περιλαμβάνει ούτε μεταβατικές διατάξεις ούτε διατάξεις που να του δίδουν αναδρομική ισχύ. Επομένως, εφαρμόζεται επί των πράξεων που διενεργήθηκαν μετά την ημερομηνία αυτή.

9 'Οσον αφορά το ζήτημα ποιες πράξεις εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του νέου αυτού συστήματος, πρέπει να επισημανθεί ότι ο γενεσιουργός λόγος για κάθε αίτηση επιστροφής ή διαγραφής χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών συνίσταται στη βεβαίωση χρέους των δασμών αυτών, δηλαδή στη διοικητική πράξη με την οποία καθορίζεται το ύψος των δασμών που πρέπει να καταβληθούν στις αρμόδιες αρχές. Καταρχήν, ο εν λόγω κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε τέτοιες διοικητικές πράξεις που εκδόθηκαν πριν από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του.

10 Το εθνικό δικαστήριο ερωτά αν ισχύει το ίδιο και όταν η μεν βεβαίωση χρέους έγινε πριν από την έναρξη ισχύος του κανονισμού 1430/79, πλην όμως η αίτηση επιστροφής των εισαγωγικών δασμών υποβλήθηκε μετά την ημερομηνία αυτή.

11 Συναφώς, πρέπει καταρχάς να σημειωθεί ότι σε ανάλογη περίπτωση, σχετικά με την έκδοση κοινοτικού κανονισμού για την εκ των υστέρων είσπραξη εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών, το Δικαστήριο έκρινε ότι το νέο σύστημα δεν εφαρμόζεται όσον αφορά προσδιορισμούς των δασμών αυτών που έγιναν πριν από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του εν λόγω κανονισμού (απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 1981, Salumi, 212 έως 217/80, Συλλογή 1981, σ. 2735).

12 'Ομοια λύση επιβάλλεται και σε περιπτώσεις όπως η προκειμένη. Η ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως επιστροφής δεν μπορεί να αποτελέσει αντικειμενικό κριτήριο για το αν εφαρμόζεται ή όχι ο κανονισμός 1430/79. Πράγματι, αν η ημερομηνία αυτή λαμβανόταν υπόψη, θα υπήρχε κίνδυνος προσβολής της αρχής της ασφάλειας του δικαίου, εφόσον θα εξαρτούσε την εφαρμογή του νέου συστήματος από ατομικές περιστάσεις. Το αντίθετο συμβαίνει με την ημερομηνία χρεώσεως των εισαγωγικών δασμών, χάρη στην οποία αποφεύγεται κάθε απόκλιση στη διαχρονική εφαρμογή του κανονισμού αυτού.

13 Κατά συνέπεια, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι οι διατάξεις του κανονισμού 1430/79 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουλίου 1979, περί της επιστροφής ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή της διαγραφής χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών, δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που η αίτηση επιστροφής εισαγωγικών δασμών υποβλήθηκε από τον εισαγωγέα στην αρμόδια αρχή κράτους μέλους μετά την έναρξη της ισχύος του κανονισμού αυτού για δασμούς που είχαν καταβληθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του.

Επί των λοιπών ερωτημάτων

14 Ενόψει της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο.

15

Το τρίτο προδικαστικό ερώτημα αφορά κατ' ουσίαν το ζήτημα κατά πόσον οι γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου αντιτίθενται σε εθνικούς κανόνες που προβλέπουν ανυπέρθετη προθεσμία τριών ετών για την υποβολή αιτήσεως επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων δασμών, χωρίς να προβλέπουν εξαίρεση δικαιολογούμενη από λόγους ανωτέρας βίας.

16 Σχετικά, πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως το Δικαστήριο έκρινε με την απόφαση της 12ης Ιουνίου 1980, Express Dairy Foods (130/79, Rec. 1980, σ. 1887), η εφαρμογή μιας εθνικής νομοθεσίας πρέπει να γίνεται κατά τρόπο μη εισάγοντα διάκριση σε σχέση με τις διαδικασίες που αποσκοπούν στην επίλυση καθαρά εθνικών διαφορών του ιδίου τύπου, και ότι οι διαδικαστικές λεπτομέρειες δεν πρέπει να καταλήγουν στο να καθίσταται ουσιαστικά αδύνατη η άσκηση των παρεχόμενων από το κοινοτικό δίκαιο δικαιωμάτων. Εν προκειμένω, όσον αφορά την υπόθεση της κύριας δίκης, το ζήτημα είναι αν το επίδικο εθνικό δίκαιο πληροί την τελευταία αυτή υποχρέωση.

17 Εν προκειμένω, πρέπει να αναγνωριστεί ότι η τριετής παραγραφή που προβλέπεται από τη νομοθεσία κράτους μέλους καθώς και ο αποκλεισμός, από την εν λόγω νομοθεσία, κάθε δυνατότητας παρατάσεως για λόγους ανωτέρας βίας ανταποκρίνονται σε επιλογή του νομοθέτη η οποία δεν έχει ως αποτέλεσμα να θίξει την προαναφερθείσα υποχρέωση.

18 Κατά συνέπεια, στο τρίτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, ελλείψει κοινοτικής ρυθμίσεως όσον αφορά την επιστροφή ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή τη διαγραφή χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών, οι γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου δεν αντιτίθενται στις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους που προβλέπουν ανυπέρθετη προθεσμία παραγραφής τριών ετών για κάθε αίτηση επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων δασμών.

19

Ενόψει της απαντήσεως στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο τέταρτο.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

20 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η γαλλική κυβέρνηση και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης το χαρακτήρα παρεμπίπτοντος, που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα)

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε το Tribunal d' instance του Παρισιού, με απόφαση της 14ης Οκτωβρίου 1986 αποφαίνεται:

1) Οι διατάξεις του κανονισμού 1430/79 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουλίου 1979, περί της επιστροφής ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή της διαγραφής χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών, δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που η αίτηση επιστροφής εισαγωγικών δασμών υποβλήθηκε από τον εισαγωγέα στην αρμόδια αρχή κράτους μέλους μετά την έναρξη της ισχύος του κανονισμού αυτού για δασμούς που είχαν καταβληθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του.

2) Ελλείψει κοινοτικής ρυθμίσεως όσον αφορά την επιστροφή ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή τη διαγραφή χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών, οι γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου δεν αντιτίθενται στις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους που προβλέπουν ανυπέρθετη προθεσμία παραγραφής τριών ετών για κάθε αίτηση επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων δασμών.

Top