Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61987CJ0378

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 23ης Μαΐου 1989.
Top Hit Holzvertrieb GmbH κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Εκ των υστέρων είσπραξη εισαγωγικών δασμών - Ξύλινα συστήματα ραφιών.
Υπόθεση 378/87.

Συλλογή της Νομολογίας 1989 -01359

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1989:209

61987J0378

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΤΡΙΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 23ΗΣ ΜΑΙΟΥ 1989. - TOP HIT HOLZVERTRIEB GMBH ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. - ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΔΑΣΜΩΝ - ΞΥΛΙΝΑ ΡΑΦΙΑ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 378/87.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1989 σελίδα 01359


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

1. Προσφυγή ακυρώσεως - Προθεσμία ασκήσεως - Χρόνος ενάρξεως - Η κοινοποίηση πράξεως στον προσφεύγοντα από τις εθνικές αρχές - Ακριβής γνώση του περιεχομένου

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 173, τρίτο εδάφιο)

2. 'Ιδιοι πόροι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων - Εκ των υστέρων είσπραξη εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών - Εισαγωγέας πληρών τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 1697/79 - Εκ των υστέρων είσπραξη - Αποκλείεται

(Κανονισμός 1697/79 του Συμβουλίου, άρθρο 5, παράγραφος 2)

3. Τελωνειακή ένωση - Εναρμόνιση νομοθεσιών - Διαδικασίες θέσεως των εμπορευμάτων σε ελεύθερη κυκλοφορία - Υποχρεώσεις του υποβάλλοντος τελωνειακή διασάφηση

(Οδηγία 79/695 του Συμβουλίου, άρθρο 3, παράγραφος 1 οδηγία 82/57 της Επιτροπής, άρθρο 2)

Περίληψη


1. Η προθεσμία ασκήσεως προσφυγής περί ακυρώσεως αποφάσεως θεσμικού οργάνου, που αρνείται το οφέλημα της υπαγωγής κάποιου επιχειρηματία σε ευεργετική διάταξη του κοινοτικού δικαίου, η οποία όμως απόφαση απευθύνεται σε κράτος μέλος, αρχίζει να τρέχει - έναντι του επιχειρηματία αυτού - μόνον αφ' ης του κοινοποιηθεί το περιεχόμενό της κατά τρόπο σαφή και απερίφραστο, έτσι ώστε να μπορέσει να ασκήσει το δικαίωμά του προς άσκηση προσφυγής.

2. Η διάταξη του άρθρου 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 1697/79, περί της εκ των υστέρων εισπράξεως εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών, η οποία ορίζει τρεις συγκεκριμένες προϋποθέσεις για να μπορέσουν οι αρμόδιες αρχές να μη προβούν στην εκ των υστέρων είσπραξη, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, άπαξ συντρέχουν και οι τρεις αυτές προϋποθέσεις, ο υπόχρεος έχει δικαίωμα στο να μη πραγματοποιηθεί η εκ των υστέρων είσπραξη.

3. 'Οπως προκύπτει από το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 79/695, περί εναρμονίσεως των διαδικασιών θέσεως σε ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, και από το άρθρο 2 της οδηγίας 82/57, περί καθορισμού ορισμένων διατάξεων εφαρμογής της προηγουμένης, αυτός που προβαίνει σε τελωνειακή διασάφηση, προς θέση του εμπορεύματος σε ελεύθερη κυκλοφορία, έχει την υποχρέωση να παράσχει στις τελωνειακές αρχές κάθε πληροφορία που είναι αναγκαία ανάλογα με την τελωνειακή μεταχείριση που ζητείται για το οικείο εμπόρευμα.

'Οταν η δασμολογική κατάταξη του εμπορεύματος εξαρτάται από την εφαρμογή ειδικού δασμολογικού καθεστώτος, όπως το καθεστώς δασμολογικής απαλλαγής, η υποχρέωση αυτή καταλαμβάνει και τον προσδιορισμό της ορθής διάκρισης του κοινού δασμολογίου. 'Οταν ένα εμπόρευμα δεν μπορεί να καταταγεί με αρκετή ακρίβεια, με βάση μόνο την περιγραφή του ή την εμφάνισή του, ο δηλών υποχρεούται να παράσχει κάθε άλλη χρήσιμη ένδειξη, σχετική ιδίως με τα χαρακτηριστικά και τη χρήση του εμπορεύματος, για να διευκολύνει την ορθή του κατάταξη.

Διάδικοι


Στην υπόθεση 378/87,

Top Hit Holzvertrieb GmbH, εταιρία γερμανικού δικαίου υπό εκκαθάριση, πρώην Intras Holzimport GmbH, 40, Fabriciusstrasse, D-4010 Hilden, εκπροσωπούμενη από τον εκκαθαριστή της Peter Lehnert, δικαστικοί πληρεξούσιοι: Schuermann και εταίροι, δικηγόροι, Φραγκφούρτη επί του Μάιν, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον E. Arendt, δικηγόρο, 4, avenue Marie-Therese,

προσφεύγουσα,

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από τον Joern Sack, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γ. Κρεμλή, μέλος της νομικής υπηρεσίας της Επιτροπής, Centre Wagner,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο την ακύρωση της απόφασης REC 5/85 της Επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 1985,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα)

συγκείμενο από τους F. Grevisse, πρόεδρο τμήματος, J. C. Moitinho de Almeida και M. Zuleeg, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: J. Mischo

γραμματέας: J. A. Pompe, βοηθός γραμματέας

λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 25ης Ιανουαρίου 1989,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 2ας Μαρτίου 1989,

εκδίδει την ακόλουθη απόφαση

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 21 Δεκεμβρίου 1987, η υπό εκκαθάριση εταιρία γερμανικού δικαίου Top Holzvertrieb GmbH (στο εξής Top Hit) άσκησε, δυνάμει του άρθρου 173, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή με την οποία ζητεί να ακυρωθεί η απόφαση REC 5/85 της Επιτροπής, της 16ης Σεπτεμβρίου 1985, με την οποία καλείται η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας να εισπράξει εκ των υστέρων από την προσφεύγουσα εισαγωγικούς δασμούς ύψους 244 590,59 γερμανικών μάρκων (DΜ).

2 Η Top Hit, επιχείρηση ειδικευόμενη στην εμπορία ξυλίνων ειδών, εισήγαγε στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, μεταξύ Οκτωβρίου 1980 και τέλος Δεκεμβρίου 1981, 105 παρτίδες ξυλίνων συστημάτων ραφιών καταγωγής Ρουμανίας. Στα τιμολόγια που προσκομίστηκαν κατά την εισαγωγή, τα εμπορεύματα περιγράφονταν διαδοχικώς ως "προκατασκευασμένα στοιχεία από ξύλο", "συστήματα ραφιών Nico από ξύλο πεύκου, μη συναρμολογημένα" ή ως "κατασκευές με πήχεις Viktor". Τα εμπορεύματα αυτά παραδίδονταν, σε όλες τις περιπτώσεις, υπό μορφή πλήρων σειρών συσκευασμένων με αφαιρούμενη ταινία. Μόνο τα συστήματα ραφιών Nico εισάγονται μέχρι τον Μάιο 1981 υπό μορφή μεμονωμένων κομματιών τοποθετημένων πάνω σε χωριστές "παλέτες", μαζί με τα αντίστοιχα τεμάχια.

3 Για να θέσει τα εμπορεύματα αυτά σε ελεύθερη κυκλοφορία, η προσφεύγουσα δήλωσε όλες τις επίδικες παρτίδες ως υπαγόμενες στη διάκριση 44.28 Δ ΙΙ (έτερα τεχνουργήματα εκ ξύλου) του κοινού δασμολογίου, περιγράφοντας τα μεν συστήματα ραφιών Nico, από τον Οκτώβριο 1980 μέχρι τον Μάιο 1981, ως "στοιχεία ξύλινης κατασκευής, πεύκο/έλατο" και, από τον Μάιο 1981 και εντεύθεν, ως "συστήματα ραφιών από ξύλο πεύκου, μη συναρμολογημένα", τα δε συστήματα ραφιών Viktor "ως κατασκευές με πήχεις από ξύλο πεύκου". Σύμφωνα με τις διασαφήσεις αυτές, τα επίδικα εμπορεύματα τέθηκαν σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει της διάκρισης 44.28 Δ ΙΙ και εισήχθησαν από την προσφεύγουσα αδασμολόγητα στο πλαίσιο του συστήματος των γενικευμένων προτιμήσεων.

4 Στις 19 Οκτωβρίου 1982, η Oberfinanzdirektion του Βερολίνου εξέδωσε δύο επίσημες γνωμοδοτήσεις περί δασμολογικής κατατάξεως, με τις οποίες κατέτασσε τα επίδικα εμπορεύματα στη διάκριση 94.03 Β (έπιπλα) του κοινού δασμολογίου, για την οποία δεν προβλεπόταν, κατά την υπό κρίση περίοδο, καμία προτιμησιακή μεταχείριση στο πλαίσιο του συστήματος των γενικευμένων προτιμήσεων. Κατόπιν της εκδόσεως της γνωμοδοτήσεως αυτής, το Hauptzollamt Koeln-Deutz (στο εξής: ΗΖΑ) αποφάσισε, με διορθωτική πράξη της 19ης Οκτωβρίου 1983, όπως τροποποιήθηκε με τη διορθωτική πράξη δασμολογήσεως της 7ης Μαρτίου 1985, την εκ των υστέρων είσπραξη εισαγωγικών δασμών ύψους 244.590,29 DΜ, βάσει του άρθρου 2 του κανονισμού 1697/79 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1979, περί της εκ των υστέρων εισπράξεως εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών (ΕΕ ειδ. έκδ. 02/007, σ. 254).

5 Στις 15 Νοεμβρίου 1983, η προσφεύγουσα υπέβαλε ένσταση κατά της διορθωτικής αυτής πράξεως, ζητώντας να μη πραγματοποιηθεί η εκ των υστέρων είσπραξη των εισαγωγικών δασμών, βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 2, του προαναφερθέντος κανονισμού 1697/79, ή να της διαγραφεί το χρέος των εν λόγω δασμών λόγω ιδιαιτέρων συνθηκών, σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 1, του κανονισμού 1430/79 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουλίου 1979, περί της επιστροφής ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή της διαγραφής χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών (ΕΕ ειδ. έκδ. 11/015, σ. 162).

6 Δεδομένου ότι το ποσό των μη εισπραχθέντων δασμών ήταν μεγαλύτερο των 2 000 Ecu, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ζήτησε από την Επιτροπή, με έγγραφο της 10ης Μαΐου 1985, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού 1573/80 της Επιτροπής, της 20ής Ιουνίου 1980, περί καθορισμού των διατάξεων εφαρμογής του άρθρου 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 1697/79 του Συμβουλίου (ΕΕ ειδ. έκδ. 11/020, σ. 243), να λάβει απόφαση σχετικά με την εκ των υστέρων είσπραξη των εισαγωγικών δασμών στην υπό κρίση περίπτωση. Σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού 1575/80 της Επιτροπής, της 20ής Ιουνίου 1980, περί καθορισμού των διατάξεων εφαρμογής του άρθρου 13 του κανονισμού 1430/79 του Συμβουλίου (ΕΕ ειδ. έκδ. 03/029, σ. 73), η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία κάλεσε επίσης την Επιτροπή να αποφασίσει αν δικαιολογούνταν η διαγραφή του χρέους των επίδικων εισαγωγικών δασμών, στην περίπτωση που η εκ των υστέρων είσπραξη έπρεπε να πραγματοποιηθεί.

7 Στις 16 Σεπτεμβρίου 1985, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση REC 5/85, που αποτελεί αντικείμενο της υπό κρίση προσφυγής, κρίνοντας ότι η εκ των υστέρων είσπραξη των επίδικων εισαγωγικών δασμών έπρεπε να πραγματοποιηθεί και ότι δεν δικαιολογούνταν η διαγραφή του σχετικού χρέους.

8 Με απόφαση της 21ης Ιανουαρίου 1986, το ΗΖΑ ΚOEln-Deutz απέρριψε το αίτημα της διαγραφής του χρέους των εισαγωγικών δασμών, κρίνοντας ότι δεν συνέτρεχαν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις του άρθρου 13, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1430/79.

9 Το ΗΖΑ ενημέρωσε, στη συνέχεια, την προσφεύγουσα, με απόφαση της 13ης Μαΐου 1986, ότι δεν συνέτρεχε πλέον λόγος να παραμένει σε εκκρεμότητα η διαδικασία της ενστάσεως, η οποία είχε ανασταλεί έως ότου κριθεί το αίτημα της επιεικούς αντιμετωπίσεως.

10 Τέλος, με απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 1987, επιδοθείσα στις 30 Οκτωβρίου 1987, το ΗΖΑ επίσης αρνήθηκε να παραιτηθεί της εκ των υστέρων εισπράξεως των εισαγωγικών δασμών, με την αιτιολογία ότι η προσφεύγουσα όφειλε να αντιληφθεί το σφάλμα του τελωνείου και ότι, ως εκ τούτου, δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 1697/79.

11 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως, η εξέλιξη της διαδικασίας, οι λόγοι ακυρώσεως και τα επιχειρήματα των διαδίκων. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται πιο κάτω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

Επί του παραδεκτού

12 Η Επιτροπή θεωρεί την προσφυγή απαράδεκτη λόγω μη τηρήσεως της προθεσμίας του άρθρου 173, τρίτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΟΚ. Η προσφεύγουσα, από της παραλαβής της αποφάσεως του ΗΖΑ της 13ης Μαΐου 1986, έλαβε γνώση της επίδικης απόφασης της Επιτροπής και ειδικότερα του γεγονότος ότι αυτή αφορούσε και το αίτημα που υποβλήθηκε βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 1697/79.

13 Η επιχειρηματολογία αυτή της Επιτροπής δεν μπορεί να γίνει δεκτή. 'Εστω και αν η προσβαλλόμενη απόφαση αφορούσε πράγματι τόσο το αίτημα που υποβλήθηκε βάσει του άρθρου 13, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1430/79, όσο και το στηριζόμενο στο άρθρο 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 1697/79, γεγονός παραμένει ότι οι αρμόδιες αρχές επέλεξαν να αποφανθούν επί του αιτήματος της διαγραφής του χρέους των εισαγωγικών δασμών πριν κρίνουν το αίτημα της μη εκ των υστέρων εισπράξεως. Με την απόφαση της 13ης Μαΐου 1986, το ΗΖΑ γνωστοποίησε στην προσφεύγουσα ότι, "ενόψει της αναφερομένης αποφάσεως (απόφαση REC 5/85 της Επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 1985), η απάντηση στο ερώτημα αν (συνέτρεχαν) εν προκειμένω οι προϋποθέσεις λήψεως μέτρου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 1697/79 (έπρεπε) επίσης να δοθεί βάσει του σκεπτικού στο οποίο στηρίχτηκε η απόρριψη του αιτήματος που διατυπώθηκε βάσει του άρθρου 13, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1430/79". Ταυτόχρονα, με την απόφαση της 13ης Μαΐου 1986, το ΗΖΑ κάλεσε την προσφεύγουσα να της γνωρίσει αν επιθυμούσε να επανεξετάσει και ενδεχομένως να συμπληρώσει τους λόγους της ενστάσεώς της.

14 Πρέπει να γίνει δεκτό ότι από τη διατύπωση που χρησιμοποίησε το ΗΖΑ δεν προέκυπτε κατά τρόπο σαφή και απερίφραστο ότι η Επιτροπή είχε επίσης αποφανθεί οριστικώς, με την αμφισβητούμενη απόφασή της, περί της τύχης του αιτήματος που είχε υποβληθεί βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 1697/79, ούτε ότι οι γερμανικές αρχές δεσμεύονταν από την απόφαση αυτή. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η προσβαλλόμενη εδώ απόφαση απευθυνόταν στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και όχι στην ίδια την προσφεύγουσα.

15 Υπ' αυτές τις περιστάσεις, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η από 13 Μαΐου 1986 απόφαση του ΗΖΑ ήταν αρκετά αναλυτική, ώστε να παράσχει στην προσφεύγουσα τη δυνατότητα να γνωρίσει το περιεχόμενο της βλαπτικής γι' αυτήν απόφασης της Επιτροπής, έτσι ώστε να μπορέσει να ασκήσει το δικαίωμά της προς άσκηση προσφυγής βάσει του προαναφερθέντος άρθρου 5, παράγραφος 2 (βλέπε απόφαση του Δικαστηρίου της 5ης Μαρτίου 1980, υπόθεση 76/79, Koenecke, Slg. 1980, σ. 665).

16 Επομένως, η προσφυγή είναι παραδεκτή.

Επί της ουσίας

17 Η προσφεύγουσα στηρίζει την προσφυγή της στο άρθρο 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 1697/79, από το οποίο προκύπτει ότι οι αρμόδιες αρχές δύνανται να μη προβαίνουν στην εκ των υστέρων είσπραξη ποσού εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών που δεν εισπράχθηκε από σφάλμα των ιδίων των αρμοδίων αρχών, το οποίο λογικά δεν μπορούσε να ανακαλύψει ο υπόχρεος, ο οποίος, από της πλευράς του, ενήργησε καλοπίστως και τήρησε όλες τις διατάξεις που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία όσον αφορά την τελωνειακή του διασάφηση.

18 Πρέπει καταρχάς να υπομνηστεί ότι η διάταξη αυτή πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, άπαξ συντρέχουν οι τρεις προϋποθέσεις τις οποίες ορίζει, ο υπόχρεος έχει δικαίωμα στο να μη πραγματοποιηθεί η εκ των υστέρων είσπραξη (βλέπε απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Οκτωβρίου 1987, υπόθεση 314/85, Foto-Frost, Συλλογή 1987, σ. 4199).

19 Η πρώτη προϋπόθεση που ορίζει η προαναφερθείσα διάταξη είναι να μη εισπράχθηκαν οι δασμοί από σφάλμα των ιδίων των αρμοδίων αρχών. Σχετικώς, αρκεί να σημειωθεί ότι δεν αμφισβητείται ότι, κατά τη θέση τους σε ελεύθερη κυκλοφορία, τουλάχιστον 60 παρτίδες του επίδικου εμπορεύματος υποβλήθηκαν σε έλεγχο και, σε 42 περιπτώσεις, επιβεβαιώθηκε η ακρίβεια της κατάταξης με ρητή αναφορά στη διατύπωση της τελωνειακής διασάφησης. Εξάλλου, οι επιφορτισμένοι με τις διατυπώσεις υπάλληλοι διαπίστωσαν, σε 17 άλλες περιπτώσεις, ότι τα εξετασθέντα εμπορεύματα συνιστούσαν μη συναρμολογημένα συστήματα ραφιών. Δεδομένου ότι τα επίδικα εμπορεύματα υπάγονταν πράγματι σε διαφορετική δασμολογική διάκριση από εκείνην που αναφερόταν στις προαναφερθείσες τελωνειακές διασαφήσεις, οι επίδικοι δασμοί δεν εισπράχθηκαν λόγω αυτού του σφάλματος των αρμοδίων αρχών.

20 Πρέπει να εξεταστεί στη συνέχεια αν η προσφεύγουσα τήρησε όλες τις διατάξεις που προβλέπονται από την ισχύουσα ρύθμιση σχετικά με την τελωνειακή της διασάφηση.

21 Η Επιτροπή θεωρεί ότι η τελωνειακή διασάφηση της προσφεύγουσας άφηνε έδαφος για παρανοήσεις, ιδίως λόγω της περιγραφής των εμπορευμάτων που χρησιμοποιούσε μέχρι τον Μάιο 1981, ήτοι "συστήματα ξύλινης κατασκευής, πεύκο/έλατο". Κατά συνέπεια, η προσφεύγουσα δεν δήλωσε ορθώς τα εμπορεύματα και δεν τήρησε όλες τις προβλεπόμενες από την ισχύουσα ρύθμιση διατάξεις.

22 Πρέπει καταρχάς να διευκρινιστεί ότι στις προβλεπόμενες από την ισχύουσα ρύθμιση διατάξεις περιλαμβάνονται ταυτόχρονα κοινοτικοί και εθνικοί κανόνες οι δεύτεροι ενδεχομένως συμπληρώνουν ή μεταφέρουν στο εσωτερικό δίκαιο τους πρώτους.

23 Σχετικώς, πρέπει να σημειωθεί ότι στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας το περιεχόμενο της τελωνειακής διασαφήσεως προσδιορίζεται ιδίως στο άρθρο 12 του Zollgesetz (νόμος περί τελωνείων) και στο άρθρο 20 του Allgemeine Zollordnung (κανονισμός περί εφαρμογής του νόμου περί τελωνείων). Δυνάμει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του Zollgesetz σχετικά με την τελωνειακή διασάφηση, ο δηλών υποχρεούται να δηλώσει το αναφερόμενο στην αίτησή του περί εκτελωνισμού εμπόρευμα, διευκρινίζοντας τα χαρακτηριστικά του και τα δεδομένα του που είναι κρίσιμα για το αιτούμενο δασμολογικό καθεστώς, καθώς και τη δασμολογική του κλάση. Κατά το άρθρο 20 του Allgemeine Zollordnung, οι τελωνειακές διασαφήσεις πρέπει να περιέχουν σειρά ενδείξεων και, μεταξύ άλλων:

"...

4. τη φύση, το είδος και ενδεχομένως τη χρήση του εμπορεύματος, με τα στοιχεία που είναι αναγκαία για το αιτούμενο τελωνειακό καθεστώς,

...".

24 Οι διατάξεις αυτές του εθνικού δικαίου πρέπει να ερμηνευθούν με γνώμονα την οδηγία 79/695 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1979, περί εναρμονίσεως των διαδικασιών θέσεως σε ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων (ΕΕ ειδ. έκδ. 02/007, σ. 262). Δυνάμει του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, η δήλωση περί θέσεως σε ελεύθερη κυκλοφορία πρέπει να περιέχει τις

"απαραίτητες ενδείξεις για τη διαπίστωση της ταυτότητας των εμπορευμάτων και για την εφαρμογή των εισαγωγικών δασμών και των λοιπών διατάξεων που διέπουν τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων".

25 Μετά τα επίδικα πραγματικά περιστατικά, οι υποχρεώσεις αυτές διευκρινίστηκαν, εξάλλου, με την οδηγία 82/57 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 1981, περί καθορισμού ορισμένων διατάξεων εφαρμογής της οδηγίας 79/695/ΕΟΚ του Συμβουλίου, περί εναρμονίσεως των διαδικασιών θέσεως σε ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων (ΕΕ 1982, L 28, σ. 38). Κατά το άρθρο 2 αυτής της οδηγίας, οι ενδείξεις που πρέπει να περιέχονται στη δήλωση περί θέσεως σε ελεύθερη κυκλοφορία είναι, μεταξύ άλλων,

"...

η) η δασμολογική κλάση ή διάκριση στις οποίες υπάγονται τα εμπορεύματα σύμφωνα με την ονοματολογία του Κοινού Δασμολογίου, καθώς και περιγραφή των εν λόγω εμπορευμάτων, ανάλογα με τις ειδικότερες διακρίσεις της ονοματολογίας αυτής ή σύμφωνα με επαρκώς ακριβείς όρους, για να μπορεί η τελωνειακή υπηρεσία να προσδιορίσει αμέσως και χωρίς αμφιβολία ότι αντιστοιχούν ακριβώς με τη διασαφιζόμενη δασμολογική κλάση ή διάκριση

((και)) ...

ν) οποιεσδήποτε άλλες αναγκαίες πληροφορίες για την εφαρμογή των διατάξεων που διέπουν τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο της διασαφήσεως".

Οι προαναφερθείσες διατάξεις του γερμανικού δικαίου είναι σύμφωνες με τις διευκρινίσεις αυτές που επέφερε η οδηγία 82/57.

26 'Οπως προκύπτει από το σύνολο της προεκτεθείσας ρύθμισης, ο δηλών έχει την υποχρέωση να παράσχει στις τελωνειακές αρχές κάθε πληροφορία που είναι αναγκαία ανάλογα με την τελωνειακή μεταχείριση που ζητείται για το οικείο εμπόρευμα. Η υποχρέωση αυτή, ιδίως στην περίπτωση κατά την οποία η απαλλαγή από τους εισαγωγικούς δασμούς εξαρτάται από τη δασμολογική κατάταξη του εμπορεύματος, όπως συμβαίνει, κατά την εφαρμογή του συστήματος των γενικευμένων προτιμήσεων σε ορισμένα προϊόντα, καταλαμβάνει και τον προσδιορισμό της ορθής διάκρισης του κοινού δασμολογίου. 'Οταν ένα εμπόρευμα δεν μπορεί να καταταγεί με αρκετή ακρίβεια, με βάση μόνο την περιγραφή του ή την εμφάνισή του, ο δηλών υποχρεούται να παράσχει κάθε άλλη χρήσιμη ένδειξη, σχετική ιδίως με τα χαρακτηριστικά και τη χρήση του εμπορεύματος, για να διευκολύνει την ορθή του κατάταξη.

27 Πρέπει να εξεταστεί αν η προσφεύγουσα εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις αυτές του προβαίνοντος στην τελωνειακή διασάφηση.

28 Σχετικώς, πρέπει να σημειωθεί ότι τα επίδικα εμπορεύματα, ήτοι τα συστήματα ραφιών από ξύλο, δεν αναγράφονται στην ονοματολογία του κοινού δασμολογίου. Ανακύπτει, επομένως, το ερώτημα αν τα προϊόντα αυτά έπρεπε να καταταγούν στο κεφάλαιο 94, λόγω του χαρακτήρα τους ως επίπλων, ή στο κεφάλαιο 44, λόγω του χαρακτήρα τους ως τεχνουργημάτων από ξύλο. Πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι για να αποκρουστεί ο χαρακτήρας επίπλου των συστημάτων ραφιών από ξύλο, τα οποία χρησιμεύουν το συνηθέστερον, κατά την κοινή παραδοχή του όρου αυτού, για την απόθεση διαφόρων αντικειμένων πάνω σ' αυτά, απαιτούνται ειδικές ενδείξεις σχετικά με τη χρήση και τα ακριβή χαρακτηριστικά των εν λόγω συστημάτων ραφιών.

29 Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα επέλεξε να δηλώσει τα συστήματα ραφιών από ξύλο ως υπαγόμενα στη δασμολογική διάκριση 44.28 Δ ΙΙ του κοινού δασμολογίου, το οποίο καλύπτει "έτερα τεχνουργήματα εκ ξύλου, μη κατονομαζόμενα". Ο ιδιαιτέρως αόριστος χαρακτήρας του ορισμού αυτού είναι προφανής. Συνεπώς, ήταν αναγκαίο, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες αρχές, να εκτεθεί η περιγραφή των επιδίκων εμπορευμάτων κατά τρόπο αρκετά ακριβή, ώστε να παρέχεται στην τελωνειακή υπηρεσία η δυνατότητα να κρίνει χωρίς αμφιβολία ότι δεν έπρεπε να τα κατατάξει σε κάποια πιο εξειδικευμένη δασμολογική διάκριση, αλλ' όντως στη δηλωθείσα. Η υποχρέωση αυτή παρίστατο πολλώ μάλλον επιβεβλημένη που, κατά τη θέση τους σε ελεύθερη κυκλοφορία, τα επίδικα συστήματα ραφιών δεν ήσαν συναρμολογημένα, πράγμα που δυσχέραινε ακόμη περισσότερο την κατάταξή τους.

30 Πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι περιγραφές τις οποίες περιέλαβε στις τελωνειακές της διασαφήσεις η προσφεύγουσα δεν αρκούν προς εκπλήρωση των πιο πάνω υποχρεώσεων. Πράγματι, ο χαρακτηρισμός "στοιχείο ξύλινης κατασκευής, πεύκο/έλατο", τον οποίο χρησιμοποιούσε για τα συστήματα ραφιών Nico μεταξύ Οκτωβρίου 1980 και Μαΐου 1981, δεν αναγράφεται σε καμία κλάση του κοινού δασμολογίου. Εξάλλου, ο χαρακτηρισμός αυτός δεν προδίδει ότι επρόκειτο πράγματι για συστήματα ραφιών και αποκρύπτει, κατά συνέπεια, ένα από τα κύρια γνωρίσματα του εμπορεύματος, που είναι καθοριστικό για τη δασμολογική του κατάταξη. Ο χαρακτηρισμός "συστήματα ραφιών από ξύλο πεύκου, μη συναρμολογημένα", τον οποίο χρησιμοποιούσε από τον Μάιο 1981 και εντεύθεν, καθώς και ο χαρακτηρισμός "κατασκευές με πήχεις από ξύλο πεύκου", αναφορικά με τα συστήματα ραφιών Viktor, επίσης δεν παρέχουν τη δυνατότητα να προσδιοριστεί με αρκετή σαφήνεια αν επρόκειτο για εμπορεύματα έχοντα τον χαρακτήρα επίπλου ή για μη προσδιοριζόμενα τεχνουργήματα από ξύλο μη έχοντα τέτοιο χαρακτήρα. Δεδομένου ότι τα ξύλινα συστήματα ραφιών πρέπει κατά τεκμήριο να χαρακτηρίζονται ως έπιπλα, στην προσφεύγουσα εναπέκειτο να παράσχει κάθε αναγκαία διευκρίνιση σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τη χρήση των επιδίκων εμπορευμάτων, αφ' ης στιγμής τα δήλωνε ως ανήκοντα στη δασμολογική διάκριση 44.28 Δ ΙΙ του κοινού δασμολογίου. Η τήρηση της υποχρέωσης αυτής παρίστατο πολλώ μάλλον επιβεβλημένη εν προκειμένω, που η επιλογή της προσφεύγουσας είχε ως αποτέλεσμα να τύχουν τα επίδικα εμπορεύματα απαλλαγής των εισαγωγικών δασμών, η οποία δεν προβλεπόταν για την άλλη δασμολογική διάκριση που θα μπορούσε ενδεχομένως να επιλεγεί.

31 Υπ' αυτές τις περιστάσεις, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η προσφεύγουσα τήρησε όλες τις προβλεπόμενες από την ισχύουσα ρύθμιση διατάξεις σχετικά με την τελωνειακή της διασάφηση.

32 Επειδή η μη είσπραξη εκ των υστέρων των επιδίκων εισαγωγικών δασμών θα ήταν δυνατή μόνον αν συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 1697/79, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί, χωρίς να είναι αναγκαίο να εξεταστεί αν η προσφεύγουσα ενήργησε καλοπίστως.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

33 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Επειδή η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα)

αποφασίζει:

1) Απορρίπτει την προσφυγή.

2) Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

Top