Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61987CJ0033

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 14ης Ιουνίου 1988.
    Βασίλης Χριστιανός κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
    Διορθωτικός συντελεστής - Οικογενειακά επιδόματα.
    Υπόθεση 33/87.

    Συλλογή της Νομολογίας 1988 -02995

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:1988:300

    61987J0033

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 14ΗΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 1988. - ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΑΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. - ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ - ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 33/87.

    Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1988 σελίδα 02995


    Περίληψη
    Διάδικοι
    Σκεπτικό της απόφασης
    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
    Διατακτικό

    Λέξεις κλειδιά


    ++++

    Υπάλληλοι - Αποδοχές - Οικογενειακά επιδόματα - Διορθωτικοί συντελεστές - Αντικείμενο - Επιδόματα που καταβάλλονται απευθείας στον έχοντα την επιμέλεια - Διορθωτικός συντελεστής της χώρας κατοικίας του έχοντος την επιμέλεια - Εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως

    (Κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 67, παράγραφος 4)

    Περίληψη


    Προκειμένου να εξασφαλίζονται σε όλους τους υπαλλήλους, ανεξάρτητα από τον τόπο υπηρεσίας τους, αποδοχές που συνεπάγονται την ίδια αγοραστική δύναμη, εφαρμόζεται διορθωτικός συντελεστής τόσο στο μισθό όσο και στα οικογενειακά επιδόματα που τους καταβάλλονται.

    Μολονότι τα οικογενειακά επιδόματα περιλαμβάνονται στις αποδοχές, εντούτοις, δεν προορίζονται για τη συντήρηση του υπαλλήλου αλλά για τη συντήρηση του τέκνου. Δυνάμει του άρθρου 67, παράγραφος 4, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων, τα οικογενειακά επιδόματα που καταβάλλονται απευθείας σε πρόσωπο άλλο από τον υπάλληλο, πρόσωπο το οποίο έχει την επιμέλεια των τέκνων, προσαρμόζονται βάσει του διορθωτικού συντελεστή που ισχύει για τη χώρα αυτή. Η διάταξη αυτή δεν μπορεί να επικριθεί ενόψει της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, της οποίας ακριβώς εξασφαλίζει την τήρηση ως προς τα τέκνα των υπαλλήλων, διασφαλίζοντας ισοδύναμες σε αγοραστική δύναμη παροχές στους έχοντες την επιμέλεια.

    Διάδικοι


    Στην υπόθεση 33/87,

    Βασίλης Χριστιανός, νομικός αναθεωρητής στο Ελληνικό τμήμα της Διευθύνσεως Μεταφράσεων του Δικαστηρίου τω Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κάτοικος Λουξεμβούργου, 12, avenue de la Porte-Neuve, εκπροσωπούμενος και επικουρούμενος από το δικηγόρο A. May, 31, Grand-rue (boite postale 282), Λουξεμβούργο, τον οποίο όρισε και αντίκλητο,

    προσφεύγων,

    κατά

    Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενου από τον F. Hubeau, προϊστάμενο του τμήματος προσωπικού, επικουρούμενο από τον R. Andersen, δικηγόρο Βρυξελλών, 214, avenue Montjoie, Βρυξέλλες, με τόπο επιδόσεων το γραφείο του εκπροσώπου του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Weimershof,

    καθού,

    υποστηριζόμενου από την

    Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον H. Etienne, κύριο νομικό σύμβουλο, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γ. Κρεμλή, μέλος της νομικής υπηρεσίας της Επιτροπής, κτίριο Jean Monnet, Kirchberg,

    παρεμβαίνουσα,

    που έχει ως αντικείμενο προσφυγή με την οποία ο προσφεύγων ζητεί από το Δικαστήριο:

    - να ακυρώσει την από 4 Νοεμβρίου 1986 απορριπτική απόφαση της επιτροπής εκδικάσεως διοικητικών ενστάσεων του Δικαστηρίου, σχετική με την απευθείας καταβολή των οικογενειακών επιδομάτων στην πρώην σύζυγό του η οποία έχει την επιμέλεια του τέκνου τους

    - να αποφανθεί ότι τα καταβλητέα οικογενειακά επιδόματα θα καταβάλλονται βάσει της πραγματικής ισοτιμίας μεταξύ φράγκου Λουξεμβούργου και δραχμής, χωρίς την εφαρμογή διορθωτικού συντελεστή

    - να υποχρεώσει το καθού να καταβάλει τη διαφορά μεταξύ των ποσών που έχουν κρατηθεί από το μισθό του προσφεύγοντος, αφενός, και των ποσών που έχουν καταβληθεί στο πρόσωπο που εισπράττει τα οικογενειακά επιδόματα, αφετέρου, από τις 15 Μαΐου 1986,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα)

    συγκείμενο από τους G. Bosco, πρόεδρο τμήματος, R. Joliet και F. A. Schockweiler, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: J. L. da Cruz Vilaca

    γραμματέας: J. A. Pompe, βοηθός γραμματέας

    λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 3ης Μαΐου 1988,

    αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 31ης Μαΐου 1988,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    Σκεπτικό της απόφασης


    1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 3 Φεβρουαρίου 1987, ο Χριστιανός, υπάλληλος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, άσκησε προσφυγή με την οποία ουσιαστικά ζητεί:

    - να ακυρωθεί η από 4 Νοεμβρίου 1986 διοικητική απόφαση με την οποία η αρμόδια επιτροπή του Δικαστηρίου απέρριψε τη διοικητική ένσταση του προσφεύγοντος κατά της εφαρμογής του διορθωτικού συντελεστή επί του ποσού των οικογενειακών επιδομάτων που καταβάλλονται στην πρώην σύζυγό του η οποία έχει την επιμέλεια του υιού τους, και

    - να διαταχθεί όπως, αφενός, τα ποσά αυτά καταβάλλονται στην πρώην σύζυγό του χωρίς εφαρμογή του διορθωτικού συντελεστή και, αφετέρου, να καταβληθεί στον προσφεύγοντα η διαφορά μεταξύ των ποσών που έχουν κρατηθεί από το μισθό του και των ποσών που έχουν καταβληθεί στο πρόσωπο που εισπράττει τα οικογενειακά επιδόματα από τις 15 Μαΐου 1986.

    2 Ο προσφεύγων είναι διαζευγμένος. Η πρώην σύζυγός του κατοικεί στην Ελληνική Δημοκρατία μαζί με τον υιό τους, του οποίου έχει την επιμέλεια. Μέχρι τον Απρίλιο του 1986, ο Χριστιανός εισέπραττε ο ίδιος τα οικογενειακά επιδόματα και εν συνεχεία τα κατέβαλλε στην πρώην σύζυγό του.

    3 Το Μάρτιο του 1986, το τμήμα προσωπικού του Δικαστηρίου πληροφόρησε τον προσφεύγοντα ότι, κατ' εφαρμογή των νέων διατάξεων των άρθρων 67 και 68 του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως, καθώς και των άρθρων 1, 2 και 3 του παραρτήματος VΙΙ, που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) 2074/83 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουλίου 1983 (ΕΕ L 203, σ. 1), τα οικογενειακά επιδόματα θα καταβάλλονται, από το Μάιο του 1986, στην πρώην σύζυγό του η οποία έχει την επιμέλεια του τέκνου.

    4 Με τα άρθρα 10, 11 και 12 του κανονισμού 2074/83 τροποποιήθηκαν τα άρθρα 1, 2 και 3 του παραρτήματος VΙΙ του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως σχετικά με τα οικογενειακά επιδόματα, δηλαδή το επίδομα στέγης, το επίδομα συντηρούμενου τέκνου και το σχολικό επίδομα. Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, τα διάφορα επιδόματα καταβάλλονται, για λογαριασμό και εξ ονόματος του υπαλλήλου, στο πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί η επιμέλεια των τέκνων δυνάμει νομοθετικών διατάξεων ή δικαστικής αποφάσεως ή αποφάσεως της αρμόδιας διοικητικής αρχής.

    5 Εξάλλου, με το άρθρο 5 του κανονισμού 2074/83 προστέθηκε η παράγραφος 4 στο άρθρο 67 του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως, που ορίζει ότι τα οικογενειακά επιδόματα θα καταβάλλονται στο νόμισμα της χώρας διαμονής του προσώπου αυτού και, όταν τα εν λόγω επιδόματα καταβάλλονται σε πρόσωπο άλλο από τον υπάλληλο, προσαρμόζονται βάσει του διορθωτικού συντελεστή που ορίζεται για τη χώρα αυτή.

    6 Με απόφαση της 15ης Μαΐου 1986 του προϊσταμένου του τμήματος προσωπικού του Δικαστηρίου, ο μισθός του προσφεύγοντος για το μήνα αυτό μειώθηκε κατά το ποσό των 15.822 βελγικών φράγκων που αντιτοιχούσαν στο επίδομα στέγης, στο επίδομα συντηρούμενου τέκνου και στο σχολικό επίδομα. Τα επιδόματα αυτά καταβλήθηκαν στην πρώην σύζυγο του προσφεύγοντος, σε δραχμές, κατόπιν προσαρμογής βάσει του διορθωτικού συντελεστή που ορίστηκε για την Ελλάδα.

    7 Ο προσφεύγων προβάλλει ότι το ποσό των 15 822 φράγκων Λουξεμβούργου (LFR) αντιστοιχούσε το Μάιο του 1986 σε 48 680 δρχ. ενώ ο τραπεζικός λογαριασμός της πρώην συζύγου του πιστώθηκε, κατόπιν εφαρμογής του διορθωτικού συντελεστή, με ποσό 32 520 δρχ.

    8 Στις 13 Αυγούστου 1986, ο προσφεύγων, θεωρώντας ότι βλάπτεται από την εφαρμογή των νέων οργανικών διατάξεων, υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 2, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως, διοικητική ένσταση κατά της από 15 Μαΐου 1986 αποφάσεως του προϊσταμένου του τμήματος προσωπικού. Μετά την απόρριψη, στις 4 Νοεμβρίου 1986, της διοικητικής του ενστάσεως από την αρμόδια επιτροπή του Δικαστηρίου, ο προσφεύγων άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

    Επί του πρώτου αιτήματος

    9 Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι με το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο νοείται ότι, όπως εξέθεσε και ο προσφεύγων κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, γίνεται επίκληση από τον προσφεύγοντα, προς στήριξη της προσφυγής του κατά της ατομικής διοικητικής αποφάσεως που έχει ληφθεί, του παρανόμου της νέας κανονιστικής ρυθμίσεως που θεσπίστηκε με τον κανονισμό 2074/83 σχετικά με τα οικογενειακά επιδόματα. Επομένως, επιβάλλεται προκαταρκτικά να κριθεί η νομιμότητα των νέων αυτών διατάξεων.

    10 Με την κανονιστική αυτή ρύθμιση τροποποιήθηκε το προγενέστερο καθεστώς των επιδομάτων υπό διπλή έποψη. Αφενός, τα κοινοτικά όργανα υποχρεούνται του λοιπού να καταβάλλουν τα επιδόματα απευθείας στο πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί η επιμέλεια των τέκνων δυνάμει νομοθετικών διατάξεων ή δικαστικής αποφάσεως ή αποφάσεως της αρμόδιας διοικητικής αρχής. Αφετέρου, τα επιδόματα αυτά προσαρμόζονται βάσει του διορθωτικού συντελεστή που ορίζεται για τη χώρα κατοικίας του δικαιούχου.

    11 Ο προσφεύγων δεν αμφισβητεί τη νέα κανονιστική ρύθμιση υπό την πρώτη της έποψη, δηλαδή τον κανόνα της απευθείας καταβολής των επιδομάτων στον έχοντα την επιμέλεια.

    12 Αντίθετα, υποστηρίζει ότι η νέα κανονιστική ρύθμιση, υπό τη δεύτερη έποψη, δηλαδή την εφαρμογή επί του ποσού των οικογενειακών επιδομάτων του διορθωτικού συντελεστή που ορίζεται για τη χώρα κατοικίας του έχοντος την επιμέλεια, συνεπάγεται παραβίαση της αρχής της ισότητας μεταξύ των υπαλλήλων.

    13 Επιβάλλεται σχετικά να υπομνηστεί ότι, όπως έκρινε το Δικαστήριο με την απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 1981 (Benassi κατά Επιτροπής, 194/80, Συλλογή 1981, σ. 2815), οι διορθωτικοί συντελεστές έχουν ως σκοπό, όταν εφαρμόζονται επί των μισθών, να εξασφαλίζουν σε όλους τους υπαλλήλους αποδοχές που συνεπάγονται την ίδια αγοραστική δύναμη, ανεξάρτητα από τον τόπο υπηρεσίας τους.

    14 Η εφαρμογή των διορθωτικών συντελεστών στα οικογενειακά επιδόματα αποβλέπει στον ίδιο σκοπό όταν τα επιδόματα αυτά καταβάλλονται στον ίδιο τον υπάλληλο.

    15 Πρέπει εν συνεχεία να υπογραμμιστεί ότι, μολονότι τα οικογενειακά επιδόματα περιλαμβάνονται στις αποδοχές, εν τούτοις, αυτά δεν προορίζονται για τη συντήρηση του υπαλλήλου αλλά για τη συντήρηση του τέκνου. Επομένως, συνάδει προς το στόχο της ίσης μεταχειρίσεως το ότι όταν τα οικογενειακά επιδόματα καταβάλλονται σε πρόσωπο άλλο από τον υπάλληλο, πρόσωπο το οποίο έχει την επιμέλεια των τέκνων, προσαρμόζονται βάσει του διορθωτικού συντελεστή που ισχύει για τη χώρα κατοικίας του προσώπου αυτού, το οποίο έχει την επιμέλεια των τέκνων.

    16 Από το σύνολο των σκέψεων αυτών προκύπτει ότι η διάταξη με την οποία προστέθηκε η παράγραφος 4 στο άρθρο 67 του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως αποβλέπει στο να εξασφαλίσει την ίση μεταχείριση των τέκνων διασφαλίζοντας ισοδύναμες σε αγοραστική δύναμη παροχές στους έχοντες την επιμέλεια.

    17 Εξάλλου, ο προσφεύγων δεν μπορεί να επικαλείται την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προκειμένου να επιτύχει τη διατήρηση ευεργετημάτων που απολάμβανε στο πλαίσιο προγενέστερης κανονιστικής ρυθμίσεως.

    18 Επομένως, ο λόγος που ο προσφεύγων αντλεί από τη φερόμενη έλλειψη νομιμότητας της νέας κανονιστικής ρυθμίσεως που παρενεβλήθη στο άρθρο 67 του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως πρέπει να απορριφθεί.

    19 Ο προσφεύγων επικαλείται εντούτοις διάφορους λόγους κατά της εφαρμογής, ως προς αυτόν, της κανονιστικής αυτής ρυθμίσεως.

    20 Πρώτον, υποστηρίζει ότι η κατά γράμμα εφαρμογή του άρθρου 67, παράγραφος 4, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως, στην προσωπική του περίπτωση, οδηγεί σε σοβαρότατα άδικη κατάσταση η οποία βλάπτει τόσο τα προσωπικά του συμφέροντα όσο και τα συμφέροντα του ανηλίκου υιού του.

    21 Ο λόγος αυτός δεν μπορεί να γίνει δεκτός. Πράγματι, το άρθρο 67, παράγραφος 4, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως, διέπει αδιακρίτως την κατάσταση όλων των υπαλλήλων οι οποίοι έχουν ένα ή περισσότερα τέκνα η επιμέλεια των οποίων έχει ανατεθεί σε άλλο πρόσωπο. Σχετικά, η κατάσταση του προσφεύγοντος δεν έχει επομένως κανένα εξαιρετικό χαρακτήρα. Κατά συνέπεια, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι μάλλον η μη εφαρμογή στον προσφεύγοντα της νέας κανονιστικής ρυθμίσεως θα συνεπαγόταν άδικη μεταχείριση των άλλων δικαιούχων που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση.

    22 Ο προσφεύγων προβάλλει εν συνεχεία ότι, εφαρμόζοντας τη νέα κανονιστική ρύθμιση, η διοίκηση του Δικαστηρίου παραβίασε τις αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της χρηστής διοικήσεως και παρέβη το καθήκον αρωγής.

    23 Οι λόγοι αυτοί δεν μπορεί να γίνουν δεκτοί. Η αρχή της χρηστής διοικήσεως επιβάλλει στην αρμόδια αρχή να εφαρμόσει ορθά τις κείμενες διατάξεις. Εξάλλου, ο υπάλληλος δεν μπορεί να επικαλεστεί την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης για να αντιταχθεί στην κανονική εφαρμογή μιας νέας κανονιστικής διατάξεως.

    24 Τέλος, ο προσφεύγων προέβαλε ακόμη ότι υπήρξε μείωση της περιουσίας του καθώς και της περιουσίας του υιού του.

    25 Ο τελευταίος αυτός λόγος πρέπει επίσης να απορριφθεί. Σχετικά, αρκεί η διαπίστωση ότι η μείωση του ποσού που καταβάλλεται σε δραχμές στην πρώην σύζυγο του προσφεύγοντος προκύπτει από τη βούληση του νομοθέτη να εξασφαλίσει σε όλους τους δικαιούχους ισότιμες σε αγοραστική δύναμη παροχές, ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας τους.

    26 Κατά συνέπεια, το πρώτο αίτημα πρέπει να απορριφθεί.

    Επί των λοιπών αιτημάτων της προσφυγής

    27 Λαμβάνοντας υπόψη την απόρριψη του πρώτου αιτήματος της προσφυγής, δεν συντρέχει λόγος το Δικαστήριο να αποφανθεί επί των λοιπών αιτημάτων.

    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


    Επί των δικαστικών εξόδων

    28 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Ο προσφεύγων ηττήθηκε.

    29 Σύμφωνα όμως με το άρθρο 70 του κανονισμού διαδικασίας, προκειμένου περί προσφυγών υπαλλήλων των Κοινοτήτων, τα όργανα φέρουν τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν.

    Διατακτικό


    Για τους λόγους αυτούς

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα)

    αποφασίζει:

    1) Απορρίπτει την προσφυγή.

    2) Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

    Top