EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61982CC0005

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Sir Gordon Slynn της 16ης Σεπτεμβρίου 1982.
Hauptzollamt Krefeld κατά Maizena GmbH.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Bundesfinanzhof - Γερμανία.
Επιστροφή λόγω παραγωγής.
Υπόθεση 5/82.

Συλλογή της Νομολογίας 1982 -04601

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1982:297

ΠΡΟΤΆΣΕΙΣ ΤΟῦ ΓΕΝΙΚΟΘ ΕΊΣΑΓΓΕΛΈΩΣ SIR GORDON SLYNN

ΠΟΫ ΆΝΕΠΤΫΧΘΗΣΑΝ ΣΤΊΣ 16 ΣΕΠΤΕΜΒΡΊΟΥ 1982 ( 1 )

Κύριε πρόεδρε,

Κύριοι δικαστές,

Τό Bundesfinanzhοf παρέπεμψε στό Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή τοῦ ἄρθρου 177 τῆς συνθήκης ΕΟΚ τό ἀκόλουθο ζήτημα: «Πώς ἔπρεπε νά υπολογισθεί ἡ επιστροφή λόγω παραγωγής γιά τόν ἀραβόσιτο, ὁ όποιος ετέθη ὑπό τελωνειακή επίβλεψη πρίν ἀπό τήν 1η Αυγούστου 1974, μετεποιήθη ὅμως σέ ἄμυλο μετά τήν ημερομηνία αυτή εντός τῆς χορηγηθείσης προθεσμίας μεταποιήσεως;»

Τό ζήτημα αυτό ἀνέκυψε ως έξῆς. Ό κανονισμός (ΕΟΚ) 120/67, τῆς 13ης 'Ιουνίου 1967 (ΟJ English Sp. Ed. 1967, σ. 33) προέβλεψε μεταξύ άλλων τόν καθορισμό ενδεικτικής τιμής, τιμής κατωφλίου καί τιμής παρεμβάσεως σέ σχέση μέ τήν κοινή ὀργάνωση τῆς ἀγοράς τῶν σιτηρών, συμπεριλαμβανομένου καί τοῦ ἀραβοσίτου. Ό κανονισμός προέβλεπε ὅτι λόγω τῆς ειδικής καταστάσεως τῶν ἀμύλων στην ἀγορά, ἰδίως δέ λόγω τῆς ἀνάγκης τῆς βιομηχανίας αυτής νά διατηρήσει ἀνταγωνιστικές τιμές έναντι τῶν υποκαταστατων προϊόντων, ήταν ἀναγκαίο «νά εξασφαλισθεί, μέσω επιστροφής λόγω παραγωγής, ἡ δυνατότης τῆς βιομηχανίας νά προμηθεύεται τά ἀναγκαία προϊόντα βάσεως σέ χαμηλότερη τιμή ἀπό τήν τιμή πού θά προέκυπτε ἀπό τήν εφαρμογή τοῦ συστήματος τῶν εἰσφορῶν καί τῶν κοινῶν τιμών».

Τό άρθρο 11 προέβλεπε ὅτι ἡ επιστροφή λόγω παραγωγής «χορηγείται: α) γιά τόν ἀραβόσιτο ... πού χρησιμοποιείται ἀπό τή βιομηχανία ἀμύλου γιά τήν παρασκευή ἀμύλου» καί επέτασσε τή θέσπιση ἀπό τό Συμβούλιο «κανόνων γιά τήν εφαρμογή τοῦ ἄρθρου αὐτοῦ» καί τόν καθορισμό «τοῦ ύψους τῆς επιστροφής λόγω παραγωγής». Τό Συμβούλιο προέβη στίς ενέργειες αυτές μέ τόν κανονισμό 371/67, τῆς 25ης 'Ιουλίου 1967 (ΟJ English Sp. Ed. 1967, σ. 219). Τό άρθρο 1 τοῦ κανονισμού αυτού προέβλεπε τήν υποχρέωση τῶν κρατών μελών νά χορηγούν ἀπό τήν 1η 'Ιουλίου 1967 επιστροφή λόγω παραγωγής γιά τόν ἀραβόσιτο πού προωρίζετο γιά τήν παρασκευή ἀμύλου, επιστροφή πού θά ήταν 'ίση γιά τά 100 χλγ. μέ τή διαφορά μεταξύ τῆς τιμής κατωφλίου τοῦ ἀραβοσίτου καί 6,80 λογιστικών μονάδων. Μέ αυτό τόν τρόπο ἐπεδιώκετο τό πραγματικό ή καθαρό κόστος τοῦ ἀραβοσίτου γιά τόν παραγωγό ἀμύλου νά εἶναι 6,80 ΛΜ, μέχρις ὅτου μεταβληθεί. Καί οἱ δύο κανονισμοί αυτοί προέβλεπαν ἐπιστροφή λόγω παραγωγής σε σχέση μέ τήν παραγωγή ἀμύλου ἀπό πατάτες, ὑπό διαφορετικούς ὅμως ὅρους καί προϋποθέσεις.

Τό άρθρο 5 τοῦ τελευταίου αὐτοῦ κανονισμού ὅριζε ὅτι ἡ 'Επιτροπή θά ἐθέσπιζε λεπτομερείς κανόνες γιά τήν εφαρμογή τοῦ κανονισμού σύμφωνα μέ τήν προβλεπομένη διαδικασία.

Πράγματι, ἡ Ἐπιτροπή ἐθέσπισε λεπτομερείς κανόνες μέ τόν κανονισμό (ΕΟΚ) 1060/68, τῆς 24ης 'Ιουλίου 1968 (ΟJ English Sp. Ed. 1968, ΙΙ, σ. 352). 'Επειδή είχε θεσπισθεί ἕνα σύστημα προκαταβολών τῶν επιστροφών λόγω παραγωγής ως πρός τό άμυλο ἀπό τά γεώμηλα, ἐθεωρήθη ὀρθό νά προβλεφθεί ἡ προκαταβολή καί τῆς επιστροφής λόγω παραγωγής σιτηρών (περιλαμβανομένου καί τού ἀραβοσίτου) πού θά μετεποιοῦντο σέ άμυλο. Ή προκαταβολή θά κατεβάλετο, ἐφ' ὅσον ὁ παραγωγός ἀμύλου, ὁ όποιος εἶχε στην κατοχή του ἀραβόσιτο γιά την παραγωγή ἀμύλου, την ζητούσε καί ἀπεδείκνυε ὅτι ὁ ἀραβόσιτος ήταν εναποθηκευμένος στίς αποθήκες του ή εὑρίσκετο ὑπό τήν ἐπίβλεψη τῶν άρχων. Τό ποσό τῆς προκαταβολής δέν έπρεπε νά εἶναι ἀνώτερο ἀπό τή διαφορά ἀνά 100 χλγ. ἀραβοσίτου μεταξύ τῆς τιμής κατωφλίου τοῦ ἀραβοσίτου κατά τήν αρχή τοῦ οικονομικού έτους καί τῶν 6,80 ΛΜ. Ό παραγωγός δέν ἠδύνατο νά υποβάλει περισσότερες ἀπό μία αιτήσεις προκαταβολῶν ἀνά μήνα καί ὑπεχρεοῦτο νά καταθέσει εγγύηση (ἴση μέ τό 105 % τῆς αιτουμένης προκαταβολής) μέ τήν ὁποία νά εξασφαλίζεται ὅτι ὁ ἀραβόσιτος θα μετε-ποιεῖτο σέ άμυλο. Ή εγγύηση αὐτή ἐλευθε-ροῦτο, ἐφ' ὅσον ὁ παραγωγός ἀπεδείκνυε ὅτι ὁ ἀραβόσιτος εἶχε μεταποιηθεί σέ άμυλο εντός 90 ήμερων μετά τήν ήμέρα πληρωμῆς τῆς προκαταβολής. Τά άρθρα 1 καί 2 τοῦ κανονισμού ἀφορούν μόνο τήν προκαταβολή. Τό άρθρο 3 δέν άφορᾶ τήν προκαταβολή άλλά τήν ἴδια τήν επιστροφή λόγω παραγωγής. «Ή ἐπιστροφή λόγω παραγωγής καταβάλλεται στόν παραγωγό βάσει τῆς τιμής κατωφλίου τοῦ σιτηροῦ πού ισχύει κατά τό μήνα τῆς μεταποιήσεως του καί εντός 30 ήμερων ἀπό τήν ήμερα τῆς προσκομίσεως τῆς ἀποδείξεως ὅτι τό σιτηρό μετεποιήθη...»

«Τό οικονομικό έτος», τό όποιο κατά τό άρθρο 3 τοῦ κανονισμού 120/67 ἀρχίζει τήν 1η Αυγούστου καί τέλειωνε τήν 31η 'Ιουλίου, μετεβλήθη ὡς πρός τόν ἀραβόσιτο μέ τόν κανονισμό (ΕΟΚ) 1125/74 τῆς Ἐπιτροπής, τῆς 29ης Ἀπριλίου 1974 (OJ 128/12 τῆς 10ης Μαΐου 1974). Τό οἰκονομικό έτος 1974-1975 γιά τόν ἀραβόσιτο θά άρχιζε τήν 1η Αυγούστου 1974 καί θά τελείωνε τήν 30ή Σεπτεμβρίου 1975, ἐνῶ τό ἑπόμενο οἰκονομικό έτος θά άρχιζε τήν 1η 'Οκτωβρίου. Γιά τό οἰκονομικό έτος 1974-1975 οἱ μηνιαίες αυξήσεις τῆς τιμής κατωφλίου (πού προεβλέποντο ἀπό τό άρθρο 6 τοῦ κανονισμοῦ 120/67) καθωρίσθησαν μέ τόν κανονισμό (ΕΟΚ) 1127/74, τῆς 29ης 'Απριλίου 1974 (OJ L 128/15 τῆς 10ης Μαΐου 1974). "Ενας τρίτος κανονισμός πού εξέδωσε τό Συμβούλιο τήν 'ίδια ήμερα, ὁ 1132/74 (OJ L 128/24 τῆς 10ης Μαΐου 1974), εισήγαγε καί άλλες μεταβολές καί κατήργησε τόν κανονισμό 371/68. Σύμφωνα μέ τό νέο κανονισμό, ἡ επιστροφή λόγω παραγωγής ἀραβοσίτου γιά τήν παρασκευή ἀμύλου ἰσοῦτο μέ τή διαφορά μεταξύ τῆς τιμής κατωφλίου ἀνά 100 χλγ. καί 8,20 ΛΜ. 'Επομένως, ἄν στό έξῆς ή τιμή κατωφλίου παρέμενε ἡ ἴδια ἡ ηὐξά-νετο, ἡ επιστροφή λόγω παραγωγής θά ἐμειοῦτο. Ό κανονισμός αυτός άρχισε νά ισχύει τήν 1η Αυγούστου 1974.

Ἡ 'Επιτροπή ἐθέσπισε λεπτομερείς κανόνες γιά τήν εφαρμογή τοῦ κανονισμοῦ 1132/74 μέ τόν κανονισμό (ΕΟΚ) 2012/74, τῆς 30ής 'Ιουλίου 1974 (OJ L 209/44 τῆς 31ης 'Ιουλίου 1974). Τό άρθρο 2 τοῦ κανονισμοῦ αυτού ὅριζε ὅτι ἡ επιστροφή λόγω παραγωγής θά κατεβάλλετο στους παραγωγούς ἀμύλου ἀπό ἀραβόσιτο, ἐφ' ὅσον ἀπεδείκνυαν ὅτι ὁ ἀραβόσιτος εἶχε τεθεί ὑπό τήν επίβλεψη τῆς ἀρμοδίας ἀρχής τοῦ κράτους μέλους καί ὅτι: «3. Ή επιστροφή υπολογίζεται βάσει τῆς τιμής κατωφλίου πού ισχύει κατά τήν ήμερα τῆς ἐγκρίσεως τῆς αιτήσεως τῆς θέσεως τοῦ προϊόντος βάσεως ὑπό τήν επίβλεψη τῶν άρχων καί καταβάλλεται εντός 30 ήμερῶν ἀπό τήν έγκριση τῆς αιτήσεως αυτής. Ἐφ' ὅσον κριθεί ἀναγκαίο, ή επιστροφή αυτή διορθώνεται ἐκ τῶν υστέρων βάσει τῆς τιμής κατωφλίου πού ισχύει τό μήνα κατά τόν ὁποῖο πραγματοποιείται ἡ μεταποίηση» ὑπό τους ἀνωτέρω ὅρους. Σύμφωνα μέ τό άρθρο 4, ή χορήγηση τῆς επιστροφής ἐξηρτᾶτο ἀπό τήν κατάθεση ἀσφαλείας, μέ τήν ὁποία νά εξασφαλίζεται ἡ μεταποίηση τοῦ ἀμύλου. Ἡ ἀσφάλεια δέν ἐλευθεροῦτο, ἄν δέν ἀπε-δεικνύετο ὅτι τό 96 ο/ο τῆς ποσότητος τοῦ ἀραβοσίτου πού εἶχε τεθεί ὑπό επίβλεψη εἶχε μεταποιηθεί ἐντός 90 ἡμερῶν μετά την ἔγκριση τῆς αἰτήσεως τῆς υποβολῆς ὑπό την επίβλεψη τῶν άρχῶν.

Κατ' αυτό τόν τρόπο ἀντεκατεστάθη τό σύστημα τῶν προκαταβολών.

Καί αυτός ὁ κανονισμός ἐπρόκειτο επίσης νά ἀρχίσει νά ἰσχύει την 1η Αυγούστου 1974, άλλά, σύμφωνα μέ τό άρθρο 7, παράγραφος 2, «ὑπό τόν ὅρο ὅτι τό ὕψος τῆς ἐπιστροφῆς λόγω παραγωγης δέν μεταβάλλεται, τα κράτη μέλη δύνανται νά εξακολουθήσουν κατά την διάρκεια μεταβατικῆς περιόδου μέχρι τίς 31 Δεκεμβρίου 1974 νά ἐφαρμόζουν τίς διατάξεις» τοῦ κανονισμού 1060/78, μεταξύ άλλων.

Μεταξύ 1967 καί 1974 οἱ γερμανικές ἀρχές δέν ἐφήρμοζαν ἀκριβῶς τό σύστημα πού είχαν θεσπίσει οἱ προηγούμενοι κανονισμοί. Στίς 22 Δεκεμβρίου 1967, ὁ ἁρμόδιος ὁμοσπονδιακός υπουργός γνωστοποίησε ὅτι ἡ επιστροφή θά καθορίζετο μετά τή θέση τῶν εμπορευμάτων ὑπό επίβλεψη καί θά ὑπελογίζετο βάσει τῆς τιμής πού 'ίσχυε κατά τήν ήμερα κατά τήν ὁποία ὁ ἀραβόσιτος ετέθη ὑπί επίβλεψη ἤ ἐπραγματοποιήθη ἡ προβλεπομένη γνωστοποίηση, θά ἀπεδίδετο δέ ἄν ὁ ἀραβόσιτος δέν μετεποιεῖτο σέ άμυλο. Ή ημέρα τῆς μεταποιήσεως καί ἡ πραγματική διαφορά μεταξύ προκαταβολής καί επιστροφής λόγω παραγωγής δέν ελήφθησαν ως φαίνεται ὑπ' ὄψη.

Στίς 9 'Ιουλίου 1974 ὁ 'Ομοσπονδιακός υπουργός ἐξέδωσε νέα γνωστοποίηση, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ὁ ἀραβόσιτος, γιά τόν όποιο εἶχε υποβληθεί αίτηση θέσεως ὑπό επίβλεψη μεταξύ 11ης καί 31ης 'Ιουλίου 1974 καί ὁ οποίος δέν εἶχε μεταποιηθεί πρίν ἀπό τήν 31η 'Ιουλίου 1974, ἡ επιστροφή θά ἐμειοῦτο κατά 51,24 γερμανικά μάρκα (DM) ἀνά τόνο. Μέ αυτό τό μέτρο ἐπεδιώκετο προφανώς νά ληφθεί ὑπ' ὄψη ή μεταβολή τοῦ πραγματικοί) κόστους ἀπό 6,80 σέ 8,20 ΛΜ ἀνά 100 χλγ. Ή επιστροφή θά κατεβάλλετο κατ' ἀρχάς προκαταβολικώς, ἡ γνωστοποίηση δέ ὅριζε περαιτέρω ὅτι ἡ ἀξίωση ἐπί τῆς επιστροφής γεννάται μόλις κατά τήν ήμερα τῆς μεταποιήσεως καί ὅτι οἱ μεταποιητές ὑπεχρεοῦντο νά επιστρέψουν, μέχρι τίς 19 Αυγούστου 1974, 51,24 DM ἀνά τόνο γιά τόν ἀραβόσιτο πού δέν εἶχε μεταποιηθεί πρίν ἀπό τίς 31 'Ιουλίου.

Ἡ ἑταιρία Maizena GmbH 'Αμβούργο, εἶχε θέσει ὁρισμένες ποσότητες ἀραβοσίτου ὑπό επίβλεψη πρίν ἀπό τίς 31 'Ιουλίου 1974 καί είχε λάβει ὡς επιστροφή ποσό πού είχε υπολογισθεί βάσει τῶν 6,80 ΛΜ. 'Από τίς 63172,11 τόνους ἀραβοσίτου πού δέν μετεποιήθησαν μέχρι τίς 31 'Ιουλίου 31190,025 τόνοι είχαν τεθεί ὑπό επίβλεψη μεταξύ τῆς 11ης καί τῆς 31ης 'Ιουλίου 1974. Οἱ ἀρχές (τό Hauptzollamt Krefeld) ζήτησαν τήν επιστροφή 51,24 DM ἀνά τόνο γιά τήν τελευταία αυτή ποσότητα. "Οπως τονίζει ἡ 'Επιτροπή, ὁ υπολογισμός φαίνεται ἐκ πρώτης ὄψεως εσφαλμένος, επειδή ελήφθη ὑπ' ὄψη ἐσφαλμένη τιμή κατωφλίου. Τό Finanzgericht τοῦ Düsseldorf ἀπέρριψε τό αἴτημα τοῦ Hauptzollamt, τό ὁποῖο ἤσκησε ἀναίρεση κατά τῆς ἀποφάσεως αυτής ενώπιον τοῦ Bundesfinanzhof. Τό Δικαστήριο αυτό ἀπεφάσισε ὅτι τό παραπεμφθέν ζήτημα έπρεπε νά επιλυθεί ἀπό τό Δικαστήριο.

Νομίζω ὅτι τό πρώτο, καί στην ουσία τό κύριο, ζήτημα τοῦ κοινοτικοῦ δικαίου πού πρέπει νά επιλυθεί εἶναι ἄν τόν 'Ιούλιο τοῦ 1974 ἡ εταιρία εἶχε ἀποκτήσει γιά τίς ποσότητες πού είχαν τεθεί ὑπό τήν επίβλεψη τῶν ἀρχων ἀξίωση ἐπί τῆς επιστροφής βάσει τῶν τιμών πού ίσχυαν κατά τό μήνα εκείνο.

Ή ἑταιρία ισχυρίζεται ὅτι ὁ πρωταρχικός σκοπός τῶν παλαιότερων κανονισμών ήταν νά εξασφαλισθεί ἡ δυνατότης τοῦ μεταποιητοῦ νά προμηθεύεται τήν πρώτη ὕλη του σέ χαμηλότερη τιμή ἀπό τή συνήθη τιμή τοῦ ἀραβοσίτου στην Κοινότητα καί ὅτι ὅλα εξαρτώνται ἀπό τό χρονικό σημείο ἐκείνο κατά τό όποιο προμηθεύεται (ή θέτει ὑπό επίβλεψη) τήν πρώτη ύλη αυτή, ἐφ' ὅσον ἡ ύλη αυτή προορίζεται, καί τελικώς χρησιμοποιείται, γιά τήν παραγωγή ἀμύλου. Ἀπό τήν ἡμερα εκείνη εξαρτῶνται τόσο ἡ ἀξίωση ἐπί τῆς επιστροφής, ὅσο καί τό ὕψος τῆς επιστροφής, ὅπως προκύπτει σαφώς ἀπό τους βασικούς κανονισμούς 120/67 καί 371/67. 'Ακόμη καί ἄν ὁ κανονισμός 1060/68 επιτρέπει διορθώσεις σέ σχέση μέ τήν τιμή κατωφλίου κατά τήν ήμερα τῆς μεταποιήσεως, δέν προβλέπεται ἡ διόρθωση τῆς πραγματικής τιμής κόστους, ἄν ἡ τιμή αυτή μεταβληθεί μεταγενεστέρως μέ κανονισμό. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τίς διατάξεις τοῦ κανονισμού 2012/74, ἄν καί ὁ κανονισμός αυτός δέν ἐφαρμόζεται ἐν προκειμένω, ἀφοῦ άρχισε νά ἰσχύει όταν τά εμπορεύματα εἶχαν ήδη τεθεί ὑπό επίβλεψη. Μόλις μέ τόν κανονισμό 10/75 τῆς 31ης Δεκεμβρίου 1974 (ΟJ L 1/24 τῆς 3ης 'Ιανουαρίου 1975) προεβλέφθη γιά πρώτη φορά ὅτι οἱ ἀλλαγές τοῦ πραγματικού κόστους θά ελαμβάνοντο ὑπ' ὄψη.

Τό γεγονός ὅτι σκοπός τοῦ συστήματος είναι νά εξασφαλισθεί ἡ δυνατότης των παραγωγων ἀμύλου νά προμηθεύονται ἀραβόσιτο σέ ευνοϊκή τιμή καί συνεπώς ή ἀνταγωνιστικότης τους στην ἀγορά ἀμύλου εἶναι κατά τή γνώμη μου τελείως ἡ σχεδόν ἀσήμαντο στοιχείο. Τό επιχείρημα ὅτι ή επιστροφή πρέπει νά έχει σχέση μέ τήν τιμή πού καταβάλλεται, ἡ ὁποία καθορίζεται ἡ εἶναι ενδεχόμενο νά καθορίζεται κατά τήν πρώτη μάλλον ἀπό τίς δύο ημερομηνίες γιά τίς όποιες γίνεται λόγος στην παρούσα υπόθεση, εἶναι ισχυρό. Ἀπό τό άρθρο ὅμως 11 εἶναι σαφές ὅτι ἡ ἐπιστροφή (πού ἀποκαλείται «επιστροφή λόγω παραγωγής») άφορᾶ άμυλο πού όντως παρήχθη καί τό ἀντίθετο επιχείρημα ὅτι ή επιστροφή πρέπει νά καθορίζεται κατά τήν ήμερα τῆς μεταποιήσεως εἶναι επίσης ισχυρό, ἀφοῦ τό ζήτημα τῆς ἀνταγωνιστικότητος τῶν τιμών τοῦ ἀμύλου ἀνακύπτει στην ουσία κατά τό στάδιο αὐτό. Δέν έχει ὅμως σημασία ποιός εἶναι ὁ ὀρθότερος τρόπος ενεργείας, άλλά τί πράγματι ἔγινε ἐν ὄψει τῆς ὀρθής ἑρμηνείας τοῦ κανονισμού.

Ό κανονισμός 120/67, έκτός ἀπό τό ὅτι ἀναφέρει ὅτι σκοπός τοῦ κανονισμού εἶναι ή εξασφάλιση ευνοϊκής τιμής καί ὅτι ἡ επιστροφή άφορᾶ άμυλο πού παρήχθη πράγματι, δέν παρέχει στοιχεία ικανά νά επιτρέψουν τήν επίλυση τοῦ ζητήματος, ἄν καί ἀπό ὁρισμένα ἀπό τά στοιχεία αυτά φαίνεται πιθανότερο ἡ ἀξίωση ἐπί τῆς επιστροφής νά γεννάται κατά τήν ήμερα τῆς χρησιμοποιήσεως καί όχι προγενεστέρως. 'Η δεύτερη αιτιολογική σκέψη τοῦ κανονισμού 371/67 ὁρίζει ὅτι ἡ τιμή τοῦ μεταποιουμένου ἀραβοσίτου πρέπει νά μειωθεί σέ 6,80 ΛΜ καί θά ἠδύνατο νά υποστηριχθεί ὅτι κατ' αυτό τόν τρόπο ἡ μεταποίηση ἀνάγεται σέ προϋπόθεση τῆς ἀποκτήσεως τῆς ἀξιώσεως ἐπί τῆς ἐπιστροφής. Κατά τή γνώμη μου πάντως, τό άρθρο 1 τοῦ κανονισμού δέν συνηγορεί υπέρ καμιάς ἀπό τίς δύο λύσεις τοῦ προκειμένου ζητήματος.

Ἐξ άλλου ὁ κανονισμός 1060/68 σαφώς ἀντιμετωπίζει τήν ἀξίωση ἐπί τῆς προκαταβολής (ἐφ' ὅσον πληρούνται οἱ ἀναγκαίες προϋποθέσεις) διαφορετικά ἀπό τήν ἀξίωση ἐπί τῆς επιστροφής. Ή πρώτη ἀξίωση γεννάται ὅταν τά εμπορεύματα ευρίσκονται ὑπό τήν επίβλεψη τῶν άρχῶν. 'Αντιθέτως, ἡ επιστροφή λόγω παραγωγής καταβάλλεται εντός 30 ήμερων ἀπό τήν προσκόμιση τῆς ἀποδείξεως τῆς μεταποιήσεως. 'Η μεταποίηση ἀποτελεί προϋπόθεση γιά τήν ἀξίωση ἐπί τῆς επιστροφής καί ή ἀξίωση αυτή δέν μπορεί νά γεννηθεί πρίν ἀπό τήν ήμέρα τῆς μεταποιήσεως. Εἶναι ἀληθές ὅτι τό άρθρο 3 σαφώς ὁρίζει ὅτι πρέπει νά λαμβάνεται ὑπ' ὄψη μόνο ἡ τιμή κατωφλίου πού Ισχύει κατά τό μήνα τῆς μεταποιήσεως (καί ὄχι ἡ τιμή κατωφλίου κατά τήν ἀρχή τοῦ οἰκονομικοῦ έτους, ὁπότε τό ποσό τῆς επιστροφής αυξάνεται ὅσο προχωρεί τό έτος καί αυξάνεται ἡ τιμή κατωφλίου), ἀλλα δέν ἀναφέρεται στό σχετικό πραγματικό κόστος πού ισχύει κατά τό μήνα τῆς μεταποιήσεως. Δέν μοῦ φαίνεται ὅμως ὅτι ήταν ἀναγκαία ἡ ἀναφορά στην τιμή πραγματικού κόστους πού ίσχύει κατά τό μήνα ἐκείνο. Ό κανονισμός 371/67 καθορίζει μία μόνο τιμή, 6,80 ΛΜ. Γιά ὅσο διάστημα παραμένει σέ ἰσχύ τό άρθρο 1 τοῦ κανονισμού αὐτοῦ, αυτή εἶναι ἡ τιμή πού πρέπει νά ληφθεί ὑπ' ὄψη γιά οἱοδήποτε μήνα μεταποιήσεως. "Αν τό άρθρο 1 τοῦ κανονισμού 371/67 καταργηθεί ἡ τροποποιηθεί, ὁ κανονισμός αυτός δέν ἰσχύει κατά τό τμήμα αυτό, έκτος ἄν διατηρηθεί γιά μεταβατικούς σκοπούς σέ σχέση μέ τόν ἀραβόσιτο πού ευρίσκεται ήδη ὑπό επίβλεψη. Οἱαδήποτε νέα τιμή θεσπισθεί ἀπό τόν τροποποιητικό κανονισμό θά ἀποτελεί τήν πραγματική τιμή πού πρέπει νά ληφθεί ὑπ' ὄψη.

Τό άρθρο 1 τοῦ κανονισμού 1132/74 ἐθέσπισε νέα τιμή ύψους 8,20 ΛΜ, καί ὁ κανονισμός 371/67 καταργήθηκε ἀπό τήν 1η Αὐγούστου 1974. Ό κανονισμός δέν ἀναφέρει, ούτε κατά τή γνώμη μου συνάγεται κατ' ἀνάγκη, ὅτι ἡ παλαιά τιμή διατηρείται γιά τά εμπορεύματα πού ευρίσκονται ἤδη ὑπό τήν ἐπίβλεψη τῶν άρχων. Κατά συνέπεια, ἄν ὁ κανονισμός 1060/78 εἶχε παραμείνει σέ ἰσχύ, δέν θά υπήρχε δυσκολία νά ἀντικατασταθεί ὁ ἀριθμός 6,80 ἀπό τόν ἀριθμό 8,20 ΛΜ.

Ή έκδοση ὅμως τοῦ κανονισμοῦ 2012/74 δημιουργεί νέες δυσχέρειες. Ὑπό τήν επιφύλαξη τῶν διατάξεων τοῦ ἄρθρου 7, παράγραφος 2, τό άρθρο 6 τοῦ κανονισμού αὐτοῦ κατήργησε τόν κανονισμό 1060/68 ἀπό τήν 1η Αυγούστου 1974. Οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ τελευταίου αὐτοῦ κανονισμοῦ, οἱ ὁποιες ὁρίζουν ὅτι ἡ ἀξίωση γιά τήν καταβολή τῆς επιστροφής γεννᾶται μόνο κατά τή μεταποίηση, δέν υφίστανται πλέον ἀπό τήν 1η Αυγούστου 1974. Σύμφωνα μέ τίς διατάξεις τοῦ κανονισμοῦ 2012/74, υφίσταται ἀξίωση καταβολής εντός 30 ήμερῶν ἀπό τήν έγκριση τῆς αἰτήσεως γιά τή θέση ὑπό τήν ἐπίβλεψη των άρχων, καί τό ποσό πρέπει νά υπολογισθεί ἐν ἀναφορᾶ πρός τήν τιμή κατωφλίου τῆς ημέρας κατά τήν ὁποία ἐνεκρίθη ἡ αίτηση, ἐνῶ εἶναι δυνατή ἡ μεταγενέστερη διόρθωση.

Τό άρθρο 6 τοῦ κανονισμοῦ 2012/74 δέν ἀναφέρεται στόν ἁραβόσιτο ὁ όποιος εἶχε ήδη τεθεί ὑπό επίβλεψη πρίν ἀπό τήν 1η Αυγούστου 1974. Γιά τό λόγο αὐτό ἀναμφιβόλως τό άρθρο 7, παράγραφος 2, δίνει τήν εξουσία στά κράτη μέλη νά εξακολουθήσουν γιά μία μεταβατική περίοδο νά εφαρμόζουν τίς διατάξεις τοῦ κανονισμοῦ 1060/68 «ἐφ' ὅσον δέν μεταβάλλεται τό ὕψος τῆς επιστροφής λόγω παραγωγής». 'Αποτέλεσμα αὐτοῦ κατά τή γνώμη μου εἶναι ὅτι, ἐφ' ὅσον ένα κράτος μέλος ἀσκήσει τήν ευχέρεια αυτή, πρέπει νά ληφθοῦν ὑπ' ὄψη ἡ τιμή κατωφλίου πού προβλέπει τό άρθρο 6 τοῦ κανονισμοῦ 2012/74 καί ἡ τιμή πραγματικοῦ κόστους πού ὁρίζεται μέ τόν κανονισμό 1132/74 (τόν μόνο πού 'ίσχυε μετά τήν 1η Αυγούστου, ἀφοῦ δέν δίδεται ἡ ευχέρεια νά εξακολουθήσει νά εφαρμόζεται ὁ κανονισμός 371/67) καί ὅτι ἡ ἀξίωση γιά τήν καταβολή γεννᾶται, σύμφωνα μέ τό άρθρο 3 τοῦ κανονισμοῦ 1060/78, μόνο κατά τή μεταποίηση.

"Αν ὅμως τό κράτος μέλος δέν ἀποφασίσει νά εξακολουθήσει, σύμφωνα μέ τό άρθρο 7, παράγραφος 2, νά εφαρμόζει τόν κανονισμό 1060/68, τότε πρέπει νά εφαρμοσθεί ὁ κανονισμός 2012/74 σέ συνδυασμό μέ τόν κανονισμό 1132/74.

Σύμφωνα μέ τους συνήθεις ἑρμηνευτικούς κανόνες, ἐφ' ὅσον δέν υπάρχουν ἀντίθετες διατάξεις, ὁ κανονισμός 2012/74 θά ἐφηρμόζετο στά εμπορεύματα πού εἶχαν τεθεί ὑπό επίβλεψη μετά την έναρξη τῆς ισχύος του. Αυτό ὅμως θá δημιουργούσε ἕνα κενό τό όποιο δέν ήταν προφανώς δυνατό νά εἶναι ηθελημένο. Δέν εἶναι δυνατό νά ἐπεδιώκετο νά χάσουν τό δικαίωμά τους οἱ παραγωγοί ἀμύλου πού εἶχαν θέσει τόν ἀραβόσιτό τους ὑπό επίβλεψη πρίν ἀπό την 1η Αυγούστου (καί ἑπομένως ἐδικαιοῦντο τῆς προκαταβολῆς), οἱ όποιοι ὅμως δέν τόν εἶχαν μεταποιήσει μέχρι τήν ημερομηνία εκείνη, κατά τήν ὁποία κατηργήθη ὁ κανονισμός 1060/68, ἐπί τοῦ ὁποίου ἐστηρίζετο ή ἀξίωση καταβολής τῆς επιστροφής. Ή δυσχέρεια δημιουργείται λόγω τῆς ἀλλαγῆς τοῦ χρόνου τῆς γενέσεως τῆς ἀξιώσεως καί λόγω τοῦ ὅτι δέν κατέστησαν υποχρεωτικές οἱ μεταβατικές ρυθμίσεις. Κατά τή γνώμη μου, αυτοί οἱ παραγωγοί ἀμύλου ἔχουν δικαίωμα ἐπί τῆς επιστροφῆς δυνάμει των κανονισμών 120/67 καί 1132/74 τοῦ Συμβουλίου καί τό άρθρο 2, παράγραφος 3, τοῦ κανονισμού 2012/74 έχει τήν έννοια ὅτι εφαρμόζεται στόν ἀραβόσιτο πού ετέθη ὑπό επίβλεψη άλλά δέν μεταποιήθη πρίν ἀπό τήν 1η Αυγούστου 1974. Ἐφ' ὅσον προκύπτει, ὅπως στην προκειμένη υπόθεση, ὅτι ὁ ἀραβόσιτος εἶχε τεθεί ὑπό τήν επίβλεψη τῶν ἀρχων μεταξύ τῆς 11ης καί τῆς 31ης 'Ιουλίου 1974, ἡ επιστροφή έπρεπε νά καταβληθεί εντός 30 ήμερῶν ἀπό τή σχετική ημερομηνία, ὑπό τήν ἐπιφύλαξη της προσαρμογής τῆς τιμής κατωφλίου πού 'ίσχυε κατά τό μήνα τῆς μεταποιήσεως. Ἐφ' ὅσον ὁ ἀραβόσιτος αυτός είχε τεθεί ὑπό επίβλεψη πρίν ἀπό τήν 1η 'Ιουλίου, τότε ή ἀξίωση ἐπί τῆς καταβολής πρέπει κατά τή γνώμη μου νά θεωρηθεί ὅτι ἐγεννήθη τήν 1η Αυγούστου 1974.

Κατά συνέπεια, ἀνεξαρτήτως τοῦ ἄν οἱ γερμανικές ἀρχές έκαναν χρήση τῆς εὐχερίας πού εἶχαν νά ἐφαρμόσουν τόν κανονισμό 1060/68, ἡ σχετική τιμή καθαροῦ κόστους ήταν ἡ καθοριζομένη ἀπό τόν κανονισμό 1132/74, δηλαδή 8,20 ΛΜ, καί ἡ τιμή κατωφλίου ήταν ἡ τιμή πού ἀνεφέρετο στον κανονισμό 1427/74. Αυτό, κατά τή γνώμη μου, ισχύει ἀνεξαρτήτως τοῦ ἄν ὁ ἀραβόσιτος μετεποιήθη πρίν ἡ μετά τίς 7 'Οκτωβρίου 1974, ὅταν ὁ κανονισμός 2496/74 τοῦ Συμβουλίου, τῆς 2ας Ὀκτωβρίου 1974 (ΟJ L 268/1 τῆς 3ης 'Οκτωβρίου 1974) μετέβαλε τίς τιμές, ἀφού τό άρθρο 1, παράγραφος 2, τοῦ κανονισμού αυτού φαίνεται νά ἐννοούσε ὅτι έπρεπε νά διατηρηθεί τό 'ίδιο ὕψος τῶν επιστροφών λόγω παραγωγής. Ἐπί τοῦ ζητήματος ὅμως αυτού δέν προεβλήθησαν λεπτομερή ἐπιχειρήματα ενώπιον τοῦ Δικαστηρίου.

Ή ἑταιρία ισχυρίζεται ὅτι τό συμπέρασμα αυτό ἀποκλείεται, λόγω τῆς ἀποφάσεως πού εξέδωσε τό Δικαστήριο στην υπόθεση 2/77, Hoffmann's Stärkefabriken κατά HZA Bielefeld (ECR 1977, σ. 1375), ἰδίως δέ λόγω τῆς τρίτης παραγράφου τῆς σελίδας 1395. Κατά τή γνώμη μου, τό Δικαστήριο δέν ἀντιμετώπιζε στην υπόθεση εκείνη τό ζήτημα πού ἀνακύπτει στην προκειμένη υπόθεση καί δέν ἀπεφάνθη ἐπ' αὐτοῦ. Ή ἀπόφαση τοῦ Δικαστηρίου ήταν σαφώς ὀρθή βάσει τῶν συγκεκριμένων περιστατικών, καθ' ὅσον ὁ ὑπό κρίση κανονισμός στην υπόθεση εκείνη (ὁ 2012/74, πού ήταν διαφορετικός ἀπό τόν κανονισμό 1060/74 σέ σημαντικά σημεία) εξακολουθούσε νά ἰσχύει.

Ὑπεστηρίχθη περαιτέρω ὅτι ἡ άποψη πού προβάλλει τό Hauptzollamt στην προκειμένη υπόθεση έχει ὡς ἀποτέλεσμα τήν άνιση μεταχείριση αυτών πού παράγουν άμυλο ἀπό ἀραβόσιτο καί αυτών πού παράγουν άμυλο ἀπό γεώμηλα, καί ὅτι ἡ διαφορετική αυτή μεταχείριση πρέπει νά ἀποφευχθεί, ἀφοῦ ὁ κανονισμός 371/67 άφορᾶ καί τίς δύο κατηγορίες αυτές. Δέν συμφωνώ μέ τόν ισχυρισμό αυτό. "Οπως τό Δικαστήριο τόνισε ήδη στην προαναφερθείσα υπόθεση Hoffmann's Stärkefabriken (σ. 1395-6), υπάρχουν ἀντικειμενικοί λόγοι γιά τή διαφορετική μεταχείριση τῶν παραγωγῶν ἀμύλου ἀπό γεώμηλα καί τῶν παραγωγών ἀμύλου ἀπό ἀραβόσιτο. Ή βάση υπολογισμοί) εἶναι διαφορετική καί υπάρχει ἡ ἑξῆς ουσιώδης διαφορά, ὅτι ή επιστροφή πού καταβάλλεται στους παραγωγούς ἀμύλου ἀπό γεώμηλα προορίζεται νά μεταβιβασθεί στους παραγωγούς γεωμήλων, οἱ όποιοι, ἀντιθέτως πρός τους περισσοτέρους παραγωγούς ἀραβοσίτου, ἀναπτύσσουν τίς δραστηριότητες τους κατά τό πλείστον εντός τῆς Κοινότητος.

Ὑπεστηρίχθη επίσης ὅτι ὑφίσταται διάκριση μεταξύ ἀφ' ἑνός μέν τῶν παραγωγών ἀμύλου ἀπό ἀραβόσιτο, ἀφ' έτερου δέ ὅσων χρησιμοποιούν ζάχαρη σέ ορισμένους τομείς τῆς χημικής βιομηχανίας. Δέν συμφωνώ ούτε μέ αυτό τό επιχείρημα. Ό σχετικός κανονισμός, τόν όποιο ἐξήτασε τό Δικαστήριο, παρουσιάζει ἐμφανείς διαφορές, πού δύνανται νά εξηγήσουν ἀπό οικονομικής ἀπόψεως τά διαφορετικά ἀποτελέσματα. Τό σύστημα επιστροφών γιά τή ζάχαρη ἐφηρμόζετο παραλλήλως πρός τό σύστημα τῶν ἐπιστροφῶν γιά τήν παραγωγή ἀμύλου ἀπό ἀραβόσιτο ἐπί έτη χωρίς νά υπάρξουν παράπονα, καθ' ὅσον γνωρίζει τό Δικαστήριο, γιά προφανείς διακρίσεις, καί ἄν έπρεπε νά γίνει κάποια μεταβολή, ἡ μεταβολή αυτή θά έπρεπε νά επέλθει ὅταν μέ τόν κανονισμό 1862/74 τοῦ Συμβουλίου, τῆς 15ης Ἰουλίου 1974 (ΟJ L 197/4 τῆς 19ης 'Ιουλίου 1974), ἐπραγματοποιήθη ἡ τροποποίηση τῆς τιμής πραγματικοῦ κόστους πού 'ίσχυε γιά τήν επιστροφή λόγω παραγωγής ζαχάρεως, μετά τήν μεταβολή τῆς τιμής προμηθείας πού 'ίσχυε γιά τήν επιστροφή γιά τό άμυλο ἀραβοσίτου. Δέν νομίζω δέ ὅτι έχει ἀποδειχθεί διάκριση κατά τήν έννοια τοῦ ἄρθρου 40, παράγραφος 3, τῆς συνθήκης.

"Αν καί οἱ γερμανικές ἀρχές ἐξηκολούθησαν κατά τήν περίοδο 1957-1974 νά πληρώνουν βάσει τῶν τιμών πού ἴσχυαν κατά τήν ήμερα κατά τήν ὁποία ὁ ἀραβόσιτος είχε τεθεί ὑπό τήν επίβλεψη τῶν ἀρχῶν, ἤλλαξαν δέ μέ τη γνωστοποίηση τῆς 9ης 'Ιουλίου 1974 τή βάση ὑπολογισμοῦ, ὅπως ἀνεφέρθη ἀνωτέρω, ὁπότε ἡ ἀξίωση ἐπί τῆς επιστροφής ἐγεννᾶτο μόλις κατά τήν ήμερα τῆς μεταποιήσεως, δέν νομίζω ὅτι εἶναι δυνατό νά θεωρηθεί ὅτι τό συμπέρασμα στό όποιο κατέληξα ἀπό ἀπόψεως κοινοτικοῦ δικαίου ἀντίκειται πρός τήν ἀρχή τῆς προστασίας τῆς δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Οἱ γερμανικές ἀρχές ἐν πάση περιπτώσει δέν ἐφήρμοζαν τόν κανονισμό ὀρθώς καί ήσαν προφανώς οἱ μόνες πού πρίν ἀπό τό 1974 δέν χορηγούσαν τήν επιστροφή λόγω παραγωγής πού 'ίσχυε κατά τό χρόνο τῆς μεταποιήσεως (βλ. τήν ἀπόφαση τοῦ ὁμοσπονδικαοῦ ὑπουργοῦ οικονομικών, τῆς 10ης 'Ιουλίου 1974 — ΒΖΒ1. 1974, σ. 750). 'Ανεξαρτήτως τοῦ ἄν ή βραχύτης τῆς γνωστοποιήσεως πού εξεδόθη στίς 9 'Ιουλίου 1974 σχετικά μέ τήν ἀλλαγή δύναται νά προβληθεί κατά τό γερμανικό δίκαιο κατά τῶν γερμανικών άρχων, δέν νομίζω ὅτι στό πεδίο τοῦ κοινοτικοῦ δικαίου δύναται νά επηρεάσει τήν ὀρθή ερμηνεία τῶν κανονισμών αυτών. Ή μεταβολή πού επρόκειτο νά πραγματοποιηθεί στην Κοινότητα ἀπό τήν 1η Αυγούστου 1974 ἐγνωστοποιήθη στίς 10 Μαΐου 1974 μέ τόν κανονισμό 1132/74 καί κανείς δέν υπεστήριξε ὅτι ἡ περίοδος αυτή τῆς γνωστοποιήσεως ήταν κατά κάποιο τρόπο

Κατά συνέπεια, νομίζω ὅτι στό προδικαστικό ερώτημα πρέπει νά δοθεί ἡ έξῆς ἀπάντηση:

Ή επιστροφή λόγω παραγωγης ἀραβοσίτου πού ετέθη ὑπό τελωνειακή ἐπίβλεψη πρίν ἀπό τήν 1η Αὐγούστου 1974, ἀλλα μετεποιήθη σέ άμυλο μετά την ἡμερομηνία αὐτή, εντός ὅμως τῆς προθεσμίας πού εἶχε ταχθεί γιά τή μεταποίηση, πρέπει νά υπολογισθεί βάσει τῆς διαφορᾶς ἀνά 100 χλγ. μεταξύ τῆς τιμῆς κατωφλίου πού καθόριζε ὁ κανονισμός 1427/74 καί τῶν 8,20 ΛΜ πού καθόριζε ὁ κανονισμός 1132/74, ἀνεξαρτήτως τοῦ ἄν ἡ Ὁμοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας ἐξηκολούθησε νά εφαρμόζει τίς διατάξεις του. κανονισμοῦ 1060/68, σύμφωνα μέ τή δεύτερη παράγραφο τοῦ ἄρθρου 7 τοῦ κανονισμοῦ 2012/74.


( 1 ) Μετάφραση ἀπό τά ἀγγλικά.

Top