Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52024AE0543

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής — Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/38/ΕΚ όσον αφορά τη σύσταση και τη λειτουργία ευρωπαϊκών συμβουλίων εργαζομένων και την αποτελεσματική επιβολή των δικαιωμάτων διακρατικής ενημέρωσης και διαβούλευσης [COM(2024) 14 final – 2024/0006 (COD)]

    EESC 2024/00543

    ΕΕ C, C/2024/4664, 9.8.2024, ELI: http://data.europa.eu/eli/C/2024/4664/oj (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    ELI: http://data.europa.eu/eli/C/2024/4664/oj

    European flag

    Επίσημη Εφημερίδα
    της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    EL

    Σειρά C


    C/2024/4664

    9.8.2024

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/38/ΕΚ όσον αφορά τη σύσταση και τη λειτουργία ευρωπαϊκών συμβουλίων εργαζομένων και την αποτελεσματική επιβολή των δικαιωμάτων διακρατικής ενημέρωσης και διαβούλευσης

    [COM(2024) 14 final – 2024/0006 (COD)]

    (C/2024/4664)

    Εισηγήτρια:

    Sophia REISECKER

    Σύμβουλοι

    Aline CONCHON (για την Ομάδα II)

    Wolfgang GREIF (για την εισηγήτρια, Ομάδα ΙΙ)

    Αίτηση γνωμοδότησης

    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 26.2.2024

    Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 29.2.2024

    Νομική βάση

    Άρθρο 153 παράγραφοι 1 και 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    Αρμόδιο όργανο

    Τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη»

    Έγκριση από το τμήμα

    23.5.2024

    Έγκριση από την Ολομέλεια

    30.5.2024

    Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

    588

    Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

    (υπέρ/κατά/αποχές)

    130/100/11

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1.

    Με βάση τις υφιστάμενες γνωμοδοτήσεις, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) χαιρετίζει τα νομοθετικά μέτρα που έλαβε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αναθεώρηση της οδηγίας 2009/38/ΕΚ (1) όσον αφορά τα ελάχιστα πρότυπα για τη σύσταση ευρωπαϊκών συμβουλίων εργαζομένων (ΕΣΕ) και τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας τους.

    1.2.

    Όπως και σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της, η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τον στόχο της Επιτροπής να αυξήσει την αποτελεσματικότητα και να ενισχύσει την εφαρμογή των δικαιωμάτων των ΕΣΕ, ώστε να εξασφαλιστεί ασφάλεια δικαίου μέσω της αποσαφήνισης βασικών εννοιών της οδηγίας για τα ΕΣΕ. Αυτό αφορά ιδίως τον ορισμό της διακρατικότητας, τη διάθεση κατάλληλων πόρων στα ΕΣΕ, τη βελτίωση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη και την αύξηση της δέσμευσης των κρατών μελών να προβλέπουν αποτελεσματικές και επαρκώς αποτρεπτικές κυρώσεις για παραβιάσεις των δικαιωμάτων των ΕΣΕ.

    1.3.

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τους στόχους της Επιτροπής να αναθεωρήσει το πρότυπο για πιο αποτελεσματική και ουσιαστική διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης με την πρόταση προσθηκών στις επικουρικές υποχρεώσεις, να αυξήσει τη συχνότητα των τακτικών συνεδριάσεων των ΕΣΕ και να καθιερώσει την αιτιολογημένη απάντηση από τη διοίκηση στις γνώμες των ΕΣΕ. Αναγνωρίζει επίσης την ενίσχυση του ρόλου των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων ως εμπειρογνωμόνων που επικουρούν τα ΕΣΕ.

    1.4.

    Η ΕΟΚΕ τάσσεται ιδιαίτερα υπέρ σημαντικών τροποποιήσεων που αφορούν την ικανότητα των ΕΣΕ και των μελών τους να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους. Οι τροποποιήσεις αυτές αφορούν ιδίως την παροχή πόρων από τη διοίκηση, οι λεπτομέρειες δε που σχετίζονται με αυτές πρέπει να καθορίζονται από κοινού στη σχετική συμφωνία ΕΣΕ σχετικά με την κατάρτιση, τους εμπειρογνώμονες, τη νομική εκπροσώπηση και τις προβλεπόμενες διευκρινίσεις σχετικά με την εμπιστευτικότητα.

    1.5.

    Μολονότι υποστηρίζει ευρέως την πρόταση της Επιτροπής και τονίζει ότι η προτεινόμενη αναθεώρηση της οδηγίας θα πρέπει να βελτιώσει τον ρόλο των ΕΣΕ ως εργαλείων που συμβάλλουν στην οικοδόμηση μιας νοοτροπίας κοινωνικού διαλόγου στις επιχειρήσεις που βασίζεται στην εμπιστοσύνη και η οποία προωθεί την ανταγωνιστικότητα και τις ποιοτικές θέσεις εργασίας, η ΕΟΚΕ συνιστά τα εξής:

    1.5.1.

    Προκειμένου να εξασφαλιστεί το υψηλότερο δυνατό επίπεδο ασφάλειας δικαίου όσον αφορά το διακρατικό πεδίο εφαρμογής των αρμοδιοτήτων των ΕΣΕ, οι αιτιολογικές σκέψεις 12 και 16 της ισχύουσας οδηγίας για τα ΕΣΕ θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο κυρίως σώμα του νομικού κειμένου.

    1.5.2.

    Προκειμένου να συμβαδίζει με τις αλλαγές στην εταιρική νοοτροπία, ο ορισμός της «ελέγχουσας επιχείρησης» θα πρέπει να τροποποιηθεί έτσι ώστε οι εταιρείες που πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες μέσω συμφωνιών franchise ή συμφωνιών άδειας εκμετάλλευσης να καλύπτονται και αυτές από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

    1.5.3.

    Προκειμένου να διασφαλίσει την ορθή μεταφορά και εφαρμογή, η Επιτροπή πρέπει να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά εργαλεία παρακολούθησης και εφαρμογής. Η Επιτροπή θα μπορούσε επίσης να εξετάσει την προοπτική σύστασης ομάδας εμπειρογνωμόνων για την υποστήριξη της εφαρμογής.

    1.5.4.

    Προκειμένου να αποτυπωθούν οι μετασχηματισμοί που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή, τη δημογραφία και την έλλειψη δεξιοτήτων, το εύρος των θεμάτων που θα εξετάζουν τα ΕΣΕ θα πρέπει να ενισχυθεί με την ενσωμάτωση στις επικουρικές υποχρεώσεις της οδηγίας ζητημάτων όπως οι επενδύσεις, η κατάρτιση, η υγεία και η ασφάλεια στην εργασία, η προστασία των δεδομένων και η κλιματική μετάβαση, με στόχο να ενθαρρυνθεί η συμπερίληψή τους στο πεδίο εφαρμογής των θεμάτων που θα καθοριστούν στις συμφωνίες ΕΣΕ. Επιπλέον, τα ΕΣΕ θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να προτείνουν τα δικά τους ζητήματα.

    1.5.5.

    Όσον αφορά τις πληροφορίες που παρέχονται εμπιστευτικά από τη διοίκηση, η ΕΟΚΕ ζητεί πρόσθετες διευκρινίσεις προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εταιρείες συμμορφώνονται με τις νομικές υποχρεώσεις και ότι τα μέλη των ΕΣΕ μπορούν να ανταλλάσσουν πληροφορίες με εθνικές ή τοπικές συνδικαλιστικές οργανώσεις και εκπροσώπους των εργαζομένων.

    1.5.6.

    Προκειμένου να προστατευτούν τα υφιστάμενα εύρυθμα λειτουργούντα ΕΣΕ, η ΕΟΚΕ ζητεί να επισημανθεί σαφώς ότι οι «συμφωνίες ΕΣΕ που συνάφθηκαν πριν από την οδηγία» μπορούν να παραμείνουν αμετάβλητες, εφόσον αυτό συμφωνηθεί μεταξύ των ΕΣΕ και της κεντρικής διοίκησης και ότι, ως εκ τούτου, δεν υπάρχει υποχρέωση επαναδιαπραγμάτευσης των «συνήθων» συμφωνιών ΕΣΕ.

    1.5.7.

    Προκειμένου να διασφαλιστούν τα πρότυπα σε περίπτωση επαναδιαπραγμάτευσης «συμφωνιών ΕΣΕ που συνάφθηκαν πριν από την οδηγία» θα πρέπει να ισχύει ρήτρα μη υποβάθμισης και να διατηρείται το status quo έως ότου συναφθεί νέα συμφωνία.

    1.5.8.

    Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι κυρώσεις για μη συμμόρφωση με τα δικαιώματα των ΕΣΕ είναι αποτελεσματικές και επαρκώς αποτρεπτικές, θα πρέπει να προβλεφθεί η υποχρέωση των κρατών μελών να καθορίζουν κατάλληλες οικονομικές κυρώσεις οι οποίες να είναι αναλογικές και βασισμένες σε σχετικά κριτήρια [π.χ. έναν παγκόσμιο κύκλο εργασιών μιας εταιρείας, συγκρίσιμες με εκείνες που προβλέπονται στον γενικό κανονισμό προστασίας δεδομένων (ΓΚΠΔ)].

    1.5.9.

    Επιπλέον, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την επέκταση του δικαιώματος να απαιτούνται ασφαλιστικά μέτρα για την προσωρινή αναστολή εταιρικής απόφασης έως ότου ολοκληρωθεί δεόντως η διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης με τα ΕΣΕ.

    1.6.

    Η ΕΟΚΕ καλεί τα νομοθετικά όργανα να προβούν ταχέως στην αναθεώρηση της οδηγίας για τα ΕΣΕ σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τις συστάσεις που διατυπώνονται στην παρούσα γνωμοδότηση.

    2.   Εισαγωγή

    2.1.

    Με βάση τις υφιστάμενες γνωμοδοτήσεις, η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έλαβε νομοθετικά μέτρα για την αναθεώρηση της οδηγίας 2009/38/ΕΚ όσον αφορά τα ελάχιστα πρότυπα για τη σύσταση ευρωπαϊκών συμβουλίων εργαζομένων (ΕΣΕ) και τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας τους (2).

    2.2.

    Η πρόταση της Επιτροπής ως απάντηση στα αντίστοιχα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (3) μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι το αποτέλεσμα μιας ευρείας διαδικασίας πολιτικών συζητήσεων, η οποία περιλάμβανε διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους σε δύο στάδια, κατά τη διάρκεια της οποίας οι εταίροι εξέφρασαν αντίθετες απόψεις σχετικά με την ανάγκη αναθεώρησης της εν λόγω οδηγίας, με αποτέλεσμα η Επιτροπή να αποφασίσει για την ανάληψη νομοθετικής πρωτοβουλίας της ΕΕ (4).

    2.3.

    Η πρόταση της Επιτροπής βασίζεται σε ολοκληρωμένη αξιολόγηση και εις βάθος μελέτες της τρέχουσας νομικής κατάστασης και των πρακτικών των συσταθέντων ΕΣΕ (5) . Παρέχει ουσιαστικές προτάσεις για νομικές διευκρινίσεις και αλλαγές που αποσκοπούν στην περαιτέρω ανάπτυξη των ευρέως αποδεκτών θετικών επιπτώσεων της διασυνοριακής ενημέρωσης των εργαζομένων και διαβούλευσης με αυτούς σε επιχειρήσεις, καθώς και για τη συνεχή επιχειρηματική ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, καθώς συμβάλλει στην ικανότητά τους να σημειώνουν επιτυχίες στην αγορά με επικερδή τρόπο, δημιουργεί αξία για τις ίδιες και για την κοινωνία γενικότερα και παράλληλα συμβάλλει στη βελτίωση της ικανότητας λήψης αποφάσεων με την ενίσχυση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ της διοίκησης και του εργατικού δυναμικού.

    2.4.

    Η ΕΟΚΕ έχει διατυπώσει τις απόψεις της σε διάφορες γνωμοδοτήσεις που εγκρίθηκαν με μεγάλη πλειοψηφία (6), σύμφωνα με τις οποίες η ΕΟΚΕ:

    αναγνωρίζει τη θετική συμβολή των ΕΣΕ στους μακροπρόθεσμους οικονομικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς στόχους των επιχειρήσεων επί δεκαετίες, ιδίως στο πλαίσιο τόσο της ψηφιακής όσο και της πράσινης μετάβασης·

    τονίζει την ανάγκη να δοθεί στα ΕΣΕ μεγαλύτερος ρόλος ώστε να βελτιωθεί η ικανότητά τους να προβλέπουν αλλαγές σε περίπτωση μετασχηματισμών μεγάλων επιχειρήσεων και σε διακρατικές διαδικασίες αναδιάρθρωσης· και

    ταυτόχρονα, ζητεί να αυξηθεί σημαντικά η αποτελεσματικότητα και η επιβολή των δικαιωμάτων των ΕΣΕ, να γίνουν βελτιώσεις στον τομέα των κυρώσεων για παραβιάσεις των δικαιωμάτων των ΕΣΕ και να διευκολυνθεί η καλύτερη πρόσβαση στη δικαιοσύνη.

    2.5.

    Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ σημειώνει με ικανοποίηση το γεγονός ότι η Επιτροπή έχει λάβει νομικά δεσμευτικά μέτρα για την αντιμετώπιση στοιχείων που εντοπίστηκαν και που αποδεδειγμένα μπορούν να θεωρηθούν ελλείψεις στην ισχύουσα οδηγία για τα ΕΣΕ, ώστε:

    να αποφευχθεί αδικαιολόγητη άνιση μεταχείριση στις διαδικασίες ενημέρωσης των εργαζομένων και διαβούλευσης με αυτούς σε διακρατικό επίπεδο·

    να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για τις επιχειρήσεις, με την παροχή νομικής σαφήνειας σχετικά με τις βασικές έννοιες της οδηγίας για τα ΕΣΕ, με την εξάλειψη ενός συνονθυλεύματος καταστάσεων που προκαλούνται από υπερβολικά διαφορετικούς εθνικούς νόμους για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και με την αντιμετώπιση της συνύπαρξης διαφόρων ειδών συμφωνιών ΕΣΕ·

    να διασφαλιστεί αποτελεσματικότερη και ουσιαστικότερη διαδικασία ενημέρωσης των ΕΣΕ και διαβούλευσης με αυτά πριν από την έκδοση απόφασης της επιχείρησης σχετικά με διακρατικά θέματα, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της διοίκησης και εντός εύλογου χρονικού διαστήματος·

    να προωθηθεί αποδοτικότερος και αποτελεσματικότερος τρόπος σύστασης ΕΣΕ, στο πλαίσιο του οποίου θα λαμβάνεται υπόψη η ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων· και

    να βελτιωθεί η διάθεση των κατάλληλων πόρων στα ΕΣΕ και να προωθηθεί η αποτελεσματική επιβολή της οδηγίας για τη βελτίωση της συμμόρφωσης.

    2.6.

    Στην παρούσα γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ σχολιάζει πρωτίστως τον βαθμό στον οποίο μπορούν να επιτευχθούν οι στόχοι που θέτει η Επιτροπή στην πρότασή της για την αναθεώρηση της ισχύουσας νομοθεσίας, και σκοπεύει να θέσει ανοικτά ερωτήματα και να υποβάλει προτάσεις για προσθήκες ή αλλαγές προς τον σκοπό αυτόν.

    3.   Γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής

    3.1.

    Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι το δικαίωμα των εργαζομένων στην ενημέρωση και τη διαβούλευση στο πλαίσιο της επιχείρησης προβλέπεται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (7). Τα δικαιώματα αυτά πρέπει να εφαρμόζονται πλήρως και δεόντως και να επιβάλλονται αποτελεσματικά, η αποτελεσματικότητά τους δε πρέπει να βελτιωθεί τόσο στη νομοθεσία όσο και στην πράξη. Η ΕΟΚΕ τονίζει με σαφήνεια ότι σκοπός των ΕΣΕ είναι η διακρατική ενημέρωση και διαβούλευση και ότι δεν πρόκειται για όργανα διαπραγμάτευσης ή συναπόφασης.

    3.2.

    Η ΕΟΚΕ καλεί τα νομοθετικά όργανα να προβούν γρήγορα στη διαδικασία αναθεώρησης της οδηγίας για τα ΕΣΕ για να εφαρμόσουν αποτελεσματικά διακρατικά δικαιώματα ενημέρωσης και διαβούλευσης και παράλληλα να διασφαλίσουν μια ποιοτική διαδικασία λήψης αποφάσεων στις πολυεθνικές επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

    3.3.

    Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι η περαιτέρω ανάπτυξη του κοινωνικού κεκτημένου σύμφωνα με την εφαρμογή του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων θα συμβάλει στην τόνωση των δημοκρατικών υποδομών της Ευρώπης.

    3.4.

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόθεση της Επιτροπής να θεσπίσει ένα νέο πρότυπο όσον αφορά μια πιο αποτελεσματική και ουσιαστική διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης, προτείνοντας σημαντικές προσθήκες στις επικουρικές υποχρεώσεις, παράλληλα με άλλες που αφορούν τη συχνότητα των τακτικών συνεδριάσεων των ΕΣΕ και τις υποχρεώσεις των εταιρειών να διασφαλίζουν ότι δίνεται η δέουσα συνέχεια στις γνώμες των ΕΣΕ. Σημειώνει επίσης την αναγνώριση του ρόλου των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων ως εμπειρογνωμόνων που επικουρούν τα ΕΣΕ και τη διευκρίνιση ότι τα νομικά έξοδα θα πρέπει να περιλαμβάνονται στις λειτουργικές δαπάνες που βαρύνουν τη διοίκηση, οι οποίες θα καθορίζονται από κοινού στη σχετική συμφωνία ΕΣΕ.

    3.5.

    Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει επίσης την πρόθεση της Επιτροπής να αποσαφηνίσει την υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέπουν αποτελεσματικές και επαρκώς αποτρεπτικές κυρώσεις με τη μεταφορά αυτών των βασικών απαιτήσεων από τις αιτιολογικές σκέψεις στο κυρίως σώμα του νομικού κειμένου της οδηγίας. Αυτό θα πρέπει να προωθήσει την αποτελεσματική επιβολή της οδηγίας.

    3.6.

    Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι η ενημέρωση και η διαβούλευση σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό/τοπικό επίπεδο αποτελούν χωριστές αλλά αλληλένδετες διαδικασίες. Μολονότι ενδέχεται να αφορούν το ίδιο μέτρο, στα αντίστοιχα επίπεδα μπορούν να εξετάζονται διαφορετικές πτυχές. Η αναθεώρηση δεν πρέπει να αλλάξει το γεγονός ότι η οδηγία για τα ΕΣΕ δεν θίγει τις διατάξεις του εθνικού δικαίου σχετικά με τη ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς σε τοπικό επίπεδο και ότι στις συμφωνίες ΕΣΕ πρέπει να προβλέπονται μέθοδοι σύνδεσης των εθνικών και των ευρωπαϊκών διαδικασιών για λόγους αποτελεσματικότητας, συνέπειας και ασφάλειας δικαίου.

    3.6.1.

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόθεση της Επιτροπής να αποσαφηνίσει το τεκμήριο της διακρατικότητας όσον αφορά τα θέματα που καλύπτονται από τα δικαιώματα ενημέρωσης και διαβούλευσης των ΕΣΕ και ζητεί να μεταφερθούν στο κύριο σώμα της οδηγίας οι αιτιολογικές σκέψεις 12 και 16 της ισχύουσας οδηγίας για τα ΕΣΕ, στις οποίες καθορίζεται το διακρατικό πεδίο εφαρμογής των αρμοδιοτήτων των ΕΣΕ.

    3.7.

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόθεση της Επιτροπής να παράσχει διευκρινίσεις σχετικά με την οδηγία για ζητήματα όπως η αποτελεσματική ενημέρωση και διαβούλευση, η έννοια της διακρατικότητας, τα δικαιώματα των μελών και των εμπειρογνωμόνων των ΕΣΕ, το πεδίο εφαρμογής της χρηματοδότησης των ΕΣΕ, η σύσταση των ειδικών διαπραγματευτικών ομάδων και η συμμετοχή σε έκτακτες συνεδριάσεις.

    3.7.1.

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει πλήρως τον στόχο της προώθησης της σύστασης ΕΣΕ σε εταιρείες με διακρατική διάσταση και τονίζει την ανάγκη βελτίωσης της στήριξης όλων των εταίρων που συμμετέχουν ενεργά. Η ένταξη περισσότερων επιχειρήσεων στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για τα ΕΣΕ θα συμβάλει στη σημαντική αύξηση του αριθμού των ΕΣΕ στην ενιαία αγορά και στην εφαρμογή τους σε όλους τους τομείς των οικονομιών μας (εμπόριο, φιλοξενία κ.λπ.).

    3.7.2.

    Προκειμένου να συμβαδίζει με τις αλλαγές στην εταιρική νοοτροπία, η ΕΟΚΕ συνιστά επίσης την τροποποίηση του ορισμού της «ελέγχουσας επιχείρησης» στο άρθρο 3 της οδηγίας έτσι ώστε οι εταιρείες που πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες μέσω συμφωνιών franchise ή συμφωνιών άδειας εκμετάλλευσης να καλύπτονται και αυτές από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

    3.8.

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τις προηγούμενες οδηγίες για τα ΕΣΕ, η πρόταση της Επιτροπής δεν περιλαμβάνει πλέον χωριστό άρθρο (8) το οποίο προβλέπει αξιολόγηση της ορθής εφαρμογής των αναθεωρημένων διατάξεων δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος, συμπεριλαμβανομένης της εντολής υποβολής κατάλληλων προτάσεων για περαιτέρω ανάπτυξη.

    3.8.1.

    Προκειμένου να διασφαλιστούν η ορθή μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και η εφαρμογή, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά εργαλεία παρακολούθησης και εφαρμογής. Η Επιτροπή θα μπορούσε επίσης να εξετάσει την προοπτική σύστασης μιας ειδικής ομάδας εμπειρογνωμόνων, αποτελούμενης από εκπροσώπους των Ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων, των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για τη στήριξη της εφαρμογής της οδηγίας.

    4.   Παρατηρήσεις σχετικά με συγκεκριμένες τροποποιήσεις της πρότασης της Επιτροπής

    4.1.

    Εύρος των θεμάτων που πρέπει να εξετάζονται από τα ΕΣΕ: Από την πρακτική πείρα που έχει αποκομιστεί από τις εργασίες των ΕΣΕ προκύπτει ότι το φάσμα των θεμάτων τα οποία καλύπτονται από την ενημέρωση και τη διαβούλευση δεν θα πρέπει να περιορίζεται στον κατάλογο που αναφέρεται στις επικουρικές υποχρεώσεις. Ο τρέχων μετασχηματισμός των κοινωνιών μας λόγω του συνδυασμού των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, της ψηφιοποίησης, της δημογραφίας και των ελλείψεων δεξιοτήτων απαιτεί την ενίσχυση του κοινωνικού διαλόγου στις πολυεθνικές επιχειρήσεις. Ο εν λόγω κοινωνικός διάλογος θα πρέπει να επικεντρώνεται σε στρατηγικά θέματα, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των επενδύσεων, της κατάρτισης, της υγείας και ασφάλειας στην εργασία, της προστασίας των δεδομένων και της κλιματικής μετάβασης.

    4.1.1.

    Η ΕΟΚΕ ανέμενε τα ζητήματα αυτά να ενσωματωθούν στις επικουρικές υποχρεώσεις της τροποποιημένης οδηγίας για τα ΕΣΕ και να δοθεί στα ΕΣΕ το δικαίωμα να προτείνουν τα δικά τους ζητήματα. Ωστόσο, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ειδικές ανά εταιρεία περιστάσεις, η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει τους αντίστοιχους εταίρους να καθορίζουν τα προς εξέταση θέματα σε κάθε συμφωνία ΕΣΕ.

    4.2.

    Προτάσεις για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής ενημέρωσης και διαβούλευσης: Η ΕΟΚΕ κατανοεί τον στόχο της διευκρίνισης ότι η ενημέρωση πρέπει να παρέχεται εγκαίρως και ότι αυτή θα πρέπει καταρχήν να πραγματοποιείται στις συνεδριάσεις ολομέλειας των ΕΣΕ. Η ΕΟΚΕ σημειώνει με ικανοποίηση την προτεινόμενη νέα υποχρέωση σύμφωνα με την οποία για τις γνώμες που διατυπώνουν τα ΕΣΕ κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαβούλευσης πρέπει να παρέχεται αιτιολογημένη γραπτή απάντηση από την κεντρική διοίκηση προτού ληφθεί απόφαση της εταιρείας για το σχετικό μέτρο. Η υποχρέωση αυτή, η οποία ισχύει ήδη για μεγάλο αριθμό συσταθέντων ΕΣΕ, δεν πρέπει να θίγει τις αρμοδιότητες της διοίκησης της επιχείρησης και πρέπει να εκπληρώνεται εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Οι αντίστοιχες διαδικασίες ενημέρωσης και διαβούλευσης θα μπορούσαν να καθοριστούν στο πλαίσιο των επιμέρους συμφωνιών ΕΣΕ.

    4.3.

    Αριθμός των συνεδριάσεων των ΕΣΕ: Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι η Επιτροπή προωθεί την επέκταση του κοινωνικού διαλόγου με τα ΕΣΕ προτείνοντας δύο συνεδριάσεις ετησίως (αντί μίας) μεταξύ των ΕΣΕ και της κεντρικής διοίκησης όσον αφορά τις επικουρικές υποχρεώσεις. Με τον τρόπο αυτόν αναμένεται να διασφαλιστεί ότι η διεξαγωγή τουλάχιστον δύο τακτικών συνεδριάσεων θα αποτελέσει το πρότυπο για τα συσταθέντα ΕΣΕ.

    4.4.

    Διαθεσιμότητα κατάλληλων πόρων στα ΕΣΕ: Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις τροποποιήσεις που αφορούν την ικανότητα των ΕΣΕ και των μελών τους να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους. Ειδικότερα, αυτό αφορά την παροχή πόρων από τη διοίκηση της επιχείρησης για κατάρτιση, εμπειρογνωμοσύνη (μεταξύ άλλων, όταν παρέχεται από αρμόδια αναγνωρισμένη συνδικαλιστική οργάνωση κοινοτικού επιπέδου), νομική εκπροσώπηση και ικανότητα δημιουργίας επαφών με τοπικούς εκπροσώπους των εργαζομένων ή, απουσία αυτών, με το σύνολο του εργατικού δυναμικού. Αυτές οι δαπάνες θα πρέπει να κοινοποιούνται εκ των προτέρων στη διοίκηση της επιχείρησης, ώστε να μπορεί να προβαίνει στον ανάλογο προγραμματισμό.

    4.5.

    Προώθηση της βελτίωσης της ισόρροπης συμμετοχής των φύλων στα ΕΣΕ: Η ΕΟΚΕ επικροτεί την έκκληση της Επιτροπής να λαμβάνεται υπόψη, στο μέτρο του δυνατού, η ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων στη σύνθεση των ΕΣΕ. Θέτοντας έναν φιλόδοξο στόχο, η Επιτροπή στέλνει ένα σημαντικό μήνυμα ότι οι γυναίκες πρέπει να έχουν ισότιμο ρόλο στον κοινωνικό διάλογο.

    4.6.

    Πρόσβαση στη δικαιοσύνη: Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τις προτάσεις της Επιτροπής για διασφάλιση της δυνατότητας και της ικανότητας όλων όσοι έχουν δικαιώματα βάσει της οδηγίας να ασκούν τα δικαιώματά τους. Ως εκ τούτου, επικροτεί την ενίσχυση της υποχρέωσης των κρατών μελών να διασφαλίζουν αποτελεσματικά μέσα έννομης προστασίας και πρόσβαση στη δικαιοσύνη, καθώς και τον έλεγχο της συμμόρφωσής τους με την εν λόγω υποχρέωση. Η ΕΟΚΕ σημειώνει την προσέγγιση της Επιτροπής σχετικά με τον ρόλο της εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, στην οποία υπογραμμίζεται ότι οι μηχανισμοί αυτοί δεν μπορούν να εμποδίσουν την παραπομπή ενός ζητήματος στο δικαστήριο. Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι διάφορα κράτη μέλη έχουν αναπτύξει εναλλακτικούς μηχανισμούς επίλυσης διαφορών με βάση την εμπειρία που έχει αντληθεί από υφιστάμενους μηχανισμούς διαμεσολάβησης και συμβιβασμού για την επίλυση διαφορών μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Με σεβασμό των εθνικών συστημάτων διαδικασιών προηγούμενης εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, πρέπει να διασφαλιστεί ότι αυτό δεν παρεμποδίζει την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, η οποία διασφαλίζεται από τα θεμελιώδη δικαιώματα (άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων).

    4.7.

    Κυρώσεις και μέτρα για τη βελτίωση της επιβολής: Όπως αποδεικνύεται από διάφορες έρευνες και την αξιολόγηση της ίδιας της Επιτροπής, σε ορισμένα κράτη μέλη οι κυρώσεις για μη συμμόρφωση με τα δικαιώματα των ΕΣΕ έχουν χαρακτηριστεί αναποτελεσματικές, δυσανάλογες και όχι επαρκώς αποτρεπτικές. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη θέσπιση της υποχρέωσης των κρατών μελών να καθορίζουν, σύμφωνα με το άρθρο 153 της ΣΛΕΕ, κατάλληλες οικονομικές κυρώσεις, οι οποίες θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, επαρκώς αποτρεπτικές και αναλογικές, και στις οποίες θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη το μέγεθος και τα οικονομικά της εταιρείας.

    4.7.1.

    Η ΕΟΚΕ ζητεί την επιβολή αναλογικών προστίμων με βάση τα σχετικά κριτήρια (π.χ. έναν παγκόσμιο κύκλο εργασιών μιας εταιρείας, συγκρίσιμες με εκείνες που προβλέπονται σε άλλες πρόσφατες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ) (9). Επιπλέον, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την επέκταση του δικαιώματος να απαιτούνται ασφαλιστικά μέτρα για την προσωρινή αναστολή της απόφασης μιας εταιρείας έως ότου ολοκληρωθεί δεόντως η διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης του ΕΣΕ, όπως έχει εφαρμοστεί σε ορισμένες χώρες.

    4.8.

    Κατάργηση των εξαιρέσεων και προσαρμογή των υφιστάμενων συμφωνιών: Ορισμένες λεγόμενες εθελοντικές συμφωνίες ΕΣΕ οι οποίες συνάφθηκαν δυνάμει του άρθρου 13 της αρχικής οδηγίας 94/45/ΕΚ για τα ΕΣΕ ή συνάφθηκαν ή αναθεωρήθηκαν κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου μετά την έγκριση της αναδιατυπωμένης οδηγίας 2009/38/ΕΚ λειτουργούν ορθά, ενώ άλλες όχι. Σχεδόν 30 έτη μετά την έκδοση της οδηγίας για τα ΕΣΕ, δεν δικαιολογείται πλέον η εξαίρεση των περίπου 260 ΕΣΕ που συστάθηκαν στο πλαίσιο συμφωνιών που προϋπήρχαν της οδηγίας από τη δυνατότητα εφαρμογής των προτύπων που ορίζονται στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.

    4.8.1.

    Κατά τη θέσπιση διατάξεων σύμφωνα με τις οποίες όλες οι συμφωνίες μπορούν να καλύπτονται από τα νέα πρότυπα, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι είναι σημαντικό να προστατευθούν τα υφιστάμενα ΕΣΕ που λειτουργούν σωστά, μέσω της διασφάλισης ότι οποιεσδήποτε αλλαγές δεν είναι αυτομάτως υποχρεωτικές για αυτά τα ΕΣΕ και ότι οι υφιστάμενες διατάξεις που υπερβαίνουν το τροποποιημένο παράρτημα Ι των «συμφωνιών ΕΣΕ που συνάφθηκαν πριν από την οδηγία» μπορούν να παραμείνουν αμετάβλητες, εφόσον αυτό συμφωνηθεί μεταξύ των ΕΣΕ και της κεντρικής διοίκησης, και ότι οι υφιστάμενες συμφωνίες εξακολουθούν να ισχύουν βάσει της εθνικής νομοθεσίας μεταφοράς. Σε περίπτωση επαναδιαπραγμάτευσης των «συμφωνιών ΕΣΕ που συνάφθηκαν πριν από την οδηγία» θα πρέπει να εφαρμόζεται ρήτρα μη υποβάθμισης και το status quo θα πρέπει να διατηρείται έως ότου συναφθεί νέα συμφωνία. Η ΕΟΚΕ καλεί επίσης την Επιτροπή να διευκρινίσει ρητά ότι δεν υπάρχει υποχρέωση επαναδιαπραγμάτευσης των «συνήθων» συμφωνιών ΕΣΕ (που έχουν συναφθεί σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6 των προηγούμενων οδηγιών για τα ΕΣΕ) στις οποίες η τροποποιημένη οδηγία εφαρμόζεται αυτομάτως.

    4.9.

    Προτάσεις σχετικά με τις ρήτρες εμπιστευτικότητας: Η ΕΟΚΕ θεωρεί σκόπιμο να απαιτείται από τη διοίκηση να ενημερώνει σε κάθε περίπτωση τα ΕΣΕ σχετικά με τους λόγους που δικαιολογούν την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που ανταλλάσσονται. Είναι αναγκαία η λήψη μέτρων προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα στην ενημέρωση και τη διαβούλευση δεν υπονομεύονται από αδικαιολόγητους περιορισμούς στη διαβίβαση πληροφοριών, και να εξασφαλιστεί παράλληλα ότι πραγματοποιούνται η κατάλληλη ενημέρωση των εκπροσώπων των εργαζομένων και η διαβούλευση με αυτούς και ότι η εταιρεία μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις αποτελεσματικά και να εξασφαλίζει δικαιολογημένη εμπιστευτικότητα καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.

    4.10.

    Η ΕΟΚΕ ζητεί να εξασφαλιστεί πρόσθετη σαφήνεια με την προσθήκη διάταξης σύμφωνα με την οποία τα μέλη των ΕΣΕ μπορούν να ανταλλάσσουν πληροφορίες με εθνικές ή τοπικές συνδικαλιστικές οργανώσεις και/ή εκπροσώπους των εργαζομένων, προκειμένου να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους όσον αφορά τη δημιουργία επαφών με τους τοπικούς εκπροσώπους. Στη διευκρίνιση αυτή πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι αποφάσεις της διοίκησης σχετικά με την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών ενδέχεται να πρέπει να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση των εταιρειών με τυχόν νομικές υποχρεώσεις. Κάθε αποκάλυψη και ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών σε τρίτους υπόκειται στους όρους και τα όρια που προβλέπονται από την ενωσιακή και την εθνική νομοθεσία.

    Βρυξέλλες, 30 Μαΐου 2024.

    Ο Πρόεδρος

    της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Oliver RÖPKE


    (1)  Οδηγία 2009/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009 , για τη θέσπιση ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους (αναδιατύπωση) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ L 122 της 16.5.2009, σ. 28).

    (2)  Η έγκριση του εγγράφου COM(2024) 14 final συνάδει με την πρόσφατα εγκριθείσα έκκληση της ΕΟΚΕ προς την Επιτροπή να λάβει νομικά μέτρα για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του έργου των ΕΣΕ Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η δημοκρατία στην εργασία» (διερευνητική γνωμοδότηση κατόπιν αιτήματος της ισπανικής Προεδρίας) ( ΕΕ C 228 της 29.6.2023, σ. 43 (σημεία 4.1.6 και 4.1.7).

    (3)  Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2021 σχετικά με τη δημοκρατία στην εργασία: ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για τα δικαιώματα συμμετοχής των εργαζομένων και την αναθεώρηση της οδηγίας για το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων (2021/2005(INI)) (ΕΕ C 251 της 30.6.2022, σ. 104), Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Φεβρουαρίου 2023 που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την αναθεώρηση της οδηγίας για τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων (2019/2183(INL)) (ΕΕ C 267 της 28.7.2023, σ. 2).

    (4)  Παρότι όλες οι συνδικαλιστικές οργανώσεις στην εν λόγω διαβούλευση με τους Ευρωπαίους κοινωνικούς εταίρους διαπίστωσαν την ανάγκη για νομικά δεσμευτική αναθεώρηση της νομοθεσίας για τα ΕΣΕ προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις της οδηγίας, οι περισσότερες οργανώσεις εργοδοτών τάχθηκαν κατά της αναθεώρησης, θεωρώντας ότι η υφιστάμενη νομοθεσία είναι κατάλληλη για τον επιδιωκόμενο σκοπό και ότι, με βάση την υπόθεση ότι ένας υπερβολικά λεπτομερής κανονισμός μπορεί να παρεμποδίσει την αποτελεσματική ενημέρωση και τις διαδικασίες διαβούλευσης, δεν θα πρέπει να επιβληθεί περαιτέρω κανονιστική επιβάρυνση στις επιχειρήσεις.

    (5)   COM(2018) 292 final, ICF (2023).

    (6)  Βλέπε, ειδικότερα: γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ο κοινωνικός διάλογος ως σημαντικός πυλώνας οικονομικής βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας των οικονομιών λαμβανομένης υπόψη της επιρροής του ζωηρού πολιτικού διαλόγου στα κράτη μέλη» (διερευνητική γνωμοδότηση) ( ΕΕ C 10 της 11.1.2021, σ. 14 (σημεία 5.4 και 5.9) Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Βιομηχανική μετάβαση προς μια πράσινη και ψηφιακή ευρωπαϊκή οικονομία: κανονιστικές απαιτήσεις και ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων και της κοινωνίας των πολιτών» (διερευνητική γνωμοδότηση) ( ΕΕ C 56 της 16.2.2021, σ. 10 Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Καμία Πράσινη Συμφωνία χωρίς κοινωνική συμφωνία» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας) ( ΕΕ C 341 της 24.8.2021, σ. 23 (σημείο 3.9), στις οποίες γίνεται αναφορά στη βελτίωση της εφαρμογής της οδηγίας για τα ΕΣΕ· και Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η δημοκρατία στην εργασία» (διερευνητική γνωμοδότηση κατόπιν αιτήματος της ισπανικής Προεδρίας) ( ΕΕ C 228 της 29.6.2023, σ. 43 (σημεία 1.6, 4.1.6 και 4.1.7), στην οποία διατυπώνεται έκκληση, με πλειοψηφία δύο τρίτων, για αναθεώρηση της οδηγίας για τα ΕΣΕ (βλ. τροπολογίες που κατέθεσαν τα μέλη της Ομάδας Εργοδοτών που επισυνάπτονται στη γνωμοδότηση, εκφράζοντας εν μέρει τη θεμελιώδη αντίθεση των εκπροσώπων των εργοδοτών στην αναθεώρηση της οδηγίας), εκφράζοντας εν μέρει τη θεμελιώδη αντίθεση των εκπροσώπων των εργοδοτών στην αναθεώρηση της οδηγίας).

    (7)  Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, άρθρο 27.

    (8)  Βλέπε άρθρο 15 της Οδηγία 94/45/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Σεπτεμβρίου 1994 για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους (ΕΕ L 254 της 30.9.1994, σ. 64) καθώς και άρθρο 15 της οδηγίας 2009/38/ΕΚ.

    (9)  Πιθανή παραπομπή θα μπορούσε να είναι το άρθρο 83 παράγραφος 4 του Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).


    ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ

    Η ακόλουθη τροπολογία, η οποία έλαβε τουλάχιστον το ένα τέταρτο των έγκυρων ψήφων, απορρίφθηκε κατά τη διάρκεια της συζήτησης (άρθρο 74 παράγραφος 3 του Εσωτερικού Κανονισμού):

    ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ 1

    SOC/791 Ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων

    Να αντικατασταθεί ολόκληρη η γνωμοδότηση του τμήματος SOC από το ακόλουθο κείμενο (εξήγηση/αιτιολογία στο τέλος του εγγράφου)

    Τροπολογία

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1.

    Ο εύρυθμος κοινωνικός διάλογος και η ουσιαστική συμμετοχή των εργαζομένων, με σεβασμό της αυτονομίας των κοινωνικών εταίρων και λαμβανομένων υπόψη των ειδικών συνθηκών των συστημάτων της αγοράς εργασίας των κρατών μελών και των ειδικών ανά εταιρεία αναγκών, είναι ο καλύτερος τρόπος για την πρόβλεψη και τη διαχείριση των αλλαγών σε επίπεδο χώρου εργασίας.

    1.2.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η αναθεώρηση της οδηγίας, όπως προτείνεται από την Επιτροπή (1) και ιδίως όπως ζητήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θα περιέπλεκε σοβαρά τη λειτουργία των ευρωπαϊκών συμβουλίων εργαζομένων (ΕΣΕ) και θα συνεπαγόταν τον κίνδυνο τα ΕΣΕ να μετατραπούν από διαύλους εποικοδομητικής ενημέρωσης και διαβούλευσης σε εταιρικό επίπεδο σε δυσλειτουργικά και επαχθή εργαλεία, καθώς και σε πηγές διαφορών και ανασφάλειας δικαίου, υπονομεύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το απολύτως αναγκαίο πνεύμα συνεργασίας και εμπιστοσύνης σε επίπεδο χώρου εργασίας.

    1.3.

    Η ΕΟΚΕ προτείνει να επιτραπεί η ύπαρξη συμφωνιών που προϋπήρχαν της οδηγίας με σεβασμό του ειδικού νομικού καθεστώτος τους και χωρίς να επιβάλλονται υποχρεωτικές απαιτήσεις σε αυτές.

    1.4.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι ο ισχύων ορισμός της διακρατικότητας δεν θα πρέπει να αλλάξει, δεδομένου ότι το κείμενο του ορισμού ορθώς αναφέρει ότι τα ζητήματα μπορούν να χαρακτηριστούν ως διακρατικά μόνον εάν αφορούν τουλάχιστον δύο επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις της επιχείρησης ή του ομίλου που βρίσκονται σε δύο διαφορετικά κράτη μέλη.

    1.5.

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την άποψη της Επιτροπής ότι τα ΕΣΕ δεν αποτελούν όργανα συναπόφασης και δεν θα πρέπει να καθυστερούν τη λήψη αποφάσεων στις εταιρείες.

    1.6.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τις επιχειρήσεις να λαμβάνουν αποφάσεις εντός εύλογου χρονικού διαστήματος με τον ταχύ τρόπο που απαιτείται σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο επιχειρηματικό περιβάλλον, με πλήρη σεβασμό των εθνικών διαδικασιών ενημέρωσης και διαβούλευσης. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η διαβούλευση, οι συνεδριάσεις και η συμβολή των ΕΣΕ πρέπει επίσης να είναι δυνατές μέσω ψηφιακών διαύλων.

    1.7.

    Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι, για λόγους προστασίας των εμπιστευτικών επιχειρηματικών πληροφοριών και διασφάλισης της ομαλής λήψης αποφάσεων, πρέπει να αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα της διοίκησης να αποφασίζει για τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών.

    1.8.

    Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι, δεδομένου ότι η ισχύουσα οδηγία επιτρέπει τη λήψη συνδρομής εμπειρογνώμονα και, ως εκ τούτου, η προσφυγή σε πρόσθετους εμπειρογνώμονες θα πρέπει να υπόκειται σε προηγούμενη έγκριση της διοίκησης.

    1.9.

    Η ΕΟΚΕ απορρίπτει την ιδέα της κεντρικής διαχείρισης που καλύπτει τα έξοδα νομικής εκπροσώπησης και συμμετοχής σε διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες. Τα έξοδα αυτά θα πρέπει να κατανέμονται, όπως συμβαίνει σήμερα, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

    1.10.

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για την προσέγγιση της Επιτροπής να ενθαρρύνει τη δικαστική παρέμβαση αντί να προωθεί εναλλακτικούς μηχανισμούς επίλυσης διαφορών που μπορούν να στηρίξουν λύσεις κατόπιν διαπραγματεύσεων μεταξύ των κοινωνικών εταίρων.

    1.11.

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τον καθορισμό αποτελεσματικών, αποτρεπτικών και αναλογικών κυρώσεων, οι οποίες θα παραμείνουν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, σύμφωνα με τη νομοθετική πρακτική της ΕΕ δυνάμει του κεφαλαίου της κοινωνικής πολιτικής της Συνθήκης ΕΕ. Στο ίδιο πνεύμα, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Επιτροπή να μην υποστηριχθούν η ιδέα της επιβολής προστίμων συγκρίσιμων με εκείνα που προβλέπονται στον γενικό κανονισμό προστασίας δεδομένων (ΓΚΠΔ) και το δικαίωμα των εργαζομένων να απαιτούν ασφαλιστικά μέτρα για την προσωρινή αναστολή εταιρικής απόφασης, δεδομένου ότι πρόκειται για δυσανάλογα μέτρα για το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, και θα μπορούσαν να βλάψουν σοβαρά την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών εταιρειών.

    1.12.

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την προσέγγιση της Επιτροπής να μην εγκρίνει την πρόταση ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2) σχετικά με την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας ώστε να καλύπτει διαρθρωτικά ανεξάρτητες επιχειρήσεις, όπως αυτές που βασίζονται σε συμφωνίες δικαιόχρησης.

    1.13.

    Μολονότι η ΕΟΚΕ δεν επικροτεί την προτεινόμενη αναθεώρηση, παρουσιάζει τις απόψεις της σχετικά με ορισμένες πτυχές που περιλαμβάνονται στην πρόταση της Επιτροπής και στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

    2.   Εισαγωγή: Η διαδικασία που οδηγεί στην πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

    2.1.

    Η ΕΟΚΕ ήταν ανέκαθεν ένθερμος υποστηρικτής του κοινωνικού διαλόγου σε όλα τα επίπεδα των επιχειρήσεων και άλλων οργανώσεων. Ο εύρυθμος κοινωνικός διάλογος και η ουσιαστική συμμετοχή των εργαζομένων, με σεβασμό στην αυτονομία των κοινωνικών εταίρων και λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές συνθήκες των συστημάτων της αγοράς εργασίας των κρατών μελών και τις ειδικές ανάγκες των εταιρειών, είναι ο καλύτερος τρόπος για την πρόβλεψη και τη διαχείριση των αλλαγών σε επίπεδο χώρου εργασίας και, ως εκ τούτου, για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που δημιουργούνται με τους οικονομικούς, περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς μετασχηματισμούς στον κόσμο της εργασίας.

    2.2.

    Δεδομένου ότι, με την πάροδο των ετών, το επιχειρηματικό περιβάλλον των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων ανοίγει και διεθνοποιείται όλο και περισσότερο για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της ενιαίας αγοράς και της παγκοσμιοποίησης, υπάρχει γενική ανάγκη ανάλογης προσαρμογής των συστημάτων συμμετοχής των εργαζομένων, ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις απαιτήσεις σε επίπεδο εταιρείας.

    3.

    Ορθώς δημιουργήθηκαν τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων με σκοπό την παροχή μιας στέρεης βάσης για την ενημέρωση και τη διαβούλευση των εργαζομένων σε πολυεθνικές επιχειρήσεις ή ομίλους. Ως απόδειξη αυτού, υπάρχουν περισσότερες από 350 εύρυθμα λειτουργούσες εθελοντικές συμφωνίες που έχουν συναφθεί και συμφωνηθεί από τους κοινωνικούς εταίρους σε εταιρικό επίπεδο (3). Οι συμφωνίες αυτές στηρίζονται σε βασικές έννοιες της ισχύουσας οδηγίας, καθώς και σε καθιερωμένες πρακτικές σε εταιρικό επίπεδο.

    3.1.

    Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για αναθεώρηση της οδηγίας για τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων (τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων αναφέρονται εν προκειμένω ως ΕΣΕ), η οποία ζητήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (4), μετά από εκκλήσεις των ευρωπαϊκών συνδικαλιστικών οργανώσεων για μια τέτοια αναθεώρηση, έρχεται σε έντονη αντίθεση με την τρέχουσα πραγματικότητα και την ανατροφοδότηση από τις εταιρείες που διαχειρίζονται ΕΣΕ. Επιπλέον, η παρούσα πρόταση δεν λαμβάνει υπόψη την επιχειρηματική πραγματικότητα και δεν συνάδει με την πολιτική προσέγγιση που έχει εκφράσει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την προστασία της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και τη μείωση των κανονιστικών φραγμών.

    3.2.

    Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η εκτίμηση επιπτώσεων της Επιτροπής δεν καταλήγει στο συμπέρασμα κατά πόσο και σε ποιο βαθμό οι εξαιρέσεις δυνάμει των εθελοντικών συμφωνιών ΕΣΕ, οι οποίες συνάφθηκαν δυνάμει του άρθρου 13 της αρχικής οδηγίας 94/45/ΕΚ για τα ΕΣΕ ή συνάφθηκαν ή αναθεωρήθηκαν κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου μετά την έγκριση της αναδιατυπωμένης οδηγίας 2009/38/ΕΚ, δημιουργούν νομικές αβεβαιότητες ή παρεμποδίζουν την αποτελεσματική ενημέρωση και διαβούλευση σε αυτές τις επιχειρήσεις.

    3.3.

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η πρόταση της Επιτροπής βασίζεται σε εκτίμηση επιπτώσεων που αγνοεί τα πραγματικά στοιχεία των εταιρειών σχετικά με τη λειτουργία των ΕΣΕ και ιδίως τον σωρευτικό αντίκτυπο πιθανών νέων υποχρεώσεων για τις εταιρείες. Η ΕΟΚΕ παραπέμπει στο γεγονός ότι, ενώ οι εργοδότες έχουν εκφράσει σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με τον αρνητικό αντίκτυπο της προτεινόμενης αναθεώρησης στην ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών εταιρειών, η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου (ΕΡΕ) εξέφρασε επίσης αμφιβολίες σχετικά με τα συμπεράσματα της εκτίμησης επιπτώσεων που διενήργησε η Επιτροπή (5). Επιπλέον, η ΕΡΕ έκρινε ότι η έκθεση της Επιτροπής δεν είναι επαρκώς σαφής όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, τους στόχους και τη συνοχή της πρωτοβουλίας με την αρχή της επικουρικότητας, συμπεριλαμβανομένου του πλήρους σεβασμού των προνομίων των κοινωνικών εταίρων και των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών.

    3.4.

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει τις απόψεις που εκφράστηκαν στις τροπολογίες που υπέβαλαν ορισμένα μέλη της Ομάδας Ι επί της γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ με θέμα «Η δημοκρατία στην εργασία» (6), όπου αναφέρεται σαφώς ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι πέραν της αναθεώρησης της οδηγίας για την προώθηση του διακρατικού κοινωνικού διαλόγου: «Εδώ και δεκαετίες, τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων (ΕΣΕ) συμβάλλουν θετικά στους μακροπρόθεσμους οικονομικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς στόχους των επιχειρήσεων. Για να αυξηθούν οι δυνατότητες και η αποτελεσματικότητά τους, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να προωθηθεί περαιτέρω η ορθή επιβολή και καθοδήγηση με βάση πρακτικά εργαλεία, όπως η συγκριτική αξιολόγηση βάσει βέλτιστων πρακτικών. Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ επισημαίνει το πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την αναθεώρηση της οδηγίας για τα ΕΣΕ και καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναλάβει κατάλληλα μέτρα εγκαίρως για την προώθηση της ορθής εφαρμογής της οδηγίας.»

    3.5.

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι, παρά τις συγκεκριμένες παρατηρήσεις των εταιρειών επιτόπου και τις ανησυχίες τους σχετικά με τον προφανή αρνητικό αντίκτυπο των προτεινόμενων τροποποιήσεων στην ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να δρομολογήσει την αναθεώρηση της οδηγίας στην τρέχουσα μορφή της αντί να εξετάσει εναλλακτικά μέτρα πολιτικής.

    4.   Γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής και τις θέσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

    4.1.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η αναθεώρηση της οδηγίας, όπως προτείνεται από την Επιτροπή και ιδίως όπως ζητήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θα περιέπλεκε σοβαρά τη λειτουργία των ΕΣΕ και θα συνεπαγόταν τον κίνδυνο τα ΕΣΕ να μετατραπούν από διαύλους εποικοδομητικής ενημέρωσης και διαβούλευσης σε εταιρικό επίπεδο σε δυσλειτουργικά και επαχθή εργαλεία, καθώς και σε πηγές διαφορών και ανασφάλειας δικαίου, υπονομεύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το απολύτως αναγκαίο πνεύμα συνεργασίας και εμπιστοσύνης σε επίπεδο χώρου εργασίας.

    4.2.

    Ενώ αναγνωρίζει την αξία των απόψεων των εργαζομένων ως σημαντικού στοιχείου για τη βελτίωση της ποιότητας της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, η ΕΟΚΕ τονίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί η ταχεία λήψη αποφάσεων στις πολυεθνικές επιχειρήσεις, η οποία θα πρέπει να υποστηρίζεται από εύρυθμα λειτουργούσες δομές ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εργαζομένους. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ επικροτεί την άποψη της Επιτροπής ότι τα ΕΣΕ δεν αποτελούν όργανα συναπόφασης και δεν θα πρέπει να καθυστερούν τη λήψη αποφάσεων στις επιχειρήσεις.

    4.3.

    Σήμερα υπάρχουν ΕΣΕ σε περίπου 1 000 επιχειρήσεις και άλλες 2 600 επιχειρήσεις ενδέχεται να επηρεαστούν. Το νομικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία των ΕΣΕ ασχολείται με ζητήματα ζωτικής σημασίας για τους κοινωνικούς εταίρους και δεν θα πρέπει να μετατραπεί σε ένα υπερβολικά ρυθμιζόμενο πλαίσιο που θα βασίζεται σε μια πολύ νομικιστική προσέγγιση που θα αποθάρρυνε τις επιχειρήσεις από τη δημιουργία νέων ΕΣΕ για την αποφυγή δικαστικών κινδύνων.

    4.4.

    Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η πρόταση της Επιτροπής εισάγει μια σειρά τροποποιήσεων οι οποίες, θεωρητικά, θα περιπλέξουν σημαντικά τη λειτουργία των ΕΣΕ, υπονομεύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων. Αυτές οι αρνητικές επιπτώσεις ενδέχεται να λειτουργήσουν ως αντικίνητρο για τη βελτίωση της υιοθέτησης των ΕΣΕ. Η έγκριση της οδηγίας για τα ΕΣΕ, όπως προτείνεται στην παρούσα μορφή, θα μπορούσε επίσης να επιδεινώσει περαιτέρω την προσέλκυση επενδύσεων από πολυεθνικές εταιρείες εντός της ΕΕ προς όφελος άλλων περιοχών παγκοσμίως.

    4.5.

    Η παροχή πόρων για την ανάληψη δράσης κατά μιας επιχείρησης, όπως τα δικαστικά έξοδα και οι δαπάνες για τους νομικούς εμπειρογνώμονες, προωθεί μια προσέγγιση για ένδικες διαδικασίες και ενέχει τον κίνδυνο τα ΕΣΕ να μετατραπούν από πολύτιμα φόρουμ κοινωνικού διαλόγου μεταξύ των εργαζομένων και της διοίκησης σε εξαιρετικά συγκρουσιακά όργανα. Επιπλέον, οι νέες διατάξεις για τις διαβουλεύσεις, την εμπιστευτικότητα και τη διακρατικότητα ενέχουν τον κίνδυνο στρέβλωσης του σκοπού της διαβούλευσης και της ενημέρωσης των εργαζομένων και, στην πραγματικότητα, μειώνουν τη συνεργασία που βασίζεται στην εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο μερών, η οποία είναι απαραίτητη για τη λειτουργία των ΕΣΕ.

    5.   Ειδικές παρατηρήσεις σχετικά με βασικά σημεία της πρότασης της Επιτροπής

    5.1.   Υφιστάμενες συμφωνίες που προϋπήρχαν της οδηγίας

    5.1.1.

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη βαθιά λύπη της για την προσέγγιση της Επιτροπής όσον αφορά τις εθελοντικές συμφωνίες ενημέρωσης και διαβούλευσης που συνήφθησαν πριν από την αρχική οδηγία 94/45/ΕΚ για τα ΕΣΕ ή ολοκληρώθηκαν ή αναθεωρήθηκαν κατά τη μεταβατική περίοδο μετά την έγκριση της αναδιατυπωμένης οδηγίας 2009/38/ΕΚ από τον Ιούνιο του 2009 έως τον Ιούνιο του 2011. Αυτές οι συμφωνίες που λειτουργούν εύρυθμα θα πρέπει να τηρούνται και να μην αμφισβητούνται μονομερώς. Οι συμφωνίες που προηγούνται της οδηγίας είναι αποτέλεσμα διαπραγματεύσεων μεταξύ της διοίκησης και των εκπροσώπων των εργαζομένων και είναι ειδικά προσαρμοσμένες στις ανάγκες και των δύο μερών σε επίπεδο επιχείρησης.

    5.1.2.

    Η ΕΟΚΕ παραπέμπει στην εκτίμηση επιπτώσεων της Επιτροπής, η οποία δεν κατέληξε σε συμπέρασμα σχετικά με το κατά πόσον οι συμφωνίες πριν από την οδηγία θα δημιουργούσαν ανασφάλεια δικαίου ή θα έβλαπταν ουσιαστικές διαδικασίες ενημέρωσης και διαβούλευσης στις εταιρείες.

    5.1.3.

    Ως εκ τούτου, θα ήταν αντίθετο προς το πνεύμα του εποικοδομητικού κοινωνικού διαλόγου και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων εντός των εταιρειών να επιτρέπεται στους εκπροσώπους των εργαζομένων να αμφισβητούν μονομερώς την ύπαρξη εθελοντικών συμφωνιών που λειτουργούν αποτελεσματικά.

    5.1.4.

    Η ΕΟΚΕ προτείνει να επιτραπεί η ύπαρξη συμφωνιών που προϋπήρχαν της οδηγίας με σεβασμό του ειδικού νομικού καθεστώτος τους και χωρίς να επιβάλλονται υποχρεωτικές απαιτήσεις σε αυτές.

    5.2.   Η έννοια της διακρατικότητας

    5.2.1.

    Ένα άλλο ζήτημα που προκαλεί μεγάλη ανησυχία στην ΕΟΚΕ είναι η προτεινόμενη έννοια της διακρατικότητας, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε σοβαρή ανασφάλεια δικαίου, προκαλώντας αλληλεπικαλυπτόμενες καταστάσεις μεταξύ εθνικών και διακρατικών διαδικασιών ενημέρωσης και διαβούλευσης.

    5.2.2.

    Η προτεινόμενη διατύπωση υποδηλώνει ότι το τεκμήριο της διακρατικότητας δεν καλύπτει μόνο τις περιπτώσεις στις οποίες τα μέτρα που λαμβάνονται υπόψη από τη διοίκηση μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι θα επηρεάσουν εργαζομένους σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, αλλά καλύπτει επίσης περιπτώσεις στις οποίες τα ίδια τα μέτρα επηρεάζουν μόνο τους εργαζομένους σε ένα κράτος μέλος, αλλά οι συνέπειες των μέτρων αυτών αναμένεται εύλογα να επηρεάσουν τους εργαζομένους σε άλλο κράτος μέλος. Μια τέτοια δομή δημιουργεί μια σφαίρα αβεβαιότητας και συνιστά πηγή διαφορών, καθώς θα πυροδοτούσε μια διαδικασία ανάλυσης αυξημένου αριθμού αμιγώς εθνικών αποφάσεων διαχείρισης στο πλαίσιο των εταιρειών αντί να επικεντρώνεται σε πραγματικές διακρατικές υποθέσεις.

    5.2.3.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι ο ισχύων ορισμός της διακρατικότητας δεν θα πρέπει να αλλάξει, δεδομένου ότι το κείμενο του ορισμού ορθώς αναφέρει ότι τα ζητήματα μπορούν να χαρακτηριστούν ως διακρατικά μόνον εάν αφορούν τουλάχιστον δύο επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις της επιχείρησης ή του ομίλου που βρίσκονται σε δύο διαφορετικά κράτη μέλη.

    5.3.   Διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης και ορισμός της ενημέρωσης και διαβούλευσης

    5.3.1.

    Η ΕΟΚΕ διατηρεί σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με ορισμένες από τις τροποποιήσεις που προτείνονται στην αναθεώρηση, καθώς είναι πιθανό να προκαλέσουν περιττές καθυστερήσεις και αβεβαιότητες στη διαδικασία λήψης αποφάσεων των εταιρειών. Το προτεινόμενο άρθρο 9 ορίζει ότι η διαβούλευση επιτρέπει στους εκπροσώπους των εργαζομένων να εκφράζουν γνώμη πριν από την έκδοση της απόφασης και ότι στην εν λόγω γνώμη πρέπει να δίνεται αιτιολογημένη απάντηση από την κεντρική διεύθυνση πριν από την έκδοση της απόφασής της σχετικά με το προτεινόμενο μέτρο. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η προτεινόμενη διαδικασία είναι τυπολατρική, επαχθής και ασύμβατη με τις ευρέως συμφωνηθείσες μεθόδους επικοινωνίας στα ΕΣΕ.

    5.3.2.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τις επιχειρήσεις να λαμβάνουν αποφάσεις εντός εύλογου χρονικού διαστήματος με τον ταχύ τρόπο που απαιτείται σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο επιχειρηματικό περιβάλλον, με πλήρη σεβασμό των εθνικών διαδικασιών ενημέρωσης και διαβούλευσης. Επιπλέον, η ΕΟΚΕ προτιμά τον καθορισμό του χρονοδιαγράμματος της διαβούλευσης σε κάθε συμφωνία ΕΣΕ και όχι με κανόνες αναγκαστικού δικαίου.

    5.3.3.

    Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η διαβούλευση, οι συνεδριάσεις και η συμβολή των ΕΣΕ πρέπει επίσης να είναι δυνατές μέσω ψηφιακών διαύλων. Αυτό είναι ακόμη πιο σημαντικό εάν ο ελάχιστος αριθμός ετήσιων συνεδριάσεων είναι δύο, όπως προτείνεται στην πρόταση της Επιτροπής.

    5.3.4.

    Όσον αφορά τα ζητήματα που πρέπει να καλύπτονται από τα ΕΣΕ, η ΕΟΚΕ ζητεί τη μέγιστη δυνατή ευελιξία για τη διοίκηση και τα ΕΣΕ ώστε να συμφωνούν σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν τις εταιρείες.

    5.4.   Εμπιστευτικότητα των επιχειρηματικών πληροφοριών

    5.4.1.

    Επιπλέον, η ΕΟΚΕ επισημαίνει προβλήματα που συνδέονται με την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών, στο πλαίσιο των οποίων η πρόταση της Επιτροπής θα έβλαπτε την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, θα ερχόταν ενδεχομένως σε σύγκρουση με άλλες νομικές απαιτήσεις (π.χ. κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και θα καθυστερούσε τη λήψη αποφάσεων από τις εταιρείες.

    5.4.2.

    Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι, για λόγους προστασίας των εμπιστευτικών επιχειρηματικών πληροφοριών και διασφάλισης της ομαλής λήψης αποφάσεων, η διοίκηση πρέπει να έχει αποκλειστική αρμοδιότητα να αποφασίζει για τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών. Για να τονίσει και να αποσαφηνίσει αυτό το προνόμιο, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να διαγραφεί από το άρθρο 8 η δυνατότητα των κρατών μελών να επιβάλλουν την έκδοση προηγούμενης διοικητικής ή δικαστικής άδειας.

    5.5.   Εμπειρογνώμονες και δικαστικά έξοδα

    5.5.1.

    Η προτεινόμενη διατύπωση σχετικά με τους εμπειρογνώμονες και τα νομικά έξοδα χωρίς προηγούμενη έγκριση της διοίκησης είναι ασαφής και θα μπορούσε να οδηγήσει σε περιττές διαφορές. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι, δεδομένου ότι η ισχύουσα οδηγία επιτρέπει τη λήψη συνδρομής εμπειρογνώμονα, δεν υπάρχει ανάγκη τροποποίησης του κειμένου. Εάν χρειαστούν πρόσθετοι εμπειρογνώμονες, όπως η λήψη νομικής συνδρομής, θα πρέπει να εναπόκειται στη διοίκηση να εγκρίνει τον ρόλο και το πεδίο εφαρμογής του εμπειρογνώμονα και το συνεπαγόμενο κόστος.

    5.5.2.

    Όσον αφορά τα δικαστικά έξοδα, η ΕΟΚΕ απορρίπτει την ιδέα της κεντρικής διαχείρισης που καλύπτει τα έξοδα νομικής εκπροσώπησης και συμμετοχής σε διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες. Μια τέτοια ευθύνη θα μπορούσε να οδηγήσει σε καταστάσεις κατά τις οποίες η εταιρεία πρέπει να καταβάλει εκ των προτέρων τα δικαστικά έξοδα της διαπραγματευτικής ομάδας του ΕΣΕ στο πλαίσιο ενδεχόμενης ένδικης διαφοράς κατά της εταιρείας. Τα έξοδα αυτά θα πρέπει να κατανέμονται, όπως συμβαίνει σήμερα, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

    5.5.3.

    Επιπλέον, δεδομένου ότι τα ΕΣΕ εκπροσωπούν όλους τους εργαζομένους της επιχείρησης, η συμμετοχή των συνδικαλιστικών οργανώσεων στα ΕΣΕ με συμβουλευτική ιδιότητα θα πρέπει να σέβεται τις διαφορετικές βιομηχανικές πρακτικές σε ολόκληρη την Ευρώπη. Το δικαίωμα των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων να παρίστανται σε κάθε ΕΣΕ ανεξάρτητα από τον αριθμό των μελών συνδικαλιστικών οργανώσεων στην εταιρεία μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να είναι ασυμβίβαστο με τις εθνικές πρακτικές.

    5.6.   Εναλλακτικοί μηχανισμοί επίλυσης διαφορών

    5.6.1.

    Όσον αφορά την επίλυση διαφορών, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για την προσέγγιση της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία δίνεται προτεραιότητα στη δικαστική παρέμβαση εις βάρος των μηχανισμών εναλλακτικής επίλυσης διαφορών. Η προσέγγιση αυτή υπονομεύει τις υφιστάμενες και εύρυθμα λειτουργούσες εθνικές δομές διαμεσολάβησης και συνδιαλλαγής των κοινωνικών εταίρων. Αντ’ αυτού, η χρήση εναλλακτικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών, με εύκολη πρόσβαση και συμφωνία εκ μέρους των κοινωνικών εταίρων ως γνήσιο στοιχείο εύρυθμης λειτουργίας των συστημάτων κοινωνικού διαλόγου, θα πρέπει να ενθαρρυνθεί στα κράτη μέλη, από τα κράτη μέλη και με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

    5.7.   Κυρώσεις

    5.7.1.

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τον καθορισμό αποτελεσματικών, αποτρεπτικών και αναλογικών κυρώσεων, οι οποίες θα παραμείνουν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, σύμφωνα με τη νομοθετική πρακτική της ΕΕ δυνάμει του κεφαλαίου της κοινωνικής πολιτικής της Συνθήκης ΕΕ. Η ΕΟΚΕ προτείνει ο καθορισμός οικονομικών κυρώσεων να περιορίζεται στις περιπτώσεις σαφούς και εσκεμμένης κατάχρησης των κανόνων. Στο ίδιο πνεύμα, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Επιτροπή να μην υποστηριχθούν η ιδέα της επιβολής προστίμων συγκρίσιμων με εκείνα που προβλέπονται στον γενικό κανονισμό προστασίας δεδομένων (ΓΚΠΔ) και το δικαίωμα των εργαζομένων να απαιτούν ασφαλιστικά μέτρα για την προσωρινή αναστολή εταιρικής απόφασης, δεδομένου ότι πρόκειται για δυσανάλογα μέτρα για το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας και θα μπορούσαν να βλάψουν σοβαρά την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών εταιρειών.

    5.7.2.

    Τέλος, η ΕΟΚΕ επικροτεί την προσέγγιση της Επιτροπής να μην εγκρίνει την πρόταση ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας ώστε να καλύπτει διαρθρωτικά ανεξάρτητες επιχειρήσεις, όπως αυτές που βασίζονται σε συμφωνίες δικαιόχρησης, δεδομένου ότι αυτό το είδος ρυθμίσεων δεν θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον ορισμό της «κυρίαρχης επιρροής».

    Αιτιολογία

    Το παρόν κείμενο αποτελεί τροπολογία που εκφράζει συνολικά αποκλίνουσα θέση από τη γνωμοδότηση την οποία υπέβαλε το τμήμα, και γι’ αυτό θεωρείται αντιγνωμοδότηση. Εκθέτει τους λόγους για τους οποίους η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η προτεινόμενη αναθεώρηση της οδηγίας για τα ΕΣΕ —και ιδίως ορισμένες προτάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου— θα περιέπλεκε σοβαρά τη λειτουργία των ευρωπαϊκών συμβουλίων εργαζομένων (ΕΣΕ) και θα συνεπαγόταν τον κίνδυνο τα ΕΣΕ να μετατραπούν από διαύλους εποικοδομητικής ενημέρωσης και διαβούλευσης σε εταιρικό επίπεδο σε δυσλειτουργικά και επαχθή εργαλεία, καθώς και σε πηγές διαφορών και ανασφάλειας δικαίου.

    Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

    Ψήφοι υπέρ:

    104

    Ψήφοι κατά:

    125

    Αποχές:

    11


    (1)   Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/38/ΕΚ όσον αφορά τη σύσταση και τη λειτουργία ευρωπαϊκών συμβουλίων εργαζομένων και την αποτελεσματική επιβολή των δικαιωμάτων διακρατικής ενημέρωσης και διαβούλευσης [COM (2024) 14 final].

    (2)   Κείμενα που εγκρίθηκαν – Αναθεώρηση της οδηγίας για τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων — Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2023 (europa.eu).

    (3)  Η μελέτη του Eurofound αναφέρει τα εξής: «Η εξέλιξη ορισμένων ευρωπαϊκών συμβουλίων εργαζομένων που μελετήθηκαν περιπτωσιολογικά καταδεικνύει ότι οι διαδικασίες μπορούν να βελτιωθούν με την πάροδο του χρόνου, καθώς οικοδομείται η εμπιστοσύνη, και τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι εργοδότες κατανοούν σαφέστερα την προστιθέμενη αξία της διακρατικής ενημέρωσης και διαβούλευσης. Αυτή η διαδικασία οικοδόμησης σχέσεων, διαμόρφωσης μιας κοινής αντίληψης και ανάπτυξης αποτελεσματικών διαδικασιών ενημέρωσης και διαβούλευσης δεν μπορούν, κατά κάποιον τρόπο, να νομοθετηθούν, και πρέπει να καλλιεργούνται σε διαρκή βάση, προκειμένου να μην διακυβευθεί η πρόοδος η επιτευχθείσα πρόοδος. https://www.eurofound.europa.eu/en/publications/2022/challenges-and-solutions-case-studies-european-works-councils.

    (4)   https://www.europarl.europa.eu/doceo/document/TA-9-2023-0028_EL.pdf.

    (5)  Γνώμη της επιτροπής ρυθμιστικού ελέγχου της 30.11.2023 SEC(2024)35 βλ. π.χ. https://data.consilium.europa.eu/doc/document/ST-5837-2024-ADD-2/en/pdf.

    (6)   ΕΕ C 228 της 29.6.2023, σ. 43.


    ELI: http://data.europa.eu/eli/C/2024/4664/oj

    ISSN 1977-0901 (electronic edition)


    Top