ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Βρυξέλλες, 7.12.2022
COM(2022) 698 final
2022/0404(COD)
Πρόταση
ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της [xxxx]
για την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΕ, 2013/36/ΕΕ και (ΕΕ) 2019/2034 όσον αφορά την αντιμετώπιση του κινδύνου συγκέντρωσης έναντι των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και του κινδύνου αντισυμβαλλομένου στις κεντρικά εκκαθαριζόμενες συναλλαγές παραγώγων
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ
•Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης
Η παρούσα πρόταση αποτελεί μέρος της πρωτοβουλίας που έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι η ΕΕ διαθέτει ένα ασφαλές, ισχυρό και ανταγωνιστικό οικοσύστημα κεντρικής εκκαθάρισης, με αποτέλεσμα την προώθηση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών και την ενίσχυση της ανοικτής στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ. Οι εύρωστοι και ασφαλείς κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι ενισχύουν την αξιοπιστία του χρηματοπιστωτικού συστήματος και στηρίζουν καθοριστικά τη ρευστότητα των βασικών αγορών. Ένα ασφαλές, ισχυρό και ανταγωνιστικό οικοσύστημα κεντρικής εκκαθάρισης αποτελεί προϋπόθεση για την περαιτέρω ανάπτυξη του εν λόγω συστήματος. Το οικοσύστημα κεντρικής εκκαθάρισης της ΕΕ θα πρέπει να δίνει στις επιχειρήσεις της ΕΕ τη δυνατότητα να αντισταθμίζουν τους κινδύνους τους αποτελεσματικά και με ασφάλεια, διασφαλίζοντας παράλληλα την ευρύτερη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Με τον τρόπο αυτό, η κεντρική εκκαθάριση θα στηρίξει την οικονομία της ΕΕ. Ένα ανταγωνιστικό και αποτελεσματικό οικοσύστημα κεντρικής εκκαθάρισης της ΕΕ θα αυξήσει τις δραστηριότητες εκκαθάρισης, αλλά η εκκαθάριση ενέχει επίσης κινδύνους λόγω της συγκέντρωσης των συναλλαγών σε μικρό αριθμό κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι συστημικά σημαντικοί από οικονομική άποψη. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω κίνδυνοι πρέπει να τελούν υπό κατάλληλη διαχείριση από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι πρέπει να συνεχίσουν να υπόκεινται σε ενδελεχή εποπτεία τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρύτερο ενωσιακό επίπεδο.
Επιπλέον, από το 2017 έχουν εκφραστεί επανειλημμένα ανησυχίες σχετικά με τους συνεχιζόμενους κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ που απορρέουν από την υπερβολική συγκέντρωση της εκκαθάρισης σε ορισμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, ιδίως σε σενάριο ακραίων συνθηκών. Γεγονότα υψηλού κινδύνου αλλά χαμηλής πιθανότητας μπορεί να συμβούν και η ΕΕ πρέπει να είναι προετοιμασμένη να τα αντιμετωπίσει. Παρότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι της ΕΕ έχουν γενικά αποδειχθεί ανθεκτικοί καθ’ όλη τη διάρκεια αυτών των εξελίξεων, η πείρα έχει δείξει ότι το οικοσύστημα κεντρικής εκκαθάρισης της ΕΕ μπορεί να ενισχυθεί, προς όφελος της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Ωστόσο, η ανοικτή στρατηγική αυτονομία σημαίνει επίσης ότι η ΕΕ πρέπει να προστατευθεί από τους κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που μπορεί να προκύψουν όταν οι συμμετέχοντες στην αγορά της ΕΕ εξαρτώνται υπερβολικά από οντότητες τρίτων χωρών, καθώς αυτό μπορεί να αποτελέσει πηγή τρωτών σημείων. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση, η πρωτοβουλία στην οποία εντάσσεται η παρούσα πρόταση επιδιώκει να αυξήσει τη ρευστότητα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ, να ενισχύσει την ικανότητα κεντρικής εκκαθάρισης της ΕΕ και να μειώσει τους κινδύνους που ενέχει για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ η υπερβολή έκθεση σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Κατά συνέπεια, μεταξύ άλλων, απαιτεί από όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά που υπόκεινται σε υποχρέωση εκκαθάρισης να τηρούν ενεργούς λογαριασμούς σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ για την εκκαθάριση τουλάχιστον ορισμένου ποσοστού των υπηρεσιών που έχουν προσδιοριστεί από την ΕΑΚΑΑ ως ουσιώδους συστημικής σημασίας για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ.
Ενώ το μεγαλύτερο μέρος των νομοθετικών μέτρων για τη θέσπιση της εν λόγω δέσμης μέτρων βρίσκεται στην πρόταση κανονισμού της Επιτροπής για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (EMIR) —η λεγόμενη αναθεώρηση του κανονισμού EMIR 3— η παρούσα πρόταση περιέχει τροποποιήσεις στην οδηγία 2013/36/ΕΕ (οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις ή «ΟΚΑ»), στην οδηγία (ΕΕ) 2019/2034 (οδηγία για τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή «IFD») και στην οδηγία 2009/65/ΕΕ (οδηγία για τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες ή «οδηγία ΟΣΕΚΑ»), τροποποιήσεις που είναι αναγκαίες για να διασφαλιστεί η επίτευξη των στόχων της αναθεώρησης του κανονισμού EMIR 3, καθώς και για να διασφαλιστεί η συνοχή. Επομένως, οι δύο προτάσεις πρέπει να διαβάζονται από κοινού.
•Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής
Η πρωτοβουλία στην οποία εντάσσεται η παρούσα πρόταση σχετίζεται και συνάδει με άλλες ενωσιακές πολιτικές και τρέχουσες πρωτοβουλίες που αποσκοπούν i) στην προώθηση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, ii) στην ενίσχυση της ανοικτής στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ και iii) στην ενίσχυση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας της εποπτείας σε επίπεδο ΕΕ.
Η παρούσα πρόταση εισάγει περιορισμένες τροποποιήσεις στην ΟΚΑ και στην IFD, ώστε να ενθαρρυνθούν τα ιδρύματα και οι επιχειρήσεις επενδύσεων, αντίστοιχα, καθώς και οι αρμόδιες αρχές τους, να αντιμετωπίζουν συστηματικά κάθε κίνδυνο υπερβολικής συγκέντρωσης που ενδέχεται να προκύψει από την έκθεσή τους σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, ιδίως εκείνους τους συστημικά σημαντικούς κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών (κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2) που προσφέρουν υπηρεσίες τις οποίες η ΕΑΚΑΑ θεωρεί ότι έχουν ουσιώδη συστημική σημασία, αντικατοπτρίζοντας τον ευρύτερο στόχο πολιτικής για ανοικτή στρατηγική αυτονομία στον μακροοικονομικό και χρηματοπιστωτικό τομέα, ιδίως, αλλά όχι μόνο, με την περαιτέρω ανάπτυξη των υποδομών των χρηματοπιστωτικών αγορών της ΕΕ και την αύξηση της ανθεκτικότητάς τους. Η αυξημένη κεντρική εκκαθάριση στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ θα συμβάλει επίσης στην ανάπτυξη αποτελεσματικότερων μετασυναλλακτικών ρυθμίσεων, οι οποίες αποτελούν τα θεμέλια μιας ισχυρής Ένωσης Κεφαλαιαγορών. Η πρόταση τροποποιεί επίσης την οδηγία ΟΣΕΚΑ ώστε να εξαλειφθούν τα όρια κινδύνου αντισυμβαλλομένου για όλες τις συναλλαγές παραγώγων που εκκαθαρίζονται κεντρικά από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ο οποίος έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή έχει αναγνωριστεί βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ώστε να διασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ διαπραγματεύσιμων στο χρηματιστήριο και εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και να αντικατοπτριστεί καλύτερα η φύση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων ως παραγόντων μείωσης του κινδύνου στις συναλλαγές παραγώγων.
•Συνέπεια με άλλες πολιτικές της Ένωσης
Η παρούσα πρωτοβουλία θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο του ευρύτερου θεματολογίου της Επιτροπής που αποσκοπεί στο να καταστούν οι αγορές της ΕΕ ασφαλέστερες, ισχυρότερες, αποτελεσματικότερες και πιο ανταγωνιστικές, όπως αποτυπώνεται στις πρωτοβουλίες για την Ένωση Κεφαλαιαγορών και για την ανοικτή στρατηγική αυτονομία. Οι ασφαλείς, αποτελεσματικές και ανταγωνιστικές μετασυναλλακτικές ρυθμίσεις, ιδίως η κεντρική εκκαθάριση, αποτελούν ουσιώδες στοιχείο για την ευρωστία των κεφαλαιαγορών. Μια πλήρως λειτουργική και ολοκληρωμένη αγορά κεφαλαίων θα επιτρέψει στην οικονομία της ΕΕ να αναπτυχθεί με βιώσιμο τρόπο και να είναι πιο ανταγωνιστική, σύμφωνα με τη στρατηγική προτεραιότητα της Επιτροπής για μια οικονομία στην υπηρεσία των ανθρώπων, με επίκεντρο τη διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την ανάπτυξη και τις επενδύσεις.
Η εν λόγω πρωτοβουλία δεν έχει άμεσες και/ή προσδιορίσιμες επιπτώσεις που να προκαλούν σημαντική ζημία ή να επηρεάζουν τη συνοχή με τους στόχους κλιματικής ουδετερότητας και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το ευρωπαϊκό νομοθέτημα για το κλίμα.
2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ
•Νομική βάση
Η ΟΚΑ, η IFD και η οδηγία ΟΣΕΚΑ καθορίζουν το κανονιστικό και εποπτικό πλαίσιο για τα πιστωτικά ιδρύματα, τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τα αμοιβαία κεφάλαια ΟΣΕΚΑ αντίστοιχα, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες που προσφέρουν κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι της ΕΕ και τρίτων χωρών. Η νομική βάση για τις εν λόγω οδηγίες ήταν το άρθρο 53 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), δεδομένου ότι αποσκοπούσαν στον συντονισμό των διατάξεων που αφορούν την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων πιστωτικών ιδρυμάτων, επιχειρήσεων επενδύσεων και ΟΣΕΚΑ. Δεδομένου ότι η παρούσα πρωτοβουλία προτείνει περαιτέρω δράσεις πολιτικής για τη διασφάλιση της επίτευξης αυτών των στόχων, η σχετική νομοθετική πρόταση θα εγκριθεί υπό την ίδια νομική βάση.
•Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)
Η παρούσα πρόταση αποτελεί μέρος της νομοθετικής δέσμης που αποσκοπεί στην ενίσχυση της ελκυστικότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ μέσω της διευκόλυνσης της ικανότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ να διαθέτουν νέα προϊόντα στην αγορά και μέσω της μείωσης του κόστους συμμόρφωσης, καθώς και μέσω της ενίσχυσης της εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ σε επίπεδο ΕΕ. Η δράση της ΕΕ θα αντιμετωπίσει επίσης την υπερβολική εξάρτηση της ΕΕ από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών κατηγορίας 2, προκειμένου να μειωθούν οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ. Η ασφαλής, ισχυρή, αποτελεσματική και ανταγωνιστική αγορά για τις υπηρεσίες κεντρικής εκκαθάρισης συμβάλλει στη μεγαλύτερη εμβάθυνση και ρευστότητα των αγορών στην ΕΕ και είναι απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία της Ένωσης Κεφαλαιαγορών.
Ειδικότερα, η παρούσα πρόταση τροποποιεί την ΟΚΑ και την IFD προκειμένου να ενθαρρυνθούν τα ιδρύματα και οι επιχειρήσεις επενδύσεων αντίστοιχα, καθώς και οι αρμόδιες αρχές τους, να αντιμετωπίζουν συστηματικά κάθε κίνδυνο υπερβολικής συγκέντρωσης που ενδέχεται να προκύψει από την έκθεσή τους σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, ιδίως κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2, καθώς και προκειμένου να αντικατοπτριστεί ο ευρύτερος στόχος πολιτικής για ένα ασφαλέστερο, ισχυρότερο και ανταγωνιστικότερο οικοσύστημα κεντρικής εκκαθάρισης στην ΕΕ. Η πρόταση τροποποιεί επίσης την οδηγία ΟΣΕΚΑ ώστε να εξαλειφθούν τα όρια κινδύνου αντισυμβαλλομένου για όλες τις συναλλαγές παραγώγων που εκκαθαρίζονται κεντρικά από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ο οποίος έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή έχει αναγνωριστεί βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ώστε να διασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ διαπραγματεύσιμων στο χρηματιστήριο και εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και να αντικατοπτριστεί καλύτερα η φύση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων ως παραγόντων μείωσης του κινδύνου στις συναλλαγές παραγώγων.
Τα κράτη μέλη και οι εθνικές εποπτικές αρχές δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν μεμονωμένα τους συστημικούς κινδύνους που δημιουργούν οι ενοποιημένοι σε υψηλό βαθμό και διασυνδεδεμένοι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που λειτουργούν σε διασυνοριακή βάση πέραν της εμβέλειας της εθνικής δικαιοδοσίας. Ούτε μπορούν να μετριάσουν τους κινδύνους που προκύπτουν από τις αποκλίνουσες εθνικές εποπτικές πρακτικές. Επίσης, τα κράτη μέλη δεν μπορούν από μόνα τους να παράσχουν κίνητρα για την κεντρική εκκαθάριση στην ΕΕ και να αντιμετωπίσουν τις ανεπάρκειες του πλαισίου συνεργασίας των εθνικών εποπτικών αρχών και των αρχών της ΕΕ. Ως εκ τούτου, λόγω της κλίμακας των δράσεων, οι στόχοι αυτοί μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο ΕΕ σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
•Αναλογικότητα
Η παρούσα πρόταση εισάγει περιορισμένες αλλαγές στην ΟΚΑ, στην IFD και στην οδηγία ΟΣΕΚΑ για την ενθάρρυνση της εκκαθάρισης στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ. Η πρόταση λαμβάνει πλήρως υπόψη την αρχή της αναλογικότητας, καθώς επαρκεί για την επίτευξη των στόχων και δεν υπερβαίνει το απαιτούμενο μέτρο για την επίτευξή τους. Συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας, λαμβάνοντας υπόψη την ορθή ισορροπία μεταξύ του δημόσιου συμφέροντος που διακυβεύεται και της οικονομικής αποδοτικότητας των προτεινόμενων μέτρων. Η αναλογικότητα των προτιμώμενων επιλογών πολιτικής αξιολογείται περαιτέρω στα κεφάλαια 7 και 8 της συνοδευτικής εκτίμησης επιπτώσεων.
•Επιλογή της νομικής πράξης
Η ΟΚΑ, η IFD και η οδηγία ΟΣΕΚΑ είναι οδηγίες και, ως εκ τούτου, πρέπει να τροποποιηθούν με νομική πράξη της ίδιας φύσης.
3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ
•Εκ των υστέρων αξιολογήσεις / έλεγχοι καταλληλότητας της ισχύουσας νομοθεσίας
Οι υπηρεσίες της Επιτροπής πραγματοποίησαν εκτενείς διαβουλεύσεις, σε συνεργασία με ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων οργάνων της ΕΕ [ΕΚΤ, ευρωπαϊκή επιτροπή συστημικών κινδύνων (ESRB), Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές (ΕΕΑ)], κρατών μελών, μελών της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών (τράπεζες, συνταξιοδοτικά ταμεία, επενδυτικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρείες κ.λπ.), καθώς και μη χρηματοπιστωτικών εταιρειών, προκειμένου να αξιολογηθεί κατά πόσον ο κανονισμός EMIR διασφαλίζει επαρκώς τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ. Η διαδικασία αυτή κατέδειξε ότι εξακολουθούν να υπάρχουν κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ λόγω της υπερβολικής συγκέντρωσης της εκκαθάρισης σε μικρό αριθμό κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών. Οι κίνδυνοι αυτοί είναι ιδιαίτερα σημαντικοί σε ένα σενάριο ακραίων καταστάσεων.
Ωστόσο, λαμβανομένης υπόψη της σχετικά πρόσφατης έναρξης ισχύος του κανονισμού EMIR 2.2 και του γεγονότος ότι ορισμένες απαιτήσεις δεν ισχύουν ακόμη, οι υπηρεσίες της Επιτροπής δεν θεώρησαν σκόπιμο να εκπονήσουν πλήρη παράλληλη αξιολόγηση ολόκληρου του πλαισίου. Αντ’ αυτού, προσδιορίστηκαν εκ των προτέρων βασικοί τομείς με βάση τις απαντήσεις των ενδιαφερόμενων μερών και την εσωτερική ανάλυση [τα σχετικά στοιχεία επεξηγούνται λεπτομερώς στην εκτίμηση επιπτώσεων, όπου επισημαίνονται οι ανεπάρκειες και η αναποτελεσματικότητα των ισχυόντων κανόνων στην ενότητα για τον ορισμό του προβλήματος (στο τμήμα 3 της συνοδευτικής εκτίμησης επιπτώσεων σχετικά με τον ορισμό του προβλήματος εξηγούνται λεπτομερώς οι ανεπάρκειες και η αναποτελεσματικότητα των ισχυόντων κανόνων)].
•Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη
Η Επιτροπή πραγματοποίησε διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας προετοιμασίας της πρωτοβουλίας για την αναθεώρηση του κανονισμού EMIR, την οποία συνοδεύει η παρούσα πρόταση. Ειδικότερα, πραγματοποιήθηκαν τα εξής:
·στοχευμένη διαβούλευση της Επιτροπής από τις 8 Φεβρουαρίου έως τις 22 Μαρτίου 2022. Αποφασίστηκε ότι η διαβούλευση θα πρέπει να είναι στοχευμένη, καθώς οι ερωτήσεις επικεντρώθηκαν σε έναν πολύ συγκεκριμένο και μάλλον τεχνικό τομέα. 71 ενδιαφερόμενα μέρη απάντησαν στη στοχευμένη διαβούλευση μέσω του ηλεκτρονικού εντύπου, ενώ ορισμένες εμπιστευτικές απαντήσεις υποβλήθηκαν επίσης μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου·
·πρόσκληση της Επιτροπής για υποβολή στοιχείων μεταξύ 8 Φεβρουαρίου και 8 Μαρτίου 2022·
·διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη μέσω της ομάδας εργασίας σχετικά με τις ευκαιρίες και τις προκλήσεις της μεταφοράς παραγώγων από το Ηνωμένο Βασίλειο στην ΕΕ, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2021, συμπεριλαμβανομένων αρκετών συναντήσεων προβολής για τα ενδιαφερόμενα μέρη τον Φεβρουάριο, τον Μάρτιο και τον Ιούνιο του 2021·
·συνάντηση με μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 4 Μαΐου, καθώς και διμερείς συναντήσεις στη συνέχεια·
·συνάντηση με εμπειρογνώμονες των κρατών μελών στις 30 Μαρτίου 2022, στις 16 Ιουνίου 2022 και στις 8 Νοεμβρίου 2022·
·συνεδριάσεις της Επιτροπής Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών στις 2 Φεβρουαρίου και στις 16 Μαρτίου 2022·
·συνεδριάσεις της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής στις 18 Φεβρουαρίου και στις 29 Μαρτίου 2022·
·διμερείς συναντήσεις με ενδιαφερόμενα μέρη, καθώς και λήψη εμπιστευτικών πληροφοριών από ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών.
Τα κύρια μηνύματα αυτής της διαδικασίας διαβούλευσης ήταν τα εξής:
·Οι εργασίες που ξεκίνησαν το 2021 έδειξαν ότι για τη βελτίωση της ελκυστικότητας της κεντρικής εκκαθάρισης, την ενθάρρυνση της ανάπτυξης υποδομών της ΕΕ και τις εποπτικές ρυθμίσεις στην ΕΕ θα χρειαστεί χρόνος.
·Προσδιορίστηκαν διάφορα μέτρα που θα μπορούσαν να συμβάλουν στη βελτίωση της ελκυστικότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ και των δραστηριοτήτων εκκαθάρισης, καθώς και να διασφαλίσουν την κατάλληλη διαχείριση και εποπτεία των κινδύνων τους.
·Τα μέτρα αυτά δεν εμπίπτουν μόνο στην αρμοδιότητα της Επιτροπής και των συννομοθετών, αλλά θα μπορούσαν επίσης να απαιτήσουν την ανάληψη δράσης από την ΕΚΤ, τις εθνικές κεντρικές τράπεζες, τις ΕΕΑ, τις εθνικές εποπτικές αρχές, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τις τράπεζες.
·Από τη διαβούλευση προέκυψε ότι οι συμμετέχοντες στην αγορά προτιμούν γενικά μια προσέγγιση με γνώμονα την αγορά όσον αφορά τα κανονιστικά μέτρα, ώστε να ελαχιστοποιηθεί το κόστος και να παραμείνουν οι συμμετέχοντες στην αγορά της ΕΕ ανταγωνιστικοί σε διεθνές επίπεδο.
·Ωστόσο, τα ενδιαφερόμενα μέρη τάχθηκαν έως έναν βαθμό υπέρ των κανονιστικών μέτρων, ιδίως όταν αυτά επιτρέπουν την ταχύτερη διαδικασία έγκρισης νέων προϊόντων και υπηρεσιών των κεντρικών αντισυμβαλλομένων.
·Τα μέτρα που κρίθηκαν χρήσιμα για την ενίσχυση της ελκυστικότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ ήταν τα εξής: τήρηση ενεργού λογαριασμού σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο της ΕΕ, μέτρα για τη διευκόλυνση της επέκτασης των υπηρεσιών των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ, διεύρυνση του αντικειμένου των εκκαθαριστικών συμμετεχόντων, τροποποίηση των λογιστικών κανόνων αντιστάθμισης και βελτίωση των όρων χρηματοδότησης και διαχείρισης ρευστότητας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ.
Η πρωτοβουλία περιλαμβάνει δύο νομοθετικές προτάσεις που λαμβάνουν υπόψη τις εν λόγω παρατηρήσεις των ενδιαφερόμενων μερών, καθώς και τις παρατηρήσεις που ελήφθησαν μέσω συναντήσεων με ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών και αρχών και θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Εισάγει στοχευμένες τροποποιήσεις στον κανονισμό EMIR, στον κανονισμό για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, στον κανονισμό για τα αμοιβαία κεφάλαια της χρηματαγοράς, στην ΟΚΑ, στην IFD και στην οδηγία ΟΣΕΚΑ με στόχο:
α)τη βελτίωση της ελκυστικότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ με την απλούστευση των διαδικασιών για τη διάθεση προϊόντων στην αγορά και την αλλαγή μοντέλων και παραμέτρων, καθώς και την καθιέρωση έγκρισης χωρίς αντιρρήσεις/εκ των υστέρων έγκρισης/επανεξέτασης για ορισμένες αλλαγές. Αυτό επιτρέπει στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ να εισάγουν ταχύτερα νέα προϊόντα και αλλαγές μοντέλων, ενώ παράλληλα διασφαλίζεται η τήρηση επαρκών παραμέτρων κινδύνου και δεν τίθεται σε κίνδυνο η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, με αποτέλεσμα να καθίστανται οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι της ΕΕ πιο ανταγωνιστικοί·
β)την ενθάρρυνση της κεντρικής εκκαθάρισης στην ΕΕ για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, απαιτώντας από τα εκκαθαριστικά μέλη και τους πελάτες να τηρούν, άμεσα ή έμμεσα, ενεργό λογαριασμό στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ, και διευκολύνοντας την εκκαθάριση από τους πελάτες. Αυτό θα συμβάλει στη μείωση της έκθεσης σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών κατηγορίας 2 και της υπέρμετρης εξάρτησης από αυτούς, κάτι που συνιστά κίνδυνο για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ·
γ)τη βελτίωση της αξιολόγησης και της διαχείρισης των διασυνοριακών κινδύνων: διασφαλίζεται ότι οι αρχές στην ΕΕ διαθέτουν επαρκείς εξουσίες και πληροφορίες για την παρακολούθηση των κινδύνων σε σχέση με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τόσο της ΕΕ όσο και τρίτων χωρών, μεταξύ άλλων με την ενίσχυση της εποπτικής συνεργασίας τους εντός της ΕΕ.
•Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας
Κατά την κατάρτιση της παρούσας πρότασης, η Επιτροπή βασίστηκε στην ακόλουθη εξωτερική εμπειρογνωσία και δεδομένα, μεταξύ άλλων από την ΕΑΚΑΑ, την ESRB και τους συμμετέχοντες στις χρηματοπιστωτικές αγορές, όπως παρουσιάζονται λεπτομερώς στην πρόταση αναθεώρησης του κανονισμού EMIR 3, την οποία συνοδεύει η παρούσα πρόταση.
•Εκτίμηση επιπτώσεων
Η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου εξέτασε την εκτίμηση επιπτώσεων για τη νομοθετική δέσμη στην οποία εντάσσεται η παρούσα πρόταση. Στις 14 Σεπτεμβρίου 2022 η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου εξέδωσε θετική γνώμη με επιφυλάξεις σχετικά με την έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων, η οποία περιγράφεται αναλυτικά στην πρόταση αναθεώρησης του κανονισμού EMIR 3, που συνοδεύει η παρούσα πρόταση.
•Καταλληλότητα και απλούστευση του κανονιστικού πλαισίου
Η πρωτοβουλία αποσκοπεί στην ενίσχυση της ελκυστικότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ, στη μείωση της υπερβολικής εξάρτησης των συμμετεχόντων στην αγορά της ΕΕ από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2, στη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της ΕΕ και στην ενίσχυση της ανοικτής στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ. Ως εκ τούτου, και ιδίως η πρόταση για τροποποίηση της ΟΚΑ, της IFD και της οδηγίας ΟΣΕΚΑ από την παρούσα οδηγία, δεν αποσκοπεί στη μείωση του κόστους αυτού καθαυτού.
•Θεμελιώδη δικαιώματα
Η ΕΕ δεσμεύεται να εφαρμόσει υψηλά πρότυπα προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και έχει υπογράψει μια ευρεία δέσμη συμβάσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στο πλαίσιο αυτό, η πρόταση σέβεται τα εν λόγω δικαιώματα, ιδίως τα οικονομικά δικαιώματα, όπως αναφέρονται στις κύριες συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των Συνθηκών της ΕΕ, και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
Η πρόταση οδηγίας για την τροποποίηση της ΟΚΑ, της IFD και της οδηγίας ΟΣΕΚΑ δεν θα έχει καμία επίπτωση στον προϋπολογισμό της ΕΕ, ούτε η πρόταση αναθεώρησης του κανονισμού EMIR την οποία συμπληρώνει η παρούσα πρόταση, όπως εξηγείται στο τμήμα 8.2.5 της εκτίμησης επιπτώσεων.
5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
•Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων
Οι τροπολογίες συνδέονται στενά με την αναθεώρηση του κανονισμού EMIR 3. Ως εκ τούτου, οι ρυθμίσεις θα πρέπει να εξεταστούν σε συνδυασμό με εκείνες που προβλέπονται στην εν λόγω πρόταση. Ο κοινός μηχανισμός παρακολούθησης θα συλλέγει τα απαραίτητα δεδομένα για την παρακολούθηση των βασικών δεικτών μέτρησης (χρήση ενεργών λογαριασμών, αριθμός ενεργών λογαριασμών, ποσοστό των συναλλαγών που εκκαθαρίζονται μέσω ενεργών λογαριασμών, όγκος και υπερβολική συγκέντρωση ανοιγμάτων έναντι διαφόρων ειδών κεντρικών αντισυμβαλλομένων). Τα στοιχεία αυτά θα καταστήσουν εφικτή τη μελλοντική αξιολόγηση των νέων εργαλείων πολιτικής. Η τακτική διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (SREP) και οι ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων θα συμβάλουν επίσης στην παρακολούθηση του αντικτύπου των νέων προτεινόμενων μέτρων στα επηρεαζόμενα ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων. Ειδικότερα, αυτό θα επιτρέψει την αξιολόγηση της επάρκειας και της αναλογικότητας των εν λόγω μέτρων στην περίπτωση μικρότερων ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων.
•Επεξηγηματικά έγγραφα (για οδηγίες)
Για την πρόταση δεν απαιτούνται επεξηγηματικά έγγραφα σχετικά με τη μεταφορά της στο εθνικό δίκαιο.
•Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης
Ενώ επιτρέπεται στους ΟΣΕΚΑ να επενδύουν τόσο σε εξωχρηματιστηριακά όσο και σε διαπραγματεύσιμα στο χρηματιστήριο παράγωγα, οι διατάξεις του άρθρου 52 της οδηγίας ΟΣΕΚΑ επέβαλαν κανονιστικά όρια στον κίνδυνο αντισυμβαλλομένου μόνο στις συναλλαγές εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, ανεξάρτητα από το αν τα παράγωγα εκκαθαρίζονταν κεντρικά. Για να διασφαλιστεί η ευθυγράμμιση με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, να καθιερωθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των διαπραγματεύσιμων σε χρηματιστήριο παραγώγων και των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και να αντικατοπτριστεί καλύτερα η φύση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων ως παραγόντων μείωσης του κινδύνου στις συναλλαγές παραγώγων, το άρθρο 3 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας τροποποιεί το άρθρο 52 της οδηγίας ΟΣΕΚΑ ώστε να εξαλειφθούν τα όρια κινδύνου αντισυμβαλλομένου για όλες τις συναλλαγές παραγώγων που εκκαθαρίζονται κεντρικά από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή έχει αναγνωριστεί βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Για να εισαχθεί η έννοια του κεντρικού αντισυμβαλλομένου στην οδηγία ΟΣΕΚΑ, το άρθρο 3 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας τροποποιεί το άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας ΟΣΕΚΑ ώστε να συμπεριληφθεί ο ορισμός του κεντρικού αντισυμβαλλομένου με παραπομπή στον ορισμό του στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.
Η παρούσα οδηγία εισάγει νέες διατάξεις και προτείνει τροποποιήσεις σε διάφορα άρθρα της οδηγίας 2013/36/ΕΕ (οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις ή ΟΚΑ) και της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2034 (οδηγία για τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή IFD), προκειμένου να ενθαρρυνθούν τα ιδρύματα και οι επιχειρήσεις επενδύσεων, αντίστοιχα, καθώς και οι αρμόδιες αρχές τους, να αντιμετωπίζουν συστηματικά κάθε κίνδυνο υπερβολικής συγκέντρωσης που ενδέχεται να προκύψει από τα ανοίγματά τους έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων και προκειμένου να αντικατοπτριστεί ο ευρύτερος στόχος πολιτικής για μια πιο ασφαλή, ισχυρή, αποτελεσματική και ανταγωνιστική αγορά για τις υπηρεσίες κεντρικής εκκαθάρισης της ΕΕ.
Το άρθρο 81 της ΟΚΑ, σε συνδυασμό με το άρθρο 104 της ΟΚΑ, θα μπορούσε ήδη να χρησιμοποιηθεί βάσει του ισχύοντος πλαισίου για την αντιμετώπιση της υπερβολικής συγκέντρωσης ανοιγμάτων έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων.
Ωστόσο, οι προτεινόμενες τροποποιήσεις δίνουν μεγαλύτερη έμφαση, στο πλαίσιο της ΟΚΑ, στην κατάλληλη διαχείριση των ανοιγμάτων έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, στηρίζοντας έτσι τη μετάβαση προς μια πιο ασφαλή, ισχυρή, αποτελεσματική και ανταγωνιστική αγορά για τις υπηρεσίες κεντρικής εκκαθάρισης της ΕΕ. Δημιουργούν επίσης το αναγκαίο πλαίσιο στο πλαίσιο της IFD. Στο πλαίσιο αυτό, οι αρμόδιες αρχές ενθαρρύνονται να επανεξετάσουν βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα την ευθυγράμμιση των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων επενδύσεων με τους σχετικούς στόχους πολιτικής της Ένωσης ή τις ευρύτερες τάσεις μετάβασης όσον αφορά τη χρήση της δομής ενεργών λογαριασμών βάσει του κανονισμού EMIR, ώστε να μπορέσουν οι αρμόδιες αρχές να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που θα μπορούσαν να προκύψουν από την υπερβολική εξάρτηση από ορισμένους συστημικά σημαντικούς κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών (κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2).
Το άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2 της παρούσας οδηγίας τροποποιεί τα άρθρα 74 και 76 της ΟΚΑ προκειμένου να απαιτείται από τα ιδρύματα να περιλαμβάνουν τον κίνδυνο συγκέντρωσης που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, ιδίως εκείνων που παρέχουν υπηρεσίες ουσιώδους συστημικής σημασίας για την Ένωση ή ένα ή περισσότερα από τα κράτη μέλη της, στις στρατηγικές και τις διαδικασίες των ιδρυμάτων για την αξιολόγηση των εσωτερικών κεφαλαιακών αναγκών, καθώς και την κατάλληλη εσωτερική διακυβέρνηση. Στο άρθρο 76 της ΟΚΑ εισάγεται επίσης αίτημα προς το διοικητικό όργανο να αναπτύξει συγκεκριμένα σχέδια για την αντιμετώπιση των εν λόγω κινδύνων συγκέντρωσης. Το άρθρο 2 παράγραφοι 1 και 2 προτείνει παρόμοιες τροποποιήσεις στα άρθρα 26 και 29 της IFD για τις επιχειρήσεις επενδύσεων.
Για τη στήριξη της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (SREP), το άρθρο 1 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας τροποποιεί το άρθρο 81 της ΟΚΑ, ώστε να θεσπιστεί απαίτηση για τις αρμόδιες αρχές να αξιολογούν και να παρακολουθούν ειδικά τις πρακτικές των ιδρυμάτων όσον αφορά τη διαχείριση του κινδύνου συγκέντρωσής τους που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, καθώς και την πρόοδο που σημειώνουν τα ιδρύματα όσον αφορά την προσαρμογή τους στους σχετικούς στόχους πολιτικής της Ένωσης. Παρόμοια απαίτηση εισάγεται στο άρθρο 36 της οδηγίας IFD για τις επιχειρήσεις επενδύσεων μέσω του άρθρου 2 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας.
Το άρθρο 1 παράγραφος 4 της παρούσας οδηγίας τροποποιεί το άρθρο 100 της ΟΚΑ που εξουσιοδοτεί την ΕΑΤ να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την ενιαία συμπερίληψη του κινδύνου συγκέντρωσης που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων στις εποπτικές προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων.
Το άρθρο 1 παράγραφος 5 της παρούσας οδηγίας τροποποιεί το άρθρο 104 της ΟΚΑ για να διευκολύνει τις αρμόδιες αρχές να αντιμετωπίζουν συγκεκριμένα τον κίνδυνο συγκέντρωσης που προκύπτει από τα ανοίγματα των ιδρυμάτων έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, προσθέτοντας συγκεκριμένη εποπτική εξουσία για την αντιμετώπιση του εν λόγω κινδύνου. Παρόμοιες διατάξεις προστίθενται στο πλαίσιο του άρθρου 39 της οδηγίας IFD για τις επιχειρήσεις επενδύσεων μέσω του άρθρου 2 παράγραφος 4 της παρούσας οδηγίας.
2022/0404 (COD)
Πρόταση
ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της [xxxx]
για την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΕ, 2013/36/ΕΕ και (ΕΕ) 2019/2034 όσον αφορά την αντιμετώπιση του κινδύνου συγκέντρωσης έναντι των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και του κινδύνου αντισυμβαλλομένου στις κεντρικά εκκαθαριζόμενες συναλλαγές παραγώγων
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟIΝΟΒΟΥΛIΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 53 παράγραφος 1,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας
(1)
,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία
(2)
,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1)Για να διασφαλιστεί αφενός η συνοχή με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και αφετέρου η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί στην οδηγία 2009/65/ΕΕ ένα ενιαίο σύνολο κανόνων για την αντιμετώπιση του κινδύνου αντισυμβαλλομένου σε συναλλαγές παραγώγων που εκτελούνται από οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), όταν οι συναλλαγές έχουν εκκαθαριστεί από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή έχει αναγνωριστεί βάσει του εν λόγω κανονισμού. Η οδηγία 2009/65/ΕΕ επιβάλλει κανονιστικά όρια στον κίνδυνο αντισυμβαλλομένου μόνο για τις συναλλαγές εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, ανεξάρτητα από το αν τα παράγωγα έχουν εκκαθαριστεί κεντρικά. Δεδομένου ότι οι ρυθμίσεις κεντρικής εκκαθάρισης μετριάζουν τον κίνδυνο αντισυμβαλλομένου που είναι εγγενής στις συμβάσεις παραγώγων, είναι αναγκαίο να λαμβάνεται υπόψη κατά πόσον ένα παράγωγο έχει εκκαθαριστεί κεντρικά από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή έχει αναγνωριστεί βάσει του εν λόγω κανονισμού και να καθιερωθούν ίσοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των διαπραγματεύσιμων σε χρηματιστήριο και των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, κατά τον καθορισμό των εφαρμοστέων ορίων κινδύνου αντισυμβαλλομένου. Είναι επίσης αναγκαίο, για κανονιστικούς σκοπούς και σκοπούς εναρμόνισης, να αρθούν τα όρια κινδύνου αντισυμβαλλομένου μόνο όταν οι αντισυμβαλλόμενοι χρησιμοποιούν κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε κράτος μέλος ή έχουν αναγνωριστεί, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη και στους πελάτες τους.
(2)Για να διευκολυνθεί η επίτευξη των στόχων της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, είναι αναγκαίο, για την αποδοτική χρήση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, να αντιμετωπιστούν ορισμένα εμπόδια στη χρήση της κεντρικής εκκαθάρισης στην οδηγία 2009/65/ΕΕ και να παρασχεθούν διευκρινίσεις στις οδηγίες 2013/36/ΕΕ και (ΕΕ) 2019/2034. Η υπερβολική εξάρτηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης από συστημικά σημαντικούς κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών (κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2) θα μπορούσε να δημιουργήσει ανησυχίες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα οι οποίες πρέπει να αντιμετωπιστούν κατάλληλα. Για να διασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ένωση και να μετριαστούν επαρκώς οι δυνητικοί κίνδυνοι μετάδοσης σε ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ένωσης, θα πρέπει, συνεπώς, να θεσπιστούν κατάλληλα μέτρα για την προώθηση του προσδιορισμού, της διαχείρισης και της παρακολούθησης του κινδύνου συγκέντρωσης που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Στο πλαίσιο αυτό, οι οδηγίες 2013/36/ΕΕ και (ΕΕ) 2019/2034 θα πρέπει να τροποποιηθούν προκειμένου να ενθαρρυνθούν τα ιδρύματα και οι επιχειρήσεις επενδύσεων να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την προσαρμογή του επιχειρηματικού τους μοντέλου, ώστε να διασφαλιστεί η συνοχή με τις νέες απαιτήσεις εκκαθάρισης που θεσπίστηκαν με την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και να ενισχυθούν συνολικά οι πρακτικές διαχείρισης κινδύνου που εφαρμόζουν, λαμβανομένων επίσης υπόψη της φύσης, του πεδίου εφαρμογής και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων τους στην αγορά. Ενώ οι αρμόδιες αρχές μπορούν ήδη να επιβάλλουν πρόσθετες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για κινδύνους που δεν καλύπτονται ή δεν καλύπτονται επαρκώς από τις υφιστάμενες κεφαλαιακές απαιτήσεις, θα πρέπει να είναι καλύτερα εξοπλισμένες με πρόσθετα, πιο αναλυτικά εργαλεία και εξουσίες στο πλαίσιο του πυλώνα 2, ώστε να μπορούν να λαμβάνουν κατάλληλα και αποφασιστικά μέτρα με βάση τα συμπεράσματα των εποπτικών τους αξιολογήσεων.
(3)Συνεπώς, οι οδηγίες 2009/65/ΕΕ, 2013/36/ΕΕ και (ΕΕ) 2019/2034 θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.
(4)Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας —δηλαδή να διασφαλιστεί ότι τα πιστωτικά ιδρύματα, οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι αρμόδιες αρχές τους παρακολουθούν και μετριάζουν επαρκώς τον κίνδυνο συγκέντρωσης που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2 που προσφέρουν υπηρεσίες ουσιώδους συστημικής σημασίας, καθώς και να εξαλειφθούν τα όρια κινδύνου αντισυμβαλλομένου για συναλλαγές παραγώγων που εκκαθαρίζονται κεντρικά από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή έχει αναγνωριστεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012— δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη αυτών των στόχων,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Τροποποιήσεις της οδηγίας 2009/65/ΕΚ
Η οδηγία 2009/65/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:
1)
στο άρθρο 2 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο κα):
«κα)
“κεντρικός αντισυμβαλλόμενος”: ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*2.
___________
*2
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).»·
2)
το άρθρο 52 τροποποιείται ως εξής:
α)
στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Η έκθεση σε κίνδυνο αντισυμβαλλομένου του ΟΣΕΚΑ σε συναλλαγή παραγώγων που δεν εκκαθαρίζεται κεντρικά μέσω κεντρικού αντισυμβαλλομένου που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ή έχει αναγνωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 25 του εν λόγω κανονισμού, δεν υπερβαίνει:»·
β)
η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:
i)
το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Τα κράτη μέλη μπορούν να αυξήσουν το όριο του 5 % της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο, σε 10 % κατ’ ανώτατο όριο. Εάν ενεργήσουν κατ’ αυτόν τον τρόπο, η συνολική αξία των κινητών αξιών και των μέσων χρηματαγοράς που κατέχει ο ΟΣΕΚΑ σε εκδότες, σε κάθε έναν από τους οποίους επενδύει άνω του 5 % του ενεργητικού του, δεν μπορεί να υπερβαίνει το 40 % της αξίας του ενεργητικού του. Το όριο αυτό δεν ισχύει για τις καταθέσεις σε χρηματοοικονομικούς οργανισμούς υποκείμενους σε προληπτική εποπτεία και τις πράξεις παραγώγων που διενεργούνται με τους οργανισμούς αυτούς.»·
ii)
στο δεύτερο εδάφιο, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«γ) ανοίγματα που προκύπτουν από πράξεις παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται κεντρικά μέσω κεντρικού αντισυμβαλλομένου που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ή έχει αναγνωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 25 του εν λόγω κανονισμού, και οι οποίες διενεργήθηκαν με τον εν λόγω οργανισμό.».
Άρθρο 2
Τροποποιήσεις της οδηγίας 2013/36/ΕΕ
Η οδηγία 2013/36/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:
1)
στο άρθρο 74 παράγραφος 1, [το στοιχείο β)] αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«[β)] αποτελεσματικές διαδικασίες για τον προσδιορισμό, τη διαχείριση, την παρακολούθηση και την αναφορά των κινδύνων στους οποίους εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν σε βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών, κοινωνικών και σχετικών με τη διακυβέρνηση κινδύνων, καθώς και του κινδύνου συγκέντρωσης που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, λαμβανομένων υπόψη των προϋποθέσεων που καθορίζονται στο άρθρο 7α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*1.»·
___________
*1
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).»·
2)
στο άρθρο 76 παράγραφος 2 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το διοικητικό όργανο καταρτίζει ειδικά σχέδια και ποσοτικοποιημένους στόχους σύμφωνα με τα ποσοστά που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 7α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 για την παρακολούθηση και την αντιμετώπιση του κινδύνου συγκέντρωσης που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων που παρέχουν υπηρεσίες ουσιώδους συστημικής σημασίας για την Ένωση ή ένα ή περισσότερα από τα κράτη μέλη της.»·
3)
στο άρθρο 81 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:
«Οι αρμόδιες αρχές αξιολογούν και παρακολουθούν τις εξελίξεις των πρακτικών των ιδρυμάτων όσον αφορά τη διαχείριση του κινδύνου συγκέντρωσής τους που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, συμπεριλαμβανομένων των σχεδίων που καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 76 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας, καθώς και την πρόοδο που έχει σημειωθεί όσον αφορά την προσαρμογή των επιχειρηματικών μοντέλων των ιδρυμάτων στους σχετικούς στόχους πολιτικής της Ένωσης, λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων που ορίζονται στο άρθρο 7α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012»·
4)
στο άρθρο 100 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος [5]:
«[5]. Η ΕΑΤ, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, σε συντονισμό με την ΕΑΚΑΑ, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές για τη διασφάλιση συνεπούς μεθοδολογίας για την ενσωμάτωση του κινδύνου συγκέντρωσης που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων στις εποπτικές προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων.»·
5)
το άρθρο 104 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:
α)
η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Για τους σκοπούς του άρθρου 97, του άρθρου 98 παράγραφος 1 στοιχείο β), του άρθρου 98 παράγραφοι 4, 5 και 9, του άρθρου 101 παράγραφος 4 και του άρθρου 102 της παρούσας οδηγίας και της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν τουλάχιστον την εξουσία:»·
β)
προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο [ιδ)]:
«[ιδ)] να απαιτούν από τα ιδρύματα να μειώσουν τα ανοίγματα έναντι κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή να αναπροσαρμόσουν τα ανοίγματα στους λογαριασμούς εκκαθάρισης σύμφωνα με το άρθρο 7α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, όταν η αρμόδια αρχή θεωρεί ότι υπάρχει υπερβολικός κίνδυνος συγκέντρωσης έναντι του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου.»·
Άρθρο 3
Τροποποιήσεις της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2034
Η οδηγία (ΕΕ) 2019/2034 τροποποιείται ως εξής:
1)
στο άρθρο 26 παράγραφος 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«β) αποτελεσματικές διαδικασίες εντοπισμού, διαχείρισης, παρακολούθησης και αναφοράς των κινδύνων στους οποίους βρίσκονται ή θα μπορούσαν να βρεθούν εκτεθειμένες οι επιχειρήσεις επενδύσεων ή των κινδύνων τους οποίους ενέχουν ή θα μπορούσαν να ενέχουν για τρίτους, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου συγκέντρωσης που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, λαμβανομένων υπόψη των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 7α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.»
2)
το άρθρο 29 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:
α)
προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο ε):
«ε)
τις σημαντικές πηγές και επιπτώσεις του κινδύνου συγκέντρωσης που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων και κάθε σημαντικό αντίκτυπο στα ίδια κεφάλαια.»·
β)
προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχείο ε), τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το διοικητικό όργανο καταρτίζει ειδικά σχέδια και ποσοτικοποιημένους στόχους σύμφωνα με τα ποσοστά που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 7α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 για την παρακολούθηση και την αντιμετώπιση του κινδύνου συγκέντρωσης που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων που παρέχουν υπηρεσίες ουσιώδους συστημικής σημασίας για την Ένωση ή ένα ή περισσότερα από τα κράτη μέλη της.»·
3)
στο άρθρο 36 παράγραφος 1 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχείο α), οι αρμόδιες αρχές αξιολογούν και παρακολουθούν τις εξελίξεις των πρακτικών των επιχειρήσεων επενδύσεων όσον αφορά τη διαχείριση του κινδύνου συγκέντρωσής τους που προκύπτει από ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, συμπεριλαμβανομένων των σχεδίων που καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της παρούσας οδηγίας, καθώς και την πρόοδο που έχει σημειωθεί όσον αφορά την προσαρμογή των επιχειρηματικών μοντέλων των επιχειρήσεων επενδύσεων στους σχετικούς στόχους πολιτικής της Ένωσης, λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων που ορίζονται στο άρθρο 7α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.»·
4)
το άρθρο 39 παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:
α)
η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Για τους σκοπούς του άρθρου 29 στοιχείο ε), του άρθρου 36, του άρθρου 37 παράγραφος 3 και του άρθρου 39 της παρούσας οδηγίας και της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν τουλάχιστον την εξουσία:»·
β)
προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο ιδ):
«ιδ)
να απαιτούν από τα ιδρύματα να μειώσουν τα ανοίγματα έναντι κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή να αναπροσαρμόσουν τα ανοίγματα στους λογαριασμούς εκκαθάρισης σύμφωνα με το άρθρο 7α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, όταν η αρμόδια αρχή θεωρεί ότι υπάρχει υπερβολικός κίνδυνος συγκέντρωσης έναντι του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου.»·
Άρθρο 4
Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
1.
Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως την/τις…[Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = 12 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού για την αναθεώρηση του κανονισμού EMIR] το αργότερο. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.
Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.
2.
Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 5
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 6
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες,
Για την Επιτροπή
Η Πρόεδρος
Ursula VON DER LEYEN