ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Βρυξέλλες, 13.12.2022
COM(2022) 800 final
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ
σχετικά με το σχέδιο δράσης της ΕΕ κατά της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών
1.Εισαγωγή
Η παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών αποτελεί επικερδή επιχειρηματική δραστηριότητα για το οργανωμένο έγκλημα, και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και για εμπόλεμα μέρη και τρομοκράτες. Αυτό οφείλεται ιδίως στον χαμηλό κίνδυνο εντοπισμού, στις προοπτικές υψηλών περιθωρίων και στο ελκυστικό μέγεθος των νόμιμων και παράνομων αγορών, λόγω της σταθερής έως αυξανόμενης παγκόσμιας ζήτησης από συλλέκτες, επενδυτές και μουσεία.
Η Ιντερπόλ αριθμεί πάνω από 850 000 τεχνουργήματα που κατασχέθηκαν παγκοσμίως το 2020, εκ των οποίων περισσότερα από τα μισά στην Ευρώπη. Από το 2016, η ετήσια παγκόσμια επιχείρηση «Πανδώρα» έχει οδηγήσει σε 407 συλλήψεις και στην ανάκτηση 147 050 πολιτιστικών αγαθών. Τα δεδομένα αυτά δεν αντιπροσωπεύουν ωστόσο ένα πιο εκτεταμένο πρόβλημα — δεδομένου ότι πολλές περιπτώσεις δεν εντοπίζονται, η πραγματική κλίμακα της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών είναι πιθανότατα πολύ μεγαλύτερη.
Τα πολιτιστικά αγαθά έχουν συχνά μεγάλη πολιτιστική, καλλιτεχνική, ιστορική και επιστημονική σημασία. Ως εκ τούτου, η παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών μπορεί να έχει καταστροφικές και ανεπανόρθωτες επιπτώσεις στην πολιτιστική κληρονομιά εντός και εκτός της ΕΕ. Καταστρέφει τμήματα της συλλογικής μας μνήμης και στερεί από την ανθρωπότητα μαρτυρίες της ιστορίας της. Οι περιοχές που αντιμετωπίζουν κρίσεις και οι ζώνες συγκρούσεων διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο. Αυτό καταδεικνύεται, για παράδειγμα, στην Εγγύς και Μέση Ανατολή (όπως στη Συρία, το Ιράκ ή τη Λιβύη) και, πιο πρόσφατα, στην Ουκρανία.
Η αντιμετώπιση αυτού του σύνθετου, εγγενώς διεθνικού εγκληματικού φαινομένου απαιτεί εξατομικευμένη αντίδραση σε επίπεδο ΕΕ, όπως ορίζεται στη στρατηγική της ΕΕ για την Ένωση Ασφάλειας 2020-2025 και στη στρατηγική της ΕΕ για την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος 2021-2025. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή υποβάλλει σχέδιο δράσης. Στόχος της είναι να μεγιστοποιήσει το δυναμικό των υφιστάμενων δράσεων της ΕΕ, να επισημάνει τους τομείς που απαιτούν περαιτέρω προσπάθειες και να υποδείξει τον τρόπο αντιμετώπισης των προκλήσεων που εναπομένουν.
2.Ένα σύνθετο φαινόμενο που απαιτεί εξατομικευμένη αντιμετώπιση
Οι τρεις κύριες παράνομες δραστηριότητες που συνδέονται με τη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών είναι 1) κλοπές και ληστείες, 2) λεηλασίες (παράνομη απομάκρυνση αρχαίων κειμηλίων από αρχαιολογικούς χώρους, κτίρια ή μνημεία) και 3) παράνομη απομίμηση πολιτιστικών αγαθών. Στα συναφή εγκλήματα περιλαμβάνονται η απάτη, η διάθεση κλεμμένων αγαθών (κλεπταποδοχή), το λαθρεμπόριο ή η διαφθορά. Πέραν της παράνομης διακίνησης, οι εγκληματίες μπορούν να χρησιμοποιήσουν για παράνομους σκοπούς ακόμη και νόμιμα αποκτηθέντα πολιτιστικά αγαθά, για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, για να αποφύγουν κυρώσεις, για λόγους φοροδιαφυγής ή για σκοπούς χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
Τα εγκλήματα που σχετίζονται με τα πολιτιστικά αγαθά έχουν ειδικά χαρακτηριστικά, τα οποία τα διακρίνουν από άλλες παράνομες δραστηριότητες. Η ταυτότητα, η γνησιότητα, η προέλευση, η διαδρομή και το νομικό καθεστώς ενός πολιτιστικού αγαθού σπανίως είναι άμεσα ορατά, ενώ συχνά απαιτείται η γνώμη ειδικού εμπειρογνώμονα. Δεύτερον, οι δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές, τα μνημεία και οι χώροι ανασκαφών είναι ευάλωτοι σε κλοπές και λεηλασίες, ιδίως σε καταστάσεις συγκρούσεων και περιόδους κρίσης. Επιπλέον, τα μη καταχωρισμένα πολιτιστικά αγαθά, ιδίως από χώρους ανασκαφών ή μη καταλογογραφημένες συλλογές, είναι δύσκολο να ανιχνευτούν και να εντοπιστούν μόλις αποτελέσουν αντικείμενο παράνομης διακίνησης. Τρίτον, η αγορά πολιτιστικών αγαθών έχει ορισμένες αδυναμίες που είναι ελκυστικές για τους εγκληματίες. Μεταξύ αυτών είναι η αποδοχή της ανωνυμίας και της μυστικότητας, η υποκειμενικότητα και η μεταβλητότητα των τιμών, καθώς και η δυνατότητα χρήσης αντικειμένων για την αποθήκευση και τη μεταφορά σημαντικών χρηματικών ποσών. Οι εγκληματίες επωφελούνται επίσης από τη γενική έλλειψη ενημέρωσης σχετικά με τη ζημία που μπορεί να προκαλέσει η παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών.
Επιπλέον, οι εγκληματίες επωφελούνται από την αυξημένη διαθεσιμότητα διαύλων διαδικτυακών πωλήσεων για να επεκτείνουν το πελατολόγιό τους στις νόμιμες και παράνομες αγορές. Το γεγονός αυτό δημιουργεί πρόσθετες προκλήσεις για την επιβολή του νόμου, λόγω του όγκου των πολιτιστικών αγαθών που πρέπει να ελεγχθούν, της κρυπτογράφησης των δεδομένων και του αριθμού των δικαιοδοσιών που ενδεχομένως εμπλέκονται.
Επιπλέον, οι αρχές επιβολής του νόμου παρατηρούν ότι έχει αυξηθεί το επίπεδο πολυπλοκότητας των ομάδων οργανωμένου εγκλήματος που δραστηριοποιούνται στη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών σε σύγκριση με άλλα είδη οργανωμένων εγκλημάτων κατά περιουσίας. Οι εγκληματίες δραστηριοποιούνται εσκεμμένα σε διασυνοριακό επίπεδο για να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους, να θολώσουν τα ίχνη τους, να αποφύγουν τη σύλληψη και να παραποιήσουν την προέλευση και τη διαδρομή των πολιτιστικών αγαθών που αποτελούν αντικείμενο παράνομης διακίνησης.
Ως εκ τούτου, οι έρευνες σε υποθέσεις παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών είναι πολύπλοκες. Απαιτούν ειδική εμπειρογνωσία στον τομέα των πολιτιστικών αγαθών και τη συμμετοχή μεγάλου αριθμού αρχών (όπως αστυνομία, τελωνεία, συνοριοφύλακες, υπουργεία πολιτισμού, μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών και το δικαστικό σώμα), συχνά με τη συμμετοχή διαφόρων δικαιοδοσιών λόγω της διασυνοριακής κλίμακας πολλών υποθέσεων.
3.Σχέδιο δράσης της ΕΕ κατά της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών
Σύμφωνα με τις συστάσεις για την ενίσχυση της παγκόσμιας δράσης κατά της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών σε διάφορους τομείς, το παρόν σχέδιο δράσης αποσκοπεί στην αποτελεσματική αποτροπή των εγκληματιών, στην αντιμετώπιση των εξελισσόμενων απειλών κατά της ασφάλειας και στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Το σχέδιο δράσης επικεντρώνεται σε τέσσερις στρατηγικούς στόχους, για έναν αποτελεσματικό και ολοκληρωμένο τρόπο αντίδρασης:
I.βελτίωση της πρόληψης και του εντοπισμού εγκλημάτων από συμμετέχοντες στην αγορά και ιδρύματα πολιτιστικής κληρονομιάς·
II.ενίσχυση των ικανοτήτων επιβολής του νόμου και απονομής δικαιοσύνης·
III.ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας·
IV.εξασφάλιση της υποστήριξης άλλων βασικών ενδιαφερόμενων μερών για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών από την εγκληματικότητα.
Το σχέδιο δράσης χρησιμοποιεί έναν ευρύ ορισμό των πολιτιστικών αγαθών, ο οποίος περιλαμβάνει τεχνουργήματα ιστορικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού ή εθνολογικού ενδιαφέροντος, όπως αναφέρεται στη σύμβαση της Εκπαιδευτικής, Επιστημονικής και Επιμορφωτικής Οργάνωσης των Ηνωμένων Εθνών (UNESCO) του 1970 σχετικά με τα μέτρα για την απαγόρευση και παρεμπόδιση της παράνομης εισαγωγής, εξαγωγής και μεταβίβασης κυριότητας των πολιτιστικών αγαθών (στο εξής: σύμβαση της UNESCO του 1970).
3.1. Πρόληψη και εντοπισμός παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών από συμμετέχοντες στην αγορά και ιδρύματα πολιτιστικής κληρονομιάς
Οι συμμετέχοντες στην αγορά πολιτιστικών αγαθών, οι συλλέκτες και τα ιδρύματα πολιτιστικής κληρονομιάς είναι σε θέση να συμβάλουν στην πρόληψη και τον εντοπισμό εγκλημάτων που σχετίζονται με πολιτιστικά αγαθά, δεδομένου ότι διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο να συναντήσουν πολιτιστικά αγαθά που αποτελούν αντικείμενο εμπορίας ή να πέσουν θύματα εγκλημάτων κατά της περιουσίας. Είναι σημαντικό τα εν λόγω ενδιαφερόμενα μέρη να γνωρίζουν την ισχύουσα νομοθεσία και άλλα μη νομοθετικά εργαλεία που αποσκοπούν στην πρόληψη και τον εντοπισμό των εν λόγω εγκλημάτων. Η Επιτροπή διεξάγει τακτικό διάλογο με ιδρύματα πολιτιστικής κληρονομιάς, ιδίως μέσω της ομάδας εμπειρογνωμόνων για την πολιτιστική κληρονομιά. Η Επιτροπή συνεργάστηκε επίσης με την UNESCO για να βοηθήσει την αγορά έργων τέχνης και τα ιδρύματα πολιτιστικής κληρονομιάς να κατανοήσουν βαθύτερα τους κανόνες δέουσας επιμέλειας και δεοντολογίας. Η UNESCO εργάζεται επί του παρόντος για την αναθεώρηση του διεθνούς κώδικα για τους εμπόρους πολιτιστικών αγαθών, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που έχουν προκύψει από την έγκρισή του το 1999, καθώς και να ενισχυθούν και να αποσαφηνιστούν οι δεοντολογικές αρχές που θα πρέπει να διέπουν την αγορά έργων τέχνης.
Δεδομένου ότι η παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών αποτελεί συνήθως διασυνοριακό έγκλημα, η εμπορική νομοθεσία της ΕΕ διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην πρόληψη και τον εντοπισμό αυτών των υποθέσεων. Για την εξαγωγή πολιτιστικών αγαθών από την τελωνειακή επικράτεια της Ένωσης απαιτείται άδεια εξαγωγής, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι εξαγωγές υπόκεινται σε ομοιόμορφους ελέγχους στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ. Η εισαγωγή πολιτιστικών αγαθών εμπίπτει στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/880, ο οποίος απαγορεύει την εισαγωγή πολιτιστικών αγαθών που εξάγονται παράνομα από τρίτη χώρα και απαιτεί για την εισαγωγή ορισμένων πολιτιστικών αγαθών στην Ένωση να υπάρχει άδεια εισαγωγής ή δήλωση εισαγωγέα. Με τον κανονισμό θεσπίζεται επίσης κεντρικό ηλεκτρονικό σύστημα για την αποθήκευση και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και για τη διεκπεραίωση των διατυπώσεων εισαγωγής από τις επιχειρήσεις. Το σύστημα αυτό θα τεθεί σε λειτουργία τον Ιούνιο του 2025. Θα είναι πλήρως ηλεκτρονικό και θα διασφαλίσει τη διασύνδεση μεταξύ των αρμόδιων τελωνειακών και πολιτιστικών αρχών και των υφιστάμενων βάσεων δεδομένων. Επιπλέον, έχει τη δυνατότητα να μειώσει τις περιπτώσεις παραποίησης εγγράφων και να εξαλείψει την ανάγκη εξακρίβωσης της γνησιότητας των αδειών σε έντυπη μορφή. Η Επιτροπή εξετάζει επίσης το ενδεχόμενο μελλοντικής επέκτασης του συστήματος αυτού στις άδειες εξαγωγής βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 116/2009. Η νομοθεσία σχετικά με την εισαγωγή και την εξαγωγή πολιτιστικών αγαθών συμπληρώνεται με την οδηγία 2014/60/ΕΕ σχετικά με την επιστροφή πολιτιστικών αγαθών που έχουν απομακρυνθεί παράνομα από το έδαφος κράτους μέλους.
Για τον περαιτέρω εξορθολογισμό της εφαρμογής της νομοθεσίας της ΕΕ για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές, η Επιτροπή διατηρεί τακτικές επαφές με τις τελωνειακές και πολιτιστικές αρχές των κρατών μελών μέσω της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τελωνειακά θέματα που σχετίζονται με τα πολιτιστικά αγαθά, της επιτροπής πολιτιστικών αγαθών που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 116/2009 και τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/880 και της ομάδας έργου για την ψηφιοποίηση των πολιτιστικών αγαθών.
Ωστόσο, η ενδελεχής εξέταση και ο έλεγχος του εμπορίου πολιτιστικών αγαθών μπορεί να ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό εντός της ενιαίας αγοράς. Ως εκ τούτου, δημιουργούνται σημαντικά κενά τα οποία εκμεταλλεύονται οι εγκληματίες για να κρύψουν τα ίχνη τους και να συγκαλύψουν την προέλευση ενός αντικειμένου. Σύμφωνα με τη σύμβαση της UNESCO του 1970 και όπως ανέφεραν οι ερωτηθέντες ενδιαφερόμενοι φορείς επιβολής του νόμου, τα μέτρα για την αύξηση της ιχνηλασιμότητας της μεταφοράς πολιτιστικών αγαθών εντός της ενιαίας αγοράς θα μπορούσαν να συμβάλουν σημαντικά στον εντοπισμό υποθέσεων παράνομης διακίνησης και στην αποτροπή της διείσδυσης εγκληματιών στην αγορά πολιτιστικών αγαθών. Επιπλέον, η διαπίστωση της προέλευσης των πολιτιστικών αγαθών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/60/ΕΕ θα βελτιώσει τη λειτουργία του μηχανισμού επιστροφής που προβλέπεται από την ίδια την οδηγία. Πολλά κράτη μέλη έχουν ήδη θέσει σε εφαρμογή μητρώα πωλήσεων για κατηγορίες πολιτιστικών αγαθών. Η εφαρμογή παρόμοιων μέτρων σε ολόκληρη την ΕΕ θα συμβάλει στην ενίσχυση της πρόληψης και του εντοπισμού διασυνοριακών εγκλημάτων, καθώς και στη διαμόρφωση ολοκληρωμένης εικόνας όσον αφορά την παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών στην ενιαία αγορά. Επιπλέον, η αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων μητρώων πωλήσεων θα μπορούσε να βελτιωθεί, για παράδειγμα με τη διασφάλιση της ψηφιακής αποθήκευσης των πληροφοριών και της διασύνδεσης των μητρώων μεταξύ τους.
Μπορούν επίσης να ληφθούν μέτρα για να καταστούν οι δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές πολιτιστικών αγαθών λιγότερο ευάλωτες σε εγκλήματα κατά της περιουσίας. Η Ευρωπόλ αναφέρει ότι στην ΕΕ πολλές υποθέσεις παράνομης διακίνησης αφορούν πολιτιστικά αγαθά που έχουν κλαπεί από τόπους λατρείας, ιδρύματα πολιτιστικής κληρονομιάς, μουσεία, καθώς και από ιδιωτικές κατοικίες και συλλογές. Οι δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές θα πρέπει να έχουν επίγνωση των τρωτών σημείων τους όσον αφορά τα εγκλήματα κατά της περιουσίας, να εκπαιδεύσουν το προσωπικό τους στην εφαρμογή μέτρων προστασίας και να επενδύσουν σε εργαλεία προστασίας.
Αντίστοιχα, οι ιδιοκτήτες ή διαχειριστές δημόσιων και ιδιωτικών συλλογών μπορούν να λαμβάνουν προαιρετικά μέτρα για την καλύτερη προστασία τους από εγκλήματα κατά της περιουσίας. Μια βασική δράση είναι η τήρηση ενημερωμένου αρχείου απογραφής και επικαιροποιημένων βάσεων δεδομένων των πολιτιστικών αγαθών που περιλαμβάνονται στις συλλογές. Αυτά τα αρχεία απογραφής διευκολύνουν την ταυτοποίηση και την αναζήτηση κλεμμένων αντικειμένων. Ακόμη και για τις ιδιωτικές συλλογές, υπάρχουν διαθέσιμα εργαλεία που συνιστώνται από τις αρχές επιβολής του νόμου, όπως η ταυτότητα αντικειμένου (Object-ID) του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων (ICOM). Άλλο ένα μέσο εντοπισμού και πρόληψης εγκλημάτων είναι η καταγγελία υποθέσεων εγκλημάτων κατά της περιουσίας στις αρχές επιβολής του νόμου. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται ότι τα κλεμμένα πολιτιστικά αγαθά εμφανίζονται στις εθνικές βάσεις δεδομένων κλεμμένων έργων τέχνης και στη βάση δεδομένων της Ιντερπόλ για κλεμμένα έργα τέχνης. Η καταχώριση κλεμμένων πολιτιστικών αγαθών αυξάνει την προβολή τους και περιορίζει τη δυνατότητα των διακινητών να βρουν διαύλους πωλήσεων στη νόμιμη οικονομία.
Η ΕΕ έχει ήδη θεσπίσει ειδική νομοθεσία για την αντιμετώπιση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών στο διαδίκτυο. Η πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες αυξάνει τις υποχρεώσεις των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των διαδικτυακών πλατφορμών που συνδέουν τους καταναλωτές με παρόχους αγαθών και υπηρεσιών. Η πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες ρυθμίζει επίσης την αναφορά παράνομου περιεχομένου, για παράδειγμα σχετικά με ύποπτες πωλήσεις, θεσπίζει τη δυνατότητα των δημόσιων αρχών να αποστέλλουν διασυνοριακές εντολές αφαίρεσης σε παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που είναι εγκατεστημένοι σε άλλα κράτη μέλη, ενώ παράλληλα αυξάνει τις υποχρεώσεις ιχνηλασιμότητας για τους εμπόρους. Η Επιτροπή στηρίζει επίσης την ψηφιοποίηση και την ψηφιακή διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσω του κοινού ευρωπαϊκού χώρου δεδομένων για την πολιτιστική κληρονομιά και του επικείμενου ευρωπαϊκού συνεργατικού υπολογιστικού νέφους για την πολιτιστική κληρονομιά.
Βασική συνιστώσα της καταπολέμησης της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών είναι ο εντοπισμός παράνομων χρηματοοικονομικών ροών. Επιπλέον, η εξάπλωση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας με νόμιμα αποκτηθέντα πολιτιστικά αγαθά απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Οι ανησυχίες ότι ο τομέας των έργων τέχνης και των αρχαιοτήτων μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εκμετάλλευσης από εγκληματίες με σκοπό τη νομιμοποίηση εσόδων από τα εγκλήματά τους έχουν οδηγήσει σε εκκλήσεις για επέκταση του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες εφαρμόζεται πλέον στους συμμετέχοντες στην αγορά έργων τέχνης και αρχαιοτήτων (όπως γκαλερί και οίκοι δημοπρασιών) που εμπορεύονται έργα τέχνης ή δραστηριοποιούνται ως μεσάζοντες στο εμπόριο έργων τέχνης, καθώς και στους ελεύθερους λιμένες για συναλλαγές που υπερβαίνουν ορισμένο όριο. Οι συμμετέχοντες στην αγορά έχουν την υποχρέωση να περιλαμβάνουν εκτιμήσεις κινδύνου και προσεγγίσεις «βάσει κινδύνου» για την πρόληψη και τον εντοπισμό της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, μέτρα μετριασμού και διαχείρισης κινδύνων, αποτελεσματική δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη και ταυτοποίηση των πελατών και των πραγματικών δικαιούχων τους, και να αναφέρουν ύποπτες συναλλαγές και δραστηριότητες στις εθνικές μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών. Επιπλέον, η πρόταση νέου κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες θέτει σε επίπεδο ΕΕ όριο ύψους 10 000 EUR για τις συναλλαγές σε μετρητά. Με τον τρόπο αυτό, μπορεί να μειωθεί η ελκυστικότητα της αγοράς πολιτιστικών αγαθών για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Οι δημόσιες αρχές θα πρέπει να κατανοούν επαρκώς τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και των τρωτών σημείων στον τομέα των πολιτιστικών αγαθών, ώστε να μπορούν να ενεργούν αναλόγως, όταν είναι αναγκαίο. Για τον σκοπό αυτόν, οι εκτιμήσεις κινδύνου που διενεργούν τα κράτη μέλη σε εθνικό επίπεδο στο πλαίσιο της νομοθεσίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες παρέχουν το κατάλληλο πλαίσιο. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές προς τους οικείους φορείς του ιδιωτικού τομέα σχετικά με τον τρόπο εντοπισμού των σχετικών συναλλαγών και συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
Τέλος, η Επιτροπή υποστηρίζει το έργο της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας που συνδέεται με έργα τέχνης, αρχαιότητες και άλλα πολιτιστικά αγαθά. Οι στόχοι του περιλαμβάνουν την παροχή βοήθειας στις χώρες, τις αρμόδιες αρχές και τον ιδιωτικό τομέα, ώστε να κατανοήσουν τον τρόπο με τον οποίο οι εγκληματίες και οι τρομοκράτες μπορούν να εκμεταλλεύονται το εμπόριο αυτών των αντικειμένων, και να αναπτύξουν βέλτιστες πρακτικές και συστάσεις για τον μετριασμό αυτών των κινδύνων. Επιπλέον, η Επιτροπή προβαίνει σε διαρκή εκτίμηση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που επηρεάζουν την ενιαία αγορά όταν αυτές σχετίζονται με διασυνοριακές δραστηριότητες. Στο πλαίσιο της υπερεθνικής εκτίμησης κινδύνου, η Επιτροπή αξιολογεί και παρακολουθεί τους ειδικούς κινδύνους της αγοράς έργων τέχνης και αρχαιοτήτων και άλλους συναφείς τομείς, όπως οι ελεύθεροι λιμένες και οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης έργων τέχνης.
Βασικές δράσεις
Η Επιτροπή:
·θα ξεκινήσει διάλογο με την αγορά έργων τέχνης, σε στενή συνεργασία με την UNESCO, σχετικά με τα ζητήματα που σχετίζονται με την προστασία και το εμπόριο πολιτιστικών αγαθών στην ενιαία αγορά, συμπεριλαμβανομένης εκδήλωσης υψηλού επιπέδου το 2023·
·θα στηρίξει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των επαγγελματιών του τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς και των αρμόδιων αρχών μέσω μιας σειράς εργαστηρίων και δραστηριοτήτων μάθησης από ομοτίμους·
·θα διερευνήσει την επέκταση του ηλεκτρονικού συστήματος για τη ρύθμιση της εισαγωγής πολιτιστικών αγαθών με σκοπό τη διαχείριση της εξαγωγής πολιτιστικών αγαθών, μέσω μελέτης σκοπιμότητας·
·Με στόχο να βοηθήσει τα κράτη μέλη να καταρτίσουν μητρώα πωλήσεων για τη βελτίωση της ιχνηλασιμότητας των πολιτιστικών αγαθών εντός της ενιαίας αγοράς (συμπεριλαμβανομένων των διαδικτυακών πωλήσεων), η Επιτροπή θα δρομολογήσει μελέτη και, σε αυτή τη βάση, θα εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές προς τα κράτη μέλη το 2024·
·θα συνεργαστεί με το ICOM για την προώθηση του κώδικα δεοντολογίας του ICOM για τα μουσεία, τη βελτίωση των ικανοτήτων και την παροχή κατάρτισης στο προσωπικό των μουσείων και των ιδρυμάτων πολιτιστικής κληρονομιάς σε διάφορα κράτη μέλη, με σκοπό την καλύτερη καταγραφή και προστασία των συλλογών τους.
Τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται:
·να ενισχύσουν την αποτελεσματική συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των τελωνειακών αρχών και με την Επιτροπή μέσω του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών με σκοπό την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα των πολιτιστικών αγαθών·
·να λάβουν μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές καταγράφουν δεόντως σε βάσεις δεδομένων τα έργα που έχουν στην κατοχή τους και καταγγέλλουν υποθέσεις εγκλημάτων κατά της περιουσίας στις αρχές επιβολής του νόμου, με τη βοήθεια διεθνώς συμφωνημένων προτύπων και εργαλείων (όπως το πρότυπο Object ID ή η βάση δεδομένων της Ιντερπόλ για τα κλεμμένα έργα τέχνης)·
·να εντοπίζουν, να αξιολογούν και να κατανοούν τους κινδύνους της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στο πλαίσιο της εκτίμησης κινδύνου σε εθνικό επίπεδο, δυνάμει της νομοθεσίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, και να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για τον μετριασμό των εν λόγω κινδύνων·
·να ευαισθητοποιήσουν και να εκδώσουν κατευθυντήριες γραμμές προς τον ιδιωτικό τομέα σχετικά με τον βέλτιστο τρόπο συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις του για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές·
·να βελτιώσουν τη συνεργασία μεταξύ των υπόχρεων φορέων από την αγορά έργων τέχνης και αρχαιοτήτων, τον χρηματοπιστωτικό τομέα και τις μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών μέσω της ανταλλαγής γνώσεων και κατάρτισης σχετικά με τους κινδύνους και τα είδη παράνομων δραστηριοτήτων που σχετίζονται με πολιτιστικά αγαθά, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις δυνατότητες συνεργασίας μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών φορέων·
·να προωθήσουν τον διεθνή κώδικα δεοντολογίας της UNESCO για τους εμπόρους πολιτιστικών αγαθών και τον κώδικα δεοντολογίας του ICOM για τα μουσεία.
|
3.2. Ενίσχυση των ικανοτήτων των αρχών επιβολής του νόμου και του δικαστικού σώματος
Λόγω του πολύπλοκου χαρακτήρα της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών, οι αρχές επιβολής του νόμου και οι δικαστικές αρχές αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες προκλήσεις. Απαιτείται περαιτέρω δράση για την ενίσχυση της ικανότητάς τους να χειρίζονται αποτελεσματικά υποθέσεις παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών, σύμφωνα με τα αντίστοιχα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των αρχών βάσει του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου.
Επί του παρόντος, η διαθέσιμη εικόνα που προκύπτει από πληροφορίες δεν αντικατοπτρίζει επαρκώς τη συχνότητα των περιπτώσεων παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών. Ένας από τους λόγους για την έλλειψη δεδομένων σχετικά με την παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών είναι ότι οι υποθέσεις παράνομης διακίνησης δεν καταγράφονται δεόντως. Ένα σημαντικό εμπόδιο για τη συλλογή ολοκληρωμένων πληροφοριών σε επίπεδο ΕΕ είναι ότι δεν υπάρχει ούτε ομοιόμορφη μεθοδολογία συλλογής δεδομένων ούτε ομοιόμορφη κατηγοριοποίηση των εγκλημάτων που σχετίζονται με τα πολιτιστικά αγαθά. Για να διευκολυνθεί η ομοιόμορφη κατηγοριοποίηση, ο ολοκληρωμένος κατάλογος εγκλημάτων κατά πολιτιστικών αγαθών που περιλαμβάνεται στη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα αδικήματα που αφορούν πολιτιστικά αγαθά (στο εξής: Σύμβαση της Λευκωσίας) περιέχει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κατηγορίες εγκλημάτων που μπορούν να χρησιμοποιούν οι αρχές των κρατών μελών.
Οι δημόσιες αρχές πρέπει να κατανοούν επαρκώς τον τρόπο λειτουργίας των εγκληματιών και να ανταλλάσσουν πληροφορίες μεταξύ τους, ώστε να είναι σε θέση να αξιοποιήσουν πλήρως τους πόρους τους. Η εν λόγω κατανόηση θα πρέπει ιδίως να καλύπτει τις περιφερειακές διαφορές μεταξύ των διακινητών, για παράδειγμα όσον αφορά την οργανωτική δομή, τα πολιτιστικά αγαθά που διατρέχουν κίνδυνο, τις οδούς διακίνησης ή τις μεθόδους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και παραποίησης της προέλευσης και της διαδρομής των αγαθών. Οι γνώσεις αυτές μπορούν να διευκολύνουν τη διεξαγωγή πιο στοχευμένων αναζητήσεων και την αποτελεσματική χρήση των διαθέσιμων πόρων. Οι επιχειρησιακές δράσεις της Ευρωπαϊκής Πολυκλαδικής Πλατφόρμας κατά των Εγκληματικών Απειλών (EMPACT) μπορούν επίσης να συμβάλουν στην καλύτερη κατανόηση των πρακτικών των διακινητών και της κλίμακας της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών.
Οι δημόσιες αρχές πρέπει επίσης να γνωρίζουν τις απαιτήσεις ενδοϋπηρεσιακής και διυπηρεσιακής συνεργασίας, καθώς και τις επιλογές συνεργασίας σε δεδομένη περίπτωση. Για να στηρίξει τις δημόσιες αρχές στις προσπάθειές τους για την ανάπτυξη ικανοτήτων, η UNESCO έχει δημοσιεύσει την εργαλειοθήκη «Fighting the illicit trafficking of cultural property: a toolkit for European judiciary and law enforcement» (Καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών: εργαλειοθήκη για το ευρωπαϊκό δικαστικό σώμα και τις αρχές επιβολής του νόμου), η οποία αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της συνεργασίας ΕΕ-UNESCO. Η Επιτροπή στηρίζει την UNESCO στη μετάφραση της εργαλειοθήκης της και σε άλλες γλώσσες των οικείων χωρών. Δεύτερον, το UNODC έχει αναπτύξει ένα εργαλείο πρακτικής βοήθειας για να βοηθήσει στην εφαρμογή των διεθνών κατευθυντήριων γραμμών.
Οι δημόσιες αρχές χρειάζονται ειδική εμπειρογνωσία και εργαλεία για τον εντοπισμό και τη διερεύνηση υποθέσεων παράνομης διακίνησης. Σύμφωνα με τις συστάσεις της Ιντερπόλ, αυτό συνεπάγεται την κατάλληλη καταγραφή των κλεμμένων αντικειμένων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, καθώς και ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν τις απαραίτητες δεξιότητες, ιδίως μέσω της δημιουργίας εξειδικευμένων μονάδων σε εθνικό επίπεδο που θα διεξάγουν αποκλειστικά έρευνες σε υποθέσεις παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών, όπως ορίζεται στη σύμβαση της UNESCO του 1970. Οι εξειδικευμένες ομάδες εισαγγελέων έχουν επίσης αποδειχθεί αποτελεσματικές όσον αφορά την εμβάθυνση του πεδίου των ερευνών. Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας είναι η έγκαιρη πρόσβαση στην εμπειρογνωσία των ιστορικών τέχνης, αρχαιολόγων ή άλλων ειδικών στον τομέα των πολιτιστικών αγαθών, για τον εντοπισμό κατασχεθέντων πολιτιστικών αγαθών, την εξακρίβωση της γνησιότητάς τους ή τον ποσοτικό προσδιορισμό των πιθανών ζημιών που προκλήθηκαν σε χώρους που έχουν λεηλατηθεί ή κινδυνεύουν να λεηλατηθούν.
Η τεχνολογία είναι ζωτικής σημασίας για τη στήριξη των αρχών επιβολής του νόμου και για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών από την παράνομη διακίνηση. Η εν λόγω τεχνολογία περιλαμβάνει λογισμικό για την καταγραφή κλεμμένων αντικειμένων και τον εντοπισμό παράνομων πολιτιστικών αγαθών στην αγορά, τεχνολογία εναέριας επιτήρησης για την προστασία χώρων που διατρέχουν κίνδυνο ή διαδικτυακά εργαλεία έρευνας, συμπεριλαμβανομένων εργαλείων που βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη. Ειδικότερα, οι αρχές επιβολής του νόμου χρειάζονται ειδικά εργαλεία εντοπισμού για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του όγκου των αντικειμένων που πρέπει να ελεγχθούν σε διαδικτυακές έρευνες, για παράδειγμα για τη συστηματική σάρωση του διαδικτύου για εικόνες και άλλα δεδομένα πολιτιστικών αγαθών που πωλούνται παράνομα.
Οι αρχές θα μπορούσαν επίσης να εξετάσουν το ενδεχόμενο διεύρυνσης της κλίμακας των ερευνών πέραν της ανάκτησης των αγαθών που διακινούνται παράνομα, ώστε να συμπεριληφθούν τα εγκληματικά δίκτυα και οι παράνομες ροές χρήματος πίσω από τις μεμονωμένες υποθέσεις διακίνησης. Η οριοθέτηση των ερευνών με αυτόν τον τρόπο συνάδει με τις διεθνείς συστάσεις (π.χ. Ιντερπόλ), τη στρατηγική της ΕΕ για το οργανωμένο έγκλημα 2021-2025 και τους κοινούς οριζόντιους στρατηγικούς στόχους της EMPACT. Σε ενωσιακό και διεθνές επίπεδο, οι έρευνες μπορούν να υποστηρίζονται από την Ευρωπόλ, τον οργανισμό διαχείρισης των συνόρων της ΕΕ (Frontex) και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη Συνεργασία στον Τομέα της Ποινικής Δικαιοσύνης (Eurojust), σύμφωνα με τις αντίστοιχες εντολές τους, ή μέσω της συμμετοχής εταίρων όπως η Ιντερπόλ, το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC) ή ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τελωνείων. Επιπλέον, μπορεί να καθιερωθεί συνεργασία στο πλαίσιο άλλων σχετικών μέσων επιβολής του νόμου και δικαστικής συνεργασίας. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) θα μπορούσε να διερευνά και να διώκει συγκεκριμένα αδικήματα σχετικά με την παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της. Η Επιτροπή δεσμεύεται να διασφαλίσει ότι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία μπορεί να ασκεί αποτελεσματικά τα καθήκοντα που της ανατίθενται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939, μεταξύ άλλων ενισχύοντας τη συνεργασία της με τρίτες χώρες.
Ως εγγενώς διασυνοριακό έγκλημα, η καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών μπορεί να ενισχυθεί με τη βελτίωση των επαφών μεταξύ των εθνικών αρχών. Για τη βελτίωση της ανταλλαγής στρατηγικών πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών, καθώς και για την προώθηση κοινών προσπαθειών με σκοπό την αντιμετώπιση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών, το Συμβούλιο δημιούργησε το ανεπίσημο δίκτυο αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών, EU CULTNET, το 2012. Το δίκτυο αυτό έχει σημαντικές δυνατότητες να στηρίξει τις αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών στην αντιμετώπιση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών, ιδίως μέσω της συνεργασίας σε έργα κοινού ενδιαφέροντος και της θέσπισης ειδικών μέτρων εξατομικευμένων για τις ανάγκες των αρχών επιβολής του νόμου. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τα κράτη μέλη για τη διευκόλυνση και την ενίσχυση της συνεργασίας στον τομέα της επιβολής του νόμου μέσω του EU CULTNET.
Οι διακινητές πολιτιστικών αγαθών επωφελούνται από την ανομοιογένεια όσον αφορά την ποινικοποίηση των σχετικών αδικημάτων σε ολόκληρη την ΕΕ. Η «Σύμβαση της Λευκωσίας» του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι η μόνη διεθνής συνθήκη που πραγματεύεται ειδικά την ποινικοποίηση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών. Τα μέτρα εφαρμογής που προβλέπονται στη σύμβαση περιλαμβάνουν την ποινικοποίηση της κλοπής, των παράνομων εισαγωγών/εξαγωγών, των παράνομων ανασκαφών, της παράνομης απόκτησης και διάθεσης στην αγορά, καθώς και της παραποίησης εγγράφων. Τα μέτρα αυτά θα συμβάλουν στην εξάρθρωση των δραστηριοτήτων παράνομης διακίνησης μέσω της αύξησης των ερευνών, καθώς και μέσω της ενίσχυσης των δυνατοτήτων ανάκτησης και δήμευσης κλεμμένων πολιτιστικών αγαθών. Επιπλέον, προκειμένου να εξαρθρωθούν τα εγκληματικά επιχειρηματικά μοντέλα, η Επιτροπή πρότεινε πρόσφατα την ενίσχυση των κανόνων της ΕΕ για την ανάκτηση και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων, οι οποίοι θα απαιτούν από τα κράτη μέλη να εντοπίζουν, να δεσμεύουν και να δημεύουν περιουσιακά στοιχεία που προέρχονται από παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών, όταν η διακίνηση αυτή πραγματοποιείται στο πλαίσιο ομάδας οργανωμένου εγκλήματος. Επιπλέον, η Επιτροπή επεξεργάζεται τρόπους για την αύξηση της ποινικής λογοδοσίας των ατόμων και των νομικών προσώπων που εμπλέκονται στην παραβίαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης. Αυτό θα είχε επίσης αντίκτυπο στα άτομα και τα νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στη χρήση πολιτιστικών αγαθών για την καταστρατήγηση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης.
Βασικές δράσεις
Η Επιτροπή:
·θα προσδιορίσει και θα διευκολύνει πιο ομοιόμορφες κατηγορίες για τη συλλογή δεδομένων με την υποστήριξη της Ευρωπόλ, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει στη συλλογή δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ μέσω της EUROSTAT στο μέλλον·
·θα διερευνήσει μέτρα για την εναρμόνιση και τη διασύνδεση των βάσεων δεδομένων των κρατών μελών για τα κλεμμένα πολιτιστικά αγαθά σε επίπεδο ΕΕ — συμπεριλαμβανομένης σύνδεσης με τη βάση δεδομένων της Ιντερπόλ για τα κλεμμένα έργα τέχνης·
·θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί την ανάπτυξη λύσεων με σκοπό την ενίσχυση της ιχνηλασιμότητας και του εντοπισμού πολιτιστικών αγαθών για την προστασία τους από ανθρωπογενείς απειλές (συμπεριλαμβανομένης της εγκληματικότητας), και για την εξέταση διαφόρων πτυχών της προστασίας των πολιτιστικών αγαθών, συμπεριλαμβανομένων μέτρων ιχνηλασιμότητας, καθώς και του εντοπισμού και της παρακολούθησης πολιτιστικών αγαθών που διακινούνται παράνομα·
·θα προσθέσει την παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών στο εισαγωγικό μάθημα για τους υπαλλήλους του μόνιμου σώματος του Frontex για τον εντοπισμό διασυνοριακών εγκλημάτων·
·θα αξιολογήσει τα υφιστάμενα ψηφιακά εργαλεία διεξαγωγής ερευνών (συμπεριλαμβανομένων εκείνων που χρηματοδοτούνται από την Επιτροπή) και θα προωθήσει την πρόσβαση των κρατών μελών σε αυτά, με τη στήριξη του εργαστηρίου καινοτομίας της Ευρωπόλ·
·θα χαρτογραφήσει την εθνική νομοθεσία των κρατών μελών που ποινικοποιεί την παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών και την εφαρμογή της Σύμβασης της Λευκωσίας·
Τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται:
·να δημιουργήσουν και να διαχειρίζονται δεόντως ειδικές εθνικές βάσεις δεδομένων για τα κλεμμένα πολιτιστικά αγαθά·
·να αναφέρουν την κλοπή πολιτιστικών αγαθών στην Ιντερπόλ μέσω της βάσης δεδομένων της για τα κλεμμένα έργα τέχνης·
·να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με υποθέσεις παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών με την Ευρωπόλ και την Ιντερπόλ για τη βελτίωση των πληροφοριών που συλλέγονται·
·να αξιοποιήσουν στο μέγιστο τις δυνατότητες που προσφέρει η EMPACT για υποθέσεις παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών, μεταξύ άλλων σχετικά με έρευνες για τα εγκληματικά δίκτυα και τις παράνομες χρηματικές ροές που εμπλέκονται·
·να αξιοποιήσουν πλήρως τη στήριξη και την εμπειρογνωσία της Ευρωπόλ και της Eurojust για την επιβολή του νόμου και τη δικαστική συνεργασία σε διασυνοριακό επίπεδο·
·να εξασφαλίσουν επαρκή ανάπτυξη ικανοτήτων των εθνικών αρχών επιβολής του νόμου και των δικαστικών αρχών, για παράδειγμα με τη δημιουργία και την κατάρτιση εξειδικευμένων μονάδων επιβολής του νόμου και εξειδικευμένων ομάδων εισαγγελέων, και με την παροχή βασικής εκπαίδευσης στους αστυνομικούς, τελωνειακούς και συνοριοφύλακες που συμμετέχουν σε ελέγχους ρουτίνας·
·να συνάψουν μνημόνια συμφωνίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών επιβολής του νόμου και των οικείων ιδρυμάτων πολιτιστικής κληρονομιάς για τη διασφάλιση του κατάλληλου χειρισμού και αποθήκευσης των δεσμευμένων ή δημευμένων πολιτιστικών αγαθών·
·να στηρίξουν την ενίσχυση και τη συνέχεια του δικτύου EU CULTNET ώστε να αξιοποιηθούν πλήρως οι δυνατότητές του, συμπεριλαμβανομένης της απόσπασης κατάλληλου προσωπικού στην Ευρωπόλ για τον σκοπό αυτό και της θέσπισης κοινών μέτρων, όπως η βελτίωση της ταχείας πρόσβασης των αρχών επιβολής του νόμου στην αναγκαία εμπειρογνωσία αρχαιολόγων ή ιστορικών τέχνης·
·να υπογράψουν, να κυρώσουν και να εφαρμόσουν τη «Σύμβαση της Λευκωσίας» του Συμβουλίου της Ευρώπης.
|
3.3. Ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας
Η αποτελεσματική καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών απαιτεί δράση πέραν των συνόρων της ΕΕ. Η εξωτερική δράση της ΕΕ περιλαμβάνει πολυμερή και διμερή συνεργασία και επικεντρώνεται στη λήψη μέτρων στις χώρες προέλευσης, διέλευσης και προορισμού εκτός της ΕΕ. Οι δράσεις περιλαμβάνουν την παροχή στήριξης για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και των αρχαιολογικών χώρων, τη δημιουργία εθνικών βάσεων δεδομένων για τα πολιτιστικά αγαθά και την ανάπτυξη ικανοτήτων για τις αρχές επιβολής του νόμου και το δικαστικό σώμα.
Οι υπηρεσίες της Επιτροπής και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) εξακολουθούν να στηρίζουν έναν παγκόσμιο τρόπο αντιμετώπισης της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών. Θα ενσωματώσουν περαιτέρω την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στην εξωτερική δράση της ΕΕ, από την αντιμετώπιση κρίσεων και καταστάσεων έκτακτης ανάγκης έως την αναπτυξιακή συνεργασία, τη διεθνή και την πολυμερή συνεργασία, καθώς και στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής, από κοινού με την ΕΥΕΔ, σύμφωνα με τα αντίστοιχα καθήκοντά τους και τις εφαρμοστέες διαδικασίες βάσει του δικαίου της ΕΕ, θα συνεχίσουν επίσης να ενισχύουν τη συνεργασία με διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς που ασχολούνται με την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών, ενθαρρύνοντας περαιτέρω την ανάπτυξη και την τήρηση των σχετικών διεθνών νομικών πλαισίων και προτύπων.
Όσον αφορά τη διμερή ή περιφερειακή συνεργασία με τρίτες χώρες, η ΕΕ έχει συμπεριλάβει την προστασία των πολιτιστικών αγαθών από την παράνομη διακίνηση σε διμερείς συμφωνίες συνεργασίας, όπως οι προτεραιότητες της εταιρικής σχέσης με την Αίγυπτο ή το πρόγραμμα βοήθειας της Ευρώπης στη Λατινική Αμερική κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος (El PacCto). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων εργαλείων συνεργασίας για τη διερεύνηση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών. Επιπλέον, η ΕΕ έχει στηρίξει δραστηριότητες που σχετίζονται με την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών στα Δυτικά Βαλκάνια και έχει προσφέρει χρηματοδοτική στήριξη για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς σε χώρες προέλευσης και διέλευσης της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών, όπως το Μαλί, η Τυνησία, ο Λίβανος, το Ιράκ, η Συρία, η Λιβύη και η Υεμένη. Όσον αφορά την ανάπτυξη ικανοτήτων, η Επιτροπή στηρίζει επίσης τις χώρες-εταίρους στον τομέα της ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων. Χρηματοδοτεί μέτρα συνδρομής που αποσκοπούν στην ενίσχυση της διασυνοριακής συνεργασίας για τον εντοπισμό, την έρευνα, την κατάσχεση και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων.
Η ΕΕ εργάζεται επίσης σε παγκόσμιο επίπεδο για την αντιμετώπιση των παράνομων χρηματοοικονομικών ροών που σχετίζονται με πολιτιστικά αγαθά. Αυτό γίνεται μέσω του παγκόσμιου μηχανισμού της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Ο παγκόσμιος μηχανισμός έχει ως στόχο να βοηθήσει τις χώρες να προσαρμοστούν στα πρότυπα της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης, τα οποία εξασφαλίζουν συντονισμένη παγκόσμια αντίδραση για την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς και της τρομοκρατίας. Οι δράσεις περιλαμβάνουν τη βελτίωση των ερευνών και τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών των χωρών-εταίρων, για παράδειγμα των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών.
Η δράση της ΕΕ αντιμετωπίζει συγκεκριμένα την ευπάθεια των πολιτιστικών αγαθών σε εγκληματικές ενέργειες σε περιοχές συγκρούσεων και κρίσεων. Η πρόοδός της παρακολουθείται από την ΕΥΕΔ, από κοινού με τις υπηρεσίες της Επιτροπής και τα κράτη μέλη. Αυτό περιλαμβάνει μια άτυπη ειδική ομάδα εμπειρογνωμόνων από την ΕΥΕΔ και τις αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής για την ανταλλαγή πληροφοριών και τη διευκόλυνση συγκεκριμένων νέων δράσεων. Δεδομένου ότι οι υπάλληλοι που χρησιμοποιούνται σε αποστολές και επιχειρήσεις μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην προστασία των πολιτιστικών αγαθών, η παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών θα συμπεριληφθεί στις ειδικές ενότητες κατάρτισης στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας σχετικά με την πολιτιστική κληρονομιά σε συγκρούσεις και κρίσεις. Ένα άλλο αξιοσημείωτο παράδειγμα είναι η στήριξη χωρών που διατρέχουν κίνδυνο λεηλασίας μέσω τεχνολογίας δορυφόρων και δρόνων μέσω του προγράμματος γεωσκόπησης «Copernicus» της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας απαιτεί περαιτέρω δράση για τη διαφύλαξη των ουκρανικών πολιτιστικών αγαθών. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής και η ΕΥΕΔ θα συνεχίσουν να στηρίζουν τη διαφύλαξη των πολιτιστικών αγαθών στην Ουκρανία με διάφορα μέσα, συμπεριλαμβανομένης της βοήθειας για την προστασία και την εκκένωση πολιτιστικών αγαθών. Για τον σκοπό αυτόν, οι υπηρεσίες της Επιτροπής και η ΕΥΕΔ ανταλλάσσουν τακτικά σε ειδική ομάδα εργασίας βέλτιστες πρακτικές, διδάγματα και πιθανές νέες δράσεις. Οι δράσεις περιλαμβάνουν χρηματοδοτική στήριξη για την προστασία των κτιρίων και των συλλογών, καθώς και στήριξη των επαγγελματιών στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς, η οποία τους επιτρέπει να συνεχίσουν το έργο τους στην Ουκρανία, σε συνεργασία με τη Διεθνή συμμαχία για την προστασία της κληρονομιάς σε περιοχές συγκρούσεων. Επιπλέον, για πρώτη φορά, ενεργοποιήθηκε ο μηχανισμός πολιτικής προστασίας της ΕΕ για την παροχή βοήθειας στον τομέα της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς. Το πρόγραμμα «House of Europe II», το οποίο χρηματοδοτείται από τον Μηχανισμό Γειτονίας, Ανάπτυξης και Διεθνούς Συνεργασίας, θα περιλαμβάνει στήριξη για τη διατήρηση και την προώθηση της ουκρανικής πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της για την υφιστάμενη στήριξη των κρατών μελών προς τρίτες χώρες προέλευσης ή διέλευσης, μεταξύ άλλων σε συγκρούσεις και κρίσεις, όπως στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία.
Βασικές δράσεις
Οι υπηρεσίες της Επιτροπής, σε συνεργασία με την ΕΥΕΔ και, κατά περίπτωση, τα κράτη μέλη:
·θα παρακολουθούν και θα υποβάλλουν εκθέσεις όσον αφορά την πρόοδο της εφαρμογής των συμπερασμάτων του Συμβουλίου σχετικά με την προσέγγιση της ΕΕ για την πολιτιστική κληρονομιά σε συγκρούσεις και κρίσεις·
·θα ενισχύσουν τη στήριξη για την προστασία των ουκρανικών πολιτιστικών αγαθών από την καταστροφή μέσω της στήριξης της εκκένωσης και της φυσικής προστασίας των συλλογών·
·θα ενισχύσουν τις ικανότητες τρίτων χωρών για διασυνοριακή συνεργασία και έρευνες σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που σχετίζονται με πολιτιστικά αγαθά, ιδίως με την επέκταση του πεδίου εφαρμογής του παγκόσμιου μηχανισμού της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ώστε να καλύπτει την Ασία και τη Λατινική Αμερική.
|
3.4. Αύξηση της προστασίας των πολιτιστικών αγαθών από την παράνομη διακίνηση μέσω της μεγιστοποίησης της στήριξης των ενδιαφερόμενων μερών
Οι διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένης της UNESCO και του UNODC, έδειξαν ότι η ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τη ζημία που μπορεί να προκαλέσει η παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών είναι περιορισμένη. Είναι ζωτικής σημασίας να υπάρξει ευαισθητοποίηση σχετικά με τη σημασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και τη ζημία που προκαλείται από το παράνομο εμπόριο πολιτιστικών αγαθών πέραν των κοινοτήτων επιβολής του νόμου και πολιτιστικής κληρονομιάς. Το στοχευόμενο κοινό περιλαμβάνει δυνητικούς αγοραστές πολιτιστικών αγαθών, νέους, δημοσιογράφους, άτομα ή φορείς που μπορούν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη σχετικά με τα πολιτιστικά αγαθά, καθώς και κοινότητες στις χώρες προέλευσης που μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο διατήρησης και προστασίας των τοπικών πολιτιστικών αγαθών.
Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή υποστηρίζει διάφορα έργα ευαισθητοποίησης. Για την αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στην Ουκρανία, η Επιτροπή στηρίζει την εκστρατεία #ArtvsWar. Επιπλέον, η Επιτροπή συνεργάζεται με την UNESCO και στηρίζει την εκστρατεία τους για την «πραγματική τιμή της τέχνης», με σκοπό την ευαισθητοποίηση των δυνητικών αγοραστών σχετικά με τον αντίκτυπο της παράνομης διακίνησης στην πολιτιστική κληρονομιά. Προκειμένου να προσεγγίσει ένα ευρύτερο κοινό, η Επιτροπή στηρίζει τη δημιουργία διδακτικού υλικού για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και την προώθησή του σε ολόκληρη την ΕΕ μέσω της διαδικτυακής πύλης για τη σχολική εκπαίδευση. Η ΕΕ υποστηρίζει επίσης τη συμμετοχή των νέων. Για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Ένωση Φοιτητών για την Πολιτιστική Κληρονομιά, που ιδρύθηκε με την ευκαιρία του Ευρωπαϊκού Έτους Πολιτιστικής Κληρονομιάς 2018, αποτελεί μέρος ενός έργου που υποστηρίζεται από το πρόγραμμα «Δημιουργική Ευρώπη», με τίτλο «European Cultural Heritage Agora: Empowering Europe’s Civil Society Movement for Heritage».
Βασικές δράσεις
Οι υπηρεσίες της Επιτροπής, σε συνεργασία με την ΕΥΕΔ, κατά περίπτωση:
·θα παρέχουν χρηματοδοτική στήριξη στο ICOM για την αναβάθμιση του παρατηρητηρίου ICOM, το οποίο συγκεντρώνει και διαδίδει διάφορα μέσα και υλικό για την κατανόηση και τον προσανατολισμό των πολιτικών σε διεθνές επίπεδο με σκοπό την προστασία των πολιτιστικών αγαθών·
·θα στηρίξουν την UNESCO για τη δημιουργία εγχειριδίου για δημοσιογράφους σχετικά με την καταγγελία εγκλημάτων που σχετίζονται με την πολιτιστική κληρονομιά·
·θα στηρίξουν πρωτοβουλίες συμμετοχής των νέων μέσω του προγράμματος «Δημιουργική Ευρώπη», του Σώματος Αλληλεγγύης της ΕΕ και του Erasmus +·
·θα συμμετάσχουν σε διάλογο με σχετικές οργανώσεις νεολαίας προκειμένου να προωθηθεί η ευαισθητοποίηση σχετικά με την ανάγκη προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς από την καταστροφή, την κλοπή και τη λεηλασία.
|
4.Συμπέρασμα
Η παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών δεν αποτελεί έγκλημα χωρίς θύματα: όχι μόνο τροφοδοτεί δραστηριότητες που απειλούν την ασφάλεια των πολιτών της ΕΕ, αλλά μπορεί επίσης να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στην πολιτιστική μας κληρονομιά και, ως εκ τούτου, στην κοινή μας ταυτότητα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών απαιτεί πρόσθετες κοινές και συνεχείς προσπάθειες από ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών εντός και εκτός της ΕΕ. Το παρόν σχέδιο δράσης παρέχει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο ώστε η ΕΕ και τα κράτη μέλη να προωθήσουν την πρόληψη, τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση, από την ποινική δικαιοσύνη, της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών και συναφών εγκλημάτων. Η Επιτροπή καλεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να εγκρίνουν το παρόν σχέδιο δράσης και να στηρίξουν την εφαρμογή του.