Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52022AE5991

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης 2022 (δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα) [COM(2022) 547 final]

    EESC 2022/05991

    ΕΕ C 184 της 25.5.2023, p. 88–92 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    25.5.2023   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 184/88


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης 2022 (δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα)

    [COM(2022) 547 final]

    (2023/C 184/16)

    Εισηγητές: ο κ. Marcin NOWACKI, ο κ. Angelo PAGLIARA, ο κ. Lutz RIBBE

    Αίτηση γνωμοδότησης

    Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 25.11.2022

    Νομική βάση

    Άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    Αρμόδιο τμήμα

    Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές και κοινωνία των πληροφοριών

    Υιοθετήθηκε από το τμήμα

    7.3.2023

    Υιοθετήθηκε από την ολομέλεια

    22.3.2023

    Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

    577

    Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

    (υπέρ/κατά/αποχές)

    208/4/7

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1.

    Με την έκθεσή της σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης 2022, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσιάζει μια αρκετά αισιόδοξη εικόνα σχετικά με τα μέτρα που ελήφθησαν και τους στόχους που τέθηκαν τους τελευταίους μήνες.

    1.2.

    Με την ανάγνωση της έκθεσης, καθίσταται σαφές ότι πολλοί στόχοι που θεωρούνταν πριν από τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας υπερβολικά φιλόδοξοι παρουσιάζονται τώρα ως ρεαλιστικές απαντήσεις στην ενεργειακή κρίση. Εγείρεται το ερώτημα, τι εμπόδισε την ΕΕ στο σύνολό της να είναι σαφέστερη όσον αφορά την προστασία του κλίματος, την ασφάλεια του εφοδιασμού, την ενεργειακή αυτονομία και την ανθεκτικότητα του ευρωπαϊκού ενεργειακού συστήματος πριν από τις 24 Φεβρουαρίου 2022.

    1.3.

    Παρότι είναι χρήσιμο να γίνουν γνωστά τα διάφορα αριθμητικά και μη στοιχεία που παρουσιάζονται στην ανακοίνωση, η Ενεργειακή Ένωση είναι κάτι πολύ περισσότερο από τους μαθηματικά ή στατιστικά προσδιορίσιμους στόχους για την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την εξοικονόμηση ενέργειας ή τη μείωση των εκπομπών. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) επισημαίνει ότι η Ενεργειακή Ένωση αποτελεί ένα πρωτίστως πολιτικό σχέδιο με τους ακόλουθους σαφώς καθορισμένους πολιτικούς στόχους, που περιγράφονται ως οράματα, μεταξύ των οποίων (1):

    1)

    Μια Ενεργειακή Ένωση βασισμένη στην αλληλεγγύη και την εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών που μιλούν με μία φωνή στις παγκόσμιες υποθέσεις·

    2)

    Ένα ολοκληρωμένο ενεργειακό σύστημα όπου η ενέργεια διακινείται ελεύθερα πέραν των συνόρων, με βάση τον ανταγωνισμό, την αποτελεσματική ρύθμιση των αγορών και τη βέλτιστη χρήση των πόρων·

    3)

    Μια βιώσιμη και φιλική προς το κλίμα οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, η οποία έχει μελετηθεί για να διαρκέσει·

    4)

    Ισχυρές, καινοτόμες και ανταγωνιστικές ευρωπαϊκές εταιρείες οι οποίες, αφενός, αναπτύσσουν προϊόντα και τεχνολογίες που απαιτούνται για την επίτευξη της ενεργειακής απόδοσης και τη μείωση των ανθρακούχων εκπομπών με σκοπό τη μείωση των λογαριασμών και, αφετέρου, συμμετέχουν ενεργά στην αγορά και προστατεύουν τους ευάλωτους πελάτες·

    5)

    Ανάπτυξη των δεξιοτήτων του ευρωπαϊκού εργατικού δυναμικού που είναι αναγκαίες για την οικοδόμηση και τη διαχείριση της ενεργειακής οικονομίας της Ευρώπης·

    6)

    Εξασφάλιση της εμπιστοσύνης των επενδυτών μέσω μηνυμάτων όσον αφορά τις τιμές που αποτυπώνουν μακροπρόθεσμες ανάγκες και στόχους πολιτικής, γεγονός που προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, τη σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων της παραγωγής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα· και

    7)

    Τοποθέτηση των πολιτών στο επίκεντρο της Ενεργειακής Ένωσης, στην οποία οι πολίτες αναλαμβάνουν την ευθύνη για τη μετάβαση του ενεργειακού συστήματος, επωφελούνται από τις νέες τεχνολογίες για τη μείωση των λογαριασμών τους ενέργειας, συμμετέχουν ενεργά στην αγορά και στην οποία προστατεύονται οι ευάλωτοι καταναλωτές.

    Η έκθεση παρέχει περιγραφή των μέτρων που έχουν ληφθεί ή προβλέπεται να ληφθούν για την υλοποίηση αυτών των οραμάτων. Η ΕΟΚΕ εκφράζει εντούτοις τη λύπη της για το γεγονός ότι η αναφορά που περιλαμβάνεται στην έκθεση δεν αφορά τα οράματα αλλά τις πέντε αμοιβαίως ενισχυόμενες και στενά αλληλένδετες διαστάσεις με στόχο την εξασφάλιση μεγαλύτερης ενεργειακής ασφάλειας, βιωσιμότητας και ανταγωνιστικότητας. Αυτό το διπλό σύνολο στόχων ή οραμάτων, αφενός, και διαστάσεων, αφετέρου, καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την παρακολούθηση της υλοποίησης των οραμάτων, μεταξύ άλλων επειδή τα ζητήματα των πολιτών που βρίσκονται στο επίκεντρο της ενεργειακής ένωσης ή η ανάγκη αναβάθμισης των δεξιοτήτων και επανειδίκευσης του εργατικού δυναμικού περιλαμβάνονται σε αρκετές από αυτές τις διαστάσεις. Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι αυτό καθιστά πολύ δύσκολη την παρακολούθηση της προόδου που έχει σημειωθεί όσον αφορά την υλοποίηση των στόχων της στρατηγικής για την Ενεργειακή Ένωση.

    1.4.

    Στην ανακοίνωση ορθώς γίνεται αναφορά στο σχέδιο REPowerEU, το οποίο έχει στηριχθεί από την ΕΟΚΕ και το οποίο έχει αναζωογονήσει και ενισχύσει την Πράσινη Συμφωνία και τα μέσα της δέσμης μέτρων «Fit for 55», με επίκεντρο τη διαφοροποίηση, την εξοικονόμηση, την ασφάλεια του εφοδιασμού και την επιτάχυνση της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ωστόσο, η τρέχουσα κλιματική και ενεργειακή κρίση, καθώς και η έλλειψη ασφάλειας, σταθερότητας και προβλεψιμότητας όσον αφορά τον εφοδιασμό και τις τιμές ασκούν τεράστια πίεση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κρίση δεν θα ήταν τόσο σοβαρή, εάν είχε αναληφθεί πιο στοχευμένη δράση νωρίτερα και, για παράδειγμα, εάν οι στόχοι της ΕΕ (όπως οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Ένωσης) είχαν ληφθεί πιο σοβαρά υπόψη.

    1.5.

    Σύμφωνα με την έκθεση για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης 2022, εκτιμάται ότι έως το 2030 πρέπει να επενδυθούν δημόσιοι πόροι ύψους 300 δισ. ευρώ στις διάφορες γραμμές δράσης με σκοπό την επίτευξη πλήρους ανεξαρτησίας από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, γεγονός που θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στον συνολικό προϋπολογισμό της ΕΕ. Επιπλέον, θα απαιτηθούν περαιτέρω ιδιωτικές επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένων επενδύσεων από Ευρωπαίους πολίτες. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι τα χρήματα πρέπει να δαπανώνται κατά τρόπο που να συμβάλλει στην επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων της Ενεργειακής Ένωσης. Επίσης, οι δαπάνες δεν θα πρέπει να οδηγήσουν σε μείωση των πόρων για τη δίκαιη μετάβαση, την έρευνα και την καινοτομία ή τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές που πλήττονται από την αύξηση των τιμών της ενέργειας.

    1.6.

    Η πρωτοφανής αύξηση των τιμών της ενέργειας, η οποία προκλήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, έχει τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, καθώς και επιπτώσεις στον βιομηχανικό και παραγωγικό ιστό των χωρών. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την έλλειψη σαφούς ευρωπαϊκού συντονισμού κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης και, στο πλαίσιο της απόκρισης, ζητεί τη δημιουργία ενός μέσου κατά τα πρότυπα του ευρωπαϊκού μέσου προσωρινής στήριξης για τον μετριασμό των κινδύνων ανεργίας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης (SURE), προκειμένου να υποστηριχθούν οι εργαζόμενοι και οι επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν δυσκολίες.

    1.7.

    Τα πρόσφατα γεγονότα έχουν αυξήσει τον πιθανό κίνδυνο κυβερνοεπιθέσεων και πράξεων δολιοφθοράς σε κρίσιμες υποδομές, όπως το δίκτυο ενέργειας και οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής. Συνεπώς, η ΕΟΚΕ συνιστά τον σχεδιασμό και την υιοθέτηση μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για την προστασία της ΕΕ από τέτοιου είδους απειλές.

    1.8.

    Ο κύριος μεσοπρόθεσμος στρατηγικός στόχος των χωρών της ΕΕ —ιδίως υπό το πρίσμα όσων συνέβησαν με τον πόλεμο στην Ουκρανία και λαμβανομένης επίσης υπόψη μιας πιθανής περαιτέρω περιπλοκής της διεθνούς κατάστασης— πρέπει να παραμείνει η ενεργειακή αυτονομία. Αντιλαμβανόμαστε ότι ως «στρατηγική ενεργειακή αυτονομία» νοείται μια πολιτική έννοια που θα συμβάλει στη διαμόρφωση της μελλοντικής ενεργειακής αγοράς της ΕΕ, όπου οι αυτόνομες αποφάσεις που λαμβάνει η ΕΕ θα εξασφαλίζουν την ενεργειακή ανεξαρτησία από αναξιόπιστους προμηθευτές. Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι το θέμα αυτό δεν εξετάζεται δεόντως στην έκθεση και παραμένει στο παρασκήνιο, με το επίκεντρο να είναι αποκλειστικά η ανεξαρτησία από τις εισαγωγές ενέργειας από τη Ρωσία.

    1.9.

    Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ, η ΕΟΚΕ καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αναπτύξουν κατάλληλα μέσα, μεταξύ άλλων μέσω της δημιουργίας ενός ταμείου ευρωπαϊκής κυριαρχίας, για την τόνωση των επενδύσεων σε καθαρές εγχώριες ενεργειακές τεχνολογίες και ενεργειακές υποδομές. Ταυτόχρονα, είναι ζωτικής σημασίας να ενθαρρυνθούν τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν τα κονδύλια με τον βέλτιστο τρόπο και αποδοτικά για την ανάπτυξη καθαρής ενέργειας. Μια τέτοια στρατηγική πρέπει επίσης να περιλαμβάνει καθοδήγηση σχετικά με τον τρόπο ενθάρρυνσης των επιχειρήσεων, των κοινοτικών θεσμικών οργάνων, των μελών των δημόσιων και των ενεργειακών κοινοτήτων για να επενδύσουν περισσότερο. Τα μέσα και οι πόροι που παρέχονται επί του παρόντος φαίνονται ανεπαρκή για τις μεγάλες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει ιδιαίτερα για τον αντίκτυπο των νέων πόρων και εφοδιασμού στο περιβάλλον, καθώς και για τις νέες εξαρτήσεις από τρίτες χώρες.

    1.10.

    Κατά την ανάπτυξη της ενεργειακής αυτονομίας, η ΕΟΚΕ προτείνει να ακολουθηθεί μια προσέγγιση από τη βάση προς την κορυφή, καθώς η προσέγγιση αυτή διευκολύνει την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο σημείο 1.3.

    1.11.

    Η Πράσινη Συμφωνία δεν συνοδεύεται ακόμη από ισοδύναμες κοινωνικές πολιτικές, ώστε η μετάβαση αυτή να είναι μια δίκαιη μετάβαση. Δεδομένου ότι τα συστήματα απασχόλησης και τα βιομηχανικά συστήματα θα επηρεαστούν σε μεγάλο βαθμό από τις διαδικασίες μετάβασης, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η έκθεση δεν λαμβάνει δεόντως υπόψη τη σημασία της ολοκληρωμένης πολιτικής απασχόλησης, της πολιτικής δεξιοτήτων και της κοινωνικής πολιτικής. Οι επενδύσεις στην εκπαίδευση, η επανειδίκευση και η αναβάθμιση των δεξιοτήτων πρέπει να θεωρούνται κοινωνικοοικονομική ευθύνη.

    2.   Γενικές παρατηρήσεις

    2.1.

    Η ιδανική απάντηση στους κλυδωνισμούς του εφοδιασμού που προκλήθηκαν από την επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η απάντηση που συνάδει περισσότερο με τους στρατηγικούς στόχους της Ενεργειακής Ένωσης θα ήταν ένα ενεργειακό σύστημα που θα βασίζεται σε 100 % εγχώρια καθαρή ενέργεια. Γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει συμφωνία ως προς το αν είναι εφικτό να επιτευχθεί αυτός ο στόχος. Ωστόσο, στο αναμενόμενο σενάριο, ένα τέτοιο ενεργειακό σύστημα θα αποφέρει ως κεντρικό όφελος απόλυτη αυτονομία και υψηλή ανθεκτικότητα. Όταν αναχρηματοδοτηθούν οι κεφαλαιουχικές δαπάνες για επενδύσεις σε εγκαταστάσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, έξυπνες τεχνολογίες, καθαρές μεταφορές και ενεργειακή απόδοση, θα προσφέρεται η πλέον οικονομικά προσιτή ενέργεια στον τελικό καταναλωτή, με παράλληλη ενίσχυση των τοπικών και περιφερειακών οικονομιών και δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας σε σύγκριση με το παλαιό σύστημα. Όλα αυτά τα οφέλη περιγράφονται σαφώς στις αντίστοιχες αιτιολογικές σκέψεις της δέσμης μέτρων για την καθαρή ενέργεια. Ενώ θεωρητικά η ανανεώσιμη ενέργεια έχει τη δυνατότητα να διασφαλίσει την ενεργειακή αυτονομία σε επιχειρησιακούς όρους, πρέπει ακόμη να διασφαλιστεί ότι ολόκληρο το οικοσύστημα, συμπεριλαμβανομένου του υλικού για τις ίδιες τις εγκαταστάσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, επιτρέπει την τοπική παραγωγή. Ωστόσο, η έκθεση για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης δείχνει ότι το ευρωπαϊκό ενεργειακό σύστημα απέχει ακόμη πολύ από την επίτευξη αυτού του στόχου.

    2.2.

    Συνεπώς, η κατάσταση αυτή απαιτεί διαφοροποίηση: εάν η απόλυτη αυτονομία δεν είναι εφικτή, η ΕΕ θα χρειαστεί στρατηγική αυτονομία. Η στρατηγική αυτονομία θα περιλαμβάνει τον καθορισμό του βαθμού στον οποίο οι εισαγωγές ενέργειας θα εξακολουθήσουν να είναι αναπόφευκτες στο μέλλον και του τι αυτό συνεπάγεται για την ευπάθεια/ανθεκτικότητα του ενεργειακού συστήματος της Ευρώπης. Ωστόσο, η έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης δεν δίνει καμία απάντηση σε αυτό, ούτε κάποιο άλλο έγγραφο στρατηγικής της Επιτροπής παρέχει τέτοιες ενδείξεις.

    2.3.

    Προκειμένου να απαντηθεί το ερώτημα που αναφέρεται στο σημείο 2.2, πρέπει να υπολογίζεται η συμβολή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας και της ζήτησης και άλλων επιλογών ευελιξίας, για την κάλυψη της ζήτησης στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας, της θέρμανσης και των μεταφορών (υποκατάσταση ισχύος). Η υποκατάσταση ισχύος είναι το τμήμα της εγκατεστημένης ισχύος μιας μονάδας ηλεκτροπαραγωγής στο οποίο μπορούμε να βασιζόμαστε σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Καθώς η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές είναι κατανεμημένη ενέργεια, είναι απόλυτα λογικό η αξιολόγηση αυτή να ξεκινά στον τόπο παραγωγής της. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, η πρώτη υποκατάσταση ισχύος θα πρέπει να αξιολογείται σε τοπικό επίπεδο (π.χ. σε συνοικιακό επίπεδο) για να εκφράζεται η συμβολή που μπορούν να προσφέρουν οι παραγωγοί-καταναλωτές, οι κοινότητες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και άλλοι παραγωγοί. Το τοπικό είναι το επίπεδο στο οποίο πρέπει να υλοποιείται ένας από τους στόχους ή ένα από τα οράματα της Ενεργειακής Ένωσης — η τοποθέτηση των πολιτών στο επίκεντρο του ενεργειακού συστήματος. Το επόμενο επίπεδο θα είναι το περιφερειακό επίπεδο, όπου τα ελλείμματα (υποκατάσταση ισχύος κάτω του 100 %) και τα πλεονάσματα (υποκατάσταση ισχύος άνω του 100 %) θα μπορούσαν να εξισορροπούνται στο μέτρο του δυνατού. Θα έπεται το διαπεριφερειακό, εθνικό και, τελικά, το ευρωπαϊκό επίπεδο. Δεδομένου ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συνεπάγονται σημαντικό συστημικό κόστος για τις ενεργειακές υποδομές, κύριος στόχος είναι η κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε τοπικό επίπεδο· στην αντίθετη περίπτωση, το κόστος πρέπει να βαρύνει τους παραγωγούς ενέργειας.

    2.4.

    Αυτή η προσέγγιση από τη βάση προς την κορυφή που περιγράφεται στο σημείο 2.3 ανταποκρίνεται καλύτερα στη φύση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στις επιλογές ευελιξίας όσον αφορά τους παραγωγούς όλων των μεγεθών, μεταξύ άλλων τις μεγάλες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής και τους μικρούς παραγωγούς, συμπεριλαμβανομένων των λεγόμενων παραγωγών-καταναλωτών.

    2.5.

    Όσον αφορά την Ενεργειακή Ένωση, η προσέγγιση που περιγράφεται στο σημείο 2.3 έχει τρία βασικά πλεονεκτήματα.

    2.5.1.

    Πρώτον, από την άποψη του σχεδιασμού επενδύσεων, πρέπει να προβλεφθεί ο όγκος των εισαγωγών ενέργειας στην ΕΕ που απαιτούνται σήμερα και μελλοντικά. Μόνο τότε μπορούν να αποφευχθούν οι αποτυχημένες επενδύσεις και ιδίως τα αποτρεπτικά αποτελέσματα. Πιο συγκεκριμένα: είναι αδύνατο να εξακριβωθεί σωστά η πραγματική ζήτηση υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ) το 2025, το 2030 και το 2035 χωρίς την περιγραφόμενη ανάλυση. Οιεσδήποτε αποφάσεις αγοράς, ιδίως όσες βασίζονται σε μακροχρόνιες συμβάσεις, ενέχουν τον κίνδυνο να είναι εσφαλμένες, εάν η υποκατάσταση ισχύος δεν αξιολογείται σε τοπικό, περιφερειακό, διαπεριφερειακό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς απαιτούνται μακροπρόθεσμες συμβάσεις για την εξασφάλιση του υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ) τώρα. Η επιτυχία της Ενεργειακής Ένωσης εξαρτάται από αυτήν την ανάλυση, αλλά αυτή δεν υφίσταται.

    2.5.2.

    Το δεύτερο πλεονέκτημα της ανάλυσης της υποκατάστασης ισχύος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των επιλογών ευελιξίας σε τοπικό, περιφερειακό, διαπεριφερειακό και ευρωπαϊκό επίπεδο, είναι ότι αυτή θα συμβάλει στην εφαρμογή ενός μακρόπνοου συστήματος σχεδιασμού ενεργειακών υποδομών που θα καλύπτει το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, το δίκτυο φυσικού αερίου χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών και τα συστήματα τηλεθέρμανσης. Στο σημείο αυτό, είναι εξαιρετικά σημαντικό να αναφερθεί ότι οι υποδομές αερίου στην Ευρώπη πρέπει να είναι έτοιμες για το υδρογόνο. Ωστόσο, δεν υπάρχει επί του παρόντος αξιόπιστο κριτήριο ετοιμότητας για το υδρογόνο. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να αρχίσει να αναπτύσσει τέτοια πρότυπα, με στόχο την υποβολή πρότασης το συντομότερο δυνατόν.

    2.5.3.

    Ένα τρίτο πλεονέκτημα συνδέεται στενά με αυτό που αναφέρεται στο σημείο 1.10: απαιτείται επανεξέταση της σταθερότητας του συστήματος. Το μελλοντικό σύστημα δικτύων μεταφοράς και διανομής στην Ευρώπη και στο επίπεδο των κρατών μελών της ΕΕ θα πρέπει να είναι ένα πλέγμα τυποποιημένων συνδέσεων, διασυνδεδεμένο, που θα καλύπτει τόσο γραμμές υψηλής τάσης που τελούν υπό κεντρική διαχείριση όσο και ενεργειακούς συνεταιρισμούς που βασίζονται σε εμπορευματοποιημένες γραμμές μέσης και χαμηλής τάσης. Σε τοπικό επίπεδο, είναι σημαντικό να επιταχυνθεί η σταδιακή και απλουστευμένη ανάπτυξη της κατανεμημένης ενέργειας μέσω νομικών και οργανωτικών μηχανισμών που θα καταστήσουν δυνατή τη χρήση των λεγόμενων απευθείας γραμμών, την ενίσχυση της δυναμικότητας σύνδεσης και τη συνεργασία με τους παραγωγούς ΑΠΕ για κοινές, καθορισμένες αρχές για τις ΣΑΕ (συμφωνίες αγοράς ενέργειας).

    2.6.

    Σήμερα, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς σε εθνικό επίπεδο δεν ενδιαφέρονται επαρκώς για την ανάπτυξη τοπικών δικτύων που θα αυξήσουν την ευελιξία στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς, κατά την άποψή τους, αυτό ενδέχεται να αποσταθεροποιήσει το σύστημα ηλεκτροπαραγωγής. Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς και διανομής δεν ενθαρρύνονται να επενδύσουν σε τοπικά δίκτυα, επειδή το ισχύον κανονιστικό και πολιτικό περιβάλλον στερείται σαφών κατευθυντήριων γραμμών. Ο κανονισμός για τα τέλη δικτύου παρέχει μόνο κίνητρα για τη μεταφορά και τη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας. Δεν παρέχονται κίνητρα για σχέδια έξυπνης διαχείρισης της ηλεκτρικής ενέργειας. Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι η ανάπτυξη ενεργειακών συνεταιρισμών και του μοντέλου παραγωγής ενέργειας από παραγωγούς-καταναλωτές καθιστά δυνατή την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας σε τοπικό επίπεδο και τη μείωση του φορτίου στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας. Η τοπική κατανάλωση ασταθούς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μειώνει την πίεση στο δίκτυο, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η τοπική κατανάλωση θα πρέπει να είναι η προτιμώμενη επιλογή, όποτε είναι αποδοτική ως προς τους πόρους και το κόστος. Οι παραγωγοί-καταναλωτές και οι ενεργειακές κοινότητες (με τη συμμετοχή διανομέων ενέργειας, τοπικών κυβερνήσεων, επιχειρηματιών και πολιτών) μπορούν να εξισορροπήσουν τους διαθέσιμους πόρους και τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στα νοικοκυριά, τις εταιρείες και τα δημόσια κτίριά τους — ιδίως με την ανάπτυξη τεχνολογιών αποθήκευσης ενέργειας και ψηφιακών τεχνολογιών. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει τον κίνδυνο οι διανομείς ηλεκτρικής ενέργειας να αντιμετωπίσουν εν προκειμένω σύγκρουση συμφερόντων και ζητεί από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές να εξετάσουν μέτρα για την αποφυγή των αρνητικών επιπτώσεων της κάθετης ολοκλήρωσης.

    2.7.

    Υπό το πρίσμα της κακής πρακτικής που περιγράφεται στο σημείο 2.6, καθίσταται ακόμη πιο σημαντικό να ακολουθηθεί η προσέγγιση που περιγράφεται στο σημείο 2.3, προκειμένου να υλοποιηθούν τα τρία πλεονεκτήματα που επεξηγούνται στα σημεία 2.5.1, 2.5.2 και 2.5.3. Συνεπώς, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να καταρτίσει πρόταση σχετικά με τον τρόπο ενσωμάτωσης της προσέγγισης αυτής στην πολιτική της για την Ενεργειακή Ένωση. Για την επίτευξη της στρατηγικής προοπτικής της ενεργειακής ανεξαρτησίας, χωρίς τις αναγκαίες παρεμβάσεις έκτακτης ανάγκης κατά το προηγούμενο έτος, θα χρειαστεί η συνεχής παρακολούθηση και ανάπτυξη των ακόλουθων ζητημάτων:

    ισορροπία των υφιστάμενων πόρων (πετρέλαιο, αέριο, ανανεώσιμες και πυρηνικές πηγές κ.λπ.)·

    ισορροπία των πιθανών πόρων (εξερεύνηση, εξόρυξη συμβατικών πόρων, ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογιών κ.λπ.)·

    πρόγραμμα και ιεραρχία της βέλτιστης ανάπτυξης των διαφόρων πηγών ενέργειας στην Ευρώπη· σύστημα χρηματοδότησης του προγράμματος για την ενεργειακή ανεξαρτησία.

    Αυτό απαιτεί επίσης αξιολόγηση του ποιες υφιστάμενες εγκαταστάσεις που βρίσκονται ακόμη σε λειτουργία θα πρέπει να διατηρηθούν, καθώς και ποιες παλαιές πηγές, συμπεριλαμβανομένων των συμβατικών εγκαταστάσεων, θα πρέπει να αντικατασταθούν με μια ομαλή και συμπληρωματική διαδικασία. Θα πρέπει επίσης να πραγματοποιηθεί ανάλυση της ωφέλειας και του κόστους των τεχνολογιών αναμόρφωσης μεθανίου με ατμό και των τεχνολογιών δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CCS) και δέσμευσης και χρήσης διοξειδίου του άνθρακα(CCU).

    2.8.

    Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι η διαδικασία επιτάχυνσης της αδειοδότησης έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας είναι κρίσιμης σημασίας. Αυτό είναι σημαντικό θέμα, σχετικά εύκολο να επιτευχθεί από την πλευρά της διαδικασίας. Ο βαθμός γραφειοκρατίας επιβραδύνει σαφώς ορισμένα έργα, ιδίως εκείνα που συνεπάγονται μεγάλες δυναμικότητες παραγωγής. Βλέπουμε και εκτιμούμε τις προσπάθειες της Επιτροπής σε αυτόν τον τομέα, αλλά πρέπει επιτέλους να γίνουν αλλαγές.

    2.9.

    Κατά την πραγματοποίηση του έργου που περιγράφεται στο σημείο 2.5.3, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να λάβει υπόψη τη στρατηγική σχέση μεταξύ της ευρωπαϊκής ενεργειακής στρατηγικής και της ανάγκης για ένα ισχυρό, βιώσιμο και καινοτόμο ευρωπαϊκό βιομηχανικό σύστημα, σχέση η οποία δεν έχει εξεταστεί στις εκθέσεις σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης μέχρι σήμερα. Η ΕΟΚΕ, στη γνωμοδότησή της με θέμα Η κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης το 2021 (TEN 767), συνέστησε η διακυβέρνηση και η διαχείριση της Ενεργειακής Ένωσης να επικεντρωθούν πιο εντατικά στις συνέργειες με τη νέα βιομηχανική στρατηγική της ΕΕ. Η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει υπόψη, ξεκινώντας από την επόμενη έκθεση, τη σημασία αυτής της στρατηγικής σχέσης και να διασφαλίσει καλύτερο συντονισμό με την έκθεση στρατηγικών προβλέψεων.

    2.10.

    Ομοίως, ο κεντρικός και ενεργός ρόλος των πολιτών, οι οποίοι θα πρέπει να τεθούν στο επίκεντρο των πολιτικών, δεν εξετάζεται προσηκόντως στο έγγραφο ή στα παραρτήματα. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ακράδαντα ότι οι πολίτες θα πρέπει να βρεθούν στον πυρήνα της Ενεργειακής Ένωσης, να στηριχθούν ώστε να ενταχθούν στην αγορά και να γίνουν πραγματικοί «παραγωγοί-καταναλωτές». Η έννοια της παραγωγής-κατανάλωσης πρέπει να διευρυνθεί ώστε να συμπεριλάβει την κοινή χρήση ενέργειας, την εικονική ιδιοκατανάλωση και άλλες περιπτώσεις παραγωγής-κατανάλωσης που χρησιμοποιούν το δημόσιο δίκτυο. Προς τούτο, η ΕΟΚΕ καλεί τους φορείς χάραξης πολιτικής να ενθαρρύνουν και να προωθήσουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να δοθεί στους πολίτες η δυνατότητα να γίνουν παραγωγοί-καταναλωτές ενέργειας.

    2.11.

    Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να υποβάλουν τα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) έως τον Ιούνιο του 2023. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν ένα σαφές μήνυμα με χάρτη πορείας, που θα τους δώσει τη δυνατότητα να σχεδιάσουν κατάλληλα την πορεία τους στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης, όπως περιγράφεται στο σημείο 2.3, και θα λαμβάνει υπόψη τις συστάσεις που διατυπώνονται στα σημεία 2.7, 2.8, 2.9.

    2.12.

    Οι προγραμματιζόμενες δραστηριότητες για την ανάπτυξη ενός νέου σχεδιασμού της αγοράς πρέπει να τεθούν στο πλαίσιο των προαναφερθεισών πτυχών. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι απαιτείται δράση για τη βελτίωση και τη βελτιστοποίηση του σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ, ενόψει και της μελλοντικής εξέλιξης του ενεργειακού τοπίου, όπως περιγράφεται στο σημείο 2.3, των νέων αναδυόμενων τεχνολογιών, των γεωπολιτικών εξελίξεων και των διδαγμάτων που θα αντληθούν από την τρέχουσα κρίση. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόθεση της Επιτροπής να επανεξετάσει το πλαίσιο του κανονισμού για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας (REMIT) με σκοπό τον μετριασμό των κινδύνων κατάχρησης της αγοράς και καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διατήρηση της λειτουργίας της αγοράς και την αποφυγή των στρεβλωτικών συνεπειών στην τιμολόγηση και της κερδοσκοπίας. Η ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας δεν θα πρέπει να λειτουργεί όπως οι χρηματοπιστωτικές αγορές. Η εσωτερική αγορά ενέργειας πρέπει να δίνει μια ρεαλιστική εικόνα της κατάστασης όσον αφορά το ενεργειακό σύστημα της Ευρώπης. Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στην πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, όπου επισημαίνεται η ανεπάρκεια των πόρων του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER) προκειμένου να δύναται να παρακολουθεί την αγορά με σκοπό την πρόληψη των καταχρήσεων, και καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι ο ACER μπορεί να εκπληρώσει τα σχετικά καθήκοντά του.

    2.13.

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για τη μείωση των επιδοτήσεων των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που παρατηρήθηκε το 2021, ενώ οι επιδοτήσεις των ορυκτών καυσίμων παραμένουν σταθερές. Μετά την κρίση, απαιτούνται αποφασιστικά μέτρα για τον τερματισμό του «ανταγωνισμού ως προς τις επιδοτήσεις» μεταξύ ανανεώσιμων και ορυκτών πηγών ενέργειας. Στην έκθεση της Επιτροπής δεν υπάρχει καμία σχετική αναφορά.

    2.14.

    Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η έκθεση του 2022 σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης δεν δίνει τη δέουσα προσοχή στο ζήτημα του κόστους και των επιπτώσεων που σχετίζονται με τον πυλώνα της ευρωπαϊκής στρατηγικής για τη μείωση της ζήτησης ενέργειας. Συνεπώς, η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή να διερευνήσει περαιτέρω τον τρόπο με τον οποίο η μείωση αυτή θα μπορούσε να επηρεάσει τα διάφορα περιφερειακά πλαίσια, καθώς και να περιγράψει τα εργαλεία που απαιτούνται για τον μετριασμό των επιπτώσεών της.

    2.15.

    Οι πολιτικές για το κλίμα θα έχουν ισχυρό αντίκτυπο στους εργαζομένους και τις επιχειρήσεις και θα απαιτήσουν μαζική κατάρτιση, επανειδίκευση και αναβάθμιση των δεξιοτήτων. Η μετάβαση αυτή θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως ευκαιρία για τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας με ικανοποιητικές συνθήκες εργασίας σε όλους τους τομείς και τις περιφέρειες. Η δίκαιη μετάβαση δεν λαμβάνεται επαρκώς υπόψη στην έκθεση. Η ΕΟΚΕ παροτρύνει την Επιτροπή να ενισχύσει τον μηχανισμό δίκαιης μετάβασης, με ιδιαίτερη έμφαση στις επιπτώσεις στους εργαζομένους, στην απασχόληση και στο βιομηχανικό σύστημα. Ομοίως, η συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στην ανάπτυξη πολιτικών για τη βιωσιμότητα, την ασφάλεια και την αλληλεγγύη θα πρέπει να είναι συνεχής και διαρθρωτικού χαρακτήρα. Η «δίκαιη μετάβαση» δεν αφορά απλώς τη χρηματοδότηση της μετάβασης. Περιλαμβάνει επίσης ως στόχο τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, τη δημιουργία αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας, ποιοτικών θέσεων εργασίας και κοινωνικής ασφάλειας, καθώς και τη διατήρηση και την περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, ενώ απαιτεί ειδικές δράσεις σε όλα τα επίπεδα, ιδίως στο περιφερειακό επίπεδο.

    Βρυξέλλες, 22 Μαρτίου 2023.

    Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Christa SCHWENG


    (1)  Βλ. COM(2015) 80 final με θέμα «Στρατηγική πλαίσιο για μια ανθεκτική Ενεργειακή Ένωση με μακρόπνοη πολιτική για την κλιματική αλλαγή».


    Top