Δελτίο συνοπτικής παρουσίασης
|
Εκτίμηση επιπτώσεων της πρότασης για την ενίσχυση της εντολής της Ευρωπόλ [στοχευμένη αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794].
|
Α. Ανάγκη ανάληψης δράσης
|
Γιατί; Ποιο είναι το πρόβλημα;
|
Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη μ’ ένα ρευστό τοπίο στον τομέα της ασφάλειας, όπου οι απειλές εξελίσσονται και γίνονται διαρκώς πιο σύνθετες. Οι εγκληματίες εκμεταλλεύονται τα πλεονεκτήματα που προσφέρουν ο ψηφιακός μετασχηματισμός και οι νέες τεχνολογίες, όπως τη διασυνδεσιμότητα και το γεγονός ότι τα όρια μεταξύ του φυσικού και του ψηφιακού κόσμου είναι δυσδιάκριτα. Η κρίση της νόσου COVID-19 επιτείνει αυτή την κατάσταση, καθώς οι εγκληματίες άδραξαν γρήγορα τις ευκαιρίες για εκμετάλλευση της κρίσης, προσαρμόζοντας τους τρόπους λειτουργίας τους ή αναπτύσσοντας νέες εγκληματικές δραστηριότητες. Οι απειλές για την ασφάλεια αποκτούν διασυνοριακή διάσταση και απορρέουν από ευρύ φάσμα εγκλημάτων, τα οποία διευκολύνουν. Δεδομένου ότι η ανάληψη δράσης σε εθνικό επίπεδο από μόνη της δεν επαρκεί για την αντιμετώπιση αυτών των διακρατικών προκλήσεων στον τομέα της ασφάλειας, οι αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών αξιοποιούν ολοένα και περισσότερο τη στήριξη και την εμπειρογνωσία που προσφέρει η Ευρωπόλ —ο οργανισμός της ΕΕ για τη συνεργασία στον τομέα της επιβολής του νόμου— με στόχο την καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος και της τρομοκρατίας. Το νέο περιβάλλον απειλών αλλάζει τη μορφή της στήριξης που τα κράτη μέλη χρειάζονται και αναμένουν από την Ευρωπόλ προκειμένου να διασφαλίσουν την ασφάλεια των πολιτών τους, και την αλλάζει μ’ έναν τρόπο που δεν μπορούσε να προβλεφθεί όταν οι συννομοθέτες διαπραγματεύθηκαν την τρέχουσα εντολή της Ευρωπόλ που τέθηκε σε ισχύ το 2016 [κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 για την Ευρωπόλ].
Συγκεκριμένα, υπάρχουν τρία βασικά ζητήματα που αφορούν όλα τις εξελισσόμενες απειλές κατά της ασφάλειας και τις επακόλουθες αλλαγές που επιφέρουν στις επιχειρησιακές ανάγκες των κρατών μελών για την αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτών των απειλών:
1)έλλειψη αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ ιδιωτικών φορέων και των αρχών επιβολής του νόμου για να αντιμετωπιστεί η κατάχρηση διασυνοριακών υπηρεσιών από εγκληματίες·
2)προκλήσεις για τις αρχές επιβολής του νόμου από τα μαζικά δεδομένα·
3)κενά στην καινοτομία και την έρευνα όσον αφορά την επιβολή του νόμου.
Συνιστούν μείζονα προβλήματα λόγω των επιπτώσεών τους στην ασφάλεια, όπως αντικατοπτρίζεται και στις έντονες εκκλήσεις των συννομοθετών για ανάληψη δράσης. Εγείρουν σημαντικές επιλογές πολιτικής που απαιτούν λεπτομερή αξιολόγηση των αιτίων του προβλήματος, των σχετικών στόχων, των διαθέσιμων επιλογών πολιτικής και των επιπτώσεών τους.
|
Τι αναμένεται να επιτευχθεί με την παρούσα πρωτοβουλία;
|
Το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2020, ανταποκρινόμενο στις πιεστικές επιχειρησιακές ανάγκες και τις εκκλήσεις των συννομοθετών για ισχυρότερη στήριξη από την Ευρωπόλ, εξήγγειλε νομοθετική πρωτοβουλία για την ενίσχυση της εντολής της Ευρωπόλ «ώστε να ενισχυθεί η επιχειρησιακή αστυνομική συνεργασία». Πρόκειται για κομβική δράση της στρατηγικής που εξέδωσε η ΕΕ τον Ιούλιο του 2020 για την Ένωση Ασφάλειας. Σύμφωνα με την επιταγή των πολιτικών κατευθύνσεων «να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για την προστασία των πολιτών μας», η πρωτοβουλία αναμένεται να ενισχύσει την Ευρωπόλ ώστε να βοηθήσει τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την ασφάλεια των πολιτών.
Για την αντιμετώπιση των τριών σημαντικών προβλημάτων που διαπιστώθηκαν, η πρωτοβουλία επιδιώκει να επιτύχει τους ακόλουθους στόχους:
1)Στόχος I: Επίτευξη αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ ιδιωτικών φορέων και των αρχών επιβολής του νόμου για να αντιμετωπιστεί η κατάχρηση διασυνοριακών υπηρεσιών από εγκληματίες.
2)Στόχος II: Παροχή της δυνατότητας στις αρχές επιβολής του νόμου να αναλύουν μεγάλα και σύνθετα σύνολα δεδομένων με σκοπό τον εντοπισμό διασυνοριακών διασυνδέσεων, με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
3)Στόχος III: Παροχή στα κράτη μέλη της δυνατότητας να χρησιμοποιούν νέες τεχνολογίες για την επιβολή του νόμου.
|
Ποια είναι η προστιθέμενη αξία της δράσης σε επίπεδο ΕΕ;
|
Το σοβαρό έγκλημα και η τρομοκρατία έχουν διεθνικό χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, η ανάληψη δράσης αποκλειστικά σε εθνικό επίπεδο δεν μπορεί να εξασφαλίσει την αποτελεσματική αντιμετώπισή τους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα κράτη μέλη επέλεξαν να συνεργαστούν εντός του ενωσιακού πλαισίου προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις απειλές που εγείρει το σοβαρό έγκλημα και η τρομοκρατία. Επιπλέον, οι εξελισσόμενες απειλές κατά της ασφάλειας, οι οποίες οξύνονται από τον τρόπο με τον οποίο οι εγκληματίες εκμεταλλεύονται τα πλεονεκτήματα που προσφέρουν ο ψηφιακός μετασχηματισμός και οι νέες τεχνολογίες, απαιτούν επίσης την αποτελεσματική στήριξη του έργου των εθνικών αρχών επιβολής του νόμου σε επίπεδο ΕΕ. Η ενωσιακή δράση παρέχει έναν αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο για την ενίσχυση της στήριξης των κρατών μελών στην καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος και της τρομοκρατίας, ώστε να ανταποκρίνεται σ’ αυτές τις εξελισσόμενες απειλές.
|
Β. Λύσεις
|
Ποιες νομοθετικές και μη νομοθετικές επιλογές πολιτικής έχουν εξεταστεί; Υπάρχει προτιμώμενη επιλογή ή όχι; Γιατί;
|
Εξετάστηκαν διάφορες νομοθετικές και μη νομοθετικές επιλογές πολιτικής. Έπειτα από διαδικασία προεπιλογής, κατά την οποία ορισμένες επιλογές απορρίφθηκαν, αξιολογήθηκαν λεπτομερώς οι ακόλουθες επιλογές πολιτικής:
I.Επιλογές πολιτικής για την επίτευξη του στόχου Ι: Αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ ιδιωτικών φορέων και των αρχών επιβολής του νόμου
·Επιλογή πολιτικής 1: Παροχή στην Ευρωπόλ της δυνατότητας επεξεργασίας δεδομένων που λαμβάνονται απευθείας από ιδιωτικούς φορείς
·Επιλογή πολιτικής 2: Παροχή στην Ευρωπόλ της δυνατότητας ανταλλαγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με ιδιωτικούς φορείς για τη θεμελίωση δικαιοδοσίας
·Επιλογή πολιτικής 3: Παροχή στην Ευρωπόλ της δυνατότητας να πραγματοποιεί απευθείας αναζητήσεις σε βάσεις δεδομένων τις οποίες διαχειρίζονται ιδιωτικοί φορείς
II.Επιλογές πολιτικής για την επίτευξη του στόχου ΙΙ: Ανάλυση μεγάλων και σύνθετων συνόλων δεδομένων με σκοπό τον εντοπισμό διασυνοριακών διασυνδέσεων
·Επιλογή πολιτικής 4: Παροχή στην Ευρωπόλ της δυνατότητας ανάλυσης μεγάλων και σύνθετων συνόλων δεδομένων
·Επιλογή πολιτικής 5: Δημιουργία νέας κατηγορίας υποκειμένων των δεδομένων (πρόσωπα που δεν συνδέονται με κάποιο έγκλημα), τα δεδομένα των οποίων μπορεί να τα επεξεργάζεται η Ευρωπόλ
III.Επιλογές πολιτικής για την επίτευξη του στόχου ΙΙΙ: Χρήση νέων τεχνολογιών για σκοπούς επιβολής του νόμου
·Επιλογή πολιτικής 6: Ρύθμιση της στήριξης της Ευρωπόλ στο ερευνητικό πρόγραμμα της ΕΕ για την ασφάλεια, του εργαστηρίου καινοτομίας της Ευρωπόλ, και της στήριξης της Ευρωπόλ στον κόμβο καινοτομίας της ΕΕ
·Επιλογή πολιτικής 7: Παροχή στην Ευρωπόλ της δυνατότητας επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό την καινοτομία σε τομείς που έχουν σημασία για τη στήριξή της προς τις αρχές επιβολής του νόμου
Έπειτα από λεπτομερή εκτίμηση των επιπτώσεων όλων των επιλογών πολιτικής, η δέσμη των προτιμώμενων επιλογών πολιτικής αποτελείται από την επιλογή πολιτικής 2, την επιλογή πολιτικής 4 και την επιλογή πολιτικής 7.
|
Ποιος υποστηρίζει την κάθε επιλογή;
|
Κατά κανόνα, τα ενδιαφερόμενα μέρη υποστηρίζουν την ενίσχυση της νόμιμης εντολής της Ευρωπόλ ώστε να στηριχθούν τα κράτη μέλη όσον αφορά την πρόληψη και την καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος και της τρομοκρατίας. Τα κράτη μέλη υποστήριξαν ρητά τις προτιμώμενες επιλογές πολιτικής σε διάφορα φόρουμ του Συμβουλίου, καθώς και στη δήλωση που εξέδωσαν οι υπουργοί εσωτερικών στο Συμβούλιο τον Οκτώβριο του 2020 («Δέκα σημεία για το μέλλον της Ευρωπόλ»). Ταυτόχρονα, τα κράτη μέλη έχουν επίγνωση της σημασίας που έχει η εθνική κυριαρχία τους στον τομέα της επιβολής του νόμου από την άποψη των επιχειρησιακών δράσεων και των διαδικασιών. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τάχθηκε υπέρ ενός σημαντικότερου ρόλου για την Ευρωπόλ, υπενθυμίζοντας παράλληλα στο ψήφισμα που εξέδωσε τον Ιούλιο του 2020 ότι «η ενισχυμένη εντολή θα πρέπει να συνοδεύεται από επαρκή κοινοβουλευτικό έλεγχο». Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναμένεται να απαιτήσει λεπτομερή αιτιολόγηση της αναγκαιότητας να ανατεθεί στην Ευρωπόλ οποιαδήποτε νέα ικανότητα επεξεργασίας δεδομένων, καθώς και ισχυρές διασφαλίσεις για την προστασία των δεδομένων. Πράγματι, οι συζητήσεις με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη κατέδειξαν τη σημασία της θέσπισης κατάλληλων εγγυήσεων για τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, και ιδίως του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
|
Γ. Επιπτώσεις της προτιμώμενης επιλογής
|
Ποια είναι τα οφέλη των προτιμώμενων επιλογών (ειδάλλως, των κυριότερων επιλογών);
|
Η δέσμη των προτιμώμενων επιλογών πολιτικής (επιλογή πολιτικής 2, επιλογή πολιτικής 4 και επιλογή πολιτικής 7) αναμένεται ότι θα ανταποκριθεί αποτελεσματικά στα προβλήματα που έχουν διαπιστωθεί και θα παράσχει στην Ευρωπόλ νευραλγικά εργαλεία και ικανότητες για να εντείνει τη στήριξή της προς τα κράτη μέλη με σκοπό την αντιμετώπιση των αναδυόμενων απειλών, με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Από κοινωνική και οικονομική άποψη, οι τελικοί δικαιούχοι όλων των προτιμώμενων επιλογών είναι οι πολίτες, οι οποίοι θα επωφεληθούν άμεσα και έμμεσα από τα χαμηλότερα ποσοστά εγκληματικότητας, τις μειωμένες οικονομικές ζημίες και τις χαμηλότερες δαπάνες που σχετίζονται με την ασφάλεια. Όσον αφορά την αποδοτικότητα, οι κύριοι δικαιούχοι είναι οι εθνικές αρχές επιβολής του νόμου. Οι προτιμώμενες επιλογές αναμένεται να δημιουργήσουν σημαντικές οικονομίες κλίμακας στην ΕΕ, καθώς θα μεταθέσουν καθήκοντα από το εθνικό επίπεδο στην Ευρωπόλ, όταν αυτά μπορούν να εκτελεστούν αποτελεσματικότερα σε ενωσιακό επίπεδο. Οι προτιμώμενες επιλογές πολιτικής προβλέπουν αποδοτικές λύσεις σε προκλήσεις οι οποίες διαφορετικά θα συνεπάγονταν υψηλότερο κόστος, καθώς θα απαιτούσαν την εφαρμογή 27 μεμονωμένων εθνικών λύσεων, ή σε προκλήσεις που δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν καθόλου σε εθνικό επίπεδο λόγω του διακρατικού τους χαρακτήρα.
|
Ποιο είναι το κόστος των προτιμώμενων επιλογών (ειδάλλως, των κυριότερων επιλογών);
|
Οι προτιμώμενες επιλογές πολιτικής συνεπάγονται κυρίως πρόσθετες δαπάνες σε επίπεδο ΕΕ, καθώς θα μεταθέσουν καθήκοντα και υπηρεσίες από το εθνικό επίπεδο στην Ευρωπόλ, όταν μπορούν να εκτελεστούν αποτελεσματικότερα σε ενωσιακό επίπεδο. Στο παρόν στάδιο, είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν με ακρίβεια ορισμένες από τις επιμέρους επιλογές πολιτικής, ιδίως λόγω της πολυπλοκότητας που ενέχει η ανάπτυξη των προτεινόμενων πληροφοριακών υποδομών και συστημάτων. Εκτιμάται ότι θα χρειαστούν πρόσθετα κονδύλια ύψους περίπου 120-150 εκατ. EUR, καθώς και περίπου 150 επιπλέον θέσεις για τη συνολική περίοδο του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (ΠΔΠ), ώστε να διασφαλιστεί ότι η Ευρωπόλ διαθέτει τους αναγκαίους πόρους για την εκτέλεση της αναθεωρημένης εντολής της. Στον βαθμό που αυτές οι επιλογές πολιτικής συνεπάγονται πρόσθετο κόστος σε εθνικό επίπεδο, το κόστος αυτό θα πρέπει να αντισταθμίζεται από τα οφέλη των επιπλέον υπηρεσιών που θα παρέχει η Ευρωπόλ. Δεν αναμένεται σημαντικό πρόσθετο κόστος για τις επιχειρήσεις. Οι προτιμώμενες επιλογές δεν περιλαμβάνουν κανονιστικές υποχρεώσεις για τους πολίτες/καταναλωτές και, ως εκ τούτου, δεν δημιουργούν πρόσθετο κόστος για τα εν λόγω ενδιαφερόμενα μέρη.
|
Πώς θα επηρεαστούν οι μεγάλες, οι μικρομεσαίες και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις;
|
Οι προτιμώμενες επιλογές πολιτικής δεν αναμένεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στις επιχειρήσεις. Μόνο η επιλογή πολιτικής 2 (παροχή στην Ευρωπόλ της δυνατότητας ανταλλαγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με ιδιωτικούς φορείς) θα επηρεάσει άμεσα τις επιχειρήσεις. Ως προς αυτό, οι επιχειρήσεις θα δαπανήσουν πρόσθετους πόρους για τις ανταλλαγές με την Ευρωπόλ, οι οποίοι, ωστόσο, θα αντισταθμιστούν από σημαντικές εξοικονομήσεις, καθώς οι επιχειρήσεις θα δαπανούν λιγότερους πόρους για να βρίσκουν οι ίδιες ποιες είναι οι οικείες εθνικές δικαιοδοσίες και θα είναι λιγότερο εκτεθειμένες σε κινδύνους αστικής ευθύνης κατά την ανταλλαγή δεδομένων με την Ευρωπόλ. Επίσης, οι επιχειρήσεις θα υφίστανται μικρότερη ζημία στη φήμη τους από εγκληματίες που καταχρώνται τις διασυνοριακές υπηρεσίες τους.
|
Θα υπάρξουν σημαντικές επιπτώσεις στους εθνικούς προϋπολογισμούς και στις εθνικές διοικήσεις;
|
Οι προτιμώμενες επιλογές πολιτικής δεν αναμένεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στους εθνικούς προϋπολογισμούς και τις εθνικές διοικήσεις. Παρά το γεγονός ότι τα κράτη μέλη θα διαθέσουν πρόσθετους πόρους για τη συνεργασία με την Ευρωπόλ, το κόστος αυτό αναμένεται ότι θα αντισταθμιστεί σε μεγάλο βαθμό από την εξοικονόμηση πόρων που θα εξασφαλίσουν οι βελτιωμένες υπηρεσίες της Ευρωπόλ στα κράτη μέλη.
|
Θα υπάρξουν άλλες σημαντικές επιπτώσεις;
|
Όλες οι προτιμώμενες επιλογές πολιτικής παρέχουν νέους νομικούς λόγους για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ. Κατά συνέπεια, οι εν λόγω επιλογές πολιτικής έχουν αντίκτυπο στα θεμελιώδη δικαιώματα και ιδίως στα δικαιώματα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 8 του Χάρτη) και στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής (άρθρο 7 του Χάρτη). Για να εξασφαλιστεί η πλήρης συμμόρφωση με τα θεμελιώδη δικαιώματα, η εκτίμηση επιπτώσεων προβλέπει διεξοδική εξέταση των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε όλη τη διάρκεια της ανάλυσής της, με βάση τη λεπτομερή αξιολόγηση των επιλογών πολιτικής όσον αφορά τους περιορισμούς τους στην άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, η οποία:
·περιγράφει τις επιλογές πολιτικής που απορρίφθηκαν σε πρώιμο στάδιο λόγω του σοβαρού αρνητικού αντικτύπου τους στα θεμελιώδη δικαιώματα·
·καθορίζει μια βήμα προς βήμα αξιολόγηση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας·
·σκιαγραφεί τις επιλογές πολιτικής που απορρίφθηκαν, αν υπάρχει λιγότερο παρεμβατική αλλά εξίσου αποτελεσματική επιλογή· και
·παρέχει πλήρη κατάλογο των λεπτομερών διασφαλίσεων για τις επιλογές πολιτικής που συνεπάγονται περιορισμό στην άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, μεταξύ άλλων λόγω της απουσίας λιγότερο παρεμβατικής αλλά εξίσου αποτελεσματικής επιλογής.
Ως εκ τούτου, οι προτιμώμενες επιλογές πολιτικής περιορίζονται αυστηρά σε ό,τι είναι αναγκαίο και αναλογικό και περιλαμβάνουν τις αναγκαίες διασφαλίσεις.
|
Δ. Παρακολούθηση
|
Πότε θα επανεξεταστεί η πολιτική;
|
Η παρακολούθηση και η αξιολόγηση θα πραγματοποιούνται, κατά κύριο λόγο, από τους μηχανισμούς που προβλέπονται στον ισχύοντα κανονισμό της Ευρωπόλ, και ιδίως στο άρθρο 68 (ανά πενταετία). Επιπλέον, οι προτιμώμενες επιλογές πολιτικής θα πρέπει να συνοδεύονται από διάταξη που να απαιτεί εκτίμηση των επιπτώσεών τους στα θεμελιώδη δικαιώματα δύο έτη μετά την έναρξη εφαρμογής τους.
|