ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Βρυξέλλες, 30.11.2020
COM(2020) 766 final
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ
για την πρώτη βραχυπρόθεσμη επανεξέταση του κανονισμού για τον γεωγραφικό αποκλεισμό
{SWD(2020) 294 final}
Σύνοψη
·Ο κανονισμός για τον γεωγραφικό αποκλεισμό απαγορεύει την αδικαιολόγητη διακριτική μεταχείριση πελατών που πραγματοποιούν αγορές αγαθών ή υπηρεσιών. Διασφαλίζει ότι η ιθαγένεια, ο τόπος διαμονής ή ο τόπος εγκατάστασης των πελατών δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως λόγοι για την άρνηση πρόσβασης σε διαδικτυακό κατάστημα (π.χ. για ηλεκτρονικά είδη ή είδη ένδυσης) ή σε υπηρεσία που παρέχεται επιγραμμικά και καταναλώνεται σε μη επιγραμμικό περιβάλλον (π.χ. ενοικίαση αυτοκινήτου) στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων όπου αυτή η διακριτική μεταχείριση αφορά τα μέσα πληρωμής.
·Οι κανόνες αυτοί άρχισαν να ισχύουν στις 3 Δεκεμβρίου 2018. Ο κανονισμός αποτέλεσε τμήμα της δέσμης μέτρων για την ψηφιακή ενιαία αγορά που συμφωνήθηκε για το ηλεκτρονικό εμπόριο. Άλλα συναφή μέτρα για τη διευκόλυνση του διασυνοριακού ηλεκτρονικού εμπορίου περιλάμβαναν νέους κανόνες σχετικά με τις υπηρεσίες διασυνοριακής παράδοσης δεμάτων (σε ισχύ από τον Μάιο του 2018), αναθεωρημένους κανόνες προστασίας των καταναλωτών, καθώς και νέους κανόνες για τον ΦΠΑ στις διαδικτυακές πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών. Ένα σύνολο νέων κανόνων προστασίας των καταναλωτών θα αρχίσει να ισχύει εντός του 2022, ενώ οι κανόνες για τον ΦΠΑ θα αρχίσουν να ισχύουν τον Ιούλιο του 2021.
·Στην παρούσα έκθεση, η Επιτροπή παρουσιάζει τον απολογισμό της πρώτης φάσης εφαρμογής του κανονισμού για τον γεωγραφικό αποκλεισμό. Η διενέργεια μιας πρώιμης επανεξέτασης συμφωνήθηκε στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, εν μέρει με στόχο να αξιολογηθεί η δυνατότητα επέκτασης του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού σε άλλες υπηρεσίες, όπως το περιεχόμενο που προστατεύεται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Από την άλλη πλευρά, η επανεξέταση οριστικοποιήθηκε εν μέσω της έξαρσης της νόσου COVID-19, επομένως τα δεδομένα και η ανάλυση στο πλαίσιο της επανεξέτασης δεν ήταν δυνατόν να λάβουν υπόψη τις πιθανές επιπτώσεις της πανδημίας.
·Όσον αφορά την έως τώρα εφαρμογή, τα πορίσματα της Επιτροπής καταδεικνύουν ότι οι καταναλωτές είναι επαρκώς ενημερωμένοι, καθώς και ότι υπάρχουν κάποια πρώτα θετικά αποτελέσματα. Για παράδειγμα, έχει μειωθεί ο αποκλεισμός της πρόσβασης/εγγραφής σε δικτυακούς τόπους –καθώς και η ανακατεύθυνση των καταναλωτών σε άλλους δικτυακούς τόπους. Ωστόσο, τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν σημειώσει σημαντικές καθυστερήσεις όσον αφορά την εξουσιοδότηση των φορέων επιβολής. Επιπλέον, οι εμπορευόμενοι εξακολουθούν να μην είναι πρόθυμοι να παρέχουν επιλογές διασυνοριακής παράδοσης, η οποία επί του παρόντος δεν περιλαμβάνεται στις υποχρεώσεις που επιβάλλει ο κανονισμός. Στο εγγύς μέλλον είναι πιθανό να σημειωθούν βελτιώσεις σε αυτά τα ζητήματα, ιδίως αφού αρχίσουν να ισχύουν όλα τα μέτρα για το ηλεκτρονικό εμπόριο που έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο της στρατηγικής για την ψηφιακή ενιαία αγορά και αυξηθεί η προβλεψιμότητα δικαίου.
·Όσον αφορά τη σκοπιμότητα της επέκτασης του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού, σε αυτό το χρονικό σημείο, ιδίως σε επιγραμμικό περιεχόμενο προστατευόμενο από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, τα δεδομένα που παρουσιάζονται στην έκθεση δείχνουν ότι οι επιπτώσεις θα διέφεραν ανά είδος περιεχομένου, ανάλογα με το επίπεδο ζήτησης από τους καταναλωτές και τη διαθεσιμότητα του περιεχομένου ανά την ΕΕ. Για παράδειγμα, η επέκταση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού στη μουσική συνεχούς ροής θα μπορούσε να έχει ακόμη και αρνητικές επιπτώσεις στην ευημερία των καταναλωτών, καθώς με αυτόν τον τρόπο ενδέχεται να αυξηθούν οι τιμές σε ορισμένα κράτη μέλη όπου οι υπηρεσίες αυτές είναι σήμερα λιγότερο ακριβές. Η έκθεση προσδιορίζει δυνητικά οφέλη, ιδίως σε ό,τι αφορά το οπτικοακουστικό περιεχόμενο, του οποίου η διαθεσιμότητα περιορίζεται συνήθως εντός των εθνικών συνόρων και στο οποίο η πρόσβαση συχνά υπόκειται σε γεωγραφικό αποκλεισμό. Ωστόσο, η έκθεση προσδιορίζει επίσης πιθανές προκλήσεις όσον αφορά τις επενδύσεις στην παραγωγή περιεχομένου, τις επιπτώσεις στο οικοσύστημα του τομέα συνολικά, καθώς και τις επιπτώσεις στην ευημερία, για τις οποίες απαιτείται περαιτέρω αξιολόγηση. Συνολικά, οι επιπτώσεις της επέκτασης του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις πρακτικές χορήγησης αδειών για δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και από ζητήματα του δικαίου πνευματικής ιδιοκτησίας.
·Στο παρόν στάδιο, η Επιτροπή είναι της άποψης ότι τα πλήρη αποτελέσματα του κανονισμού θα διαφανούν μόνο με την πάροδο του χρόνου, καθώς θα ενισχύεται η επιβολή των κανόνων και θα τίθενται σε εφαρμογή άλλα συναφή μέτρα (για το ηλεκτρονικό εμπόριο), και όταν θα μπορεί πλέον να αξιολογηθεί ο πλήρης αντίκτυπος της κρίσης της νόσου COVID-19 σε διάφορους σχετικούς τομείς. Στο μεσοδιάστημα, οι δράσεις παρακολούθησης θα πρέπει να εστιαστούν στην περαιτέρω παρακολούθηση και ενημέρωση, ενισχύοντας παράλληλα την επιβολή των κανόνων και την καθοδήγηση.
·Όσον αφορά ειδικότερα το οπτικοακουστικό περιεχόμενο, η Επιτροπή θα πραγματοποιήσει διάλογο με ενδιαφερόμενους φορείς με στόχο την προώθηση της κυκλοφορίας ποιοτικού περιεχομένου σε ολόκληρη την ΕΕ. Αυτό θα μπορούσε να υλοποιηθεί ως μέρος της ευρωπαϊκής βιομηχανικής πολιτικής και πολιτικής ανάκαμψης για τους κλάδους των μέσων ενημέρωσης και της δημιουργίας, οι οποίες θα αναπτυχθούν περαιτέρω στο πλαίσιο του επικείμενου σχεδίου δράσης για τα μέσα ενημέρωσης και τον οπτικοακουστικό τομέα.
·Συνεπώς, θα πρέπει να προγραμματιστεί νέος απολογισμός για το 2022. Το αποτέλεσμα αυτής της παρακολούθησης θα καθορίσει αν η Επιτροπή θα εξετάσει κατόπιν το ενδεχόμενο να προτείνει τροποποιήσεις του κανονισμού ή τυχόν περαιτέρω μέτρα παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένης κατάλληλης νομοθετικής παρέμβασης.
1.Εισαγωγή
Σε μια πραγματικά συνδεδεμένη ψηφιακή ενιαία αγορά, οι καταναλωτές αναμένουν απρόσκοπτη πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες σε διασυνοριακό επίπεδο. Από τις 3 Δεκεμβρίου 2018, ο κανονισμός για τον γεωγραφικό αποκλεισμό (στο εξής: κανονισμός) απαγορεύει την αδικαιολόγητη διακριτική μεταχείριση πελατών (καταναλωτών και επιχειρήσεων που πραγματοποιούν αγορές ως τελικοί χρήστες) οι οποίοι πραγματοποιούν διαδικτυακές αγορές, για λόγους που ανάγονται αποκλειστικά στην ιθαγένεια, τον τόπο διαμονής ή τον τόπο εγκατάστασής τους. Αυτό περιλαμβάνει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένας πελάτης πραγματοποιεί διασυνοριακή αγορά και δεν του επιτρέπεται να ολοκληρώσει την αγορά ή του ζητείται να πληρώσει με χρεωστική ή πιστωτική κάρτα από συγκεκριμένη χώρα. Στόχος του κανονισμού ήταν να αυξήσει τις ευκαιρίες διασυνοριακών αγορών για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις: οι καταναλωτές θα πρέπει να είναι σε θέση «να πραγματοποιούν αγορές σαν εγχώριοι πελάτες» οπουδήποτε στην ΕΕ.
Ο κανονισμός προέβλεπε τη διενέργεια επανεξέτασης σε βραχυπρόθεσμη βάση, δηλαδή 18 μήνες μετά την εφαρμογή του, και ότι η εν λόγω επανεξέταση θα πρέπει να περιλαμβάνει αξιολόγηση της σκοπιμότητας της επέκτασης του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού, ιδίως σε επιγραμμικές υπηρεσίες που παρέχουν πρόσβαση σε περιεχόμενο προστατευόμενο από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, όπως μουσική, βιντεοπαιχνίδια, ταινίες και ηλεκτρονικά βιβλία.
Η παρούσα έκθεση περιλαμβάνει τα κύρια πορίσματα της Επιτροπής για την πρώτη περίοδο εφαρμογής του κανονισμού. Είναι διαρθρωμένη σε τρεις κύριες ενότητες: Στην ενότητα 2 εξετάζονται η εφαρμογή από τα κράτη μέλη και τους εμπορευόμενους και οι μεταβαλλόμενες προσδοκίες των καταναλωτών. Στην ενότητα 3 εξετάζονται οι ευκαιρίες και οι προκλήσεις που παρουσιάζει η αλλαγή του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού. Στην ενότητα 4 παρατίθενται τα συμπεράσματα, καθώς και μια σειρά δράσεων παρακολούθησης.
Το συνοδευτικό έγγραφο εργασίας περιέχει αναλυτικότερα στοιχεία και ανάλυση για την τεκμηρίωση αυτών των πορισμάτων.
2.Εφαρμογή του κανονισμού
Η παρούσα ενότητα περιλαμβάνει: i) αρχικά πορίσματα σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού από τα κράτη μέλη· ii) ορισμένες γενικές τάσεις όσον αφορά την ενημέρωση και τις προσδοκίες των καταναλωτών· και iii) λεπτομέρειες σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού από τους εμπορευόμενους. Επίσης συνοψίζει τις συνέργειες με άλλες συναφείς νομοθετικές πρωτοβουλίες που έχουν τεθεί ή πρόκειται να τεθούν σε ισχύ.
1.
2.
2.1.Εφαρμογή από τα κράτη μέλη
Τα κράτη μέλη είχαν την υποχρέωση να ορίσουν, έως την 3η Δεκεμβρίου 2018, έναν ή περισσότερους φορείς υπεύθυνους για την παροχή πρακτικής βοήθειας στους καταναλωτές. Τα κράτη μέλη όφειλαν επίσης να έχουν διασφαλίσει τη διαθεσιμότητα αγωγών παραλείψεως, καθώς και τη μεταξύ τους συνεργασία στο πλαίσιο του δικτύου συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών (ΣΠΚ). Στο δίκτυο ΣΠΚ συμμετέχουν οι αρχές που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών στην ΕΕ. Τα κράτη μέλη είχαν επίσης την υποχρέωση να εξουσιοδοτήσουν αρμόδιους φορείς και να θεσπίσουν μέτρα για τη διασφάλιση της κατάλληλης και αποτελεσματικής επιβολής της εφαρμογής του κανονισμού, ώστε να καταστεί δυνατή η ανάληψη δράσης κατά των εμπορευόμενων που παραβιάζουν τους κανόνες.
Γενικά, διάφορες καθυστερήσεις έχουν σταθεί εμπόδιο στη διαδικασία εφαρμογής από τα κράτη μέλη. Τον Δεκέμβριο του 2018, μόνο έξι κράτη μέλη είχαν θεσπίσει και κοινοποιήσει τα μέτρα και τους φορείς που ορίστηκαν για την επιβολή της εφαρμογής του κανονισμού. Κατόπιν δραστηριοτήτων στενής παρακολούθησης και ελέγχου από την Επιτροπή, τα περισσότερα κράτη μέλη θέσπισαν τα εν λόγω μέτρα την άνοιξη του 2019. Τον Ιούλιο του 2019, έξι κράτη μέλη δεν είχαν ακόμη προβεί σε πλήρη ή μερική κοινοποίηση των μέτρων επιβολής που εφαρμόζονται σε περίπτωση παραβίασης του κανονισμού. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η Επιτροπή κίνησε διαδικασίες επί παραβάσει.
Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στον κανονισμό ισχύουν άμεσα και δεν θίγονται από τις εν λόγω καθυστερήσεις. Ωστόσο, το πρώτο τρίμηνο του 2019, στα περισσότερα κράτη μέλη δεν προβλεπόταν επιβολή ή εποπτεία από δημόσιους φορείς.
Τα περισσότερα κράτη μέλη μεταξύ αυτών που όρισαν αρμόδιους φορείς, επέλεξαν να εξουσιοδοτήσουν αρχές προστασίας των καταναλωτών να ενεργούν ως φορείς επιβολής και τα ευρωπαϊκά κέντρα καταναλωτών ως κέντρα παροχής βοήθειας. Ωστόσο, υπάρχουν μεγάλες διαφοροποιήσεις μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά τα πρόστιμα που επιβάλλονται, ενώ συχνά προβλέπεται ευρύ φάσμα μεταξύ του ελάχιστου και του μέγιστου προστίμου εντός του ίδιου κράτους μέλους. Στις περιπτώσεις γεωγραφικού αποκλεισμού από επιχείρηση σε επιχείρηση, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν μία από τις δύο ακόλουθες προσεγγίσεις, οι οποίες είναι σχεδόν ισομερώς μοιρασμένες μεταξύ των κρατών μελών: είτε αποκλειστικά ιδιωτική επιβολή της νομοθεσίας, μέσω δικαστηρίων· είτε συνδυασμό ιδιωτικής και δημόσιας επιβολής της νομοθεσίας. Συνεπώς, η αποτελεσματικότητα των συστημάτων επιβολής κυρώσεων και επιβολής της νομοθεσίας, ιδίως όσον αφορά τις περιπτώσεις από επιχείρηση σε επιχείρηση, πρέπει να αξιολογηθεί περαιτέρω, μεταξύ άλλων και για να αξιολογηθεί η πρακτική εφαρμογή και η αποτελεσματικότητα των μέσων έννομης προστασίας.
2.2.Ενημέρωση και προστασία των καταναλωτών
Ως μία από τις κύριες πρωτοβουλίες στον τομέα του ηλεκτρονικού εμπορίου που θεσπίστηκαν στο πλαίσιο της στρατηγικής για την ψηφιακή ενιαία αγορά, ο κανονισμός προσέλκυσε την ιδιαίτερη προσοχή των καταναλωτών και των οργανώσεων εκπροσώπησής τους. Ένας από τους λόγους είναι ότι ο κανονισμός ισχυροποιεί τους καταναλωτές, χορηγώντας τους ειδικά δικαιώματα έναντι των διασυνοριακά δραστηριοποιούμενων εμπορευόμενων.
Η Επιτροπή διεξήγαγε επίσης δραστηριότητες αύξησης της ενημέρωσης μέσω διαφόρων διαύλων, πολύ πριν από την έναρξη ισχύος του κανονισμού. Μία από τις δράσεις αυτές ήταν η κατάρτιση εγγράφων με ερωτήσεις και απαντήσεις για την αποσαφήνιση ζητημάτων, τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τους εμπορευόμενους.
Ως εκ τούτου, τον Φεβρουάριο του 2019, ελάχιστους μόλις μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του κανονισμού, περίπου το 50 % των καταναλωτών στην ΕΕ είχαν ήδη ενημερωθεί σχετικά. Περίπου οι μισοί από όσους ενημερώθηκαν θεώρησαν ότι είχαν λάβει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τα ζητήματα που αφορά ο κανονισμός.
Εντούτοις, οι πρώτοι μήνες της εφαρμογής από τους εθνικούς φορείς επιβολής και παροχής βοήθειας, κατέδειξαν ότι, όσον αφορά τις διαφορές και τα προβλήματα που ανέκυψαν, οι καταναλωτές είχαν συχνά μεγαλύτερες προσδοκίες σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που αποτελούν αντικείμενο του κανονισμού. Οι προσδοκίες αυτές ήταν ιδιαιτέρως υψηλές όσον αφορά την άρνηση διασυνοριακής παράδοσης ή τη μη παροχή επιλογών παράδοσης για ορισμένες χώρες, ιδίως από πολυεθνικούς εμπορευόμενους. Σε αυτούς τους τομείς, ο κανονισμός δεν προβλέπει υποχρεώσεις. Η Επιτροπή προτείνει να συνεχιστεί η ενημέρωση σχετικά με τον κανονισμό, παράλληλα με την παρακολούθηση των πρακτικών μάρκετινγκ που ακολουθούν οι εμπορευόμενοι συνολικά και του αντίκτυπου αυτών των πρακτικών στις επιλογές που είναι διαθέσιμες στο κοινό σε ολόκληρη την ΕΕ.
2.3.Εφαρμογή από τους εμπορευόμενους
Κατά τη διάρκεια των πρώτων μηνών εφαρμογής του κανονισμού, η Επιτροπή παρακολούθησε τις πρακτικές μάρκετινγκ των εμπορευομένων μέσω έρευνας με τη μέθοδο των αγορών από «ψευδοπελάτες» καθώς και μέσω των παρατηρήσεων των φορέων επιβολής και παροχής βοήθειας.
Στις έρευνες αγορών από ψευδοπελάτες πραγματοποιούνται πολλές απόπειρες διασυνοριακής αγοράς αγαθών και υπηρεσιών, με σκοπό τη συλλογή δεδομένων σχετικά με πρακτικούς περιορισμούς. Στο πλαίσιο μιας συνήθους έρευνας μελετάται η εμπειρία των πελατών κατά την πραγματοποίηση διασυνοριακών αγορών σε διάφορα στάδια της διαδικασίας των αγορών. Μια βασική έρευνα που διενεργήθηκε το 2015 αποτέλεσε τη βάση για την εκτίμηση των επιπτώσεων της αρχικής πρότασης του κανονισμού.
Η έρευνα που διεξήχθη το 2019, και η οποία κάλυπτε περίπου 9 000 ιστοτόπους, κατέδειξε κάποιες πρώτες θετικές επιπτώσεις του κανονισμού όσον αφορά τη βελτίωση της διασυνοριακής προσβασιμότητας των ιστοτόπων των εμπορευόμενων. Οι περιπτώσεις ανακατεύθυνσης ή άρνησης πρόσβασης σε ιστοτόπους ηλεκτρονικού εμπορίου είχαν μειωθεί συγκριτικά με το 2015, ενώ οι περιορισμοί που απαγόρευαν πλήρως την εγγραφή σε ιστοτόπους είχαν μειωθεί κατά το ήμισυ. Έχουν μειωθεί επίσης και οι αυτόματες αλλαγές στις τιμές κατά την εγγραφή. Συνολικά, το ποσοστό επιτυχίας της ολοκλήρωσης διασυνοριακών αγορών αυξήθηκε ελαφρώς σε σύγκριση με το 2015.
Ωστόσο, περισσότερες από 1 στις 10 απόπειρες διασυνοριακών αγορών από ψευδοπελάτες απέτυχαν κατά το στάδιο της εγγραφής, ενώ παρόμοιο ήταν το ποσοστό αποτυχίας στο στάδιο της πληρωμής. Αυτό οφειλόταν κυρίως σε απαιτήσεις όσον αφορά τον τόπο διαμονής ή τοποθεσίας του συστήματος πληρωμής (π.χ. γίνονταν δεκτές μόνο οι χρεωστικές κάρτες που είχαν εκδοθεί τοπικά). Εξακολουθεί να είναι αναγκαία η αντιμετώπιση αυτών των εμποδίων, τα οποία ενδέχεται: i) να ενέχουν δυσμενή διάκριση· ii) να οδηγήσουν σε στρέβλωση των αποτελεσμάτων και/ή iii) να εμποδίσουν την πρόσβαση σε προσφορές και τη σύγκριση μεταξύ προσφορών. Το ζήτημα αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσω πλήρως λειτουργικών φορέων επιβολής και παροχής βοήθειας σε όλα τα κράτη μέλη.
Οι πρώτες εμπειρίες αυτών των φορέων που έχουν εξουσιοδοτηθεί να επιλύουν ζητήματα γεωγραφικού αποκλεισμού επιβεβαιώνουν αυτά τα δεδομένα. Τα προβλήματα που ανακύπτουν μπορούν συνήθως να αντιμετωπιστούν με «φιλική» παρέμβαση εκ μέρους των εθνικών αρχών και/ή των φορέων παροχής βοήθειας που απευθύνεται προς τον εμπορευόμενο. Αυτό δείχνει ότι ορισμένοι εμπορευόμενοι δεν γνωρίζουν απαραίτητα τις υποχρεώσεις τους ή ότι δεν προετοιμάστηκαν επαρκώς έως την έναρξη ισχύος του κανονισμού ώστε να προσαρμόσουν τις πολιτικές μάρκετινγκ για τους πελάτες που πραγματοποιούν διασυνοριακές αγορές, ήταν ωστόσο πρόθυμοι να προσαρμοστούν από τη στιγμή που έλαβαν τη σχετική ειδοποίηση.
Τα αποτελέσματα αυτά τονίζουν επίσης την ανάγκη για περαιτέρω καθοδήγηση όσον αφορά την εφαρμογή, και για πρόσθετες εκστρατείες ενημέρωσης με στόχο την προώθηση της συμμόρφωσης των εμπορευόμενων. Οι αρχικές πληροφορίες που συνέλεξαν οι εθνικοί φορείς καταδεικνύουν επίσης το όφελος που προκύπτει από τη συνεργασία μεταξύ των αρχών στο πλαίσιο του δικτύου ΣΠΚ. Η συνεργασία αυτή διευκολύνει τη διασυνοριακή επιβολή, αλλά ταυτόχρονα διασφαλίζει τη συνεπή ερμηνεία των κανόνων με τη στήριξη της Επιτροπής.
Ο κανονισμός δεν επιβάλλει στους εμπορευόμενους την υποχρέωση παράδοσης σε διασυνοριακό επίπεδο αν αυτό δεν προβλέπεται στους εφαρμοστέους όρους και προϋποθέσεις. Ωστόσο, η διαδικασία της αγοράς συχνά διακόπτεται στα τελευταία στάδια διότι ο εμπορευόμενος δεν πραγματοποιεί παραδόσεις στη χώρα του αγοραστή, επομένως, στις περιπτώσεις στις οποίες ζητήθηκε διασυνοριακή παράδοση στο πλαίσιο της έρευνας αγορών από ψευδοπελάτες, μόλις 1 στις 3 απόπειρες διασυνοριακής αγοράς ήταν επιτυχημένες.
Αυτό οφείλεται κυρίως στους συνεχιζόμενους περιορισμούς στην παράδοση στο πλαίσιο διασυνοριακών αγορών. Οι περιορισμοί αυτοί εξακολουθούν να επηρεάζουν πάνω από το 50 % από τις απόπειρες αγοράς που πραγματοποιούνται, ακόμη και στην περίπτωση πολυεθνικών εμπορικών επιχειρήσεων που παρέχουν διαφορετικές εθνικές εκδόσεις των ιστοτόπων τους.
Στο παρόν στάδιο, αυτά τα προβλήματα δεν καλύπτονται άμεσα από τον κανονισμό, ενδέχεται όμως να ματαιώνουν τις προσδοκίες των καταναλωτών όσον αφορά την προσβασιμότητα των προσφορών σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ενιαία αγορά. Από την άλλη πλευρά, οι εμπορευόμενοι που δραστηριοποιούνται στο διαδίκτυο εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν διοικητικά εμπόδια (όπως οι απαιτήσεις εγγραφής στα μητρώα ΦΠΑ), ενώ δεν έχουν σαφή εικόνα των απαιτήσεων προστασίας των καταναλωτών που ισχύουν για τις διασυνοριακές πωλήσεις. Τα ζητήματα αυτά ενδέχεται, επομένως, να αποτρέπουν τους εμπορευόμενους από το να συμμετάσχουν πιο ενεργά στο διασυνοριακό εμπόριο.
Οι πληροφορίες αυτές υποδηλώνουν ότι απαιτείται μια ολιστική προσέγγιση προκειμένου να επιτευχθούν πλήρως τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα του κανονισμού. Η προσέγγιση αυτή θα προωθήσει τη διεύρυνση της διασυνοριακής πρόσβασης για τους καταναλωτές, και ταυτόχρονα θα διευκολύνει τη συμμετοχή των εμπορευόμενων στο διασυνοριακό εμπόριο. Στην επόμενη ενότητα εξετάζονται αυτά τα ζητήματα.
2.4.Συνέργειες με το ευρύτερο πλαίσιο της ψηφιακής ενιαίας αγοράς
Τα μέτρα για την ψηφιακή ενιαία αγορά βοηθούν τους εμπορευόμενους να πωλούν αγαθά και να παρέχουν υπηρεσίες ευκολότερα σε διασυνοριακό επίπεδο, καθώς μειώνουν την πολυπλοκότητα και το κόστος, ιδίως για τις ΜΜΕ.
Τούτο περιλαμβάνει μέτρα που αποβλέπουν στα εξής: i) μείωση των διοικητικών εξόδων που συνεπάγεται η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις σχετικά με τον ΦΠΑ για τις διασυνοριακές πωλήσεις αγαθών, ιδίως με την εξάλειψη της απαίτησης εγγραφής για επιχειρήσεις που πραγματοποιούν εξ αποστάσεως πωλήσεις ή παρέχουν υπηρεσίες σε μη υποκείμενους στον φόρο σε κράτη μέλη, στα οποία δεν είναι εγκατεστημένες (έναρξη ισχύος τον Ιούλιο του 2021)· ii) περαιτέρω εναρμόνιση των κανόνων προστασίας των καταναλωτών, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν τα μέσα έννομης προστασίας για ελαττωματικά προϊόντα (από το 2022)· iii) ενίσχυση της συνεργασίας στον τομέα της επιβολής της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών (από τον Ιανουάριο του 2020)· και iv) βελτίωση τόσο της ρυθμιστικής εποπτείας των υπηρεσιών διασυνοριακής παράδοσης δεμάτων όσο και της διαφάνειας των τιμολογίων για την παράδοση δεμάτων (από τον Μάιο του 2018). Η Επιτροπή έχει δεσμευτεί να εντοπίσει και να αντιμετωπίσει τυχόν περαιτέρω διασυνοριακούς φραγμούς.
Η πλήρης και αποτελεσματική εφαρμογή των προαναφερόμενων μέτρων θα έχει αντίκτυπο στις επιπτώσεις του κανονισμού, καθώς τα μέτρα αυτά ενισχύουν την ασφάλεια δικαίου για τους εμπορευόμενους και αίρουν ορισμένους φραγμούς εξαιτίας των οποίων είναι απρόθυμοι να πραγματοποιήσουν συναλλαγές με καταναλωτές σε διασυνοριακό επίπεδο. Συνεπώς, η αποτελεσματικότητα του κανονισμού και η τυχόν ανάγκη για ενδεχόμενες προσαρμογές θα είναι ευκολότερο να αξιολογηθούν με βάση τις γενικότερες συνθήκες της αγοράς, αφού τεθούν πλήρως σε εφαρμογή και αρχίσουν να έχουν επίδραση άλλα μέτρα που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο της στρατηγικής για την ψηφιακή ενιαία αγορά.
Στο μεσοδιάστημα, ακόμη και εντός του εξελισσόμενου κανονιστικού πλαισίου, ορισμένες πρακτικές των εμπορευόμενων οι οποίες ενδέχεται να εισάγουν διακρίσεις και δεν καλύπτονται άμεσα από τον κανονισμό, όπως ο εσκεμμένος περιορισμός, χωρίς αντικειμενική δικαιολόγηση, των επιλογών παράδοσης για κάποια προϊόντα ή σε κάποιους δικτυακούς τόπους σε χώρες που κατά τ’ άλλα εξυπηρετούνται από τον εμπορευόμενο, ενδέχεται να εξακολουθούν να υπόκεινται σε έλεγχο κατά περίπτωση, σύμφωνα με τη γενική ρήτρα για τη μη εισαγωγή διακρίσεων της οδηγίας για τις υπηρεσίες. Συνεπώς, ενδέχεται να συντρέχει ανάγκη για περαιτέρω καθοδήγηση σχετικά με αυτή τη ρήτρα και τη σύνδεσή της με τον κανονισμό.
3.Επέκταση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού
3.1.Ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες που παρέχουν πρόσβαση σε περιεχόμενο που προστατεύεται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας
Όσον αφορά τις υπηρεσίες που παρέχουν πρόσβαση σε προστατευόμενα με τις διατάξεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας έργα (όπως οι υπηρεσίες που παρέχουν πρόσβαση σε μουσική, βιντεοπαιχνίδια ή ταινίες), η ρήτρα επανεξέτασης του κανονισμού καθόρισε ορισμένες ειδικές πτυχές που πρέπει να ληφθούν υπόψη. Ειδικότερα, ο κανονισμός ορίζει ότι η εκτίμηση τυχόν επέκτασης του πεδίου εφαρμογής προϋποθέτει ότι ο εμπορευόμενος ο οποίος παρέχει διασυνοριακή πρόσβαση σε τέτοιου είδους έργα πρέπει να έχει «τα απαιτούμενα δικαιώματα για τα οικεία εδάφη». Αυτό σημαίνει ότι οι καταναλωτές μπορούν να αποκτούν πρόσβαση σε υπηρεσίες επιγραμμικού περιεχομένου σε άλλα κράτη μέλη μόνον εφόσον ο πάροχος υπηρεσιών έχει τα δικαιώματα για τα οικεία εδάφη. Η προσέγγιση αυτή συνάδει γενικώς με τη λογική παρέμβασης που διαπνέει τον κανονισμό και δεν θίγει τη νομοθεσία περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Ωστόσο, δεν απαντά στο ερώτημα ποια είναι αυτά τα «απαιτούμενα δικαιώματα», ιδίως όταν ο εμπορευόμενος ανταποκρίνεται σε ζήτηση που εκφράζεται αυτοβούλως από καταναλωτές που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη (γνωστή ως «παθητικές πωλήσεις»). Πρόκειται για σημαντικό ζήτημα, διότι οι πραγματικές επιπτώσεις της επέκτασης του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού για τον γεωγραφικό αποκλεισμό θα εξαρτηθούν από τις πρακτικές αδειοδότησης και τις πιθανές ερμηνείες των «απαιτούμενων δικαιωμάτων».
Η παρούσα έκθεση προσδιορίζει ορισμένες τάσεις, ευκαιρίες και προκλήσεις που θα μπορούσαν να προκύψουν από την επέκταση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού σε αυτές τις υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένου του οπτικοακουστικού και μη οπτικοακουστικού περιεχομένου, κατόπιν εκτίμησης που βασίζεται στις υποδείξεις της ρήτρας επανεξέτασης, μεταξύ άλλων και του όρου περί «απαιτούμενων δικαιωμάτων». Στηρίζεται σε διάφορες αναλυτικές μελέτες και πηγές δεδομένων, οι οποίες αναλύονται περαιτέρω στο συνοδευτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής. Αναλύονται: i) οι προσδοκίες/απαιτήσεις των καταναλωτών· ii) οι δυνατότητες ποικιλίας και οι επιπτώσεις των τιμών για τους καταναλωτές· και iii) οι επιπτώσεις σε διάφορους τομείς. Λαμβάνονται επίσης υπόψη τα ρυθμιστικά πλαίσια και τα πλαίσια αδειοδότησης, καθώς και οι δυναμικές επιπτώσεις, παράγοντες που είναι ιδιαιτέρως σημαντικοί για τους περίπλοκους και ταχέως εξελισσόμενους κλάδους της δημιουργίας. Ταυτόχρονα, δεδομένου ότι τα διαθέσιμα στοιχεία αφορούν την περίοδο πριν από την κρίση που προκάλεσε η έξαρση της νόσου COVID-19, η ανάλυση δεν ήταν σε θέση να συμπεριλάβει τον αντίκτυπο αυτής της κρίσης στους κλάδους του περιεχομένου που προστατεύεται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.
Μουσική
Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι προσδοκίες –και το ενδιαφέρον– των καταναλωτών σε σχέση με τη διασυνοριακή πρόσβαση σε μουσικό περιεχόμενο έχουν αυξηθεί, αν και στην ΕΕ εξακολουθεί να κυριαρχεί εν πολλοίς η εγχώρια κατανάλωση. Τα επιχειρηματικά μοντέλα που στηρίζονται στη συνδρομή αντιπροσωπεύουν πλέον το 85 % των εσόδων στον τομέα της μουσικής. Αρκετοί πάροχοι που δραστηριοποιούνται σε όλη την ΕΕ, καθώς και ορισμένοι λιγοστοί εθνικοί πάροχοι, δραστηριοποιούνται σε όλα τα κράτη μέλη και προσφέρουν εκτενείς καταλόγους. Εκτενείς κατάλογοι διατίθενται ιδίως από τους παρόχους που δραστηριοποιούνται σε όλη την ΕΕ, με ποσοστό επικάλυψης στα κράτη μέλη που υπερβαίνει το 90 %. Με άλλα λόγια, δεν παρατηρούνται σημαντικές διαφορές όσον αφορά την ποικιλία του ρεπερτορίου που είναι διαθέσιμο στα κράτη μέλη. Συνεπώς, οι υφιστάμενες πρακτικές γεωγραφικού αποκλεισμού σε αυτόν τον τομέα, αποσκοπούν κατά κύριο λόγο στην εφαρμογή στρατηγικών διαφοροποίησης των τιμών μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών και ακολουθούν συγκεκριμένες τάσεις βάσει παραγόντων όπως η διαφορετική ζήτηση ή η διαφορετική αγοραστική δύναμη.
Τα διαθέσιμα στοιχεία καταδεικνύουν ότι το κυριότερο κίνητρο του καταναλωτή για να μεταβεί από μια υπηρεσία σε άλλη είναι η τιμή. Συνεπώς, σε περίπτωση επέκτασης του πεδίου του κανονισμού, οι υφιστάμενες στρατηγικές διαφοροποίησης των τιμών θα ήταν λιγότερο βιώσιμες, και η μεγάλης κλίμακας μετάβαση προς φθηνότερες εκδοχές της ίδιας υπηρεσίας που παρέχονται σε άλλα κράτη μέλη θα μπορούσε ενδεχομένως να έχει σημαντικές επιπτώσεις στα έσοδα των υπηρεσιών μουσικής συνεχούς ροής. Οι πάροχοι είναι πιθανό να απαντήσουν εναρμονίζοντας τις τιμές και, ενδεχομένως, διαφοροποιώντας τις υπηρεσίες που προσφέρουν ενεργά σε διάφορες χώρες.
Με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα, οι συνολικές δυναμικές επιπτώσεις στην ευημερία (τόσο των επιχειρήσεων όσο και των καταναλωτών) της αύξησης της εναρμόνισης των τιμών, δεν φαίνεται να είναι σαφείς επί του παρόντος. Τυχόν μείωση των τιμών σε χώρες όπου παρατηρείται υψηλή ζήτηση (και αύξηση της κατανάλωσης σε αυτές τις χώρες) θα υπεραντισταθμιστεί από την αύξηση των τιμών και τη μείωση της κατανάλωσης σε χώρες χαμηλής ζήτησης. Τα συμπεράσματα αυτά φαίνεται να ενισχύονται περαιτέρω από πρόσθετα στοιχεία σχετικά με τα διαρθρωτικά κενά μεταξύ των χωρών της Ένωσης όσον αφορά την ανάπτυξη του τομέα, και τα οποία έχουν επιπτώσεις στην εξαγωγή και την κατανάλωση μουσικής σε διασυνοριακό επίπεδο.
Ηλεκτρονικά βιβλία
Η ζήτηση για διασυνοριακή πρόσβαση σε ηλεκτρονικά βιβλία φαίνεται χαμηλή σε σχέση με άλλες υπηρεσίες περιεχομένου. Η διάρθρωση της αγοράς συνδυάζει λιγοστές πανευρωπαϊκές πλατφόρμες και πολλούς μικρότερους εθνικούς και περιφερειακούς βιβλιοπώλες/διανομείς, οι οποίοι συχνά προσφέρουν ηλεκτρονικά βιβλία ως συμπλήρωμα στις φυσικές πωλήσεις που πραγματοποιούν, παρά το γεγονός ότι η ζήτηση είναι πιο περιορισμένη και τα περιθώρια χαμηλότερα.
Τυχόν επέκταση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού στα ηλεκτρονικά βιβλία θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των προσβάσιμων ειδών μεμονωμένων καταλόγων σε διασυνοριακό επίπεδο για συγκεκριμένους παρόχους σε συγκεκριμένες χώρες (π.χ. έως 40 % αύξηση σε κάποιες χώρες για τον κατάλογο iTunes), καθώς και σε αύξηση της πρόσβασης σε μικρότερα/εθνικά βιβλιοπωλεία. Ωστόσο, δεν είναι σαφές αν αυτό θα οδηγούσε πράγματι σε αύξηση της πραγματικής ποικιλίας των μεμονωμένων τίτλων που είναι ήδη στη διάθεση των καταναλωτών μέσω διαφόρων παρόχων/εκδόσεων των δικτυακών τόπων των βιβλιοπωλείων που λειτουργούν σε πανευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο.
Η ζήτηση των καταναλωτών σε αυτόν τον τομέα χαρακτηρίζεται από σχετικά υψηλή ευαισθησία ως προς τη γλώσσα, και σχετικά χαμηλή ευαισθησία ως προς την τιμή όσον αφορά τις ξένες υπηρεσίες. Αυτό, σε συνδυασμό με τις πιο περιορισμένες επιπτώσεις των τιμολογιακών διαφοροποιήσεων σε αυτόν τον τομέα, και με τη μη αποκλειστικότητα των καταλόγων (οι οποίοι διατίθενται ήδη σε εθνικό επίπεδο από διάφορους παρόχους), στηρίζει το πόρισμα ότι η επέκταση του κανονισμού θα μπορούσε να έχει θετικές, αν και μάλλον περιορισμένες, επιπτώσεις για τους καταναλωτές, κυρίως λόγω των περιορισμένων μειώσεων των τιμών. Επιπλέον, οι τιμές των βιβλίων σε ορισμένες εθνικές αγορές καθορίζονται από τη νομοθεσία, κάτι το οποίο θα μπορούσε να περιορίσει περαιτέρω αυτόν τον αντίκτυπο και ταυτόχρονα να αυξήσει το κόστος συμμόρφωσης.
Ωστόσο, δεδομένης της διάρθρωσης αυτού του κλάδου, οι αρνητικές επιπτώσεις (λόγω της αύξησης του ανταγωνισμού των τιμών αλλά, πρωτίστως, λόγω της αύξησης του κόστους συμμόρφωσης) είναι πιθανόν να βλάψουν ιδιαιτέρως τα μικρότερα βιβλιοπωλεία. Οι επιπτώσεις αυτές θα γίνουν αισθητές με τη μεγάλη μείωση των μεριδίων της αγοράς και των περιθωρίων πωλήσεων ηλεκτρονικών βιβλίων, αλλά και με την αύξηση των σχετικών λειτουργικών δαπανών και του κόστους συμμόρφωσης για τις διασυνοριακές πωλήσεις.
Παιχνίδια/λογισμικό
Η ζήτηση για διασυνοριακή πρόσβαση σε παιχνίδια και, κατά κύριο λόγο, σε λογισμικό φαίνεται να είναι χαμηλή σύμφωνα με τα τρέχοντα δεδομένα, ιδίως σε σύγκριση με άλλες υπηρεσίες περιεχομένου.
Η διασυνοριακή διαθεσιμότητα των βιντεοπαιχνιδιών (δηλαδή των παιχνιδιών για Π/Υ, κινητά τηλέφωνα και κονσόλες), τουλάχιστον μέσω των μεγάλων πανευρωπαϊκών παρόχων, όπως τα καταστήματα εφαρμογών και οι πλατφόρμες για Π/Υ/κονσόλες, διαφέρει μεταξύ των διαφόρων οικοσυστημάτων διαδικτυακών παιχνιδιών. Όπως και στην περίπτωση των ηλεκτρονικών βιβλίων, οι εθνικοί κατάλογοι παιχνιδιών διαφέρουν ελαφρώς ανά την ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τα παιχνίδια κονσόλας και ορισμένα κράτη μέλη. Όπως και στον τομέα της μουσικής, οι πρακτικές διανομής βιντεοπαιχνιδιών βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στη χορήγηση μη εδαφικών και μη αποκλειστικών αδειών, εν αντιθέσει προς άλλες υπηρεσίες περιεχομένου. Η άρση των περιορισμών της διασυνοριακής πρόσβασης έχει τη δυνατότητα να συμβάλει στην αύξηση της ποικιλίας των προσβάσιμων ειδών που προσφέρονται σε μεμονωμένους καταλόγους (έως 17 % περίπου για την Playstation, σταθμισμένο για την κατάταξη των παιχνιδιών). Ωστόσο, σε όλες τις πλατφόρμες, η έλλειψη διαθεσιμότητας αφορά κυρίως τίτλους με σχετικά χαμηλή ζήτηση/βαθμολογία.
Μολονότι οι τιμολογιακές διαφοροποιήσεις μεταξύ των κρατών μελών φαίνονται κατά μέσο όρο να είναι μικρές, τα στοιχεία καταδεικνύουν ότι τυχόν επέκταση του κανονισμού στα βιντεοπαιχνίδια θα μπορούσε να έχει ορισμένες θετικές επιπτώσεις για τους καταναλωτές, ιδίως μέσω της μείωσης των τιμών και της αύξησης των πωλήσεων. Εντούτοις, για τους παρόχους, η ενδεχόμενη αύξηση της κατανάλωσης δεν φαίνεται να μπορεί να αντισταθμίσει πλήρως τη μείωση των τιμών. Επομένως, μπορεί να αναμένεται πιθανή μείωση των εσόδων των προγραμματιστών/εκδοτών. Οι επιπτώσεις της επέκτασης στην ευημερία συνολικά (επιπτώσεις τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τους παρόχους), θα μπορούσαν να είναι ελαφρώς θετικές, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.
Ωστόσο, ο πιθανός αρνητικός αντίκτυπος θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερος για τους μικρότερους και/ή εθνικούς διανομείς που δραστηριοποιούνται στη διανομή παιχνιδιών για Π/Υ (τομέα στον οποίο λειτουργούν πανευρωπαϊκές πλατφόρμες παράλληλα με εκδότες που πραγματοποιούν άμεσες πωλήσεις) που κατέχουν μικρότερη θέση στην αγορά αλλά υψηλότερες λειτουργικές δαπάνες για τις διασυνοριακέ πωλήσεις. Θα πρέπει επίσης να εξεταστούν οι δυνητικές επιπτώσεις σε ορισμένες εθνικές απαιτήσεις διαφάνειας (όπως τα όρια ηλικίας) που αφορούν ειδικά τα παιχνίδια.
Οπτικοακουστικές υπηρεσίες
Όσον αφορά τις οπτικοακουστικές υπηρεσίες, η εγχώρια κατανάλωση παραμένει διαδεδομένη, ωστόσο η ζήτηση για διασυνοριακή πρόσβαση σε οπτικοακουστικές υπηρεσίες φαίνεται να είναι η υψηλότερη μεταξύ των υπηρεσιών περιεχομένου που προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα. Από τα στοιχεία προκύπτει επίσης ότι η ζήτηση αυτή αυξάνεται, αν και είναι ακόμη σχετικά περιορισμένη· 9 % των χρηστών του διαδικτύου έχουν επιχειρήσει να αποκτήσουν διασυνοριακή πρόσβαση σε οπτικοακουστικό περιεχόμενο, ενώ το 31 % εκδηλώνουν σχετικό ενδιαφέρον.
Ωστόσο, παρά τη δυνητική αυτή διασυνοριακή ζήτηση, η διαθεσιμότητα του οπτικοακουστικού περιεχομένου (ιδίως ταινιών και σίριαλ) στο διαδίκτυο σε ολόκληρη την ΕΕ παραμένει πολύ περιορισμένη (14,1 % κατά μέσο όρο στην ΕΕ-27). Οι κατάλογοι είναι κατακερματισμένοι όσον αφορά τους διαθέσιμους τίτλους και συχνά όσον αφορά τις γλωσσικές εκδόσεις, με τους καταναλωτές σε μικρότερες χώρες να έχουν γενικά πρόσβαση σε πιο περιορισμένο περιεχόμενο. Αυτό εν μέρει οφείλεται στις πρακτικές διανομής που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στη χορήγηση εδαφικών και αποκλειστικών αδειών στον οπτικοακουστικό τομέα, με στόχο τη συγκέντρωση χρηματοδότησης για την παραγωγή. Ωστόσο, ενδέχεται να οφείλεται και στις εμπορικές πρακτικές που κατακερματίζουν την ενιαία αγορά με βάση τα εθνικά σύνορα. Η διασυνοριακή διαθεσιμότητα οπτικοακουστικού περιοχομένου είναι εξαιρετικά χαμηλή όσον αφορά τους καταλόγους των εθνικών παρόχων υπηρεσιών, οι οποίοι εξακολουθούν να μην είναι διαθέσιμοι σε μεγάλο βαθμό σε άλλα κράτη μέλη. Ακόμα και οι μεγάλοι πανευρωπαϊκοί πάροχοι που εδρεύουν κατά κύριο λόγο στις ΗΠΑ προσφέρουν διαφορετικούς καταλόγους στα διάφορα κράτη μέλη, αν και οι δικές τους παραγωγές είναι πιο εύκολα διαθέσιμες σε αυτά.
Τα τελευταία χρόνια, η ΕΕ έχει διευκολύνει τη διασυνοριακή πρόσβαση σε οπτικοακουστικό περιεχόμενο αντιμετωπίζοντας ορισμένα εμπόδια στη διανομή του περιεχομένου, τα οποία σχετίζονται με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Για παράδειγμα, ο κανονισμός για τη φορητότητα παρέχει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνεχίσουν να έχουν πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία για την οποία έχουν πληρώσει όταν ταξιδεύουν εντός της ΕΕ. Η οδηγία για την επιγραμμική μετάδοση τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών προγραμμάτων θα διευκολύνει τη διασυνοριακή προσβασιμότητα ορισμένων τηλεοπτικών προγραμμάτων στις επιγραμμικές υπηρεσίες των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Από την άλλη πλευρά, δεδομένου ότι ο κανονισμός για τον γεωγραφικό αποκλεισμό δεν επηρεάζει τη νομοθεσία περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας αφ’ εαυτής, οι επιπτώσεις της επέκτασης του πεδίου εφαρμογής της στον οπτικοακουστικό τομέα ενδέχεται να εξαρτώνται από τις πρακτικές αδειοδότησης.
Ειδικότερα, οι πρακτικές αδειοδότησης του κλάδου κατά γενικό κανόνα στηρίζονται στην παραδοχή ότι η «κατοχή των απαιτούμενων δικαιωμάτων» υποδηλώνει ότι οι διανομείς περιεχομένου πρέπει να έχουν τα δικαιώματα για διάφορες χώρες στις οποίες το περιεχόμενο καθίσταται διαθέσιμο, και ότι αυτό ισχύει και για τις «παθητικές πωλήσεις» (δηλαδή τις περιπτώσεις στις οποίες δεν υπάρχει ενεργή προώθηση της υπηρεσίας στην περιοχή όπου διαμένει ο καταναλωτής). Συνεπώς, σε αυτή την περίπτωση, αν επεκταθεί ο κανονισμός, οι επιπτώσεις της επέκτασης στην προσβασιμότητα των νέων επιγραμμικών οπτικοακουστικών υπηρεσιών σε διασυνοριακό επίπεδο θα είναι πολύ περιορισμένες. Ο λόγος είναι ότι οι παραγωγοί θα συνέχιζαν να περιορίζουν το πεδίο εφαρμογής των δικαιωμάτων για τα οποία έχει χορηγηθεί άδεια εκμετάλλευσης ή μπορεί ακόμη και να τους παρέχονταν κίνητρα για να το πράξουν ώστε να παρεμποδίσουν την εφαρμογή του κανονισμού σε αδειοδοτημένους διανομείς. Σε αυτό το πλαίσιο, τυχόν επέκταση του κανονισμού στον οπτικοακουστικό τομέα θα είχε ως αποτέλεσμα οι καταναλωτές να αλλάζουν υπηρεσία για λόγους κόστους (αναζητώντας, δηλαδή, φθηνότερες προσφορές περιεχομένου/υπηρεσιών στις οποίες έχουν ήδη πρόσβαση), και κυρίως όσον αφορά διαφορετικές εκδόσεις των πανευρωπαϊκών παρόχων. Βραχυπρόθεσμα, αυτό μπορεί να έχει ελαφρώς θετικές επιπτώσεις στην ευημερία, λόγω της πιθανής αξιοποίησης των αποκλίσεων των τιμών από τους καταναλωτές, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται και η εναρμόνιση, ως ένα βαθμό, των τιμών που εφαρμόζουν οι πάροχοι ως πιθανή στρατηγική μετριασμού. Ταυτόχρονα, η πιθανή απώλεια εσόδων για τον κλάδο ενδέχεται να ενεργοποιήσει μια δυνητικά αρνητική δυναμική στις αγορές της δημιουργίας, της χρηματοδότησης, της παραγωγής και της διανομής σε μεσοπρόθεσμη βάση, η οποία θα έχει τις ανάλογες επιπτώσεις στην ευημερία, καθώς και σε σχέση με την πολιτιστική πολυμορφία.
Ωστόσο, δεν έχουν ακόμη συναχθεί οριστικά συμπεράσματα από την τρέχουσα νομολογία σε σχέση με αυτή την ερμηνεία της νομοθεσίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, ενώ ορισμένα ζητήματα εκκρεμούν ακόμη ενώπιον του ΔΕΕ. Η ανάλυση επιπτώσεων θα επηρεαζόταν αν οι διανομείς δεν χρειάζονταν πρόσθετες άδειες για να ανταποκριθούν στη ζήτηση που εκφράζεται αυτοβούλως από μεμονωμένους καταναλωτές εκτός των εδαφών στα οποία προσφέρουν ενεργά την υπηρεσία. Σε αυτή την περίπτωση, η διασυνοριακή ζήτηση την οποία θα δημιουργούσε η επέκταση του κανονισμού θα καθοριζόταν και από την αναζήτηση των καταναλωτών για νέο περιεχόμενο ή γλωσσικές εκδόσεις που δεν διατίθενται στα οικεία κράτη μέλη, και όχι αναγκαστικά σε χαμηλότερη τιμή. Στο σενάριο αυτό, με βάση τις παραδοχές στο πλαίσιο της μελέτης, τα συνολικά έσοδα των παρόχων επιγραμμικών υπηρεσιών (τουλάχιστον των μεγαλύτερων εξ αυτών) θα μπορούσαν πράγματι να αυξηθούν, καθώς το τοπικό περιεχόμενο θα προσέλκυε νέο κοινό σε διασυνοριακό επίπεδο. Μολονότι αυτή η επέκταση της αγοράς θα μπορούσε δυνητικά να έχει θετικές επιπτώσεις στην ευημερία συνολικά, είναι πολύ δυσκολότερο να προβλεφθεί ο αντίκτυπός της στη διάρθρωση του κλάδου, στους διάφορους παράγοντες της αγοράς, καθώς και στα διάφορα κράτη μέλη, και απαιτείται περαιτέρω αξιολόγηση. Για παράδειγμα, εξακολουθεί να υπάρχει αβεβαιότητα όσον αφορά τον αντίκτυπο των χαρακτηριστικών των αδειών. Από την άλλη πλευρά, η επέκταση του κανονισμού θα μπορούσε να ευνοήσει την αύξηση της παραχώρησης πανευρωπαϊκών αποκλειστικών αδειών, κάτι το οποίο θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις στη διάρθρωση των οικείων αγορών. Ωστόσο, αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει κίνητρο για την ανάπτυξη πρακτικών αδειοδότησης που εστιάζονται στις γλωσσικές και πολιτισμικές διαφορές της ζήτησης, και να επιτρέψουν, συγχρόνως, την εξάπλωση σε διάφορα εδάφη.
Συνολικά, στο πλαίσιο ευρύτερης ανάλυσης του τομέα είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη οι ραγδαίες αλλαγές που υφίσταται ο κλάδος. Από οικονομική άποψη, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εξεταστούν τόσο οι βραχυπρόθεσμες όσο και οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις, π.χ. στο πλαίσιο της αξιολόγησης των επενδυτικών κινήτρων, με τα διάφορα επιχειρηματικά μοντέλα και τις αξιακές αλυσίδες διανομής να διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη χρηματοδότηση και τη διανομή περιεχομένου. Για παράδειγμα, οι συνδρομητικές υπηρεσίες συνεχούς ροής αναμένεται να συνεχίσουν να παρουσιάζουν σταθερή άνοδο στο μέλλον, με αύξηση του αριθμού των παγκόσμιων και εθνικών πλατφορμών, πραγματοποίηση σημαντικών επενδύσεων σε τοπικό περιεχόμενο και διασυνοριακή διανομή αυτού του περιεχομένου, μεταξύ άλλων και μέσω συμφωνιών εταιρικής σχέσης.
Άλλοι τομείς
Η Επιτροπή εξέτασε άλλους τομείς που δεν καλύπτονται από τον κανονισμό, με στόχο να αξιολογήσει πιθανούς αδικαιολόγητους περιορισμούς (που εφαρμόζουν οι εμπορευόμενοι), οι οποίοι θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με τον κανονισμό.
Όσον αφορά τις μεταφορές, η αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων έχει ήδη ενσωματωθεί στην ισχύουσα ειδική τομεακή νομοθεσία της ΕΕ ή στη νομοθεσία για τα δικαιώματα των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών, η οποία επί του παρόντος βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση. Από τα αποτελέσματα της έρευνας αγορών από ψευδοπελάτες που διενεργήθηκε το 2019, προκύπτει ότι οι πρακτικές γεωγραφικού αποκλεισμού στους διάφορους τομείς μεταφορών (αεροπορικές μεταφορές, μεταφορές με λεωφορείο, μεταφορές με τρένο και θαλάσσιες μεταφορές) είναι μάλλον σπάνιες, αν και είναι ελαφρώς πιο διαδεδομένες στους τομείς των σιδηροδρομικών και των θαλάσσιων μεταφορών. Αυτό υποδηλώνει ότι υπάρχει ανάγκη να διασφαλιστεί ότι η ρήτρα απαγόρευσης των διακρίσεων που προτείνεται στο πλαίσιο της αναδιατύπωσης του κανονισμού για τα δικαιώματα των επιβατών των σιδηροδρομικών μεταφορών θα εγκριθεί ταχέως από τους συννομοθέτες. Γενικότερα, ωστόσο, δεν φαίνεται επί του παρόντος να υπάρχει ανάγκη να συμπεριληφθούν στον κανονισμό οι υπηρεσίες μεταφορών. Αυτό οφείλεται: i) στη γενική σπανιότητα των πρακτικών γεωγραφικού αποκλεισμού στον τομέα των μεταφορών· ii) σε ειδικές ρήτρες απαγόρευσης των διακρίσεων που περιλαμβάνονται σε άλλες τομεακές πράξεις που αφορούν τις μεταφορές (αεροπορικές, θαλάσσιες μεταφορές, μεταφορές με λεωφορείο ή πούλμαν)· iii) στην επικείμενη νομοθετική πρωτοβουλία για τις σιδηροδρομικές μεταφορές και iv) στον πιθανό αντίκτυπο των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας που ισχύουν στα κράτη μέλη.
Οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, οι τηλεπικοινωνίες και οι υπηρεσίες υγείας παρουσιάζουν ειδικά χαρακτηριστικά που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν εξετάζονται οι τρόποι αντιμετώπισης των πιθανών αδικαιολόγητων φραγμών στη διασυνοριακή πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες. Για παράδειγμα, η διασυνοριακή παροχή μπορεί να ενεργοποιήσει τομεακές εποπτικές απαιτήσεις ή ενδέχεται να υπόκειται σε ορισμένες εγγυήσεις και πρόσθετους ελέγχους που απαιτούνται ή επιτρέπονται δυνάμει της ειδικής τομεακής νομοθεσίας, με αποτέλεσμα η καθολική επέκταση μιας οριζόντιας πράξης, όπως είναι ο κανονισμός, να μη φαίνεται δικαιολογημένη.
4.Δράσεις παρακολούθησης που θα αναληφθούν από την Επιτροπή
Στο παρόν στάδιο, η προκαταρκτική άποψη της Επιτροπής είναι ότι είναι πολύ νωρίς για να αξιολογηθούν όλες οι άμεσες και οι έμμεσες επιπτώσεις της εφαρμογής του ισχύοντος κανονισμού και για να προσδιοριστούν οι σχετικές τροποποιήσεις. Παρά τον βραδύ ρυθμό εφαρμογής, οι πρώτες θετικές επιπτώσεις που καταγράφονται στην παρούσα έκθεση καταδεικνύουν ότι υπάρχουν, σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, δυνατότητες για την επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων με την πάροδο του χρόνου, ιδίως μέσω της καλύτερης επιβολής των κανόνων στα κράτη μέλη. Επιπλέον, κατά τους προσεχείς 12-18 μήνες, θα πρέπει να παρακολουθούνται τυχόν συνέργειες με άλλα μέτρα στο πλαίσιο της ψηφιακής ενιαίας αγοράς για την ενίσχυση της πρόσβασης των πελατών στις προσφορές.
Όσον αφορά ενδεχόμενη επέκταση του κανονισμού στις ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες που παρέχουν πρόσβαση σε περιεχόμενο που προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα, απαιτείται επίσης περαιτέρω αξιολόγηση και εξέταση. Από την ανάλυση προκύπτει ότι ο γεωγραφικός αποκλεισμός σε αυτούς τους τομείς υποκινείται από διαφόρους παράγοντες και δυναμικές της αγοράς, και ότι τυχόν επέκταση του κανονισμού θα μπορούσε ενδεχομένως να έχει διαφορετικές επιπτώσεις στους διάφορους τομείς. Τυχόν θετικά αποτελέσματα, ιδίως για τους καταναλωτές, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις πρακτικές χορήγησης αδειών για δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και από τις σχετικές προσεγγίσεις, για τις οποίες απαιτείται περαιτέρω ανάλυση. Αυτό ισχύει ιδίως για τον οπτικοακουστικό τομέα, όπου ενδέχεται να υπάρχουν πράγματι πιθανές σχετικές βελτιώσεις όσον αφορά τη διαθεσιμότητα περιεχομένου. Αυτό ενισχύει την ανάγκη να εξεταστεί το ζήτημα της πρόσβασης των καταναλωτών σε περιεχόμενο, ιδίως σε οπτικοακουστικό περιεχόμενο, στο ευρύτερο πλαίσιο της στήριξης της ανάκαμψης και του μετασχηματισμού του κλάδου με το μελλοντικό σχέδιο δράσης της Επιτροπής για τα μέσα ενημέρωσης και τον οπτικοακουστικό τομέα. Η Επιτροπή θα ξεκινήσει διάλογο με τους ενδιαφερόμενους φορείς, προκειμένου να προσδιορίσει τους τρόπους προώθησης της κυκλοφορίας οπτικοακουστικού περιεχομένου σε ολόκληρη την ΕΕ και, ταυτόχρονα, να προτείνει δράσεις για τη στήριξη της ανάκαμψης του κλάδου. Η Επιτροπή θα συνεχίσει επίσης τις προσπάθειές της για τη στήριξη της βιωσιμότητας άλλων τομέων, όπως ο τομέας της μουσικής, στο πλαίσιο της ειδικής πρωτοβουλίας «Music Moves Europe», βάσει μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης ευρωπαϊκής στήριξης του εν λόγω τομέα.
Στο μεσοδιάστημα, η άρση των υφιστάμενων φραγμών και η εξάλειψη της διακριτικής μεταχείρισης εις βάρος των πελατών εξακολουθούν να αποτελούν προτεραιότητα για την Επιτροπή. Προτείνονται οι ακόλουθες άμεσες δράσεις παρακολούθησης.
·Πρώτον, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η πλήρης αξιοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρει ο ισχύων κανονισμός. Προς τον σκοπό αυτόν απαιτούνται τα εξής: i) πλήρης εφαρμογή του από τα κράτη μέλη· ii) ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών και της Επιτροπής στο πλαίσιο του νέου δικτύου ΣΠΚ· iii) περαιτέρω καθοδήγηση σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού και τη σχέση του με το ευρύτερο πλαίσιο απαγόρευσης των διακρίσεων της οδηγίας για τις υπηρεσίες.
·Δεύτερον, απαιτούνται συνεχείς δραστηριότητες ενημέρωσης των εμπορευόμενων και των καταναλωτών σχετικά με τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματά τους. Η Επιτροπή θα πρέπει να συμμετάσχει σε αυτές τις δραστηριότητες μαζί με τους ενδιαφερόμενους φορείς και τις αρμόδιες αρχές.
·Τρίτον, η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις της αγοράς που αφορούν την πρόσβαση των καταναλωτών σε προσφορές εντός της ενιαίας αγοράς, ενόψει και της επικείμενης εφαρμογής των υπόλοιπων μέτρων για το ηλεκτρονικό εμπόριο που έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο της στρατηγικής για την ψηφιακή ενιαία αγορά.
·Τέλος, η Επιτροπή θα συγκεντρώσει τις παρατηρήσεις που θα διατυπώσουν οι ενδιαφερόμενοι φορείς σχετικά με τα συμπεράσματα αυτής της πρώτης έκθεσης που εκπονήθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα από την έναρξη της εφαρμογής του κανονισμού, καθώς και τα πορίσματα και τα στοιχεία επί των οποίων αυτά στηρίχθηκαν (μεταξύ άλλων και σχετικά με τη διαθεσιμότητα του περιεχομένου που προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα). Οι ενδιαφερόμενοι φορείς θα μπορούσαν επίσης να παράσχουν καίρια σχόλια σχετικά με τις βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις της κρίσης της νόσου COVID-19, τα οποία δεν ήταν δυνατόν να ληφθούν υπόψη στην παρούσα έκθεση.
Η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις επιπτώσεις του κανονισμού επί τη βάσει στοιχείων που συγκεντρώνει και παρατηρήσεων που υποβάλλουν οι ενδιαφερόμενοι φορείς, καθώς και την εφαρμογή των μέτρων για την ψηφιακή ενιαία αγορά, ενώ έχει στόχο να πραγματοποιήσει, πριν από το τέλος του 2022, απολογισμό της προόδου όσον αφορά τον περιορισμό των διασυνοριακών φραγμών. Ειδικότερα, θα αξιολογήσει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί όσον αφορά τη διαθεσιμότητα οπτικοακουστικού περιεχομένου μετά τον διάλογο με τον κλάδο. Το αποτέλεσμα αυτής της παρακολούθησης θα καθορίσει αν η Επιτροπή θα εξετάσει κατόπιν το ενδεχόμενο να προτείνει τροποποιήσεις του κανονισμού ή τυχόν περαιτέρω μέτρα παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένης κατάλληλης νομοθετικής παρέμβασης.