Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52018AE0170

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/73/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου» [COM(2017) 660 final — 2017/0294(COD)]

    EESC 2018/00170

    ΕΕ C 262 της 25.7.2018, p. 64–68 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    25.7.2018   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 262/64


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/73/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου»

    [COM(2017) 660 final — 2017/0294(COD)]

    (2018/C 262/11)

    Εισηγήτρια: η κ.

    Baiba MILTOVIČA

    Αιτήσεις διαβούλευσης

    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 29.11.2017

    Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 22.11.2017

    Νομική βάση:

    Άρθρο 194 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

     

     

    Αρμόδιο τμήμα

    Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών

    Υιοθετήθηκε από το τμήμα

    5.4.2018

    Υιοθετήθηκε από την ολομέλεια

    19.4.2018

    Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

    534

    Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

    (υπέρ/κατά/αποχές)

    149/1/3

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1.

    Η κοινωνία των πολιτών στο σύνολό της μπορεί να σημειώσει άνθιση μόνο υπό το άγρυπνο βλέμμα του κράτους δικαίου. Ως εκ τούτου, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, σημειώνοντας, ωστόσο, ορισμένα σημεία διαφωνίας με την Επιτροπή και εκφράζοντας τη λύπη της για την αρχική εποπτεία η οποία δημιούργησε το νομικό κενό που επιδιώκει να καλύψει η υπό εξέταση οδηγία, υποστηρίζει τις προθέσεις των προτεινόμενων τροπολογιών στην οδηγία του 2009 για το φυσικό αέριο διότι αναμένονται να οδηγήσουν σε καλύτερη ολοκλήρωση της αγοράς και ασφάλεια εφοδιασμού.

    1.2.

    Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις στην οδηγία για το φυσικό αέριο (1) είχαν ως αποτέλεσμα εκτενείς συζητήσεις και διαφωνίες σε επίπεδο κρατών μελών. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι υφίστανται σημαντικά ζητήματα αρχής και αλληλεγγύης που πρέπει να αντιμετωπιστούν χωρίς να αφήνουν περιθώριο αμφιβολίας.

    1.3.

    Πρέπει να αναγνωριστούν πλήρως οι πολιτικές και οικονομικές ευαισθησίες, πράγμα που δεν ισχύει σήμερα· και η ΕΕ όμως θα πρέπει να κρίνει κατά πόσο είναι εφικτός ο στόχος μιας συνεκτικής, βιώσιμης και δίκαιης αγοράς ενέργειας για όλα τα κράτη μέλη στο τρέχον πολιτικό κλίμα. Το βραχυπρόθεσμο διακύβευμα είναι για ορισμένα κράτη μέλη η πρόκληση να παραιτηθούν από αυτό που θεωρούν εθνικό τους συμφέρον, για να στηρίξουν σαφείς και συνεκτικές ρυθμιστικές αρχές που θα εφαρμόζονται στην ενιαία αγορά στο πλαίσιο του ενεργειακού εφοδιασμού και της ενεργειακής ασφάλειας. Μακροπρόθεσμα, η πρόκληση είναι διαφορετική, και ελλοχεύει ο κίνδυνος να παγιδευτούμε σε δαπανηρές υποδομές ορυκτών καυσίμων που, μέσω της διευκόλυνσης της αυξανόμενης εξάρτησης, ενδέχεται να μειώσουν την ικανότητα της ΕΕ να επιτύχει τις κλιματικές της δεσμεύσεις.

    1.4.

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η κατάργηση της εξωτερικής εξάρτησης είναι ένα μακρόπνοο πρόγραμμα που απαιτεί περαιτέρω ανάπτυξη όσον αφορά τη διασυνδεσιμότητα του εφοδιασμού με φυσικό αέριο μεταξύ των κρατών μελών, τη βελτίωση της ικανότητας αποθήκευσης, την αύξηση της ικανότητας εναλλακτικών επιλογών εφοδιασμού όπως το υγροποιημένο φυσικό αέριο (ΥΦΑ) και την αναγνώριση του ολοένα και σημαντικότερου ρόλου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

    1.5.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι ένας τομέας κανονιστικής αβεβαιότητας (όσον αφορά τα μελλοντικά κατασκευαστικά προγράμματα λόγω της έλλειψης σαφήνειας ως προς την προτεινόμενη διαδικασία παρέκκλισης) ενδέχεται να αποτελέσει κίνδυνο για την ασφάλεια των επενδύσεων και να παρακωλύσει τον ανταγωνισμό στην ελεύθερη αγορά μεταξύ των εθνικών και των περιφερειακών αρχών για την προσέλκυση επενδύσεων. Αυτό πρέπει να αξιολογηθεί παράλληλα με τις σημαντικές βελτιώσεις στην αγορά φυσικού αερίου μέσω κανονιστικών διαδικασιών που θεσπίστηκαν τις τελευταίες δύο δεκαετίες.

    1.6.

    Προηγούμενες θέσεις της ΕΟΚΕ σε πολυάριθμες γνωμοδοτήσεις σχετικά με την ενεργειακή και κλιματική πολιτική κατά τα πρόσφατα έτη (2) έχουν τονίσει ότι μόνο μέσω σαφούς και αποτελεσματικής διακυβέρνησης —και σε σημαντικό βαθμό μέσω πολιτικού ρεαλισμού και βούλησης— μπορούν να επιλυθούν τα ευαίσθητα αυτά ζητήματα που αφορούν τον ενεργειακό εφοδιασμό. Η υπό εξέταση πρόταση της Επιτροπής συμμερίζεται αυτές τις θέσεις και πρέπει να προχωρήσει με ταχείς ρυθμούς.

    1.7.

    Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ωστόσο ότι ενδέχεται να υπάρξει σειρά νομικών ενστάσεων απέναντι στις τροπολογίες και ότι σίγουρα θα υπάρξουν ουσιαστικές πολιτικές διαφωνίες και εμπορικής φύσεως προβληματισμοί από ορισμένους φορείς της αγοράς. Σε αυτό το πλαίσιο, η έλλειψη εκτίμησης αντικτύπου είναι λυπηρή.

    1.8.

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις προτεινόμενες τροποποιήσεις στην οδηγία για το φυσικό αέριο, οι οποίες αποσκοπούν να εξασφαλίσουν ότι, εντός της δικαιοδοσίας της ΕΕ, οι θεμελιώδεις αρχές του ενεργειακού δικαίου της ΕΕ, όπως π.χ. η πρόσβαση τρίτων, η ρύθμιση των τιμολογίων, ο διαχωρισμός της ιδιοκτησίας και η διαφάνεια θα εφαρμόζονται για τις γραμμές διασύνδεσης φυσικού αερίου της ΕΕ με τρίτες χώρες. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι απαραίτητες τροποποιήσεις στην οδηγία για το φυσικό αέριο θα πρέπει να εγκριθούν χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση, ενώ, συγχρόνως, δεν θα πρέπει να αφήνουν καμία νομική αβεβαιότητα όσον αφορά την πλήρη εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ στις υπάρχουσες και τις προγραμματισμένες γραμμές διασύνδεσης.

    1.9.

    Η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι κάθε δυνατότητα εξαίρεσης από την εφαρμογή των κύριων διατάξεων της οδηγίας θα πρέπει να είναι αυστηρά περιορισμένη χρονικά (π.χ. κατ’ ανώτατο όριο δέκα έτη), να χορηγείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατόπιν συνολικής αξιολόγησης από την Επιτροπή, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι τυχόν εξαιρέσεις δεν θα αντίκεινται στους στόχους της Ενεργειακής Ένωσης και δεν θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στον ανταγωνισμό και την αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς αερίου της ΕΕ, αλλά ούτε στην ασφάλεια εφοδιασμού με αέριο της Ένωσης.

    2.   Εισαγωγή

    2.1.

    Το φυσικό αέριο παραμένει μία από τις κύριες πηγές πρωτογενούς ενέργειας για την ΕΕ, και η αποδοτική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς αερίου διαδραματίζει σημαντικό ρόλο, τόσο στην οικονομία όσο και στην ενεργειακή ασφάλεια πολλών κρατών μελών της ΕΕ. Αληθεύει επίσης ότι η εξάρτηση της ΕΕ σε εισαγωγές ενέργειας όλων των μορφών αυξάνεται σταθερά τα τελευταία 25 έτη, από 44 % το 1990 σε 53 % το 2015. Εισάγεται σχεδόν το 70 % του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται στην ΕΕ, το 90 % του οποίου φτάνει μέσω αγωγών από τρίτες χώρες. Ο μεγαλύτερος πάροχος είναι η Ρωσία, που καταλαμβάνει συνολικό μερίδιο περίπου 40 %, αν και σε ορισμένες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης το μερίδιο είναι πολύ υψηλότερο.

    2.2.

    Αναγνωρίζοντας ότι η εξάρτηση αυτή μπορεί επίσης να δημιουργήσει ευπάθεια, μία από τις σημαντικότερες πτυχές της οδηγίας για το Φυσικό Αέριο ήταν να βελτιώσει τη διασυνδεσιμότητα του εφοδιασμού με φυσικό αέριο μεταξύ των κρατών μελών, να βελτιώσει την ικανότητα αποθήκευσης και να αυξήσει την ικανότητα εναλλακτικών επιλογών εφοδιασμού όπως το υγροποιημένο φυσικό αέριο. Πάγιος στόχος της Ενεργειακής Ένωσης είναι να αυξηθεί η εσωτερική ανθεκτικότητα και να αναγνωριστεί παράλληλα ότι η κατάργηση της εξωτερικής εξάρτησης είναι μακρόπνοο πρόγραμμα.

    2.3.

    Η οδηγία για το φυσικό αέριο θέσπισε κοινούς κανόνες για τη μεταφορά, τη διανομή, την προμήθεια και την αποθήκευση φυσικού αερίου μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, αλλά δεν ισχύει για αγωγούς που συνδέουν τα κράτη μέλη με τρίτες χώρες. Με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις, η υπό εξέταση οδηγία έχει σκοπό να επεκτείνει τις αρχές της οδηγίας για το φυσικό αέριο στους υπάρχοντες και μελλοντικούς αγωγούς έως τα σύνορα της ΕΕ. Ορισμένοι από αυτούς, για παράδειγμα εκείνοι που εισέρχονται στην ΕΕ από εδάφη της Ενεργειακής Κοινότητας, υπόκεινται ήδη στην οδηγία για το φυσικό αέριο. Ωστόσο, υπάρχουν αγωγοί φυσικού αερίου που θα επηρεαστούν από την εν λόγω πρόταση και εισέρχονται στην ΕΕ από τη Νορβηγία, την Αλγερία, τη Λιβύη, την Τυνησία, το Μαρόκο και τη Ρωσία, και η πρόταση μπορεί επίσης να έχει αντίκτυπο —μετά το Brexit— σε αγωγούς που συνδέουν το Ηνωμένο Βασίλειο με τα κράτη μέλη της ΕΕ.

    2.4.

    Είναι σαφές ότι η νομοθεσία της ΕΕ εφαρμόζεται μόνο σε εδάφη της ΕΕ και όχι σε τρίτες χώρες, αλλά οι εν λόγω τροποποιήσεις διασφαλίζουν ότι τούτο θα ισχύει σε όλες τις νομικές και συμβατικές ρυθμίσεις μεταξύ ενός κράτους μέλους και μιας τρίτης χώρας στο σημείο εισόδου του αγωγού στη δικαιοδοσία της ΕΕ. Ωστόσο, καθένα από τα κράτη μέλη που συνάπτει τέτοιου είδους συμφωνίες με προμηθευτές τρίτων χωρών θα είναι σε θέση να χορηγεί παρεκκλίσεις από πολλές από τις βασικές αρχές της οδηγίας για το φυσικό αέριο για υφιστάμενους αγωγούς. Οι νέοι, προγραμματισμένοι ή υπό κατασκευή αγωγοί κατά τη στιγμή έναρξης ισχύος της οδηγίας, θα υπόκεινται σε όλες τις απαιτήσεις της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου. Σε περίπτωση που οι εθνικές αρχές και η Επιτροπή διαπιστώσουν πως υπάρχει αιτιολογημένο αίτημα εξαίρεσης, θα είναι δυνατή η δημιουργία κανονιστικού πλαισίου για συγκεκριμένο έργο. Στην πράξη, αυτό θα δώσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ένα σημαντικό, αν όχι καθοριστικό ρόλο όσον αφορά τους όρους πρόσβασης στην αγορά και τα ρυθμιστικά ζητήματα κάθε συμφωνίας για νέους αγωγούς φυσικού αερίου. Οι αρμοδιότητες αυτές μπορούν να θεωρηθούν βασικός μηχανισμός συμμόρφωσης για τη διαμόρφωση της ευρύτερης αγοράς ενεργειακού εφοδιασμού και για τη διατήρηση ισορροπίας μεταξύ της οικονομικής προσιτότητας, της ασφάλειας και της βιωσιμότητας. Η προσέγγιση αυτή αναγνωρίζεται από την Επιτροπή ως σύμφωνη με το πλαίσιο διακυβέρνησης της Ενεργειακής Ένωσης και των συνολικών της στόχων.

    3.   Κύρια σημεία της πρότασης της Επιτροπής

    3.1.

    Η επέκταση των αρχών της οδηγίας για το φυσικό αέριο θεωρείται σημαντική επειδή η διαδικασία δημιουργίας εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου στην ΕΕ πρέπει να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι τα συστήματα μεταφοράς φυσικού αερίου μοιάζουν με φυσικό μονοπώλιο. Οι τεράστιες επενδύσεις που απαιτούνται για τη δημιουργία των εν λόγω επιχειρήσεων μαζικών υποδομών δημιουργούν εξαιρετικά μεγάλους φραγμούς σε άλλους φορείς ως προς την είσοδό τους στην αγορά. Ως εκ τούτου, απαιτούνται μέτρα που θα εξασφαλίζουν την υποχρέωση πρόσβασης τρίτων μερών, τον διαχωρισμό των δραστηριοτήτων παραγωγής και εφοδιασμού με φυσικό αέριο από τις δραστηριότητες μεταφοράς μέσω ενός διαχωρισμού των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς και την υποχρέωση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών να καθορίζουν ή να εγκρίνουν τιμές αμερόληπτες και αντιπροσωπευτικές του κόστους για τη χρήση των δικτύων μεταφοράς.

    3.2.

    Η πρόταση προβλέπει μια σειρά τροποποιήσεων στην οδηγία για το φυσικό αέριο, οι οποίες αφορούν τέσσερις βασικούς τομείς:

    προσδιορισμός ενός ευρύτερου πεδίου εφαρμογής : ο ορισμός της «γραμμής διασύνδεσης» επεκτείνεται και συμπεριλαμβάνει αγωγούς από/προς τρίτες χώρες·

    κανόνες διαχωρισμού: διευκολύνονται τα εναλλακτικά μοντέλα διαχωρισμού·

    απαιτήσεις διαβούλευσης : οι ρυθμιστικές αρχές της ΕΕ θα διαβουλεύονται με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας για το φυσικό αέριο έως τα σύνορα της ΕΕ·

    παρέκκλιση : ένα κράτος μέλος μπορεί να χορηγήσει παρέκκλιση από τις διατάξεις ορισμένων άρθρων της οδηγίας για το φυσικό αέριο για υπάρχοντες αγωγούς από και προς τρίτες χώρες.

    4.   Γενικές παρατηρήσεις

    4.1.

    Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, παρότι κύριος στόχος της πρότασης είναι να βελτιωθεί η μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, στην πράξη, οι τροποποιήσεις αυτές ίσως επιφέρουν νομική αβεβαιότητα σε έναν βαθμό. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, για υπάρχοντες αγωγούς, τα κράτη μέλη ίσως επιλέξουν να ζητήσουν παρεκκλίσεις από ορισμένες απαιτήσεις της οδηγίας για το φυσικό αέριο. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι με την πλήρη και συνεκτική εφαρμογή των απαιτήσεων της οδηγίας για το φυσικό αέριο θα επιλυθούν τυχόν ζητήματα αβεβαιότητας. Τούτο αφορά και τις βασικές αρχές της οδηγίας, ήτοι τον διαχωρισμό της ιδιοκτησίας, την πρόσβαση τρίτων και τις ρυθμίσεις για τα τιμολόγια βάσει όλων των μορφών κόστους κατασκευής και λειτουργίας.

    4.2.

    Επίσης, δρομολογούνται αρκετά νέα έργα κατασκευής αγωγών —το έργο Nord Stream 2, συγκεκριμένα, είναι εκείνο που προκάλεσε σημαντικές αντιδράσεις από ορισμένα κράτη μέλη της Ένωσης. Αυτό το νέο στοιχείο, της νομικής αβεβαιότητας των κανονιστικών ρυθμίσεων, μπορεί να έχει αντίκτυπο στα κατασκευαστικά προγράμματα και να δημιουργήσει καθυστερήσεις. Υποστηρίζεται επίσης ότι οι τροποποιήσεις θα εμποδίσουν τον ανταγωνισμό στην ελεύθερη αγορά μεταξύ των εθνικών και περιφερειακών αρχών όσον αφορά την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Ωστόσο, κατά την ανάπτυξη της ενιαίας αγοράς υπήρξαν πολλές περιπτώσεις εκχώρησης του εθνικού ελέγχου προς το συμφέρον των πολιτών της ΕΕ στο σύνολό της, καθώς αναγνωρίστηκαν τα εκτεταμένα οφέλη της αλληλέγγυας δράσης.

    4.3.

    Οι σωληναγωγοί υψηλής πίεσης και μεγάλων αποστάσεων αποτελούν πολύπλοκες και δαπανηρές υποδομές όπου η απόσβεση του κόστους γίνεται μετά από πολλά χρόνια. Παρότι ενδέχεται να υφίσταται δυναμικό χρήσης αυτών των εργαλείων για την παροχή καινοτόμου αερίου χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών (βιοαέριο/υδρογόνο), ελλοχεύει ο ουσιαστικός κίνδυνος να παγιδευτούμε σε δαπανηρές υποδομές ορυκτών καυσίμων που, μέσω της διευκόλυνσης της αυξανόμενης εξάρτησης, ενδέχεται να μειώσουν την ικανότητα της ΕΕ να επιτύχει τις κλιματικές της δεσμεύσεις.

    4.4.

    Είναι πιθανό ορισμένα κράτη μέλη να θεωρήσουν τις τροποποιήσεις περιορισμό της κυριαρχίας τους σε έναν βαθμό. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ένα κράτος μέλος δεν θα μπορεί να παρεκκλίνει από τη νομοθεσία της ΕΕ και να διαπραγματευτεί διμερή διακυβερνητική συμφωνία σε τομέα που καλύπτει η οδηγία για το φυσικό αέριο, έναν τομέα τον οποίο μέχρι πρότινος δεν ρύθμιζε η ΕΕ. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι λογικό είναι να καλυφθεί το εν λόγω νομικό κενό.

    4.5.

    Η ΕΟΚΕ, όσον αφορά τα προαναφερθέντα σημεία, εκφράζει ανησυχία για το γεγονός ότι η Επιτροπή έκρινε ότι δεν ήταν απαραίτητη η διενέργεια εκτίμησης επιπτώσεων. Είναι προφανές ότι σε αυτόν τον πολιτικά ευαίσθητο τομέα όπου συντρέχουν οικονομικοί παράγοντες, τα επιχειρήματα για τις προτεινόμενες τροπολογίες πρέπει να συνοδεύονται από τεκμηρίωση βάση στοιχείων. Σημειώνεται ότι ορισμένα από αυτά τα στοιχεία περιέχονται στο έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής ή σε ενδελεχείς αναλύσεις που έχει διεξαγάγει η ίδια, όπως η Εκτίμηση επιπτώσεων της οδηγίας για το φυσικό αέριο.

    4.6.

    Απαιτείται επίσης μεγαλύτερη σαφήνεια από την Επιτροπή όσον αφορά τα οφέλη για την εσωτερική αγορά. Εξακολουθούν να υπάρχουν κενά στην εφαρμογή της τρίτης δέσμης νομοθετικών μέτρων για την ενέργεια σε διάφορα κράτη μέλη, αλλά δεν είναι σαφές πώς οι τροποποιήσεις αυτές θα επηρεάσουν την εφαρμογή.

    4.7.

    Ωστόσο, είναι σαφές ότι η πρόταση αποσκοπεί στο να καταστήσει δυνατή μια έντονη παρέμβαση, εφόσον απαιτείται και σε συμφωνημένο επίπεδο ενωσιακής πολιτικής, κάτι που θα μπορούσε να περιορίσει την περαιτέρω εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο και κατά συνέπεια να τονώσει τη διαφοροποίηση του εφοδιασμού. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι αυτός ο στόχος είναι προς το συμφέρον της ΕΕ.

    5.   Ειδικές παρατηρήσεις

    5.1.

    Η πρόταση πρέπει να θεωρηθεί μέρος του προγράμματος για την ενίσχυση της συνοχής, της αλληλεγγύης, της ασφάλειας, της ανταγωνιστικότητας και της τακτικότητας της αγοράς στην ενεργειακή πολιτική της ΕΕ όπως εκπροσωπείται από την Ενεργειακή Ένωση. Στο πλαίσιο αυτό, υπάρχει ο μεσοπρόθεσμος στόχος για τον περιορισμό της εξάρτησης από έναν προμηθευτή φυσικού αερίου με δεσπόζουσα θέση μέσω της μεγαλύτερης χρήσης εγχώριων πηγών φυσικού αερίου και τερματικών σταθμών ΥΦΑ από τις χώρες του ΕΟΧ, καθώς και μέσω της βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης και της ενδυνάμωσης του ρόλου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Βραχυπρόθεσμα, υπάρχει περιορισμένο πεδίο εφαρμογής για την υποκατάσταση του φυσικού αερίου σε ορισμένους τομείς της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, όπως σε κάποιες εγκαταστάσεις συμπαραγωγής. Τούτο είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τα συστήματα τηλεθέρμανσης. Ταχέως ελεγχόμενες μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση αερίου και μονάδες συμπαραγωγής χρησιμοποιούνται επίσης για την αντιστάθμιση των φυσικών διακυμάνσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην ασφάλεια εφοδιασμού στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και εξασφαλίζοντας την ασφάλεια εφοδιασμού στον τομέα της θέρμανσης. Είναι περιορισμένες οι δυνατότητες υποκατάστασης φυσικού αερίου στον οικιακό και στον εμπορικό τομέα, καθώς δεν είναι εφικτό ο κλάδος να διατηρήσει εναλλακτικές υποδομές/εξοπλισμό.

    5.2.

    Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι κυβερνήσεις των κρατών μελών ανακοινώνουν κατ’ επανάληψη ότι η «διασυνδεσιμότητα» (ολοκλήρωση με τις γειτονικές χώρες, δημιουργία κοινής αγοράς φυσικού αερίου, ανάπτυξη περιφερειακών υποδομών φυσικού αερίου όπως στη σύνδεση της Βαλτικής κ.λπ.) θα εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις για θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ των προμηθευτών αερίου, καλύτερη ποιότητα των υπηρεσιών και μεγαλύτερο εύρος επιλογών για όλους τους καταναλωτές φυσικού αερίου. Σε αγορές όπου η κατανάλωση φυσικού αερίου μειώνεται από έτος σε έτος, λίγοι μόνο προμηθευτές ενδιαφέρονται για την παροχή υπηρεσιών σε οικιακούς καταναλωτές.

    5.3.

    Στο πλαίσιο της τρέχουσας συζήτησης για τον εφοδιασμό της ΕΕ με φυσικό αέριο, η φράση «ενεργειακή ασφάλεια» ερμηνεύεται με δύο διαφορετικούς τρόπους. Αφενός, υποστηρίζεται ότι η σημαντική αύξηση της δυναμικότητας των σωληναγωγών που φέρνουν φυσικό αέριο στην Ευρώπη θα ενισχύσει την ενεργειακή ανθεκτικότητα, επιτρέποντας σε επιπρόσθετο εφοδιασμό φυσικού αερίου να καλύψει τυχόν ελλείψεις που προκαλούνται από τη συνεχιζόμενη μείωση της παραγωγής όλων των τύπων των ορυκτών καυσίμων στην Ευρώπη (άνθρακας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο). Μπορεί επίσης να συμβάλει στην κάλυψη των ελλείψεων που προκαλεί η διαλειπτικότητα του εφοδιασμού σε ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καθώς επίσης και να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ενεργειακή μετάβαση. Το φυσικό αέριο έχει το χαμηλότερο αποτύπωμα άνθρακα από τα υπόλοιπα ορυκτά καύσιμα και αποτελεί σαφώς επιλογή κατά προτεραιότητα όταν η ανανεώσιμη ή η πυρηνική ενέργεια είναι είτε ακατάλληλη είτε μη διαθέσιμη.

    5.4.

    Αφετέρου, υποστηρίζεται ότι ο ευάλωτος χαρακτήρας της Ευρώπης μπορεί να επιδεινωθεί σε περίπτωση που η αύξηση της ικανότητας φυσικού αερίου ενθαρρύνει την εξάρτηση εφοδιασμού από μια χώρα (τη Ρωσία), της οποίας τα συμφέροντα ενδέχεται να διαφέρουν σημαντικά από εκείνα της ΕΕ και που μπορεί να χρησιμοποιεί τον εφοδιασμό με φυσικό αέριο ως διαπραγματευτικό μέσο στην οικονομική και εξωτερική πολιτική. Τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα των κρατών μελών ως προς το θέμα αυτό συγκρούονται σε κάποιο βαθμό και είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς μπορούν να συμφιλιωθούν οι δύο αυτές ερμηνείες βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα.

    5.5.

    Εν κατακλείδι, η άποψη της ΕΟΚΕ, όπως διαφαίνεται σε πολλές γνωμοδοτήσεις της τα τελευταία έτη, και ιδίως σε εκείνες που αφορούν τη δημιουργία και λειτουργία της Ενεργειακής Ένωσης, είναι ότι οι συμφωνημένοι στόχοι της ΕΕ για την ενέργεια και το κλίμα θα επιτευχθούν μόνο μέσω ενός αποτελεσματικού, συμφωνημένου μηχανισμού διακυβέρνησης. Σε αυτό συμπεριλαμβάνεται ο μετριασμός του κινδύνου υπερβολικής εξάρτησης από έναν πάροχο ενέργειας.

    5.6.

    Η εν λόγω οδηγία αποσκοπεί στην αντιμετώπιση μιας νομοθετικής γκρίζας ζώνης καθώς επίσης και στη διασφάλιση ότι εφαρμόζονται οι κανόνες και οι αρχές της ενιαίας αγοράς και ότι περνά στο πεδίο εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου ένας μέχρι πρότινος μη ρυθμιζόμενος χώρος, με μεγαλύτερη δραστηριοποίηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην εξερεύνηση ζητημάτων κοινού ενδιαφέροντος.

    5.7.

    Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις στην οδηγία για το φυσικό αέριο αποσκοπούν να εξασφαλίσουν ότι, εντός της δικαιοδοσίας της ΕΕ, οι θεμελιώδεις αρχές του ενεργειακού δικαίου της ΕΕ, όπως π.χ. η πρόσβαση τρίτων, η ρύθμιση των τιμολογίων, ο διαχωρισμός της ιδιοκτησίας και η διαφάνεια θα εφαρμόζονται για τις γραμμές διασύνδεσης φυσικού αερίου της ΕΕ με τρίτες χώρες. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι απαραίτητες τροποποιήσεις στην οδηγία για το φυσικό αέριο θα πρέπει να εγκριθούν χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση, ενώ, συγχρόνως, δεν θα πρέπει να αφήνουν καμία νομική αβεβαιότητα όσον αφορά την πλήρη εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ στις υπάρχουσες και τις προγραμματισμένες γραμμές διασύνδεσης.

    5.8.

    Η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι κάθε δυνατότητα εξαίρεσης από την εφαρμογή των κύριων διατάξεων της οδηγίας θα πρέπει να είναι αυστηρά περιορισμένη χρονικά (π.χ. κατ’ ανώτατο όριο δέκα έτη), να χορηγείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατόπιν συνολικής αξιολόγησης από την Επιτροπή, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι τυχόν εξαιρέσεις δεν θα αντίκεινται στους στόχους της Ενεργειακής Ένωσης και δεν θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στον ανταγωνισμό και την αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς αερίου, αλλά ούτε στην ασφάλεια εφοδιασμού με αέριο της Ένωσης.

    Βρυξέλλες, 19 Απριλίου 2018.

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Luca JAHIER


    (1)  EE L 211 της 14.8. 2009, σ. 94.

    (2)  ΕΕ C 487 της 28.12.2016, σ. 70· ΕΕ C 487 της 28.12.2016, σ. 81· ΕΕ C 246 της 28.7.2017, σ. 34.


    Top