EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52016PC0852

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 98/26/ΕΚ, της οδηγίας 2002/47/ΕΚ, της οδηγίας 2012/30/ΕΕ, της οδηγίας 2011/35/ΕΕ, της οδηγίας 2005/56/ΕΚ, της οδηγίας 2004/25/ΕΚ και της οδηγίας 2007/36/ΕΚ

COM/2016/0852 final - 2016/0362 (COD)

Βρυξέλλες, 23.11.2016

COM(2016) 852 final

2016/0362(COD)

Limité cabinets Embargo jusqu'à l'adoption

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 98/26/ΕΚ, της οδηγίας 2002/47/ΕΚ, της οδηγίας 2012/30/ΕΕ, της οδηγίας 2011/35/ΕΕ, της οδηγίας 2005/56/ΕΚ, της οδηγίας 2004/25/ΕΚ και της οδηγίας 2007/36/ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚH EΚΘΕΣΗ

1.ΠΛΑIΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡOΤΑΣΗΣ

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις της οδηγίας 2014/59/ΕΕ (οδηγία περί ανάκαμψης και εξυγίανσης των τραπεζών ή ΟΑΕΤ-BRRD) αποτελούν μέρος μιας νομοθετικής δέσμης που περιλαμβάνει, επίσης, τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 (κανονισμός περί κεφαλαιακών απαιτήσεων ή ΚΚΑ-CRR), της οδηγίας 2013/36/ΕΕ (οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις ή ΟΚΑ-CRD) και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 (κανονισμός για τον ενιαίο μηχανισμό εξυγίανσης ή ΚΕΜΕ-SRMR).

Κατά τα τελευταία έτη, η ΕΕ εφάρμοσε μια σημαντική μεταρρύθμιση του κανονιστικού πλαισίου των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην ΕΕ, κυρίως με βάση τα παγκόσμια πρότυπα που έχουν συμφωνηθεί με τους διεθνείς εταίρους της ΕΕ. Ειδικότερα, η δέσμη μεταρρυθμίσεων περιλάμβανε τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 (κανονισμός περί κεφαλαιακών απαιτήσεων ή ΚΚΑ) και την οδηγία 2013/36/ΕΕ (οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις ή ΟΚΑ), σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας και εποπτείας των ιδρυμάτων, την οδηγία 2014/59/ΕΕ (οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών ή ΟΑΕΤ), για την ανάκαμψη και την εξυγίανση ιδρυμάτων και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 806/2014 για τον ενιαίο μηχανισμό εξυγίανσης (ΕΜΕ).

Τα εν λόγω μέτρα ελήφθησαν ως απάντηση στη χρηματοπιστωτική κρίση που εκδηλώθηκε την περίοδο 2007-2008. Η απουσία κατάλληλων πλαισίων διαχείρισης και επίλυσης κρίσεων ανάγκασε τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο να μεριμνήσουν για τη διάσωση των τραπεζών μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση. Ο επακόλουθος αντίκτυπος στα δημόσια οικονομικά, καθώς και το ανεπιθύμητο κίνητρο «κοινωνικοποίησης» του κόστους πτώχευσης τραπεζών έχουν καταδείξει ότι μια διαφορετική προσέγγιση είναι απαραίτητη για τη διαχείριση τραπεζικών κρίσεων και την προστασία της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Εντός της Ένωσης και σύμφωνα με τα σημαντικά βήματα που έχουν συμφωνηθεί και ληφθεί σε διεθνές επίπεδο, η οδηγία 2014/59/ΕΕ (η οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών (ΟΑΕΤ-BRRD) 1 και ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 (κανονισμός για τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης (ΚΕΜΕ-SRMR) 2 έχουν καθιερώσει ένα εύρωστο πλαίσιο εξυγίανσης των τραπεζών, για την αποτελεσματική διαχείριση των τραπεζικών κρίσεων και τη μείωση του αρνητικού αντίκτυπου στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τα δημόσια οικονομικά. Ακρογωνιαίος λίθος του νέου πλαισίου εξυγίανσης είναι η διάσωση με ίδια μέσα («bail-in»), η οποία συνίσταται στη διαγραφή χρέους ή τη μετατροπή χρεωστικών απαιτήσεων ή άλλων υποχρεώσεων σε μετοχικό κεφάλαιο σύμφωνα με μια προκαθορισμένη ιεράρχηση. Το εργαλείο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την απορρόφηση ζημιών και εσωτερικά για την ανακεφαλαιοποίηση ενός ιδρύματος που βαδίζει προς πτώχευση ή κινδυνεύει να πτωχεύσει, ούτως ώστε να αποκατασταθεί η βιωσιμότητά του. Ως εκ τούτου, οι μέτοχοι και οι λοιποί πιστωτές θα πρέπει να φέρουν το βάρος της πτώχευσης ενός ιδρύματος και όχι οι φορολογούμενοι. Σε αντίθεση με άλλες δικαιοδοσίες, το ενωσιακό πλαίσιο ανάκαμψης και εξυγίανσης των τραπεζών έχει ήδη δώσει εντολή στις αρχές εξυγίανσης να καθορίζουν για κάθε πιστωτικό ίδρυμα ή επενδυτική επιχείρηση («ίδρυμα») την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων («MREL»), οι οποίες αποτελούνται από υποχρεώσεις που προσφέρονται ιδιαίτερα για διάσωση με ίδια μέσα για την απορρόφηση των ζημιών και την ανακεφαλαιοποίηση των ιδρυμάτων σε περίπτωση πτώχευσης. Η δευτερογενής νομοθεσία σχετικά με την πρακτική εφαρμογή της εν λόγω απαίτησης εγκρίθηκε πρόσφατα από την Επιτροπή 3 .

Σε παγκόσμιο επίπεδο, το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΣΧΣ) δημοσίευσε στις 9 Νοεμβρίου 2015 το έγγραφο με τους όρους λειτουργίας της TLAC (Συνολική Ικανότητα Απορρόφησης Ζημιών), («το πρότυπο TLAC»), το οποίο εγκρίθηκε μία εβδομάδα αργότερα στη σύνοδο κορυφής G20 στην Τουρκία 4 . Το πρότυπο TLAC απαιτεί να διαθέτουν οι παγκόσμιες συστημικώς σημαντικές τράπεζες («G-SIB»), που αναφέρονται ως παγκόσμια συστημικώς σημαντικά ιδρύματα («G-SII») στη νομοθεσία της Ένωσης, επαρκή ποσότητα υποχρεώσεων με υψηλή ικανότητα απορρόφησης ζημιών (ενδεδειγμένες για διάσωση με ίδια μέσα), προκειμένου να διασφαλίζουν την ομαλή και ταχεία απορρόφηση των ζημιών και την ανακεφαλαιοποίηση στην εξυγίανση. Στην ανακοίνωσή της, της 24ης Νοεμβρίου 2015 5 , η Επιτροπή δεσμεύτηκε να υποβάλει νομοθετική πρόταση ως το τέλος του τρέχοντος έτους, έτσι ώστε να είναι δυνατή η εφαρμογή του προτύπου TLAC μέχρι τη συμφωνηθείσα προθεσμία του 2019. Επιπλέον, η Επιτροπή δεσμεύτηκε να επανεξετάσει τους υφιστάμενους κανόνες για τις ελάχιστες απαιτήσεις MREL, με σκοπό να παράσχουν πλήρη συνοχή με το διεθνώς συμφωνημένο πρότυπο TLAC, λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα της έκθεσης, την οποία πρέπει να υποβάλει η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 19 της οδηγίας ΟΑΕΤ (BRRD). Μια προσωρινή έκδοση της έκθεσης αυτής έχει ήδη δημοσιευθεί από την ΕΑΤ στις 19 Ιουλίου 2016 6 και η τελική έκθεση αναμένεται να υποβληθεί κατά τη διάρκεια του Δεκεμβρίου 2016.

Ενώ το γενικό πλαίσιο της (BRRD) εξακολουθεί να είναι βάσιμο και ορθό, ο κύριος στόχος της παρούσας πρότασης είναι να εφαρμοστεί το πρότυπο συνολικής ικανότητας TLAC και να ενταχθεί η απαίτηση συνολικής ικανότητας TLAC στους γενικούς κανόνες των ελάχιστων απαιτήσεων MREL μέσω της αποφυγής των επικαλύψεων από την εφαρμογή δύο παράλληλων απαιτήσεων. Μολονότι οι TLAC και MREL επιδιώκουν τον ίδιο ρυθμιστικό σκοπό, υπάρχουν, ωστόσο, ορισμένες διαφορές μεταξύ τους όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο καταρτίζονται. Το πεδίο εφαρμογής των ελάχιστων απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL) καλύπτει όχι μόνο τα G-SII, αλλά και το σύνολο του τραπεζικού τομέα της Ένωσης. Διαφορετικά απ’ ό,τι το πρότυπο TLAC, που περιέχει ένα εναρμονισμένο ελάχιστο επίπεδο, το επίπεδο των ελάχιστων απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων προσδιορίζεται από τις αρχές εξυγίανσης, με βάση την συγκεκριμένη, κατά περίπτωση, αξιολόγηση του ιδρύματος. Τέλος, η ελάχιστη απαίτηση TLAC θα πρέπει να τηρείται κατ’ αρχήν με τίτλους χρέους μειωμένης εξασφάλισης, ενώ για τους σκοπούς των ελάχιστων απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων η μειωμένη εξοφλητική προτεραιότητα των τίτλων χρέους θα μπορούσε να απαιτηθεί από τις αρχές εξυγίανσης, κατά περίπτωση, στον βαθμό που αυτό τους είναι απαραίτητο, για να εξασφαλιστεί ότι σε μια συγκεκριμένη περίπτωση διάσωσης με ίδια μέσα οι πιστωτές δεν θα τυγχάνουν δυσμενέστερης μεταχείρισης απ’ ό,τι σε ένα υποθετικό σενάριο αφερεγγυότητας (το οποίο συνιστά ένα σενάριο που είναι αντιπαράδειγμα στην εξυγίανση). Προκειμένου να επιτευχθεί ένα απλό και διαφανές πλαίσιο που θα παρέχει ασφάλεια δικαίου και συνοχή, η Επιτροπή προτείνει να ενσωματωθεί το πρότυπο TLAC στους υφιστάμενους κανόνες για τις ελάχιστες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων και να εξασφαλιστεί ότι αμφότερες οι απαιτήσεις πληρούνται με παρόμοια μέσα. Αυτή η προσέγγιση απαιτεί την εισαγωγή περιορισμένων προσαρμογών στους υφιστάμενους κανόνες MREL, που θα εξασφαλίζουν την τεχνική συνοχή με τη δομή κάθε άλλης απαίτησης για τα G-SII.

Ειδικότερα, είναι απαραίτητες περαιτέρω κατάλληλες τεχνικές τροποποιήσεις στους υφιστάμενους κανόνες ελάχιστων απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, ώστε να ευθυγραμμιστούν με το πρότυπο TLAC όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τους παρονομαστές που χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση της ικανότητας απορρόφησης ζημιών, την αλληλεπίδραση με τις απαιτήσεις περί κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας, τη γνωστοποίηση κινδύνων στους επενδυτές και την εφαρμογή τους σε σχέση με διάφορες στρατηγικές εξυγίανσης. Κατά την εφαρμογή του προτύπου TLAC για τα G-SII, η προσέγγιση της Επιτροπής δεν θα επηρεάσει σημαντικά την επιβάρυνση των ιδρυμάτων που δεν αποτελούν ιδρύματα G-SII, όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους με τις διατάξεις σχετικά με την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων.

Από λειτουργική άποψη, το εναρμονισμένο ελάχιστο επίπεδο του προτύπου TLAC θα εισαχθεί στην Ένωση μέσω τροποποιήσεων του κανονισμού και της οδηγίας για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΟΚΑ και ΚΚΑ) 7 , ενώ η ειδική για κάθε ίδρυμα G-SII προσαύξηση και η ειδική ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων για κάθε ίδρυμα που δεν είναι G-SII θα αντιμετωπίζεται μέσω στοχευμένων τροποποιήσεων στην ΟΑΕΤ και στην ΚΕΜΕ. Η παρούσα πρόταση καλύπτει ειδικά τις στοχευμένες τροποποιήσεις στην οδηγία περί ανάκαμψης και εξυγίανσης που σχετίζονται με την εφαρμογή του προτύπου TLAC στην Ένωση. Ως τέτοια, η παρούσα πρόταση αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης δέσμης μέτρων για την αναθεώρηση της χρηματοπιστωτικής νομοθεσίας της Ένωσης που αποσκοπεί στη μείωση των κινδύνων στον χρηματοπιστωτικό τομέα (αναθεώρηση ΚΚΑ/ΟΚΑ) και στο να τον καταστήσει πιο ανθεκτικό.

Επιπλέον, με βάση τις απόψεις που εξέφρασαν πολλοί συμμετέχοντες στην πρόσκληση υποβολής αποδεικτικών στοιχείων προς τους ενδιαφερομένους, που δημοσιεύτηκε τον Σεπτέμβριο του 2015 8 , η παρούσα πρόταση τροποποιεί την οδηγία περί ανάκαμψης και εξυγίανσης, με σκοπό να μειωθεί το κόστος συμμόρφωσης των τραπεζών, στις περιπτώσεις που οι υποχρεώσεις τους διέπονται από τη νομοθεσία τρίτων χωρών. Η ισχύουσα απαίτηση αποδείχθηκε δύσκολη ως προς την τήρησή της στην πράξη, προσδίδοντας με τον τρόπο αυτό περιορισμένη προστιθέμενη αξία στη δυνατότητα εξυγίανσης των τραπεζών. Επομένως, είναι αναγκαίο να καθιερωθεί μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις των τραπεζών της Ένωσης με οντότητες τρίτων χωρών, επιτρέποντας στις αρχές εξυγίανσης να παραιτούνται, υπό ορισμένες αυστηρές διασφαλίσεις, από την υποχρέωση να εισάγουν συμβατικές ρήτρες με στόχο την αναγνώριση, σε τρίτες χώρες, των αποτελεσμάτων της διάσωσης με ίδια μέσα των υποχρεώσεων που διέπονται από το δίκαιο των εν λόγω τρίτων χωρών. Στην πράξη, είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοσθούν οι ισχύοντες κανόνες .

Επιπλέον, κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου ECOFIN, στα συμπεράσματά του της 17ης Ιουνίου 2016, η παρούσα πρόταση τροποποιεί την οδηγία περί ανάκαμψης και εξυγίανσης όσον αφορά την εφαρμογή των μέσων χρεοστασίου από τις αρχές εξυγίανσης κατά τη διάρκεια της εξυγίανσης, ήτοι τις εξουσίες αναστολής των εκτελέσεων των τραπεζικών υποχρεώσεων έναντι τρίτων μερών. Η εναρμόνιση των εξουσιών αυτών αναμένεται να συμβάλει στη σταθεροποίηση ενός ιδρύματος από τις αρμόδιες αρχές κατά την περίοδο πριν και, ενδεχομένως, μετά την εξυγίανση.

Συνοχή με ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

Το υφιστάμενο ενωσιακό πλαίσιο εξυγίανσης των τραπεζών ήδη απαιτεί από όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες να διατηρούν επαρκή ποσότητα υποχρεώσεων (αυτοδιάσωσης) με υψηλό βαθμό απορρόφησης ζημιών. Με την εναρμόνιση των υφιστάμενων απαιτήσεων για τα G-SII με το παγκόσμιο πρότυπο TLAC, η πρόταση θα βελτιώσει και θα διευκολύνει την εφαρμογή των υφιστάμενων κανόνων. Ως εκ τούτου, η πρόταση είναι συνεπής με τον γενικό στόχο να μειωθεί η στήριξη των φορολογουμένων για την εξυγίανση των τραπεζών, τον οποίο θέτει το ενωσιακό πλαίσιο εξυγίανσης των τραπεζών.

Συνοχή με άλλες πολιτικές της Ένωσης

Η πρόταση εντάσσεται σε μια ευρύτερη αναθεώρηση της χρηματοπιστωτικής νομοθεσίας της Ένωσης (ΚΚΑ/ΟΚΑ) που αποσκοπεί στη μείωση των κινδύνων στον χρηματοπιστωτικό τομέα, με παράλληλη προώθηση της βιώσιμης χρηματοδότησης της οικονομικής δραστηριότητας. Είναι, επίσης, πλήρως συνεκτική με τους θεμελιώδεις στόχους προώθησης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, μείωσης της στήριξης των φορολογουμένων κατά την εξυγίανση τραπεζών, καθώς και συμβολής στη βιώσιμη χρηματοδότηση της οικονομίας.

2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

Νομική βάση

Η προτεινόμενη οδηγία τροποποιεί μια υφιστάμενη οδηγία, την οδηγία περί ανάκαμψης και εξυγίανσης (ΟΑΕΤ-BRRD). Η νομική βάση της παρούσας πρότασης είναι η ίδια με τη νομική βάση της οδηγίας περί ανάκαμψης και εξυγίανσης, η οποία είναι το άρθρο 114 της ΣΛΕΕ. Η εν λόγω διάταξη επιτρέπει τη θέσπιση μέτρων για την προσέγγιση των εθνικών διατάξεων, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Η πρόταση εναρμονίζει τις εθνικές διατάξεις για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων επενδύσεων, ιδίως σε ό, τι αφορά την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης κατά την εξυγίανση, στον βαθμό που απαιτείται για να εξασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη και οι τράπεζες της Ένωσης διαθέτουν τα ίδια εργαλεία και τις ίδιες ικανότητες για την αντιμετώπιση της πτώχευσης τραπεζών σύμφωνα με τα συμφωνηθέντα διεθνή πρότυπα (πρότυπο TLAC).

Με την καθιέρωση εναρμονισμένων απαιτήσεων για τις τράπεζες στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς, η πρόταση μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο αποκλινόντων εθνικών κανόνων στα κράτη μέλη ως προς την ικανότητα απορρόφησης ζημιών και την ανακεφαλαιοποίηση κατά την εξυγίανση, γεγονός που θα μπορούσε να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά. Η πρόταση έχει, επομένως, ως αντικείμενο την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Επομένως, η ενδεδειγμένη νομική βάση είναι το άρθρο 114 της ΣΛΕΕ.

Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)

Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5.3 της ΣΕΕ, στους τομείς οι οποίοι δεν υπάγονται στην αποκλειστική της αρμοδιότητα, η Ένωση παρεμβαίνει μόνο εφόσον και κατά τον βαθμό που οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, τόσο σε κεντρικό όσο και σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, αλλά μπορούν να επιτευχθούν με καλύτερο τρόπο στο επίπεδο της Ένωσης, λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης.

Η Ένωση και τα κράτη μέλη της έχουν δεσμευθεί να εφαρμόσουν τα διεθνή πρότυπα. Ελλείψει ενωσιακής δράσης, τα ίδια τα κράτη μέλη θα έπρεπε να εφαρμόσουν το παγκόσμιο πρότυπο TLAC στις δικές τους δικαιοδοσίες, χωρίς τη δυνατότητα τροποποίησης του υφιστάμενου πλαισίου, το οποίο απορρέει από την οδηγία περί ανάκαμψης και εξυγίανσης και τoν κανονισμό ΚΕΜΕ. Ως εκ τούτου, εν όψει των σημαντικών διαφορών μεταξύ του προτύπου TLAC και του υφισταμένου πλαισίου, καθώς και εν όψει των ενδεχομένως αποκλινουσών ερμηνειών του εγγράφου με τους όρους λειτουργίας («Term sheet») του προτύπου TLAC από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, οι τράπεζες, και ιδίως τα G-SII, θα είχαν υποστεί δύο παράλληλες απαιτήσεις (με την ίδια την ελάχιστη απαίτηση TLAC να τυγχάνει διαφορετικής εφαρμογής από το ένα κράτος μέλος στο άλλο), γεγονός που θα συνεπαγόταν πρόσθετο κόστος τόσο για τις τράπεζες όσο και για τις δημόσιες αρχές (των αρχών εποπτείας και εξυγίανσης). Ως εκ τούτου, είναι επιθυμητή η δράση της Ένωσης προκειμένου να εφαρμοστεί με εναρμονισμένο τρόπο το παγκόσμιο πρότυπο TLAC στην Ένωση και να ευθυγραμμιστεί το υφιστάμενο πλαίσιο με το εν λόγω πρότυπο, ώστε να μειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο το κόστος συμμόρφωσης των τραπεζών και των δημόσιων αρχών, διασφαλίζοντας παράλληλα την αποτελεσματική εξυγίανση σε περίπτωση χρεοκοπίας τραπεζών.

Αναλογικότητα

Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, το περιεχόμενο και η μορφή της δράσης της Ένωσης δεν πρέπει να υπερβαίνουν το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων της, σύμφωνα με τους γενικούς στόχους των Συνθηκών.

Κατά την εφαρμογή της TLAC για τα παγκόσμια G-SII, η πρόταση δεν θα επηρέαζε σημαντικά την υποχρέωση των τραπεζών να συμμορφωθούν με τους ισχύοντες κανόνες σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και της ανακεφαλαιοποίησης, δεδομένου ότι η πρόταση δεν επεκτείνει την εφαρμογή του ελάχιστου επιπέδου της TLAC πέραν των G-SII. Επιπλέον, η πρόταση περιορίζει σε μεγάλο βαθμό το κόστος των τραπεζών, ιδίως των G-SII, για τη συμμόρφωση με το πρότυπο TLAC με την εναρμόνιση των υφιστάμενων κανόνων με το εν λόγω πρότυπο στο μέτρο του δυνατού. Τέλος, η πρόταση δεν επεκτείνει την εφαρμογή του ελάχιστου επιπέδου της TLAC πέραν των G-SII. Αντιθέτως, για τα ιδρύματα που δεν είναι GSII, η πρόταση διατηρεί την υφιστάμενη γενική αρχή σύμφωνα με την οποία η ποιότητα και το επίπεδο της απαίτησης περί απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης πρέπει να προσαρμόζονται από τις αρχές εξυγίανσης για κάθε τράπεζα, με βάση την επικινδυνότητα, το μέγεθος και τη διασύνδεση του ιδρύματος με άλλα ιδρύματα, καθώς και την επιλεγείσα στρατηγική εξυγίανσης. Όσον αφορά τα G-SII που υπόκεινται στο ελάχιστο επίπεδο της TLAC, προτού ζητηθεί ειδική προσαύξηση από οποιοδήποτε ίδρυμα, η πρόταση απαιτεί από τις αρχές εξυγίανσης να εκτιμήσουν κατά πόσο μια τέτοια προσαύξηση είναι αναγκαία, αναλογική και δικαιολογημένη. Οι διατάξεις της πρότασης είναι, συνεπώς, αναλογικές προς ό,τι είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων της.

3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

Εκτίμηση επιπτώσεων

Η πρόταση έχει αποτελέσει αντικείμενο εκτενούς εκτίμησης επιπτώσεων, καθώς αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης δέσμης μέτρων για την αναθεώρηση της χρηματοπιστωτικής νομοθεσίας της Ένωσης με στόχο τη μείωση των κινδύνων στον χρηματοπιστωτικό τομέα (αναθεώρηση ΚΚΑ/ΟΚΑ-CRR/CRD), Το σχέδιο έκθεσης εκτίμησης επιπτώσεων υποβλήθηκε, στις 7 Σεπτεμβρίου 2016, στο συμβούλιο ρυθμιστικού ελέγχου της Επιτροπής 9 . Το συμβούλιο διατύπωσε αρνητική γνώμη στις [ημερομηνία]. Μετά την ενίσχυση της βάσης τεκμηρίωσης για ορισμένα στοιχεία της δέσμης μέτρων επανεξέτασης, το συμβούλιο εξέδωσε θετική γνώμη στις 27 Σεπτεμβρίου 2016.

Σύμφωνα με την πολιτική περί «βελτίωσης της νομοθεσίας», η Επιτροπή διενήργησε εκτίμηση επιπτώσεων των διαφόρων εναλλακτικών λύσεων πολιτικής. Οι επιλογές πολιτικής αξιολογήθηκαν έναντι των βασικών στόχων της βελτίωσης της ικανότητας απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών σε εξυγίανση, και της ασφάλειας δικαίου και συνοχής του πλαισίου εξυγίανσης. Η αξιολόγηση διενεργήθηκε με την εξέταση της αποτελεσματικότητας ως προς την επίτευξη των ανωτέρω στόχων και της σχέσης κόστους-αποτελεσματικότητας της υλοποίησης διαφόρων επιλογών πολιτικής.

Όσον αφορά την εφαρμογή του προτύπου TLAC στην Ένωση, τρεις επιλογές πολιτικής έχουν εξεταστεί στην εκτίμηση επιπτώσεων. Σύμφωνα με την πρώτη επιλογή, η οδηγία περί ανάκαμψης και εξυγίανσης θα εξακολουθήσει να εφαρμόζεται υπό την παρούσα μορφή της. Σύμφωνα με τη δεύτερη επιλογή το πρότυπο TLAC για τα G-SII θα ενσωματωθεί στο υφιστάμενο πλαίσιο εξυγίανσης, ενώ το εν λόγω πλαίσιο θα τροποποιηθεί ανάλογα, ώστε να διασφαλίζει την πλήρη συμβατότητα με το πρότυπο TLAC. Η τρίτη επιλογή πολιτικής προτείνει να επεκταθεί, επιπλέον, το πεδίο εφαρμογής του ελάχιστου επιπέδου της TLAC σε άλλα συστημικώς σημαντικά ιδρύματα (O-SII) στην Ένωση πέρα από τα G-SII. Η εκτίμηση επιπτώσεων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δεύτερη επιλογή πολιτικής επιτυγχάνει καλύτερα τους συναφείς στόχους πολιτικής. Ειδικότερα, σε αντίθεση με την πρώτη, η δεύτερη επιλογή παρέχει μια εναρμονισμένη εφαρμογή του προτύπου TLAC για όλα τα ενωσιακά G-SII μέσω της μείωσης του κόστους συμμόρφωσής τους με ενδεχομένως δύο διαφορετικές απαιτήσεις (το πρότυπο TLAC και την υφιστάμενη οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών -BRRD), προβλέποντας παράλληλα μια συνεκτική ερμηνεία του εγγράφου («Term sheet») με τους όρους λειτουργίας της TLAC στην ΕΕ. Η εν λόγω επιλογή θα αυξήσει τη δυνατότητα εξυγίανσης των G-SII στην Ένωση και θα προλάβει τις επιπτώσεις μετάδοσης που απορρέουν από διασταυρούμενες συμμετοχές G-SII μέσω ειδικών κανόνων του προτύπου TLAC, οι οποίοι δεν προβλέπονται στο ισχύον κείμενο της οδηγίας για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών -BRRD (δηλ. το ελάχιστο επίπεδο της TLAC υπό τη μορφή χρεωστικών τίτλων μειωμένης εξασφάλισης, αφαίρεση των διασταυρουμένων συμμετοχών των επιλέξιμων μέσων της TLAC που τίθενται από τα G-SII). Η εν λόγω επιλογή θα εξασφαλίσει ότι το πρότυπο TLAC εφαρμόζεται στην Ένωση, γεγονός που θα ενισχύσει την προσδοκία ότι θα πράξουν το ίδιο και οι άλλες δικαιοδοσίες, εν όψει της ενίσχυσης της δυνατότητας εξυγίανσης των συστημικώς σημαντικών τραπεζών -G-SIB παγκοσμίως. Από την άλλη πλευρά, η πολιτική αυτή επιλογή είναι προτιμότερη από την τρίτη επιλογή, επειδή δεν θα έχει το μειονέκτημα να επεκταθεί το ελάχιστο επίπεδο TLAC σε τράπεζες εκτός από τα παγκόσμια συστημικώς σημαντικά ιδρύματα (O-SII), για τις οποίες το εν λόγω επίπεδο της κατώτατης απαίτησης TLAC ενδεχομένως δεν φαίνεται να είναι καλά σχεδιασμένο με βάση τη μεγάλη ποικιλία όσον αφορά το μέγεθος, το επιχειρηματικό τους μοντέλο, την διασύνδεσή τους με άλλα ιδρύματα και τη συστημική τους σημασία.

Η εκτίμηση επιπτώσεων έδειξε ότι η συμμόρφωση με το άρθρο 55 της οδηγίας BRRD, που απαιτεί τη συμβατική αναγνώριση της διάσωσης με ίδια μέσα στις συμβάσεις που υπόκεινται στο δίκαιο τρίτης χώρας, εγείρει δύο ειδών δυσκολίες. Πρώτον, ορισμένοι αντισυμβαλλόμενοι από τρίτη χώρα αρνούνται να συμπεριληφθεί μια συμβατική ρήτρα για την αναγνώριση της εξουσίας διάσωσης με ίδια μέσα της Ένωσης, στις χρηματοπιστωτικές συμβάσεις που έχουν συναφθεί με τις τράπεζες της Ένωσης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτό υποχρεώνει τις τράπεζες της Ένωσης να μη συνάπτουν καθόλου συμβάσεις με σκοπό τη συμμόρφωση με το άρθρο 55 της οδηγίας BRRD. Σε ακραίες περιπτώσεις τούτο μπορεί να συνεπάγεται ότι κάποιο μέρος των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων θα πρέπει να διακοπεί (π.χ. χρηματοδότηση εμπορίου). Δεύτερον, ακόμη και όταν οι αντισυμβαλλόμενοι από τρίτη χώρα είναι έτοιμοι να αποδεχτούν τις συναφείς με την αυτοδιάσωση ρήτρες στις συμβάσεις τους με τράπεζες της Ένωσης, οι τοπικές εποπτικές αρχές δύνανται, σε ορισμένες περιπτώσεις, να το αποτρέψουν Στην περίπτωση αυτή ο μόνος τρόπος για να συμμορφωθούν οι τράπεζες με το άρθρο 55 της BRRD θα ήταν είτε να παραβούν τους κανόνες που επιβάλλονται από την τοπική αρχή εποπτείας είτε να διακόψουν το σχετικό τμήμα της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Για την αντιμετώπιση του εν λόγω θέματος, κρίθηκε αναγκαίο να τροποποιηθεί αυτός ο κανόνας. Η προκρινόμενη επιλογή πολιτικής προβλέπει τη δυνατότητα των αρχών εξυγίανσης να αίρουν την απαίτηση στον βαθμό που τούτο δεν επηρεάζει σημαντικά την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.

Όσον αφορά τη δυνατότητα αναστολής των υποχρεώσεων πληρωμής (μορατόριουμ), τονίστηκε στην εκτίμηση επιπτώσεων η σημασία ενός τέτοιου εργαλείου, ιδίως στη φάση που οδηγεί στην εξυγίανση. H αναστολή εκτέλεσης των υποχρεώσεων επιτρέπει το πάγωμα των πληρωμών για μικρό χρονικό διάστημα, γεγονός που διευκολύνει την ποσοτικοποίηση των διαθέσιμων περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων. Το εργαλείο αυτό είναι πολύ χρήσιμο τόσο στο πλαίσιο πριν από την εξυγίανση (και ειδικότερα στο πλαίσιο της έγκαιρης παρέμβασης) όσο και κατά τη διάρκεια της εξυγίανσης. Στην εκτίμηση επιπτώσεων αναλύθηκαν, επίσης, τα δυνητικά πλεονεκτήματα της περαιτέρω εναρμόνισης των διαθέσιμων εργαλείων. Σε αυτό το πλαίσιο, η έκθεση επισημαίνει ότι, ενώ η οδηγία για την ανάκαμψη και εξυγίανση ήδη περιέχει διατάξεις που επιτρέπουν την αναστολή των πληρωμών, οι υποχρεώσεις αυτές έχουν εφαρμοστεί με πολύ διαφορετικούς τρόπους σε εθνικό επίπεδο και ενδέχεται να μην παρέχουν επαρκώς συνεπή εφαρμογή όσον αφορά σημαντικά στοιχεία, όπως το πεδίο εφαρμογής, η φάση εφαρμογής, οι προϋποθέσεις και η διάρκεια ενεργοποίησης της αναστολής. Στη βάση των ανωτέρω, προτείνεται η θέσπιση δύο πρόσθετων εργαλείων αναστολής εκτέλεσης υποχρεώσεων (μορατόριουμ) για ενεργοποίηση κατά τη φάση της έγκαιρης παρέμβασης και της εξυγίανσης, αντίστοιχα. Οι όροι για την ενεργοποίηση του μορατόριουμ, καθώς και η διάρκεια και το πεδίο εφαρμογής προσδιορίζονται με σαφήνεια, ώστε να εξασφαλίζουν τη συνεκτική εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο.

Θεμελιώδη δικαιώματα

Η παρούσα πρόταση συνάδει με τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδιαιτέρως με τα δικαιώματα της ιδιοκτησίας και της ελευθερίας του επιχειρείν, και πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τα εν λόγω δικαιώματα και αρχές. Ειδικότερα, η παρούσα οδηγία εξασφαλίζει ότι η παρεμβολή στα δικαιώματα ιδιοκτησίας των πιστωτριών τραπεζών δεν θα πρέπει να είναι δυσανάλογη. Οι θιγόμενοι πιστωτές δεν θα πρέπει να υφίστανται μεγαλύτερες ζημίες από εκείνες που θα είχαν υποστεί αν το ίδρυμα είχε εκκαθαριστεί υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας τη στιγμή που ελήφθη η απόφαση για εξυγίανση.

4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της Ένωσης.

5.ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

Σύμφωνα με την πρόταση, τα κράτη μέλη καλούνται να μεταφέρουν στις εθνικές τους νομοθεσίες τις τροποποιήσεις στην οδηγία BRRD εντός δώδεκα μηνών από την έναρξη ισχύος της τροποποιημένης οδηγίας και οι τράπεζες οφείλουν να συμμορφωθούν με τους τροποποιημένους κανόνες εντός έξι μηνών από την ημερομηνία μεταφοράς της πρότασης στο εθνικό δίκαιο. Οι τράπεζες θα υποχρεούνται να αναφέρουν τα επίπεδα των επιλέξιμων μέσων στις αρμόδιες αρχές σε τακτική βάση. Η ΕΑΤ οφείλει να υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή δύο φορές το έτος, από την ημερομηνία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι κανόνες σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών ενσωματώνονται και εφαρμόζονται σε ολόκληρη την Ένωση.

Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

Όπως εξηγήθηκε παραπάνω, οι τροποποιήσεις στον κανονισμό ΚΚΑ, που αποτελούν μέρος της ίδιας δέσμης νομοθετικών μέτρων, θα περιλαμβάνουν τους κανόνες για την ελάχιστη απαίτηση TLAC για τα G-SII, ενώ η παρούσα πρόταση πραγματεύεται την συναφή με τα G-SII ειδική προσαύξηση και τις γενικές απαιτήσεις που ισχύουν για όλες τις τράπεζες της Ένωσης. Η παρούσα πρόταση θεσπίζει ορισμένες στοχευμένες τροποποιήσεις της ισχύουσας οδηγίας για την ανάκαμψη και την εξυγίανση.

Οι τροποποιήσεις των άρθρων 2, 12 και 13 της οδηγίας BRRD

Το πρότυπο TLAC και η οδηγία BRRD αναγνωρίζουν τις στρατηγικές εξυγίανσης τόσο του μοναδικού σημείου έναρξης («SPE») όσο και των πολλαπλών σημείων έναρξης («MPE»). Στο πλαίσιο της στρατηγικής SPE, μόνο μια οντότητα του ομίλου (συνήθως η μητρική) εξυγιαίνεται ενώ άλλες οντότητες του ομίλου (συνήθως οι λειτουργικές θυγατρικές) δεν τίθενται σε καθεστώς εξυγίανσης, αλλά ανάγουν τις ζημιές τους στην προς εξυγίανση οντότητα. Σύμφωνα με τη στρατηγική MPE, περισσότερες από μία οντότητες δύνανται να εξυγιανθούν. Ο σαφής προσδιορισμός των προς εξυγίανση οντοτήτων («οντότητες εξυγίανσης») και των θυγατρικών που ανήκουν σε αυτές («όμιλοι εξυγίανσης») είναι σημαντικός για την αποτελεσματική εφαρμογή της επιθυμητής στρατηγικής εξυγίανσης. Επιπλέον, η εν λόγω αναγνώριση έχει, επίσης, σημασία για τον καθορισμό του επιπέδου της εφαρμογής κανόνων σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης ζημιών τους οποίους οι χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις πρέπει να τηρούν. Για τον λόγο αυτό, οι τροποποιήσεις του άρθρου 2 της οδηγίας BRRD θεσπίζουν τις έννοιες «οντότητα εξυγίανσης» και «όμιλος εξυγίανσης». Οι τροποποιήσεις των άρθρων 12 και 13 όσον αφορά τον σχεδιασμό της εξυγίανσης ομίλου ρητά απαιτούν από τις αρχές εξυγίανσης να ταυτοποιούν τις προς εξυγίανση οντότητες και τους αντίστοιχους ομίλους εξυγίανσης εντός ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου και να εξετάζουν δεόντως τις επιπτώσεις κάθε προγραμματισμένης δράσης εξυγίανσης εντός του ομίλου για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εξυγίανσής του.

   Τροποποιήσεις του άρθρου 45 της οδηγίας για την ανάκαμψη και την εξυγίανση

Το άρθρο 45 καταργείται και αντικαθίσταται με τις ακόλουθες νέες διατάξεις: Τα άρθρα 45, 45α, 45β, 45γ, 45δ, 45ε, 45στ, 45ζ, 45η, 45θ και 45ι.

Επί του παρόντος, η ειδική για κάθε ίδρυμα (MREL) υπολογίζεται ως ποσοστό των συνολικών υποχρεώσεων του ιδρύματος. Το τροποποιημένο άρθρο 45 ευθυγραμμίζει τις παραμέτρους μέτρησης της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις με εκείνες της ελάχιστης απαίτησης για τα G-SII, όπως ορίζεται στο πρότυπο TLAC («η ελάχιστη απαίτηση TLAC»). Η ειδική για κάθε ίδρυμα ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων θα πρέπει, ως εκ τούτου, να εκφράζεται ως ποσοστό του συνολικού ποσού ανοίγματος σε κίνδυνο και του μέτρου του ανοίγματος του δείκτη μόχλευσης του σχετικού ιδρύματος.

Το άρθρο 45α διατηρεί την υφιστάμενη εξαίρεση των ιδρυμάτων ενυπόθηκης πίστης από την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, υπό την προϋπόθεση ότι οι εθνικές διαδικασίες αφερεγγυότητας ή άλλες παρεμφερείς διαδικασίες επιτρέπουν την αποτελεσματική απορρόφηση των ζημιών από τους πιστωτές, η οποία ανταποκρίνεται στους στόχους της εξυγίανσης. Διευκρινίζει, επίσης, ότι τα ιδρύματα τα οποία εξαιρούνται από την MREL, δεν θα πρέπει να αποτελούν μέρος της συνολικής ενοποιημένης απαίτησης στο επίπεδο εξυγίανσης του ομίλου.

Το άρθρο 45β καθορίζει τα κριτήρια επιλεξιμότητας για τα μέσα και τα στοιχεία που θα μπορούσαν να λαμβάνονται υπόψη για την τήρηση της MREL μέσω της εγγύτατης ευθυγράμμισής τους με τα κριτήρια επιλεξιμότητας που προβλέπονται στο πρότυπο TLAC για την ελάχιστη απαίτηση TLAC. Τα κριτήρια αυτά είναι, ως εκ τούτου, πανομοιότυπα, με εξαίρεση τα ακόλουθα.

Όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής των μέσων που καλύπτονται, ορισμένοι χρεωστικοί τίτλοι με χαρακτηριστικά συνδεδεμένα με παράγωγα, όπως τα δομημένα αξιόγραφα, είναι επιλέξιμοι για την κάλυψη των απαιτήσεων MREL, επειδή θα μπορούσαν να επιδείξουν επαρκή ικανότητα απορρόφησης ζημιών κατά την εξυγίανση. Τα δομημένα αξιόγραφα είναι χρεωστικά ομόλογα, με ενσωματωμένο παράγωγο στοιχείο. Η απόδοσή τους είναι προσαρμοσμένη στην επίδοση περιουσιακών στοιχείων αναφοράς, όπως μεμονωμένες μετοχές, μετοχικοί δείκτες, αμοιβαία κεφάλαια, επιτόκια, εμπορεύματα, ή νομίσματα. Το άρθρο 45β διευκρινίζει ότι δομημένα αξιόγραφα είναι επιλέξιμα για την MREL στον βαθμό που διαθέτουν ένα καθορισμένο ποσό αρχικού κεφαλαίου που πρέπει να αποπληρωθεί στη λήξη, ενώ μόνο μια πρόσθετη απόδοση συνδέεται με παράγωγο και εξαρτάται από την επίδοση ενός περιουσιακού στοιχείου αναφοράς. Το σκεπτικό, εν προκειμένω, είναι ότι το καθορισμένο ποσό αρχικού κεφαλαίου είναι γνωστό εκ των προτέρων κατά τη στιγμή της έκδοσης, η αξία του είναι σταθερή καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του δομημένου ομολόγου και μπορεί εύκολα να χρησιμοποιηθεί για διάσωση με ίδια μέσα στην εξυγίανση.

Σύμφωνα με το πρότυπο TLAC, η ελάχιστη απαίτηση TLAC θα πρέπει να επιτευχθεί με την ευρύτατη χρήση των χρεωστικών τίτλων μειωμένης εξασφάλισης που κατατάσσονται σε περίπτωση αφερεγγυότητας κάτω από τις υποχρεώσεις υψηλής εξασφάλισης, οι οποίες εξαιρούνται ρητά από την ελάχιστη απαίτηση TLAC, όπως οι καλυπτόμενες καταθέσεις, τα παράγωγα, οι φορολογικές ή οι λοιπές συναφείς με το δημόσιο δίκαιο υποχρεώσεις, Με σκοπό την κάλυψη της ειδικής για κάθε ίδρυμα MREL, η σειρά εξοφλητικής προτεραιότητας (υπόταξη) επιλέξιμων χρεωστικών τίτλων θα μπορούσε, επί του παρόντος, να απαιτείται, κατά περίπτωση, από τις αρχές εξυγίανσης. Οι νέες διατάξεις του άρθρου 45β διευκρινίζουν περαιτέρω ότι η σειρά εξοφλητικής προτεραιότητας (υπόταξη) μπορεί να απαιτείται στον βαθμό που είναι απαραίτητη για να διευκολυνθεί η εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα, ιδίως όταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι οι πιστωτές, σε διαδικασία διάσωσης με ίδια μέσα, ενδέχεται να υποστούν ζημιές κατά την εξυγίανση, οι οποίες θα υπερβαίνουν τις πιθανές ζημίες τους σε περίπτωση αφερεγγυότητας και μόνο στον βαθμό που είναι αναγκαίος, ώστε να καλυφθεί το μέρος των ως άνω ζημιών που υπερβαίνει τις πιθανές ζημίες λόγω αφερεγγυότητας. Τυχόν υπόταξη που απαιτείται από τις αρχές εξυγίανσης για τις ειδικές για κάθε ίδρυμα MREL, θα πρέπει να μην θίγει τη δυνατότητα μερικής κάλυψης της ελάχιστης απαίτησης TLAC με χρεωστικούς τίτλους μη μειωμένης εξασφάλισης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και σύμφωνα με το πρότυπο TLAC.

Το άρθρο 45γ ορίζει τους όρους για τον καθορισμό των ελάχιστων απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL) για όλες τις οντότητες. Η MREL θα πρέπει να επιτρέπει στις τράπεζες να απορροφούν τις ζημιές που αναμένονται κατά την εξυγίανση και να ανακεφαλαιοποιούν την τράπεζα μετά την εξυγίανση. Οι αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να αιτιολογούν, δεόντως, το επίπεδο των MREL που επιβάλλονται με βάση την επιλεγείσα στρατηγική εξυγίανσης. Ως εκ τούτου, το επίπεδο αυτό δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το άθροισμα του ποσού των ζημιών που αναμένονται κατά την εξυγίανση, οι οποίες αντιστοιχούν στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων των ιδρυμάτων, και του ποσού της ανακεφαλαιοποίησης που επιτρέπει στην οντότητα να ανταποκριθεί, μετά την εξυγίανση, στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που είναι αναγκαίες, ώστε να της χορηγηθεί άδεια να ασκεί τις δραστηριότητές της σύμφωνα με την επιλεγείσα στρατηγική εξυγίανσης. Η MREL θα πρέπει να εκφράζεται ως ποσοστό του συνολικού ποσού ανοίγματος σε κίνδυνο και των μέτρων του δείκτη μόχλευσης και τα ιδρύματα θα πρέπει να πληρούν ταυτόχρονα τα επίπεδα που προκύπτουν από τις δύο μετρήσεις.

Όσον αφορά τα G-SII, το άρθρο 45δ διευκρινίζει ότι η ειδική για κάθε ίδρυμα προσαύξηση επί του ελάχιστου επιπέδου της TLAC, όπως προβλέπεται στο πρότυπο TLAC, θα μπορεί να επιβληθεί μόνον όταν το εν λόγω ελάχιστο επίπεδο δεν επαρκεί για την απορρόφηση των ζημιών και την ανακεφαλαιοποίηση ενός G-SII σύμφωνα με την επιλεγείσα στρατηγική εξυγίανσης.

Όπως και στην πρόταση για την τροποποίηση της οδηγίας περί κεφαλαιακών απαιτήσεων (CRD), η παρούσα πρόταση εισάγει, στο άρθρο 45ε, την έννοια της «καθοδήγησης» στην οδηγία BRRD. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στις αρχές εξυγίανσης να απαιτούν από τα ιδρύματα να ανταποκρίνονται σε υψηλότερα επίπεδα MREL, ενώ αντιμετωπίζουν τυχόν παραβιάσεις των εν λόγω επιπέδων με πιο ευέλικτο τρόπο, ιδίως μέσω της άμβλυνσης των αυτόματων επιπτώσεων των εν λόγω παραβιάσεων με τη μορφή περιορισμών ως προς τα Μέγιστα Διανεμητέα Ποσά (MDAs). Ειδικότερα, το άρθρο 45ε παρέχει τη δυνατότητα στις αρχές εξυγίανσης να απαιτούν από τα ιδρύματα να τηρούν πρόσθετα ποσά για την κάλυψη ζημιών κατά την εξυγίανση, οι οποίες είναι υψηλότερες από εκείνες που αναμένονται σε ένα τυπικό σενάριο εξυγίανσης (δηλαδή πάνω από το επίπεδο των υφιστάμενων απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων), και να διασφαλίζουν την επαρκή εμπιστοσύνη της αγοράς στην οντότητα μετά την εξυγίανση (δηλαδή επιπλέον του απαιτούμενου ποσού ανακεφαλαιοποίησης). Το άρθρο 45ε διευκρινίζει, ωστόσο, ότι για το μέρος της απαίτησης που αφορά την απορρόφηση των ζημιών, το επίπεδο της καθοδήγησης δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το επίπεδο του «κεφαλαιακής καθοδήγησης», όταν η εν λόγω καθοδήγηση ζητείται από τις εποπτικές αρχές στο πλαίσιο εποπτικών προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων για την κάλυψη ζημιών πάνω από τις κανονικές απαιτήσεις. Για το σκέλος που αφορά την ανακεφαλαιοποίηση, το επίπεδο της καθοδήγησης για τη διασφάλιση της εμπιστοσύνης της αγοράς, θα πρέπει να επιτρέψει στα ιδρύματα μετά την εξυγίανση να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις αδειοδότησης για ένα κατάλληλο χρονικό διάστημα. Το απόθεμα ασφαλείας εμπιστοσύνης της αγοράς δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας σύμφωνα με την οδηγία 2013/36/ΕΕ, εκτός αν απαιτείται υψηλότερο επίπεδο, ώστε να διασφαλίζεται ότι, μετά την εξυγίανση, η οντότητα συνεχίζει να πληροί τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση της άδειας για ένα κατάλληλο χρονικό διάστημα.

Τα άρθρα 45στ και 45ζ πραγματεύονται το επίπεδο εφαρμογής των MREL. Όσον αφορά τα ιδρύματα που μπορούν να χαρακτηριστούν ως οντότητες εξυγίανσης, η απαίτηση MREL εφαρμόζεται σε αυτά μόνο στο ενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης. Αυτό σημαίνει ότι οι οντότητες εξυγίανσης θα υποχρεούνται να εκδίδουν επιλέξιμους τίτλους (χρέους) σε εξωτερικούς τρίτους δανειστές, που θα υπαχθούν στη διάσωση με ίδια μέσα, εφόσον η οντότητα εξυγίανσης (δηλαδή ο όμιλος εξυγίανσης) τεθεί σε εξυγίανση. Όσον αφορά τις άλλες οντότητες του ομίλου, η πρόταση θεσπίζει την έννοια μιας «εσωτερικής» MREL σύμφωνα με μια παρόμοια έννοια που παρουσιάζεται με το πρότυπο TLAC. Αυτό σημαίνει ότι άλλες οντότητες του ομίλου εξυγίανσης, οι οποίες δεν συνιστούν οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης, θα πρέπει να εκδώσουν επιλέξιμους (χρεωστικούς) τίτλους εσωτερικά, εντός του ομίλου εξυγίανσης, δηλαδή αυτοί οι τίτλοι θα πρέπει να αγορασθούν από τις οντότητες εξυγίανσης. Στην περίπτωση που μια οντότητα ομίλου εξυγίανσης, η οποία δεν συνιστά η ίδια οντότητα εξυγίανσης, φθάνει στο σημείο μη βιωσιμότητας, οι εν λόγω τίτλοι απομειώνονται ή μετατρέπονται σε μετοχές και οι ζημίες της εν λόγω οντότητας στη συνέχεια οδεύουν στην οντότητα εξυγίανσης. Το κύριο πλεονέκτημα της εσωτερικής MREL είναι ότι επιτρέπει την ανακεφαλαιοποίηση μιας οντότητας ομίλου εξυγίανσης (με κρίσιμες λειτουργίες) χωρίς να την θέτει σε επίσημη εξυγίανση, γεγονός που θα μπορούσε, δυνητικά, να επιφέρει αποτελέσματα που διαταράσσουν την αγορά. Η εφαρμογή αυτής της απαίτησης θα πρέπει, ωστόσο, να συμμορφώνεται με την επιλεγείσα στρατηγική εξυγίανσης, ιδίως, δεν θα πρέπει να αλλοιώνει τη σχέση ιδιοκτησίας μεταξύ της οντότητας και του ομίλου εξυγίανσης μετά την ανακεφαλαιοποίησή της. Η πρόταση ορίζει, επίσης, ότι, υπό ορισμένες διασφαλίσεις, η εσωτερική MREL θα μπορούσε να αντικατασταθεί με εξασφαλισμένες εγγυήσεις μεταξύ της οντότητας εξυγίανσης και άλλων οντοτήτων του ομίλου εξυγίανσης που θα μπορούν να ενεργοποιηθούν κάτω από τις ισοδύναμες χρονικές προϋποθέσεις με εκείνες για τα επιλέξιμα μέσα για την εσωτερική MREL. Οι προτεινόμενες διασφαλίσεις περιλαμβάνουν, ιδίως, τη συμφωνία των σχετικών αρχών εξυγίανσης να αντικαθιστούν την εσωτερική απαίτηση MREL και την εξασφάλιση της εγγύησης που χορηγείται από την οντότητα εξυγίανσης στη θυγατρική της με άκρως ρευστοποιήσιμες ασφάλειες, με ελάχιστο πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο αγοράς. Η πρόταση διατηρεί την υφιστάμενη δυνατότητα που προσφέρεται στις αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών της οντότητας εξυγίανσης να παραιτηθούν πλήρως από την MREL που ισχύει για τις εν λόγω θυγατρικές, αν τόσο η οντότητα εξυγίανσης όσο και οι θυγατρικές της είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος.

Το άρθρο 45η ορίζει διαδικασία για τον καθορισμό της απαίτησης MREL για τον όμιλο εξυγίανσης. Οι αρχές που είναι αρμόδιες για τον καθορισμό του επιπέδου της απαίτησης είναι η αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου (η αρχή εξυγίανσης της τελικής μητρικής) και οι αρχές εξυγίανσης άλλων οντοτήτων του ομίλου εξυγίανσης. Τυχόν διαφορές μεταξύ των αρχών υπόκεινται στις αρμοδιότητες της ΕΑΤ σύμφωνα με τον κανονισμό για την ΕΑΤ.

   Τροποποιήσεις των άρθρων 17, 18 και του άρθρου 45ια

Οι εν λόγω τροποποιήσεις αφορούν τις παραβιάσεις της MREL. Το άρθρο 45ια απαριθμεί τις αρμοδιότητες που διαθέτουν οι αρχές εξυγίανσης σε περίπτωση παραβίασης των MREL. Δεδομένου ότι η παραβίαση των MREL θα μπορούσε να αποτελέσει εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης ιδρύματος ή ομίλου, τα άρθρα 17 και 18 επισπεύδουν την υφιστάμενη διαδικασία για την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης, ώστε να αντιμετωπίζονται με αποτελεσματικό τρόπο οι παραβιάσεις των MREL. Θεσπίζει, επίσης, νέες εξουσίες ώστε οι αρχές εξυγίανσης να απαιτούν τροποποιήσεις στο προφίλ ληκτότητας των επιλέξιμων μέσων, καθώς και σχέδια από τα ιδρύματα, ώστε να αποκαθίσταται το επίπεδο της MREL.

Τροποποιήσεις του άρθρου 55

Οι τροποποιήσεις στο άρθρο 55 της οδηγίας για την ανάκαμψη και την εξυγίανση θα συνεπάγονταν την εφαρμογή της απαίτησης η οποία προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο από την αρχή εξυγίανσης κατά τρόπο αναλογικό. Η αρχή εξυγίανσης μπορεί να εξαιρέσει την υποχρέωση των ιδρυμάτων να συμπεριλαμβάνουν ρήτρες αναγνώρισης της διάσωσης με ίδια μέσα στις συμφωνίες ή στα μέσα που διέπονται από τη νομοθεσία τρίτων χωρών μέσω παραίτησης, αν κρίνει ότι το γεγονός αυτό δεν θα εμπόδιζε τη δυνατότητα εξυγίανσης της τράπεζας, και ότι είναι νομικά, συμβατικά ή οικονομικά ασύμφορο για τις τράπεζες να συμπεριλάβουν τις ρήτρες αναγνώρισης της διάσωσης με ίδια μέσα για ορισμένες υποχρεώσεις. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι εν λόγω υποχρεώσεις δεν πρέπει να συνυπολογίζονται για τις MREL και θα πρέπει να κατατάσσονται ως υπέρτερες σε σχέση με τις υποχρεώσεις που είναι επιλέξιμες για τις MREL, ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος να διαρραγεί η αρχή περί μη επιδείνωσης της θέσης των πιστωτών (No-Creditor-Worse-Off -NCWO). Στο πλαίσιο αυτό, η πρόταση δεν θα εξασθενίσει την διάσωση με ίδια μέσα.

     Τροποποιήσεις των άρθρων 59 και 60

Οι τροποποιήσεις των άρθρων 59 και 60 εξασφαλίζουν ότι τα μέσα που είναι επιλέξιμα για την εσωτερική MREL εκτός από τα κεφαλαιακά μέσα (χρεωστικοί τίτλοι) θα μπορούσαν, επίσης, να απομειωθούν ή να μετατραπούν σε μετοχικό κεφάλαιο σε περίπτωση που η οντότητα του ομίλου εξυγίανσης, που δεν συνιστά η ίδια οντότητα εξυγίανσης η οποία τα εκδίδει, φθάνει στο σημείο της μη βιωσιμότητας.

Τροποποιήσεις του άρθρου 27, νέο άρθρο 29α και τροποποιήσεις του άρθρου 63 ως προς την αναστολή εκτέλεσης υποχρεώσεων (μορατόριουμ)

Η τροποποίηση του άρθρου 27 προβλέπει ένα νέο εργαλείο μορατόριουμ που θα χρησιμοποιείται στη φάση πριν από την εξυγίανση και συγκεκριμένα ως εξουσία έγκαιρης παρέμβασης.

Το προστιθέμενο νέο άρθρο 29α περιγράφει τους όρους για την εφαρμογή του μορατόριουμ έγκαιρης παρέμβασης. Η διάταξη διευκρινίζει ότι η εξουσία αυτή μπορεί να ενεργοποιηθεί, όταν είναι αναγκαίο να προσδιοριστεί αν απαιτούνται μέτρα έγκαιρης παρέμβασης ή αν το ίδρυμα βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης ή κινδυνεύει να πτωχεύσει. Διευκρινίζει το πεδίο εφαρμογής της εξουσίας αναστολής ισχύος και τη διάρκειά της - η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις πέντε εργάσιμες ημέρες.

Η τροποποίηση του άρθρου 63 θεσπίζει την εξουσία να αναστέλλει τις πληρωμές μεταξύ των γενικών εξουσιών εξυγίανσης, όταν αυτό είναι απαραίτητο για την αποτελεσματική εφαρμογή ενός ή περισσότερων εργαλείων εξυγίανσης ή για τους σκοπούς της αποτίμησης σύμφωνα με το άρθρο 36. Διευκρινίζει το πεδίο εφαρμογής της εξουσίας αναστολής ισχύος και τη διάρκειά της, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις πέντε εργάσιμες ημέρες.

   Άλλες διατάξεις

Προτείνονται διάφορες τροποποιήσεις για να διασφαλιστεί η κατάλληλη υποβολή εποπτικών εκθέσεων και η δημοσιοποίηση της απαίτησης.

Αρκετές τροποποιήσεις αφορούν τη ρυθμιστική αρχιτεκτονική και τη λήψη αποφάσεων κατά την εφαρμογή της απαίτησης για τα ιδρύματα των τρίτων χωρών που είναι εγκατεστημένα στην Ένωση. Άλλες τροποποιήσεις παρέχουν ορισμένες διευκρινίσεις όσον αφορά τη μεταχείριση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων («CCP») στο πλαίσιο της ΟΑΕΤ (BRRD) και της λοιπής νομοθεσίας της Ένωσης μετά την έγκριση μιας πρότασης για ένα συγκεκριμένο πλαίσιο ανάκαμψης και εξυγίανσης για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, όπως η μεταχείριση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που διαθέτουν άδεια τραπεζικού ιδρύματος. Στοχευμένες τροποποιήσεις στις συναφείς οδηγίες για το εταιρικό δίκαιο έχουν προταθεί για την αποτελεσματική εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων.

Τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να μεταφέρουν την παρούσα πρόταση στο εθνικό τους δίκαιο εντός δώδεκα μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της. Τα οικεία ιδρύματα οφείλουν να συμμορφωθούν με τις νέες διατάξεις εντός έξι μηνών από την ημερομηνία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Η ΕΑΤ οφείλει να υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή δύο φορές το έτος, σχετικά με τον τρόπο μεταφοράς και εφαρμογής των απαιτήσεων σε ολόκληρη την Ένωση.

2016/0362 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 98/26/ΕΚ, της οδηγίας 2002/47/ΕΚ, της οδηγίας 2012/30/ΕΕ, της οδηγίας 2011/35/ΕΕ, της οδηγίας 2005/56/ΕΚ, της οδηγίας 2004/25/ΕΚ και της οδηγίας 2007/36/ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας 10  

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 11 ,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)Το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΣΧΣ) δημοσίευσε το έγγραφο με τους όρους λειτουργίας (Term sheet) της TLAC (Συνολική Ικανότητα απορρόφησης ζημιών) (πρότυπο TLAC) στις 9 Νοεμβρίου 2015, το οποίο εγκρίθηκε από την G-20 τον Νοέμβριο του 2015. Το πρότυπο TLAC απαιτεί από τις παγκόσμιες συστημικώς σημαντικές τράπεζες («G-SIB»), που αναφέρονται ως παγκόσμια συστημικώς σημαντικά ιδρύματα («G-SII») στο ενωσιακό πλαίσιο, να διαθέτουν επαρκή ελάχιστη ποσότητα (δυνάμενων να χρησιμοποιηθούν για διάσωση με ίδια μέσα) υποχρεώσεων με υψηλή ικανότητα απορρόφησης ζημιών, προκειμένου να διασφαλίζουν την ομαλή και ταχεία απορρόφηση των ζημιών και την ανακεφαλαιοποίηση στην εξυγίανση. Στην ανακοίνωσή της, της 24ης Νοεμβρίου 2015 12 , η Επιτροπή δεσμεύτηκε να υποβάλει νομοθετική πρόταση ως το τέλος του 2016, έτσι ώστε να είναι η δυνατή η εφαρμογή του προτύπου TLAC μέχρι τη συμφωνηθείσα προθεσμία του 2019.

(2)Η εφαρμογή του προτύπου TLAC στην Ένωση πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις υφιστάμενες ειδικές για κάθε ίδρυμα ελάχιστες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων («MREL») που εφαρμόζονται σε όλα τα ενωσιακά πιστωτικά ιδρύματα και τις επιχειρήσεις επενδύσεων, όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 13 . Δεδομένου ότι οι απαιτήσεις MREL και TLAC επιδιώκουν τον ίδιο στόχο της εξασφάλισης ότι τα ιδρύματα της Ένωσης έχουν επαρκή ικανότητα απορρόφησης των ζημιών, οι δύο απαιτήσεις θα πρέπει να είναι συμπληρωματικά στοιχεία ενός κοινού πλαισίου. Από λειτουργική άποψη, το εναρμονισμένο ελάχιστο πρότυπο TLAC των G-SII TLAC («ελάχιστη απαίτηση TLAC») πρέπει να θεσπιστεί στη νομοθεσία της Ένωσης μέσω τροποποιήσεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 14 , ενώ η ειδική για κάθε ίδρυμα προσαύξηση για τα G-SII και η ειδική για κάθε ίδρυμα ελάχιστη απαίτηση για τα ιδρύματα που δεν είναι G-SII, η οποία αναφέρεται ως ελάχιστη απαίτηση για τα ίδια κεφάλαια και τις επιλέξιμες υποχρεώσεις, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν μέσω στοχευμένων τροποποιήσεων της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 15 . Οι σχετικές διατάξεις της παρούσας οδηγίας όσον αφορά την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των ιδρυμάτων θα πρέπει να εφαρμόζονται, με συνέπεια, από κοινού με τις διατάξεις στις προαναφερόμενες νομοθετικές πράξεις και στην οδηγία 2013/36/ΕΕ 16 .

(3)Η απουσία εναρμονισμένων ενωσιακών κανόνων όσον αφορά την εφαρμογή του προτύπου TLAC στην Ένωση θα δημιουργήσει πρόσθετες δαπάνες, καθώς και έλλειψη ασφάλειας δικαίου για τα ιδρύματα και καθιστά δυσκολότερη την εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα για τα διασυνοριακά ιδρύματα. Αυτή η έλλειψη εναρμονισμένων κανόνων της Ένωσης οδηγεί, επίσης, σε στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, δεδομένου ότι τα έξοδα συμμόρφωσης με τις ισχύουσες απαιτήσεις και το πρότυπο TLAC για τα ιδρύματα μπορεί να διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης. Είναι, συνεπώς, αναγκαίο να αρθούν αυτά τα εμπόδια στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να αποφευχθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που προκύπτουν από την απουσία εναρμονισμένων κανόνων της Ένωσης όσον αφορά την εφαρμογή του προτύπου TLAC. Κατά συνέπεια, το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), όπως ερμηνεύεται σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποτελεί την κατάλληλη νομική βάση για την οδηγία.

(4)Σύμφωνα με το πρότυπο TLAC, η οδηγία 2014/59/ΕΕ θα πρέπει να συνεχίσει να αναγνωρίζει τη στρατηγική εξυγίανσης μοναδικού σημείου έναρξης (SPE), καθώς και πολλαπλών σημείων έναρξης (MPE) . Στο πλαίσιο της στρατηγικής SPE, μόνο μια οντότητα του ομίλου, συνήθως η μητρική, εξυγιαίνεται, ενώ άλλες οντότητες του ομίλου, συνήθως οι λειτουργικές θυγατρικές, δεν τίθενται σε καθεστώς εξυγίανσης, αλλά ανάγουν τις ζημιές και τις ανάγκες ανακεφαλαιοποίησής τους στην υπό εξυγίανση οντότητα. Σύμφωνα με τη στρατηγική MPE, περισσότερες από μία οντότητες μπορούν να εξυγιανθούν. Ο σαφής προσδιορισμός των προς εξυγίανση οντοτήτων («οντότητες εξυγίανσης») και των θυγατρικών που ανήκουν σε αυτές («όμιλοι εξυγίανσης») είναι σημαντικός για την αποτελεσματική εφαρμογή της επιθυμητής στρατηγικής εξυγίανσης. Ο εν λόγω προσδιορισμός έχει, επίσης, σημασία για τον καθορισμό του επιπέδου της εφαρμογής των κανόνων σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης ζημιών που πρέπει να εφαρμόζουν οι χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο να θεσπιστούν οι έννοιες «οντότητα εξυγίανσης» και «όμιλος εξυγίανσης» και να τροποποιηθεί η οδηγία 2014/59/ΕΕ σχετικά με τον σχεδιασμό της εξυγίανσης ομίλου, προκειμένου να απαιτείται ρητά από τις αρχές εξυγίανσης να προσδιορίζουν τις οντότητες εξυγίανσης και τους ομίλους εξυγίανσης εντός ενός ομίλου και να λαμβάνουν υπόψη τις συνέπειες κάθε σχεδιαζόμενης δράσης εξυγίανσης εντός του ομίλου με τον κατάλληλο τρόπο, ώστε να εξασφαλιστεί μια αποτελεσματική εξυγίανση του ομίλου.

(5)Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα ιδρύματα διαθέτουν επαρκή ικανότητα απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης, ώστε να διασφαλίζουν την ομαλή και ταχεία απορρόφηση των ζημιών και την ανακεφαλαιοποίηση κατά την εξυγίανση, με ελάχιστο αντίκτυπο στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τους φορολογούμενους. Αυτό θα πρέπει να επιτυγχάνεται μέσω της συμμόρφωσης των ιδρυμάτων με την ειδική για κάθε ίδρυμα ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων («MREL»), όπως προβλέπεται στην οδηγία 2014/59/ΕΕ.

(6)Για να ευθυγραμμιστούν οι παρονομαστές που μετρούν την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και την ικανότητα ανακεφαλαιοποίησης των ιδρυμάτων με εκείνους που παρέχονται στο πρότυπο TLAC, η MREL θα πρέπει να εκφράζεται ως ποσοστό του συνολικού ποσού ανοίγματος σε κίνδυνο και του μέτρου του ανοίγματος του δείκτη μόχλευσης του συναφούς ιδρύματος.

(7)Τα κριτήρια επιλεξιμότητας για τις δυνάμενες να χρησιμοποιηθούν σε διάσωση με ίδια μέσα υποχρεώσεις για την απαίτηση MREL θα πρέπει να εναρμονίζονται με αυτά που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 για την ελάχιστη απαίτηση TLAC, σύμφωνα με τις συμπληρωματικές προσαρμογές και τις απαιτήσεις που θεσπίζονται με την παρούσα οδηγία. Ειδικότερα, ορισμένοι χρεωστικοί τίτλοι με ενσωματωμένο παράγωγο στοιχείο, όπως ορισμένα δομημένα ομόλογα, θα πρέπει να είναι επιλέξιμοι για κάλυψη της MREL, στον βαθμό που διαθέτουν ένα καθορισμένο ποσό αρχικού κεφαλαίου εξοφλήσιμο στη λήξη του, ενώ μόνο μια πρόσθετη απόδοση συνδέεται με παράγωγο και εξαρτάται από την επίδοση ενός περιουσιακού στοιχείου αναφοράς. Με δεδομένο το καθορισμένο ποσό αρχικό κεφαλαίου, τα εν λόγω μέσα θα πρέπει να παρουσιάζουν υψηλό βαθμό απορρόφησης ζημιών και να προσφέρονται εύκολα για διάσωση με ίδια μέσα κατά την εξυγίανση.

(8)Το φάσμα των υποχρεώσεων (στοιχείων παθητικού) για την κάλυψη της MREL περιλαμβάνει, κατ’ αρχήν, όλες τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από αξιώσεις που απορρέουν από μη εξασφαλισμένους μη προνομιούχους πιστωτές (υποχρεώσεις μη μειωμένης εξασφάλισης ), εκτός αν δεν πληρούν τα ειδικά κριτήρια επιλεξιμότητας που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Για τη βελτίωση της δυνατότητας εξυγίανσης των ιδρυμάτων με την αποτελεσματική χρήση του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα, οι αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να μπορούν να απαιτούν να πληρούται η MREL με υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης, ιδίως όταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι οι πιστωτές σε περίπτωση διάσωσης με ίδια μέσα ενδέχεται να υποστούν ζημίες κατά την εξυγίανση που θα υπερβαίνουν τις πιθανές τους απώλειες σε περίπτωση αφερεγγυότητας. Η απαίτηση να πληρούται η MREL με υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης πρέπει να ζητείται μόνο για εκείνο το επίπεδο που είναι αναγκαίο για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο οι ζημίες των πιστωτών σε εξυγίανση να υπερβαίνουν τις ζημίες που θα έπρεπε διαφορετικά να επωμιστούν σε καθεστώς αφερεγγυότητας. Κάθε υπόταξη χρεωστικών τίτλων που απαιτείται από τις αρχές εξυγίανσης για την MREL δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα κάλυψης, εν μέρει, της ελάχιστης απαίτησης TLAC με χρεωστικούς τίτλους μη μειωμένης εξασφάλισης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και σύμφωνα με το πρότυπο TLAC.

(9)H MREL θα πρέπει να επιτρέπει στα ιδρύματα να απορροφούν τις ζημιές που αναμένονται κατά την εξυγίανση και την ανακεφαλαιοποίηση του ιδρύματος μετά την εξυγίανση. Οι αρχές εξυγίανσης θα πρέπει, με βάση τη στρατηγική εξυγίανσης που αυτές έχουν επιλέξει, να δικαιολογούν δεόντως το επιβαλλόμενο επίπεδο της MREL ιδίως όσον αφορά την ανάγκη και το ύψος της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, στο ποσό της ανακεφαλαιοποίησης. Ως εκ τούτου, το επίπεδο αυτό δεν πρέπει να υπερβαίνει το άθροισμα του ποσού των ζημιών που αναμένονται κατά την εξυγίανση, οι οποίες αντιστοιχούν στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων των ιδρυμάτων, και του ποσού της ανακεφαλαιοποίησης που επιτρέπει στην οντότητα να ανταποκριθεί, μετά την εξυγίανση, στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που είναι αναγκαίες, ώστε να της χορηγηθεί άδεια να ασκεί τις δραστηριότητές της σύμφωνα με την επιλεγείσα στρατηγική εξυγίανσης. Η MREL θα πρέπει να εκφράζεται ως ποσοστό του συνολικού ποσού ανοίγματος σε κίνδυνο και των μέτρων του δείκτη μόχλευσης και τα ιδρύματα θα πρέπει να πληρούν ταυτόχρονα τα επίπεδα που προκύπτουν από τις δύο μετρήσεις. Η αρχή εξυγίανσης θα πρέπει να είναι σε θέση να προσαρμόζει το ύψος της ανακεφαλαιοποίησης σε περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες ώστε να ανταποκρίνεται επαρκώς και σε αυξημένους κινδύνους που επηρεάζουν τη δυνατότητα εξυγίανσης οι οποίοι απορρέουν από το επιχειρηματικό μοντέλο, το χρηματοδοτικό προφίλ και το γενικότερο προφίλ κινδύνου του ομίλου εξυγίανσης και, ως εκ τούτου, σε τέτοιες περιορισμένες περιπτώσεις, να απαιτεί να υπερκαλύπτεται το ύψος της ανακεφαλαιοποίησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 45γ παράγραφοι 3 και 4.

(10)Με σκοπό να ενισχύσουν τη δυνατότητα εξυγίανσης, οι αρχές εξυγίανσης πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλουν ειδική για κάθε ίδρυμα MREL για τα G-SII πέραν της ελάχιστης απαίτησης TLAC, που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013. H ειδική για κάθε ίδρυμα MREL μπορεί να επιβάλλεται μόνο όταν η ελάχιστη απαίτηση TLAC δεν επαρκεί για την απορρόφηση των ζημιών και την ανακεφαλαιοποίηση ενός G-SII σύμφωνα με την επιλεγείσα στρατηγική εξυγίανσης.

(11)Κατά τον καθορισμό του επιπέδου της MREL, οι αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τον βαθμό της συστημικής σημασίας του ιδρύματος και τις πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις της χρεοκοπίας του στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη για ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των G-SII και άλλων συγκρίσιμων ιδρυμάτων με συστημική σημασία εντός της Ένωσης. Κατά συνέπεια, οι MREL των ιδρυμάτων που δεν χαρακτηρίζονται ως G-SII αλλά των οποίων η συστημική σημασία εντός της Ένωσης είναι συγκρίσιμη με τη συστημική σημασία των G-SII, δεν θα πρέπει να αποκλίνουν δυσανάλογα από το επίπεδο και τη σύνθεση των MREL που κατά κανόνα καθορίζονται για τα G-SII.

(12)Κατά τρόπο παρόμοιο με τις εξουσίες που ανατίθενται στις αρμόδιες αρχές από την οδηγία 2013/36/ΕΕ, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να επιτρέπει στις αρχές εξυγίανσης να απαιτούν από τα ιδρύματα να ανταποκρίνονται σε υψηλότερα επίπεδα MREL, ενώ παράλληλα να αντιμετωπίζουν τυχόν παραβιάσεις των εν λόγω επιπέδων με πιο ευέλικτο τρόπο, ιδίως μέσω της άμβλυνσης των αυτόματων επιπτώσεων των εν λόγω παραβιάσεων με τη μορφή περιορισμών ως προς τα Μέγιστα Διανεμητέα Ποσά (MDAs). Οι αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να μπορούν να παρέχουν καθοδήγηση στα ιδρύματα γ όσον αφορά τα συμπληρωματικά ποσά για την κάλυψη των ζημιών κατά την εξυγίανση που είναι πάνω από το επίπεδο των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων, όπως αυτά ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στην οδηγία 2013/36/ΕΕ, ή/και να διασφαλίζουν επαρκή εμπιστοσύνη της αγοράς στο ίδρυμα μετά την εξυγίανση. Για να διασφαλιστεί η συνοχή με την οδηγία 2013/36/ΕΕ, η καθοδήγηση για την κάλυψη πρόσθετων απωλειών μπορεί να δοθεί μόνο όταν η «κεφαλαιακή καθοδήγηση» έχει ζητηθεί από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές σύμφωνα με την οδηγία 2013/36/ΕΕ και δεν πρέπει να υπερβαίνει το επίπεδο που απαιτείται στην εν λόγω οδηγία. Για το ποσό της ανακεφαλαιοποίησης, το απαιτούμενο επίπεδο στις κατευθυντήριες γραμμές για την εμπιστοσύνη της αγοράς θα πρέπει να δίνει τη δυνατότητα στο ίδρυμα να εξακολουθήσει να πληροί τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας για ένα κατάλληλο χρονικό διάστημα, επιτρέποντας, μεταξύ άλλων, στο ίδρυμα να καλύψει τις δαπάνες που αφορούν την αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων του μετά την εξυγίανση. Το απόθεμα ασφαλείας της εμπιστοσύνης της αγοράς δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας σύμφωνα με την οδηγία 2013/36/ΕΕ, εκτός αν απαιτείται υψηλότερο επίπεδο, ώστε να διασφαλίζεται ότι, μετά την περαίωση της εξυγίανσης, η οντότητα συνεχίζει να πληροί τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση της άδειας για ένα κατάλληλο χρονικό διάστημα. Όταν μια οντότητα δεν κατορθώνει, κατ'εξακολούθηση, να διαθέτει πρόσθετα ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές, η αρχή εξυγίανσης θα πρέπει να είναι σε θέση να απαιτεί να αυξάνεται το ποσό της MREL, ώστε να καλύπτει το ποσό των κατευθυντήριων γραμμών. Για τους σκοπούς της εξέτασης κατά πόσο υφίσταται κατ'εξακολούθηση παράλειψη, η αρχή εξυγίανσης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την έκθεση της οντότητας σχετικά με την MREL, όπως απαιτείται από την παρούσα οδηγία.

(13)Σύμφωνα με τον κανονισμό αριθ. 575/2013, τα ιδρύματα που χαρακτηρίζονται ως οντότητες εξυγίανσης θα πρέπει να υπόκεινται μόνο στις ελάχιστες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σε ενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης. Αυτό σημαίνει ότι οι οντότητες εξυγίανσης θα πρέπει να υποχρεούνται να εκδίδουν επιλέξιμους τίτλους και στοιχεία σε εξωτερικούς τρίτους δανειστές για την κάλυψη της MREL, που θα αποτελέσουν αντικείμενο διάσωσης με ίδια μέσα, εφόσον η οντότητα εξυγίανσης τεθεί σε εξυγίανση.

(14)Τα ιδρύματα που δεν αποτελούν οντότητες εξυγίανσης θα πρέπει να συμμορφώνονται με την MREL σε ατομικό επίπεδο. Οι ανάγκες απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των εν λόγω ιδρυμάτων θα πρέπει εν γένει να καλύπτονται από τις οικείες οντότητες εξυγίανσης μέσω της απόκτησης από τις οντότητες εξυγίανσης επιλέξιμων υποχρεώσεων που εκδίδονται από τα εν λόγω ιδρύματα και της απομείωσής τους ή μετατροπής του σε τίτλους ιδιοκτησίας όταν τα ιδρύματα αυτά δεν είναι πλέον βιώσιμα. Ως εκ τούτου, η MREL που ισχύει για τα ιδρύματα που δεν αποτελούν οντότητες εξυγίανσης θα πρέπει να εφαρμόζεται από κοινού και με συνέπεια προς τις απαιτήσεις που ισχύουν για τις οντότητες εξυγίανσης. Τούτο θα πρέπει να επιτρέπει στις αρχές εξυγίανσης να εξυγιαίνουν έναν όμιλο εξυγίανσης χωρίς να θέτουν σε εξυγίανση ορισμένες από τις θυγατρικές του οντότητες, με αποτέλεσμα, συνεπώς, την αποφυγή πιθανών διαταράξεων στην αγορά. Με την επιφύλαξη της συμφωνίας των αρχών εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης και της θυγατρικής της, θα πρέπει να είναι εφικτή η αντικατάσταση της έκδοσης επιλέξιμων υποχρεώσεων σε οντότητες εξυγίανσης, με εξασφαλισμένες εγγυήσεις μεταξύ της οντότητας εξυγίανσης και των θυγατρικών της, η οποία μπορεί να ενεργοποιηθεί όταν πληρούνται οι χρονικές προϋποθέσεις, που είναι αντίστοιχες με εκείνες που επιτρέπουν τη διαγραφή ή τη μετατροπή των επιλέξιμων υποχρεώσεων. Οι αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών οντότητας εξυγίανσης θα πρέπει να δύνανται να απαλλάσσουν πλήρως από την εφαρμογή της MREL που ισχύει σε ιδρύματα τα οποία δεν είναι οντότητες εξυγίανσης εάν τόσο η οντότητα εξυγίανσης όσο και οι θυγατρικές της είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος. Η εφαρμογή της MREL σε ιδρύματα που δεν αποτελούν οντότητες εξυγίανσης πρέπει να συμμορφώνεται με την επιλεγείσα στρατηγική εξυγίανσης, και δεν θα πρέπει ιδίως να αλλοιώνει τη σχέση ιδιοκτησίας μεταξύ των ιδρυμάτων και του ομίλου εξυγίανσής τους, αφότου τα εν λόγω ιδρύματα έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί.

(15)Για να εξασφαλιστεί κατάλληλο επίπεδο MREL για τους σκοπούς της εξυγίανσης, οι αρχές που είναι αρμόδιες για τον καθορισμό του επιπέδου της MREL θα πρέπει να είναι η αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, ήτοι η αρχή εξυγίανσης της επικεφαλής μητρικής επιχείρησης, και οι αρχές εξυγίανσης άλλων οντοτήτων του ομίλου εξυγίανσης. Τυχόν διαφορές μεταξύ των αρχών θα πρέπει να υπόκεινται στις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 17 , υπό την επιφύλαξη των όρων και περιορισμών που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

(16)Τυχόν παραβιάσεις της ελάχιστη απαίτησης TLAC και της MREL θα πρέπει να αντιμετωπίζονται, δεόντως, από τις αρμόδιες αρχές και τις αρχές εξυγίανσης. Δεδομένου ότι η παραβίαση των εν λόγω απαιτήσεων, θα μπορούσε να αποτελεί εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης ιδρύματος ή ομίλου, οι υφιστάμενες διαδικασίες για την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης πρέπει να συντομευθούν για την αντιμετώπιση τυχόν παραβιάσεων των απαιτήσεων με αποτελεσματικό τρόπο. Οι αρχές εξυγίανσης θα πρέπει επίσης να μπορούν να απαιτούν από τα ιδρύματα να τροποποιούν το προφίλ ληκτότητας των επιλέξιμων μέσων και στοιχείων, καθώς και να καταρτίζουν και να εφαρμόζουν σχέδια, ώστε να αποκαθίσταται το επίπεδο των εν λόγω απαιτήσεων.

(17)Για να εξασφαλιστεί διαφανής εφαρμογή της MREL, τα ιδρύματα πρέπει να υποβάλλουν εκθέσεις στις αρμόδιες αρχές και στις αρχές εξυγίανσης και να γνωστοποιούν τακτικά στο κοινό τα επίπεδα των επιλέξιμων υποχρεώσεων και τη σύνθεση των εν λόγω υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των προφίλ ληκτότητας και κατάταξης σε κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας. Θα πρέπει να υπάρχει συνέπεια όσον αφορά τη συχνότητα της εποπτικής αναφοράς σχετικά με τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και με την MREL.

(18)Η απαίτηση να συμπεριληφθεί μια συμβατική αναγνώριση των αποτελεσμάτων του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα σε συμφωνίες ή σε μέσα που δημιουργούν υποχρεώσεις οι οποίες διέπονται από το δίκαιο τρίτης χώρας, θα πρέπει να διασφαλίζει ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις μπορούν να υπαχθούν στη διάσωση με ίδια μέσα σε περίπτωση εξυγίανσης. Εκτός αν και μέχρις ότου θεσπιστούν υποχρεωτικά πλαίσια αναγνώρισης για τη διευκόλυνση της αποτελεσματικής διασυνοριακής εξυγίανσης σε όλες τις δικαιοδοσίες τρίτων χωρών, οι συμβατικές ρυθμίσεις θα πρέπει να προσφέρουν μια λειτουργική λύση, εφόσον έχουν διατυπωθεί δεόντως και εγκριθεί ευρέως. Ακόμη και με υποχρεωτικά πλαίσια αναγνώρισης σε ισχύ, οι συμβατικές ρυθμίσεις αναγνώρισης αναμένεται να συμβάλουν στην ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου και της προβλεψιμότητας της διασυνοριακής αναγνώρισης μέτρων εξυγίανσης. Ενδέχεται να υπάρχουν περιπτώσεις, ωστόσο, όπου δεν είναι εφικτό για τα ιδρύματα να περιλαμβάνουν τους εν λόγω συμβατικούς όρους σε συμφωνίες ή σε μέσα που δημιουργούν ορισμένες υποχρεώσεις, και ιδίως υποχρεώσεις που δεν εξαιρούνται από το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα δυνάμει της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, καλυπτόμενες καταθέσεις ή μέσα ιδίων κεφαλαίων. Ειδικότερα, δεν είναι εφικτό για τα ιδρύματα να περιλαμβάνουν στις συμφωνίες ή στα μέσα που δημιουργούν υποχρεώσεις τους συμβατικούς όρους σχετικά με την αναγνώριση των αποτελεσμάτων του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα, σε περίπτωση που οι εν λόγω συμβατικοί όροι είναι παράνομοι στις οικείες τρίτες χώρες ή σε περίπτωση που τα ιδρύματα δεν έχουν διαπραγματευτική ισχύ για να επιβάλουν τους εν λόγω συμβατικούς όρους. Οι αρχές εξυγίανσης θα πρέπει, επομένως, να μπορούν να χορηγήσουν απαλλαγή από την εφαρμογή της απαίτησης να συμπεριληφθούν οι εν λόγω συμβατικοί όροι, όταν οι εν λόγω συμβατικοί όροι θα συνεπάγονταν δυσανάλογο κόστος για τα ιδρύματα και οι προκύπτουσες υποχρεώσεις δεν θα παρείχαν σημαντική ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης κατά την εξυγίανση. Δεν θα πρέπει, ωστόσο, να γίνεται επίκληση στην εν λόγω απαλλαγή όταν ορισμένες συμφωνίες ή υποχρεώσεις παρέχουν από κοινού, συλλογικά σημαντική ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης κατά την εξυγίανση. Επιπλέον, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν επηρεάζεται η δυνατότητα εξυγίανσης των ιδρυμάτων, οι υποχρεώσεις που επωφελούνται από απαλλαγές δεν πρέπει να είναι επιλέξιμες για την MREL.

(19)Προκειμένου να διασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, είναι σημαντικό οι αρμόδιες αρχές να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την επιδείνωση της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κατάστασης ενός ιδρύματος, προτού το ίδρυμα φτάσει σε σημείο όπου οι αρχές δεν διαθέτουν άλλη εναλλακτική λύση πλην της εξυγίανσής του. Για τον σκοπό αυτό, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν τις κατάλληλες εξουσίες έγκαιρης παρέμβασης. Οι εξουσίες έγκαιρης παρέμβασης θα πρέπει να περιλαμβάνουν την εξουσία αναστολής ορισμένων συμβατικών υποχρεώσεων, για το ελάχιστο αναγκαίο χρονικό διάστημα. Η εξουσία αναστολής θα πρέπει να καθορίζεται με ακρίβεια και να ασκείται μόνο όταν αυτό είναι απαραίτητο, προκειμένου να διαπιστωθεί αν απαιτούνται μέτρα έγκαιρης παρέμβασης ή προκειμένου να καθοριστεί αν το ίδρυμα βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης ή είναι πιθανό να πτωχεύσει. Η εξουσία αναστολής δεν θα πρέπει, ωστόσο, να εφαρμόζεται σε υποχρεώσεις οι οποίες είναι συναφείς με τη συμμετοχή σε συστήματα που καθορίζονται στην οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 18 , κεντρικούς αντισυμβαλλομένους (CCP) και κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που αναγνωρίζονται από την ευρωπαϊκή αρχή κεφαλαιαγορών (ΕΑΚΑΑ-ESMA). Επίσης, δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στις καλυπτόμενες καταθέσεις. Οι εξουσίες έγκαιρης παρέμβασης θα πρέπει να περιλαμβάνουν τις εξουσίες που ήδη προβλέπονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ για περιπτώσεις πέραν εκείνων που θεωρούνται ως έγκαιρη παρέμβαση, καθώς και για τις περιπτώσεις στις οποίες θεωρείται αναγκαία η αποκατάσταση της χρηματοοικονομικής ευρωστίας ενός ιδρύματος.

(20)Είναι προς όφελος της αποτελεσματικής εξυγίανσης, και ιδίως προς όφελος της αποφυγής συγκρούσεων δικαιοδοσίας, να μην κινούνται κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας για το προβληματικό ίδρυμα ή να συνεχίζονται, ενώ η αρχή εξυγίανσης ασκεί τις εξουσίες εξυγίανσης ή εφαρμόζει τα εργαλεία εξυγίανσης, παρεκτός με την πρωτοβουλία ή με τη συγκατάθεση της αρχής εξυγίανσης. Είναι χρήσιμο και αναγκαίο να αναστέλλονται, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ορισμένες συμβατικές υποχρεώσεις, ούτως ώστε να διαθέτει η αρχή εξυγίανσης επαρκή χρόνο για να διενεργήσει την αποτίμηση και να θέσει σε εφαρμογή τα εργαλεία εξυγίανσης. Η εξουσία αυτή θα πρέπει να διατυπώνεται με ακρίβεια και να ασκείται μόνο για το ελάχιστο αναγκαίο χρονικό διάστημα για την αποτίμηση ή για την εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης. Η εξουσία αυτή δεν πρέπει ωστόσο να εφαρμόζεται στις καλυπτόμενες καταθέσεις ή σε υποχρεώσεις οι οποίες είναι συναφείς με τη συμμετοχή σε συστήματα που καθορίζονται στην οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους (CCP) και τις κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που αναγνωρίζονται από την ευρωπαϊκή αρχή κεφαλαιαγορών (ESMA). Η οδηγία 98/26/ΕΚ περιορίζει τον κίνδυνο που συνδέεται με τη συμμετοχή σε συστήματα πληρωμών και συστήματα διακανονισμού αξιογράφων, ιδίως μέσω της μείωσης της διαταραχής σε περίπτωση αφερεγγυότητας ενός συμμετέχοντος σε τέτοιο σύστημα. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα εν λόγω μέσα προστασίας εφαρμόζονται κατάλληλα σε καταστάσεις κρίσης, ενώ παράλληλα διατηρείται η προσήκουσα βεβαιότητα για διαχειριστές των συστημάτων πληρωμών και των συστημάτων διακανονισμού αξιογράφων και άλλων συμμετεχόντων στην αγορά, η οδηγία 2014/59/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να προβλέπει ότι ένα μέτρο πρόληψης κρίσεων ή ένα μέτρο διαχείρισης κρίσεων δεν θα πρέπει καθαυτό να θεωρείται ότι αποτελεί διαδικασία αφερεγγυότητας κατά την έννοια της οδηγία 98/26/ΕΚ, υπό την προϋπόθεση ότι οι δυνάμει της σύμβασης ουσιαστικές υποχρεώσεις συνεχίζουν να εκπληρούνται. Ωστόσο, καμία διάταξη της οδηγίας 2014/59/ΕΕ δεν θα πρέπει να θίγει τη λειτουργία ενός συστήματος που καθορίζεται στην οδηγία 98/26/ΕΚ ούτε το δικαίωμα επί της πρόσθετης ασφάλειας που κατοχυρώνεται από την ίδια αυτή οδηγία.

(21)Προκειμένου να αποφευχθεί η επικάλυψη των απαιτήσεων και να εφαρμοστούν οι κατάλληλοι κανόνες για την αποτελεσματική ανάκαμψη και εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων (CCP) σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων], η οδηγία 2014/59/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι, για τους οποίους, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 19 , τα κράτη μέλη εφαρμόζουν ορισμένες απαιτήσεις σχετικά με τη χορήγηση άδειας δυνάμει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ και έχουν, συνεπώς, λάβει επίσης άδεια λειτουργίας ως πιστωτικά ιδρύματα.

(22)Η εξαίρεση συγκεκριμένων υποχρεώσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων ή των επιχειρήσεων επενδύσεων από την εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα ή από την εξουσία αναστολής ορισμένων υποχρεώσεων, περιορίζει την αναγκαστική εκτέλεση συμφωνιών παροχής ασφάλειας ή προσωρινής αναστολής των δικαιωμάτων καταγγελίας στην οδηγία 2014/59/ΕΕ και θα πρέπει, επίσης, να καλύπτει τις ευθύνες όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση και τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που αναγνωρίζονται από την ΕΑΚΑΑ.

(23)Προκειμένου να διασφαλίζεται η κοινή κατανόηση των όρων που χρησιμοποιούνται σε διάφορες νομικές πράξεις, είναι σκόπιμο να ενσωματωθούν στην οδηγία 98/26/ΕΚ οι ορισμοί και οι έννοιες που εισήχθησαν με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, όσον αφορά τις έννοιες «κεντρικός αντισυμβαλλόμενος» ή «CCP» και «συμμετέχων».

(24)Με σκοπό να εφαρμοστεί αποτελεσματικά η εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, οι διασφαλίσεις που προβλέπονται στην οδηγία 2002/47/ΕΚ 20 δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται σε οποιονδήποτε περιορισμό της εκτέλεσης της συμφωνίας παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας ή στην επίπτωση μιας συμφωνίας παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, ή σε οποιαδήποτε διάταξη εκκαθαριστικού συμψηφισμού ή αμοιβαίου συμψηφισμού, που επιβάλλεται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων].

(25)Η οδηγία 2012/30/ΕΕ 21 , η οδηγία 2011/35/ΕΕ 22 , η οδηγία 2005/56/ΕΚ 23 , η οδηγία 2004/25/ΕΚ 24 και η οδηγία 2007/36/ΕΚ 25 , περιέχουν κανόνες για την προστασία των μετόχων και των πιστωτών των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των εν λόγω οδηγιών. Στην περίπτωση που οι αρχές εξυγίανσης χρειάζεται να δράσουν άμεσα δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων], οι εν λόγω κανόνες ενδέχεται να παρακωλύσουν την αποτελεσματική δράση εξυγίανσης και τη χρήση εργαλείων και εξουσιών εξυγίανσης από τις αρχές εξυγίανσης. Οι παρεκκλίσεις δυνάμει της οδηγίας 2014/59/ΕΕ θα πρέπει συνεπώς να επεκταθούν στις πράξεις που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. [ ανάκαμψη και εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων]. Με σκοπό την εγγύηση του μέγιστου βαθμού ασφάλειας δικαίου προς όφελος όλων των ενδιαφερομένων, οι παρεκκλίσεις θα πρέπει να ορίζονται με σαφήνεια και ακρίβεια, και θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο προς το δημόσιο συμφέρον και όταν πληρούνται οι μηχανισμοί ενεργοποίησης της εξυγίανσης. Η χρήση εργαλείων εξυγίανσης προϋποθέτει ότι πληρούνται οι στόχοι και οι όροι για την εξυγίανση που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων]. Για να εξασφαλιστεί ότι οι αρχές μπορούν να επιβάλλουν κυρώσεις όταν δεν υπάρχει συμμόρφωση με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων] και ότι οι εν λόγω εξουσίες επιβολής κυρώσεων είναι συνεπείς με το νομικό πλαίσιο για την ανάκαμψη και εξυγίανση άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Τίτλου VIII της οδηγίας 2014/59/ΕΕ θα πρέπει, επίσης, να καλύπτει τις παραβιάσεις των διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων].

(26)Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η θέσπιση ομοιόμορφων κανόνων όσον αφορά το πλαίσιο ανάκαμψης και εξυγίανσης, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν, συνεπώς, λόγω της κλίμακας της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(27)Για να δοθεί ο κατάλληλος χρόνος για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαθέτουν δώδεκα μήνες για να μεταφέρουν την εν λόγω οδηγία στην εθνική τους νομοθεσία από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της και τα συναφή ιδρύματα θα πρέπει να υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις νέες διατάξεις εντός έξι μηνών από την ημερομηνία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2014/59/ΕΕ1

1.Στο άρθρο 1, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους για τους οποίους, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν ορισμένες απαιτήσεις για αδειοδότηση σύμφωνα με την οδηγία 2013/36/ΕΕ.

Ωστόσο, οι διατάξεις που ορίζονται στον τίτλο VIII της παρούσας οδηγίας ισχύουν, επίσης, όσον αφορά τις κυρώσεις που επιβάλλονται όταν ο κανονισμός [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων] δεν έχει τηρηθεί.»

2.Στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 71), o όρος «επιλέξιμες υποχρεώσεις» αντικαθίσταται από τον όρο «στοιχεία παθητικού αυτοδιάσωσης».

3.Στο άρθρο 2 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«71α)    «επιλέξιμες υποχρεώσεις»: τα στοιχεία παθητικού αυτοδιάσωσης που πληρούν, ανάλογα με την περίπτωση, τους όρους του άρθρου 45β ή το στοιχείο α) του άρθρο 45ζ παράγραφος 3.»

4.Στο άρθρο 2 παράγραφος 1, τα ακόλουθα σημεία 83α) και 83β), 109) και 110) προστίθενται:

«83α) «οντότητα εξυγίανσης »: μια οντότητα εγκατεστημένη στην Ένωση, η οποία προσδιορίζεται από την αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 12 ως οντότητα σε σχέση με την οποία το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει μέτρα εξυγίανσης·

83β)    «όμιλος εξυγίανσης»: μια οντότητα εξυγίανσης και οι θυγατρικές της που δεν αποτελούν οντότητες εξυγίανσης οι ίδιες και που δεν είναι θυγατρικές άλλης οντότητας εξυγίανσης·

«109) «εκκαθαριστικό μέλος»: εκκαθαριστικό μέλος σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 2 παράγραφος 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

110)     «συμβούλιο»: διοικητικό ή εποπτικό συμβούλιο, ή και τα δύο, που έχει συγκροτηθεί δυνάμει του εθνικού εταιρικού δικαίου σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012».

5.Στο άρθρο 12, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.    Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρχές εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου από κοινού με τις αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών να καταρτίζουν σχέδια εξυγίανσης ομίλων και μετά από διαβούλευση με τις αρχές εξυγίανσης των σημαντικών υποκαταστημάτων, στον βαθμό που το ζήτημα αφορά το συγκεκριμένο υποκατάστημα. Το σχέδιο εξυγίανσης ομίλου προσδιορίζει μέτρα που πρέπει να ληφθούν όσον αφορά:

(a)τη μητρική επιχείρηση της Ένωσης·

(b)τις θυγατρικές που αποτελούν μέρος του ομίλου και που είναι εγκατεστημένες στην Ένωση·

(c)τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ)· και

(d)με την επιφύλαξη των διατάξεων του τίτλου VΙ, τις θυγατρικές αποτελούν μέρος του ομίλου και που είναι εγκατεστημένες εκτός της Ένωσης.

Σύμφωνα με τα μέτρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, το σχέδιο εξυγίανσης προσδιορίζει για κάθε όμιλο:

(a)τις οντότητες εξυγίανσης·

(b)τους ομίλους εξυγίανσης.».

6.Στο άρθρο 12 παράγραφος 3, τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)    παρουσιάζουν τις δράσεις εξυγίανσης που προγραμματίζονται για τις οντότητες εξυγίανσης στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3, και τις επιπτώσεις των εν λόγω δράσεων εξυγίανσης για τις άλλες οντότητες του ομίλου που αναφέρονται στα στοιχεία (β), (γ) και (δ) του άρθρου 1 παράγραφος 1, για τη μητρική επιχείρηση και τα θυγατρικά ιδρύματα·

(β)    εξετάζουν τον βαθμό στον οποίο τα εργαλεία και οι εξουσίες εξυγίανσης θα μπορούν να εφαρμοστούν κατά συντονισμένο τρόπο σε οντότητες εξυγίανσης εγκατεστημένες στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για τη διευκόλυνση της αγοράς ολόκληρου του ομίλου από τρίτο μέρος, ή της αγοράς χωριστών επιχειρηματικών τομέων ή δραστηριοτήτων που παρέχονται από μια σειρά οντοτήτων του ομίλου, ή συγκεκριμένων οντοτήτων του ομίλου, ή ομίλων εξυγίανσης, και να εντοπίσουν οποιαδήποτε δυνητικά εμπόδια σε μια συντονισμένη εξυγίανση·».

7.Στο άρθρο 12 παράγραφος 3, το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)    προσδιορίζουν οποιεσδήποτε επιπλέον δράσεις, οι οποίες δεν αναφέρονται στην παρούσα οδηγία και τις οποίες οι συναφείς αρχές εξυγίανσης σκοπεύουν να λάβουν, σε σχέση με τις οντότητες εξυγίανσης·».

8.Στο άρθρο 12 παράγραφος 3, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο α1):

«(α1) όταν ένας όμιλος περιλαμβάνει περισσότερους του ενός ομίλους εξυγίανσης, παρουσιάζει σχεδιαζόμενες δράσεις εξυγίανσης όσον αφορά τις οντότητες εξυγίανσης του κάθε ομίλου εξυγίανσης και τις επιπτώσεις των εν λόγω δράσεων ως προς:

   (i) τις άλλες οντότητες του ομίλου που ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης·

   (ii) άλλους ομίλους εξυγίανσης.».

9.Στο άρθρο 13 παράγραφος 4, παρεμβάλλεται το εξής εδάφιο μετά το πρώτο εδάφιο:

«Όταν ένας όμιλος αποτελείται από περισσότερους του ενός ομίλους εξυγίανσης, ο προγραμματισμός των δράσεων εξυγίανσης που αναφέρονται στο σημείο α1) του άρθρου 12 παράγραφος 3 λαμβάνει τη μορφή της κοινής απόφασης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.».

10.Στο άρθρο 13 παράγραφος 6, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ελλείψει κοινής απόφασης των αρχών εξυγίανσης εντός τεσσάρων μηνών, κάθε αρχή εξυγίανσης που είναι υπεύθυνη για μια θυγατρική και που διαφωνεί με το σχέδιο εξυγίανσης του ομίλου λαμβάνει τη δική της απόφαση και, ανάλογα με την περίπτωση, προσδιορίζει την οντότητα εξυγίανσης και καταρτίζει και διατηρεί σχέδιο εξυγίανσης για τον όμιλο εξυγίανσης, ο οποίος αποτελείται από οντότητες υπό τη δικαιοδοσία της. Καθεμία από τις μεμονωμένες αποφάσεις των αρχών εξυγίανσης που διαφωνούν είναι πλήρως αιτιολογημένη και, μεταξύ άλλων, καθορίζει τους λόγους της διαφωνίας με το προτεινόμενο σχέδιο εξυγίανσης του ομίλου και λαμβάνει υπόψη τις απόψεις και επιφυλάξεις των άλλων αρχών εξυγίανσης και αρμόδιων αρχών. Κάθε αρχή εξυγίανσης κοινοποιεί την απόφασή της στα λοιπά μέλη του σώματος εξυγίανσης.».

11.Στο άρθρο 16 παράγραφος 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ένας όμιλος θεωρείται ότι είναι δυνατόν να εξυγιανθεί αν είναι εφικτό και αξιόπιστο για τις αρχές εξυγίανσης είτε να προβούν στην εκκαθάριση οντοτήτων του ομίλου υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας είτε να εξυγιάνουν τον εν λόγω όμιλο με την εφαρμογή εργαλείων εξυγίανσης και εξουσιών σε οντότητες εξυγίανσης του εν λόγω ομίλου, αποφεύγοντας παράλληλα στον μέγιστο δυνατό βαθμό οποιεσδήποτε σημαντικές δυσμενείς συνέπειες για τα χρηματοπιστωτικά συστήματα των κρατών μελών στα οποία βρίσκονται οι οντότητες του ομίλου, ή άλλων κρατών μελών ή της Ένωσης, ακόμη και σε περιστάσεις ευρύτερης χρηματοπιστωτικής αστάθειας ή γεγονότων που αφορούν το σύνολο του συστήματος, και με προοπτική να διασφαλιστεί η συνέχιση των κρίσιμων λειτουργιών που εκτελούνται από τις εν λόγω οντότητες του ομίλου, στην περίπτωση που αυτές μπορούν να διαχωριστούν εύκολα εγκαίρως είτε με άλλα μέσα. Οι αρχές εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου ενημερώνουν εγκαίρως την ΕΑΤ κάθε φορά που ένας όμιλος θεωρείται ότι δεν είναι δυνατόν να εξυγιανθεί.».

12.Στο άρθρο 16, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

«4.    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν ένας όμιλος αποτελείται από περισσότερους του ενός ομίλους εξυγίανσης, οι αρχές εξυγίανσης, που αναφέρονται στην παράγραφο 1, αξιολογούν τη δυνατότητα εξυγίανσης του κάθε ομίλου εξυγίανσης σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Η αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο πραγματοποιείται παράλληλα με την αξιολόγηση της δυνατότητας εξυγίανσης ολόκληρου του ομίλου.».

13.Στο άρθρο 17 παράγραφος 3 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Όταν ένα ουσιαστικό εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης οφείλεται σε κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 141α παράγραφος 2 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, το ίδρυμα, εντός δύο εβδομάδων από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 1, προτείνει στην αρχή εξυγίανσης ενδεχόμενα μέτρα, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι το πιστωτικό ίδρυμα συμμορφώνεται με τα άρθρα 45στ και 45ζ και την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 128 παράγραφος 6 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.».

14.Στο άρθρο 17 παράγραφος 5, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο η1):

«(η1)    να απαιτούν από ένα ίδρυμα ή μια οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ) να υποβάλει ένα σχέδιο για την αποκατάσταση της συμμόρφωσης με τα άρθρα 45στ και 45ζ, και με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 128 παράγραφος 6 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ·».

15.Στο άρθρο 17 παράγραφος 5, παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο ι1):

«ι1)    να απαιτούν από ένα ίδρυμα ή μια οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ), να αλλάξει το προφίλ ληκτότητας των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 45β ή στο άρθρο 45ζ παράγραφος 3 στοιχεία α) και β), με σκοπό να εξασφαλιστεί διαρκής συμμόρφωση με το άρθρο 45στ ή το άρθρο 45ζ.».

16.Στα στοιχεία θ) και ι) του άρθρου 17 παράγραφος 5, η φράση «του άρθρου 45» αντικαθίσταται με τη φράση «του άρθρου 45στ και του άρθρου 45ζ».

17.Στο άρθρο 18, οι παράγραφοι 1 έως 7 αντικαθίστανται ως ακολούθως:

«1.    Η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, από κοινού με τις αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών, κατόπιν διαβούλευσης με το σώμα εποπτείας και τις αρχές εξυγίανσης των περιοχών δικαιοδοσίας στις οποίες βρίσκονται σημαντικά υποκαταστήματα, στον βαθμό που αυτό έχει σημασία για το σημαντικό υποκατάστημα, εξετάζουν την εκτίμηση που απαιτείται βάσει του άρθρου 16 στο πλαίσιο του σώματος εξυγίανσης και προβαίνουν σε κάθε εύλογη ενέργεια, προκειμένου να καταλήξουν σε κοινή απόφαση όσον αφορά την εφαρμογή των μέτρων που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 4 σε σχέση με όλες τις οντότητες εξυγίανσης και τις θυγατρικές τους, οι οποίες είναι οντότητες που αποτελούν μέρος του ομίλου που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1.

2.    Η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, σε συνεργασία με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας και την ΕΑΤ, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, συντάσσει και υποβάλλει έκθεση στη μητρική επιχείρηση της Ένωσης, στις αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών, οι οποίες θα την διαβιβάσουν στις θυγατρικές που τελούν υπό την εποπτεία τους, και στις αρχές εξυγίανσης των περιοχών δικαιοδοσίας, στις οποίες είναι βρίσκονται σημαντικά υποκαταστήματα. Η έκθεση συντάσσεται μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές και αναλύει τα ουσιαστικά εμπόδια στην αποτελεσματική εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης και στην άσκηση των εξουσιών εξυγίανσης όσον αφορά τον όμιλο και τους ομίλους εξυγίανσης, όταν ένας όμιλος αποτελείται από περισσότερους του ενός ομίλους εξυγίανσης. Η έκθεση εξετάζει τον αντίκτυπο στο επιχειρηματικό μοντέλο του ιδρύματος και προτείνει αναλογικά και στοχοθετημένα μέτρα τα οποία, κατά την άποψη της αρχής, είναι αναγκαία ή ενδεδειγμένα για την εξάλειψη των εν λόγω εμποδίων.

Όταν το εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης του ομίλου οφείλεται στην κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 141α παράγραφος 2 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου κοινοποιεί την εκτίμηση του εν λόγω εμποδίου στην μητρική επιχείρηση της Ένωσης, μετά από διαβούλευση με την αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης και τις αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών ιδρυμάτων.

3.    Εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της έκθεσης, η μητρική επιχείρηση της Ένωσης μπορεί να υποβάλει παρατηρήσεις και να προτείνει στην αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου εναλλακτικά μέτρα για την αντιμετώπιση των εμποδίων που προσδιορίζονται στην έκθεση.

Όταν τα εν λόγω εμπόδια οφείλονται στην κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 141α παράγραφος 2 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, η μητρική επιχείρηση της Ένωσης προτείνει στην αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, ενδεχόμενα μέτρα για την αντιμετώπιση ή την εξάλειψη των εν λόγω εμποδίων, εντός δύο εβδομάδων από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 2.

4.    Η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου γνωστοποιεί κάθε μέτρο που προτείνεται από τη μητρική επιχείρηση της Ένωσης στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας, την ΕΑΤ, τις αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών και τις αρχές εξυγίανσης των περιοχών δικαιοδοσίας, στις οποίες είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα, στον βαθμό που αυτό έχει σημασία για το σημαντικό υποκατάστημα. Οι αρχές εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου και οι αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών, μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές και τις αρχές εξυγίανσης των περιοχών δικαιοδοσίας, στις οποίες είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα, καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να καταλήξουν σε κοινή απόφαση στο πλαίσιο του σώματος εξυγίανσης όσον αφορά τον προσδιορισμό των ουσιαστικών εμποδίων και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, την εκτίμηση των μέτρων που προτείνονται από τη μητρική επιχείρηση της Ένωσης, καθώς και τα μέτρα που απαιτούνται από τις αρχές, προκειμένου να αντιμετωπιστούν ή να εξαλειφθούν τα εμπόδια, καθώς και λαμβάνουν υπόψη τον ενδεχόμενο αντίκτυπο των μέτρων σε όλα τα κράτη μέλη όπου λειτουργεί ο όμιλος.

5.    Η κοινή απόφαση λαμβάνεται εντός τεσσάρων μηνών από την υποβολή παρατηρήσεων από τη μητρική επιχείρηση της Ένωσης, από την παρέλευση της τετράμηνης προθεσμίας της παραγράφου 3, αναλόγως με το ποια ημερομηνία προηγείται.

Η κοινή απόφαση σχετικά με τα εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης που οφείλονται σε κατάσταση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 141α παράγραφος 2 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ πρέπει να λαμβάνεται εντός δύο εβδομάδων από την υποβολή παρατηρήσεων από τη μητρική επιχείρηση της Ένωσης σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Η κοινή απόφαση είναι αιτιολογημένη και παρουσιάζεται σε έγγραφο το οποίο διαβιβάζεται από την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου στη μητρική επιχείρηση της Ένωσης.

Η ΕΑΤ μπορεί, κατόπιν αιτήματος μιας αρχής εξυγίανσης, να βοηθήσει τις αρχές εξυγίανσης να καταλήξουν σε κοινή απόφαση, βάσει του άρθρου 31 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

6.    Ελλείψει κοινής απόφασης εντός της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 5, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου λαμβάνει η ίδια την απόφαση σχετικά με τη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 4 σε επίπεδο ομίλου ή σε επίπεδο ομίλου εξυγίανσης.

Η απόφαση αυτή είναι πλήρως αιτιολογημένη και λαμβάνει υπόψη τις απόψεις και τις επιφυλάξεις των άλλων αρχών εξυγίανσης. Η απόφαση διαβιβάζεται στη μητρική επιχείρηση της Ένωσης από την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου.

Εάν, κατά τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 5, οποιαδήποτε αρχή εξυγίανσης έχει παραπέμψει ζήτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου στην ΕΑΤ, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου αναβάλλει την απόφασή της και αναμένει την όποια απόφαση μπορεί να λάβει η ΕΑΤ σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, και λαμβάνει την απόφασή της σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΤ. Η περίοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 5 θεωρείται ως η περίοδος συμβιβασμού κατά την έννοια του εν λόγω κανονισμού. Η ΕΑΤ λαμβάνει την απόφασή της εντός ενός μηνός ή εντός μίας εβδομάδας όταν η προσφυγή στην ΕΑΤ σχετίζεται με εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης που οφείλεται σε κατάσταση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 141α παράγραφος 2 της οδηγία 2013/36/ΕΕ. Το θέμα δεν παραπέμπεται στην ΕΑΤ μετά τη λήξη της σχετικής περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 5 ή αφού ληφθεί απόφαση από κοινού. Ελλείψει απόφασης της ΕΑΤ, εφαρμόζεται η απόφαση της αρχής εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου

7.    Ελλείψει κοινής απόφασης, οι αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών λαμβάνουν οι ίδιες αποφάσεις σχετικά με τα κατάλληλα μέτρα που πρέπει να λάβουν οι θυγατρικές σε ατομικό επίπεδο σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 4. Η απόφαση αυτή είναι πλήρως αιτιολογημένη και λαμβάνει υπόψη τις απόψεις και τις επιφυλάξεις των άλλων αρχών εξυγίανσης. Η απόφαση διαβιβάζεται στη σχετική θυγατρική από την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου.

Εάν, κατά τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 5, οποιαδήποτε αρχή εξυγίανσης έχει παραπέμψει ζήτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου στην ΕΑΤ, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου αναβάλλει την απόφασή της και αναμένει την όποια απόφαση μπορεί να λάβει η ΕΑΤ σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, και λαμβάνει την απόφασή της σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΤ. Η περίοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 5 θεωρείται ως η περίοδος συμβιβασμού κατά την έννοια του εν λόγω κανονισμού. Η ΕΑΤ λαμβάνει την απόφασή της εντός ενός μηνός ή εντός μίας εβδομάδας, όταν η προσφυγή στην ΕΑΤ αφορά εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης λόγω παραβίασης των άρθρων 45 έως 45θ. Το θέμα δεν παραπέμπεται στην ΕΑΤ μετά τη λήξη της σχετικής περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 5 ή αφού ληφθεί απόφαση από κοινού. Ελλείψει απόφασης της ΕΑΤ εντός ενός μηνός, εφαρμόζεται η απόφαση της αρχής εξυγίανσης της θυγατρικής.».

18.Στο άρθρο 27 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο θ):

«θ) εφόσον οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 29α δεν τηρούνται, να αναστέλλει οποιαδήποτε υποχρέωση πληρωμής ή παράδοσης, στην οποία ένα ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στο στοιχείο β), γ) ή δ) του άρθρου 1 παράγραφος 1 είναι συμβαλλόμενο μέρος.».

19.Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 29α:

«Άρθρο 29a
Εξουσία αναστολής ορισμένων υποχρεώσεων

1.Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι η αντίστοιχη αρμόδια αρχή τους, μετά από διαβούλευση με την αρχή εξυγίανσης, μπορεί να ασκεί την εξουσία που αναφέρεται στο στοιχείο θ) του άρθρου 27 παράγραφος 1 μόνον εφόσον η άσκηση της εξουσίας αναστολής είναι αναγκαία για τη διενέργεια της αξιολόγησης που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 27 παράγραφος 1 ή να προβαίνει στη διαπίστωση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του άρθρο 32 παράγραφος 1.

2.Η αναστολή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν υπερβαίνει το ελάχιστο χρονικό διάστημα που η αρμόδια αρχή κρίνει απαραίτητο για να προβεί στην αξιολόγηση που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή για να προβεί στη διαπίστωση που αναφέρεται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο α) και σε καμία περίπτωση δεν υπερβαίνει τις 5 εργάσιμες ημέρες.

3.Καμία αναστολή βάσει της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζεται σε:

(a)υποχρεώσεις πληρωμής και παράδοσης έναντι συστημάτων ή φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων που έχουν οριστεί σύμφωνα με την οδηγία 98/26/ΕΚ, κεντρικών αντισυμβαλλομένων και κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτης χώρας αναγνωρισμένων από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και κεντρικών τραπεζών·

(b)επιλέξιμες απαιτήσεις για τον σκοπό της οδηγίας 97/9/ΕΚ·

(c)καλυπτόμενες καταθέσεις.

4.Κατά την άσκηση εξουσίας δυνάμει του παρόντος άρθρου, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει η άσκηση της εξουσίας αυτής στην εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών.

5.Μια υποχρέωση πληρωμής ή παράδοσης που θα ήταν απαιτητή κατά την περίοδο αναστολής είναι απαιτητή αμέσως μετά τη λήξη της περιόδου αυτής.

6.Όταν υποχρεώσεις πληρωμής ή παράδοσης αναστέλλονται δυνάμει της παραγράφου 1, οι υποχρεώσεις πληρωμής ή παράδοσης των αντισυμβαλλομένων της οντότητας δυνάμει της σύμβασης αυτής αναστέλλονται για το ίδιο χρονικό διάστημα.

7.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν χωρίς καθυστέρηση τις αρχές εξυγίανσης για την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας αναφέρεται στην παράγραφο 1.

8.Τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στο άρθρο 32 παράγραφος 2, διασφαλίζουν ότι η εξουσία αναστολής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορεί επίσης να ασκηθεί από την αρχή εξυγίανσης, κατόπιν διαβούλευσης με την αρμόδια αρχή, όταν η άσκηση αυτής της εξουσίας αναστολής είναι απαραίτητη για να γίνει η διαπίστωση που αναφέρεται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο α).»

20.Στο άρθρο 32 παράγραφος 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) λαμβάνοντας υπόψη τη χρονική στιγμή και άλλες σχετικές παραμέτρους, κανένα εναλλακτικό μέτρο του ιδιωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων από θεσμικό σύστημα προστασίας (ΘΣΠ), ή εποπτική δράση, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης ή της απομείωσης ή της μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων ή των επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 2 που έχει ληφθεί έναντι του ιδρύματος, δεν θα απέτρεπε την πτώχευση του ιδρύματος εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος·».

21.Στο άρθρο 33, οι παράγραφοι 2, 3 και 4 αντικαθίστανται με το ακόλουθο κείμενο:

2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές εξυγίανσης αναλαμβάνουν δράση εξυγίανσης έναντι μιας οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ), εφόσον αυτή πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1.

3.Σε περίπτωση που τα θυγατρικά ιδρύματα μιας μεικτής εταιρείας συμμετοχών ανήκουν άμεσα ή έμμεσα σε ενδιάμεση χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει ότι η ενδιάμεση χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών χαρακτηρίζεται ως οντότητα εξυγίανσης και τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι δράσεις εξυγίανσης για τους σκοπούς της εξυγίανσης του ομίλου αναλαμβάνονται έναντι της ενδιάμεσης χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές εξυγίανσης δεν αναλαμβάνουν δράσεις εξυγίανσης για τους σκοπούς της εξυγίανσης του ομίλου έναντι της μεικτής εταιρείας συμμετοχών.

4.Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου και παρά το γεγονός ότι μια οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ) δεν πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1, οι αρχές εξυγίανσης δύνανται να αναλάβουν δράση εξυγίανσης έναντι μιας οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ), εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(a)η οντότητα είναι οντότητα εξυγίανσης·

(b)μία ή περισσότερες από τις θυγατρικές της εν λόγω οντότητας οι οποίες είναι ιδρύματα αλλά όχι οντότητες εξυγίανσης πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1·

(c)τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποχρεώσεις των εν λόγω θυγατρικών είναι τέτοιου είδους ώστε η πτώχευσή τους να απειλεί τον όμιλο εξυγίανσης στο σύνολό του και να είναι αναγκαία δράση εξυγίανσης έναντι της οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ) για την εξυγίανση τέτοιου είδους θυγατρικών οι οποίες είναι ιδρύματα ή για την εξυγίανση του σχετικού ομίλου εξυγίανσης ως συνόλου.».

22.Στο άρθρο 44 παράγραφος 2, το σημείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«στ) υποχρεώσεις που έχουν εναπομένουσα διάρκεια μικρότερη των επτά ημερών, έναντι συστημάτων ή φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων που ορίζονται σύμφωνα με την οδηγία 98/26/ΕΚ ή των συμμετεχόντων σε αυτά και που προκύπτουν από συμμετοχή στα εν λόγω συστήματα, ή κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτης χώρας που έχουν αναγνωριστεί από την ΕΑΚΑΑ.».

23.Το άρθρο 45 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 45 

Εφαρμογή και υπολογισμός της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις

1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ιδρύματα και οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ) πληρούν ανά πάσα στιγμή την απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με τα άρθρα 45 έως 45θ.

2.Η υποχρέωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 45γ παράγραφος 3 ή παράγραφος 4, ανάλογα με την περίπτωση, ως το ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων και εκφράζεται ως ποσοστό:

(a)του συνολικού ποσού του ανοίγματος σε κίνδυνο της σχετικής οντότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

(b)του μέτρου ανοίγματος του δείκτη μόχλευσης της σχετικής οντότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 429 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Άρθρο 45α Απαλλαγή από την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων

1.Με την επιφύλαξη του άρθρου 45, οι αρχές εξυγίανσης εξαιρούν από την απαίτηση του άρθρου 45 παράγραφος 1 τα ιδρύματα ενυπόθηκης πίστης που χρηματοδοτούνται από καλυμμένα ομόλογα τα οποία, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, δεν επιτρέπεται να δέχονται καταθέσεις, όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(a)τα ιδρύματα αυτά εκκαθαρίζονται μέσω εθνικών διαδικασιών αφερεγγυότητας, ή μέσω άλλων διαδικασιών που εφαρμόζονται σύμφωνα με τα άρθρα 38, 40 ή 42, που προορίζονται για τα εν λόγω ιδρύματα·

(b)αυτές οι εθνικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, ή άλλες διαδικασίες, εξασφαλίζουν ότι οι πιστωτές των εν λόγω ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένων κατά περίπτωση όσων κατέχουν καλυμμένα ομόλογα, υφίστανται ζημίες κατά τρόπο που ανταποκρίνεται στους στόχους της εξυγίανσης.

2.Τα ιδρύματα που απαλλάσσονται από την υποχρέωση που προβλέπεται από το άρθρο 45 παράγραφος 1 δεν συμπεριλαμβάνονται στην ενοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 45στ παράγραφος 1.

Άρθρο 45β Επιλέξιμες υποχρεώσεις για τις οντότητες εξυγίανσης

1.Οι επιλέξιμες υποχρεώσεις συμπεριλαμβάνονται στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων οντοτήτων εξυγίανσης μόνον όταν πληρούνται οι όροι που αναφέρονται στο άρθρο 72α, με εξαίρεση το άρθρο 72β παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

2.Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 72α παράγραφος 2 στοιχείο ιβ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, οι υποχρεώσεις που προκύπτουν από χρεωστικούς τίτλους με στοιχεία παραγώγων, όπως τα δομημένα αξιόγραφα, συμπεριλαμβάνονται στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων μόνον εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(a)ένα συγκεκριμένο ποσό της υποχρέωσης που απορρέει από τον χρεωστικό τίτλο είναι εκ των προτέρων γνωστό κατά τον χρόνο έκδοσης, είναι σταθερό και δεν επηρεάζεται από το στοιχείο του παραγώγου·

(b)ο χρεωστικός τίτλος, συμπεριλαμβανομένων των παραγώγων, δεν υπόκειται σε καμία συμφωνία συμψηφισμού και η αποτίμησή του δεν υπόκειται στις διατάξεις του άρθρου 49 παράγραφος 3·

Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο συμπεριλαμβάνονται στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων μόνο για το μέρος που αντιστοιχεί με το ποσό που αναφέρεται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου.

3.Οι αρχές εξυγίανσης μπορούν να αποφασίσουν ότι η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45στ ικανοποιείται από οντότητες εξυγίανσης με μέσα που πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 72α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η οντότητα εξυγίανσης μπορεί να εξυγιανθεί κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται στους στόχους της εξυγίανσης.

Η απόφαση της αρχής εξυγίανσης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο περιέχει τους λόγους για την εν λόγω απόφαση με βάση τα ακόλουθα στοιχεία:

(a)μη μειωμένης εξασφάλισης υποχρεώσεις που αναφέρονται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο έχουν την ίδια εξοφλητική προτεραιότητα στην εθνική διαδικασία αφερεγγυότητας με ορισμένες υποχρεώσεις που εξαιρούνται από την άσκηση των εξουσιών απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 2 ή το άρθρο 44 παράγραφος 3·

(b)ο κίνδυνος ότι, μετά τη σχεδιαζόμενη εφαρμογή των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής σε υποχρεώσεις μη μειωμένης εξασφάλισης που δεν εξαιρούνται από την άσκηση των εξουσιών απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 2 ή το άρθρο 44 παράγραφος 3, οι πιστωτές απαιτήσεων που απορρέουν από τις εν λόγω υποχρεώσεις υφίστανται μεγαλύτερες ζημίες από όσες θα υφίσταντο κατά την εκκαθάριση υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας·

(c)το ποσό των υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης δεν υπερβαίνει το ποσό που είναι απαραίτητο για να εξασφαλιστεί ότι οι πιστωτές που αναφέρονται στο στοιχείο β) δεν υφίστανται ζημίες πάνω από το επίπεδο των ζημιών τις οποίες θα είχαν διαφορετικά υποστεί σε περίπτωση εκκαθάρισης υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας.

4.Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 115 σχετικά με μέτρα για τον περαιτέρω προσδιορισμό των προϋποθέσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2.

Άρθρο 45γ Καθορισμός της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις

1.Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 σε κάθε οντότητα, καθορίζεται από την αρχή εξυγίανσης, κατόπιν διαβούλευσης με την αρμόδια αρχή, βάσει των ακόλουθων κριτηρίων:

(a)την ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι η οντότητα εξυγίανσης μπορεί να εξυγιανθεί μέσω της εφαρμογής των εργαλείων εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένου ενδεχομένως του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα, κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται στους στόχους εξυγίανσης·

(b)την ανάγκη να διασφαλιστεί, σε ενδεδειγμένες περιπτώσεις, ότι η οντότητα εξυγίανσης και οι θυγατρικές της που είναι ιδρύματα, αλλά όχι οντότητες εξυγίανσης, διαθέτουν επαρκείς επιλέξιμες υποχρεώσεις ώστε να διασφαλίζεται ότι, σε περίπτωση που εφαρμόζονταν σε αυτές το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα ή εξουσίες απομείωσης και μετατροπής που , αντιστοίχως, οι απώλειες θα μπορούσαν να απορροφηθούν και ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας και ο δείκτης μόχλευσης με τη μορφή κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1, των σχετικών οντοτήτων μπορεί να αποκατασταθεί σε επίπεδο που είναι αναγκαίο προκειμένου να είναι σε θέση να εξακολουθήσουν να πληρούν τις προϋποθέσεις της άδειας λειτουργίας και να συνεχίσουν να ασκούν τις δραστηριότητες για τις οποίες έχουν λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

(c)την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι, εάν το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει ότι ορισμένες κατηγορίες επιλέξιμων υποχρεώσεων ενδέχεται να εξαιρεθούν από τη διάσωση με ίδια μέσα δυνάμει του άρθρου 44 παράγραφος 3, ή μπορούν να μεταβιβαστούν πλήρως σε αποδέκτη στο πλαίσιο μερικής μεταβίβασης, η οντότητα εξυγίανσης έχει επαρκείς άλλες επιλέξιμες υποχρεώσεις ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ζημίες μπορούν να απορροφηθούν και οι κεφαλαιακές απαιτήσεις, ή ανάλογα με την περίπτωση, ο δείκτης μόχλευσης με τη μορφή κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 της οντότητας εξυγίανσης μπορεί να αποκατασταθεί σε επίπεδο που να επαρκεί ώστε να είναι σε θέση να εξακολουθήσει να πληροί τις προϋποθέσεις της άδειας λειτουργίας και να συνεχίσει να ασκεί τις δραστηριότητες για τις οποίες έχει λάβει άδεια λειτουργίας βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

(d)το μέγεθος, το επιχειρηματικό μοντέλο, το μοντέλο χρηματοδότησης και το προφίλ κινδύνου της οντότητας·

(e)τον βαθμό στον οποίο το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων θα μπορούσε να συνεισφέρει στη χρηματοδότηση της εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 109·

(f)τον βαθμό στον οποίο η πτώχευση της οντότητας θα είχε δυσμενείς επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, μεταξύ άλλων, λόγω της αλληλεπίδρασης μεταξύ της οντότητας και άλλων ιδρυμάτων ή οντοτήτων ή με το υπόλοιπο χρηματοπιστωτικό σύστημα μέσω της μετάδοσης σε άλλα θεσμικά όργανα ή οντότητες.

2.Σε περίπτωση που το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει ότι η δράση εξυγίανσης πρέπει να αναλαμβάνεται σύμφωνα με το σχετικό σενάριο εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 ισούται με ποσό ικανό να διασφαλίσει ότι:

(a)οι ζημίες που ενδεχομένως αναμένεται να πραγματοποιηθούν από την οντότητα έχουν απορροφηθεί πλήρως («απορρόφηση ζημιών»)·

(b)η οντότητα ή οι θυγατρικές της που είναι ιδρύματα αλλά όχι οντότητες εξυγίανσης ανακεφαλαιοποιούνται στα αναγκαία επίπεδα προκειμένου να μπορούν να εξακολουθήσουν να πληρούν τις προϋποθέσεις απόκτησης της άδειας λειτουργίας και να συνεχίσουν να διεκπεραιώνουν τις δραστηριότητες για τις οποίες έχουν λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της οδηγίας 2014/65/ΕΕ ή ισοδύναμης νομοθεσίας («ανακεφαλαιοποίηση»)·

σε περίπτωση που το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει ότι η οντότητα εκκαθαρίζεται σύμφωνα με κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, οι απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 για την εν λόγω οντότητα δεν υπερβαίνουν ένα ποσό το οποίο επαρκεί για την απορρόφηση των ζημιών σύμφωνα με το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου.

3.Με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου, για τις οντότητες εξυγίανσης, το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεν υπερβαίνει το υψηλότερο από τα ακόλουθα:

(a)το άθροισμα:

i) του ποσού των προς απορρόφηση ζημιών σε εξυγίανση το οποίο αντιστοιχεί στις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ της οντότητας εξυγίανσης σε υποενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης,

ii) ενός ποσού ανακεφαλαιοποίησης που επιτρέπει στον όμιλο εξυγίανσης που προκύπτει από την εξυγίανση να αποκαταστήσει τον συνολικό δείκτη κεφαλαίου του που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και την απαίτησή του που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ σε υποενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης·

(b)το άθροισμα:

i) του ποσού των προς απορρόφηση ζημιών σε εξυγίανση που αντιστοιχεί στην απαίτηση του δείκτη μόχλευσης της οντότητας εξυγίανσης που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σε υποενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης· και

(ii) ενός ποσού ανακεφαλαιοποίησης που επιτρέπει στον όμιλο εξυγίανσης που προκύπτει από την εξυγίανση να αποκαταστήσει τον δείκτη κεφαλαίου που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σε υποενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης.

Για τους σκοπούς του άρθρου 45 παράγραφος 2 στοιχείο α), η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 εκφράζεται ως ποσοστό του ποσού που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου επί του συνολικού ποσού ανοίγματος σε κίνδυνο.

Για τους σκοπούς του άρθρου 45 παράγραφος 2 στοιχείο β), η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1, εκφράζεται ως ποσοστό του ποσού που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου επί του μέτρου του ανοίγματος του δείκτη μόχλευσης.

Η αρχή εξυγίανσης ορίζει τα ποσά ανακεφαλαιοποίησης που αναφέρονται στα προηγούμενα εδάφια σύμφωνα με τις δράσεις εξυγίανσης που προβλέπονται στο σχέδιο εξυγίανσης και μπορεί να προσαρμόζει τα εν λόγω ποσά ανακεφαλαιοποίησης έτσι ώστε να αντικατοπτρίζουν επαρκώς τους κινδύνους που επηρεάζουν τη δυνατότητα εξυγίανσης οι οποίοι προκύπτουν από το επιχειρηματικό μοντέλο, το χρηματοδοτικό προφίλ και το συνολικό προφίλ κινδύνου του ομίλου εξυγίανσης.

4.Με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου, για οντότητες που δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης, το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεν υπερβαίνει το υψηλότερο οιουδήποτε από τα ακόλουθα ποσά:

(a)το άθροισμα:

i) του ποσού των ζημιών προς απορρόφηση σε εξυγίανση το οποίο αντιστοιχεί στις απαιτήσεις της οντότητας που αναφέρονται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, και

ii) ενός ποσού ανακεφαλαιοποίησης που επιτρέπει στην οντότητα να αποκαταστήσει τον συνολικό δείκτη κεφαλαίου της που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και την απαίτησή της που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγία 2013/36/ΕΕ·

(b)το άθροισμα:

i) του ποσού των ζημιών προς απορρόφηση σε εξυγίανση το οποίο αντιστοιχεί στην απαίτηση του δείκτη μόχλευσης της οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και

ii) ενός ποσού ανακεφαλαιοποίησης που επιτρέπει στην οντότητα να αποκαταστήσει τον δείκτη μόχλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

Για τους σκοπούς του στοιχείου α) του άρθρου 45 παράγραφος 2, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1, εκφράζεται ως ποσοστό του ποσού που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α) δια του συνολικού ποσού ανοίγματος σε κίνδυνο.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β) του άρθρου 45 παράγραφος 2, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1, εκφράζεται ως ποσοστό του ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο β) δια του μέτρου του ανοίγματος του δείκτη μόχλευσης.

Η αρχή εξυγίανσης ορίζει τα ποσά ανακεφαλαιοποίησης που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο σύμφωνα με τις δράσεις εξυγίανσης που προβλέπονται στο σχέδιο εξυγίανσης και μπορεί να προσαρμόζει τα εν λόγω ποσά ανακεφαλαιοποίησης έτσι ώστε να αντικατοπτρίζουν επαρκώς τους κινδύνους που επηρεάζουν τις ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης που προκύπτουν από το επιχειρηματικό μοντέλο, το χρηματοδοτικό προφίλ και το συνολικό προφίλ κινδύνου της οντότητας.

5.Σε περίπτωση που η αρχή εξυγίανσης αναμένει ότι ορισμένες κατηγορίες επιλέξιμων υποχρεώσεων ενδέχεται να εξαιρεθούν από τη διάσωση με ίδια μέσα δυνάμει του άρθρου 44 παράγραφος 3, ή ενδέχεται να μεταβιβαστούν πλήρως σε αποδέκτη στο πλαίσιο μερικής μεταβίβασης, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 δεν υπερβαίνει το ποσό που επαρκεί για:

(a)να καλύψει το ποσό των εξαιρουμένων υποχρεώσεων που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 3·

(b)να εξασφαλίσει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

6.Η απόφαση της αρχής εξυγίανσης να επιβάλει την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων βάσει του παρόντος άρθρου περιέχει το σκεπτικό της απόφασης αυτής, συμπεριλαμβανομένης μιας πλήρους εκτίμησης των στοιχείων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 5.

7.Για τους σκοπούς των παραγράφων 3 και 4, οι κεφαλαιακές απαιτήσεις ερμηνεύονται σύμφωνα με την εφαρμογή από την αρμόδια αρχή των μεταβατικών διατάξεων που προβλέπονται στα κεφάλαια 1, 2 και 4 του τίτλου Ι του δέκατου μέρους του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας στο πλαίσιο άσκησης των δικαιωμάτων που παραχωρούνται στις αρμόδιες αρχές από τον εν λόγω κανονισμό.

Η αρχή εξυγίανσης μπορεί να μειώσει την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 προκειμένου να ληφθεί υπόψη το ποσό με το οποίο ένα σύστημα εγγύησης των καταθέσεων αναμένεται να συμβάλει στη χρηματοδότηση της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 109 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

Το μέγεθος οιασδήποτε τέτοιου είδους μείωσης βασίζεται σε αξιόπιστη εκτίμηση της δυνητικής συνεισφοράς του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων, και τουλάχιστον:

(a)είναι μικρότερο από μια συνετή εκτίμηση των δυνητικών ζημιών τις οποίες θα είχε την υποχρέωση να αναλάβει το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, εάν το ίδρυμα είχε εκκαθαριστεί υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, λαμβανομένης υπόψη της σειράς προτεραιότητας του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων, σύμφωνα με το άρθρο 108 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

(b)είναι μικρότερο από το όριο των συνεισφορών στο σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, που καθορίζεται στο άρθρο 109 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

(c)λαμβάνει υπόψη τον συνολικό κίνδυνο εξαντλήσεως των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων, λόγω της συνεισφοράς σε πολλαπλές πτωχεύσεις ή εξυγιάνσεις τραπεζών· και

(d)συνάδει με άλλες συναφείς διατάξεις εθνικού δικαίου, καθώς και με τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες της αρχής που είναι υπεύθυνη για το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων.

(e)Η αρχή εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με την αρχή που είναι υπεύθυνη για το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, τεκμηριώνει την προσέγγισή της όσον αφορά την εκτίμηση του συνολικού κινδύνου εξαντλήσεως των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων και εφαρμόζει μειώσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1, υπό την προϋπόθεση ότι ο εν λόγω κίνδυνος δεν είναι υπερβολικός.

8.Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων τα οποία εξειδικεύουν περαιτέρω τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1, με βάση τα οποία η απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιτρεπτών υποχρεώσεων καθορίζεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως [1 μήνα από την έναρξη ισχύος].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1090/2010.

Άρθρο 45δ Καθορισμός της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις για τις οντότητες των G-SII

1.Η υποχρέωση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 μιας οντότητας εξυγίανσης η οποία αποτελεί G-SII ή μέρος μιας G-SII συνίσταται στα ακόλουθα:

(a)στην απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

(b)σε κάθε συμπληρωματική απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που προσδιορίζεται από την αρχή εξυγίανσης και αφορά συγκεκριμένα την οντότητα σύμφωνα με την παράγραφο 2, η οποία καλύπτεται από υποχρεώσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 45β.

2.Η αρχή εξυγίανσης μπορεί να επιβάλει μια πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παραγράφου 1 μόνον:

(a)όταν η απαίτηση που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 δεν επαρκεί για να πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 45γ· και

(b)στο βαθμό που το ποσό των απαιτούμενων ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων δεν υπερβαίνει το επίπεδο που είναι απαραίτητο ώστε να πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 45γ.

3.Σε περίπτωση που περισσότερες από μία οντότητες G-SII που ανήκουν στις ίδιες G-SII της ΕΕ είναι οντότητες εξυγίανσης, οι σχετικές αρχές εξυγίανσης υπολογίζουν το ποσό που προβλέπεται στην παράγραφο 2,

(a)για κάθε οντότητα εξυγίανσης,

(b)για την μητρική οντότητα της Ένωσης, ως εάν ήταν η μοναδική οντότητα εξυγίανσης G-SII της ΕΕ.

4.Η απόφαση της αρχής εξυγίανσης να επιβάλει μια πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, σύμφωνα με το στοιχείο β) της παραγράφου 1, περιέχει τους λόγους για την εν λόγω απόφαση, συμπεριλαμβανομένης και μια πλήρους εκτίμησης των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 45ε Καθοδήγηση για την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων

1.Η αρχή εξυγίανσης μπορεί να δώσει σε μια οντότητα την καθοδήγηση να διαθέτει ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις που να πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 45β ή 45ζ παράγραφος 3 επιπλέον των επιπέδων που ορίζονται στο άρθρο 45γ και στο άρθρο 45δ που προβλέπουν πρόσθετα ποσά για τους εξής σκοπούς:

(a)για την κάλυψη ενδεχόμενων πρόσθετων ζημιών της οντότητας από εκείνες που καλύπτονται από το άρθρο 45γ, και/ή

(b)για τη διασφάλιση ότι, σε περίπτωση εξυγίανσης, θα συνεχιστεί με κεφαλαιακά μέσα μια επαρκής εμπιστοσύνη της αγοράς στην οντότητα, επιπλέον της απαίτησης του στοιχείου β) του άρθρου 45γ παράγραφος 2 («απόθεμα ασφαλείας εμπιστοσύνης της αγοράς»).

Η καθοδήγηση και οι υπολογισμοί παρέχονται μόνο σε σχέση με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 στοιχείο α).

2.Το ποσό βάσει της καθοδήγησης που παρέχεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορεί να καθοριστεί μόνο όταν η αρμόδια αρχή έχει ήδη καθορίσει τη δική της καθοδήγηση σύμφωνα με το άρθρο 104β της οδηγίας 2013/36/ΕΕ και δεν υπερβαίνει το επίπεδο της εν λόγω καθοδήγησης.

Το ποσό βάσει της καθοδήγησης που παρέχεται σύμφωνα με το στοιχείο β) της παραγράφου 1 δεν υπερβαίνει το ποσό της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, που αναφέρεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, εκτός από την απαίτηση που αναφέρεται στο στοιχείο α) της ίδιας διατάξεως, εκτός εάν απαιτείται υψηλότερο επίπεδο για να εξασφαλίζεται ότι, μετά την εξυγίανση, η οντότητα συνεχίζει να πληροί τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας της για κατάλληλο χρονικό διάστημα, το οποίο δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

Η αρχή εξυγίανσης γνωστοποιεί στην οντότητα τους λόγους, καθώς και πλήρη αξιολόγηση για την ανάγκη και το επίπεδο της καθοδήγησης που παρέχεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

3.Όταν μια οντότητα δεν διαθέτει συστηματικά πρόσθετα ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις όπως αναμένεται σύμφωνα με την καθοδήγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η αρχή εξυγίανσης μπορεί να ορίζει ότι το ποσό της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 45γ παράγραφος 2 αυξάνεται για να καλύψει το ποσό της καθοδήγησης που παρέχεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

4.Μια οντότητα που δεν διαθέτει πρόσθετα ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις όπως αναμένεται σύμφωνα με την καθοδήγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν υπόκειται στους περιορισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 141 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

Άρθρο 45στ Εφαρμογή της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις σε οντότητες εξυγίανσης

1.Οι οντότητες εξυγίανσης συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στα άρθρα 45γ έως 45ε σε ενοποιημένη βάση στο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης.

2.Η υποχρέωση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 της οντότητας εξυγίανσης στο ενοποιημένο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 45η, βάσει των απαιτήσεων που καθορίζονται στα άρθρα 45γ έως 45ε και του κατά πόσον οι θυγατρικές τρίτης χώρας του ομίλου πρέπει να εξυγιαίνονται χωριστά σύμφωνα με το σχέδιο εξυγίανσης.

Άρθρο 45ζ Εφαρμογή της ελάχιστης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σε οντότητες που δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης

1.Τα ιδρύματα που είναι θυγατρικές μιας οντότητας εξυγίανσης και δεν είναι τα ίδια οντότητες εξυγίανσης συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 45γ έως 45ε, σε μεμονωμένη βάση. Η αρχή εξυγίανσης μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με την αρμόδια αρχή, να αποφασίσει να εφαρμόσει την απαίτηση που προβλέπεται στο παρόν άρθρο σε οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) ή δ), η οποία είναι θυγατρική μιας οντότητας εξυγίανσης και δεν αποτελεί η ίδια οντότητα εξυγίανσης.

Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 της οντότητας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 45η και βάσει των προϋποθέσεων που ορίζονται στα άρθρα 45γ έως 45ε.

2.Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 των οντοτήτων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο υπόκειται στους ακόλουθους όρους:

(a)η οντότητα εξυγίανσης συμμορφώνεται με την απαίτηση σε ενοποιημένο επίπεδο που αναφέρεται στο άρθρο 45στ·

(b)το άθροισμα όλων των απαιτήσεων που πρέπει να εφαρμόζονται στις θυγατρικές εταιρείες του ομίλου εξυγίανσης καλύπτονται από και δεν υπερβαίνουν την ενοποιημένη απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45στ, εκτός εάν αυτό οφείλεται μόνο στις επιπτώσεις που έχει η ενοποίηση σε επίπεδο ομίλου εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 45στ παράγραφος 1.

(c)η απαίτηση δεν υπερβαίνει τη συνεισφορά της θυγατρικής στην ενοποιημένη απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45στ παράγραφος 1.

(d)πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας που προβλέπονται στην παράγραφο 3.

3.Η απαίτηση αυτή τηρείται με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

(a)υποχρεώσεις που:

i) έχουν εκδοθεί σε και αγοράζονται από την οντότητα εξυγίανσης·

ii) πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας που αναφέρονται στο άρθρο 72α, με εξαίρεση το άρθρο 72β παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

iii) κατατάσσονται σε κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας κάτω από υποχρεώσεις εκτός από εκείνες που είναι επιλέξιμες για τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που εκδίδονται σε και αγοράζονται από άλλες οντότητες πλην της οντότητας εξυγίανσης·

iv) υπόκεινται στις εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με τα άρθρα 59 έως 62, οι οποίες συνάδουν με την στρατηγική εξυγίανσης του ομίλου εξυγίανσης, ιδίως χωρίς να επηρεάζουν τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης.

(b)μέσα ιδίων κεφαλαίων που εκδίδονται σε και αγοράζονται από άλλες οντότητες πλην της οντότητας εξυγίανσης όταν η άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με τα άρθρα 59 έως 62 δεν επηρεάζει τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης.

4.Με την επιφύλαξη της συμφωνίας των αρχών εξυγίανσης της θυγατρικής και της οντότητας εξυγίανσης, η απαίτηση μπορεί να τηρηθεί με μια εγγύηση της οντότητας εξυγίανσης χορηγούμενης στη θυγατρική της, η οποία να πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(a)η εγγύηση χορηγείται για ποσό τουλάχιστον ισοδύναμο ως προς το ποσό της απαίτησης την οποία υποκαθιστά·

(b)η εγγύηση ενεργοποιείται όταν η θυγατρική δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της ή άλλες υποχρεώσεις όταν καθίστανται απαιτητές ή όταν έχει γίνει διαπίστωση σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 3, όσον αφορά τη θυγατρική, ανάλογα με το ποια είναι προγενέστερη·

(c)η εγγύηση είναι εξασφαλισμένη μέσω συμφωνίας παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, όπως ορίζεται στο στοιχείο α) του άρθρου 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 2002/47/ΕΚ, για τουλάχιστον 50 τοις εκατό του ποσού της·

(d)η εγγύηση και η συμφωνία παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, διέπονται από το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη η θυγατρική, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από την αρχή εξυγίανσης της θυγατρικής·

(e)η εξασφάλιση που καλύπτει την εγγύηση πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 197 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, η οποία, ύστερα από επαρκώς συντηρητικές απομειώσεις, αρκεί για να καλύψει πλήρως το καλυπτόμενο από την εγγύηση ποσό·

(f)η εξασφάλιση που καλύπτει την εγγύηση δεν βαρύνεται και ιδίως δεν χρησιμοποιείται ως εξασφάλιση για υποστήριξη οποιασδήποτε άλλης εγγύησης·

(g)η εξασφάλιση έχει πραγματική ληκτότητα που πληροί τους ίδιους όρους με εκείνης που αναφέρεται στο άρθρο 72γ παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και

(h)δεν υπάρχουν νομικά, κανονιστικά και επιχειρησιακά εμπόδια για τη μεταβίβαση της εξασφάλισης από την οντότητα εξυγίανσης στην οικεία θυγατρική, ακόμη και όταν αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης όσον αφορά την οντότητα εξυγίανσης.

5.Η αρχή εξυγίανσης μιας θυγατρικής που δεν είναι οντότητα εξυγίανσης μπορεί να άρει πλήρως την εφαρμογή του παρόντος άρθρου όσον αφορά τη συγκεκριμένη θυγατρική, όταν:

(a)τόσο η θυγατρική όσο και η οντότητα εξυγίανσης υπόκεινται σε χορήγηση άδειας λειτουργίας και εποπτείας από το ίδιο κράτος μέλος·

(b)η οντότητα εξυγίανσης συμμορφώνεται σε υποενοποιημένη βάση με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45στ·

(c)δεν υπάρχει κανένα τρέχον ή προβλεπόμενο ουσιώδες πρακτικό ή νομικό κώλυμα για την άμεση μεταβίβαση ιδίων κεφαλαίων ή την εξόφληση υποχρεώσεων από την οντότητα εξυγίανσης στη θυγατρική, για την οποία έχει γίνει διαπίστωση σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 3, ιδίως όταν αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης για την οντότητα εξυγίανσης·

(d)η οντότητα εξυγίανσης πληροί τις απαιτήσεις της αρμόδιας αρχής όσον αφορά τη συνετή διαχείριση της θυγατρικής και έχει δηλώσει, με τη συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής, ότι εγγυάται τις υποχρεώσεις τις οποίες έχει αναλάβει η θυγατρική ή ότι οι κίνδυνοι της θυγατρικής είναι αμελητέοι·

(e)οι διαδικασίες αξιολόγησης, μέτρησης και ελέγχου του κινδύνου της οντότητας εξυγίανσης καλύπτουν τη θυγατρική·

(f)η οντότητα εξυγίανσης κατέχει περισσότερο από το 50% των δικαιωμάτων ψήφου που συνδέονται με μετοχές στο κεφάλαιο της θυγατρικής ή έχει δικαίωμα να διορίζει ή να απομακρύνει την πλειονότητα των μελών του διοικητικού οργάνου της θυγατρικής·

(g)η αρμόδια αρχή της θυγατρικής έχει απαλλάξει πλήρως τη θυγατρική από την εφαρμογή κεφαλαιακών απαιτήσεων σε ατομική βάση στη θυγατρική δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Άρθρο 45η Διαδικασία για τον καθορισμό της απαίτησης

1.Η αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, εάν πρόκειται για αρχή διαφορετική από την πρώτη, και οι αρχές εξυγίανσης που είναι αρμόδιες για τις θυγατρικές του ομίλου εξυγίανσης σε μεμονωμένη βάση καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να καταλήξουν σε κοινή απόφαση σχετικά με τα εξής:

(a)το ποσό της απαίτησης που εφαρμόζεται σε ενοποιημένο επίπεδο για κάθε οντότητα εξυγίανσης·

(b)το ποσό της απαίτησης που εφαρμόζεται σε κάθε θυγατρική της οντότητας εξυγίανσης σε ατομικό επίπεδο.

Η κοινή απόφαση διασφαλίζει τη συμμόρφωση προς το άρθρο 45στ και το άρθρο 45ζ, είναι πλήρως αιτιολογημένη και παρέχεται:

(a)στην οντότητα εξυγίανσης από την αρχή εξυγίανσής της·

(b)στις θυγατρικές της οντότητας εξυγίανσης από τις αντίστοιχες προς αυτές αρχές εξυγίανσης·

(c)στην ενωσιακή μητρική επιχείρηση του ομίλου από την αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης, όταν η εν λόγω ενωσιακή μητρική επιχείρηση δεν αποτελεί η ίδια οντότητα εξυγίανσης από τον ίδιο όμιλο εξυγίανσης.

2.Σε περίπτωση που περισσότερες από μία οντότητες G-SII που ανήκουν στην ίδια ενωσιακή G-SII είναι οντότητες εξυγίανσης, οι αρχές εξυγίανσης που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο συζητούν και, κατά περίπτωση και σύμφωνα με τη στρατηγική εξυγίανσης της G-II, συμφωνούν όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 72ε του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και τυχόν αναπροσαρμογή ώστε να ελαχιστοποιείται ή να εξαλείφεται η διαφορά μεταξύ του αθροίσματος των ποσών που αναφέρονται στο άρθρο 45δ παράγραφος 3 στοιχείο α) και στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, που αφορούν τις επιμέρους οντότητες εξυγίανσης και του αθροίσματος των ποσών που αναφέρονται στο άρθρο 45δ παράγραφος 3 στοιχείο β) και στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Η εν λόγω προσαρμογή μπορεί να εφαρμοστεί υπό τους ακόλουθους όρους:

(a)η προσαρμογή μπορεί να εφαρμοστεί για διαφορές στον υπολογισμό των συνολικών ποσών ανοίγματος σε κίνδυνο, μεταξύ των οικείων κρατών μελών, προσαρμόζοντας το επίπεδο της απαίτησης·

(b)η προσαρμογή δεν εφαρμόζεται για την εξάλειψη των διαφορών που προκύπτουν από ανοίγματα μεταξύ ομίλων εξυγίανσης.

Το άθροισμα των ποσών που αναφέρονται στο άρθρο 45δ παράγραφος 3 στοιχείο α) και στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όσον αφορά τις επιμέρους οντότητες εξυγίανσης δεν πρέπει να είναι χαμηλότερο από το σύνολο των ποσών που αναφέρονται στο άρθρο 45δ παράγραφος 3 στοιχείο β) και στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

3.Ελλείψει τέτοιου είδους κοινής απόφασης εντός τεσσάρων μηνών, λαμβάνεται απόφαση σύμφωνα με τις παραγράφους 4 έως 6.

4.Σε περίπτωση που δεν ληφθεί κοινή απόφαση εντός τεσσάρων μηνών λόγω διαφωνίας σχετικά με την ενοποιημένη απαίτηση, λαμβάνεται απόφαση για την ενοποιημένη απαίτηση από την αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης, αφού ληφθούν δεόντως υπόψη:

(a)η αξιολόγηση των θυγατρικών που πραγματοποιείται από τις οικείες αρχές εξυγίανσης,

η γνώμη της αρχής εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, εάν πρόκειται για αρχή διαφορετική από την αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης.

Εάν, κατά το τέλος της τετράμηνης περιόδου, οποιαδήποτε από τις σχετικές αρχές εξυγίανσης έχει παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης αναβάλλει την απόφασή της και αναμένει την όποια απόφαση μπορεί να λάβει η ΕΑΤ σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, και λαμβάνει την απόφασή της σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΤ.

Η απόφαση της ΕΑΤ λαμβάνει υπόψη τα σημεία α) και β) του πρώτου εδαφίου.

Η τετράμηνη περίοδος θεωρείται ως η περίοδος συμβιβασμού κατά την έννοια του εν λόγω κανονισμού. Η ΕΑΤ λαμβάνει την απόφασή της εντός ενός μηνός.

Το ζήτημα δεν παραπέμπεται στην ΕΑΤ μετά τη λήξη της τετράμηνης περιόδου ή έπειτα από τη λήψη κοινής απόφασης.

Ελλείψει απόφασης της ΕΑΤ εντός ενός μηνός, εφαρμόζεται η απόφαση της αρχής εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης.

5.Σε περίπτωση που δεν ληφθεί κοινή απόφαση εντός τεσσάρων μηνών λόγω διαφωνίας σχετικά με το ύψος της απαίτησης που ισχύει για τις θυγατρικές του ομίλου εξυγίανσης σε μεμονωμένη βάση, η απόφαση λαμβάνεται από τις αντίστοιχες αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(a)οι απόψεις και οι επιφυλάξεις που εκφράστηκαν από την αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης έχουν ληφθεί δεόντως υπόψη, και

(b)η γνώμη της αρχής εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου έχει ληφθεί δεόντως υπόψη, εάν η αρχή αυτή είναι διαφορετική από την αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης·

(c)έχει αξιολογηθεί η συμμόρφωση με το άρθρο 45ζ παράγραφος 2.

Εάν, κατά το τέλος της τετράμηνης περιόδου, η αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης ή η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου έχει παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, οι αρχές εξυγίανσης που είναι αρμόδιες για τις θυγατρικές σε μεμονωμένη βάση αναβάλλουν τις αποφάσεις τους και αναμένουν την όποια απόφαση μπορεί να λάβει η ΕΑΤ σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, και λαμβάνουν την απόφασή τους σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΤ. Η απόφαση της ΕΑΤ λαμβάνει υπόψη τα στοιχεία (α), (β) και (γ) του πρώτου εδαφίου.

Η τετράμηνη περίοδος θεωρείται ως η περίοδος συμβιβασμού κατά την έννοια του εν λόγω κανονισμού. Η ΕΑΤ λαμβάνει την απόφασή της εντός ενός μηνός.

Το ζήτημα δεν παραπέμπεται στην ΕΑΤ μετά τη λήξη της τετράμηνης περιόδου ή έπειτα από τη λήψη κοινής απόφασης.

Ελλείψει απόφασης της ΕΑΤ εντός ενός μηνός, εφαρμόζονται οι αποφάσεις των αρχών εξυγίανσης των θυγατρικών.

Η κοινή απόφαση και κάθε απόφαση που λαμβάνεται ελλείψει κοινής απόφασης επανεξετάζεται και, όπου απαιτείται, επικαιροποιείται σε τακτική βάση.

6.Σε περίπτωση που δεν ληφθεί κοινή απόφαση εντός τεσσάρων μηνών λόγω διαφωνίας σχετικά με το επίπεδο της ενοποιημένης απαίτησης και το επίπεδο της απαίτησης που εφαρμόζεται στις θυγατρικές εταιρείες του ομίλου εξυγίανσης σε μεμονωμένη βάση, ισχύουν τα ακόλουθα:

(a)λαμβάνεται απόφαση για την ενοποιημένη απαίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 4·

(b)λαμβάνεται απόφαση σχετικά με το ύψος της απαίτησης που ισχύει για τις θυγατρικές του ομίλου εξυγίανσης σε μεμονωμένη βάση σύμφωνα με την παράγραφο 4 εφόσον:

i) έχει εξεταστεί ενδελεχώς η απόφαση που αναφέρεται στο στοιχείο α)·

ii) έχει αξιολογηθεί η συμμόρφωση προς το άρθρο 45ζ παράγραφος 2.

7.Η κοινή απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και οι όποιες αποφάσεις λαμβάνονται από τις αρχές εξυγίανσης, που αναφέρονται στις παραγράφους 4, 5 και 6 ελλείψει κοινής απόφασης είναι δεσμευτικές για τις οικείες αρχές εξυγίανσης.

Η κοινή απόφαση και κάθε απόφαση που λαμβάνεται ελλείψει κοινής απόφασης επανεξετάζεται και, όπου απαιτείται, επικαιροποιείται σε τακτική βάση.

8.Οι αρχές εξυγίανσης, κατόπιν συντονισμού με τις αρμόδιες αρχές, επιβάλλουν και ελέγχουν ότι οι οντότητες πληρούν την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1, και λαμβάνουν κάθε απόφαση σύμφωνα με το παρόν άρθρο παράλληλα με την κατάρτιση και τη διατήρηση των σχεδίων εξυγίανσης.

9.Η αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης ενημερώνει την ΕΑΤ σχετικά με την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που έχουν καθοριστεί:

(a)σε ενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης·

(b)στο επίπεδο των θυγατρικών του ομίλου εξυγίανσης σε μεμονωμένη βάση.

Άρθρο 45θ Εποπτική αναφορά και δημοσιοποίηση της απαίτησης

1.Οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 υποβάλλουν έκθεση στις αρμόδιες αρχές και αρχές εξυγίανσης σχετικά με τα ακόλουθα τουλάχιστον σε ετήσια βάση:

(a)τα επίπεδα των διαθέσιμων στοιχείων που πληρούν τους όρους του άρθρου 45β ή του άρθρου 45ζ παράγραφος 3 και τα ποσά των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων εκπεφρασμένα σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2, μετά την εφαρμογή των αφαιρέσεων σύμφωνα με τα άρθρα 72ε έως 72ζ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

(b)τη σύνθεση των στοιχείων που αναφέρονται στο στοιχείο α), συμπεριλαμβανομένου του προφίλ ληκτότητας και κατάταξης σε κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας.

2.Οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 καθιστούν τις ακόλουθες πληροφορίες διαθέσιμες στο κοινό τουλάχιστον σε ετήσια βάση:

(a)τα επίπεδα των διαθέσιμων στοιχείων που πληρούν τους όρους του άρθρου 45β ή 45ζ παράγραφος 3·

(b)τη σύνθεση των στοιχείων που αναφέρονται στο στοιχείο α), συμπεριλαμβανομένου του προφίλ ληκτότητας και κατάταξης σε κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας.

3.Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον προσδιορισμό ενιαίων μορφοτύπων, υποδειγμάτων και συχνότητας και υποδείγματα για την εποπτική αναφορά και δημοσιοποίηση, τα οποία αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως την [12 μήνες από την έναρξη ισχύος].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

4.Απαιτήσεις δημοσιοποίησης εφαρμόζονται από την ημερομηνία κατά την οποία η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 τηρείται πλήρως για πρώτη φορά.

Άρθρο 45ι Υποβολή εκθέσεων στην ΕΑΤ

1.Οι αρχές εξυγίανσης, κατόπιν συντονισμού με τις αρμόδιες αρχές, ενημερώνουν την ΕΑΤ σχετικά με την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που έχουν οριστεί για κάθε ίδρυμα που τελεί υπό τη δικαιοδοσία της.

2.Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό ενιαίων μορφότυπων, υποδειγμάτων και ορισμών σχετικά με τον εντοπισμό και τη μετάδοση στην ΕΑΤ πληροφοριών από τις αρχές εξυγίανσης, κατόπιν συντονισμού με τις αρμόδιες αρχές, για τους σκοπούς της παραγράφου 1.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως την [12 μήνες μετά την έναρξη ισχύος]...*.

26Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

Άρθρο 45ια Παραβάσεις της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις

1.Οιαδήποτε παραβίαση της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις από μια οντότητα αντιμετωπίζεται από τις αρμόδιες αρχές με βάση τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα:

(a)εξουσίες για την αντιμετώπιση ή την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 17 και το άρθρο 18·

(b)μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΚ·

(c)μέτρα έγκαιρης παρέμβασης σύμφωνα με το άρθρο 27·

(d)διοικητικές κυρώσεις και άλλα διοικητικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 110 και το άρθρο 111·

2.Οι αρμόδιες αρχές και οι αρχές εξυγίανσης διαβουλεύονται μεταξύ τους, κατά την άσκηση των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους που αναφέρονται στα στοιχεία (α) έως (δ) της παραγράφου 1.

Άρθρο 45ιβ Εκθέσεις

1.Η ΕΑΤ, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές και τις αρχές εξυγίανσης, υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή, παρέχοντας εκτιμήσεις για τουλάχιστον τα ακόλουθα:

(a)τον τρόπο με τον οποίο η απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιτρεπτών υποχρεώσεων έχει εφαρμοστεί σε εθνικό επίπεδο, και ειδικότερα κατά πόσον υπήρξαν αποκλίσεις στα επίπεδα που ορίστηκαν για συγκρίσιμες οντότητες σε όλα τα κράτη μέλη·

(b)τον τρόπο με τον οποίο η εξουσία απαίτησης από τα ιδρύματα για εκπλήρωση της απαίτησης με μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 45β παράγραφος 2 έχει ασκηθεί από τις αρχές εξυγίανσης, και κατά πόσον υπήρξαν αποκλίσεις κατά την άσκηση της εν λόγω εξουσίας σε όλα τα κράτη μέλη.

2.Η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 λαμβάνει υπόψη τα εξής:

(a)τον αντίκτυπο της ελάχιστης απαίτησης και κάθε προτεινόμενου εναρμονισμένου επιπέδου της ελάχιστης απαίτησης όσον αφορά τα ακόλουθα:

i)    τις χρηματοπιστωτικές αγορές γενικά και, ειδικότερα, τις αγορές μη εξασφαλισμένων χρεωστικών τίτλων και παραγώγων,

ii)    τα επιχειρηματικά μοντέλα και τη διάρθρωση του ισολογισμού των ιδρυμάτων, ιδίως δε το χρηματοδοτικό προφίλ και τη χρηματοδοτική στρατηγική των ιδρυμάτων, καθώς και τη νομική και λειτουργική δομή των ομίλων,

iii)    την κερδοφορία των ιδρυμάτων, και ιδίως το κόστος της χρηματοδότησης,

iv)    τη μεταφορά των ανοιγμάτων σε οντότητες που δεν υπόκεινται σε προληπτική εποπτεία,

v)    την χρηματοοικονομική καινοτομία,

vi)    την επικράτηση των συμβατικών εργαλείων διάσωσης με ίδια μέσα, καθώς και τον χαρακτήρα και την εμπορευσιμότητα αυτών των εργαλείων,

vii)    τη συμπεριφορά των ιδρυμάτων όσον αφορά την ανάληψη κινδύνων,

viii)    το επίπεδο επιβάρυνσης των στοιχείων ενεργητικού των ιδρυμάτων,

ix)    τις ενέργειες στις οποίες προβαίνουν τα ιδρύματα προκειμένου να συμμορφωθούν προς τις ελάχιστες απαιτήσεις, και ιδίως τον βαθμό συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις αυτές με απομόχλευση, έκδοση μακροπρόθεσμων χρεωστικών τίτλων και άντληση κεφαλαίων, και

x)    το επίπεδο δανεισμού από ιδρύματα, με ιδιαίτερη έμφαση στη δανειοδότηση πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, τοπικών αρχών, περιφερειακών κυβερνήσεων και φορέων του δημόσιου τομέα, καθώς και τη χρηματοδότηση του εμπορίου, συμπεριλαμβανομένης της δανειοδότησης στο πλαίσιο δημόσιων προγραμμάτων ασφάλισης εξαγωγικών πιστώσεων·

(b)την αλληλεπίδραση των ελάχιστων απαιτήσεων με τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων, τον συντελεστή μόχλευσης και τις απαιτήσεις ρευστότητας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στην οδηγία 2013/36/ΕΕ·

(c)την ικανότητα των ιδρυμάτων να αντλούν αυτοτελώς κεφάλαια ή χρηματοδότηση από τις αγορές προκειμένου να συμμορφωθούν προς οιεσδήποτε προτεινόμενες εναρμονισμένες ελάχιστες απαιτήσεις·

3.Η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 καλύπτει δύο ημερολογιακά έτη και διαβιβάζεται στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 30 Σεπτεμβρίου του ημερολογιακού έτους που έπεται του τελευταίου ημερολογιακού έτους που καλύπτεται από την έκθεση. »

24.    Το άρθρο 55 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 55
Συμβατική αναγνώριση της διάσωσης με ίδια μέσα

1.Τα κράτη μέλη απαιτούν από τα ιδρύματα και τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ) να περιλαμβάνουν συμβατικό όρο με τον οποίο ο πιστωτής ή μέρος της συμφωνίας ή μέσο που δημιουργεί την υποχρέωση αναγνωρίζει ότι η εν λόγω υποχρέωση ενδέχεται να αποτελέσει αντικείμενο των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής και συμφωνεί να δεσμεύεται από κάθε μείωση της αξίας του αρχικού κεφαλαίου ή του οφειλόμενου ανεξόφλητου ποσού, μετατροπή ή ακύρωση, που πραγματοποιείται από την άσκηση των εν λόγω εξουσιών από μια αρχή εξυγίανσης, υπό τον όρο ότι η εν λόγω υποχρέωση πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(a)η υποχρέωση δεν εξαιρείται δυνάμει του άρθρου 44 παράγραφος 2·

(b)η υποχρέωση δεν αποτελεί κατάθεση όπως αυτή αναφέρεται στο άρθρο 108 στοιχείο α)·

(c)η υποχρέωση διέπεται από τη νομοθεσία τρίτης χώρας·

(d)η υποχρέωση εκδίδεται ή αναλαμβάνεται μετά την ημερομηνία κατά την οποία ένα κράτος μέλος εφαρμόζει τις διατάξεις που εγκρίνονται για τη μεταφορά του παρόντος τμήματος.

2.Η απαίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ενδέχεται να μην εφαρμοστεί στην περίπτωση που η αρχή εξυγίανσης ενός κράτους μέλους διαπιστώνει ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(a)ότι οι υποχρεώσεις ή τα μέσα του πρώτου εδαφίου μπορούν να υπόκεινται στις εξουσίες απομείωσης και μετατροπής που ασκεί η αρχή εξυγίανσης ενός κράτους μέλους δυνάμει της νομοθεσίας τρίτης χώρας ή δεσμευτικής συμφωνίας που συνήφθη με την εν λόγω τρίτη χώρα·

(b)ότι είναι νομικά, συμβατικά ή οικονομικά ανέφικτο για ένα ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) ή δ) να περιλαμβάνει τέτοια συμβατική ρήτρα σε ορισμένες υποχρεώσεις·

(c)ότι η παραίτηση από την απαίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για ορισμένες υποχρεώσεις δεν εμποδίζει τη δυνατότητα εξυγίανσης των ιδρυμάτων και οντοτήτων που αναφέρονται στα στοιχεία β), γ) και δ) του άρθρου 1 παράγραφος 1.

Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στα στοιχεία β) και γ) δεν περιλαμβάνουν χρεωστικά μέσα που είναι μη εξασφαλισμένες υποχρεώσεις, πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1 και μέσα της κατηγορίας 2. Επιπλέον, θα είναι ανώτερης εξοφλητικής προτεραιότητας από τις υποχρεώσεις που λαμβάνονται υπόψη στην ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιτρεπτών υποχρεώσεων.

Οι υποχρεώσεις οι οποίες, σύμφωνα με τα στοιχεία β) και γ), δεν περιλαμβάνουν τη συμβατική ρήτρα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν υπολογίζονται για την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων.

3.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρχές εξυγίανσης να μπορούν να απαιτούν από τα ιδρύματα και τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ) να παρέχουν στις αρχές νομική γνώμη σχετικά με τη νόμιμη εκτελεστότητα και την αποτελεσματικότητα της συμβατικής ρήτρας που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

4.Εάν ένα ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ) δεν συμπεριλάβει στις συμβατικές διατάξεις που διέπουν μια σχετική υποχρέωση συμβατικό όρο όπως απαιτείται σύμφωνα με την παράγραφο 1, η παράλειψη αυτή δεν εμποδίζει την αρχή εξυγίανσης να ασκήσει τις εξουσίες απομείωσης και μετατροπής όσον αφορά την εν λόγω υποχρέωση.

5.Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να προσδιορίσει περαιτέρω τον κατάλογο των υποχρεώσεων στις οποίες εφαρμόζεται η εξαίρεση της παραγράφου 1 και το περιεχόμενο του συμβατικού όρου που απαιτείται στην εν λόγω παράγραφο λαμβάνοντας υπόψη τα διαφορετικά επιχειρηματικά μοντέλα των ιδρυμάτων.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

6.Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να διευκρινίσει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα ήταν νομικά, συμβατικά ή οικονομικά ανέφικτο, για ένα ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στα στοιχεία β), γ) ή δ) του άρθρου 1 παράγραφος 1 να συμπεριλάβει τον συμβατικό όρο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σε ορισμένες υποχρεώσεις, και σύμφωνα με την οποία η παραίτηση από την απαίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν θα εμπόδιζε τη δυνατότητα εξυγίανσης του εν λόγω ιδρύματος ή της οντότητας.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. »

25.Στο άρθρο 63 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο ιδ):

«ιδ)    την εξουσία να αναστέλλουν υποχρεώσεις πληρωμής ή παράδοσης στις οποίες συμμετέχει το ίδρυμα ή η οντότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 1, όταν η αρχή εξυγίανσης, κατόπιν διαβούλευσης με την αρμόδια αρχή, αποφασίζει ότι η άσκηση της εξουσίας αναστολής είναι αναγκαία για την αποτελεσματική εφαρμογή ενός ή περισσότερων εργαλείων εξυγίανσης ή για τους σκοπούς της αποτίμησης σύμφωνα με το άρθρο 36.

26.Στο άρθρο 63 παράγραφος 1, εισάγονται οι ακόλουθες παράγραφοι 1α και 1β:

«1α.    Η χρονική διάρκεια της αναστολής που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο ιδ) δεν υπερβαίνει το ελάχιστο χρονικό διάστημα το οποίο κρίνει αναγκαίο η αρχή εξυγίανσης για την αποτελεσματική εφαρμογή ενός ή περισσοτέρων εργαλείων ή για τους σκοπούς της αποτίμησης σύμφωνα με το άρθρο 36 και σε κάθε περίπτωση δεν υπερβαίνει τις 5 εργάσιμες ημέρες.

1β.    Καμία αναστολή βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο ιδ) δεν ισχύει για:

(a)υποχρεώσεις πληρωμής και παράδοσης έναντι συστημάτων ή φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων που ορίζονται για τους σκοπούς της οδηγίας 98/26/ΕΚ, κεντρικών αντισυμβαλλομένων και κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτης χώρας αναγνωρισμένων από την ESMA σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και κεντρικών τραπεζών·

(b)επιλέξιμες απαιτήσεις για τον σκοπό της οδηγίας 97/9/ΕΚ

(c)καλυπτόμενες καταθέσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 94.»

27.Στους τίτλους του άρθρου 59 και του άρθρου 60 εισάγεται «και επιλέξιμες υποχρεώσεις».

28.Στο άρθρο 59, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.    Η εξουσία απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων μπορεί να ασκείται:

(a)είτε ανεξάρτητα από τη δράση εξυγίανσης· είτε

(b)σε συνδυασμό με δράση εξυγίανσης, όταν πληρούνται οι όροι εξυγίανσης που καθορίζονται στα άρθρα 32 και 33.

Η εξουσία απομείωσης ή μετατροπής των επιλέξιμων υποχρεώσεων ανεξάρτητα από τη δράση εξυγίανσης, μπορεί να ασκηθεί μόνο σε σχέση με επιλέξιμες υποχρεώσεις που πληρούν τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 45ζ παράγραφος 3 στοιχείο α), εκτός από τον όρο που σχετίζεται με την εναπομένουσα ληκτότητα των υποχρεώσεων.».

29.Οι λέξεις «κεφαλαιακά μέσα» στο άρθρο 59 παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίσταται με τις λέξεις «κεφαλαιακά μέσα και υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1».

30.Οι λέξεις «κεφαλαιακά μέσα» στο άρθρο 59 παράγραφοι 4 και 10 αντικαθίσταται με τις λέξεις «κεφαλαιακά μέσα ή υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1».

31.Στο άρθρο 60 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο δ):

«δ)    το αρχικό κεφάλαιο επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 1 απομειώνεται ή μετατρέπεται σε μέσα κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 ή αμφότερα, στον βαθμό που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων εξυγίανσης του άρθρου 31 ή στα όρια των δυνατοτήτων των σχετικών επιλέξιμων υποχρεώσεων, όποιο είναι χαμηλότερο.».

32.Στο άρθρο 60, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.    Σε περίπτωση που η αξία ενός σχετικού κεφαλαιακού μέσου ή μιας επιλέξιμης υποχρέωσης απομειώνεται:

(a)η μείωση της εν λόγω αξίας είναι μόνιμη, με την επιφύλαξη τυχόν απομείωσης σύμφωνα με τον μηχανισμό εξόφλησης στο άρθρο 46 παράγραφος 3·

(b)δεν υφίσταται πλέον καμία υποχρέωση έναντι του κατόχου του σχετικού κεφαλαιακού μέσου και της υποχρέωσης που αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 1 δυνάμει ή σε σχέση με την αξία του μέσου που απομειώθηκε, εκτός των ήδη δεδουλευμένων υποχρεώσεων και τυχόν υποχρέωσης αποζημίωσης που μπορεί να προκύψει κατόπιν προσφυγής κατά της νομιμότητας της άσκησης της εξουσίας απομείωσης·

(c)καμία αποζημίωση δεν καταβάλλεται σε κανέναν κάτοχο των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 59 παράγραφος 1, πλην των περιπτώσεων της παραγράφου 3.».

33.Στο άρθρο 60 παράγραφος 3, οι λέξεις «τα σχετικά κεφαλαιακά μέσα» αντικαθίσταται από τη φράση «τα σχετικά κεφαλαιακά μέσα και οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 59 παράγραφος 1».

34.Στο άρθρο 69 παράγραφος 4, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) υποχρεώσεις πληρωμής και παράδοσης έναντι συστημάτων ή φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων που καθορίζονται για τους σκοπούς της οδηγίας 98/26/ΕΚ, κεντρικών αντισυμβαλλομένων και κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτης χώρας αναγνωρισμένων από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και κεντρικών τραπεζών·».

35.Στο άρθρο 70, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Οι αρχές εξυγίανσης δεν ασκούν την εξουσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 όσον αφορά οιαδήποτε παροχή ασφάλειας έναντι συστημάτων ή φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων που ορίζονται για τους σκοπούς της οδηγίας 98/26/ΕΚ, κεντρικών αντισυμβαλλομένων και κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτης χώρας αναγνωρισμένων από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, και κεντρικών τραπεζών όσον αφορά περιουσιακά στοιχεία που έχουν ενεχυριαστεί ή παρασχεθεί ως περιθώριο ή εξασφάλιση από το ίδρυμα υπό εξυγίανση·».

36.Στο άρθρο 71, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Καμία αναστολή βάσει των παραγράφων 1 ή 2 δεν εφαρμόζεται έναντι συστημάτων ή φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων που ορίζονται για τους σκοπούς της οδηγία 98/26/ΕΚ, κεντρικών αντισυμβαλλομένων και κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτης χώρας αναγνωρισμένων από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ή κεντρικών τραπεζών.».

37.Στο άρθρο 88, η φράση «άρθρο 45» αντικαθίσταται με τη φράση «άρθρα 45 έως 45θ».

38.Στο άρθρο 88 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Με την επιφύλαξη του άρθρου 89, οι αρχές εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου συγκροτούν σώματα εξυγίανσης για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στα άρθρα 12, 13, 16, 18, 45 έως 45, 91 και 92, και, όπου ενδείκνυται, για τη διασφάλιση της συνεργασίας και του συντονισμού με τις αρχές εξυγίανσης τρίτων χωρών.».

39.Το άρθρο 89 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 89
Ευρωπαϊκά σώματα εξυγίανσης

1.Σε περίπτωση που ίδρυμα τρίτης χώρας ή μητρική επιχείρηση τρίτης χώρας έχει θυγατρικές στην Ένωση ή μητρικές επιχειρήσεις στην Ένωση, που είναι εγκατεστημένες σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, ή δύο ή περισσότερα υποκαταστήματα στην Ένωση που θεωρούνται σημαντικά από δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, οι αρχές εξυγίανσης των κρατών μελών όπου είναι εγκατεστημένες οι εν λόγω οντότητες ή όπου βρίσκονται τα εν λόγω σημαντικά υποκαταστήματα συγκροτούν ένα ενιαίο ευρωπαϊκό σώμα εξυγίανσης.

2.Το ευρωπαϊκό σώμα εξυγίανσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 εκτελεί τις εργασίες και τα καθήκοντα που καθορίζονται στο άρθρο 88 όσον αφορά τις οντότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, και, στο βαθμό που τα εν λόγω καθήκοντα είναι σχετικά, τα υποκαταστήματα.

Τα καθήκοντα που πρέπει να εκτελούνται από το ευρωπαϊκό σώμα εξυγίανσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 περιλαμβάνουν τον καθορισμό της απαίτησης που αναφέρεται στα άρθρα 45 έως 45θ.

Κατά τον καθορισμό της απαίτησης που αναφέρεται στα άρθρα 45 έως 45θ, μέλη του ευρωπαϊκού σώματος εξυγίανσης λαμβάνουν υπόψη την παγκόσμια στρατηγική εξυγίανσης που έχει τυχόν εγκριθεί από αρχές τρίτων χωρών.

Στις περιπτώσεις όπου, σύμφωνα με την παγκόσμια στρατηγική εξυγίανσης, ενωσιακές θυγατρικές ή ενωσιακή μητρική επιχείρηση και τα θυγατρικά της ιδρύματα δεν είναι οντότητες εξυγίανσης και τα μέλη του ευρωπαϊκού σώματος εξυγίανσης συμφωνούν με αυτήν τη στρατηγική, οι ενωσιακές θυγατρικές ή η ενωσιακή μητρική επιχείρηση συμμορφώνονται με την απαίτηση του άρθρου 45ζ παράγραφος 1, σε ενοποιημένη βάση, μέσω της έκδοσης των επιλέξιμων μέσων που αναφέρονται στο άρθρο 45ζ παράγραφος 3 στοιχείο α) και στοιχείο β) της οντότητας εξυγίανσης τρίτων χωρών.

3.Όταν μόνο μία ενωσιακή μητρική επιχείρηση κατέχει όλες τις ενωσιακές θυγατρικές ενός ιδρύματος τρίτης χώρας ή μιας μητρικής επιχείρησης τρίτης χώρας, στο ευρωπαϊκό σώμα εξυγίανσης προεδρεύει η αρχή εξυγίανσης του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η ενωσιακή μητρική επιχείρηση.

Εφόσον το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται, η αρχή εξυγίανσης μιας ενωσιακής μητρικής επιχείρησης ή μιας ενωσιακής θυγατρικής με την υψηλότερη αξία των συνολικών στοιχείων ενεργητικού εντός ισολογισμού προεδρεύει το ευρωπαϊκό σώμα εξυγίανσης.

4.Τα κράτη μέλη μπορούν, με αμοιβαία συμφωνία όλων των ενδιαφερομένων μερών, να άρουν την υποχρέωση να δημιουργηθεί ευρωπαϊκό σώμα εξυγίανσης, εάν άλλη ομάδα ή άλλο σώμα εκτελεί τις ίδιες εργασίες και τα ίδια καθήκοντα που καθορίζονται στο παρόν άρθρο και πληροί όλες τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που καλύπτουν την ιδιότητα μέλους και τη συμμετοχή στα ευρωπαϊκά σώματα εξυγίανσης, που ορίζονται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 90. Στην περίπτωση αυτή, κάθε αναφορά σε ευρωπαϊκά σώματα εξυγίανσης στην παρούσα οδηγία θεωρείται επίσης αναφορά σε αυτές τις άλλες ομάδες ή σώματα.

5.Υπό την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου, το ευρωπαϊκό σώμα εξυγίανσης λειτουργεί κατά τα άλλα σύμφωνα με το άρθρο 88.

40.Το άρθρο 110 τροποποιείται ως εξής:

(a) Στην παράγραφο 1, η πρώτη φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών να προβλέπουν και να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις, τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τις διοικητικές κυρώσεις και τα λοιπά διοικητικά μέτρα που εφαρμόζονται σε περίπτωση παραβίασης των εθνικών διατάξεων μεταφοράς της παρούσας οδηγίας ή των διατάξεων του κανονισμού [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων], και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, για να εξασφαλιστεί ότι εφαρμόζονται οι διατάξεις αυτές·

(b)η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο εφαρμόζονται σε ιδρύματα, χρηματοοικονομικά ιδρύματα και μητρικές επιχειρήσεις της Ένωσης κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας ή στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, στα εκκαθαριστικά μέλη των κεντρικών αντισυμβαλλομένων ή μητρικές επιχειρήσεις κατά την έννοια του κανονισμού [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων] ή, σε περίπτωση παράβασης, μπορούν να επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο εθνικό δίκαιο, στα μέλη του διοικητικού οργάνου κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας ή στα μέλη του συμβουλίου κατά την έννοια του κανονισμού [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων], καθώς και σε άλλα φυσικά πρόσωπα τα οποία, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, ευθύνονται για την παράβαση.»·

(c)Στην παράγραφο 3, η πρώτη φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι εξουσίες για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό ανατίθενται στις αρχές εξυγίανσης ή, αν πρόκειται για διαφορετικές αρχές, στις αρμόδιες αρχές, ανάλογα με το είδος της παράβασης. »·    

41.Το άρθρο 111 τροποποιείται ως εξής:

(a)στην παράγραφο 1, τα στοιχεία α), β) και γ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α) δεν έχουν καταρτιστεί, δεν διατηρούνται ούτε επικαιροποιούνται τα σχέδια ανάκαμψης ή τα σχέδια εξυγίανσης του ομίλου, κατά παράβαση του άρθρου 5 ή 7 της παρούσας οδηγίας ή του άρθρου 9 του κανονισμού [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων

β) δεν έχει κοινοποιηθεί στη αρμόδια αρχή η πρόθεση να παρασχεθεί χρηματοοικονομική στήριξη στον όμιλο, κατά παράβαση του άρθρου 25 της παρούσας οδηγίας·

γ) δεν έχουν παρασχεθεί όλες οι αναγκαίες πληροφορίες για την κατάρτιση σχεδίων εξυγίανσης, κατά παράβαση του άρθρου 11 της παρούσας οδηγίας ή του άρθρου 14 του κανονισμού [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων]·

δ) το διοικητικό συμβούλιο ενός ιδρύματος ή μιας οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ) της παρούσας οδηγίας ή το διοικητικό συμβούλιο ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου κατά την έννοια του κανονισμού [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων] δεν έχει κοινοποιήσει στην αρμόδια αρχή το γεγονός ότι το ίδρυμα ή η οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ) της παρούσας οδηγίας ή ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τελεί υπό πτώχευση ή ενδέχεται να πτωχεύσει, κατά παράβαση του άρθρου 81 της παρούσας οδηγίας ή του άρθρου 68 παράγραφος 1 του κανονισμού [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων].»·

(b)η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i) το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α) δημόσια ανακοίνωση που αναφέρει το υπαίτιο φυσικό πρόσωπο, ίδρυμα, χρηματοοικονομικό ίδρυμα, μητρική επιχείρηση της Ένωσης, κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ή άλλο νομικό πρόσωπο και τη φύση της παράβασης·»·

ii) το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ) προσωρινή απαγόρευση κατά οποιουδήποτε μέλους του διοικητικού οργάνου ή των ανώτατων διοικητικών στελεχών του ιδρύματος ή της οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ) της εν λόγω οδηγίας ή κατά του συμβουλίου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, ή κάθε άλλου φυσικού προσώπου, που θεωρείται υπαίτιο, να ασκεί καθήκοντα σε ιδρύματα ή οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ) της παρούσας οδηγίας ή σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους· »

42.Το άρθρο 112 τροποποιείται ως εξής:

(a)Στην παράγραφο 1, η πρώτη φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρχές εξυγίανσης και οι αρμόδιες αρχές δημοσιοποιούν, στον επίσημο ιστότοπό τους, κατ' ελάχιστον τις διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλουν για παραβάσεις των εθνικών διατάξεων μεταφοράς της παρούσας οδηγίας ή τις διατάξεις του κανονισμού [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων], όταν οι εν λόγω κυρώσεις δεν έχουν αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής ή όταν το δικαίωμα προσφυγής έχει εξαντληθεί.»·

(b) Στην παράγραφο 2, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ) όταν η δημοσιοποίηση θα μπορούσε να προκαλέσει, στον βαθμό που είναι δυνατόν να καθοριστεί, δυσανάλογη ζημία στα ιδρύματα ή στις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) ή δ) της παρούσας οδηγίας ή στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ή σε εμπλεκόμενα φυσικά πρόσωπα.»·

(c)η παράγραφος 4 τροποποιείται ως εξής:

i) η πρώτη πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Έως τις 3 Ιουλίου 2016, η ΕΑΤ υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με τη δημοσιοποίηση από τα κράτη μέλη σε ανώνυμη βάση, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2, των κυρώσεων για τη μη συμμόρφωση με τις εθνικές διατάξεις μεταφοράς της παρούσας οδηγίας και ιδίως σχετικά με το κατά πόσον έχουν διαπιστωθεί σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών σε σχέση με το εν λόγω ζήτημα.»·

ii) προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Έως [...], η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει παρόμοια έκθεση στην Επιτροπή όσον αφορά τη δημοσίευση των κυρώσεων για μη συμμόρφωση με τις διατάξεις που ορίζονται στον κανονισμό [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων]»·

43.Το άρθρο 113 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 113

Διατήρηση των κεντρικών βάσεων δεδομένων από την ΕΑΤ και την ΕΑΚΑΑ

1.Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων περί επαγγελματικού απορρήτου όπως αναφέρεται στο άρθρο 84, οι αρχές εξυγίανσης και οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την ΕΑΤ σχετικά με όλες τις διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλουν δυνάμει του άρθρου 111 για παραβάσεις των εθνικών διατάξεων μεταφοράς της παρούσας οδηγίας και σχετικά με την κατάσταση των εν λόγω προσφυγών και τα αποτελέσματά τους.

Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων περί επαγγελματικού απορρήτου όπως αναφέρεται στο άρθρο 71 του κανονισμού [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων], οι αρχές εξυγίανσης και οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την ΕΑΚΑΑ όσον αφορά τις διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται για τις παραβάσεις του εν λόγω κανονισμού.

2.Η ΕΑΤ και η ΕΑΚΑΑ διατηρούν κεντρικές βάσεις δεδομένων για τις κυρώσεις που τους κοινοποιούνται με αποκλειστικό σκοπό την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών εξυγίανσης στις οποίες έχουν πρόσβαση μόνο οι αρχές εξυγίανσης και οι οποίες επικαιροποιούνται βάσει των πληροφοριών που παρέχουν οι αρχές εξυγίανσης.

3.Η ΕΑΤ και η ΕΑΚΑΑ διατηρούν κεντρικές βάσεις δεδομένων για τις κυρώσεις που τους κοινοποιούνται με αποκλειστικό σκοπό την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών, οι οποίες είναι προσβάσιμες μόνο από τις αρμόδιες αρχές και ενημερώνονται βάσει των πληροφοριών που παρέχουν οι αρμόδιες αρχές.

4.Η ΕΑΤ και η ΕΑΚΑΑ διατηρούν ιστοσελίδες με συνδέσμους στη δημοσίευση κυρώσεων κάθε αρχής εξυγίανσης και στη δημοσίευση κυρώσεων κάθε αρμόδιας αρχής δυνάμει του άρθρου 112 και αναφέρουν τη χρονική περίοδο για την οποία κάθε κράτος μέλος δημοσιοποιεί τις κυρώσεις.».

Άρθρο 2

Τροποποίηση της οδηγίας 98/26/ΕΚ

Στο άρθρο 2, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ) «κεντρικός αντισυμβαλλόμενος» ή «CCP»: ο CCP όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 648/2012·»

Στο άρθρο 2, το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

στ) «συμμετέχων» :ίδρυμα, κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, διακανονιστής, συμψηφιστικό γραφείο, διαχειριστής συστήματος ή εκκαθαριστικό μέλος ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, που έχει εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·»

Άρθρο 3

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2002/47/ΕΚ

Η οδηγία 2002/47/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

Στο άρθρο 1, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Τα άρθρα 4 έως 7 της παρούσας οδηγίας δεν εφαρμόζονται σε οποιονδήποτε περιορισμό της εκτέλεσης των συμφωνιών παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας ή οποιονδήποτε περιορισμό σχετικά με τον αντίκτυπο της συμφωνίας παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, ρύθμισης εκκαθαριστικού συμψηφισμού (close out netting) ή αμοιβαίου συμψηφισμού (set-off) , που επιβάλλεται δυνάμει του τίτλου IV κεφάλαιο V ή VI της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ή του τίτλου V κεφάλαιο ΙV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων] ή σε οιονδήποτε τέτοιον περιορισμό που επιβάλλεται δυνάμει παρεμφερών εξουσιών στο δίκαιο κράτους μέλους με σκοπό τη διευκόλυνση της ομαλής εξυγίανσης οιασδήποτε οντότητας αναφέρεται στο στοιχείο γ) σημείο iv) της παραγράφου 2 που υπόκειται σε διασφαλίσεις τουλάχιστον ισοδύναμες με αυτές του τίτλου IV κεφάλαιο VII της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και του τίτλου V, κεφάλαιο V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων].»

Το άρθρο 9α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 9α

Οδηγίες 2008/48/ΕΚ, οδηγία 2014/59/ΕΕ και κανονισμός (ΕΕ) αριθ. [για την ανάκαμψη και εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων]

Η παρούσα οδηγία ισχύει με την επιφύλαξη της οδηγίας 2008/48/ΕΚ, της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων].»

Άρθρο 4

Τροποποίηση της οδηγίας 2004/25/ΕΚ

Στο άρθρο 4, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το άρθρο 5 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση χρήσης των εργαλείων, εξουσιών και μηχανισμών εξυγίανσης που προβλέπονται στον τίτλο IV της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ή στον τίτλο V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων]».

Άρθρο 5

Τροποποίηση της οδηγίας 2005/56/ΕΚ

Στο άρθρο 3, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στην εταιρεία ή τις εταιρείες οι οποίες υπόκεινται στη χρήση των εργαλείων, εξουσιών και μηχανισμών εξυγίανσης που προβλέπονται στον τίτλο IV της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ή στον τίτλο V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων]».

Άρθρο 6

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2007/36/ΕΚ

Η οδηγία 2007/36/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

(a)Στο άρθρο 1, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση χρήσης των εργαλείων, εξουσιών και μηχανισμών εξυγίανσης που προβλέπονται στον τίτλο IV της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ή στον τίτλο V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων]».

(b)Στο άρθρο 5, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι για τους σκοπούς της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων], η γενική συνέλευση μπορεί, με πλειοψηφία των δύο τρίτων των έγκυρων ψήφων, να προβεί σε σύγκληση της γενικής συνέλευσης, ή να τροποποιεί το καταστατικό ώστε να προβλέπει ότι, προκειμένου να αποφασίσει σχετικά με αύξηση κεφαλαίου, η γενική συνέλευση συγκαλείται σε μικρότερη προθεσμία από αυτήν που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω συνέλευση δεν λαμβάνει χώρα εντός δέκα ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία της σύγκλησης, ότι πληρούνται οι όροι του άρθρου 27 ή 29 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ ή του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων], και ότι η αύξηση κεφαλαίου είναι αναγκαία προκειμένου να αποφευχθούν οι προϋποθέσεις εξυγίανσης που θεσπίζονται στα άρθρα 32 και 33 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ ή στο άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [ανάκαμψη και εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων].»

Άρθρο 7

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2011/35/ΕK

Στο άρθρο 1, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στην εταιρεία ή τις εταιρείες οι οποίες υπόκεινται στη χρήση των εργαλείων, εξουσιών και μηχανισμών εξυγίανσης που προβλέπονται στον τίτλο IV της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ή στον τίτλο V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων]».

Άρθρο 8

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2012/30/ΕK

Στο άρθρο 45, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το άρθρο 10, το άρθρο 19 παράγραφος 1, το άρθρο 29 παράγραφος 1, 2 και 3, το άρθρο 31 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο, τα άρθρα 33 έως 36 και τα άρθρα 40, 41 και 42 της παρούσας οδηγίας δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση χρήσης των εργαλείων, εξουσιών και μηχανισμών εξυγίανσης που προβλέπονται στον τίτλο IV της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ή στον τίτλο V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων]».

Άρθρο 9
Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις [12 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος], τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα ανωτέρω μέτρα από [ημερομηνία – 6 μήνες από την ημερομηνία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο].

2.Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, αυτά περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

3.Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή και στην ΕΑΤ το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 10
Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα άρθρα 1 παράγραφος 1, 1 παράγραφος 40, 1παράγραφος 41, 1 παράγραφος 42, 1 παράγραφος 43, καθώς και τα άρθρα 2, 3, 4, 5, 6, 7 και 8 αρχίζουν να ισχύουν την [ημερομηνία - όταν αρχίσει να ισχύει ο κανονισμός για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων].

Άρθρο 11
Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο    Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος    Ο Πρόεδρος

(1) Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190.
(2) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, ΕΕ L 225 της 30.7.2014, σ. 1.
(3) Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/1450 της Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2016, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προσδιορίζουν τα κριτήρια σχετικά με τη μεθοδολογία για τον καθορισμό της ελάχιστης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, ΕΕ L 237 της 3.9.2016, σ. 1.
(4) FSB, Principles on Loss-absorbing and Recapitalisation Capacity of Globally Systemically Important Banks (G-SIBs) in Resolution, Total Loss-absorbing Capacity (TLAC) Term sheet, [Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, Αρχές για την ικανότητα απορρόφησης ζημιών και την ανακεφαλαιοποίηση των παγκοσμίων συστημικώς σημαντικών τραπεζών (G-SIB) στο έγγραφο με τους όρους λειτουργίας («Term sheet») της TLAC (Συνολικής Ικανότητας Απορρόφησης Ζημιών)], 9.11.2015
(5) Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών - «Προς την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης», 24.11.2015, COM(2015) 587 final
(6) https://www.eba.europa.eu/documents/10180/1360107/EBA+Interim+report+on+MREL
(7) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1. Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338.
(8) http://ec.europa.eu/finance/consultations/2015/financial-regulatory-framework-review/docs/summary-of-responses_en.pdf, Συνοπτική παρουσίαση των συνεισφορών στην «Πρόσκληση υποβολής στοιχείων»
(9) [Σύνδεσμος στην εκτίμηση επιπτώσεων και στη σύνοψή της]
(10) ΕΕ C της , της , σ. .
(11) ΕΕ C της , της , σ. .
(12) Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, «Προς την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης», 24.11.2015, COM(2015) 587 final
(13) Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190.
(14) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26 Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1
(15) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, ΕΕ L 225 της 30.7.2014, σ. 1.
(16) Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338.
(17) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), για την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12.
(18) Οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Μαΐου 1998 σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων (ΕΕ L 166 της 11.6.1998, σ. 45).
(19) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ.1).
(20) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ.1).
(21) Οδηγία 2012/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, περί συντονισμού των εγγυήσεων, οι οποίες απαιτούνται στα κράτη μέλη εκ μέρους των εταιρειών, κατά την έννοια του άρθρου 54 δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων, με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες όσον αφορά τη σύσταση ανωνύμων εταιρειών και τη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφαλαίου τους (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 74).
(22) Οδηγία 2011/35/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για τις συγχωνεύσεις των ανωνύμων εταιρειών (ΕΕ L 110 της 29.4.2011, σ. 1).
(23) Οδηγία 2005/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, για τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις κεφαλαιουχικών εταιρειών (ΕΕ L 310 της 25.11.2005, σ. 1).
(24) Οδηγία 2004/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς (ΕΕ L 142 της 30.4.2004, σ. 12).
(25) Οδηγία 2007/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, σχετικά με την άσκηση ορισμένων δικαιωμάτων από μετόχους εισηγμένων εταιρειών (ΕΕ L 184 της 14.7.2007, σ. 17). 
(26) ΕΕ Να προστεθεί η ημερομηνία: 12 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.
Top