Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52016PC0798

    Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την προσαρμογή διαφόρων νομικών πράξεων στον τομέα της δικαιοσύνης οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο στο άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    COM/2016/0798 final - 2016/0399 (COD)

    Βρυξέλλες, 14.12.2016

    COM(2016) 798 final

    2016/0399(COD)

    Πρόταση

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για την προσαρμογή διαφόρων νομικών πράξεων στον τομέα της δικαιοσύνης οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο στο άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)


    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    1.Πλαίσιο της πρότασης

    Παράλληλα με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσαρμογή στα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ μιας σειράς νομικών πράξεων που προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο, η παρούσα πρόταση αφορά την εναρμόνιση τριών νομοθετικών πράξεων στον τομέα της δικαιοσύνης που εξακολουθούν να παραπέμπουν στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο.

    Οι εν λόγω πράξεις πρέπει να εναρμονιστούν με χωριστή πρόταση, δεδομένου ότι εκδόθηκαν με νομική βάση δυνάμει του τίτλου V του μέρους ΙΙΙ της ΣΛΕΕ και, συνεπώς, δεν δεσμεύουν όλα τα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου δεν συμβιβάζονται με τις νομικές βάσεις των άλλων βασικών πράξεων. Και στις τρεις περιπτώσεις, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία επέλεξαν να δεσμεύονται, σύμφωνα με το πρωτόκολλο για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη, ενώ η Δανία δεν συμμετέχει, σύμφωνα με το πρωτόκολλο για τη θέση της Δανίας, που έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη.

    Η Συνθήκη της Λισαβόνας τροποποίησε ουσιωδώς τη δομή όσον αφορά τις αρμοδιότητες που μπορούν να ανατεθούν στην Επιτροπή από τον νομοθέτη. Διακρίνει σαφώς μεταξύ, αφενός, πράξεων οιονεί νομοθετικής φύσεως και, αφετέρου, πράξεων που θεσπίζονται προς εκτέλεση των διατάξεων μιας βασικής πράξης. Παρέχει επίσης ένα εντελώς διαφορετικό νομικό πλαίσιο για κάθε τύπο πράξης.

    Αντίστοιχες νομικές βάσεις είναι τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «ΣΛΕΕ») που θεσπίστηκαν με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, η οποία άρχισε να ισχύει την 1η Δεκεμβρίου 2009( 1 ). Με τα εν λόγω άρθρα τροποποιούνται ουσιωδώς οι μέχρι τούδε γνωστές ως «διαδικασίες επιτροπολογίας».

    Ο ορισμός των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, όπως απορρέει από την παράγραφο 1 του άρθρου 290, μοιάζει πολύ, από πλευράς διατύπωσης, με τον ορισμό των πράξεων οι οποίες, σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ 2 , όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ του Συμβουλίου («απόφαση επιτροπολογίας»), υπάγονται στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο (ΚΔΕ) που προβλέπεται στο άρθρο 5α της εν λόγω απόφασης. Πράγματι, και στις δύο περιπτώσεις, οι εν λόγω πράξεις είναι γενικής ισχύος και συμπληρώνουν ή τροποποιούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία της νομοθετικής πράξης.

    Για τον λόγο αυτόν, η αναθεώρηση της απόφασης επιτροπολογίας με τον κανονισμό 182/2011 3 («κανονισμός επιτροπολογίας»), που εκδόθηκε βάσει του άρθρου 291 παράγραφος 3 ΣΛΕΕ περί εκτελεστικών αρμοδιοτήτων, δεν περιέλαβε το άρθρο 5α της απόφασης επιτροπολογίας. Ως εκ τούτου, το άρθρο 5α με το οποίο θεσπίζεται η ΚΔΕ έπρεπε να διατηρηθεί σε ισχύ προσωρινώς για τους σκοπούς των ισχυουσών βασικών πράξεων που παραπέμπουν στο εν λόγω άρθρο.

    Κατά συνέπεια, η ΚΔΕ εξακολουθεί να εμφανίζεται στις τρεις υπάρχουσες βασικές πράξεις που καλύπτονται από την παρούσα πρόταση και εξακολουθεί να εφαρμόζεται στις εν λόγω πράξεις (σύμφωνα με το άρθρο 5α της απόφασης επιτροπολογίας), έως ότου οι πράξεις αυτές τροποποιηθούν και προσαρμοσθούν ρητώς στη Συνθήκη της Λισαβόνας.

    Κατά τον χρόνο εκδόσεως του κανονισμού 182/2011, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέλαβε τη δέσμευση να επανεξετάσει τις διατάξεις που αφορούν τη διαδικασία αυτή, ώστε να γίνει η προσαρμογή τους σε εύθετο χρόνο σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης 4 . Η εναρμόνιση των εν λόγω πράξεων είχε προταθεί παλαιότερα από την Επιτροπή το 2013 5 , επίσης με χωριστή πρόταση, αλλά λόγω στασιμότητας των διοργανικών διαπραγματεύσεων επί των ζητημάτων αυτών, η Επιτροπή, όπως ανακοίνωσε στο πρόγραμμα εργασίας της για το 2015 6 , απέσυρε την πρόταση 7 .

    Το ζήτημα της εναρμόνισης εξετάστηκε και πάλι κατά τις συζητήσεις σχετικά με την αναθεώρηση της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου 8 . Όλα τα θεσμικά όργανα αναγνώρισαν την ανάγκη εναρμόνισης και η Επιτροπή ανέλαβε τη δέσμευση να υποβάλει, έως το τέλος του 2016, νέα πρόταση για την εναρμόνιση των λοιπών νομοθετικών πράξεων που περιέχουν παραπομπές στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο. Η παρούσα πρόταση ανταποκρίνεται στη δέσμευση αυτή.

    Ταυτόχρονα, η διοργανική συμφωνία και η, συνημμένη σε αυτήν, κοινή αντίληψη για τις κατ' εξουσιοδότηση πράξεις βελτιώνουν επίσης το πλαίσιο για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και με τον τρόπο αυτό ανταποκρίνονται στη βασική ανησυχία του Συμβουλίου, δηλαδή τη διαβούλευση με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, που εμπόδισε συχνά την αποδοχή των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων εκ μέρους του Συμβουλίου. Η συμφωνία προβλέπει πλέον σαφή δέσμευση για συστηματική διαβούλευση με εμπειρογνώμονες από τα κράτη μέλη κατά την προπαρασκευή των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των διαβουλεύσεων σχετικά με το σχέδιο του κειμένου, ικανοποιώντας έτσι μία βασική προϋπόθεση για μια επιτυχή δεύτερη απόπειρα εναρμόνισης των παλαιών διατάξεων ΚΔΕ με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Η δέσμευση αυτή περιλαμβάνεται τώρα ρητώς στις νέες τυποποιημένες ρήτρες που πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά τη σύνταξη των εξουσιοδοτήσεων προς την Επιτροπή. Η συμφωνία αναγνωρίζει επίσης σαφώς τον σημαντικό ρόλο της έγκαιρης συνεργασίας και ανταλλαγής απόψεων με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις. Επιβεβαιώνει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να λαμβάνει όλα τα έγγραφα συγχρόνως με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των σχεδίων κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, και προβλέπει συστηματική και πιο εύκολη πρόσβαση των εμπειρογνωμόνων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που επεξεργάζονται τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις. Τέλος, η συμφωνία προβλέπει ότι η Επιτροπή μπορεί να προσκαλείται σε συνεδριάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ή του Συμβουλίου), προκειμένου να υπάρξει περαιτέρω ανταλλαγή απόψεων κατά την επεξεργασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

    Η προσαρμογή στο καθεστώς των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων δεν θίγει τις εκκρεμούσες διαδικασίες για τις οποίες έχει ήδη διατυπωθεί γνώμη από επιτροπή σύμφωνα με την απόφαση επιτροπολογίας.

    2.Μέθοδος εναρμόνισης και κύρια στοιχεία της πρότασης

    Το σημείο εκκίνησης για τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής της παρούσας πρότασης είναι οι νομικές πράξεις που καλύπτονται από τη σχετική νομοθετική πρόταση εναρμόνισης που ενέκρινε η Επιτροπή το 2013. Πράξεις για τις οποίες έχουν γίνει εν τω μεταξύ μεμονωμένες νομοθετικές προτάσεις δεν περιλαμβάνονται στην παρούσα πρόταση. Τούτο αφορά δύο πράξεις στον τομέα της δικαιοσύνης: τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1896/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής 9 και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 861/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών 10 . Οι εν λόγω πράξεις έχουν εν τω μεταξύ εναρμονιστεί με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2421 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 861/2007 για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1896/2006 για τη θέσπιση διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής 11 .

    Στις προτάσεις εναρμόνισης του 2013, η νομοθετική προσέγγιση που επελέγη ήταν όχι η μεμονωμένη τροποποίηση των εν λόγω βασικών πράξεων, αλλά η γενική πρόβλεψη ότι οι παραπομπές στην ΚΔΕ που περιέχουν οι βασικές πράξεις πρέπει να νοούνται ως παραπομπές στο άρθρο 290 και αντιστοίχως στα άρθρα 290 ή 291. Στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης, κάθε επιμέρους βασική πράξη θα έπρεπε πάντοτε να διαβάζεται σε συνδυασμό με τον σχετικό κανονισμό «Οmnibus», αν είχε εκδοθεί.

    Δεδομένων των δυσχερειών που αντιμετώπιζε το Συμβούλιο όσον αφορά την εν λόγω τεχνική, η προσέγγιση που επιλέγεται στην παρούσα πρόταση είναι διαφορετική. Προτείνεται τώρα να τροποποιείται κάθε σχετική βασική πράξη. Πρόκειται για προσέγγιση ανάλογη με εκείνη που ακολουθήθηκε κατά την καθιέρωση των διατάξεων περί ΚΔΕ στο πλαίσιο παρόμοιων εργασιών το 2007 12 . Ως εκ τούτου, σε κάθε βασική πράξη γίνονται ορισμένες τροποποιήσεις. Η εξουσιοδοτική διάταξη, ήτοι το κείμενο που περιέχει την ουσιαστική εξουσιοδότηση ΚΔΕ, αναδιατυπώνεται και ακολουθεί τη διατύπωση που συμφωνήθηκε στις τυποποιημένες ρήτρες για τα άρθρα με τα οποία ανατίθενται αρμοδιότητες. Το τυποποιημένο άρθρο σχετικά με την άσκηση της εξουσιοδότησης, ήτοι το διαδικαστικό άρθρο, προστίθεται σε κάθε βασική πράξη και διαγράφονται οι παραπομπές στην ΚΔΕ. Σε κάθε πράξη αναφέρεται ρητώς εάν η εξουσιοδότηση επιτρέπει την τροποποίηση της βασικής πράξης. Οι νέες τυποποιημένες ρήτρες που προβλέπουν διαβούλευση με εμπειρογνώμονες των κρατών μελών κατά την προπαρασκευή των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων περιλαμβάνονται πλέον σε κάθε βασική πράξη. Οι εξουσιοδοτήσεις δεν προβλέπουν τροποποιήσεις άλλων πράξεων.

    Όσον αφορά την επιλογή για εξουσιοδοτήσεις μεταξύ κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων, οι προτάσεις εναρμόνισης του 2013 λαμβάνουν ως δεδομένο ότι τα μέτρα που καλύπτονται από την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο κατ’ αρχήν αντιστοιχούν στα μέτρα τα οποία μπορούν να καλυφθούν με εξουσιοδοτήσεις κατά το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ.

    Το γενικό υπόβαθρο επί του οποίου στηρίζεται η νέα πρόταση είναι ότι η εκτίμηση που έγινε στις προτάσεις του Omnibus 2013 εξακολουθεί να ισχύει. Ούτε οι διαπραγματεύσεις για τον Omnibus 2013, ούτε η σχετική νομολογία 13 , ούτε το αποτέλεσμα της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου οδήγησαν σε νέα κριτήρια που θα συνηγορούσαν υπέρ μιας συνολικής εκ νέου αξιολόγησης.

    Όσον αφορά τη διάρκεια της εξουσιοδότησης, η Επιτροπή προτείνει εξουσιοδοτήσεις με αόριστη διάρκεια. Κατά τις διαπραγματεύσεις για τις προτάσεις του 2013, τόσο το Συμβούλιο όσο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ήταν υπέρ καθορισμένης διάρκειας 5 ετών με αυτόματη ανανέωση μετά από έκθεση της Επιτροπής που θα υποβαλλόταν πριν από τη λήξη της εξουσιοδότησης. Στη νέα πρόταση, η Επιτροπή εμμένει στη θέση της ότι η αόριστη διάρκεια της εξουσιοδότησης δικαιολογείται από το γεγονός ότι ο νομοθέτης έχει τη δυνατότητα να ανακαλέσει την εξουσιοδότηση σε όλες τις περιπτώσεις και ανά πάσα στιγμή. Τέλος, με τη διοργανική συμφωνία υπάρχει επίσης μεγαλύτερη διαφάνεια σε σχέση με την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, ιδίως μέσω του κοινού μητρώου για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, το οποίο τα θεσμικά όργανα συμφώνησαν να καταρτίσουν έως το τέλος του 2017. Το μητρώο αυτό θα επιτρέψει την εύκολη επισκόπηση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που εκδίδονται βάσει όλων των πράξεων.

    3.Νομική βάση, επικουρικότητα

    Η παρούσα πρόταση στηρίζεται στις νομικές βάσεις των βασικών πράξεων που τροποποιούνται. Η παρούσα πρωτοβουλία συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με τις διαδικασίες που εφαρμόζονται σε επίπεδο Ένωσης κατά τη θέσπιση πράξεων βασιζομένων σε νομοθετική εξουσιοδότηση.

    2016/0399 (COD)

    Πρόταση

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για την προσαρμογή διαφόρων νομικών πράξεων στον τομέα της δικαιοσύνης οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο στο άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 81 παράγραφος 2,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)Η Συνθήκη της Λισαβόνας εισήγαγε διάκριση μεταξύ των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή για την έκδοση μη νομοθετικών πράξεων γενικής ισχύος που συμπληρώνουν ή τροποποιούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία μιας νομοθετικής πράξης (κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις) και των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή για την έκδοση πράξεων προς εξασφάλιση ενιαίων προϋποθέσεων για την εκτέλεση νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ένωσης (εκτελεστικές πράξεις).

    (2)Τα μέτρα που δύνανται να καλύπτονται από την ανάθεση αρμοδιοτήτων, σύμφωνα με το άρθρο 290 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), είναι καταρχήν τα μέτρα που καλύπτονται από την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, την οποία προβλέπει το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου 14 .

    (3)Προηγούμενες προτάσεις σχετικά με την εναρμόνιση των διατάξεων που παραπέμπουν στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο με το νομικό πλαίσιο που θέσπισε η Συνθήκη της Λισαβόνας 15 αποσύρθηκαν 16 λόγω στασιμότητας των διοργανικών διαπραγματεύσεων.

    (4)Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή συμφώνησαν, στη συνέχεια, επί ενός νέου πλαισίου για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις στο πλαίσιο της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου της 13ης Απριλίου 2016 17 και αναγνώρισαν την ανάγκη να εναρμονιστεί όλη η υφιστάμενη νομοθεσία με το νομικό πλαίσιο που θέσπισε η Συνθήκη της Λισαβόνας. Ειδικότερα, συμφώνησαν ως προς την ανάγκη να δώσουν ύψιστη προτεραιότητα στην ταχεία εναρμόνιση όλων των βασικών πράξεων που εξακολουθούν να παραπέμπουν στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο. Η Επιτροπή δεσμεύτηκε να εκπονήσει πρόταση για την εν λόγω εναρμόνιση έως το τέλος του 2016.

    (5)Οι εξουσιοδοτήσεις στις βασικές πράξεις που προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 290 της ΣΛΕΕ και θα πρέπει να προσαρμοστούν στην εν λόγω διάταξη.

    (6)Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να θίγει τις εκκρεμούσες διαδικασίες στο πλαίσιο των οποίων μια επιτροπή έχει ήδη διατυπώσει γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

    (7)Συνεπώς, οι σχετικές πράξεις θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Οι πράξεις που παρατίθενται στο παράρτημα τροποποιούνται σύμφωνα με το εν λόγω παράρτημα.

    Άρθρο 2

    Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις εκκρεμούσες διαδικασίες στο πλαίσιο των οποίων μια επιτροπή έχει ήδη διατυπώσει γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

    Άρθρο 3

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες,

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος    Ο Πρόεδρος

    (1) ΕΕ C 306 της 17.12.2007
    (2) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.
    (3) ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.
    (4) ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 19
    (5) COM(2013) 452 final.
    (6) COM(2014) 910 final.
    (7) (2015/C 80/08), ΕΕ C 80 της 7.2.2015, σ. 17.
    (8) ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.
    (9) EΕ L 399 της 30.12.2006, σ. 1.
    (10) EΕ L 199 της 31.7.2007, σ. 1.
    (11) ΕΕ L 341 της 24.12.2015, σ. 1.
    (12) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1137/2008 (ΕΕ L 311 της 21.11.2008, σ. 1).
    (13) Υπόθεση C-88/14, Επιτροπή κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, υπόθεση C-286/14, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Επιτροπής και υπόθεση C-472/12, Επιτροπή κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου
    (14) Απόφαση 1999/468/EΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23).
    (15) COM(2013) 451 final, COM(2013) 452 final και COM(2013) 751 final.
    (16) (2015/C 80/08), ΕΕ C 80 της 7.2.2015, σ. 17.
    (17) ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.
    Top

    Βρυξέλλες, 14.12.2016

    COM(2016) 798 final

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    στην

    Πρόταση

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για την προσαρμογή διαφόρων νομικών πράξεων στον τομέα της δικαιοσύνης οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο στο άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    1.Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις 1  

    Προκειμένου να επικαιροποιείται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1206/2001, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, ώστε να τροποποιεί το παράρτημα του εν λόγω κανονισμού ενημερώνοντας τα υποδείγματα ή επιφέροντας τεχνικές τροποποιήσεις. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι εν λόγω διαβουλεύσεις να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπονται στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, της 13ης Απριλίου 2016. Ειδικότερα, για να διασφαλίζεται ισότιμη συμμετοχή στην κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

    Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 τροποποιείται ως εξής:

    (1) το άρθρο 19 τροποποιείται ως εξής:

    α)    ο τίτλος αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:

    «Εγχειρίδιο»·

    β)    η παράγραφος 2 απαλείφεται·

    (2) προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 19α και 19β:

    «Άρθρο 19α

    Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 19β, ώστε να τροποποιεί το παράρτημα ενημερώνοντας τα υποδείγματα ή επιφέροντας τεχνικές τροποποιήσεις.»·

    «Άρθρο 19β

    Άσκηση της εξουσιοδότησης

    1. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

    2. Η εξουσία έκδοσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά το άρθρο 19α ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

    3. Η εξουσιοδότηση κατά το άρθρο 19α μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Η απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία την οποία προσδιορίζει. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα καμίας από τις ήδη ισχύουσες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

    4. Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες οι οποίοι ορίζονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, της 13ης Απριλίου 2016*.

    5. Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    6. Κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 19α αρχίζει να ισχύει μόνον εφόσον δεν διατυπωθούν αντιρρήσεις είτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είτε από το Συμβούλιο εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να προβάλουν αντίρρηση. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

    _________________________

    *    ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.»·

    (3) το άρθρο 20 απαλείφεται.

    2.Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 805/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τη θέσπιση ευρωπαϊκού εκτελεστού τίτλου για μη αμφισβητούμενες αξιώσεις 2  

    Προκειμένου να επικαιροποιείται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 805/2004, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, ώστε να τροποποιεί τα παραρτήματα του εν λόγω κανονισμού ενημερώνοντας τα έντυπα υποδείγματα. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι εν λόγω διαβουλεύσεις να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπονται στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, της 13ης Απριλίου 2016. Ειδικότερα, για να διασφαλίζεται ισότιμη συμμετοχή στην κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

    Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 805/2004 τροποποιείται ως εξής:

    (1) το άρθρο 31 αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 31

    Τροποποίηση των παραρτημάτων

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 31α, ώστε να τροποποιεί τα παραρτήματα ενημερώνοντας τα έντυπα υποδείγματα.»·

    (2) προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 31α:

    «Άρθρο 31α

    Άσκηση της εξουσιοδότησης

    1. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

    2. Η εξουσία έκδοσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά το άρθρο 31 ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

    3. Η εξουσιοδότηση κατά το άρθρο 31 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Η απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία την οποία προσδιορίζει. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα καμίας από τις ήδη ισχύουσες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

    4. Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες οι οποίοι ορίζονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, της 13ης Απριλίου 2016*.

    5. Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    6. Κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 31 αρχίζει να ισχύει μόνον εφόσον δεν διατυπωθούν αντιρρήσεις είτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είτε από το Συμβούλιο εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να προβάλουν αντίρρηση. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

    ________________________

    *    ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.»·

    (3) το άρθρο 32 απαλείφεται.

    3.Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις («επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων») και κατάργησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου 3  

    Προκειμένου να επικαιροποιείται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης, ώστε να τροποποιεί τα παραρτήματα Ι και ΙΙ του εν λόγω κανονισμού ενημερώνοντας τα τυποποιημένα έντυπα ή επιφέροντας τεχνικές τροποποιήσεις. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι εν λόγω διαβουλεύσεις να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπονται στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, της 13ης Απριλίου 2016. Ειδικότερα, για να διασφαλίζεται ισότιμη συμμετοχή στην κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

    Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 τροποποιείται ως εξής:

    (1) το άρθρο 17 αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 17

    Τροποποίηση των παραρτημάτων

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 17α, ώστε να τροποποιεί τα παραρτήματα Ι και ΙΙ ενημερώνοντας τα τυποποιημένα έντυπα ή επιφέροντας τεχνικές τροποποιήσεις σε αυτά.»·

    (2) προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 17α:

    «Άρθρο 17α

    Άσκηση της εξουσιοδότησης

    1. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

    2. Η εξουσία έκδοσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά το άρθρο 17 ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

    3. Η εξουσιοδότηση κατά το άρθρο 17 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Η απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία την οποία προσδιορίζει. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα καμίας από τις ήδη ισχύουσες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

    4. Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες οι οποίοι ορίζονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, της 13ης Απριλίου 2016*.

    5. Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    6. Κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 17 αρχίζει να ισχύει μόνον εφόσον δεν διατυπωθούν αντιρρήσεις είτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είτε από το Συμβούλιο εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να προβάλουν αντίρρηση. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

    ________________________

    *    ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.»·

    (3) το άρθρο 18 απαλείφεται.

    (1) ΕΕ L 174 της 27.6. 2001, σ. 1.
    (2) EΕ L 143 της 30.4.2004, σ. 15.
    (3) ΕΕ L 324 της 10.12. 2007, σ. 79.
    Top