ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Βρυξέλλες, 7.7.2016
COM(2016) 445 final
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2011, για τη θέσπιση εναρμονισμένων όρων εμπορίας προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών και για την κατάργηση της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου
Έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2011, για τη θέσπιση εναρμονισμένων όρων εμπορίας προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών και για την κατάργηση της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου
1.Εισαγωγή
Ο κανονισμός για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών (CPR) αντικατέστησε την προηγούμενη οδηγία για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών (CPD) θεσπίζοντας εναρμονισμένους όρους εμπορίας προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών στην ΕΕ. Ο CPR εφαρμόζεται πλήρως από τον Ιούλιο του 2013.
Η παρούσα έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, η οποία απαιτείται βάσει του άρθρου 67 παράγραφος 2 του CPR, παρουσιάζει την κατάσταση εφαρμογής του CPR, συμπεριλαμβανομένης της εμπειρίας που αποκτήθηκε, του βαθμού επίτευξης των στόχων του CPR και ζητημάτων που χρειάζονται βελτίωση.
Τα πραγματικά στοιχεία στα οποία βασίζεται η παρούσα έκθεση προέρχονται από τις εκθέσεις των κρατών μελών και των ενδιαφερομένων μερών προς την Επιτροπή, από την τακτική ανατροφοδότηση που λαμβάνεται από τα κράτη μέλη και τα βασικά ενδιαφερόμενα μέρη, κυρίως μέσω της συμβουλευτικής ομάδας, της μόνιμης επιτροπής δομικών κατασκευών και της ομάδας διοικητικής συνεργασίας για την εποπτεία της αγοράς, και από μια εξωτερική μελέτη με τίτλο «Ανάλυση της εφαρμογής του κανονισμού για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών» που ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2015.
Η παρούσα έκθεση δεν εξετάζει ζητήματα που περιλαμβάνονται ήδη σε ειδικές μελέτες, σε εκθέσεις που εκπονήθηκαν από την Επιτροπή και σε εκθέσεις που πρόκειται να εκπονηθούν αργότερα εντός του έτους. Σε αυτές περιλαμβάνονται η έκθεση του 2014 σχετικά με τις επικίνδυνες ουσίες, η έκθεση σχετικά με τις κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητες που εγκρίθηκε το 2015 και η προσεχής έκθεση για τη χρηματοδότηση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Τεχνικής Αξιολόγησης (EOTA), η οποία αναμένεται την 1η Ιανουαρίου 2017.
Ομοίως, η συνοχή της νομοθεσίας της ΕΕ που εφαρμόζεται στον κατασκευαστικό τομέα, συμπεριλαμβανομένου του CPR, καθώς και το κόστος και τα οφέλη που προκύπτουν για τον τομέα αυτό, υπόκεινται σε τομεακό έλεγχο καταλληλότητας που έχει προγραμματιστεί για το 2017. Όσον αφορά τις οικονομικές επιπτώσεις του CPR, έχει δρομολογηθεί η εκπόνηση μελέτης, τα αποτελέσματα της οποίας αναμένονται το καλοκαίρι του 2016.
2.Προσέγγιση του CPR
Οι στόχοι του CPR
Ο κύριος στόχος του CPR παραμένει ίδιος με τον στόχο της CPD, ήτοι η βελτίωση της λειτουργίας της ενιαίας αγοράς και της ελεύθερης κυκλοφορίας των προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών στην ΕΕ, με τη θέσπιση εναρμονισμένων όρων εμπορίας προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών.
Στον CPR καθορίζονται επίσης συγκεκριμένοι επιχειρησιακοί στόχοι: η απλοποίηση του υπάρχοντος συστήματος, η αποσαφήνιση των εννοιών και των ορισμών που χρησιμοποιούνται και η ενίσχυση της αξιοπιστίας ολόκληρης της δομής. Όλοι αυτοί οι στόχοι συμβάλλουν επίσης στη διαμόρφωση της πολιτικής της ΕΕ για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), η οποία στοχεύει σε ίσους όρους ανταγωνισμού για τις ΜΜΕ, ιδιαίτερα, τις πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Η προσέγγιση του CPR συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και του σχεδίου δράσης «Κατασκευές 2020», ήτοι τη βιώσιμη ανταγωνιστικότητα του κατασκευαστικού τομέα και των επιχειρήσεών του.
Η λειτουργία του CPR
Το σύστημα που βασίζεται στον CPR επιδιώκει την εναρμόνιση των όρων εμπορίας προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών μέσα από τη δημιουργία μιας κοινής τεχνικής γλώσσας, με την οποία θα ορίζονται τα ουσιώδη χαρακτηριστικά που αφορούν την απόδοση των προϊόντων αυτών σύμφωνα με εναρμονισμένες τεχνικές προδιαγραφές: εναρμονισμένα πρότυπα και ευρωπαϊκά έγγραφα αξιολόγησης (EAD). Πρόκειται να καλύψουν το πεδίο των βασικών απαιτήσεων για τις δομικές κατασκευές. Όταν ένα προϊόν του τομέα των δομικών κατασκευών καλύπτεται από εναρμονισμένο πρότυπο ή έχει εκδοθεί ευρωπαϊκή τεχνική αξιολόγηση για αυτό, ο κατασκευαστής καταρτίζει μια δήλωση απόδοσης (DoP) και τοποθετεί τη σήμανση CE στο εν λόγω προϊόν.
Η στόχευση του CPR για την εδραίωση μιας ενιαίας αγοράς για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών κινήθηκε προς διαφορετική κατεύθυνση από τις γενικές αρχές που τέθηκαν αρχικά στο ψήφισμα του Συμβουλίου για νέα προσέγγιση στο θέμα της τεχνικής εναρμόνισης και τυποποίησης, το οποίο, έκτοτε, αναθεωρήθηκε από την απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων. Οι κυριότερες διαφορές είναι οι ακόλουθες:
Η κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών: η ΕΕ καθορίζει τους κανόνες πρόσβασης στην ενιαία αγορά. Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για τις απαιτήσεις ασφάλειας, καθώς και για τις περιβαλλοντικές και ενεργειακές απαιτήσεις που ισχύουν για τις δομικές κατασκευές.
Εναρμονισμένοι όροι εμπορίας: η νομοθεσία της ΕΕ (ο CPR), αντί να προβαίνει στην εναρμόνιση των προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών ή των απαιτήσεων για αυτά, περιορίζεται στη δημιουργία εναρμονισμένων όρων εμπορίας για τα εν λόγω προϊόντα. Οι εναρμονισμένες τεχνικές προδιαγραφές στοχεύουν στη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών και στην ενδυνάμωση των οικονομικών φορέων προκειμένου να αποκομίσουν όλα τα οφέλη της ενιαίας αγοράς.
Η ύπαρξη μιας κοινής τεχνικής γλώσσας προσφέρει αξιόπιστη πληροφόρηση στους επαγγελματίες, στις δημόσιες αρχές και στους χρήστες των προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών για τη σύγκριση της απόδοσης των προϊόντων. Στα λοιπά πλεονεκτήματα περιλαμβάνονται τα εξής:
τα προϊόντα πρέπει να υποβάλλονται σε μία μόνο δοκιμή σύμφωνα με ένα εναρμονισμένο πρότυπο ή με ένα ευρωπαϊκό έγγραφο αξιολόγησης·
οι εθνικές αρχές μπορούν να καθορίζουν τις απαιτήσεις σχετικά με την απόδοση χρησιμοποιώντας εναρμονισμένα πρότυπα ή ευρωπαϊκά έγγραφα αξιολόγησης·
οι χρήστες προϊόντων του τομέα δομικών κατασκευών μπορούν να καθορίζουν καλύτερα τις απαιτήσεις όσον αφορά την απόδοση των εν λόγω προϊόντων·
η εποπτεία της αγοράς μπορεί να βασιστεί σε μια κοινή δομή πληροφόρησης.
Γενική εφαρμογή
Δεδομένου ότι ο CPR εισάγει νέα έγγραφα τεκμηρίωσης, νέες διαδικασίες και υποχρεώσεις, ο κανονισμός προβλέπει μια μεταβατική περίοδο. Ο CPR εφαρμόζεται πλήρως μόλις από την 1η Ιουλίου 2013, δηλ. λιγότερο από τρία έτη πριν από την παρούσα έκθεση. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που εξηγεί γιατί η εφαρμογή ορισμένων πτυχών του CPR δεν μπορεί ακόμη να αξιολογηθεί πλήρως, γεγονός που καθιστά την παρούσα εκτίμηση εν μέρει προκαταρκτική.
Η Επιτροπή ξεκίνησε εκστρατείες ενημέρωσης, που απευθύνονται κατά κύριο λόγο σε οικονομικούς φορείς, ιδίως ΜΜΕ, αλλά και δημόσιες αρχές και χρήστες προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών, με σκοπό να υποστηρίξει τη μεταβατική διαδικασία. Αρκετές ενώσεις του κλάδου και δημόσιες αρχές εγκαινίασαν επίσης εκστρατείες ενημέρωσης που απευθύνονταν στα αντίστοιχα μέλη ή περιοχές.
Συνολικά, όλα τα στοιχεία που απαιτούνται από τον CPR έχουν εφαρμοστεί από όλους τους ενδιαφερόμενους: για παράδειγμα, κοινοποιημένοι οργανισμοί και οργανισμοί τεχνικής αξιολόγησης έχουν συσταθεί σε ολόκληρη την Ευρώπη· σημεία επαφής για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών έχουν δημιουργηθεί σε κράτη μέλη. Ωστόσο, ορισμένες πτυχές δεν έχουν ακόμη εφαρμοστεί σε πλήρη κλίμακα και, κατά συνέπεια, απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες, οι οποίες θα αναλυθούν στις επόμενες ενότητες.
3.Κανόνες σχετικά με την εμπορία προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών
Για να διατεθεί ένα προϊόν του τομέα των δομικών κατασκευών στην αγορά της ΕΕ απαιτείται δήλωση απόδοσης του προϊόντος και σήμανση CE. Οι κατασκευαστές προϊόντων, τα οποία καλύπτονται από το εναρμονισμένο πεδίο, πρέπει να τις χρησιμοποιούν. Αποτελούν, επίσης, τα μόνα εργαλεία ενημέρωσης σχετικά με την απόδοση των προϊόντων όσον αφορά τα ουσιώδη χαρακτηριστικά τους, όπως καθορίζονται στο πλαίσιο του CPR.
Για να καταστεί αποτελεσματικό το σύστημα ενημέρωσης σχετικά με την απόδοση του προϊόντος, που θεσπίστηκε από τον CPR, απαιτείται η ομοιόμορφη εφαρμογή του. Συνεπώς, οι κανόνες που αφορούν τους εναρμονισμένους όρους εμπορίας προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών πρέπει να θεσπιστούν σε επίπεδο ΕΕ και να περιληφθούν στον CPR ή να θεσπιστούν μέσω αυτού. Εάν οι δημόσιες αρχές των κρατών μελών υιοθετούσαν διαφορετικές προσεγγίσεις, κάτι τέτοιο θα υπονόμευε τη συνοχή και θα συνέβαλε στον κατακερματισμό της ενιαίας αγοράς.
Εντούτοις, η χρήση εθνικών σημάτων συνεχίζεται σε αρκετά κράτη μέλη αντίθετα προς τις αρχές του CPR. Δεν επιτρέπονται εθνικές εκ των προτέρων διεργασίες ή έλεγχοι που καλύπτουν τον εναρμονισμένο τομέα. Το ίδιο ισχύει και για τις εκούσιες σημάνσεις χωρίς οποιαδήποτε ένδειξη χώρας, καθώς εμποδίζουν αδικαιολόγητα την ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών που φέρουν τη σήμανση CE, όταν συνδέονται, για παράδειγμα, με ένα πιο απαιτητικό σύστημα αξιολόγησης και επαλήθευσης της σταθερότητας της απόδοσης (AVCP), το οποίο επιβάλλεται από τις επιθεωρήσεις κτιρίων ή τις ασφαλιστικές εταιρείες, ή όταν συνδέονται με οικονομικά κίνητρα.
Το ανωτέρω επιβεβαιώθηκε από την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-100/13, που ορίζει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να αποφεύγουν τη θέσπιση πρόσθετων απαιτήσεων. Η δυνατότητα εφαρμογής της απόφασης αυτής, δυνάμει του CPR, και η ευρεία ακτίνα δράσης της σε όλα τα εναρμονισμένα πρότυπα επιβεβαιώνουν την υποχρεωτική φύση της κοινής τεχνικής γλώσσας. Δεδομένου ότι το εναρμονισμένο σύστημα που δημιουργήθηκε από τον CPR ή μέσω αυτού θεωρείται πλήρες, δεν υπάρχουν περιθώρια ανάδειξης άλλων συστημάτων εμπορίας προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών εντός του εναρμονισμένου πεδίου. Η Επιτροπή έχει ζητήσει, ως εκ τούτου, από όλα τα κράτη μέλη να ευθυγραμμίσουν τα εθνικά τους συστήματα προς τις αρχές αυτές και παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις ρυθμίσεις στις οποίες προβαίνουν.
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα όσον αφορά την εφαρμογή που επεσήμαναν πολλά ενδιαφερόμενα μέρη είναι η σημαντική αλληλοεπικάλυψη σε ό,τι αφορά τις πληροφορίες που απαιτούνται για τη δήλωση απόδοσης και τη σήμανση CE, γεγονός που συνεπάγεται πρόσθετη διοικητική και οικονομική επιβάρυνση. Σύμφωνα με μια ευέλικτη ερμηνεία του άρθρου 9 παράγραφος 2, η σήμανση CE θα μπορούσε να περιλαμβάνει μόνο τις πιο σημαντικές πληροφορίες και οι λοιπές πληροφορίες να αναφέρονται στη δήλωση απόδοσης. Η δήλωση απόδοσης θα παρεχόταν γραπτώς μαζί με το προϊόν, ηλεκτρονικά ή μέσω τοποθεσίας Web. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να μειώσει το βάρος που επωμίζονται οι κατασκευαστές, εκπληρώνοντας έτσι τους στόχους του CPR περί απλούστευσης. Η Επιτροπή συνεχίζει να προωθεί αυτή την απλουστευμένη και ευέλικτη λύση και να εξασφαλίζει ασφάλεια δικαίου για τους κατασκευαστές, οι οποίοι δεν επιθυμούν διαφορετικές ερμηνείες σε επίπεδο κρατών μελών.
4.Σημεία επαφής για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών
Τα σημεία επαφής για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών, που δημιουργήθηκαν σε όλα τα κράτη μέλη με σκοπό την ενημέρωση σχετικά με τους εθνικούς κανόνες, λειτουργούν και απαντούν σε αιτήσεις του κλάδου για παροχή πληροφοριών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιεύει έναν κατάλογο με τα σημεία επαφής για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών και πραγματοποιεί τακτικές συνεδριάσεις αυτών για να διασφαλίσει τον κατάλληλο συντονισμό και την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών.
Εντούτοις, η ενημέρωση όσον αφορά τις υπηρεσίες που προσφέρονται στα σημεία επαφής για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών παραμένει σε σχετικά χαμηλά επίπεδα στον κλάδο και έχουν διατυπωθεί επίσης ορισμένα ερωτήματα αναφορικά με τους χρόνους ανταπόκρισης και την ποιότητα των πληροφοριών που παρέχουν.
Η Επιτροπή εξετάζει τρόπους βελτίωσης της κατάστασης, και στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας για την ενιαία ψηφιακή πύλη, στόχος της οποίας είναι ο εξορθολογισμός των υφιστάμενων ευρωπαϊκών και εθνικών πλατφορμών που παρέχουν πληροφορίες και υπηρεσίες σχετικά με τα δικαιώματα που ισχύουν στην ενιαία αγορά.
Παράλληλα με τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής, τα κράτη μέλη πρέπει να συνεχίσουν να συμβάλλουν στην καλύτερη λειτουργία των σημείων επαφής για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών και στη γνωστοποίηση των υπηρεσιών τους στον κατασκευαστικό κλάδο.
5.Εναρμονισμένα πρότυπα
Στο πλαίσιο του CPR, τα 457 ισχύοντα εναρμονισμένα πρότυπα που έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕΕΕ) και τα περισσότερα από 2000 συνοδευτικά πρότυπα αποτελούν τη κύρια πηγή της κοινής τεχνικής γλώσσας στο εν λόγω πεδίο. Τα εναρμονισμένα πρότυπα υπολογίζεται ότι καλύπτουν μέχρι σήμερα περίπου το 75 με 80% του συνόλου των προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών. Τα περισσότερα από τα πρότυπα αυτά εφαρμόστηκαν λίγο πριν τεθεί σε πλήρη ισχύ ο CPR, γεγονός που εξηγεί, εν μέρει, την εντύπωση ορισμένων ενδιαφερομένων μερών ότι στο πλαίσιο εφαρμογής του CPR συντελέστηκαν ριζικές αλλαγές.
Σε αντίθεση με τα εναρμονισμένα πρότυπα που θεσπίστηκαν δυνάμει της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης, η οποία βασίστηκε πλήρως στο νέο νομοθετικό πλαίσιο, τα εναρμονισμένα πρότυπα που βασίζονται στον CPR αναμένεται μόνο να σκιαγραφήσουν τις μεθόδους και τα κριτήρια για την αξιολόγηση της απόδοσης των προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών σε σχέση με τα ουσιώδη χαρακτηριστικά τους. Δεν καθορίζουν, γενικότερα, απαιτήσεις όσον αφορά την ίδια την απόδοση του προϊόντος. Το γεγονός αυτό οφείλεται στην κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών που περιγράφεται ανωτέρω.
Μια από τις ιδιαιτερότητες του CPR είναι ότι προβλέπει την υποχρεωτική χρήση των εναρμονισμένων προτύπων για τους κατασκευαστές, όταν διαθέτουν τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών στην αγορά, και για τις αρχές των κρατών μελών, όταν θεσπίζουν απαιτήσεις για τη χρήση τους. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται ότι όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να βασίζονται στην εφαρμογή ενιαίων κανόνων και δεν χρειάζεται να καταφεύγουν σε άλλα (εθνικά) εργαλεία για τους σκοπούς αυτούς.
Εφόσον η χρήση των εναρμονισμένων προτύπων είναι υποχρεωτική για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών και τα πρότυπα αυτά έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην αγορά, κρίνεται αναγκαίο να είναι υψηλής ποιότητας. Οι διαδικασίες θέσπισης τους πρέπει να σχεδιάζονται και να εφαρμόζονται με γνώμονα τον συγκεκριμένο στόχο. Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να αντιπροσωπεύονται οι διάφορες κατηγορίες ενδιαφερομένων μερών, δίκαια και ισότιμα, και να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τους κανόνες του άρθρου 3 παράγραφος 3 και του άρθρου 27 του CPR που καθιερώνουν νέες κλάσεις ή οριακά επίπεδα απόδοσης. Υπάρχει περιθώριο βελτίωσης σε αυτά τα δυο σημεία.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα περισσότερα εναρμονισμένα πρότυπα θεσπίστηκαν την εποχή έκδοσης της οδηγίας CPD και στο σύνολο τους δημιουργήθηκαν με βάση συνήθως εντολές τυποποίησης που εκδόθηκαν πριν από 10-20 χρόνια, ορισμένα πρότυπα χρειάζονται σήμερα αναθεώρηση ώστε να συμβαδίζουν με τις τεχνικές εξελίξεις και τις εξελίξεις της αγοράς. Εκτός αυτού, δεν έχουν ακόμη εξεταστεί διεξοδικά όλα τα ειδικά στοιχεία που καθορίζονται στον CPR. Η μετάβαση από την CPD στον CPR απαίτησε από τα ενδιαφερόμενα μέρη, τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης και τις αρχές των κρατών μελών να μάθουν να αφομοιώνουν τα νέα στοιχεία και να τα μεταφέρουν στα εναρμονισμένα πρότυπα. Υπήρξαν ορισμένες καθυστερήσεις κατά την έναρξη της διαδικασίας αυτής και η προσαρμογή βρίσκεται συνεχώς σε εξέλιξη.
Υπό τις συνθήκες αυτές ήταν απαραίτητη η ενίσχυση της παρακολούθησης και της εποπτείας από την Επιτροπή. Ως αποτέλεσμα, σημαντικός αριθμός εναρμονισμένων προτύπων προς εξέταση δεν αναφέρονται στην ΕΕΕΕ πριν από την ολοκλήρωση των κατάλληλων προσαρμογών ή την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων για την ενσωμάτωση των κλάσεων και/ή των οριακών επιπέδων. Η διαρκής συνεργασία με τους συμβούλους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τυποποίησης θα είναι αποφασιστικής σημασίας για τη βελτίωση της κατάστασης, πριν από την παρουσίαση των εναρμονισμένων προτύπων στην Επιτροπή για τη δημοσίευση των στοιχείων αναφοράς τους στην ΕΕΕΕ.
Παρόλο που ο CPR δεν οδήγησε σε μεγάλης κλίμακας αλλαγές στο γενικό πλαίσιο για τα εναρμονισμένα πρότυπα στο συγκεκριμένο τομέα, τα ενδιαφερόμενα μέρη ζήτησαν πρόσφατα μια ταχύτερη και καλύτερα εξορθολογισμένη διαδικασία τυποποίησης με πρότυπα που ανταποκρίνονται καλύτερα στις ανάγκες του χρήστη. Ο εξαντλητικός χαρακτήρας των εναρμονισμένων προτύπων που βασίζονται στον CPR, όπως επιβεβαιώθηκε από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην προαναφερθείσα υπόθεση C-100/13, απαιτεί ακόμη την προσαρμογή ορισμένων προτύπων. Επιπροσθέτως, πρέπει να παραδοθούν νέα ή αναθεωρημένα αιτήματα τυποποίησης και πρέπει να εξεταστεί ο συσσωρευμένος όγκος εναρμονισμένων προτύπων του δεν έχουν ακόμη δημοσιευτεί στη ΕΕΕΕ. Όλα τα ανωτέρω μπορούν να επιτευχθούν μόνο μέσω ενισχυμένης συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τυποποίησης (CEN), των κρατών μελών, του κλάδου, της Επιτροπής και των σχετικών ενδιαφερόμενων μερών, κυρίως μέσω της κοινής πρωτοβουλίας για την τυποποίηση.
6.Ευρωπαϊκός οργανισμός τεχνικής αξιολόγησης (ΕΟΤΑ)
Για τα προϊόντα εκείνα των οποίων η απόδοση δεν μπορεί να αξιολογηθεί πλήρως με βάση τα εναρμονισμένα πρότυπα, ο CPR ορίζει συγκεκριμένες διαδικασίες που περιλαμβάνουν αίτημα για ευρωπαϊκή τεχνική αξιολόγηση από τους κατασκευαστές, καθώς και την κατάρτιση και έκδοση ευρωπαϊκού εγγράφου αξιολόγησης από τον EOTA, τον οργανισμό των οργανισμών τεχνικής αξιολόγησης (ΟΤΑ).
Οι στόχοι πολιτικής για τον EOTA, όπως ορίστηκαν στον CPR και προέκυψαν μέσα από την εμπειρία που αποκτήθηκε και την κριτική που ασκήθηκε στην CPD, επιτεύχθηκαν: η συντόμευση και η απλούστευση των διαδικασιών, η μείωση του κόστους για τους κατασκευαστές και η διαφάνεια των διαδικασιών. Το πρώτο βήμα για τη μετάβαση από την έκδοση εγκρίσεων προϊόντων στην απλή αξιολόγηση της απόδοσής τους ήταν η θέσπιση μιας σειράς αρχών, οι οποίες στη συνέχεια μετατράπηκαν σε συγκεκριμένες διαδικασίες για την κατάρτιση και την έκδοση ευρωπαϊκών εγγράφων αξιολόγησης. Η συμμόρφωση προς τις αρχές αυτές υπήρξε ικανοποιητική χάρη στη μεγαλύτερη συμμετοχή των εμπλεκόμενων κατασκευαστών και της Επιτροπής στις εν λόγω διαδικασίες.
Από τον Νοέμβριο του 2011 τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν ορίσει οργανισμούς τεχνικής αξιολόγησης (ΟΤΑ), χρησιμοποιώντας τα ηλεκτρονικά εργαλεία που παρέχει η Επιτροπή, σύμφωνα με αυστηρά κριτήρια που καθορίζονται από τον CPR και βασίζονται σε αυτόν. Τη διεκπεραίωση των αιτημάτων για ευρωπαϊκές τεχνικές αξιολογήσεις και, κατά συνέπεια, την προετοιμασία των σχεδίων των ευρωπαϊκών εγγράφων αξιολόγησης αναλαμβάνει κατά κύριο λόγο περιορισμένος αριθμός ΟΤΑ.
Ωστόσο, η μετάβαση από την CPD στον CPR δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Σχεδόν το 90% των ευρωπαϊκών τεχνικών αξιολογήσεων που εκδίδονται δυνάμει του CPR βασίζονται ακόμη στις κατευθυντήριες γραμμές για ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις (ETAGs) οι οποίες χρησιμοποιούνται ως ευρωπαϊκά έγγραφα αξιολόγησης. Οι αρχές που αφορούν τις πρακτικές αυτές έχουν συμφωνηθεί με τον EOTA και πρέπει να ακολουθούνται ώστε να προλαμβάνονται τυχόν επιπλοκές, ιδίως για τους εμπλεκόμενους κατασκευαστές. Βρίσκεται σε εξέλιξη η μετατροπή των κατευθυντήριων γραμμών για ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις (ETAGs) σε ευρωπαϊκά έγγραφα αξιολόγησης (EADs), ξεκινώντας με αυτά που χρησιμοποιούνται ως επί το πλείστον. Ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις που εκδόθηκαν σύμφωνα με την CPD (έως τις 30 Ιουνίου 2013) μπορούν να χρησιμοποιούνται από τους κατασκευαστές ως ευρωπαϊκές τεχνικές αξιολογήσεις μέχρι τη λήξη της ισχύος τους (για μέγιστο χρονικό διάστημα πέντε ετών, δηλ. πιθανώς έως τις 30 Ιουλίου 2018).
Η αλλαγή του παραδείγματος στο πλαίσιο των οργανισμών τεχνικής αξιολόγησης από «έγκριση προϊόντος» σε «αξιολόγηση απόδοσης» συνιστά την κυριότερη πρόκληση για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του CPR αναφορικά με την κατάρτιση και την έκδοση των ευρωπαϊκών εγγράφων αξιολόγησης. Μετά την έκδοση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1062/2013 της Επιτροπής για τον μορφότυπο της ευρωπαϊκής τεχνικής αξιολόγησης για προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών, ο EOTA και η Επιτροπή συμφώνησαν ως προς τις αρχές που θα διέπουν την κατάρτιση των ευρωπαϊκών εγγράφων αξιολόγησης και ανέπτυξαν λεπτομερείς οδηγίες με βάση την αποκτηθείσα εμπειρία από τις διαδικασίες αυτές. Τα ανωτέρω επέτρεψαν την πρώτη δημοσίευση στην ΕΕΕΕ των αναφορών σε ευρωπαϊκά έγγραφα αξιολόγησης τον Ιούλιο του 2015.
Η Επιτροπή δεν έχει ενημερωθεί από τον ΕΟΤΑ για τυχόν ανάγκη επίλυσης διαφωνιών μεταξύ των οργανισμών τεχνικής αξιολόγησης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 23 του CPR. Εντούτοις, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν διαφωνίες, καθώς ιδίως σημειώθηκαν καθυστερήσεις κατά τη θέσπιση των ευρωπαϊκών εγγράφων αξιολόγησης στο πλαίσιο του ΕΟΤΑ.
Εν κατακλείδι, τα άρθρα 19, 20, 21 και 24 του CPR λειτουργούν σε συμμόρφωση προς τους στόχους τους. Η πρακτική μετάβαση από την CPD στον CPR θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί γρηγορότερα και θα μπορούσε να επιτευχθεί περαιτέρω εξορθολογισμός των υφιστάμενων διαδικασιών. Ωστόσο, γενικότερα οι βελτιώσεις που απαιτούνται για την ταχύτερη και πιο διαφανή οριστικοποίηση των ευρωπαϊκών εγγράφων αξιολόγησης μπορούν να επιτευχθούν χωρίς την υποβολή ρυθμιστικών προτάσεων.
7.Κοινοποιημένοι οργανισμοί και κοινοποιούσες αρχές
Η αξιοπιστία του συστήματος που θεσπίστηκε από τον CPR βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στους κοινοποιημένους οργανισμούς, οι οποίοι πρέπει να ανταποκρίνονται σε αυστηρές απαιτήσεις ως προς την τεχνική επάρκεια, την αμεροληψία και την υποχρέωση λογοδοσίας που έχουν. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην ανεξαρτησία τους, κριτήριο στο όποιο δόθηκε έμφαση κατά τη διαδικασία έγκρισης του CPR. Οι κοινοποιούσες αρχές που ορίζονται από τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνες για τις διαδικασίες κοινοποίησης και παρακολούθησης σε εθνικό επίπεδο.
Οι δραστηριότητες της ομάδας κοινοποιημένων οργανισμών και των υποομάδων της ενισχύθηκαν χάρη στη μεγαλύτερη κανονιστική στήριξή τους στον CPR. Ο συντονισμός αυτός είναι απαραίτητος προκειμένου να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή των κανόνων που θεσπίζονται και για να αποφευχθεί η κριτική που ασκείται περιστασιακά σχετικά με τις ποικίλες πρακτικές στον κλάδο αυτό.
Με την τροποποίηση του παραρτήματος V του CPR από τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό της Επιτροπής (ΕΕ) αριθ. 568/2014, της 18ης Φεβρουαρίου 2014, αυξήθηκε η ασφάλεια δικαίου και η συνοχή. Ο εν λόγω κανονισμός αποσαφήνισε τον βαθμό συμμετοχής και τον ρόλο των κοινοποιημένων οργανισμών στην αξιολόγηση και επαλήθευση της σταθερότητας της απόδοσης των προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών. Ως αποτέλεσμα, οι κοινοποιημένοι οργανισμοί κατανοούν πλέον καλύτερα τις ευθύνες τους.
Η μετάβαση από την CPD στον CPR οδήγησε σε μια αλλαγή παραδείγματος και για τους κοινοποιημένους οργανισμούς. Ορισμένοι εξ αυτών χρειάζεται ακόμη να προσαρμοστούν προκειμένου να ενσωματώσουν την πρόοδο που έχει σημειωθεί ως προς τις στοχευμένες δραστηριότητες πιστοποίησης, εκτός των λοιπών διευκρινήσεων των καθηκόντων τους. Το γεγονός αυτό συνδέεται επίσης με τη χρήση των προτύπων διαπίστευσης για τους σκοπούς της κοινοποίησης.
Η ανατροφοδότηση που λήφθηκε κατά την εφαρμογή των διατάξεων του CPR στον εν λόγω κλάδο δείχνει ότι ορισμένοι κανόνες θα μπορούσαν να διατυπωθούν με μεγαλύτερη ακρίβεια. Στο ίδιο πνεύμα, οι διατάξεις αυτές θα μπορούσαν να επωφεληθούν μιας περαιτέρω εξέτασης για το κατά πόσο θα πρέπει να απομακρυνθούν από τις αρχές της νέας προσέγγισης.
8.Πολύ μικρές επιχειρήσεις και απλούστευση
Για να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για τις ΜΜΕ και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, ο CPR προβλέπει παρεκκλίσεις από την υποχρέωση κατάρτισης δήλωσης απόδοσης και απλουστευμένες διαδικασίες για τη διάθεση των προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών στην αγορά.
Στο παρόν στάδιο εφαρμογής, η εμπειρία εξακολουθεί να είναι περιορισμένη όσον αφορά την στην πρακτική χρήση των περισσοτέρων από τις επιλογές αυτές, με εξαίρεση τους κανόνες που αφορούν απλουστευμένες διαδικασίες σχετικά με την ταξινόμηση χωρίς δοκιμή, την κοινή χρήση αποτελεσμάτων δοκιμής προϊόντος (sharing) και τη χρήση αποτελεσμάτων δοκιμής συστήματος αποτελούμενου από συστατικά μέρη (cascading)»:. Οι παρούσες διατάξεις χρησιμοποιούνται συχνά ανάλογα με την περίπτωση.
Ωστόσο, δεν υπάρχουν μέχρι σήμερα αποδεικτικά έγγραφα για τη χρήση των υπόλοιπων επιλογών. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να σημαίνει ότι η αναμενόμενη μείωση της διοικητικής και οικονομικής επιβάρυνσης για τις εταιρείες δεν έχει επιτευχθεί. Οι λόγοι που επικαλούνται τα ενδιαφερόμενα μέρη για αυτή την περιορισμένη δραστηριοποίηση τους είναι οι ακόλουθοι:
οι ποικίλες πρακτικές και ερμηνείες σε επίπεδο κρατών μελών·
η περιορισμένη ενημέρωση εντός του κλάδου σχετικά με αυτές τις επιλογές·
η αβεβαιότητα σχετικά με τη σημασία σημαντικών όρων που αναφέρονται στον CPR·
οι δυσκολίες απόδειξης της «ισοδυναμίας» και/ή παροχής εναλλακτικών τεχνικών εγγράφων τεκμηρίωσης·
οι αμφιβολίες σχετικά με τον πραγματικό βαθμό μείωσης του κόστους που θα επιτευχθεί·
ο φόβος αποδοκιμασίας από αρχές ή χρήστες, αν οι διαδικασίες δεν εφαρμοστούν (σωστά).
Συγκεκριμένα, οι αμφιβολίες αυτές επηρέασαν τη δυνατότητα εφαρμογής των απλουστευμένων διαδικασιών του άρθρου 37 από τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, όπως προβλεπόταν κατά τη διάρκεια της κανονιστικής διαδικασίας για τον CPR.
Είναι εμφανές ότι απαιτείται μια σφαιρική προσέγγιση που θα περιλαμβάνει περαιτέρω αναλύσεις σχετικά με τη μελλοντική πορεία, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι προσδοκίες των ΜΜΕ, ιδίως των πολύ μικρών επιχειρήσεων, που δραστηριοποιούνται στον κατασκευαστικό τομέα στην ΕΕ. Η Επιτροπή σκοπεύει να διευκολύνει τις εξελίξεις αυτές μέσα από συζητήσεις σε τεχνική πλατφόρμα.
9.Εποπτεία της αγοράς
Σύμφωνα με το νέο νομοθετικό πλαίσιο που υιοθετήθηκε το 2008, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 765/2008 καθιέρωσε το βασικό διοικητικό πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς στα κράτη μέλη, ενώ η απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ περιελάμβανε διατάξεις αναφοράς για επιμέρους διαδικασίες εποπτείας της αγοράς: οι διατάξεις αυτές θα έπρεπε να εφαρμοστούν με την εισαγωγή τους στην τομεακή νομοθεσία. Τα άρθρα 56 έως 59 του CPR που αφορούν την εποπτεία της αγοράς βασίζονται, κατά συνέπεια, σε μεγάλο βαθμό στα άρθρα R31 έως R34 της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ, αλλά πρέπει να προσαρμοστούν με βάση το παρόν πλαίσιο. Οι προσαρμογές αυτές θα μπορούσαν να θεωρηθούν εν μέρει υπεύθυνες για ορισμένες δυσκολίες όσον αφορά την εποπτεία της αγοράς που διαπιστώθηκαν κατά την εφαρμογή του CPR.
Η λειτουργία των αρχών εποπτείας της αγοράς στα κράτη μέλη βασίστηκε στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 765/2008, από την έναρξη ισχύος του, την 1η Ιανουαρίου 2010, και όλα τα κράτη μέλη συγκρότησαν δεόντως αρχές εποπτείας της αγοράς για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών, με διαφορές, ωστόσο, όσον αφορά τη διαθεσιμότητα των πόρων και τον πραγματικό αντίκτυπο στην αγορά. Η συνεργασία τους στο πλαίσιο της ομάδας διοικητικής συνεργασίας για την εποπτεία της αγοράς (AdCo-CPR) ενισχύθηκε σταθερά κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, εν μέρει λόγω της νέας οικονομικής στήριξης που παρείχε η ΕΕ για τις δραστηριότητες της ομάδας. Η ομάδα διοικητικής συνεργασίας για την εποπτεία της αγοράς (AdCo-CPR) οργάνωσε πρόσφατα αρκετές κοινές δράσεις εποπτείας της αγοράς και, επιπλέον, συνέβαλε αποτελεσματικά στην ανάπτυξη του συστήματος πληροφοριών και επικοινωνίας για την εποπτεία της αγοράς προϊόντων (ICSMS) για να εξυπηρετήσει καλύτερα τις ανάγκες του κατασκευαστικού τομέα. Το σύστημα RAPEX, που θεσπίστηκε βάσει της οδηγίας 2001/95/ΕΚ για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων, χρησιμοποιήθηκε και για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών, με σκοπό να εγγυηθεί η ασφάλειά τους κατά τη χρήση.
Στις περαιτέρω συνεχείς εξελίξεις στο πλαίσιο της ομάδας διοικητικής συνεργασίας για την εποπτεία της αγοράς (AdCo-CPR) εντάσσεται η κατάρτιση σχεδίου για μια τομεακή προσέγγιση στο θέμα της αξιολόγησης κινδύνου για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών. Επιπλέον, οι αρχές των κρατών μελών αντιμετωπίζουν τις τρέχουσες προκλήσεις αναφορικά με την εφαρμογή των άρθρων 56 έως 58 του CPR, με σκοπό τον εξορθολογισμό των σχετικών διαδικασιών. Οι εξελίξεις αυτές θα αποδειχθούν ιδιαίτερα επωφελείς για τη λήψη των μελλοντικών αποφάσεων σχετικά με τη βελτίωση της εποπτείας της αγοράς στα κράτη μέλη.
10.Συμπεράσματα, συστάσεις και μελλοντική πορεία
Ο CPR εφαρμόζεται εδώ και ένα σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, και για τον λόγο αυτό δεν έχουν επιτευχθεί ακόμη όλοι οι στόχοι που είχαν τεθεί στο πλαίσιο του CPR. Ένα σημαντικό μέρος των προκλήσεων που αναφέρονται ανωτέρω αφορούν δυσκολίες στην εφαρμογή του και καθυστερήσεις προσαρμογής από την πλευρά των ενδιαφερόμενων μερών. Για να είμαστε σε θέση να εξάγουμε οριστικά συμπεράσματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα της νομοθεσίας, απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για τη βελτίωση της εφαρμογής της, ιδίως σε εθνικό επίπεδο (για παράδειγμα, σε ό,τι αφορά την ομοιόμορφη ερμηνεία και την εξάλειψη των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία), αλλά και από λοιπούς φορείς, όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης και ο ΕΟΤΑ. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή δεν θεωρεί σκόπιμο να προτείνει τροποποιήσεις του CPR σε αυτό το στάδιο.
Παρόλα αυτά, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι υπάρχει σαφής ανάγκη για συνεχή διάλογο με τα κράτη μέλη και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, στενή παρακολούθηση της κατάστασης και εφαρμογή των ισχυόντων κανόνων.
Με βάση τις προσπάθειες αποσαφήνισης που έχουν ήδη καταβληθεί, με σκοπό να ενισχυθεί περαιτέρω η επαρκής και ομοιόμορφη εφαρμογή του CPR, και εστιάζοντας στους τομείς που προσδιορίζονται στην παρούσα έκθεση, θα μπορούσε να συμπεριληφθεί ιδίως η ανάπτυξη πρόσθετου ερμηνευτικού υλικού και οδηγιών, καθώς και ενέργειες επικοινωνίας και ενημέρωσης.
Υπάρχουν δυνατότητες επίτευξης μιας ταχύτερης και καλύτερα εξορθολογισμένης διαδικασίας τυποποίησης, με πρότυπα που ανταποκρίνονται καλύτερα στις ανάγκες των χρηστών τους, μέσα από τη στενή και αποτελεσματική συνεργασία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τυποποίησης, των κρατών μελών, του κλάδου και της Επιτροπής.
Όσον αφορά τον ΕΟΤΑ, οι διαδικαστικοί κανόνες που θεσπίζονται στο παράρτημα II του CPR θα μπορούσαν να εξορθολογιστούν με σκοπό την ταχύτερη και πιο διαφανή οριστικοποίηση των ευρωπαϊκών εγγράφων αξιολόγησης μέσω μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης.
Στο στάδιο αυτό, η Επιτροπή κρίνει αναγκαία την αποσαφήνιση ορισμένων διατάξεων του CPR, ώστε να εξασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή του, και ιδίως των ακόλουθων:
•
Άρθρο 5 σχετικά με τις παρεκκλίσεις από την κατάρτιση δήλωσης απόδοσης·
•
Άρθρο 6 σχετικά με το περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης·
•
Άρθρο 9 παράγραφος 2 σχετικά με τους κανόνες και τους όρους για την τοποθέτηση της σήμανσης CE·
•
Άρθρο 37 σχετικά με τη χρήση απλουστευμένων διαδικασιών από πολύ μικρές επιχειρήσεις·
•
Άρθρο 38 σχετικά με τις απλουστευμένες διαδικασίες για προϊόντα που κατασκευάζονται μεμονωμένα ή επί παραγγελία·
•
Άρθρα 56 έως 58 σχετικά με τις διαδικασίες εποπτείας της αγοράς.
Η Επιτροπή σκοπεύει να συνεχίσει να παρακολουθεί προσεκτικά την εφαρμογή του κανονισμού προκειμένου να εντοπίσει περαιτέρω πιθανά ζητήματα που δεν θα μπορούσαν ακόμη να επιλυθούν σε επίπεδο ερμηνείας.
Η Επιτροπή θα διεξαγάγει περαιτέρω διάλογο με τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη επί των ζητημάτων που θα προσδιοριστούν μέσα από τεχνικές πλατφόρμες που θα διοργανωθούν μέχρι τα τέλη του 2016. Όταν η εφαρμογή του CPR θεωρηθεί ότι έχει φτάσει σε πιο ώριμο στάδιο, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τα αποτελέσματα του εν λόγω διαλόγου και τα αποτελέσματα σχετικών μελετών, τομεακών αξιολογήσεων και εκθέσεων, η Επιτροπή θα επανεξετάσει την αποτελεσματικότητα του CPR.