EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52013PC0411

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη θέση του Συμβουλίου για την έγκριση πρότασης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και την ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας

/* COM/2013/0411 final - 2009/0165 (COD) */

52013PC0411

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη θέση του Συμβουλίου για την έγκριση πρότασης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και την ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας /* COM/2013/0411 final - 2009/0165 (COD) */


2009/0165 (COD)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη

θέση του Συμβουλίου για την έγκριση πρότασης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και την ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας

1.          

Ημερομηνία διαβίβασης της πρότασης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο (έγγραφα COM(2009) 554 τελικό και COM(2011) 319 τελικό – 2009/0165 COD): || 22.10.2009· τροποποιημένη πρόταση: 6.6.2011.

Ημερομηνία γνωμοδότησης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής: || 28.4.2010, 26.10.2011.

Ημερομηνία της θέσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρώτη ανάγνωση: || 6.4.2011.

Ημερομηνία έκδοσης της θέσης του Συμβουλίου: || 7.6.2013.

2.           στοχοσ της προτασησ της επιτροπησ

Το πρόγραμμα της Στοκχόλμης, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κατά τη σύνοδό του της 10ης και 11ης  Δεκεμβρίου 2009, υπογράμμισε την ανάγκη για τη σύναψη, μέχρι το 2012, ενός «κοινού χώρου προστασίας και αλληλεγγύης, βάσει κοινής διαδικασίας ασύλου και ενός ομοιόμορφου καθεστώτος για τα πρόσωπα στα οποία χορηγείται διεθνής προστασία», που βασίζεται σε «υψηλές προδιαγραφές προστασίας» και «δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες». Επιβεβαιώνει ιδίως ότι τα πρόσωπα που χρήζουν διεθνούς προστασίας πρέπει να έχουν εγγυημένη πρόσβαση σε νομικά ασφαλείς και αποτελεσματικές διαδικασίες ασύλου. Σύμφωνα με το πρόγραμμα, θα πρέπει να παρέχεται στα πρόσωπα, ανεξάρτητα από το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλουν αίτηση ασύλου, το ίδιο επίπεδο μεταχείρισης όσον αφορά τις διαδικαστικές ρυθμίσεις και τον προσδιορισμό του παρεχόμενου καθεστώτος. Ο στόχος πρέπει να είναι οι παρεμφερείς υποθέσεις να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο και να καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα.

Στο πλαίσιο αυτό, και όπως ανακοινώθηκε στο σχέδιο πολιτικής για το άσυλο[1] του 2008, η πρόταση της Επιτροπής για τροποποίηση της οδηγίας 2005/85/ΕΚ[2] αποσκοπεί στην επίτευξη αποτελεσματικών και δίκαιων διαδικασιών. Η πρόταση διασφαλίζει την πλήρη τήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων διότι λαμβάνει υπόψη την εξέλιξη της νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής.  Σε σύγκριση με την οδηγία 2005/85/ΕΚ, οι διαδικαστικές εγγυήσεις αναθεωρήθηκαν για να οδηγήσουν σε συνεπέστερη εφαρμογή των διαδικαστικών αρχών και να εξασφαλίσουν δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες. Επίσης, η πρόταση εισάγει συνεπέστερους και απλουστευμένους διαδικαστικούς μηχανισμούς και έννοιες, παρέχοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο στις αρμόδιες για το άσυλο αρχές τα αναγκαία διαδικαστικά εργαλεία για την πρόληψη των καταχρήσεων και την ταχεία επεξεργασία των σαφώς αβάσιμων αιτήσεων.

3.           παρατηρησεισ για τη θεση του συμβουλιου

Η θέση του Συμβουλίου αντικατοπτρίζει τον συμβιβασμό που επιτεύχθηκε σε άτυπες τριμερείς συσκέψεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, που οργανώθηκαν από την Επιτροπή.

Η θέση διατήρησε τους βασικούς στόχους της πρότασης της Επιτροπής και αποτελεί σημαντική βελτίωση σε σχέση με την οδηγία 2005/85/ΕΚ. Ενώ η Επιτροπή εκφράζει τη λύπη της για μικρό αριθμό τροποποιήσεων, μπορεί πάντως να υιοθετήσει τον συμβιβασμό και να συστήσει την έγκρισή του από το Κοινοβούλιο.

3.1.        Εκ των προτέρων βοήθεια (frontloading): Ενισχυμένες διαδικαστικές εγγυήσεις για τη βελτίωση της ποιότητας των διαδικασιών ασύλου

Η θέση του Συμβουλίου είναι σύμφωνη με την αρχή της «εκ των προτέρων βοήθειας» και παρέχει μια σθεναρή δέσμη εγγυήσεων για όλους τους αιτούντες άσυλο.

Εξασφαλίζει γρήγορη και εύκολη πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου. Ακόμη και πριν εκφράσει ένα πρόσωπο την επιθυμία να ζητήσει προστασία, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν με δική τους πρωτοβουλία τους υπηκόους τρίτων χωρών σε συνοριακά σημεία διέλευσης και στις εγκαταστάσεις κράτησης για τη δυνατότητα που τους παρέχεται να υποβάλουν αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας, όπου υπάρχουν ενδείξεις ότι ένα πρόσωπο ενδέχεται να επιθυμεί να υποβάλει σχετική αίτηση. Θα πρέπει επίσης να παρέχεται η δυνατότητα βασικής διερμηνείας ώστε να διασφαλίζεται η πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου στις εν λόγω περιοχές. Αν και οι προθεσμίες για την καταχώριση αίτησης ασύλου (ακόμη και αν εκφράστηκε ανεπίσημα) επεκτάθηκαν σε σύγκριση με την πρόταση της Επιτροπής, έχει διευκρινιστεί ότι ένα πρόσωπο που εξέφρασε την επιθυμία να ζητήσει διεθνή προστασία θεωρείται αμέσως αιτών και δικαιούται να έχει όλα τα σχετικά δικαιώματα, ανεξάρτητα από την επίσημη καταχώριση ή υποβολή της αίτησης.

Με ορισμένες αλλαγές διατύπωσης ή άλλες μικρές αλλαγές, το κείμενο διατηρεί την ουσία της πρότασης της Επιτροπής για τις περισσότερες εγγυήσεις για τους αιτούντες, ιδίως στα ακόλουθα σημεία: την αρχή της ενιαίας αποφαινόμενης αρχής· το περιεχόμενο της προσωπικής συνέντευξης· την εξ αρχής παροχή νομικών και διαδικαστικών πληροφοριών· την εκπόνηση έκθεσης με βάση την προσωπική συνέντευξη· τη δωρεάν νομική συνδρομή στην άσκηση ενδίκων μέσων· τη διαγραφή όλων των ρητρών αναστολής και παρεκκλίσεων από τις βασικές αρχές και εγγυήσεις.

Τα πρότυπα είναι ελαφρώς υψηλότερα από ό, τι στην πρόταση της Επιτροπής σε ό, τι αφορά την κατάρτιση του προσωπικού που εμπλέκεται στη διαδικασία. Ο συμβιβασμός του Συμβουλίου διευκρινίζει ότι οι αρχές που πραγματοποιούν προσωπικές συνεντεύξεις σχετικά με το παραδεκτό μιας αίτησης πλην των αποφαινόμενων αρχών θα πρέπει να έχουν βασική εκπαίδευση σε θέματα ασύλου.

Βασικό στοιχείο της «εκ των προτέρων βοήθειας», όπως προτείνεται από την Επιτροπή, ήταν η γενική προθεσμία των έξι μηνών, με δυνατότητα παράτασης σε δώδεκα, για την ολοκλήρωση της εξέτασης της αίτησης. Το σημαντικό αυτό στοιχείο έχει διατηρηθεί, αν και η μέγιστη διάρκεια έχει παραταθεί. Ωστόσο, σε σύγκριση με την πρόταση, η θέση του Συμβουλίου πλαισιώνει καλύτερα τη δυνατότητα αναβολής της διαδικασίας σε περίπτωση αβέβαιης κατάστασης στη χώρα καταγωγής, πράγμα που σημαίνει ότι δεν είναι εύλογο να ληφθεί απόφαση εντός των συνήθων προθεσμιών.

3.2.        Αιτούντες με ειδικές διαδικαστικές ανάγκες, περιλαμβανομένων των ασυνόδευτων ανηλίκων

Ενώ η Επιτροπή εκφράζει τη λύπη της για τη μείωση του επιπέδου των εγγυήσεων  για τους ασυνόδευτους ανηλίκους στη θέση του Συμβουλίου, ωστόσο μπορεί να αποδεχθεί αυτόν τον συμβιβασμό δεδομένου ότι παρέχει επαρκές επίπεδο προστασίας.

Η Επιτροπή πρότεινε να απαλλάσσονται οι ανσυνόδευτοι ανήλικοι από τις ταχείες διαδικασίες και τις διαδικασίες στα σύνορα, καθώς και από το μη αυτόματο ανασταλτικό αποτέλεσμα των προσφυγών, διότι αυτές οι διαδικαστικές ρυθμίσεις μειώνουν σημαντικά τον χρόνο που διατίθεται για την απόδειξη της αξίωσης, ενώ οι ανήλικοι χρειάζονται ειδική βοήθεια για να μπορέσουν να εκφράσουν πλήρως τις ανάγκες τους για διεθνή προστασία. Οι διαδικασίες στα σύνορα συνεπάγονται κράτηση, πράγμα που η Επιτροπή θεωρεί ότι γενικά δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στους ασυνόδευτους ανηλίκους. Τέλος, το μη αυτόματο ανασταλτικό αποτέλεσμα θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την πρόσβαση του ασυνόδευτου ανηλίκου σε πραγματική προσφυγή, που κατοχυρώνεται από τον Χάρτη.

Η θέση του Συμβουλίου καθιστά δυνατή την εφαρμογή των ταχέων διαδικασιών  στους ασυνόδευτους ανηλίκους, αλλά μόνον σε ελάχιστες περιπτώσεις. Μεταξύ αυτών, η ιθαγένεια μιας ασφαλούς χώρας καταγωγής αποτελεί αντικειμενική ένδειξη ότι η αίτηση είναι πιθανόν να θεωρηθεί αβάσιμη· η ταχεία εξέτασης μιας μεταγενέστερης αίτησης μπορεί να αιτιολογηθεί από την πλήρη εξέταση της προηγούμενης αίτησης· και ο τρίτος λόγος είναι η θεμιτή μέριμνα για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη.

Υπάρχουν έξι λόγοι που επιτρέπουν στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν τις διαδικασίες στα σύνορα. Εκτός από τους τρεις λόγους για τις ταχείες διαδικασίες, προστέθηκαν και δύο περιπτώσεις που αφορούν το παραδεκτό (μεταγενέστερες αιτήσεις και ενδεχόμενη εφαρμογή της έννοιας της ασφαλούς τρίτης χώρας). Δύο πιο ουσιαστικές προσθήκες είναι οι περιπτώσεις που ο αιτών παραπλανά τις αρχές με την παρουσίαση πλαστών εγγράφων ή καταστρέφει ή διαθέτει τα στοιχεία ταυτότητας ή τα ταξιδιωτικά έγγραφα με κακή πίστη. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω λόγοι δεν θα ήταν αποδεκτοί από την Επιτροπή επειδή δεν μπορεί γενικά να αναμένεται από τους ασυνόδευτους ανηλίκους να αντιλαμβάνονται πλήρως την ανάγκη συνεργασίας με τις αρχές ασύλου. Ωστόσο, στη θέση του Συμβουλίου, οι λόγοι αυτοί θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνον όταν υπάρχουν σοβαροί λόγοι για να θεωρηθεί ότι ο αιτών επιχειρεί να αποκρύψει σχετικά στοιχεία που θα ήταν πιθανό να οδηγήσουν σε αρνητική απόφαση, και με πρόσθετες διαδικαστικές διασφαλίσεις. Ως εκ τούτου, η θέση του Συμβουλίου είναι αποδεκτή, στον βαθμό που εγγυάται ότι μόνον οι αιτήσεις για τις οποίες υπάρχουν ισχυρές, αντικειμενικές ενδείξεις αβάσιμου ή άλλοι θεμιτοί λόγοι (εθνικής ασφάλειας ή μεταγενέστερη αίτηση) μπορούν να εξεταστούν στο πλαίσιο διαδικασίας στα σύνορα. Επιπλέον, αντίθετα με τις ταχείες διαδικασίες, οι διαδικασίες στα σύνορα μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις, εφόσον συνεπάγονται κράτηση και οι ασυνόδευτοι ανήλικοι μπορούν να κρατούνται μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις, σύμφωνα με τη νέα οδηγία για τις συνθήκες υποδοχής.

Όσον αφορά τους κανόνες για τις προσφυγές, ενώ υπάρχει η δυνατότητα μη αυτόματου ανασταλτικού αποτελέσματος, αυτό είναι δυνατό μόνον με σημαντικές πρόσθετες εγγυήσεις. Ειδικότερα, ο αιτών πρέπει να διαθέτει τουλάχιστον μία εβδομάδα και την αναγκαία νομική συνδρομή και υπηρεσίες διερμηνείας για την προετοιμασία της αίτησης για να παραμείνει στο έδαφος του κράτους μέλους. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι, στο πλαίσιο της εν λόγω αίτησης, το δικαστήριο θα πρέπει να επανεξετάσει τα νομικά και πραγματικά στοιχεία της αρνητικής απόφασης, πράγμα που σημαίνει ότι η εξέταση θα πρέπει να επεκτείνεται πέραν του απλού κριτηρίου τήρησης της αρχής μη επαναπροώθησης. Κατά την άποψη της Επιτροπής, με τις εν λόγω διασφαλίσεις, καθώς και με μια υψηλής ποιότητας πρωτοβάθμια εξέταση, μπορεί να εξασφαλιστεί το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής, ακόμη και χωρίς πλήρες αυτόματο ανασταλτικό αποτέλεσμα σε περιπτώσεις προδήλως αβάσιμων αιτήσεων από ασυνόδευτους ανηλίκους.

Όσον αφορά άλλες κατηγορίες ατόμων που έχουν ειδικές ανάγκες, η θέση του Συμβουλίου περιέχει αδιαμφισβήτητη υποχρέωση για τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού ταυτοποίησης και την παροχή επαρκούς στήριξης στη διαδικασία.  Επιπλέον, τα άτομα τα οποία λόγω των ειδικών αναγκών τους δεν μπορούν να συμμετέχουν σε ειδικές ταχείες διαδικασίες, αποκλείονται τόσο από τις ταχείες όσο και από τις διαδικασίες στα σύνορα και λαμβάνουν πρόσθετες εγγυήσεις στις προσφυγές σε περίπτωση μη ανασταλτικού αποτελέσματος, ίδιες με εκείνες που ισχύουν για τους ασυνόδευτους ανηλίκους. Οι διαδικασίες ασύλου εξακολουθούν επίσης να λαμβάνουν υπόψη τη διάσταση του φύλου, παρέχοντας τη δυνατότητα  στους αιτούντες άσυλο να ζητούν και να τους διατίθενται άτομα του ιδίου φύλου για διερμηνεία και  για συνεντεύξεις, και η άσκηση βίας με βάση το φύλο πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην αξιολόγηση των ειδικών αναγκών. Οι διατάξεις για τις ειδικές ανάγκες συμφωνούν, ως εκ τούτου, τους βασικούς στόχους της Επιτροπής.

Το θέμα των ειδικών αναγκών συνδέεται στενά με τη χρήση ιατρικών εκθέσεων ή εξετάσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας για το άσυλο. Και εδώ, η θέση του Συμβουλίου διατηρεί τους βασικούς στόχους της πρότασης (υποχρέωση για τα κράτη μέλη να διενεργούν ιατρικές εξετάσεις κατά περίπτωση και δυνατότητα για τους υποψηφίους να ζητούν οι ίδιοι τις εξετάσεις αυτές). Ωστόσο, η Επιτροπή εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η χρήση του πρωτοκόλλου της Κωνσταντινούπολης σχετικά με τον εντοπισμό και την τεκμηρίωση συμπτωμάτων βασανιστηρίων κατέστη προαιρετική, παρόλο που η Ένωση ενθαρρύνει τις τρίτες χώρες να προωθήσουν τη συστηματική εφαρμογή του πρωτοκόλλου για την τεκμηρίωση των υποθέσεων βασανιστηρίων[3].

3.3.        Ταχεία διαδικασία, διαδικασίες στα σύνορα και πραγματική προσφυγή

Η εναρμόνιση της χρήσης της ταχείας διαδικασίας και των διαδικασιών στα σύνορα, για όλες τις περιπτώσεις που υπάγονται στην οδηγία 2005/85/ΕΚ, ήταν ένας από τους βασικούς στόχους της πρότασης. Ο στόχος αυτός έχει διατηρηθεί, καθώς η θέση του Συμβουλίου περιέχει διεξοδικό κατάλογο των λόγων προσφυγής στις διαδικασίες αυτές.

Ο συμβιβασμός προσθέτει τρεις ακόμη λόγους στον κατάλογο της Επιτροπής: μεταγενέστερες αιτήσεις που κρίνονται μη δεκτές· αιτούντες που αρνούνται να δώσουν τα δακτυλικά τους αποτυπώματα στο πλαίσιο του συστήματος Eurodac· και αιτούντες που εισήλθαν στο έδαφος ή παρέτειναν παράνομα την παραμονή τους σε αυτό και, χωρίς εύλογη αιτία, δεν εμφανίστηκαν στις αρχές ούτε υπέβαλαν αίτηση ασύλου το συντομότερο δυνατόν, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών της εισόδου τους.

Ο πρόσθετος λόγος με τον πιο ουσιαστικό αντίκτυπο είναι ο τελευταίος. Ωστόσο, περιλαμβάνει σημαντικές εγγυήσεις που διασφαλίζουν επαρκή προστασία για τον αιτούντα. Πρώτον, τα κράτη μέλη θα είναι σε θέση να εφαρμόζουν αυτό τον λόγο μόνον στην περίπτωση καταχρηστικών αιτήσεων. Οι αιτούντες που μπορούν να επικαλούνται λόγους για τους οποίους δεν προσέρχονται στις αρχές λόγω των συνθηκών της εισόδου τους (απόδειξη του μη καταχρηστικού χαρακτήρα της αίτησής τους) δεν θα υπόκεινται σε ταχεία διαδικασία/διαδικασία στα σύνορα. Δεύτερον, σε αντίθεση με όλους τους άλλους λόγους για ταχεία/στα σύνορα διαδικασία, όταν τα κράτη μέλη την εφαρμόζουν, πρέπει να παρέχουν πάντα στο στάδιο της προσφυγής το αυτόματο δικαίωμα παραμονής στο έδαφος (πλήρες αυτόματο ανασταλτικό αποτέλεσμα).

Επίσης, η πρόταση έχει ως στόχο να ενισχύσει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου θεσπίζοντας την αρχή του αυτόματου ανασταλτικού αποτελέσματος της προσφυγής, με την επιφύλαξη περιορισμένων εξαιρέσεων. Αυτή η αρχή παραμένει στη θέση του Συμβουλίου. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες εξαιρέσεις: εκτός από τους δύο από τους λόγους για επιτάχυνση της διαδικασίας, όπως εξηγείται κατωτέρω, προστέθηκαν στον κατάλογο οι περιπτώσεις της σιωπηρής ανάκλησης και εφαρμογής της έννοιας της ευρωπαϊκής ασφαλούς τρίτης χώρας.

Όσον αφορά τη σιωπηρή ανάκληση, έχουν συμπεριληφθεί οι σχετικές εγγυήσεις πριν από το στάδιο της προσφυγής· ειδικότερα, ο ενδιαφερόμενος έχει τη δυνατότητα να ζητήσει την επανεξέταση της υπόθεσής του και υπάρχει πάντοτε η δυνατότητα να εξεταστεί η αξίωση αυτή ως μεταγενέστερη αίτηση.  Ο κίνδυνος παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης σε περίπτωση που χρησιμοποιείται η έννοια της ευρωπαϊκής ασφαλούς τρίτης χώρας είναι επίσης ελάχιστος, δεδομένων των αυστηρών κριτηρίων που εφαρμόζονται προκειμένου μια τρίτη χώρα να θεωρηθεί «ευρωπαϊκή ασφαλής τρίτη χώρα».

Επιπλέον, στην περίπτωση που η προσφυγή δεν έχει αυτόματο ανασταλτικό αποτέλεσμα, υπάρχει η δυνατότητα να ζητηθεί ανασταλτικό αποτέλεσμα και πρέπει να επιτρέπεται στον ενδιαφερόμενο η παραμονή του στο έδαφος της χώρας κατά τη διάρκεια εξέτασης της εν λόγω αίτησης. Συνεπώς, δεν υπάρχει κίνδυνος επιστροφής χωρίς καμία δικαστική προσφυγή.

Τέλος, σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Επιτροπή προτείνει να έχει έχει αυτόματο ανασταλτικό αποτέλεσμα η προσφυγή κατά απορριπτικής αποφάσεως που λαμβάνεται σε διαδικασία στα σύνορα. Αντίθετα, η θέση του Συμβουλίου προβλέπει για τις προσφυγές σε πλαίσιο διαδικασιών στα σύνορα τις ίδιες εγγυήσεις, όπως και για τους ασυνόδευτους ανηλίκους. Σε προδήλως αβάσιμες περιπτώσεις, οι εγγυήσεις αυτές μπορούν να μετριάσουν τις αρνητικές συνέπειες του μη αυτόματου ανασταλτικού αποτελέσματος. Ειδικότερα, διευκρινίζουν ότι δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί καμία απομάκρυνση εν αναμονή της έκβασης της αίτησης για ανασταλτικό αποτέλεσμα (η οποία, όπως εξηγείται παραπάνω, είναι μια γενική αρχή που ισχύει και για άλλες μη ανασταλτικές προσφυγές)· διασφαλίζουν ότι ο αιτών πάντοτε επωφελείται από πραγματική νομική και γλωσσική συνδρομή· ορίζουν μια εύλογη ελάχιστη προθεσμία για την προετοιμασία της αίτησης· και, το σημαντικότερο, καθορίζουν το πεδίο εφαρμογής του ελέγχου που ασκεί το δικαστήριο κατά την εξέταση του αιτήματος για ανασταλτικό αποτέλεσμα, ώστε να εξασφαλίζεται ότι ο εν λόγω έλεγχος είναι εξονυχιστικός και αυστηρός. Αυτό θα δώσει στους αιτούντες επαρκείς ευκαιρίες για να διαπιστωθεί η προβαλλόμενη φύση των απαιτήσεών τους και κατά συνέπεια, να διασφαλιστεί η συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις τήρησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων, σύμφωνα με τη νομολογία των ευρωπαϊκών δικαστηρίων.

3.4.        Καταπολέμηση των καταχρήσεων

Για να εξασφαλίσει την ισορροπία μεταξύ των στόχων της πραγματικής προστασίας των αιτούντων άσυλο και της καταπολέμησης καταχρηστικής υποβολής επανειλημμένων αιτήσεων, η Επιτροπή πρότεινε να επιτραπεί στα κράτη μέλη να απομακρύνουν τον αιτούντα μετά από μια δεύτερη μεταγενέστερη αίτηση (δηλ. τρίτη αίτηση), υπό την προϋπόθεση ότι τηρείται η αρχή της μη επαναπροώθησης. Η θέση του Συμβουλίου επιβεβαίωσε τους στόχους της πρότασης, αλλά πρόσθεσε μια συμπληρωματική περίπτωση όπου το δικαίωμα του αιτούντος να παραμείνει στο έδαφος μπορεί να αφαιρεθεί μετά από μια απαράδεκτη πρώτη μεταγενέστερη αίτηση που υποβλήθηκε μόνον για να αποτρέψει μια άμεση επιστροφή. Το Συμβούλιο υποστήριξε ότι αυτό απαιτείται για την αντιμετώπιση καταχρηστικής υποβολής μεταγενέστερων αιτήσεων της τελευταίας στιγμής.

Η Επιτροπή μπορεί να αποδεχθεί τις διατάξεις αυτές, δεδομένου ότι παραμένουν στην πρόταση οι βασικές διασφαλίσεις, δηλαδή εξασφαλίζεται ότι οι υποβάλλοντες πραγματικές μεταγενέστερες αιτήσεις δεν απομακρύνονται από το έδαφος της χώρας χωρίς να γίνει προσεκτική εξέταση των αιτήσεων τους. Η εφαρμογή ειδικών κανόνων παρέκκλισης για τις μεταγενέστερες αιτήσεις παραμένει δυνατή μόνον μετά την έκδοση της τελικής απόφασης σχετικά με την πρώτη αίτηση και, επιπλέον, μόνον μετά από μία τουλάχιστον μεταγενέστερη αίτηση, η οποία είτε είναι αβάσιμη ή δεν περιέχει νέα στοιχεία σε σύγκριση με την προηγούμενη, πράγμα που σαφώς τονίζει τον καταχρηστικό της χαρακτήρα. Επιπλέον, η θέση του Συμβουλίου διευκρινίζει ότι οι εξαιρέσεις από το δικαίωμα παραμονής πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με την αρχή της μη επαναπροώθησης.

Η θέση του Συμβουλίου τροποποιεί επίσης την πρόταση της Επιτροπής όσον αφορά τους κανόνες για τη σιωπηρή ανάκληση ή εγκατάλειψη της αίτησης. Ο στόχος της πρότασης ήταν να εναρμονισθούν οι κανόνες που αφορούν τις περιπτώσεις αυτές και ιδίως να προληφθεί ο κίνδυνος μη εξέτασης της αίτησης επί της ουσίας πριν από την απόρριψή της. Ο στόχος αυτός παραμένει στη θέση του Συμβουλίου δεδομένου ότι ορίζει ότι μία αίτηση δεν είναι δυνατόν να απορριφθεί αν δεν εξεταστεί δεόντως επί της ουσίας.  Η Επιτροπή εκφράζει τη λύπη της για τη συμπερίληψη της διάταξης σύμφωνα με την οποία η υπόθεση του αιτούντος μπορεί να επανεξεταστεί μόνον μία φορά, σε περίπτωση που ο αιτών υποβάλλει εκ νέου αίτηση μετά από διακοπή της προηγούμενης αίτησης. Ωστόσο, οι αρνητικές επιπτώσεις της εν λόγω διάταξης μετριάζονται σε μεγάλο βαθμό με πρόσθετα μέτρα διασφάλισης, με την έννοια ότι εάν ο αιτών μπορεί να αποδείξει ότι η αίτηση θεωρήθηκε ότι ανακλήθηκε σιωπηρώς λόγω καταστάσεων ανεξάρτητων από τη θέλησή του, η αίτηση δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ότι ανακλήθηκε σιωπηρώς.

4.           συμπερασμα

Η θέση του Συμβουλίου υποστηρίζει τους κύριους στόχους της πρότασης της Επιτροπής. Κάνει ένα βήμα προόδου στο επίπεδο εναρμόνισης των διαδικαστικών εγγυήσεων στις διαδικασίες ασύλου, θεσπίζοντας σαφείς, λεπτομερείς και υποχρεωτικούς κανόνες και διαγράφοντας παρεκκλίσεις και ρήτρες αναστολής. Θα οδηγήσει σε εύκολα προσβάσιμες, ταχύτερες και πιο δίκαιες διαδικασίες, με βάση την οικονομικά αποδοτική αρχή της «εκ των προτέρων βοήθειας». Εναρμονίζει τη χρήση ταχέων διαδικασιών και διαδικασιών στα σύνορα και διασφαλίζει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σε επίπεδο ΕΕ. Ενώ παράλληλα αυξάνει την ποιότητα και την ταχύτητα των διαδικασιών ασύλου, προβλέπει επίσης νέα εργαλεία για την καταπολέμηση των καταχρηστικά επαναλαμβανόμενων αιτήσεων. Εισάγει σημαντικές διατάξεις σχετικά με τις ειδικές διαδικαστικές ανάγκες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με το φύλο. Τέλος, προσφέρει επαρκή προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων, ενώ ταυτόχρονα λαμβάνει υπόψη τις ανησυχίες όσον αφορά δυνητικές καταχρήσεις τους.

Κατά συνέπεια, η ουσία της θέσης του Συμβουλίου ευθυγραμμίζεται σε μεγάλο βαθμό με την πρόταση της Επιτροπής και μπορεί να υποστηριχθεί.

[1]               Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, «Σχέδιο πολιτικής για το άσυλο - Μια ολοκληρωμένη προσέγγιση της προστασίας σε όλη την ΕΕ»  - COM(2008) 360 της 17.6.2008.

[2]               Οδηγία 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου, της 1ης Δεκεμβρίου 2005 , σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα ΕΕ L 326, της 13.12.2005, σ. 13–34.

[3]               Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την πολιτική της ΕΕ έναντι τρίτων χωρών όσον αφορά τα βασανιστήρια και άλλες μορφές σκληρής, απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, έγγραφο του Συμβουλίου 6129/12, 15 Μαρτίου 2012.

Top