EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52013DC0284

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ προκειμένου να τερματιστεί η κατάσταση υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος στην Κύπρο

/* COM/2013/0284 final - 2013/ () */

52013DC0284

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ προκειμένου να τερματιστεί η κατάσταση υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος στην Κύπρο /* COM/2013/0284 final - 2013/ () */


Σύσταση για

ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

προκειμένου να τερματιστεί η κατάσταση υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος στην Κύπρο

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 126 παράγραφος 7,

Έχοντας υπόψη τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)       Σύμφωνα με το άρθρο 126 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), τα κράτη μέλη αποφεύγουν τα υπερβολικά δημοσιονομικά ελλείμματα.

(2)       Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης βασίζεται στον στόχο της επίτευξης υγιών δημόσιων οικονομικών, ως μέσου ενίσχυσης των συνθηκών για σταθερότητα τιμών και ισχυρή βιώσιμη ανάπτυξη, που ευνοούν τη δημιουργία απασχόλησης.

(3)       Στις 13 Ιουλίου 2010, το Συμβούλιο αποφάσισε σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ ότι υφίσταται υπερβολικό έλλειμμα στην Κύπρο[1] και εξέδωσε σύσταση για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος το αργότερο έως το 2012, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ και το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.

(4)       Στις 27 Ιανουαρίου 2011, η Επιτροπή σε ανακοίνωσή της προς το Συμβούλιο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Κύπρος είχε λάβει αποτελεσματικά μέτρα, συμμορφούμενη με τη σύσταση του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2010, για μείωση του δημοσιονομικού της ελλείμματος κάτω από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕγχΠ, και θεώρησε ότι δεν ήταν επομένως αναγκαία καμία περαιτέρω ενέργεια στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.

(5)       Στις 11 Ιανουαρίου 2012, η Επιτροπή επιβεβαίωσε σε δεύτερη ανακοίνωση προς το Συμβούλιο ότι η Κύπρος είχε λάβει αποτελεσματικά μέτρα, συμμορφούμενη με τη σύσταση του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2010 για μείωση του δημοσιονομικού της ελλείμματος κάτω από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕγχΠ, και θεώρησε ότι δεν ήταν επομένως αναγκαία καμία περαιτέρω ενέργεια στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.

(6)       Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97, το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει, κατόπιν συστάσεως της Επιτροπής, να εκδώσει αναθεωρημένη σύσταση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ, εάν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα και μετά την έκδοση της αρχικής σύστασης προκύψουν απρόβλεπτα αντίξοα οικονομικά συμβάντα με μείζονες αρνητικές επιπτώσεις για τα δημόσια οικονομικά. Η επέλευση απρόβλεπτων αντίξοων οικονομικών συμβάντων με μείζονες αρνητικές επιπτώσεις στον προϋπολογισμό αξιολογείται σε σχέση με τις οικονομικές προβλέψεις επί των οποίων βασίζεται η σύσταση του Συμβουλίου.

(7)       Σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ και το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97, το Συμβούλιο υποχρεούται να απευθύνει συστάσεις στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προκειμένου να τερματίσει την κατάσταση του υπερβολικού ελλείμματος εντός καθορισμένου χρονικού διαστήματος. Με τη σύσταση πρέπει να καθορίζεται μέγιστη προθεσμία έξι μηνών προκειμένου το συγκεκριμένο κράτος μέλος να λάβει αποτελεσματικά μέτρα για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος. Επιπλέον, με τη σύσταση για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, το Συμβούλιο πρέπει να καλεί το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να επιτύχει ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους οι οποίοι, με βάση τις προβλέψεις στις οποίες βασίζεται η σύσταση, συνεπάγονται ελάχιστη ετήσια βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου, ήτοι του κυκλικά προσαρμοσμένου ισοζυγίου μη συμπεριλαμβανομένων των εκτάκτων και λοιπών προσωρινών μέτρων, ύψους τουλάχιστον 0,5% του ΑΕγχΠ ως ενδεικτικό ποσοστό.

(8)       Βάσει ενδελεχούς επισκόπησης της φύσης, της προέλευσης και της σοβαρότητας των μακροοικονομικών εξελίξεων στην Κύπρο, τον Μάιο του 2012 η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Κύπρος αντιμετώπιζε σοβαρές ανισορροπίες, ιδίως όσον αφορά την εξωτερική θέση, τα δημόσια οικονομικά και τον χρηματοπιστωτικό τομέα, οι οποίες θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν επειγόντως. Η κατάσταση του τραπεζικού τομέα της Κύπρου θεωρήθηκε ότι απειλεί τη βιωσιμότητα της κατάστασης της χώρας. Όσον αφορά το εξωτερικό σκέλος, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρουσίαζε σημαντικά και διαρκή ελλείμματα, συνδεόμενα με τη σταδιακή απώλεια ανταγωνιστικότητας τιμών/κόστους, ενώ η διεθνής επενδυτική θέση διαπιστώθηκε ότι προκαλεί ανησυχία. Επιπλέον, η κατάσταση του τραπεζικού τομέα της Κύπρου θεωρήθηκε ότι απειλεί τη βιωσιμότητα της κατάστασης της χώρας. Σε εσωτερικό επίπεδο, πηγή ανησυχίας αποτελούσε επίσης ο ιδιαιτέρως μοχλευμένος ιδιωτικός τομέας, λόγω του επιπέδου ανεξόφλητων οφειλών των μη χρηματοπιστωτικών οργανισμών και της πολύ υψηλής δανειακής επιβάρυνση των νοικοκυριών. Επιπλέον, τα δημόσια οικονομικά παρουσίαζαν ετήσια ελλείμματα που διογκώνονταν παρόλο που η οικονομία ανέκαμπτε από την ύφεση, ενώ οι πρόσφατες προσπάθειες διόρθωσης του υπερβολικού ελλείμματος διαπιστώθηκε ότι πιθανότατα δεν ήταν επαρκείς. Το δημόσιο χρέος σταδιακά υπερέβη το όριο βάσει της Συνθήκης και αναμενόταν ότι θα σημείωνε απότομη αύξηση.

(9)       Στις 10 Ιουλίου 2012, το Συμβούλιο απηύθυνε ειδικές συστάσεις προς την Κύπρο βασιζόμενες, μεταξύ άλλων, στην αξιολόγηση του εθνικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων και του προγράμματος σταθερότητας της Κύπρου για την περίοδο 2012-2015. Η πρώτη σύσταση ζητεί αυστηρή εφαρμογή της δημοσιονομικής στρατηγικής από το 2013 και εξής. Ζητεί επίσης να επισπευσθεί η σταδιακή καθιέρωση ενός εφαρμόσιμου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου με δεσμευτική θεσμική βάση και διορθωτικό μηχανισμό. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να ενισχυθεί επίσης με την κατάρτιση προϋπολογισμού βάσει επιδόσεων και προγραμμάτων. Δεδομένων των ανεπαρκειών στη φορολογική διοίκηση και στην είσπραξη των φόρων, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για τη βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

(10)     Ενόψει των ολοένα σοβαρότερων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών συνθηκών, οι κυπριακές αρχές ζήτησαν επισήμως χρηματοδοτική συνδρομή υπό τους όρους δανείου από την Ευρωπαϊκή Διευκόλυνση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας / τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) στις 25 Ιουνίου 2012, καθώς και από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), προκειμένου να στηριχθεί η επιστροφή της οικονομίας σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης και να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία του τραπεζικού συστήματος και η χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στη ζώνη του ευρώ. Στις 27 Ιουνίου 2012, η Ευρωομάδα κάλεσε την Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΚΤ, τις κυπριακές αρχές και το ΔΝΤ να συμφωνήσουν σε ένα πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοδοτικών αναγκών, και να λάβουν κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας σε ένα ιδιαίτερα δυσχερές περιβάλλον με κίνδυνο δευτερογενών επιπτώσεων λόγω των αναταράξεων στην αγορά κρατικών ομολόγων. Στις 16 Μαρτίου και στις 25 Μαρτίου 2013, η Ευρωομάδα κατέληξε σε πολιτική συμφωνία με την Κύπρο για την παροχή χρηματοδοτικής συνδρομής και τα βασικά στοιχεία ενός προγράμματος. Στις 12 Απριλίου 2013, η Ευρωομάδα έκρινε ότι είχαν καθοριστεί τα απαραίτητα στοιχεία του προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής για την έναρξη των σχετικών εθνικών διαδικασιών με σκοπό την επίσημη έγκριση του μηχανισμού χρηματοδοτικής συνδρομής του ΕΜΣ. Στις 25 Απριλίου 2013, το Συμβούλιο εξέδωσε απόφαση δυνάμει του άρθρου 136 της ΣΛΕΕ, όπου περιλαμβάνονταν τα βασικά στοιχεία του προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής που επρόκειτο να εφαρμοστεί από την Κύπρο. Στις 26 Απριλίου 2014, οι κυπριακές αρχές και η Επιτροπή, ενεργώντας εξ ονόματος του ΕΜΣ, υπέγραψαν μνημόνιο συνεννόησης σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση.

(11)     Πάνω από μία δεκαετία συνεχούς και ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης στην Κύπρο έλαβε τέλος το 2009. Η οικονομική δραστηριότητα σημείωσε πτώση 1¾%, καθώς η χαμηλή εγχώρια ζήτηση και το αντίξοο εξωτερικό περιβάλλον επιβράδυναν έντονα την ανάπτυξη. Η οικονομική δραστηριότητα ανέκαμψε το 2010 με αύξηση του πραγματικού ΑΕγχΠ κατά 1,1%, ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2011 καταγράφηκε αύξηση 1,5%. Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής, στις οποίες βασίστηκε η σύσταση του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ, της 13ης Ιουλίου 2010, η ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας αναμενόταν να ανέλθει στο 1,3% το 2011. Παρά την πολύ καλή τουριστική περίοδο του 2011, η ανάκαμψη ανακόπηκε εξαιτίας του σοβαρού ατυχήματος που σημειώθηκε τον Ιούλιο του 2011 και κατέστρεψε τη μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Βασιλικού, η οποία αντιπροσώπευε το ήμισυ της συνολικής δυναμικότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Επιπλέον, η διόρθωση των πολύ σοβαρών ανισορροπιών του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα της κυπριακής δημοκρατίας είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή αυστηρότερων χρηματοπιστωτικών και δημοσιονομικών συνθηκών, οι οποίες επιβάρυναν τα αρνητικά αποτελέσματα στην οικονομική δραστηριότητα, δημιουργώντας υψηλό βαθμό οικονομικής αβεβαιότητας και εντείνοντας την επιδείνωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας. Ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης υποτονικότητας στο διεθνές περιβάλλον, η εξωτερική ζήτηση δεν κατέστη δυνατό να αντισταθμίσει τις επιπτώσεις στην εγχώρια ζήτηση. Ως εκ τούτου, το 2011 η ετήσια οικονομική ανάπτυξη ήταν 0,5%, σχεδόν μία ποσοστιαία μονάδα χαμηλότερα από τις προβλέψεις της Επιτροπής την περίοδο της σύστασης του Συμβουλίου. Το έτος 2012 ήταν εκτός του ορίζοντα προβλέψεων της Επιτροπής, στις οποίες βασίστηκε η σύσταση του Συμβουλίου. Ωστόσο, λαμβάνοντας ως υπόθεση τη σταδιακή εξάλειψη του αρνητικού κενού παραγωγής, το 2012 αναμενόταν υψηλότερη ανάπτυξη σε σύγκριση με το 2011. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής, η αύξηση του πραγματικού ΑΕγχΠ αναμένεται να είναι της τάξεως του -2,4% το 2012.

(12)     Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης ανήλθε σε 6,3% του ΑΕγχΠ το 2011, σημειώνοντας αύξηση σε σύγκριση με το 5,3% του 2010. Η επιδείνωση του αποτελέσματος του προϋπολογισμού σημειώθηκε παρά τα μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης που προβλέπονταν στον νόμο για τον προϋπολογισμό του 2011 και τις τρεις δέσμες περαιτέρω μέτρων μείωσης του ελλείμματος που ελήφθησαν στη διάρκεια του 2011, τα οποία αποδείχθηκαν ανεπαρκή ώστε να ανακόψουν την επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών. Η προαναφερθείσα σειρά οικονομικών συμβάντων, ιδίως η διόρθωση των ιδιαίτερα σοβαρών ανισορροπιών του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα στην κυπριακή οικονομία, αποτελεί το πλαίσιο των εξελίξεων των δημόσιων οικονομικών, συμπεριλαμβανομένων των μη αμελητέων επιπτώσεων στη σύνθεση της ανάπτυξης και του υψηλότερου κόστους χρηματοδότησης με δανειακά κεφάλαια λόγω της απώλειας πρόσβασης σε πιο μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση από την αγορά.

(13)     Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να φθάσει το 6,3% του ΑΕγχΠ το 2012. Αυτή η πρόβλεψη όσον αφορά το έλλειμμα είναι σημαντικά υψηλότερη σε σύγκριση με τις προηγούμενες προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής, ιδίως λόγω της σημαντικής υστέρησης τόσο των άμεσων όσο και των έμμεσων φορολογικών εσόδων (κυρίως από τον ΦΠΑ, τη φορολογία των επιχειρήσεων και τις κοινωνικές εισφορές) και των υψηλότερων δαπανών λόγω της αυξανόμενης ανεργίας και του άνω του αναμενόμενου ποσοστού πρόωρης συνταξιοδότησης. Σε σύγκριση με τις χειμερινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2013, το έλλειμμα του 2012 προσαρμόστηκε ανοδικά κατά περίπου ½% του ΑΕγχΠ λόγω μιας έκτακτης δαπάνης που αφορούσε το κόστος ασφάλισης από την έκρηξη στη μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Βασιλικού τον Ιούλιο του 2011, η οποία πρόκειται να καταβληθεί σε περίοδο τεσσάρων ετών αλλά λογιστικά καταγράφεται στο 2012, καθώς επίσης λόγω της καταχώρισης μιας κεφαλαιακής μεταβίβασης για την καταβολή κεφαλαιοποιημένων τόκων για το ομόλογο ανακεφαλαιοποίησης της Λαϊκής Τράπεζας της Κύπρου.

(14)     Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες οικονομικές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής, το διαρθρωτικό έλλειμμα ανήλθε σε 5,7% και 6,6% του ΑΕγχΠ το 2010 και το 2011 αντίστοιχα. Το 2012 αναμένεται να ανέλθει στο 6,6% του ΑΕγχΠ. Σύμφωνα με τις προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής, στις οποίες βασίστηκε η σύσταση του Συμβουλίου τον Ιούλιο του 2010, η μέση δυνητική ανάπτυξη αναμενόταν να ανέλθει σε ποσοστό περίπου 1% κατά την περίοδο προσαρμογής. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες οικονομικές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής, η μέση δυνητική παραγωγή για τα έτη 2011-2012 θεωρείται πλέον ότι είναι αρνητική (περίπου -0,5%) και εκτιμάται ότι θα παραμείνει αρνητική κατά την περίοδο 2013-2016. Με βάση τη διόρθωση κατόπιν της επί τα χείρω αναθεώρησης της δυνητικής παραγωγής μετά την έκδοση της σύστασης του Συμβουλίου, η μέση δημοσιονομική προσπάθεια για την περίοδο 2011-2012 θα είναι περίπου 0,5%. Ωστόσο, η εκτιμώμενη μεταβολή στο διαρθρωτικό ισοζύγιο επηρεάστηκε επίσης σοβαρά από τη μη αναμενόμενη υστέρηση στα έσοδα, λόγω της χαμηλότερης του αναμενομένου τελικής εγχώριας ζήτησης και των χαμηλότερων εισαγωγών, καθώς και από την εντονότερη επιδείνωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα σημαντική υστέρηση στα έσοδα, ιδίως όσον αφορά τους έμμεσους φόρους. Λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω επιπτώσεις, η συνολική προσαρμοσμένη δημοσιονομική προσπάθεια εκτιμάται περίπου στο 2,4% του ΑΕγχΠ κατά μέσο όρο, ποσοστό πολύ ανώτερο της απαιτούμενης μέσης ετήσιας δημοσιονομικής προσπάθειας κατά την περίοδο 2011-2012, η οποία ανερχόταν σε ποσοστό τουλάχιστον 1½% του ΑΕγχΠ σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου. Ως εκ τούτου, μπορεί να θεωρηθεί ότι η Κύπρος έχει λάβει αποτελεσματικά μέτρα σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου.

(15)     Ο νόμος για τον προϋπολογισμό 2012 που ψηφίστηκε στις 16 Δεκεμβρίου 2011 περιελάμβανε μια στρατηγική εξυγίανσης εστιαζόμενη στην περιστολή των δαπανών, με κύρια στοιχεία i) την επιβολή συνταξιοδοτικών εισφορών στους εργαζομένους του δημοσίου τομέα σε συνδυασμό με πάγωμα των αποδοχών στον ευρύτερο δημόσιο τομέα για δύο έτη, ii) την ένταξη των νέων εργαζομένων του δημόσιου τομέα στο γενικό συνταξιοδοτικό σύστημα υπό το ταμείο κοινωνικής ασφάλισης αντί του πιο γενναιόδωρου συνταξιοδοτικού συστήματος του δημοσίου τομέα, iii) την καλύτερη στοχοθέτηση των κοινωνικών μεταβιβάσεων, iv) περικοπές σε επιλεγμένες κατηγορίες δημόσιων δαπανών, v) την αύξηση του ΦΠΑ από 15% σε 17%, vi) την επιβολή έκτακτης εισφοράς επί του ακαθάριστου εισοδήματος των εργαζομένων και των συνταξιούχων του ιδιωτικού τομέα και vii) την αύξηση του φορολογικού συντελεστή επί της διανομής μερίσματος. Στις προαναφερόμενες δημοσιονομικές προβλέψεις περιλαμβάνονταν επίσης μέτρα εξυγίανσης που θα λαμβάνονταν από τις κυπριακές αρχές κατά το υπόλοιπο του 2012, κατόπιν προσωρινής συμφωνίας που συνήφθη με τους εταίρους του προγράμματος σχετικά με τις δημοσιονομικές πολιτικές τον Νοέμβριο του 2012, και ειδικότερα μια κλιμακούμενη μείωση των αποδοχών των συνταξιούχων και των εργαζομένων του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα. Συνολικά, την περίοδο 2011-2012 η Κύπρος έλαβε μέτρα εξυγίανσης με εκτιμώμενο άμεσο αντίκτυπο μείωσης του ελλείμματος σε ποσοστό άνω του 5½% του ΑΕγχΠ. Αυτή η εκ των κάτω προς τα άνω εκτίμηση των μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης που ελήφθησαν την περίοδο 2011-2012 επιβεβαιώνει το συμπέρασμα ότι η Κύπρος έχει λάβει αποτελεσματικά μέτρα.

(16)     Το ακαθάριστο δημόσιο χρέος αυξήθηκε σε 71,1% του ΑΕγχΠ το 2011, έναντι 67,6% του ΑΕγχΠ που αναφερόταν στις εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2010, στις οποίες βασίστηκε η σύσταση του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ, της 13ης Ιουλίου 2010. Η εξέλιξη του χρέους επηρεάστηκε κυρίως από το γεγονός ότι το έλλειμμα ήταν υψηλότερο του αναμενόμενου ενώ η ανάπτυξη χαμηλότερη της αναμενόμενης, καθώς και από τις δυσχέρειες που αντιμετώπισε η Κύπρος όσον αφορά την πρόσβασή της στις διεθνείς αγορές για την κάλυψη των χρηματοδοτικών της αναγκών, που είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους δανεισμού. Οι ανωτέρω παράγοντες, σε συνδυασμό με τη συμμετοχή του Δημοσίου στην ανακεφαλαιοποίηση μιας εμπορικής τράπεζας τον Ιούνιο του 2012 οδήγησε σε αύξηση του χρέους της γενικής κυβέρνησης περίπου στο 85,8% του ΑΕγχΠ το 2012. Τα επόμενα έτη, το δημόσιο χρέος αναπόφευκτα θα σημειώσει περαιτέρω αύξηση, αντικατοπτρίζοντας την ασθενή ανάπτυξη και τις σημαντικές δημοσιονομικές ανάγκες χρηματοδότησης. Το 2013-2014, το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί περαιτέρω κατόπιν της λήψης χρηματοδοτικής ενίσχυσης. Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕγχΠ προβλέπεται να ανέλθει στο ανώτατο ποσοστό του 128% περίπου του ΑΕγχΠ το 2015 και στη συνέχεια αναμένεται να μειωθεί με την επίτευξη βιώσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων και με την επιστροφή σε θετικά ποσοστά αύξησης του πραγματικού ΑΕγχΠ.

(17)     Λαμβάνοντας υπόψη όλους τους ανωτέρω παράγοντες, και ειδικότερα τη σημαντική επιδείνωση της δημοσιονομικής κατάστασης ως αποτέλεσμα τόσο της οικονομικής ύφεσης που ήταν σοβαρότερη της αναμενόμενης όσο και της ασθενέστερης συνολικής κατάστασης της οικονομίας σε σχέση με την προβλεπόμενη κατά την εποχή της αρχικής σύστασης του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ, κρίνεται επιβεβλημένο να οριστεί νέα προθεσμία για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος από την Κύπρο. Η παραχώρηση τεσσάρων επιπλέον ετών για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος είναι αναγκαία με βάση την προβλεπόμενη απόκλιση από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕγχΠ στα τέλη του 2012 και τις αντίξοες μακροοικονομικές συνθήκες.

(18)     Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες οικονομικές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής για την ονομαστική αύξηση του ΑΕγχΠ, το πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να σημειώσει έλλειμμα 2,4% του ΑΕγχΠ το 2013, έλλειμμα 4,3% του ΑΕγχΠ το 2014, έλλειμμα 2,1 % του ΑΕγχΠ το 2015 και πλεόνασμα 1,2% του ΑΕγχΠ το 2016, ενώ το ονομαστικό έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να ανέλθει στο 6,5% του ΑΕγχΠ το 2013, στο 8,4% του ΑΕγχΠ το 2014, στο 6,3% του ΑΕγχΠ το 2015 και στο 2,9% του ΑΕγχΠ το 2016. Για σκοπούς παρακολούθησης και με δεδομένο τον περιορισμένο έλεγχο των κυπριακών αρχών επί των πληρωμών τόκων, το πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής που θα εφαρμοστεί από την Κύπρο θέτει δημοσιονομικούς στόχους όσον αφορά το πρωτογενές ισοζύγιο.

(19)     Προκειμένου να διασφαλιστεί η βιώσιμη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, θα πρέπει να καθοριστεί η κατάλληλη πορεία προσαρμογής και να αξιολογηθεί με βάση μια συνολική εκτίμηση με γνώμονα το διαρθρωτικό ισοζύγιο και με τιμή αναφοράς μια ελάχιστη ετήσια βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου κατά 0,5% του ΑΕγχΠ. Τα πλήρως προσδιορισθέντα μέτρα εξυγίανσης ύψους περίπου 4¾% του ΑΕγχΠ το 2013 προβλέπεται να έχουν ως αποτέλεσμα τη βελτίωση του διαρθρωτικού δημοσιονομικού ισοζυγίου κατά περίπου 1,3% του ΑΕγχΠ το 2013. Για το 2014, τα μέτρα εξυγίανσης που έχουν εγκριθεί ανέρχονται περίπου στο 1¾% του ΑΕγχΠ και εκτιμάται ότι θα βελτιώσουν το διαρθρωτικό ισοζύγιο κατά 0,3% του ΑΕγχΠ το 2014, ενώ η βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 0,7% του ΑΕγχΠ το 2015 και στο 1,8% του ΑΕγχΠ το 2016.

(20)     Η προσαρμογή για την περίοδο 2013-2016 περιλαμβάνει μέτρα περιορισμού της αύξησης των δαπανών, κυρίως όσον αφορά τις μισθολογικές δαπάνες και τις κοινωνικές παροχές στον δημόσιο τομέα, καθώς επίσης μέτρα για την αύξηση των εσόδων, ιδίως με την αύξηση του ΦΠΑ, των ειδικών φόρων κατανάλωσης, του φορολογικού συντελεστή για τα εισοδήματα από τόκους και της φορολογίας ακινήτων και επιχειρήσεων. Η δημοσιονομική εξυγίανση θα πρέπει να διατηρηθεί μεσοπρόθεσμα με τη συγκράτηση της αύξησης των δαπανών, τη βελτίωση της διάρθρωσης της φορολογίας και τη λήψη δημοσιονομικών-διαρθρωτικών μέτρων.

(21)     Ενόψει της σημαντικής συμπληρωματικής εξυγίανσης το 2013 και των αντίξοων και ιδιαίτερα αβέβαιων μακροοικονομικών συνθηκών, μεταξύ άλλων λόγω της επιβολής προσωρινών ελέγχων κίνησης κεφαλαίων, της απώλειας εμπιστοσύνης και της αστάθειας του χρηματοπιστωτικού τομέα, δεν κρίθηκε σκόπιμη η εκ των προτέρων υποχρεωτική επιβολή περαιτέρω μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης για το 2014 (συμπληρωματικά προς τα μέτρα που εγκρίθηκαν τον Δεκέμβριο του 2012 με έναρξη εφαρμογής από την 1η Ιανουαρίου 2014). Ωστόσο, στο πρόγραμμα οικονομικής και χρηματοπιστωτικής προσαρμογής ορίζεται η υποχρέωση των κυπριακών αρχών να είναι σε ετοιμότητα για τη διατήρηση των στόχων του προγράμματος μέσω της λήψης συμπληρωματικών μέτρων σε περίπτωση μειωμένων εσόδων ή υψηλότερων κοινωνικών δαπανών, λαμβάνοντας υπόψη τις αρνητικές μακροοικονομικές επιπτώσεις.

(22)     Το 2014, το διαρθρωτικό ισοζύγιο εκτιμάται ότι θα βελτιωθεί κατά 0,3% του ΑΕγχΠ με βάση τα συμφωνηθέντα μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης που παρέμειναν αμετάβλητα σε σύγκριση με εκείνα που ορίζονται στο σχέδιο του μνημονίου συνεννόησης του Νοεμβρίου 2012. Ως εκ τούτου, με βάση τις πιο πρόσφατες προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής, η εκτιμώμενη διαρθρωτική προσπάθεια για το 2014 είναι ελαφρώς χαμηλότερη από την ελάχιστη ετήσια βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου κατά τουλάχιστον 0,5% του ΑΕγχΠ που έχει οριστεί ως ενδεικτικό ποσοστό. Αυτό το επίπεδο βελτίωσης θα πρέπει, ωστόσο, να θεωρηθεί αποδεκτό στην τρέχουσα εξαιρετική συγκυρία των ιδιαίτερα αβέβαιων μακροοικονομικών συνθηκών, όπου παρατηρούνται σημαντικές μεταβολές στην πραγματική και την εκτιμώμενη δυνητική παραγωγή, ενώ οι εκτιμήσεις σχετικά με το διαρθρωτικό ισοζύγιο καθίστανται περισσότερο αβέβαιες και υπόκεινται σε διακυμάνσεις με την πάροδο του χρόνου από ό,τι υπό σταθερότερες μακροοικονομικές συνθήκες. Στις χειμερινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2013 ελήφθησαν υπόψη τα μέτρα εξυγίανσης για το 2014 και προβλέφθηκε βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου μεταξύ 2013 και 2014 κατά περίπου 1,4% του ΑΕγχΠ. Η χαμηλότερη βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου το 2014 που προβλέπεται επί του παρόντος – παρά τη διατήρηση μιας αμετάβλητης δέσμης μέτρων εξυγίανσης - μπορεί να εξηγηθεί από i) τη συρρίκνωση της φορολογικής βάσης των μέτρων για το σκέλος των εσόδων του 2013, η οποία συνεπάγεται ότι ορισμένα από τα μέτρα αυτά προβλέπεται να έχουν μειωμένο αντίκτυπο το 2014, ii) την αναθεώρηση επί τα χείρω του αντικτύπου ορισμένων μέτρων εξυγίανσης που είχαν ήδη ληφθεί για το 2014 λόγω της επιδείνωσης των μακροοικονομικών συνθηκών καθ’ όλη την περίοδο του προγράμματος, iii) την προβλεπόμενη μειωμένη είσπραξη εσόδων το 2014 από ορισμένα φορολογικά μέτρα των οποίων τα έσοδα εξαρτώνται από την οικονομική δραστηριότητα του 2013 (π.χ. είσπραξη φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ) και iv) το γεγονός ότι η τυπική ελαστικότητα που χρησιμοποιείται για τον διαχωρισμό μεταξύ της κυκλικής συνιστώσας και του διαρθρωτικού ισοζυγίου μπορεί να οδηγήσει σε υποτίμηση της πραγματικής υποκείμενης δημοσιονομικής προσπάθειας. Η εκ των κάτω προς τα άνω επισκόπηση των μέτρων εξυγίανσης διακριτικής ευχέρειας, ανά επιμέρους στοιχείο, αποτελεί σημαντικό σκέλος της αξιολόγησης της προσέγγισης δημοσιονομικής πολιτικής. Ειδικότερα, υπό ιδιαίτερα αβέβαιες μακροοικονομικές συνθήκες, μπορεί να προσφέρει μια χρήσιμη συμπληρωματική επισκόπηση της πραγματικής υποκείμενης δημοσιονομικής προσπάθειας. Το ύψος των μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης κατά μέσο όρο υπερβαίνει το 3% του ΑΕγχΠ για τα έτη 2013-2014. Αν και σημαντική, η αντίστοιχη βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου ανέρχεται σε μόλις ¾% περίπου του ΑΕγχΠ κατά μέσο όρο.

(23)     Η παρακολούθηση της προόδου όσον αφορά την εφαρμογή των δεσμεύσεων της Κύπρου στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) θα διεξάγεται ανά τακτικά διαστήματα. Σε περίπτωση μειωμένων εσόδων ή υψηλότερων αναγκών κοινωνικών δαπανών, η Κύπρος θα πρέπει να είναι σε ετοιμότητα να λάβει συμπληρωματικά μέτρα με σκοπό την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων.

(24)     Η Κύπρος πληροί τις προϋποθέσεις για παράταση της προθεσμίας για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΣΥΣΤΑΣΗ:

(1) Η Κύπρος θα πρέπει να θέσει τέρμα στην παρούσα κατάσταση υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος έως το 2016.

(2) Προκειμένου το ονομαστικό δημοσιονομικό έλλειμμα να μειωθεί κάτω από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕγχΠ έως το 2016, η Κύπρος θα πρέπει να επιτύχει τους στόχους για ονομαστικό έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης 6,5% του ΑΕγχΠ το 2013, 8,4% του ΑΕγχΠ το 2014, 6,3% του ΑΕγχΠ το 2015 και 2,9% του ΑΕγχΠ το 2016.

(3) Για τον σκοπό αυτό, η Κύπρος θα πρέπει να εφαρμόσει με αυστηρότητα τον νόμο για τον προϋπολογισμό του 2013 και τα συμφωνηθέντα συμπληρωματικά μέτρα εξυγίανσης, τα οποία θα πρέπει να ανέλθουν σε ποσό τουλάχιστον 351 εκατ. ευρώ το 2013. Η Κύπρος θα πρέπει να εφαρμόσει πλήρως τα δημοσιονομικά μέτρα για το 2014 που εγκρίθηκαν τον Δεκέμβριο του 2012 και τα οποία ανέρχονται σε ποσό τουλάχιστον 270 εκατ. ευρώ το 2014. Η Κύπρος θα πρέπει να παρακολουθεί τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των μέτρων εξυγίανσης που λαμβάνονται σε μηνιαία βάση και να είναι σε ετοιμότητα για τη διατήρηση των δημοσιονομικών στόχων μέσω της λήψης συμπληρωματικών μέτρων σε περίπτωση μειωμένων εσόδων ή υψηλότερων κοινωνικών δαπανών, λαμβάνοντας υπόψη τις μακροοικονομικές επιπτώσεις.

(4) Η Κύπρος θα πρέπει να συνεχίσει τη δημοσιονομική εξυγίανση μεσοπρόθεσμα, συγκλίνοντας προς τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο για επίτευξη ισοσκελισμένου προϋπολογισμού σε διαρθρωτικούς όρους, περιορίζοντας την αύξηση των δαπανών, βελτιώνοντας τη διάρθρωση της φορολογίας και λαμβάνοντας δημοσιονομικά-διαρθρωτικά μέτρα.

(5) Το Συμβούλιο ορίζει προθεσμία 3 μηνών για τη λήψη αποτελεσματικών μέτρων από τις κυπριακές αρχές και, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, για την υποβολή αναλυτικής έκθεσης σχετικά με τη στρατηγική εξυγίανσης που προβλέπεται για την επίτευξη των στόχων.

Πέραν της έκθεσης που προβλέπεται στη σύσταση (5) και επίσης παράλληλα με το πρόγραμμα χρηματοπιστωτικής προσαρμογής, η Κύπρος θα πρέπει να υποβάλλει έκθεση σχετικά με την πρόοδο που συντελείται όσον αφορά την εφαρμογή των ανωτέρω συστάσεων ανά τρίμηνο καθώς και σε ιδιαίτερο κεφάλαιο του προγράμματος σταθερότητας, έως την πλήρη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος,

Η παρούσα σύσταση απευθύνεται στην Κυπριακή Δημοκρατία.

Βρυξέλλες,

                                                                       Για το Συμβούλιο

                                                                       Ο Πρόεδρος

[1]               ΕΕ L 186 της 20.07. 2012, σ. 30.

Top