Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012IE1304

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Έκθεση παρακολούθησης του 2011 με θέμα τη στρατηγική αειφόρου ανάπτυξης της ΕΕ: η αξιολόγηση της ΕΟΚΕ» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

    ΕΕ C 229 της 31.7.2012, p. 18–23 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    31.7.2012   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 229/18


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Έκθεση παρακολούθησης του 2011 με θέμα τη στρατηγική αειφόρου ανάπτυξης της ΕΕ: η αξιολόγηση της ΕΟΚΕ» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

    2012/C 229/04

    Εισηγητής: ο κ. PALMIER

    Στις 25 Οκτωβρίου 2011, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2 του εσωτερικού κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:

    «Έκθεση παρακολούθησης του 2011 με θέμα τη στρατηγική αειφόρου ανάπτυξης της ΕΕ: η αξιολόγηση της ΕΟΚΕ».

    Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της EOKE, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 11 Μαΐου 2012.

    Κατά την 481η σύνοδο ολομέλειας, της 23ης και 24ης Μαΐου 2012 (συνεδρίαση της 23ης Μαΐου 2012), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 138 ψήφους υπέρ, 9 κατά και 12 αποχές.

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1   Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) θεωρεί ότι η έκθεση παρακολούθησης της Eurostat (2011 monitoring report of the EU sustainable development strategy) αποτελεί ωφέλιμο και σημαντικό μέσο για:

    να επισημάνει την πρόοδο που έχει συντελεστεί ως τώρα στην κατεύθυνση των στόχων και των σκοπών της ευρωπαϊκής στρατηγικής για αειφόρο ανάπτυξη·

    να επανεξετάσει και να τελειοποιήσει τους στόχους, τις ενέργειες και τα μέτρα της ίδιας της στρατηγικής της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη, καθώς και να βελτιώσει τις μεθοδολογίες και τα μέσα μέτρησης της αειφόρου ανάπτυξης που χρησιμοποιούνται επί του παρόντος·

    να αντιμετωπίσει τις νέες επερχόμενες προκλήσεις, συγκεκριμένα υπό το πρίσμα των συνεπειών στη στρατηγική αειφόρου ανάπτυξης, που παράγονται από την παγκόσμια οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση.

    1.2   Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της που δεν υπήρξε έκθεση από την Επιτροπή σχετικά με την κατάσταση της εφαρμογής της στρατηγικής αειφόρου ανάπτυξης στην ΕΕ και αιτείται την απόκριση της Επιτροπής και των άλλων θεσμικών οργάνων της ΕΕ σχετικά με τα αποτελέσματα της έκθεσης της Eurostat, ως αναπόσπαστο μέρος της ίδιας στρατηγικής και θεμελιώδες μέσο για μια πολιτική αξιολόγηση των μέτρων που έχουν εφαρμοστεί ως τώρα και για τον καθορισμό των προσανατολισμών που θα τηρηθούν στο μέλλον.

    1.3   Η ΕΟΚΕ θεωρεί, συνεπώς, αναγκαία μια αποτελεσματικότερη πολιτική δέσμευση για την υλοποίηση των στόχων της στρατηγικής, που θα ξεκινά από τις προσπάθειες για ορθή μέτρηση της κατάστασης της αειφόρου ανάπτυξης, χάρη στην επιστημονική και πολιτική αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων πολιτικής που εφαρμόστηκαν για τη στήριξη της βιωσιμότητας.

    1.4   Προς τούτο, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή καλεί εκ νέου να ληφθούν υπόψη τα κίνητρα και οι στοχασμοί που καταγράφηκαν σχετικά, στο πλαίσιο του Παρατηρητηρίου για την αειφόρο ανάπτυξη, με σκοπό να δώσει τον λόγο στην κοινωνία των πολιτών. Η μετάβαση προς ένα πιο βιώσιμο πρότυπο ανάπτυξης θα μπορεί να είναι αποτελεσματική μόνο εάν ενεργοποιηθούν δημοκρατικές διαδικασίες οι οποίες θα τροφοδοτούν την ευαισθητοποίηση και τη συμμετοχή του κοινού στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, μέσω της ανάπτυξης δομών διαλόγου ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών και τους πολιτικούς ιθύνοντες.

    1.5   Η ΕΟΚΕ επισημαίνει την ευκαιρία για ενδυνάμωση των δεσμών της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη με τις άλλες σημαντικές πολιτικές πρωτοβουλίες της ΕΕ. Ο ίδιος οριζόντιος και καθολικός χαρακτήρας της έννοιας της αειφόρου ανάπτυξης απαιτεί αυστηρή σύνδεση με όλες τις άλλες αναδυόμενες πολιτικές προτεραιότητες (κοινωνική ισότητα, καταπολέμηση της φτώχειας και της ανεργίας, κοινωνική δικαιοσύνη, αποτελεσματικότητα της χρήσης των πόρων, προστασία του φυσικού κεφαλαίου, κοινωνική συνοχή, συνεργασία για την ανάπτυξη).

    1.5.1   Αυτή η απαίτηση για διασύνδεση ανάμεσα στις διάφορες πολιτικές στρατηγικές της ΕΕ έχει ιδιαίτερη σημασία στη σημερινή ιστορική περίοδο. Οι σημαντικές συνέπειες που προκαλεί η παγκόσμια οικονομική κρίση καθιστούν αναγκαία τη διάκριση ανάμεσα στις επιπτώσεις που προκύπτουν από την παγκόσμια οικονομική συγκυρία και την ανάπτυξη σοβαρών και δομημένων στρατηγικών για μακροπρόθεσμη αειφόρο ανάπτυξη.

    1.5.2   Ειδικότερα, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει την ανάγκη για καλύτερη συνεργασία και ενσωμάτωση μεταξύ της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη και της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ενέργειες της τελευταίας στοχεύουν πράγματι στην υλοποίηση μεγαλύτερης βιωσιμότητας της ανάπτυξης. Η ανάλυση και η αναζήτηση νέων δεικτών επιτρέπει την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων για την ενθάρρυνση των προτύπων βιώσιμης κατανάλωσης και παραγωγής και επίσης την ενθάρρυνση της διαδικασίας παρακολούθησης της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

    1.6   Η ΕΟΚΕ συνιστά την ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης της αειφόρου ανάπτυξης, ιδίως αν ληφθούν υπόψη οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στα κοινωνικά ζητήματα –ειδικότερα, όσον αφορά την αύξηση της ανεργίας, των ανισοτήτων και του κινδύνου κοινωνικού αποκλεισμού– που πλήττουν σε μεγαλύτερο βαθμό τις πιο ευπαθείς ομάδες και προκαλούν μακροχρόνιες αλυσιδωτές επιπτώσεις στις συνθήκες ζωής των ατόμων, περιορίζοντας, επίσης, τα περιθώρια παρέμβασης για την προστασία του περιβάλλοντος.

    1.7   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει σθεναρά την προώθηση μιας οικονομικής ανάπτυξης που θα είναι σε θέση να εγγυάται την ανάπτυξη της οικονομίας εξουδετερώνοντας τις αρνητικές συνέπειες για το περιβάλλον και θα λαμβάνει υπόψη τις βασικές αρχές της ισότητας, της συνεργασίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης (με βάση την ίδια την έννοια της αειφόρου ανάπτυξης).

    1.7.1   Η ΕΟΚΕ στηρίζει την έννοια της πράσινης ανάπτυξης και την ανάπτυξη μιας πράσινης οικονομίας που θα υλοποιηθεί στο μακροπρόθεσμο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης, μειώνοντας τις ανισότητες των ευκαιριών κατά τη μετάβαση προς ένα πρότυπο ανάπτυξης χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (1).

    1.7.2   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει σχετικά τις συστάσεις της ΔΟΕ (Διεθνής Οργάνωση Εργασίας) για τις πράσινες θέσεις εργασίας ούτως ώστε, κατά τη μετάβαση προς μια πράσινη οικονομία, να διασφαλίζονται αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας στους εργαζόμενους και ποιοτική απασχόληση, και να αποφεύγεται η πιθανότητα επανάληψης στην πράσινη οικονομία των κοινωνικών διαχωρισμών που προέκυψαν σε άλλα στάδια μετατροπής.

    1.8   Κατά τη μετάβαση προς τη βιωσιμότητα είναι ουσιώδες να ενισχυθεί η επένδυση στην έρευνα και την καινοτομία, ιδίως στον τομέα της ενέργειας, για να προαχθεί ένα πρότυπο ανάπτυξης που θα βασίζεται κυρίως στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και λιγότερο στην κατανάλωση ορυκτών καυσίμων, και να συνεχιστεί η μείωση της ενεργειακής έντασης της οικονομίας, αλλά και για τις θετικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση που μπορούν να προκύψουν με την έναρξη νέων δραστηριοτήτων και την προώθηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.

    1.9   Εκτός από την ποιότητα της τεχνολογικής έρευνας και καινοτομίας, η κατάρτιση διαδραματίζει επίσης θεμελιώδη ρόλο: συνοδεύει την κοινωνία των πολιτών στην πορεία προς ένα διαφορετικό πρότυπο ανάπτυξης, παρέχοντας τα ιδανικά μέσα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προκλήσεων που επιφέρει και ενισχύοντας τον ρόλο της ως ενεργού παράγοντα της αλλαγής.

    1.10   Η εξασφάλιση των κατάλληλων τρόπων ευαισθητοποίησης και κατάρτισης σε θέματα αειφόρου ανάπτυξης αποτελεί, ως εκ τούτου, στόχο ζωτικής σημασίας, ο οποίος πρέπει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τον στόχο της εφαρμογής πιο αποτελεσματικών παραμέτρων για τη μέτρηση της προόδου που επιτυγχάνεται για μεγαλύτερη βιωσιμότητα.

    1.11   Ειδικότερα, είναι σκόπιμο να συνεχίσουμε την πορεία που ακολούθησε η ΕΟΚΕ για τη στήριξη της επεξεργασίας νέων δεικτών για τη μέτρηση της οικονομικής προόδου πέρα από το ΑΕγχΠ (2) και να συνδυάσουμε τόσο τις ποσοτικές όσο και τις ποιοτικές διαστάσεις ανάλυσης, στηριζόμενοι και στην έρευνα των τρόπων αντίληψης και αξιολόγησης των κοινωνικών φορέων για θέματα βιωσιμότητας.

    1.12   Μόνο μέσω μιας συμμετοχικής διαδικασίας που αποδέχονται οι εμπειρογνώμονες, οι πολιτικοί και οι κοινωνικές δυνάμεις θα είναι εφικτή η θεμελίωση μιας νέας πολιτικής και κοινωνικής νοοτροπίας, που να μπορεί να σχεδιάσει ένα είδος ανάπτυξης που θα καλύπτει, συνδυάζοντας, και τα τρία πεδία – οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό– στα οποία στηρίζεται η έννοια της ποιότητας και της βιωσιμότητας της ανθρώπινης προόδου.

    2.   Εισαγωγή

    2.1   Η έκθεση παρακολούθησης της Eurostat (2011 monitoring report of the EU sustainable development strategy), που παρουσιάζει τη στρατηγική αειφόρου ανάπτυξης της ΕΕ του 2011, παρέχει ένα λεπτομερές πλαίσιο της κατάστασης των κρατών μελών της Ένωσης δύο χρόνια μετά την κρίση και καθιστά, συνεπώς, δυνατή την υλοποίηση μιας κριτικής αξιολόγησης όσον αφορά τόσο τις βαθιές μεταβολές που συντελούνται στις κοινωνίες μας όσο και τη συζήτηση που βρίσκεται σε εξέλιξη σχετικά με το κατά πόσον η μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα συνιστά μια ευκαιρία για την καταπολέμηση της ύφεσης, ενισχύοντας μια διαδικασία αναζωογόνησης της παραγωγής και εμποδίζοντας τη μείωση της απασχόλησης.

    2.2   Δεδομένου του ρόλου της ως γέφυρας ανάμεσα στα θεσμικά όργανα της ΕΕ και την οργανωμένη κοινωνία των πολιτών, η ΕΟΚΕ σκοπεύει να συμβάλει στην προβληματισμό που ξεκινά από την εν λόγω έκθεση, ευνοώντας τη συμμετοχή των αντιπροσωπευτικών οργάνων των ευρωπαίων πολιτών στην αξιολόγηση των θεμάτων και των σημαντικών σχεδίων για την επίτευξη της οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας της ανάπτυξης.

    2.3   Επιπλέον, η παρούσα γνωμοδότηση αποτελεί συνέχεια των προηγούμενων γνωμοδοτήσεων που κατάρτισε η ΕΟΚΕ κατά την προετοιμασία της διάσκεψης του ΟΗΕ σχετικά με την αειφόρο ανάπτυξη (UN Conference on Sustainable Development- UNCSD), η οποία θα λάβει χώρα στο Ρίο Ντε Τζανέιρο (Rio + 20) τον Ιούνιο του 2012.

    2.3.1   Η παρούσα γνωμοδότηση αποτελεί τη συμβολή της κοινωνίας των πολιτών εν όψει των διαπραγματεύσεων της συνόδου Rio+ 20, ειδικότερα όσον αφορά μία από τις δύο βασικές προκλήσεις που θα βρίσκονται στο επίκεντρο της συνόδου κορυφής: το θεσμικό πλαίσιο για την αειφόρο ανάπτυξη.

    3.   Γενικές παρατηρήσεις

    3.1   Η ανάλυση των δεδομένων της έκθεσης του 2011 επισημαίνει πως ορισμένα από τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν, στην κατεύθυνση που χαράχτηκε από τους στόχους της στρατηγικής της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη, μπορούν να αποδοθούν περισσότερο στις επιπτώσεις της τρέχουσας παγκόσμιας οικονομικής συγκυρίας παρά στην εφαρμογή δομημένων μακροπρόθεσμων στρατηγικών με στόχο την υλοποίηση αειφόρου ανάπτυξης. Η ανάλυση και η αντιμετώπιση των αποκλίσεων που υπάρχουν ανάμεσα στα κράτη μέλη κατά την επιδίωξη των εν λόγω στόχων συνιστούν προτεραιότητα.

    3.1.1   Όσον αφορά τις ευνοϊκές εξελίξεις, οι οποίες αναφέρονται στην έκθεση για το χρονικό διάστημα από το 2000 μέχρι σήμερα, σημειώνεται:

    μείωση του αριθμού των ατόμων που διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού (μολονότι αυξήθηκε το ποσοστό των φτωχών εργαζομένων)·

    αύξηση του προσδόκιμου ζωής και βελτίωση του γενικού πλαισίου της δημόσιας υγείας (αν και εξακολουθούν να υπάρχουν ανισότητες στην πρόσβαση στην προστασία της υγείας)·

    μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και αύξηση της κατανάλωσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας·

    σταθερότητα στην αφθονία και την ποικιλία των κοινών ειδών πτηνών, ως αξιόπιστη ένδειξη της συνολικής κατάστασης της βιοποικιλότητας και της ακεραιότητας των φυσικών συστημάτων.

    3.1.2   Όσον αφορά τις δυσμενείς εξελίξεις

    αύξηση της ζήτησης υλικών, παρά τη θετική τάση αύξησης της παραγωγικότητας των πόρων·

    αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των ηλικιωμένων εργαζόμενων που, ωστόσο, δεν επιτυγχάνει τον προβλεπόμενο στόχο για το 2010·

    διατήρηση της αλιευτικής δραστηριότητας πέρα από τα επίπεδα βιωσιμότητας για τα ιχθυαποθέματα·

    επίτευξη μόνο σχετικής αποσύνδεσης, επί του παρόντος, μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης και της κατανάλωσης ενέργειας στις μεταφορές, και μη μετατόπιση της μεταφοράς εμπορευμάτων και ατόμων προς μέσα με μικρότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις·

    μη επίτευξη του προβλεπόμενου στόχου για το 2010 διάθεσης του 0,56 % του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος στην επίσημη βοήθεια για την ανάπτυξη.

    3.2   Όσον αφορά τις επιπτώσεις της κρίσης στην ευνοϊκή/δυσμενή εξέλιξη των τάσεων που αναλύονται στην έκθεση της Eurostat, παρατηρείται ότι η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, δεν αποδίδεται μόνο στην αποτελεσματικότερη χρήση της ενέργειας και στη μεγαλύτερη χρήση καυσίμων χαμηλών εκπομπών άνθρακα, αλλά και στην ύφεση που προκάλεσε η κρίση.

    3.2.1   Η ενέργεια, ως προαπαιτούμενο για όλες τις οικονομικές δραστηριότητες, εμφανίζεται ως η μεταβλητή που συνδέεται πιο στενά με την ανάπτυξη της οικονομίας, όπως αποδεικνύεται από τη μείωση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας παράλληλα με την πτώση του ΑΕγχΠ. Είναι συνεπώς θεμελιώδες να πραγματοποιηθεί πρόοδος προς την κατεύθυνση της αποσύνδεσης της οικονομικής ανάπτυξης από την περιβαλλοντική πίεση μέσω της αποσύνδεσης της παραγωγής πλούτου από την κατανάλωση ενέργειας.

    3.3   Το σενάριο που παρουσιάζεται στην έκθεση της Eurostat αποδεικνύει ότι η ΕΕ σημείωσε σημαντική πρόοδο στην πορεία προς την αειφόρο περιβαλλοντική, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη· ωστόσο, η οικονομία της ΕΕ εξακολουθεί να είναι ενεργειοβόρος και να βασίζεται σε υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και πρέπει συνεπώς να ενταθούν οι προσπάθειες για διαρθρωτικές αλλαγές εις βάθος, ούτως ώστε να ξεκινήσει η διαδικασία μακροχρόνιας μετάβασης, απαλλαγμένης από τις επιπτώσεις της σημερινής παγκόσμιας οικονομικής συγκυρίας.

    4.   Ειδικές παρατηρήσεις

    4.1   Η ανάλυση των δεικτών που μετρούν τη διάσταση της κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης κατά την εξέλιξή της από το 2000 έως το 2011 παρουσιάζει έντονα τις επιπτώσεις της ύφεσης που προκαλείται από την παγκόσμια οικονομική κρίση. Αυτό είναι εμφανές ιδίως κατά την εξέταση του ΑΕγχΠ, των επενδύσεων και της παραγωγικότητας της εργασίας.

    4.1.1   Αρνητικές εξελίξεις καταγράφονται όσον αφορά την ανεργία και την απασχόληση, με ιδιαίτερα ανησυχητικά ποσοστά όσον αφορά την ανεργία των νέων. Αντιθέτως, παρατηρούνται θετικές τάσεις στην ανάκαμψη των αποταμιεύσεων των οικογενειών ως απάντηση στην κρίση· στην αύξηση των δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη και στη βελτίωση της ενεργειακής έντασης, για την οποία καταγράφεται απόλυτη αποσύνδεση.

    4.1.2   Ο τομέας της κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης μετρά την πρόοδο που συντελέστηκε για τη δημιουργία μιας κοινωνίας που θα βασίζεται σε μια καινοτόμο και οικολογικά αποδοτική οικονομία, η οποία προβλέπει υψηλά πρότυπα διαβίωσης για την κοινωνία των πολιτών. Η οικονομική κρίση επέδρασε αρνητικά στην επίτευξη αυτών των στόχων. Ωστόσο, η ανάπτυξη μιας διαδικασίας μετατροπής της οικονομίας σε πράσινη οικονομία μπορεί να αποτελέσει ισχυρό μοχλό για την αντιμετώπιση της ύφεσης, συμβάλλοντας στην αναζωογόνηση της παραγωγής και της απασχόλησης.

    4.2   Η ανάλυση της προόδου που επιτεύχθηκε όσον αφορά τα μοντέλα βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης δείχνει αντιφατικές εξελίξεις. Μολονότι η ΕΕ έγινε πιο αποδοτική στη χρήση των πόρων, παρατηρείται συνεχής αύξηση της ζήτησης υλικών. Στο επίπεδο της ενέργειας, αυξάνεται η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά παρατηρείται μείωση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας. Όσον αφορά το θέμα των απορριμμάτων, αν και παρατηρείται αύξηση της παραγωγής επικίνδυνων απορριμμάτων, διαπιστώνεται αντιθέτως μείωση της ποσότητας μη ορυκτών απορριμμάτων και αύξηση της ανακύκλωσης. Επιπλέον, επισημαίνεται η συνεχής αύξηση του αριθμού των αυτοκινήτων, αλλά καταγράφεται μείωση των εκπομπών ρύπων η οποία απορρέει σε μεγάλο βαθμό από τη μείωση που παρατηρείται στον τομέα των μεταφορών και από την ανάπτυξη πιο αποδοτικών κινητήρων.

    4.2.1   Το πλαίσιο των αντιθέσεων που προκύπτει από τους δείκτες που αναλύονται δείχνει ότι, παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί, απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για την επίτευξη του στόχου αποσύνδεσης της οικονομικής ανάπτυξης και της χρήσης των πόρων, ενώ διατηρείται η ικανότητα απορρόφησης των οικοσυστημάτων. Επιπλέον, είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπόψη η κατανάλωση και η παραγωγή με πιο αλληλένδετο τρόπο, προωθώντας την έννοια του κύκλου ζωής των προϊόντων. Πρέπει, συνεπώς, να επενδύσουμε περισσότερο σε δράσεις ευαισθητοποίησης για πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης πιο υπεύθυνα προς το περιβάλλον.

    4.3   Οι δείκτες σχετικά με την κοινωνική ένταξη δείχνουν μάλλον ευνοϊκές τάσεις ανάπτυξης, με μείωση του κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Ωστόσο, παρατηρείται αύξηση του κινδύνου φτώχειας για την ομάδα ατόμων ηλικίας από 25 έως 49 ετών και, σε μικρότερο βαθμό, για τις ηλικίες από 18 έως 24 ετών, καθώς και αύξηση του ποσοστού ανεργίας των νέων. Αντιθέτως, προκύπτει ότι έχουν μειωθεί: η ένταση της φτώχειας, η ανισότητα του εισοδήματος, το ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας, το χάσμα στους μισθούς των δύο φύλων.

    4.3.1   Ανάμεσα στις δυσμενείς τάσεις εντοπίζεται η αύξηση του ποσοστού των φτωχών εργαζομένων· η αύξηση της συμμετοχής στη διά βίου μάθηση με τρόπο που δεν επαρκεί για την επίτευξη του προβλεπόμενου στόχου για το 2010· η ανάγκη μεγαλύτερης μείωσης του ποσοστού της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.

    4.3.2   Παρόλον ότι η κατάσταση που απεικονίζεται στην έκθεση της Eurostat είναι αρκετά ευνοϊκή, πρέπει να βελτιωθούν τα αποτελέσματα σχετικά με την εγκατάλειψη του σχολείου ή τη διά βίου μάθηση. Ο κίνδυνος της φτώχειας πλήττει πράγματι σε μεγαλύτερο βαθμό τα άτομα με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης. Επιπλέον, η εκπαίδευση και η κατάρτιση διαδραματίζουν βασικό ρόλο στη δυνατότητα εκμετάλλευσης των ευκαιριών απασχόλησης που συνδέονται με την ανάπτυξη της πράσινης οικονομίας, που απαιτεί την ανάπτυξη νέων οικολογικά αποδοτικών τεχνολογιών και την αναπροσαρμογή των ικανοτήτων σύμφωνα με τις διαδικασίες τεχνολογικής καινοτομίας. Επομένως οι δραστηριότητες κατάρτισης είναι θεμελιώδεις, τόσο για την προώθηση της ένταξης των νέων στην εργασία όσο και για την ανταπόκριση στις απαιτήσεις όσων ήδη εργάζονται και βρίσκονται αντιμέτωποι με νέες προκλήσεις που προκύπτουν από τις συντελούμενες αλλαγές.

    4.4   Η ανάλυση των δημογραφικών αλλαγών παρουσιάζει σημαντικές βελτιώσεις σχετικά με το ποσοστό απασχόλησης των ηλικιωμένων εργαζομένων, το προσδόκιμο ζωής άνω των 65 ετών, τη μείωση του κινδύνου φτώχειας για όσους είναι άνω των 65 ετών.

    4.4.1   Ωστόσο, παράλληλα με αυτές τις βελτιώσεις, σημειώνεται αύξηση των ποσοτικών και ποιοτικών επιπέδων των δαπανών για την πρόνοια και το δημόσιο χρέος. Οι δημογραφικές αλλαγές που καταγράφονται –ειδικότερα, τα χαμηλότερα ποσοστά γονιμότητας και το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής –και οι ελλείψεις ισορροπίας μεταξύ των γενεών που απορρέουν από αυτά– μας επιβάλλουν να ανταποκριθούμε στην πρόκληση για δημιουργία μιας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς, διατηρώντας βιώσιμα τα επίπεδα για τις δημόσιες δαπάνες, προσαρμόζοντας τις δαπάνες για την πρόνοια με βάση τις νέες ανάγκες που συνεπάγονται μακροπρόθεσμα μεγαλύτερες απαιτήσεις ως προς τις συντάξεις, την υγεία και την περίθαλψη.

    4.5   Η ανάλυση της δημόσιας υγείας δείχνει βελτιώσεις και συγκεκριμένα μεγαλύτερη διάρκεια ζωής και περισσότερη υγεία: αύξηση του προσδόκιμου ζωής, μείωση των θανάτων λόγω χρόνιων ασθενειών και μείωση των αυτοκτονιών· επιπλέον, καταγράφεται πτώση της παραγωγής τοξικών χημικών ουσιών, του ποσοστού των σοβαρών ατυχημάτων στον χώρο εργασίας, της έκθεσης στην ηχορύπανση. Παρά το ευνοϊκό αυτό πλαίσιο, εξακολουθούν να υπάρχουν ανισότητες στην πρόσβαση στην ιατρική περίθαλψη ανάμεσα στις διάφορες κοινωνικοοικονομικές ομάδες.

    4.5.1   Η έννοια της δημόσιας υγείας περικλείει διάφορες κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές πτυχές της ανάπτυξης (υγεία και ασφάλεια στους χώρους εργασίας, χρηματοδοτήσεις των ιατρικών υπηρεσιών, έκθεση σε ρύπους κ.λπ.), αντιπροσωπεύοντας μία από τις βασικές προκλήσεις της στρατηγικής της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη που απαιτεί μεγαλύτερες προσπάθειες προς μια ολοκληρωμένη αναλυτική προσέγγιση για τον συνδυασμό των τριών πεδίων της βιωσιμότητας οι οποίες, αντιθέτως, συχνά καταλήγουν να αντιμετωπίζονται ξεχωριστά.

    4.6   Η ανάλυση των δεικτών σχετικά με την κλιματική αλλαγή και την ενέργεια δείχνει ορισμένες σημαντικές βελτιώσεις· ωστόσο, η οικονομική κρίση είχε σημαντική επίδραση σε αυτές τις τάσεις, λόγω της στενής σχέσης ανάμεσα στην ενέργεια και την οικονομική ανάπτυξη. Στο επίπεδο των ευνοϊκών αλλαγών παρατηρούνται: η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που έφερε την ΕΕ κοντά στην επίτευξη των στόχων μείωσης κατά 20 % το 2020 και στον στόχο του Κιότο που ορίστηκε για το 2012· η αύξηση του ποσοστού της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η οποία θα μπορούσε να πετύχει, έως το 2020, τον στόχο του 20 % της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ώστε να καλύψει τη μεικτή εσωτερική κατανάλωση ενέργειας, και η αύξηση της χρήσης των ανανεώσιμων πηγών στις μεταφορές. Επιπλέον, παρατηρείται μείωση της ζήτησης ενέργειας.

    4.6.1   Στο επίπεδο των δυσμενών αλλαγών παρατηρούνται, αντιθέτως: αύξηση από το 2000 έως το 2009 της εξάρτησης από εισαγόμενη ενέργεια· μη επίτευξη του ποσοστού του 21 % των ανανεώσιμων πηγών για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας· μέτρια πρόοδος ως προς τη συμπαραγωγή και τη μετατόπιση της φορολογίας από την εργασία στη χρήση των πόρων.

    4.6.1.1   Η παραγωγή και η κατανάλωση ενέργειας είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και, επομένως, των συνολικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Αυτό καθιστά άκρως σημαντική την τεχνολογική καινοτομία στον τομέα της ενέργειας. Εξάλλου, η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης, πέραν της καταπολέμησης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, μπορεί επίσης να επιφέρει οικονομικά και κοινωνικά οφέλη καθορίζοντας νέες δραστηριότητες που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, συνδυάζοντας τους φορείς προστασίας του περιβάλλοντος με εκείνους της οικονομικής ανάπτυξης και της εργασίας.

    4.6.1.2   Για τον σκοπό αυτόν, πρέπει να αποφευχθεί το ενδεχόμενο η οικονομική κρίση να θέσει σε κίνδυνο τις διαδικασίες μετατροπής της οικονομίας σε πράσινη οικονομία, οι οποίες εφαρμόζονται, αλλά εμφανίζονται αρκετά ευπαθείς σε αυτό το στάδιο της ύφεσης.

    4.7   Ακόμη και οι αλλαγές που παρατηρούνται στον τομέα των βιώσιμων μεταφορών συνδέονται εν μέρει με τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης. Συγκεκριμένα, στον μικρότερο όγκο των μεταφορών οφείλεται η μείωση των τροχαίων ατυχημάτων, καθώς και η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και της κατανάλωσης ενέργειας, που οδήγησαν σε καταγραφή μιας αποσύνδεσης, η οποία, ωστόσο, είναι μόνο σχετική.

    4.7.1   Όσον αφορά τις θετικές τάσεις, παρατηρείται πρόοδος τόσο στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τα νέα αυτοκίνητα όσο και στη μείωση των εκπομπών ρύπων στην ατμόσφαιρα. Αντιθέτως, όσον αφορά τις αρνητικές τάσεις παρατηρείται ότι τόσο στον τομέα της μεταφοράς εμπορευμάτων όσο και στον τομέα της μεταφοράς επιβατών δεν σημειώνεται μετατόπιση προς τρόπους μεταφοράς με μικρότερο περιβαλλοντικό αντίκτυπο.

    4.7.1.1   Ο τομέας των μεταφορών είναι ένας σύνθετος τομέας τα βασικά στοιχεία του οποίου αποδίδονται σε αιτίες διαφορετικής φύσεως, στις οποίες περιλαμβάνεται ακόμη και ο τρόπος διαβίωσης και τα πολιτισμικά πρότυπα κατανάλωσης. Εν προκειμένω, οι μεταφορές καταδεικνύουν ότι, για να είναι αποτελεσματική η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, δεν αρκεί μόνο η ανάληψη πολιτικής δράσης και οι τεχνικές επιλογές, αλλά πρέπει να επανεξεταστούν και οι καθημερινές συνήθειες των ίδιων των πολιτών.

    4.8   Οι προσπάθειες που καταβάλλονται με σκοπό την προστασία των φυσικών πόρων επέφεραν ορισμένα θετικά αποτελέσματα, αλλά πρέπει ακόμη να γίνουν αρκετά βήματα. Έστω και αν η αφθονία και η ποικιλομορφία πολλών ειδών κοινών πτηνών είναι σταθερή, παραμένει ωστόσο η υπερβολική εκμετάλλευση των ιχθυαποθεμάτων  (3). Έστω και αν αυξάνεται ο ορισμός φυσικών καταφυγίων, συνεχίζεται ωστόσο η επέκταση των αστικών περιοχών εις βάρος των γεωργικών γαιών και των οιονεί φυσικών καταφυγίων.

    4.8.1   Οι φυσικοί πόροι δεν αποτελούν μόνο την προϋπόθεση για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων παραγωγής και κατανάλωσης των ανθρώπων, αλλά από αυτούς εξαρτώνται επίσης οι ισορροπίες των οικοσυστημάτων, η αλλοίωση των οποίων μπορεί να έχει μη αναστρέψιμες συνέπειες για όλο τον πλανήτη. Για τον λόγο αυτόν χρειάζεται μεγαλύτερη δέσμευση για την ανάσχεση της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, μέσω της διατήρησης του φυσικού κεφαλαίου της γης και των πόρων της βιοποικιλότητας.

    4.8.2   Υπάρχει επιτακτική ανάγκη να αντιμετωπιστεί το χάσμα των οικολογικών δεικτών με την προσθήκη νέων δεικτών, έτσι ώστε να αντανακλάται καλύτερα η κατάσταση των βιολογικών πόρων και τα δημόσια, σημερινά και μελλοντικά οφέλη που προκύπτουν από τη λειτουργία των οικοσυστημάτων.

    4.9   Η ανάπτυξη της παγκόσμιας σύμπραξης , από το 2000 και μετέπειτα, δείχνει θετικά σημάδια, παρά τον αρνητικό αντίκτυπο της κρίσης στις εμπορικές ροές (μέσω της αύξησης των εισαγωγών από αναπτυσσόμενες χώρες και της μείωσης των γεωργικών επιχορηγήσεων της ΕΕ) και στις χρηματοδοτήσεις για την αειφόρο ανάπτυξη και για τη διαχείριση των φυσικών πόρων.

    4.9.1   Από την άλλη πλευρά, όμως, παρουσιάζεται χαμηλή αύξηση του ποσοστού του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος που χρησιμοποιείται για την επίσημη βοήθεια στην ανάπτυξη των αναπτυσσόμενων χωρών η οποία δεν επιτρέπει την επίτευξη του προβλεπόμενου στόχου για το 2010. Εξάλλου, παρατηρείται μια συρρίκνωση του χάσματος των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα ανάμεσα στην ΕΕ και τις αναπτυσσόμενες χώρες μέσω μιας αύξησης των εκπομπών αυτών παράλληλα με τη μείωση που καταγράφεται στις χώρες της Ένωσης.

    4.9.2   Η παγκόσμια σύμπραξη αποτελεί θεμελιώδη διάσταση της στρατηγικής της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη: η καταπολέμηση της εκτεταμένης φτώχειας, των ανισοτήτων και της ελλιπούς πρόσβασης στους πόρους στις λιγότερο αναπτυγμένες και στις αναπτυσσόμενες χώρες αποτελεί όντως σημαντική πρόκληση για την αειφόρο ανάπτυξη. Από αυτό προκύπτει η δέσμευση για στήριξη των πιο φτωχών χωρών ώστε να συμβαδίζουν εξίσου με τη μετάβαση προς τη βιωσιμότητα, αντιμετωπίζοντας την αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, τις αυξανόμενες προσδοκίες για το επίπεδο διαβίωσης και την αύξηση της κατανάλωσης πρώτων υλών.

    4.10   Οι δείκτες που μετρούν το επίπεδο της χρηστής διακυβέρνησης παρουσιάζουν θετικές αλλά και αρνητικές τάσεις. Όσον αφορά τις ευνοϊκές εξελίξεις παρατηρείται: α) σημαντική μείωση των περιπτώσεων παράβασης των νόμων της ΕΕ σε εθνικό επίπεδο· β) ότι από το 2007 έως το 2009 η μεταφορά των ευρωπαϊκών οδηγιών ήταν πάνω από τον στόχο του 98,5 %· γ) αύξηση της διαθεσιμότητας της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης για τις βασικές δημόσιες υπηρεσίες και της χρήσης της από τους πολίτες των κρατών μελών· δ) ότι οι μισοί από τους πολίτες που ρωτήθηκαν δήλωσαν ότι έχουν εμπιστοσύνη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Όσον αφορά τις δυσμενείς εξελίξεις παρατηρείται: ε) μείωση της προσέλευσης στις εθνικές εκλογές σε συνδυασμό με τη συμμετοχή στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που αποδείχτηκε πιο χαμηλή από τη συμμετοχή στις εθνικές εκλογές (διαφορά μεγαλύτερη από το 20 % σε 27 χώρες, με μόνο μία χώρα να παρουσιάζει το αντίθετο αποτέλεσμα)· στ) ότι δεν έχουν συντελεστεί ακόμη ικανοποιητικά βήματα προόδου στη μετατόπιση της φορολογίας προς ένα ευρύτερο ποσοστό περιβαλλοντικών φόρων στο σύνολο των φορολογικών εσόδων.

    4.10.1   Η έννοια της διακυβέρνησης συνδέεται στενά με την αειφόρο ανάπτυξη και τη δήλωση μιας αρχής κοινωνικής δικαιοσύνης και δικαιοσύνης μεταξύ των γενεών, η οποία απαιτεί τα συμφέροντα των μελλοντικών γενεών να αποτελούν μέρος των συμφωνιών των σημερινών γενεών. Μια καλή διακυβέρνηση απαιτεί την ανάπτυξη μιας δημοκρατικής κοινωνίας, μέσω της πλήρους συμμετοχής της οικονομίας, των κοινωνικών εταίρων και της κοινωνίας των πολιτών, μέσω της ανάπτυξης δομών διαλόγου ανάμεσα στους πολίτες και τους υπεύθυνους πολιτικούς.

    4.11   Η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών θεωρείται από την ΕΟΚΕ θεμελιώδους σημασίας για την επίτευξη περαιτέρω προόδου στην υλοποίηση της αειφόρου ανάπτυξης και για την παγίωση της ίδιας της στρατηγικής της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη. Για να εξασφαλιστεί η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και να της επιτραπεί να συμβάλει στην υλοποίηση της αειφόρου ανάπτυξης απαιτείται η διεύρυνση της πρόσβασης στη γνώση και στην ενημέρωση για θέματα βιωσιμότητας.

    4.12   Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότερη επικοινωνία, απαιτείται επίσης η εφαρμογή αποτελεσματικότερων παραμέτρων για τη μέτρηση της προόδου που συντελέστηκε σε ότι αφορά την υλοποίηση της αειφόρου ανάπτυξης. Ειδικότερα, είναι σκόπιμο να συνεχίσουμε την πορεία που ακολούθησε η ΕΟΚΕ για τη στήριξη της επεξεργασίας νέων δεικτών για τη μέτρηση της οικονομικής προόδου πέρα από το ΑΕΠ (4) που να είναι σε θέση να εντάξουν την αξιολόγηση της περιβαλλοντικής και κοινωνικής ποιότητας στην οικονομική· και κρίνεται αναγκαίο να συνδυάσουμε τόσο την ποσοτική όσο και την ποιοτική διάσταση, στηριζόμενοι και στην έρευνα των τρόπων αντίληψης και αξιολόγησης των κοινωνικών φορέων για θέματα βιωσιμότητας.

    4.13   Πράγματι, η ανάπτυξη ενός έγκυρου συστήματος πληροφοριών, αντί να έχει ένα απλό γνωσιακό ενδιαφέρον, εντάσσεται στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και στην πολιτική διαδικασία, συνιστώντας τη βάση στην οποία θα ενταχθεί το σύστημα των κοινωνικών προτεραιοτήτων. Για τον λόγο αυτόν, ο στοχασμός γύρω από τη σημασία της κοινωνικής και περιβαλλοντικής προόδου και η επακόλουθη αναζήτηση νέων δεικτών και ερμηνευτικών μέσων πρέπει να πραγματοποιηθεί με την ενεργό συμμετοχή των εμπειρογνωμόνων, των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων και της κοινωνίας των πολιτών, μέσω της δημοκρατικής συμμετοχής στις αποφάσεις.

    4.14   Η ΕΟΚΕ θα πρέπει επίσης να σημειώσει την έλλειψη μιας έκθεσης για τις μελλοντικές προοπτικές που θα προκύπτει από την εργασία της Eurostat και να ζητήσει διευκρινίσεις σχετικά με το πώς θα ενσωματωθεί η ανάπτυξη των μελλοντικών πολιτικών και των πορειών τόσο στις εργασίες της Επιτροπής όσο και στις εργασίες των κρατών μελών.

    Βρυξέλλες, 23 Μαΐου 2012.

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Staffan NILSSON


    (1)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Η θέση της ΕΟΚΕ ενόψει της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για την Αειφόρο Ανάπτυξη (Ρίο + 20)», ΕΕ C 143 της 22.05.2012, σ. 39.

    (2)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ σχετικά με το θέμα «Πέραν του ΑΕγχΠ – Η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στην επιλογή συμπληρωματικών δεικτών», ΕΕ C 181 της 21.06.2012, σ. 14

    (3)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας», ΕΕ C 181 της 21.06.2012, σ. 183.

    (4)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ σχετικά με το θέμα «Πέραν του ΑΕγχΠ – Η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στην επιλογή συμπληρωματικών δεικτών», ΕΕ C 181 της 21.06.2012, σ. 14.


    Top