Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52011AE0985

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πράσινη βίβλος — Πολιτική ελέγχου: Διδάγματα που αντλήθηκαν από την κρίση» [COM(2010) 561 τελικό]

    ΕΕ C 248 της 25.8.2011, p. 92–100 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    25.8.2011   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 248/92


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πράσινη βίβλος — Πολιτική ελέγχου: Διδάγματα που αντλήθηκαν από την κρίση»

    [COM(2010) 561 τελικό]

    2011/C 248/16

    Εισηγητής: ο κ. MORGAN

    Στις 13 Οκτωβρίου 2010 και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

    Πράσινη βίβλο - Πολιτική ελέγχου: Διδάγματα που αντλήθηκαν από την κρίση

    COM (2010)561 τελικό.

    Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Μαΐου 2011.

    Κατά την 472η σύνοδο ολομέλειάς της, της 15ης και 16ης Ιουνίου 2011 (συνεδρίαση της 16ης Ιουνίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 153 ψήφους υπέρ, μία κατά και 7 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1   Σύνοψη

    1.1.1   Ο τίτλος της υπό εξέταση πράσινης βίβλου είναι «Πολιτική ελέγχου: Διδάγματα που αντλήθηκαν από την κρίση». Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι το εύρος της κρίσης οφείλεται στο γεγονός ότι κανείς από τους εμπλεκόμενους φορείς δεν ενήργησε όπως θα έπρεπε, με πρώτα τα διοικητικά συμβούλια πολλών τραπεζών. Δεδομένων των παραλείψεων των διοικητικών συμβουλίων των τραπεζών, οι ρυθμιστικές, οι εποπτικές αρχές, και οι νόμιμοι ελεγκτές θα έπρεπε να είχαν εντοπίσει τα προβλήματα που οδήγησαν στην εκδήλωση της κρίσης, κάτι το οποίο τελικά δεν έπραξαν. Η ΕΕ έχει ήδη αναλύσει τα ζητήματα της ρύθμισης και της εποπτείας. Προβάλλει, ωστόσο, η ανάγκη να αναθεωρηθεί ο ρόλος των νόμιμων ελεγκτών, αίτημα το οποίο είχε υποβάλει η ΕΟΚΕ στη γνωμοδότηση του 2009 με θέμα την έκθεση De Larosiere (1). Η πράσινη βίβλος δεν περιορίζεται στον ρόλο του ελέγχου, αλλά εξετάζει και ζητήματα όπως οι τρόποι διαχείρισης, εποπτείας και τα φαινόμενα συγκέντρωσης. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι αυτές οι παράμετροι επηρέασαν τη στάση των ελεγκτών κατά την κρίση.

    1.1.2   Στην πράσινη βίβλο τίθενται 38 ερωτήσεις. Τρεις εξ αυτών θίγουν ιδιαίτερα επίμαχα ζητήματα, ήτοι η ερώτηση 18 περί υποχρεωτικής προκήρυξης διαγωνισμού, η ερώτηση 28 περί κοινού ελέγχου και η ερώτηση 32 περί ενοποίησης των «τεσσάρων μεγάλων» ελεγκτικών γραφείων («big four»). Σε κάθε περίπτωση, όποια πολιτική και αν προτίθεται να υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΟΚΕ ζητά μετ’ επιτάσεως τη διενέργεια επισταμένης εκτίμησης αντικτύπου, πριν από τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης.

    1.2   Ο ρόλος του ελεγκτή

    1.2.1   Ο ρόλος του νόμιμου ελεγκτή, όπως νοείται και ασκείται την πράξη, δεν θεωρείται κατάλληλος. Η επιτροπή ελέγχου ή εποπτείας αποτελεί το απαραίτητο αντίπαλο δέος του νόμιμου ελεγκτή. Βασικές θέσεις της παρούσας γνωμοδότησης είναι η ενίσχυση της ανεξαρτησίας του εξωτερικού ελεγκτή και η αναδιάρθρωση της επιτροπής ελέγχου ή εποπτείας.

    1.2.2   H EOKE εισηγείται την τροποποίηση της οδηγίας του 2006 για τους υποχρεωτικούς ελέγχους προκειμένου να διευρυνθούν οι αρμοδιότητες της επιτροπής ελέγχου ή εποπτείας κατά τον ακόλουθο τρόπο:

    Η πλειονότητα των μελών και ο πρόεδρος της επιτροπής πρέπει να είναι ανεξάρτητοι.

    Οι αρμοδιότητες ορισμένων μελών της επιτροπής πρέπει να σχετίζονται με τα χαρακτηριστικά του τομέα της εκάστοτε εταιρείας, ιδίως στον τραπεζικό τομέα.

    Η επιτροπή ελέγχου ή εποπτείας δεν πρέπει να απλώς να εποπτεύει, αλλά και να αναλαμβάνει την ευθύνη για την ακεραιότητα της διαδικασίας ελέγχου.

    1.2.3   Όσον αφορά τα διττά συστήματα διαχείρισης τα οποία περιλαμβάνουν συγχρόνως και διοικητικό και εποπτικό συμβούλιο, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την ενίσχυση της σχέσης μεταξύ του νόμιμου ελεγκτή και του εποπτικού συμβουλίου.

    1.2.4   Σε γενικές γραμμές, η ΕΟΚΕ διαπιστώνει τις εξής ανάγκες βελτίωσης:

    ενίσχυση των καθηκόντων και των συνδεδεμένων ευθυνών του ελεγκτή·

    σαφέστερες και πιο κατανοητές εκθέσεις των ελεγκτών, ιδίως όσον αφορά υφιστάμενους κινδύνους·

    περαιτέρω εξέλιξη του ελέγχου προς την κατεύθυνση του ελέγχου επιχειρήσεων (βιωσιμότητα του επιχειρηματικού μοντέλου, χρηματοπιστωτική ευρωστία, αναγνώριση και διαχείριση επιχειρηματικών κινδύνων)·

    ενίσχυση της επικοινωνίας που πραγματοποιείται εντός του οικονομικού έτους μεταξύ του ελεγκτή και των ελεγκτικών αρχών της επιχείρησης ήδη κατά τη διάρκεια του ελέγχου.

    1.3   Διαχείριση και ανεξαρτησία

    Η ΕΟΚΕ διαφωνεί με την υποχρεωτική εναλλαγή νόμιμων ελεγκτών, αλλά συμφωνεί ότι ο διαρκής διορισμός των νόμιμων ελεγκτικών γραφείων θα πρέπει να περιορίζεται σε υποχρεωτική υποβολή συμμετοχής σε νέα προκήρυξη διαγωνισμού κάθε 6 με 8 έτη. Η παροχή μη ελεγκτικών υπηρεσιών από τους νόμιμους ελεγκτές προς τους πελάτες τους θα πρέπει να υπόκεινται σε αυστηρό έλεγχο με τη ρητή έγκριση της επιτροπής ελέγχου ή εποπτείας· για τις δε μεγαλύτερες εταιρείες, θα πρέπει να απαγορεύεται η παροχή εκ μέρους των νόμιμων ελεγκτών συμβουλών για την αποφυγή των επενδυτικών κινδύνων, καθώς και υπηρεσιών εσωτερικού ελέγχου λόγω σύγκρουσης συμφερόντων. Η παροχή φορολογικών συμβουλών θα πρέπει να περιορίζεται όταν ενδέχεται να υπάρχει ουσιώδης σύγκρουση συμφερόντων.

    1.4   Εποπτεία

    Οι νόμιμοι ελεγκτές και οι επόπτες θα πρέπει να δεσμεύονται από τον νόμο να συνδιασκέπτονται τακτικά. Τούτο καθίσταται αναγκαίο ιδίως στην περίπτωση των τραπεζών που έχουν μείζον ειδικό βάρος στο σύστημα.

    1.5   Συγκέντρωση

    Η συγκέντρωση της αγοράς των ελέγχων μεγάλων επιχειρήσεων στα χέρια των «τεσσάρων μεγάλων» συνιστά ολιγοπώλιο. Ήδη πριν από τη χρεοκοπία της Arthur Anderson υπήρχαν μόλις πέντε τέτοιες εταιρείες και άλλη μία ανάλογη χρεοκοπία θα ήταν αδιανόητη. Η ΕΟΚΕ προτείνει τη ανάληψη βραχυπρόθεσμης δράσης με τη σύνταξη «διαθηκών» ή «διατάξεων τελευταίας βούλησης» προκειμένου να μετριαστεί ο αντίκτυπος από την ενδεχόμενη χρεοκοπία άλλης εταιρείας. Σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι απαιτείται αναμόρφωση της οικείας αγοράς. Προς τούτο, εισηγείται την καταγγελία των ολιγοπωλιακών συνθηκών στις αρχές ανταγωνισμού του εκάστοτε κράτους μέλους, αρχής γενομένης με τη Γερμανία, την Ολλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

    1.6   Ευρωπαϊκή αγορά

    Η δημιουργία ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς παροχής υπηρεσιών νόμιμου ελέγχου αποτελεί μεν επιθυμητό στόχο, αλλά οι διαφορές στη φορολογία, στο νομικό πλαίσιο και στη γλώσσα εγείρουν σοβαρά εμπόδια. Ωστόσο, υφίστανται, μέχρι ενός βαθμού, περιθώρια εξορθολογισμού.

    1.7   Απλούστευση για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ)

    Υπάρχουν ΜΜΕ διαφόρων μορφών και μεγεθών. Εντούτοις, εάν υφίστανται εξωτερικές επενδύσεις και/ή σημαντικές τραπεζικές παρεμβάσεις, ή μεγάλης εμβέλειας πελάτες και προμηθευτές που ενδιαφέρονται να διατηρήσουν ανέπαφες τις αλυσίδες τους προστιθέμενης αξίας, είναι δύσκολο να υπάρξουν πολλές συνοπτικές διαδικασίες.

    1.8   Διεθνής συνεργασία

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η διεθνής συνεργασία θα πρέπει να είναι υποχρεωτική. Τούτο προϋποθέτει την από κοινού ανάληψη πρωτοβουλιών με το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και την Ομάδα των 20 (G20), αλλά, ακόμα πιο άμεσα, με τις ΗΠΑ και την Ομάδα των 8 (G8).

    1.9   Εταιρική διακυβέρνηση

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει την αντίθεσή της με το γεγονός ότι η υπό εξέταση πράσινη βίβλος με θέμα την πολιτική ελέγχου δεν αφιερώνει ξεχωριστό κεφάλαιο στο ζήτημα της εταιρικής διακυβέρνησης. Μόλις δημοσιεύτηκε δε μια νέα πράσινη βίβλος με τίτλο «Το ενωσιακό πλαίσιο εταιρικής διακυβέρνησης» [COM (2011) 164 τελικό]. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να ενσωματώσει τις προτάσεις για την εταιρική διακυβέρνηση σε αυτές με θέμα την πολιτική ελέγχου. Αυτά τα ζητήματα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα όσον αφορά στην εγκυρότητα της λογιστικής των εταιρειών.

    2.   Εισαγωγή

    2.1   Υπό την ισχύουσα νομοθεσία, η τήρηση λογιστικών στοιχείων και η παρουσίαση ακριβούς και αντιπροσωπευτικής εικόνας των συναλλαγών της κάθε εταιρείας εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου αυτής. Οι μεγάλες εταιρείες είναι υποχρεωμένες να ακολουθούν τη λογιστική μέθοδο των ΔΠΧΑ (διεθνή πρότυπα χρηματοοικονομικής αναφοράς). Ο δε νόμιμος ελεγκτής οφείλει να γνωμοδοτεί κατά πόσο το διοικητικό συμβούλιο εξέθεσε κατά τρόπο ακριβή και αντιπροσωπευτικό τις συναλλαγές της εταιρείας και αν τηρήθηκαν τα ΔΠΧΑ. Αμφότεροι ο απολογισμός του διοικητικού συμβουλίου και η γνωμοδότηση του νόμιμου ελεγκτή δημοσιεύονται στην ετήσια έκθεση και στους λογαριασμούς της εκάστοτε εταιρείας. Οι ετήσιες εκθέσεις των διευθυντών τραπεζών προ της κρίσης δεν περιλάμβαναν προειδοποιήσεις για την επερχόμενη κρίση, ενώ οι νόμιμοι ελεγκτές εξακολουθούσαν να πιστοποιούν την ακρίβεια αυτών των εκθέσεων. Το βασικότερο μάθημα από την κρίση είναι η ανάγκη αλλαγής αυτού του καθεστώτος. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι αλλαγές αυτές θα πρέπει να επικεντρωθούν στην επιτροπή ελέγχου ή εποπτείας και στην εξασφάλιση της ανεξαρτησίας του νόμιμου ελεγκτή.

    2.2   Αυτό το καθεστώς αντανακλάται άλλωστε στις δηλώσεις των διευθυντικών στελεχών και των νόμιμων ελεγκτών που δημοσιεύονται στις ετήσιες εκθέσεις.

    Η ΕΟΚΕ έχει επίσης εξετάσει εκθέσεις νόμιμου ελέγχου από τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Σε όλα τα κράτη μέλη, οι νόμιμοι ελεγκτές δίνουν έμφαση στη διαδικασία και στη μέθοδο. Σε όλες τις εκθέσεις νόμιμου ελέγχου ανά την ΕΕ γίνεται αναφορά στη συμμόρφωση με τη μέθοδο των ΔΠΧΑ. Πλέον, εκφράζεται η ανησυχία ότι λόγω της σπουδής για την τήρηση της μεθόδου των ΔΠΧΑ, δεν εξετάζονται ικανοποιητικά ορισμένες λογιστικές και ελεγκτικές παράμετροι.

    2.3   Από την εξέταση των ελεγκτικών πορισμάτων (στη μετάφρασή τους στα αγγλικά) που δημοσίευσε στη Γερμανία μια από τις τέσσερις μεγάλες εταιρείες ελέγχου το 2009 με θέμα τους λογαριασμούς, μεταξύ άλλων, των Deutsche Bank, Munich Re και BMW προκύπτει ότι η διατύπωση είναι σχεδόν πανομοιότυπη, μολονότι πρόκειται για εταιρείες εντελώς διαφορετικού χαρακτήρα. Αυτή η τάση χρήσης μιας τυποποιημένης διατύπωσης αποκρύπτει την ουσία του ελέγχου από τον αναγνώστη της έκθεσης. Παρότι ο νόμιμος ελεγκτής βεβαιώνει ότι ακολουθήθηκαν οι κατάλληλες διαδικασίες, λείπουν τα στοιχεία που θα συνηγορούσαν υπέρ του βάθους του ελέγχου. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, απαιτούνται αλλαγές προκειμένου οι εκθέσεις ελέγχου να προκρίνουν την ουσία έναντι των τύπων.

    2.4   Οι εξωτερικοί ελεγκτές βασίζονται εν πολλοίς στα συστήματα εσωτερικού ελέγχου των πελατών τους και μεγάλη έμφαση δίνεται στην ακεραιότητα των λόγω συστημάτων. Οι μεγαλύτερες εταιρείες διαθέτουν ειδικό προσωπικό με καθήκοντα που αφορούν στη διενέργεια εσωτερικών ελέγχων, όντας ανεξάρτητα με το χρηματοοικονομικό σκέλος. Το προσωπικό αυτό ενημερώνει απευθείας την επιτροπή ελέγχου. Σκοπός του εσωτερικού ελέγχου είναι η επαλήθευση της ακεραιότητας των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου. Ορισμένες εταιρείες αναθέτουν υπεργολαβικά τη διενέργεια του εσωτερικού ελέγχου σε τρίτους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η υπεργολαβία δεν θα πρέπει επ’ ουδενί να ανατίθεται στον διορισμένο νόμιμο ελεγκτή. Αποτελεί ευθύνη της επιτροπής ελέγχου ή εποπτείας να μεριμνήσει για την ανεξαρτησία του φορέα που θα διενεργήσει τον εσωτερικό λογιστικό έλεγχο και, κατ’ επέκταση, για την ακεραιότητα του συστήματος εσωτερικών ελέγχων.

    2.5   Μολονότι ο έλεγχος θα διασφαλίζει την εγκυρότητα των οικονομικών πληροφοριών που παρέχουν οι ετήσιοι λογαριασμοί, προς το παρόν δεν προβαίνει σε αξιολόγηση των επιχειρηματικών αποφάσεων που λαμβάνουν οι εταιρείες. Ένα από τα διδάγματα της κρίσης είναι ότι τα μεν διευθυντικά στελέχη θα πρέπει να παρουσιάζουν στις εκθέσεις τους την κατάσταση των πραγμάτων –και να προβαίνουν σε εκτίμηση των διαγραφομένων κινδύνων–, οι δε νόμιμοι ελεγκτές θα πρέπει εγγυώνται μέχρι ενός σημείου την εγκυρότητα αυτών των δηλώσεων. Ως εκ τούτου, οι νόμιμοι ελεγκτές δεν θα πρέπει να παρέχουν στους πελάτες τους συμβουλές σχετικές με την εκτίμηση και τη διαχείριση κινδύνων (2).

    2.6   Μετά από εξέταση των αδυναμιών και των προβλημάτων του παρόντος συστήματος πληροφόρησης των μετόχων και των μεριδιούχων και, κυρίως, δεδομένης της κατάληξης ορισμένων τραπεζών εξαιτίας της κρίσης, το αίτημα της διεύρυνσης των αρμοδιοτήτων της επιτροπής ελέγχου ή εποπτείας έχει τύχει ευρείας υποστήριξης. Για παράδειγμα, το Συμβούλιο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς του Ηνωμένου Βασιλείου έχει εισηγηθεί να υιοθετηθούν οι ακόλουθες αρχές ως βάση για τη μεταρρύθμιση του συστήματος χρηματοοικονομικής αναφοράς:

    μεγαλύτερη έμφαση στην ποιότητα του αιτιολογικού της αναφοράς, ιδίως όσον αφορά στην επιχειρηματική στρατηγική και στη διαχείριση κινδύνων,

    ευρύτερη αναγνώριση της σημασίας των επιτροπών ελέγχου και, άρα, μεγαλύτερη έμφαση στη συμβολή τους στην ακεραιότητα της χρηματοοικονομικής αναφοράς,

    περισσότερη διαφάνεια ως προς τον τρόπο με τον οποίο οι επιτροπές ελέγχου ασκούν τα καθήκοντά τους σχετικά με τον έλεγχο της ακεραιότητας της ετήσιας έκθεσης και της επίβλεψης των εξωτερικών ελεγκτών,

    καλύτερη ενημέρωση σχετικά με τη διαδικασία ελέγχου, τόσο για τις επιτροπές ελέγχου, όσο και για τους επενδυτές, καθώς και διεύρυνση των ευθυνών των ελεγκτών,

    διευκόλυνση της πρόσβασης στις ετήσιες εκθέσεις χάρη στην τεχνολογία.

    2.7   Η ΕΟΚΕ ενστερνίζεται τις αρχές αυτές. Θα πρέπει όμως να διευκρινιστούν τα εξής:

    1.

    Τα διευθυντικά στελέχη θα πρέπει να περιγράφουν λεπτομερέστερα τα μέτρα που λαμβάνουν για να διασφαλίσουν την εγκυρότητα των πληροφοριών στις οποίες βασίζονται αμφότερες η διεύθυνση και η διαχείριση της εταιρείας. Επίσης, θα πρέπει να καταστήσουν πιο διαφανείς τις δραστηριότητες της επιχείρησης και τους συναφείς κινδύνους.

    2.

    Οι νόμιμοι ελεγκτές θα πρέπει να υποβάλλουν εκθέσεις, στις οποίες ένα τμήμα θα αφιερώνεται αφενός στην αξιολόγηση της πληρότητας και της λογικής της έκθεσης της επιτροπής ελέγχου και αφετέρου στην επισήμανση ζητημάτων στην ετήσια έκθεση, τα οποία οι νόμιμοι ελεγκτές κρίνουν ανακριβή ή ανακόλουθα σε σχέση με τις πληροφορίες που παρέχουν οι οικονομικές καταστάσεις ή έχουν συγκεντρωθεί μέσω του ελέγχου τον οποίο έχουν διεξάγει.

    3.

    Θα πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω η ήδη σημαντική δυνατότητα των επιτροπών ελέγχου ή εποπτείας να υποχρεώνουν τη διεύθυνση και τους νόμιμους ελεγκτές να λογοδοτούν, σε καθεστώς μεγαλύτερης διαφάνειας, χάρη σε διεξοδικότερες εκθέσεις. Στις συγκεκριμένες εκθέσεις, αυτές οι επιτροπές θα εξηγούν πώς άσκησαν τα καθήκοντά τους για τη διασφάλιση της ακεραιότητας της ετήσιας έκθεσης και θα εκθέτουν λοιπές παραμέτρους των αρμοδιοτήτων τους όπως η επίβλεψη της διαδικασίας εξωτερικού ελέγχου και ο διορισμός νόμιμων ελεγκτών.

    2.8   Η οδηγία του 2006 για τους υποχρεωτικούς ελέγχους περιλαμβάνει τις ακόλουθες διατάξεις αναφορικά με τις επιτροπές ελέγχου:

    «Κάθε οντότητα δημοσίου συμφέροντος έχει μια ελεγκτική επιτροπή. Τα κράτη μέλη ορίζουν εάν αυτή πρέπει να αποτελείται από μη εκτελεστικά μέλη του διοικητικού ή/και του εποπτικού οργάνου της ελεγχόμενης οντότητας ή/και από μέλη που διορίζονται από τη γενική συνέλευση των μετόχων της ελεγχόμενης οντότητας. Ένα τουλάχιστον μέλος της ελεγκτικής επιτροπής είναι ανεξάρτητο και έχει αρμοδιότητα σε λογιστικά και/ή ελεγκτικά θέματα.

    Με την επιφύλαξη της ευθύνης των μελών του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού συμβουλίου, ή άλλων μελών που έχουν ορισθεί από τη γενική συνέλευση των μετόχων της ελεγχόμενης οντότητας, η ελεγκτική επιτροπή είναι μεταξύ άλλων επιφορτισμένη με:

    1.

    την παρακολούθηση της διαδικασίας χρηματοοικονομικής αναφοράς·

    2.

    την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας των εταιρικών συστημάτων εσωτερικού ελέγχου, εσωτερικού λογιστικού ελέγχου, κατά περίπτωση, και διαχείρισης κινδύνων·

    3.

    την επίβλεψη του υποχρεωτικού ελέγχου των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών.»

    2.8.1   Προκειμένου να εφαρμοστούν στην πράξη οι αρχές και οι κανόνες που αναφέρονται στα σημεία 2.8 και 2.9, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η εν λόγω διάταξη πρέπει να τροποποιηθεί, με την παράλληλη τήρηση των υφιστάμενων κανόνων συναπόφασης, έτσι ώστε να απαιτείται η ανεξαρτησία της πλειονότητας των μελών της επιτροπής, καθώς και του προέδρου αυτής.

    2.8.2   Δεν αρκεί η απλή απαίτηση ο ελεγκτής να έχει αρμοδιότητα στη λογιστική και στη διενέργεια ελέγχου. Οι αρμοδιότητες ορισμένων μελών της επιτροπής πρέπει να σχετίζονται με τα χαρακτηριστικά του τομέα της εκάστοτε εταιρείας, ιδίως στον τραπεζικό τομέα.

    2.8.3   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η επιτροπή ελέγχου ή εποπτείας δεν θα πρέπει να περιορίζεται στα καθήκοντα της εποπτείας, αλλά να μεριμνά για την ακεραιότητα των διαδικασιών, σύμφωνα με τις αρχές και τις έννοιες που προαναφέρθηκαν στα σημεία 2.6 και 2.7.

    2.9   Εφόσον τα διευθυντικά στελέχη είναι υπεύθυνα για τους λογαριασμούς, θα πρέπει να εξετάζονται η αρμοδιότητα και η ευθύνες τους ως προς την εγκυρότητα αυτών των λογαριασμών. Για παράδειγμα, τα διευθυντικά στελέχη βεβαιώνουν ότι έχουν διεξάγει όλες τις απαραίτητες έρευνες πριν εγγυηθούν υπεύθυνα την ακρίβεια των λογαριασμών. Μπορούμε άραγε να πιστέψουμε ότι τα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών είχαν προβεί σε όλες τις αναγκαίες έρευνες κατά την περίοδο πριν από την κρίση; Είχαν άραγε επίγνωση των κινδύνων ρευστότητας, της επισφάλειας των διασφαλιζόμενων με υποθήκη χρεογράφων και των κινδύνων που χαρακτήριζαν τα χαρτοφυλάκια δανείων τους; Στο μέλλον, οι τράπεζες και οι λοιπές εταιρείες θα πρέπει να φροντίζουν ώστε τα διορισθέντα στο διοικητικό συμβούλιο ανεξάρτητα διευθυντικά στελέχη να διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα και να έχουν μεγαλύτερη συναίσθηση του ρόλου και των ευθυνών τους.

    2.10   Η επιτυχής εφαρμογή των αρχών που παρατίθενται στο σημείο 2.6 προϋποθέτει γενικότερη αναθεώρηση της εταιρικής διακυβέρνησης. Πρέπει να ενοποιηθούν τα συμπεράσματα από την πράσινη βίβλο για πολιτική ελέγχου και αυτή με θέμα την εταιρική διακυβέρνηση, προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν κενά μεταξύ τους.

    2.11   Συνοπτικά, μολονότι τα διευθυντικά στελέχη είναι υπεύθυνα για την παρουσίαση ακριβούς και αντιπροσωπευτικής εικόνας της κάθε εταιρείας, τούτο θα πρέπει διασφαλίζεται από τους νόμιμους ελεγκτές. Η περιορισμένη ευθύνη αποτελεί ειδικό προνόμιο των ανώνυμων εταιρειών. Ο νόμιμος έλεγχος είναι έτσι σχεδιασμένος ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα κατάχρησης αυτού του προνομίου. Από χρηματοοικονομική άποψη, οι μέτοχοι, οι κάτοχοι ομολόγων, οι τραπεζίτες και οι λοιποί πιστωτές είναι άμεσα εκτεθειμένοι, καθότι εξαρτώνται άμεσα από την εγκυρότητα των οικονομικών καταστάσεων. Το δε εισόδημα των άλλων μεριδιούχων –υπαλλήλων, πελατών ή προμηθευτών– βασίζεται στη συνέχιση της αδιάλειπτης λειτουργίας της επιχείρησης. Κατά την τραπεζική κρίση, τόσο οι νόμιμοι ελεγκτές όσο και οι λοιποί αρμόδιοι φορείς δεν άσκησαν σωστά τα καθήκοντά τους. Ο λογιστικός έλεγχος δεν μπορεί να αποτελέσει την εξαίρεση στις μεταρρυθμίσεις και στα εποπτικά μέτρα που ελήφθησαν στο υπόλοιπο χρηματοοικονομικό σύστημα. Το υπάρχον καθεστώς δεν μπορεί να παραμείνει ως έχει.

    3.   Ερωτήσεις

    3.1   Εισαγωγή

    1)

    Έχετε να διατυπώσετε γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την προσέγγιση και τους σκοπούς της παρούσας πράσινης βίβλου;

    Βλέπε πρώτο κεφάλαιο της παρούσας γνωμοδότησης.

    2)

    Πιστεύετε ότι πρέπει να καθοριστεί καλύτερα ο κοινωνικός ρόλος του ελέγχου όσον αφορά στην αλήθεια των οικονομικών καταστάσεων;

    Η αξιοπιστία ή εγκυρότητα των οικονομικών καταστάσεων είναι στοιχείο εκ των ων ουκ άνευ για μια κοινωνία που εξαρτάται εν πολλοίς από τις επιδόσεις των ανώνυμων εταιρειών εντός της οικονομίας της αγοράς. Η επιβίωση και η μακροημέρευση των επιχειρήσεων εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον. Τα αλληλοεξαρτώμενα συμφέροντα είναι πολλαπλά και πολυσύνθετα: μέτοχοι, κάτοχοι ομολόγων, τράπεζες και λοιποί πιστωτές που κρίνουν την ασφάλεια των επενδύσεων και των δανείων τους βάσει των οικονομικών δηλώσεων· υπάλληλοι που κρίνουν την ασφάλεια των θέσεων εργασίας και των μισθών τους βάσει των οικονομικών δηλώσεων· άλλοι μεριδιούχοι που εξαρτώνται ως εργοδότες, προμηθευτές ή πελάτες από τις οικονομικές δηλώσεις προκειμένου να εκτιμήσουν τη φερεγγυότητα μιας επιχείρησης· τοπικές κοινότητες και αρχές καθώς και εθνικές κυβερνήσεις που χρησιμοποιούν τους λογαριασμούς ως μέσο υπολογισμού τόσο της συμβολής μιας επιχείρησης στην κοινωνία όσο και του ύψους των φορολογικών της εισφορών.

    Πέραν αυτών, οι τράπεζες και τα υπόλοιπα πιστωτικά ιδρύματα διαδραματίζουν καταλυτικό ρόλο στη λειτουργία της οικονομίας της αγοράς. Κατά τη χρηματοπιστωτική κρίση, οι τράπεζες δεν επιτέλεσαν τη βασική λειτουργία τους, τη διακίνηση χρημάτων εντός της οικονομίας. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να αμφισβητηθεί εύλογα η εγκυρότητα των οικονομικών δηλώσεών τους προ της κρίσης. Οι έγκυρες και ακριβείς οικονομικές δηλώσεις αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης της ΕΕ. Επομένως, οι εταιρείες που αναλαμβάνουν τη διενέργεια νόμιμου ελέγχου είναι υπεύθυνες για την προάσπιση του δημόσιου συμφέροντος.

    3)

    Πιστεύετε ότι θα μπορούσε να βελτιωθεί περαιτέρω το γενικό επίπεδο της «ποιότητας του ελέγχου»;

    Ναι, οι εκθέσεις ελέγχου δεν έχουν λόγο ύπαρξης, δεδομένου ότι δεν αντιπροσωπεύουν το έργο των νόμιμων ελεγκτών. Με την έλευση της μεθόδου των ΔΠΧΑ, οι ελεγμένοι λογαριασμοί ίσως καταστούν επίσης περιττοί, ιδίως στην περίπτωση των τραπεζών.

    3.2   Ο ρόλος του ελεγκτή

    4)

    Πιστεύετε ότι οι έλεγχοι θα πρέπει να εγγυώνται τη χρηματοοικονομική ευρωστία των επιχειρήσεων; Είναι οι έλεγχοι κατάλληλοι για τον σκοπό αυτόν;

    Υπό το παρόν καθεστώς, οι έλεγχοι είναι ακατάλληλοι γι’ αυτόν τον σκοπό. Η συνεχής ευρωστία μιας επιχείρησης είναι συνάρτηση της ανθεκτικότητας του επιχειρηματικού προτύπου που εφαρμόζει. Η δοκιμή αυτού του προτύπου εναπόκειται κυρίως στα διάφορα ιδρύματα και στους αναλυτές και όχι στους νόμιμους ελεγκτές. Ακόμα και έτσι όμως, θα πρέπει να γίνουν αλλαγές. Οι εκθέσεις των διευθυντικών στελεχών πρέπει να αντικατοπτρίζουν εναργέστερα την υγεία της εταιρείας. Η εγγύηση αυτών των δηλώσεων πρέπει να εντάσσεται στις αρμοδιότητες του νόμιμου ελεγκτή. Προς τούτο, ο νόμιμος ελεγκτής πρέπει να γνωρίζει τους εγγενείς κινδύνους κάθε κλάδου, κάτι το οποίο προφανώς δεν συνέβαινε όσο τα τραπεζικά στοιχεία ενεργητικού γίνονταν όλο και πιο σύνθετα. Υπό αυτή την έννοια, για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, θα πρέπει να παρέχονται εξηγήσεις ως προς τα πορίσματα των σχετικών εκτιμήσεων.

    5)

    Για να μειωθεί η απόκλιση από τις προσδοκίες και να αποσαφηνιστεί ο ρόλος των ελεγκτών, θα πρέπει η μέθοδος ελέγχου που χρησιμοποιήθηκε να εξηγείται καλύτερα στους χρήστες;

    Ναι, οι νόμιμοι ελεγκτές συμπεριλαμβάνουν σύντομες αναφορές στην ετήσια έκθεση και στους λογαριασμούς, οι οποίες όμως εστιάζουν στο διαδικαστικό σκέλος και δεν περιέχουν πορίσματα, ενστάσεις ή κρίσεις των ελεγκτών. Δεν είναι απλώς θέμα εξήγησης της μεθοδολογίας· τα διευθυντικά στελέχη πρέπει να εξηγούν τις κρίσεις και τις αποφάσεις τους και, εν συνεχεία, οι νόμιμοι ελεγκτές θα διευκρινίζουν με ποια διαδικασία κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι λογαριασμοί είναι έγκυροι και ακριβείς. Σε αυτή την περίπτωση, είναι σημαντικό να ληφθεί μέριμνα ώστε να μην καταφεύγουν εκ νέου οι νόμιμοι ελεγκτές σε μια «ξύλινη γλώσσα».

    6)

    Θα πρέπει να ενισχυθεί ο «επαγγελματικός σκεπτικισμός»; Πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί αυτό;

    Ο «επαγγελματικός σκεπτικισμός» μπορεί να ενισχυθεί με την κατάλληλη κατάρτιση, την απόκτηση πείρας μη ελεγκτικού χαρακτήρα, την αξιολόγηση από ομότιμους ειδικούς των πορισμάτων του ελέγχου και την καθοδήγηση των εταίρων του ελέγχου. Επιπροσθέτως, το αίτημα για μεγαλύτερη διαφάνεια στους ελέγχους που διατυπώνεται στο δεύτερο κεφάλαιο προϋποθέτει ότι οι νόμιμοι ελεγκτές θα ασκούν τα καθήκοντά τους με μεγαλύτερες επιφυλάξεις απ’ ό,τι μέχρι σήμερα. Ένας τρόπος ενδυνάμωσης αυτού του πνεύματος σκεπτικισμού θα ήταν η σύσταση κλαδικού πειθαρχικού οργάνου σε κάθε κράτος μέλος.

    Επίσης, τη στάση αυτή ευνοεί πιθανώς η οικονομική ανεξαρτησία. Το εύρος των παρεχόμενων μη ελεγκτικών υπηρεσιών προς όσους πελάτες ζητούν τη διενέργεια ελέγχου θα πρέπει να εξετάζεται και να αξιολογείται προσεκτικά από την επιτροπή ελέγχου ή εποπτείας με σκοπό τον περιορισμό οποιασδήποτε δυνητικής σύγκρουσης συμφερόντων μεταξύ της σκεπτικιστικής στάσης και της διατήρησης σημαντικών εσόδων για τους πελάτες. Εξάλλου, η σκεπτικιστική στάση ενδέχεται να ενισχυθεί, εάν η υποχρεωτική προκήρυξη διαγωνισμού (ερώτηση 18) περιορίσει τις πιθανότητες παράτασης της σύμβασης για την ανάθεση του ελέγχου στο ίδιο ελεγκτικό γραφείο.

    7)

    Θα πρέπει να αναθεωρηθεί η αρνητική αντίληψη όσον αφορά στις επιφυλάξεις σε έκθεση ελέγχου; Εάν ναι, πώς;

    Όχι, η επιφυλακτική αντιμετώπιση του απολογισμού του διοικητικού συμβουλίου από τους νόμιμους ελεγκτές θα πρέπει να αφορά στους μετόχους και στους μεριδιούχους. Εντούτοις, η μεγαλύτερη διαφάνεια στον απολογισμό του διοικητικού συμβουλίου και/ή της επιτροπής ελέγχου ή εποπτείας μπορεί να κατατοπίσει ευκολότερα τους μετόχους ως προς το λόγους που ώθησαν τους νόμιμους ελεγκτές να υποβάλουν μια έκθεση ελέγχου με επιφύλαξη.

    Στην περίπτωση των τραπεζών, η επιφύλαξη μπορεί να κλονίσει την εμπιστοσύνη οδηγώντας σε συστημικές επιπλοκές. Συνεπώς, οι ενστάσεις των νόμιμων ελεγκτών θα πρέπει να τίθενται το ταχύτερο δυνατόν υπόψη των ρυθμιστικών και εποπτικών αρχών, προκειμένου να αντιμετωπίζονται χωρίς χρονοτριβές ενδεχόμενα προβλήματα.

    8)

    Ποιες άλλες πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται σε ενδιαφερόμενους τρίτους και πώς;

    Οι νόμιμοι ελεγκτές είναι υπόλογοι ενώπιον των μετόχων και, κατ’ επέκταση ενώπιον των υπαλλήλων και των λοιπών μεριδιούχων· ωστόσο δεν υποβάλλουν τις εκθέσεις τους μεμονωμένα σε κάθε μεριδιούχο. Υπεύθυνη για την ενημέρωση των τελευταίων είναι η επιχείρηση. Όπως προτείνεται στο δεύτερο κεφάλαιο, τόσο τα διευθυντικά στελέχη όσο και ο νόμιμος ελεγκτής θα πρέπει να παρέχουν διεξοδικότερη και ακριβέστερη ενημέρωση στις ελεγκτικές αρχές της επιχείρησης, στους μετόχους, στους υπαλλήλους και στους υπόλοιπους μεριδιούχους.

    Η ΕΟΚΕ προτείνει επιπλέον, τουλάχιστον στο πλαίσιο της μη δημόσιας έκθεσης ελέγχου, να προβαίνει ο νόμιμος ελεγκτής σε σαφέστερες δηλώσεις όσον αφορά τους κινδύνους που διαπιστώνονται. Μέσω του νόμιμου ελεγκτή θα πρέπει να δίδονται περισσότερες πληροφορίες σχετικά με ουσιαστικούς κινδύνους που απειλούν την ύπαρξη της επιχείρησης. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να περιλαμβάνουν πιθανά σενάρια κινδύνου, καθώς και στοιχεία σχετικά με το ύψος και τις πιθανότητες των ζημιών. Όσον αφορά τις λογιστικές μεθόδους και τις μεθόδους αξιολόγησης, θα πρέπει να παρουσιάζεται με μεγαλύτερη διαφάνεια ο αντίκτυπός τους στην περιουσιακή και χρηματοοικονομική κατάσταση και στην κερδοφορία της επιχείρησης.

    9)

    Υπάρχει κατάλληλος και τακτικός διάλογος μεταξύ των εξωτερικών ελεγκτών, των εσωτερικών ελεγκτών και της επιτροπής ελέγχου; Εάν όχι, με ποιο τρόπο μπορεί να βελτιωθεί η επικοινωνία;

    Λόγω της τραπεζικής κρίσης θα πίστευε κανείς ότι ενίοτε απουσίαζε ο τακτικός και κατάλληλος διάλογος· ωστόσο σε πολλές περιπτώσεις ίσχυε μάλλον το αντίθετο. Οι διευρυμένες αρμοδιότητες της επιτροπής ελέγχου θα αναβαθμίσουν και την επικοινωνία.

    10)

    Πιστεύετε ότι οι ελεγκτές θα πρέπει να συμβάλλουν στην εξασφάλιση της αξιοπιστίας των πληροφοριών που παρέχουν οι εταιρείες στο πλαίσιο της κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευθύνης των επιχειρήσεων;

    Ενδεχομένως, αλλά όχι πριν από την επίτευξη συμφωνίας σε επίπεδο ΕΕ ως προς τα πρότυπα χρηματοοικονομικής αναφοράς.

    11)

    Ο ελεγκτής θα πρέπει να επικοινωνεί σε τακτική βάση με τα ενδιαφερόμενα μέρη; Επίσης, θα πρέπει να μειωθεί το χρονικό διάστημα μεταξύ του τέλους του έτους και της ημερομηνίας της ελεγκτικής γνώμης;

    Η ανωτέρω ερώτηση 8 καλύπτει την περίπτωση των μεριδιούχων. Η χρονική στιγμή δεν συνιστά πρόβλημα.

    12)

    Ποια άλλα μέτρα θα μπορούσαν να προβλεφθούν για να αυξηθεί η αξία των ελέγχων;

    Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να επανεξετάσει τα αποτελέσματα από την εφαρμογή της μεθόδου των ΔΠΧΑ, ιδίως από τις τράπεζες. Έχει εκφραστεί η ανησυχία ότι βασικές έννοιες όπως η σύνεση και ο λογιστικός συντηρητισμός έχουν πλέον αντικατασταθεί στη μέθοδο των ΔΠΧΑ από την έμφαση στο διαδικαστικό μέρος και τη συμμόρφωση με τα πρότυπα. Σύμφωνα με μια βάσιμη άποψη, περιορίζοντας τη δυνατότητα των ελεγκτών να προβαίνουν σε συνετές κρίσεις, η μέθοδος των ΔΠΧΑ τελικά παρέχει λιγότερα εχέγγυα. Εξάλλου, η μέθοδος των ΔΠΧΑ χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένα μειονεκτήματα όπως η αδυναμία αιτιολόγησης των αναμενόμενων ζημιών.

    Σύμφωνα με στοιχεία που εκτέθηκαν προφορικά στη Βουλή των Λόρδων του Ηνωμένου Βασιλείου, τα αδύνατα σημεία της μεθόδου των ΔΠΧΑ είναι ιδιαίτερα εμφανή στην περίπτωση των τραπεζικών ελέγχων (3).

    Διεθνή ελεγκτικά πρότυπα (ISA)

    13)

    Ποια είναι η γνώμη σας σχετικά με τη θέσπιση των ISA στην ΕΕ;

    Θετική. Θα πρέπει ωστόσο, παράλληλα, να δοθεί μεγάλη προσοχή στην αυστηρή ουδετερότητα έναντι των νομοθετικών συστημάτων.

    14)

    Θα πρέπει η εφαρμογή των προτύπων ISA να είναι υποχρεωτική από τον νόμο σε όλη την ΕΕ; Εάν ναι, θα πρέπει να επιλεγεί προσέγγιση έγκρισης των προτύπων ανάλογη με εκείνη που ισχύει για τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ); Διαφορετικά, δεδομένου ότι τα πρότυπα ISA χρησιμοποιούνται ευρέως στην ΕΕ, θα πρέπει η χρήση των ISA να ευνοηθεί περαιτέρω μέσω μη δεσμευτικών νομοθετικών πράξεων (σύστασης, κώδικα δεοντολογίας);

    Ναι, ενδεχομένως μέσω σχετικού κανονισμού.

    15)

    Θα πρέπει τα πρότυπα ISA να υποστούν περαιτέρω προσαρμογές ανάλογα με τις ανάγκες των ΜΜΕ και των ΜΜΕπ;

    Όχι απαραιτήτως.

    3.3   Διαχείριση και ανεξαρτησία των ελεγκτικών γραφείων

    16)

    Υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων όταν ο ελεγκτής διορίζεται και αμείβεται από την ελεγχόμενη οντότητα; Ποιες άλλες λύσεις θα συνιστούσατε σε αυτό το πλαίσιο;

    Πράγματι, ενδέχεται να προκύπτει σύγκρουση συμφερόντων πλην όμως μπορεί να διευθετείται. Προς τούτο, απαιτείται μεγαλύτερη διαφάνεια στις διαδικασίες διορισμού και εκ νέου διορισμού του εκάστοτε ελεγκτή, αίτημα που διατυπώνεται επίσης στο δεύτερο κεφάλαιο. Ο επιλογή του ελεγκτή από την εταιρεία (επιτροπή ελέγχου ή εποπτείας και μέτοχοι) παρέχει τη δυνατότητα διορισμού του νόμιμου ελεγκτή που θα πληροί κατά τον καλύτερο τρόπο τα κριτήρια της εταιρείας (π.χ. γνώση του κλάδου και απαιτούμενη διεθνής εμβέλεια).

    17)

    Θα ήταν δικαιολογημένος ο διορισμός από τρίτους σε ορισμένες περιπτώσεις;

    Όχι υπό φυσιολογικές συνθήκες. Παρόλα αυτά, ίσως τεθεί το ζήτημα αυτό στην περίπτωση συστημικά σημαντικών ιδρυμάτων όπως οι μεγάλες τράπεζες. Εάν οι εποπτικές αρχές έχουν τακτικές επαφές με τους νόμιμους ελεγκτές των συστημικά σημαντικών ιδρυμάτων και δεν είναι ικανοποιημένες από τις επιδόσεις ή από τον βαθμό ανεξαρτησίας τους, τότε θα πρέπει να έχουν την εξουσία να ζητήσουν από το εν λόγω ίδρυμα να προβεί σε αλλαγές. Αυτή η εξουσία θα πρέπει να είναι απλώς διακριτική, δεδομένου ότι η εταιρεία γνωρίζει ότι η εποπτική αρχή θα μπορούσε να πραγματοποιήσει η ίδια την αλλαγή.

    18)

    Ο διαρκής διορισμός των ελεγκτικών γραφείων θα πρέπει να περιοριστεί χρονικά; Εάν ναι, ποια θα πρέπει να είναι η μέγιστη διάρκεια διορισμού ενός ελεγκτικού γραφείου;

    Απαντώντας σε αυτή την ερώτηση, η ΕΟΚΕ θα ήθελε πρωτίστως να εκφράσει την εξής επιφύλαξη: κάθε πρόταση για αλλαγή του ισχύοντος καθεστώτος θα πρέπει να υπόκειται σε διεξοδική εκτίμηση αντικτύπου.

    Η εναλλαγή των ομάδων ελεγκτών, των επικεφαλής τους και η ανανέωση προσώπων με φυσιολογικούς ρυθμούς στις θέσεις του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου, των εκτελεστικών διευθυντών και των οικονομικών διευθυντών συνιστούν μια πέρα ως πέρα θεμιτή διαδοχή σε ατομικό επίπεδο. Το ζήτημα αφορά τις σχέσεις των επιχειρήσεων μεταξύ τους· ο νόμιμος ελεγκτής επιθυμεί να διατηρήσει την πελατεία του και, αντιστρόφως, ο πελάτης επιδιώκει να συνεχίσει τη θετική συνεργασία του με τον ίδιο ελεγκτή. Αυτές οι μακροχρόνιες σχέσεις υπονομεύουν εν δυνάμει έννοιες όπως η ανεξαρτησία και ο επαγγελματικός σκεπτικισμός.

    Η ΕΟΚΕ διαφωνεί με την υποχρεωτική εναλλαγή νόμιμων ελεγκτών, αλλά προτείνει οι μεγάλες εταιρείες να προκηρύσσουν υποχρεωτικά διαγωνισμό κάθε 6 με 8 έτη για την ανάθεση σύμβασης νόμιμου ελέγχου. Η προκήρυξη του διαγωνισμού θα πρέπει να κοινοποιείται τουλάχιστον σε ένα γραφείο που δεν θα ανήκει στα «τέσσερα μεγάλα». Τούτο δεν συνεπάγεται απαραιτήτως αλλαγή του νόμιμου ελεγκτή. Επομένως, η διαδικασία θα πρέπει να είναι διαφανής. Η επιτροπή ελέγχου θα πρέπει να διευκρινίζει το σκεπτικό του διαγωνισμού και της απόφασής της. Επίσης, θα πρέπει συνέρχεται με τους κύριους μετόχους προκειμένου να αναλύσει αυτό το ζήτημα.

    19)

    Θα πρέπει να απαγορεύεται η παροχή μη ελεγκτικών υπηρεσιών από ελεγκτικά γραφεία; Μια τέτοια απαγόρευση θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα ελεγκτικά γραφεία και τους πελάτες τους ή μόνο σε ορισμένα είδη οργανισμών, όπως οι συστημικοί χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί;

    Δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί στα γραφεία νόμιμου ελέγχου που παρέχουν μη ελεγκτικές υπηρεσίες σε εταιρείες που δεν συγκαταλέγονται στους πελάτες τους που ζητούν την παροχή υπηρεσιών υποχρεωτικού ελέγχου· ωστόσο, αυτές οι υπηρεσίες θα πρέπει να προσφέρονται σε πελάτες που ζητούν την παροχή υπηρεσιών υποχρεωτικού ελέγχου μόνο με τη ρητή έγκριση της επιτροπής ελέγχου ή εποπτείας. Για λόγους μεγαλύτερης ανεξαρτησίας των νόμιμων ελεγκτών των μεγάλων εταιρειών, οι πρώτοι δεν θα πρέπει να παρέχουν στους πελάτες τους συμβουλές για την αποφυγή των επενδυτικών κινδύνων, όπως επίσης δεν θα πρέπει να εκτελούν χρέη εσωτερικού ελεγκτή. Η παροχή φορολογικών συμβουλών θα πρέπει να περιορίζεται όταν ενδέχεται να υπάρχει ουσιώδης σύγκρουση συμφερόντων. Σε γενικές γραμμές, οι μη ελεγκτικές υπηρεσίες καλύπτουν είτε τη λογιστική είτε την παροχή επιχειρηματικών συμβουλών. Η παροχή επιχειρηματικών συμβουλών οδηγεί πιο δύσκολα απ’ ό,τι η λογιστική σε συγκρούσεις συμφερόντων, σε σχέση πάντα με τον νόμιμο έλεγχο. Οι επιτροπές ελέγχου θα πρέπει να εγκρίνουν όλες τις μη ελεγκτικές υπηρεσίες που παρέχουν οι νόμιμοι ελεγκτές και να μεριμνούν για την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων. Επιπλέον, οι επιτροπές αυτές θα πρέπει να παρακολουθούν τη συνολική αξία αυτών των μη ελεγκτικών υπηρεσιών, η οποία θα πρέπει να κοινοποιείται μέσω της ετήσιας έκθεσης.

    Όσον αφορά δε στις ΜΜΕ, θα πρέπει να θεσπιστεί ένα πιο ελαστικό καθεστώς. Υπάρχουν ΜΜΕ διαφόρων μορφών και μεγεθών· Σε πολλές περιπτώσεις, είναι εύλογο να παρέχουν τις φοροτεχνικές συμβουλές και τις συμβουλές για την αποφυγή των επενδυτικών κινδύνων το ίδιο το γραφείο νόμιμου ελέγχου.

    20)

    Θα πρέπει να προβλέπεται νομοθετική ρύθμιση σχετικά με το ανώτατο επίπεδο αμοιβών που μπορεί να λάβει ένα ελεγκτικό γραφείο από ένα και μόνον πελάτη;

    Αυτή η ερώτηση μπορεί να απαντηθεί μόνο εφόσον ληφθούν υπόψη τα συνολικά έσοδα του ελεγκτικού γραφείου ανά χώρα. Σύμφωνα με τον κώδικα δεοντολογίας του Διεθνούς Συμβουλίου Δεοντολογίας Λογιστών (IESBA), τα έσοδα ενός γραφείου από έναν πελάτη δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το 15 % των συνολικών εσόδων του γραφείου στην εκάστοτε χώρα. Με το συγκεκριμένο όριο αναγνωρίζεται εύλογα το γεγονός ότι οι αμοιβές ενός ελεγκτικού γραφείου είναι συνάρτηση του μεγέθους και της συνθετότητας της ελεγχόμενης εταιρείας. Οι πελάτες προσπαθούν ακατάπαυστα να πετύχουν μείωση αυτών των αμοιβών. Συνεπώς, οι αμοιβές ενός ελεγκτικού γραφείου για την παροχή μη ελεγκτικών υπηρεσιών θα πρέπει να δηλώνονται χωριστά.

    21)

    Θα πρέπει να θεσπιστούν νέοι κανόνες σχετικά με τη διαφάνεια των οικονομικών καταστάσεων των ελεγκτικών γραφείων;

    Ναι, αλλά κατά τη θέσπιση αυτών των κανόνων δεν θα πρέπει να παραγνωριστεί το γεγονός ότι τα δίκτυα των «τεσσάρων μεγάλων» δεν συνιστούν ενιαία οντότητα, αλλά απαρτίζονται από επιμέρους εταιρείες ανά χώρα. Τα ελεγκτικά γραφεία θα πρέπει να δημοσιεύουν τους λογαριασμούς τους, ομοίως με τις άλλες επιχειρήσεις που ελέγχουν.

    22)

    Ποια άλλα μέτρα θα μπορούσαν να προβλεφθούν στη διακυβέρνηση των ελεγκτικών γραφείων ώστε να αυξηθεί η ανεξαρτησία των ελεγκτών;

    Σε ορισμένες έννομες τάξεις, οι ελεγκτές οφείλουν κάθε χρόνο να βεβαιώνουν επισήμως την ανεξαρτησία τους. Μάλιστα, σε ένα κράτος μέλος τα ελεγκτικά γραφεία οφείλουν να ακολουθούν συγκεκριμένο κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης. Όταν προκύπτουν δε συγκρουόμενα συμφέροντα, είναι υποχρεωμένα να αποποιηθούν μία από τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει. Επιπροσθέτως, τα ελεγκτικά γραφεία θα πρέπει να προσλαμβάνουν ανεξάρτητους διευθυντές και συμβούλους.

    23)

    Θα πρέπει να διερευνηθούν άλλες δομές, ώστε τα ελεγκτικά γραφεία να μπορούν να αντλούν κεφάλαια από άλλες πηγές;

    Η σύμπραξη υπό τη μορφή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης μπορεί να αποτελέσει δέλεαρ για τα ελεγκτικά γραφεία. Το μέτρο σύγκρισης είναι η δομή της ανώνυμης εταιρείας που έχουν οι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, δομή η οποία αναμφίβολα επηρέασε εν μέρει τις καταστροφικές αξιολογήσεις με τα γνωστά επακόλουθα της κρίσης. Εάν δεν υπάρχει απειλή προσφυγής στα δικαστήρια των κρατών μελών με αξιώσεις απεριόριστης ευθύνης, η συγκεκριμένη σύμπραξη μπορεί να αποδειχθεί αρκούντως συμπαγής. Εντούτοις, εφόσον υφίστανται άλλες μορφές σύστασης εταιρείας που μπορούν να συμβάλουν στη διεύρυνση της αγοράς, τότε θα πρέπει να ενθαρρυνθούν. Ο περιορισμός της ευθύνης μπορεί να έχει διττό όφελος· αφενός να προσελκύσει νέο κεφάλαιο και αφετέρου να παράσχει τη δυνατότητα στα μεσαίου μεγέθους ελεγκτικά γραφεία να διεκδικήσουν με αξιώσεις συμβάσεις έργου σε μεγάλες εταιρείες.

    24)

    Συμφωνείτε με τις προτάσεις σχετικά με τους ελεγκτές ομίλων; Έχετε άλλες ιδέες σχετικά με το θέμα αυτό;

    Ασφαλώς, οι ελεγκτές ομίλων θα πρέπει να έχουν την αρμοδιότητα και τη δυνατότητα να ανταποκριθούν ανεμπόδιστα στις υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει έναντι των μετόχων.

    3.4   Εποπτεία

    25)

    Ποια μέτρα θα πρέπει να προβλεφθούν ώστε να βελτιωθεί περαιτέρω η ολοκλήρωση και η συνεργασία για την εποπτεία των ελεγκτικών γραφείων σε επίπεδο ΕΕ;

    Τα ζητήματα των προτύπων, του ευρωπαϊκού διαβατηρίου και των διεθνών δικτύων των ελεγκτικών γραφείων έχουν και διεθνή διάσταση. Εντούτοις, τα γραφεία νόμιμου ελέγχου δραστηριοποιούνται ως εθνικές μονάδες υπό την εποπτεία του κάθε κράτους μέλους. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της σύστασης ενός συλλογικού οργάνου εθνικών εποπτικών αρχών ενταγμένου στο νέο ενωσιακό πλαίσιο χρηματοοικονομικής εποπτείας.

    26)

    Πώς θα μπορούσε να αυξηθεί η διαβούλευση και η επικοινωνία μεταξύ του ελεγκτή μεγάλων εισηγμένων εταιρειών και των ρυθμιστικών αρχών;

    Υφίστανται ήδη ορισμένες κανονιστικές απαιτήσεις, μολονότι είναι σαφές ότι τα χρόνια προ της κρίσης, σε ορισμένα κράτη μέλη είχε πάψει να υπάρχει ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ των νόμιμων ελεγκτών και των εποπτικών αρχών. Η ΕΟΚΕ προτείνει να ορίσει η νέα Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών απαιτήσεις σχετικές με τον τραπεζικό κλάδο. Συν τοις άλλοις, τόσο ο πρόεδρος όσο και το υπόλοιπο διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να έχουν την ευθύνη της επικοινωνίας με τους ελεγκτές και θα πρέπει να προβλέπονται κυρώσεις σε περίπτωση που η εταιρεία δεν τους έχει γνωστοποιήσει σημαντικά θέματα.

    3.5   Συγκέντρωση και διάρθρωση της αγοράς

    27)

    Ενδέχεται να εγκυμονεί συστημικό κίνδυνο η τρέχουσα συγκρότηση της αγοράς ελεγκτικών υπηρεσιών;

    Θεωρούμε ότι ο κίνδυνος διατάραξης της αγοράς είναι ουσιαστικός. Δεν πιστεύουμε ότι η χρεοκοπία οποιουδήποτε από τα τέσσερα μεγάλα γραφεία νόμιμου ελέγχου αποτελεί άμεση συστημική απειλή για την αγορά. Μολαταύτα, από άποψη ανεξαρτησίας και ισορροπιών στην αγορά, η κυριαρχία μόλις τριών γραφείων θα ήταν απαράδεκτη. Η πρόσφατη χρηματοοικονομική κρίση μας δίδαξε ότι, κατά τη διαχείριση κινδύνων, θα πρέπει να λαμβάνεται πρόνοια για όλα τα ενδεχόμενα.

    28)

    Πιστεύετε ότι η υποχρεωτική σύσταση κοινοπραξίας ελεγκτικών γραφείων, στην οποία θα συμμετέχει οπωσδήποτε τουλάχιστον ένα μικρότερο και μη συστημικής σημασίας ελεγκτικό γραφείο, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης για την αναζωογόνηση της αγοράς ελεγκτικών υπηρεσιών και την παροχή της δυνατότητας σε εταιρείες μικρού ή μεσαίου μεγέθους να συμμετάσχουν σε μεγαλύτερο βαθμό στο τμήμα της αγοράς που καλύπτει τους ελέγχους μεγαλύτερου μεγέθους;

    Στη Γαλλία Δανία υφίσταται ήδη νόμος που καθιστά υποχρεωτικό τον έλεγχο των εταιρειών από μια κοινοπραξία τουλάχιστον δύο γραφείων. Παρόμοιες διατάξεις προβλέπονταν και στη Δανία, αλλά διαπιστώθηκε ότι δεν χρειάζονται πλέον. Στη Γαλλία, το σύστημα αυτό ισχύει από το 1966 για τις εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες και επεκτάθηκε στις εταιρείες που υπέχουν υποχρέωση δημοσίευσης ενοποιημένων λογαριασμών το 1984, την εποχή που τα αγγλο-αμερικανικά ελεγκτικά γραφεία είχαν αρχίσει να αυξάνουν ταχέως το μερίδιό τους στην αγορά. Μέχρι ενός σημείου, η συγκεκριμένη πολιτική αποδείχθηκε επιτυχής. Από έρευνα του 2006 (4) επί 468 γαλλικών εταιρειών και με στοιχεία του 2003, προέκυψε ότι 54 εξ αυτών ελέγχονταν από δύο εκ των τεσσάρων μεγάλων γραφείων, 241(51.5 %) από ένα εκ των «τεσσάρων μεγάλων» και ένα γαλλικό, ενώ οι υπόλοιπες 173 είχαν προσλάβει μεγάλα και μικρά γαλλικά γραφεία σε διάφορους συνδυασμούς.

    Η μορφή της αγοράς ελεγκτικών υπηρεσιών στη Γαλλία δεν είναι αποκλειστικά προϊόν των νομοθετικών παρεμβάσεων. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς στη Γαλλία είναι σαφώς πιο συγκεντρωτικό απ’ ό,τι στις αγγλοσαξονικές χώρες και αυτό επηρεάζει τη νομοθεσία περί ελέγχων. Βάσει του ίδιου δείγματος, ο μεγαλύτερος ενιαίος επενδυτής διαθέτει τουλάχιστον το 25 % του 73 % των γαλλικών εταιρειών. Οι μεγαλύτεροι όμιλοι ιδιοκτητών είναι άλλες εταιρείες (34 %), οικογένειες (25 %) και το ευρύ κοινό (21 %), ενώ οι διεθνείς επενδυτές ελέγχουν μόλις το 8,5 %.

    Σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα: «Όσο μεγαλύτερη είναι συμμετοχή ενός εκ των “τεσσάρων μεγάλων” τόσο μικρότερη είναι η συγκέντρωση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος σε ένα μεγάλο μέτοχο και ευρύτερη η παρουσία διεθνών και δημόσιων επενδυτών. Αντιθέτως, η συμμετοχή ενός εκ των “τεσσάρων μεγάλων” είναι σπανιότερη, όταν η ιδιοκτησία βρίσκεται εν πολλοίς στα χέρια μιας οικογένειας. Επίσης, η παρουσία ενός εκ των “τεσσάρων μεγάλων” είναι ευθέως ανάλογη με τη συμμετοχή θεσμικών επενδυτών (τράπεζες και ταμεία συντάξεων). Είναι δε αξιοσημείωτο ότι αυτά τα χαρακτηριστικά του ιδιοκτησιακού καθεστώτος συνδέονται με τη συμμετοχή δύο αντί ενός εκ των “τεσσάρων μεγάλων”.»

    Δεδομένης αυτής της σχέσης ελέγχου-ιδιοκτησιακού καθεστώτος, από τα ανωτέρω πορίσματα προκύπτει ότι θα ήταν ριψοκίνδυνο να αχθούμε στο συμπέρασμα ότι το γαλλικό νομικό περιβάλλον αποτελεί τον μόνο καθοριστικό παράγοντα της γαλλικής αγοράς ελεγκτικών υπηρεσιών. Κρίνεται ωστόσο σκόπιμο να σημειωθεί επ' αυτού ότι η γαλλική νομοθεσία δεν επιβάλλει τον υποχρεωτικό συσχετισμό ενός «μικρού» γραφείου με ένα «μεγάλο» στο πλαίσιο του κοινού ελέγχου, σε αντίθεση με όσα προτείνει η Επιτροπή. Όπως αναγνωρίζει άλλωστε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι απαντήσεις στη συγκεκριμένη ερώτηση της διαβούλευσης για την πράσινη βίβλο διαφέρουν αρκετά, ιδίως ως προς το κατά πόσο οι κοινοί έλεγχοι συνεπάγονται καλύτερους λογαριασμούς, ή απλώς αυξάνουν το κόστος και τη γραφειοκρατία.

    Απαντώντας στην ανωτέρω ερώτηση, ο κοινός έλεγχος ενισχύει τη συμμετοχή των μικρών γραφείων στην αγορά των μεγάλων εταιρειών. Όσον αφορά το κατά πόσο αυτή η εξέλιξη θα περιόριζε τα φαινόμενα συγκέντρωσης και εάν ναι, σε τι χρονικό ορίζοντα. η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διεξάγει επισταμένη εκτίμηση αντικτύπου πριν καταλήξει σε οποιοδήποτε συμπέρασμα επ’ αυτού. Επίσης, ως ΕΟΚΕ φρονούμε ότι το δίκαιο του ανταγωνισμού μπορεί να προσφέρει πρόσθετες λύσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου του ολιγοπωλίου.

    29)

    Από την άποψη της αναβάθμισης της δομής των αγορών ελεγκτικών υπηρεσιών, συμφωνείτε με την υποχρεωτική εναλλαγή και τη διεξαγωγή διαγωνισμού βάσει προσφορών έπειτα από ένα προκαθορισμένο χρονικό διάστημα; Ποια θα πρέπει να είναι η διάρκεια αυτού του χρονικού διαστήματος;

    Η ΕΟΚΕ διαφωνεί με την υποχρεωτική εναλλαγή. Όσον αφορά την υποχρεωτική προκήρυξη διαγωνισμού, παρακαλείσθε να ανατρέξετε στην απάντησή μας στην ερώτηση 18.

    30)

    Πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η «προκατάληψη υπέρ των Big Four»;

    Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της κατάργησης οποιασδήποτε μεροληψίας υπέρ των «τεσσάρων μεγάλων». Θα πρέπει να απαγορευτεί η υποχρεωτική ανάθεση καθηκόντων αποκλειστικά στους «τέσσερις μεγάλους». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο χορήγησης πιστοποιητικού που θα δίνει τη δυνατότητα σε ελεγκτικά γραφεία μικρότερα από τους «τέσσερις μεγάλους» να διενεργούν ελέγχους σε μεγάλες επιχειρήσεις.

    31)

    Συμφωνείτε ότι τα σχέδια έκτακτης ανάγκης, περιλαμβανομένων των «διατάξεων τελευταίας βούλησης», θα μπορούσαν να συμβάλουν καθοριστικά στην αντιμετώπιση των συστημικών κινδύνων και των κινδύνων που συνδέονται με τη χρεοκοπία εταιρειών;

    Θα πρέπει να προβλέπονται σχέδια έκτακτης ανάγκης τόσο για τα ελεγκτικά γραφεία όσο και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Τα ελεγκτικά γραφεία συνιστούν διεθνή δίκτυα και ως εκ τούτου, η ενδεδειγμένη στρατηγική θα ήταν να δοθεί όλο το βάρος στην πρόληψη χρεοκοπιών σε επίπεδο κρατών μελών, χωρίς όμως να πλήττεται η ακεραιότητα του υπολοίπου δικτύου. Οι «διατάξεις τελευταίας βούλησης» αποτελούν το κλειδί της κάθε περισταλτικής στρατηγικής. Η δε έγκαιρη επισήμανση πιθανών προβλημάτων θα διευκόλυνε την εφαρμογή των σχεδίων έκτακτης ανάγκης.

    32)

    Εξακολουθεί να ισχύει το ευρύτερο σκεπτικό της ενοποίησης των μεγάλων ελεγκτικών γραφείων κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες (ήτοι η παγκόσμια προσφορά υπηρεσιών και η επίτευξη συνεργιών); Υπό ποίες προϋποθέσεις θα μπορούσε να εξεταστεί η σκοπιμότητα μιας αντιστροφής αυτής της τάσης;

    Όπως σημειώνεται και στην απάντηση της ερώτησης 18, αποτελεί πάγια θέση της ΕΟΚΕ η ανάγκη διεξαγωγής επισταμένης εκτίμηση αντικτύπου πριν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου. Καθώς οι ασιατικές μελλοντικές υπερδυνάμεις επεκτείνονται παγκοσμίως, είναι αρκετά πιθανό τα ελεγκτικά γραφεία να ακολουθήσουν τους πελάτες τους. Κάθε κυβερνητικό μέτρο για την επιβολή αλλαγών στην αγορά ελέγχου θα πρέπει να εξετάζεται με προοπτική εικοσαετίας. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη ο νόμος των απρόβλεπτων επιπτώσεων.

    Αν και είναι δύσκολο να υπάρξει πλήρης ανατροπή, το σημαντικό είναι να εφαρμοστεί στην αγορά ελέγχου το δίκαιο του ανταγωνισμού. Η ΕΟΚΕ αντιμετωπίζει ευνοϊκά την παραπομπή του θέματος στις αρχές ανταγωνισμού των κρατών μελών, αρχής γενομένης με τη Γερμανία, την Ολλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι αρχές ανταγωνισμού θα πρέπει επίσης να εξετάζουν ενδελεχώς κάθε προτεινόμενη εξαγορά από τους «τέσσερις μεγάλους».

    3.6   Δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αγοράς

    33)

    Ποιος είναι κατά τη γνώμη σας ο καλύτερος τρόπος για να προωθηθεί η διασυνοριακή κινητικότητα των επαγγελματιών ελεγκτών;

    Η αρχή θα μπορούσε να γίνει με την εναρμόνιση των σχετικών κανόνων και της ισχύουσας νομοθεσίας. Επίσης χρήσιμη θα ήταν η καθιέρωση των ISA. Αναμφισβήτητα οι διαφορές στη φορολογία, στο νομικό πλαίσιο και στη γλώσσα των 27 κρατών μελών εγείρουν σοβαρά εμπόδια στην επίτευξη της πλήρους κινητικότητας πέραν των συνόρων.

    34)

    Συμφωνείτε με τη «μέγιστη εναρμόνιση» σε συνδυασμό με την καθιέρωση ενιαίου ευρωπαϊκού διαβατηρίου για τους ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία; Πιστεύετε ότι μια τέτοια ρύθμιση θα πρέπει επίσης να ισχύει και για τις μικρότερες εταιρείες;

    Ναι, αλλά δεν θα πρέπει να υποτιμούμε τις σχετικές δυσκολίες. Η επιδίωξη καθιέρωσης ενιαίου ευρωπαϊκού διαβατηρίου για τους ελεγκτές στον χώρο εφαρμογής διά νόμου των ΔΠΧΑ κάθε άλλο παρά αβάσιμη προβάλλει. Συνεπώς η απόφαση σε ποιον ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο θα χορηγηθεί αυτό το διαβατήριο θα πρέπει να εξαρτάται από το αν η πρακτική του ελέγχου θα μπορεί ή πρόκειται να συμπεριλαμβάνει τη διενέργεια ελέγχου οικονομικών δηλώσεών βάσει των ΔΠΧΑ.

    3.7   Απλούστευση: Μικρομεσαίες επιχειρήσεις και επαγγελματίες

    35)

    Θα υποστηρίζατε μια υπηρεσία χαμηλότερου επιπέδου σε σύγκριση με τον έλεγχο, δηλαδή μια υπηρεσία του τύπου «περιορισμένος έλεγχος» ή «εκ του νόμου επαλήθευση» για τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις των ΜΜΕ αντί των ελέγχων που επιβάλλονται από τη νομοθεσία; Θα πρέπει η υπηρεσία αυτή να εξαρτάται από το κατά πόσον οι λογαριασμοί καταρτίστηκαν από δεόντως κατηρτισμένο (εσωτερικό ή εξωτερικό) λογιστή;

    Υπάρχουν ΜΜΕ διαφόρων μορφών και μεγεθών. Εάν υφίστανται εξωτερικές επενδύσεις και/ή σημαντικές τραπεζικές παρεμβάσεις, ή μεγάλης εμβέλειας πελάτες και προμηθευτές που ενδιαφέρονται να διατηρήσουν ανέπαφες τις αλυσίδες τους προστιθέμενης αξίας, είναι δύσκολο να υπάρξουν πολλές συνοπτικές διαδικασίες. Στην περίπτωση των πολύ μικρών επιχειρήσεων, μια κατάλληλη λύση θα μπορούσε να είναι η μίσθωση των υπηρεσιών ενός ορκωτού λογιστή.

    36)

    Πιστεύετε ότι θα πρέπει να προβλεφθεί ένας «ασφαλής λιμήν» αναφορικά με την πιθανή μελλοντική απαγόρευση των μη ελεγκτικών υπηρεσιών στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών σε πελάτες που είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις;

    Ναι, αλλά δεν έχει ακόμα τεκμηριωθεί η θέση υπέρ της απαγόρευσης.

    37)

    Θα πρέπει οι «περιορισμένοι έλεγχοι» ή οι «εκ του νόμου επαληθεύσεις» να συνοδεύονται από λιγότερο επαχθείς εσωτερικούς κανόνες ελέγχου της ποιότητας και από την εποπτεία από εποπτικό όργανο; Θα μπορούσατε να παραθέσετε παραδείγματα για το πώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιτευχθεί στην πράξη;

    Βλέπε ερώτηση 35. Ούτως ή άλλως, οι μικρές επιχειρήσεις υπόκεινται σε μικρούς και απλούς ελέγχους.

    3.8   Διεθνής συνεργασία

    38)

    Ποια μέτρα θα ενίσχυαν, κατά τη γνώμη σας, την ποιοτική στάθμη της εποπτείας των παγκόσμιων παραγόντων ελέγχου μέσω της διεθνούς συνεργασίας;

    Η συμμετοχή της Ομάδας των 20 και του Συμβουλίου χρηματοπιστωτικής σταθερότητας (FSB), αλλά το βασικότερο μέτρο θα ήταν η συνεργασία σε επίπεδο Ομάδας των 8, με έμφαση στις στενές σχέσεις με τις ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ.

    Βρυξέλλες, 16 Ιουνίου 2011

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Staffan NILSSON


    (1)  ΕΕ C 318, 23.12.2009, σ. 57.

    (2)  Η διαχείριση κινδύνων συνίσταται στον προσδιορισμό, την αξιολόγηση και την ιεράρχηση των κινδύνων (στο πρότυπο ISO 31000 ορίζεται ως συνέπεια της αβεβαιότητας ως προς τους στόχους, είτε με θετικό είτε με αρνητικό αποτέλεσμα) και ακολουθείται από συντονισμένη και οικονομική εφαρμογή των πόρων για την ελαχιστοποίηση, την παρακολούθηση και τον έλεγχο της πιθανότητας και/ή των επιπτώσεων των ατυχών γεγονότων ή για τη μεγιστοποίηση της υλοποίησης των ευκαιριών. Οι στρατηγικές για τη διαχείριση κινδύνων περιλαμβάνουν τη μεταβίβαση του κινδύνου σε έτερο μέρος, την αποφυγή του κινδύνου, τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων του κινδύνου, καθώς και την αποδοχή ορισμένων ή όλων των συνεπειών ενός συγκεκριμένου κινδύνου (Πηγή: Wikipedia.org).

    (3)  Έκθεση της Βουλής των Λόρδων με τίτλο «Auditors: Market concentration and their role» (Ελεγκτές: ρόλος και συγκέντρωση αγοράς), τόμος 1, σ. 32, που δημοσιεύθηκε στις 15 Μαρτίου 2011 - http://www.parliament.uk/hleconomicaffairs.

    (4)  Assessing France’s Joint Audit Requirement: Are Two Heads Better than One? («Αξιολόγηση του γαλλικού νόμου περί διενέργειας ελέγχου από κοινού. Είναι προτιμότερα τα δύο κεφάλια από μόνο ένα;»), Jere R. Francis, University of Missouri-Columbia - Chrystelle Richard, Université Paris Dauphine - Ann Vanstraelen, Universiteit Antwerpen και Universiteit Maastricht.


    Top