This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52007PC0478
Proposal for a Council Decision relating to the conclusion of an Agreement between the European Community and the Council of Europe on cooperation between the European Union Agency for Fundamental Rights and the Council of Europe
Πρόταση Αποφασησ του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη συνεργασία μεταξύ του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης
Πρόταση Αποφασησ του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη συνεργασία μεταξύ του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης
/* COM/2007/0478 τελικό - CNS 2007/0173 */
Πρόταση Αποφασησ του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη συνεργασία μεταξύ του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης /* COM/2007/0478 τελικό - CNS 2007/0173 */
[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ | Βρυξέλλες, 21.8.2007 COM(2007) 478 τελικό 2007/0173 (CNS) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη συνεργασία μεταξύ του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης (υποβληθείσα από την Επιτροπή) ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Στις 15 Φεβρουαρίου 2007, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 168/2007 (στο εξής: «κανονισμός») [1] για την ίδρυση Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: «οργανισμός»). Σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού, ο οργανισμός, προκειμένου να αποφευχθούν οι επικαλύψεις και να διασφαλισθεί η συμπληρωματικότητα και προστιθέμενη αξία, συντονίζει τις δραστηριότητές του με τις δραστηριότητες του Συμβουλίου της Ευρώπης. Προς τον σκοπό αυτό, το άρθρο 9 ορίζει ότι η Κοινότητα συνάπτει συμφωνία με το Συμβούλιο της Ευρώπης για να καθιερωθεί στενή συνεργασία Συμβουλίου της Ευρώπης και οργανισμού (στο εξής: «συμφωνία»). Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 300 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε στις 15 Φεβρουαρίου 2007 την Επιτροπή να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για τη σύναψη της συμφωνίας[2]. Την ίδια ημέρα, το Συμβούλιο ενέκρινε το κείμενο των σχετικών διαπραγματευτικών οδηγιών[3] και διόρισε την ad hoc «Ομάδα εργασίας για τα θεμελιώδη δικαιώματα και την ιθαγένεια» ως ειδική επιτροπή για να υποβοηθήσει την Επιτροπή κατά τις διαπραγματεύσεις. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Επιτροπής και του Γενικού Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης ξεκίνησαν τον Μάρτιο του 2007. Τον Απρίλιο και Μάιο του 2007 πραγματοποιήθηκαν διαπραγματεύσεις και διαβουλεύσεις. Η ad hoc ομάδα εργασίας του Συμβουλίου για τα θεμελιώδη δικαιώματα και την ιθαγένεια κλήθηκε να διατυπώσει τη γνώμη της σχετικά με τις διαπραγματεύσεις. Επίσης ενημερώθηκε σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπως προβλέπει η συμφωνία-πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Επιτροπής. Με τη συμφωνία που επισυνάπτεται στην παρούσα πρόταση απόφασης του Συμβουλίου καθιερώνεται πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ του οργανισμού και του Συμβουλίου της Ευρώπης. Το πλαίσιο αυτό προβλέπει την πραγματοποίηση τακτικών επαφών και συναντήσεων μεταξύ στελεχών του οργανισμού και του Συμβουλίου της Ευρώπης. Θεσπίζονται ρυθμίσεις για την ανταλλαγή πληροφοριών, σε πλήρη συμμόρφωση με τους συναφείς κανόνες περί προστασίας δεδομένων. Ακόμη, προβλέπεται ο συντονισμός των δραστηριοτήτων, ιδίως σε σχέση με την εκπόνηση του ετήσιου προγράμματος εργασιών του οργανισμού, κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι επικαλύψεις και να διασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή χρήση των σχετικών πόρων. Η συμφωνία καθιστά δυνατή την άσκηση κοινών και συμπληρωματικών δραστηριοτήτων επί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος. Η συμφωνία περιλαμβάνει επίσης διατάξεις σχετικά με το διορισμό από το Συμβούλιο της Ευρώπης ανεξάρτητου προσώπου που θα μετέχει στις εργασίες του διοικητικού συμβουλίου και του εκτελεστικού γραφείου του οργανισμού, καθώς και αναπληρωτή του εν λόγω προσώπου. Στη συμφωνία καθορίζονται τα καθήκοντα του εν λόγω προσώπου στο εκτελεστικό γραφείο. Η συμφωνία προσδίδει πιο συγκεκριμένη μορφή στη συνεργασία μεταξύ οργανισμού και Συμβουλίου της Ευρώπης. Η σύναψή της θα επιτρέψει από νομική άποψη στον οργανισμό και στο Συμβούλιο της Ευρώπης να συνεργάζονται στενά μεταξύ τους με σκοπό την ενίσχυση της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ευρώπη. Είναι σκόπιμο να σημειωθεί ότι όταν ο οργανισμός θα συμμετέχει στις εργασίες του Συμβουλίου της Ευρώπης, θα ενεργεί υπό καθεστώς πλήρους ανεξαρτησίας, όπως ορίζει ο κανονισμός. Ο οργανισμός αποτελεί νόμιμο διάδοχο του Ευρωπαϊκού παρατηρητηρίου των φαινομένων ρατσισμού και ξενοφοβίας. Η συνεργασία μεταξύ του εν λόγω παρατηρητηρίου και του Συμβουλίου της Ευρώπης υπαγόταν στη συμφωνία της 10ης Φεβρουαρίου 1999 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καθιέρωση, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) 1035/97 του Συμβουλίου της 2ας Ιουνίου 1997 για την δημιουργία ενός ευρωπαϊκού παρατηρητηρίου των φαινομένων ρατσισμού και ξενοφοβίας, στενής συνεργασίας μεταξύ του παρατηρητηρίου και του Συμβουλίου της Ευρώπης[4]. Η παρούσα συμφωνία καταργεί και αντικαθιστά την προαναφερθείσα συμφωνία. Το Συμβούλιο καλείται να εξουσιοδοτήσει τον Πρόεδρο του Συμβουλίου να ορίσει το πρόσωπο που είναι αρμόδιο να υπογράψει, εξ ονόματος της Κοινότητας, την παρούσα συμφωνία δεσμεύοντας την Κοινότητα. Με βάση τα προεκτεθέντα, η Επιτροπή προτείνει στο Συμβούλιο να εγκρίνει τη συνημμένη πρόταση απόφασης του Συμβουλίου. 2007/0173 (CNS) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη συνεργασία μεταξύ του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 308 σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο και το άρθρο 300 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο, την πρόταση της Επιτροπής[5], τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[6], Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2007, για την ίδρυση Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης[7] προβλέπει την καθιέρωση στενής συνεργασίας μεταξύ του οργανισμού και του Συμβουλίου της Ευρώπης. (2) Η Επιτροπή διαπραγματεύθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας συμφωνία με το Συμβούλιο της Ευρώπης σχετικά με την εν λόγω συνεργασία. (3) Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Συμβουλίου της Ευρώπης πρέπει να εγκριθεί, ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ: Άρθρο 1 Εγκρίνεται εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη συνεργασία μεταξύ του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης. Tο κείμενο της συμφωνίας επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση. Άρθρο 2 Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το πρόσωπο που είναι αρμόδιο να υπογράψει τη συμφωνία δεσμεύοντας την Κοινότητα. Βρυξέλλες, […] Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη συνεργασία μεταξύ του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσηςκαι του Συμβουλίου της Ευρώπης Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ (που καλούνται εφεξής «συμβαλλόμενα μέρη»), ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέδωσε, στις 15 Φεβρουαρίου 2007, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 168/2007 για την ίδρυση Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: «οργανισμός»)· ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι αποστολή του οργανισμού είναι να παρέχει στα συναφή όργανα, οργανισμούς και υπηρεσίες της Κοινότητας και των κρατών μελών της, κατά την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας, συνδρομή και εμπειρογνωμοσύνη σε σχέση με τα θεμελιώδη δικαιώματα, ούτως ώστε να τους παρέχει υποστήριξη για τη λήψη μέτρων ή την κατάστρωση στρατηγικών εντός των εκάστοτε ορίων των αρμοδιοτήτων τους με στόχο τον πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων· ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι ο οργανισμός, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, λαμβάνει υπόψη τα θεμελιώδη δικαιώματα κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 2 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων και των ελευθεριών που κατοχυρώνει η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, της 4ης Νοεμβρίου 1950· ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει αποκτήσει εκτεταμένη πείρα και εμπειρογνωμοσύνη στον τομέα της διακυβερνητικής συνεργασίας και συνδρομής σε σχέση με τα δικαιώματα του ανθρώπου και ότι έχει επιπλέον συγκροτήσει μια σειρά μηχανισμών παρακολούθησης και ελέγχου της τήρησης των δικαιωμάτων του ανθρώπου και έχει δημιουργήσει τον θεσμό του Επιτρόπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης· ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι, κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων του, ο οργανισμός λαμβάνει υπόψη, αναλόγως της περιπτώσεως, τις δραστηριότητες που αναπτύσσονται ήδη από το Συμβούλιο της Ευρώπης· ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι ο οργανισμός, προκειμένου να αποφευχθούν οι επικαλύψεις και να διασφαλισθεί η συμπληρωματικότητα και προστιθέμενη αξία, συντονίζει τις δραστηριότητές του με τις δραστηριότητες του Συμβουλίου της Ευρώπης, ιδίως σε σχέση με το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών του και τη συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών· ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι ενδείκνυται πλέον να καθιερωθούν στενοί δεσμοί μεταξύ του οργανισμού και του Συμβουλίου της Ευρώπης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου· ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι οι αντιπρόσωποι των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνελθόντες στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 16 και 17 Δεκεμβρίου 2004, συμφώνησαν ότι ο οργανισμός καλείται να διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο στην ενίσχυση της συνοχής και της συνέπειας της πολιτικής της ΕΕ στον τομέα των δικαιωμάτων του ανθρώπου· ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι οι Κατευθυντήριες γραμμές για τις σχέσεις μεταξύ των Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θεσπίστηκαν κατά την τρίτη σύνοδο κορυφής των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων του Συμβουλίου της Ευρώπης (Βαρσοβία, 16-17 Μαΐου 2005), χαρακτηρίζουν τον οργανισμό ως μία ευκαιρία για την περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας με το Συμβούλιο της Ευρώπης και για τη συμβολή στην ενίσχυση της συνοχής και στην αύξηση της συμπληρωματικότητας· ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι το μνημόνιο συμφωνίας μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο συνήφθη στις 23 Μαΐου 2007, περιλαμβάνει ένα γενικό πλαίσιο για τη συνεργασία στον τομέα των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και υπογραμμίζει τον ρόλο του Συμβουλίου της Ευρώπης ως μέτρου σύγκρισης για τα δικαιώματα του ανθρώπου, το κράτος δικαίου και τη δημοκρατία στην Ευρώπη· ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι, βάσει του μνημονίου συμφωνίας, ο οργανισμός σέβεται τον ενιαίο χαρακτήρα, την ισχύ και την αποτελεσματικότητα των μέσων που χρησιμοποιούνται από το Συμβούλιο της Ευρώπης με σκοπό την παρακολούθηση της προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου στα κράτη μέλη του· ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι εναπόκειται στο Συμβούλιο της Ευρώπης να διορίσει ένα ανεξάρτητο πρόσωπο το οποίο θα μετέχει στις εργασίες του διοικητικού συμβουλίου και του εκτελεστικού γραφείου του οργανισμού, ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΣΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ: I. Ορισμοί 1. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας: α) με τον όρο «διακυβερνητικές επιτροπές του Συμβουλίου της Ευρώπης» νοείται κάθε επιτροπή ή όργανο που έχει συσταθεί από την Επιτροπή των Υπουργών, ή με την έγκρισή της, κατ’ εφαρμογή του άρθρων 15(α), 16 και 17 του καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης· β) με τον όρο «επιτροπές του Συμβουλίου της Ευρώπης για την παρακολούθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου» νοούνται η «Ευρωπαϊκή επιτροπή για τα κοινωνικά δικαιώματα», η «Ευρωπαϊκή επιτροπή για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας», η «Ευρωπαϊκή επιτροπή κατά του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας», η «Επιτροπή εμπειρογνωμόνων του ευρωπαϊκού χάρτη για τις περιφερειακές και μειονοτικές γλώσσες», η «Συμβουλευτική επιτροπή της σύμβασης-πλαισίου για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων» και οποιοδήποτε άλλο ανάλογο ανεξάρτητο όργανο που ενδέχεται να συσταθεί μελλοντικώς από το Συμβούλιο της Ευρώπης· γ) με τον όρο «οργανισμός» νοούνται τα όργανα που μνημονεύονται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων του καθενός. II. Γενικό πλαίσιο συνεργασίας 2. Με την παρούσα συμφωνία θεσπίζεται πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ του οργανισμού και του Συμβουλίου της Ευρώπης προκειμένου να αποφευχθούν οι επικαλύψεις και να διασφαλισθεί η συμπληρωματικότητα και προστιθέμενη αξία. 3. Καθιερώνονται τακτικές επαφές στο κατάλληλο επίπεδο μεταξύ οργανισμού και Συμβουλίου της Ευρώπης. Ο διευθυντής του οργανισμού και η Γραμματεία του Συμβουλίου της Ευρώπης διορίζουν από έναν υπεύθυνο ο οποίος θα ασχολείται ειδικά με θέματα που άπτονται της μεταξύ τους συνεργασίας. 4. Κατά κανόνα, το εκτελεστικό γραφείο του οργανισμού προσκαλεί αντιπροσώπους της Γραμματείας του Συμβουλίου της Ευρώπης να συμμετέχουν ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου του οργανισμού. Ο κανόνας αυτός δεν καλύπτει ειδικά θέματα ημερησίας διατάξεως για τα οποία μια τέτοια συμμετοχή δεν κρίνεται δικαιολογημένη λόγω του εσωτερικού χαρακτήρα τους. Επίσης είναι δυνατό να προσκληθούν οι εν λόγω αντιπρόσωποι και σε άλλες συνεδριάσεις που οργανώνονται από το διοικητικό συμβούλιο του οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου. 5. Αντιπρόσωποι του οργανισμού προσκαλούνται να συμμετέχουν ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις των διακυβερνητικών επιτροπών του Συμβουλίου της Ευρώπης για τις οποίες ο οργανισμός έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον. Έπειτα από πρόσκληση της σχετικής επιτροπής, αντιπρόσωποι του οργανισμού δύνανται να μετέχουν ως παρατηρητές σε συνεδριάσεις ή ανταλλαγές απόψεων που οργανώνουν οι επιτροπές του Συμβουλίου της Ευρώπης για την παρακολούθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου ή άλλες επιτροπές συσταθείσες βάσει επιμέρους συμφωνιών. Επίσης είναι δυνατό να προσκαλούνται αντιπρόσωποι του οργανισμού να συμμετέχουν σε ανταλλαγές απόψεων τις οποίες οργανώνει η Επιτροπή των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης. 6. Η συνεργασία καλύπτει ολόκληρο το φάσμα των δραστηριοτήτων του οργανισμού, τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον. III. Ανταλλαγή πληροφοριών και δεδομένων 7. Με την επιφύλαξη των κανόνων περί προστασίας δεδομένων στους οποίους υπόκειται ο οργανισμός και το Συμβούλιο της Ευρώπης, αντιστοίχως, ο οργανισμός και το Συμβούλιο της Ευρώπης ανταλλάσσουν μεταξύ τους πληροφορίες και δεδομένα τα οποία συλλέγουν κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε επιγραμμικές (online) πληροφορίες. Οι ούτως παρεχόμενες πληροφορίες και δεδομένα επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται από τον οργανισμό και το Συμβούλιο της Ευρώπης για την άσκηση των αντίστοιχων δραστηριοτήτων τους. Οι παρούσες διατάξεις δεν ισχύουν για απόρρητα δεδομένα και δραστηριότητες, που βρίσκονται σε εξέλιξη ή έχουν ολοκληρωθεί. 8. Ο οργανισμός λαμβάνει δεόντως υπόψη τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σχετικά με τους τομείς δραστηριότητας του οργανισμού, καθώς επίσης, στις κατάλληλες περιπτώσεις, τα πορίσματα, τις εκθέσεις και τις δραστηριότητες των επιτροπών παρακολούθησης και των διακυβερνητικών επιτροπών του Συμβουλίου της Ευρώπης στον τομέα των δικαιωμάτων του ανθρώπου, καθώς και εκείνα του Επιτρόπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης. 9. Οσάκις ο οργανισμός χρησιμοποιεί πληροφορίες προερχόμενες από πηγές του Συμβουλίου της Ευρώπης, επισημαίνει την προέλευση και τα στοιχεία αναφοράς τους. Ο ίδιος κανόνας ισχύει για το Συμβούλιο της Ευρώπης οσάκις χρησιμοποιεί πληροφορίες προερχόμενες από πηγές του οργανισμού. 10. Ο οργανισμός και το Συμβούλιο της Ευρώπης μεριμνούν, μέσω των δικτύων τους, για την ευρύτερη δυνατή διάδοση των αποτελεσμάτων των αντίστοιχων δραστηριοτήτων τους στη βάση της αμοιβαιότητας. 11. Ο οργανισμός και το Συμβούλιο της Ευρώπης μεριμνούν για την τακτική ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με προτεινόμενες δραστηριότητες, είτε αυτές βρίσκονται σε εξέλιξη είτε έχουν ολοκληρωθεί. IV. Μέθοδοι συνεργασίας 12. Πραγματοποιούνται τακτικές διαβουλεύσεις μεταξύ του οργανισμού και της Γραμματείας του Συμβουλίου της Ευρώπης με στόχο τον συντονισμό των δραστηριοτήτων του οργανισμού, ιδίως δε της εκπόνησης ερευνητικών ή επιστημονικών μελετών και της κατάρτισης συμπερασμάτων, γνωμοδοτήσεων και εκθέσεων, με τις δραστηριότητες του Συμβουλίου της Ευρώπης, προκειμένου να διασφαλίζεται η συμπληρωματικότητα και η καλύτερη δυνατή χρήση των διαθέσιμων πόρων. 13. Οι εν λόγω διαβουλεύσεις αφορούν ιδίως: - την εκπόνηση του ετήσιου προγράμματος εργασιών του οργανισμού· - την κατάρτιση της ετήσιας έκθεσης του οργανισμού για θέματα θεμελιωδών δικαιωμάτων που εμπίπτουν στους τομείς δραστηριότητας του οργανισμού· - τη συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών, ιδίως δε τη συμμετοχή του Συμβουλίου της Ευρώπης στη συγκρότηση και τη λειτουργία της «Πλατφόρμας θεμελιωδών δικαιωμάτων» του οργανισμού. 14. Επί τη βάσει των εν λόγω διαβουλεύσεων, είναι δυνατό να συμφωνηθεί ότι ο οργανισμός και το Συμβούλιο της Ευρώπης διεξάγουν κοινές ή/και συμπληρωματικές δραστηριότητες επί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος, όπως είναι η οργάνωση συνεδρίων και εργαστηρίων, η συλλογή και ανάλυση δεδομένων και η δημιουργία κοινών πηγών πληροφόρησης ή προϊόντων. 15. Η συνεργασία μεταξύ του οργανισμού και του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι δυνατό να προαχθεί περαιτέρω με την παροχή επιχορηγήσεων από τον οργανισμό στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Εν προκειμένω είναι εφαρμοστέα η διοικητική συμφωνία-πλαίσιο του 2004 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την εφαρμογή της ρήτρας οικονομικού ελέγχου στις πράξεις που διαχειρίζεται το Συμβούλιο της Ευρώπης και οι οποίες χρηματοδοτούνται ή συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. 16. Είναι δυνατές οι προσωρινές ανταλλαγές στελεχών μεταξύ του οργανισμού και του Συμβουλίου της Ευρώπης βάσει συμφωνίας μεταξύ του Γενικού Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης και του διευθυντή του οργανισμού στον βαθμό που τούτο επιτρέπεται από τις συναφείς διατάξεις των εφαρμοστέων κανονισμών υπηρεσιακής κατάστασης. V. Διορισμός από το Συμβούλιο της Ευρώπης ανεξάρτητου προσώπου στο διοικητικό συμβούλιο και στο εκτελεστικό γραφείο του οργανισμού 17. Η Επιτροπή των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης διορίζει ανεξάρτητο πρόσωπο στο διοικητικό συμβούλιο και στο εκτελεστικό γραφείο του οργανισμού, καθώς και αναπληρωτή του εν λόγω προσώπου. Τα πρόσωπα που διορίζει το Συμβούλιο της Ευρώπης πρέπει να διαθέτουν κατάλληλη πείρα σε θέματα διοίκησης οργανισμών του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα, καθώς και γνώσεις στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων. 18. Το Συμβούλιο της Ευρώπης κοινοποιεί στον οργανισμό και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τους διορισμούς στους οποίους προβαίνει. 19. Το πρόσωπο που διορίζεται από το Συμβούλιο της Ευρώπης στο διοικητικό συμβούλιο προσκαλείται να συμμετέχει στις συνεδριάσεις του εκτελεστικού γραφείου. Οι απόψεις του λαμβάνονται δεόντως υπόψη, ιδίως προκειμένου να διασφαλισθούν η συμπληρωματικότητα και η προστιθέμενη αξία μεταξύ των δραστηριοτήτων του οργανισμού και των δραστηριοτήτων του Συμβουλίου της Ευρώπης. Το εν λόγω πρόσωπο έχει δικαίωμα ψήφου στο εκτελεστικό γραφείο προκειμένου για την κατάρτιση αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου· το δικαίωμα αυτό ασκείται σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου. VI. Γενικές και τελικές διατάξεις 20. Κανένα στοιχείο της παρούσας συμφωνίας δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό έννοια που να σημαίνει ότι εμποδίζει τα συμβαλλόμενα μέρη να αναπτύσσουν τις δραστηριότητές τους. 21. Η παρούσα συμφωνία καταργεί και αντικαθιστά τη συμφωνία της 10ης Φεβρουαρίου 1999 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη θέσπιση, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 1035/97 του Συμβουλίου της 2ας Ιουνίου 1997 για την δημιουργία ενός ευρωπαϊκού παρατηρητηρίου των φαινομένων ρατσισμού και ξενοφοβίας, μιας στενής συνεργασίας του παρατηρητηρίου και του Συμβουλίου της Ευρώπης. 22. Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει αφ’ ης στιγμής υπογραφεί από τους δεόντως εξουσιοδοτηθέντες αντιπροσώπους των συμβαλλομένων μερών. 23. Η παρούσα συμφωνία δύναται να τροποποιηθεί με αμοιβαία συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Τα συμβαλλόμενα μέρη αξιολογούν την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2013 με σκοπό την αναθεώρησή της, εφόσον αυτή κριθεί αναγκαία. [1] ΕΕ L 53 της 22.2.2007, σ. 1. [2] Έγγραφο του Συμβουλίου 6199/07 JAI 70 CATS 13 COHOM 16 COEST 40 FIN 49. [3] Έγγραφο του Συμβουλίου 6150/07 JAI 66 CATS 11 COHOM 14 COEST 37 FIN 46 (RESTREINT UE). [4] Συνήφθη με την απόφαση 1999/132/ΕΚ του Συμβουλίου της 21.12.1998, ΕΕ L 44 της 18.2.1998, σ. 44. [5] ΕΕ C […] της […], σ.[…]. [6] ΕΕ C […] της […], σ.[…]. [7] ΕΕ L 53 της 22.2.2007, σ. 53.