EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52006SC0787

Σύσταση απόφασης του Συµßουλίου για την κατάργηση της απόφασης 2005/184/EΚ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Κύπρο

/* SEC/2006/0787 τελικό */

52006SC0787

Σύσταση απόφασης του Συµßουλίου για την κατάργηση της απόφασης 2005/184/EΚ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Κύπρο /* SEC/2006/0787 τελικό */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 21.06.2006

SEC(2006) 787 τελικό

Σύσταση

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την κατάργηση της απόφασης 2005/184/EΚ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Κύπρο

(υποβάλλεται από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Εισαγωγή

Το άρθρο 104 της Συνθήκης, ορίζει ότι τα κράτη μέλη αποφεύγουν τα υπερβολικά δημοσιονομικά ελλείμματα και προβλέπει τη διαδικασία για τον εντοπισμό και τη διόρθωσή τους. Η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) προσδιορίζεται αναλυτικότερα στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου “για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος”[1], που αποτελεί μέρος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Σύμφωνα με το πρωτόκολλο για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που προσαρτάται στη Συνθήκη, η Επιτροπή παρέχει τα στατιστικά στοιχεία για την εφαρμογή της ΔΥΕ. Στο πλαίσιο της εφαρμογής του εν λόγω πρωτοκόλλου, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να κοινοποιούν τα στοιχεία για τα δημόσια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος και άλλες συναφείς μεταβλητές δύο φορές το χρόνο, δηλαδή πριν από την 1η Απριλίου και πριν από την 1η Οκτωβρίου, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου [2].

Στις 7 Απριλίου 2004, η Επιτροπή δημοσίευσε τις εαρινές της προβλέψεις του 2004[3]. Σύμφωνα με τις προβλέψεις αυτές, στις οποίες λήφθηκαν υπόψη τα στοιχεία που διαβίβασε η κυπριακή κυβέρνηση τον Μάρτιο 2004, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στην Κύπρο αυξήθηκε από 4½% και άνω του ΑΕΠ το 2002 σε περίπου 6¼% του ΑΕΠ το 2003, υπερβαίνοντας ως εκ τούτου την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ που προβλέπει η Συνθήκη. Στην έκθεση της Επιτροπής αναφερόταν επίσης ότι ο δείκτης του χρέους προς το ΑΕΠ, που ανερχόταν σε 72¼% του ΑΕΠ το 2003, επρόκειτο να υπερβεί το 74½% του ΑΕΠ το 2004, αποκλίνοντας περαιτέρω από την τιμή αναφοράς του 60% που προβλέπει η Συνθήκη. Βάσει των εν λόγω στοιχείων, η Επιτροπή κίνησε, στις 12 Μαΐου 2004, τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος για την Κύπρο, με την έγκριση της έκθεσης που προβλέπεται στο άρθρο 104 παράγραφος 3 της Συνθήκης[4]. Στις 24 Μαΐου 2004, οι κυπριακές αρχές υπέβαλαν το πρόγραμμα σύγκλισης για την περίοδο 2004-2007, το οποίο επιβεβαίωνε έλλειμμα περίπου 6¼% του ΑΕΠ για το 2003 και προέβλεπε δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ ύψους 75¼% του ΑΕΠ για το 2004. Έχοντας λάβει υπόψη όλους του παράγοντες που περιλαμβάνονται στην έκθεση και τη γνώμη της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 4, η Επιτροπή διατύπωσε γνώμη (βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 5) στις 24 Ιουνίου 2004, στην οποία διαπιστώνεται η ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Κύπρο. Στις 5 Ιουλίου 2004, το Συμβούλιο εξέδωσε σχετική απόφαση[5], σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 6. Παράλληλα, το Συμβούλιο εξέδωσε γνώμη για το πρόγραμμα σύγκλισης της Κύπρου, το οποίο υποβλήθηκε στις 24 Μαΐου, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97[6] του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 1997, και απηύθυνε σύσταση προς την Κύπρο σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7 της Συνθήκης προκειμένου να τερματιστεί η κατάσταση υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος.

2. Συστάσεις βάσει της ΔΥΠ

Το Συμβούλιο συνέστησε στην κυπριακή κυβέρνηση “να τερματίσει, το συντομότερο δυνατό, την σημερινή κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος” . Ειδικότερα, το Συμβούλιο συνέστησε στις κυπριακές αρχές “να εφαρμόσουν με αποφασιστικότητα τα μέτρα που προβλέπονται στο πρόγραμμα σύγκλισης του Μαΐου 2004 και να λάβουν ιδίως, έως τις 5 Νοεμβρίου 2004, αποτελεσματικά μέτρα για να μειώσουν το έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ το 2005 με αξιόπιστο και διατηρήσιμο τρόπο, όπως αναφέρεται στη γνώμη του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα σύγκλισης που υποβλήθηκε το Μάιο του 2004” . Το Συμβούλιο συνέστησε επίσης στις κυπριακές αρχές "να εξασφαλίσουν ότι η αύξηση του δείκτη του δημόσιου χρέους θα ανακοπεί το 2004 και θα αναστραφεί στη συνέχεια, όπως αναγράφεται στη γνώμη του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα σύγκλισης” .

Με την υποβολή των συστάσεων για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, το Συμβούλιο κάλεσε τις κυπριακές αρχές "να εξασφαλίσουν ότι η δημοσιονομική εξυγίανση προς μια σχεδόν ισοσκελισμένη ή πλεονασματική δημοσιονομική θέση, μεσοπρόθεσμα, θα συνεχιστεί μετά τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος” .

Στις 22 Δεκεμβρίου 2004, η Επιτροπή συνεπέρανε[7] ότι η κυπριακή κυβέρνηση είχε αναλάβει αποτελεσματική δράση όσον αφορά τα προγραμματισμένα μέτρα που αποσκοπούν στην επίτευξη του στόχου για το έλλειμμα του 2005, εντός της προθεσμίας της 5ης Νοεμβρίου, όπως ορίζει η σύσταση του Συμβουλίου, γεγονός το οποίο έλαβε υπόψη του το Συμβούλιο στις 18 Ιανουαρίου 2005.

Βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 12 της Συνθήκης, απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος καταργείται όταν, κατά την άποψη του Συμβουλίου, έχει διορθωθεί το εν λόγω υπερβολικό έλλειμμα στο οικείο κράτος μέλος.

3. Η πορεία του ελλείμματος μέχρι το 2005

Η κοινοποίηση του Απριλίου 2006 στο πλαίσιο της ΔΥΕ (που υποβλήθηκε στις 22 Μαρτίου 2006 και δημοσιεύθηκε από την Εurostat στις 24 Απριλίου 2006), υπολόγιζε το δημόσιο έλλειμμα σε 2,4% του ΑΕΠ το 2005 (πίνακας 1). Το αποτέλεσμα αυτό συγκρίνεται με τον στόχο του 2,9% του ΑΕΠ στο πρόγραμμα σύγκλισης του Μαΐου 2004, επιβεβαιώθηκε από το νόμο για τον προϋπολογισμό του 2005 που εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο το Δεκέμβριο 2004 και με το στόχο του 2,5% στην πρόσφατη επικαιροποίηση του προγράμματος σύγκλισης που υποβλήθηκε στις 14 Δεκεμβρίου 20052. Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2005, η προσαρμογή επρόκειτο να επιτευχθεί μέσω αύξησης των εσόδων και περικοπής των δαπανών. Τα μέτρα για τα έσοδα αποτελούσαν μείγμα διαρθρωτικών μέτρων (οι φορολογικοί συντελεστές του ΦΠΑ αναθεωρήθηκαν προς τα άνω σύμφωνα με το κεκτημένο το Μάιο 2004 έχοντας αντίκτυπο σε όλο το έτος το 2005) και έκτακτων μέτρων (φορολογική αμνηστία, η οποία επέτρεψε τη συγκέντρωση συμπληρωματικών εσόδων που ανήλθαν στα ¾ της ποσοστιαίας μονάδας το 2004 και περίπου σε 1% το 2005). Η ονομαστική αύξηση των δαπανών περιορίστηκε μέσω ανώτατου ορίου στον ρυθμό ονομαστικής αύξησης των τρεχουσών και κεφαλαιουχικών δαπανών, με την συγκράτηση των τρεχουσών μεταβιβάσεων και των επιδοτήσεων σύμφωνα με τον πληθωρισμό και με αύξηση στην ηλικία συνταξιοδότησης των απασχολουμένων στο δημόσιο τομέα. Το καλύτερο σε σχέση με το αναμενόμενο αποτέλεσμα οφείλεται στο υψηλό φορολογικό περιεχόμενο της ανάπτυξης, που βασίστηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου στην εγχώρια κατανάλωση, και συνοδεύτηκε από διατηρήσιμη αύξηση της απασχόλησης. Τα έσοδα από την φορολογική αμνηστία ήταν υψηλότερα από τα αναμενόμενα. Επιπλέον, το έλλειμμα του 2004 (ελαφρά άνω του 4% του ΑΕΠ) ήταν κατώτερο από την πρόβλεψη στο τέλος του 2004 (περίπου 4¾% του ΑΕΠ), όταν εγκρίθηκε ο προϋπολογισμός του 2005. Το αποτέλεσμα για το έλλειμμα θα μπορούσε να ήταν καλύτερο, εάν μέρος των αποτελεσμάτων αυτών του έτους βάσης και των πρόσθετων εσόδων δεν είχε αντισταθμιστεί από υπερβάσεις δαπανών. Μολονότι τηρήθηκε γενικά το ανώτατο όριο για τους μισθούς και οι κεφαλαιουχικές δαπάνες μειώθηκαν σε ονομαστικούς όρους, οι κοινωνικές μεταβιβάσεις αυξήθηκαν σε 13%.

Πίνακας 1: Δημοσιονομικές εξελίξεις 2003-2005 (επί τοις % του ΑΕΠ) |

Αποτελέσματα | 2003 | 2004 | 2005 |

Αποτέλεσμα γενικής κυβέρνησης | -6.3 | -4.1 | -2.4 |

- Συνολικά έσοδα | 39.1 | 39.7 | 42.3 |

εκ των οποίων: τρέχοντες φόροι | 26.2 | 25.6 | 26.9 |

κοινωνικές εισφορές | 7.1 | 7.8 | 8.4 |

- Συνολικές δαπάνες | 45.3 | 43.8 | 44.7 |

εκ των οποίων: συλλογική κατανάλωση | 10.9 | 9.9 | 10.0 |

μεταβιβάσεις σε είδος | 9.0 | 8.2 | 8.3 |

μεταβιβάσεις εκτός εκείνων σε είδος | 11.4 | 12.2 | 12.9 |

πληρωμές τόκων | 3.4 | 3.2 | 3.4 |

ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου | 3.4 | 4.1 | 3.2 |

Πρωτογενές αποτέλεσμα | -2.8 | -0.9 | 1.0 |

π.υ. Φορολογική επιβάρυνση | 33.2 | 33.4 | 35.3 |

π.υ. Κυκλικά προσαρμοσμένο αποτέλεσμα(1)1 | -6.1 | -3.9 | -2.1 |

π.υ. Έκτακτα μέτρα (2) | 1.8 | 1.0 | 0.9 |

π.υ. Διαρθρωτικό αποτέλεσμα (1-2)1 | -7.9 | -4.9 | -3.0 |

π.υ. Διαρθρωτικό πρωτογενές αποτέλεσμα 1 | -4.4 | -1.7 | 0.4 |

π.υ. Πραγματικό ΑΕΠ1 (ετήσια ποσοστιαία μεταβολή) | 1.9 | 3.9 | 3.8 |

Οι δαπάνες για τόκους και τα αποτελέσματα περιλαμβάνουν συμφωνίες ανταλλαγής σύμφωνα με τους ορισμούς που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Τα συνολικά έσοδα και οι συνολικές δαπάνες συμφωνούν με τους εναρμονισμένους ορισμούς βάσει του ESA95. Εαρινές οικονομικές προβλέψεις 2006 των υπηρεσιών της Επιτροπής. Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής. |

Γενικά, το έλλειμμα βελτιώθηκε το 2005 κατά περίπου 4% του ΑΕΠ σε σύγκριση με το 2003 και κατά 1¾% του ΑΕΠ σε σύγκριση με το 2004. Τα προσωρινά έσοδα αντιπροσώπευαν περίπου το 1% του ΑΕΠ τόσο το 2004 όσο και το 2005. Το πρωτογενές αποτέλεσμα κατέστη θετικό για πρώτη φορά από το 2002. Ειδικότερα, το πρωτογενές πλεόνασμα του 1% του ΑΕΠ το 2005 συγκρίνεται με τα πρωτογενή ελλείμματα του 3% και 1% το 2003 και 2004, αντιστοίχως. Μετρούμενη μέσω της εκτιμώμενης μεταβολής στο διαρθρωτικό αποτέλεσμα (το κυκλικά προσαρμοσμένο αποτέλεσμα από το οποίο έχουν αφαιρεθεί οι επιδράσεις των έκτακτων και λοιπών προσωρινών μέτρων), η βελτίωση στο δημοσιονομικό αποτέλεσμα απαίτησε δημοσιονομική προσπάθεια περίπου 5 εκατοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ μεταξύ 2003 και 2005, όταν το διαρθρωτικό έλλειμμα είχε φθάσει, αντίστοιχα, περίπου το 8% και 3% του ΑΕΠ.

4. Δημοσιονομικές προοπτικές για το 2006 και μετEπειτα

Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις του 2006 των υπηρεσιών της Επιτροπής, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης για το 2006 προβλέπεται να υπερβεί μόλις το 2% του ΑΕΠ (πίνακας 2) ή περίπου ¼ της εκατοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ υψηλότερα από τον επίσημο στόχο. Η διαφορά οφείλεται κυρίως σε ένα περισσότερο αισιόδοξο σενάριο ανάπτυξης στις επίσημες προβλέψεις που παρείχαν οι αρχές της Κύπρου. Σύμφωνα με το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης του 2005, το ΑΕΠ θα ανέλθει στο 4,2% το 2006, ενώ οι εαρινές προβλέψεις του 2006 των υπηρεσιών της Επιτροπής προβλέπουν ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 3,8%. Το πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπεται να παραμείνει στο 1% του ΑΕΠ, δεδομένου ότι η μείωση στο έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης σε σύγκριση με το αποτέλεσμα του 2005 (μόλις άνω του ¼% του ΑΕΠ) αντικατοπτρίζει απλώς την προβλεπόμενη μείωση στις πληρωμές τόκων.

Πίνακας 2: Προβλέψεις σχετικά με τα δημόσια οικονομικά (επί τοις % του ΑΕΠ) |

2005 | 2006 | 2007 |

ΠΣ | Επιτροπή | ΠΣ | Επιτροπή(1) |

Αποτέλεσμα γενικής κυβέρνησης | -2.4 | -1.9 | -2.1 | -1.8 | -2.0 |

- Συνολικά έσοδα | 42.3 | 41.9 | 41.8 | 41.9 | 41.8 |

εκ των οποίων: τρέχοντες φόροι | 26.9 | 26.9 | 26.9 | 27.0 | 26.8 |

κοινωνικές εισφορές | 8.4 | 8.1 | 8.1 | 8.1 | 8.1 |

- Συνολικές δαπάνες | 44.7 | 43.8 | 43.9 | 43.7 | 43.8 |

εκ των οποίων: - συλλογική κατανάλωση | 10.0 | 9.5 | 9.8 | 9.0 | 9.8 |

- μεταβιβάσεις πλην εκείνων εις είδος | 12.9 | 11.4 | 11.4 | 11.5 | 11.4 |

- πληρωμές τόκων | 3.4 | 3.1 | 3.1 | 3.0 | 3.0 |

- ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου | 3.2 | 3.4 | 3.4 | 3.4 | 3.4 |

Πρωτογενές αποτέλεσμα | 1.0 | 1.2 | 1.0 | 1.2 | 1.0 |

π.υ. Κυκλικά προσαρμοσμένο αποτέλεσμα(1) | -2.1 | -1.8 | -1.9 | -1.8 | -2.0 |

π.υ. Έκτακτα μέτρα (2) | 0.9 | 0.3 | 0.3 | 0.3 | 0.3 |

π.υ. Διαρθρωτικό αποτέλεσμα (1-2) | -3.0 | -2.1 | -2.2 | -2.1 | -2.3 |

π.υ. Πρωτογενές διαρθρωτικό αποτέλεσμα | 0.4 | 1.0 | 0.9 | 0.9 | 0.7 |

π.υ. Πραγματικό ΑΕΠ (ετήσιο ποσοστιαία μεταβολή) | 3.8 | 4.2 | 3.8 | 4.2 | 3.8 |

Πηγές: Κοινοποίηση ΔΥΕ Απριλίου 2006 για το 2005, επικαιροποίηση του προγράμματος σύγκλισης (ΠΣ) του Δεκεμβρίου 2005, και οι εαρινές προβλέψεις του 2006 των υπηρεσιών της Επιτροπής (Επιτροπή.). Το κυκλικά προσαρμοσμένο και το διαρθρωτικό αποτέλεσμα για το ΠΣ που υπολογίστηκαν από τις υπηρεσίες της Επιτροπής βάσει των δεδομένων του προγράμματος (οι διαφορές με την Επιτροπή αντικατοπτρίζουν διαφορετικά μακροοικονομικά σενάρια). Τα συνολικά έσοδα και οι συνολικές δαπάνες του ΠΣ έχουν αυξηθεί κατά 1,.9% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τους εναρμονισμένους ορισμούς του ESA95. (1) Βάσει ενός σεναρίου αμετάβλητης πολιτικής. |

Αφού απαλειφθούν από το κυκλικά προσαρμοσμένο αποτέλεσμα τα έκτακτα και λοιπά προσωρινά μέτρα, η διαρθρωτική βελτίωση θα ανέλθει περίπου σε ¾ της εκατοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ, τοποθετώντας το διαρθρωτικό έλλειμμα σε περίπου 2¼% το 2006. Το προβλεπόμενο επίπεδο του διαρθρωτικού ελλείμματος επιτυγχάνει την ελάχιστη ετήσια βελτίωση τουλάχιστον ½% του ΑΕΠ που θέτει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, και καταδεικνύει ένα αξιόπιστο και διατηρήσιμο σενάριο για το υπερβολικό έλλειμμα, το οποίο επιβεβαιώνεται από τις δημοσιονομικές προβλέψεις για το 2007 στις εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2006. Σύμφωνα με το κλασικό σενάριο αμετάβλητης πολιτικής, και λαμβάνοντας υπόψη τα ελαφρά άνω του ¼ του ΑΕΠ έκτακτα έσοδα, το διαρθρωτικό αποτέλεσμα προβλέπεται να παραμείνει γενικά αμετάβλητο, σε περίπου 2¼% του ΑΕΠ. Η έλλειψη βελτίωσης στο διαρθρωτικό αποτέλεσμα το 2007 αντικατοπτρίζει την προεξοφλούμενη επιδείνωση της καθαρής θέσης της Κύπρου έναντι του προϋπολογισμού της ΕΕ, στο βαθμό που οι προσωρινές αντισταθμιστικές ενισχύσεις που συνδέονται με την προσχώρηση στην ΕΕ τερματίζονται το 2006.

Σύμφωνα με τη γνώμη του Συμβουλίου[8] για το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης της Κύπρου για την περίοδο 2005-2009, τα σχεδιαζόμενα από τις κυπριακές αρχές μέτρα στη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού θα εξυγιάνουν περαιτέρω τα δημόσια οικονομικά μέχρι το 2009, όταν το έλλειμμα θα πλησιάσει το ½% του ΑΕΠ. Αφού ανήλθε σε ¾% του ΑΕΠ το 2005, το πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπεται να αυξηθεί σταδιακά σε 1¾% του ΑΕΠ το 2009. Το διαρθρωτικό έλλειμμα θα μειωθεί από περίπου 3% του ΑΕΠ το 2005 σε περίπου ½% του ΑΕΠ το 2009[9], γεγονός που αντιπροσωπεύει βελτίωση άνω του ½% του ΑΕΠ ανά έτος, κατά μέσο όρο. Βάσει των εκτιμώμενων αποτελεσμάτων για το 2005, και λαμβανομένων υπόψη των περιορισμένων κινδύνων για τους δημοσιονομικούς στόχους, η δημοσιονομική στάση που εκφράζεται στο πρόγραμμα φαίνεται επαρκής ώστε να εξασφαλίσει ότι ο μεσοπρόθεσμος στόχος (ΜΠΣ) που καθορίστηκε από τις κυπριακές αρχές θα έχει σχεδόν επιτευχθεί το 2009, όπως προβλέπεται στο πρόγραμμα. Κατά τα έτη που ακολουθούν τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, ο ρυθμός προσαρμογής προς τον ΜΠΣ που προβλέπεται από το πρόγραμμα θα επιτρέψει την επίτευξη προόδου σε σχεδόν ισοσκελισμένη θέση, γεγονός που θα αποτελούσε ενδεδειγμένη πρόοδο[10] εφόσον κυμαίνεται εντός του φάσματος που προβλέπεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και στον κώδικα δεοντολογίας[11] για τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ και του ΜΣΙ II. Περαιτέρω, αποτελεί επίσης θέση του Συμβουλίου ότι η δημοσιονομική στρατηγική που σκιαγραφείται στο πρόγραμμα θα παράσχει επαρκές περιθώριο ασφάλειας για αποφυγή υπέρβασης του ορίου του 3% του ΑΕΠ στο πλαίσιο των συνήθων μακροοικονομικών διακυμάνσεων από το 2008 και μετέπειτα.

5. Δημόσιο χρέος

Το 2005, ο δείκτης του ακαθάριστου δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ μειώθηκε σε 70¼%, από 71¾ το 2004, χάρη στο καταγραφέν πρωτογενές πλεόνασμα και την υψηλή ανάπτυξη, των οποίων τα αποτελέσματα στη μείωση του χρέους εξουδετερώθηκαν εν μέρει από την σώρευση χρηματοοικονομικών στοιχείων με την μορφή καταθέσεων σε χρεολυτικά κεφάλαια στην Κεντρική Τράπεζα (πίνακας 3).

Σύμφωνα με το νόμο για τον προϋπολογισμό του 2006, ο δείκτης του χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω στο 67% το 2006. Στις εαρινές τους προβλέψεις του 2006, οι υπηρεσίες της Επιτροπής προβλέπουν επίσης μείωση, μολονότι μικρότερη, στο δείκτη του χρέους προς το ΑΕΠ, από 70¼% του ΑΕΠ το 2005 σε 69% το 2006. Η διαφορά μεταξύ της πρόβλεψης της Επιτροπής και του νόμου για τον προϋπολογισμό μπορεί να εξηγηθεί από τις διαφορετικές προβλέψεις σχετικά με το πρωτογενές αποτέλεσμα και την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ (διαφορετικές προβλέψεις του σωρευτικού αποτελέσματος), και από το γεγονός ότι οι προβλέψεις της Επιτροπής δεν περιλαμβάνουν τα αποτελέσματα της μείωσης των χρεολυτικών κεφαλαίων στην μείωση του χρέους (εάν είχαν συμπεριληφθεί, το αποτέλεσμα της πρόβλεψης θα ανερχόταν σε περίπου 68% του ΑΕΠ). Βάσει των γνωστών πολιτικών, οι υπηρεσίες της Επιτροπής προβλέπουν το 2007 περαιτέρω μείωση του δείκτη του χρέους προς το ΑΕΠ στο 67¾% του ΑΕΠ. Κυρίως λόγω της προβλεπόμενης μείωσης των χρεολυτικών κεφαλαίων, η επικαιροποίηση του προγράμματος σύγκλισης του 2005 προβλέπει περαιτέρω μειώσεις του δείκτη του χρέους προς το ΑΕΠ, αρχίζοντας από 64% το 2007, σε 57% το 2008 και 53½% το 2009. Η ανωτέρω γνώμη του Συμβουλίου για το πρόγραμμα σύγκλισης καταλήγει ότι, δεδομένης της ισορροπίας των κινδύνων στο πρόγραμμα, ο δείκτης του χρέους φαίνεται να μειώνεται επαρκώς, οδεύοντας προς την κατεύθυνση της τιμής αναφοράς του 60% του ΑΕΠ.

Πίνακας 3: Δυναμική του χρέους |

2003 | 2004 | 2005 | 2006 | 2007 |

6. Συμπεράσματα

Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης μειώθηκε από 4,1% του ΑΕΠ το 2004 σε 2,4% το 2005, κάτω από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ. Τα υποκείμενα μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος είναι κυρίως διαρκούς χαρακτήρα. Το διαρθρωτικό αποτέλεσμα, δηλαδή το κυκλικά προσαρμοσμένο αποτέλεσμα από το οποίο έχουν αφαιρεθεί τα έκτακτα και προσωρινά μέτρα, εκτιμάται ότι έχει βελτιωθεί κατά σχεδόν 2% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2006, το πραγματικό έλλειμμα αναμένεται να συρρικνωθεί στο 2¼% του ΑΕΠ το 2006 και, στην βάση μη μεταβολής της πολιτικής, σε 2% το 2007. Αυτό υπονοεί ότι το έλλειμμα έχει μειωθεί κάτω από το όριο του 3% του ΑΕΠ με αξιόπιστο και διατηρήσιμο τρόπο.

Το ακαθάριστο δημόσιο χρέος μειώθηκε από 71¾% του ΑΕΠ το 2004 σε 70¼% το 2005 και μπορεί να θεωρηθεί ότι οδεύει πτωτικά προς την τιμή αναφοράς του 60% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψει των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2006, μολονότι εξακολουθεί να παραμένει πάνω από την τιμή αναφοράς του 60% του ΑΕΠ, ο δείκτης του χρέους αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω σε περίπου 69% και 68% του ΑΕΠ το 2006 και 2007 αντιστοίχως (στη βάση αμετάβλητης πολιτικής).

Από τη γενικότερη αυτή αξιολόγηση συνάγεται ότι η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος στην Κύπρο έχει διορθωθεί. Συνεπώς, η Επιτροπή συνιστά στο Συμβούλιο να καταργήσει την απόφαση για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Κύπρο.

Σύσταση

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την κατάργηση της απόφασης 2005/184/ΕΚ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Κύπρο

(2006/…/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη :

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 104 παράγραφος 12,

τη σύσταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1. Με την απόφαση 2005/184/EΚ[12] του Συμβουλίου, μετά από σύσταση της Επιτροπής βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 6 της Συνθήκης, προκύπτει η ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Κύπρο.

2. Σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7 της Συνθήκης και το άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97, το Συμβούλιο απηύθυνε στις 5 Ιουλίου 2004 σύσταση προς την Κύπρο προκειμένου να τερματιστεί η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος μέχρι το τέλος του 2005, το αργότερο. Η σύσταση δημοσιοποιήθηκε. Ειδικότερα, συστήνεται στην Κύπρο να εφαρμόσει με αποφασιστικότητα τα μέτρα που προβλέπονται στο πρόγραμμα σύγκλισης του Μαΐου 2004 και να λάβει αποτελεσματικά μέτρα, μέχρι τις 5 Νοεμβρίου 2004, προκειμένου να μειώσει το έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ το 2005, με αξιόπιστο και διατηρήσιμο τρόπο. Το Συμβούλιο συνέστησε επίσης στις κυπριακές αρχές να μεριμνήσουν ώστε να ανακοπεί η αύξηση του δείκτη του δημόσιου χρέους το 2004 και να αναστραφεί η πορεία του στη συνέχεια. Το Συμβούλιο κάλεσε τις κυπριακές αρχές να εξασφαλίσουν τη διατηρησιμότητα της δημοσιονομικής εξυγίανσης με βάση τον ΜΠΣ μετά την διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος.

3. Σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 12 της Συνθήκης, απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος καταργείται όταν, κατά την άποψη του Συμβουλίου, το υπερβολικό έλλειμμα έχει διορθωθεί στο οικείο κράτος μέλος.

4. Σύμφωνα με το πρωτόκολλο για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που προσαρτάται στη Συνθήκη, η Επιτροπή παρέχει τα στατιστικά στοιχεία για την εφαρμογή της ΔΥΕ. Στο πλαίσιο της εφαρμογής του εν λόγω πρωτοκόλλου, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να κοινοποιούν τα στοιχεία για τα δημόσια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος και άλλες συναφείς μεταβλητές δύο φορές το χρόνο, δηλαδή πριν από την 1η Απριλίου και πριν από την 1η Οκτωβρίου, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 3605/93[13] της 22ας Νοεμβρίου 1993 σχετικά με την εφαρμογή του πρωτοκόλλου για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

5. Με βάση τα δεδομένα που έδωσε η Επιτροπή (Eurostat) σύμφωνα με το άρθρο 8ζ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93 σε συνέχεια της κοινοποίησης της Κύπρου πριν από την 1η Απριλίου 2006 και τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής το 2006, προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα :

6. Το δημόσιο έλλειμμα μειώθηκε από 4,1% του ΑΕΠ το 2004 σε 2,4% του ΑΕΠ το 2005, που είναι κατώτερο από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ για το έλλειμμα. Τα στοιχεία αυτά συγκρίνονται με το στόχο του 2,9% του ΑΕΠ που τέθηκε στο επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης του Μαΐου 2004 και με το στόχο του 2,5% του τελευταίου επικαιροποιημένου προγράμματος σύγκλισης του Δεκεμβρίου 2005. Η μείωση κάτω από την τιμή αναφοράς το 2005 συνάδει με τη σύσταση βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 7. Η δημοσιονομική προσαρμογή εφαρμόστηκε το 2005 μέσω της αύξησης των εσόδων και της περικοπής των δαπανών. Μολονότι ορισμένα έκτακτα μέτρα συνέβαλαν στη μείωση του ελλείμματος, η δημοσιονομική εξυγίανση στην Κύπρο επιτεύχθηκε κυρίως μέσω της εφαρμογής διαρθρωτικών μέτρων. Το διαρθρωτικό έλλειμμα (το κυκλικά προσαρμοσμένο έλλειμμα αφαιρουμένων όλων των έκτακτων και λοιπών προσωρινών μέτρων) υποχώρησε στο 3% του ΑΕΠ, σε σύγκριση με το 5% και το 8% του ΑΕΠ το 2004 και 2003 αντιστοίχως.

7. Για το 2006, οι εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής προβλέπουν την περαιτέρω μείωση του ελλείμματος στο 2¼% του ΑΕΠ, κυρίως μέσω μέτρων διαρθρωτικού χαρακτήρα. Η πρόβλεψη αυτή υπερβαίνει ελαφρά τον επίσημο στόχο του 1,9% του ΑΕΠ που τέθηκε για το έλλειμμα στο επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης του Δεκεμβρίου 2005. Για το 2007, οι εαρινές προβλέψεις αναφέρουν, στη βάση μη μεταβολής της πολιτικής, περαιτέρω συρρίκνωση του ελλείμματος στο 2% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι το έλλειμμα έχει μειωθεί κάτω από το όριο του 3% του ΑΕΠ με αξιόπιστο και διατηρήσιμο τρόπο, όπως απαιτείται από την σύσταση βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 7.

8. Το δημόσιο χρέος μειώθηκε από 71¾% του ΑΕΠ το 2004 σε 70¼% το 2005. Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής για το 2006, ο δείκτης του χρέους προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω στο 69% και 68% του ΑΕΠ το 2006 και 2007 αντιστοίχως. Ο ρυθμός της μείωσης του χρέους προς το 60% του ΑΕΠ, που είναι και η τιμή αναφοράς, συνάδει με τη σύσταση βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 7.

9. Σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου της 14ης Μαρτίου 2006 για το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης της Κύπρου 2005-2009, τα μέτρα που προβλέπονται από τις κυπριακές αρχές στη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού θα μειώσουν το διαρθρωτικό έλλειμμα στο 0,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2009, που αποτελεί και το μεσοπρόθεσμο στόχο που επέλεξαν οι κυπριακές αρχές. Βάσει των εκτιμώμενων αποτελεσμάτων για το 2005, και λαμβανομένων υπόψη των περιορισμένων κινδύνων που βαρύνουν τους δημοσιονομικούς στόχους, η δημοσιονομική στάση που εκφράζεται στο πρόγραμμα φαίνεται να επιτρέπει την πρακτική υλοποίηση του μεσοπρόθεσμου στόχου μέχρι το 2009, όπως προβλέπεται και στο πρόγραμμα. Για τα έτη μετά τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, ο τεκμαιρόμενος από το πρόγραμμα ρυθμός προσαρμογής προς τον μεσοπρόθεσμο στόχο που έχει τεθεί από το πρόγραμμα συμβαδίζει γενικότερα με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

10. Κατά συνέπεια, πρέπει να καταργηθεί η απόφαση 2005/184/EΚ.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Από τη συνολική εκτίμηση συνάγεται ότι η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος στην Κύπρο έχει διορθωθεί.

Άρθρο 2

Καταργείται η απόφαση 2005/184/EΚ.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Δημοκρατία της Κύπρου.

Βρυξέλλες, 11 Ιουλίου 2006.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

[1] ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6. Κανονισμός, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1056/2005 (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 5).

[2] ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7. Κανονισμός, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2103/2005 (ΕΕ L 337 της 22.12.2005, σ. 1).

[3] Οι εαρινές προβλέψεις του 2004 της Επιτροπής είναι διαθέσιμες στον ακόλουθο ιστότοπο : http://europa.eu.int/comm/economy_finance/publications/european_economy/2004/ee204en.pdf.

[4] Το πλήρες κείμενο της έκθεσης αυτής διατίθεται στον ακόλουθο ιστότοπο : http://europa.eu.int/comm/economy_finance/about/activities/sgp/country/edp/edprep2004_cy.pdf

[5] Απόφαση 2005/184/EΚ του Συμβουλίου, που δημοσιεύθηκε στις 9.3.2005 στην Επίσημη Εφημερίδα : ΕΕ L062, σ. 19.

[6] ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1. Κανονισμός, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1055/2005 (ΕΕ L 174 της, 7.7.2005, σ. 1).

[7] http://europa.eu.int/comm/economy_finance/about/activities/sgp/edp/comm_comm_22_dec_en.pdf

[8] Γνώμη του Συμβουλίου: http://register.consilium.eu.int/pdf/en/06/st07/st07380.en06.pdf.Τεχνική αξιολόγηση: http://europa.eu.int/comm/economy_finance/about/activities/sgp/country/commwd/cy/com_cy20052006.pdf

[9] Γνώμη του Συμβουλίου: http://register.consilium.eu.int/pdf/en/06/st07/st07380.en06.pdf.Τεχνική αξιολόγηση: http://europa.eu.int/comm/economy_finance/about/activities/sgp/country/commwd/cy/com_cy20052006.pdf

[10] Ο μεσοπρόθεσμος στόχος για τον προϋπολογισμό είναι δυνατόν να αποκλίνει από την ισοσκέλιση ή το πλεόνασμα για τα επιμέρους κράτη μέλη. Για τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ και του ΜΣΙ2, η απόκλιση αυτή μπορεί να κυμαίνεται από– 1% του ΑΕΠ μέχρι την ισοσκέλιση ή το πλεόνασμα, σε κυκλικά διαρθρωμένους όρους, εξαιρουμένων των έκτακτων και προσωρινών μέτρων.

[11] Κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1466/97 – ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1. Κανονισμός, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1055/2005 (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 1) – και (ΕΚ) αριθ. 1467/97 – ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6. Κανονισμός, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1056/2005 (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 5) – και το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης της 7 Ιουλίου 1997. Ο κώδικας δεοντολογίας είναι διαθέσιμος στον ιστότοποhttp://europa.eu.int/comm/economy_finance/about/activities/sgp/codeofconduct_en.pdf

[12] ΕΕ L 62 της 9.3.2005, σ. 19.

[13] ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7. Κανονισμός, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2103/2005 (ΕΕ L 337 της 22.12.2005, σ. 1).

Top