Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52006PC0213

Τροποποιημένη πρόταση κανονισμός του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

/* COM/2006/0213 τελικό - CNS 2005/0090 */

52006PC0213

Τροποποιημένη πρόταση κανονισμός του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων /* COM/2006/0213 τελικό - CNS 2005/0090 */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 18.5.2006

COM(2006) 213 τελικό

2005/0090 (CNS)

Τροποποιημένη πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Η αναδιατύπωση του Δημοσιονομικού Κανονισμού (ΔΚ) ενεκρίθη ομόφωνα από το Συμβούλιο τον Ιούνιο του 2002, αφού προηγήθηκε επιτυχής διαδικασία συμβιβασμού με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και με τη σημαντική συμβολή του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τον Δεκέμβριο του 2002, η Επιτροπή εξέδωσε τους Κανόνες Εφαρμογής (ΚΕ) του νέου ΔΚ, μετά από εκτενείς διαβουλεύσεις μεταξύ των κοινοτικών θεσμικών οργάνων. Και οι δύο αυτοί κανονισμοί ετέθησαν σε ισχύ, για όλα τα θεσμικά όργανα, την 1η Ιανουαρίου 2003.

Σύμφωνα με το άρθρο 184, ο ΔΚ υπόκειται σε αναθεώρηση ανά τριετία, ή οποτεδήποτε τούτο κριθεί αναγκαίο. Δυνάμει της υποχρέωσης αυτής, η Επιτροπή εξέδωσε στις 3 Μαΐου 2005 πρόταση αναθεώρησης του ΔΚ.

Όπως προβλέπεται στο άρθρο 279 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η πρόταση της Επιτροπής υπεβλήθη στο Κοινοβούλιο για διαβούλευση και στο Ελεγκτικό Συνέδριο για γνωμοδότηση. Ενημερώθηκαν σχετικά και τα λοιπά θεσμικά όργανα.

Τα αποτελέσματα των διοργανικών διαβουλεύσεων έχουν ως εξής:

α) Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ), της οποίας η γνώμη δεν είναι αναγκαία δυνάμει του άρθρου 279 της Συνθήκης ΕΚ, εξέδωσε θετική κατά το πλείστον γνώμη τον Οκτώβριο του 2005.

β) Το Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΣ) εξέδωσε θετική κατά το πλείστον γνώμη τον Δεκέμβριο του 2005, θεωρώντας ωστόσο ότι η έκταση της αναθεώρησης είναι υπερβολικά μεγάλη και εκφράζοντας ορισμένες ανησυχίες για συγκεκριμένους τομείς.

γ) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε τις τροπολογίες του κατά τη σύνοδο της Ολομέλειας στις 15 Μαρτίου 2006. Υπεβλήθησαν 134 τροπολογίες, οι οποίες αποτελούν με διαφορά τη σημαντικότερη συμβολή στην πρόταση της Επιτροπής.

δ) Το Συμβούλιο ολοκλήρωσε την πρώτη ανάγνωση της πρότασης της Επιτροπής τον Μάρτιο του 2006.

Η Επιτροπή διεξήγαγε και εκτεταμένες διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών, και ιδίως των ΜΚΟ, σχετικά με τις δυσκολίες που αυτοί διακρίνουν στην εφαρμογή του ΔΚ (ακροάσεις στην ΕΟΚΕ και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και συσκέψεις με τις υπηρεσίες της Επιτροπής).

Η Επιτροπή λαμβάνει τώρα την πρωτοβουλία να παρουσιάσει τροποποιημένη πρόταση αναθεώρησης του ΔΚ, ενσωματώνοντας σε μεγάλο βαθμό τις γνώμες των άλλων θεσμικών οργάνων και λαμβάνοντας υπόψη τις ανησυχίες που διατυπώθηκαν από τους εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών. Αυτή η τροποποιημένη πρόταση αναμένεται να συμβάλει στη διαμόρφωση διοργανικής συναίνεσης μέσω της αποδοχής των σημαντικότερων αιτημάτων και της μείωσης των διαφωνιών, ιδίως μεταξύ Συμβουλίου και Κοινοβουλίου.

Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 184 του ΔΚ, πρέπει να εφαρμοσθεί διαδικασία συμβιβασμού (κατά την έννοια της κοινής δήλωσης της 4ης Μαρτίου 1975) μεταξύ Συμβουλίου και Κοινοβουλίου, εφόσον τούτο ζητηθεί από το Κοινοβούλιο, με την ενεργό συμπαράσταση της Επιτροπής, πριν το Συμβούλιο εγκρίνει την αναθεώρηση του ΔΚ. Στόχος είναι η επίτευξη συμφωνίας σχετικά με την αναθεωρημένη πρόταση κατά το πρώτο εξάμηνο του 2006. Τούτο θα επιτρέψει στην Επιτροπή να προετοιμάσει κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2006 τους ΚΕ του αναθεωρημένου ΔΚ, έτσι ώστε και δύο αυτοί κανονισμοί να τεθούν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2007.

2. Η ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΔΚ

Η Επιτροπή προτείνει την τροποποίηση της αρχικής της πρότασης για να ληφθούν υπόψη οι γνώμες των άλλων θεσμικών οργάνων και τα σχόλια που διατυπώθηκαν κατά την πρώτη ανάγνωση στο Συμβούλιο. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις δεν αλλάζουν τη βασική δομή της αρχικής πρότασης της Επιτροπής και τα βασικά στοιχεία της. Διατηρούν το κεκτημένο της δημοσιονομικής μεταρρύθμισης και επιτυγχάνουν καλύτερη ισορροπία μεταξύ προστασίας των οικονομικών συμφερόντων, αναλογικότητας των διοικητικών δαπανών και διαδικασιών φιλικών προς τον χρήστη.

Σύμφωνα με τους «κανόνες παρουσίασης των τροποποιημένων και επανεξετασθεισών προτάσεων» [1] , οι τροποποιήσεις της αρχικής πρότασης της Επιτροπής (COM (2005)181 τελικό) έχουν τονισθεί με τη χρήση διαγραφής για τα διαγραφέντα αποσπάσματα και παχιών γραμμάτων με υπογράμμιση για τα νέα ή τροποποιημένα.

3. ΕΠΕΞΗΓΗΣΗ ΤΩΝ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΩΝ

3.1. Δημοσιονομικές αρχές

α) Η προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 8, με την οποία προσδιορίζεται ότι οι ίδιοι πόροι που προκαταβάλλονται θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως έσοδα κατά το επόμενο οικονομικό έτος, απαλείφεται, διότι το Συμβούλιο υπήρξε αρνητικό ως προς την τροποποίηση αυτή.

β) Η δυνατότητα να αναλαμβάνονται δαπάνες προκαταβολικά διατηρείται ως έκτακτο μέτρο για τις ενισχύσεις αντιμετώπισης κρίσεων και για την ανθρωπιστική βοήθεια, αλλά διευκρινίζεται ότι η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή θα πρέπει να ενημερώνεται εκ των υστέρων για τις σχετικές αναλήψεις δαπανών (τροπολογία αριθ. 30 του Κοινοβουλίου).

γ) Οι εσωτερικές παραπομπές στα άρθρα 11 και 18 αναπροσαρμόζονται κατά τρόπο που να εξασφαλίζει την εσωτερική λογική συνέπεια του κειμένου.

δ) Στο άρθρο 19, οι απαιτήσεις για έγκριση εκ μέρους της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχή περιορίζονται στις ελευθεριότητες που συνεπάγονται δημοσιονομικό κόστος που υπερβαίνει το 10% της αντίστοιχης ελευθεριότητας, σύμφωνα με την άποψη που διατυπώθηκε από το Συμβούλιο σχετικά με το άρθρο αυτό. Έτσι, τα δικαιώματα της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής διατηρούνται, ενώ τηρείται και η αρχή της αναλογικότητας κατά την απαίτηση του Κοινοβουλίου.

ε) Όσον αφορά τις μεταφορές πιστώσεων από τα θεσμικά όργανα πέραν της Επιτροπής, το Κοινοβούλιο ζήτησε τη διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης (τροπολογίες 34 έως 38). Το άρθρο 22 τροποποιήθηκε αναλόγως. Ωστόσο, ορισμένες διατάξεις σχετικά με τις μεταφορές πιστώσεων που πραγματοποιούνται στα λοιπά θεσμικά όργανα μεταφέρθηκαν από τον ΔΚ στους ΚΕ, για λόγους ασφάλειας δικαίου και καλύτερης κατανόησης των κειμένων.

στ) Όσον αφορά τις μεταφορές της Επιτροπής, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί κάποια ευελιξία για τις μεταφορές που αναφέρονται στις δαπάνες προσωπικού κατά τους τρεις τελευταίους μήνες του οικονομικού έτους. Προς τούτο, η Επιτροπή θα πρέπει να αποφασίζει μόνη της για αυτές τις μεταφορές εντός του ορίου του 10% των πιστώσεων και να ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός του επόμενου μήνα (άρθρο 23 παρ. 1 στοιχείο β)). Η παρούσα πρόταση ενσωματώνει εν μέρει τις τροπολογίες 39, 40 και 41 του Κοινοβουλίου. Ταυτόχρονα δε, και για λόγους αποτελεσματικότητας (προς αποφυγή καθυστερήσεων), η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση, μετά την υιοθέτηση της νομικής βάσης, να αποφασίζει μόνη της για τις καθαρά μηχανικές μεταφορές πιστώσεων από το αποθεματικό που δημιουργείται κατά την ψήφιση του προϋπολογισμού λόγω έλλειψης νομικής βάσης (άρθρο 23 παρ. 1 στοιχείο δ)), θα πρέπει όμως και να ενημερώνει εκ των υστέρων την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σχετικά με τις μεταφορές αυτές (τροπολογία αριθ. 40 του Κοινοβουλίου). Οι εσωτερικές παραπομπές της παραγράφου 2 αναπροσαρμόζονται.

ζ) Στο άρθρο 26 προτείνεται μια καθαρά τυπική τροποποίηση, η οποία λαμβάνει υπόψη την ορολογία του μέρους ΙΙ του ΔΚ.

η) Σύμφωνα με την τροπολογία αριθ. 50 του Κοινοβουλίου, το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 28, σχετικά με τα δημοσιονομικά δελτία, επεκτείνεται για να καλύψει και τις νομοθετικές προτάσεις που έχουν υποβάλει τα κράτη μέλη σύμφωνα με τη Συνθήκη ΕΕ, καθώς και τις σημαντικές τροποποιήσεις μιας νομοθετικής πρότασης που έχουν επίπτωση στον προϋπολογισμό.

θ) Σύμφωνα με τις τροπολογίες 45 έως 48 του Κοινοβουλίου, η αρχή της αναλογικότητας που θεσπίζεται με το άρθρο 5 παρ. 3 της Συνθήκης ΕΚ αποτυπώνεται εύστοχα στο νέο κεφάλαιο 7α του ΔΚ.

ι) Σύμφωνα με τη σύσταση αριθ. 52 του Κοινοβουλίου σχετικά με την έκθεση απαλλαγής για το 2004, η διαφάνεια πρέπει να ενισχυθεί μέσω της πρόβλεψης της ενημέρωσης των δικαιούχων κοινοτικών κεφαλαίων, ανεξάρτητα από τον τρόπο εκτέλεσης του προϋπολογισμού.

κ) Σύμφωνα με τη γνώμη αριθ. 2/2004[2] του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[3] και του Συμβουλίου[4] υποστήριξη ενός ολοκληρωμένου και αποτελεσματικού πλαισίου εσωτερικού ελέγχου, καθώς και με τη δέσμευση που ανέλαβε η Επιτροπή στο Σχέδιο Δράσης[5], προστίθεται στο κεφάλαιο 9 του τίτλου ΙΙ μια νέα δημοσιονομική αρχή, η οποία αποσκοπεί στη βελτίωση της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας των πράξεων, της αξιοπιστίας των δημοσιονομικών εκθέσεων, της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων και της διαχείρισης των κινδύνων που συνδέονται με τη νομιμότητα και την κανονικότητα των συναφών συναλλαγών, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται ένα ανεκτό επίπεδο κινδύνων. Η ορολογία που χρησιμοποιείται στα άρθρα 60, 66 και 86 τροποποιείται ανάλογα.

λ) Ως προς την τροπολογία αριθ. 51 του Κοινοβουλίου, σχετικά με τη συνέχεια που θα δίδεται στις παρατηρήσεις επί του προϋπολογισμού, η Επιτροπή επιβεβαιώνει την πρόθεσή της να παρέχει στο Κοινοβούλιο όλα τα στοιχεία που αυτό είναι δυνατόν να ζητήσει δυνάμει του άρθρου 182.

3.2. Κατάρτιση και δομή του προϋπολογισμού

α) Σύμφωνα με τη νέα δημοσιονομική αρχή του αποδοτικού και αποτελεσματικού εσωτερικού ελέγχου, στη δήλωση δραστηριοτήτων θα πρέπει να περιλαμβάνονται και στοιχεία για τον ανεκτό κίνδυνο σφαλμάτων (άρθρο 33).

β) Σύμφωνα με τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η συνοπτική κατάσταση με το χρονοδιάγραμμα των πληρωμών συμπεριλαμβάνεται στα έγγραφα εργασίας που προσαρτώνται στο προσχέδιο προϋπολογισμού (άρθρο 33).

γ) Οι τροποποιήσεις των άρθρων 26, 45 και 46 διατηρούνται, σύμφωνα και με την προτεινόμενη υιοθέτηση ενός νέου μηχανισμού τροφοδότησης του Ταμείου Εγγύησης για τις εξωτερικές ενέργειες[6]. Η τελική έκβαση θα εξαρτηθεί από τη στάση του νομοθέτη έναντι του μηχανισμού αυτού.

3.3. Εκτέλεση του προϋπολογισμού – Μέθοδοι διαχείρισης (άρθρα 48-57)

α) Σύμφωνα με το αίτημα του Συμβουλίου, και για λόγους νομικής σαφήνειας, έγιναν στο άρθρο 49 ορισμένες αναπροσαρμογές με σκοπό την καλύτερη αποτύπωση των ιδιαιτεροτήτων της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) και την εξασφάλιση ταχύτερης χρηματοδότησης των ενεργειών της ΕΕ για την αντιμετώπιση κρίσεων. Επειδή δε η πραγματοποίηση των δαπανών βασίζεται στην εκάστοτε βασική πράξη που εκδίδεται από το Συμβούλιο, φαίνεται περισσότερο ενδεδειγμένος ο προσδιορισμός των αντίστοιχων βασικών πράξεων της Συνθήκης ΕΚ και των τίτλων V και VI της Συνθήκης ΕΕ στο άρθρο 49 του ΔΚ, αντί στους ΚΕ (όπως συμβαίνει σήμερα). Ακόμη, προστίθεται συγκεκριμένη διάταξη με σκοπό την κατάλληλη αποτύπωση των διαφόρων προπαρασκευαστικών μέτρων που είναι δυνατόν να λαμβάνονται στον τομέα της ΚΕΠΠΑ.

β) Σύμφωνα με την τροπολογία αριθ. 59 του Κοινοβουλίου, στο άρθρο 50 διευκρινίζεται ότι τα θεσμικά όργανα εκτελούν τα οικεία τμήματα του προϋπολογισμού εντός των ορίων των εγκρινόμενων πιστώσεων.

γ) Για λόγους σαφήνειας, το άρθρο 53 αναδιατυπώνεται και υποδιαιρείται σε επιμέρους άρθρα: ένα γενικό και τέσσερα ειδικά, που αντιστοιχούν στις διάφορες μεθόδους εκτέλεσης. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις λαμβάνουν υπόψη τις τροπολογίες 60 και 61 του Κοινοβουλίου. Ακόμη, και σύμφωνα με την τροπολογία αριθ. 62 του Κοινοβουλίου και τα αιτήματα διαφόρων αντιπροσωπειών στο Συμβούλιο, επιτρέπεται κατά την αποκεντρωμένη διαχείριση η προσφυγή σε εξωτερικούς φορείς, συμπεριλαμβανόμενων των «εθνικών οργανισμών».

δ) Βάσει της νέας διοργανικής συμφωνίας (σημείο 44), και με σκοπό την ενίσχυση του ολοκληρωμένου εσωτερικού ελέγχου των κοινοτικών κεφαλαίων στο πλαίσιο της επιμερισμένης διαχείρισης, τα κράτη μέλη θα υποβάλλουν στην Επιτροπή ετήσια σύνοψη, στο κατάλληλο εθνικό επίπεδο, των διαθέσιμων εκθέσεων ελέγχου και δηλώσεων.

ε) Για να διευρυνθούν οι δυνατότητες μεταβίβασης αρμοδιοτήτων στους κοινοτικούς οργανισμούς, το άρθρο 54 παρ. 2 στοιχείο β) συμπληρώνεται για να συμπεριλάβει ιδίως την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων, έτσι ώστε να μπορούν οι οργανισμοί αυτοί να επιτελούν συγκεκριμένα καθήκοντα που απαιτούν υψηλό βαθμό εξειδίκευσης και εμπειρογνωμοσύνης, ιδίως για τη διαχείριση των χρηματοδοτικών μέσων στα οποία αναφέρεται το άρθρο 108 παρ. 2 στοιχείο γ).

3.4. Δημοσιονομικοί παράγοντες (άρθρα 58-68)

α) Το άρθρο 60 παρ. 7, το οποίο προσδιορίζει το περιεχόμενο της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων των διατακτών, τροποποιείται σύμφωνα με την τροπολογία αριθ. 66 του Κοινοβουλίου.

β) Σύμφωνα με την τροπολογία αριθ. 68 του Κοινοβουλίου, ο υπόλογος έχει την εξουσία, κατά την επικύρωση των λογαριασμών, να πραγματοποιεί τους ελέγχους που κρίνει αναγκαίους και να διατυπώνει επιφυλάξεις.

γ) Στο άρθρο 63, προτείνεται μια μικρή διόρθωση της διατύπωσης, σύμφωνα με την αρχική αντίδραση του Συμβουλίου σχετικά.

δ) Όπως ζητήθηκε από το Κοινοβούλιο (τροπολογία αριθ. 69), η δημοσιονομική ευθύνη των διατακτών αποσαφηνίζεται και, σε περίπτωση βαρείας αμέλειας, περιορίζεται στην παρακράτηση μισθών ενός έτους. Για λόγους λογικής συνέπειας και ίσης μεταχείρισης, οι ίδιοι όροι και περιορισμοί θα πρέπει να ισχύουν για όλους τους δημοσιονομικούς παράγοντες και τα λοιπά πρόσωπα που εμπλέκονται στην εκτέλεση του προϋπολογισμού.

ε) Σύμφωνα με τα σχόλια που διατυπώθηκαν κατά τις συζητήσεις του Συμβουλίου, αποσύρεται από το άρθρο 66 παρ. 2α η δυνατότητα του διατάκτη να παραπέμπει μια υπόθεση στην υπηρεσία δημοσιονομικών παρατυπιών, αλλά αυτή θα ενταχθεί στους ΚΕ.

στ) Σύμφωνα με την τροπολογία αριθ. 70 του Κοινοβουλίου και με τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθίσταται δυνατή η σύσταση κοινής υπηρεσίας παρατυπιών από πλείονα θεσμικά όργανα.

3.5. Πράξεις εσόδων και δαπανών (άρθρα 69-83)

α) Σύμφωνα με το πρωτόκολλο που αναφέρεται στη θέση της Δανίας και με το πρωτόκολλο για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου, τα οποία προσαρτώνται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το άρθρο 72 τροποποιείται για να αποτυπώσει κατάλληλα την ειδική θέση των εν λόγω κρατών μελών σε σχέση με τον τίτλο IV της Συνθήκης ΕΚ.

β) Σύμφωνα με την τροπολογία αριθ. 75 του Κοινοβουλίου, επιτρέπεται το σύστημα άμεσης χρέωσης για τις περιοδικές πληρωμές διοικητικών και λειτουργικών δαπανών.

3.6. Δημόσιες συμβάσεις

α) Ο ΔΚ θα πρέπει να προβλέπει τη δυνατότητα σύναψης συμβάσεων-πλαισίων σύμφωνα με τις τροπολογίες 14 και 80 του Κοινοβουλίου, καθώς και, σύμφωνα με τις τροπολογίες 13 και 78 του Κοινοβουλίου και με σχετική παρατήρηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, τη δυνατότητα διεξαγωγής διαδικασιών ανάθεσης συμβάσεων σε διοργανική βάση. Ακόμη, ο ΔΚ θα πρέπει να περιέχει την αρχή της προκαταρκτικής ενημέρωσης πριν από την υπογραφή σύμβασης ανατεθείσας από θεσμικά όργανα για ίδιο λογαριασμό, σύμφωνα με την τροπολογία αριθ. 93 του Κοινοβουλίου.

β) Σύμφωνα με την αντίδραση του Ελεγκτικού Συνεδρίου και με τα σχόλια που διατυπώθηκαν στο Συμβούλιο, η διάκριση μεταξύ υποχρεωτικών και προαιρετικών λόγων αποκλεισμού καταργείται. Ωστόσο, δυνάμει της οδηγίας για τις δημόσιες συμβάσεις[7], θα πρέπει να θεσπισθεί συγκεκριμένος κανόνας για την εξασφάλιση προμηθειών υπό ευνοϊκούς όρους είτε από προμηθευτή του οποίου η επιχείρηση παύει οριστικά να λειτουργεί είτε από τους συνδίκους ή διαχειριστές πτώχευσης σε περίπτωση διακανονισμού με πιστωτές ή σε παρόμοια διαδικασία δυνάμει της οικείας εθνικής νομοθεσίας. Σύμφωνα με τις τροπολογίες 15 και 82 του Κοινοβουλίου, στον ΔΚ θα πρέπει να καθορισθεί και η μέγιστη περίοδος αποκλεισμού.

γ) Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ, την υπόδειξη του Ελεγκτικού Συνεδρίου και την τροπολογία αριθ. 88 του Κοινοβουλίου, θα πρέπει να δημιουργηθεί και να λειτουργεί υπό την ευθύνη της Επιτροπής μια κεντρική βάση δεδομένων για τους σκοπούς του αποκλεισμού οικονομικών παραγόντων από διαδικασία ανάθεσης σύμβασης ή επιχορήγησης. Αυτή η βάση δεδομένων θα πρέπει να είναι κοινή για όλα τα θεσμικά όργανα, τους εκτελεστικούς οργανισμούς και τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 185. Τα κράτη μέλη, οι τρίτες χώρες και οι λοιποί οργανισμοί που συμμετέχουν στην εκτέλεση του προϋπολογισμού θα πρέπει να γνωστοποιούν στον αρμόδιο διατάκτη στοιχεία για τις πλέον ενδιαφέρουσες περιπτώσεις αποκλεισμού δυνάμει του ΔΚ και να λαμβάνουν πλήρως υπόψη τα στοιχεία της εν λόγω βάσης δεδομένων κατά την ανάθεση συμβάσεων και την καταβολή επιχορηγήσεων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

δ) Σύμφωνα με τις τροπολογίες 84 και 86 του Κοινοβουλίου, η συμμετοχή σε διαδικασία για την ανάθεση συμβάσεων μικρού ύψους σε ένα και μοναδικό υποψήφιο, καθώς και για την καταβολή ποσών έναντι τιμολογίου θα πρέπει να είναι δυνατή χωρίς να απαιτούνται πιστοποιητικά από εθνικές αρχές που να πιστοποιούν ότι ο υποψήφιος δεν εμπίπτει σε κάποια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού.

ε) Εγγυήσεις στο πλαίσιο ανάθεσης συμβάσεων θα πρέπει να απαιτούνται μόνο εφόσον κρίνονται ενδεδειγμένες και αναλογικές, όπως προβλέπεται στις τροπολογίες 19 και 96 του Κοινοβουλίου.

3.7. Επιχορηγήσεις/επιδοτήσεις

α) Όπως προτείνεται από το Κοινοβούλιο (τροπολογία αριθ. 98), και σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ομάδας εργασίας της Επιτροπής που συστάθηκε για τον σκοπό αυτόν, το άρθρο 108 τροποποιείται για να θεσπίσει τη δυνατότητα καταβολής επιχορηγήσεων μέσω απόφασης της Επιτροπής, αντί μόνο μέσω σχετικής σύμβασης. Τα άρθρα 96, 112, 114, 120, 166 και 167 τροποποιούνται αναλόγως.

β) Όπως προτείνεται από το Κοινοβούλιο (τροπολογία αριθ. 99), προβλέπεται η καταβολή από τα θεσμικά όργανα επιχορηγήσεων για υπηρεσίες ενημέρωσης, διαφήμισης και επικοινωνίας.

γ) Όπως προτείνεται από το Κοινοβούλιο (τροπολογία αριθ. 99), τα κοινωνικά μέτρα υπέρ των μελών, του προσωπικού, των πρώην μελών και του πρώην προσωπικού των θεσμικών οργάνων δεν θα θεωρούνται ως επιχορηγήσεις, αλλά ως διοικητικές δαπάνες.

δ) Γίνονται ορισμένες αποσαφηνίσεις σχετικά με τα χρηματοδοτικά μέσα τα οποία δεν θα θεωρούνται ως επιχορηγήσεις.

ε) Διευκρινίζεται και ότι οι δαπάνες που σχετίζονται με τις αγορές των αλιευτικών προϊόντων δεν διέπονται από τις διατάξεις περί επιχορηγήσεων του παρόντος κανονισμού.

στ) Βάσει των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εντάσσεται εκ νέου στο άρθρο 109 η αρχή της μη παροχής κέρδους στον «δικαιούχο».

ζ) Όπως προτείνεται τόσο από το Ελεγκτικό Συνέδριο όσο και από το Κοινοβούλιο (τροπολογία αριθ. 108), ενισχύονται οι διατάξεις με σκοπό την αποφυγή της πολλαπλής χρηματοδότησης των ίδιων δαπανών.

η) Όπως προτείνεται από το Κοινοβούλιο (τροπολογία αριθ. 109), η υποχρέωση σταδιακής μείωσης των επιχορηγήσεων λειτουργίας δεν θα ισχύει για τα κατ’ αποκοπή ποσά και για τις χρηματοδοτήσεις ενιαίου ποσοστού.

θ) Όπως προτείνεται από το Κοινοβούλιο (τροπολογία αριθ. 112), οι αιτούντες θα βεβαιώνουν ότι δεν εμπίπτουν σε περίπτωση αποκλεισμού μόνο εφόσον θα πρόκειται για επιχορηγήσεις που υπερβαίνουν ένα ορισμένο ποσό.

ι) Το άρθρο 118 τροποποιείται για να περιορισθεί η δυνατότητα των διατακτών να ζητούν από τους δικαιούχους την προσκόμιση εγγυήσεων μόνο εφόσον αυτές κρίνονται ενδεδειγμένες και αναλογικές, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα του Κοινοβουλίου (τροπολογία αριθ. 120).

3.8. Λογιστική

α) Σύμφωνα με την τροπολογία αριθ. 123 του Κοινοβουλίου, το περιεχόμενο της έκθεσης για τη δημοσιονομική και τη χρηματοοικονομική διαχείριση προσδιορίζεται στο άρθρο 122.

β) Προτείνεται μια μικρή διόρθωση της διατύπωσης του άρθρου 128, για να αποσαφηνισθεί η προθεσμία διαβίβασης στην Επιτροπή της έκθεσης για τη δημοσιονομική και τη χρηματοοικονομική διαχείριση κατά τη διάρκεια του οικείου οικονομικού έτους.

γ) Σύμφωνα με την τροπολογία 124 του Κοινοβουλίου, το άρθρο 139 τροποποιείται για να εξασφαλισθεί ότι η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή θα ενημερώνεται δεόντως για κάθε δημοσιονομικό κανόνα που θα υιοθετείτται από τα θεσμικά όργανα.

3.9. Διοικητικές πιστώσεις

α) Σύμφωνα με την τροπολογία αριθ. 130 του Κοινοβουλίου, καθορίζεται περίοδος τριών εβδομάδων για τη διαδικασία που αναφέρεται σε ακίνητα (δηλαδή μία εβδομάδα για τη γνωστοποίηση της πρόθεσης έκδοσης γνώμης συν οι δύο προβλεπόμενες σήμερα εβδομάδες για τη διαβίβαση της γνώμης).

β) Όπως έχει ζητήσει το Κοινοβούλιο (τροπολογία αριθ. 63), είναι δυνατόν να χορηγούνται στις πολιτικές ομάδες του Κοινοβουλίου επιδόματα, τα οποία δεν συνιστούν επιχορηγήσεις, καθώς και εξουσίες διατάκτη σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό του Κοινοβουλίου, μέσω της εξαίρεσης από το άρθρο 59 (το οποίο προβλέπει την υπαγωγή των διατακτών στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης του προσωπικού).

3.10. Πρόσληψη εμπειρογνωμόνων για την αξιολόγηση των προτάσεων και την παρακολούθηση και αξιολόγηση των σχεδίων

Βάσει σχετικής παρατήρησης του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η συγκεκριμένη διαδικασία επιλογής εμπειρογνωμόνων θα πρέπει να διακρίνεται σαφώς από τις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων.

3.11. Μεταβατικές και τελικές διατάξεις

α) Στο άρθρο 181α θα πρέπει να προστεθεί μεταβατική διάταξη για την αντιμετώπιση των δαπανών που απορρέουν από τις κοινοτικές πρωτοβουλίες και τα μέτρα τεχνικής βοήθειας και καινοτομίας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, ο οποίος θεσπίζει γενικές διατάξεις για τα Διαρθρωτικά Ταμεία, και για τις οποίες δαπάνες απομένουν πληρωμές προς εκτέλεση.

β) Κρίνεται ενδεδειγμένο να ορισθεί ο τρόπος άσκησης των καθηκόντων ελέγχου καθενός από τα κοινοτικά ελεγκτικά όργανα (μέσω είτε εσωτερικού είτε εξωτερικού ελεγκτή).

γ) Όπως πρότεινε το Κοινοβούλιο (τροπολογία αριθ. 134), και υπό το πρίσμα του περιεχομένου του άρθρου 133, η παράγραφος 4 του άρθρου 185 κρίνεται περιττή και μπορεί να απαλειφθεί.

Τέλος, αξίζει να επισημανθεί ότι τα μέτρα εκτέλεσης των ελέγχων που αναφέρονται στο ανεκτό επίπεδο κινδύνου και εισάγονται στο άρθρο 30α θα υπαχθούν σε μεταβατική περίοδο (από την 1η Ιανουαρίου 2009), η οποία θα προσδιορισθεί σε συνάρτηση με τις συγκεκριμένες διατάξεις που θα ενταχθούν στους ΚΕ του ΔΚ.

2005/0090 (CNS)

Τροποποιημένη πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, και ιδίως το άρθρο 279,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 183,

την πρόταση της Επιτροπής[8],

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[9],

τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου[10],

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Ο κανονισμός (EΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου[11], εφεξής ο «Δημοσιονομικός Κανονισμός», θέτει τα νομικά θεμέλια της μεταρρύθμισης της δημοσιονομικής διαχείρισης. Έτσι, τα ουσιώδη στοιχεία του θα πρέπει να διατηρηθούν και να ενισχυθούν. Η διαφάνεια ιδίως πρέπει να ενισχυθεί μέσω της παροχής πληροφόρησης για τους δικαιούχους κοινοτικών κεφαλαίων. Ακόμη, θεσπίζει τις δημοσιονομικές αρχές, που θα πρέπει να τηρούνται σε όλες τις νομοθετικές πράξεις και από τις οποίες οι παρεκκλίσεις θα πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο δυνατόν.

(2) Ορισμένες τροποποιήσεις δικαιολογούνται από την κτηθείσα εμπειρία και αποσκοπούν στη διευκόλυνση της εκτέλεσης του προϋπολογισμού και στην επίτευξη των πολιτικών στόχων που τη συνοδεύουν, καθώς και στην αναπροσαρμογή ορισμένων απαιτήσεων διαδικασίας και τεκμηρίωσης έτσι ώστε να καταστούν περισσότεροι αναλογικοί προς τους εκάστοτε κινδύνους και έξοδα, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας στην οποία αναφέρεται το άρθρο 5 παρ. 3 της Συνθήκης ΕΚ.

(3) Όλες οι τροποποιήσεις πρέπει να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων της μεταρρύθμισης της Επιτροπής, στη βελτίωση ή στη διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, στην ενίσχυση της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων έναντι της απάτης και των παράνομων ενεργειών, οπότε και στην επίτευξη εύλογης ασφάλειας ως προς τη νομιμότητα και την κανονικότητα των δημοσιονομικών πράξεων.

(4) Μερικές τροποποιήσεις είναι αναγκαίες για να ληφθούν υπόψη οι διατάξεις για την πραγματοποίηση των εσόδων και των δαπανών του προϋπολογισμού που περιλαμβάνονται στις νομοθετικές πράξεις που πρόκειται να εκδοθούν για την περίοδο 2007-2013, έτσι ώστε να εξασφαλισθεί η λογική συνέπεια μεταξύ των πράξεων αυτών και του Δημοσιονομικού Κανονισμού.

(5) Η αρχή σύμφωνα με την οποία οι λοιπές νομοθετικές πράξεις που αναφέρονται στην εκτέλεση του προϋπολογισμού πρέπει να συμμορφώνονται με τον Δημοσιονομικό Κανονισμό θα πρέπει να ενισχυθεί.

(5) Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου για την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας καθώς και στη Συνθήκη του Άμστερνταμ, η οποία τροποποιεί τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάθε θεσμικό όργανο κατά την άσκηση των εξουσιών που του ανατίθενται οφείλει να συμμορφώνεται με την αρχή της αναλογικότητας, σύμφωνα με την οποία κάθε ενέργεια της Κοινότητας πρέπει να μην υπερβαίνει ό,τι είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων της Συνθήκης.

(6) Πρέπει να θεσπισθεί μια νέα δημοσιονομική αρχή, του αποτελεσματικού και αποδοτικού εσωτερικού ελέγχου, έτσι ώστε να ορισθούν οι βασικές αρχές των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, με στόχο ένα ανεκτό επίπεδο κινδύνου κατά τον έλεγχο της νομιμότητας και της κανονικότητας των υποκείμενων πράξεων.

(76) Ως προς ορισμένα σημεία, χρειάζεται περισσότερη αποδοτικότητα και διαφάνεια σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των δημοσιονομικών αρχών, για να ικανοποιούνται καλύτερα οι επιχειρησιακές ανάγκες.

(87) Όσον αφορά την αρχή της ενότητας του προϋπολογισμού, ο κανόνας που διέπει τους τόκους που γεννώνται από τις προχρηματοδοτήσεις θα πρέπει να απλοποιηθεί. Ο διοικητικός φόρτος τον οποίο συνεπάγεται η είσπραξη των τόκων αυτών είναι δυσανάλογος προς τον επιδιωκόμενο στόχο, οπότε θα ήταν αποδοτικότερο να επιτρέπεται ο συμψηφισμός των τόκων αυτών με τη πληρωμή εξόφλησης του δικαιούχου.

(98) Ως προς την αρχή ετήσιας διάρκειας, θα πρέπει να καθιερωθεί μεγαλύτερη διαφάνεια και ευελιξία, για την ικανοποίηση των λειτουργικών αναγκών. Η μεταφορά πιστώσεων στο επόμενο έτος θα πρέπει να επιτρέπεται κατ’ εξαίρεσιν στην περίπτωση των δαπανών για άμεσες ενισχύσεις προς τους αγρότες στο πλαίσιο του νέου Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ). Η εκ των προτέρων δέσμευση δαπανών θα πρέπει να επιτρέπεται για την παροχή βοήθειας διαχείρισης κρίσεων και ανθρωπιστικής βοήθειας, έτσι ώστε η Κοινότητα να μπορεί να ανταποκρίνεται επαρκώς σε διεθνείς καταστροφές που συμβαίνουν στο τέλος ενός οικονομικού έτους.

(109) Οι αιτήσεις πληρωμής από τα κράτη μέλη βάσει των νέων γεωργικών κανονισμών θα συγκεντρώνονται κατά το μεγαλύτερο μέρος τους στην αρχή του οικονομικού έτους ν. Ως εκ τούτου, το μέγιστο κατώτατο όριο για τις εκ των προτέρων δεσμεύσεις έναντι του ΕΓΤΕ (από τις 15 Νοεμβρίου του έτους ν-1) για την κάλυψη των συνήθων διαχειριστικών δαπανών (οι οποίες εγγράφονται στον προϋπολογισμό του έτους ν) θα πρέπει να μην ισχύει για τον τελευταίο εγκριθέντα γεωργικό προϋπολογισμό. Όσον αφορά το όριο των εκ των προτέρων δεσμεύσεων πιστώσεων για διοικητικές δαπάνες, το κείμενο θα πρέπει να τροποποιηθεί για να αναφέρεται στις πιστώσεις που εγκρίνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

(1110) Η χρήση μη διαχωριζόμενων πιστώσεων για κτηνιατρικά μέτρα, με εγγραφή στο ΕΓΤΕ, εμποδίζουν άσκοπα την εκτέλεση τέτοιων μέτρων, ιδίως σε ό,τι αφορά τα όρια που τίθενται στις δυνατότητες μεταφοράς στο επόμενο οικονομικό έτος. Η χρήση διαχωριζόμενων πιστώσεων για τις δαπάνες αυτές θα πρέπει, συνεπώς, να επιτρέπεται, διότι τούτο είναι περισσότερο σύμφωνο με τον πολυετή χαρακτήρα των μέτρων αυτών.

(1211) Όσον αφορά την αρχή της καθολικότητας, θα πρέπει να προστεθούν δύο σημεία στον κατάλογο των εσόδων με συγκεκριμένο προορισμό. Πρώτον, όπως είναι σήμερα δυνατόν στο πλαίσιο συγκεκριμένων ερευνητικών προγραμμάτων, θα πρέπει να είναι δυνατόν στα κράτη μέλη να καταβάλλουν συνεισφορές κατά την εκάστοτε περίσταση, ως έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό, για να χρησιμοποιηθούν σε σχέδια στο πλαίσιο προγραμμάτων εξωτερικών σχέσεων τα οποία διαχειρίζεται η Επιτροπή. Δεύτερον, τα έσοδα από την πώληση οχημάτων, εξοπλισμού, εγκαταστάσεων και υλικών, καθώς και επιστημονικών και τεχνικών συσκευών που αντικαθίστανται ή διαλύονται θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό, ενθαρρύνοντας έτσι τους διατάκτες να επιδιώκουν τις καλύτερες τιμές κατά την εκποίησή τους.

(1312) Προς το παρόν, η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει έγκριση από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή πριν αποδεχθεί ελευθεριότητες, όπως δώρα ή κληροδοτήματα, οι οποίες συνεπάγονται έξοδα. Για να αποφεύγονται οι περιττές και δυσκίνητες διαδικασίες, η παροχή έγκρισης θα πρέπει να είναι υποχρεωτική μόνο εφόσον τα συναφή έξοδα είναι σημαντικά υπερβαίνουν το 10% της αξίας της παρεχόμενης ελευθεριότητας.

(1413) Σε σχέση με την αρχή της ειδικότητας του προϋπολογισμού, οι κανόνες που διέπουν τις μεταφορές πιστώσεων θα πρέπει να απλοποιηθούν και να αποσαφηνισθούν σε ορισμένα σημεία, διότι στην πράξη αποδείχθηκαν ασαφείς ή δυσεφάρμοστοι. Επιδιώκετο η εφαρμογή του άρθρου 22 του ΔΚ για τα λοιπά θεσμικά όργανα πλην της Επιτροπής, διότι αυτή έχει το δικό της καθεστώς. Ως εκ τούτου, η σχετική διάταξη θα πρέπει να διορθωθεί ανάλογα.

(14) Ως της τη «διαδικασία κοινοποίησης», η Επιτροπή και τα λοιπά θεσμικά όργανα κοινοποιούν της προτάσεις της για μεταφορά στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, η οποία είναι δυνατόν να επικαλεσθεί τη συνήθη διαδικασία εφόσον επιθυμεί να προβάλει αντιρρήσεις. Στην περίπτωση αυτή, θεωρητικά ισχύουν για την απόφαση της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής ως της τη μεταφορά οι συνήθεις διορίες. Πάντως, το κείμενο δεν αναφέρει πότε λογίζεται ότι αρχίζει η διορία, οπότε τούτο θα πρέπει να διορθωθεί.

(15) Για την απλοποίηση της διαχείρισης του προϋπολογισμού της, τα θεσμικά όργανα πέραν της Επιτροπής θα πρέπει να αποκτήσουν τη δυνατότητα να πραγματοποιούν μεταφορές πιστώσεων μεταξύ άρθρων, στο πλαίσιο του ίδιου κεφαλαίου, χωρίς να προαπαιτείται ενημέρωση της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής.

(1516) Για λόγους αποδοτικότητας, θα πρέπει να επιτραπεί στην Επιτροπή να αποφασίζει μόνη της σχετικά με τις μεταφορές από το αποθεματικό στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει βασική πράξη, κατά την έννοα του άρθρου 49 του ΔΚ, για την αντίστοιχη ενέργεια κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού, αλλά εκδίδεται βασική πράξη κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους. Της περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός του μήνα μετά την έκδοση της απόφασης.

(1617) Οι κανόνες περί διοικητικών μεταφορών της Επιτροπής θα πρέπει να προσαρμοσθούν στη νέα δομή του Προϋπολογισμού Βάσει Δραστηριοτήτων (ΠΒΔ). Έτσι, θα πρέπει να δοθεί στην Επιτροπή η δυνατότητα εξαίρεσης από τη «διαδικασία κοινοποίησης» κατά τους τρεις τελευταίους μήνες του οικονομικού έτους. Στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να αποφασίζει μόνη της για τις μεταφορές πιστώσεων που αφορούν τις δαπάνες προσωπικού, εντός του ορίου του 10% των πιστώσεων του έτους. Η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός του μήνα μετά την έκδοση της απόφασης. θα πρέπει να περιορισθεί στις μεταφορές μεταξύ άρθρων, στο πλαίσιο του διοικητικού κεφαλαίου κάθε τίτλου, οι οποίες υπερβαίνουν το 10% των πιστώσεων του αντίστοιχου οικονομικού έτους. Από την άλλη πλευρά, οι μεταφορές μεταξύ άρθρων διαφόρων τίτλων που χρηματοδοτούν δαπάνες πανομοιότυπου χαρακτήρα θα πρέπει να αποφασίζονται αυτόνομα από την Επιτροπή.

(1718) Τα άρθρα 26, 45 και 46 του ΔΚ θα πρέπει να τροποποιηθούν, διότι το αποθεματικό που συνδέεται με τα χορηγούμενα από την Κοινότητα δάνεια και τις εγγυήσεις τέτοιων δανείων προς τρίτες χώρες καταργείται, ενώ υιοθετείται ένας νέος μηχανισμός τροφοδότησης του Ταμείου Εγγύησης για τις εξωτερικές ενέργειες.

(1819) Όσον αφορά τη διαδικασία του προϋπολογισμού, η απαίτηση που τίθεται στο άρθρο 29 του ΔΚ, δηλαδή να δημοσιεύεται ο προϋπολογισμός εντός δύο μηνών μετά την έγκρισή του, αποδείχθηκε δυσεφάρμοστη: τρεις μήνες κρίνονται περισσότερο εφικτοί. Στο άρθρο 33 του ΔΚ θα πρέπει να εισαχθεί η έννοια της «δήλωσης δραστηριοτήτων», έτσι ώστε να επισημοποιηθεί ένα από τα βασικά στοιχεία του ΠΒΔ. Στο άρθρο 46, Όσον αφορά το περιεχόμενο του προϋπολογισμού, το χρονοδιάγραμμα των πληρωμών θα πρέπει να περιλαμβάνεται στα έγγραφα εργασίας τα οποία συνοδεύουν το ΠΣΠ και απαριθμούνται στο άρθρο 33 του ΔΚ, αντί του ίδιου του προϋπολογισμού, καθώς δεν έχουν σημασία για τη διαδικασία του προϋπολογισμού και προκαλούν περιττό φόρτο εργασίας.

(19) Όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού, κρίνονται αναγκαίες ορισμένες αναπροσαρμογές, έτσι ώστε να αποτυπώνονται καλύτερα οι ιδιαιτερότητες της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ). Για λόγους νομικής σαφήνειας, τα είδη βασικών πράξεων που εφαρμόζονται δυνάμει της Συνθήκης ΕΚ και των τίτλων V και VI της Συνθήκης ΕΕ θα πρέπει να προσδιορισθούν στο άρθρο 49 του ΔΚ και όχι στους Κανόνες Εφαρμογής (ΚΕ). Ακόμη, θα πρέπει να προστεθεί συγκεκριμένη διάταξη για να αποτυπωθούν τα είδη προπαρασκευαστικών μέτρων που είναι δυνατόν να ληφθούν στο πλαίσιο της ΚΕΠΠΑ.

(2020) Όσον αφορά τις μεθόδους διαχείρισης, το άρθρο 53 του ΔΚ αναδιατυπώνεται για λόγους σαφήνειας. Επίσης, ο περιορισμός της επιμερισμένης διαχείρισης στο ΕΓΤΠΕ και στα Διαρθρωτικά Ταμεία, στο άρθρο 53 στοιχείο β) παρ. 3, θα πρέπει να απαλειφθεί, διότι στο εξής με επιμερισμένη διαχείριση θα εκτελούνται και άλλα προγράμματα. Οι απαιτήσεις ως προς την από κοινού διαχείριση χρειάζεται να αποσαφηνισθούν. Το άρθρο 54 παρ. 2 στοιχείο β) συμπληρώνεται για να συμπεριλάβει ιδίως την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων ως κοινοτικούς οργανισμούς στους οποίους ανατίθενται καθήκοντα από την Επιτροπή. Τα κριτήρια που θεσπίζονται στο άρθρο 54 του ΔΚ για την ανάθεση αρμοδιοτήτων σε εθνικούς δημόσιους οργανισμούς θα πρέπει να απλοποιηθούν, έτσι ώστε να διευκολύνεται η συμμετοχή τους και να αντιμετωπισθούν οι αυξανόμενες λειτουργικές ανάγκες, το δε πεδίο εφαρμογής της σχετικής διάταξης θα πρέπει να επεκταθεί και στους διεθνείς δημόσιους οργανισμούς. Ακόμη, το άρθρο 54 θα πρέπει αποσαφηνίσει την κατάσταση ως προς την ειδική περίπτωση των ειδικών συμβούλων ή επικεφαλής αποστολών που διορίζονται από το Συμβούλιο για τη διαχείριση ορισμένων ενεργειών στο πλαίσιο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ).

(2121) Οι αρμοδιότητες των κρατών μελών στο πλαίσιο της επιμερισμένης διαχείρισης θα πρέπει να καθορισθούν λεπτομερέστερα, για να ληφθούν υπόψη και οι συνεχιζόμενες συζητήσεις μεταξύ των θεσμικών οργάνων σχετικά με τη διαδικασία απαλλαγής και τα ενδεδειγμένα συστήματα ελέγχου που πρέπει να δημιουργηθούν, κατά τρόπο που να αποτυπώνει τις αμοιβαίες υποχρεώσεις των κρατών μελών και της Επιτροπής. Λόγω της ανάγκης για ένα κοινό πλαίσιο ελέγχων, ενισχύονται οι έλεγχοι που διεξάγονται από την Επιτροπή για την αποκεντρωμένη και την έμμεσα σε κεντρικό επίπεδο διαχείριση, καθώς και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, για την επιμερισμένη διαχείριση. Προς τούτο, και βάσει της νέας διοργανικής συμφωνίας (σημείο 44), τα κράτη μέλη θα υποβάλλουν στην Επιτροπή ετήσια σύνοψη των διαθέσιμων ελέγχων και δηλώσεων σε σχέση με τα κεφάλαια της επιμερισμένης διαχείρισης.

(2222) Η απαγόρευση της μεταβίβασης αρμοδιοτήτων εκτέλεσης του προϋπολογισμού σε ιδιωτικές οντότητες θα πρέπει να τροποποιηθεί, στο άρθρο 57 του ΔΚ, διότι οι όροι της απαγόρευσης αυτής αποδείχθηκαν ασκόπως αυστηροί. Θα πρέπει να είναι δυνατόν, π.χ., η Επιτροπή να αναθέτει σε γραφείο ταξιδιών ή σε διοργανωτή διασκέψεων την επιστροφή των εξόδων όσων συμμετέχουν σε διασκέψεις, αρκεί να λαμβάνεται μέριμνα για τη μη άσκηση διακριτικής ευχέρειας από τον ιδιωτικό φορέα.

(23) Οι προϋποθέσεις και οι περιορισμοί ως προς τη δημοσιονομική ευθύνη όλων των δημοσιονομικών παραγόντων και κάθε άλλου προσώπου που εμπλέκεται στην εκτέλεση του προϋπολογισμού θα πρέπει να αποσαφηνισθούν. Πιο συγκεκριμένα, η ευθύνη αυτή θα πρέπει να περιορισθεί στις περιπτώσεις βαρείας αμέλειας στην παρακράτηση μισθών το πολύ 12 μηνών.

(24) Θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα συγκρότησης από περισσότερα του ενός θεσμικά όργανα κοινών υπηρεσιών για την εξέταση δημοσιονομικών παρατυπιών.

(23) Ο διατάκτης κύριας μεταβίβασης θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να αναφέρει ένα ζήτημα στην επιτροπή δημοσιονομικών παρατυπιών, εφόσον κρίνει ότι έχει σημειωθεί δημοσιονομική παρατυπία.

(2524) Όσον αφορά τον υπόλογο, θα πρέπει να αποσαφηνισθεί η αρμοδιότητά του ως προς την επικύρωση των λογαριασμών βάσει των δημοσιονομικών στοιχείων που του παρέχονται από τους διατάκτες. Προς τούτο, ο υπόλογος θα πρέπει να έχει την εξουσία να ελέγχει τα στοιχεία που λαμβάνει από τον διατάκτη κύριας μεταβίβασης και να διατυπώνει επιφυλάξεις, εφόσον το κρίνει αναγκαίο.

(2625) Όσον αφορά τον εσωτερικό ελεγκτή, η σχέση μεταξύ του εσωτερικού ελεγκτή της Επιτροπής και των οργανισμών που συνιστώνται από τις Κοινότητες θα πρέπει να αποσαφηνισθεί. Οι οργανισμοί αυτοί θα πρέπει να έχουν το δικό τους σύστημα εσωτερικού ελέγχου, το οποίο να αναφέρεται στο δικό τους διοικητικό συμβούλιο, ενώ ο εσωτερικός ελεγκτής της Επιτροπής αναφέρεται, ως προς τις διαδικασίες και τα συστήματα της Επιτροπής, στο Σώμα των Επιτρόπων. Θα πρέπει να απαιτείται από τον εσωτερικό ελεγκτή της Επιτροπής απλώς να πιστοποιεί ότι τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου των ως άνω οργανισμών ακολουθούν τα διεθνή πρότυπα, προς τούτο δε θα πρέπει να είναι σε θέση να διεξάγει και ποιοτικούς ελέγχους.

(27 26 ) Οι κανόνες για την είσπραξη των οφειλών θα πρέπει να αποσαφηνισθούν και να ενισχυθούν, έτσι ώστε να ληφθεί υπόψη η πρόσφατη νομολογία και να βελτιωθεί η διαφύλαξη των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων. Η αναγκαστική είσπραξη θα πρέπει να υποστηριχθεί με την πρόβλεψη, στο άρθρο 72 του ΔΚ, ότι και οι απαιτήσεις της Επιτροπής θα μπορούν να επωφελούνται από τα μέσα που προβλέπονται στη Συνθήκη σχετικά με τη δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις που έχουν διασυνοριακό χαρακτήρα, πράγμα που σημαίνει ιδίως ότι δικαίωμα είσπραξης που παρέχεται με απόφαση δικαστηρίου σε μια χώρα θα πρέπει να αναγνωρίζεται στις υπόλοιπες, με απλοποιημένη διαδικασία. Οι σχετικές συμφωνίες μεταξύ Ευρωπαϊκής Κοινότητας και κρατών μελών που έχουν ειδική θέση σε σχέση με τον τίτλο IV της Συνθήκης ΕΚ θα ισχύει για αυτά τα κράτη μέλη όταν δεν θα συμμετέχουν σε συγκεκριμένα μέτρα.

(28) Για να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της είσπραξης, θα πρέπει να προστεθεί διάταξη βάσει της οποίας τα κράτη μέλη θα πρέπει να αντιμετωπίζουν τις απαιτήσεις της Κοινότητας όπως και τις δικές τους δημοσιονομικές απαιτήσεις εντός των ορίων της δικαιοδοσίας τους.

(2927) Θα πρέπει να καθιερωθεί χρονικό όριο για την ισχύ των απαιτήσεων. Η Κοινότητα, αντίθετα με πολλά από τα κράτη μέλη, δεν υπόκειται σε χρονικό όριο μετά το οποίο μια δημοσιονομική απαίτησή της να παραγράφεται. Ούτε περιορίζεται χρονικά ως προς τη διεκδίκηση των απαιτήσεών της έναντι τρίτων. Η θέσπιση ενός τέτοιου χρονικού ορίου ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

(3028) Όσον αφορά τους κανόνες περί δημοσίων συμβάσεων, ο Δημοσιονομικός Κανονισμός θα πρέπει να αποτυπώνει τη σπουδαιότητα των συμβάσεων-πλαισίων στη διαχείριση των δημοσίων συμβάσεων και να ενθαρρύνει την προσφυγή σε διοργανικές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων, καθώς και να παρέχει τη δυνατότητα διεξαγωγής κοινών τέτοιων διαδικασιών από θεσμικό όργανο και αναθέτουσα αρχή από κράτος μέλος.

(31) Θα πρέπει να γίνουν ορισμένες τεχνικές αναπροσαρμογές, έτσι ώστε η ορολογία του Δημοσιονομικού Κανονισμού να συμπίπτει πλήρως με εκείνη τις οδηγίας 2004/18/EΚ, τις 31ης Μαρτίου 2004, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με τον συντονισμό των διαδικασιών ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών[12]. Η δυνατότητα που παρέχεται στα κράτη μέλη με την ως άνω οδηγία, να καθορίζουν συγκεκριμένες διαδικασίες για τις συμβάσεις που χαρακτηρίζονται απόρρητες, όταν η εκτέλεσή τις πρέπει να συνοδεύεται από ειδικά μέτρα ασφαλείας, ή όταν τούτο απαιτείται για λόγους προστασίας του οικείου κράτους μέλους να χαρακτηρίζουν μια σύμβαση απόρρητη θα πρέπει κατ’ αναλογία να δοθεί και στα κοινοτικά θεσμικά όργανα, στο άρθρο 91 του Δημοσιονομικού Κανονισμού.

(29) Οι κανόνες του Δημοσιονομικού Κανονισμού που αναφέρονται στον αποκλεισμό υποψηφίων και προσφερόντων επιβάλλουν για τα κοινοτικά όργανα καθεστώς αυστηρότερο από εκείνο που προβλέπεται στην οδηγία περί δημοσίων συμβάσεων. Οι κοινοτικοί κανόνες δεν κάνουν διάκριση μεταξύ ιδιαίτερα σοβαρών λόγων αποκλεισμού και λοιπών λόγων. Η ως άνω οδηγία, από την άλλη πλευρά, κάνει τέτοια διάκριση, η οποία, ως εκ τούτου, θα πρέπει να γίνεται και για τα κοινοτικά όργανα. Τα άρθρα 93 και 94 θα πρέπει να προβλέπουν τον υποχρεωτικό αποκλεισμό τις πλέον σοβαρές περιπτώσεις, δίδοντας παράλληλα τη δυνατότητα στην αναθέτουσα αρχή να προβλέπει, μετά από ανάλυση κινδύνων, και τις περιπτώσεις αποκλεισμού. Η ίδια διάκριση θα πρέπει να γίνει και στο άρθρο 114, για τις επιδοτήσεις/επιχορηγήσεις. Οι κανόνες περί κυρώσεων, του άρθρου 96, θα πρέπει να αναπροσαρμοσθούν ανάλογα.

(32) Σύμφωνα με την οδηγία 2004/18/ΕΚ, οι κανόνες αποκλεισμού από διαδικασία ανάθεσης σύμβασης πρέπει να αποσαφηνισθούν στα άρθρα 93 και 96 του ΔΚ. Θα πρέπει να γίνει σαφής διάκριση μεταξύ αποκλεισμού εκ προοιμίου και αποκλεισμού λόγω διοικητικής ποινής. Ακόμη, και για λόγους ασφάλειας δικαίου και αναλογικότητας, θα πρέπει να καθορισθεί στον Δημοσιονομικό Κανονισμό μέγιστη περίοδος αποκλεισμού. Σύμφωνα με την οδηγία 2004/18/ΕΚ, θα πρέπει να γίνεται εξαίρεση από τους κανόνες αποκλεισμού για τις προμήθειες με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, είτε από προμηθευτή του οποίου η επιχείρηση παύει οριστικά να λειτουργεί είτε από συνδίκους ή εκκαθαριστές πτώχευσης, είτε μέσω διακανονισμού με πιστωτές ή μέσω άλλης παρόμοιας διαδικασίας κατά την οικεία εθνική νομοθεσία.

(34 30 ) Στο άρθρο 93 του Δημοσιονομικού Κανονισμού, θα πρέπει να προβλεφθεί η υποχρέωση των υποψηφίων και προσφερόντων στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων να πιστοποιούν, εφόσον τους ζητηθεί, το ιδιοκτησιακό καθεστώς καθώς και τις εξουσίες διοίκησης, ελέγχου και εκπροσώπησης της νομικής οντότητας που υποβάλλει προσφορά, ή ότι οι υπεργολήπτες τους δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις του άρθρου 93 του ΔΚ. Βάσει της αρχής της αναλογικότητας, οι προσφέροντες δεν θα πρέπει να οφείλουν να πιστοποιούν ότι δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού οσάκις συμμετέχουν σε διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων πολύ χαμηλής αξίας.

(3531) Το άρθρο 95 απαιτεί από όλα τα θεσμικά όργανα να τηρούν βάσεις δεδομένων για εκείνους τους υποψήφιους και προσφέροντες που εμπίπτουν στις περιπτώσεις αποκλεισμού των άρθρων 93 ή 94, καθώς και να έχουν πρόσβαση το ένα στις βάσεις δεδομένων των άλλων. Για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και για τη βελτίωση της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων, θα πρέπει να δημιουργηθεί μια βάση δεδομένων κοινή για όλα τα θεσμικά όργανα, τους εκτελεστικούς οργανισμούς και τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 185. Ακόμη, τα κράτη μέλη, οι τρίτες χώρες και οι οντότητες που λαμβάνουν μέρος στην εκτέλεση του προϋπολογισμού θα πρέπει να γνωστοποιούν στον αρμόδιο διατάκτη στοιχεία σχετικά με ορισμένες περιπτώσεις αποκλεισμού δυνάμει του ΔΚ και να λαμβάνουν υπόψη τα στοιχεία της ως άνω βάσης δεδομένων κατά την ανάθεση συμβάσεων και την καταβολή επιχορηγήσεων που χρηματοδοτούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό. Θα ήταν πλέον αποδοτικό αλλά και συνεπές με την αρχή αυτή, να επιτρέπεται στα μικρά όργανα, που αναθέτουν μικρό αριθμό συμβάσεων, να καλύπτουν την υποχρέωση αυτή μέσω κοινών βάσεων δεδομένων.

(32) Τα διαδοχικά ερευνητικά προγράμματα-πλαίσια διευκόλυναν το έργο της Επιτροπής με την καθιέρωση συγκεκριμένων και απλοποιημένων κανόνων για την ανάθεση των συμβάσεων αξιολόγησης και παροχής τεχνικής βοήθειας σε εξωτερικούς εμπειρογνώμονες. Τα άρθρα 91 και 97 θα πρέπει να περιλάβουν παρόμοια ρύθμιση για όλα τα άλλα προγράμματα οσάκις υπάρχει ανάγκη να ακολουθηθεί τέτοια διαδικασία.

(36) Για να λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα των απορριπτόμενων υποψηφίων, ενδείκνυται να ενταχθεί στον Δημοσιονομικό Κανονισμό και η αρχή της ενημέρωσής τους μετά την ανάθεση σύμβασης από θεσμικό όργανο για ίδιο λογαριασμό βάσει της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, καθώς και να προβλεφθεί ότι η ανατιθέμενη σύμβαση δεν θα μπορεί να υπογραφεί πριν λήξει μια εύλογη περίοδος απραξίας.

(3733) Η υποχρέωση των κοινοτικών θεσμικών οργάνων να αναστέλλουν μια διαδικασία ανάθεσης ή την εκτέλεση μιας σύμβασης δυνάμει του άρθρου 103 του ΔΚ σε περιπτώσεις απάτης ή παρατυπιών χρειάζεται να αποσαφηνισθεί, έτσι ώστε η υποχρέωση αυτή να είναι κατανοητή και εύκολα εφαρμόσιμη.

(38 34 ) Όσον αφορά τις επιδοτήσεις/επιχορηγήσεις, χρειάζεται απλοποίηση των σχετικών κανόνων. Οι απαιτήσεις για ελέγχους και εγγυήσεις θα πρέπει να είναι περισσότερο αναλογικές προς τους εκάστοτε δημοσιονομικούς κινδύνους. Ορισμένες ουσιώδεις αλλαγές θα πρέπει να γίνουν πρώτα στον Δημοσιονομικό Κανονισμό, έτσι ώστε αργότερα να προστεθεί λεπτομερέστερη πρόβλεψη στους Κανόνες Εφαρμογής. Το πεδίο εφαρμογής των επιχορηγήσεων χρειάζεται αποσαφήνιση, στο πλαίσιο του άρθρου 108, ιδίως όσον αφορά τη χρηματοδότηση των δανειοδοτήσεων και ή των συμμετοχών σε μετοχικά κεφάλαια και τα προγράμματα κοινωνικής πολιτικής για τα μέλη των θεσμικών οργάνων και το προσωπικό τους, καθώς και τις δαπάνες για τις αγορές των αλιευτικών προϊόντων. Πρέπει να προστεθεί και η αρχή της αναλογικότητας. Θα πρέπει να αναγνωρισθεί σαφώς η δυνατότητα των θεσμικών οργάνων να καταβάλλουν επιχορηγήσεις για τις ανάγκες επικοινωνιακών δραστηριοτήτων. Τέλος, για να βελτιωθεί η διαχείριση των επιχορηγήσεων και να απλοποιηθούν οι σχετικές διαδικασίες, οι επιχορηγήσεις θα πρέπει να μπορούν να καταβάλλονται είτε βάσει γραπτών συμβάσεων με τους δικαιούχους είτε βάσει αποφάσεων των θεσμικών οργάνων.

(39) Για λόγους σαφήνειας και διαφάνειας, θα πρέπει να επιτραπεί η συνύπαρξη της καταβολής ποσών κατ’ αποκοπή και με ενιαίο συντελεστή με την πλέον παραδοσιακή μέθοδο της επιστροφής εξόδων που πράγματι έχουν πραγματοποιηθεί.

(4035) Είναι ενδεδειγμένο, οι εξαιρέσεις από τον κανόνα της μη παροχής κέρδους οι οποίες προβλέπονται στους Κανόνες Εφαρμογής να ενταχθούν και στον Δημοσιονομικό Κανονισμό. Ακόμη, το άρθρο 109 του ΔΚ θα πρέπει να καθιστά απόλυτα σαφές ότι ολόκληρη η φιλοσοφία της παροχής επιχορηγήσεων για ορισμένες ενέργειες έγκειται στην ενίσχυση των οικονομικών δυνατοτήτων του δικαιούχου ή στην εξασφάλιση εσόδων.

(4136) Ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο οι επιχορηγήσεις θα πρέπει να παρέχονται μετά από πρόσκληση για την υποβολή προτάσεων απέδειξε την αξία του. Ωστόσο, από την εμπειρία προκύπτει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η φύση της επιχορηγούμενης ενέργειας δεν αφήνει περιθώρια επιλογής δικαιούχων, οπότε το άρθρο 110 θα πρέπει να αναγνωρίζει ρητά την πιθανότητα εμφάνισης τέτοιων εξαιρετικών περιπτώσεων.

(4237) Ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο για την ίδια ενέργεια δεν θα πρέπει να παρέχονται περισσότερες από μία επιχορηγήσεις προς οποιονδήποτε δικαιούχο θα πρέπει να αναπροσαρμοσθεί, διότι ορισμένες βασικές πράξεις πράγματι επιτρέπουν τον συνδυασμό πολλών κοινοτικών χρηματοδοτήσεων, οι σχετικές δε περιπτώσεις είναι δυνατόν να αυξηθούν στο μέλλον με στόχο την αύξηση της αποδοτικότητας των δαπανών. Ωστόσο, θα πρέπει να αξιοποιηθεί η παρούσα ευκαιρία για να ενισχυθεί ο κανόνας αυτός και να καταστεί σαφές, στο άρθρο 111 του ΔΚ, ότι τα ίδια έξοδα δεν είναι δυνατόν να χρηματοδοτηθούν δύο φορές από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

(4338) Οσάκις οι επιχορηγήσεις παρέχονται για την κάλυψη λειτουργικών εξόδων, ο κανόνας ότι η αναγκαία σύμβαση είναι δυνατόν να υπογραφεί εντός το πολύ τεσσάρων μηνών από την έναρξη της οικονομικής χρήσης του δικαιούχου αποδείχθηκε ασκόπως αυστηρή, οπότε το άρθρο 112 του ΔΚ θα μπορούσε ακίνδυνα να καθορίσει την προθεσμία αυτή στους έξι μήνες.

(44) Για λόγους απλοποίησης, στην περίπτωση επιχορηγήσεων που λαμβάνουν τη μορφή κατ’ αποκοπή ποσών ή χρηματοδοτήσεων ενιαίου συντελεστή, θα πρέπει να απαλειφθεί ο κανόνας της βαθμιαίας μείωσης των επιχορηγήσεων.

(39) Για λόγους σαφήνειας και διαφάνειας, η χρήση των κατ’ αποκοπήν πληρωμών θα πρέπει να επιτρέπεται βάσει του νέου άρθρου 113α, παράλληλα με την πλέον παραδοσιακή μέθοδο της επιστροφής των πράγματι καταβληθέντων εξόδων.

(4540) Στο άρθρο 114 του ΔΚ, ορισμένοι περιορισμοί ως προς την επιλεξιμότητα των δικαιούχων θα πρέπει να απαλειφθούν, έτσι ώστε να επιτρέπονται οι επιχορηγήσεις και προς φυσικά πρόσωπα καθώς και προς ορισμένες οντότητες που δεν διαθέτουν νομική προσωπικότητα. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, ο διατάκτης είναι δυνατόν, για τις επιχορηγήσεις πολύ μικρού ύψους, να μη ζητήσει από τους υποψήφιους να πιστοποιήσουν ότι δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού των άρθρων 93, 94 και 96 του ΔΚ.

(4641) Ενώ οι επιχορηγήσεις θα εξακολουθήσουν να παρέχονται βάσει των κριτηρίων επιλογής και καταβολής, δεν χρειάζεται στην πράξη να αξιολογούνται τα κριτήρια αυτά από μία και την αυτή επιτροπή, οπότε η απαίτηση αυτή θα πρέπει να απαλειφθεί από το άρθρο 116 του ΔΚ.

(4742) Όσον αφορά τους κανόνες σύναψης σύμβασης με τους δικαιούχους επιχορήγησης, ο ισχύων κανόνας του άρθρου 120 του ΔΚ είναι ασαφής και χρειάζεται απλοποίηση. Ακόμη, η περίπτωση όπου η εκτέλεση μιας ενέργειας απαιτεί την παροχή οικονομικής ενίσχυσης σε τρίτους πρέπει να προβλεφθεί ρητά.

(4843) Ως προς τους κανόνες περί λογιστικής και λογαριασμών, το άρθρο 121 του ΔΚ θα πρέπει να εξειδικεύσει τη δυνατότητα προσδιορισμού από τον υπόλογο της Επιτροπής, και σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, των λοιπών οντοτήτων οι οποίες, παράλληλα με εκείνες που λαμβάνουν κοινοτικές επιδοτήσεις, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ενοποίησης των λογαριασμών.

(4944) Ενόψει της σύστασης του ΕΓΤΕ, το οποίο θα αντικαταστήσει το ΕΓΤΠΕ από το 2007, η ορολογία στον τίτλο Ι του μέρους ΙΙ και στα άρθρα 26 και 148 έως 151 του ΔΚ πρέπει να αναπροσαρμοσθεί. Το άρθρο 151 χρειάζεται αποσαφήνιση, έτσι ώστε οι προσωρινές δεσμεύσεις να είναι δυνατόν να γίνονται και μετά τη συνήθη δίμηνη προθεσμία από την παραλαβή των καταστάσεων δαπανών των κρατών μελών στις περιπτώσεις όπου αναμένεται απόφαση μεταφοράς πιστώσεων. Το άρθρο 153 του ΔΚ, περί μεταφοράς πιστώσεων, χρειάζεται αποσαφήνιση.

(5045) Όπως και στην επικεφαλίδα του τίτλου ΙΙ του μέρους ΙΙ, η ορολογία θα πρέπει να αναπροσαρμοσθεί και στο άρθρο 155 παράγραφοι 1 και 3 του ΔΚ, έτσι ώστε να γίνεται αναφορά μόνο στα Διαρθρωτικά Ταμεία, στο Ταμείο Συνοχής, στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας και στο Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Ανάπτυξης τις Υπαίθρου. Η αναφορά στα προενταξιακά διαρθρωτικά (ISPA) και γεωργικά (SAPARD) μέτρα θα πρέπει να απαλειφθεί, διότι αυτά συνεπάγονται διαχείριση από τις τρίτες χώρες σε αποκεντρωμένη βάση, σύμφωνα με το άρθρο 164, και θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται ευρέως τις και σήμερα. Όσον αφορά την ανασύσταση αποδεσμευμένων πιστώσεων, σύμφωνα και με τις νέες βασικές πράξεις των διαρθρωτικών ενεργειών για την περίοδο 2007-2013 οι οποίες καλύπτουν την περίπτωση ανωτέρας βίας, στον Δημοσιονομικό Κανονισμό θα πρέπει να διατηρηθεί η σχετική διάταξη μόνο για τις περιπτώσεις όπου το «έκδηλο σφάλμα» είναι δυνατόν να αποδοθεί αποκλειστικά στην Επιτροπή.

(5146) Στο άρθρο 160 του ΔΚ πρέπει να προστεθεί διάταξη που να καλύπτει τα έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό που θα προκύψουν από την κατάργηση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) και τη διαθεσιμότητα των αντίστοιχων πιστώσεων.

(5247) Είναι αναγκαίο να επιτρέπεται για τις πιστώσεις που αποδεσμεύονται λόγω ολικής ή μερικής μη εκτέλεσης των προγραμμάτων για τα οποία προορίζονταν, να χρησιμοποιούνται εκ νέου. Ωστόσο, τούτο θα πρέπει να είναι δυνατόν μόνο υπό αυστηρούς όρους, και μόνο στον τομέα τους έρευνας, διότι τα ερευνητικά προγράμματα παρουσιάζουν υψηλότερο κίνδυνο σε σύγκριση με τους λοιπούς τομείς πολιτικής.

(5348) Όσον αφορά τις εξωτερικές ενέργειες, θα πρέπει να αποσαφηνισθεί ότι οι διαδικασίες επιχορήγησης που πρέπει να ακολουθούνται από τις τρίτες χώρες στην περίπτωση της αποκεντρωμένης διαχείρισης πρέπει να εξειδικεύονται στις συμβάσεις χρηματοδότησης που συνάπτονται με τις χώρες αυτές, πράγμα που αποτελεί παγίωση της εφαρμοζόμενης πρακτικής. Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι ο κανόνας «ν+3», σύμφωνα με τον οποίο οι επιμέρους συμβάσεις και συμφωνίες για την εφαρμογή των ως άνω συμβάσεων χρηματοδότησης πρέπει να συνάπτονται το αργότερο τρία έτη μετά τη σύναψη της συμφωνίας χρηματοδότησης, δεν θα ισχύει στην περίπτωση της αποκεντρωμένης διαχείρισης πολυετών προγραμμάτων δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. … του Συμβουλίου (ΙΡΑ και ΕΜΓΕΣ). Στην περίπτωση αυτή θα εφαρμόζεται ο κανόνας αποδέσμευσης «ν+4».

(5449) Όσον αφορά τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς, θα πρέπει να δοθεί στα κοινοτικά θεσμικά όργανα η δυνατότητα να μεταβιβάζουν εξουσίες διατάκτη στους διευθυντές των διοργανικών ευρωπαϊκών οργανισμών σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των πιστώσεων που εγγράφονται στα οικεία τμήματα του προϋπολογισμού, έτσι ώστε να διευκολύνεται η διαχείριση αυτή. Ενώ το περιεχόμενό τους θα πρέπει να μείνει ως έχει, τα άρθρα 171, 173 και 176 του ΔΚ θα πρέπει να αναδιατυπωθούν ελαφρώς, έτσι ώστε να αποσαφηνισθεί η δευτερεύουσα μεταβίβαση εξουσιών διατάκτη από τους διευθυντές των ευρωπαϊκών οργανισμών.

(55) Θα πρέπει να καθορισθεί περίοδος μιας εβδομάδας για την γνωστοποίηση της πρόθεσης των δύο κλάδων της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής να γνωμοδοτήσει στο πλαίσιο της ανάθεσης σύμβασης σχετικά με κτίρια.

(56) Τα διαδοχικά ερευνητικά προγράμματα-πλαίσια έχουν διευκολύνει την Επιτροπή θέτοντας απλοποιημένους κανόνες για την επιλογή εξωτερικών εμπειρογνωμόνων με σκοπό την αξιολόγηση προτάσεων ή αιτήσεων επιχορήγησης, και για την παροχή τεχνικής συνδρομής για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των επιχορηγούμενων σχεδίων. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να καταστεί διαθέσιμη και για όλα τα άλλα προγράμματα.

(57) Θα πρέπει να προστεθούν μεταβατικές διατάξεις που να διέπουν τις δαπάνες στο πλαίσιο των κοινοτικών πρωτοβουλιών και των μέτρων τεχνικής συνδρομής και καινοτομίας, όπως αυτά προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, ο οποίος θεσπίζει τις γενικές διατάξεις για τα Διαρθρωτικά Ταμεία [13] , δαπάνες για τις οποίες απομένουν ποσά προς καταβολή, καθώς και την εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με την κεντρική βάση δεδομένων με σκοπό τον αποκλεισμό από τις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων και καταβολής επιχορήγησης.

(5850) Βάσει των προαναφερομένων, ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 θα πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 τροποποιείται ως εξής:

(1) Στο άρθρο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

"Ο παρών κανονισμός προσδιορίζει τους κανόνες που διέπουν την κατάρτιση και την εκτέλεση του προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εφεξής "ο προϋπολογισμός", καθώς και την παρουσίαση και τον έλεγχο των λογαριασμών."

(2) Το άρθρο 2 αντικαθίσταται ως εξής:

"Άρθρο 2

Κάθε διάταξη που αφορά την εκτέλεση των εσόδων και των δαπανών του προϋπολογισμού και περιλαμβάνεται σε άλλη νομοθετική πράξη πρέπει να συμμορφώνεται ιδίως με τις δημοσιονομικές αρχές που τίθενται στον τίτλο II."

(2) Το άρθρο 3 αντικαθίσταται ως εξής:

"Άρθρο 3

Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται και εκτελείται σύμφωνα με τις αρχές της ενότητας, της αυθεντικότητας, της ετήσιας διάρκειας, της ισοσκέλισης, της ενιαίας λογιστικής μονάδας, της καθολικότητας, της ειδικότητας, της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, της αναλογικότητας, της διαφάνειας, και του αποτελεσματικού και αποδοτικού εσωτερικού ελέγχου, όπως αυτές τίθενται στον παρόντα κανονισμό."

(3) Η παράγραφος 4 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής:

"4. Με την επιφύλαξη των άρθρων 5α, 18 και 74, οι τόκοι που γεννώνται από τα χρηματικά ποσά που ανήκουν στην κυριότητα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εγγράφονται στον προϋπολογισμό ως διάφορα έσοδα."

(4) Στο κεφάλαιο 1 του τίτλου ΙΙ του μέρους Ι, προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 5α:

"Άρθρο 5a

1. Οι τόκοι που γεννώνται από τις πληρωμές προχρηματοδότησης διατίθενται στο αντίστοιχο πρόγραμμα ή ενέργεια και αφαιρούνται από την καταβολή του υπολοίπου των ποσών που οφείλονται στον δικαιούχο.

2. Κατ’ εξαίρεσιν, οι Κανόνες Εφαρμογής εξειδικεύουν τις περιπτώσεις όπου ο αρμόδιος διατάκτης εισπράττει σε ετήσια βάση τους τόκους αυτούς μέσω εντάλματος είσπραξης με σκοπό την εγγραφή τους στα διάφορα έσοδα του προϋπολογισμού.

3. Τόκοι δεν οφείλονται στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) προχρηματοδότηση η οποία δεν αντιστοιχεί σε σημαντικό ποσό, κατά τον ορισμό των Κανόνων Εφαρμογής·

β) προχρηματοδότηση η οποία καταβάλλεται στο πλαίσιο δημόσιας σύμβασης κατά την έννοια του άρθρου 88·

γ) προχρηματοδότηση καταβαλλόμενη σε κράτος μέλος·

δ) προχρηματοδότηση καταβαλλόμενη στο πλαίσιο προενταξιακής βοήθειας·

ε) προκαταβολές καταβαλλόμενες στα μέλη των θεσμικών οργάνων και στο προσωπικό τους σύμφωνα με τον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εφεξής ο «Κανονισμός Υπηρεσιακής Κατάστασης»·

στ) προχρηματοδότηση καταβαλλόμενη στο πλαίσιο από κοινού διαχείρισης κατά την έννοια του άρθρου 53 παρ. 1 στοιχείο γ)."

(6) Στο άρθρο 8 παρ. 1 προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:

“Τα ποσά που προκαταβάλλονται αντιμετωπίζονται ως έσοδα του επόμενου οικονομικού έτους."

(5) Στο άρθρο 11, η φράση «άρθρο 157» γίνεται «άρθρο 157 και άρθρο 160α».

(6) Στο άρθρο 12 προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

"Ωστόσο, σε δεόντως τεκμηριωμένες εξαιρετικές περιπτώσεις οι πιστώσεις για τους σκοπούς της βοήθειας αντιμετώπισης κρίσεων και για τις επιχειρήσεις ανθρωπιστικής βοήθειας είναι δυνατόν να δεσμεύονται από τις 15 Δεκεμβρίου εκάστου οικονομικού έτους έναντι των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος. Οι δεσμεύσεις αυτές δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το ένα τέταρτο των πιστώσεων της αντίστοιχης γραμμής του τελευταίου εγκεκριμένου προϋπολογισμού. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή ενημερώνεται εκ των υστέρων για τις δεσμεύσεις αυτές."

(7) Στο άρθρο 16, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

"Ωστόσο, για τις ταμειακές ανάγκες στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 61 ο υπόλογος και, στην περίπτωση των παγίων προκαταβολών, ο υπόλογος παγίων προκαταβολών, καθώς και, για τις ανάγκες της διοικητικής διαχείρισης των εξωτερικών υπηρεσιών της Επιτροπής, ο αρμόδιος διατάκτης, εξουσιοδοτείται να διενεργεί πράξεις σε εθνικά νομίσματα, όπως καθορίζεται στους Κανόνες Εφαρμογής."

(8) Στο Το άρθρο 18 , η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, η πρώτη πρόταση αντικαθίσταται ως εξής:

«Με την επιφύλαξη του άρθρου 160 παρ. 1 στοιχείο α) και του άρθρου 161 παρ. 2, τα ακόλουθα έσοδα χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση συγκεκριμένων δαπανών.»

β) Προστίθεται το εξής στοιχείο αα):

"αα) χρηματοδοτικές συνεισφορές των κρατών μελών και άλλων δωρητριών χωρών ή διεθνών οργανισμών, συμπεριλαμβανόμενων και στις δύο περιπτώσεις των οργανισμών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, για ορισμένα σχέδια ή προγράμματα εξωτερικής βοήθειας που χρηματοδοτούνται από την Κοινότητα και υπάγονται στη διαχείριση της Επιτροπής για λογαριασμό τους, δυνάμει της σχετικής βασικής πράξης·"

γ) Προστίθεται το εξής στοιχείο εα):

"εα) έσοδα από την πώληση οχημάτων, εξοπλισμού και εγκαταστάσεων, καθώς και επιστημονικών και τεχνικών συσκευών, εξοπλισμού και υλικού που αντικαθίστανται ή διαλύονται·"

(9) Στην παράγραφο 2 του άρθρου 19, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται ως εξής:

“Η αποδοχή ελευθεριοτήτων που είναι δυνατόν να συνεπάγονται σημαντική οικονομική επιβάρυνση που υπερβαίνει το 10% της αξίας της εκάστοτε ελευθεριότητας υπόκειται στην έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όργανα τα οποία ενεργούν σχετικά εντός δύο μηνών από τη λήψη του σχετικού αιτήματος της Επιτροπής.”

(10) Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

«Άρθρο 22

1. Κάθε κοινοτικό θεσμικό όργανο εκτός της Επιτροπής μπορεί να προβαίνει, στο πλαίσιο του οικείου τμήματος του προϋπολογισμού, σε μεταφορές πιστώσεων:

α) από τίτλο σε τίτλο, εντός συνολικού ορίου 10% επί των πιστώσεων του εκάστοτε οικονομικού έτους που είναι εγγεγραμμένες στη γραμμή από την οποία πρόκειται να γίνει η μεταφορά·

β) από κεφάλαιο σε κεφάλαιο και από άρθρο σε άρθρο, χωρίς όριο.

2. Τρεις εβδομάδες πριν από την πραγματοποίηση των μεταφορών στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1, τα θεσμικά όργανα ενημερώνουν την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή για τις προθέσεις τους. Εφόσον κατά την περίοδο αυτή προβληθούν δεόντως αιτιολογημένοι λόγοι από ένα από τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχή, εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 24.

Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή αποφαίνεται επί των μεταφορών αυτών εντός των χρονικών ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 24 και τα οποία λογίζονται με έναρξη κατά την ημερομηνία κατά την οποία η αρχή αυτή ενημερώνεται από το εμπλεκόμενο όργανο για τις προθέσεις του."

3. Κάθε θεσμικό όργανο εκτός της Επιτροπής είναι δυνατόν να προτείνει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, στο πλαίσιο του οικείου τμήματος του προϋπολογισμού, μεταφορές από τίτλο σε τίτλο πέρα από το όριο του 10% επί των πιστώσεων που προβλέπονται για το αντίστοιχο οικονομικό έτος στη γραμμή από την οποία πρόκειται να γίνει η μεταφορά. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή ενημερώνει σχετικά και την Επιτροπή. Οι μεταφορές αυτές υπόκεινται στη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 24.

4. Κάθε κοινοτικό θεσμικό όργανο εκτός της Επιτροπής μπορεί, στο πλαίσιο του οικείου τμήματος του προϋπολογισμού, να πραγματοποιεί μεταφορές εντός κεφαλαίων άρθρων χωρίς να προαπαιτείται ενημέρωση της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής.”

(11) Το άρθρο 23 αντικαθίσταται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i) Tο στοιχείο β) αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

"β) όσον αφορά τις δαπάνες προσωπικού και διοικητικής λειτουργίας, η μεταφορά πιστώσεων από τίτλο σε τίτλο μόνο μεταξύ κεφαλαίων που χρηματοδοτούν τις δαπάνες πανομοιότυπου χαρακτήρα με μέγιστο όριο το 10% των πιστώσεων του έτους που εμφαίνονται στη γραμμή από την οποία γίνεται η μεταφορά·"

ii) Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο δ):

«δ) μεταφορές πιστώσεων από τον τίτλο «προσωρινές πιστώσεις» στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 43, στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει βασική πράξη για την αντίστοιχη ενέργεια, οσάκις ο προϋπολογισμός έχει μεν ήδη καταρτισθεί αλλά εγκρίνεται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους.»

iii) Το δεύτερο εδάφιο απαλείφεται αντικαθίσταται ως εξής:

«Τρεις εβδομάδες πριν από την πραγματοποίηση των μεταφορών στις οποίες αναφέρονται τα στοιχεία β) και γ) του πρώτου εδαφίου, η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σχετικά με την απόφασή της. Σε περίπτωση δεόντως τεκμηριωμένων λόγων που προβάλλονται κατά την περίοδο αυτή από οποιοδήποτε από τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχή, εφαρμόζεται η διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 24.»

iv) Προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων μηνών του οικονομικού έτους, η Επιτροπή είναι δυνατόν να μεταφέρει μόνη της πιστώσεις σχετικά με δαπάνες προσωπικού, εξωτερικού προσωπικού και λοιπών υπαλλήλων, από έναν τίτλο σε άλλον και με συνολικό όριο το 10% των πιστώσεων του οικονομικού έτους. Η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός του μήνα που έπεται της έκδοσης της απόφασης για τις μεταφορές αυτές.

Η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός του μήνα που έπεται της έκδοσης της απόφασης για τις μεταφορές στις οποίες αναφέρεται το στοιχείο δ) του πρώτου εδαφίου.»

β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

"1α. Η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή τρεις εβδομάδες πριν προβεί σε:

α) μεταφορές μεταξύ άρθρων εντός του κεφαλαίου που αντιστοιχεί σε πιστώσεις διοικητικής λειτουργίας του ίδιου τίτλου οι οποίες υπερβαίνουν το 10% των πιστώσεων του οικονομικού έτους που εμφαίνονται στο άρθρο από το οποίο πραγματοποιείται η μεταφορά· και

β) μεταφορές στις οποίες αναφέρεται το στοιχείο γ) της παραγράφου 1.

Σε περίπτωση δεόντως τεκμηριωμένων λόγων που προβάλλονται κατά την περίοδο αυτή από οποιονδήποτε από τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχή, εφαρμόζεται η διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 24. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή αποφαίνεται ως προς τις μεταφορές αυτές εντός των χρονικών ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 24 και τα οποία λογίζονται με έναρξη κατά την ημερομηνία κατά την οποία ενημερώνεται από την Επιτροπή για τις σκοπούμενες μεταφορές."

ε β) Στην παράγραφο 2, η φράση "παράγραφο 1 στοιχείο γ)" γίνεται "παραγράφους 1 και 1α ".

(12) Στην παράγραφο 2 του Το άρθρο υ 26 τροποποιείται ως εξής , το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής :

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Μεταφορές μεταξύ των τίτλων του προϋπολογισμού που αναφέρονται στο Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ), στα Διαρθρωτικά Ταμεία, στο Ταμείο Συνοχής, στο Ταμείο Αλιείας, στο Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και στην έρευνα υπάγονται στις ειδικές διατάξεις των τίτλων Ι, ΙΙ και ΙΙΙ του μέρους ΙΙ.»

β) Στην παράγραφος 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι αποφάσεις περί μεταφοράς πιστώσεων προς χρήση του αποθεματικού για τη βοήθεια έκτακτης ανάγκης λαμβάνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μετά από πρόταση της Επιτροπής. Για κάθε επιμέρους πράξη υποβάλλεται χωριστή πρόταση.»

(13) Το άρθρο 28 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Κάθε πρόταση υποβαλλόμενη στη νομοθετική αρχή από την Επιτροπή ή από κράτος μέλος, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και δυνάμενη να έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανόμενων των αλλαγών στον αριθμό των θέσεων απασχόλησης, πρέπει να συνοδεύεται από δημοσιονομικό δελτίο και από την αξιολόγηση που προβλέπεται στο άρθρο 27 παρ. 4 του παρόντος κανονισμού.

Κάθε ουσιώδης τροποποίηση υποβαλλόμενη στη νομοθετική αρχή και δυνάμενη να έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανόμενων των αλλαγών στον αριθμό των θέσεων απασχόλησης, πρέπει να συνοδεύεται από δημοσιονομικό δελτίο, το οποίο καταρτίζεται από το θεσμικό όργανο που προτείνει την τροποποίηση.»

β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Για να προλαμβάνεται ο κίνδυνος απάτης και παρατυπιών, τα θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη καταγράφουν στο δημοσιονομικό δελτίο στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 1 κάθε στοιχείο σχετικά με τα υφιστάμενα και τα σχεδιαζόμενα μέτρα πρόληψης της απάτης και προστασίας.»

(14) Μετά το άρθρο 28, προστίθεται το νέο κεφάλαιο 7α:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7α

Η αρχή της αναλογικότητας

Άρθρο 28α

Οι πιστώσεις του προϋπολογισμού χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία τίθεται στο άρθρο 5 τρίτο εδάφιο της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Οι διαδικασίες που εφαρμόζονται για την εκτέλεση προγραμμάτων και δραστηριοτήτων καθορίζονται βάσει των στόχων τους και με γνώμονα τα αντίστοιχα ποσά και κινδύνους.»

(15) Στο άρθρο 29, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μεριμνά για τη δημοσίευση του προϋπολογισμού και των διορθωτικών προϋπολογισμών, στην οριστική μορφή τους, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Ο προϋπολογισμός δημοσιεύεται εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία κηρύσσεται ως οριστικά εγκριθείς.

Οι ενοποιημένοι ετήσιοι λογαριασμοί και η έκθεση επί της δημοσιονομικής και χρηματοοικονομικής διαχείρισης που καταρτίζονται από κάθε θεσμικό όργανο δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ."

(16) Στο άρθρο 30 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3. Η πληροφόρηση για τους δικαιούχους κεφαλαίων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό εξασφαλίζεται με τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο και με συνεκτίμηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών κάθε μεθόδου διαχείρισης του άρθρου 53.»

(17) Μετά το άρθρο 28, προστίθεται το νέο κεφάλαιο 9:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9

Η αρχή του αποτελεσματικού και αποδοτικού εσωτερικού ελέγχου»

Άρθρο 30α

1. Η εκτέλεση του προϋπολογισμού πραγματοποιείται με αποτελεσματικό και αποδοτικό έλεγχο, κατά τα ενδεικνυόμενα για κάθε διαχειριστική μέθοδο και με την επιφύλαξη της αρχής της αναλογικότητας.

2. Για τους σκοπούς της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, ως εσωτερικός έλεγχος ορίζεται η διαδικασία που εφαρμόζεται σε όλα τα επίπεδα διαχείρισης και αποσκοπεί στην παροχή εύλογης βεβαιότητας ως προς την επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

α) αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα των πράξεων,

β) αξιοπιστία των δημοσιονομικών εκθέσεων,

γ) διαφύλαξη των περιουσιακών στοιχείων καιενημέρωση,

δ) πρόληψη και εντοπισμός των περιπτώσεων απάτης και των παρατυπιών,

ε) επαρκής διαχείριση των κινδύνων που σχετίζονται με τη νομιμότητα και την κανονικότητα των υποκείμενων πράξεων.

3. Ο κίνδυνος παρατυπιών και παρανομιών στις υποκείμενες πράξεις, ο οποίος ενυπάρχει στην εφαρμογή της βασικής πράξης, θα αντιμετωπίζεται με επαρκείς ελέγχους με σκοπό την επίτευξη ενός ανεκτού επιπέδου κινδύνου και λαμβάνοντας υπόψη τον πολυετή χαρακτήρα των προγραμμάτων καθώς και τη φύση των σχετικών πληρωμών.»

(18) Στο Το άρθρο 33 παρ. 2 , το στοιχείο δ) αντικαθίσταται ως εξής τροποποιείται ως εξής :

α) Το σημείο δ) αντικαθίσταται ως εξής:

"δ) τις δηλώσεις δραστηριοτήτων οι οποίες περιέχουν τις πληροφορίες:

- για την επίτευξη όλων των στόχων που είχαν ορισθεί προηγουμένως για τις διάφορες δραστηριότητες, καθώς και των νέων στόχων, οι οποίοι μετρούνται βάσει δεικτών·

- για τη διαχείριση κατά τα προηγούμενα έτη του ανεκτού κινδύνου ως προς τη νομιμότητα και την κανονικότητα των υποκείμενων πράξεων, καθώς και για τα πρόσθετα μέτρα που απαιτούνται στο πλαίσιο αυτό.

Τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων εξετάζονται και χρησιμοποιούνται για να καταδειχθούν τα πιθανά πλεονεκτήματα της προτεινόμενης τροποποίησης του προϋπολογισμού."

β) Προστίθεται το ακόλουθο σημείο ε):

"ε) συνοπτική κατάσταση με το χρονοδιάγραμμα των πληρωμών που πρέπει να γίνουν κατά τα επόμενα οικονομικά έτη για να ικανοποιηθούν οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί κατά τα προηγούμενα οικονομικά έτη.»

(19) Στο άρθρο 40, το στοιχείο α) αντικαθίσταται ως εξής:

“α) γενική κατάσταση εσόδων και δαπανών·”

(20) Το Στο άρθρο 43 τροποποιείται ως εξής:

α) Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου , στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο η φράση "άρθρο 24" γίνεται "άρθρα 23 και 24".

β) Στην παράγραφο 2, η φράση "άρθρο 24" γίνεται "άρθρα 23 και 24".

(21) Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 44, η φράση "άρθρα 22, 23 και 25" γίνεται "άρθρα 23 και 25".

(22) Το άρθρο 45 αντικαθίσταται ως εξής:

"Άρθρο 45

1. Το τμήμα της Επιτροπής στον προϋπολογισμό συμπεριλαμβάνει αποθεματικό για επείγουσα βοήθεια προς τρίτες χώρες.

2. Το αποθεματικό στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 1 συγκροτείται πριν από το τέλος του οικονομικού έτους μέσω μεταφορών κατά τη διαδικασία που καθορίζεται στα άρθρα 24 και 26."

(23) Η παράγραφος 1 του άρθρου 46 τροποποιείται ως εξής:

α) Το σημείο 1 τροποποιείται ως εξής:

i) Η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται ως εξής:

“Στη γενική κατάσταση εσόδων και δαπανών:”

ii) Το σημείο στ) απαλείφεται.

iii) Το σημείο ζ) αντικαθίσταται ως εξής:

«ζ) τις ενδεδειγμένες παρατηρήσεις για κάθε υποδιαίρεση, κατά τον ορισμό του άρθρου 41 παρ. 1.»

β) Το σημείο 2 αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Στο τμήμα που αντιστοιχεί σε κάθε θεσμικό όργανο, τα έσοδα και οι δαπάνες εμφαίνονται με την ίδια διάρθρωση όπως και στο σημείο 1."

γ) Στο σημείο 3, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται ως εξής:

“γ) όσον αφορά το επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, η κατανομή μπορεί να αναφέρεται ανά ομάδες βαθμών, υπό τις προϋποθέσεις που τίθενται σε κάθε προϋπολογισμό. Ο πίνακας προσωπικού πρέπει να αναφέρει αναλυτικά το προσωπικό με υψηλά τεχνικά ή επιστημονικά προσόντα στο οποίο παρέχονται ειδικά πλεονεκτήματα δυνάμει των οικείων διατάξεων του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης·”

δ) Το σημείο 5 αντικαθίσταται ως εξής:

"5. Τις γραμμές του προϋπολογισμού σε έσοδα και δαπάνες που είναι αναγκαίες για τη χρησιμοποίηση του Ταμείου Εγγύησης για τις εξωτερικές ενέργειες."

(24) Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 47, η φράση "των βαθμών A1, A2 και A3" γίνεται "των βαθμών AD 16, AD 15 και AD 14".

( 25 ) Το άρθρο 49 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 49

1. Η βασική πράξη εγκρίνεται πριν καταστεί δυνατή η χρησιμοποίηση των πιστώσεων που εγγράφονται στον προϋπολογισμό για ενέργεια των Κοινοτήτων ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η βασική πράξη αποτελεί νομική πράξη που παρέχει τη νομική βάση για την ενέργεια ή για την πραγματοποίηση των αντίστοιχων δαπανών που εγγράφονται στον προϋπολογισμό.

2. Κατ’ εφαρμογή της Συνθήκης ΕΚ ή της Συνθήκης Ευρατόμ, η βασική πράξη είναι πράξη που εκδίδεται από τη νομοθετική αρχή και μπορεί να λαμβάνει τη μορφή κανονισμού, οδηγίας, απόφασης κατά την έννοια του άρθρου 249 της Συνθήκης ΕΚ ή απόφασης ιδιάζουσας (sui generis)[14].

3. Κατ’ εφαρμογή του τίτλου V της Συνθήκης EE (σχετικά με την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας – ΚΕΠΠΑ), η βασική πράξη μπορεί να λάβει μία από τις μορφές που προσδιορίζονται στα άρθρα 13 παρ. 2 και 3, 14, 18 παρ. 5, 23 παρ. 1 και 2, και 24 της Συνθήκης EE.

4. Κατ’ εφαρμογή του τίτλου VΙ της Συνθήκης EE (σχετικά με Αστυνομική και Δικαστική Συνεργασία σε Ποινικές Υποθέσεις), η βασική πράξη μπορεί να λάβει μία από τις μορφές που προσδιορίζονται στο άρθρο 34 παρ. 2 της Συνθήκης EE.

5. Οι συστάσεις και γνώμες δεν συνιστούν βασικές πράξεις κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, όπως ούτε τα ψηφίσματα, συμπεράσματα, δηλώσεις ή άλλες πράξεις που δεν παράγουν νομικό αποτέλεσμα.

6. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 4, οι ακόλουθες πιστώσεις είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται χωρίς νομική πράξη, ενόσω οι ενέργειες για των οποίων τη χρηματοδότηση προορίζονται εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των Κοινοτήτων ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

α) πιστώσεις για δοκιμαστικά σχέδια πειραματικού χαρακτήρα με σκοπό τη δοκιμή του εφικτού μιας ενέργειας και της χρησιμότητάς της. Οι σχετικές πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων είναι δυνατόν να εγγράφονται στον προϋπολογισμό μόνο επί δύο διαδοχικά οικονομικά έτη·

β) πιστώσεις για προπαρασκευαστικές ενέργειες στους τομείς της εφαρμογής της Συνθήκης ΕΚ και της Συνθήκης Ευρατόμ, καθώς και του τίτλου VΙ της Συνθήκης ΕΕ, με σκοπό την προετοιμασία προτάσεων για την έγκριση μελλοντικών ενεργειών. Οι προπαρασκευαστικές ενέργειες πρέπει να ακολουθούν συνεπή προσέγγιση και μπορούν να λαμβάνουν διάφορες μορφές. Οι σχετικές πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων είναι δυνατόν να εγγράφονται στον προϋπολογισμό μόνο επί τρία διαδοχικά οικονομικά έτη το πολύ. Η νομοθετική διαδικασία πρέπει να ολοκληρώνεται πριν από το τέλος του τρίτου οικονομικού έτους. Κατά τη διάρκεια της νομοθετικής διαδικασίας, οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων πρέπει να αντιστοιχούν στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προπαρασκευαστικής ενέργειας όσον αφορά τις σχεδιαζόμενες δραστηριότητες, τους επιδιωκόμενους στόχους και τους δικαιούχους. Ως εκ τούτου, τα χρησιμοποιούμενα μέσα δεν είναι δυνατόν να αντιστοιχούν σε όγκο σε εκείνα που προβλέπονται για τη χρηματοδότηση της οριστικής ενέργειας.

Κατά την παρουσίαση του προσχεδίου προϋπολογισμού, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση προς την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σχετικά με τις ενέργειες στις οποίες αναφέρονται τα σημεία α) και β), ενώ η έκθεση αυτή περιλαμβάνει και αξιολόγηση των αναμενόμενων αποτελεσμάτων και τα συνακόλουθα μέτρα της ενέργειας·

γ) πιστώσεις για προπαρασκευαστικά μέτρα στον τομέα του τίτλου V της Συνθήκης ΕΕ (σχετικά με την ΚΕΠΠΑ). Τα μέτρα αυτά περιορίζονται χρονικά και προορίζονται για την εγκαθίδρυση των συνθηκών δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υλοποίηση της ΚΕΠΠΑ και για την έκδοση των αναγκαίων νομικών πράξεων. Για τους σκοπούς της διαχείρισης κρίσεων από την ΕΕ, προπαρασκευαστικά μέτρα σχεδιάζονται, μεταξύ άλλων, για την αξιολόγηση των επιχειρησιακών απαιτήσεων, για την εξασφάλιση ταχείας αρχικής ανάπτυξης των πόρων και για την εγκαθίδρυση των επιτόπιων συνθηκών για την έναρξη της εκάστοτε επιχείρησης.

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου/Ύπατος Εκπρόσωπος για την ΚΕΠΠΑ, συνδράμοντας τον Πρόεδρο ενημερώνει την Επιτροπή το ταχύτερο δυνατόν σχετικά με την πρόθεση του Συμβουλίου να θέσει σε εφαρμογή προπαρασκευαστικό μέτρο, καθώς και για τους εκτιμώμενους αναγκαίους προς τούτο πόρους. Σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την ταχεία εκταμίευση των αναγκαίων πόρων·

δ) πιστώσεις για κατ’ αποκοπή ενέργειες, ή και για ενέργειες αόριστης διάρκειας, οι οποίες αναλαμβάνονται από την Επιτροπή στο πλαίσιο των καθηκόντων που απορρέουν από τα προνόμιά της σε θεσμικό επίπεδο δυνάμει της Συνθήκης ΕΚ και της Συνθήκης Ευρατόμ, πέραν του δικαιώματος νομοθετικής πρωτοβουλίας στο οποίο αναφέρεται το στοιχείο β) και δυνάμει των συγκεκριμένων εξουσιών που της μεταβιβάζονται απευθείας από τις ως άνω Συνθήκες, και οι οποίες απαριθμούνται στους Κανόνες Εφαρμογής·

ε) πιστώσεις για τη λειτουργία των θεσμικών οργάνων στο πλαίσιο της διοικητικής τους αυτονομίας.»

(26) Στο άρθρο 50 προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

«Κάθε θεσμικό όργανο ασκεί τις εξουσίες του σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και εντός των ορίων των εγκρινόμενων πιστώσεων.»

(27) Το άρθρο 52 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 52

1. Απαγορεύεται σε όλους τους δημοσιονομικούς παράγοντες και σε κάθε πρόσωπο που εμπλέκεται στην εκτέλεση του προϋπολογισμού, στη διαχείριση και στον διαχειριστικό ή εσωτερικό έλεγχο, να προβαίνουν σε οποιαδήποτε ενέργεια η οποία είναι δυνατόν να φέρει τα συμφέροντά τους σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των Κοινοτήτων. Εάν προκύψει τέτοια περίπτωση, ο εμπλεκόμενος παράγων πρέπει να απόσχει από τη σχετική ενέργεια και να αναφέρει το γεγονός στην αρμόδια αρχή.

2. Σύγκρουση συμφερόντων ανακύπτει οσάκις η αμερόληπτη και αντικειμενική άσκηση των καθηκόντων δημοσιονομικού παράγοντα ή άλλου εμπλεκόμενου προσώπου υπονομεύεται από οικογενειακούς ή συναισθηματικούς λόγους, ή από πολιτικούς ή εθνικούς δεσμούς, από οικονομικό συμφέρον ή από οποιαδήποτε σύμπτωση συμφερόντων με τον δικαιούχο.»

(28) Το άρθρο 53 τροποποιείται ως εξής αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 53

Η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό:

α) σε συγκεντρωτική βάση·

β) με επιμερισμένη ή αποκεντρωμένη διαχείριση· ή

γ) με διαχείριση από κοινού με διεθνείς οργανισμούς.»

(29) Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 53α έως 53δ:

«Άρθρο 53α

Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό σε συγκεντρωτική βάση, τα εκτελεστικά καθήκοντα εκτελούνται είτε άμεσα από τις υπηρεσίες της είτε έμμεσα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 54 έως 57.

α) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

Άρθρο 53β

1. Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με επιμερισμένη διαχείριση, τα εκτελεστικά καθήκοντα μεταβιβάζονται στα κράτη μέλη. Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται ιδίως για τις ενέργειες στις οποίες αναφέρονται οι τίτλοι Ι και ΙΙ του μέρους ΙΙ.

2. Με την επιφύλαξη των πλέον συγκεκριμένων διατάξεων που περιλαμβάνονται στους οικείους τομεακούς κανονισμούς, και για να εξασφαλίζεται η χρησιμοποίηση των κεφαλαίων σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες και αρχές, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα νομοθετικά, κανονιστικά και διοικητικά μέτρα τα αναγκαία για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων, με σκοπό :

α) να βεβαιώνονται ότι οι ενέργειες που χρηματοδοτούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό εκτελούνται πράγματι και κατά τον ορθό τρόπο·

β) να προλαμβάνουν και να αντιμετωπίζουν τις παρατυπίες, την κακοδιοίκηση και τις απάτες·

γ) να ανακτούν τα κεφάλαια που καταβάλλονται κατά λάθος ή χρησιμοποιούνται εσφαλμένα, ή εξαφανίζονται λόγω παρατυπιών ή σφαλμάτων·

δ) να εξασφαλίζουν, με τη δέουσα τήρηση των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας και ασφάλειας, επαρκή εκ των υστέρων γνωστοποίηση των δικαιούχων πόρων προερχόμενων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Προς τούτο, τα κράτη μέλη διεξάγουν τακτικούς ελέγχους και δημιουργούν αποτελεσματικό και αποδοτικό σύστημα εσωτερικών ελέγχων, σύμφωνα με τις αρχές που τίθενται στο άρθρο 30α. Εφόσον κρίνεται αναγκαίο και ενδεδειγμένο , για τους σκοπούς του στοιχείου β), ασκούν ποινικές διώξεις κινούν νομικές διαδικασίες .

3. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή ετήσια σύνοψη, στο κατάλληλο εθνικό επίπεδο, όλων των διαθέσιμων ελέγχων και δηλώσεων.

4. Για να βεβαιώνεται ότι τα κεφάλαια χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες, η Επιτροπή εφαρμόζει διαδικασίες εκκαθάρισης λογαριασμών ή μηχανισμούς δημοσιονομικών διορθώσεων που της επιτρέπουν να αναλαμβάνει την τελική ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

Άρθρο 53γ

1 "4 . Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με αποκεντρωμένη διαχείριση, τα εκτελεστικά καθήκοντα μεταβιβάζονται σε τρίτες χώρες σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 56 και του τίτλου IV του μέρους ΙΙ, με την επιφύλαξη της μεταβίβασης καθηκόντων στους οργανισμούς στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 54 παρ. 2.

2. Για να βεβαιώνεται ότι τα κεφάλαια χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες, η Επιτροπή εφαρμόζει διαδικασίες εκκαθάρισης λογαριασμών ή μηχανισμούς δημοσιονομικών διορθώσεων που της επιτρέπουν να αναλαμβάνει την τελική ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

3. Οι τρίτες χώρες στις οποίες μεταβιβάζονται εκτελεστικά καθήκοντα μεριμνούν, με τη δέουσα τήρηση των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας και ασφάλειας, για την επαρκή εκ των υστέρων γνωστοποίηση των δικαιούχων πόρων προερχόμενων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

γ) Η παράγραφος 6 απαλείφεται.

δ) Η παράγραφος 7 αντικαθίσταται ως εξής:

Άρθρο 54δ

"7 1 . Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με από κοινού διαχείριση, ορισμένα εκτελεστικά καθήκοντα ανατίθενται σε διεθνείς οργανισμούς, σύμφωνα με τις διατάξεις που εξειδικεύονται στους Κανόνες Εφαρμογής, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) οσάκις η Επιτροπή και ο διεθνής οργανισμός δεσμεύονται με μακροχρόνια συμφωνία-πλαίσιο η οποία καθορίζει τους διοικητικούς και οικονομικούς κανόνες της συνεργασίας τους·

β) οσάκις η Επιτροπή και ο διεθνής οργανισμός εκπονούν κοινό σχέδιο ή πρόγραμμα·

γ) για ενέργειες με πολλούς δωρητές, δηλαδή για ενέργειες όπου τα κεφάλαια διαφόρων δωρητών ομαδοποιούνται και δεν προορίζονται για συγκεκριμένους τομείς ή κατηγορίες δαπανών.

Οι ως άνω οργανισμοί εφαρμόζουν στη λογιστική τους και στις διαδικασίες διαχείρισης και εσωτερικού ελέγχου, καθώς και ανάθεσης συμβάσεων, τα πρότυπα που εξασφαλίζουν εγγυήσεις ισοδύναμες με εκείνες των διεθνώς παραδεκτών προτύπων.

2. Η συμφωνία που συνάπτεται με διεθνή οργανισμό για τη χορήγηση χρηματοδότησης περιλαμβάνει λεπτομερείς διατάξεις για την εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στον διεθνή οργανισμό.

3. Οι διεθνείς οργανισμοί στους οποίους μεταβιβάζονται εκτελεστικά καθήκοντα μεριμνούν, με τη δέουσα τήρηση των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας και ασφάλειας, για την επαρκή εκ των υστέρων γνωστοποίηση των δικαιούχων πόρων προερχόμενων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.»

(30) Το άρθρο 54 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

“Η μεταβίβαση καθηκόντων εκτέλεσης του προϋπολογισμού ικανοποιούν τις απαιτήσεις της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και του αποτελεσματικού και αποδοτικού εσωτερικού ελέγχου, και εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με την αρχή της μη εφαρμογής διακρίσεων και την αναγνωρισιμότητα των ενεργειών της Κοινότητας. Τα μεταβιβαζόμενα καθήκοντα δεν είναι δυνατόν να επιφέρουν σύγκρουση καθηκόντων.”

β) Στην παράγραφο 2, το στοιχείο γ) τροποποιείται ως εξής Η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i) Στην πρώτη περίοδο, η φράση «άρθρο 53 παρ. 2» γίνεται «άρθρα 53α και 53γ».

ii ) Το στοιχείο β) αντικαθίσταται ως εξής:

«β) σε οργανισμούς που συνιστώνται από τις Κοινότητες κατά το άρθρο 185 και σε λοιπούς εξειδικευμένους κοινοτικούς οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων, υπό τον όρο ότι τούτο είναι συμβατό με τα καθήκοντα του εκάστοτε οργανισμού κατά τη βασική πράξη του.»

iii) Το στοιχείο γ) αντικαθίσταται ως εξής:

“γ) σε εθνικές ή διεθνείς οντότητες του δημόσιου τομέα, ή σε οντότητες που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας, οι οποίες προσφέρουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις και συμμορφώνονται με τους όρους που προβλέπονται στους Κανόνες Εφαρμογής.”

iv) Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο δ):

“δ) σε πρόσωπα που επιφορτίζονται με την εκτέλεση συγκεκριμένων ενεργειών δυνάμει του τίτλου V της Συνθήκης για την ΕΕ και προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη κατά την έννοια του άρθρου 49.”

γ) Στην παράγραφο 3, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

“Αυτοί οι οργανισμοί ή πρόσωπα λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη των παρατυπιών και της απάτης, και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, ασκούν ποινική δίωξη κινούν νομικές διαδικασίες για την ανάκτηση κεφαλαίων που έχουν καταβληθεί ή χρησιμοποιηθεί εσφαλμένα."

(31) Τα άρθρα 55 και 56 αντικαθίστανται ως εξής:

“Άρθρο 55

1. Οι εκτελεστικοί οργανισμοί είναι νομικά πρόσωπα, κατά το κοινοτικό δίκαιο, τα οποία συνιστώνται με απόφαση της Επιτροπής και στα οποία είναι δυνατόν να μεταβιβάζονται εξουσίες για την εκτέλεση, εν όλω ή εν μέρει, ενός κοινοτικού προγράμματος ή σχεδίου για λογαριασμό της Επιτροπής και με δική της ευθύνη, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 58/2003 του Συμβουλίου(*).

2. Η χρησιμοποίηση των αντίστοιχων επιχειρησιακών πιστώσεων πραγματοποιείται από τον διευθυντή του οργανισμού.

(*) ΕΕ L 11, 16.1.2003, σ. 1.

Άρθρο 56

1. Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με έμμεση σε κεντρικό επίπεδο διαχείριση, εξασφαλίζει κατ’ αρχάς στοιχεία για την ύπαρξη, τη συνάφεια και την ορθή λειτουργία στις οντότητες στις οποίες αναθέτει την εκτέλεση σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης,:

α) διαδικασιών ανάθεσης συμβάσεων και καταβολής επιχορηγήσεων διαφανών, που να μη δημιουργούν διακρίσεις και να αποκλείουν τη σύγκρουση συμφερόντων, καθώς και να τηρούν τις οικείες διατάξεις του παρόντος κανονισμού·

β) αποτελεσματικού και αποδοτικού συστήματος εσωτερικών ελέγχων για τη διαχείριση των πράξεων, το οποίο να περιλαμβάνει αποτελεσματικό διαχωρισμό των καθηκόντων του διατάκτη και του υπολόγου, ή άλλων ανάλογων καθηκόντων·

γ) λογιστικών διακανονισμών για τις ως άνω πράξεις και διαδικασίες, με σκοπό την παρουσίαση των λογαριασμών που επιτρέπουν τη διακρίβωση της ορθής χρησιμοποίησης των κοινοτικών κονδυλίων και την απόδοση του ακριβούς εύρους της χρησιμοποίησης αυτής από τους κοινοτικούς λογαριασμούς· λογιστικού συστήματος που να επιτρέπει την επαλήθευση της χρησιμοποίησης των κοινοτικών πόρων και να αποτυπώνει τη χρησιμοποίηση αυτή στις δημοσιονομικές καταστάσεις της Κοινότητας·

δ) ανεξάρτητου εξωτερικού ελέγχου·

ε) πρόσβασης του κοινού στο επίπεδο πληροφόρησης που προβλέπεται στους κοινοτικούς κανονισμούς·

στ) ετήσιας εκ των υστέρων δημοσιοποίησης των ονομάτων των δικαιούχων των πόρων που προέρχονται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, με τήρηση των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας και ασφάλειας.

Η Επιτροπή είναι δυνατόν να αποδεχθεί την ισοτιμία των συστημάτων ελέγχου, λογιστικής και ανάθεσης συμβάσεων των οντοτήτων στις οποίες αναφέρονται οι παράγραφοι 1 και 2 με τα δικά της συστήματα, με τήρηση των διεθνώς παραδεκτών προτύπων.

2. Στην περίπτωση της αποκεντρωμένης διαχείρισης ισχύουν, εν όλω ή εν μέρει, τα κριτήρια της παραγράφου 1, με την εξαίρεση του κριτηρίου του στοιχείου ε), ανάλογα με τον βαθμό αποκέντρωσης που έχει συμφωνηθεί μεταξύ της Επιτροπής και της οικείας τρίτης χώρας.

Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 1 στοιχείο α) και του άρθρου 169α, η Επιτροπή είναι δυνατόν να αποφασίσει, στην περίπτωση της ομαδοποίησης πόρων και υπό τους όρους που προβλέπονται στη βασική πράξη, να προσφύγει στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων και καταβολής επιχορηγήσεων που εφαρμόζει η δικαιούχος τρίτη χώρα ή που συμφωνούνται από τους δωρητές, αφού εξασφαλίσει προηγουμένως, βάσει εξέτασης κατά περίπτωση, αποδεικτικά στοιχεία για το ότι οι διαδικασίες αυτές ικανοποιούν τις απαιτήσεις των αρχών της διαφάνειας και της μη εφαρμογής διακρίσεων, αποκλείουν τις συγκρούσεις συμφερόντων, προσφέρουν εγγυήσεις ισοδύναμες με τα διεθνώς παραδεκτά πρότυπα και εξασφαλίζουν επαρκή προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας.

Η δικαιούχος χώρα πρέπει να αναλαμβάνει την υποχρέωση συμμόρφωσης με τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

α) να ακολουθεί, με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, τα κριτήρια της παραγράφου 1·

β) να εγγυάται ότι ο έλεγχος που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) ασκείται από εθνικό θεσμικό όργανο ανεξάρτητων εξωτερικών ελέγχων·

γ) να διενεργεί τακτικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι οι ενέργειες προς χρηματοδότηση από τον κοινοτικό προϋπολογισμό έχουν εκτελεσθεί ορθώς·

δ) να λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα για την πρόληψη παρατυπιών και απάτης, καθώς και, εάν τούτο κρίνεται αναγκαίο, να ασκεί διώξεις για την ανάκτηση των χρηματικών ποσών που έχουν καταβληθεί εσφαλμένα

3. Η Επιτροπή μεριμνά για την εποπτεία, την αξιολόγηση και τον εσωτερικό έλεγχο της εκτέλεσης των καθηκόντων που αναθέτει. Κατά την εφαρμογή των δικών της συστημάτων ελέγχου λαμβάνει υπόψη την ισοδυναμία τους με τα συστήματα των ελεγχόμενων."

(32) Στο άρθρο 57, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

"1. Η Επιτροπή δεν μπορεί να αναθέτει πράξεις χρησιμοποίησης πόρων προερχόμενων από τον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανόμενης της καταβολής και είσπραξης, σε εξωτερικές οντότητες ή οργανισμούς του ιδιωτικού τομέα, με την εξαίρεση της περίπτωσης του άρθρου 54 παρ. 2 στοιχείο γ) ή συγκεκριμένων περιπτώσεων οι οποίες συνεπάγονται πληρωμές υποκείμενες σε όρους και για ποσά καθοριζόμενα από την Επιτροπή, προς δικαιούχους που προσδιορίζονται από την Επιτροπή, ενώ δεν συνεπάγονται την άσκηση διακριτικής ευχέρειας από την οντότητα ή τον οργανισμό που πραγματοποιεί τις πληρωμές."

(33) Το άρθρο 59 τροποποιείται ως εξής:

α) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

“1α. Για τους σκοπούς του παρόντος τίτλου, ο όρος «υπάλληλοι» αναφέρεται στα πρόσωπα που υπάγονται στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης.”

β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

"3. Οι κύριες και οι δευτερεύουσες μεταβιβάσεις αρμοδιοτήτων διατάκτη πραγματοποιούνται μόνο σε υπαλλήλους."

(34) Στο άρθρο 60, η πρώτη περίοδος της παραγράφου παράγραφος 7 αντικαθίσταται ως εξής:

«7. Ο διατάκτης κύριας μεταβίβασης προβαίνει προς το οικείο θεσμικό όργανο σε απολογισμό της άσκησης των καθηκόντων του με τη μορφή ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων, η οποία συνοδεύεται από δημοσιονομικά και διαχειριστικά στοιχεία, μαζί με τυχόν σχετικές επιφυλάξεις, και δήλωση αξιοπιστίας με την οποία πιστοποιείται ότι τα στοιχεία που περιέχονται στην έκθεσή του είναι αληθή και ακριβή.

Η έκθεση αυτή αναφέρει τα αποτελέσματα των πράξεών του με παραπομπή στους στόχους, στους συναφείς με τις πράξεις αυτές κινδύνους, στη χρησιμοποίηση των πόρων και στην αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα του συστήματος εσωτερικού ελέγχου. Ο εσωτερικός ελεγκτής λαμβάνει υπόψη του την ετήσια αυτή έκθεση και κάθε άλλο διαθέσιμο πληροφοριακό στοιχείο. Το αργότερο στις 15 Ιουνίου κάθε έτους, η Επιτροπή διαβιβάζει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύνοψη των ετήσιων εκθέσεων του προηγούμενου έτους. Οι εκθέσεις αυτές αναφέρουν λεπτομέρειες των μέτρων που ελήφθησαν για τον περιορισμό του κινδύνου αντικανονικότητας ή παρατυπίας στο πλαίσιο των πράξεων στιες οποίες αναφέρεται η κάθε έκθεση, καθώς και αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων αυτών.»

(35) Το άρθρο 61 τροποποιείται ως εξής:

α) Στο στοιχείο ε) της παραγράφου 1, προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:

«ο υπόλογος διαθέτει την εξουσία να επαληθεύει την τήρηση των κριτηρίων επικύρωσης·»

β) Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 2α, 2β και 2γ:

« 2α. Πριν εγκριθούν από το οικείο θεσμικό όργανο, ο υπόλογος υπογράφει τους λογαριασμούς, πιστοποιώντας ότι αποδίδουν αληθή και ακριβή εικόνα της δημοσιονομικής κατάστασης του οργάνου.

Προς τούτο, ο υπόλογος βεβαιώνεται ότι οι λογαριασμοί έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τους λογιστικούς κανόνες, μεθόδους και συστήματα που έχουν δημιουργηθεί με δική του ευθύνη, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό για τους λογαριασμούς του οικείου θεσμικού οργάνου, καθώς και ότι όλα τα έσοδα και δαπάνες έχουν εγγραφεί στους λογαριασμούς αυτούς.

Οι διατάκτες κύριας μεταβίβασης διαβιβάζουν όλα τα στοιχεία που χρειάζεται ο υπόλογος για την άσκηση των καθηκόντων του.

Οι διατάκτες παραμένουν πλήρως υπεύθυνοι για την ορθή χρησιμοποίηση των κεφαλαίων που διαχειρίζονται καθώς και για τη νομιμότητα και κανονικότητα των δαπανών που πραγματοποιούνται υπό τον έλεγχό τους.

2.β. Ο υπόλογος έχει την εξουσία να ελέγχει τα λαμβανόμενα στοιχεία καθώς και να πραγματοποιεί τυχόν περαιτέρω ελέγχους που κρίνει αναγκαίους πριν από την υπογραφή των λογαριασμών.

Εάν απαιτείται, διατυπώνει επιφυλάξεις και εξηγεί επακριβώς τη φύση και την έκταση των επιφυλάξεων αυτών.

2γ. Οι υπόλογοι των λοιπών θεσμικών οργάνων και οργανισμών υπογράφουν τους ετήσιους λογαριασμούς των και τους διαβιβάζουν πιστοποιητικό στον υπόλογο της Επιτροπής.»

Ο υπόλογος καταρτίζει τους λογαριασμούς βάσει των στοιχείων που παρουσιάζονται κατά την παράγραφο 2. Οι τελικοί λογαριασμοί που καταρτίζονται κατά το άρθρο 129 παράγραφοι 2 και 3 και συνοδεύονται από πιστοποιητικό συντασσόμενο από τον υπόλογο, με το οποίο αυτός δηλώνει ότι οι λογαριασμοί έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τον τίτλο VII και τις λογιστικές αρχές, κανόνες και μεθόδους που εκτίθενται στο παράρτημα των δημοσιονομικών καταστάσεων."

γ) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

"3. Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα κανονισμό, ο υπόλογος είναι ο μόνος εξουσιοδοτημένος να διαχειρίζεται χρηματικά ποσά και αξίες. Είναι δε υπεύθυνος για τη φύλαξή τους."

(36) Στο άρθρο 62, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

“Ο υπόλογος μπορεί, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, να μεταβιβάσει ορισμένα καθήκοντα σε υφιστάμενούς του.".

(37) Το άρθρο 63 αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

"Άρθρο 63

1. Οι πάγιες προκαταβολές είναι δυνατόν να συνιστώνται για τη συγκέντρωση εσόδων πέραν των ιδίων πόρων και για την καταβολή μικρών ποσών, κατά τον ορισμό των Κανόνων Εφαρμογής.

Ωστόσο, στον τομέα της διαχείρισης κρίσεων και της ανθρωπιστικής βοήθειας, κατά την έννοια του άρθρου 110, οι πάγιες προκαταβολές είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται και για την καταβολή ποσών μεγαλύτερων από εκείνα του προηγούμενου εδαφίου χωρίς περιορισμό ως προς το ύψος των.

2. Οι πάγιες προκαταβολές τροφοδοτούνται από τον υπόλογο του οικείου θεσμικού οργάνου και τίθενται υπό την ευθύνη των υπολόγων παγίων προκαταβολών που διορίζονται από τον υπόλογο του θεσμικού οργάνου."

(38) Στο άρθρο 65, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

“1. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου δεν προδικάζουν την ποινική ευθύνη που είναι δυνατόν να υπέχουν οι υπάλληλοι στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 64, σύμφωνα με τις διατάξεις της οικείας εθνικής νομοθεσίας και με τις διατάξεις περί προστασίας των οικονομικών συμφερόντων και καταπολέμησης του χρηματισμού των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών.”

(39) Το άρθρο 66 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται με την ακόλουθη Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

“ 1. Ο διατάκτης υπέχει ευθύνη προς καταβολή χρηματικής αποζημίωσης κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης.

β) Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 1α έως 1δ:

«1α. Η απαίτηση προς καταβολή χρηματικής αποζημίωσης ισχύει ιδίως εφόσον:

α) ο διατάκης, είτε από πρόθεση είτε λόγω βαρείας αμέλειάς του, ο οποίος προβλέπει ότι ένα μέλος του προσωπικού που υπάγεται στις σχετικές διατάξεις είναι δυνατόν να υποχρεωθεί σε επανόρθωση, μερική ή ολική, κάθε ζημίας που υφίστανται οι Κοινότητες λόγω βαρέος παραπτώματός του κατά την άσκηση ή σε συνάρτηση με την άσκηση των καθηκόντων του, ιδίως εάν βεβαιώνει δικαιώματα είσπραξης ή εκδίδει εντάλματα είσπραξης, αναλαμβάνει δαπάνη ή υπογράφει ένταλμα πληρωμής χωρίς να τηρήσει τις διατάξεις του Δημοσιονομικού Κανονισμού και των Κανόνων Εφαρμογής του·

β) ο διατάκης, είτε από πρόθεση είτε λόγω βαρείας αμέλειάς του, παραλείπει να συντάξει έγγραφο βεβαίωσης οφειλής, αμελεί να εκδώσει ένταλμα είσπραξης ή καθυστερεί την έκδοσή του ή την έκδοση εντάλματος πληρωμής, εκθέτοντας έτσι το οικείο θεσμικό όργανο στην άσκηση ενδίκων μέσων εκ μέρους τρίτων.

1β. Κατά την εξέταση της υπόθεσης και του βαθμού αντικανονικής συμπεριφοράς, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλες οι περιστάσεις, και ιδίως οι πόροι που ετέθησαν στη διάθεση του διατάκτη για την άσκηση των καθηκόντων του.

1γ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, το επίπεδο ευθύνης του διατάκτη αξιολογείται με γνώμονα πρωτίστως τον βαθμό αντικανονικής συμπεριφοράς. Εάν ο διατάκτης έχει ενεργήσει από πρόθεση, είναι υπεύθυνος για ολόκληρο το απολεσθέν ποσό. Εάν ο διατάκτης έχει διαπράξει βαρεία αμέλεια, η ευθύνη του περιορίζεται στην παρακράτηση βασικών μισθών 12 το πολύ μηνών.

1δ. Οι όροι και οι περιορισμοί ως προς την ευθύνη προς καταβολή χρηματικής αποζημίωσης κατά τις παραγράφους 1 έως 1γ ισχύουν κατ’ αναλογία και για τα μέλη του προσωπικού στα οποία αναφέρεται το άρθρο 59 παρ. 4 δεύτερη περίοδος.»

β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:

"2α Διατάκτης κύριας μεταβίβασης είναι δυνατόν να παραπέμψει ζήτημα στην υπηρεσία της παραγράφου 4, εάν θεωρήσει ότι έχει σημειωθεί δημοσιονομική παρατυπία."

γ) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Στην περίπτωση δευτερεύουσας μεταβίβασης αρμοδιοτήτων στο πλαίσιο των υπηρεσιών του, ο διατάκτης κύριας μεταβίβασης συνεχίζει να είναι υπεύθυνος για την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των συστημάτων εσωτερικής διαχείρισης και ελέγχου που δημιουργούνται, καθώς και για την επιλογή του διατάκτη δευτερεύουσας μεταβίβασης.»

δ) Στην παράγραφο 4, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

“4. Κάθε θεσμικό όργανο συγκροτεί υπηρεσία εξειδικευμένη στις δημοσιονομικές παρατυπίες ή συμμετέχει σε κοινή υπηρεσία η οποία συγκροτείται από πλείονα θεσμικά όργανα. Οι υπηρεσίες αυτές λειτουργούν ανεξάρτητα και αποφαίνονται για την ύπαρξη και τις πιθανές συνέπειες τυχόν δημοσιονομικής παρατυπίας."

(40) Στο άρθρο 67 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι όροι και οι περιορισμοί ως προς την ευθύνη προς καταβολή χρηματικής αποζημίωσης κατά το άρθρο 66 παράγράφοι 1β και 1γ ισχύουν κατ’ αναλογία και για τον υπόλογο και για τα μέλη του προσωπικού στα οποία αναφέρεται το άρθρο 62.»

(41) Στο άρθρο 68 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι όροι και οι περιορισμοί ως προς την ευθύνη προς καταβολή χρηματικής αποζημίωσης κατά το άρθρο 66 παράγράφοι 1β και 1γ ισχύουν κατ’ αναλογία και για τους υπόλογους παγίων προκαταβολών.»

(42) Στην παράγραφο 2 του άρθρου 72 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

"Το οικείο θεσμικό όργανο μπορεί επίσης να εξασφαλίσει εκτελεστό τίτλο από την αρμόδια αρχή μέσω της συνήθους δικαστικής διαδικασίας. Προς τούτο, η βεβαιωμένη απαίτησή του εξομοιώνεται με βεβαιωμένη απαίτηση κατά το αστικό και το εμπορικό δίκαιο κατά την έννοια των νομοθετικών πράξεων που εκδίδονται βάσει του άρθρου 65 της Συνθήκης ΕΚ και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, των συμφωνιών μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών μελών που κατέχουν ειδική θέση σε σχέση με τον τίτλο ΙV της Συνθήκης ΕΚ."

(43) Στην παράγραφο 2 του άρθρου 73 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

"Ο αρμόδιος διατάκης μπορεί ακόμη να ακυρώσει ή να αναπροσαρμόσει βεβαιωμένη απαίτηση, υπό τους όρους που τίθενται στους Κανόνες Εφαρμογής."

(44) Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 73α και 73β:

"Άρθρο 73a

Για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων, οι βεβαιωμένες απαιτήσεις τους τυγχάνουν στα εθνικά νομικά συστήματα των ίδιων προνομίων με τις απαιτήσεις δημοσιονομικού χαρακτήρα υπέρ δημοσίων οντοτήτων των κρατών μελών.

Άρθρο 73β

Με την επιφύλαξη των διατάξεων συγκεκριμένων κανονισμών και της εφαρμογής της απόφασης του Συμβουλίου που διέπει το σύστημα ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, οι απαιτήσεις των Κοινοτήτων έναντι τρίτων καθώς και οι απαιτήσεις τρίτων έναντι των Κοινοτήτων υπόκεινται σε πενταετή παραγραφή.

Η ημερομηνία για τον υπολογισμό της επέλευσης της παραγραφής και οι προϋποθέσεις για τη διακοπή του υπολογισμού αυτού καθορίζονται στους Κανόνες Εφαρμογής."

(45) Στο άρθρο 75 παρ. 2, η φράση «άρθρο 49 παρ. 2» γίνεται «άρθρο 49 παρ. 6 στοιχείο ε)».

(46) Στο άρθρο 77 παρ. 3, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

“Το ποσό δημοσιονομικής δέσμευσης η οποία αντιστοιχεί σε νομική δέσμευση για την οποία δεν πραγματοποιήθηκε καμία πληρωμή κατά την έννοια του άρθρου 81 επί διάστημα τριών ετών μετά την υπογραφή της νομικής δέσμευσης, αποδεσμεύεται.”

(47) Στο άρθρο 80 προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

«Οσάκις περιοδικές πληρωμές γίνονται για παρεχόμενες υπηρεσίες, συμπεριλαμβανόμενης της εκμίσθωσης, ή παραδιδόμενα αγαθά, και υπό την αίρεση της ανάλυσης κινδύνων που αυτός πραγματοποιεί, ο διατάκτης είναι δυνατόν να διατάξει την εφαρμογή συστήματος άμεσης χρέωσης.»

(48) Στο άρθρο 86, το στοιχείο β) αντικαθίσταται ως εξής:

«β) για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των συστημάτων εσωτερικού και διαχειριστικού ελέγχου που εφαρμόζονται σε κάθε πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού.»

(49) Στο άρθρο 87, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

“Εάν ο εσωτερικός ελεγκτής είναι μέλος του προσωπικού, υπέχει ευθύνη υπό τους όρους που τίθενται στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης και διευκρινίζονται στους Κανόνες Εφαρμογής.”

(50) Το άρθρο 88 αντικαθίσταται τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 88

1. Οι δημόσιες συμβάσεις είναι συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας οι οποίες συνάπτονται εγγράφως μεταξύ ενός ή περισσοτέρων οικονομικών παραγόντων και μιας ή περισσοτέρων αναθετουσών αρχών, κατά την έννοια των άρθρων 104 και 167, με σκοπό την εξασφάλιση, έναντι καταβολής αντιτίμου, το οποίο καταβάλλεται εν όλω ή εν μέρει από τον προϋπολογισμό, της παροχής κινητών ή ακινήτων περιουσιακών στοιχείων, της εκτέλεσης εργασιών ή της παροχής υπηρεσιών.

Οι συμβάσεις αυτές περιλαμβάνουν:

α) τις συμβάσεις αγοράς ή μίσθωσης κτιρίων·

β) τις συμβάσεις προμηθειών·

γ) τις συμβάσεις έργων·

δ) τις συμβάσεις υπηρεσιών.

2. Σύμβαση-πλαίσιο είναι η σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ μιας ή περισσοτέρων αναθετουσών αρχών και ενός ή περισσοτέρων οικονομικών παραγόντων με σκοπό τον καθορισμό των όρων των συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, ιδίως σε ό,τι αφορά τις τιμές και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, τις ποσότητες. Διέπεται δε από τις διατάξεις του παρόντος τίτλου περί ανάθεσης συμβάσεων, συμπεριλαμβανόμενης της διαφήμισης.

β) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

3. Ο παρών τίτλος δεν αφορά τις επιδοτήσεις/επιχορηγήσεις, με την επιφύλαξη των άρθρων 93 έως 96."

(51) Στο άρθρο 89 παρ. 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι αναθέτουσες αρχές δεν είναι δυνατόν να προσφεύγουν σε συμβάσεις-πλαίσια κατά τρόπο καταχρηστικό ή έχοντα ως στόχο ή ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού.»

(52) Στο άρθρο 90 παρ. 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

“Οι προκηρύξεις ανάθεσης συμβάσεων δημοσιεύονται εκ των προτέρων, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 91 παρ. 2 του παρόντος κανονισμού, όπως εξειδικεύεται στους Κανόνες Εφαρμογής, και εκείνες που αφορούν συμβάσεις υπηρεσιών εμπίπτουσες στο παράρτημα ΙΙ Β της οδηγίας 2004/18/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(**).

(**) ΕΕ L 134, 30.4.2004, σ. 114.”

(53) Το άρθρο 91 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

“1. Οι διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων λαμβάνουν μία από τις ακόλουθες μορφές:

α) ανοικτή διαδικασία,

β) κλειστή διαδικασία,

γ) διαγωνισμός μελετών,

δ) διαδικασία με διαπραγμάτευση,

ε) διαδικασία με ανταγωνιστικό διάλογο.

Οσάκις δημόσια σύμβαση ή σύμβαση-πλαίσιο είναι πιθανό να ενδιαφέρει δύο ή περισσότερα θεσμικά όργανα, εκτελεστικούς οργανισμούς ή οργανισμούς του άρθρου 185, οι οικείες αναθέτουσες αρχές επιδιώκουν, εφόσον τούτο κρίνεται ενδεδειγμένο, τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης σε διοργανική βάση.

Οσάκις δημόσια σύμβαση ή σύμβαση-πλαίσιο είναι αναγκαία για την υλοποίηση κοινής ενέργειας από θεσμικό όργανο και αναθέτουσα αρχή κράτους μέλους, η διαδικασία ανάθεσης είναι δυνατόν να διεξάγεται από κοινού από το θεσμικό όργανο και την εμπλεκόμενη αναθέτουσα αρχή, όπως εξειδικεύεται στους Κανόνες Εφαρμογής.»

β) Στην παράγραφο 2, το δεύτερο εδάφιο απαλείφεται.

γ) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

“4. Οι Κανόνες Εφαρμογής καθορίζουν τη διαδικασία ανάθεσης, κατά την παράγραφο 1, που εφαρμόζεται για τις συμβάσεις υπηρεσιών που εμπίπτουν στο παράρτημα ΙΙ Β της οδηγίας 2004/18/EΚ, καθώς και για τις συμβάσεις που χαρακτηρίζονται απόρρητες και των οποίων η εκτέλεση πρέπει να συνοδεύεται από ειδικά μέτρα ασφαλείας, ή όταν τούτο απαιτείται για λόγους προστασίας των ουσιωδών συμφερόντων των Κοινοτήτων ή της Ένωσης και περιλαμβάνουν συγκεκριμένους κανόνες ανάθεσης σε εξωτερικούς εμπειρογνώμονες για αξιολόγηση και παροχή τεχνικής βοήθειας."

(54) Το άρθρο 92 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 92

Τα έγγραφα που σχετίζονται με την πρόσκληση υποβολής προσφορών πρέπει να παρέχουν πλήρη, σαφή και επακριβή περιγραφή του αντικειμένου και να προσδιορίζουν τα εφαρμοστέα κριτήρια αποκλεισμού, επιλογής και ανάθεσης της σύμβασης.»

(55) Τα άρθρα 93 τροποποιείται και 94 αντικαθίστανται ως εξής:

"Άρθρο 93

1. Από τις διαδικασίες ανάθεσης σύμβασης αποκλείονται, με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, οι υποψήφιοι και προσφέροντες οι οποίοι:

α) έχουν καταδικασθεί, με απόφαση η οποία έχει ισχύ δεδικασμένου, για απάτη, χρηματισμό, συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή άλλη παράνομη δραστηριότητα επιζήμια για τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων·

β) τελούν υπό διοικητική ποινή, κατά το άρθρο 96.

2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, και βάσει ανάλυσης κινδύνων, η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να αποφασίσει τον αποκλεισμό από τις διαδικασίες ανάθεσης και των υποψηφίων και προσφερόντων οι οποίοι εμπίπτουν σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) τελούν υπό καθεστώς πτώχευσης, εκκαθάρισης, αναγκαστικής διαχείρισης ή πτωχευτικού συμβιβασμού, παύσης της δραστηριότητας, ή έχει κινηθεί εναντίον τους σχετική διαδικασία, ή εμπίπτουν σε ανάλογη περίπτωση απορρέουσα από παρόμοια διαδικασία προβλεπόμενη από εθνικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις·

β) έχουν καταδικασθεί, με απόφαση που έχει ισχύ δεδικασμένου, για αδίκημα σχετικό με την επαγγελματική τους διαγωγή·

γ) έχουν υποπέσει σε σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, το οποίο έχει αποδειχθεί με οποιονδήποτε τρόπο τον οποίο είναι σε θέση να δικαιολογήσει η αναθέτουσα αρχή·

δ) δεν έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους σχετικά με την καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης ή την καταβολή των φόρων σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένοι, ή της χώρας της αναθέτουσας αρχής, ή ακόμη της χώρας όπου πρόκειται να εκτελεσθεί η σύμβαση.

3. Οι περιπτώσεις αποκλεισμού καθορίζονται εκ των προτέρων και γνωστοποιούνται στους υποψήφιους και προσφέροντες.

α) Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i) Το στοιχείο στ) αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

«στ) υπόκεινται σε διοικητική κύρωση κατά το άρθρο 96 παρ. 1.»

ii) Προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Τα στοιχεία α) έως δ) του πρώτου εδαφίου είναι δυνατόν να μην ισχύουν στην περίπτωση προμηθειών με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους είτε από προμηθευτή που διακόπτει οριστικά τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες, είτε από συνδίκους ή εκκαθαριστές πτώχευσης, από διακανονισμό με πιστωτές ή από παρόμοια διαδικασία κατά την οικεία εθνική νομοθεσία.»

β) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

4 2 . Οι υποψήφιοι και προσφέροντες πρέπει να πιστοποιούν ότι δεν εμπίπτουν σε καμία από τις περιπτώσεις της παραγράφου 1. Ωστόσο, η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να μη ζητήσει την πιστοποίηση αυτή στην περίπτωση συμβάσεων πολύ μικρού ύψους, όπως εξειδικεύεται στους Κανόνες Εφαρμογής.» και, εφόσον ενδείκνυται, σε καμία από τις περιπτώσεις της παραγράφου 2.

Για τους σκοπούς της ορθής εφαρμογής της παραγράφου 1, ο υποψήφιος ή προσφέρων, οποτεδήποτε του ζητηθεί από την αναθέτουσα αρχή, οφείλει:

α) οσάκις αποτελεί νομική οντότητα, να δίδει στοιχεία για το ιδιοκτησιακό καθεστώς και για τη διαχείριση, τον έλεγχο και την εκπροσώπηση της νομικής αυτής οντότητας·

β) οσάκις προτίθεται να προσφύγει σε υπεργολήπτη, να πιστοποιεί ότι ο υπεργολήπτης αυτός δεν εμπίπτει σε κάποια από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1.»

γ) Προστίθεται η εξής παράγραφος 3:

5. «3. Οι Κανόνες Εφαρμογής καθορίζουν τη μέγιστη χρονική περίοδο κατά την οποία οι περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 αναφέρονται οι παράγραφοι 1 στοιχείο α) και 2 συνεπάγονται τον αποκλεισμό των υποψηφίων και προσφερόντων από διαδικασία ανάθεσης σύμβασης. Αυτή η μέγιστη περίοδος δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη.»

(56) Τα άρθρα 94, 95 και 96 αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 94

Σύμβαση δεν είναι δυνατόν να ανατεθεί σε υποψήφιο ή προσφέρονται ο οποίος, κατά τη διάρκεια της σχετικής διαδικασίας,:

α) περιέρχεται σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων·

β) έχει υποβάλει ψευδείς δηλώσεις κατά την παροχή των πληροφοριακών στοιχείων τα οποία απαιτούνται από την αναθέτουσα αρχή ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή στη διαδικασία ανάθεσης, ή αδυνατούν να παράσχουν τα στοιχεία αυτά·

γ) εμπίπτουν σε μια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού από τη διαδικασία ανάθεσης στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 93 παρ. 1·

δ) υποπίπτουν σε ουσιώδη σφάλματα ή διαπράττουν παρατυπίες ή απάτη.

Άρθρο 95

1. Για τους σκοπούς της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων, δημιουργείται κεντρική βάση δεδομένων, την οποία διαχειρίζεται η Επιτροπή σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες περί επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω βάση δεδομένων περιέχει στοιχεία για τους υποψήφιους και προσφέροντες που εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρονται τα άρθρα 93, 94, 96 παρ. 1 στοιχείο β) και 96 παρ. 2 στοιχείο α). Είναι δε κοινή για όλα τα θεσμικά όργανα, τους εκτελεστικούς οργανισμούς και τους οργανισμούς του άρθρου 185.

2. Οι αρχές των κρατών μελών και των τρίτων χωρών, καθώς και οι οργανισμοί, πέραν εκείνων στους οποίους αναφέρεται η παράγραφος 1, που συμμετέχουν στην εκτέλεση του προϋπολογισμού σύμφωνα με το άρθρα 53 και 54, γνωστοποιούν στον αρμόδιο διατάκτη στοιχεία για του υποψήφιους και προσφέροντες που εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 93 παρ. 1 στοιχεία α), β), γ) και ε), οσάκις η συμπεριφορά του εμπλεκόμενου παράγοντα απέβη επιζήμια για τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων. Οι ως άνω αρχές και οργανισμοί είναι πλήρως υπεύθυνοι για την ακρίβεια και τη νομιμότητα των στοιχείων που παρέχουν. Ο αρμόδιος διατάκτης επαληθεύει τα παρεχόμενα στοιχεία και ζητεί από τον υπόλογο να τα εντάξει στη βάση δεδομένων.

3. Πέρα από την πρόσβαση που σχετίζεται με την εκτέλεση του προϋπολογισμού, η Επιτροπή είναι δυνατόν να επιτρέπει την πρόσβαση στα στοιχεία που περιέχονται στη βάση δεδομένων μετά από σχετικό αίτημα των αρχών των κρατών μελών, τρίτων χωρών και διεθνών οργανισμών, εφόσον το αίτημα αυτό δικαιολογείται για σοβαρούς λόγους δημόσιου συμφέροντος.

4. Στους Κανόνες Εφαρμογής θα πρέπει να τεθούν διαφανή και λογικά συνεπή κριτήρια για την εξασφάλιση της αναλογικής εφαρμογής των κριτηρίων αποκλεισμού. Η Επιτροπή καθορίζει τυποποιημένες διαδικασίες και τεχνικές προδιαγραφές για τη λειτουργία της εν λόγω βάσης δεδομένων.»

Άρθρο 96

1. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να επιβάλει διοικητικές ή οικονομικές κυρώσεις σε:

α) υποψήφιους ή προσφέροντες οι οποίοι εμπίπτουν σε μια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που προβλέπονται στο άρθρο 94 στοιχεία β) και δ)·

β) αναδόχους οι οποίοι έχει διαπιστωθεί ότι παραβιάζουν σοβαρά τις συμβατικές υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο σύμβασης ή επιχορήγησης καλυπτόμενης από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Ωστόσο, σε όλες τις περιπτώσεις η αναθέτουσα αρχή πρέπει κατ’ αρχάς να δίδει στο εμπλεκόμενο πρόσωπο τη δυνατότητα να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του.

2. Οι κυρώσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 είναι ανάλογες προς το ύψος της σύμβασης και τη σοβαρότητα του παραπτώματος, είναι δε δυνατόν να συνίστανται σε:

α) αποκλεισμό του εμπλεκόμενου υποψήφιου, προσφέροντα ή αναδόχου από τη σύμβαση ή την επιχορήγηση που χρηματοδοτείται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, και τούτο για μέγιστη χρονική περίοδο δέκα ετών·

β) καταβολή χρηματικών προστίμων από τον υποψήφιο ή προσφέροντα, στις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 στοιχείο α), ή από τον ανάδοχο στην περίπτωση της παραγράφου 1 στοιχείο β), οσάκις η κατάσταση είναι όντως σοβαρή, χωρίς όμως το πρόστιμο να υπερβαίνει το ύψος της αντίστοιχης σύμβασης.»

(57) Στο άρθρο 97, η παράγραφος 1 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Οι συμβάσεις ανατίθενται βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που ισχύουν για το αντικείμενο της προσφοράς και αφού ελεγχθεί, σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής που αναφέρονται στα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, η ικανότητα των οικονομικών παραγόντων που δεν αποκλείονται δυνάμει των άρθρων 93, 94 και 96 παρ. 2 στοιχείο α).»

"2. Σύμβαση είναι δυνατόν να ανατεθεί με μειοδοτικό διαγωνισμό, με το κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς ή, εφόσον πρόκειται να επιλεγεί εμπειρογνώμονας για την παροχή αξιολόγησης ή τεχνικής βοήθειας, με κριτήριο τα προσόντα των υποψηφίων."

(58) Το άρθρο 98 τροποποιείται ως εξής:

α) Οι παράγραφοι Η παράγραφος 1 και 2 αντικαθίστα ν ται ως εξής με την ακόλουθη :

"1. Οι κανόνες υποβολής των προσφορών ή των αιτήσεων συμμετοχής εξασφαλίζουν τον γνήσιο ανταγωνισμό, το δε περιεχόμενο των προσφορών παραμένει εμπιστευτικό μέχρις ότου αυτές ανοιγούν όλες ταυτόχρονα.

2. Σε δεόντως τεκμηριωμένες περιπτώσεις, η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να ζητήσει από τους προσφέροντες, σύμφωνα με τους Κανόνες Εφαρμογής, να καταθέσουν εκ των προτέρων εγγύηση ότι η κατατιθέμενη προσφορά δεν πρόκειται να αποσυρθεί."

β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

"4. Όλες οι αιτήσεις συμμετοχής και προσφορές τις οποίες η επιτροπή αποσφράγισης κρίνει σύμφωνες με τους προβλεπόμενους όρους, αξιολογούνται βάσει των κριτηρίων επιλογής και ανάθεσης που προβλέπονται στα έγγραφα του διαγωνισμού, με σκοπό να προταθεί στην αναθέτουσα αρχή ο υποψήφιος ή προσφέρων στον οποίο θα πρέπει να ανατεθεί η σύμβαση, ή πριν διεξαχθεί ο ηλεκτρονικός μειοδοτικός διαγωνισμός."

(59) Τα άρθρα 102 και 103 αντικαθίσταται ως εξής:

"Άρθρο 102

1. Η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να ζητήσει από τους αναδόχους, εάν το κρίνει ενδεδειγμένο και αναλογικό, να καταθέσουν εκ των προτέρων εγγύηση η οποία να:

α) διασφαλίζει την πλήρη εκτέλεση της σύμβασης·

β) περιορίζει τους οικονομικούς κινδύνους που σχετίζονται με την καταβολή προχρηματοδότησης.»

2. Η αναθέτουσα αρχή ζητεί από τους αναδόχους να καταθέσουν την ως άνω εγγύηση στις περιπτώσεις που προσδιορίζονται στους Κανόνες Εφαρμογής.»

Άρθρο 103

Οσάκις η διαδικασία ανάθεσης εμφανίζει σκιάζεται από ουσιώδη σφάλματα, παρατυπίες ή απάτη, τα κοινοτικά θεσμικά όργανα αναστέλλουν τη διαδικασία και μπορούν να λάβουν κάθε αναγκαίο μέτρο, συμπεριλαμβανόμενης της ακύρωσης της διαδικασίας.

Οσάκις, μετά την ανάθεση της σύμβασης, αποδεικνύεται ότι η διαδικασία ανάθεσης σκιάσθηκε από εμφάνισε ουσιώδη σφάλματα, παρατυπίες ή απάτη, ή η εκτέλεση της σύμβασης εμφανίζει παρόμοια στοιχεία σκιάζεται παρομοίως, τα κοινοτικά θεσμικά όργανα μπορούν, ανάλογα με τη φάση της διαδικασίας, είτε να μη συνάψουν τη σύμβαση είτε να αναστείλουν την εκτέλεση της σύμβασης ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, να την καταγγείλουν.

Οσάκις τα σφάλματα, οι παρατυπίες ή η απάτη οφείλονται σε υπαιτιότητα του αναδόχου, τα κοινοτικά θεσμικά όργανα μπορούν επιπλέον να αρνηθούν πληρωμές ή να ανακτήσουν ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί, ή και να καταγγείλουν όλες τις συμβάσεις που έχουν συνάψει με τον εμπλεκόμενο ανάδοχο, κατ’ αναλογία προς τη σοβαρότητα των σφαλμάτων, των παρατυπιών ή της απάτης."

(60) Στο άρθρο 104 προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:

"Μεταβιβάζουν δε τις εξουσίες που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων της αναθέτουσας αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 59."

(61) Το άρθρο 105 αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

"Άρθρο 105

1. Με την επιφύλαξη του τίτλου IV του μέρους ΙΙ του παρόντος κανονισμού, η οδηγία 2004/18/ΕΚ καθορίζει τα κατώτατα όρια τα οποία προσδιορίζουν:

α) τους όρους δημοσίευσης κατά το άρθρο 90,

β) την επιλογή διαδικασίας κατά το άρθρο 91 παρ. 1,

γ) τα αντίστοιχα χρονικά όρια."

2. Με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων και των όρων που εξειδικεύονται στους Κανόνες Εφαρμογής, στην περίπτωση των συμβάσεων που εμπίπτουν στην οδηγία 2004/18/ΕΚ η αναθέτουσα αρχή δεν υπογράφει τη σύμβαση ή τη σύμβαση-πλαίσιο με τον επιτυχόντα προφέροντα έως ότου παρέλθει μια εύλογη περίοδος απραξίας.»

(62) Η επικεφαλίδα του κεφαλαίου 1 του τίτλου VI του μέρους Ι αντικαθίσταται ως εξής:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Πεδίο εφαρμογής και μορφή των επιχορηγήσεων/επιδοτήσεων»

(63) Το άρθρο 108 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, το τελευταίο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Η επιχορήγηση καταβάλλεται είτε με γραπτή σύμβαση συναπτόμενη με τον επιτυχόντα υποψήφιο είτε με απόφαση της Επιτροπής κοινοποιούμενη σε αυτόν.»

β) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Δεν αποτελούν επιδοτήσεις/επιχορηγήσεις κατά την έννοια του παρόντος τίτλου:

α) οι δαπάνες για τα μέλη και το προσωπικό των κοινοτικών θεσμικών οργάνων, συμπεριλαμβανόμενων των μέτρων κοινωνικής πολιτικής για την ενίσχυση των ενώσεων πρώην ή νυν μελών και του προσωπικού, καθώς και οι συνεισφορές στα Ευρωπαϊκά Σχολεία·

β) τα χορηγούμενα δάνεια, τα φέροντα κινδύνους χρηματοδοτικά μέσα της Κοινότητας ή οι συνεισφορές της Κοινότητας σε τέτοια μέσα, οι εγγυήσεις δανείων, οι δημόσιες συμβάσεις στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 88, καθώς και η βοήθεια που χορηγείται ως μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή και οι ενισχύσεις προϋπολογισμών·

γ) οι επενδύσεις μετοχικού κεφαλαίου βάσει της αρχής του ιδιώτη επενδυτή, η χρηματοδότηση έναντι κεφαλαιακών συμμετοχών καθώς και η κατοχή μετοχών και οι συμμετοχές σε διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα για την Ανοικοδόμηση και την Ανάπτυξη (ΕΤΑΑ) και οι εξειδικευμένοι κοινοτικοί οργανισμοί, όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων (ΕΤΕπ)·

δ) οι συνεισφορές που καταβάλλονται από τις Κοινότητες ως συνδρομές σε οντότητες των οποίων είναι μέλη·

ε) οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο επιμερισμένης, αποκεντρωμένης ή από κοινού διαχείρισης, κατά την έννοια των άρθρων 53 έως 53δ·

στ) οι πληρωμές στους οργανισμούς που εξουσιοδοτεί η Επιτροπή κατά τα άρθρα 54 και 55, καθώς και στους κοινοτικούς οργανισμούς στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 185, στους οποίους μεταβιβάζονται καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 54 παρ. 2, καθώς και οι πληρωμές, δυνάμει της οικείας καταστατικής βασικής πράξης, στους οργανισμούς που συνιστώνται από τη νομοθετική αρχή·

ζ) οι δαπάνες που σχετίζονται με τις αγορές των αλιευτικών προϊόντων στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 3 παρ. 2 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, σχετικά με τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής [15] ·

η) η επιστροφή εξόδων ταξιδιού και διαμονής προσώπων που προσκαλούνται ή αποστέλλονται από τα κοινοτικά θεσμικά όργανα, ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, κάθε άλλη αποζημίωση που καταβάλλεται στα πρόσωπα αυτά."

γ) Προστίθε ν ται η ακόλουθη παράγραφος οι ακόλουθες παράγραφοι 3 και 4 :

“3. Εξομοιώνονται με επιχορηγήσεις και διέπονται, εφόσον ενδείκνυται, από τον παρόντα τίτλο:

α) το όφελος που προκύπτει από την επιδότηση επιτοκίου ορισμένων χορηγούμενων δανείων,

β) οι επενδύσεις μετοχικού κεφαλαίου και οι συμμετοχές πέραν εκείνων στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 2 στοιχείο γ).

4. Κάθε θεσμικό όργανο είναι δυνατόν να καταβάλει επιχορήγηση για επικοιινωνιακές δραστηριότητες οσάκις, για δεόντως αιτιολογημένους λόγους, δεν ενδείκνυται η προσφυγή σε διαδικασία ανάθεσης δημόσιας σύμβασης."

(64) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 108α:

«Άρθρο 108α

1. Οι επιχορηγήσεις είναι δυνατόν να λάβουν μία από τις ακόλουθες μορφές:

α) Επιστροφές προσδιοριζόμενου ποσοστού των επιλέξιμων πραγματικών εξόδων.

β) Κατ’ αποκοπή ποσά.

γ) Χρηματοδότηση ενιαίου ποσοστού.

δ) Συνδυασμός των μορφών των στοιχείων α), β) και γ).

2. Οι επιχορηγήσεις τηρούν το εκάστοτε συνολικό ανώτατο όριο, εκφραζόμενο σε απόλυτες τιμές. Σε κάθε περίπτωση, ισχύουν τα άρθρα 109 και 111.»

(65) Η επικεφαλίδα του κεφαλαίου 2 του τίτλου VI του μέρους Ι του παρόντος κανονισμού αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Αρχές ”

(66) Το άρθρο 109 αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 109

1. Οι επιδοτήσεις/επιχορηγήσεις τηρούν τις αρχές της διαφάνειας, της αναλογικότητας και της ίσης μεταχείρισης.

Δεν είναι δυνατόν να σωρεύονται ούτε να παρέχονται αναδρομικά, πρέπει δε να συμπεριλαμβάνουν συγχρηματοδότηση, με την εξαίρεση των επιχορηγήσεων του άρθρου 169.

Σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατόν να σημειώνεται υπέρβαση των συνολικών επιλέξιμων προς χρηματοδότηση εξόδων.

2. Η επιδότηση/επιχορήγηση δεν είναι δυνατόν να αποσκοπεί ή να συνεπάγεται κέρδος για τον δικαιούχο.

3. Η παράγραφος 2 δεν ισχύει για:

α) υποτροφίες μελέτης, έρευνας ή επαγγελματικής κατάρτισης που παρέχονται σε φυσικά πρόσωπα·

β) βραβεία που απονέμονται μετά από διαγωνισμό μελετών·

γ) ενέργειες με στόχο την ενίσχυση της οικονομικής επιφάνειας δικαιούχου ή την εξασφάλιση εσόδων στο πλαίσιο εξωτερικής ενέργειας.

δ) επιδοτήσεις/επιχορηγήσεις μικρού ύψους που έχουν μια από τις μορφές που προβλέπονται στο άρθρο 113 108α παρ. 1 στοιχεία β) και γ), ή συνδυασμό αυτών, κατά τα προβλεπόμενα στους Κανόνες Εφαρμογής.

(67) Στην παράγραφο 1 του άρθρου 110, το δεύτερο εδάφιο Στο άρθρο 110, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

"1. Οι επιδοτήσεις/επιχορηγήσεις αποτελούν το αντικείμενο ετήσιου προγράμματος εργασίας, το οποίο δημοσιεύεται στην αρχή του οικονομικού έτους.

Αυτό το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας εκτελείται μέσω δημοσίευσης πρόσκλησης για την υποβολή προτάσεων, εκτός εάν πρόκειται για επείγουσες περιπτώσεις εξαιρετικού χαρακτήρα δεόντως αιτιολογημένες, ή οσάκις τα χαρακτηριστικά του δικαιούχου ή της ενέργειας δεν αφήνουν περιθώρια για άλλη επιλογή, ή οσάκις ο δικαιούχος προσδιορίζεται στη βασική πράξη ως ο αποδέκτης της επιχορήγησης.

Το πρώτο εδάφιο δεν ισχύει για τη βοήθεια που προορίζεται για την αντιμετώπιση κρίσεων ούτε για τις επιχειρήσεις ανθρωπιστικής βοήθειας.»

(68) Τα άρθρα 111 και 112 αντικαθίστανται με τα ακόλουθα:

"Άρθρο 111

Μία ενέργεια είναι δυνατόν να οδηγήσει στην καταβολή μιας και μόνο επιχορήγησης/επιδότησης από τον προϋπολογισμό, και προς έναν μόνο δικαιούχο, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στην αντίστοιχη βασική πράξη.

Ένας δικαιούχος μπορεί να λάβει από τον προϋπολογισμό μία και μόνο λειτουργική επιδότηση/επιχορήγηση ανά οικονομικό έτος.

Ο αιτών ενημερώνει αμέσως τους διατάκτες για τυχόν πολλαπλές αιτήσεις και πολλαπλές επιχορηγήσεις στο πλαίσιο της ίδιας ενέργειας ή του ίδιου προγράμματος εργασίας.

Σε κάθε περίπτωση, οι ίδιες δαπάνες δεν είναι δυνατόν να χρηματοδοτηθούν δύο φορές από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

α) Στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

Άρθρο 112

1. Επιχορήγηση για ενέργεια που ήδη έχει αρχίσει είναι δυνατόν να δοθεί μόνο οσάκις ο αιτών μπορεί να αποδείξει ότι ήταν αναγκαίο να αρχίσει η ενέργεια πριν δοθεί η επιχορήγηση.

Στις περιπτώσεις αυτές, οι επιλέξιμες για χρηματοδότηση δαπάνες δεν είναι δυνατόν να έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης επιχορήγησης, εκτός εάν πρόκειται για δεόντως αιτιολογημένες εξαιρετικές περιπτώσεις προβλεπόμενες στη βασική πράξη, ή για δαπάνες αναγκαίες για την ορθή υλοποίηση βοήθειας για τη διαχείριση κρίσεων ή ανθρωπιστικής βοήθειας, όπως προβλέπεται στους Κανόνες Εφαρμογής.

β) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

2. Σύμβαση που αφορά λ Λειτουργική επιχορήγηση/επιδότηση δεν είναι δυνατόν να υπογραφεί μετά την παρέλευση καταβάλλεται εντός έξι μηνών από την έναρξη της οικονομικής χρήσης του δικαιούχου. Οι επιλέξιμες για χρηματοδότηση δαπάνες δεν είναι δυνατόν να έχουν πραγματοποιηθεί ούτε πριν από την υποβολή της αίτησης επιχορήγησης ούτε πριν από την έναρξη της οικονομικής χρήσης του δικαιούχου."

(69) Στο άρθρο 113, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Εάν δεν προβλέπεται διαφορετικά στη βασική πράξη υπέρ οντοτήτων οι οποίες επιδιώκουν στόχους γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, οι λειτουργικές επιδοτήσεις/επιχορηγήσεις κατά την ανανέωσή τους μειώνονται προοδευτικά. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει για τις επιδοτήσεις/επιχορηγήσεις που λαμβάνουν μία από τις μορφές τις προβλεπόμενες στο άρθρο 108α παρ. 1 στοιχεία β) και γ).»

(59) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 113α:

"Άρθρο 113 a

1. Οι επιδοτήσεις/επιχορηγήσεις είναι δυνατόν να έχουν μια από τις ακόλουθες μορφές:

α) επιστροφή συγκεκριμένου ποσοστού των επιλέξιμων δαπανών που έχουν όντως πραγματοποιηθεί·

β) κατ’ αποκοπήν ποσά·

γ) κατ’ αποκοπήν χρηματοδότηση·

δ) συνδυασμό των μορφών στις οποίες αναφέρονται τα στοιχεία α), β) και γ).

2. Οι επιχορηγήσεις/επιδοτήσεις υπόκεινται σε συνολικό ανώτατο όριο εκφραζόμενο σε απόλυτες τιμές. Σε κάθε περίπτωση, ισχύουν τα άρθρα 109 και 111."

(71) Το άρθρο 114 αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

" Άρθρο 114

1. Οι αιτήσεις επιχορήγησης υποβάλλονται εγγράφως.

2. Οι αιτήσεις επιχορήγησης είναι επιλέξιμες εφόσον υποβάλλονται από:

α) νομικά πρόσωπα· κατ’ εξαίρεσιν, και από οντότητες που δεν διαθέτουν νομική προσωπικότητα δυνάμει της οικείας εθνικής νομοθεσίας, υπό τον όρο ότι οι εκπρόσωποί των έχουν την ικανότητα να αναλάβουν νομικές δεσμεύσεις για λογαριασμό τους και αναλαμβάνουν την οικονομική ευθύνη.

β) φυσικά πρόσωπα, ενόσω τούτο απαιτείται λόγω της φύσης ή των χαρακτηριστικών της ενέργειας ή του στόχου που επιδιώκει ο δικαιούχος. κατ’ εξαίρεσιν, και από οντότητες που δεν διαθέτουν νομική προσωπικότητα δυνάμει της οικείας εθνικής νομοθεσίας, υπό τον όρο ότι οι εκπρόσωποί των έχουν την ικανότητα να αναλάβουν νομικές δεσμεύσεις για λογαριασμό τους και αναλαμβάνουν την οικονομική ευθύνη.

3. Επιχορηγήσεις/επιδοτήσεις δεν είναι δυνατόν να παρέχονται σε αιτούντες οι οποίοι, κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας καταβολής της επιχορήγησης, εμπίπτουν σε μια από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρονται τα άρθρα 93 παρ. 1, και 94 και 96 παρ. 2 στοιχείο α) , ή, εφόσον ενδείκνυται, σε μια από τις περιπτώσεις του άρθρου 93 παρ. 2.

Οι αιτούντες πρέπει να υποβάλλουν βεβαίωση ότι δεν εμπίπτουν σε καμία από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται το πρώτο εδάφιο. Ωστόσο, ο διατάκτης είναι δυνατόν να μη ζητήσει τη βεβαίωση αυτή σε περίπτωση επιδοτήσεων/επιχορηγήσεων πολύ μικρού ύψους, όπως εξειδικεύεται στους Κανόνες Εφαρμογής.

4. Υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 96, ο διατάκτης είναι δυνατόν να επιβάλλει σε αιτούντες διοικητικές και οικονομικές κυρώσεις αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Οι κυρώσεις αυτές είναι δυνατόν να επιβάλλονται και σε δικαιούχους οι οποίοι, κατά την υποβολή της αίτησης ή κατά την καταβολή της επιχορήγησης, προέβησαν σε ψευδείς δηλώσεις κατά την παροχή των πληροφοριακών στοιχείων που ζητούνται από τον διατάκτη, ή αδυνατούν να παράσχουν αυτά τα στοιχεία."

(72) Στο άρθρο 116, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

"1. Οι προτάσεις αξιολογούνται βάσει προαναγγελθέντων κριτηρίων επιλογής και καταβολής της επιχορήγησης, και με σκοπό τον προσδιορισμό των προτάσεων που είναι δυνατόν να χρηματοδοτηθούν."

(73) Το άρθρο 118 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 118

1. Ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν, εφόσον το κρίνει ενδεδειγμένο και αναλογικό, να ζητήσει από τον δικαιούχο να καταθέσει εκ των προτέρων εγγύηση με σκοπό τον περιορισμό των οικονομικών κινδύνων που συνδέονται με την καταβολή προχρηματοδότησης.

2. Ο αρμόδιος διατάκτης ζητεί από τον δικαιούχο να καταθέσει την ως άνω εγγύηση στις περιπτώσεις που εξειδικεύονται στους Κανόνες Εφαρμογής.»

(74) Στο άρθρο 119, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Εάν ο δικαιούχος αθετήσει τις υποχρεώσεις του, η επιχορήγηση αναστέλλεται και μειώνεται ή τερματίζεται στις περιπτώσεις που προβλέπονται στους Κανόνες Εφαρμογής, αφού δοθεί στον δικαιούχο η δυνατότητα να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του.»

(75) Το άρθρο 120 αντικαθίσταται ως εξής:

"Άρθρο 120

1. Οσάκις η εκτέλεση ενέργειας απαιτεί την ανάθεση σύμβασης εκ μέρους του δικαιούχου, οι σχετικές διαδικασίες καθορίζονται στους Κανόνες Εφαρμογής.

2. Οσάκις η εκτέλεση ενέργειας απαιτεί την οικονομική υποστήριξη τρίτων, ο δικαιούχος κοινοτικής επιχορήγησης είναι δυνατόν να χορηγήσει την υποστήριξη αυτή εφόσον:

α) δεν αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο της ενέργειας·

β) οι όροι χορήγησης της υποστήριξης καθορίζονται αυστηρά στην απόφαση ή στη σύμβαση επιχορήγησης που συνάπτεται μεταξύ δικαιούχου και Επιτροπής, χωρίς τη δυνατότητα άσκησης διακριτικής ευχέρειας·

γ) αφορά μικρά ποσά.

Για τους σκοπούς του στοιχείου γ), το μέγιστο ύψος της οικονομικής υποστήριξης που μπορεί να καταβληθεί σε τρίτον από τον δικαιούχο καθορίζεται στους Κανόνες Εφαρμογής.

3. Κάθε σύμβαση ή απόφαση επιχορήγησης προβλέπει ρητά ότι η Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο ασκούν τις ελεγκτικές τους εξουσίες, βάσει εγγράφων και επιτόπου, σε όλους τους αντισυμβαλλόμενους, άμεσους και έμμεσους, που λαμβάνουν κοινοτική χρηματοδότηση.»

(76) Το άρθρο 121 τροποποιείται ως εξής:

α) Το στοιχείο α) αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

"α) τις δημοσιονομικές καταστάσεις των κοινοτικών θεσμικών οργάνων κατά το άρθρο 126, καθώς και εκείνες των οργανισμών στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 185 και εκείνων των οποίων οι λογαριασμοί πρέπει να ενοποιούνται σύμφωνα με τους κοινοτικούς λογιστικούς κανόνες·"

β) Το στοιχείο δ) αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

"δ) τις συγκεντρωτικές καταστάσεις σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού, οι οποίες παρουσιάζουν τα στοιχεία που περιέχονται στις καταστάσεις στις οποίες αναφέρεται το στοιχείο γ)."

(77) Στο Το άρθρο 122 τροποποιείται ως εξής:

α) Η φράση «άρθρο 185» γίνεται «άρθρο 121».

β) Προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Η έκθεση στην οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο περιέχει, μεταξύ άλλων, υπολογισμό του ποσοστού απορρόφησης των πιστώσεων μαζί με συνοπτικά στοιχεία για τις μεταφορές πιστώσεων μεταξύ των διαφόρων θέσεων του προϋπολογισμού.»

(78) Το άρθρο 128 αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

"Άρθρο 128

Οι υπόλογοι των λοιπών κοινοτικών θεσμικών οργάνων και των οργανισμών στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 121 διαβιβάζουν στον υπόλογο της Επιτροπής και στο Ελεγκτικό Συνέδριο, το αργότερο στις 31 Μαρτίου του επόμενου οικονομικού έτους, τους προσωρινούς λογαριασμούς τους μαζί με την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του αντίστοιχου οικονομικού έτους.

Ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί αυτούς τους προσωρινούς λογαριασμούς με τους προσωρινούς λογαριασμούς της Επιτροπής και διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο, έως την 31η Μαρτίου του επόμενου οικονομικού έτους, τους προσωρινούς λογαριασμούς της Επιτροπής μαζί με την έκθεση της Επιτροπής για τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση κατά τη διάρκεια του έτους και με τους προσωρινούς ενοποιημένους λογαριασμούς.

Ο υπόλογος κάθε κοινοτικού θεσμικού οργάνου και οργανισμού του άρθρου 121 διαβιβάζει την έκθεση για τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, εντός της προθεσμίας του δεύτερου εδαφίου."

(79) Το άρθρο 129 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, η φράση «άρθρο 185» γίνεται «άρθρο 121».

β) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

"2. Τα κοινοτικά θεσμικά όργανα πέραν της Επιτροπής, καθώς και οι οργανισμοί στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 121 καταρτίζουν τους τελικούς λογαριασμούς τους σύμφωνα με το άρθρο 61 και τους διαβιβάζουν στον υπόλογο της Επιτροπής και στο Ελεγκτικό Συνέδριο το αργότερο την 1η Ιουλίου του επόμενου οικονομικού έτους, με σκοπό την κατάρτιση των οριστικών ενοποιημένων λογαριασμών."

γ) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:

"2α. Ο υπόλογος της Επιτροπής καταρτίζει τους οριστικούς ενοποιημένους λογαριασμούς βάσει των στοιχείων που διαβιβάζουν τα λοιπά κοινοτικά θεσμικά όργανα κατά την παράγραφο 2. Οι οριστικοί ενοποιημένοι λογαριασμοί συνοδεύονται από πιστοποιητικό συντασσόμενο από τον υπόλογο της Επιτροπής, με το οποίο αυτός δηλώνει ότι οι λογαριασμοί αυτοί έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τον τίτλο VII καθώς και τις λογιστικές αρχές, κανόνες και μεθόδους που καθορίζονται στο παράρτημα των δημοσιονομικών καταστάσεων."

δ) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

"3. Μετά την έγκριση των οριστικών ενοποιημένων λογαριασμών και των δικών της οριστικών λογαριασμών, η Επιτροπή διαβιβάζει όλους αυτούς τους λογαριασμούς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στο Ελεγκτικό Συνέδριο έως την 31η Ιουλίου του επόμενου οικονομικού έτους.

(80) Στο άρθρο 130, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

“Η Επιτροπή, επιπλέον των καταστάσεων που προβλέπονται στα άρθρα 126 και 127, καταρτίζει ετήσια έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τις εγγυήσεις του προϋπολογισμού και τους συναφείς κινδύνους.”

(81) Το άρθρο 131 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, η φράση «η Επιτροπή» γίνεται «ο υπόλογος της Επιτροπής».

β) Στην παράγραφο 2, η φράση «η Επιτροπή» γίνεται «ο υπόλογος της Επιτροπής».

(82) Στην παράγραφο 1 του άρθρου 133, η φράση «άρθρο 185» γίνεται «άρθρο 121».

(83) Στο άρθρο 134, η φράση «άρθρο 185» γίνεται «άρθρο 121».

(84) Στο άρθρο 138 παρ. 1, η φράση «άρθρο 185» γίνεται «άρθρο 121».

(85) Στο άρθρο 139, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Τα θεσμικά όργανα διαβιβάζουν στο Ελεγκτικό Συνέδριο και ενημερώνουν σχετικά τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής τις εσωτερικές κανονιστικές διατάξεις που θεσπίζουν για δημοσιονομικά θέματα.»

(86) Η επικεφαλίδα του τίτλου Ι του μέρους ΙΙ αντικαθίσταται ως εξής:

"ΤΙΤΛΟΣ IΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ"

(87) Στο άρθρο 148, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

"1. Τα μέρη Ι και ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται για τις δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις αρχές και τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρονται οι κανόνες που διέπουν το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων, εφεξής το ΕΓΤΕ, καθώς και για τα αντίστοιχα έσοδα, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόντα τίτλο."

(88) Το άρθρο 149 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

"1. Για κάθε οικονομικό έτος, το ΕΓΤΕ περιλαμβάνει μη διαχωριζόμενες δαπάνες, με την εξαίρεση των δαπανών που σχετίζονται με τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το άρθρο 3 παρ. 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 (***) του Συμβουλίου, οι οποίες καλύπτονται με διαχωριζόμενες πιστώσεις.

(***) ΕΕ L 209, 11.08.2005, σ. 1.

β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

«3. Οι μη δεσμευθείσες πιστώσεις που έχουν σχέση με τις ενέργειες που καθορίζονται στο άρθρο 3 παρ. 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1209/2005 είναι δυνατόν να μεταφερθούν στο επόμενο οικονομικό έτος, και μόνο σε αυτό.

Η μεταφορά αυτή δεν υπερβαίνει, εντός του ορίου του 3% επί των αρχικών πιστώσεων στις οποίες αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, το ποσό της αναπροσαρμογής των άμεσων ενισχύσεων στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003(****), όπως αυτή ίσχυσε κατά το τελευταίο οικονομικό έτος.

Οι πιστώσεις που μεταφέρονται στο επόμενο οικονομικό έτος επιστρέφουν αποκλειστικά στις γραμμές του προϋπολογισμού που καλύπτουν τις ενέργειες που καθορίζονται στο άρθρο 3 παρ. 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1209/2005.

Οι μεταφορές αυτές είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε πρόσθετη πληρωμή μόνο προς τους τελικούς δικαιούχους που έχουν υποστεί, κατά το τελευταίο οικονομικό έτος, μείωση των άμεσων ενισχύσεων, όπως καθορίζεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

Η Επιτροπή εκδίδει την απόφαση μεταφοράς στο επόμενο οικονομικό έτος το αργότερο στις 15 Φεβρουαρίου του έτους στο οποίο γίνεται η μεταφορά, και ενημερώνει σχετικά την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

(****) ΕΕ L 270, 21.10.2003, σ. 1.»

(89) Στο άρθρο 150, οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται με τις ακόλουθες:

"2. Οι αποφάσεις της Επιτροπής που καθορίζουν τα ποσά των πληρωμών αυτών συνιστούν συνολικές προσωρινές δεσμεύσεις, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το συνολικό ύψος των πιστώσεων που εγγράφονται για το ΕΓΤΕ.

3. Από τις 15 Νοεμβρίου και εξής, οι συνήθεις δαπάνες διαχείρισης του ΕΓΤΕ είναι δυνατόν να δεσμεύονται εκ των προτέρων έναντι των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος. Ωστόσο, οι δεσμεύσεις αυτές δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν τις αντίστοιχες πιστώσεις που έχουν εγγραφεί από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή στον τελευταίο εγκριθέντα προϋπολογισμό. Είναι δε δυνατόν να ισχύουν μόνο για τις δαπάνες για τις οποίες η αρχή τίθεται στην υφιστάμενη βασική πράξη."

(90) Στο άρθρο 151 παρ. 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

"Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις αρχές και τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρονται οι κανόνες που διέπουν το ΕΓΤΕ υπάγονται, εντός δύο μηνών από την παραλαβή των καταστάσεων που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη, σε δέσμευση ανά κεφάλαιο, άρθρο και θέση. Μια τέτοια δέσμευση είναι δυνατή και μετά την προθεσμία αυτή των δύο μηνών οσάκις είναι αναγκαία διαδικασία μεταφοράς πιστώσεων αναφερόμενη στις σχετικές γραμμές του προϋπολογισμού. Εκτός εάν δεν έχουν ήδη πραγματοποιηθεί πληρωμές από τα κράτη μέλη, ή οσάκις η επιλεξιμότητα τίθεται εν αμφιβόλω, τα ποσά καταλογίζονται ως πληρωμές εντός της ίδιας προθεσμίας."

(91) Το άρθρο 152 αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

" Άρθρο 152

Στη λογιστική του προϋπολογισμού, οι δαπάνες καταλογίζονται στους λογαριασμούς ενός οικονομικού έτους βάσει των επιστροφών που πραγματοποιεί η Επιτροπή προς τα κράτη μέλη το αργότερο την 31η Δεκεμβρίου του έτους αυτού, υπό τον όρο ότι το εκάστοτε ένταλμα πληρωμής περιέρχεται στον υπόλογο έως την 31η Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους."

(99) Στο άρθρο 153, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

"1. Οσάκις η Επιτροπή είναι δυνατόν να μεταφέρει πιστώσεις δυνάμει του άρθρου 23 παρ. 1, εκδίδει τη σχετική απόφαση το αργότερο την 31η Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους και ενημερώνει σχετικά την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή όπως προβλέπεται στο τρεις εβδομάδες πριν πραγματοποιήσει τις μεταφορές στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 23 παρ. 1 α ."

(93) Το άρθρο 154 αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

“Άρθρο 154

1. Τα έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό στο πλαίσιο του παρόντος τίτλου διατίθενται με βάση την προέλευσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 2.

2. Το αποτέλεσμα των αποφάσεων εκκαθάρισης των λογαριασμών στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου εγγράφεται σε ένα και μόνο άρθρο.»

(94) Η επικεφαλίδα του τίτλου ΙΙ του μέρους ΙΙ αντικαθίσταται ως εξής:

“ΤΙΤΛΟΣ II ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ, ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΟΧΗΣ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΛΙΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ”

(95) Το άρθρο 155 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

"1. Τα μέρη Ι και ΙΙ του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται για τις δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις αρχές και τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρονται οι κανονισμοί που διέπουν το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ), το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ), το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΤΑ) και το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ), εφεξής «τα Ταμεία», καθώς και για τα έσοδά τους, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα τίτλο."

β) Η παράγραφος 3 απαλείφεται.

(96) Στο άρθρο 157, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

"Οι αποδεσμευόμενες πιστώσεις είναι δυνατόν να ανασυσταθούν σε περίπτωση προδήλου σφάλματος αποδιδόμενου αποκλειστικά στην Επιτροπή."

(97) Το άρθρο 158 αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

" Άρθρο 158

Με την εξαίρεση του ΕΓΤΑΑ, σε ό,τι αφορά τις επιχειρησιακές δαπάνες στις οποίες αναφέρεται ο παρών τίτλος η Επιτροπή είναι δυνατόν να προβαίνει σε μεταφορές από τίτλο σε τίτλο, υπό τον όρο ότι οι αντίστοιχες πιστώσεις προορίζονται για τον ίδιο στόχο, κατά την έννοια των κανονισμών στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 155, ή ότι προορίζονται για τεχνική συνδρομή. συμπεριλαμβανόμενων των «κοινοτικών πρωτοβουλιών», των «καινοτόμων ενεργειών» και της τεχνικής βοήθειας»."

(98) Στο άρθρο 160 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

"1α. Οι πιστώσεις που έχουν σχέση με τα έσοδα που γεννώνται από το Ταμείο Έρευνας Άνθρακα και Χάλυβα, το οποίο συστάθηκε με το πρωτόκολλο που προσαρτάται στη Συνθήκη ΕΚ και αναφέρεται στις δημοσιονομικές συνέπειες της εκπνοής της Συνθήκης ΕΚΑΧ και στο Ταμείο Έρευνας Άνθρακα και Χάλυβα, αντιμετωπίζονται ως έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό κατά την έννοια του άρθρου 18. Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων που γεννώνται από τα έσοδα αυτά διατίθενται ευθύς ως εκτιμηθούν τα προς είσπραξη ποσά, οι δε πιστώσεις πληρωμών ευθύς ως εισπραχθούν τα ποσά αυτά."

(99) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 160α:

"Άρθρο 160a

1. Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων που αντιστοιχούν στο ποσό των πιστώσεων που αποδεσμεύονται λόγω μη εκτέλεσης, εν όλω ή εν μέρει, των ερευνητικών προγραμμάτων για τα οποία προορίζονταν είναι δυνατόν, σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, να ανασυσταθούν, οσάκις τούτο είναι ουσιώδες για την εκτέλεση του αρχικού προγράμματος, εκτός εάν ο προϋπολογισμός του τρέχοντος οικονομικού έτους περιλαμβάνει άλλες πιστώσεις προς τον σκοπό αυτόν.

2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, κατά την έναρξη ενός οικονομικού έτους η Επιτροπή εξετάζει τις αποδεσμεύσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος και αξιολογεί, με γνώμονα τις ανάγκες, αν χρειάζεται ανασύσταση των πιστώσεων αυτών.

Βάσει της αξιολόγησης αυτής, η Επιτροπή είναι δυνατόν να υποβάλει κατάλληλες προτάσεις στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, έως την 15η Φεβρουαρίου του εκάστοτε οικονομικού έτους, αναφέροντας, για κάθε θέση του προϋπολογισμού, τους λόγους της ανασύστασης των αντίστοιχων πιστώσεων.

3. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή αποφασίζει βάσει των προτάσεων της Επιτροπής εντός έξι εβδομάδων. Οσάκις δεν εκδίδεται απόφαση εντός της προθεσμίας αυτής, λογίζεται ότι οι προτάσεις εγκρίνονται.

Το ύψος των πιστώσεων προς ανασύσταση κατά το έτος ν δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση το 50% του συνολικού ύψους των πιστώσεων που αποδεσμεύθηκαν στην ίδια γραμμή του προϋπολογισμού κατά το έτος ν-1.

4. Οι ανασυνιστώμενες πιστώσεις δεν μεταφέρονται στο επόμενο οικονομικό έτος.

Οι νομικές δεσμεύσεις που έχουν σχέση με τις ανασυσταθείσες πιστώσεις αναλαμβάνονται έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους ν.

Στο τέλος του έτους ν, το μη χρησιμοποιηθέν υπόλοιπο των ανασυσταθεισών πιστώσεων αποδεσμεύεται οριστικά από τον αρμόδιο διατάκτη."

(100) Στο άρθρο 163, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι ενέργειες στις οποίες αναφέρεται ο παρών τίτλος είναι δυνατόν να υλοποιούνται κεντρικά από την Επιτροπή, με επιμερισμένη διαχείριση από κοινού με τα κράτη μέλη, κατά τρόπο αποκεντρωμένο από τη δικαιούχο τρίτη χώρα ή χώρες, ή από κοινού με διεθνείς οργανισμούς.»

(101) Το άρθρο 164 απαλείφεται.

(102) Το άρθρο 166 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο, το στοιχείο β) αντικαθίσταται ως εξής:

«β) σύμβασης ή συμφωνίας επιχορήγησης με εθνικούς ή διεθνείς οργανισμούς δημοσίου δικαίου, ή με τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που επιφορτίζονται με την υλοποίηση των ενεργειών.»

β) Το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι όροι υπό τους οποίους χορηγείται η εξωτερική βοήθεια τίθενται στη νομοθετική πράξη η οποία διέπει τις συμβάσεις και τις συμφωνίες επιχορήγησης των στοιχείων α) και β).» "Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες που προβλέπονται στα στοιχεία α) και β) του πρώτου εδαφίου καθορίζουν τους όρους διαχείρισης της εξωτερικής βοήθειας από τους δικαιούχους και τους αντισυμβαλλόμενους."

γ) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Οι συμφωνίες χρηματοδότησης με τις δικαιούχους τρίτες χώρες στις οποίες αναφέρεται το στοιχείο α) της παραγράφου 1 συνάπτονται το αργότερο έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους ν+1, όπου ν το έτος κατά το οποία έγινε η δημοσιονομική δέσμευση.

Οι επιμέρους συμβάσεις, αποφάσεις και συμφωνίες επιχορήγησης με τις οποίες υλοποιούνται οι ως άνω συμφωνίες χρηματοδότησης εκδίδονται ή συνάπτονται το πολύ εντός των τριών ετών μετά την ημερομηνία της συμφωνίας χρηματοδότησης. Ωστόσο, στην περίπτωση μακροχρόνιων και σπονδυλωτών έργων υποδομής και ανάπτυξης της υπαίθρου, η Επιτροπή είναι δυνατόν κατ’ εξαίρεσιν να αυξήσει την προθεσμία έως και στα 5 έτη στην απόφαση χρηματοδότησης του εκάστοτε έργου.

Οι επιμέρους συμβάσεις και επιχορηγήσεις που αφορούν διαχειριστικό έλεγχο ή αξιολόγηση είναι δυνατόν συνάπτονται μεταγενέστερα.»

δ) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3. Η διάταξη της παραγράφου 2 δεν ισχύει στις ακόλουθες περιπτώσεις:

- Διασυνοριακή συνεργασία, περιφερειακή ανάπτυξη, ανάπτυξη ανθρωπίνων πόρων και ανάπτυξη της υπαίθρου, ως συνιστώσες του κανονισμού χχχχ/2006, με τον οποίο θεσπίζεται χρηματοδοτικό μέσο προενταξιακής βοήθειας (ΙΡΑ).

- Διασυνοριακή συνεργασία, ως συνιστώσα του κανονισμού χχχχ/2006, με τον οποίο θεσπίζεται το Ευρωπαϊκό Μέσο Γειτονίας και Εταιρικής Σχέσης (ΕΜΓΕΣ).

Στις περιπτώσεις αυτές ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:

α) Μέρος δημοσιονομικής δέσμευσης για πολυετές πρόγραμμα αυτού του είδους αποδεσμεύεται αυτομάτως οσάκις, έως την 31η Δεκεμβρίου του τέταρτου έτους μετά το έτος ν κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η δημοσιονομική δέσμευση:

i) δεν χρησιμοποιήθηκε για προχρηματοδότηση· ή

ii) δεν χρησιμοποιήθηκε για ενδιάμεσες πληρωμές· ή

iii) δεν έχει υποβληθεί σχετικά δήλωση δαπανών που να ικανοποιεί τους όρους που τίθενται στο άρθρο … του κανονισμού ΙΡΑ ή του άρθρου … του κανονισμού ΕΜΓΕΣ.

β) Μέρος δημοσιονομικής δέσμευσης που θα παραμένει διαθέσιμο στις 31 Δεκεμβρίου 2017 και για το οποίο δεν θα υποβληθεί έως την 31η Δεκεμβρίου 2018 δήλωση δαπανών θα αποδεσμευθεί αυτομάτως.»

(103) Το άρθρο 167 τροποποιείται ως εξής Στην παράγραφο 1 του άρθρου 167, :

α) Στην παράγραφο 1, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

“γ) εθνικός ή διεθνής οργανισμός δημοσίου δικαίου, ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι δικαιούχοι έχουν συνάψει με την Επιτροπή σύμβαση επιχορήγησης για την υλοποίηση εξωτερικής ενέργειας.”

β) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Οι διαδικασίες ανάθεσης πρέπει να καθορίζονται στη συμφωνία χρηματοδότησης, στη συμφωνία επιχορήγησης ή στην απόφαση επιχορήγησης του άρθρου 166.»

(104) Στον τίτλο IV του μέρους ΙΙ, η επικεφαλίδα του κεφαλαίου 4 αντικαθίσταται ως εξής:

“ Κεφάλαιο 4 ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ/ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ”

(105) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 169α:

“Άρθρο 169a

Οι διαδικασίες ως προς τις επιδοτήσεις/επιχορηγήσεις προς εφαρμογή στην αποκεντρωμένη διαχείριση από τη δικαιούχου τρίτη χώρα καθορίζονται στις συμφωνίες χρηματοδότησης στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 166. Βασίζονται δε στους κανόνες που εκτίθενται στον τίτλο VI του μέρους Ι.”

(106) Στο άρθρο 171, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

"2. Οι διατάξεις του παρόντος τίτλου εφαρμόζονται στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), εξαιρουμένων των άρθρων 174, 174α και 175 παρ. 2."

(107) Το άρθρο 173 αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

“Άρθρο 173

Σε ό,τι αφορά τις πιστώσεις που εγγράφονται στο παράρτημα καθεμιάς από τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες, η Επιτροπή μεταβιβάζει τις εξουσίες διατάκτη στον διευθυντή της εκάστοτε υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 59."

(108) Στην παράγραφο 1 του άρθρου 174, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται ως εξής:

"Ο διευθυντής της υπηρεσίας καθορίζει, μετά την έγκρισή τους από την επιτροπή διευθύνσεως, τα κριτήρια στα οποία βασίζεται το λογιστικό σύστημα."

(109) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 174α:

"Άρθρο 174a

1. Κάθε κοινοτικό θεσμικό όργανο είναι δυνατόν να μεταβιβάσει εξουσίες διατάκτη στον διευθυντή διοργανικής ευρωπαϊκής υπηρεσίας για τη διαχείριση των πιστώσεων που εγγράφονται στο οικείο τμήμα του προϋπολογισμού, και καθορίζει τα όρια και τους όρους αυτής της μεταβίβασης εξουσιών.

2. Ο εσωτερικός ελεγκτής της Επιτροπής ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που καθορίζονται στον τίτλο IV κεφάλαιο 8 του μέρους Ι."

(110) Το άρθρο 175 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 απαλείφεται.

β) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται με την ακόλουθη:

"2. Εφόσον η αποστολή ευρωπαϊκής υπηρεσίας συνεπάγεται παροχές εξ επαχθούς αιτίας προς τρίτους, ο οικείος διευθυντής καθορίζει, μετά την έγκρισή τους από την επιτροπή διευθύνσεως, τις συγκεκριμένες διατάξεις που διέπουν τον τρόπο εκτέλεσης των παροχών αυτών και την τήρηση των αντίστοιχων λογαριασμών."

(111) Το άρθρο 176 απαλείφεται.

(112) Το άρθρο 178 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται ως εξής:

"Πάντως, αυτές οι αναλήψεις δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το ένα τέταρτο των πιστώσεων που έχουν εγγραφεί από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή στην αντίστοιχη γραμμή του προϋπολογισμού για το τρέχον οικονομικό έτος."

β) Στην παράγραφος 2 προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:

"Στην περίπτωση αυτή δεν ισχύει το όριο της παραγράφου 1."

(113) Στην παράγραφο 3 του άρθρου 179, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

"Τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής γνωστοποιούν αμέσως, εντός μιας εβδομάδας, στο οικείο θεσμικό όργανο την πρόθεσή του να διατυπώσουν γνώμη. Ελλείψει απαντήσεως, το οικείο θεσμικό όργανο είναι δυνατόν να προβεί στη σχεδιαζόμενη πράξη δυνάμει της διοικητικής αυτονομίας του, με την επιφύλαξη του άρθρου 282 της Συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 185 της Συνθήκης Ευρατόμ, σχετικά με τη εκπροσώπηση της Κοινότητας. "

(114) Μετά το άρθρο 179, προστίθεται ο ακόλουθος τίτλος VIΙ:

«ΤΙΤΛΟΣ VIΙ

ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ

Άρθρο 179α

Οι Κανόνες Εφαρμογής περιλαμβάνει συγκεκριμένη διαδικασία για την επιλογή εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι αμείβονται βάσει προκαθορισμένων ποσών, για να συνδράμουν τα θεσμικά όργανα ιδίως στην αξιολόγηση προτάσεων, αιτήσεων επιχορήγησης και προσφορών, καθώς και για την παροχή τεχνικής βοήθειας κατά την παρακολούθηση και την τελική αξιολόγηση σχεδίων που χρηματοδοτούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.»

(115) Στο άρθρο 181 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 6:

«6. Η κεντρική βάση δεδομένων στην οποία αναφέρεται το άρθρο 95 θα δημιουργηθεί έως την 1η Ιανουαρίου 2009.»

(116) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 181α:

«Άρθρο 181α

Σε ό,τι αφορά τις λειτουργικές δαπάνες στις οποίες αναφέρεται ο τίτλος IΙ του μέρους ΙΙ του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή είναι δυνατόν να μεταφέρει πιστώσεις από τον ένα τίτλο στον άλλο, ή εντός του ίδιου τίτλου, και υπό την προϋπόθεση ότι οι σχετικές πιστώσεις προορίζονται για τον ίδιο στόχο, ή εντός της ίδιας κατηγορίας δαπανών μεταξύ των ακόλουθων μέτρων, που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 (*****) και για τα οποία απομένουν ποσά προς καταβολή:

α) κοινοτικές πρωτοβουλίες·

β) μέτρα τεχνικής βοήθειας και καινοτομίας.

(*****) ΕΕ L 161, 26.6.1999. σ. 1.»

(117) Στο άρθρο 183 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Ζητεί τη γνώμη των λοιπών θεσμικών οργάνων στα οποία αναφέρεται το άρθρο 1 και τη λαμβάνει δεόντως υπόψη, εφόσον τούτο κρίνεται ενδεδειγμένο. Τα θεσμικά όργανα διατυπώνουν τη γνώμη τους εντός δύο μήνων από τη λήψη του σχετικού σχεδίου της Επιτροπής.»

(118) Στο Το άρθρο 185 τροποποιείται οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται ως εξής:

α) Η παράγραφος αντικαθίσταται ως εξής:

"3. Καθένας από τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρεται η παράγραφος 1 συγκροτεί υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου, η οποία πρέπει να λειτουργεί σύμφωνα με τα σχετικά διεθνή πρότυπα.

Οι εσωτερικοί έλεγχοι διεξάγονται είτε από διοριζόμενο εσωτερικό ελεγκτή είτε από επιφορτιζόμενο προς τούτο εξωτερικό ελεγκτή. Τα αποτελέσματα των ελέγχων που διεξάγονται από τους ως άνω φορείς διαβιβάζονται στον εσωτερικό ελεγκτή της Επιτροπής, ο οποίος ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

Ο εσωτερικός ελεγκτής της Επιτροπής βεβαιώνεται πιστοποιεί ότι η λειτουργία των υπηρεσιών εσωτερικού ελέγχου τηρεί τα διεθνή ελεγκτικά πρότυπα και είναι δυνατόν να διεξάγει ποιοτικούς ελέγχους για τον σκοπό αυτόν.»

β) Η παράγραφος 4 απαλείφεται:

4. Οι οργανισμοί στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 121 εφαρμόζουν τους λογιστικούς κανόνες που καθορίζονται στο άρθρο 133, έτσι ώστε οι λογαριασμοί τους να μπορούν να ενοποιούνται με τους λογαριασμούς της Επιτροπής."

Άρθρο 2

Ο παρόν κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

[ … ]

[1] SEC (1999)1224, της 23ης Ιουλίου 1999 [στην αγγλική και γαλλική μόνο].

[2] ΕΕ C107/1 της 30.4.2004 (γνώμη «Ενιαίος Έλεγχος»).

[3] Σημεία 8, 20, 83, 86 και 87 του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου σχετικά με την απαλλαγή για το 2004, και τροπολογία αριθ. 52.

[4] Συμπεράσματα του ECOFIN της 8ης Νοεμβρίου 2005 – SI(2005)1015, παράρτημα 8, ιδίως παράγραφοι 4, 6, 15 και 17.

[5] Σχέδιο Δράσης για ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου, της 17ης Ιανουαρίου 2006 (COM(2006)0009, δράσεις 2 και 4.

[6] COM (2005)130 τελικό, της 5ης Απριλίου 2005.

[7] ΕΕ L 134, 30.04.2004, σ. 114. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1874/2004 (ΕΕ L 326, 29.10.2004, σ. 17).

[8] ΕΕ C , , σ. .

[9] ΕΕ C , , σ. .

[10] ΕΕ C 13, 18.01.2006. σ. 1.

[11] ΕΕ L 248, 16.9.2002, σ. 1.

[12] ΕΕ L 134, 30.4.2004, σ. 114. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1874/2004 (ΕΕ L 326, 29.10.2004, σ. 17).

[13] ΕΕ L 161, 26.06.1999, σ. 1. Κανονισμός που τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 173/2005 (ΕΕ L 29, 2.2.2005, σ. 3).

[14] Beschluss

[15] ΕΕ L 209, 11.08.2005, σ. 1.

Top