EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52005SC0805

Έκθεση της Επιτροπής - Έκθεση επί της πολιτικής ανταγωνισμού 2004

/* SEC/2005/0805 τελικό */

52005SC0805




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 17.6.2005

SEC(2005) 805 τελικό

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Έκθεση επί της πολιτικής ανταγωνισμού 2004

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Εισαγωγή 6

Εισαγωγή του Γενικού Διευθυντή Ανταγωνισμού 6

I – Συμπράξεις και καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης: άρθρα 81, 82 και 86 της συνθήκης ΕΚ 14

A – Νομοθετικοί και ερμηνευτικοί κανόνεσ 14

1. Εκσυγχρονισμός της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας: εκτελεστικός κανονισμός 773/2004, Κατευθυντήριες γραμμές και ανακοινώσεις 14

2. Κανονισμός και κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με την απαλλαγή κατά κατηγορία των συμφωνιών μεταφοράς τεχνολογίας 16

3. Κανονισμοί απαλλαγής κατά κατηγορία στον τομέα των μεταφορών 19

3.1 Θαλάσσιες μεταφορές 19

3.2 Αεροπορικές μεταφορές 21

4. Αναθεώρηση των διαδικαστικών κανόνων: νέα ανακοίνωση για την πρόσβαση στον φάκελο 22

B – Εφαρμογή των άρθρων 81, 82 και 86 24

1. Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης (αρθρο 82 EΚ) 24

1.1 Αποφάσεις 24

1.2 Εξέταση άλλων υποθέσεων και απόρριψη καταγγελιών 29

2. Συμπράξεις 32

3. Άλλες συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές 37

3.1 Αποφάσεις της Επιτροπής 37

3.2 Εξελίξεις σε άλλες υποθέσεις 42

3.3 Έρευνες κατά τομείς 44

4. Κρατικά μέτρα (δημόσιες επιχειρήσεις/επιχειρήσεις με αποκλειστικά ή ειδικά δικαιώματα) 47

4.1 Αποφάσεις 47

4.2 Απόρριψη καταγγελιών 49

Γ – Επισκόπηση της συνεργασίας στο ευρωπαϊκό δίκτυο ανταγωνισμού (ΕΔΑ) 50

1. Γενική επισκόπηση 50

2. Εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού από τα εθνικά δικαστήρια στην ΕΕ: Έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 15 του κανονισμού 1/2003 52

3. Ενέργεια 53

4. Μεταφορές 54

5. Χρηματοοικονομικές υπηρεσίες 55

Δ – Επιλεγμένες δικαστικές υποθέσεις 56

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ 62

ΙΙ - Έλεγχος συγκεντρώσεων 65

Α – Νομοθετικοί και ερμηνευτικοί κανόνες 66

1. Αναδιατυπωμένος κανονισμός για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων, νέες ανακοινώσεις και τροποποιημένος κανονισμός εφαρμογής 66

1.1. Νέος κανονισμός για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων: Κανονισμός 139/2004 66

1.2. Αναθεωρημένη εκτελεστική νομοθεσία 66

1.3. Αναθεωρημένη «ανακοίνωση για απλοποιημένη διαδικασία». 71

1.4. Νέα ανακοίνωση για τους παρεπόμενους περιορισμούς 74

1.5. Ανακοίνωση για την αξιολόγηση οριζόντιων συγκεντρώσεων 75

B – Υποθέσεις της Επιτροπής 77

1. Αποφάσεις βάσει του άρθρου 8 77

2. Αποφάσεις βάσει του άρθρου 6 παράγραφος (1) στοιχείο (β) και του άρθρου 6 παράγραφος (2) 87

3. ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ 99

4. Aποσυρθείσες κοινοποιήσεις 101

Γ—Επιλεγμένες δικαστικές υποθέσεις 103

Δ - Στατιστικές 107

III – Εξελίξεις ανά τομέα 109

A – Απελευθερωμένοι τομείς 109

1. Ενέργεια 109

2. Ηλεκτρονικές επικοινωνίες 111

3. Μεταφορές 114

3.1 Αερομεταφορές 114

3.2 Σιδηροδρομικές μεταφορές 114

4. Χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες 115

B – Λοιποί τομείς 117

1. Ελεύθερα επαγγέλματα 117

IV – Έλεγχος των κρατικών ενισχύσεων 122

A – Νομοθετικοί και ερμηνευτικοί κανόνες 122

1. Κανονισμοί, κατευθυντήριες γραμμές και ανακοινώσεις 122

1.1. Διαδικαστικοί κανόνες 122

1.2. Έρευνα και ανάπτυξη 125

1.3. Ενισχύσεις για κατάρτιση 127

1.4. Διάσωση και αναδιάρθρωση 127

2. Ναυπηγική βιομηχανία 130

3. Γεωργία: Εξελίξεις της πολιτικής και νομοθετικές πρωτοβουλίες κατά το 2004 130

4. Αλιεία 134

5. Άνθρακας και μεταφορές 135

6. Δημόσιες υπηρεσίες/υπηρεσίες γενικού (οικονομικού) συμφέροντος 137

7. Διαφάνεια 139

B – Υποθέσεις 141

1. Ελευθερωμένες αγορές 141

2. Ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης 144

3. Περιφερειακές ενισχύσεις 154

4. Αποφάσεις για τη μη ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης 159

5. Φορολογικές ενισχύσεις 160

6. Ενισχύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη 164

7. Ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος 167

8. Διεύρυνση 170

9. Ναυπηγική βιομηχανία 173

10. Γεωργία 175

11. Αλιεία 183

12. Ανθρακας και μεταφορές 183

13. Δημόσια τηλεόραση, ευρυζωνικές επικοινωνίες, τομεας κινηματογραφου 189

Γ – Εφαρμογή των αποφάσεων σχετικά με κρατικές ενισχύσεις 194

1. Εισαγωγή 194

2. Ατομικές περιπτώσεις 196

Δ – Επιλογή υποθέσεων του Δικαστηρίου 197

V – Διεθνείς δραστηριότητες 202

A – Διεύρυνση και Δυτικά Βαλκάνια 202

B – Πολιτική γειτονίας 204

Γ – Διμερής συνεργασία 205

1. Εισαγωγή 205

2. Συμφωνίες με τις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Ιαπωνία 205

3. Συνεργασία με άλλες χώρες και περιφέρειες 208

Δ – Πολυμερής συνεργασία 211

1. Διεθνές Δίκτυο Ανταγωνισμού 211

2. ΟΟΣΑ 214

VI – Προοπτικές για το 2005 217

1. Περιοριστικές συμφωνίες και καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης 217

2. Συγκεντρώσεις 217

3. Κρατικές ενισχύσεις 218

4. Διεθνείς δραστηριότητες 218

Παράρτημα – Υποθέσεις που συζητήθηκαν στην έκθεση 220

1. Άρθρα 81, 82 και 86 220

2. Έλεγχος συγκεντρώσεων 220

3. Κρατικές ενισχύσεις 221

Εισαγωγή

Εισαγωγή του Γενικού Διευθυντή Ανταγωνισμού

Στη διάρκεια του 2004, οι εργασίες της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού (ΓΔ Ανταγωνισμού) επηρεάστηκαν από σημαντικές εξελίξεις: διεύρυνση της ΕΕ σε 25 μέλη, εκσυγχρονισμός των κανόνων ανταγωνισμού, ανάληψη καθηκόντων της νέας Επιτροπής τον Νοέμβριο και εσωτερική αναδιοργάνωση της ΓΔ συνεπεία του εκσυγχρονισμού. Οι εξελίξεις αυτές αντικατοπτρίζονται στους γενικούς στόχους της πολιτικής ανταγωνισμού που έθεσε η Επιτροπή για το 2005 και τα επόμενα χρόνια, βασιζόμενη στην απόφασή της σχετικά με την ετήσια στρατηγική πολιτικής (ΕΣΠ) για το 2005 και στις πολιτικές προτεραιότητες της νέας Επιτροπής. Η Ετήσια Έκθεση Ανταγωνισμού για το 2004 αποτελεί συνεπώς την κατάλληλη ευκαιρία για να εκτεθεί στο ευρύτερο κοινό ο μεσοπρόθεσμος προσανατολισμός των εργασιών της Επιτροπής στον τομέα της πολιτικής ανταγωνισμού.

Η αλληλεπίδραση της πολιτικής ανταγωνισμού με τις άλλες πολιτικές της Επιτροπής

Στην απόφασή της για την ΕΣΠ του 2005, η οποία έτυχε ευνοϊκής υποδοχής από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, η Επιτροπή έθεσε ως κεντρικό πολιτικό στόχο της την ανάκαμψη των ρυθμών ανάπτυξης, σε μια προσπάθεια να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού μοντέλου με ταυτόχρονη διατήρηση της ευημερίας, της απασχόλησης, της συνοχής και της προστασίας του περιβάλλοντος. Η είσοδος των δέκα νέων κρατών μελών έδωσε μια πρόσθετη γεωγραφική διάσταση στον στόχο για βελτίωση της οικονομικής ανάπτυξης στην εσωτερική αγορά. Βασικός στόχος στην πολιτική ατζέντα της νέας Επιτροπής είναι να ενεργοποιηθεί εκ νέου η διαδικασία της Λισσαβόνας που ξεκίνησε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2000 και αποσκοπούσε γενικότερα να καταστήσει την Ένωση την ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία της γνώσης ανά την υφήλιο. Η Επιτροπή θα λάβει υπόψη της τις συστάσεις της ομάδας υψηλού επιπέδου, της οποίας προΐσταται ο κ. Wim Kok, όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της Λισσαβόνας.

Στηρίζοντας το πλαίσιο της ανταγωνιστικότητας που ορίζεται στην ΕΣΠ του 2005, η Επιτροπή θα προχωρήσει στην εφαρμογή του φιλόδοξου προγράμματος αναθεώρησης των διατάξεων που ισχύουν στον τομέα του ανταγωνισμού, και ιδίως των κρατικών ενισχύσεων, και θα συνεχίσει τον εκσυγχρονισμό της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας και τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις στον έλεγχο των συγκεντρώσεων που άρχισε το 2004. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή προτίθεται να προωθήσει την προδραστική εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού σε όλη την ΕΕ.

Σε συνδυασμό με την αυστηρή εφαρμογή της πολιτικής ανταγωνισμού, η ενδελεχής εξέταση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας που ισχύει σε διάφορους οικονομικούς κλάδους, όπως οι βιομηχανίες δικτύων και οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, προκειμένου να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις στον ανταγωνισμό, μπορεί να επηρεάσει πολύ θετικά την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας, καθώς και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, προστατεύοντας παράλληλα τα συμφέροντα και ενισχύοντας την εμπιστοσύνη των καταναλωτών.

Μεταξύ των βασικών πολιτικών προτεραιοτήτων που καθορίζονται στην έκθεση Kok για την επίτευξη των στόχων της Λισσαβόνας, η πολιτική ανταγωνισμού μπορεί να συμβάλει σημαντικά σε τρία επίπεδα:

Προώθηση της κοινωνίας της γνώσης . Η έντονη ανταγωνιστική πίεση δημιουργεί ισχυρά κίνητρα στις επιχειρήσεις ώστε να επενδύουν συνεχώς στην καινοτομία και στην έρευνα και ανάπτυξη (Ε&Α). Ενισχύοντας τα κίνητρα για καινοτομία και εστιάζοντας παράλληλα στους περιορισμούς που μπορεί να παρακωλύσουν σοβαρά τον ανταγωνισμό, η πολιτική ανταγωνισμού μπορεί να συμβάλει ώστε οι ευρωπαϊκές οικονομίες να γίνουν περισσότερο δυναμικές και να υλοποιηθούν έτσι οι στόχοι της Λισσαβόνας. Συγκεκριμένα, η πολιτική κρατικών ενισχύσεων μπορεί να συμβάλει στην κοινωνία της γνώσης, με την καλύτερη στόχευση των πόρων που διατίθενται από το κράτος για τη στήριξη κλάδων όπως η έρευνα και ανάπτυξη, η καινοτομία και η κατάρτιση.

Ανάπτυξη της ενιαίας αγοράς . Δώδεκα χρόνια μετά την τυπική ολοκλήρωσή της, η εσωτερική αγορά δεν έχει ακόμα αξιοποιήσει όλο της το δυναμικό. Ένας από τους λόγους είναι ότι η κατάργηση των φραγμών στις διασυνοριακές συναλλαγές δεν συνδέεται αυτόματα με την ανάπτυξη αποτελεσματικού ανταγωνισμού. Τόσο το κανονιστικό πλαίσιο όσο και η εφαρμογή του πρέπει να δημιουργούν ένα περιβάλλον που προκαλεί και ευνοεί τον ανταγωνισμό, την είσοδο νέων επιχειρήσεων στην αγορά και την καινοτομία. Η εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού και η ευαισθητοποίηση για την τήρησή τους μπορούν να συμβάλουν στην καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, ιδίως σε κλάδους που θεωρούνται βασικοί για την ατζέντα της Λισσαβόνας, επειδή αφορούν βασικές συνιστώσες της ευρωπαϊκής οικονομίας. Οι ανοικτές και ανταγωνιστικές ευρωπαϊκές αγορές θα κάνουν τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις περισσότερο ανταγωνιστικές διεθνώς, προς όφελος των ευρωπαίων καταναλωτών και της ευρωπαϊκής απασχόλησης. Η ίδια η εφαρμογή των κανόνων, που αποσκοπεί στην άρση των σημαντικών εμποδίων στον ανταγωνισμό στις αγορές, βοηθά στη δημιουργία υγιών συνθηκών ανάπτυξης.

Προώθηση ευνοϊκού κλίματος για τις επιχειρήσεις. Η πολιτική ανταγωνισμού μπορεί να συμβάλει σημαντικά στη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τις επιχειρήσεις. Οι κανόνες κρατικών ενισχύσεων διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στις προσπάθειες για βελτίωση της πρόσβασης των μικρομεσαίων και των νέων επιχειρήσεων στα επιχειρηματικά κεφάλαια. Επίσης, η διεθνής πολιτική ανταγωνισμού συμβάλλει στην ενίσχυση της συνοχής σε παγκόσμιο επίπεδο και στην προβλεψιμότητα που απαιτείται από τις επιχειρήσεις. Τέλος, δίνεται η δυνατότητα να εξετάζονται διεξοδικά τα νέα και τα υφιστάμενα κανονιστικά πλαίσια σε άλλους σημαντικούς τομείς πολιτικής, σύμφωνα με τις αρχές του ανταγωνισμού, ώστε να αποφεύγεται ο χωρίς λόγο περιορισμός του ανταγωνισμού λόγω κανονιστικών ρυθμίσεων. Η ευαισθητοποίηση σε θέματα ανταγωνισμού μπορεί έτσι να συμβάλει στη διαμόρφωση ευρωπαϊκών και εθνικών κανονιστικών πλαισίων με σκοπό τη δημιουργία ευνοϊκού καθεστώτος για τον ανταγωνισμό και την ανταγωνιστικότητα.

Γενικοί στόχοι της πολιτικής ανταγωνισμού

Προτεραιότητες όσον αφορά την εφαρμογή: εστίαση στις πλέον επιζήμιες για την ευρωπαϊκή οικονομία αντιανταγωνιστικές πρακτικές. Με τους νέους κανονισμούς για τις συμπράξεις και τις συγκεντρώσεις η ΓΔ Ανταγωνισμού θα μπορεί να καθορίζει καλύτερα τις προτεραιότητές της όσον αφορά τον έλεγχο της εφαρμογής, ώστε να επικεντρώνεται στις πρακτικές και συγκεντρώσεις που έχουν τις πλέον αρνητικές επιπτώσεις στην ευημερία των καταναλωτών.

Στον τομέα της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, με τον κανονισμό αριθ. 1/2003 θεσπίσθηκε ένα νέο σύστημα ελέγχου της εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού, στο οποίο έχουν αρμοδιότητα η Επιτροπή και τα κράτη μέλη. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή και τα 25 κράτη μέλη δημιούργησαν ένα Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ανταγωνισμού (ΕΔΑ), στο οποίο η ΓΔ Ανταγωνισμού διαδραματίζει κεντρικό ρόλο. Δημιουργείται έτσι ένα σημαντικό δυναμικό για πιο αποτελεσματική και προδραστική εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού της ΕΕ. Ωστόσο, θα χρειάζεται καλύτερη παρακολούθηση των αγορών προκειμένου να διαπιστώνεται ποιες πρακτικές ενδέχεται να δημιουργήσουν τα μεγαλύτερα προβλήματα στον ανταγωνισμό και τους καταναλωτές. Ο νέος κανονισμός αποτελεί επίσης ένα πρώτο βήμα για την ενίσχυση της προσφυγής εκ μέρους ιδιωτών ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, στα οποία παρέχεται επίσης η εξουσία εφαρμογής του άρθρου 81 παράγραφος 3. Η εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού θα εξακολουθήσει να επικεντρώνεται στις παράνομες συμπράξεις, τις καταχρήσεις δεσποζουσών θέσεων, τις ασυμβίβαστες κρατικές ενισχύσεις και τους πρόσφατα απελευθερωμένους και άλλους ρυθμιζόμενους κλάδους της οικονομίας.

Στον τομέα του ελέγχου των συγκεντρώσεων, με τον νέο κανονισμό αυξάνονται οι δυνατότητες παραπομπής υποθέσεων από τα κράτη μέλη προς την Επιτροπή και αντίστροφα, πράγμα το οποίο θα βοηθήσει την Επιτροπή να εστιάσει τις δραστηριότητές της σε υποθέσεις που έχουν καθαρά διασυνοριακή διάσταση. Επιπλέον, με το νέο ουσιαστικό κριτήριο της «σημαντικής παρεμπόδισης του αποτελεσματικού ανταγωνισμού» καθίσταται σαφές ότι ο νέος κανονισμός καλύπτει όλες τις αντιανταγωνιστικές πράξεις συγκέντρωσης.

Στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, η ΓΔ Ανταγωνισμού θα επικεντρωθεί κυρίως στον έλεγχο της εφαρμογής των αρνητικών αποφάσεων και στην επιστροφή ασυμβίβαστων κρατικών ενισχύσεων. Επίσης, η βελτίωση της διεθνούς συνεργασίας, τόσο της διμερούς όσο και της πολυμερούς, θα εξακολουθήσει να αποτελεί βασικό στοιχείο για την αποτελεσματικότητα της ευρωπαϊκής πολιτικής ανταγωνισμού στην καταπολέμηση των αντιανταγωνιστικών πρακτικών με διεθνή διάσταση

Βελτίωση της ανταγωνιστικότητας στην ΕΕ συμβάλλοντας στη διαμόρφωση του κανονιστικού πλαισίου. Οι κανονιστικές ρυθμίσεις, τόσο σε κοινοτικό όσο και σε εθνικό επίπεδο, μπορεί να αποτελέσουν, αναίτια και ακούσια, τροχοπέδη στον ανταγωνισμό και να περιορίσουν το δυναμικό που προσφέρει η εσωτερική αγορά. Σε ορισμένους τομείς, όπως οι απελευθερωθέντες κλάδοι δικτύων, και ιδίως της ενέργειας, πρέπει να προωθηθεί ένα κανονιστικό πλαίσιο που θα δημιουργεί προϋποθέσεις εισόδου νέων επιχειρήσεων στην αγορά και υγιούς ανταγωνισμού. Επομένως, η ευαισθητοποίηση σε θέματα ανταγωνισμού και η ενδελεχής εξέταση των διαφόρων πολιτικών θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον επηρεασμό της εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας ώστε να δίνεται η δέουσα προσοχή στη διατήρηση ανταγωνιστικών αγορών.

Οι κανόνες ανταγωνισμού που αφορούν τον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων θα πρέπει να αναθεωρηθούν ώστε να λαμβάνονται περισσότερο υπόψη οι ειδικές ανεπάρκειες της αγοράς που επηρεάζουν το επίπεδο των κοινοτικών επενδύσεων στην Ε&Α και την πρόσβαση στα επιχειρηματικά κεφάλαια, αφενός, και η διατήρηση ανισοτήτων στην περιφερειακή ανάπτυξη, αφετέρου. Η προσαρμογή του συστήματος ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων θα συμβάλει άμεσα στις προσπάθειες της Επιτροπής να προωθήσει την καινοτομία.

Εστίαση στους τομείς που είναι σημαντικοί για την εσωτερική αγορά και την ατζέντα της Λισσαβόνας. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην άρση των εμποδίων του ανταγωνισμού σε τομείς που έχουν πρόσφατα απελευθερωθεί, καθώς και σε ορισμένους άλλους ρυθμιζόμενους τομείς, και συγκεκριμένα στις τηλεπικοινωνίες, τις ταχυδρομικές υπηρεσίες, την ενέργεια και τις μεταφορές. Οι τομείς αυτοί συμβάλλουν σημαντικά σε πολλές άλλες οικονομικές δραστηριότητες και έχουν βασική σημασία για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα. Η δυνατότητα ανταγωνισμού μεταξύ περισσότερων φορέων παροχής υπηρεσιών θα οδηγήσει σε διεύρυνση των επιλογών, βελτίωση της ποιότητας και μείωση των τιμών για τους καταναλωτές. Οι εξελίξεις στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών τα τελευταία δέκα χρόνια αποτελεί ένα καλό παράδειγμα για τα οφέλη της απελευθέρωσης.

Οι πρόσφατα απελευθερωθέντες κλάδοι αντιμετωπίζουν, ωστόσο, διάφορες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, όπως επιβλαβείς εμπορικές συμπεριφορές εκ μέρους των άλλων επιχειρήσεων έως ακατάλληλες κανονιστικές ρυθμίσεις, ή ακόμη και κρατικές ενισχύσεις. Θα πρέπει να ληφθεί δεόντως υπόψη το γεγονός ότι χαρακτηριστικό των τομέων αυτών μπορεί να είναι, όσον αφορά τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος (ΥΓΟΣ), η ανάγκη εκπλήρωσης υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας. Παρόλα αυτά, η Επιτροπή πρέπει να μεριμνά ώστε οι επιχορηγήσεις για τη λειτουργία αυτών των υπηρεσιών να μην υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο. Επιπλέον, πρέπει να προσδιορίζονται σαφέστερα τα προβλήματα εκείνα για τα οποία η καλύτερη λύση είναι η εφαρμογή της νομοθεσίας ανταγωνισμού. Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να επιδιώκεται η άσκηση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής ρυθμίσεων και ελέγχου στους διάφορους τομείς.

Πολλοί άλλοι σημαντικοί τομείς για τη συνολική ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας χαρακτηρίζονται από μεγάλο βαθμό αυτορρύθμισης ή από συνδυασμό αυτορρύθμισης και κρατικής ρύθμισης. Αυτό συμβαίνει ιδίως με τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Η δημιουργία μιας αποτελεσματικής και ρευστής αγοράς κεφαλαίων είναι ένας από τους βασικούς στόχους του σχεδίου δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Στη διάρκεια της θητείας της τελευταίας Επιτροπής αναλήφθηκαν ορισμένες πολιτικές πρωτοβουλίες στον τομέα της εσωτερικής αγοράς για την εξάλειψη των εμποδίων στις διασυνοριακές συναλλαγές κινητών αξιών και για τη διευκόλυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων επενδύσεων. Η πολιτική ανταγωνισμού αποτελεί σημαντικό συμπλήρωμα αυτής της διαδικασίας ελευθέρωσης. Επιπλέον, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες λιανικής διαδραματίζουν μείζονα ρόλο στην καθημερινή ζωή των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι υπηρεσίες αυτές πρέπει να παρέχονται υπό συνθήκες ανταγωνισμού, πράγμα που σημαίνει ότι ο μεμονωμένος καταναλωτής πρέπει να έχει ένα ευρύ φάσμα επιλογής προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής ποιότητας στην καλύτερη δυνατή τιμή.

ΕΝΘΕΤΟ 1: Ο Προϊστάμενος Οικονομικών Αναλύσεων για τον ανταγωνισμό στη ΓΔ Ανταγωνισμού το 2004 Η Ομάδα Οικονομικών Αναλύσεων (ΟΟΑ) αποτελεί χωριστή διοικητική μονάδα που υπάγεται απευθείας στον γενικό διευθυντή. Αποτελείται από 10 μέλη, τα οποία διαθέτουν όλα διδακτορικό τίτλο (PhD) στην βιομηχανική οικονομική. Το έργο και ο ρόλος της ΟΟΑ είναι: να παρέχει συμβουλές σε θέματα μεθοδολογίας οικονομικών και οικονομετρίας κατά την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού, να παρέχει γενικές συμβουλές σε μεμονωμένες υποθέσεις ανταγωνισμού από τα πρώτα τους στάδια, να παρέχει ειδικές συμβουλές στις σημαντικότερες υποθέσεις ανταγωνισμού που αφορούν περίπλοκα οικονομικά ζητήματα, ιδίως εφόσον απαιτούν προωθημένη ποσοτική ανάλυση· στις περιπτώσεις αυτές, ενδέχεται να αποσπασθεί ένα μέλος της ομάδας για να εργασθεί στην ομάδα που ασχολείται με την υπόθεση, να συμμετέχει στην εκπόνηση μέτρων γενικής πολιτικής με οικονομικό περιεχόμενο. Συμβολή στη διεκπεραίωση υποθέσεων και τη θέσπιση κατευθυντηρίων γραμμών. Το 2004, η ΟΟΑ ασχολήθηκε συνολικά με 33 υποθέσεις (11 συγκεντρώσεις, 15 συμπράξεις και 7 κρατικές ενισχύσεις). Επιπλέον, η ΟΟΑ συνέβαλε σημαντικά στην εκπόνηση κατευθυντήριων γραμμών και την εξέταση ζητημάτων γενικής πολιτικής. Οι υποθέσεις·επιλέγονται σε συμφωνία με τον Γενικό Διευθυντή ανάλογα με την ανάγκη για πιο προωθημένη οικονομική ανάλυση, ιδίως ποσοτική. Στις περιπτώσεις αυτές, ένα μέλος της ομάδας τοποθετείται στην ομάδα που είναι υπεύθυνη για την υπόθεση, έχει πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες και συμμετέχει σε όλες τις συνεδριάσεις με τους εξωτερικούς εμπειρογνώμονες και τα μέρη της υπόθεσης. Στο πλαίσιο της ομάδας τα αποσπώμενα μέλη της ΟΟΑ έχουν ειδικό ανεξάρτητο καθεστώς και αναφέρονται απευθείας στον Προϊστάμενο Οικονομικών Αναλύσεων για τη γραμμή που ακολουθούν. Λόγω της σημασίας που έχει η διαμόρφωση της οικονομικής ανάλυσης μιας υπόθεσης, η ΟΟΑ κατά κανόνα παρεμβαίνει όσο το δυνατόν νωρίτερα στην υπόθεση. Η ΟΟΑ επίσης παρακολουθεί την προφορική ακρόαση και συμμετέχει στις συζητήσεις της ομάδας εσωτερικής επιθεώρησης. Ο Προϊστάμενος Οικονομικών Αναλύσεων παρίσταται στην εβδομαδιαία σύσκεψη με τον Επίτροπο. Επιπλέον, παρέχει γραπτές συμβουλές για όλες τις υποθέσεις στις οποίες έλαβε μέρος. Συμβολή στην ανάπτυξη οικονομικής εμπειρογνωμοσύνης στη ΓΔ Ο Προϊστάμενος Οικονομικών Αναλύσεων συμμετέχει στη γενικότερη συζήτηση οικονομικών θεμάτων σε όλη τη ΓΔ Ανταγωνισμού και διοργανώνει προγράμματα κατάρτισης, σεμινάρια και συζητήσεις. Επιπλέον, διατηρεί και ενισχύει τους δεσμούς με την ακαδημαϊκή κοινότητα. Έχει προβεί σε αναδιάρθρωση της Οικονομικής Συμβουλευτικής Ομάδας για την πολιτική ανταγωνισμού, η οποία απαρτίζεται από εξέχοντες πανεπιστημιακούς που ειδικεύονται στη βιομηχανική οικονομική. Σημαντικό έργο της ομάδας αυτής είναι οι ανεξάρτητες γνωμοδοτήσεις σε θέματα γενικής πολιτικής. Απαρτίζεται από τρεις υποομάδες: συγκεντρώσεων, συμπράξεων και κρατικών ενισχύσεων. |

- Mήνυμα του συμβούλου ακροάσεων

Η Επιτροπή δημιούργησε τη θέση του συμβούλου ακροάσεων ώστε η διεξαγωγή των διοικητικών διαδικασιών σε υποθέσεις συμπράξεων και συγκεντρώσεων να ανατεθεί σε ένα ανεξάρτητο πρόσωπο με εμπειρία σε θέματα ανταγωνισμού και με την αναγκαία ακεραιότητα που συμβάλλει στην αντικειμενικότητα, τη διαφάνεια και αποτελεσματικότητα αυτών των διαδικασιών. Η αποστολή του συμβούλου ακροάσεων περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την υποχρέωση σύνταξης τελικής έκθεσης για κάθε σχέδιο απόφασης που υποβάλλεται στο Σώμα των Επιτρόπων με τη δήλωση ότι έγινε σεβαστό το δικαίωμα ακρόασης. Ως εκ τούτου, οι δύο σύμβουλοι ακροάσεων συμμετέχουν επίσημα σε όλες τις υποθέσεις όπου κινείται επίσημη διαδικασία και περατώνεται με τον τρόπο αυτό. Από τον Μάιο του 2004, στις υποθέσεις αυτές περιλαμβάνονται οι λεγόμενες «αποφάσεις για ανάληψη δεσμεύσεων» βάσει του άρθρου 9 του κανονισμού 1/2003, η πρώτη από τις οποίες εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 2005 στην υπόθεση DFB. Κατ’εξαίρεση, η γνώμη του συμβούλου ακροάσεων μπορεί να ζητηθεί πριν από την κίνηση επίσημης διαδικασίας, για παράδειγμα, εφόσον προκύπτουν ζητήματα εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που περιέχονται σε κοινοποίηση αιτιάσεων, ή σε σχέση με το κείμενο μιας απόφασης που προορίζεται για δημοσίευση. Έτσι, στη διάρκεια του 2004, οι δύο σύμβουλοι ακροάσεων συμμετείχαν επίσημα σε 40 περίπου υποθέσεις. Ορισμένα βασικά στοιχεία από τις παρεμβάσεις τους είναι τα ακόλουθα:

Εξασφάλιση του δικαιώματος ακρόασης με την παροχή κατάλληλης πρόσβασης στον φάκελο

Οι σύμβουλοι ακροάσεων εξέδωσαν διάφορες αποφάσεις με τις οποίες επέτρεψαν ή αρνήθηκαν στα μέρη την πρόσβαση σε έγγραφα του φακέλου της υπόθεσης, λαμβάνοντας υπόψη το θεμιτό συμφέρον των παρεχόντων πληροφορίες για προστασία των εμπιστευτικών στοιχείων, το δημόσιο συμφέρον για τήρηση των κανόνων ανταγωνισμού και τα δικαιώματα άμυνας εκείνων στους οποίους απευθύνονται οι αιτιάσεις.

Μεταξύ των σχετικών αποφάσεων που εκδόθηκαν το 2004, ορισμένες αφορούσαν τα δικαιώματα πρόσβασης των μερών που τους κοινοποιείται η λεγόμενη «έκθεση πραγματικών περιστατικών» (letters of facts), με την οποία ενημερώνονται για τα επιπλέον στοιχεία που θα ληφθούν υπόψη στην τελική απόφαση. Σχετικά παραδείγματα είναι οι αποφάσεις στις υποθέσεις Microsoft και Clearstream, όπου, υπό τις συνθήκες αυτές, δόθηκε στα μέρη πρόσβαση σε περαιτέρω πληροφορίες.

Εξασφάλιση της προστασίας των επιχειρηματικών απορρήτων της επιχείρησης και των θεμιτών συμφερόντων για τήρηση της εμπιστευτικότητας

Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της αρμόδιας υπηρεσίας της Επιτροπής και των ενδιαφερομένων μερών, αρμόδιοι να αποφασίσουν για την προστασία των επιχειρηματικών απορρήτων της επιχείρησης και των θεμιτών συμφερόντων για τήρηση της εμπιστευτικότητας είναι οι σύμβουλοι ακροάσεων. Τα εν λόγω συμφέροντα πρέπει να σταθμισθούν σε σχέση με το ενδεχόμενο συμφέρον ορισμένων μερών για δημοσιοποίηση των εν λόγω απορρήτων ή, εφόσον πρόκειται για δημοσίευση απόφασης, με το δημόσιο συμφέρον για ενημέρωση της νομικής και επιχειρηματικής κοινότητας σχετικά με την έκβαση της διαδικασίας.

Στην υπόθεση του βελγικού Συλλόγου Αρχιτεκτόνων , λόγω του κινδύνου αντιποίνων, οι σύμβουλοι ακροάσεων αρνήθηκαν την πρόσβαση σε ένα έγγραφο του σχετικού φακέλου, το οποίο θα αποκάλυπτε στα μέρη την ταυτότητα του πληροφοριοδότη.

Το 2004, οι περισσότερες αποφάσεις των συμβούλων ακροάσεων για γνωστοποίηση πληροφοριών δυνάμει εμπιστευτικών, αφορούσαν τη νομιμότητα της δημοσίευσης των τελικών αποφάσεων της Επιτροπής. Με τις εν λόγω αποφάσεις παγιώθηκαν ορισμένες αρχές οι οποίες θα εφαρμόζονται σε μελλοντικές υποθέσεις.

Πρώτον, σύμφωνα με τη νομολογία, σε κάθε αίτηση για τήρηση της εμπιστευτικότητας πρέπει να τεκμηριώνονται οι λόγοι για τους οποίους η επιχείρηση θα υφίστατο σοβαρή βλάβη από την κοινολόγηση των θεωρούμενων ως εμπιστευτικών πληροφοριών.[1] Δεύτερον, ο κίνδυνος να ανακύψει ιδιωτική διαφορά λόγω της δημοσίευσης των σχετικών πληροφοριών δεν αποτελεί αφ’ εαυτού ισχυρό επιχείρημα. Η αποζημίωση που επιδικάζεται λόγω παραβίασης των κανόνων ανταγωνισμού θα αποτελούσε την έννομη και επιθυμητή συνέπεια της εν λόγω αντιανταγωνιστικής συμπεριφοράς.[2] Τρίτον, δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες των συμβούλων ακροάσεων να κρίνουν κατά πόσον είναι απαραίτητη η δημοσίευση ορισμένων αποσπασμάτων των τελικών αποφάσεων για να εξασφαλισθεί η ορθή κατανόησή τους. Η κρισιμότητα μιας δεδομένης πληροφορίας για την πλήρη κατανόηση της απόφασης θα εξετασθεί μόνο εάν το εν λόγω απόσπασμα αποτελεί εμπιστευτική πληροφορία.

Επιπλέον, στη διάρκεια του 2004 καθιερώθηκε μια διαδικασία που εφαρμόζεται πριν από την έκδοση νομικά δεσμευτικών αποφάσεων για την κοινολόγηση εμπιστευτικών πληροφοριών, ώστε να αποφεύγονται όσον το δυνατόν οι νομικές διενέξεις. Σε πρώτη φάση, οι σύμβουλοι ακροάσεων ενδέχεται να διατυπώσουν προκαταρκτική γνώμη. Μόνο εάν αμφισβητηθεί η πρότασή τους αυτή μέσα σε ορισμένη προθεσμία, οι σύμβουλοι ακροάσεων προβαίνουν σε έκδοση δεσμευτικής απόφασης, η οποία μπορεί να προσβληθεί ενώπιον του Πρωτοδικείου. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτή η νέα πρακτική συνέβαλε ώστε να αποφευχθούν οι λεγόμενες διαδικασίες «AKZO», στο πλαίσιο των οποίων οι σύμβουλοι ακροάσεων εκδίδουν επίσημη και δεσμευτική απόφαση εκ μέρους της Επιτροπής για κοινολόγηση δυνάμει εμπιστευτικών πληροφοριών, απόφαση η οποία υπόκειται σε έλεγχο από το Πρωτοδικείο.

Οργάνωση και διεξαγωγή των προφορικών ακροάσεων

Οι προφορικές ακροάσεις παρέχουν στα μέρη την ευκαιρία να συμπληρώσουν τη γραπτή τους απάντηση σχετικά με τα προβλήματα ανταγωνισμού που εντόπισε η Επιτροπή, παρουσιάζοντας τα βασικά ζητήματα προφορικά ενώπιον ευρέως ακροατηρίου και έχοντας την ευκαιρία να απαντήσουν σε ερωτήσεις και να συζητήσουν απευθείας με τις αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής και τους αντιπροσώπους των κρατών μελών. Μπορεί επίσης να αποτελέσει μοναδική ευκαιρία για τους καταγγέλλοντες ή άλλους τρίτους ενδιαφερόμενους που εμπλέκονται στη διαδικασία ώστε να ακούσουν και να σχολιάσουν απευθείας τα ζητήματα που εξετάζονται. Αυτό ακριβώς συνέβη στην περίπτωση της υπόθεσης Microsoft όπου, μετά από έρευνα και γραπτή διαδικασία που διήρκησε πέντε χρόνια, με τρεις κοινοποιήσεις αιτιάσεων, υποβολή γραπτών απαντήσεων και παρατηρήσεων από πολλούς τρίτους ενδιαφερόμενους, οι αντιπρόσωποι όλων των ενδιαφερομένων μερών συναντήθηκαν για πρώτη φορά και επί τρεις μέρες παρουσίασαν τις απόψεις τους και σχολίασαν τις απόψεις των άλλων, προς όφελος όλων των ενδιαφερομένων.

Οι σύμβουλοι ακροάσεων έχουν διαπιστώσει από την εμπειρία τους ότι οι παρουσιάσεις των θέσεων στην προφορική ακρόαση, μαζί με τις ερωτήσεις που τίθενται, οδηγούν σχεδόν πάντοτε σε καλύτερη κατανόηση των ζητημάτων που τίθενται. Ως εκ τούτου, οι σύμβουλοι ακροάσεων επιτελούν σημαντικό έργο με την οργάνωση και διεξαγωγή των προφορικών ακροάσεων στις διαδικασίες που συμπράξεων και συγκεντρώσεων, λόγω της βαρύτητας που έχουν στο πλαίσιο της όλης διαδικασίας. Η ίδια η οργάνωση γίνεται σε στενή συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Όσον αφορά τους συμμετέχοντες, καλούνται οι αρχές ανταγωνισμού των κρατών μελών και όλες οι αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής. Οι σύμβουλοι ακροάσεων καθιέρωσαν και την υποχρέωση συμμετοχής στην ακρόαση του διευθυντή που είναι υπεύθυνος για την εξέταση της υπόθεσης, πράγμα με το οποίο συμφώνησε και ο Επίτροπος.

Κατά την προφορική ακρόαση μπορεί να γίνουν δεκτά και νέα έγγραφα από τους συμβούλους ακροάσεων, εφόσον το ζητήσει η αρμόδια υπηρεσία της Επιτροπής, τα μέρη ή ενδιαφερόμενοι τρίτοι. Οι νέες νομοθετικές διατάξεις που θεσπίστηκαν το 2004, τόσο για τις υποθέσεις συγκεντρώσεων όσο και τις υποθέσεις συμπράξεων, προβλέπουν ρητά τη δυνατότητα υποβολής ερωτήσεων από όλους τους ενδιαφερόμενους υπό την εποπτεία του συμβούλου ακροάσεων. Παρόλο που εξακολουθεί να εφαρμόζεται σε πειραματική βάση, με τη νέα αυτή πρακτική η διαδικασία έχει γίνει πιο διαδραστική.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στην υπόθεση της χλωριούχου χωλίνης, οι σύμβουλοι ακροάσεων έκαναν δεκτά νέα αποδεικτικά στοιχεία κατά την προφορική ακρόαση. Όπως προκύπτει από τις τελικές εκθέσεις που δημοσιεύτηκαν το 2004, μετά την πραγματοποίηση των προφορικών ακροάσεων, επήλθαν αλλαγές στην προσέγγιση των σχετικών υποθέσεων, όπως στην υπόθεση συγκέντρωσης Sony/BMG.

Επιπλέον, με τις προφορικές ακροάσεις ευαισθητοποιούνται περισσότερο οι σύμβουλοι ακροάσεων για τις κρίσιμες πτυχές της συγκεκριμένης υπόθεσης, ώστε να συμμετέχουν πιο ενεργά στα επόμενα στάδια της διαδικασίας, υποβάλλοντας ενδεχομένως παρατηρήσεις για την περαιτέρω διεξαγωγή της, σύμφωνα με την εντολή τους.

Παροχή συμβουλών στον Επίτροπο που είναι υπεύθυνος για την πολιτική ανταγωνισμού

Πρωταρχικό καθήκον των συμβούλων ακροάσεων είναι να εξασφαλίζουν την τήρηση των δικαιωμάτων άμυνας των μερών και την τήρηση των διαδικαστικών κανόνων για όλους τους ενδιαφερόμενους. Ωστόσο, στο πλαίσιο της ενδιάμεσης έκθεσής τους, ή γενικότερα όταν αναφέρονται στον Επίτροπο, ιδίως όσον αφορά τη διεξαγωγή της ακρόασης, οι σύμβουλοι ακροάσεων μπορούν να κάνουν χρήση της δυνατότητας να επιστήσουν την προσοχή του Επιτρόπου σε ένα ουσιαστικό ζήτημα που προέκυψε στη συγκεκριμένη υπόθεση, εφόσον κρίνουν ότι αυτό θα βελτιώσει την ποιότητα της τελικής απόφασης. Το 2004, οι σύμβουλοι ακροάσεων κατέβαλαν προσπάθειες για σύνταξη σαφέστερων τελικών αποφάσεων. Διατύπωσαν παρατηρήσεις σε διάφορες υποθέσεις, ιδίως υποθέσεις καρτέλ, πράγμα που συνέβαλε στη βελτίωση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και, σε τελευταία ανάλυση, της ποιότητας των τελικών αποφάσεων.

Οι σύμβουλοι ακροάσεων συζήτησαν επίσης διάφορα ζητήματα πολιτικής ανταγωνισμού με τον Γενικό Διευθυντή. Οι συζητήσεις αυτές αφορούσαν, μεταξύ άλλων, την αναθεώρηση της ανακοίνωσης της Επιτροπής για την πρόσβαση στον φάκελο, την προσαρμογή των κανόνων σχετικά με τις δηλώσεις που γίνονται στο πλαίσιο της πολιτικής επιεικούς μεταχείρισης, τους κανόνες κοινολόγησης (discovery rules) που εφαρμόζουν τα αλλοδαπά δικαστήρια, με παράλληλο σεβασμό του δικαιώματος πρόσβασης στον φάκελο, και τον ρόλο των συμβούλων ακροάσεων ως δυνάμει μεσολαβητών σε διαφορές μεταξύ της ΓΔ Ανταγωνισμού και των επιχειρήσεων όσον αφορά το απόρρητο των εγγράφων.

I – Συμπράξεις και καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης: άρθρα 81, 82 και 86 της συνθήκης ΕΚ

A – Νομοθετικοί και ερμηνευτικοί κανόνες

1. Εκσυγχρονισμοσ Της Αντιμονοπωλιακησ Νομοθεσιασ: εκτελεστικοσ Κανονισμοσ 773/2004, Κατευθυντηριεσ Γραμμεσ Και Ανακοινωσεισ

1. Την 1η Μαΐου, τέθηκε σε ισχύ το νέο σύστημα εφαρμογής των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης και καταργήθηκε ο κανονισμός 17/62. Σε συμπλήρωση του κανονισμού 1/2003[3] και μετά από εκτενείς διαβουλεύσεις, η Επιτροπή ενέκρινε τη «δέσμη εκσυγχρονιστικών μέτρων», που αποτελείται από ένα νέο κανονισμό της Επιτροπής για τις λεπτομέρειες εφαρμογής των διαδικασιών σε θέματα συμπράξεων και δεσποζουσών θέσεων, καθώς και έξι νέες ανακοινώσεις της Επιτροπής με σκοπό την παροχή οδηγιών για διάφορα ζητήματα που έχουν ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο του νέου συστήματος. Η δέσμη αυτή περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

Εκτελεστικός κανονισμός[4]

2. Ο εκτελεστικός κανονισμός περιέχει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά, ειδικότερα, την κίνηση διαδικασίας, τις προφορικές καταθέσεις, τις καταγγελίες, την ακρόαση των μερών, την πρόσβαση στον φάκελο και τον χειρισμό πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα κατά τις διαδικασίες που διεξάγει η Επιτροπή σε υποθέσεις συμπράξεων και δεσποζουσών θέσεων.

Ανακοίνωση για το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ανταγωνισμού [5]

3. Η ανακοίνωση αυτή θέτει τους κύριους πυλώνες συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής και των αρχών ανταγωνισμού των κρατών μελών στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού (ΕΔΑ). Διατυπώνονται οι αρχές σχετικά με την κατανομή των εργασιών για τις εξεταζόμενες υποθέσεις μεταξύ των μελών του Δικτύου. Στο θέμα αυτό η ανακοίνωση βασίζεται στην κοινή δήλωση του Συμβουλίου και της Επιτροπής[6] που διατυπώθηκε την ημέρα έκδοσης του κανονισμού 1/2003. Έχουν γίνει ειδικές ρυθμίσεις διασύνδεσης για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφοι 2 και 3 και το άρθρο 12 του κανονισμού 1/2003, καθώς και για την εφαρμογή των προγραμμάτων επιεικούς μεταχείρισης. Οι εθνικές αρχές των κρατών μελών[7] έχουν υπογράψει δήλωση ότι θα συμμορφώνονται με τις αρχές που διατυπώνονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής.

Ανακοίνωση για τη συνεργασία με τα εθνικά δικαστήρια [8]

4. Σκοπός της ανακοίνωσης είναι να αποτελέσει πρακτικό εργαλείο για τους εθνικούς δικαστές που εφαρμόζουν τα άρθρα 81 και 82 σύμφωνα με τον κανονισμό 1/2003. Συνοψίζει τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου, διευκρινίζοντας έτσι το διαδικαστικό πλαίσιο στο οποίο εργάζονται οι εθνικοί δικαστές. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στις περιπτώσεις που το εθνικό δικαστήριο εξετάζει μια υπόθεση παράλληλα με την Επιτροπή ή μετά από αυτήν. Επιπλέον, ο κανονισμός 1/2003 καθιερώνει μια ειδική νομική βάση δυνάμει της οποίας οι εθνικοί δικαστές μπορούν να ζητούν τη γνώμη της Επιτροπής ή τις πληροφορίες που διαθέτει, και παρέχει τη δυνατότητα στην Επιτροπή, υπό ορισμένους όρους, να υποβάλει γραπτές και προφορικές παρατηρήσεις στα εθνικά δικαστήρια. Στην ανακοίνωση εξηγείται η λειτουργία αυτών των μηχανισμών συνεργασίας.

Ανακοίνωση σχετικά με τις καταγγελίες [9]

5. Η ανακοίνωση αυτή παρέχει κατ’ αρχάς γενικές πληροφορίες σχετικά με τους ρόλους των αρχών ανταγωνισμού και των δικαστηρίων και καλεί τους καταγγέλοντες να επιλέγουν με κάθε επίγνωση εάν θα απευθυνθούν στην Επιτροπή, σε εθνική αρχή ανταγωνισμού ή σε εθνικό δικαστήριο σύμφωνα με τις οδηγίες που δίνονται. Το μεγαλύτερο μέρος της ανακοίνωσης εξηγεί τον τρόπο που αξιολογεί η Επιτροπή τις καταγγελίες στον τομέα των συμπράξεων και δεσποζουσών θέσεων, καθώς και τις ισχύουσες διαδικασίες. Η ανακοίνωση αναφέρει επίσης μια ενδεικτική προθεσμία τεσσάρων μηνών εντός της οποίας η Επιτροπή προσπαθεί να ενημερώνει τους καταγγέλλοντες αν προτίθεται ή όχι να προβεί σε περαιτέρω διερεύνηση της καταγγελίας.

Ανακοίνωση σχετικά με τις επιστολές καθοδήγησης [10]

6. Ένας από τους στόχους του κανονισμού 1/2003 είναι να επανεστιάσει η Επιτροπή την προσοχή της στον έλεγχο των πλέον σοβαρών παραβάσεων. Η κατάργηση του συστήματος κοινοποιήσεων είναι βασικό στοιχείο στο πλαίσιο αυτό. Ωστόσο, φαίνεται επίσης σκόπιμο σε ορισμένες περιπτώσεις, εφόσον προκύπτει πραγματικά καινοφανές ζήτημα σχετικά με τα άρθρα 81 ή 82, η Επιτροπή να έχει τη δυνατότητα, εφόσον της το επιτρέπουν οι άλλες της προτεραιότητες στον τομέα αυτό, να απευθύνει γραπτές οδηγίες στις επιχειρήσεις (επιστολή καθοδήγησης). Η ανακοίνωση περιέχει λεπτομερείς διευκρινίσεις σχετικά με το μέσο αυτό.

Η ανακοίνωση για τον επηρεασμό του εμπορίου [11]

7. Η έννοια του επηρεασμού του εμπορίου αποτελεί κριτήριο δικαιοδοσίας, από το οποίο εξαρτάται η εφαρμογή των άρθρων 81 και 82. Προσδιορίζει επίσης το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 του κανονισμού 1/2003. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη εξέφρασαν ισχυρή επιθυμία να εκδοθεί μια ερμηνευτική ανακοίνωση για την έννοια αυτή. Στην ανακοίνωση περιγράφεται η υπάρχουσα σχετική νομολογία, χωρίς να επιδιώκεται επουδενί περιορισμός της δικαιδοσίας εφαρμογής των άρθρων 81 και 82. Επίσης, τίθεται ένα ποσοτικό όριο το οποίο η Επιτροπή θεωρεί, στις δικές της διαδικασίες, ότι αποτελεί μαχητό τεκμήριο, όταν ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων εντός της Κοινότητας, στα προϊόντα που καλύπτει η συμφωνία, δεν υπερβαίνει τα 40 εκατομμύρια ευρώ και το (συνολικό) μερίδιο αγοράς των μερών σε κάθε επηρεαζόμενη σχετική αγορά εντός της Κοινότητας δεν υπερβαίνει το 5%.

Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 [12]

8. Ένας από τους βασικούς πυλώνες της εκσυγχρονιστικής μεταρρύθμισης είναι η εξουσία εφαρμογής του άρθρου 81 παράγραφος 3 από τα δικαστήρια και τις αρχές ανταγωνισμού των κρατών μελών. Η ανακοίνωση προβλέπει ένα πλαίσιο για την εφαρμογή της διάταξης αυτής της συνθήκης και παρέχει οδηγίες για την εφαρμογή καθεμιάς από τις τέσσερις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται σωρευτικά. Απαριθμούνται οι διάφορες μορφές βελτίωσης της αποτελεσματικότητας που μπορεί να αποτελούν αντικειμενικά οικονομικά οφέλη κατά την έννοια που ορίζει η πρώτη προϋπόθεση. Επίσης επεξηγείται η έννοια των καταναλωτών και η απαίτηση να εξασφαλίζουν δίκαιο τμήμα από την εν λόγω βελτίωση της αποτελεσματικότητας που προκύπτει από τη συμφωνία. Οι αντιανταγωνιστικές πτυχές της συμφωνίας αναλύονται βάσει του άρθρου 81 παράγραφος 1, ενώ τα θετικά για τον ανταγωνισμό στοιχεία της αναλύονται και σταθμίζονται σε σχέση με τα αντιανταγωνιστικά βάσει του άρθρου 81 παράγραφος 3.

2. Κανονισμοσ και κατευθυντηριεσ οδηγιεσ σχετικα με την απαλλαγη κατά κατηγορία των συμφωνιών μεταφορας τεχνολογιασ

9. Στο πλαίσιο της θεμελιώδους μεταρρύθμισης των κανόνων εφαρμογής της κοινοτικής αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, η Επιτροπή ενέκρινε στις 7 Απριλίου νέους κανόνες, και συγκεκριμένα ένα νέο κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία, τον κανονισμό ΕΚ αριθ. 772/2004 (στο εξής «κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία»)[13], και μια σειρά κατευθυντήριων γραμμών[14] σχετικά με τη μεταβίβαση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, τεχνογνωσίας και δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας λογισμικού. Από την 1η Μαΐου 2004 καλύπτονται καλύτερα οι συμφωνίες παροχής αδειών εκμετάλλευσης, καθώς πολλές συμφωνίες απαλλάσσονται από τη διαδικασία ατομικής εξέτασης. Οι νέοι κανόνες διευκολύνουν την παροχή αδειών εκμετάλλευσης και περιορίζουν τις κανονιστικές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα αποτελεσματικό έλεγχο όσον αφορά τη μεταβίβαση αδειών εκμετάλλευσης μεταξύ επιχειρήσεων που κατέχουν σημαντική ισχύ στην αγορά. Με τους νέους κανόνες προωθείται η διάδοση της τεχνολογίας εντός της ΕΕ συμβάλλοντας έτσι στην εκπλήρωση των στόχων της Λισσαβόνας.

10. Οι νέοι κανόνες αποτέλεσαν αντικείμενο εκτεταμένων διαβουλεύσεων[15], κατά τις οποίες οι ενδιαφερόμενοι έδειξαν ζωηρό ενδιαφέρον και υπέβαλαν εμπεριστατωμένες και υψηλής ποιότητας εισηγήσεις. Με τις νέες διατάξεις αντικαθίσταται ο κανονισμός 240/96[16], ο οποίος είχε επικριθεί για το περιορισμένο πεδίο εφαρμογής του και τον τυπολατρικό του χαρακτήρα. Οι νέοι κανόνες ευθυγραμμίζονται απόλυτα με τη νέα γενιά κανονισμών απαλλαγής κατά κατηγορία της Επιτροπής και έχουν τα ακόλουθα γενικά χαρακτηριστικά:

11. Ο κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία περιέχει μόνο μία «μαύρη λίστα»[17]: ό,τι δεν αποκλείεται ρητά από την απαλλαγή κατά κατηγορία, τώρα πλέον απαλλάσσεται, πράγμα που αφήνει στις επιχειρήσεις περισσότερα περιθώρια να καταρτίζουν συμφωνίες αδειών εκμετάλλευσης ανάλογα με τις εμπορικές τους ανάγκες.

12. Οι νέοι κανόνες καλύπτουν όλες τις μορφές συμφωνιών μεταφοράς τεχνολογίας για την παραγωγή αγαθών ή υπηρεσιών: όχι μόνο τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και την τεχνογνωσία, αλλά και τα σχέδια και υποδείγματα, καθώς και τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας λογισμικού. Όσον αφορά τις συμφωνίες για τις οποίες η Επιτροπή δεν εξουσιοδοτείται να εκδώσει κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία[18], όπως στην περίπτωση των κοινοπραξιών εκμετάλλευσης ευρεσιτεχνιών και των αδειών εκμετάλλευσης πνευματικής ιδιοκτησίας γενικά, οι κατευθυντήριες οδηγίες δίνουν σαφείς ενδείξεις ως προς την πολιτική εφαρμογής που θα ακολουθεί στο μέλλον·

13. Οι νέοι κανόνες διακρίνουν σαφώς τις άδειες εκμετάλλευσης μεταξύ ανταγωνιστών (που είναι πιθανότερο να βλάψουν τον ανταγωνισμό) από τις άδειες εκμετάλλευσης μεταξύ μη ανταγωνιστών. Έτσι, η απαρίθμηση των περιορισμών ιδιαίτερης σοβαρότητας διαφέρει μεταξύ αυτών των δύο κατηγοριών·

14. Ο κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία καλύπτει μόνο τις συμφωνίες που αντιστοιχούν σε ορισμένα ανώτατα όρια μεριδίων αγοράς, και συγκεκριμένα 20% σωρευτικά για τις συμφωνίες μεταξύ ανταγωνιστών και 30% για κάθε συμμετέχοντα όσον αφορά τις συμφωνίες μεταξύ μη ανταγωνιστών. Τα μερίδια αγοράς πρέπει να υπολογίζονται τόσο για την επηρεαζόμενη αγορά (ή αγορές) σχετικών προϊόντων όσο και για την αγορά των σχετικών τεχνολογιών[19]·

15. Μια συμφωνία παραχώρησης άδειας εκμετάλλευσης δεν μπορεί να υπαχθεί στον κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία, αν περιέχει έναν από τους λεγόμενους «ιδιαίτερης σοβαρότητας» περιορισμούς του ανταγωνισμού·

16. Ορισμένοι περιορισμοί αποκλείουν την απαλλαγή κατά κατηγορία, η οποία όμως μπορεί να εξακολουθήσει να ισχύει για το υπόλοιπο μέρος της συμφωνίας[20].

17. Κατά την απαρίθμηση των ιδιαίτερης σοβαρότητας περιορισμών στο άρθρο 4 του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία, προσδιορίζονται οι περιορισμοί που αποκλείουν την απαλλαγή κατά κατηγορία για το σύνολο της συμφωνίας, και για τους οποίους είναι επίσης απίθανη η ατομική απαλλαγή του άρθρου 81 παράγραφος 3[21].

18. Για τις άδειες εκμετάλλευσης μεταξύ ανταγωνιστών, ιδιαίτερης σοβαρότητας περιορισμοί είναι: α) ο καθορισμός τιμών, β) ο περιορισμός της παραγωγής, γ) η κατανομή των αγορών ή της πελατείας, δ) ο περιορισμός του δικαιοδόχου ως προς την εκμετάλλευση της δικής του τεχνολογίας και ε) ο περιορισμός των μερών ως προς την πραγματοποίηση Ε&Α (εκτός αν απαιτείται για να εμποδισθεί η διάδοση της παραχωρηθείσας τεχνογνωσίας). Για τις άδειες εκμετάλλευσης μεταξύ μη ανταγωνιστών, ιδιαίτερης σοβαρότητας περιορισμοί είναι: α) ο κάθετος καθορισμός των τιμών, β) ο περιορισμός των παθητικών πωλήσεων του δικαιοδόχου και γ) ο περιορισμός των ενεργητικών και παθητικών πωλήσεων του δικαιοδόχου εντός συστήματος επιλεκτικής διανομής. Τόσο για τις άδειες εκμετάλλευσης μεταξύ ανταγωνιστών όσο και μεταξύ μη ανταγωνιστών, το άρθρο 4 περιέχει ειδικές εξαιρέσεις από την παραπάνω απαρίθμηση.

19. Στις κατευθυντήριες γραμμές αναφέρεται ρητά ότι οι συμφωνίες που δεν εμπίπτουν στο πεδίο του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία δεν τεκμαίρεται ότι είναι παράνομες, υπό τον όρο ότι η συγκεκριμένη συμφωνία δεν περιέχει ιδιαίτερης σοβαρότητας περιορισμό. Ιδιαίτερα, δεν υπάρχει τεκμήριο εφαρμογής του άρθρου 81 παράγραφος 1, απλώς και μόνο λόγω υπέρβασης του ανωτάτου ορίου μεριδίων αγοράς, αλλά απαιτείται ατομική αξιολόγηση με βάση τις αρχές που περιγράφονται στις κατευθυντήριες γραμμές.

20. Για να υπάρχει προβλεψιμότητα πέραν της εφαρμογής του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία, και να περιοριστούν οι λεπτομερείς αναλύσεις μόνο στις υποθέσεις όπου υπάρχει πιθανότητα εμφάνισης πραγματικών προβλημάτων ανταγωνισμού, η Επιτροπή δημιούργησε ένα δεύτερο πλαίσιο κάλυψης εντός των κατευθυντήριων γραμμών. Θεωρεί ότι εκτός των ιδιαίτερης σοβαρότητας περιορισμών, δεν υπάρχουν πιθανότητες παράβασης του άρθρου 81, εφόσον, εκτός από τις τεχνολογίες που ελέγχουν τα μέρη της συμφωνίας, υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερις τεχνολογίες ανεξάρτητες που μπορούν να υποκαταστήσουν την παραχωρούμενη τεχνολογία με ανάλογο κόστος για τον χρήστη.

21. Οι κατευθυντήριες γραμμές παρέχουν όχι μόνο ένα γενικό πλαίσιο για την ανάλυση των συμφωνιών παραχώρησης αδειών εκμετάλλευσης, αλλά και ειδικά τμήματα για την εφαρμογή του άρθρου 81 σε διάφορες μορφές περιορισμών που περιέχουν οι εν λόγω συμφωνίες, ιδίως όσον αφορά τις υποχρεώσεις καταβολής δικαιωμάτων εκμετάλλευσης, τις συμφωνίες αποκλειστικών αδειών εκμετάλλευσης και τους περιορισμούς των πωλήσεων, τους περιορισμούς της παραγωγής, τους περιορισμούς τομέα χρήσης, τους περιορισμούς δέσμιας χρήσης, τις ρήτρες δέσμευσης και ομαδικής πώλησης και τις υποχρεώσεις μη ανταγωνισμού. Περιέχουν επίσης ένα τμήμα για την αξιολόγηση των κοινοπραξιών εκμετάλλευσης τεχνολογίας[22].

3. Κανονισμοι απαλλαγησ κατά κατηγορια στον τομεά των μεταφορων

3.1 Θαλάσσιες μεταφορές

Αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4056/86

22. Η Επιτροπή σημείωσε σημαντική πρόοδο στην αναθεώρηση του κανονισμού 4056/86 που είχε αρχίσει τον Μάρτιο του 2003. Ο εν λόγω κανονισμός αποτελεί εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού στις θαλάσσιες μεταφορές, και ένα από τα βασικά ζητήματα που προκύπτουν με την αναθεώρησή του είναι κατά πόσον εξακολουθούν να ισχύουν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες δικαιολογείται η απαλλαγή του καθορισμού τιμών και της ρύθμισης της μεταφορικής ικανότητας από ναυτιλιακές διασκέψεις.

23. Κατόπιν διεξοδικών διαβουλεύσεων (υποβλήθηκαν 36 εισηγήσεις ως απάντηση στο έγγραφο διαβούλευσης και πραγματοποιήθηκε μια δημόσια ακρόαση), στις 28 Μαΐου, σε ανεπίσημη συνάντηση με τις αρχές ανταγωνισμού και μεταφορών από τα κράτη μέλη, η Επιτροπή συζήτησε την μέχρι στιγμής έκβαση της διαδικασίας αναθεώρησης. Στις 13 Οκτωβρίου, η Επιτροπή κατέληξε σε έγκριση μιας Λευκής Βίβλου[23], στην οποία συνάγεται ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες της αγοράς και με βάση τις τέσσερις προϋποθέσεις του άρθρου 81 παράγραφος 3, που πρέπει να πληρούνται σωρευτικά, δεν υπάρχουν οικονομικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι ισχύουν ακόμη οι λόγοι στους οποίους βασίστηκε η απαλλαγή κατά κατηγορία κατά τον χρόνο έκδοσης του κανονισμού το 1986. Στη βάση αυτή, η Επιτροπή εξέτασε το ενδεχόμενο να προτείνει κατάργηση της ισχύουσας απαλλαγής κατά κατηγορία για τις ναυτιλιακές διασκέψεις. Στη Λευκή Βίβλο, ωστόσο, η Επιτροπή άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο εφαρμογής εναλλακτικών συστημάτων σε σχέση με το ισχύον σύστημα ναυτιλιακών διασκέψεων για τις γραμμές από και προς την ΕΕ. Οι παρέχοντες υπηρεσίες τακτικών γραμμών, που εκπροσωπούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση Τακτικών Ναυτιλιακών Γραμμών (ELAA), έχουν ήδη διατυπώσει συγκεκριμένες ιδέες σχετικά με ένα τέτοιο πλαίσιο. Ωστόσο, προτού παγιώσει τη θέση της σχετικά με τις ιδέες αυτές, η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους, καθώς και να προτείνουν εναλλακτικές λύσεις.

Εκσυγχρονισμός του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 823/2000 της Επιτροπής (κοινοπραξίες)

24. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 823/2000 για την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιριών τακτικών γραμμών (κοινοπραξίες) προβλέπει απαλλαγή κατά κατηγορία για τις συμφωνίες κοινοπραξιών στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. Στόχος της συμφωνίας κοινοπραξίας μεταξύ δύο ή περισσοτέρων εταιριών που εκμεταλλεύονται πλοία τα οποία εκτελούν τακτικά δρομολόγια διεθνών θαλάσσιων μεταφορών, είναι να επιτευχθεί συνεργασία για την από κοινού εκμετάλλευση μιας υπηρεσίας θαλάσσιων μεταφορών, ώστε να βελτιωθεί η παραγωγικότητα και η ποιότητα της υπηρεσίας τακτικών δρομολογίων και να διευκολυνθεί η χρησιμοποίηση σε μεγαλύτερο βαθμό των εμπορευματοκιβωτίων και η κατά το δυνατόν πιο αποτελεσματική χρήση της χωρητικότητας των σκαφών.

25. Δεδομένου ότι ο κανονισμός αυτός λήγει στις 25 Απριλίου 2005, η Επιτροπή άρχισε τον Ιούνιο δημόσια διαβούλευση[24] σχετικά με τις διάφορες εναλλακτικές δυνατότητες μελλοντικής θέσπισης νομοθεσίας στον τομέα αυτό, και ιδίως για να μάθει τις γνώμες των παραγόντων του κλάδου, των κρατών μελών και άλλων ενδιαφερομένων τρίτων. Η διαβούλευση αυτή έγινε στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης αναθεώρησης της απαλλαγής κατά κατηγορία για τις συμφωνίες μεταξύ ναυτιλιακών διασκέψεων που περιέχεται στον κανονισμό 4056/86. Στις 23 Δεκεμβρίου, η Επιτροπή δημοσίευσε ένα προκαταρκτικό σχέδιο κανονισμού για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) 823/2000, και κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να στείλουν τις παρατηρήσεις τους[25].

3.2 Αεροπορικές μεταφορές

Επέκταση των εξουσιών εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού στον τομέα των διεθνών αεροπορικών μεταφορών - τροποποίηση των κανονισμών ΕΟΚ αριθ. 3975/87 και 3976/87

26. Στις 26 Φεβρουαρίου, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 411/2004[26] που τροποποιεί τους δύο ισχύοντες κανονισμούς στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών[27] και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1/2003. Κατ’ ουσίαν ο κανονισμός 1/2003 θα εφαρμόζεται έτσι και στις αεροπορικές μεταφορές μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και τρίτων χωρών. Επιπλέον, διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού του Συμβουλίου με τον οποίο η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κανονισμούς απαλλαγής κατά κατηγορίες σε ορισμένες απαριθμούμενες δραστηριότητες αεροπορικών μεταφορών (που αφορούν επίσης τα δρομολόγια μεγάλων αποστάσεων). Πριν από την έκδοση του κανονισμού αυτού, η Επιτροπή δεν είχε πραγματικές εξουσίες εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών μεταξύ ΕΕ και τρίτων χωρών, παρόλο που δεν υπήρχε αμφιβολία για την ισχύ των κανόνων ανταγωνισμού και σ’ αυτές τις διαδρομές.[28] Με την εφαρμογή του κανονισμού 1/2003 σε όλες τις αεροπορικές μεταφορές, ανεξαρτήτως των διαδρομών που αφορούν, οι αεροπορικές μεταφορές εντάσσονται τελικά στο γενικό πλαίσιο της εφαρμογής της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας. Ο κανονισμός 411/2004 άρχισε να ισχύει από την 1η Μαΐου, μαζί με τη δέσμη εκσυγχρονιστικών ρυθμίσεων.

Αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 1617/93

27. Το βασικό στοιχείο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1617/93 της Επιτροπής, του οποίου η ισχύς λήγει στις 30 Ιουνίου 2005, είναι η ισχύουσα σήμερα απαλλαγή των διασκέψεων της ΙΑΤΑ για τους ναύλους στις εντός της ΕΕ διαδρομές. Το έτος αυτό, η Επιτροπή άρχισε την αναθεώρηση του κανονισμού 1617/93 και στις 30 Ιουνίου δημοσίευσε ένα έγγραφο διαβούλευσης με το οποίο καλεί τις κυβερνήσεις, τους παράγοντες του κλάδου και τους καταναλωτές να υποβάλουν σχόλια και στοιχεία σχετικά με τα βασικά ζητήματα που σχετίζονται με την αξιολόγηση των εν λόγω διασκέψεων για τους ναύλους βάσει του άρθρου 81 παράγραφος 3.

28. Η Επιτροπή έλαβε και ανέλυσε συνολικά 52 απαντήσεις. Από την ανάλυση αυτή προέκυψε η ανάγκη πιο εμπεριστατωμένης διερεύνησης ορισμένων ζητημάτων. Γι’ αυτό εκπονήθηκε ένα έγγραφο συζήτησης, ώστε οι σχετικές αποφάσεις να ληφθούν υπό συνθήκες διαφάνειας και να δοθεί η δυνατότητα στις δημόσιες αρχές και στον κλάδο να υποβάλουν τις τελικές παρατηρήσεις τους.

4. Αναθεωρηση Των Διαδικαστικων Κανονων: Νεα Ανακοινωση Για Την Προσβαση Στον Φακελο

29. Η πρόσβαση στον φάκελο αποτελεί σημαντικό στοιχείο της διαδικασίας και εγγύηση των δικαιωμάτων άμυνας σε όλες τις υποθέσεις συμπράξεων και συγκεντρώσεων που αποτελούν αντικείμενο διαφοράς. Όταν η Επιτροπή προβαίνει σε κοινοποίηση αιτιάσεων, η πρόσβαση των μερών στον φάκελο τους παρέχει τη δυνατότητα να γνωρίσουν τα αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκονται στον φάκελο της Επιτροπής προκειμένου να διατυπώσουν λυσιτελώς τις προτάσεις τους επί των συμπερασμάτων στα οποία κατέληξε η Επιτροπή[29]. Για να είναι περισσότερο διαφανής και σαφής η διαδικασία που ακολουθεί η Επιτροπή κατά την εξέταση των αιτήσεων πρόσβασης στον φάκελο[30], η Επιτροπή άρχισε την αναθεώρηση της ισχύουσας ανακοίνωσης για την πρόσβαση στο φάκελο, η οποία χρονολογείται από το 1997[31]. Έχοντας την εμπειρία από την εφαρμογή της ανακοίνωσης αυτής, για την αναθεώρηση λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις τόσο στην πρακτική της Επιτροπής[32] όσο και στην πρόσφατη νομολογία[33]. Σκοπός της αναθεώρησης είναι επίσης να εναρμονισθούν οι κανόνες πρόσβασης στον φάκελο με τους εκσυγχρονισμένους κανόνες περί συμπράξεων, δεσποζουσών θέσεων και συγκεντρώσεων, καθώς και με την τρέχουσα εντολή των συμβούλων ακροάσεων[34].

30. Μετά από συζήτηση με τα κράτη μέλη, η Επιτροπή δημοσίευσε στις 21 Οκτωβρίου ένα σχέδιο ανακοίνωσης για τους κανόνες πρόσβασης στον φάκελο της Επιτροπής σε διαδικασίες συμπράξεων, δεσποζουσών θέσεων και συγχωνεύσεων[35] και άρχισε νέα δημόσια διαβούλευση σχετικά με το εν λόγω σχέδιο, στο πλαίσιο της οποίας υποβλήθηκαν περίπου 20 εισηγήσεις, κυρίως από νομικούς, αλλά και από ενώσεις καταναλωτών και εργατικά σωματεία.

31. Τα βασικά στοιχεία του σχεδίου αυτού είναι:

32. διάκριση μεταξύ του δικαιώματος πρόσβασης στον φάκελο (των μερών στα οποία απευθύνεται η κοινοποίηση αιτιάσεων) και της πρόσβασης σε ορισμένα έγγραφα (για τους καταγγέλλοντες σε διαδικασίες συμπράξεων και δεσποζουσών θέσεων και για άλλα εμπλεκόμενα μέρη σε διαδικασίες συγκεντρώσεων)·

33. ορισμός του τι συνιστά «φάκελο της Επιτροπής» και σαφής διάκριση μεταξύ προσπελάσιμων και μη προσπελάσιμων εγγράφων·

34. διάκριση διαδικασιών συμπράξεων και δεσποζουσών θέσεων αφενός και συγκεντρώσεων αφετέρου ως προς το χρονικό σημείο κατά το οποίο επιτρέπεται η πρόσβαση στον φάκελο·

35. περιγραφή των διαδικασιών για τη μεταχείριση εμπιστευτικών πληροφοριών και για την πραγματοποίηση της πρόσβασης στο φάκελο, καθώς και των διαδικασιών για την επίλυση διαφωνιών σχετικά με τις αιτήσεις τήρησης εμπιστευτικότητας, ιδίως όσον αφορά τον ρόλο του συμβούλου ακροάσεων.

B – Εφαρμογη των αρθρων 81, 82 και 86

1. Καταχρηση δεσποζουσασ θεσησ (αρθρο 82 EΚ)

1.1 Αποφάσεις

CEWAL

26. Στις 30 Απριλίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση με την οποία επέβαλε πρόστιμο 3,4 εκατ. ευρώ στη βελγική ναυτιλιακή εταιρεία Compagnie Maritime Belge (“CMB”). Το πρόστιμο αυτό επεβλήθη λόγω του ρόλου της CMB στην καταχρηστική συμπεριφορά της διάσκεψης Central West Africa Lines (CEWAL), της οποίας η CMB ήταν μέλος, στα τέλη της δεκαετίας του 1980[36].

27. Προηγούμενη απόφαση[37] της Επιτροπής, με την οποία ήδη είχε επιβάλει πρόστιμα σε τέσσερα μέλη της CEWAL, και στην CMB, εν μέρει ακυρώθηκε από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) ως προς τα πρόστιμα[38]. Το ΔΕΚ έκρινε ότι η Επιτροπή είχε διαπράξει διαδικαστικό σφάλμα παραλείποντας να αναφέρει σαφώς στις αιτιάσεις που προηγούνταν της εν λόγω απόφασης ότι προτίθετο να επιβάλει πρόστιμα σε τέσσερα μέλη της CEWAL.

28. Για να αποφευχθεί η ατιμωρησία των παραβάσεων (η προσφυγή κατά των πορισμάτων ως προς τις παραβάσεις απορρίφθηκε τόσο από το ΔΕΚ όσο και από το Πρωτοδικείο), η Επιτροπή εξέδωσε νέα απόφαση, με την οποία επέβαλε στη CMB πρόστιμο στο πλαίσιο διαδικασίας σύμφωνης με το σκεπτικό του ΔΕΚ[39]. Η απόφαση αυτή βασίζεται πλήρως στα πραγματολογικά πορίσματα της πρώτης απόφασης.

29. Ο υπολογισμός του προστίμου βασίζεται σε εκτίμηση της επίπτωσης της επίδικης συμπεριφοράς της CMB σε σύγκριση με την εμπλοκή των λοιπών μελών της CEWAL. Το επιβληθέν πρόστιμο ήταν χαμηλότερο του προηγούμενου, διότι δεν ελήφθησαν πλέον υπόψη ορισμένα επιβαρυντικά στοιχεία που ίσχυαν όταν εξεδόθη η πρώτη απόφαση.

Clearstream [40]

30. Στις 2 Ιουνίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση με την οποία έκρινε ότι η Clearstream Banking AG και η μητρική της, Clearstream International SA (“Clearstream”), παραβίαζαν το άρθρο 82 ΕΚ με το να αρνούνται την παροχή διασυνοριακών υπηρεσιών εκκαθάρισης και διακανονισμού τίτλων[41] προς την Euroclear Bank SA (“Euroclear Bank”) και με το να εφαρμόζουν διακρίσεις ως προς τις τιμές εις βάρος του πελάτη αυτού.

31. H Clearstream Banking AG αποτελεί στη Γερμανία το μοναδικό κεντρικό αποθετήριο αξιών (Wertpapiersammelbank)[42]. Η Επιτροπή έκρινε ότι κατά την περίοδο αναφοράς, 1997-2001, η Clearstream κατείχε δεσπόζουσα θέση στην παροχή διασυνοριακών υπηρεσιών εκκαθάρισης και διακανονισμού προς μεσάζοντες εγκατεστημένους στα λοιπά κράτη μέλη.

32. Η άρνηση παροχής υπηρεσιών αφορούσε ονομαστικές μετοχές[43] που είχαν εκδοθεί κατά τη γερμανική νομοθεσία. Αν και η νομοθεσία περί ανταγωνισμού αναγνωρίζει στις επιχειρήσεις την ελευθερία να επιλέγουν τους εταίρους τους, οι εταιρείες που κατέχουν δεσπόζουσα θέση υπέχουν ειδική ευθύνη. Στην προκειμένη περίπτωση, η συμπεριφορά της Clearstream χαρακτηρίσθηκε ως άρνηση παροχής υπηρεσιών, διότι:

- η Clearstream Banking AG αποτελεί το μοναδικό τελικό αποθετήριο τίτλων στη Γερμανία, με συλλογική φύλαξη των τίτλων, η οποία αποτελεί σήμερα τη μοναδική μορφή φύλαξης των εισηγμένων μετοχών. Η είσοδος νέων φορέων στον τομέα αυτόν θεωρείται εξωπραγματική για το προβλεπτό μέλλον. Ως εκ τούτου, η Clearstream Banking AG μπορεί να θεωρηθεί ως αναπόφευκτος εταίρος·

- η Euroclear Bank δεν μπορούσε να εξασφαλίσει αλλιώς τις υπηρεσίες που ζητούσε· και

- η συμπεριφορά της Clearstream είχε ως αποτέλεσμα τη φαλκίδευση της ικανότητας της Euroclear Bank να παρέχει αποδοτικές διασυνοριακές υπηρεσίες εκκαθάρισης και διακανονισμού σε πελάτες στην ενιαία αγορά.

33. Η Euroclear Bank εξασφάλισε τις υπηρεσίες που ζητούσε τον Νοέμβριο του 2001, δηλαδή δύο έτη και πλέον αφότου τις ζήτησε. Σε όλο αυτό το διάστημα, η Clearstream Banking AG αρνήθηκε να παράσχει στην Euroclear Bank υπηρεσίες εκκαθάρισης και διακανονισμού για ονομαστικές μετοχές. Η παρελκυστική συμπεριφορά της Clearstream έναντι της Euroclear Bank έρχεται σε αντίθεση με τη συνήθη πρακτική, κατά την οποία εντός το πολύ τεσσάρων μηνών παρείχε σε ανάλογους πελάτες υπηρεσίες εκκαθάρισης και διακανονισμού.

34. Όσον αφορά την εφαρμογή διακρίσεων στις τιμές, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, από τον Ιανουάριο του 1997 έως τον Ιανουάριο του 2002, η Clearstream χρέωσε στην Euroclear Bank, για ισοδύναμες υπηρεσίες, υψηλότερες τιμές ανά πράξη σε σύγκριση με άλλα αποθετήρια εκτός Γερμανίας. Η Επιτροπή εξέτασε λεπτομερώς το περιεχόμενο και το κόστος των παρασχεθεισών υπηρεσιών, με σκοπό να αποφανθεί αν η διαφορά στις τιμές θα μπορούσε να δικαιολογηθεί, αλλά κατέληξε στο αντίθετο συμπέρασμα.

35. Η Επιτροπή αποφάσισε να μην επιβάλει πρόστιμα. Μεταξύ άλλων, η Επιτροπή έλαβε υπόψη της το γεγονός ότι δεν υπάρχει κοινοτική νομολογία αναφερόμενη στην ανάλυση της εκκαθάρισης και του διακανονισμού από τη σκοπιά του ανταγωνισμού. Ακόμη, μεταξύ των διαφόρων φορέων διεξάγεται ευρεία συζήτηση με σκοπό τον ορισμό του ρόλου των διαφόρων πρωταγωνιστών στον τομέα αυτόν.

Microsoft

36. Στις 24 Μαρτίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση απαγόρευσης με πρόστιμα κατά της Microsoft Corporation (“Microsoft”), δυνάμει του άρθρου 82 ΕΚ[44]. Η απόφαση αυτή κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η Microsoft είχε κάνει κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της στον τομέα των λειτουργικών συστημάτων προσωπικών υπολογιστών (PC)[45] κατά δύο τρόπους:

(1) Άρνηση παροχής πληροφοριών λειτουργικής διασύνδεσης

37. Η Microsoft απέκρυβε από τους ανταγωνιστές της, στον τομέα των λειτουργικών συστημάτων διακομιστή για ομάδα εργασίας, τις πληροφορίες που ήσαν απαραίτητες για την πλήρη λειτουργική διασύνδεση των προϊόντων τους με το δικό της, δεσπόζον, λειτουργικό σύστημα Windows. Ενώ η Microsoft είχε προηγουμένως αποκαλύψει τις πληροφορίες αυτές κατά την ένταξή της στην εν λόγω αγορά, στη συνέχεια υιοθέτησε μια πολιτική άρνησης παροχής των πληροφοριών αυτών στους ανταγωνιστές της, οπότε διέκοψε την μέχρι τότε ροή των πληροφοριών αυτών. Το 1998, η Microsoft απέρριψε επίσημη αίτηση της Sun για την παροχή τέτοιων πληροφοριών λειτουργικής διασύνδεσης. Μετά από εκτεταμένη έρευνα της αγοράς, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πληροφορίες αυτές ήσαν απαραίτητες για την ανάπτυξη ανταγωνισμού στην αγορά των λειτουργικών συστημάτων διακομιστή για ομάδα εργασίας και ότι, με την απόκρυψη των πληροφοριών αυτών, η Microsoft κατέκτησε δεσπόζουσα θέση, με κίνδυνο να εξαλειφθεί κάθε απομένων ανταγωνισμός στην αγορά αυτή. Ακόμη, η Επιτροπή συμπέρανε ότι η άρνηση της Microsoft να δίδει τις πληροφορίες αυτές περιόριζε την τεχνική ανάπτυξη, επί ζημία των καταναλωτών: Εάν οι ανταγωνιστές είχαν πρόσβαση στις αποκρυπτόμενες πληροφορίες, θα ήσαν σε θέση να παρέχουν στους καταναλωτές νέα, εξελιγμένα προϊόντα χωρίς να αντιγράφουν τα αντίστοιχα της Microsoft.

(2) Συνδυασμένη αγορά Windows Media Player και Windows

38. Η Microsoft έβλαψε τον ανταγωνισμό στην αγορά της συνεχούς αναπαραγωγής πολυμέσων, συνδυάζοντας το δεσπόζον λειτουργικό της σύστημα Windows PC με ένα χωριστό προϊόν της, το Windows Media Player. Αυτή η πρακτική έδωσε στο Windows Media Player τη δυνατότητα να ακολουθεί παντού το σύστημα Windows, πράγμα που οδηγούσε τεχνητά τους παρόχους προγραμμάτων και σχεδιαστές λογισμικού στο να βασίζονται στην τεχνολογία των Windows Media, μη επιτρέποντας έτσι στους ανταγωνιστές της στην αγορά των μέσων συνεχούς αναπαραγωγής να ανταγωνίζονται βάσει των πλεονεκτημάτων των δικών τους προϊόντων. Η εκδοθείσα απόφαση της Επιτροπής καταδεικνύει ότι η Microsoft επέτυχε σαφές προβάδισμα έναντι των ανταγωνιστών της αφότου άρχισε να εφαρμόζει την ως άνω στρατηγική, στα μέσα του 1999.

39. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η καταχρηστική συμπεριφορά της Microsoft αποτελεί σοβαρότατη παράβαση της κοινοτικής νομοθεσίας περί ανταγωνισμού και επέβαλε στη Microsoft πρόστιμο ύψους 497,196 εκατ. ευρώ[46].

40. Για να τεθεί τέρμα στην ως άνω παράβαση, η Επιτροπή ζήτησε από τη Microsoft να λάβει τα εξής διορθωτικά μέτρα:

- Αποκάλυψη των σχετικών πληροφοριών και παροχή της δυνατότητας να χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη συμβατών λειτουργικών συστημάτων διακομιστή για ομάδα εργασίας (“διορθωτικό μέτρο επαν διαλειτουργικότητας”).

- Διάθεση εκδοχής του λειτουργικού συστήματος Windows PC η οποία να μην περιέχει το Windows Media Player (“διορθωτικό μέτρο αποσύνδεσης των συστημάτων”). Έτσι, οι κατασκευαστές προσωπικών υπολογιστών και οι καταναλωτές θα μπορούν να αποκτούν το σύστημα Windows με το σύστημα αναπαραγωγής της αρεσκείας τους.

- Ακόμη, υποχρέωση της Microsoft να υποβάλει πρόταση για τη σύσταση μηχανισμού παρακολούθησης μέσω καταπίστευσης. Η Microsoft υπέβαλε ήδη σχετική πρόταση.

41. Η Microsoft υπέβαλε αίτηση ακύρωσης της απόφασης της Επιτροπής ενώπιον του Πρωτοδικείου[47], καθώς και αίτηση ασφαλιστικών μέτρων με σκοπό την αναστολή της λήψης των διορθωτικών μέτρων επανόρθωσης της διαλειτουργικότητας και αποσύνδεσης των συστημάτων της έως ότου εκδικασθεί η αίτηση ακύρωσης[48]. Η Επιτροπή αποφάσισε να μην επιδιώξει τη λήψη των ως άνω μέτρων έως ότου εκδοθεί η απόφαση του Προέδρου του Πρωτοδικείου σχετικά με την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων της Microsoft[49]. Στις 22 Δεκεμβρίου, ο Πρόεδρος απέρριψε εν τω συνόλω την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων της Microsoft[50].

Πλαίσιο 2: Εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού στις υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας και ευρυζωνικής σύνδεσης με το Διαδίκτυο Το 2004, ο ανταγωνισμός στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών εντάθηκε , με έντονη επέκταση σε ορισμένα τμήματα της αγοράς[51]. Στη διευρυμένη ΕΕ των 25 κρατών μελών, οι δύο βασικοί συντελεστές της επέκτασης ήσαν οι ευρυζωνικές υπηρεσίες σταθερής τηλεφωνίας και οι υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας, με τις πρώτες να υπερακοντίζουν τις δεύτερες. Όσον αφορά τις δραστηριότητες της Επιτροπής για την καταπολέμηση των μονοπωλίων, αυτές εστιάσθηκαν στους ως άνω, μείζονος σημασίας, τομείς. Εντός του νέου κανονιστικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, το οποίο ετέθη σε ισχύ στις 25 Ιουλίου 2003, η πολιτική ανταγωνισμού συνεχίζει να διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο στην ευθυγράμμιση του πλαισίου αυτού με τις αρχές της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Στον τομέα των ευρυζωνικών υπηρεσιών Διαδικτύου, οι ενέργειες της Επιτροπής σχετικά με εικαζόμενη συμπίεση των περιθωρίων κέρδους οδήγησε την Deutsche Telekom - τον παραδοσιακό διαχειριστή των γραμμών σταθερής τηλεφωνίας στη Γερμανία - σε σημαντική μείωση των τελών χρησιμοποίησης των γραμμών της[52]. Υπό το πρίσμα αυτών των μειωμένων τελών, η Επιτροπή ήταν σε θέση να ολοκληρώσει την έρευνά της για την εικαζόμενη κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης που διαθέτει Deutsche Telekom στην αγορά σε ό,τι αφορούσε την παροχή ευρυζωνικής πρόσβασης στο δίκτυό της σταθερών τηλεπικοινωνιών. Η Επιτροπή εδέχθη τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η Deutsche Telekom να θέση τέρμα στη συμπίεση των περιθωρίων κέρδους, από την 1η Απριλίου 2004 και σε μόνιμη βάση[53]. Όσον αφορά τις υπηρεσίες κινητών τηλεπικοινωνιών, η Επιτροπή εξέδωσε στις 26 Ιουλίου δύο κοινοποιήσεις αιτιάσεων, οι οποίες αναφέρονταν στη διεθνή περιαγωγή στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι ως άνω αιτιάσεις αφορούσαν τις χονδρικές τιμές που χρέωναν οι O2 και Vodafone στους άλλους παρόχους υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας για διεθνή περιαγωγή. Βάσει της έρευνας που διεξήγαγε, η Επιτροπή έκρινε ότι και οι δύο αυτές εταιρείες χρέωναν αδικαιολόγητες και υπερβολικές τιμές, η Vodafone από το 1997 και έως τουλάχιστον τον Σεπτέμβριο του 2003, και η Ο2 από το 1998 και έως τουλάχιστον τον Σεπτέμβριο του 2003[54]. Τέλος, όσον αφορά τις υπηρεσίες διεθνούς περιαγωγής, η Επιτροπή εξετάζει και τις επιπτώσεις που έχουν στον ανταγωνισμό οι πρόσφατες στρατηγικές συμμαχίες στον τομέα της κινητής τηλεφωνίας (“Freemove” και “Starmap”). |

1.2 Εξέταση άλλων υποθέσεων και απόρριψη καταγγελιών

Interbrew (κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης)[55]

42. Στις 30 Απριλίου, η Επιτροπή ολοκλήρωσε τις έρευνες βάσει του άρθρου 82 που είχε αρχίσει το 1999, με δική της πρωτοβουλία, σχετικά με τη συμπεριφορά της Interbrew NV (σήμερα Inbev NV) απέναντι στους Βέλγους χονδρεμπόρους μπύρας, αφότου η Interbrew ανέλαβε ορισμένες δεσμεύσεις. Πιο συγκεκριμένα, η Interbrew δεσμεύθηκε να τροποποιήσει τα συστήματα εκπτώσεων και τις συμφωνίες εταιρικής σχέσης και εμπορικών συναλλαγών με τους χονδρεμπόρους, έτσι ώστε οι ανταγωνιστές προμηθευτές να μην εμποδίζονται από τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό με την Interbrew στο Βέλγιο.

43. Κατά πρώτον, η Interbrew συμφώνησε καταστήσει πλήρως διαφανές, για όλους τους χονδρεμπόρους, το τυποποιημένο σύστημα εκπτώσεων όγκου που εφαρμόζει, παρά να τους γνωστοποιεί απλώς τα ποσοστά έκπτωσης που αντιστοιχούν στο φάσμα όπου εμπίπτουν οι αγορές τους για τα διάφορα είδη μπύρας και τα ποσοστά για τις ποσότητες άνω και κάτω του φάσματος αυτού. Ένα άλλο σύστημα εκπτώσεων, το οποίο έχει δημιουργηθεί ειδικά για τους χονδρεμπόρους που είναι διατεθειμένοι να πωλούν τα διάφορα είδη μπύρας της Interbrew στα εξαρτώμενα από αυτούς σημεία λιανικής πώλησης, θα τροποποιηθεί και αυτό, έτσι ώστε να μην αυξάνονται πλέον οι εκπτώσεις ανάλογα με τον αριθμό των σημείων πώλησης, αλλά να αντιστοιχούν σε ένα πάγιο ποσό ανά εκατόλιτρο κάθε είδους μπύρας, ανεξάρτητα από τον αριθμό των σημείων πώλησης.

44. Στο πλαίσιο των συμφωνιών εταιρικής σχέσης της Interbrew, αυτή δεν θα έχει πλέον πρόσβαση στα εμπιστευτικά επαγγελματικά δεδομένα των χονδρεμπόρων, ούτε και το δικαίωμα να προβάλλει προσκόμματα στην προσφορά ανταγωνιστή για την εξαγορά της επιχείρησης χονδρεμπόρου με σκοπό να υποβάλει η ίδια αντίστοιχη προσφορά (κατάργηση του «δικαιώματος πρώτης άρνησης»). Τέλος, και σχετικά με τις εμπορικές συμφωνίες με τις οποίες η Interbrew παρέχει στους χονδρεμπόρους κίνητρα, όπως οικονομική ενίσχυση ή τεχνουργήματα, με αντάλλαγμα την προώθηση των προϊόντων της, η Interbrew δέχθηκε α) να καταργήσει κάθε απαίτηση αποκλειστικότητας, β) να καταστήσει τα κριτήρια επιλεξιμότητας πλήρως διαφανή και γ) να δηλώσει σαφώς ότι τα ίδια κίνητρα θα ισχύουν για όλους ανεξαιρέτως τους χονδρεμπόρους .

Scandlines κατά Port of Helsingborg[56] και Sundbusserne κατά Port of Helsingborg[57]

45. Στις 23 Ιουλίου, η Επιτροπή εξέδωσε δύο αποφάσεις[58] με τις οποίες απέρριπτε δύο καταγγελίες εκ μέρους εταιρειών πορθμείων – της Scandlines Sverige AB και της Sundbusserne AS – κατά του λιμένα του Helsingborg, στη Σουηδία. Αυτές οι δύο παράλληλες καταγγελίες αναφέρονταν σε εικαζόμενες καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσεις κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ, μέσω υπερβολικών λιμενικών τελών τα οποία επιβάλλονταν από τον λιμένα του Helsingborg για υπηρεσίες που παρέχονταν σε εταιρείες πορθμείων που λειτουργούσαν στη διαδρομή Helsingborg–Elsinore, μεταξύ Σουηδίας και Δανίας.

46. Μετά από εξονυχιστική έρευνα, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα διαθέσιμα στοιχεία δεν αρκούσαν για να αποδειχθεί κατά τις απαιτήσεις του νόμου ότι τα επίδικα τέλη ήσαν υπερβολικά. Οι εκδοθείσες αποφάσεις αναδεικνύουν γενικότερες δυσχέρειες στην εφαρμογή του άρθρου 82 ΕΚ σε υποθέσεις υπερβολικών τιμών, ιδίως δε σε υποθέσεις όπου δεν υπάρχουν αξιοποιήσιμα στοιχεία αναφοράς. Επειδή δε η υφιστάμενη σχετικά νομολογία είναι μάλλον περιορισμένη[59], οι αποφάσεις αυτές είναι δυνατόν να αποτελέσουν χρήσιμα στοιχεία αναφοράς κατά τον προσδιορισμό της οικονομικής αξίας μιας υπηρεσίας και του αν η ζητούμενη τιμή είναι υπερβολική/αδικαιολόγητη, οπότε και στοιχειοθετείται κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ.

Τιμές τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας KPN[60]

47. Η Επιτροπή γνωστοποίησε στους καταγγελλόμενους ότι η MCI απέσυρε την καταγγελία της στις 21 Οκτωβρίου και ότι η ίδια η Επιτροπή δεν προτίθεται να προβεί σε άλλες ενέργειες στην υπόθεση αυτή. Στις 22 Μαρτίου 2002 εξεδόθη κοινοποίηση αιτιάσεων όπου υποστηριζόταν ότι η KPN Mobile είχε αρνηθεί να δώσει τη δυνατότητα άμεσης διασύνδεσης σε ανεξάρτητους παρόχους και ότι είχε αρχίσει να συμπιέζει το περιθώριο μεταξύ των χονδρικών τιμών της για τον τερματισμό των κλήσεων σύνδεσης και των λιανικών τιμών για τις υπηρεσίες εικονικού ιδιωτικού δικτύου κινητής τηλεφωνίας (MVPN - Mobile Virtual Private Network). Όταν αποφάσιζε να μη συνεχίσει αυτεπαγγέλτως την εξέταση της υπόθεσης, η Επιτροπή έλαβε υπόψη της το γεγονός ότι οι ενέργειες της ολλανδικής ρυθμιστικής αρχής OPTA είχαν εν των μεταξύ οδηγήσει σε εύλογου ύψους προσφορά άμεσης διασύνδεσης εκ μέρους της KPN Mobile. Επίσης, και οι χονδρικές τιμές διασύνδεσης κινητής τηλεφωνίας είχαν και αυτές μειωθεί στην Ολλανδία, η δε OPTA διεξήγε περαιτέρω ανάλυση των αγορών για τα τέλη τερματισμού κλήσεων στα επιμέρους δίκτυα κινητής τηλεφωνίας στο πλαίσιο της νέας ρύθμισης για τις ηλεκτρονικές τηλεπικοινωνίες που θεσπίσθηκε στην Ολλανδία την άνοιξη του 2004. Τέλος, η Επιτροπή, με τις έρευνές της, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στο συγκεκριμένο πλαίσιο των υπηρεσιών MVPN δεν μπορούσε να στοιχειοθετηθεί κατά τα δέοντα συμπίεση των περιθωρίων κέρδους δυνάμει του άρθρου 82 ΕΚ.

B2/Telia[61]

48. Τον Νοέμβριο, η B2 Bredband AB (B2) απέσυρε την καταγγελία της κατά της TeliaSonera AB, τον παραδοσιακό πάροχο υπηρεσιών τηλεπικοινωνίας στη Σουηδία. Στη συνέχεια, η Επιτροπή έκλεισε την υπόθεση αυτή. Τον Δεκέμβριο του 2003, η Επιτροπή απηύθυνε κοινοποίηση αιτιάσεων προς την TeliaSonera, υποστηρίζοντας ότι η εταιρεία αυτή είχε καταχρασθεί τη δεσπόζουσα θέση της εφαρμόζοντας επιθετική τιμολογιακή πολιτική κατά την υποβολή προσφοράς για μια μεγάλη σύμβαση για την κατασκευή και διαχείριση ευρυζωνικού δικτύου οπτικών ινών με σκοπό την παροχή υψηλών ταχυτήτων πρόσβαση στο Διαδίκτυο στην περιοχή του Malmö. Η Επιτροπή υποστήριζε ότι η προσφορά της TeliaSonera ήταν εσκεμμένα κάτω του κόστους και δεν επέτρεπε στον διαχειριστή του δικτύου να αποσβέσει τις επενδύσεις και τα έξοδά του από την παροχή των έργων υποδομής και των υπηρεσιών που εντάσσονταν στη σύμβαση αυτή, καθώς και ότι, με τις προσφερόμενες τιμές, η TeliaSonera εμπόδιζε την εκτέλεση εναλλακτικών έργων υποδομής και την είσοδο ανταγωνιστών στην αντίστοιχη αγορά. Ωστόσο, μετά από πρόσθετες έρευνες που επακολούθησαν μετά την κοινοποίηση αιτιάσεων, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν μπορούσε να στοιχειοθετηθεί με επαρκή βεβαιότητα το ότι η TeliaSonera κατείχε δεσπόζουσα θέση στις αντίστοιχες αγορές κατά τη χρονική στιγμή της υποβολής της ως άνω προσφοράς.

2. Συμπραξεισ Πλαίσιο 3: Επισκόπηση της εφαρμογής των κειμένων διατάξεων κατά των συμπράξεων ιδιαίτερης σοβαρότητας Κατά το 2004, η Επιτροπή συνέχισε να δίδει έμφαση στις ενέργειές της κατά των συμπράξεων που είχε αναλάβει κατά τα τρία προηγούμενα έτη με την έκδοση 6 αποφάσεων κατά παράνομων οριζόντιων συμφωνιών, όπου εμπλέκονταν 30 επιχειρήσεις. Οι υποθέσεις αυτές αφορούσαν: υδραυλικούς χαλκοσωλήνες, γλυκονικό νάτριο, γαλλική μπύρα, ακατέργαστο καπνό στην Ισπανία, μεταλλικά ψιλικά είδη/Βελόνες και χλωρίδιο της χολίνης[62]. Με τις αποφάσεις αυτές επεβλήθησαν πρόστιμα συνολικού ύψους 390 εκατ. ευρώ. Κατά το παρελθόν έτος, σημειώθηκαν ορισμένες εξελίξεις στον αγώνα κατά των συμπράξεων. Αξίζει να επισημανθούν τρεις πτυχές, και συγκεκριμένα οι εξελίξεις στον τομέα της επιείκειας, οι συνέπειες της εφαρμογής του κανονισμού 1/2003 κατά των συμπράξεων και η αποσαφήνιση των κανόνων που διέπουν το νομικό απόρρητο. Επιείκεια Η ανακοίνωση επιείκειας του 2002[63] συνέχισε να αποτελεί σημαντικό μέσο για την εφαρμογή των κειμένων διατάξεων. Ο μεγάλος αριθμός των υποθέσεων που προέκυψαν από την ως άνω ανακοίνωση επιείκειας καταδεικνύει ότι αυτή είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική, και πολύ περισσότερο σε σύγκριση με την αντίστοιχη του 1996. Οι περισσότερες από τις υποθέσεις που καταλήγουν σήμερα στην έκδοση απόφασης διεκπεραιώνονται βάσει της εν λόγω ανακοίνωσης του 2002[64]. Κανονισμός (EΚ) αριθ. 1/2003 Η θέση σε ισχύ του κανονισμού 1/2003 τον Μάιο[65] ενίσχυσε σημαντικά τις εξουσίες έρευνας της Επιτροπής. Αξίζει να επισημανθούν τρεις βασικές πτυχές: Πρώτον, ο κανονισμός αυτός επεκτείνει τις εξουσίες έρευνας της Επιτροπής και στους χώρους πέραν των επαγγελματικών, συμπεριλαμβάνοντας και την ιδιωτική κατοικία των μελών του προσωπικού μιας επιχείρησης, εφόσον υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι στους χώρους αυτούς φυλάσσονται επαγγελματικά έγγραφα[66]. Οι σχετικές έρευνες μπορούν να διεξάγονται μόνο μετά από σχετική εξουσιοδότηση των εθνικών δικαστικών αρχών του εμπλεκόμενου κράτους μέλους. Δεύτερον, οι εξουσίες έρευνας της Επιτροπής ενισχύονται με τη δυνατότητα που της παρέχεται να σφραγίζει τους επαγγελματικούς χώρους για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται για τη διεξαγωγή των ερευνών[67]. Τρίτον, η Επιτροπή απέκτησε ρητές εξουσίες να εξετάζει προφορικά κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συγκατατίθεται προς τούτο, για τους σκοπούς των ερευνών[68]. Νομικό απόρρητο Μετά από προσφυγή της Επιτροπής, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου ακύρωσε, με απόφασή του της 27ης Σεπτεμβρίου[69], τη (μερική) αναστολή της εκτέλεσης μιας απόφασης της Επιτροπής η οποία απέρριπτε την αίτηση αναγνώρισης του νομικού απορρήτου, το οποίο είχε πριν αναγνωρισθεί από το Πρωτοδικείο στο πλαίσιο της σχετικής υπόθεσης[70]. Ένας φάκελος με έγγραφα ο οποίος είχε κατασχεθεί κατά την έρευνα ενώ τα μέρη υποστήριζαν ότι καλυπτόταν από το νομικό απόρρητο[71], και ο οποίος είχε κρατηθεί στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου, επεστράφη στην Επιτροπή. Το ΔΕΚ σημείωσε τη δέσμευση της Επιτροπής να μην κοινολογήσει τα επίδικα έγγραφα σε τρίτους μέχρις ότου ολοκληρωθεί η κύρια διαδικασία. Επειδή δε η καινοφανής προσέγγιση που ανέπτυξαν τα μέρη σε σχέση με το πεδίο εφαρμογής του νομικού απορρήτου δεν έχει επιβεβαιωθεί από τα κοινοτικά δικαστήρια, η Επιτροπή συνεχίζει να διεξάγει τις έρευνεας όπως πριν, βάσει της ισχύουσας νομολογίας[72], η οποία, κατά τη γνώμη της Επιτροπής, παραμένει έγκυρη και ενδεδειγμένη. |

Υδραυλικοί χαλκοσωλήνες[73]

49. Στις 3 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση με την οποία διαπίστωνε ότι οι κορυφαίοι παραγωγοί υδραυλικών χαλκοσωλήνων στην Ευρώπη, Boliden AB (μαζί με τις πρώην θυγατρικές Boliden Fabrication AB και Boliden Cuivre & Zinc SA), Halcor SA, HME Nederland BV, IMI plc (μαζί με τις (πρώην) θυγατρικές IMI Kynoch Ltd. και IMI Yorkshire Copper Tube Ltd.), KM Europa Metal AG (μαζί με τις υπό την πλήρη κυριότητά της θυγατρικές Europa Metalli SpA και Tréfimétaux SA), Mueller Industries, Inc. (μαζί με τις θυγατρικές WTC Holding Company, Inc., Mueller Europe Ltd., DENO Holding Company, Inc. και DENO Acquisition EURL), Outokumpu Oyj (μαζί με την υπό την πλήρη κυριότητά της θυγατρική Outokumpu Copper Products Oy) και Wieland Werke AG (μαζί με τις θυγατρικές Austria Buntmetall AG και Buntmetall Amstetten Ges.m.b.H.), είχαν παραβεί τους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού λόγω της συνεννόησής τους να καθορίζουν τις τιμές και τα μερίδια στην αγορά των υδραυλικών χαλκοσωλήνων στον ΕΟΧ. Μετά από έρευνα που άρχισε το 2001, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η παράβαση διήρκεσε από το μέσα του 1998 έως τις αρχές του 2001.

50. Το σχετικό προϊόν χρησιμοποιείται πρωτίστως στην κατασκευαστική βιομηχανία, για τις εγκαταστάσεις παροχής νερού, πετρελαίου, αερίου και θέρμανσης. Κυριότεροι πελάτες είναι οι διανομείς, χονδρέμποροι και λιανέμποροι που πωλούν τους σωλήνες αυτούς στους εγκαταστάτες και λοιπούς πελάτες τους. Η συνολική αγοραία αξία των απλών και των πλαστικοποιημένων υδραυλικών χαλκοσωλήνων ανήλθε το 2000 στον ΕΟΧ σε 1.151 εκατ. ευρώ, με αντίστοιχα μερίδια 970,1 και 180,9 εκατ. ευρώ.

51. Το συνολικό ύψος των προστίμων που επιβλήθηκαν στις εμπλεκόμενες στην υπόθεση αυτή επιχειρήσεις ανήλθε σε 222,3 εκατ. ευρώ. Με εξαίρεση την HME Nederland BV, όλες οι άλλες επιχειρήσεις συνεργάσθηκαν με την Επιτροπή κατά τις έρευνες, βάσει της ανακοίνωσης επιείκειας του 1996. Η Επιτροπή χορήγησε απαλλαγή από τα πρόστιμα στον όμιλο Mueller, μείωση του προστίμου κατά 50% στην Outokumpu, κατά 35% στον όμιλο KME και στον όμιλο Wieland, 15% στη Halcor και 10% στον όμιλο IMI καθώς και στον όμιλο Boliden, λόγω της συνεργασίας τους. Το υψηλότερο πρόστιμο επιβλήθηκε στις εταιρείες του ομίλου KME, συνολικά 67,08 εκατ. ευρώ. Στον όμιλο Wieland επιβλήθηκε πρόστιμο 27,8411 εκατ. ευρώ, στον όμιλο IMI 44,98 εκατ. ευρώ, στην Outokumpu 36,14 εκατ. ευρώ, στη Boliden 32,6 εκατ. ευρώ, στη Halcor 9,16 εκατ. ευρώ και στην HME 4,49 εκατ. ευρώ. Οι Outokumpu και KME ανταμείφθηκαν με μείωση των προστίμων λόγω της συνεργασίας τους εκτός ανακοίνωσης επιείκειας του 1996. Η Outokumpu υπήρξε η πρώτη επιχείρηση που αποκάλυψε τη συνολική διάρκεια της σύμπραξης, ανερχόμενη σε 12 έτη και πλέον, και η KME η πρώτη που αποκάλυψε αποφασιστικής σημασίας στοιχεία σε σχέση με τη συνεργασία ως προς τους πλαστικοποιημένους υδραυλικούς χαλκοσωλήνες. Από την άλλη πλευρά, η Outokumpu επιβαρύνθηκε λόγω υποτροπής, δεδομένου ότι για αυτή είχε εκδοθεί και άλλη απόφαση της Επιτροπής, με την οποία καταδικαζόταν σύμπραξη στον τομέα του ανοξείδωτου χάλυβα το 1990, το δε πρόστιμό της επαυξήθηκε προς αποτροπή μελλοντικής υποτροπής.

Γλυκανικό νάτριο[74]

52. Στις 29 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμα 19,04 εκατ. Ευρώ σε τέσσερις εταιρείες του ομίλου Jungbunzlauer, λόγω της συμμετοχής τους στον καθορισμό των τιμών και των μεριδίων της αγοράς του γλυκανικού νατρίου, μιας χημικής ουσίας που χρησιμοποιείται κυρίως για τον καθαρισμό μετάλλων και γυαλιού.

53. Η εκδοθείσα απόφαση συμπληρώνει μια πρώτη απόφαση που εξεδόθη το 2001[75] και η οποία διαπίστωνε ότι έξι εταιρείες, με μία από τον όμιλο Jungbunzlauer, συμμετείχαν από το 1987 έως το 1995 σε μυστική σύμπραξη. Όσον αφορά την εταιρεία του ομίλου Jungbunzlauer, η απόφαση του 2001 απεσύρθη το 2002 λόγω πραγματολογικού σφάλματος στην αιτιολογική έκθεση της απόφασης σχετικά με την ευθύνη της για την παράβαση.

54. Οι εταιρείες που συμμετείχαν στη σύμπραξη για το γλυκανικό νάτριο κάλυπταν σχεδόν το σύνολο της παγκόσμιας παραγωγής. Η παράβαση ήταν ιδιαίτερα σοβαρή, ο δε όμιλος Jungbunzlauer παραβίαζε τους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού επί επτά έτη. Για τον προσδιορισμό του ύψους του προστίμου, η Επιτροπή έλαβε υπόψη της το περιορισμένο μέγεθος της αγοράς του γλυκανικού νατρίου. Ακόμη, ο όμιλος Jungbunzlauer έτυχε έκπτωσης επί του προστίμου του λόγω του ότι συνεργάσθηκε με την Επιτροπή, βάσει της ανακοίνωσης επιείκειας του 1996.

Γαλλική μπύρα[76]

55. Στις 29 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση απαγόρευσης με πρόστιμα, βάσει του άρθρου 81 παρ. 1 της Συνθήκης ΕΚ, κατά δύο ομίλων ζυθοποιίας, του Brasseries Kronenbourg και της μητρικής του εταιρείας, Groupe Danone, αφενός, και του ομίλου Heineken France (πρώην Sogebra) και της μητρικής του εταιρείας Heineken NV, αφετέρου, λόγω του ότι είχαν συνάψει συμφωνία «εκεχειρίας» με σκοπό να διαμοιρασθούν την εκτός εγκαταστάσεων αγορά[77] στη Γαλλία και να θέσουν τέρμα στον πόλεμο προσεταιρισμού των χονδρεμπόρων. Ωστόσο, η συμφωνία αυτή ουδέποτε εφαρμόσθηκε.

56. Συνολικά, η παράβαση θεωρήθηκε ιδιαίτερα σοβαρή. Η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμο 1 εκατ. ευρώ στη Heineken France και στη Heineken NV, και πρόστιμο 1,5 εκατ. Ευρώ στον όμιλο Danone και στην Brasseries Kronenbourg, με επιβαρυντικό στοιχείο την υποτροπή.

Ακατέργαστος καπνός στην Ισπανία[78]

57. Στις 20 Οκτωβρίου, η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμα συνολικού ύψους 20 εκατ. ευρώ σε τέσσερις ισπανικές επιχειρήσεις επεξεργασίας ακατέργαστου καπνού (Cetarsa, Agroexpansión, World Wide Tobacco España και Taes), καθώς και σε μία ιταλική (Deltafina), λόγω της σύναψης συμφωνίας βλαπτικής του ανταγωνισμού, η οποία σκοπό είχε τον καθορισμό των μέσων μέγιστων τιμών που θα καταβάλλονταν στους Ισπανούς παραγωγούς ακατέργαστου καπνού, καθώς και των ποσοτήτων που θα αγοράζονταν. Η σύμπραξη αυτή διήρκεσε από το 1996 έως το 2001. Από το 1998 και μετά, οι μεταποιητές δημιούργησαν ένα περίτεχνο σύστημα εφαρμογής και παρακολούθησης. Από το 1999 και μετά, συμφώνησαν μεταξύ τους και το φάσμα των τιμών που επρόκειτο τότε να διαπραγματευθούν για τον ακατέργαστο καπνό με τους εκπροσώπους των παραγωγών, με σκοπό την ένταξη των τιμών αυτών στις τυποποιημένες συμβάσεις καλλιέργειας, οι οποίες παρέχουν το πλαίσιο για τον προσδιορισμό των τελικών τιμών του ακατέργαστου καπνού κατά την παράδοση. Οι μητρικές εταιρείες των Agroexpansión και WWTE θεωρήθηκε ότι ήσαν υπεύθυνες από κοινού και εις ολόκληρον για τη συμπεριφορά των θυγατρικών τους.

58. Με την ίδια απόφαση, η Επιτροπή απαγόρευσε και μια σύμπραξη την οποία αποτελούσαν οι ενώσεις των παραγωγών ακατέργαστου καπνού (ASAJA, UPA, COAG and CCAE). Η Επιτροπή έκρινε ότι, κατά την ίδια περίοδο, είχαν συμφωνήσει τα φάσμα τιμών και τις ελάχιστες τιμές για τον ακατέργαστο καπνό, τις οποίες στη συνέχεια θα διαπραγματεύονταν συλλογικά με τους μεταποιητές κατά τη συζήτηση των τυποποιημένων συμβάσεων καλλιέργειας, επέβαλε δε σε καθεμία από τις ενώσεις αυτές συμβολικό πρόστιμο 1.000 ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη την επίδραση που είχε στη συμπεριφορά τους το εθνικό κανονιστικό πλαίσιο. Τούτο ελήφθη υπόψη ως ελαφρυντικό και κατά τον προσδιορισμό των προστίμων για τους μεταποιητές.

Μεταλλικά είδη ψιλικών/Βελόνες[79]

59. Στην απόφαση που εξέδωσε στις 26 Οκτωβρίου, η Επιτροπή διαπίστωνε ότι τρεις επιχειρήσεις και οι θυγατρικές τους, και συγκεκριμένα οι William Prym GmbH & Co. KG και Prym Consumer GmbH & Co. KG, Coats Holdings Ltd και J & P Coats Ltd, και Entaco Ltd και Entaco Group Ltd, είχαν συνάψει ορισμένες γραπτές, επίσημα διμερείς, συμφωνίες μεταξύ 10ης Σεπτεμβρίου 1994 και 31ης Δεκεμβρίου 1999, οι οποίες στην πράξη αποτελούσαν τριμερείς συμφωνίες με τις οποίες οι επιχειρήσεις αυτές μοιράζονταν ή επιχειρούσαν να μοιρασθούν τις αγορές για προϊόντα (μεταλλικά ψιλικά είδη) και από γεωγραφική άποψη (βελόνες). Ακόμη, οι εν λόγω επιχειρήσεις έλαβαν μέρος σε διμερείς ή τριμερείς συσκέψεις μεταξύ 10ης Μαΐου 1993 και 8ης Νοεμβρίου 2001.

60. Η Επιτροπή θεμελίωσε την απόφασή της ιδίως στην ύπαρξη όρων αμοιβαίας ισχύος στις προαναφερόμενες συμφωνίες. Οι όροι αυτοί ανανεώνονταν κατά διαστήματα.

61. Η Επιτροπή προσδιόρισε τρεις σχετικές αγορές: α) την ευρωπαϊκή αγορά των βελονών για ράψιμο στο χέρι και για εργόχειρο (μαζί με τις ειδικές βελόνες), η οποία είχε μοιρασθεί τόσο ως προς τα προϊόντα όσο και από γεωγραφική άποψη, β) την ευρωπαϊκή αγορά των «άλλων προϊόντων ραπτικής και πλεξίματος, συμπεριλαμβανόμενων των καρφιτσών και των καρφοτσών/βελονών πλεξίματος», και γ) την ευρωπαϊκή αγορά των λοιπών μεταλλικών ψιλικών ειδών, συμπεριλαμβανόμενων των φερμουάρ και λοιπών συστημάτων κλεισίματος ενδυμάτων, ενώ και στις δύο αυτές περιπτώσεις η αντίστοιχη αγορά είχε μοιρασθεί μόνο μεταξύ 10ης Σεπτεμβρίου 1994 και 13ης Μαρτίου 1997.

62. Η παράβαση ήταν ιδιαίτερα σοβαρή από τη φύση της, διότι αφορούσε τον καταμερισμό αγορών για πολλά προϊόντα και γεωγραφικών αγορών. Οι συμφωνίες καταμερισμού των αγορών για προϊόντα συνάπτονταν σε διάφορα επίπεδα, δηλαδή τόσο κατά την παραγωγή όσο και κατά τη διανομή (χονδρική και λιανική), δεδομένου ότι η Coats ήταν κυρίως διανομέας βελονών, αλλά και στις λιανικές πωλήσεις ανταγωνιζόταν τις Prym και Entaco μέσω του εμπορικού σήματος “Milward” για τις λιανικές πωλήσεις βελονών.

63. Βάσει της ανακοίνωσης επιείκειας του 1996, η Επιτροπή χορήγησε στην Entaco πλήρη απαλλαγή από τα πρόστιμα τα οποία άλλως θα της είχε επιβάλει, λόγω του ότι ενημέρωσε την Επιτροπή για την ύπαρξη των συμφωνιών κατανομής της αγοράς και έδωσε αποφασιστικής σημασίας αποδεικτικά στοιχεία, χωρίς τα οποία πιθανώς η παράβαση δεν θα είχε στοιχειοθετηθεί. Στις Coats και Prym, από κοινού και εις ολόκληρον υπεύθυνες με τις θυγατρικές τους, επιβλήθηκε, σε καθεμία, πρόστιμο 30 εκατ. ευρώ.

Χλωρίδιο της χολίνης[80]

64. Στις 9 Δεκεμβρίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση κατά των Akzo Nobel NV, Akzo Nobel Nederland BV, Akzo Nobel Chemicals International BV, Akzo Nobel Chemicals BV και Akzo Nobel Functional Chemicals BV, από κοινού και εις ολόκληρον, Chinook Group Limited Partnership και Chinook Group Limited, από κοινού και εις ολόκληρον, BASF AG, Bioproducts Incorporated, DuCoa LP και UCB SA.

65. Οι ως άνω επιχειρήσεις είχαν παραβιάσει τους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού συμμετέχοντας σε σύμπραξη στον τομέα του χλωριδίου της χολίνης. Όσον αφορά τον ΕΟΧ, η εν λόγω σύμπραξη λειτουργούσε σε δύο διαφορετικά, αλλά σε στενή σχέση, επίπεδα, το παγκόσμιο και το ευρωπαϊκό. Στο παγκόσμιο επίπεδο, όλοι οι παραγωγοί κατά των οποίων εξεδόθη η προαναφερόμενη απόφαση συμμετείχαν σε βλαπτικές του ανταγωνισμού δραστηριότητες, οι οποίες αφορούσαν τον ΕΟΧ μεταξύ Ιουνίου 1992 και Απριλίου 1994. Οι δραστηριότητες αυτές περιελάμβαναν τον καθορισμό και τις αυξήσεις των τιμών παγκοσμίως, την κατανομή των αγορών παγκοσμίως, τον έλεγχο των διανομέων και των μεταποιητών και την ανταλλαγή ευαίσθητων εμπορικών πληροφοριών.

66. Οι παραγωγοί της Βόρειας Αμερικής δεν έλαβαν μέρος στις περαιτέρω βλαπτικές του ανταγωνισμού συσκέψεις που πραγματοποιήθηκαν με τη συμμετοχή αυστηρά Ευρωπαίων παραγωγών με σκοπό τον συντονισμό της τακτικής τους στην ευρωπαϊκή αγορά. Οι συσκέψεις αυτές πραγματοποιήθηκαν μεταξύ Μαρτίου 1994 και Οκτωβρίου 1998, ασχολήθηκαν δε, μεταξύ άλλων, με τον καθορισμό και τις αυξήσεις των τιμών (τόσο στον ΕΟΧ συνολικά όσο και στις επιμέρους εθνικές αγορές και έναντι των μεμονωμένων πελατών), με την κατανομή των πελατών μεταξύ των συμμετεχόντων, την κατανομή των μεριδίων σε ολόκληρη την αγορά του ΕΟΧ μεταξύ των επιχειρήσεων, τον έλεγχο των διανομέων και των μεταποιητών και την ανταλλαγή ευαίσθητων εμπορικών πληροφοριών.

67. Το μέγεθος της παγκόσμιας αγοράς του χλωριδίου της χολίνης, το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως για την παρασκευή ζωοτροφών, υπολογιζόταν το 1997, έτος που καλύφθηκε πλήρως με παραβάσεις, σε 183,7 εκατ. ευρώ, με 52,6 εκατ. ευρώ να αντιστοιχούν στον ΕΟΧ. Κατά την περίοδο αναφοράς, οι παραγωγοί που εμπλέκονταν στις παραβάσεις έλεγχαν το 80% και πλέον της παγκόσμιας αγοράς. Οι εμπλεκόμενοι Ευρωπαίοι παραγωγοί έλεγχαν σχεδόν το 80% της αγοράς στον ΕΟΧ.

68. Οι παραγωγοί της Βόρειας Αμερικής έπαυσαν να συμμετέχουν στις παραβάσεις με τη λήξη μιας παγκόσμιας συνόδου που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 14ης και 20ής Απριλίου 1994. Η πρώτη ερευνητική ενέργεια της Επιτροπής πραγματοποιήθηκε στις 26 Μαΐου 1999. Επειδή δε είχαν ήδη παρέλθει πέντε έτη από τη λήξη της συμμετοχής των παραγωγών της Βόρειας Αμερικής (Bioproducts, Chinook και DuCoa) στις παραβάσεις, δεν επιβλήθηκαν σε αυτούς πρόστιμα.

69. Η Επιτροπή επέβαλε στους Ευρωπαίους παραγωγούς τα εξής πρόστιμα: 20,99 εκατ. ευρώ από κοινού και εις ολόκληρον στις Akzo Nobel NV, Akzo Nobel Nederland BV, Akzo Nobel Chemicals International BV, Akzo Nobel Chemicals BV και Akzo Nobel Functional Chemicals BV. 34,97 εκατ. ευρώ στην BASF AG και 10,38 εκατ. ευρώ στην UCB SA.

3. Άλλες συμφωνιεσ και εναρμονισμενεσ πρακτικεσ

3.1 Αποφάσεις της Επιτροπής

Air France/Alitalia[81]

70. Στις 7 Απριλίου, η Επιτροπή ενέκρινε τη συνεργασία Air France και Alitalia, υπό τον όρο της ανάληψης σημαντικών δεσμεύσεων εκ μέρους των μερών. Οι όροι που ετέθησαν στη σχετική απόφαση αποσκοπούν στη μείωση των εμποδίων στην είσοδο νέων εταιρειών στον αντίστοιχο τομέα, και στην προσφορά σε αυτούς πραγματικών ευκαιριών για να εγκατασταθούν και να αναδειχθούν σε πραγματικούς ανταγωνιστές. Η Επιτροπή εντόπισε επτά επικαλυπτόμενερς διαδρομές, όπου ο συνδυασμός των δυνάμεων της Air France και της Alitalia θα μπορούσε να εξαλείψει ή να μειώσει σημαντικά τον ανταγωνισμό. Πρόκειται για τις διαδρομές Παρίσι-Μιλάνο, Παρίσι-Ρώμη, Παρίσι-Βενετία, Παρίσι-Φλωρεντία, Παρίσι-Μπολώνια, Παρίσι-Νάπολη και Μιλάνο-Λυών, όπου, πριν από τη συνεργασία, οι Air France και Alitalia αποτελούσαν τους δύο κυριότερους ανταγωνιστές. Αφότου οι δύο αυτές εταιρείες συμφώνησαν ιδίως να παραχωρήσουν επαρκή αριθμό χρονικών διαστημάτων προσγείωσης και απογείωσης στα αντίστοιχα αεροδρόμια και να χορηγήσουν διάφορες άλλες διευκολύνσεις για να αποκαταστήσουν συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού στις ως άνω διαδρομές, η Επιτροπή ήταν σε θέση να περαιώσει την εξέταση της συνεργασίας αυτής[82].

Topps [83]

71. Στις 26 Μαΐου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση[84] με την οποία επέβαλλε πρόστιμο 1,59 εκατ. ευρώ στην The Topps Company Inc και στις ευρωπαϊκές θυγατρικές της, Topps Europe Ltd, Topps International Ltd, Topps UK Ltd και Topps Italia SRL (“Topps”), λόγω παραβίασης του άρθρου 81 παρ.1 της Συνθήκης, Ο όμιλος Topps παράγει είδη για συλλογές, όπως αυτοκόλλητα, ανταλλάξιμες κάρτες με ποδοσφαιριστές ή χαρακτήρες από κόμικς.

72. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Topps είχε συνάψει συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές με διάφορους μεσάζοντες στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Ιταλία, στη Φινλανδία, στη Γερμανία, στη Γαλλία και στην Ισπανία, με σκοπό τον περιορισμό των παράλληλων εισαγωγών καρτών Ποκεμόν. Ποκεμόν είναι η ονομασία μιας ολόκληρης σειράς χαρακτήρων που είχαν αρχικά σχεδιασθεί για το βιντεοπαιχνίδι ‘Game Boy’ της Nintendo, αλλά χρησιμοποιείτο, με άδεια της Topps, για την εικονογράφηση ειδών για συλλογές, όπως αυτοκόλλητων και ανταλλάξιμων καρτών. Το 2000, σημειώθηκε τεράστια ζήτηση τέτοιων καρτών Ποκεμόν, ενώ οι τιμές διέφεραν σημαντικά από τον ένα κράτος μέλος στο άλλο. Οι τιμές σε χώρες όπως η Φινλανδία ήσαν διπλάσιες από εκείνες στην Πορτογαλία για τις ίδιες ακριβώς κάρτες Ποκεμόν.

73. Τέτοιοι περιορισμοί των παράλληλων εισαγωγών έχουν καταδικασθεί ρητά από την Επιτροπή και τα κοινοτικά δικαστήρια πολλές φορές κατά το παρελθόν. Αποτελούν δε ιδιαίτερα σοβαρές παραβιάσεις του άρθρου 81 παρ. 1 της Συνθήκης και θέτουν σε κίνδυνο μια θεμελιώδη αρχή της εσωτερικής αγοράς. Με τις προαναφερόμενες μεθοδεύσεις, η Topps εμπόδιζε τους διανομείς και τελικά τους καταναλωτές να επωφεληθούν από τις σημαντικές διαφορές τιμών μεταξύ κρατών μελών.

74. Η απόφαση αφορούσε και τις τέσσερις θυγατρικές της Topps στην Ευρώπη, οι οποίες συμμετείχαν στις βλαπτικές του ανταγωνισμού συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές, καθώς και τη μητρική εταιρεία στις ΗΠΑ, λόγω της αποφασιστικής επιρροής της στη συμπεριφορά των κατά πλήρη κυριότητα θυγατρικών της. Η απόφαση αυτή δεν αφορούσε τους μεσάζοντες της Topps, διότι η ευθύνη της για την παράβαση ήταν λιγότερη σημαντική. Για τον προσδιορισμό του ύψους του προστίμου, η Επιτροπή θεώρησε τη διαπραχθείσα από την Topps παράβαση, και παρά τον ιδιαίτερα σοβαρό χαρακτήρα της, ως απλώς σοβαρή, διότι από τα αποδεικτικά στοιχεία που διέθετε δεν προέκυπτε ότι οι περιορισμοί των παράλληλων εισαγωγών εφαρμόζονταν συστηματικά για όλους τους μεσάζοντες.

Πλαίσιο 4: Διαχείριση των συλλογικών δικαιωμάτων στην ΕΕ Η ισχυρή παρουσία της ποικιλότητας της ευρωπαϊκής μουσικής και του ευρωπαϊκού πολιτισμού στις νέες, πανευρωπαϊκές αγορές ηλεκτρονικής απευθείας σύνδεσης αποτελεί αντικείμενο ζωτικής μέριμνας στο πλαίσιο των στόχων της Λισαβώνας. Τούτο σημαίνει ότι χρειάζεται νέος δυναμισμός στη διάθεση των ευρωπαϊκών μουσικών δικαιωμάτων στους ενδιαφερόμενους χρήστες, οι οποίοι μπορούν να επεκτείνουν την ευρωπαϊκή παρουσία στα νέα ηλεκτρονικά μέσα, διατηρώντας παράλληλα τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη και των τοπικών παραμέτρων. Όσον αφορά την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού στη διαχείριση των δικαιωμάτων αυτών, οι βλαπτικές του ανταγωνισμού περιοριστικές πρακτικές καθώς και τα κίνητρα για την αποδοτική παροχή των σχετικών υπηρεσιών απαιτούν ειδική προσοχή. Η Επιτροπή έδωσε ορισμένες κατευθυντήριες οδηγίες ως προς το ζήτημα αυτό με την απόφαση IFPI[85]. Μερικές από τις αρχές που διέπουν την απόφαση αυτή ετέθησαν από τότε σε εφαρμογή, σήμερα δε εφαρμόζονται σχεδόν γενικευμένα κατά την έκδοση πανευρωπαϊκής εμβέλειας αδειών για τη διάθεση μουσικής μέσω του Διαδικτύου από τα μέλη της IFPI, και καλύπτουν τα δικαιώματά τους. Όσον αφορά τη λεγόμενη «Συμφωνία του Σαντιάγκο»[86], η οποία αναφέρεται στη διαχείριση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας για τη διάθεση μουσικής μέσω του Διαδικτύου, η Επιτροπή εξέδωσε επίσημη κοινοποίηση αιτιάσεων[87] κατά της συμφωνίας αυτής, επισημαίνοντας στους φορείς διαχείρισης συλλογικών δικαιωμάτων τις ανησυχίες που προκαλεί η συμφωνία αυτή για τον ανταγωνισμό, ιδίως λόγω της κατάτμησης της αγοράς μέσω της περιοριστικής ρήτρας περί «οικονομικού τόπου διαμονής». Σε μια ανακοίνωση που εξεδόθη τον Απρίλιο τίθενται οι μελλοντικές αρχές διακυβέρνησης που προτείνει η Επιτροπή για τον τομέα αυτόν[88]. Από την άποψη του ανταγωνισμού, ιδιαίτερη σημασία έχουν τα ακόλουθα ζητήματα: Οι νέες ρυθμίσεις για τα πανευρωπαϊκά ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης που απαιτούνται για την αύξηση της αποδοτικότητας των αδειοδοτήσεων για τη χρήση, σε πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, των δικαιωμάτων στις νέες αγορές για τη μουσική στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα πρέπει να παρεμποδίζονται από εδαφικούς περιορισμούς. Βάσει των νομοθετικών διατάξεων περί ανταγωνισμού, η Επιτροπή θα εξετάσει ευνοϊκά τις συμφωνίες για ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης και τις συναφείς διμερείς συμφωνίες μεταξύ φορέων διαχείρισης συλλογικών δικαιωμάτων. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν μπορεί να επιτρέψει τη διαιώνιση των παλαιών περιορισμών εκεί όπου δεν είναι πλέον αναγκαίοι. Οι κάτοχοι μουσικών δικαιωμάτων πρέπει να είναι σε θέση να προσδιορίζουν οι ίδιοι την κατάλληλη αναλογία συνδυασμού της ατομικής με τη συλλογική διαχείριση των δικαιωμάτων αυτών. Οι ρυθμίσεις δεν θα πρέπει να ομαδοποιούν υπέρ το δέον τις προσφορές διαχείρισης δικαιωμάτων. Η ατομική διαχείριση δικαιωμάτων πρέπει να αφεθεί να αναπτυχθεί. Με γνώμονα τη βιωσιμότητα των συστημάτων συλλογικής διαχείρισης, οι κάτοχοι δικαιωμάτων θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν νέες, ψηφιακές τεχνικές για την ατομική διαχείριση των δικαιωμάτων τους. |

- Ένωση Αρχιτεκτόνων Βελγίου[89]

75. Στις 24 Ιουνίου, η Επιτροπή καταδίκασε το τιμολόγιο των συνιστώμενων ελάχιστων αμοιβών που εφάρμοζε η Ένωση Αρχιτεκτόνων Βελγίου.

76. Το τιμολόγιο των συνιστώμενων ελάχιστων αμοιβών εξεδόθη από το Εθνικό Συμβούλιο της Ένωσης Αρχιτεκτόνων Βελγίου το 1967 και στη συνέχεια τροποποιήθηκε αρκετές φορές. Η πλέον πρόσφατη τροποποίηση, του Ιουνίου 2002, περιέγραφε το τιμολόγιο αυτό ως «ενδεικτικό» ( indicatif/leidraad ). Το τιμολόγιο καθορίζει τις ελάχιστες αμοιβές ενός αρχιτέκτονα για τις υπηρεσίες που παρέχει ως ελεύθερος επαγγελματίας στο Βέλγιο.

77. Η Επιτροπή έκρινε ότι η απόφαση με την οποία θεσπίσθηκε το τιμολόγιο αμοιβών ήταν ανεξάρτητη πράξη κανονιστικού χαρακτήρα, για την οποία η Ένωση Αρχιτεκτόνων, ως ένωση επιχειρήσεων, ήταν πλήρως υπεύθυνη. Ακόμη, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ένωση αυτή αποσκοπούσε στον συντονισμό της συμπεριφοράς των μελών της στην αγορά μέσω των αποφάσεων για τη δημιουργία και την τροποποίηση του τιμολογίου αυτού. Επίσης, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το εν λόγω τιμολόγιο εφαρμοζόταν τουλάχιστον ως έναν βαθμό.

78. Το ότι το ως άνω τιμολόγιο αποσκοπούσε στον περιορισμό του ανταγωνισμού προέκυπτε και από τον ηθελημένα κανονιστικό χαρακτήρα του τίτλου και των αιτιολογικών σκέψεων του προοιμίου, το γεγονός ότι επί 18 έτη η ένωση αυτή συνέτασσε και κυκλοφορούσε τυποποιημένη σύμβαση στην οποία ως μόνη επιλογή για τον προσδιορισμό των αμοιβών αναφερόταν η παραπομπή στο τιμολόγιο, καθώς και από το γεγονός ότι η ένωση υπερέβαινε κατά πολύ την απλή παροχή πληροφοριών προς τα μέλη της, τους πελάτες και τα δικαστήρια.

79. Αν και η απόφαση για τον καθορισμό ή τη σύσταση των ελάχιστων αμοιβών είναι από τη φύση της ιδιαίτερα σοβαρή παράβαση, η Επιτροπή χαρακτήρισε την απόφαση αυτή συνολικά ως απλώς σοβαρή, με γνώμονα το ότι το τιμολόγιο πιθανώς δεν εφαρμοζόταν καθολικά από όλους τους αρχιτέκτονες και ότι η γεωγραφικά εμβέλεια της απόφασης περιοριζόταν σε ένα μόνο κράτος μέλος.

80. Με την επιβολή προστίμου 100.000 ευρώ, η Επιτροπή εδέχθη ως ελαφρυντικό το ότι η ένωση ήταν δυνατόν να είχε εύλογες αμφιβολίες ως προς το αν το τιμολόγιο αμοιβών αποτελούσε πράγματι παράβαση πριν η Επιτροπή εκδώσει την απόφαση CNSD το 1993[90]. Ακόμη, πολιτική της Επιτροπής, όπως αυτή καθορίζεται στην έκθεσή της τής 9ης Φεβρουαρίου 2004, είναι η ενθάρρυνση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και επαγγελματικών φορέων να αναθεωρήσουν και τροποποιήσουν τους περιοριστικούς κανόνες τους, και να δώσει σε αυτούς την ευκαιρία να το πράξουν. Ακόμη, το ύψος του προστίμου αποτυπώνει και τη βαθμιαία προσέγγιση[91] της Επιτροπής κατά την επιβολή προστίμων για βλαπτικές του ανταγωνισμού πρακτικές των ελεύθερων επαγγελμάτων.

Gaz de France[92]

81. Στις 26 Οκτωβρίου, η Επιτροπή εξέδωσε δύο αποφάσεις σχετικά με δύο συμβάσεις που είχε συνάψει η Gaz de France (GDF) το 1997, μία με την ιταλική επιχείρηση αερίου ΕΝΙ και μία με τη ιταλική επιχείρηση ηλεκτρισμού ENEL. Αντικείμενο της σύμβασης μεταξύ GDF και ENI ήταν η μεταφορά από τη GDF στο γαλλικό έδαφος, και μέχρι τη μεθόριο με την Ελβετία, αερίου που είχε αγορασθεί από την ΕΝΙ στη βόρεια Ευρώπη. Η σύμβαση αυτή περιείχε ρήτρα η οποία απαιτούσε από την ΕΝΙ να διαθέτει το αέριο σε παράγοντες της αγοράς αποκλειστικά μετά το σημείο παράδοσης, δηλαδή αφού θα εγκατέλειπε το γαλλικό έδαφος, Η σύμβαση GDF-ENEL αναφερόταν στην ανταλλαγή υγροποιημένου φυσικού αερίου που αγοραζόταν από την ENEL στη Νιγηρία, περιείχε δε ρήτρα που απαιτούσε από την ENEL να το χρησιμοποιεί μόνο στην Ιταλία.

82. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι δύο προαναφερόμενες ρήτρες περιόριζαν το έδαφος στο οποίο τα μέρη θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το αέριο και αποσκοπούσαν στην κατανομή των εθνικών αγορών μέσω της παρεμπόδισης των καταναλωτών φυσικού αερίου που είναι εγκατεστημένοι στη Γαλλία από τον εφοδιασμό από τις ENEL και ENI. Ως εκ τούτου, αποτελούσαν περιορισμό του ανταγωνισμού κατά την έννοια του άρθρο 81 της Συνθήκης ΕΚ και σημαντικό εμπόδιο στη δημιουργία πραγματικά ανταγωνιστικής και πανευρωπαϊκής αγοράς για το φυσικό αέριο.

83. Οι δύο ως άνω αποφάσεις είναι ακόμη περισσότερο σημαντικές εν όψει της απελευθέρωσης της αγοράς του φυσικού αερίου που άρχισε στην ΕΕ τα τελευταία χρόνια, και της οποίας τα οφέλη προκύπτουν με βραδύ ρυθμό. Οι εδαφικοί περιορισμοί αποτελούν ένα από τα βασικά στοιχεία των πρακτικών που διαιωνίζουν την κατανομή της ευρωπαϊκής αγοράς και συμβάλλουν στη μη ομαλή λειτουργία του τομέα αυτού. Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες του ευρωπαϊκού τομέα του φυσικού αερίου και τις περιστάσεις της υπόθεσης αυτής, η Επιτροπή αποφάσισε να μην επιβάλει πρόστιμα.

3.2 Εξελίξεις σε άλλες υποθέσεις

Προγράμματα υψηλής στάθμης για τα ΜΜΕ

84. Η Επιτροπή εξακολουθεί να αποδίδει πρώτη προτεραιότητα στον ανταγωνισμό ως προς τα προγράμματα υψηλής στάθμης, ως κίνητρο για την καινοτομία στην αγορά των ΜΜΕ με σκοπό τη συμβολή στη δημιουργία της κοινωνίας της γνώσης. Μια σημαντική σειρά από υποθέσεις αφορά τα δικαιώματα για τις αθλητικές εκδηλώσεις, όπου η Επιτροπή έχει ακολουθήσει μια ισορροπημένη τακτική: καταπολέμηση των συγκεντρωτικών και περιοριστικών αποτελεσμάτων της εμπορικής πολιτικής που βασίζεται σε ευρείες και αποκλειστικές συμφωνίες από έναν μόνο πωλητή, αφενός, και συνεκτίμηση της πιθανής αύξησης της αποδοτικότητας μέσω της ομαδοποίησης των προγραμμάτων, αφετέρου.

85. Στην υπόθεση Bundesliga , η οποία αναφέρεται στην από κοινού εμπορική διαχείριση των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης σε ό,τι αφορά τους ποδοσφαιρικούς αγώνες της πρώτης και της δεύτερης κατηγορίας ανδρών στη Γερμανία, η Επιτροπή έκρινε ότι η αποκλειστική πώληση των εμπορικών δικαιωμάτων αναμετάδοσης από τη γερμανική ομοσπονδία θα μπορούσε να περιορίσει τον ανταγωνισμό μεταξύ συλλόγων και εταιρειών στην πρώτη και στη δεύτερη κατηγορία.

86. Μετά την κοινοποίηση μιας πρώτης αξιολόγησης στις αρχές του 2004, η γερμανική ομοσπονδία ανέλαβε δεσμεύσεις, οι οποίες δοκιμάσθηκαν στην πράξη[93] τον Σεπτέμβριο[94].

87. Ακόμη, η Επιτροπή συνέχισε και τη διαδικασία σε σχέση με την πρώτη κατηγορία της Αγγλίας ( English Premier League - FAPL)[95], δημοσιεύοντας μιαν ανακοίνωση σχετικά με τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η FAPL[96]. Η συνεχιζόμενη διαδικασία σχετικά με τη Eurovision συνεχίσθηκε με πραγματολογική έρευνα σχετικά με ορισμένες πλευρές της από κοινού αγοράς και κατανομής των αθλητικών προγραμμάτων, συμπεριλαμβανόμενων των δικαιωμάτων για του Ολυμπιακούς Αγώνες 2010/2012, από τους δημόσιους φορείς εκπομπής – μέλη της EBU. Οι προτάσεις και υποδείξεις της EBU με σκοπό την εγγύηση ότι το σύστημα της Eurovision είναι συμβατό με τους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού θα πρέπει να ακολουθήσουν τις υποδείξεις που διατύπωσε το ΔΕΚ στην υπόθεση αυτή[97].

88. Στις 26 Οκτωβρίου, η Επιτροπή ανήγγειλε το πέρας της έρευνας[98] σχετικά με τις ρήτρες για το πλέον ευνοούμενο έθνος (Most Favoured Nation - MFN[99]), οι οποίες εντοπίσθηκαν στις συμβάσεις των κινηματογραφικών εταιρειών του Hollywood με τις εταιρείες συνδρομητικής τηλεόρασης, με την εξαίρεση δύο κινηματογραφικών εταιρειών.

89. Οι ρήτρες MFN εμφανίζονταν στις περισσότερες συμφωνίες προαγοράς (output deals) μεταξύ των εταιρειών του Hollywood και των ευρωπαϊκών εταιρειών συνδρομητικής τηλεόρασης. Οι συμφωνίες αυτές είναι συνήθεις στην κινηματογραφική βιομηχανία του Hollywood, όπου οι εταιρείες συνηθίζεται να συμφωνούν την πώληση ολόκληρης της παραγωγής τους ταινιών για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Οι ρήτρες MFN παρείχαν στις κινηματογραφικές εταιρείες το δικαίωμα να εξασφαλίζουν τους πλέον ευνοϊκούς όρους στις συμβάσεις που συνήπτε καθεμία από αυτές με μια εταιρεία συνδρομητικής τηλεόρασης.

90. Σύμφωνα με την προκαταρκτική αξιολόγηση της Επιτροπής, οι ρήτρες MFN είχαν σωρευτικά ως αποτέλεσμα την ευθυγράμμιση των τιμών που καταβάλλονται στις κινηματογραφικές εταιρείες, καθώς οποιαδήποτε αύξηση που συμφωνούσε μια εταιρεία δημιουργούσε δικαίωμα παράλληλης αύξησης των τιμών των υπόλοιπων εταιρειών. Η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτός ο τρόπος καθορισμού των τιμών συγκρούεται με τη βασική αρχή του ανταγωνισμού ως προς τις τιμές.

91. Χωρίς να παραδεχθούν ότι παραβίαζαν τους κανόνες ανταγωνισμού, οι κινηματογραφικές εταιρείες για τις οποίες ολοκληρώθηκαν οι έρευνες αποφάσισαν να απαλείψουν τις ρήτρες MFN από τις υφιστάμενες συμφωνίες τους. Ενόσω δεν αποκλίνουν από αυτή τη νέα τακτική τους, δεν πρόκειται να ληφθούν περαιτέρω μέτρα εναντίον τους. Η έρευνα παραμένει ανοικτή σε σχέση με την NPB Universal και την Paramount Pictures Corp. Inc., οι οποίες δεν ακολούθησαν τις υπόλοιπες εταιρείες.

3.3 Έρευνες κατά τομείς

Έρευνα ως προς την πώληση των δικαιωμάτων για αθλητικές εκδηλώσεις προς χρήση στα δίκτυα 3G[100]

92. Η κινητή τηλεφωνία τρίτης γενιάς (3G) εξαπλώνεται αυτή τη στιγμή με ταχύτητα σε ολόκληρο τον κόσμο, με ρυθμό αύξησης των πελατών υψηλότερο από εκείνον της τηλεφωνίας GSM στην ίδια φάση ανάπτυξης.

93. Η Επιτροπή ενέτεινε τις προσπάθειές της για την πρόληψη ενεργειών βλαπτικών του ανταγωνισμού που θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη αυτής της σημαντικής αναδυόμενης αγοράς.

94. Η Επιτροπή εντόπισε ορισμένες ενέργειες καθιερωμένων παραγόντων της αγοράς οι οποίες θα μπορούσαν να περιορίσουν την πρόσβαση νέων εταιρειών ΜΜΕ σε σημαντικές αθλητικές εκδηλώσεις, όπως την άρνηση παροχής υπηρεσιών, τη διασύνδεση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων με τα δικαιώματα των νέων μέσων/UMTS, εμπορικούς αποκλεισμούς υπέρ της τηλεοπτικής κάλυψης και εις βάρος των νέων μορφών κάλυψης, ή την αγορά δικαιωμάτων των νέων μέσων/UMTS με αποκλειστικότητα από τους καθιερωμένους παράγοντες της αγοράς.

95. Για την πλήρη αξιολόγηση των ιδιαζόντων χαρακτηριστικών της αγοράς και για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων και πιθανών προβλημάτων σχετικά με την πρόσβαση της τηλεφωνίας 3G στα αθλητικά προγράμματα, η Επιτροπή, από κοινού με την Αρχή Εποπτείας της ΕΖΕΣ, άρχισε στις 30 Ιανουαρίου μια έρευνα για τις πωλήσεις των σχετικών δικαιωμάτων προς χρήση στα δίκτυα 3G.

96. Η πρώτη, διερευνητική, φάση ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο. Επέτρεψε δε τη συγκέντρωση στοιχείων για την πορεία της εξάπλωσης της τηλεφωνίας 3G, συμπεριλαμβανόμενης της πώλησης των δικαιωμάτων 3G στις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας, και έδωσε μια γενική εικόνα των περιορισμών που επιβάλλονται στα δικαιώματα 3G για τις αθλητικές εκδηλώσεις. Αιτήσεις πληροφόρησης απευθύνθηκαν σε ορισμένες, κυρίως μεγάλες, τηλεοπτικές εταιρείες, εταιρείες κινητής τηλεφωνίας και κατόχους αθλητικών προγραμμάτων.

97. Η δεύτερη φάση άρχισε τον Σεπτέμβριο και επεκτείνει την έρευνα σε περισσότερους παράγοντες της αγοράς, ενώ περιλαμβάνει και ερωτηματολόγια σχετικά με τα μέτρα που έλαβαν όσοι παράγοντες είχαν περιληφθεί στην πρώτη φάση. Η φάση αυτή αναμένεται να δώσει λεπτομερή στοιχεία για τις συμβάσεις που επηρεάζουν την παροχή δικαιωμάτων μετάδοσης 3G για αθλητικές εκδηλώσεις.

Πλαίσιο 5: Διανομή και επισκευές αυτοκινήτων

Το 2004, η Επιτροπή συνέχισε να παρακολουθεί την εφαρμογή του κανονισμού 1400/2002 και να συνδράμει τους ενδιαφερόμενους ως προς την ερμηνεία του. Κατά την περίοδο αυτή, κατέστη δυνατόν να εντοπισθούν ορισμένες διαφαινόμενες τάσεις. Πιο συγκεκριμένα, οι τιμές των αυτοκινήτων κατά μέσον όρο αυξήθηκαν με βραδύτερο ρυθμό από τις τιμές των λοιπών αγαθών και, ταυτόχρονα, έδειξαν σημεία αυξανόμενης σύγκλισης μεταξύ των κρατών μελών. Η σταθεροποίηση στα δίκτυα των μεταπωλητών συνεχίσθηκε, αλλά αρκετοί από αυτούς, των οποίων οι συμβάσεις τερματίσθηκαν λόγω αναδιοργάνωσης των δικτύων, μπόρεσαν να επωφεληθούν από την εξαίρεση κατά κατηγορία και να παραμείνουν στην αγορά ως εξουσιοδοτημένοι επισκευαστές. Ακόμη, πραγματοποιήθηκαν νέες επενδύσεις για τη βελτίωση των εγκαταστάσεων διανομής και επισκευής. Ωστόσο, είναι σαφές ότι οι εξελίξεις αυτές μπορούν να δώσουν απλώς μιαν ένδειξη για τις επιπτώσεις της εξαίρεσης κατά κατηγορία στην αγορά, οι οποίες θα είναι δυνατόν να αξιολογηθούν πλήρως μακροπρόθεσμα.

Εκπληρώνοντας το καθήκον της παρακολούθησης της εφαρμογής του κανονισμού 1400/2002 σε τακτική βάση, η Επιτροπή διεξήγαγε ένα πρόγραμμα σε βάθος παρακολούθησης των συστημάτων που δημιουργήθηκαν από τους κατασκευαστές αυτοκινήτων και φορτηγών με σκοπό την παροχή στους ανεξάρτητους εμπορικούς παράγοντες πρόσβασης στις πληροφορίες που αναφέρονται στις επισκευές. Ακόμη, συνέχισε να παρακολουθεί τις τιμές των αυτοκινήτων σε ολόκληρη την ΕΕ και δημοσίευσε δύο σχετικές εκθέσεις, τον Φεβρουάριο και τον Ιούλιο. Η δεύτερη καλύπτει τους πρώτους έξι μήνες μετά την έναρξη της ισχύος του νέου κανονισμού, για πρώτη δε φορά περιέχει στοιχεία και για τα 25 κράτη μέλη (βλέπε λεπτομέρειες στη συνέχεια).

Επιπλέον δε, κατά την περίοδο που καλύπτεται από την έκθεση αυτή η Επιτροπή εστίασε και πάλι τις προσπάθειές της για την εφαρμογή του κανονισμού σε ορισμένες περιπτώσεις που εγείρουν σημαντικά ζητήματα ανταγωνισμού. Σε αυτά περιλαμβάνονται και τα προβλήματα που αναφέρονται στην πρόσβαση των εξουσιοδοτημένων και των ανεξάρτητων επισκευαστών στα ανταλλακτικά του αρχικού κατασκευαστή και στα ανταγωνιστικά τους, η πιθανή ύπαρξη τεχνητών εμποδίων στην πρόσβαση στα εξουσιοδοτημένα δίκτυα επισκευών, καθώς και οι εικαζόμενοι περιορισμοί στις δυνατότητες των μεταπωλητών να πωλούν αυτοκίνητα ανταγωνιστικών κατασκευαστών. Ενώ αυτά τα ζητήματα βρίσκονται ακόμη υπό εξέταση εντός του πλαισίου των συνεχιζόμενων ερευνών, η Επιτροπή διατύπωσε τη θέση της σε μια υπόθεση που αφορούσε τις συμφωνίες διανομής και συντήρησης της Porsche, με την οποία αποσαφήνισε την εφαρμογή του κανόνα de minimis στο πλαίσιο της εφαρμογής του κανονισμού 1400/2002 (βλέπε κατωτέρω).

Η έναρξη της ισχύος του κανονισμού 1/2003 και η συνακόλουθη ανάθεση εξουσιών στα δικαστήρια και στις αρχές ανταγωνισμού των κρατών μελών έδωσε επίσης την ευκαιρία στις αρχές ανταγωνισμού για να αξιοποιήσουν πλήρως τις εκατέρωθεν γνώσεις στον τομέα των αυτοκινήτων, καθώς και τους μηχανισμούς συνεργασίας που έχουν δημιουργηθεί στους κόλπους του ΕΔΑ. Ως προς αυτό, στις 19 Οκτωβρίου η Επιτροπή φιλοξένησε ένα εργαστήρι στο οποίο οι εκπρόσωποι των εθνικών αρχών ανταγωνισμού συναντήθηκαν για να ανταλλάξουν εμπειρίες και να συζητήσουν για την εφαρμογή του κανονισμού 1400/2002.

Πρόσβαση στις τεχνικές πληροφορίες

Τον Οκτώβριο, η Επιτροπή δημοσίευσε μια μελέτη σχετικά με την πρόσβαση των ανεξάρτητων εμπορικών παραγόντων του τομέα του αυτοκινήτου στις τεχνικές πληροφορίες. Η μελέτη αυτή, την οποία διεξήγαγε το ΙΚΑ (Πανεπιστήμιο του Άαχεν) ανταποκρινόμενο σε αίτημα της Επιτροπής, εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο οι κατασκευαστές συμμορφώθηκαν με τον κανονισμό από την άποψη της παροχής τεχνικών πληροφοριών στα συνεργεία, στους κατασκευαστές εργαλείων και στους εκδότες. Όλες αυτές οι κατηγορίες εμπορικών παραγόντων διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εμπέδωση ενός υγιούς ανταγωνισμού στον τομέα των επισκευών αυτοκινήτου, ιδίως καθώς οι πρόοδοι της τεχνολογίας καθιστούν και τις πλέον βασικές επισκευές ολοένα και πολυπλοκότερες. Ακόμη, από την ως άνω μελέτη φαίνεται ότι οι τεχνικές πληροφορίες για όλα σχεδόν τα μοντέλα που έχουν κυκλοφορήσει κατά την τελευταία δεκαετία είναι διαθέσιμες, είτε μέσω του Διαδικτύου, είτε σε CD/DVD και/ή σε χαρτί. Η ποιότητα της παροχής τεχνικών πληροφοριών, ωστόσο, είναι συχνά ελάχιστα ικανοποιητική, καθώς οι πληροφορίες ανευρίσκονται δύσκολα ή είναι διαθέσιμες μόνο σε μεγάλα, δαπανηρά πακέτα. Ακόμη, το περιεχόμενο είναι συχνά ανεπαρκές, ενώ μερικοί κατασκευαστές κατακρατούν πολλές πληροφορίες που είναι ζωτικής σημασίας, π.χ. στους κατασκευαστές συσκευών διάγνωσης. Τέλος, οι εκδότες τεχνικών εγχειριδίων, τα οποία χαίρουν μεγάλης εκτίμησης από τους ανεξάρτητους επισκευαστές, αντιμετωπίζουν προβλήματα στην εξασφάλιση των αναγκαίων πληροφοριών.

Θετικές τάσεις όσον αφορά τις διαφορές τιμών στα αυτοκίνητα

Τον Μάρτιο και τον Ιούλιο, η Επιτροπή δημοσίευσε εκθέσεις σχετικά με τις διαφορές τιμών που παρατηρούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τα αυτοκίνητα. Από την άποψη του ανταγωνισμού, οι δύο τελευταίες εκθέσεις, με βάση τα στοιχεία του Νοεμβρίου και του Μαΐου, αντίστοιχα, αποκάλυψαν μια σχετικά ικανοποιητική τάση σύγκλισης των τιμών στη ζώνη του ευρώ. Ενώ από την έκθεση του Ιουλίου 2003 προέκυπτε ότι για το ένα τρίτο των μοντέλων οι διαφορές τιμών υπερέβαιναν το 20% στη ζώνη του ευρώ, το φαινόμενο τούτο περιορίσθηκε σχεδόν στο ένα τέταρτο των μοντέλων βάσει της τελευταίας έκθεσης. Ακόμη, αξίζει να σημειωθεί ότι η σύγκλιση αυτή πραγματοποιείται σε ένα περιβάλλον σχετικά σταθερών τιμών στην ΕΕ. Σε σύγκριση με τον Ιούλιο του 2003, ο δείκτης τιμών για τα αυτοκίνητα στην ΕΕ σημείωσε τον Ιούλιο του 2004 αύξηση μόνο 0,6%, έναντι μέσου συνολικού πληθωρισμού 2,3%. Για πρώτη φορά, στην έκθεση του περασμένου Ιουλίου περιλαμβάνονται και οι τιμές στα δέκα νέα κράτη μέλη, οι οποίες δεν φαίνεται να διαφέρουν σημαντικά από τις τιμές στα υπόλοιπα 15 κράτη μέλη: Ορισμένα μοντέλα είναι φθηνότερα σε κάποια από τα νέα κράτη μέλη, ενώ άλλα δεν είναι. Σε σύγκριση με τον Ιούλιο του 2003, ο δείκτης τιμών για τα αυτοκίνητα αυξήθηκε σημαντικά τον Ιούλιο του 2004 στην Πολωνία (+8,4%) και στη Λετονία, αλλά μειώθηκε στην Εσθονία (-6,8%), στη Λιθουανία (-4,9%) και στην Τσεχία (-3,3%).

Οι συμφωνίες διανομής και συντήρησης της Porsche

Στις 30 Απριλίου, η Επιτροπή έκλεισε τη διαδικασία σχετικά με τις νέες τυποποιημένες συμφωνίες για τους εισαγωγείς, τους μεταπωλητές και τους επισκευαστές που είχε κοινοποιήσει η Porsche. Ο κατασκευαστής συμφώνησε να τροποποιήσει τις συμφωνίες αυτές, οι οποίες χρησιμοποιούνται στην ΕΕ και στον ΕΟΧ, έτσι ώστε να μην περιέχουν πλέον κανέναν από τους «ιδιαίτερα σοβαρούς περιορισμούς» που προσδιορίζονται στο άρθρο 4 του κανονισμού 1400/2002. Πιο συγκεκριμένα, η τροποποιημένη συμφωνία διανομής δεν περιορίζει πλέον τις δυνατότητες των μεταπωλητών της Porsche να αναθέτουν υπεργοληπτικά τη συντήρηση μετά την πώληση σε οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο κέντρο εξυπηρέτησης Porsche, ενώ τα κέντρα εξυπηρέτησης Porsche δεν είναι πλέον υποχρεωμένα να πωλούν καινούργια αυτοκίνητα.

Η Επιτροπή αποφάσισε να μη συνεχίσει τις έρευνές της σχετικά με τις λοιπές διατάξεις των συμφωνιών διανομής της Porsche, διότι διαπιστώθηκε ότι η Porsche διέθετε μερίδιο μικρότερο του 5% σε όλες τις εθνικές αγορές της ΕΕ για τα σπορ αυτοκίνητα υψηλών επιδόσεων και για τα οχήματα ελεύθερου χρόνου. Θα πρέπει να υπομνησθεί ότι η ανακοίνωση de minimis εξηγεί ότι ένας προμηθευτής που είναι υπεύθυνος για τη λειτουργία ενός συστήματος διανομής σε μια αγορά όπου σχεδόν όλοι οι εμπορευόμενοι χρησιμοποιούν τον ίδιο τύπο περιοριστικών συμφωνιών δεν συμβάλλει σημαντικά στn σώρευση επιπτώσεων εάν το μερίδιό του στην αγορά αυτή δεν υπερβαίνει το 5% και οι συμφωνίες του δεν περιέχουν ιδιαίτερα σοβαρούς περιορισμούς.

Όσον αφορά τις συμφωνίες συντήρησης μετά την πώληση, η Porsche δέχθηκε ότι είναι δυνατόν να μην εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της απαλλαγής κατά κατηγορία εφόσον αυτή διανέμει επιλεκτικά τις ποσότητες στο δίκτυό της των εξουσιοδοτημένων κέντρων συντήρησης, το δε μερίδιο του δικτύου της στην αγορά των επισκευών αυτοκινήτων Porsche υπερβαίνει το 30%, οπότε η ανακοίνωση de minimis είναι σαφές ότι δεν ισχύει. Η αποκλειστικά ποιοτική επιλογή ανοίγει το δίκτυο της Porsche στους ικανούς επισκευαστές που επιθυμούν να θέσουν σε λειτουργία ένα εξουσιοδοτημένο κέντρο συντήρησης, προς τούτο δε η Porsche συμφώνησε να γνωστοποιεί τα σχετικά ποιοτικά κριτήρια στους ενδιαφερόμενους.

4. Κρατικα μετρα (δημοσιεσ επιχειρησεισ/επιχειρησεισ με αποκλειστικα ή ειδικα δικαιωματα)

4.1 Αποφάσεις

Περιορισμοί στην προετοιμασία της αλληλογραφίας[101]

98. Στις 20 Οκτωβρίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση βάσει του άρθρου 86 αναφερόμενη σε ορισμένες διατάξεις του γερμανικού κανονιστικού πλαισίου για τα ταχυδρομεία, οι οποίες αποκλείουν τις εμπορικές επιχειρήσεις προετοιμασίας της αλληλογραφίας από τις εκπτώσεις για την παράδοση προδιαλεγμένων επιστολών στα κέντρα διαλογής της Deutsche Post AG (DPAG). Βάσει καταγγελίας που κατετέθη από την BdKEP, μια γερμανική ένωση εταιρειών παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι επίμαχες διατάξεις του γερμανικού νόμου περί ταχυδρομείων παρακινούν την DPAG σε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης, και συνεπώς σε παραβίαση του άρθρου 82, κατά δύο τρόπους. Πρώτον, οι διατάξεις αυτές ωθούν την DPAG σε επέκταση την επιρροή της στην αγορά από την (κατ’ αποκλειστικότητα ελεγχόμενη) αγορά των βασικών ταχυδρομικών υπηρεσιών αρχικού σταδίου στην (απελευθερωμένη) αγορά των υπηρεσιών προετοιμασίας αλληλογραφίας. Δεύτερον, παρακινούν την DPAG στην εφαρμογή διακρίσεων μεταξύ, αφενός, όσων αποστέλλουν μαζικά αλληλογραφία και οι οποίοι έχουν πρόσβαση στα κέντρα διαλογής επόμενου σταδίου και στις συναφείς εκπτώσεις, και, αφετέρου, των εμπορικών εταιρειών παροχής τέτοιων υπηρεσιών, οι οποίες δεν έχουν πρόσβαση στις εκπτώσεις αυτές. Τούτο προκαλεί σημαντικότατο μειονέκτημα στις εταιρείες αυτές και δεν επιτρέπει στην γερμανική αγορά των υπηρεσιών προετοιμασίας αλληλογραφίας να αναπτύξει το δυναμικό της.

99. Η προετοιμασία αλληλογραφίας περιλαμβάνει την προετοιμασία των προς ταχυδρόμηση αντικειμένων (εκτύπωση, τοποθέτηση σε φακέλους, επισήμανση και επικόλληση γραμματοσήμων), τη συλλογή, την τοποθέτησή τους σε ταχυδρομικούς σάκους ή δοχεία συγκεκριμένων προδιαγραφών, την ομαδοποίηση και τη διαλογή τους σε βαθμό που ποικίλλει, ανάλογα με τον προορισμό και την παράδοσή τους σε σημεία πρόσβασης τα οποία διαχειρίζεται ο πάροχος γενικών ταχυδρομικών υπηρεσιών. Στην αγορά αυτή, η δυνατότητα εξασφάλισης εκπτώσεων πρόσβασης σε υπηρεσίες επόμενου σταδίου, δηλαδή η εξοικονόμηση ταχυδρομικών τελών για τους πελάτες, αποτελεί βασικό επιχείρημα για τις πωλήσεις.

100. Η DPAG διαθέτει το αποκλειστικό δικαίωμα της συλλογής, διαλογής, μεταφοράς και παράδοσης των επιστολών που ζυγίζουν λιγότερο από 100 γραμμάρια (τομέας αποκλειστικής εκμετάλλευσης). Η παροχή υπηρεσιών προετοιμασίας αλληλογραφίας, συμπεριλαμβανόμενης της προδιαλογής της αλληλογραφίας και της μεταφοράς της από τον χώρο του αποστολέα σε επιλεγμένο σημείο πρόσβασης του παραδοσιακού δικτύου, δεν εμπίπτει στον κατ’ αποκλειστικότητα ανατεθειμένο τομέα της Ταχυδρομικής Οδηγίας[102].

101. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι Γερμανικές Αρχές απέτυχαν να αποδείξουν ότι ο αποκλεισμός των εμπορικών εταιρειών παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών από τις προαναφερόμενες εκπτώσεις ήταν δικαιολογημένος βάσει του άρθρου 86 παρ. 2, και υπενθύμισε ότι, όπως ανέφερε στην ανακοίνωσή της του 1998 σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού στον τομέα των ταχυδρομείων[103], οι εμπορικές εταιρείες προετοιμασίας αλληλογραφίας θα πρέπει να είναι σε θέση να επιλέγουν ελεύθερα μεταξύ των διαθέσιμων σημείων πρόσβασης στο δημόσιο ταχυδρομικό δίκτυο χωρίς να υφίστανται διακρίσεις[104].

4.2 Απόρριψη καταγγελιών

UFEX[105]

102. Στις 19 Νοεμβρίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση με την οποία απέρριπτε την καταγγελία που είχε κατατεθεί από την ένωση Union Française de l’Express και τρία από τα μέλη της, τις DHL, FedEx και Crie, κατά της Γαλλικής Δημοκρατίας, της La Poste και της Chronopost, λόγω έλλειψης κοινοτικού συμφέροντος στη συνέχιση των ερευνών. Η απόρριψη αυτή αφορά τα υποστηριζόμενα από τους καταγγέλλοντες, ότι η La Poste είχε καταχρηστικά επιδιώξει την επέκταση της δεσπόζουσας θέσης της από την υπό την αποκλειστική της εκμετάλλευση αγορά των συνήθων ταχυδρομικών υπηρεσιών προς την αγορά των ταχυμεταφορών στη Γαλλία, στην οποία δραστηριοποιείται η θυγατρικής της, Chronopost, με αποτέλεσμα την παραβίαση των άρθρων 86 και 82. Η φερόμενη ως κατάχρηση περιελάμβανε την εσωτερική επιχορήγηση της Chronopost όταν αυτή δημιουργήθηκε (1986), στη συνέχεια δε την παροχή εμπορικής και επιμελητειακής υποστήριξης προς τη Chronopost σε αδικαιολόγητα χαμηλές τιμές, με αποτέλεσμα η δεύτερη να είναι σε θέση να εφαρμόζει καταχρηστικά χαμηλές τιμές με σκοπό τον παραγκωνισμό των ανταγωνιστών. Η επανεξέταση της καταγγελίας έγινε μετά από σχετικό αίτημα των καταγγελλόντων τον Σεπτέμβριο του 2000, και ως συνέχεια αποφάσεων του ΔΕΚ και του Πρωτοδικείου με τις οποίες είχε ακυρωθεί μια πρώτη απόφαση απόρριψης του Δεκεμβρίου 1994. Όσον αφορά την έλλειψη κοινοτικού συμφέροντος στην περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης, η νέα απόφαση απόρριψης επισημαίνει, μεταξύ άλλων λόγων, ότι οι καταγγελλόμενες πρακτικές – οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις δεν στοιχειοθετήθηκαν επαρκώς – τερματίσθηκαν πριν από δέκα και πλέον έτη και ότι έκτοτε δεν σημειώθηκαν διαρκείς και βλαπτικές επιπτώσεις στη σχετική αγορά που να μπορούν να αποδοθούν στους καταγγελλόμενους.

Γ – Επισκοπηση της συνεργασιασ στο ευρωπαϊκο δικτυο ανταγωνισμου (ΕΔΑ)

1. Γενικη επισκοπηση

Η δημιουργία του ΕΔΑ

103. Ένας από τους βασικούς στόχους του κανονισμού 1/2003 και της δέσμης εκσυγχρονιστικών μέτρων ήταν η μεγαλύτερη συμμετοχή των εθνικών αρχών στην εφαρμογή των κοινοτικών αρχών ανταγωνισμού. Για να εξασφαλισθεί η συνεπής εφαρμογή των άρθρων 81 και 82 σε ένα σύστημα παράλληλων αρμοδιοτήτων, δημιουργήθηκαν μηχανισμοί συνεργασίας μεταξύ των εθνικών αρχών. Τα άρθρα 11 και 12 του κανονισμού 1/2003 και η ανακοίνωση για το δίκτυο αυτό[106] αποτελούν τα βασικά στηρίγματα της λειτουργίας του συστήματος και της συνεργασίας στους κόλπους του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού (ΕΔΑ).

104. Το ΕΔΑ απαρτίζεται από εκπροσώπους των εθνικών αρχών ανταγωνισμού, κατά το άρθρο 35 του κανονισμού 1/2003, και από εκπροσώπους της Επιτροπής. Το 2003 ήδη, άρχισε η συνεργασία στους κόλπους του ΕΔΑ: Συστάθηκαν ομάδες εργασίας για τη συζήτηση ορισμένων βασικών πτυχών της προαναφερόμενης ανακοίνωσης και την εξέταση γενικών ζητημάτων που άπτονται της μετάβασης στο νέο σύστημα εφαρμογής. Ακόμη, δημιουργήθηκαν και 14 υποομάδες με σκοπό τη συζήτηση συγκεκριμένων ζητημάτων ανά τομέα. Το 2004 ήταν το πρώτο έτος πλήρους λειτουργίας του ΕΔΑ, ασχολήθηκε δε με την εξέταση μεμονωμένων υποθέσεων εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού. Πριν από την 1η Μαΐου δημιουργήθηκαν περίτεχνα υποστηρικτικά ηλεκτρονικά συστήματα με σκοπό την παροχή, σε όλα τα μέλη, της δυνατότητας να παρακολουθούν τις υποθέσεις που εξετάζονται στο πλαίσιο του δικτύου αυτού και να ανταλλάσσουν πληροφορίες.

Κατανομή των υποθέσεων

105. Για την επίτευξη αποτελεσματικής κατανομής των υποθέσεων, οι αρχές που συμμετέχουν στο δίκτυο ενημερώνονται μεταξύ τους πριν ή αμέσως μετά το πρώτο ερευνητικό βήμα σε όλες τις υποθέσεις που αναφέρονται στην εφαρμογή του άρθρου 81 ή του άρθρου 82. Το 2004, υπεβλήθησαν στο δίκτυο συνολικά 298 υποθέσεις, 99 από την Επιτροπή και 199 από τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού.

106. Όπως αναμενόταν, ανακατανομή των υποθέσεων που υποβάλλονταν στο δίκτυο γινόταν ιδιαίτερα σπάνια (σε λιγότερο από το 1% των υποθέσεων). Οι υποθέσεις παρέμεναν κανονικά υπό την αρμοδιότητα της αρχής που είχε αρχίσει τη σχετική έρευνα.

107. Σε μερικές περιπτώσεις, πραγματοποιήθηκαν διμερείς συζητήσεις μεταξύ Επιτροπής και μιας από τις εθνικές αρχές, οι οποίες συζητήσεις κατέληξαν στην ανάληψη από την εθνική αρχή της εξέτασης μιας υπόθεσης που είχε αρχικά υποβληθεί στην Επιτροπή. Σε μία άλλη περίπτωση, ανακατανομή έγινε σε μεταγενέστερο στάδιο, όταν η Επιτροπή άρχισε διαδικασία με σκοπό την αποδοχή δεσμεύσεων για ολόκληρη την Κοινότητα[107], αν και μερικές εθνικές αρχές είχαν ήδη επιληφθεί της υπόθεσης αυτής.

Αμοιβαία συνδρομή στις πραγματολογικές έρευνες

108. Ο κανονισμός 1/2003 παρέχει στα μέλη του δικτύου τα μέσα που τους επιτρέπουν να συνδράμουν το ένα το άλλο διεξάγοντας έρευνες για λογαριασμό μιας άλλης εθνικής αρχής (άρθρο 22) και, γενικότερα, ανταλλάσσοντας πληροφορίες (άρθρο 12). Από τις πρώτες ημέρες της εφαρμογής του κανονισμού 1/2003, το άρθρο 22 χρησιμοποιήθηκε από αρκετές αρχές: διεξήχθησαν επιθεωρήσεις μετά από αίτημα εθνικών αρχών ανταγωνισμού, τα δε στοιχεία που συγκεντρώθηκαν διαβιβάσθηκαν δυνάμει του άρθρου 12. Συνολικά, το άρθρο 22 χρησιμοποιήθηκε 11 φορές σε 8 μήνες.

109. Επιπλέον δε, τα μέλη του δικτύου χρησιμοποιούν τακτικά τη δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 12. Σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις, αντηλλάγησαν πληροφορίες σε υποθέσεις επιείκειας, με τη συγκατάθεση του αιτούμενου την επιείκεια.

Ενιαία εφαρμογή των κοινοτικών νομοθετικών διατάξεων

110. Σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 4 του κανονισμού 1/2003, οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού οφείλουν να ενημερώνουν την Επιτροπή το αργότερο 30 ημέρες πριν από την έκδοση αρνητικής απόφασης. Κατά την περίοδο μετά την 1η Μαΐου, η Επιτροπή ενημερώθηκε για 33 υποθέσεις ανταγωνισμού όπου μια εθνική αρχή επρόκειτο να εκδώσει απόφαση δυνάμει του άρθρου 81 ή/και του άρθρου 82. Από τις υποθέσεις αυτές, οι 18 αναφέρονταν στο άρθρο 81, οι 13 στο άρθρο 82 και οι 2 και στα δύο αυτά άρθρα. Σε καμία από τις υποθέσεις αυτές η Επιτροπή δεν κίνησε διαδικασία, με αποτέλεσμα την απαλλαγή των εθνικών αρχών από το βάρος των αρμοδιοτήτων που έχουν αναλάβει δυνάμει του άρθρου 16 παρ. 6 του κανονισμού 1/2003.

Γενική σύγκλιση των εθνικών νομοθεσιών

111. Τέλος, το 2004 πραγματοποιήθηκε ουσιαστική αναθεώρηση αρκετών εθνικών νομοθεσιών. Σχεδόν όλες οι αλλαγές κατέληξαν σε υψηλότερο βαθμό σύγκλισης μεταξύ των εθνικών συστημάτων και του κανονισμού 1/2003. Συνολικά, 20 κράτη μέλη κατάργησαν ή σχεδιάζουν να καταργήσουν το εθνικό τους σύστημα κοινοποίησης, ενώ 17 διαθέτουν εν όλω ή εν μέρει συγκλίνοντα προγράμματα επιείκειας. Οι εξελίξεις αυτές συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην απλοποίηση της συμμόρφωσης των επιχειρήσεων και στην καλύτερη λειτουργία του συστήματος.

2. Εφαρμογη των κοινοτικων κανονων ανταγωνισμου από τα εθνικα δικαστηρια στην ΕΕ: Εκθεση σχετικα με την εφαρμογη του αρθρου 15 του κανονισμου 1/2003

Αιτήσεις γνωμοδότησης

112. Το άρθρο 15 παρ. 1 του κανονισμού 1/2003 παρέχει στα εθνικά δικαστήρια τη δυνατότητα να ζητήσουν από την Επιτροπή πληροφορίες που αυτή διαθέτει, ή τη γνώμη της για ζητήματα που αφορούν την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού. Το 2004, η Επιτροπή έλαβε 9 αιτήσεις γνωμοδότησης. Από αυτές, 6 προέρχονταν από δικαστήρια της Ισπανίας και αναφέρονταν όλες στον ίδιο τύπο συμφωνίας διανομής στον τομέα της ενέργειας, ο οποίος ήγειρε ερωτήματα σχετικά με τη διάκριση μεταξύ εμπορικού αντιπρόσωπου και μεταπωλητή κατά την έννοια της κοινοτικής νομοθεσίας περί ανταγωνισμού και περιείχε τόσο ρήτρες για τον καθορισμό των μέγιστων λιανικών τιμών για τα καύσιμα όσο και ρήτρες που απέκλειαν τον ανταγωνισμό για τα καύσιμα, και οι οποίες ήταν πιθανόν να οδηγήσουν σε περιχαράκωση της αγοράς. Οι απαντήσεις της Επιτροπής σε αυτές τις 6 αιτήσεις βασίσθηκαν σε μεγάλο βαθμό στην προκαταρκτική της αξιολόγηση στην υπόθεση Repsol CPP [108].

113. Η βελγική νομοθεσία περί ανταγωνισμού απαιτεί από τα δικαστήρια του Βελγίου να αποτείνονται στο Εφετείο Βρυξελλών για προκαταρκτική γνωμοδότηση οσάκις έχουν αμφιβολίες ως προς την εφαρμογή των κανόνων περί ανταγωνισμού. Στις αρχές Δεκεμβρίου, το Εφετείο Βρυξελλών διαβίβασε τρεις σχετικές αναφορές στην Επιτροπή ζητώντας τη γνώμη της. Οι αιτήσεις αυτές έθεταν ζητήματα σχετικά με την ταυτόχρονη εφαρμογή των άρθρων 81 και 82, το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 82 στοιχείο γ), τον κανονισμό 2790/1999 της Επιτροπής, περί απαλλαγής κατά κατηγορία (στις κάθετες συμφωνίες) και τις συνοδευτικές κατευθυντήριες γραμμές, καθώς και σχετικά με την ανακοίνωση de minimis .

Δημόσια βάση δεδομένων των αποφάσεων των εθνικών δικαστηρίων

114. Το άρθρο 15 παρ. 2 του κανονισμού 1/2003 απαιτεί από τα κράτη μέλη να διαβιβάζουν στην Επιτροπή αντίγραφο κάθε γραπτής απόφασης εθνικού δικαστηρίου σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 81 και 82. Η Επιτροπή έλαβε 36 αποφάσεις που εκδόθηκαν μετά τον Μάιο του 2004 και οι οποίες εντάχθηκαν στον δικτυακό τόπο της ΓΔ Ανταγωνισμού, εφόσον η αρχή που τις διεβίβασε δεν τις χαρακτήριζε εμπιστευτικές [109]. Η συντριπτική πλειονότητα των αποφάσεων αυτών (29) προέκυπταν από ενέργειες ιδιωτών, οι οποίες στις περισσότερες περιπτώσεις αποσκοπούσαν στην ακύρωση συμφωνίας λόγω ασυμβατότητας με τους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού.

Υποβολή παρατηρήσεων από την Επιτροπή και από τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού

115. Το άρθρο 15 παρ. 3 του κανονισμού 1/2003 επιτρέπει στην Επιτροπή και στις εθνικές αρχές ανταγωνισμού να υποβάλλουν παρατηρήσεις στα εθνικά δικαστήρια για ζητήματα που έχουν σχέση με την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού. Η Επιτροπή δεν έχει ακόμη χρησιμοποιήσει τη δυνατότητα αυτή, σε αντίθεση με τις βελγικές, γερμανικές και γαλλικές αρχές ανταγωνισμού. Θα πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι ήδη πριν από την 1η Μαΐου 2004 αυτές οι εθνικές αρχές είχαν τη δυνατότητα να υποβάλλουν παρατηρήσεις στα εθνικά τους δικαστήρια, βάσει της αντίστοιχης εθνικής νομοθεσίας.

Χρηματοδότηση της κατάρτισης των εθνικών δικαστών στην κοινοτική νομοθεσία ανταγωνισμού

116. Από το 2002 και εξής, η Επιτροπή συγχρηματοδοτεί προγράμματα που αποσκοπούν στην κατάρτιση των εθνικών δικαστών στην κοινοτική νομοθεσία ανταγωνισμού. Το 2004, η Επιτροπή συγχρηματοδότησε 4 τέτοια προγράμματα[110] και δημοσίευσε πρόσκληση υποβολής προτάσεων, η οποία κατέληξε στη σύναψη 10 επιπλέον σχετικών συμβάσεων, με δέσμευση 400.000 ευρώ και πλέον, για την κατάρτιση 700 και πλέον εθνικών δικαστών και από τα 25 κράτη μέλη κατά το 2005[111].

3. Ενεργεια

117. Το 2004, η Επιτροπή συνέστησε μια υποομάδα του ΕΔΑ με αντικείμενο την ενέργεια. Αυτή έχει ως στόχο την εξασφάλιση ενός χώρου συζητήσεων γύρω από βασικά ζητήματα και επεξεργασίας μιας κοινής προσέγγισης της εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού στις αγορές της ενέργειας, καθώς και την ενθάρρυνση της παρακολούθησης του ανταγωνισμού στις κοινοτικές αγορές της ενέργειας. Πρόθεση της υποομάδας ενέργειας είναι να διοργανώνει τόσο τεχνικές συσκέψεις όσο και συσκέψεις υψηλού επιπέδου, στις οποίες είναι δυνατόν να προσκαλούνται εκπρόσωποι των αντίστοιχων ρυθμιστικών αρχών.

118. Τον Σεπτέμβριο διοργανώθηκε μια ημερίδα υψηλού επιπέδου για την ενέργεια, απευθυνόμενη στους επικεφαλής των εθνικών αρχών ανταγωνισμού. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενέργειας εκλήθησαν και αυτές να αποστείλουν εκπροσώπους. Η σύσκεψη εστιάσθηκε σε δύο ζητήματα: στον ρόλο των αρχών ανταγωνισμού και των ρυθμιστικών αρχών στην αντιμετώπιση των βλαπτικών του ανταγωνισμού προακτικών, και στον τρόπο αντιμετώπισης των φραγμών που εξακολουθούν να υπάρχουν στην αγορά έναντι των νεοεισερχομένων.

119. Η πρώτη τεχνική σύσκεψη της υποομάδας ενέργειας πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο. Πέρα δε από τη συζήτηση του μελλοντικού προγράμματος εργασίας της υποομάδας, οι εργασίες της εστιάσθηκαν σε δύο ζητήματα: στις μακροχρόνιες συμβάσεις στα τελικά στάδια του τομέα του αερίου και στις τομεακές έρευνες στον τομέα της ενέργειας. Συμφωνήθηκε ότι η υποομάδα ενέργειας θα πρέπει να εστιάσει τις εργασίες της στον ανταγωνισμό στους τομείς του αερίου και του ηλεκτρισμού, χωρίς να αποκλείονται τελείως και οι συζητήσεις για άλλους τομείς (όπως, π.χ., του πετρελαίου). Συζητήθηκε και ένα έγγραφο που είχε συντάξει η ΓΔ Ανταγωνισμού σχετικά με τις μακροχρόνιες συμβάσεις στα τελικά στάδια του τομέα του αερίου. Ακόμη, ΓΔ Ανταγωνισμού κυκλοφόρησε και ένα έγγραφο για τις τομεακές έρευνες, έγινε δε και μια ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού σχετικά με τις τομεακές έρευνες στους τομείς του αερίου και του ηλεκτρισμού.

4. Μεταφορεσ

Ομάδα εργασίας των ΕΑΑ για τις αερομεταφορές

120. Οι ΕΕΑ (Ευρωπαϊκές Αρχές Ανταγωνισμού), κατά την ολομέλεια που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα τον Απρίλιο του 2004, συνέστησαν μια ομάδα εργασίας για τις αερομεταφορές, με σκοπό τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ τους σχετικά με τα ζητήματα των αεροπορικών εταιρειών και την αναζήτηση τρόπων ενίσχυσης του ανταγωνισμού στον τομέα αυτόν. Οι ΕΕΑ θεωρούν ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ των αεροπορικών εταιρειών επηρεάζεται από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του τομέα αυτού, και συγκεκριμένα από το ότι λειτουργεί σε δίκτυα. Στις 31 Μαΐου, η εν λόγω ομάδα εργασίας δημοσίευσε μια έκθεση για τις συγκερτρώσεις και τις συμμαχίες στην πολιτική αεροπορία[112], η οποία παρέχει μιαν επισκόπηση των εφαρμοζόμενων σήμερα από τις ΕΕΑ πρακτικών σχετικά με τον ορισμό των αγορών, την αξιολόγηση του ανταγωνισμού και τα λαμβανόμενα διορθωτικά μέτρα.

Σιδηρόδρομοι

121. Η υποομάδα σιδηροδρόμων συνήλθε για δεύτερη φορά στις 29 Ιουνίου και συζήτησε τα αποτελέσματα της έρευνας αγοράς που είχε διεξαχθεί, από κοινού από τη ΓΔ Ανταγωνισμού και τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού, σχετικά με τους φραγμούς στον ανταγωνισμό στον τομέα των σιδηροδρομικών μεταφορών φορτίων. Επισημάνθηκε ότι, αν και εξαιρετικά διεξοδικά, τα στοιχεία δόθηκαν από τους παράγοντες της αγοράς ανεπίσημα και χρειάζονται επαλήθευση. Η εν λόγω υποομάδα συζήτησε και ένα σχέδιο εγγράφου σχετικά με τη βέλτιστη πρακτική στις σχέσεις μεταξύ εθνικών αρχών ανταγωνισμού και ρυθμιστικών αρχών στον τομέα των σιδηροδρόμων (των οποίων η σύσταση αποτελούσε απαίτηση της πρώτης δέσμης οδηγιών για τους σιδηροδρόμους), ενόψει της κοινής σύσκεψης των δύο αυτών ομάδων που πρόκειται να διεξαχθεί σε εύθετο χρόνο.

5. Χρηματοοικονομικεσ υπηρεσιεσ

122. Στον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, οι υποομάδες του ΕΔΑ δραστηριοποιήθηκαν το 2004 σχετικά με τις κάρτες πληρωμής, τις ασφάλειες και τα χρεόγραφα.

123. Η υποομάδα του ΕΔΑ για τα δίκτυα καρτών πληρωμής συνήλθε για πρώτη φορά στις Βρυξέλλες, στις 17 Ιουνίου. Βασικός σκοπός της σύσκεψης αυτής ήταν να παρουσιάσει η Επιτροπή στις εθνικές αρχές ανταγωνισμού τα αποτελέσματα των ερευνών αγοράς που είχε διεξαγάγει σχετικά με τις χρεωστικές και πιστωτικές κάρτες πληρωμής στην Ευρώπη. Με βάση τα αποτελέσματα αυτά έγινε συζήτηση γύρω από συγκεκριμένες περιπτώσεις, μεθοδολογικά ζητήματα και τις εξελίξεις στον τομέα αυτόν. Αυτό το είδος ενεργού συντονισμού σκοπό έχει τη δημιουργία μιας βάσης κοινών γνώσεων και μιας κοινής κατανόησης των ζητημάτων ανταγωνισμού σχετικά με τις κάρτες πληρωμής. Μερικοί εκπρόσωποι εθνικών αρχών ανταγωνισμού (Δανίας, Πολωνίας και ΗΒ) παρουσίασαν τις εν εξελίξει έρευνές τους σχετικά με τις συμφωνίες διακανονισμού για τα τέλη των ηλεκτρονικών συναλλαγών μέσω των δικτύων καρτών πληρωμής στη χώρα τους. Οι αρχές ανταγωνισμού των Κάτω Χωρών, της Φινλανδίας και της Ιταλίας παρουσίασαν τις υποθέσεις τους που αφορούσαν τα εσωτερικά τους δίκτυα χρεωστικών καρτών. Ορισμένοι εκπρόσωποι επισήμαναν ότι το επίπεδο των ηλεκτρονικών συναλλαγών μέσω των συστημάτων χρεωστικών καρτών συνδέεται με το επίπεδο του ανταγωνισμού στην αγορά όπου εκδίδονται και αποκτώνται οι κάρτες. Ακόμη, σε ορισμένες χώρες της ΕΕ οι τοπικές τράπεζες εξετάζουν την πιθανότητα να εγκαταλείψουν ένα υφιστάμενο εσωτερικό δίκτυο καρτών με σκοπό να ενταχθούν σε ένα διεθνές τέτοιο δίκτυο, το οποίο θα τους παρέχει πρόσθετα έσοδα από τα τέλη διακανονισμού. Στα κράτη μέλη όπου τα δύο διεθνή δίκτυα καρτών Visa και MasterCard έχουν εγκατασταθεί ως τοπικά δίκτυα, τα τέλη διακανονισμού είναι τρέχοντα και υψηλά. Από τη συζήτηση προέκυψε ότι υπάρχει ανάγκη συντονισμένης εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού στον τομέα αυτόν σε ολόκληρη την Ευρώπη.

124. Η δεύτερη σύσκεψη της υποομάδας του ΕΔΑ για τις ασφάλειες έγινε στις Βρυξέλλες, στις 27 Οκτωβρίου. Κατά τη σύσκεψη αυτή, κατέστη σαφές ότι οι προμήθειες των ασφαλιστών και των μεσαζόντων αποτελούν βασικό στοιχείο για την ανάλυση αγοράς που πραγματοποιείται από ορισμένες αρχές του δικτύου, ενώ από τις σχετικές έρευνες ανακύπτουν πολλά πιθανά ζητήματα ανταγωνισμού.

125. Το δίκτυο των εμπειρογνωμόνων στον τομέα των κινητών αξιών συνήλθε για δεύτερη φορά τον Ιούνιο. Παρά τον περίπλοκο χαρακτήρα του αντικειμένου, οι συμμετέχοντες ήταν πολυάριθμοι και η συμμετοχή τους στις συζητήσεις ιδιαίτερα ενεργή. Σκοπός της σύσκεψης ήταν, πρώτον, η επίτευξη αμοιβαίας κατανόησης μεταξύ των εθνικών αρχών σχετικά με τις αγοραπωλησίες, την εκκαθάριση και τον διακανονισμό χρεογράφων στα 25 κράτη μέλη και, δεύτερον, η ανταλλαγή απόψεων γύρω από τις δραστηριότητες ανταγωνισμού και ρύθμισης στον τομέα των χρεογράφων.

126. Η Επιτροπή συγκέντρωσε στοιχεία ανάδρασης από τις εθνικές αρχές με σκοπό τη βελτίωση των μελλοντικών συσκέψεων και επαφών μεταξύ των αρχών ανταγωνισμού.

Δ – Επιλεγμενεσ δικαστικεσ υποθεσεισ

Adalat

127. Στις 6 Ιανουαρίου[113], το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) εξέδωσε απόφαση σχετικά με δύο προσφυγές, από τις οποίες η μία είχε υποβληθεί από την Επιτροπή κατά της απόφασης[114] του Πρωτοδικείου στην υπόθεση Adalat . Το Πρωτοδικείο είχε ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής[115] με την οποία διαπιστωνόταν παραβίαση του άρθρου 81 ΕΚ με τη μορφή απαγορεύσεων εξαγωγών στις συμβάσεις μεταξύ της εταιρείας Bayer και των μεταπωλητών της. Το Πρωτοδικείο είχε υποστηρίξει σχετικά ότι η απόφαση της Επιτροπής δεν είχε καταδείξει κατά τους ισχύοντες νομικούς κανόνες ότι οι μεταπωλητές είχαν συμφωνήσει με την εμπορική πολιτική της Bayer, και ότι λόγω της απουσίας συμφωνίας δεν είχε εφαρμογή το άρθρο 81 σχετικά. Επιβεβαιώνοντας ότι, βάσει των αποδεικτικών στοιχείων που προεβλήθησαν από την Επιτροπή, δεν είχε αποδειχθεί η σύμπτωση επιδιώξεων των μερών, το ΔΕΚ αποσαφήνισε την έννοια της συμφωνίας κατά το άρθρο 81 ΕΚ. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το ΔΕΚ καθιστά ρητά σαφές ότι ούτε η πιθανή εφαρμογή των λοιπών πτυχών του άρθρου 81 ΕΚ ούτε του άρθρου 82, όπως ούτε τυχόν άλλων πιθανών ορισμών της σχετικής αγοράς αποτέλεσαν αντικείμενο της εν λόγω διαδικασίας.

Cement cartel

128. Με απόφαση της 7ης Ιανουαρίου[116], και μετά από σχετική προσφυγή, το ΔΕΚ μείωσε το πρόστιμο που είχε επιβληθεί από την Επιτροπή σε έναν από τους προσφεύγοντες[117] λόγω εμπλοκής του σε σύμπραξη στον τομέα του τσιμέντου. Το ΔΕΚ θ έκρινε ότι, για τον προσδιορισμό του κύκλου εργασιών με σκοπό τον υπολογισμό του προστίμου, ο κύκλος εργασιών των θυγατρικών της Ciments français SA δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη, διότι η εν λόγω εταιρεία απέκτησε τον έλεγχο της εμπλεκόμενης θυγατρικής μόνο αφότου είχε εμπλακεί στην επίδικη παράβαση. Το ΔΕΚ απέρριψε τις υπόλοιπες εφέσεις, αποδεχόμενο σε μεγάλο βαθμό την απόφαση του Πρωτοδικείου[118].

Ταχυδρομικές υπηρεσίες: Asempre

129. Με απόφαση της 11ης Μαρτίου[119], το ΔΕΚ ερμήνευσε προκαταρκτικά την οδηγία 97/67/EΚ[120] σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των ταχυδρομικών υπηρεσιών, και για τη βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών αυτών. Το ΔΕΚ διευκρίνισε ότι το άρθρο 7 της εν λόγω οδηγίας δεν επιτρέπει στα κράτη μέλη να επεκτείνουν τις υπηρεσίες που παρέχονται αποκλειστικά από τον πάροχο της καθολικής υπηρεσίας μέσω αυτοεξυπηρέτησης[121], υπό μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

- ότι ο αποδέκτης πρέπει να συμπίπτει με τον αποστολέα·

- ότι οι υπηρεσίες πρέπει να μην παρέχονται σε τρίτους κατά τη διάρκεια εμπορικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας του παρόχου·

- ότι οι υπηρεσίες πρέπει να μην παρέχονται μέσω του ταχυδρομικού σάκου ή άλλης παρόμοιας μεθόδου· και

- ότι τέτοιες ενέργειες δεν πρέπει να διακόπτουν τις υπηρεσίες οι παρέχονται αποκλειστικά από τον πάροχο της καθολικής υπηρεσίας.

130. Ακόμη, από την απόφαση αυτή διαφαίνεται ότι οι υπηρεσίες εμβασμάτων (πληρωμών μέσω του δημόσιου ταχυδρομικού δικτύου προς φυσικά ή νομικά πρόσωπα) δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 97/67.

Σύμπραξη στον τομέα των ηλεκτροδίων γραφίτη

131. Με απόφαση της 29ης Απριλίου[122], το Πρωτοδικείο μείωσε τα πρόστιμα που είχαν επιβληθεί από την Επιτροπή[123] σε όσους είχαν λάβει μέρος στη σύμπραξη στον τομέα των ηλεκτροδίων γραφίτη. Το Πρωτοδικείο διαπίστωσε ότι η Επιτροπή δεν είχε προσδιορίσει με λογική συνέπεια τις κατηγορίες που χρησιμοποίησε για τον υπολογισμό των προστίμων σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για τα πρόστιμα[124], το δε Πρωτοδικείο χρησιμοποίησε όλες τις αρμοδιότητές του για να δημιουργήσει μια νέα κατηγορία και να τροποποιήσει το βασικό ποσό για τον υπολογισμό σε σχέση με ορισμένες εταιρείες. Άλλες μειώσεις αναφέρονταν κυρίως στο ζήτημα του βαθμού συνεργασίας των εταιρειών, τον οποίο η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε αναγνωρίσει με τη μορφή μείωσης των προστίμων. Κατά την άποψη του Πρωτοδικείου, ορισμένα αποδεικτικά στοιχεία που είχαν δοθεί από τα μέρη καλύπτονταν από το δικαίωμα της μη αυτό-ενοχοποίησης, οπότε θα έπρεπε να είχαν εκληφθεί ως αυτόβουλη συμβολή των μερών.

132. Ακόμη, το Πρωτοδικείο επιβεβαίωσε ότι εταιρείες οι οποίες κατά τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας ρητά παραδέχονται επί της ουσίας την αλήθεια των πραγματικών περιστατικών που η Επιτροπή τους καταμαρτυρεί (στην κοινοποίηση αιτιάσεων), και ως αντάλλαγμα βαρύνονται με μειωμένα πρόστιμα από την Επιτροπή, κατ’ αρχήν δεν είναι σε θέση να αμφισβητήσουν αυτά τα πραγματικά περιστατικά ενώπιον του Πρωτοδικείου και διακινδυνεύουν αύξηση των προστίμων. Ακόμη, το Πρωτοδικείο επιβεβαίωσε ότι η Επιτροπή είναι δυνατόν να επιβάλει κυρώσεις σε μια σύμπραξη που έχει ήδη υποστεί κυρώσεις από δικαιοδοτικό όργανο εκτός ΕΕ, η δε Επιτροπή δεν είναι υποχρεωμένη να λάβει υπόψη τέτοιες κυρώσεις κατά τον προσδιορισμό των δικών της προστίμων[125].

Σύμπραξη στον τομέα των χαλύβδινων σωλήνων χωρίς ραφή

133. Με απόφαση της 8ης Ιουλίου[126], το Πρωτοδικείο μείωσε τα πρόστιμα που είχαν επιβληθεί από την Επιτροπή[127] σε όσους είχαν λάβει μέρος στη σύμπραξη στον τομέα των χαλύβδινων σωλήνων χωρίς ραφή, έτσι ώστε να ληφθεί υπόψη η βραχεία διάρκεια της παράβασης, διαπιστώνοντας ότι η Επιτροπή δεν είχε προσδιορίσει τη συνολική διάρκεια στην οποία – μεταξύ άλλων – βάσισε τα πρόστιμα. Στο πλαίσιο αυτό, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπόθεσης, η Επιτροπή όφειλε να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία ως προς το πότε ακριβώς τερματίσθηκαν οι οικειοθελείς περιοριστικές συμφωνίες ΕΕ-Ιαπωνίας τις οποίες έλαβε υπόψη της για τον προσδιορισμό της διάρκειας της παράβασης. Όσον αφορά τις εμπλεκόμενες ιαπωνικές εταιρείες, το Πρωτοδικείο μείωσε και εδώ τα πρόστιμα, λόγω της μικρότερης βαρύτητα της συμμετοχής τους στη σύμπραξη και του γεγονότος ότι δεν είχαν λάβει μέρος σε ένα από τα σκέλη της παράβασης (συμβάσεις προμήθειας για την Corus). Κατά τα λοιπά, το Πρωτοδικείο απέρριψε όλες τις αιτήσεις ακύρωσης της απόφασης της Επιτροπής.

Νομικό απόρρητο: Akzo & Akros

134. Στις 27 Σεπτεμβρίου[128], ο Πρόεδρος του ΔΕΚ απεδέχθη την προσφυγή της Επιτροπής κατά της προσωρινής απόφασης του Προέδρου του Πρωτοδικείου με την οποία ανέστειλε την εκτέλεση απόφασης της Επιτροπής η οποία απέρριπτε τις αιτήσεις αναγνώρισης του νομικού απορρήτου στα μέρη, ενώ είχε ήδη απορρίψει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά της απόφασης επιθεώρησης την οποία είχαν επίσης υποβάλει τα μέρη στο πλαίσιο αυτής της παράλληλης διαδικασίας[129].

135. Η εν λόγω υπόθεση αφορά έγγραφα που κατασχέθηκαν κατά την επιθεώρηση που είχε διαταχθεί με απόφαση της Επιτροπής[130]. Τα ζητήματα που εξακολουθούν να βρίσκονται υπό συζήτηση – η κύρια υπόθεση ήταν ακόμη σε εκκρεμότητα στα τέλη του 2004 – είναι η έκταση και οι δικαιούχοι προστασίας του νομικού απορρήτου. Ο Πρόεδρος του ΔΕΚ ακύρωσε την αναστολή, κρίνοντας ότι δεν υπήρχε επείγων λόγος να παρακρατηθούν τα έγγραφα από την Επιτροπή.

136. Στην απόφαση του Προέδρου του Πρωτοδικείου αναφερόταν ότι η ισχύουσα νομολογία περί νομικού απορρήτου είναι δυνατόν να χρειάζεται επανεξέταση, έθεσε δε ορισμένα ερωτήματα ως προς αυτό: Η έκταση του νομικού απορρήτου θα πρέπει να επεκταθεί και στα έγγραφα που είναι υπό σύνταξη, στις πληροφορίες που συγκεντρώνονται και στα περιληπτικά έγγραφα με τα οποία ζητούνται νομικές συμβουλές; Το να έχει η Επιτροπή το δικαίωμα να αντιγράφει τέτοια έγγραφα είναι πιθανόν να προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στα δικαιώματα άμυνας; Στους δικαιούχους προστασίας του νομικού απορρήτου θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται και ορισμένες κατηγορίες δικηγόρων που εργάζονται για εταιρείες; Λόγω των ευρύτατα αρνητικών επιπτώσεων τέτοιων αλλαγών στις καθημερινές εργασίες σε υποθέσεις καταπολέμησης των μονοπωλίων, η Επιτροπή έκρινε αναγκαίο να προσφύγει κατά της απόφασης αυτής με σκοπό να εξασφαλίσει βεβαιότητα δικαίου σχετικά με το κατά πόσο ισχύει η κειμένη νομολογία.

Γερμανικές τράπεζες

137. Με αποφάσεις της 14ης Οκτωβρίου[131], το Πρωτοδικείο ακύρωσε την απόφαση[132] με την οποία η Επιτροπή είχε διαπιστώσει ότι ορισμένες γερμανικές τράπεζες είχαν εμπλακεί σε σύμπραξη η οποία αφορούσε τα έξοδα που οι τράπεζες αυτές χρέωναν για τις πράξεις συναλλάγματος με νομίσματα της ζώνης του ευρώ κατά την περίοδο μέχρι την υιοθέτηση του ευρώ ως ενιαίου νομίσματος στη ζώνη αυτή. Το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η Επιτροπή είχε τεκμηριώσει την απόφασή της με ανεπαρκή αποδεικτικά στοιχεία.

Κανόνες κατά των αναβολικών

138. Στην υπόθεση χρήσης αναβολικών από κολυμβητές[133], το Πρωτοδικείο αποφάσισε, στις 30 Σεπτεμβρίου[134], ότι οι κανόνες της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής για την καταπολέμηση των αναβολικών είναι απλώς αθλητικοί κανόνες χωρίς οικονομικές επιπτώσεις. Οι κανόνες αυτοί συνδέονται στενά με τον αθλητισμό, οπότε δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της Συνθήκης σχετικά με τις οικονομικές ελευθερίες, και ιδίως των άρθρων 49, 81 και 82. Πρόκειται εδώ για την πρώτη απόφαση με την οποία το Πρωτοδικείο απεφάνθη σχετικά με το αν οι αθλητικοί κανόνες υπάγονται στις διατάξεις της Συνθήκης περί ανταγωνισμού. Επιβεβαιώνει δε την πολιτική που ακολουθεί η Επιτροπή στον τομέα του αθλητισμού.

Eurovision

139. Στις 4 Οκτωβρίου, το ΔΕΚ απέρριψε[135] την προσφυγή της EBU κατά της απόφασης της 8ης Οκτωβρίου 2002[136] με την οποία το Πρωτοδικείο διαπίστωνε ότι το καθεστώς πρόσβασης τρίτων στο σύστημα της Eurovision δεν ικανοποιούσε τους όρους του άρθρου 81 παρ. 3 στοιχείο β) της Συνθήκης, και ακύρωνε τη σχετική απόφαση απαλλαγής που είχε εκδώσει η Επιτροπή[137].

Microsoft

140. Στις 22 Δεκεμβρίου, ο Πρόεδρος του Πρωτοδικείου απέρριψε[138] στο σύνολό της την αίτηση που είχε υποβάλει η Microsoft για αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης θεραπείας που είχε εκδοθεί εις βάρος της τον Μάρτιο του 2004[139]. Με την απόφαση αυτή η Επιτροπή καταδίκαζε την άρνηση της Microsoft να παρέχει πληροφορίες λειτουργικής διασύνδεσης, καθώς και την πρόσδεση του προγράμματος Windows Media Player στο πρόγραμμα Windows. Πέρα από το πρόστιμο, η Επιτροπή επέβαλε μέτρα τερματισμού των βλαπτικών του ανταγωνισμού πρακτικών που επισημαίνονταν στην απόφαση.

141. Ο Πρόεδρος έκρινε ότι τα επιχειρήματα που προέβαλε η Microsoft επί της ουσίας δεν μπορούσαν, στη διαδικασία παροχής δικαστικής προστασίας, να θεωρηθούν εκ πρώτης όψεως αβάσιμα. Ωστόσο, ο Πρόεδρος υποστήριξε ότι η Microsoft δεν είχε αποδείξει ότι ήταν πιθανόν να υποστεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη βλάβη λόγω της εκτέλεσης της απόφασης, οπότε δεν ήταν δικαιολογημένη η αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης θεραπείας. Ο Πρόεδρος διαπίστωσε ότι η κοινολόγηση πληροφοριών που πριν χαρακτηρίζονταν απόρρητες δεν συνεπάγεται αναγκαστικά σοβαρή και ανεπανόρθωτη βλάβη, καθώς και ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση δεν αποδεικνυόταν η πιθανότητα τέτοιας βλάβης. Ακόμη, έκρινε ότι, σε σχέση με το διορθωτικό μέτρο αποσύνδεσης των δύο προγραμμάτων της Microsoft, αυτή δεν είχε αποδείξει συγκεκριμένα ότι ήταν πιθανόν να υποστεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη βλάβη λόγω παρέμβασης στην επιχειρηματική της πολιτική ή προσβολής της φήμης της.

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ

[pic]

[pic]

[pic]

ΙΙ - Έλεγχος συγκεντρώσεων

Εισαγωγή

142. Το έτος χαρακτηρίσθηκε από αύξηση του αριθμού των συγκεντρώσεων και των εξαγορών που κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή σε σχέση με το 2003. Ήταν η πρώτη τέτοια αύξηση από το 1999. Συνολικά έγιναν 249 κοινοποιήσεις που αντιπροσωπεύουν αύξηση 17% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Ο αριθμός τελικών αποφάσεων αυξήθηκε επίσης κάπως από 231 το 2003 σε 242 το 2004. Από τις τελικές αποφάσεις που εκδόθηκαν την περίοδο αναφοράς, το 64% εκδόθηκε βάσει του νέου κανονισμού που τέθηκε σε ισχύ από 1ης Μαΐου και το 57% βάσει της απλοποιημένης διαδικασίας. Από τις 232 τελικές αποφάσεις που εκδόθηκαν μετά το πέρας των ερευνών της πρώτης φάσης, 220 αφορούσαν την έγκριση της συγκέντρωσης χωρίς την επιβολή δεσμεύσεων. Στις υπόλοιπες 12 υποθέσεις τα μέρη υπέβαλαν δεσμεύσεις που ήραν σοβαρές αμφιβολίες της Επιτροπής όσον αφορά τον ανταγωνισμό.

143. Δεν υπήρξε μεταβολή σε σύγκριση με το 2003 όσον αφορά τον αριθμό των υποθέσεων που δημιουργούσαν σοβαρές αμφιβολίες ως προς τον αντίκτυπό τους στον ανταγωνισμό και, ως εκ τούτου, έπρεπε να ερευνηθούν σε βάθος (δεύτερη φάση). Το 2004 κινήθηκαν 8 διαδικασίες του τύπου αυτού. Από τις 7 υποθέσεις της δεύτερης φάσης που ολοκληρώθηκαν το 2004, 6 εγκρίθηκαν τελικά ενώ μια απαγορεύθηκε. 4 υποθέσεις εγκρίθηκαν βάσει δεσμεύσεων που ήραν τα αρχικά προβλήματα ανταγωνισμού ενώ σε 2 υποθέσεις η συναλλαγή εγκρίθηκε άνευ όρων.

144. Η Επιτροπή εξέδωσε, επίσης, 3 αποφάσεις παραπομπής το 2004. Σε δύο περιπτώσεις η παραπομπή ήταν ολική ενώ σε μία μερική. Το 2004, η Επιτροπή έλαβε 19 αιτιολογημένες αιτήσεις για την εξέταση συγκεντρώσεων χωρίς κοινοτική διάσταση (δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 5). Η Επιτροπή έλαβε, επίσης, δύο αιτιολογημένες αιτήσεις ολικής ή μερικής παραπομπής σε κράτος μέλος (δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 4) για συγκεντρώσεις χωρίς κοινοτική διάσταση[140].

Α – Νομοθετικοι και ερμηνευτικοι κανονες

1. Αναδιατυπωμενος κανονισμοσ για τον ελεγχο των συγκεντρωσεων, νεεσ ανακοινωσεισ και τροποποιημενοσ κανονισμοσ εφαρμογης

1.1. Νέος κανονισμός για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων: Κανονισμός 139/2004

145. Ο αναδιατυπωμένος κανονισμός για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων[141] εκδόθηκε επίσημα στις 20 Ιανουαρίου και τέθηκε σε εφαρμογή από 1ης Μαΐου. Μετά την έκδοση του νέου αυτού κανονισμού εγκρίθηκαν συναφείς και άλλες τροποποιήσεις του κανονισμού εφαρμογής την 1η Μαΐου. Αντίστοιχες τροποποιήσεις επήλθαν και στην ανακοίνωση για μια απλοποιημένη διαδικασία καθώς και στην ανακοίνωση για τους παρεπόμενους περιορισμούς. Προκειμένου να παράσχει καθοδήγηση ως προς την εφαρμογή και ερμηνεία των νέων κανόνων του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων όσον αφορά τις παραπομπές, η Επιτροπή εξέδωσε και μια νέα ανακοίνωση για την κατανομή υποθέσεων. Τέλος, εκδόθηκαν νέες κατευθυντήριες γραμμές για τις συγκεντρώσεις που παρέχουν καθοδήγηση ως προς την αξιολόγηση των οριζόντιων συγκεντρώσεων.

1.2. Αναθεωρημένη εκτελεστική νομοθεσία

146. Ο αναθεωρημένος κανονισμός εφαρμογής περιλαμβάνει κυρίως αναγκαία μέτρα που αντικατοπτρίζουν τις αλλαγές που επήλθαν με τον νέο κανονισμό για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων. Ωστόσο, με την ευκαιρία, η Επιτροπή επέφερε βελτιώσεις όσον αφορά τη σαφήνεια του κειμένου καθώς και την αποτελεσματικότητα και τον δίκαιο χαρακτήρα της διαδικασίας. Ο νέος κανονισμός εφαρμογής εκδόθηκε τον Απρίλιο μετά από δημόσια διαβούλευση την οποία οργάνωσε η Επιτροπή, και τέθηκε σε ισχύ από 1ης Μαΐου[142].

Νέος μηχανισμός παραπομπής υποθέσεων

147. Ο νέος κανονισμός για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων παρέχει στα κοινοποιούντα μέρη τη δυνατότητα να ζητήσουν κατά το προ της κοινοποίησης στάδιο την παραπομπή μιας συγκέντρωσης είτε από την Επιτροπή στο κράτος μέλος (άρθρο 4 παράγραφος 4) είτε από τρία ή περισσότερα κράτη μέλη στην Επιτροπή (άρθρο 4 παράγραφος 5). Προκειμένου να παραπεμφθεί μια υπόθεση κατά το προ της κοινοποίησης στάδιο, τα κοινοποιούντα μέρη πρέπει να υποβάλουν αιτιολογημένη αίτηση στην Επιτροπή. Με σκοπό την επεξεργασία και την απλούστευση των αιτήσεων αυτών, ο νέος κανονισμός εφαρμογής εισάγει ένα έντυπο αιτιολογημένης αίτησης (έντυπο ΑΑ) το οποίο προσδιορίζει τις πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στην αίτηση.

Νέα έντυπα κοινοποίησης – Έντυπα CO πλήρους και συνοπτικής κοινοποίησης CO

148. Εκτός από τους αναθεωρημένους διαδικαστικούς κανόνες, αναθεωρήθηκε το έντυπο CO και δημιουργήθηκε ένα νέο έντυπο CO για την συνοπτική κοινοποίηση.

149. Το νέο έντυπο CO αντικατοπτρίζει τις αλλαγές που επήλθαν με τον νέο κανονισμό για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων. Εκτός αυτού, εστιάζεται σε ορισμένα θέματα ανταγωνισμού που εθίγησαν μέσα στο αναλυτικό πλαίσιο της νέας ανακοίνωσης της Επιτροπής για την αξιολόγηση των οριζόντιων συγκεντρώσεων (νέες κατευθυντήριες γραμμές για τις συγκεντρώσεις). Οι κυριότερες καινοτομίες περιλαμβάνουν την υποχρέωση υποβολής περιληπτικού σημειώματος το οποίο προσδιορίζει τις αγορές τις οποίες θα επηρεάσει η συγκέντρωση, καθώς και το στρατηγικό και οικονομικό σκεπτικό της (Τμήμα 1), ένα νέο τμήμα που εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι μια προτεινόμενη συγκέντρωση μπορεί να διέπεται από κοινοτικούς ή/και εθνικούς κανόνες όσον αφορά την παροχή ορισμένων πληροφοριών για την προτεινόμενη συγκέντρωση σε σχέση με το προσωπικό των κοινοποιούντων μερών και τους εκπροσώπους του (τμήμα 1.7) και την υποχρέωση να προσδιορίζεται η αξία της συγκέντρωσης (Τμήμα 3).

150. Περαιτέρω τροποποιήσεις αφορούν: το είδος της απαιτούμενης τεκμηρίωσης (Τμήμα 5), τις κατηγορίες πληροφοριών που απαιτούνται σε σχέση με τις αγορές που δεν επηρεάζονται (Τμήμα 6), το όριο που ισχύει ως προς την υποχρεωτική παροχή πληροφοριών για τους ανταγωνιστές στις επηρεαζόμενες αγορές, το οποίο μειώθηκε από 10% σε 5%, μια νέα υποχρέωση των επιχειρήσεων να παρέχουν πληροφορίες για τα επίπεδα ΗΗΙ στις επηρεαζόμενες αγορές, το είδος των απαιτούμενων πληροφοριών για τους γενικούς όρους της αγοράς (Τμήμα (8), καθώς και η παροχή πρόσθετων πληροφοριών για τις προβλεπόμενες εξελίξεις όπως π.χ. προϊόντα που μεταφέρονται μέσω αγωγού, σχέδια για την επέκταση της παραγωγικής ικανότητας και σχέδια εισόδου σε αγορές. Προστέθηκε, επίσης, ένα νέο τμήμα που αφορά τις πληροφορίες σχετικά με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας (Τμήμα 9), το οποίο ορίζει ότι η υποβολή των πληροφοριών αυτών είναι προαιρετική και ότι τα μέρη δεν υποχρεούνται να δικαιολογήσουν την μη συμπλήρωσή του. Το τμήμα που αφορά τους παρεπόμενους περιορισμούς διαγράφηκε σύμφωνα με τη νέα διάταξη του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων η οποία ορίζει ότι η Επιτροπή, κατά κανόνα, δεν θα ασχολείται με τέτοια ζητήματα. Τέλος, προβλέπεται ότι η πιστοποίηση της πληρότητας και της ακρίβειας της κοινοποίησης πρέπει να γίνεται από τα κοινοποιούντα μέρη και όχι από τους νομικούς τους εκπροσώπους.

151. Η διεύρυνση κατέστησε αναγκαία την υποχρέωση των κοινοποιούντων μερών να παρέχουν 10 επιπλέον αντίτυπα κάθε κοινοποίησης προς την Επιτροπή προκειμένου να θεωρείται πλήρης[143].

Νέες προθεσμίες

152. Ο νέος κανονισμός εφαρμογής περιλαμβάνει τροποποιήσεις των διατάξεων που διέπουν τον υπολογισμό των προθεσμιών, οι οποίες, σύμφωνα με τη διατύπωση του νέου κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων, πρέπει να υπολογίζονται με βάση εργάσιμες ημέρες αντί για μήνες. Το νέο άρθρο 7 προβλέπει ότι οι προθεσμίες αρχίζουν την εργάσιμη ημέρα που έπεται του γεγονότος στο οποίο αναφέρεται η σχετική διάταξη. Το άρθρο 8 περιλαμβάνει απλουστευμένους κανόνες υπολογισμού της λήξης των διαφόρων προθεσμιών.

153. Στο άρθρο 19 παράγραφος 1, προβλέπεται ότι η προθεσμία υποβολής δεσμεύσεων στη φάση Ι πρέπει να είναι 20 εργάσιμες ημέρες ενώ στην παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου προβλέπεται ότι η προθεσμία υποβολής δεσμεύσεων στη φάση ΙΙ πρέπει να είναι 65 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία κίνησης της διαδικασίας. Όταν η προθεσμία έκδοσης απόφασης του άρθρου 8 παράγραφος 2 παρατείνεται κατόπιν αιτήματος των μερών δυνάμει του άρθρου 10 παράγραφος 3, η προθεσμία υποβολής δεσμεύσεων πρέπει επίσης να παρατείνεται κατά τον ίδιο αριθμό εργάσιμων ημερών. Για παράδειγμα: εάν η προθεσμία των 90 εργάσιμων ημερών παραταθεί κατά 10 εργάσιμες ημέρες, η προθεσμία των 65 εργάσιμων ημερών για την υποβολή δεσμεύσεων παρατείνεται κατά 10 ημέρες.

154. Το άρθρο 9 του νέου κανονισμού εφαρμογής θεσπίζει τη δυνατότητα αναστολής ορισμένων προθεσμιών. Η προθεσμία για αποφάσεις παραπομπής και τελικές αποφάσεις βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 4 και του άρθρου 10 παράγραφοι 1 και 3 του νέου κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων δύνανται να ανασταλούν εφόσον συντρέχουν λόγοι για τους οποίους είναι υπεύθυνα τα μέρη στις περιπτώσεις που η Επιτροπή πρέπει πρώτα να ζητήσει πληροφορίες με την έκδοση απόφασης (ή πρέπει να λάβει απόφαση για τη διεξαγωγή επιθεώρησης (άρθρο 13 παράγραφος 4)).

Δικαίωμα ακρόασης

155. Ο νέος κανονισμός εφαρμογής περιλαμβάνει νέες διατάξεις όσον αφορά το δικαίωμα ακρόασης, με τις οποίες επεκτείνεται η κατηγορία φυσικών ή νομικών προσώπων τα οποία έχουν τέτοια δικαιώματα, σε ενώσεις καταναλωτών όποτε η προτεινόμενη συγκέντρωση αφορά προϊόντα ή υπηρεσίες που χρησιμοποιούν τελικοί καταναλωτές.

Εμπιστευτικές πληροφορίες

156. Ο νέος κανονισμός εφαρμογής θεσπίζει, επίσης, για τα πρόσωπα που έχουν εκφράσει τις απόψεις τους δυνάμει των άρθρο 12, 13 ή 16 ή τα οποία παρέχουν πληροφορίες δυνάμει του άρθρου 11 του νέου κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων, την υποχρέωση να υποδεικνύουν με σαφήνεια τις πληροφορίες που θεωρούν εμπιστευτικές. Τα πρόσωπα αυτά πρέπει, επίσης, να αιτιολογούν γιατί θεωρούν εμπιστευτικές τις πληροφορίες αυτές και να διαβιβάζουν μια χωριστή και μη εμπιστευτική εκδοχή εντός της προθεσμίας που τάσσει η Επιτροπή.

157. Βάσει του άρθρου 18 παράγραφος 3 του νέου κανονισμού εφαρμογής, τα κοινοποιούντα μέρη υποχρεούνται, επίσης, να προσδιορίσουν τα επιχειρηματικά απόρρητα ή άλλα εμπιστευτικά στοιχεία που θεωρούν ότι περιλαμβάνονται σε έγγραφα ή μέρη αυτών τα οποία υπέβαλαν. Πρέπει, επίσης, να προσδιορίσουν τις επιχειρήσεις έναντι των οποίων πρέπει να θεωρηθούν εμπιστευτικά τα έγγραφα αυτά Η υποχρέωση αυτή ισχύει και για μέρη της κοινοποίησης των αιτιάσεων, περίληψης της υπόθεσης ή απόφασης της Επιτροπής που περιέχουν κατά τη γνώμη των κοινοποιούντων μερών επιχειρηματικά απόρρητα. Όπως και στην περίπτωση των τρίτων μερών, τα κοινοποιούντα μέρη υποχρεούνται να αναφέρουν τους σχετικούς λόγους και υποβάλουν χωριστή μη εμπιστευτική εκδοχή του σχετικού εγγράφου

Συμπληρωματικές τροποποιήσεις

158. Το άρθρο 3 προβλέπει ότι η γλώσσα της αρχικής διαδικασίας πρέπει, επίσης, να είναι η γλώσσα «κάθε επόμενης διαδικασίας σχετικής με την ίδια συγκέντρωση». Στόχος του μέτρου είναι να εξασφαλιστεί ότι οι διαδικασίες που συνδέονται με την ίδια συγκέντρωση είναι στην ίδια γλώσσα. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί π.χ. σε περίπτωση που ένα θέμα πρέπει να επανεξετασθεί μετά από σχετική απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή σε περίπτωση που κινείται διαδικασία δυνάμει του άρθρου 14 του νέου κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων για την υποβολή ανακριβών πληροφοριών κατά την κοινοποίηση.

159. Το άρθρο 5 τροποποιήθηκε προκειμένου να διευκρινισθεί ποιες πληροφορίες πρέπει να περιλαμβάνονται στην κατηγορία των πληροφοριών που "πρέπει να ανακοινώνονται αμελλητί στην Επιτροπή» μετά την κοινοποίηση. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν όχι μόνον, όπως παλαιότερα τις «ουσιώδεις αλλαγές στα περιεχόμενα στην κοινοποίηση πραγματικά περιστατικά» αλλά και «κάθε νέα πληροφορία που καθίσταται γνωστή μετά την κοινοποίηση και την οποία γνωρίζουν ή οφείλουν να γνωρίζουν τα κοινοποιούντα μέρη και που θα έπρεπε να έχει κοινοποιηθεί αν ήταν γνωστή κατά τον χρόνο της κοινοποίησης».

Συνοπτική κοινοποίηση με νέο έντυπο CO

160. Θεσπίσθηκε ένα νέο έντυπο CO για την συνοπτική κοινοποίηση συγκεντρώσεων που δεν πρόκειται να δημιουργήσουν προβλήματα ανταγωνισμού. Το εν λόγω έντυπο ανταποκρίνεται κατά το δυνατόν στην αναθεωρημένη ανακοίνωση της Επιτροπής για μια απλοποιημένη διαδικασία. Η χρήση του νέου εντύπου συνοπτικής κοινοποίησης προβλέπεται όταν:

36. μια κοινή επιχείρηση της οποίας η οικονομική δραστηριότητα στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο είναι ανύπαρκτη ή αμελητέα,

37. κανένα από τα μέρη της συγκέντρωσης δεν αναπτύσσει επιχειρηματικές δραστηριότητες στην ίδια σχετική γεωγραφική αγορά ή σχετική αγορά προϊόντος (έλλειψη οριζόντιας αλληλοεπικάλυψης) ή σε αγορά που προηγείται ή έπεται μιας αγοράς στην οποία αναπτύσσει δραστηριότητα άλλο μέρος της συγκέντρωσης (έλλειψη κάθετης σχέσης),

38. το συνδυασμένο μερίδιο αγοράς των μερών ως σύνολο είναι μικρότερο από 15% για οριζόντιες αλληλεπικαλύψεις ή μικρότερο από 25% (μεμονωμένο ή συνδυασμένο) για κάθετες σχέσεις, ή

39. ένα μέρος αποκτά τον αποκλειστικό έλεγχο μιας επιχείρησης την οποία ήλεγχε από κοινού με άλλους στο παρελθόν[144].

161. Σύμφωνα με την ανακοίνωση για μια απλοποιημένη διαδικασία, για ορισμένα είδη συγκέντρωσης δεν ενδείκνυται η κοινοποίηση μέσω του εντύπου συνοπτικής κοινοποίησης ακόμη και όταν πληρούνται τυπικά οι προϋποθέσεις. Αυτό συμβαίνει π.χ. όταν είναι δύσκολο να προσδιορισθούν οι σχετικές αγορές, όταν ένα μέρος μόλις έχει εισέλθει στην αγορά ή αποτελεί σημαντικό κάτοχο ευρεσιτεχνιών, όταν δεν είναι δυνατό να υπολογισθούν με ακρίβεια τα μερίδια αγοράς των μερών, όταν υπάρχουν μεγάλοι φραγμοί εισόδου στην αγορά, υψηλός βαθμός συγκέντρωσης ή γνωστά προβλήματα ανταγωνισμού, όταν προκύπτει πρόβλημα συντονισμού δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 4 του νέου κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων, όταν ένα κράτος μέλος ή ένα τρίτο μέρος διατυπώνει τεκμηριωμένα ανησυχίες ως προς ορισμένες προθεσμίες, και όταν τουλάχιστον δύο μέρη της συγκέντρωσης δίνουν το παρόν σε όμορες αγορές που σχετίζονται στενά μεταξύ τους. Παρομοίως, ενδέχεται να απαιτείται κοινοποίηση με το έντυπο CO για την πλήρη κοινοποίηση όταν ένα μέρος που αποκτά τον απόλυτο έλεγχο μιας κοινής επιχείρησης την οποία επί του παρόντος ελέγχει από κοινού με άλλα μέρη, όταν το εξαγοράζον μέρος και η κοινή επιχείρηση, ως σύνολο, κατέχουν ισχυρή θέση στην αγορά ή όταν η κοινή επιχείρηση και το εξαγοράζον μέρος κατέχουν ισχυρές θέσεις σε κάθετα σχετιζόμενες μεταξύ τους αγορές.

162. Προστέθηκαν μηχανισμοί ασφαλείας ώστε σε περίπτωση που η συγκέντρωση δεν πληροί τις προϋποθέσεις για κοινοποίηση βάσει του σύντομου εντύπου αλλά έχει ήδη κοινοποιηθεί, να δύναται η Επιτροπή να απαιτήσει την πλήρη ή μερική κοινοποίηση βάσει του εντύπου CO. Μια τέτοια περίπτωση μπορεί να εμφανισθεί όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χρήση του εντύπου συνοπτικής κοινοποίησης, όταν φαίνεται αναγκαία η πλήρης ή μερική κοινοποίηση βάσει του εντύπου CO για την επαρκή διερεύνηση των τυχόν προβλημάτων ανταγωνισμού, όταν έχουν υποβληθεί λανθασμένες ή παραπλανητικές πληροφορίες και/ή όταν ένα κράτος μέλος ή ένα τρίτο μέρος διατυπώνει τεκμηριωμένα ανησυχίες ως προς την κοινοποιηθείσα συγκέντρωση. Τονίζεται ότι την ευθύνη της παροχής ορθών και πλήρων πληροφοριών φέρουν τα κοινοποιούντα μέρη. Αυτά και άλλα θέματα που άπτονται της καταλληλότητας της κοινοποίησης βάσει του εντύπου συνοπτικής κοινοποίησης πρέπει να επιλύονται κατά τη διάρκεια των επαφών που προηγούνται της κοινοποίησης.

163. Όσον αφορά τις πληροφορίες που απαιτούνται στο ίδιο το έντυπο συνοπτικής κοινοποίησης, αυτές είναι σύντομες, ενώ ταυτόχρονα εξασφαλίζεται ότι υποβάλλονται όλες οι σχετικές πληροφορίες που θα επιτρέψουν στην Επιτροπή να επαληθεύσει ότι η προτεινόμενη συγκέντρωση μπορεί να κοινοποιηθεί βάσει του σύντομου εντύπου CO. Το έντυπο CO για την συνοπτική κοινοποίηση απαιτεί πληροφορίες για τις λεγόμενες επηρεαζόμενες αγορές που μπορεί να είναι οριζόντιες ή κάθετες αγορές. Ακολουθώντας την αρχή που ήδη περιλαμβάνεται στην ανακοίνωση για μια απλοποιημένη διαδικασία, στο έντυπο συνοπτικής κοινοποίησης αποσαφηνίζεται ότι πρέπει να παρέχονται δεδομένα που ανταποκρίνονται σε όλους τους δυνατούς εναλλακτικούς ορισμούς της αγοράς.

164. Οι πληροφορίες που απαιτούνται σχετικά με τις επηρεαζόμενες αγορές περιορίζονται στο συνολικό μέγεθος της αγοράς, στις πωλήσεις και στα μερίδια αγοράς των κοινοποιούντων μερών. Επίσης, περιορίζονται στα στοιχεία μόνον του τελευταίου οικονομικού έτους. Σε περίπτωση οριζόντιων ή κάθετων σχέσεων, πρέπει να παρασχεθούν στοιχεία ως προς τα μερίδια αγοράς των τριών σημαντικότερων ανταγωνιστών. Οι βασικές αυτές πληροφορίες θα επιτρέψουν στην Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι η συγκέντρωση όντως πληροί τις προϋποθέσεις κοινοποίησης με βάση το σύντομο έντυπο CO. Επιπλέον, στο σύντομο έντυπο CO έχει διατηρηθεί το μέρος με το οποίο ζητούνται πληροφορίες σχετικά με τις τυχόν συνεργασίες βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 4 του νέου κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων.

165. Όπως και στο έντυπο CO για πλήρη κοινοποίηση, προστέθηκε διάταξη σχετικά με την ανάγκη ενημέρωσης του προσωπικού και των εκπροσώπων του. Τέλος, προστέθηκε και μια διάταξη, όπως και στο έντυπο CO για πλήρη κοινοποίηση, που απαιτεί από τα κοινοποιούντα μέρη να υποβάλουν συνοπτική περιγραφή της συγκέντρωσης.

1.3. Αναθεωρημένη «ανακοίνωση για απλοποιημένη διαδικασία».

166. Η αναθεωρημένη ανακοίνωση για μια απλοποιημένη διαδικασία αντικαθιστά την προηγούμενη ανακοίνωση του 2000. Η αναθεώρηση συνίστατο σε μια ουσιώδη τροποποίηση – την συμπερίληψη μιας νέας κατηγορίας συγκεντρώσεων που συνεπάγεται την μετάβαση από κοινό σε αποκλειστικό έλεγχο – και άλλες μικρές αλλαγές στο κείμενο.

167. Η νέα αυτή κατηγορία συμπεριλήφθηκε διότι, σύμφωνα με την μέχρι τούδε πείρα της Επιτροπής, η μετάβαση μιας επιχείρησης από καθεστώς κοινού ελέγχου από δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις σε καθεστώς αποκλειστικού ελέγχου από μία επιχείρηση, συνήθως δεν προκαλεί προβλήματα ανταγωνισμού. Αυτό οφείλεται στο ότι η αποχώρηση μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων από τον έλεγχο μιας επιχείρησης αναπόφευκτα μειώνει τον αριθμό των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων. Μπορεί επίσης να έχει μικρή ή μηδαμινή επιρροή στην συμπεριφορά της κοινής επιχείρησης στην αγορά. Ως εκ τούτου δεν έχει, κατά κανόνα, ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της συνδυασμένης θέσης των υπόλοιπων επιχειρήσεων στην αγορά, δηλαδή, της μητρικής επιχείρησης που έχει πλέον τον αποκλειστικό έλεγχο και της πρώην κοινής επιχείρησης, σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατούσε πριν την αποχώρηση των άλλων επιχειρήσεων.

168. Η μετάβαση μιας επιχείρησης από κοινό σε αποκλειστικό έλεγχο ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα ανταγωνισμού όταν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι. Ιδιαίτερο πρόβλημα ανταγωνισμού μπορεί να ανακύψει όταν η πρώην κοινή επιχείρηση εντάσσεται στον όμιλο επιχειρήσεων ή στο δίκτυο του εναπομένοντος μετόχου της και εκλείπουν οι περιορισμοί που ασκούσαν τα αποκλίνοντα συμφέροντα των άλλων μετόχων που ασκούσαν έλεγχο, ενισχύοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την θέση του εναπομένοντος μετόχου στην αγορά. Το τμήμα της ανακοίνωσης περί διασφαλίσεων και εξαιρέσεων περιγράφει τις περιπτώσεις στις οποίες η αλλαγή από κοινό σε αποκλειστικό έλεγχο μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα ανταγωνισμού και ορίζει ότι, στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή δύναται να μην ακολουθήσει την απλοποιημένη διαδικασία και να κινήσει έρευνα ή/και να εκδώσει πλήρη απόφαση. Ως πρόσθετη διασφάλιση, η Επιτροπή δύναται να μην εφαρμόσει την απλοποιημένη διαδικασία στις περιπτώσεις που ούτε η Επιτροπή ούτε οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών έχουν εξετάσει την απόκτηση του κοινού ελέγχου της περί ης ο λόγος κοινής επιχείρησης. Η ανακοίνωση, εξάλλου, αναφέρει (σημείο 17) ότι η Επιτροπή θα καταβάλλει κάθε προσπάθεια να εκδώσει απόφαση το συντομότερο δυνατό μετά την παρέλευση 15 εργάσιμων ημερών, περίοδο κατά την οποία τα κράτη μέλη δύνανται να ζητήσουν την παραπομπή της υπόθεσης δυνάμει του άρθρου 9 του νέου κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων. Πρόκειται για την συντομότερη περίοδο εντός της οποίας είναι νομίμως δυνατή η έκδοση απόφασης.

169. Λαμβάνοντας υπόψη τις αλλαγές στην πολιτική της Επιτροπής σχετικά με τους παρεπόμενους περιορισμούς, η ανακοίνωση αναφέρει ότι η διαδικασία δεν ενδείκνυται για υποθέσεις στις οποίες οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις ζητούν την εσπευσμένη αξιολόγηση παρεπόμενων περιορισμών.

Πλαίσιο 6: Το εκσυγχρονισμένο σύστημα παραπομπής βάσει του νέου κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων Σκεπτικό του εκσυγχρονισμού του συστήματος παραπομπής Απώτερος στόχος του νέου εκσυγχρονισμένου συστήματος παραπομπής είναι να δημιουργηθεί ένας λογικότερος διορθωτικός μηχανισμός κατανομής των υποθέσεων μεταξύ Επιτροπής και κρατών μελών με βάση την αρχή της επικουρικότητας, εξασφαλίζοντας ότι με την εκάστοτε υπόθεση θα ασχολείται η αρχή ή οι αρχές που είναι στην καλύτερη θέση να το πράξει. Το σύστημα αυτό αποβλέπει, συγκεκριμένα, στην αντιμετώπιση του προβλήματος των «πολλαπλών κοινοποιήσεων», δηλαδή της κοινοποίησης σε διάφορες αρχές ανταγωνισμού εντός της ΕΕ, διατηρώντας ταυτόχρονα τα κυριότερα χαρακτηριστικά του ελέγχου των συγκεντρώσεων στην ΕΕ όπως ενιαία θυρίδα, σκοπιμότητα, νομική ασφάλεια και διοικητική αποτελεσματικότητα. Προς τούτο απλουστεύθηκαν και απόκτησαν μεγαλύτερη ευελιξία οι κανόνες που διέπουν το σύστημα παραπομπής στον νέο κανονισμό για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων (άρθρο 4 παράγραφοι 4 και 5, άρθρο 9 και άρθρο 22). Βασική πτυχή της μεταρρύθμισης είναι ότι οι παραπομπές από την Επιτροπή προς τα κράτη μέλη και αντίστροφα μπορούν πλέον να πραγματοποιούνται προτού γίνει η επίσημη κοινοποίηση σε κάποια περιοχή δικαιοδοσίας εντός της ΕΕ, κατόπιν προαιρετικής αίτησης των μερών της συγκέντρωσης. Ανακοίνωση για την κατανομή υποθέσεων Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι διαδικασίες παραπομπής που θεσπίζονται στον νέο κανονισμό για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων αποτελούν νέο στοιχείο, οι τροποποιήσεις αυτές συμπληρώθηκαν με μια νέα ανακοίνωση για τις βασικές αρχές, τα κριτήρια και την μεθοδολογία που να διέπουν τις αποφάσεις παραπομπής. Η ανακοίνωση αρχικά ονομάζει τις βασικές αρχές στις οποίες θεμελιώνεται ο μηχανισμός ανακατανομής υποθέσεων μεταξύ Επιτροπής και κρατών μελών, δηλαδή επικουρικότητα, ενιαία θυρίδα και νομική ασφάλεια. Η επικουρικότητα συνεπάγεται ότι κατ’ αρχήν η δικαιοδοσία περιέρχεται στην αρχή ανταγωνισμού η οποία βρίσκεται στην καλύτερη θέση προκειμένου να κρίνει μια συγκέντρωση, λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο της υπόθεσης στον ανταγωνισμό, καθώς και τα ερευνητικά εργαλεία και εμπειρογνωμοσύνη που διαθέτει ο σχετικός οργανισμός. Η παραπομπή μιας συγκέντρωσης στην πλέον αρμόδια αρχή αποκτά ιδιαίτερη σπουδαιότητα όταν φαίνεται ότι μια συγκεκριμένη συναλλαγή ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά τον ανταγωνισμό με αποτέλεσμα να πρέπει να εξετασθεί προσεκτικά. Η ενιαία θυρίδα εξασφαλίζει την διεκπεραίωση μιας υπόθεσης συγκέντρωσης από μια και μόνον αρχή ανταγωνισμού αυξάνοντας έτσι την διοικητική αποτελεσματικότητα και αποφεύγοντας διπλές ενέργειες και τη διάσπαση των προσπαθειών επιβολής του νόμου από περισσότερες αρχές ανταγωνισμού. Βάσει της αρχής αυτής πρέπει να αποφεύγεται κατά το δυνατόν ο κατακερματισμός των υποθέσεων. Η νομική ασφάλεια απαιτεί οι παραπομπές υποθέσεων προ της κοινοποίησης να περιορίζονται, κατ’ αρχήν, στις υποθέσεις εκείνες στις οποίες είναι σχετικά απλό να προσδιορισθεί από την αρχή, η γεωγραφική αγορά αναφοράς και/ή τυχόν ύπαρξη αντίκτυπου στον ανταγωνισμό, ούτως ώστε να μπορούν να λαμβάνονται άμεσα οι σχετικές αποφάσεις. Όσον αφορά τις κοινοτικές συγκεντρώσεις που μπορούν να παραπεμφθούν σε κράτη μέλη, η ανακοίνωση αναφέρει ότι προκειμένου να αποφασισθεί η παραπομπή μιας υπόθεσης πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες της υπόθεσης, η εμπειρογνωμοσύνη την οποία έχει στη διάθεσή της η αρχή ανταγωνισμού, καθώς και το που θα εμφανισθεί ενδεχομένως αντίκτυπος στον ανταγωνισμό. Τέλος, η ανακοίνωση ορίζει ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι διοικητικές συνέπειες μιας προτεινόμενης παραπομπής. Επιπλέον, η ανακοίνωση απαριθμεί τις νομικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για την παραπομπή υποθέσεων και καθορίζει τους λοιπούς παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν αποφασίζεται η παραπομπή μιας υπόθεσης. Με βάση τα ανωτέρων, η ανακοίνωση αναφέρει τις καταλληλότερες κατηγορίες υποθέσεων για παραπομπή: (i) όσον αφορά την παραπομπή από την Επιτροπή στα κράτη μέλη: συγκεντρώσεις με κοινοτική διάσταση που ενδέχεται να επηρεάσουν τον ανταγωνισμό σε αγορές που έχουν εθνική ή μικρότερη διάσταση και των οποίων τα αποτελέσματα ενδέχεται να περιορισθούν ή να έχουν τον κυριότερο οικονομικό αντίκτυπο σε ένα και μόνον κράτος μέλος, (ii) όσον αφορά την παραπομπή από κράτη μέλη προς την Επιτροπή: (α) υποθέσεις στις οποίες οι αγορές τις οποίες ενδεχομένως να υπάρξει αντίκτυπος στον ανταγωνισμό είναι γεωγραφικά ευρύτερες από ότι η εθνική επικράτεια ενός κράτους μέλους ή όταν ορισμένες από τις δυνητικά επηρεαζόμενες αγορές έχουν μεγαλύτερη από εθνική διάσταση και ο κύριος οικονομικός αντίκτυπος της συγκέντρωσης συνδέεται με τις αγορές αυτές, (β) υποθέσεις που ενδεχομένως δημιουργούν προβλήματα ανταγωνισμού σε μια σειρά από εθνικές ή μικρότερες αγορές που βρίσκονται σε διάφορες χώρες της ΕΕ και εφόσον είναι επιθυμητή μια συνεκτική αντιμετώπιση της υπόθεσης (τόσο από άποψη διερεύνησης όσο και από άποψη δυνατών λύσεων). Τέλος, η ανακοίνωση παρέχει πρακτικές οδηγίες όσον αφορά τις τεχνικές πτυχές του συστήματος παραπομπής, δεδομένου ότι προσδιορίζει τις διάφορες ενέργειες που απαιτούνται για την παραπομπή μιας υπόθεσης από την Επιτροπή στα κράτη μέλη και αντίστροφα, και διευκρινίζει ορισμένες έννοιες που εμπίπτουν στο πεδίο της παραπομπής πριν την κοινοποίηση δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφοι 4 και 5 του νέου κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων (γεγονότα που λειτουργούν ως αφορμή για την υποβολή της αίτησης, πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν οι αιτούντες, χρονοδιάγραμμα διεκπεραίωσης των αιτήσεων). Σε αυτό το μέρος της ανακοίνωσης, παρέχονται οδηγίες και για τον ρόλο του δικτύου που έχουν συστήσει η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, σκοπός του οποίου είναι η έγκαιρη ανταλλαγή πληροφοριών καθώς και ο διάλογος και η συνεργασία μεταξύ των μελών του. Όσον αφορά τις συνέπειες της μεταρρύθμισης: Πρώτον, αναμένεται ότι ο αριθμός των υποθέσεων προς ανακατανομή μεταξύ Επιτροπής και εθνικών αρχών ανταγωνισμού θα αυξηθεί με την απλοποίηση των προϋποθέσεων παραπομπής των υποθέσεων. Δεύτερον, προβλέπεται ότι με την πάροδο του χρόνου οι παραπομπές πριν την κοινοποίηση – τουλάχιστον όσον αφορά τις παραπομπές προς την Επιτροπή – θα εκτοπίσουν τις παραπομπές μετά την κοινοποίηση. Λαμβάνοντας ως βάση τον αριθμό των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί από τότε που τέθηκαν σε ισχύ οι νέοι κανόνες, φαίνεται ότι το νέο σύστημα παραπομπής στην Επιτροπή προ της κοινοποίησης αποτελεί σημαντική επιτυχία. Από τις 14 αιτήσεις παραπομπής προς την Επιτροπή βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 5 του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων για τις οποίες έχει ολοκληρωθεί η σχετική διαδικασία, μόνον δύο αποτέλεσαν αντικείμενο αρνησικυρίας από κράτη μέλη. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία οι αιτήσεις αφορούσαν αυθεντικές διασυνοριακές υποθέσεις. Οι συγκεντρώσεις αυτές, πέραν του ότι έπρεπε να κοινοποιηθούν σε έναν μεγάλο αριθμό κρατών μελών είχαν συνέπειες για τον ανταγωνισμό που υπερέβαιναν τα σύνορα ενός κράτους μέλους, καθώς επηρέαζαν είτε αγορές με σαφή διάσταση ΕΟΧ, είτε σύνολα εθνικών αγορών. Στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή είναι αρμοδιότερη. Είναι σαφές ότι οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν το πλεονέκτημα που αντιπροσωπεύει η εξέταση της υπόθεσής τους από την Επιτροπή προκειμένου να αποφύγουν τις πολλαπλές κοινοποιήσεις και να επωφεληθούν από μια συντονισμένη έρευνα και, κατά περίπτωση, από συνεκτικά διορθωτικά μέτρα. Μόνον ένας μικρός αριθμός υποθέσεων αφορούσε συγκεντρώσεις «καθαρά» πολλαπλής κοινοποίησης χωρίς αισθητό αντίκτυπο στον διασυνοριακό ανταγωνισμό. Όσον αφορά την παραπομπή συγκεντρώσεων με κοινοτική διάσταση σε κράτη μέλη προ της κοινοποίησης (άρθρο 4 παράγραφος 4) του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων, μέχρι στιγμής υποβλήθηκαν μόνον δύο αιτήσεις. Αυτό ανταποκρίνεται στην πρόβλεψη ότι οι αιτήσεις παραπομπής σε κράτη μέλη θα είναι περιορισμένες τον αριθμό. |

1.4. Νέα ανακοίνωση για τους παρεπόμενους περιορισμούς

170. Η υφιστάμενη ανακοίνωση για τους παρεπόμενους περιορισμούς αναθεωρήθηκε προκειμένου να ληφθεί υπόψη ο νέος κανονισμός για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων ο οποίος προβλέπει ότι μια απόφαση που κηρύσσει μία συγκέντρωση συμβατή με την κοινή αγορά «θεωρείται ότι καλύπτει τους περιορισμούς που συνδέονται άμεσα και είναι απαραίτητοι για την πραγματοποίηση της συγκέντρωσης»[145]. Ως εκ τούτου, τα μέρη μιας συγκέντρωσης πρέπει να αξιολογήσουν τα ίδια αν μια ρήτρα δύναται να ληφθεί ως παρεπόμενη μιας συγκέντρωσης ή όχι.

171. Ωστόσο, υπό ειδικές συνθήκες, η Επιτροπή διατηρεί κάποιο ρόλο και αν το ζητήσουν οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις οφείλει να αξιολογήσει ρητά αν οι υπόψη περιορισμοί είναι παρεπόμενοι εφόσον η υπόθεση «παρουσιάζει ένα καινοφανές ή ανεπίλυτο ζήτημα που προκαλεί πραγματική αβεβαιότητα» και το εν λόγω ζήτημα «δεν καλύπτεται από την ισχύουσα ανακοίνωση της Επιτροπής ή από δημοσιευμένη απόφαση της Επιτροπής».

172. Η νέα ανακοίνωση παρέχει καθοδήγηση όσον αφορά την ερμηνεία της έννοιας των «παρεπόμενων περιορισμών» ούτως ώστε να διευκολύνει την αυτοαξιολόγηση των μερών της συγκέντρωσης και να βελτιώσει την νομική ασφάλεια. Περιλαμβάνει σαφή καθοδήγηση π.χ. όσον αφορά το μέγιστο χρονικό διάστημα για το οποίο μπορούν να γίνουν δεκτοί οι σχετικοί περιορισμοί και καλύπτει την συντριπτική πλειοψηφία των ρητρών που, σύμφωνα με την πείρα της Επιτροπής, προβάλλονται ως παρεπόμενοι των συγκεντρώσεων.

173. Η νέα ανακοίνωση θεωρεί τις ρήτρες περί μη ανταγωνισμού ως παρεπόμενους περιορισμούς επί μια τριετία το πολύ, εφόσον καλύπτουν τόσο την τεχνογνωσία όσο και την φήμη και πελατεία της επιχείρησης και επί μια διετία αν μεταβιβάζεται μόνον η φήμη και πελατεία της επιχείρησης. Διευκρινίζει, επίσης, τους κανόνες όσον αφορά το γεωγραφικό εύρος των περιορισμών και τις ρήτρες περί μη προσέλκυσης και εμπιστευτικότητας. Για συμφωνίες εκμετάλλευσης, η ανακοίνωση εξακολουθεί να μην θέτει κάποιο χρονικό όριο αλλά θεσπίζει σαφείς κανόνες για τους εδαφικούς περιορισμούς και τις συμφωνίες που προστατεύουν μόνον τον δικαιοπάροχο. Το μέγιστο χρονικό διάστημα αγοράς και παροχής ομολόγων παρατάθηκε από τρία σε πέντε έτη εξαιτίας του κάθετου χαρακτήρα των περιορισμών αυτών.

174. Σε αντίθεση με την προηγούμενη ανακοίνωση, η οποία θέσπιζε ως όριο την μια τριετία για τις ρήτρες μη ανταγωνισμού σε κοινές επιχειρήσεις, η νέα ανακοίνωση επιτρέπει να ισχύουν οι ρήτρες αυτές καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής της κοινής επιχείρησης. Αυτό οφείλεται στο ότι η ανάγκη για ρήτρες μη ανταγωνισμού σε κοινές επιχειρήσεις γενικά δεν περιορίζεται σε μια μεταβατική περίοδο.

1.5. Ανακοίνωση για την αξιολόγηση οριζόντιων συγκεντρώσεων

175. Μετά από ευρεία διαβούλευση, η Επιτροπή εξέδωσε τον Ιανουάριο κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση οριζόντιων συγκεντρώσεων (κατευθυντήριες γραμμές για τις οριζόντιες συγκεντρώσεις) βάσει του νέου κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων η οποία τέθηκε σε ισχύ ταυτόχρονα με τον εν λόγω κανονισμό. Οι κατευθυντήριες γραμμές για τις οριζόντιες συγκεντρώσεις περιγράφουν την μέθοδο ανάλυσης που ακολουθεί η Επιτροπή για την αξιολόγηση του αντίκτυπου που ενδεχομένως να έχουν στον ανταγωνισμό οι συγκεντρώσεις μεταξύ ανταγωνιστικών επιχειρήσεων (γνωστές ως οριζόντιες συγκεντρώσεις) και αντικατοπτρίζουν την αναδιατύπωση του ελέγχου ουσιαστικών προϋποθέσεων για την ανταγωνιστική αξιολόγηση των συγκεντρώσεων στον νέο κανονισμό για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων[146].

176. Οι κατευθυντήριες γραμμές καθιστούν σαφές ότι οι συγκεντρώσεις και οι εξαγορές θα απαγορεύονται μόνον στο μέτρο που ενισχύουν την αγοραία ισχύ των επιχειρήσεων κατά τρόπο που ενδέχεται να έχει αρνητικές συνέπειες για τους καταναλωτές, ιδίως υπό μορφή υψηλότερων τιμών, προϊόντων χειρότερης ποιότητας ή λιγότερες επιλογές. Από την άποψη αυτή, οι κατευθυντήριες γραμμές εξηγούν ότι οι συγκεντρώσεις μπορούν να βλάψουν σημαντικά τον ανταγωνισμό γενικά με δύο τρόπους, είτε με την κατάργηση μιας σημαντικής πηγής ανταγωνισμού από την αγορά ("ασυντόνιστα αποτελέσματα") είτε με την αύξηση των πιθανοτήτων αντιανταγωνιστικού συντονισμού μεταξύ των επιχειρήσεων που έχουν απομείνει ("συντονισμένα αποτελέσματα»).

177. Οι κατευθυντήριες γραμμές περιγράφουν τις συνθήκες υπό τις οποίες η Επιτροπή δύναται να διαπιστώσει προβλήματα ανταγωνισμού, αλλά παρέχουν, επίσης, σαφείς ποσοτικές ενδείξεις ως προς το πότε δεν παρεμβαίνει η Επιτροπή, π.χ. όταν μια συγκέντρωση οδηγεί σε επίπεδα συγκέντρωσης στην αγορά κάτω από ένα δεδομένο όριο, με βάση το μερίδιο αγοράς των επιχειρήσεων ή με τον λεγόμενο δείκτη HHI [147].

178. Οι κατευθυντήριες γραμμές καθορίζουν τους παράγοντες που δύνανται να ελαττώσουν τους αρχικούς φόβους ότι η συγκέντρωση ενδέχεται να βλάψει τον ανταγωνισμό. Αυτό, π.χ. μπορεί να συμβεί όταν ενδέχεται να εισέλθουν και άλλες επιχειρήσεις στην αγορά στην οποία κινούνται οι επιχειρήσεις που μετέχουν σε μια συγκέντρωση. Θα λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι οι πελάτες των συγχωνευόμενων επιχειρήσεων μπορεί να διαθέτουν σημαντική "αγοραστική δύναμη" ούτως ώστε να μπορούν εύκολα να στραφούν σε άλλους προμηθευτές.

179. Τέλος, οι κατευθυντήριες γραμμές ορίζουν ότι κατά την γενικότερη αξιολόγηση του αντίκτυπου που μπορεί να έχει μια συγκέντρωση στον ανταγωνισμό, η Επιτροπή θα εξετάζει προσεκτικά όλους τους τεκμηριωμένους ισχυρισμούς των μερών ότι η συγχώνευση θα αποφέρει οφέλη άποψη αποτελεσματικότητας. Προκειμένου να ληφθούν υπόψη τέτοιου είδους θετικά αποτελέσματα, αυτά θα πρέπει να ωφελούν τους καταναλωτές, να μπορούν να επιτευχθούν μόνον μέσω της συγκέντρωσης και να είναι εφικτά και επαληθεύσιμα.

B – Υποθεσεισ της Επιτροπής

1. Αποφάσεισ βασει του αρθρου 8

Lagardère/Natexis/VUP[148]

180. Στις 7 Ιανουαρίου η Επιτροπή ενέκρινε την προτεινόμενη εξαγορά της Editis (πρώην Vivendi Universal Publishing, ή VUP) από τον όμιλο Lagardère με προϋπόθεση την πώληση περίπου 60% των περιουσιακών στοιχείων της. Πριν την εξαγορά, η Editis ηγείτο στον τομέα των εκδόσεων, του μάρκετινγκ και της διανομής γαλλόγλωσσων βιβλίων, ενώ η Hachette Livre, το εκδοτικό σκέλος του ομίλου Lagardère, αποτελούσε την δεύτερη μεγαλύτερη επιχείρηση του τομέα.

181. Η υπόθεση που κοινοποιήθηκε στις 14 Απριλίου 2003, είχε ως αποτέλεσμα την έκδοση διαφόρων αποφάσεων από την Επιτροπή: απόφαση βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) (κίνηση διαδικασίας της φάσης ΙΙ), στις 5 Ιουνίου 2003, απόφαση βάσει του άρθρου 9 (απόρριψη της αίτησης παραπομπής της υπόθεσης στις γαλλικές αρχές), στις 23 Ιουλίου 2003[149], δύο αποφάσεις βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 5 (για την αναστολή της διαδικασίας) και την τελική απόφαση βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 2, στις 7 Ιανουαρίου 2004. Στην προκειμένη περίπτωση είχαν υποβληθεί πολυάριθμες καταγγελίες από μέρους ενώσεων αναγνωστών, λιανεμπόρων, χονδρεμπόρων, εκδοτών, συγγραφέων και εικονογράφων.

182. Η έρευνα και η ανάλυση της Επιτροπής αποκάλυψε ότι η απόκτηση όλων των εκδοτικών δραστηριοτήτων της Editis, όπως αρχικά προγραμματιζόταν στην συγκέντρωση που κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή, θα είχε δημιουργήσει έναν όμιλο επιχειρήσεων με υπερβολικά μεγάλη επιρροή στην αγορά και κύκλο εργασιών τουλάχιστον επταπλάσιο σε σχέση με τον αμέσως επόμενο τη τάξει ανταγωνιστή στις γαλλόγλωσσες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Απαντώντας στις αιτιάσεις της Επιτροπής, ο όμιλος Lagardère συμφώνησε να πωλήσει σχεδόν όλα τα στοιχεία ενεργητικού της Editis εκτός από ορισμένα (Larousse, Dunod, Dalloz και τον όμιλο Anaya) που αντιπροσωπεύουν περίπου 40% του παγκόσμιου κύκλου εργασιών της επιχείρησης διατηρώντας μόνον λιγότερο από το 25% της Editis στις γαλλόγλωσσες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (δηλαδή τις σχετικές αγορές).

183. Ο γαλλόγλωσσος εκδοτικός τομέας χαρακτηρίζεται από την παρουσία διαφόρων επιχειρήσεων: (i) τις περισσότερο κάθετα ολοκληρωμένες Hachette Livre και Editis, που αναπτύσσουν δραστηριότητα σε ολόκληρη την αλυσίδα του βιβλίου, (ii) τέσσερις όμιλοι μεσαίου μεγέθους, Gallimard, Flammarion, Seuil και Albin Michel, με μερική κάθετη ολοκλήρωση, και (iii) πολύ μικρότερους εκδότες που δραστηριοποιούνται συνήθως μόνον στην πλευρά της παραγωγής και βασίζονται σε μεγαλύτερες επιχειρήσεις για το μάρκετινγκ και τη διανομή. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ανταγωνισμός μεταξύ εκδοτών στην ουσία υπάρχει σε δύο επίπεδα της αλυσίδας του βιβλίου: πρώτον, σε επίπεδο πρόσβασης στην "πρώτη ύλη" (εκδοτικά δικαιώματα) και δεύτερον, σε επίπεδο πρόσβασης στην "αγορά" (ράφια των μεταπωλητών).

184. Η Επιτροπή εξέτασε λεπτομερώς την προτεινόμενη συγκέντρωση και εντόπισε ορισμένα προβλήματα ανταγωνισμού που θα προέκυπταν από τη συγχώνευση των Editis και Hachette Livre, των δύο μεγαλύτερων επιχειρήσεων της αγοράς οι οποίες έχουν και τον υψηλότερο βαθμό κάθετης ολοκλήρωσης. Η αρχική συγκέντρωση θα δημιουργούσε ή θα ενίσχυε δεσπόζουσες θέσεις της νέας οντότητας σε ολόκληρη την αλυσίδα του βιβλίου και ιδίως στο πλέον βιομηχανοποιημένο μέρος της εκδοτικής δραστηριότητας: μάρκετινγκ, διανομή και εκδόσεις τσέπης. Η νέα οντότητα θα ήλεγχε την πρόσβαση τόσο σε γνωστούς συγγραφείς των οποίων οι πωλήσεις είναι ζωτικής σημασίας για τους εκδότες, όσο και σε καταστήματα πωλήσεων που δεν μπορούν να απορροφήσουν, και ούτε καν να προωθήσουν, πάνω από ένα περιορισμένο ποσοστό των πονημάτων που εκδίδονται κατ' έτος.

185. Λαμβάνοντας υπόψη το εύρος των προβλημάτων ανταγωνισμού που προκαλεί ο συνδυασμός Hachette Livre - Editis, η υπόθεση μπορούσε να εγκριθεί μόνον με τη λήψη πολύ σοβαρών διορθωτικών μέτρων. Τα μέτρα αυτά έπρεπε, όχι μόνον να λύσουν τα προβλήματα στις αγορές (εκδοτικά δικαιώματα, μάρκετινγκ, διανομή και πώληση βιβλίων) στις οποίες η συγχώνευση θα ένωνε το δυναμικό των δύο ηγετικών επιχειρήσεων, αλλά και να αντιμετωπίσουν τους πολυάριθμους κάθετους και οριζόντιους δεσμούς μεταξύ επιχειρήσεων στο εσωτερικό των αγορών αυτών.

186. Ως εκ τούτου ο όμιλος Lagardère δεσμεύθηκε να πωλήσει όλα τα περιουσιακά στοιχεία της Editis πλην του εκδοτικού οίκου Larousse, ο οποίος ειδικεύεται σε εκδόσεις αναφοράς, τους οίκους Dalloz και Dunod που ειδικεύονται σε επαγγελματικές και ακαδημαϊκές εκδόσεις καθώς και τον ισπανικό εκδοτικό όμιλο Anaya που δραστηριοποιείται κυρίως στον τομέα των σχολικών βιβλίων και της γενικής λογοτεχνίας στην Ισπανία και την Λατινική Αμερική.

187. Στις 3 Αυγούστου, η Επιτροπή αποφάσισε να εγκρίνει την αγορά όλων των περιουσιακών στοιχείων της Editis που πωλήθηκαν στο πλαίσιο των διορθωτικών μέτρων της απόφασης έγκρισης της συγκέντρωσης, από την γαλλική εταιρεία Wendel Investissements.

Sony/BMG[150]

188. Η κοινή επιχείρηση SonyBMG συνδυάζει τις δραστηριότητες των Sony και Bertelsmann στον τομέα των μουσικών ηχογραφήσεων παγκοσμίως, πλην της Ιαπωνίας. Καλύπτει μόνον τις λεγόμενες δραστηριότητες «καλλιτέχνη και ρεπερτορίου» ήτοι την ανακάλυψη και ανάπτυξη καλλιτεχνών (τραγουδιστών) και το μάρκετινγκ και την πώληση δίσκων. Σε αντίθεση, η SonyBMG δεν πρόκειται να δραστηριοποιηθεί στον τομέα της παραγωγής και φυσικής διανομής (εφοδιαστική) δίσκων. Παρομοίως, οι εκδοτικές δραστηριότητες των Sony και Bertelsmann’s δεν ενσωματώνονται στην κοινή επιχείρηση.

189. Η Επιτροπή εξέτασε τον ανταγωνιστικό αντίκτυπο της προτεινόμενης συγκέντρωσης στις αγορές των μουσικών ηχογραφήσεων, των αδειών μουσικής online και της διανομής μουσικής online. Δεδομένου ότι αμφότερες οι μητρικές επιχειρήσεις συνεχίζουν τη δραστηριότητά τους ως μουσικοί εκδότες, η Επιτροπή ερεύνησε, επίσης, αν η κοινή επιχείρηση θα είχε ως αποτέλεσμα τον συντονισμό της ανταγωνιστικής συμπεριφοράς των Sony και Bertelsmann’s στην αγορά μουσικών εκδόσεων. Μετά την κοινοποίηση της σύστασης της κοινής επιχείρησης SonyBMG στις 9 Ιανουαρίου, η Επιτροπή αξιολόγησε την υπόθεση με βάση τον έλεγχο των ουσιωδών προϋποθέσεων του κανονισμού του Συμβουλίου (ΕΟΚ) 4064/89[151].

190. Στον τομέα των μουσικών ηχογραφήσεων οι πέντε μεγάλες επιχειρήσεις, Universal, Sony, EMI, Warner και Bertelsmann (BMG), αναπτύσσουν όλες παγκόσμιες δραστηριότητες και συγκεντρώνουν από κοινού περίπου το 80% της αγοράς, τόσο στην Ευρώπη όσο και παγκοσμίως. Στον ΕΟΧ, η υπόλοιπη αγορά περιλαμβάνει πολλούς "ανεξάρτητους" εκδότες με δραστηριότητα σε εθνικό επίπεδο και μικρά μερίδια αγοράς. Μετά τη συγκέντρωση οι Universal και SonyBMG θα κατέχουν αμφότερες από 25 % της αγοράς και θα προηγούνται των ΕΜΙ και Warner.

191. Η έρευνα της Επιτροπής εστιάσθηκε στο εάν η συγκέντρωση θα ενίσχυε ή θα δημιουργούσε συλλογική δεσπόζουσα θέση στις εθνικές αγορές μουσικών ηχογραφήσεων. Η εξέταση έγινε με βάση τα κριτήρια που θέσπισαν τα ευρωπαϊκά δικαστήρια[152] και ιδίως το Πρωτοδικείο των ΕΚ στην απόφαση Airtours του 2002[153]. Σύμφωνα με το Πρωτοδικείο, η Επιτροπή πρέπει να αποδείξει το ενδεχόμενο συνεννόησης μεταξύ των επιχειρήσεων και οι αγορές πρέπει να διαθέτουν αρκετή διαφάνεια ώστε να επιτρέπουν την παρακολούθηση της συνεννόησης μεταξύ των ενεχόμενων επιχειρήσεων. Επιπλέον, πρέπει να υπάρχει και ένας αποτρεπτικός μηχανισμός σε περίπτωση αποκλίσεων και οι πελάτες και οι ανταγωνιστές δεν πρέπει να είναι σε θέση να υπονομεύσουν τα αποτελέσματα που αναμένονται από τον συντονισμό ενεργειών.

192. Η Επιτροπή βρήκε ορισμένες ενδείξεις σχετικά με την ενδεχόμενη χρήση χονδρικών τιμών ("δημοσιευμένες τιμές για εμπόρους") ως σημεία αναφοράς, καθώς και κάποιον παραλληλισμό στη διαμόρφωση των τιμών των πέντε μεγάλων επιχειρήσεων του τομέα. Ωστόσο, οι ενδείξεις αυτές δεν στοιχειοθετούν μόνες τους συντονισμό ως προς τις τιμές. Ως εκ τούτου η Επιτροπή εξέτασε και τον τρόπο διαμόρφωσης των εκπτώσεων που παρέχουν οι εταιρείες αυτές και διαπίστωσε ότι ορισμένες εκπτώσεις δεν ήταν απολύτως διαφανείς και δύσκολο να τις παρακολουθήσει κανείς. Επιπλέον, η διαφάνεια στην αγορά ελαττώθηκε εξαιτίας του πολύ διαφοροποιημένου μουσικού περιεχομένου παρά την σχετική ομοιογένεια όσον αφορά τη μορφή, την τιμολόγηση και το μάρκετινγκ των δίσκων. Συνολικά, η Επιτροπή κατέληξε ότι δεν υπάρχουν αρκετά ισχυρές αποδείξεις ότι οι πέντε μεγάλες επιχειρήσεις του τομέα κατέχουν συλλογικά δεσπόζουσα θέση στις αγορές μουσικών ηχογραφήσεων.

193. Όσον αφορά την τυχόν δημιουργία συλλογικής δεσπόζουσας θέσης στις αγορές μουσικών ηχογραφήσεων, δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι καθεαυτή η μείωση του αριθμού των μεγάλων εταιρειών από πέντε σε τέσσερις θα επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό τη διάρθρωση της αγοράς. Παρομοίως, η Επιτροπή δεν βρήκε αρκετές αποδείξεις ότι η προτεινόμενη συγκέντρωση θα ενίσχυε ή θα δημιουργούσε συλλογική δεσπόζουσα θέση στη χονδρική αγορά αδειών εκμετάλλευσης μουσικής online. Η Επιτροπή εξέτασε επίσης τις κάθετες σχέσεις της κοινής επιχείρησης με τις μητρικές επιχειρήσεις αλλά συνεπέρανε ότι η προτεινόμενη συγκέντρωση δεν πρόκειται να δημιουργήσει δεσπόζουσα θέση ούτε στη λιανική αγορά διανομής μουσικής online στην οποία δραστηριοποιείται η Sony ούτε στις αγορές μουσικών ηχογραφήσεων στις χώρες στις οποίες η Bertelsmann κάνει εκπομπές. Όσον αφορά τα δευτερογενή αποτελέσματα δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 4 του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε ενδεχόμενο συντονισμού της ανταγωνιστικής συμπεριφοράς μεταξύ Sony και BMG στις αγορές μουσικών εκδόσεων. Με βάση τα πορίσματα αυτά η Επιτροπή ενέκρινε τη συγκέντρωση στις 19 Ιουλίου.

AREVA/Urenco/ETC JV[154]

194. Η AREVA, ο γαλλικός πυρηνικός όμιλος, και η Urenco εταιρεία που ιδρύθηκε από τις κυβερνήσεις του ΗΒ, των Κάτω Χωρών και της Γερμανίας, αποτελούν τους κύριους ευρωπαϊκούς προμηθευτές υπηρεσιών εμπλουτισμού ουρανίου, οι οποίες απαιτούνται για την παραγωγή καυσίμου για τις πυρηνικές μονάδες παραγωγής ενέργειας. Με την εν λόγω συγκέντρωση, η AREVA αποκτά τον κοινό έλεγχο της Enrichment Technology Company (ETC), θυγατρικής της Urenco, που δραστηριοποιείται στον τομέα της ανάπτυξης και παραγωγής μονάδων φυγοκέντρισης που χρησιμεύουν στον εμπλουτισμό ουρανίου. Η τεχνολογία φυγοκέντρισης προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα σε σύγκριση με την παλαιότερη τεχνολογία διάχυσης αερίου που χρησιμοποιεί σήμερα η AREVA. Η ETC θα προμηθεύσει εξοπλισμό φυγοκέντρισης τόσο στις μητρικές εταιρείες όσο και σε τρίτους.

195. Η συγκέντρωση παραπέμφθηκε στην Επιτροπή από κοινού από τη Γαλλία, τη Σουηδία και τη Γερμανία τον Απρίλιο. Η έρευνα της Επιτροπής εντόπισε προβλήματα ανταγωνισμού στην επακόλουθη αγορά εμπλουτισμένου ουρανίου. Η Επιτροπή είχε την επιφύλαξη ότι η προτεινόμενη συγκέντρωση μπορούσε να δημιουργήσει κοινή δεσπόζουσα θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι η ETC μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την AREVA και την Urenco για τον συντονισμό, μέσω των δικαιωμάτων αρνησικυρίας που διαθέτει καθεμία, της ανάπτυξης της παραγωγικής τους ικανότητας.

196. Η υπόθεση παρουσιάζει, επίσης, ενδιαφέρον εξαιτίας των ισχυρισμών περί αποτελεσματικότητας που τα μέρη περιέγραψαν λεπτομερώς. Οι ισχυρισμοί αυτοί αφορούν τις σημαντικές οικονομίες κόστους που θα επιτύχει η AREVA εάν υιοθετήσει την σύγχρονη τεχνολογία φυγοκέντρισης της Urenco. Η Επιτροπή είχε επιφυλάξεις ως προς τη σχέση των ισχυρισμών αυτών με τη συγχώνευση. Ωστόσο, για τους σκοπούς της απόφασης, οι επιφυλάξεις της Επιτροπής ήρθησαν με τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν τα μέρη.

197. Με τις δεσμεύσεις αυτές, που υποβλήθηκαν στα πρώτα στάδια της δεύτερης φάσης, η AREVA και η Urenco κατ’ αρχήν δεσμεύθηκαν να άρουν τα δικαιώματα αρνησικυρίας που διέθεταν σε σχέση με τις μελλοντικές επεκτάσεις της παραγωγικής ικανότητας. Δεύτερον, θα εμποδιστεί η ροή εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών μεταξύ της ETC και των μητρικών της επιχειρήσεων με μια σειρά μέτρων που θα παρακολουθούνται εκ του σύνεγγυς. Τρίτον, τα μέρη ανέλαβαν τη δέσμευση να παράσχουν στην European Supply Agency (ESA) πρόσθετες πληροφορίες, οι οποίες θα επιτρέψουν σε αυτήν να παρακολουθεί καλύτερα τις προμήθειες και τις τιμές του εμπλουτισμένου ουρανίου και να αντιδρά εφόσον κρίνεται σκόπιμο.

Sonoco/Ahlstrom/JV[155]

198. Τον Μάιο η Επιτροπή έλαβε κοινοποίηση σχετικά με μια προτεινόμενη συγκέντρωση στο πλαίσιο της οποίας δύο μείζονος σημασίας επιχειρήσεις στους τομείς του χαρτονιού για πυρήνες (coreboard) και των χαρτοπυρήνων (cores), η Sonoco (ΗΠΑ) και η Ahlstrom (Φινλανδία), προτίθενται να ιδρύσουν κοινή επιχείρηση η οποία θα συγκεντρώσει όλες τις ευρωπαϊκές δραστηριότητές τους.

199. Οι χαρτοπυρήνες είναι σωλήνες από χαρτόνι που παράγεται κυρίως από ανακυκλωμένο χαρτί. Οι χαρτοπυρήνες χρησιμοποιούνται ως βάση για την περιέλιξη διαφόρων προϊόντων όπως χαρτί, φύλλα και νήματα. Από τους χαρτοπυρήνες οι υψηλής ποιότητας πυρήνες χαρτοποιίας χρησιμοποιούνται από τον εκτυπωτικό κλάδο για ρολά χαρτιού περιοδικών. Oι χαμηλής αξίας χαρτοπυρήνες είναι τυποποιημένα προϊόντα που χρησιμοποιούνται σε όλους τους κλάδους της βιομηχανίας.

200. Η σε βάθος έρευνα της Επιτροπής διαπίστωσε προβλήματα στις αγορές υψηλής ποιότητας πυρήνων χαρτοποιίας σε ολόκληρη την Σκανδιναβία και χαμηλής ποιότητας χαρτοπυρήνων στη Νορβηγία και τη Σουηδία, όπου η κοινή επιχείρηση θα διέθετε μεγάλα μερίδια αγοράς και όπου θα χανόταν η σημαντική ανταγωνιστική πίεση που ασκεί η Sonoco στην πρώτη επιχείρηση της αγοράς αυτής, την Ahlstrom. Προκειμένου να λυθούν τα προβλήματα αυτά, τα μέρη πρότειναν να πωληθεί η μονάδα παραγωγής χαρτοπυρήνων της Ahlstrom που βρίσκεται στο Sveberg της Νορβηγίας. Προσφέρθηκαν, επίσης, να μην θέσουν σε εφαρμογή τη συγκέντρωση προτού βρεθεί αγοραστής για τη μονάδα αυτή.

201. Η Επιτροπή ενέκρινε τη συγκέντρωση στη βάση αυτή δεδομένου ότι έκρινε ότι η αποεπένδυση αυτή θα επιτρέψει την είσοδο ενός νέου προμηθευτή στην αγορά της Σκανδιναβίας και θα άρει ως επί το πλείστον την αλληλοεπικάλυψη μεταξύ των μερών της συγκέντρωσης, στις επηρεαζόμενες σκανδιναβικές χώρες. Πράγματι, στα τέλη Οκτωβρίου, η Επιτροπή ενέκρινε την εξαγορά της μονάδας στο Sveberg από την Abzac, μια γαλλική επιχείρηση παραγωγής χαρτοπυρήνων που αναπτύσσει σημαντικές δραστηριότητες στην ηπειρωτική Ευρώπη αλλά απουσιάζει από τις σκανδιναβικές αγορές.

Continental/Phoenix[156]

202. Η εξαγορά της Phoenix AG, Hamburg, από την γερμανική Continental AG αφορούσε μια συγκέντρωση δραστηριοτήτων μεταξύ δύο παραγωγών καουτσούκ που τροφοδοτούν κυρίως την αγορά των αυτοκινήτων. Η συγκέντρωση εγκρίθηκε από την Επιτροπή αφού αναλήφθηκαν ορισμένες δεσμεύσεις για πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων. Λαμβάνοντας υπόψη την δεσπόζουσα θέση των μερών στις αγορές πνευματικών ελατηρίων για εμπορικής χρήσεως αυτοκίνητα και βαρέων μεταφορικών ιμάντων με σύρμα από χάλυβα, έγκριση ήταν δυνατή μόνον αφού υποβλήθηκαν στην Επιτροπή δεσμεύσεις που μπορούν να άρουν τα διαπιστωθέντα προβλήματα ανταγωνισμού.

203. Με τη συγκέντρωση, η Continental η οποία παράγει λάστιχα αυτοκινήτων, συστήματα πέδησης και τεχνικά προϊόντα ελαστικού αποκτά τον αποκλειστικό έλεγχο της Phoenix AG η οποία, επίσης, παράγει τεχνικά προϊόντα ελαστικού (συστήματα ανάρτησης, συστήματα αντιδόνησης, εύκαμπτοι σωλήνες και μεταφορικοί ιμάντες). Η Phoenix συμμετέχει στον έλεγχο της Vibracoustic GmbH & Co KG, γερμανικής επιχείρησης μέσω της οποίας διανέμει πνευματικά ελατήρια για φορτηγά και αυτοκίνητα.

204. Η εξαγορά θα οδηγούσε σε σημαντικές αλληλοεπικαλύψεις σε διάφορες αγορές τεχνικών προϊόντων από ελαστικό, ιδίως στις αγορές πνευματικών ελατηρίων και μεταφορικών ιμάντων με χαλύβδινο σύρμα. Τα πνευματικά ελατήρια χρησιμοποιούνται ως εξαρτήματα ανάρτησης σε εμπορικά, επιβατικά και σιδηροδρομικά οχήματα. Οι μεταφορικοί ιμάντες με χαλύβδινο σύρμα χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά βαρέων προϊόντων σε μεγάλες αποστάσεις, ιδίως στον τομέα της εξόρυξης λιγνίτη.

205. Η συγκέντρωση κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή από την Continental τον Μάιο. Έχοντας εντοπίσει τα δυνητικά προβλήματα ανταγωνισμού στις αγορές πνευματικών ελατηρίων για εμπορικά, επιβατικά και σιδηροδρομικά οχήματα καθώς και για ιμάντες βαρέων μεταφορών με χαλύβδινο σύρμα και ιμάντων φίλτρου, η Επιτροπή κίνησε έρευνα σε βάθος στις 29 Ιουνίου.

206. Η εκτενής έρευνα αγοράς της Επιτροπής επιβεβαίωσε τις επιφυλάξεις της όσον αφορά τις αγορές πνευματικών ελατηρίων για εμπορικά οχήματα (που πωλούνται σε κατασκευαστές αυθεντικών εξαρτημάτων και σε προμηθευτές - “OEM/OES”) και βαρέων μεταφορικών ιμάντων με χαλύβδινο σύρμα. Πράγματι, η εξαγορά συνδυάζει τις δύο μεγαλύτερες επιχειρήσεις στις δύο αυτές αγορές και θα δημιουργούσε συνδυασμένο μερίδιο αγοράς σε αμφότερες τις αγορές αρκετά μεγαλύτερο του 60%, αφήνοντας μόνον μερικούς μικρότερους ανταγωνιστές σε αυτές. Επιπλέον, η Επιτροπή έχει αποδείξεις για σημαντικούς φραγμούς εισόδου σε αμφότερες τις αγορές, κυρίως εξαιτίας του γεγονότος ότι η παραγωγή και διανομή πνευματικών ελατηρίων και μεταφορικών ιμάντων απαιτεί ειδική τεχνογνωσία στον τομέα της παραγωγής και της πελατείας. Ως εκ τούτου, οι νέοι προμηθευτές πρέπει να περάσουν από μια μακρά διαδικασία προσαρμογής προτού μπορέσουν καν να θεωρηθούν δυνητικοί προμηθευτές.

207. Προκειμένου να αρθούν τα προβλήματα ανταγωνισμού που διαπίστωσε η Επιτροπή, η Continental ανέλαβε τη δέσμευση να πωλήσει τη συμμετοχή (κατά 50 %) της η Phoenix στην κοινή επιχείρηση Vibracoustic στον μοναδικό έτερο μέτοχο, την γερμανική Freudenberg

208. Επιπλέον, η Continental ανέλαβε τη δέσμευση να υποχρεώσει την Phoenix να πωλήσει εξ ολοκλήρου την παραγωγή πνευματικών ελατηρίων για εμπορικά οχήματα (OEM/OES), η οποία γίνεται σε μια μονάδα στην Ουγγαρία. Οι δύο αυτές δεσμεύσεις εξαλείφουν εντελώς κάθε αλληλοεπικάλυψη στις δραστηριότητες που αναπτύσσουν τα μέρη στον τομέα των πνευματικών ελατηρίων για εμπορικά οχήματα (OEM/OES).

209. Η Continental ανέλαβε, επίσης, τη δέσμευση να πωλήσει την γραμμή παραγωγής μεταφορικών ιμάντων μεγάλου εύρους με χαλύβδινο σύρμα σε ανταγωνιστική επιχείρηση, την Sempertrans. Η αποεπένδυση αυτή θα επιτρέψει στην Sempertrans να ανταγωνισθεί τη νέα οντότητα σε ολόκληρο το φάσμα μεταφορικών ιμάντων με χαλύβδινο σύρμα, εξαλείφοντας έτσι τα προβλήματα ανταγωνισμού στον τομέα των μεταφορικών ιμάντων με χαλύβδινο σύρμα.

ENI/EDP/GDP[157]

210. Στις 9 Δεκεμβρίου, η Επιτροπή αποφάσισε να απαγορεύσει την προταθείσα απόκτηση του κοινού ελέγχου της Gás de Portugal (GDP), τον πρώην μονοπωλιακό φορέα φυσικού αερίου στην Πορτογαλία, από την Energias de Portugal (EDP), τον πρώην μονοπωλιακό φορέα ηλεκτρικής ενέργειας στην Πορτογαλία και την ENI, μια ιταλική επιχείρηση ενέργειας. Μετά από έρευνα σε βάθος η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η συγκέντρωση θα ενίσχυε την δεσπόζουσα θέση της EDP στις χονδρικές και λιανικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας της Πορτογαλίας καθώς και την δεσπόζουσα θέση της GDP στις αγορές φυσικού αερίου της Πορτογαλίας. Η συγκέντρωση, συνεπώς, θα μείωνε σημαντικά ή θα παρεμπόδιζε τα οφέλη από την ελευθέρωση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου της Πορτογαλίας και θα οδηγούσε σε αύξηση των τιμών τόσο για τα νοικοκυριά όσο για τις βιομηχανίες. Τα διορθωτικά μέτρα που πρότειναν EDP και ENI δεν αρκούσαν για την εξάλειψη των προβλημάτων ανταγωνισμού.

211. Η EDP παράγει, διανέμει και προμηθεύει ηλεκτρική ενέργεια στην Πορτογαλία. Μέσω των ισπανικών θυγατρικών τους (Hidrocantabrico και Naturcorp), η EDP αναπτύσσει επίσης σημαντικές δραστηριότητες στην Ισπανία στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου. Η ΕΝΙ είναι ιταλική επιχείρηση δραστηριοποιούμενη διεθνώς σε όλα τα επίπεδα της αλυσίδας προμήθειας και διανομής ενέργειας.

212. Η GDP καλύπτει όλα τα επίπεδα της αλυσίδας φυσικού αερίου στην Πορτογαλία. Έχει τα αποκλειστικά δικαιώματα για την εισαγωγή, αποθήκευση, μεταφορά και χονδρική παροχή φυσικού αερίου, ενώ ελέγχει πέντε από τις έξι τοπικές επιχειρήσεις διανομής φυσικού αερίου της Πορτογαλίας (η έκτη, η Portgás, ελέγχεται από την EDP).

213. Στις 9 Ιουλίου, η EDP και η ΕΝΙ κοινοποίησαν συγκέντρωση η οποία περιλαμβάνει την απόκτηση από μέρους τους του κοινού ελέγχου της GDP την οποία παλαιότερα ήλεγχαν το πορτογαλικό κράτος και η ΕΝΙ. Στην προκειμένη περίπτωση ίσχυε ο πρώην κανονισμός για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων δεδομένου ότι η υποκείμενη δεσμευτική συμφωνία είχε συναφθεί πριν από την έναρξη ισχύος του νέου κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων. Η κοινοποιηθείσα συγκέντρωση αποτελούσε μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής που περιελάμβανε την μεταβίβαση, εντός δεδομένου χρονικού διαστήματος, του δικτύου μεταφοράς φυσικού αερίου που ανήκε στην GDP, στην REN η οποία αποτελεί τον πορτογαλικό φορέα εκμετάλλευσης του δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Η μεταβίβαση του δικτύου αποτελούσε χωριστή συγκέντρωση η οποία ενέπιπτε στην αρμοδιότητα των πορτογαλικών αρχών.

Σχετικές αγορές προϊόντος

214. Η Επιτροπή εντόπισε ότι η συγκέντρωση επηρεάζει τις εξής σχετικές αγορές προϊόντος Ηλεκτρική ενέργεια: χονδρική παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, συμπληρωματικές και άλλες συναφείς υπηρεσίες, καθώς και λιανική παροχή ηλεκτρικής ενέργειας σε μεγάλους βιομηχανικούς πελάτες και σε μικρούς πελάτες. Φυσικό αέριο: παροχή φυσικού αερίου σε παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, σε τοπικές επιχειρήσεις διανομής (ΤΕΔ), σε μεγάλους βιομηχανικούς πελάτες και σε μικρούς πελάτες.

215. Από τα μέσα του 2004, όλες οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας είναι εντελώς ανοικτές στον ανταγωνισμό. Όσον αφορά τις αγορές φυσικού αερίου, εξαιτίας του ότι αποτελεί αναδυόμενη αγορά, η Πορτογαλία θα συνεχίσει να ωφελείται από μια παρέκκλιση από το χρονοδιάγραμμα ιδιωτικοποιήσεων που καθορίσθηκε με την δεύτερη οδηγία για το φυσικό αέριο (2003/55/EΚ). Συνεπώς, το άνοιγμα των πορτογαλικών αγορών φυσικού αερίου στον ανταγωνισμό θα αρχίσει το αργότερο το 2007 και θα ολοκληρωθεί έως το 2010. Η πορτογαλική κυβέρνηση ανέφερε ότι μπορεί να αρχίσει τη διαδικασία ελευθέρωσης ενωρίτερα.

Γεωγραφικές αγορές

216. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όλες οι σχετικές αγορές είχαν το πολύ εθνική διάσταση.

217. Τα μέρη είχαν ισχυρισθεί ότι η χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας θα αποκτούσε σύντομα Ιβηρική διάσταση, ιδίως εξαιτίας της επικείμενης έναρξης ενός ιβηρικού συστήματος ανταλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας (MIBEL). Ωστόσο η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το ΜIBEL έχει αναβληθεί αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια: πολλοί σημαντικοί κανονιστικοί φραγμοί δεν έχουν ακόμη αρθεί ούτως ώστε να μπορέσει το MIBEL να τεθεί σε εφαρμογή. Οι συνθήκες ανταγωνισμού μεταξύ Ισπανίας και Πορτογαλίας θα εξακολουθήσουν να παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές ακόμη και μετά την έναρξη λειτουργίας του MIBEL. Ανεξάρτητα από την καθιέρωση του MIBEL, το προβλεπόμενο επίπεδο διασυνδέσεων μεταξύ Ισπανίας και Πορτογαλίας θα παραμείνει περιορισμένο και δεν ήταν δυνατό να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η πραγματική ολοκλήρωση των δύο αγορών θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μέσα σε ένα χρονικό πλαίσιο σχετικό με την αξιολόγηση της συγκέντρωσης. Ως αποτέλεσμα, η Επιτροπή συνεπέρανε ότι η χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είχε και ότι τα επόμενα έτη θα εξακολουθήσει να έχει εθνική διάσταση.

218. Τα μέρη δεν αμφισβήτησαν το συμπέρασμα ότι οι άλλες αγορές στις οποίες διαπιστώθηκαν προβλήματα ανταγωνισμού έχουν εθνική διάσταση.

Ενίσχυση της δεσπόζουσας θέσης της EDP στις πορτογαλικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας

219. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η EDP κατέχει δεσπόζουσα θέση σε όλες τις προαναφερόμενες πορτογαλικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα, η EDP κατέχει το 70% της παραγωγικής ικανότητας στην Πορτογαλία και αποτελεί τον μεγαλύτερο εισαγωγέα ηλεκτρικής ενέργειας. Η EDP κατέχει σχεδόν 100% της αγοράς διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της Πορτογαλίας. Τα σχέδια των ανταγωνιστών για έναν σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο (CCGT[158]) είναι αβέβαια και η EDP ασκεί επιρροή σε έναν από τους ανταγωνιστές αυτούς (Tejo Energia). Επίσης, οι εισαγωγές θα παραμείνουν ανεπαρκείς και δεν θα προσβάλουν την δεσπόζουσα θέση της EDP.

220. Η πράξη θα ενισχύσει τη δεσπόζουσα θέση της EDP τόσο λόγω των οριζόντιων όσο και των κάθετων αποτελεσμάτων τα οποία θα έχει. Όσον αφορά τα οριζόντια αποτελέσματα (σε όλες τις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας), αν δεν πραγματοποιείτο η συγκέντρωση, η GDP θα κατασκεύαζε σταθμό ηλεκτροπαραγωγής με αέριο (ΣΑΣΚ) και θα καθίστατο ένας από τους κυριότερους ανταγωνιστές στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας της Πορτογαλίας, δεδομένου ότι η πρόσβαση σε ανταγωνιστικές πηγές αερίου παρέχει σημαντικά πλεονεκτήματα στον τομέα του ηλεκτρισμού καθώς οι ΣΑΣΚ αποτελούν πλέον τον συνηθέστερο τρόπο παραγωγής νέας ηλεκτρικής ενέργειας και ότι η GDP θα μπορούσε να στηριχθεί στο σήμα της και στους πελάτες της στον τομέα του αερίου, στους οποίους θα μπορούσε πλέον να προσφέρει συνδυασμένη προμήθεια φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού.

221. Όσον αφορά τα μη οριζόντια αποτελέσματα (χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας), η προτεινόμενη συγκέντρωση θα παρείχε στην νέα οντότητα προνομιακή και προτιμησιακή πρόσβαση σε ιδιόκτητες πληροφορίες σχετικά με το κόστος των ανταγωνιστών της πράγμα το οποίο συνεπάγεται σημαντικό πλεονέκτημα, πρόσβαση σε πορτογαλικές πηγές και υποδομή φυσικού αερίου και την ικανότητα, όπως και το κίνητρο να ελέγχει τις τιμές του φυσικού αερίου και να αυξάνει το κόστος των αντιπάλων της.

Ενίσχυση της δεσπόζουσας θέσης της GDP στις πορτογαλικές αγορές φυσικού αερίου

222. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, εξαιτίας του ότι έχει νομικά κατοχυρωμένο μονοπώλιο, η GDP κατέχει δεσπόζουσα θέση στις περισσότερες αγορές. Η θέση της στις αγορές αυτές θα ενισχυόταν με την προτεινόμενη συγκέντρωση, καθώς η νέα οντότητα θα μπορούσε να εμποδίσει ακόμη περισσότερο την είσοδο ανταγωνιστών στο πλαίσιο της διαδικασίας ελευθέρωσης των αγορών. Και τούτο, για τους εξής λόγους κυρίως:

223. Όσον αφορά την προμήθεια αερίου σε ΣΑΣΚ και τοπικές εταιρίες διανομής, η κοινοποιηθείσα πράξη θα έχει ως αποτέλεσμα να απορροφηθεί όλη η ζήτηση αερίου που δεν ελέγχει η GDP από τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες των μονάδων ΣΑΣΚ που ανήκουν στην EDP ή στις οποίες συμμετέχει η EDP, και τις ανάγκες της Portgás.

224. Όσον αφορά την παροχή αερίου σε μεγάλους βιομηχανικούς, καθώς και σε μικρούς πελάτες, η EDP φαίνεται να αποτελεί τον φορέα με τη μεγαλύτερη πιθανότητα να εισέλθει στις αγορές αυτές, δεδομένου ότι εκμεταλλεύεται μια μονάδα ΣΑΣΚ για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας πράγμα που της παρέχει ένα ισχυρό κίνητρο εισόδου στις αγορές προμήθειας αερίου, θα μπορούσε να στηριχθεί στους δικούς της πελάτες ηλεκτρισμού (η EDP ελέγχει σχεδόν το 100% της διανομής ηλεκτρικής ενέργειας στην Πορτογαλία), στους οποίους θα μπορούσε να προσφέρει τόσο αέριο όσο και ηλεκτρική ενέργεια (διπλή προσφορά καυσίμων) και θα μπορούσε να στηριχθεί στην πείρα, τη φήμη και την πελατειακή βάση της τοπικής εταιρείας διανομής αερίου Portgás. Ένδειξη της σημασίας που έχει η είσοδος στις αγορές αερίου αποτελεί η πρόσφατη απόκτηση του δεύτερου κατά σειρά μεγέθους φορέα αερίου της Ισπανίας (Naturcorp). Ο σημαντικός αυτός δυνητικός ανταγωνισμός θα εξαλειφθεί με την συγκέντρωση.

Διορθωτικά μέτρα που πρότειναν τα μέρη

225. Στις 28 Οκτωβρίου και στις 17 Νοεμβρίου τα μέρη υπέβαλαν διορθωτικά μέτρα για την επίλυση των προαναφερθέντων προβλημάτων ανταγωνισμού. Μεταξύ άλλων, πρότειναν την πώληση μιας τοπικής εταιρείας διανομής (Setgás), τη μεταβίβαση υποδομών αερίου και χωρητικότητας για εισαγόμενη ενέργεια στην REN, τον φορέα αρμόδιο για τη λειτουργία του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας και την μίσθωση παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ίσης προς το ένα τρίτο της παραγωγής της μονάδας παραγωγής της EDP που λειτουργεί με φυσικό αέριο. Η Επιτροπή εξέτασε με βάση τα κριτήρια της αγοράς τα εν λόγω διορθωτικά μέτρα και συνήγαγε το συμπέρασμα ότι σε καμία περίπτωση δεν θα επέλυαν όλα τα προβλήματα ανταγωνισμού. Για παράδειγμα, η Επιτροπή σημείωσε ότι η Setgás καλύπτει μόνον το 8% της λιανικής αγοράς αερίου ενώ η Portgás, την οποία ελέγχει η EDP καλύπτει σχεδόν το 30%. Η μεταβίβαση της υποδομής αερίου στη REN μολονότι κάτι το θετικό, δεν παρέχει εγγυήσεις για επαρκή χωρητικότητα για τις εισαγωγές τρίτων μερών. Η προταθείσα μίσθωση παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη μονάδα καύσης φυσικού αερίου της EDP ισοδυναμούσε μόνον με το 4% της ικανότητας παραγωγής στην Πορτογαλία και θα δημιουργούσε μεγάλη εξάρτηση από μέρους του μισθωτή από την EDP. Εξάλλου ένας τέτοιος μισθωτής δεν θα είχε κίνητρο ούτε την ικανότητα να ασκήσει μεγάλο ανταγωνισμό στην EDP.

226. Μετά την παρέλευση κάποιου χρόνου μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής διορθωτικών μέτρων, τα μέρη πρότειναν αναθεωρημένες δεσμεύσεις οι οποίες, ωστόσο, δεν ήραν άμεσα τα προβλήματα ανταγωνισμού που προκαλεί η συγκέντρωση.

Συμπέρασμα

227. Ως αποτέλεσμα, η Επιτροπή δεν είχε άλλη επιλογή από το να απαγορεύσει την προτεινόμενη συγκέντρωση, δεδομένου ότι θα ενίσχυε τη δεσπόζουσα θέση τόσο της EDP όσο και της GDP αντίστοιχα στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου της Πορτογαλίας. Η συγκέντρωση θα εμπόδιζε τα θετικά αποτελέσματα της υπό εξέλιξη ή της επικείμενης ελευθέρωσης των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου στην Πορτογαλία, και θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών τόσο για τη βιομηχανία όσο και για τα νοικοκυριά, καθώς και την απώλεια ανταγωνιστικότητας για την πορτογαλική οικονομία. Εκτός αυτού, θα εμπόδιζε την είσοδο ξένων ανταγωνιστών στις πορτογαλικές αγορές ενέργειας, καθώς και την ανάπτυξη διασυνοριακού ανταγωνισμού και με τον τρόπο αυτόν θα εμπόδιζε τη δημιουργία ανταγωνιστικών πανιβηρικών ενεργειακών αγορών και, μακροπρόθεσμα, ολοκληρωμένων σε ευρωπαϊκό επίπεδο ενεργειακών αγορών.

2. Αποφασεισ βασει του αρθρου 6 παραγραφος (1) στοιχειο (β) και του αρθρου 6 παραγραφος (2)

Hoechst/Rhône-Poulenc[159]

228. Στις 9 Αυγούστου 1999, η Επιτροπή ενέκρινε την συγκέντρωση μεταξύ Hoechst AG και Rhône-Poulenc SA με τη σύσταση της Aventis, υπό την προϋπόθεση να τηρηθούν ορισμένες δεσμεύσεις που ανέλαβαν τα μέρη προκειμένου να αρθούν ορισμένα προβλήματα ανταγωνισμού. Οι δεσμεύσεις περιλάμβαναν την πώληση της συμμετοχής στην χημική εταιρεία Rhodia, με την οποία εξαλείφονται τα προβλήματα που σχετίζονται με οριζόντιες αλληλοεπικαλύψεις με τις δραστηριότητες της θυγατρικής της Aventis, της Wacker Chemie.

229. Την εποχή της συγκέντρωσης η Rhône-Poulenc κατείχε το 67,3% της Rhodia και μέχρι το 2003 είχε καταφέρει να πωλήσει το μεγαλύτερο μέρος του μεριδίου της. Παρά ταύτα παρέμεινε ο μεγαλύτερος μέτοχος της εταιρείας αυτής, με νόμιμο μερίδιο ανερχόμενο περίπου στο 15% των μετοχών και με οικονομικά συμφέροντα σε άλλο 10%. Ενόψει της συνεχιζόμενης επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης της Rhodia και της επείγουσας ανάγκης να αρθεί η αβεβαιότητα εξαιτίας της επικείμενης οικονομικής αναδιάρθρωσης της εταιρείας, η Επιτροπή συμφώνησε, με απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2004, να αντικαταστήσει την αρχική δέσμευση της Rhodia με άλλη, στο πλαίσιο της οποίας η Aventis θα πωλήσει, αντί της συμμετοχής της στη Rhodia, την έμμεση συμμετοχή της στην Wacker Chemie που ανέρχεται σε 49% των μετοχών.

GE/Amersham[160]

230. Στις 21 Ιανουαρίου η Επιτροπή αποφάσισε να εγκρίνει την προτεινόμενη εξαγορά της βρετανικής εταιρείας διαγνωστικής φαρμακευτικής και βιοεπιστημών, Αmersham Plc. από την αμερικανική General Electric Company (GE).

231. Η Amersham παράγει φαρμακευτικά παρασκευάσματα που καθιστούν δυνατή την απεικόνιση της κατάστασης της υγείας ενός οργανισμού από διαγνωστικό εξοπλισμό όπως ανιχνευτές, ενώ παράγει και βιοφαρμακευτικές ουσίες. Η GE είναι βιομηχανική εταιρεία που δραστηριοποιείται σε ποικίλους τομείς της μεταποίησης, της τεχνολογίας και της παροχής υπηρεσιών, περιλαμβανομένων των ιατρικών συστημάτων. Η GE Medical Systems ειδικεύεται σε τεχνολογίες ιατρικής διαγνωστικής απεικόνισης.

232. Η προτεινόμενη εξαγορά δεν οδηγούσε σε οριζόντιες αλληλοεπικαλύψεις. Δεδομένου, όμως, ότι τα προϊόντα της GE και της Amersham στον ιατρικό τομέα είναι συμπληρωματικά και τα νοσοκομεία είναι αναγκασμένα να αγοράσουν τόσο τα μηχανήματα όσο και τις φαρμακευτικές ουσίες που απαιτούνται για ορισμένες εφαρμογές διαγνωστικής απεικόνισης, η Επιτροπή εστίασε την ανάλυσή της στις δυνητικές συγκριματικές επιπτώσεις της συγκέντρωσης. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή θεώρησε ότι η GE ενδεχομένως να είχε κίνητρα να προσφέρει προϊόντα σε δέσμες, σε καλύτερη τιμή από ότι το άθροισμα των τιμών των επί μέρους προϊόντων ή να σχεδιάζει προϊόντα με τέτοιο τρόπο ώστε τα προϊόντα της Amersham να λειτουργούν καλύτερα με τον δικό της εξοπλισμό παρά αυτόν ενός ανταγωνιστή (τεχνική προσαρμογή).

233. Ωστόσο, η έρευνα της αγοράς έδειξε ότι ένα τέτοιο σενάριο είναι απίθανο και τούτο διότι ούτε η GE ούτε η Amersham κατέχουν δεσπόζουσα θέση στις κατηγορίες των προϊόντων τους στην Ευρώπη. Επιπλέον, τόσο οι πελάτες όσο και διάφοροι ανταγωνιστές συμφώνησαν ότι οι υπόψη αγορές χαρακτηρίζονται από έντονο ανταγωνισμό με βιώσιμους κατασκευαστές εξοπλισμού όπως η Philips, η Siemens και η Toshiba, καθώς και μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες όπως η Schering, η Bristol Myers Squibb, η Tyco/Mallinckrodt και η Bracco. Η Επιτροπή κατέληξε, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι οι ανταγωνιστές αυτοί δεν μπορούσαν να αποκλεισθούν από την αγορά ή να περιθωριοποιηθούν. Οι φόβοι περί τεχνικής σύνδεσης προϊόντων απορρίφθηκαν δεδομένου ότι η Επιτροπή βεβαιώθηκε ότι υπήρχε απόλυτη διαλειτουργικότητα μεταξύ των διαφόρων εξοπλισμών και φαρμακευτικών προϊόντων που κυκλοφορούν και ότι δεν επρόκειτο να μειωθεί με την είσοδο νέων προϊόντων στην αγορά.

Air Liquide/Messer[161]

234. Στις 15 Μαρτίου, εγκρίθηκε υπό όρους η συγκέντρωση μεταξύ του γαλλικού ομίλου Air Liquide για του γερμανικού ομίλου Messer. Ο όμιλος Messer ανέπτυσσε δραστηριότητα στη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Επιτροπή θεώρησε ότι η εξαγορά μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών για το φυσικό αέριο, ιδίως στη Γερμανία. Ωστόσο, προτάθηκαν σημαντικές αποεπενδύσεις που κατέστησαν δυνατή την κανονιστική έγκριση χωρίς να χρειασθεί έρευνα σε βάθος.

235. Η Air Liquide και ο όμιλος Messer παράγουν και διανέμουν βιομηχανικά και ιατρικά αέρια (όπως οξυγόνο, άζωτο ή αργόν), ενώ παρέχουν και συναφείς υπηρεσίες. Με την συγκέντρωση η Air Liquide, η πρώτη εταιρεία παγκοσμίως στον τομέα των βιομηχανικών αερίων, αποκτά την πολυπόθητη πρόσβαση στο Ηνωμένο Βασίλειο όπου δεν υπάρχουν αλληλοεπικαλύψεις. Ωστόσο, θα προκαλούσε, επίσης, προβλήματα ανταγωνισμού στην ήδη συγκεντρωμένη πανευρωπαϊκή αγορά παροχής αερίων σε μεγάλες ποσότητες (tonnage gas market) κυρίως για πετροχημικές εταιρείες και χαλυβουργίες, καθώς και στην αγορά ειδικών αερίων του τομέα της ηλεκτρονικής. Σε εθνικό επίπεδο, προκάλεσε προβλήματα δυοπωλίου στη Γερμανία (από κοινού με την Linde AG) για αέρια παρεχόμενα χύμα και σε κυλίνδρους για βιομηχανική και ιατρική χρήση.

236. Προκειμένου να άρει τις επιφυλάξεις της Επιτροπής, η Air Liquide ανέλαβε τη δέσμευση να πωλήσει σημαντικά μέρη των δραστηριοτήτων που αναπτύσσει η ίδια ή η Messer στη Γερμανία. Οι πωλήσεις αυτές περιλαμβάνουν μέρη των δικτύων αγωγών της Messer και διάφορες μονάδες παροχής αερίων σε μεγάλες ποσότητες, μονάδες υγροποίησης και κέντρα γεμίσματος κυλίνδρων, καθώς και τις συναφείς πελατειακές βάσεις. Η Air Liquide ανέλαβε, επίσης, τη δέσμευση να πωλήσει τη συμμετοχή της Messer στην κοινή της επιχείρηση με την Nippon Sanso, εταιρεία που παράγει αέρια ηλεκτρονικής και ειδικών εφαρμογών (ESG).

Sanofi Synthelabo/Aventis[162]

237. Τον Ιανουάριο, η φαρμακευτική εταιρεία Sanofi-Synthélabo SA ανακοίνωσε την προσφορά της για την εξαγορά της Aventis SA την οποία η Επιτροπή ενέκρινε υπό όρους. Αμφότερες οι εταιρείες έχουν την έδρα τους στη Γαλλία. Η Αventis προέκυψε από μια συγκέντρωση δραστηριοτήτων μεταξύ της Hoechst και της Rhône-Poulenc που εγκρίθηκε υπό όρους τον Αύγουστο του 1999. Ο συνδυασμός αυτός θα δημιουργούσε μια από τις μεγαλύτερες φαρμακευτικές εταιρείες του κόσμου και προβλήματα ανταγωνισμού στις αγορές που υπήρχε αλληλοεπικάλυψη των δραστηριοτήτων τους. Φαινόταν ότι ο ανταγωνισμός θα μειωνόταν σε βάρος των ασθενών που υποφέρουν από θρόμβωση, καρκίνο του ορθού και του παχέος εντέρου και αϋπνία.

238. Όλοι οι τομείς αλληλοεπικάλυψης αφορούσαν ιατρικά προϊόντα για ανθρώπινη χρήση. Τα προϊόντα αυτά χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της καρδιακής ανεπάρκειας, της κακής αρτηριακής κυκλοφορίας, ωτορινολαρυγγολογικών λοιμώξεων, της αϋπνίας και οι μεγαλύτερες αλληλοεπικαλύψεις παρατηρούνταν στις αγορές ηπαρινών και ηπαροειδών (heparoids) (σε 11 χώρες της ΕΕ) και την θεραπεία του καρκίνου του παχέος και του ορθού εντέρου (σε επτά χώρες της ΕΕ). Επηρέαζε, επίσης, τις πωλήσεις βιταμινών, μυοχαλαρωτικών και αντιβιοτικών. Προκειμένου να άρει τις επιφυλάξεις της Επιτροπής, η Sanofi πώλησε τις σχετικές επιχειρηματικές δραστηριότητες ή χορήγησε άδειες εκμετάλλευσης για αυτές σε 14 χώρες της ΕΕ. Οι περισσότερες αλληλοεπικαλύψεις παρατηρήθηκαν στη Γαλλία.

Group 4 Falck/Securicor[163]

239. Η Επιτροπή χορήγησε, επίσης, κανονιστική έγκριση για την προτεινόμενη συγκέντρωση μεταξύ Securicor και Group 4 Falck αφού οι εταιρείες έλυσαν ορισμένα προβλήματα όσον αφορά τη μείωση του ανταγωνισμού σε ορισμένες αγορές υπηρεσιών ασφαλείας στο Λουξεμβούργο, τις Κάτω Χώρες και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η αγγλοδανική συγκέντρωση θα δημιουργούσε τη δεύτερη κατά σειρά μεγέθους εταιρεία υπηρεσιών ασφαλείας παγκοσμίως, μετά τη σουηδική Securitas.

240. Η Group 4 Falck, εταιρεία με έδρα τη Δανία, και η Securicor, εταιρεία με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, δραστηριοποιούνται στον τομέα της παροχής ιδιωτικών υπηρεσιών ασφαλείας. Αμφότερες παρέχουν ευρύ φάσμα υπηρεσιών όπως μεταφορά μετρητών, υπηρεσίες φρούρησης, συστήματα συναγερμού και υπηρεσίες δικαιοσύνης (π.χ. διαχείριση και μεταφορά κρατουμένων). Όλα τα περιουσιακά στοιχεία των μερών επρόκειτο να συγκεντρωθούν σε μια νέα εταιρεία με τον τίτλο Group 4 Securicor, εκτός από τις υπηρεσίες δικαιοσύνης της Group 4 Falck (οι οποίες επρόκειτο να πωληθούν σε τρίτο πριν την ολοκλήρωση της συγκέντρωσης).

241. Η Group 4 Falck αναπτύσσει δραστηριότητα σε 80 χώρες και η Securicor σε 50. Με τη συγχώνευση των δραστηριοτήτων τους θα πλησιάσουν την πρώτη επιχείρηση του τομέα παγκοσμίως, την σουηδική Securitas. Εξαιτίας του διαφορετικού κανονιστικού πλαισίου που ισχύει σε κάθε χώρα, οι υπηρεσίες ασφαλείας παρέχονται σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Ως εκ τούτου, η συγκέντρωση εξετάσθηκε χώρα προς χώρα. Ωστόσο, παρά τον διεθνή χαρακτήρα των μερών, οι δραστηριότητές τους παρουσίασαν αλληλοεπικάλυψη μόνον σε έξι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Γαλλία, Γερμανία, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες και Ηνωμένο Βασίλειο.

242. Με την έρευνα της Επιτροπής διαπιστώθηκαν προβλήματα σε τρεις γεωγραφικές περιοχές: μεταφορές μετρητών, φρούρηση και παρακολούθηση & ανταπόκριση σε συναγερμούς στο Λουξεμβούργο, υπηρεσίες φρούρησης στις Κάτω Χώρες και μεταφορές μετρητών στη Σκοτία. Προκειμένου να αρθούν οι επιφυλάξεις της Επιτροπής, οι Group 4 Falck και Securicor πώλησαν στις υπηρεσίες ασφαλείας της Securicor στο Λουξεμβούργο, τις υπηρεσίες φρούρησης της Group 4 Falck στις Κάτω Χώρες και τις δραστηριότητές τους στον τομέα της μεταφοράς μετρητών στη Σκοτία.

Owens-Illinois/BSN Glasspack[164]

243. Η Επιτροπή ενέκρινε την εξαγορά της γαλλικής εταιρείας κατασκευής υάλινων δοχείων, BSN Glasspack SA, από την αμερικανική Owens-Illinois Inc. Τα υάλινα δοχεία που παράγονται από τις συγχωνευμένες επιχειρήσεις χρησιμοποιούνται για τη συσκευασία προϊόντων όπως αναψυκτικά, κρασί, μεταλλικό νερό, ελαιόλαδο, κέτσαπ και άλλα τρόφιμα.

244. Η Owens-Illinois αποτελεί διεθνή εταιρεία παραγωγής υάλινων δοχείων, μηχανημάτων παραγωγής υάλινων και πλαστικών δοχείων, καθώς και άλλου συναφούς εξοπλισμού. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αναπτύσσει υαλοπαραγωγικές δραστηριότητες στη Φινλανδία, την Ιταλία, την Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η ΒSN κατασκευάζει και πωλεί υάλινα δοχεία για ποτά και τρόφιμα και διαθέτει εργοστάσια στη Γαλλία, το Βέλγιο, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες και την Ισπανία. Τα δίκτυα των ευρωπαϊκών μονάδων παραγωγής των δύο εταιρειών είναι σε μεγάλο βαθμό συμπληρωματικά μεταξύ τους. Ωστόσο, η Owens-Illinois και η BSN Glasspack είναι άμεσοι ανταγωνιστές σε δύο περιφερειακές αγορές που καλύπτουν η μια την νοτιοανατολική Ισπανία και την νοτιοδυτική Γαλλία, και η άλλη την νοτιοανατολική Γαλλία και τη βόρειο Ιταλία. Τα υάλινα δοχεία είναι ογκώδη προϊόντα αλλά η ακτίνα παράδοσής τους είναι κατά κανόνα 300-400 χλμ από το εργοστάσιο με αποτέλεσμα η περίμετρος παράδοσης ενός εργοστασίου να καλύπτει περιοχές εξ αμφοτέρων των πλευρών ενός εθνικού συνόρου.

245. Η συγκέντρωση, όπως κοινοποιήθηκε αρχικά, θα οδηγούσε σε υψηλά μερίδια αγοράς στις υπόψη περιοχές και θα εξάλειφε έναν σημαντικό ανταγωνιστή από αγορές που ήδη παρουσιάζουν μεγάλο βαθμό συγκέντρωσης. Εκτός από τα μέρη της συγκέντρωσης, ο μόνος άλλος σημαντικός παράγοντας στις περιοχές αυτές είναι η γαλλική St. Gobain, ενώ οι υπόλοιποι ανταγωνιστές στις εν λόγω περιοχές είναι μάλλον μικροί. Ως εκ τούτου, στις περιοχές αυτές, εξαιτίας της συγκέντρωσης θα μειωνόταν ο αριθμός των σημαντικών προμηθευτών από τρεις σε δύο.

246. Προκειμένου να αρθούν οι επιφυλάξεις της Επιτροπής, η Owens-Illinois πρότεινε να πωλήσει από ένα εργοστάσιό της σε ανεξάρτητο και βιώσιμο ανταγωνιστή σε κάθε μία από τις επηρεαζόμενες περιοχές, ήτοι στο Μιλάνο της Ιταλίας και στη Βαρκελώνη της Ισπανίας.

247. Η συγκέντρωση δεν δημιούργησε προβλήματα στον υπόλοιπο ΕΟΧ δεδομένου ότι οι πωλήσεις των μερών δεν αλληλοεπικαλύπτονται ή, όπου υπάρχει αλληλοεπικάλυψη, η νέα οντότητα θα αντιμετωπίσει ανταγωνισμό από άλλες μεγάλες εταιρείες όπως οι St. Gobain, Rexam, Ardagh, Weigand και Allied Glass.

GIMD/Socpress[165]

248. Στις 16 Ιουνίου η Επιτροπή ενέκρινε υπό όρους την προτεινόμενη εξαγορά της Socpresse από τον όμιλο Marcel Dassault Industrial Group (GIMD).

249. Η GIMD είναι γαλλικός όμιλος επιχειρήσεων με συμφέροντα κυρίως στους τομείς της αεροναυτικής, των ηλεκτρονικών υπολογιστών, της οινοκαλλιέργειας και των περιοδικών. Στα περιοδικά που δημοσιεύει η GIMD περιλαμβάνονται τα εξής: Valeurs Actuelles , Le Journal des Finances , Finances Magazine και Le Spectacle du Monde . Η Socpresse είναι, επίσης, γαλλική εταιρεία που εκδίδει εθνικές και τοπικές εφημερίδες, περιοδικά και εξειδικευμένα έντυπα. Αποτελεί την μητρική επιχείρηση της Figaro Holding στην οποία ανήκουν οι εφημερίδες Le Figaro και Figaro Magazine , και του ομίλου L’Express–L’Expansion , ο οποίος εκδίδει μεγάλο αριθμό περιοδικών, μεταξύ των οποίων τα L’Express, L’Expansion, La Vie Financière και Mieux Vivre Votre Argent .

250. Από τις έρευνες της Επιτροπής προέκυψε ότι ο όμιλος GIMD/Socpresse θα αποκτούσε τον έλεγχο ενός σημαντικά μεγαλύτερου αριθμού χρηματοοικονομικών περιοδικών από τους ανταγωνιστές του, όπερ θα του παρείχε πλεονεκτική θέση ιδίως στον τομέα των διαφημίσεων προς αναγνώστες των χρηματοοικονομικών περιοδικών. Θα μπορούσε να δεσπόζει στην αγορά μέσω του ισχυρού πρακτορείου Socpresse το οποίο πωλεί διαφημιστικό χώρο σε περισσότερα από 80 περιοδικά και εφημερίδες.

251. Ως εκ τούτου η συγκέντρωση δημιουργούσε προβλήματα ανταγωνισμού στις γαλλικές αγορές πώλησης διαφημιστικού χώρου σε χρηματοοικονομικά περιοδικά, δεδομένου ότι κανείς από τους ανταγωνιστές και τους αγοραστές διαφημιστικού χώρου (διαφημιστές) δεν θα ήταν σε θέση να παράσχει το απαιτούμενο αντίβαρο στη συνδυασμένη ισχύ των Socpresse/GIMD, οι οποίες θα κατείχαν περίπου το 50% της αγοράς. Γενικά, οι διαφημιστές διαπραγματεύονται μεμονωμένα με τους εκδότες ή τα πρακτορεία τους και, συνεπώς, δεν διαθέτουν πραγματική αγοραστική δύναμη.

252. Προκειμένου να λυθούν τα προβλήματα ανταγωνισμού και να αποφευχθεί μια σε βάθος έρευνα, η GIMD προσφέρθηκε να πωλήσει το χρηματοοικονομικό περιοδικό La Vie Financière , που εκδίδει ο όμιλος Express-Expansion. Η Επιτροπή έκρινε ότι εξαιτίας της ποιότητας και της καλής φήμης του περιοδικού η ενέργεια αυτή αρκούσε για την άρση των επιφυλάξεών της. Ωστόσο, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι η πλειονότητα των δημοσιογράφων που απασχολούνται στο περιοδικό αυτό θα παραμείνουν και μετά την πώλησή του και δεν θα ασκήσουν το δικαίωμά τους να αποσυρθούν στο πλαίσιο της clause de cession (ρήτρα εκχώρησης) που προβλέπει η γαλλική νομοθεσία για τους κατόχους κάρτας Τύπου, η Επιτροπή θα προσπαθήσει να εξασφαλίσει ότι ο αγοραστής του περιοδικού θα έχει αρκετή αξιοπιστία στον εκδοτικό χώρο ώστε να διασφαλιστεί η συνέχιση του περιοδικού και η ύπαρξη αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην αγορά.

Syngenta CP/Advanta[166] and Fox Paine/Advanta[167]

253. Στις 17 Αυγούστου η Επιτροπή ενέκρινε υπό όρους την προτεινόμενη εξαγορά της Advanta BV, παραγωγού σπόρων από τις Κάτω Χώρες από την ελβετική Syngenta Crop Protection AG. Η Syngenta Crop Protection AG είναι θυγατρική της Syngenta AG η οποία, όπως η Advanta BV, δραστηριοποιείται στον τομέα της καλλιέργειας, παραγωγής, επεξεργασίας και πώλησης διαφόρων σπόρων.

254. Από την έρευνα αγοράς της Επιτροπής προέκυψαν σοβαρά προβλήματα ανταγωνισμού σε ορισμένες εθνικές αγορές σπόρων της ΕΕ. Τα προβλήματα αφορούσαν τους σπόρους ζαχαρότευτλου στο Βέλγιο, τη Φινλανδία, τη Γαλλία, τις Κάτω Χώρες, την Πορτογαλία, την Ισπανία , την Αυστρία, την Ιρλανδία και την Ιταλία, τους σπόρους αραβοσίτου στη Δανία, τις Κάτω Χώρες και το Ηνωμένο Βασίλειο, τους ηλιόσπορους στην Ουγγαρία και την Ισπανία καθώς και τους σπόρους εαρινού κριθαριού στη Γαλλία και τους σπόρους ενός είδους μπιζελιού στο Ηνωμένο Βασίλειο.

255. Η συγκέντρωση θα δημιουργούσε μια πολύ ισχυρή ηγετική επιχείρηση στην αγορά σχεδόν διπλάσια σε μέγεθος από τον αμέσως επόμενο κατά σειρά μεγέθους ανταγωνιστή. Στην αγορά σπόρων ζαχαρότευτλου, η προτεινόμενη συγκέντρωση θα ένωνε δύο από τους τρεις μεγαλύτερους παραγωγούς σπόρων ζαχαρότευτλου στην Ευρώπη, οι οποίοι αποτελούν επίσης τους μεγαλύτερους προμηθευτές σπόρων του φυτού αυτού στην Ευρώπη.

256. Προκειμένου να αρθούν οι επιφυλάξεις της Επιτροπής, η Syngenta προσφέρθηκε να πωλήσει όλες τις ευρωπαϊκές δραστηριότητες της Advanta στον τομέα των σπόρων σε ανεξάρτητο αγοραστή, εξαλείφοντας έτσι εντελώς την αλληλοεπικάλυψη των δραστηριοτήτων των μερών σε όλες τις σχετικές αγορές εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

257. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 20 Αυγούστου, η Επιτροπή ενέκρινε την προτεινόμενη αγορά από την Fox Paine, αμερικανική επιχείρηση διαχείρισης επενδυτικών κεφαλαίων, των παγκόσμιων δραστηριοτήτων της Advanta στον τομέα των σπόρων ζαχαρότευτλου, ελαιοκράμβης, σόργου, ηλιόσπορου, αγροστωδών, καθώς και του αραβοσίτου και σιτηρών εκτός Βορείου Αμερικής. Με την πράξη αυτή εκπληρώθηκαν οι δεσμεύσεις που είχε αναλάβει η Syngenta στο πλαίσιο της συγκέντρωσης Syngenta/Advanta.

258. Κατά την εξέταση της συγκέντρωσης Fox Paine/Advanta η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Fox Paine διαθέτει συμφέροντα σε διάφορους τομείς, μεταξύ των οποίων, πλειοψηφική συμμετοχή στην αμερικανική εταιρεία παραγωγής σπόρων Seminis η οποία αναπτύσσει, καλλιεργεί και πωλεί σπόρους φρούτων και λαχανικών και στην Ευρώπη. Οι δραστηριότητες των Seminis and Advanta αλληλοεπικαλύπτονταν στους τομείς των σπόρων μπιζελιού και κρεμμυδιού, αλλά η έρευνα δεν έφερε στο φως συγκεκριμένα προβλήματα ανταγωνισμού, καθώς τα μέρη θα συνέχιζαν να υφίστανται ανταγωνισμό από άλλες σημαντικές επιχειρήσεις του τομέα.

Cytec/UCB Surface Specialties[168]

259. Στις 17 Δεκεμβρίου, η Επιτροπή ενέκρινε υπό όρους την προτεινόμενη απόκτηση των δραστηριοτήτων Surface Specialties (Surface Specialties) της UCB από την Cytec Industries Inc. (Cytec) των ΗΠΑ.

260. Η Cytec παράγει ειδικές χημικές ουσίες και υλικά, περιλαμβανομένων χημικών ουσιών για τα ορυχεία και την κατεργασία υδάτων, χημικών ουσιών επικάλυψης, κολλητικών ουσιών και σύνθετων υλικών, καθώς και χημικών ουσιών για δομικά τμήματα. Η Surface Specialties, η οποία αποτελεί μέρος της βελγικής χημικής και φαρμακευτικής εταιρείας UCB, παράγει χημικά επικάλυψης, κολλητικές ουσίες και χημικά γραφιστικής.

261. Κατά την έρευνα αγοράς της Επιτροπής διαπιστώθηκαν σοβαρά προβλήματα ανταγωνισμού από τον συνδυασμό των δραστηριοτήτων των μερών στις αγορές αμινορητινών χρησιμοποιούμενων ως σταυροζευκτικές ουσίες σε βιομηχανικά υγρά υλικά επικάλυψης και ως ενισχυτικά συγκόλλησης για ενισχυμένο καουτσούκ. Η Cytec κατάφερε να εξαλείψει όλα τα προβλήματα αυτά προσφερόμενη να πωλήσει το εργοστάσιο της Surface Specialties στο Fechenheim της Γερμανίας, το οποίο καλύπτει σχεδόν ολόκληρη την ευρωπαϊκή παραγωγή της Surface Specialties.

262. Η Επιτροπή ήλεγξε, επίσης, αν ο συνδυασμός της Cytec, η οποία αποτελεί σημαντικό προμηθευτή ακρυλαμιδίου, με την Surface Specialties, η οποία χρησιμοποιεί ακρυλαμίδιο ως συστατικό στην παραγωγή συγκολλητικών και προσθετικών υλικών για ρητίνες, θα οδηγούσε στον αποκλεισμό τρίτων από τις προμήθειες ακρυλαμιδίου. Η έρευνα αγοράς δεν επιβεβαίωσε τις επιφυλάξεις αυτές, δεδομένου ότι η Cytec έχει αξιόλογους ανταγωνιστές όσον αφορά την παροχή ακρυλαμιδίου και δεδομένου ότι οι συνολικές ανάγκες της Surface Specialties φαίνεται ότι θα καλύπτουν μόνον ένα μικρό μέρος της συνολικής παραγωγής της Cytec.

Πλαίσιο 7: Ένα πρώτο βήμα στην εξυγίανση της ευρωπαϊκής αεροπορίας – η συγκέντρωση Air France/KLM και η συμμαχία Air France/Alitalia Εισαγωγή Η τελευταία τριετία υπήρξε ιδιαίτερα παραγωγική για την κοινοτική νομοθεσία στον τομέα της αεροπορίας. Οι αποφάσεις περί «ανοικτών ουρανών»[169] το 2002, καθώς και οι νομοθετικές προσπάθειες της Επιτροπής τα προηγούμενα έτη[170] δημιούργησαν το απαιτούμενο νομικό υπόβαθρο για την ανάπτυξη μιας πραγματικής εσωτερικής αγοράς στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας. Κατόπιν ήταν η σειρά των ευρωπαϊκών αεροπορικών επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στο νέο αυτό νομικό περιβάλλον και να δημιουργήσουν πανευρωπαϊκής εμβέλειας επιχειρηματικές οντότητες, θέτοντας έτσι τέλος στον κατακερματισμό του ευρωπαϊκού κλάδου αερομεταφορών[171]. Από το 2002 η Air France και η KLM είναι οι πρώτοι ευρωπαϊκοί αερομεταφορείς που δράττονται της ευκαιρίας αυτής. Το 2004, η Επιτροπή έπρεπε να διασφαλίσει ότι η διαδικασία της αναδιάρθρωσης της αγοράς θα γινόταν σε πλήρη συμμόρφωση προς τους κανόνες ανταγωνισμού. Οι Air France (“AF”) και KLM ανακοίνωσαν τη συγκέντρωση το δεύτερο εξάμηνο του 2003. Η συγκέντρωση εγκρίθηκε από την Επιτροπή στις 11 Φεβρουαρίου[172]. Λίγο μετά την έκδοση της απόφασης AF/KLM, στις 7 Απριλίου, η AF έλαβε απαλλαγή βάσει του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ για την περισσότερο παραδοσιακού τύπου συμμαχία της με την Alitalia (“AZ”)[173]. Ο παραλληλισμός από άποψη χρόνου και ενεχόμενων επιχειρήσεων στις δύο υποθέσεις παρέχει μια καλή ευκαιρία για σύγκριση της αντιμετώπισης των αεροπορικών υποθέσεων βάσει του άρθρου 81 και του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων. Νομικό πλαίσιο των δύο συγκεντρώσεων και οι νέες τάσεις που διαγράφονται στον τομέα των ευρωπαϊκών αερομεταφορών Προκειμένου να καλυφθεί μεγαλύτερος αριθμός προορισμών και να βελτιωθεί η αξιοποίηση του δυναμικού με χαμηλότερο κόστος, οι μεγαλύτερες αεροπορικές εταιρείες δημιουργούν συστήματα ακτινωτού τροχού και συγκεντρώνουν την κίνηση στα κομβικά τους κέντρα. Ο στόχος διασφαλίζεται περαιτέρω με τη σύναψη συμφωνιών με άλλες αεροπορικές εταιρείες που λαμβάνουν τη μορφή στρατηγικής συμμαχίας (π.χ. AF/AZ) ή συγκέντρωσης (π.χ. AF/KLM). Σε σύγκριση με τις συμμαχίες, οι συγκεντρώσεις επιτρέπουν καλύτερο εξορθολογισμό και ολοκλήρωση της διάρθρωσης του δικτύου των συγχωνευόμενων αερομεταφορέων. Ωστόσο, οι συγχωνεύσεις μεταξύ ευρωπαϊκών αερομεταφορέων διαφορετικής εθνικότητας ήταν στο παρελθόν δύσκολη εξαιτίας του συστήματος διμερών διεθνών συμφωνιών με το οποίο ρυθμίζονταν τα δικαιώματα διακίνησης μεταξύ κρατών. Βάσει του Διεθνούς Συμφώνου Αεροπορίας (International Convention on Aviation) της 7ης Δεκεμβρίου 1947 (Σύμφωνο του Σικάγου), κάθε κυρίαρχο κράτος είναι αρμόδιο να χορηγεί δικαιώματα κυκλοφορίας στον εναέριο χώρο του. Στη βάση αυτή, τα δικαιώματα κυκλοφορίας χορηγήθηκαν σε αερομεταφορείς τρίτων χωρών με διμερείς συμφωνίες με τις οποίες τα υπογράφοντα κράτη συχνά χορηγούσαν δικαιώματα κυκλοφορίας μόνον σε αερομεταφορείς που είχαν την υπηκοότητα των κρατών αυτών (ρήτρα εθνικότητας) Μολονότι η ΕΕ είχε ολοκληρώσει έως το 1997 την εσωτερική αγορά στον τομέα των αερομεταφορών[174] και οι κοινοτικοί αερομεταφορείς μπορούσαν να ανταγωνισθούν εντός της ευρωπαϊκής αγοράς, οι διεθνείς πτήσεις προς και από την ΕΕ εξακολουθούσαν να υπάγονται σε πολλούς περιορισμούς, μεταξύ των οποίων και η ρήτρα περί εθνικότητας. Ως εκ τούτου, όταν ένας βελγικός αερομεταφορέας εξαγοράζεται από μια βρετανική αεροπορική εταιρεία και χάνει την βελγική του εθνικότητα, κινδυνεύει να χάσει, επίσης, τα δικαιώματα για πτήσεις μεταξύ Βελγίου και τρίτων χωρών, δεδομένου ότι η εκάστοτε τρίτη χώρα δύναται να αμφισβητήσει την εθνικότητά του και τα συναφή δικαιώματα κυκλοφορίας. Ο κίνδυνος απώλειας των εν λόγω δικαιωμάτων θεωρήθηκε ενίοτε εξαιρετικά σημαντικός με αποτέλεσμα να υποσκάψει την εμπορική βιωσιμότητα της συγκέντρωσης. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους ήταν σπάνιες, τουλάχιστον μέχρι την έλευση της υπόθεσης AF/KLM, οι επιτυχείς συγκεντρώσεις εντός της ΕΕ μεταξύ κοινοτικών αερομεταφορέων[175]. Στο νομικό αυτό πλαίσιο, οι ευρωπαϊκοί αερομεταφορείς προτιμούσαν τις στρατηγικές συμμαχίες. Οι αποφάσεις περί «ανοικτών ουρανών» μετέβαλαν το νομικό αυτό τοπίο. Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάνθηκε ότι τα κράτη μέλη που είχαν αναλάβει δεσμεύσεις έναντι των ΗΠΑ δεν εδικαιούντο να το πράξουν και ότι είχαν παραβιάσει με τον τρόπο αυτόν την αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας σε διάφορους τομείς. Επιπλέον, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η διαπραγμάτευση διμερών συμφωνιών από μέρους των κρατών μελών εξ ονόματος των εθνικών τους αερομεταφορέων κατ' εξαίρεση άλλων κοινοτικών αερομεταφορέων συνιστά παραβίαση της ελευθερίας εγκατάστασης την οποία παρέχει το άρθρο 43 της συνθήκης ΕΚ. Ως αποτέλεσμα, οι ρήτρες περί εθνικότητας που περιλαμβάνονται στις διμερείς συμφωνίες με τρίτες χώρες πρέπει να αντικατασταθούν με μια "κοινοτική ρήτρα". Η τροποποίηση των υφιστάμενων διμερών συμφωνιών και αναγνώριση της κοινοτικής ρήτρας από τρίτες χώρες είναι αναγκαίες προκειμένου να διασφαλιστεί ένα στέρεο νομικό υπόβαθρο για τις υπηρεσίες αερομεταφορών[176]. Με τον τρόπο αυτόν ο προαναφερόμενος εμπορικός κίνδυνος θα εξαλειφθεί και θα υπάρχει μεγαλύτερο πεδίο για συγκεντρώσεις μεταξύ κοινοτικών αερομεταφορέων. Περιγραφή των δύο συγκεντρώσεων Η έννοια της συγκέντρωσης καλύπτει «μόνο τις συγκεντρώσεις που καταλήγουν σε μόνιμη μεταβολή της διάρθρωσης των συμμετεχουσών επιχειρήσεων»[177]. Η συμφωνία-πλαίσιο της 16ης Οκτωβρίου 2003[178] που υπογράφηκε μεταξύ AF και KLM προβλέπει ότι δύο ανεξάρτητοι μεταξύ τους αερομεταφορείς θα συγχωνευθούν για να δημιουργηθεί τελικά ένας αερομεταφορέας στην αγορά (με το όνομα Air France-KLM). Οι πρώην μέτοχοι της AF θα αποκτήσουν το 81% των μετοχών της Air France-KLM, ενώ οι πρώην μέτοχοι της KLM το υπόλοιπο 19%. Μολονότι ο καλύτερος τρόπος για την πλήρη αξιοποίηση των συνεργιών θα ήταν μια πλήρης συγχώνευση, η σταδιακή αποδοχή της αρχής «του κοινοτικού αερομεταφορέα» από τρίτες χώρες απαιτεί επιφυλακτικότητα και μια προοδευτική προσέγγιση. Αρχικά, η ΑF θα αποκτήσει εκτενή δικαιώματα αρνησικυρίας έναντι της KLM, η οποία θα διατηρήσει την ολλανδική της εθνικότητα. Σε δεύτερη φάση, η ενοποίηση AF και KLM θα ενισχυθεί και η νέα οντότητα θα λειτουργήσει ενδεχομένως ως ενιαίος αερομεταφορέας. Η απόκτηση βασικών δικαιωμάτων αρνησικυρίας από την AF έναντι της KLM στην αρχή σημαίνει ότι η κοινοποιηθείσα πράξη συνιστούσε συγκέντρωση κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων. Στο πλαίσιο της εκτενούς τους συμμαχίας, οι AF και AZ συμφωνούν να συντονίζουν τις επιχειρησιακές και εμπορικές τους πολιτικές σε διάφορες διαδρομές (ήτοι αρχικά στις διαδρομές μεταξύ Γαλλίας και Ιταλίας), με την εκτενή χρήση κοινών κωδικών, τον συντονισμό των δικτύων τους και συνεργασία στις διαδρομές, με κοινές τιμές και μια κοινή πολιτική πωλήσεων. Ωστόσο, αντίθετα με την περίπτωση AF/KLM, οι AF και AZ παραμένουν διακριτές και ανεξάρτητες οντότητες στην αγορά. Η συμμαχία δεν δημιουργεί μια νέα οντότητα είτε de jure είτε de facto, ούτε μεταβάλλει τη δομή των υπόψη επιχειρήσεων, ιδίως όσον αφορά τον έλεγχό τους. Επιπλέον, η συμμαχία δεν διαθέτει ανεξάρτητη πρόσβαση στην αγορά δεδομένου ότι όλες οι συναλλαγές της με πελάτες θα συνεχίσουν να διεξάγονται μέσω AF και AZ. Η συμμαχία προφανώς δεν αποτελεί συγκέντρωση αλλά συμφωνία συντονισμού ενεργειών εντός του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 81 της Συνθήκης[179]. Ωστόσο η συμμαχία προβλέπει τη δυνατότητα μιας μελλοντικής συγκέντρωσης μεταξύ των μερών. Προσδιορισμός της αγοράς και αξιολόγηση των δύο πράξεων Οι αξιολογήσεις επί της ουσίας των δύο υποθέσεων είναι παρόμοιες. Πρώτον, η Επιτροπή προσδιόρισε τις σχετικές αγορές με βάση την καθιερωμένη προσέγγιση περί τόπου καταγωγής/τόπου προορισμού που επιβεβαιώνεται και από τη νομολογία[180]. Μολονότι η απόφαση AF/KLM αναπτύσσει αρκετά τη σημασία του ανταγωνισμού σε επίπεδο δικτύου από άποψη ζήτησης, αμφότερες οι αποφάσεις καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι από την οπτική γωνία του πελάτη, κάθε ζεύγος τόπου καταγωγής/τόπου προορισμού (O&D) πρέπει να εκλαμβάνεται ως χωριστή αγορά δεδομένου ότι οι πελάτες ζητούν υπηρεσίες μεταφοράς μεταξύ δύο συγκεκριμένων σημείων. Δεύτερον, προκειμένου να αξιολογηθεί το ακριβές πεδίο αναφοράς ενός ζεύγους O&D, η Επιτροπή εξέτασε την δυνατότητα υποκατάστασης μεταξύ αεροδρομίων εντός μιας δεδομένης περιοχής αναφοράς. Από την άποψη αυτή, η Επιτροπή θεώρησε ότι τα δύο μεγάλα αεροδρόμια του Παρισιού, του Μιλάνου, της Ρώμης και της Νέας Υόρκης μπορούσαν να υποκαταστήσουν το ένα το άλλο. Τρίτον, όπως και σε προηγούμενες αποφάσεις για τον τομέα, η Επιτροπή διακρίνει μεταξύ πελατών που πιέζονται από τον χρόνο (time-sensitive customers) και πελατών που δεν πιέζονται από τον χρόνο (non-time-sensitive customers)[181]. Τέταρτον, σε αμφότερες τις υποθέσεις οι διαδρομές στις οποίες τα μέρη παρουσιάζουν αλληλοεπικαλύψεις ή στις οποίες ήταν δυνητικοί ανταγωνιστές λήφθηκαν ως σχετικές αγορές. Παρά τις ομοιότητες, ως αποτέλεσμα της διαφορετικής φύσης και εμβέλειας των δύο πράξεων, η έρευνα στην υπόθεση AF/KLM ήταν ενδελεχέστερη. Περιέλαβε αξιολόγηση διεθνών διαδρομών[182], καθώς και τον αντίκτυπο της συνεργασίας των AF και KLM με άλλους αερομεταφορείς. Σε μεγάλες διαδρομές, η Επιτροπή έκρινε ότι οι πτήσεις με ενδιάμεσες στάσεις ανταγωνίζονται τις απευθείας πτήσεις υπό ορισμένους όρους, π.χ. όταν ο χρόνος σύνδεσης δεν υπερβαίνει τα 150 λεπτά[183]. Η αξιολόγηση της υπόθεσης AF/KLM έλαβε επίσης υπόψη την παρουσία, σε καθεμία από τις σχετικές διαδρομές, συνεργατών των μερών της πράξης (π.χ. μέλη της συμμαχίας Skyteam της AF ή η NorthWest που αποτελεί τον αμερικανό σύμμαχο της KLM. Η ισχυρή οικονομική και εμπορική σχέση καθώς και η εκτενής συμμαχία μεταξύ AF και AZ οδήγησαν την Επιτροπή στο συμπέρασμα ότι μετά τη συγκέντρωση η AZ δεν θα έχει πλέον κίνητρο να ανταγωνισθεί την KLM στις διαδρομές Ιταλίας-Κάτω Χωρών και ως εκ τούτου οι εν λόγω διαδρομές λήφθηκαν υπόψη κατά την ανταγωνιστική αξιολόγηση της συγκέντρωσης. Τέλος, η απόφαση AF/KLM εξέτασε και άλλες συναφείς αγορές όπως οι εμπορευματικές μεταφορές και η συντήρηση. Η Επιτροπή διεπίστωσε προβλήματα ανταγωνισμού σε επτά διαδρομές στην υπόθεση AF/AZ και σε εννέα ενδοκοινοτικές και πέντε διηπειρωτικές διαδρομές στην υπόθεση AF/KLM. Πρόκειται για διαδρομές στις οποίες τα μέρη διαθέτουν μεγάλο συνδυασμένο μερίδιο αγοράς και όπου οι φραγμοί εισόδου είναι μεγάλοι, κυρίως εξαιτίας της συμφόρησης στα αεροδρόμια σε τουλάχιστον ένα από τα δύο σημεία του ζεύγους O&D. Ομοιότητες και διαφορές μεταξύ διορθωτικών μέτρων Τα προβλήματα ανταγωνισμού που προκύπτουν εξαιτίας συμμαχιών και συγκεντρώσεων στον τομέα των αερομεταφορών και, κατ’ επέκταση, τα διορθωτικά μέτρα που λαμβάνονται είναι παρόμοια. Εξ ορισμού, τα προβλήματα ανταγωνισμού στον τομέα αυτόν δεν απορρέουν κανονικά από περιορισμούς στην φυσική ικανότητα ώστε να απαιτείται η πώληση μιας συγκεκριμένης δραστηριότητας (π.χ. αεροσκάφη ή θυγατρικές) αλλά από φραγμούς εισόδου, στη συγκεκριμένη περίπτωση, χρόνων χρήσης αεροδρομίου[184]. Από την άποψη αυτή τα μέρη συμφώνησαν, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, να θέσουν στη διάθεση των ανταγωνιστών χρόνους χρήσης ούτως ώστε να έχουν τη δυνατότητα να πραγματοποιούν πτήσεις στις διαδρομές στις οποίες η Επιτροπή είχε διαπιστώσει την ύπαρξη προβλημάτων ανταγωνισμού. Τα εν λόγω διορθωτικά μέτρα συνοδεύονταν από άλλα μέτρα (πάγωμα συχνότητας και υποχρέωση σύναψης συμφωνιών για το πρόγραμμα τακτικών πελατών, την διασύνδεση αερογραμμών, υπηρεσίες συνδυασμένων μεταφορών κλπ). Ωστόσο, τα διορθωτικά μέτρα πρέπει, επίσης, να αντικατοπτρίζουν τις ιδιαιτερότητες που οφείλονται στα διαφορετική φύση μιας συμμαχίας και μιας συγκέντρωσης. Μια συμμαχία συνεργασίας δεν αντιπροσωπεύει μόνιμη αλλαγή της αγοράς, ενώ η απόφαση που εκδίδεται βάσει του άρθρου 81 παράγραφος 3 ισχύει, αρχικά, για μια εξαετία και επανεξετάζεται μετά την παρέλευση της περιόδου αυτής. Αντίθετα, μια συγκέντρωση (και η συνακόλουθη απόφαση) έχει μόνιμο αντίκτυπο στη διάρθρωση των επιχειρήσεων και της αγοράς. Για τον λόγο αυτόν η λήψη διαρθρωτικών διορθωτικών μέτρων είναι ιδιαίτερα σημαντική στις συγκεντρώσεις, εξαιτίας του ότι, χάρη στη φύση τους, μπορούν να εξασφαλίσουν ένα μόνιμο αποτέλεσμα.[185]. Υπό την έννοια αυτή, η απόφαση AF/KLM αποτελεί καινοτόμο στροφή προς μια μονιμότερη ή "διαρθρωτική" προσέγγιση στα παραδοσιακά διορθωτικά μέτρα που αφορούν χρόνους χρήσης. Πρώτον, η υποχρέωση παραίτησης από χρόνους χρήσης είναι αορίστου διαρκείας. Δεύτερον, οι χρόνοι χρήσης που ελευθερώνουν τα μέρη και δεν χρησιμοποιούνται πλέον από μια εισερχόμενη εταιρεία στο συγκεκριμένο ζεύγος πόλεων επιστρέφονται στο απόθεμα χρόνων χρήσης του αεροδρομίου στις περιπτώσεις που δεν υφίσταται πλέον υποχρέωση ελευθέρωσης χρόνων χρήσης. Τρίτον, για την διαδρομή Άμστερνταμ-Παρίσι επελέγη ειδική προσέγγιση διότι ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να εισέλθουν ανταγωνιστές σε αυτήν δεδομένου ότι συνδέει τα κομβικά κέντρα των AF και KLM. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις και εφόσον έχει κινηθεί στη γραμμή αυτή επί μια τριετία, τουλάχιστον, ένας νέος αερομεταφορέας στο εν λόγω ζεύγος πόλεων μπορεί να ζητήσει ιστορικά δικαιώματα για τους χρόνους χρήσης που προσφέρουν τα μέρη της συγκέντρωσης. Όσον αφορά τα διορθωτικά μέτρα για μεγάλες διαδρομές, που αφορούν ειδικά την υπόθεση AF/KLM , η παραδοχή της Επιτροπής ότι οι πτήσεις με ενδιάμεσες στάσεις μετεπιβίβασης συνιστούν ανταγωνιστικό περιορισμό σε σχέση με τις απευθείας πτήσεις, έπρεπε να επιβεβαιωθεί. Προς τούτο, οι εθνικές αρχές της Γαλλίας και των Κάτω Χωρών δήλωσαν ότι θα αποφύγουν να παρέμβουν στον καθορισμό τιμών για τις μη απευθείας πτήσεις σε έναν μεγάλο αριθμό διαδρομών (η λεγόμενη «έκτη ελευθερία») και ότι θα εξασφαλίσουν ότι τρίτοι αερομεταφορείς θα έχουν το δικαίωμα να πραγματοποιούν ενδιάμεσες στάσεις μετεπιβίβασης στο Άμστερνταμ ή στο Παρίσι προκειμένου να προσφέρουν προορισμούς εκτός ΕΕ (πέμπτη ελευθερία). Οι δηλώσεις αυτές αποτελούν μέρος της απόφασης AF/KLM. |

3. ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Kabel Deutschland/ish[186]

263. Στις 20 Απριλίου, η Επιτροπή έλαβε κοινοποίηση της προτεινόμενης εξαγοράς των γερμανικών επιχειρήσεων ish GmbH & Co KG και ish KS NRW GmbH & Co KG, (αμφότερες στο εξής θα αναφέρονται ως “ish”) από τη γερμανική Kabel Deutschland GmbH, (“KDG”).

264. Η KDG εκμεταλλεύεται το πρώην ευρυζωνικό καλωδιακό δίκτυο της Deutsche Telekom AG σε ολόκληρη τη Γερμανία εκτός των ομόσπονδων κρατών της Έσσης, Βάδης Βυρτεμβέργης και Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας. Στο τελευταίο από τα εν λόγω ομόσπονδα κράτη η ish αποτελεί τον φορέα εκμετάλλευσης του ευρυζωνικού καλωδιακού δικτύου. Αμφότερες οι επιχειρήσεις προσφέρουν στις περιοχές που καλύπτουν τα δίκτυά τους τη μετάδοση ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών καθώς και πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Εκτός από την εξαγορά της ish, η KDG προγραμμάτιζε να αγοράσει και τους δύο τελευταίους περιφερειακούς φορείς ευρυζωνικού δικτύου στη Γερμανία, ήτοι την iesy Hessen και την Kabel Baden-Württemberg. Αντίθετα προς τη συγκέντρωση KDG/ish οι δύο τελευταίες συγκεντρώσεις υπάγονταν στην αρμοδιότητα της εθνικής αρχής ανταγωνισμού, την Bundeskartelamt.

265. Στις 14 Μαΐου η εθνική αρχή υπέβαλε στην Επιτροπή αίτηση παραπομπής σύμφωνα με την οποία η συγκέντρωση θα οδηγούσε στην ενίσχυση δεσποζουσών θέσεων σε διάφορες γερμανικές αγορές. Στην αγορά τροφοδοσίας με ραδιοτηλεοπτικά σήματα, στην οποία οι σταθμοί ζητούν τη μετάδοση των σημάτων τους μέσω ευρυζωνικού καλωδίου, μια τέτοια ενίσχυση δεσπόζουσας θέσης θα μπορούσε, κατά την άποψη της εθνικής αρχής να προκύψει από την αύξηση της κάλυψης που θα ακολουθήσει τη συνένωση των δύο δικτύων. Επιπλέον, στην αγορά παροχής υπηρεσιών ψηφιακής συνδρομητικής τηλεόρασης, στην αγορά παράδοσης ραδιοτηλεοπτικών σημάτων από το περιφερειακό ευρυζωνικό καλώδιο στα ιδιόκτητα καλωδιακά συστήματα και στην αγορά παροχής σημάτων σε τελικούς καταναλωτές, ο ανταγωνισμός θα περιοριζόταν, κατά την άποψη της εθνικής αρχής ανταγωνισμού, αν η ish έπαυε να υπάρχει ως ανταγωνιστής της KDG η οποία ήδη θεωρείται ότι κατέχει δεσπόζουσα θέση σε ορισμένες περιφερειακές αγορές.

266. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι επληρούντο οι προϋποθέσεις παραπομπής στην Bundeskartelamt εξαιτίας της εθνικής διάστασης των αγορών που επηρεάζονται από την συγκέντρωση. Έκρινε δε, ότι η εθνική αρχή ανταγωνισμού είναι σε καλύτερη θέση να αναλύσει τις προκαταρκτικές επιφυλάξεις ως προς τον ανταγωνισμό δεδομένου ότι αυτό απαιτεί την εξέταση τοπικών αγορών και συγκεκριμένων εθνικών συνθηκών. Πέραν αυτού, και οι τρεις προτεινόμενες εξαγορές από μέρους της ΚDG – ήτοι της ish, της iesy Hessen και της Kabel Baden-Württemberg – γεννούν παρόμοια ερωτηματικά και, ως εκ τούτου, πρέπει να εξετασθούν υπό ενιαίο πρίσμα από την ίδια αρχή ανταγωνισμού. Ως εκ τούτου η Επιτροπή αποφάσισε στις 7 Ιουνίου να παραπέμψει την εν λόγω υπόθεση στην Bundeskartelamt.

Accor/Barriθre/Colony[187]

267. Στις 4 Ιουνίου η Επιτροπή αποφάσισε να παραπέμψει στις γαλλικές αρχές ανταγωνισμού ένα μέρος της προτεινόμενης κοινής επιχείρησης στον τομέα των καζίνο μεταξύ της Accor, του οικογενειακού ομίλου επιχειρήσεων Barrière-Desseigne και της Colony. Η μερική αυτή παραπομπή αφορούσε την αξιολόγηση του ανταγωνιστικού αντίκτυπου της συγκέντρωση στον τομέα διαχείρισης καζίνο σε δύο γαλλικές περιοχές, στην Κυανή ακτή και στην ακτή της περιοχής Βάσκων - Landes. Την ίδια ημέρα η Επιτροπή ενέκρινε τη συγκέντρωση όσον αφορά τις υπόλοιπες σχετικές αγορές προϊόντων και σχετικές γεωγραφικές αγορές.

268. Από την έρευνα της Επιτροπής προέκυψε ότι η αγορά εκμετάλλευσης καζίνο έχει τοπική γεωγραφική διάσταση και ότι μπορεί να προσδιορισθεί είτε βάσει μιας σχετικής γεωγραφικής εμπορικής περιοχής ακτίνας ίσης με μια ώρα οδήγησης ή με βάση τον τοπικό πληθυσμό. Με βάση τον ορισμό αυτόν, η πράξη θα προκαλούσε προβλήματα ανταγωνισμού στις δύο προαναφερόμενες περιοχές. Ως εκ τούτου η Επιτροπή έκρινε ότι οι γαλλικές αρχές ανταγωνισμού μπορούσαν να αξιολογήσουν καλύτερα τα αποτελέσματα της πράξης στις τοπικές αυτές αγορές και αποφάσισαν να παραπέμψουν την υπόθεση στη Γαλλία.

269. Οι υπόλοιπες πτυχές της συγκέντρωσης αφορούσαν την απόκτηση δύο αδειών εκμετάλλευσης καζίνο και τις ξενοδοχειακές αγορές και εγκρίθηκαν διότι η Επιτροπή έκρινε ότι η συγκέντρωση δεν προκαλούσε κινδύνους για τον ανταγωνισμό στις αγορές αυτές.

270. Στις 28 Ιουλίου οι γαλλικές αρχές ανταγωνισμού ενέκριναν τη συγκέντρωση υπό τον όρο να ληφθούν διορθωτικά μέτρα στις δύο αγορές τις οποίες αφορούσε η παραπομπή. Τα εν λόγω διορθωτικά μέτρα συνίστανται στην πώληση δύο καζίνο από τα μέρη, το ένα στην Κυανή ακτή και το άλλο στην ακτή της περιοχής Βάσκων – Landes.

4. Aποσυρθείσες κοινοποιήσεις

INA/AIG/SNFA[188]

271. Στις 22 Σεπτεμβρίου, η γερμανική επιχείρηση παραγωγής ένσφαιρων τριβέων INA Holding Schaeffler KG (“INA”) και ο αμερικανικός ασφαλιστικός όμιλος AIG κοινοποίησαν στην Επιτροπή την από κοινού απόκτηση της γαλλικής SNFA που παράγει ένσφαιρους τριβείς ακριβείας. Οι INA και SNFA ειδικεύονται στην παραγωγή αντιτριβικών εδράνων ακριβείας. Η AIG αποτελεί διεθνή ασφαλιστικό όμιλο που δεν αναπτύσσει καμμία δραστηριότητα στον τομέα των εδράνων/ένσφαιρων τριβέων. Τα έδρανα ακριβείας χρησιμοποιούνται κυρίως σε εφαρμογές που απαιτούν πολύ μεγάλο βαθμό ακριβείας, ιδίως στον κλάδο των εργαλειομηχανών και στον αεροδιαστημικό τομέα.

272. Στις 23 Οκτωβρίου 2003, η Επιτροπή κίνησε έρευνα σε βάθος σχετικά με την προτεινόμενη πράξη εξαιτίας επιφυλάξεων ότι η εξάλειψη του ανταγωνισμού μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου μεγαλύτερου προμηθευτή εδράνων ακριβείας για εργαλειομηχανές στην δυτική Ευρώπη θα δημιουργούσε δεσπόζουσα θέση για την ΙΝΑ. Η προκαταρκτική θέση της Επιτροπής βάσει της έρευνας αγοράς ήταν ότι η συγκέντρωση θα μείωνε σε σημαντικό βαθμό τον ανταγωνισμό στην αγορά ένσφαιρων τριβέων εγκάρσιας επαφής για εργαλειομηχανές στη Δυτική Ευρώπη, καθώς θα συνένωνε τις δύο μεγαλύτερες και ισχυρότερες από άποψη ποιότητας, αξιοπιστίας, καινοτομίας και φάσματος προϊόντων επιχειρήσεις του τομέα. Κανένας από τους υπόλοιπους ανταγωνιστές, δηλαδή η σουηδική SKF ή η ιαπωνική NSK, ή άλλες μικρότερες επιχειρήσεις δεν θα ήταν σε θέση να ασκήσουν επαρκείς και αποτελεσματικές ανταγωνιστικές πιέσεις στην ΙΝΑ. Η Επιτροπή διεπίστωσε επίσης ότι οι πελάτες δεν επρόκειτο να ασκήσουν αποτελεσματικές πιέσεις στην τιμολογιακή πολιτική της ΙΝΑ δεδομένου ότι οι περισσότεροι κατασκευαστές εργαλειομηχανών και στροφέων είναι μικρές επιχειρήσεις με περιορισμένη διαπραγματευτική δύναμη.

273. Ενόψει των σοβαρών αυτών προβλημάτων η Επιτροπή αποφάσισε να στείλει δήλωση αιτιάσεων στις INA και AIG. στις 19 Δεκεμβρίου 2003. Δεν εκδόθηκε, ωστόσο, τελική απόφαση δεδομένου ότι τα μέρη παραιτήθηκαν από τη συγκέντρωση τον Ιανουάριο του 2004.

RWA/AMI[189]

274. Στις 11 Οκτωβρίου οι αυστριακές επιχειρήσεις RWA Raiffeisen-Ware Austria AG ("RWA") και AMI Agro Linz Melamine International GmbH ("AMI") παραιτήθηκαν από την προγραμματιζόμενη σύσταση της κοινής επιχείρησης Inter-Fert Düngemittel GmbH ("Inter-Fert") και απέσυραν την αντίστοιχη κοινοποίηση προς την Επιτροπή. Η σύσταση της κοινής επιχείρησης θα συνένωνε την μεγαλύτερη αυστριακή εταιρεία παραγωγής λιπασμάτων ΑΜΙ με την σημαντικότερη αγροτική οργάνωση χονδρικών πωλήσεων στην Αυστρία, την RWA.

275. Με απόφαση της 29ης Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή κίνησε τη δεύτερη φάση της διαδικασίας, καθώς κατά την προκαταρκτική εξέταση της συγκέντρωσης διαπιστώθηκε ότι η προτεινόμενη συγκέντρωση θα ενίσχυε την δεσπόζουσα θέση της RWA στη χονδρική αγορά λιπασμάτων της Αυστρίας. Στη γειτονική Βαυαρία, η Επιτροπή διεπίστωσε επίσης προβλήματα ανταγωνισμού στο εμπόριο λιπασμάτων.

276. Σύμφωνα με το προκαταρκτικό συμπέρασμα της Επιτροπής, η RWA διέθετε μερίδια αγοράς της τάξεως του 55% έως 65% είτε για ορισμένα είδη λιπασμάτων μεμονωμένα είτε για όλα τα λιπάσματα από κοινού και ότι η συγκέντρωση θα απομάκρυνε από τη αγορά την ΑΜΙ ως σημαντικό ανταγωνιστή στην αυστριακή χονδρική αγορά λιπασμάτων. Επιπλέον, η δεσπόζουσα θέση της RWA θα ενισχυόταν μετά τη συγχώνευση με την ΑΜΙ χάρη στην απορρέουσα κάθετη ολοκλήρωση. Υπήρχε κίνδυνος η συγκέντρωση να οδηγήσει σε αποκλεισμό της αγοράς. Επίσης θα μπορούσε να ενισχύσει τη δεσπόζουσα θέση της BayWa, μιας από τις μητρικές επιχειρήσεις της RWA στην βαυαρική λιανική αγορά λιπασμάτων στην οποία κατέχει μερίδιο 70% με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό των ανταγωνιστών της. Αυτό θα οδηγούσε σε ενίσχυση της δεσπόζουσας θέσης της BayWa στην βαυαρική λιανική αγορά λιπασμάτων και θα δημιουργούσε ένα σημαντικό εμπόδιο για τον ανταγωνισμό σε ένα σημαντικό τμήμα της κοινής αγοράς.

277. Προκειμένου να αρθούν τα προβλήματα ανταγωνισμού στην Αυστρία και τη Βαυαρία, τα μέρη προσφέρθηκαν να αναλάβουν δεσμεύσεις οι οποίες, όμως, δεν κρίθηκαν επαρκείς για την άρση των επιφυλάξεων σχετικά με τις εν λόγω αγορές. Αυτό επιβεβαιώθηκε από την εξέταση των δεσμεύσεων των μερών με βάση τα δεδομένα της αγοράς. Όταν τα μέρη πληροφορήθηκαν την κίνηση από την Επιτροπή της δεύτερης φάσης της διαδικασίας έρευνας, απέσυραν την κοινοποίησή τους.

Γ—Επιλεγμενεσ δικαστικέσ υποθεσεισ

Πορτογαλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής (CIMPOR)

278. Στις 22 Ιουνίου, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εξέδωσε απόφαση[190] υπέρ της Επιτροπής σε μια υπόθεση που σχετιζόταν με την απόφαση της Επιτροπής της 22ας Νοεμβρίου 2000 που εκδόθηκε βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 3 του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων[191] στο πλαίσιο της εξέτασης μιας κοινοποιηθείσας συγκέντρωσης στην υπόθεση Secil/Holderbank/Cimpor [192]. Με την απόφαση του άρθρου 21 παράγραφος 3, η Επιτροπή ζήτησε από την πορτογαλική κυβέρνηση να λάβει τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να συμμορφωθεί με την κοινοτική νομοθεσία και να αποσύρει δύο αποφάσεις ( despachos της 5ης Ιουλίου 2000 και της 11ης Αυγούστου 2000), με τις οποίες η κυβέρνηση της χώρας είχε αντιταχθεί, βασιζόμενη στην εθνική νομοθεσία περί ιδιωτικοποιήσεων, στην προτεινόμενη συγκέντρωση η οποία είχε κοινοποιηθεί στην Επιτροπή και είχε κοινοτική διάσταση.

279. Τόσο στην απόφαση όσο και κατά την υπεράσπιση της ίδιας απόφασης ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η Επιτροπή είχε προβάλει το επιχείρημα ότι το άρθρο 21 βασίζεται στην ισορροπία μεταξύ, αφενός, της υποχρέωσης του κράτους μέλους να κοινοποιήσει στην Επιτροπή εκ των προτέρων «άλλα δημόσια συμφέροντα» και να αποφύγει να λάβει μέτρα προστασίας των εν λόγω συμφερόντων, και, αφετέρου, την υποχρέωση της Επιτροπής να αξιολογεί και να αποφασίζει αν τα εν λόγω συμφέροντα είναι συμβιβάσιμα με τις γενικές αρχές και άλλες διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας εντός προθεσμίας ενός μηνός. Η Επιτροπή έκρινε ότι το άρθρο 21 παράγραφος 3 δεν θα παρήγαγε κανένα αποτέλεσμα εάν, ελλείψει κοινοποίησης, η Επιτροπή δεν είχε το δικαίωμα να αξιολογήσει αν ένα μέτρο που έχει λάβει ένα κράτος μέλος δικαιολογείται από ένα από τα συμφέροντα που θεωρούνται ρητά ως νόμιμα βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 3. Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν εύκολα να αποφύγουν τον έλεγχο της Επιτροπής με το να μην κοινοποιούν τέτοιου είδους μέτρα.

280. Ως εκ τούτου η Επιτροπή θεώρησε ότι το άρθρο 21 πρέπει να ερμηνευθεί ως εξής: ανεξάρτητα από το εάν ένα μέτρο κοινοποιείται, η Επιτροπή δικαιούται να λάβει απόφαση με την οποία αξιολογεί αν το μέτρο που δεν πληροί ένα από τα τρία κριτήρια του άρθρου 21 πρέπει να θεωρηθεί συμβιβάσιμο με τη Συνθήκη.

281. Η Επιτροπή ανέφερε ότι τα επιχειρήματα στα οποία βασίζονται οι δύο αποφάσεις της πορτογαλικής κυβέρνησης κατά της συγκέντρωσης συνοψίζονται στο κείμενο της δεύτερης απόφασης σύμφωνα με την οποία είναι αναγκαίο "να προστατευθεί η ανάπτυξη των μετοχικών διαρθρώσεων εταιρειών που τελούν υπό ιδιωτικοποίηση με στόχο την ενίσχυση του εταιρικού δυναμικού και της αποτελεσματικότητας του εθνικού παραγωγικού μηχανισμού κατά τρόπο συμβιβάσιμο με τις κατευθυντήριες γραμμές της οικονομικής πολιτικής της Πορτογαλίας"[193].

282. Η Επιτροπή έκρινε ότι ο στόχος αυτός δεν αποτελεί συμφέρον (δημόσια ασφάλεια, πολυφωνία στα μέσα ενημέρωσης και κανόνες χρηστής διαχείρισης) που θεωρούμενο εκ φύσεως έννομο συμφέρον για τους σκοπούς του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 21 παράγραφος 3 του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων. Με την έκδοση των εν λόγω αποφάσεων με τις οποίες αρνείται να εγκρίνει την απόκτηση άνω του 10% των μετοχών της Cimpor, η πορτογαλική κυβέρνηση, κατά την άποψη της Επιτροπής, στην ουσία απαγόρευσε την εξαγορά και έθεσε φραγμούς στην ελευθερία εγκατάστασης και στην ελευθερία κυκλοφορίας των κεφαλαίων που κατοχυρώνονται με τη Συνθήκη. Οι εν λόγω φραγμοί δεν θα αναγνωρίζονταν ως δικαιολογημένοι για λόγους σοβαρών δημοσίων συμφερόντων αναγνωρισμένων στη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Σε κάθε περίπτωση, η πορτογαλική κυβέρνηση δεν είχε προβάλει τέτοιους λόγους. Το συμφέρον στο οποίο βασίζονται οι δύο αποφάσεις του υπουργού οικονομικών της Πορτογαλίας, οι οποίες δεν κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή κατά παράβαση του άρθρου 21 παράγραφος 3 του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων, θεωρήθηκε, ως εκ τούτου, ασυμβίβαστο με την κοινοτική νομοθεσία[194].

283. Συνεπώς, ένα από τα βασικά ζητήματα στην εν λόγω διαδικασία ήταν αν η Επιτροπή ήταν αρμόδια να λάβει απόφαση βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 3 υπό τις συνθήκες αυτές ή αν θα έπρεπε να είχε κινήσει διαδικασία παράβασης βάσει του άρθρου 226 της Συνθήκης. Η Επιτροπή υποστήριξε ότι το άρθρο 21 παράγραφος 3 πρέπει να ερμηνευθεί ότι καλύπτει την περίπτωση κατά την οποία το κράτος μέλος δεν έχει κοινοποιήσει, προτού λάβει τα σχετικά μέτρα, στην Επιτροπή το δημόσιο συμφέρον, πλην της δημόσιας ασφάλειας, της πολυφωνίας στα μέσα ενημέρωσης και των κανόνων χρηστής διαχείρισης, το οποίο προτίθεται να προστατεύσει με αυτά.

284. Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων συμφώνησε ότι η Επιτροπή είναι αρμόδια να κρίνει με την έκδοση απόφασης το συμβιβάσιμο των εν λόγω συμφερόντων με τις γενικές αρχές και άλλες διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας, ανεξάρτητα από το εάν αυτά της κοινοποιήθηκαν ή όχι. Εάν, ελλείψει άλλης κοινοποίησης από το υπόψη κράτος μέλος, η μόνη δυνατότητα την οποία έχει η Επιτροπή είναι να υποβάλει προσφυγή για παράλειψη εκπλήρωσης υποχρεώσεων βάσει του άρθρου 226 της Συνθήκης, θα ήταν αδύνατο να εκδοθεί κοινοτική απόφαση εντός των σύντομων προθεσμιών που θεσπίζει ο κανονισμός για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων. Αυτό θα αύξανε τον κίνδυνο, ήδη ληφθέντα εθνικά μέτρα να βλάψουν ανεπανόρθωτα μια συγκέντρωση με κοινοτική διάσταση και να καταστήσουν αναποτελεσματική μια εξέταση από μέρους της Επιτροπής βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 3, παρέχοντας στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να παρακάμψουν τους ελέγχους που θεσπίζονται με την εν λόγω διάταξη.

285. Η προσπάθεια της Επιτροπής να εντοπίσει τα συμφέροντα που προστατεύονται με τη λήψη εθνικών μέτρων ενδέχεται μεν να καταστεί αβεβαιότερη και πολυπλοκότερη εάν τα εν λόγω συμφέροντα δεν της κοινοποιούνται, αλλά η Επιτροπή έχει πάντοτε τη δυνατότητα να ζητήσει πληροφορίες από τα υπόψη κράτη μέλη. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η Επιτροπή οφείλει, οπωσδήποτε, πρώτα να εξετάσει αν τα εν λόγω μέτρα δικαιολογούνται από ένα από τα συμφέροντα που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 21 παράγραφος 3 του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων (δημόσια ασφάλεια, πολυφωνία μέσων ενημέρωσης, κανόνες χρηστής διαχείρισης). Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο συνήγαγε το συμπέρασμα ότι εκδίδοντας την επίμαχη απόφαση, η Επιτροπή δεν παρεισέφρησε στο πεδίο αρμοδιοτήτων του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των εθνικών δικαστηρίων και δεν παρέβη το άρθρο 21 παράγραφος 1 του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων, το άρθρο 220 και το άρθρο 226 της Συνθήκης, καθώς και ότι δεν κίνησε καταχρηστικά μια διαδικασία.

286. Στην απόφασή του το Δικαστήριο τονίζει με σαφήνεια την ακριβή κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των εθνικών και των κοινοτικών αρχών και τις παρεμβάσεις που επιτρέπονται από μέρους των εθνικών ή των κοινοτικών αρχών με σκοπό τον αποτελεσματικό έλεγχο των συγκεντρώσεων μέσα σε ένα πλαίσιο σεβασμού της χρηστής διοίκησης, της νομικής ασφάλειας και των έννομων συμφερόντων των ενεχόμενων επιχειρήσεων. Το σημαντικότερο είναι ότι το Δικαστήριο αναγνωρίζει το άρθρο 21 παράγραφος 3 ως lex specialis που αποκτά προτεραιότητα έναντι μιας διαδικασίας για παράλειψη εκπλήρωσης υποχρεώσεων βάσει του άρθρου 226 της Συνθήκης.

MCI κατά Επιτροπής

287. Στις 28 Σεπτεμβρίου, το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εξέδωσε απόφαση[195] με την οποία ακυρώνεται για διαδικαστικούς λόγους η απόφαση της Επιτροπής της 28ης Ιουνίου 2000 στην υπόθεση MCI/Sprint [196], κατόπιν προσφυγής της MCI. Στην εν λόγω απόφαση, η Επιτροπή είχε απαγορεύσει την συγχώνευση μεταξύ της MCI, πρώην MCI WorldCom, και της Sprint – αμφότερες αμερικανικές εταιρείες με παγκόσμιες επικοινωνιακές δραστηριότητες – με το επιχείρημα ότι αυτό θα οδηγούσε στη δημιουργία ή την ενίσχυση δεσπόζουσας θέσης στην παγκόσμια αγορά παροχής συνδεσιμότητας διαδικτύου υψηλού επιπέδου ή καθολικής.

288. Η απόφαση δεν άπτεται θεμάτων ανταγωνιστικής αξιολόγησης αλλά περιορίζεται σε θέματα όπως το παραδεκτό, το συμφέρον να κινούνται διαδικασίες και η εξουσία της Επιτροπής να εκδίδει απόφαση.

289. Όσον αφορά το παραδεκτό η απόφαση εισάγει έναν νεωτερισμό όσον αφορά το ότι ο αιτών πρέπει να αποδεικνύει το συμφέρον που απορρέει από τη ακύρωση του επίμαχου μέτρου. Το συμφέρον της MCI μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση κυρίως λόγω του ότι υπεστήριζε ότι είχε εγκαταλείψει τη συγκέντρωση προτού ακόμη εκδοθεί η απόφαση. Ενώ σε προηγούμενες υποθέσεις το Πρωτοδικείο είχε απαιτήσει να καταλογισθεί η εγκατάλειψη της συναλλαγής στην επίμαχη απόφαση, στην προκειμένη περίπτωση θεωρεί ότι αρκεί το γεγονός ότι η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση απευθυνόμενη στην MCI η οποία αποτελεί το μόνο νομικό εμπόδιο για την εκτέλεση της συναλλαγής εφόσον τα μέρη θελήσουν να προβούν στη συγκέντρωση υπό τους ίδιους όρους.

290. Κατ’ ουσίαν, η MCI ισχυρίσθηκε ότι η Επιτροπή δεν ήταν αρμόδια να εκδώσει την απόφαση της 28ης Ιουνίου 2000, όταν τα κοινοποιούντα μέρη είχαν επίσημα αποσύρει την κοινοποίησή τους στις 27 Ιουνίου με επιστολή η οποία ανέφερε ότι «τα μέρη δεν προτίθενται πλέον να προβούν στην προτεινόμενη συγκέντρωση υπό την μορφή υπό την οποία περιγράφεται στην υποβληθείσα κοινοποίηση. Εάν τα μέρη αποφασίσουν να προβούν σε συγκέντρωση των δραστηριοτήτων τους υπό άλλη μορφή στο μέλλον, θα προβούν στις κατάλληλες τροποποιήσεις βάσει των ισχυόντων κανονισμών περί ελέγχου των συγκεντρώσεων. Η Επιτροπή τεκμηρίωσε την αρμοδιότητά της εν προκειμένω, εξηγώντας στην απόφαση ότι η επιστολή της 27ης Ιουνίου 2000 δεν ισοδυναμούσε με επίσημη παραίτηση από την συμφωνία συγκέντρωσης της 4ης Οκτωβρίου 1999 η οποία αποτελούσε το αντικείμενο της κοινοποίησης και παραπέμποντας στα ανακοινωθέντα Τύπου των μερών της 27ης Ιουνίου 2000, στα οποία αναφέρεται ότι τα μέρη εξακολουθούσαν να ελπίζουν ότι θα μπορούσε να βρεθεί ικανοποιητική λύση σε σχέση με τη συγκέντρωση.

291. Το Πρωτοδικείο αναγνωρίζει ότι η επιστολή των μερών δεν αφορούσε την παραίτηση, επί της αρχής, από κάθε ιδέα συγκέντρωσης μεταξύ της Worldcom και της Sprint, αλλά μόνον την εγκατάλειψη της προτεινόμενης συγκέντρωσης όπως είχε συμφωνηθεί από τα μέρη στη συμφωνία της 4ης Οκτωβρίου 1999 η οποία είχε κοινοποιηθεί στην Επιτροπή. Το Πρωτοδικείο θεωρεί ότι η δήλωση των μερών της 27ης Ιουνίου 2000 μπορεί να ερμηνευθεί μόνον ως συνεπαγόμενη την λύση της συμφωνίας συγκέντρωσης που είχε κοινοποιηθεί βάσει του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων. Η εγκατάλειψη της προτεινόμενης πράξης "υπό τη μορφή υπό την οποία περιγράφεται στην κοινοποίηση» θα επηρέαζε αναγκαστικά την αποτελεσματικότητα αν όχι και την ισχύ της συμφωνίας συγκέντρωσης καθεαυτής.

292. Το Πρωτοδικείο συμπεραίνει ότι η Επιτροπή δεν είχε την εξουσία να εκδώσει την επίμαχη απόφαση δεδομένου ότι τα μέρη, με την επιστολή της 27ης Ιουνίου, είχαν παραιτηθεί από τη συμφωνία και δεν είχαν απλώς αποσύρει την κοινοποίηση. Συμπληρώνει, επίσης, ότι η Επιτροπή δεν πρέπει να βασίζει την αρμοδιότητά της στην υποκειμενική της αντίληψη ως προς τις προθέσεις των μερών να επιδιώξουν μια συγκέντρωση και επισημαίνει ότι, εάν η Επιτροπή έτρεφε αμφιβολίες ως προς το νόημα της επιστολής, μπορούσε να είχε ζητήσει επίσημη απόδειξη ότι τα μέρη είχαν πραγματικά παραιτηθεί από την συμφωνία συγκέντρωσης με σχετικό αίτημα, δυνάμει του άρθρου 11 του κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων.

Δ - Στατιστικέσ

[pic]

[pic]

III – Ε ξελίξεις ανά τομέα

A – Απελευθερωμένοι τομείς

1. Ενέργεια

293. Σε ό,τι αφορά τον τομέα της ενέργειας, η δημιουργία πραγματικά ανταγωνιστικών αγορών ενέργειας θα ωφελήσει τόσο τους καταναλωτές ενέργειας όσο και την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Το 2004, η Επιτροπή συνέχισε το έργο της σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού και τις ρυθμιστικές αρχές ενέργειας με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών που ισχύουν για τον ανταγωνισμό και για την είσοδο νέων παικτών στην αγορά. Ειδικότερα, η Επιτροπή προέβη στη σύσταση υποομάδας για την ενέργεια στο πλαίσιο του ΕΔΑ και πραγματοποίησε τακτικές συνεννοήσεις με τις ρυθμιστικές αρχές ενέργειας [197].

294. Προκειμένου για το νομοθετικό έργο, το 2004 ήταν το έτος κατά το οποίο τα κράτη μέλη όφειλαν να μεταφέρουν στην εγχώρια νομοθεσία τους τις οδηγίες οι οποίες εκδόθηκαν από την Επιτροπή το 2003 με στόχο την επίσπευση της ολοκλήρωσης των εσωτερικών αγορών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Δυστυχώς, τα περισσότερα κράτη μέλη δεν τήρησαν τη συγκεκριμένη προθεσμία. Το νομοθετικό έργο προχώρησε επίσης σε κοινοτικό επίπεδο και πραγματοποιήθηκε σημαντική πρόοδος με τη θέσπιση της κοινής θέσης του Συμβουλίου για την έκδοση κανονισμού σχετικά με τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου. Με τον υπόψη κανονισμό πρόκειται να αντιμετωπισθούν μερικοί από τους εναπομένοντες φραγμούς οι οποίοι εμποδίζουν την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, ιδίως όσον αφορά την εμπορία φυσικού αερίου.

295. Η διαδικασία απελευθέρωσης υποστηρίχτηκε, όπως και κατά τα προηγούμενα έτη, από την εφαρμογή της νομοθεσίας ανταγωνισμού σε μια σειρά σημαντικών υποθέσεων. Στην υπόθεση Gaz de France [198] η Επιτροπή επιβεβαίωσε με επίσημη απόφαση ότι οι ρήτρες με τις οποίες επιβάλλονται εδαφικοί περιορισμοί αντιβαίνουν στο άρθρο 81 ΕΚ. Οι ρήτρες αυτού του είδους συνήθως περιλαμβάνονται σε συμβάσεις προμήθειας και μεταφοράς/εξυπηρέτησης με αντικείμενο το φυσικό αέριο και απαγορεύουν στους πελάτες να προμηθεύονται ποσότητες φυσικού αερίου από επιχειρήσεις οι οποίες εδρεύουν σε άλλα κράτη μέλη. Υπό την έννοια αυτή, συνιστούν σοβαρό εμπόδιο για τη δημιουργία μιας ουσιαστικά ανταγωνιστικής και ενοποιημένης αγοράς φυσικού αερίου σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

296. Στις 30 Απριλίου, η Επιτροπή αποφάσισε να περατώσει την έρευνά της για την υπόθεση Marathon [199] αναφορικά με τους εναπομένοντες δύο προμηθευτές, δηλαδή τη γαλλική επιχείρηση Gaz de France και τη γερμανική Ruhrgas[200], έπειτα από τη διευθέτηση της υπόθεσης, τα έτη 2001 και 2003, με τις γερμανικές εταιρείες BEB[201] και Thyssengas[202] και με την ολλανδική εταιρεία Gasunie[203]. Η υπόθεση Marathon αφορούσε την εικαζόμενη άρνηση πέντε επιχειρήσεων φυσικού αερίου να παραχωρήσουν στη νορβηγική θυγατρική της αμερικανικής εταιρείας ενέργειας Marathon πρόσβαση στα αντίστοιχα δίκτυα φυσικού αερίου τους. Οι υποχρεώσεις που προσφέρθηκαν να αναλάβουν οι εταιρείες Gaz de France και Ruhrgas βελτίωσαν την πρόσβαση τρίτων στα δίκτυά τους και επέτρεψαν στους πελάτες να επωφεληθούν πλήρως του ανοίγματος των αγορών φυσικού αερίου στη Γαλλία και τη Γερμανία.

297. Ειδικότερα, η Ruhrgas ανέλαβε την υποχρέωση να θέσει σε ισχύ ένα νέο καθεστώς εισόδου/εξόδου, το οποίο καθιστά δυνατή την κράτηση δυναμικού μεταφοράς φυσικού αερίου αυτοτελώς στα σημεία εισόδου και εξόδου (αντί της υποχρεωτικής κράτησης δυναμικού για ένα ιδεατό συμβατικό δρομολόγιο μεταξύ του σημείου στο οποίο το φυσικό αέριο διοχετεύεται στο σύστημα μεταφοράς και του σημείου απόληψής του). Η Gaz de France, η οποία είχε ήδη θέσει σε εφαρμογή σύστημα εισόδου/εξόδου, και η Ruhrgas ανέλαβαν ακόμη την υποχρέωση να μειώσουν σταδιακά, η καθεμιά στο δίκτυό της, τον αριθμό των ζωνών εξισορρόπησης και των τιμολογιακών ζωνών, πράγμα που συνεπάγεται μείωση του κόστους μεταφοράς κατά τη διέλευση από περισσότερες ζώνες. Η Gaz de France ανέλαβε επίσης την υποχρέωση να θέσει σε εφαρμογή πρόγραμμα αποδέσμευσης φυσικού αερίου με χρονικό ορίζοντα τριετίας στη νότια Γαλλία, ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η ανάπτυξη ανταγωνισμού πριν κιόλας από την ολοκλήρωση, περί τα μέσα του 2007, των σχεδιαζόμενων νέων υποδομών που θα διευκολύνουν την πρόσβαση ανταγωνιστικού φυσικού αερίου στη συγκεκριμένη περιοχή. Επιπλέον των ανωτέρω αναλήψεων υποχρεώσεων, οι Gaz de France και Ruhrgas δεσμεύτηκαν να λάβουν μια σειρά πρόσθετων μέτρων με σκοπό τη βελτίωση της διαφάνειας, της διεκπεραίωσης των αιτήσεων πρόσβασης και της διαχείρισης της συμφόρησης.

298. Στο πεδίο των συγκεντρώσεων, η Επιτροπή αποφάσισε να απαγορεύσει τη σχεδιαζόμενη απόκτηση κοινού ελέγχου επί της εταιρείας Gás de Portugal (GDP), που είναι η κατεστημένη επιχείρηση φυσικού αερίου της Πορτογαλίας, από μέρους της Energias de Portugal (EDP), η οποία είναι η κατεστημένη επιχείρηση ηλεκτρικής ενέργειας της Πορτογαλίας, και της ENI, μιας ιταλικής επιχείρησης ενέργειας. Η συγκεκριμένη πράξη θα είχε ενισχύσει τη δεσπόζουσα θέση της EDP στις αγορές στις οποίες δραστηριοποιείται (αγορές χονδρικής και λιανικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας και αγορές φυσικού αερίου στην Πορτογαλία) συνεπεία τόσο των οριζόντιων όσο και των κάθετων αποτελεσμάτων της πράξης. Ειδικότερα, θα είχε ως αποτέλεσμα την εξάλειψη, αφενός, του δυνητικού ανταγωνισμού από μέρους της GDP στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και, αφετέρου, της αυξημένης πιθανότητας να εισέλθει η EDP στις αγορές φυσικού αερίου. Εξάλλου, η συγκέντρωση θα είχε ως συνέπεια να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιούν το φυσικό αέριο ως καύσιμο από τον κύριο ανταγωνιστή τους, δηλαδή την EDP, για τον εφοδιασμό τους σε φυσικό αέριο. Τέλος, η πράξη θα είχε ως αποτέλεσμα τη στεγανοποίηση σημαντικού μέρους της ζήτησης φυσικού αερίου, η οποία σήμερα ελέγχεται από την EDP. Συνεπώς, η συγκέντρωση θα είχε ως συνέπεια την αποθάρρυνση του διασυνοριακού ανταγωνισμού και την αποφυγή των συνεπειών που θα είχε για τις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις η απελευθέρωση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου στην Πορτογαλία. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, τόσο για τους οικιακούς πελάτες όσο και για τη βιομηχανία. Επειδή τα μέτρα αποκατάστασης που πρότειναν οι EDP και ENI ήταν ανεπαρκή για τη διευθέτηση των ζητημάτων ανταγωνισμού που ανέκυπταν εν προκειμένω, η Επιτροπή δεν είχε άλλη επιλογή από το να απαγορεύσει την προταθείσα συγκέντρωση.

299. Τέλος, μεγάλης σημασίας εξέλιξη αποτελεί η έκδοση από την Επιτροπή επίσημης προειδοποιητικής επιστολής με αποδέκτη την Ελλάδα σχετικά με υπόθεση που αφορούσε τις ελληνικές αγορές εξόρυξης λιγνίτη και παραγωγής και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας. Η Ελλάδα έχει παραχωρήσει στον κατεστημένο παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας αποκλειστικά δικαιώματα εξόρυξης λιγνίτη χωρίς την παροχή οικονομικού ανταλλάγματος. Η προνομιακή αυτή πρόσβαση σε λιγνίτη, που αποτελεί τη φθηνότερη πηγή ενέργειας για ηλεκτροπαραγωγή στην Ελλάδα, επιτρέπει στην κατεστημένη επιχείρηση ηλεκτρισμού να διατηρεί τη δεσπόζουσα θέση της στις αγορές παραγωγής και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, εμποδίζοντας τους δυνητικούς ανταγωνιστές να εισέλθουν στις εν λόγω αγορές. Κατά την άποψη της Επιτροπής, η διατήρηση των επίμαχων δικαιωμάτων από την Ελλάδα συνιστά παραβίαση του άρθρου 86 παράγραφος 1 και του άρθρου 82 ΕΚ.

2. Ηλεκτρονικές επικοινωνίες

300. Μία από τις θεμελιώδεις αλλαγές που επήλθαν με το νέο κανονιστικό πλαίσιο για τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών έγκειται στο ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές (στο εξής: «ΕΡΑ») υποχρεούνται να καθορίσουν τις συναφείς αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών με βάση τις αρχές της νομοθεσίας ανταγωνισμού. Επίσης, οφείλουν να προβούν σε ανάλυση των συναφών αγορών και να διερευνήσουν κατά πόσον οι αγορές αυτές είναι πράγματι ανταγωνιστικές, δηλαδή να βεβαιωθούν ότι στην εκάστοτε αγορά δεν υπάρχει κάποια επιχείρηση με «σημαντική αγοραία ισχύ» («ΣΑΙ» - πρόκειται για έννοια ισοδύναμη με την έννοια της δεσπόζουσας θέσης στο πλαίσιο του ανταγωνισμού). Εάν μία αγορά δεν είναι πραγματικά ανταγωνιστική, οι ΕΡΑ οφείλουν να επιβάλουν τουλάχιστον μία από τις ειδικές κανονιστικές υποχρεώσεις που καθορίζονται στις οδηγίες περί πρόσβασης και περί καθολικής υπηρεσίας. Αντιστρόφως, αν μία αγορά είναι πραγματικά ανταγωνιστική, οι ΕΡΑ δεν έχουν την ευχέρεια να διατηρούν σε ισχύ ή να επιβάλλουν καμία ειδική κανονιστική υποχρέωση.

301. Μετά τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάλυσης των αγορών, οι ΕΡΑ καλούνται να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή τα σχεδιαζόμενα κανονιστικά μέτρα σχετικά με τον ορισμό των οικείων αγορών, τη διαπίστωση της ύπαρξης ή μη ύπαρξης ΣΑΙ , καθώς και τα τυχόν κανονιστικά μέτρα αποκατάστασης τα οποία προτείνουν. Η Επιτροπή μπορεί είτε να διατυπώσει παρατηρήσεις, τις οποίες οι ΕΡΑ οφείλουν να λάβουν υπόψη στον μέγιστο δυνατό βαθμό, είτε να ζητήσει από την εκάστοτε ΕΡΑ να ανακαλέσει το σχεδιαζόμενο μέτρο σε περίπτωση που ο ορισμός της αγοράς ή/και το συμπέρασμα περί ΣΑΙ αντιβαίνουν στην κοινοτική νομοθεσία. Το 2004, οι υπηρεσίες της Επιτροπής έλαβαν 89 τέτοιες κοινοποιήσεις και περάτωσαν 90 υποθέσεις. Σε τρεις περιπτώσεις η Επιτροπή ζήτησε από την οικεία ΕΡΑ να ανακαλέσει το σχετικό σχεδιαζόμενο μέτρο.

302. Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις FI/2003/0024 και FI/2003/0027[204], σχετικά με τις δημοσίως διαθέσιμες διεθνείς τηλεφωνικές υπηρεσίες που παρέχονται σε σταθερή θέση για οικιακούς και μη οικιακούς πελάτες στη Φινλανδία, η Επιτροπή απεφάνθη ότι η φινλανδική εθνική ρυθμιστική αρχή, που ονομάζεται Ficora, δεν είχε παράσχει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία και δεν είχε λάβει υπόψη τις υφιστάμενες κανονιστικές ρυθμίσεις στην αγορά για την εξαγωγή του συμπεράσματος ότι στις συγκεκριμένες αγορές δεν υπήρχαν επιχειρήσεις με ΣΑΙ. Η Επιτροπή εξέφρασε αντίρρηση για το συμπέρασμα της Ficora σύμφωνα με το οποίο, παρά τα υψηλά μερίδια αγοράς (άνω του 50%) της TeliaSonera, η εταιρεία αυτή δεν διέθετε ΣΑΙ, και τούτο λόγω των περιορισμένων εμποδίων για την είσοδο νέων ανταγωνιστών στην αγορά, του μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων που παρέχουν διεθνείς τηλεφωνικές υπηρεσίες και του γεγονότος ότι οι συνδρομητές μπορούν με ευκολία να προμηθεύονται διεθνείς τηλεφωνικές υπηρεσίες από άλλες επιχειρήσεις πλην της επιχείρησης που παρέχει τη σύνδεση του συνδρομητή. Κατά την άποψη της Επιτροπής, η Ficora δεν προσκόμισε στοιχεία για την αγορά τα οποία να αναφέρονται σε μια σειρά παραγόντων που έχουν σημασία για την αξιολόγηση της αγοραίας ισχύος, όπως είναι η διάρθρωση κόστους και το δίκτυο διανομής και πωλήσεων των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην αγορά. Εκτός αυτού, η αξιολόγηση από πλευράς Ficora του βαθμού αγοραίας ισχύος των επιχειρήσεων στις οικείες αγορές δεν ελάμβανε υπόψη με τον κατάλληλο τρόπο την ύπαρξη κανονιστικών μέτρων αποκατάστασης, ούτε τον αντίκτυπό τους για τον υποκειμενικό βαθμό ανταγωνισμού στην αγορά, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται σε σημαντικό βαθμό η αξιοπιστία των συμπερασμάτων της. Ειδικότερα, οι ισχυρισμοί της Ficora ότι τα εμπόδια για την είσοδο νέων ανταγωνιστών στις σχετικές αγορές ήταν περιορισμένα και ότι υπήρχαν αρκετές επιχειρήσεις οι οποίες παρείχαν διεθνείς τηλεφωνικές υπηρεσίες, καθώς και το συνακόλουθο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε σημαντική αγοραία ισχύς βασίζονταν σε υφιστάμενες κανονιστικές ρυθμίσεις, όπως είναι η επιλογή φορέα, η προεπιλογή φορέα και η υποχρέωση διασύνδεσης. Η Επιτροπή επεσήμανε ότι μία πρωταρχική αρχή της ανάλυσης αγορών είναι η διερεύνηση του κατά πόσον η ύπαρξη ουσιαστικού ανταγωνισμού είναι ή δεν είναι ολοσχερώς ή πρωτίστως αποτέλεσμα των υφιστάμενων κανονιστικών ρυθμίσεων, καθώς και του κατά πόσον η κατάσταση του ανταγωνισμού στην καθορισμένη αγορά θα ήταν κατά πάσα πιθανότητα διαφορετική εάν δεν υπήρχαν οι εν λόγω κανονιστικές ρυθμίσεις.

303. Στην υπόθεση FI/2004/0082[205], που αφορούσε την αγορά πρόσβασης και εκκίνησης κλήσεων σε δημόσια κινητά τηλεφωνικά δίκτυα στη Φινλανδία, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σχεδιαζόμενο μέτρο που είχε κοινοποιηθεί από τη Ficora δεν συνοδευόταν από αποδεικτικά στοιχεία προς επίρρωση του συμπεράσματος ότι η TeliaSonera διέθετε σημαντική αγοραία ισχύ στην φινλανδική αγορά πρόσβασης και εκκίνησης κλήσεων σε δημόσια κινητά τηλεφωνικά δίκτυα. Καίτοι το μερίδιο αγοράς της TeliaSonera υπερέβαινε το 60%, υπήρχαν δύο ακόμη επιχειρήσεις κινητού δικτύου στο σκέλος της προσφοράς, ενώ στη συγκεκριμένη αγορά, εκτός από τις επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονταν δίκτυα, υπήρχαν πάνω από δέκα επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών στο σκέλος της ζήτησης. Οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών μπόρεσαν να συνάψουν συμφωνίες χονδρικής πώλησης, περιλαμβανομένων συμφωνιών φορέα εκμετάλλευσης εικονικού δικτύου κινητής τηλεφωνίας, με βάση τους εμπορικούς όρους – χωρίς να προβλέπεται κανονιστική υποχρέωση για την παροχή πρόσβασης από μέρους των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων κινητής τηλεφωνίας – με το σύνολο των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων κινητής τηλεφωνίας στην οικεία αγορά. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, εκτός από την φαινομενική δυναμική η οποία προκαλείται από την (κατάντη) αγορά λιανικής πώλησης, οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύων κινητής τηλεφωνίας συναγωνίζονταν μεταξύ τους και ήταν σε θέση να συνάπτουν συμφωνίες με διάφορες επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών χάρη στην ικανότητά τους να παρέχουν ευέλικτες προσφορές ή είδη υπηρεσιών που δεν παρέχονταν από άλλους φορείς εκμετάλλευσης δικτύων κινητής τηλεφωνίας. Εξάλλου, η Ficora δεν προσκόμισε πειστικά στοιχεία τα οποία να αποδεικνύουν ότι το κόστος μεταστροφής παρεμποδίζει σε σημαντικό βαθμό την ικανότητα ενός παρόχου υπηρεσιών να αλλάξει προμηθευτή χονδρικής.

304. Τέλος, στην υπόθεση AT/2004/0090[206], σχετικά με την αυστριακή αγορά υπηρεσιών διαβίβασης στο σταθερό δημόσιο δίκτυο, η Επιτροπή διαφώνησε με το συμπέρασμα της ΕΡΑ της Αυστρίας ότι οι φορείς εκμετάλλευσης οι οποίοι καλύπτουν οι ίδιοι τις ανάγκες τους σε υπηρεσίες διαβίβασης αποτελούσαν μέρος της αγοράς διαβίβασης και ότι, συνεπώς, το μερίδιο αγοράς της Telekom Austria ήταν κατώτερο του 50%, πράγμα που σήμαινε ότι η εν λόγω εταιρεία δεν διέθετε σημαντική αγοραία ισχύ. Ειδικότερα, η αυστριακή ΕΡΑ δεν είχε τεκμηριώσει επαρκώς το συμπέρασμά της σύμφωνα με το οποίο οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύου οι οποίοι αγοράζουν υπηρεσίες διαβίβασης είναι σε θέση να μεταστραφούν στην κάλυψη των αναγκών τους από τους ίδιους για να αντιμετωπίσουν μεταβολές των τιμών, εάν λάβει κανείς υπόψη το μεγάλο ύψος των επενδύσεων, τον μεγάλης έκτασης σχεδιασμό και τον χρόνο που απαιτείται για την ανάπτυξη ενός δικτύου. Ακόμη, η Επιτροπή απεφάνθη ότι δεν ήταν επαρκή τα αποδεικτικά στοιχεία που είχαν υποβληθεί σε σχέση με την ικανότητα και τη βούληση των συγκεκριμένων φορέων εκμετάλλευσης να αρχίσουν πράγματι και συστηματικά να εφοδιάζουν την εμπορική αγορά διαβίβασης και ότι, κατά συνέπεια, η κάλυψη των αναγκών τους από τους ίδιους δεν συμπεριλαμβανόταν στην οικεία αγορά, με αποτέλεσμα το μερίδιο αγοράς της Telekom Austria να είναι της τάξεως του 90%.

3. Μεταφορές

3.1 Αερομεταφορές

Διαπραγματεύσεις ΕΕ/ΗΠΑ για έναν ανοικτό για την αεροπλοΐα χώρο

305. Μετά τις δικαστικές υποθέσεις που είναι γνωστές ως «Ανοικτοί Ουρανοί», η ΕΕ και οι ΗΠΑ ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις με σκοπό τη δημιουργία ενός ανοικτού για την αεροπλοΐα χώρου μεταξύ των δύο αυτών μεγάλων εμπορικών εταίρων. Τον Ιούνιο υπεβλήθη στους υπουργούς Μεταφορών της ΕΕ ολοκληρωμένο σχέδιο συμφωνίας που θα οδηγούσε στην επίλυση σειράς νομικών ζητημάτων και θα προετοίμαζε το έδαφος για την πλήρη απελευθέρωση των αεροπορικών υπηρεσιών μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ. Πλην όμως, το Συμβούλιο έκρινε ότι απαιτείτο περαιτέρω πρόοδος, ιδίως όσον αφορά την πρόσβαση των ευρωπαϊκών αεροπορικών εταιρειών στην αγορά των ΗΠΑ. Το αναφερόμενο στον ανταγωνισμό σκέλος του σχεδίου συμφωνίας αποσκοπεί στην επίτευξη μεγαλύτερης κανονιστικής σύγκλισης μεταξύ των κανόνων και των πρακτικών που ισχύουν στην ΕΕ και στις ΗΠΑ, καθώς και στην αναβάθμιση της συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής και του Υπουργείου Μεταφορών των ΗΠΑ («Department of Transportation» ή «Dot»), με γνώμονα, εν πολλοίς, τις αρχές που διατυπώνονται στη συμφωνία του 1991 μεταξύ της ΕΚ και των ΗΠΑ για τη συνεργασία σε θέματα ανταγωνισμού, η οποία συνήφθη μεταξύ της Επιτροπής και του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ. Κατά τη σύνοδο κορυφής ΕΕ-ΗΠΑ που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο στην Ιρλανδία, ζητήθηκε από τους διαπραγματευτές να συνεχίσουν τις προσπάθειες που καταβάλλουν για τη σημαντική αυτή συμφωνία, η οποία πρόκειται να σημάνει νέες ευκαιρίες όχι μόνο για τις αεροπορικές εταιρείες αλλά και για τους αερολιμένες, τον τουρισμό, τους επιχειρηματικούς δεσμούς και τη μεταφορά εμπορευμάτων. Κατά τη διάρκεια του δεύτερου εξαμήνου του έτους πραγματοποιήθηκαν επαφές τεχνικού χαρακτήρα μεταξύ της Επιτροπής και των ομολόγων της από τις ΗΠΑ.

3.2 Σιδηροδρομικές μεταφορές

306. Στις 3 Μαρτίου, η Επιτροπή υπέβαλε προτάσεις για μια τρίτη δέσμη μέτρων στον τομέα των σιδηροδρομικών μεταφορών, περιλαμβανομένων μέτρων για το άνοιγμα της αγοράς διασυνοριακής μεταφοράς επιβατών, με ισχύ από το 2010. Το εν λόγω άνοιγμα καλύπτει το δικαίωμα μιας σιδηροδρομικής επιχείρησης να παραλαμβάνει και να αποβιβάζει επιβάτες σε οποιονδήποτε σταθμό κατά μήκος του εκάστοτε δρομολογίου, ακόμη και μεταξύ σταθμών που βρίσκονται στο ίδιο κράτος μέλος (ενδομεταφορά ή «καμποτάζ»). Κάθε κράτος μέλος θα έχει μεν την ευχέρεια να περιστέλλει το εν λόγω δικαίωμα πρόσβασης ως προς τόπους προέλευσης και προορισμού που καλύπτονται ήδη από σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας, αλλά τέτοιου είδους περιορισμοί πρέπει απαρεγκλίτως να μην είναι δυσανάλογοι εν συγκρίσει με την ανάγκη διατήρησης της οικονομικής ισορροπίας της υπηρεσίας που υπόκειται στην εκάστοτε σύμβαση. Ομοίως με ισχύ από το έτος 2010, προβλέπεται να καταργηθεί η έννοια της «διεθνούς ενώσεως». Το Κοινοβούλιο εξέτασε τη δέσμη μέτρων στις 23 Νοεμβρίου. Στα τέλη του έτους, επρόκειτο να πραγματοποιηθεί η πρώτη ανάγνωση σχετικά στην ολομέλεια του Κοινοβουλίου.

307. Στις 29 Απριλίου υιοθετήθηκε τελικώς η δεύτερη δέσμη μέτρων για τις σιδηροδρομικές μεταφορές, έπειτα από συνδιαλλαγή. Το κύριο ανεπίλυτο ζήτημα αφορούσε το άνοιγμα της αγοράς υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς εμπορευμάτων. Συμφωνήθηκε ότι όλες οι κοινοτικές αγορές σιδηροδρομικής μεταφοράς εμπορευμάτων, μη εξαιρουμένων των ενδομεταφορών, θα ανοίξουν πλήρως στον ανταγωνισμό το αργότερο μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2007.

4. Χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες

308. Η δημιουργία ενοποιημένης και αποτελεσματικής ευρωπαϊκής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών αποτελεί σπουδαίο και φιλόδοξο στόχο, ο οποίος επιδιώκεται στο πλαίσιο της «διαδικασίας της Λισσαβόνας» και διαμέσου του «Σχεδίου δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες». Οι πολιτικές στους τομείς του ανταγωνισμού και της εσωτερικής αγοράς είναι συμπληρωματικά εργαλεία για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου. Ειδικότερα, η ΓΔ Ανταγωνισμού έχει καταβάλει προσπάθεια για την προώθηση της απελευθέρωσης και της σωστής λειτουργίας των αγορών κινητών αξιών, περιλαμβανομένης της διαπραγμάτευσης, της εκκαθάρισης και του διακανονισμού.

309. Εάν δεν υπάρξουν βελτιώσεις, το περιθώριο μεταξύ των αποδόσεων των επενδυτών και του κόστους χρηματοδότησης για τους εκδότες θα είναι μεγαλύτερο από αυτό που θα έπρεπε. Ως εκ τούτου, η επιβολή και προάσπιση της νομοθεσίας ανταγωνισμού παράγουν ευεργετικές συνέπειες, όπως είναι η καλύτερη κατανομή χρηματοοικονομικών πόρων, προς όφελος τόσο των επενδυτών όσο και του ευρέος κοινού, διότι η απόδοση επί των επενδύσεων επηρεάζει, παραδείγματος χάρη, το ύψος των συντάξεων.

310. Το κόστος της εκτέλεσης συναλλαγών με αντικείμενο κινητές αξίες στην ΕΕ είναι σημαντικά υψηλότερο από ό,τι στις ΗΠΑ. Στις ΗΠΑ, το κόστος της εκτέλεσης μιας συναλλαγής με αντικείμενο μετοχές υπολογίζεται σε 0,10 ευρώ, ενώ το κόστος εκτέλεσης μιας συνήθους διασυνοριακής συναλλαγής στην Ευρώπη μπορεί να ανέλθει σε 35 ευρώ ή και περισσότερο. Αρχής γενομένης το 2001, ομάδες υψηλού επιπέδου και ομάδες εμπειρογνωμόνων, όπως η επονομαζόμενη «ομάδα σοφών Lamfalussy» και η ομάδα Giovannini έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η διασυνοριακή εκκαθάριση και διακανονισμός, ιδίως δε τα θέματα που άπτονται της πρόσβασης και των εφαρμοζόμενων τιμών, αποτελούν την κύρια αιτία αναποτελεσματικότητας όσον αφορά την απρόσκοπτη λειτουργία των ευρωπαϊκών αγορών κινητών αξιών. Η πρώτη απόφαση για τον συγκεκριμένο τομέα εκδόθηκε στις 2 Ιουνίου επί της υπόθεσης Clearstream (για την οποία γίνεται λόγος παραπάνω, στο τμήμα I.B.1).

311. Η Επιτροπή δημοσίευσε μελέτη με τον τίτλο «Ανασκόπηση του τρέχοντος καθεστώτος που διέπει τη διαπραγμάτευση, την εκκαθάριση και τον διακανονισμό κινητών αξιών στην ΕΕ 25». Στη μελέτη περιγράφονται οι υποδομές και ρυθμίσεις που υπάρχουν στις διάφορες χώρες, καθώς και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, στις περιπτώσεις που αυτό προβλέπεται. Η εν λόγω μελέτη επιβεβαίωσε την ύπαρξη, σε μεγάλη έκταση και σε ολόκληρη την ΕΕ, ρυθμίσεων αποκλειστικότητας, σύμφωνα με τις οποίες οι συναλλαγές που πραγματοποιούνται σε συγκεκριμένο χρηματιστήριο πρέπει υποχρεωτικά να υποβάλλονται σε εκκαθάριση και διακανονισμό μέσω προκαθορισμένων εταιρειών. Τα πορίσματα της μελέτης έτυχαν διάδοσης με σκοπό τη διατύπωση παρατηρήσεων από το κοινό και συζητήθηκαν με τις αρμόδιες εθνικές αρχές.

312. Συνεχίζονται οι εργασίες από κοινού με τη ΓΔ Εσωτερικής Αγοράς σχετικά με τα συστήματα πληρωμών και τις αγορές κινητών αξιών.

B – Λοιποί τομείς

1. Ελεύθερα επαγγέλματα

Εισαγωγή

313. Τα ελεύθερα επαγγέλματα είναι επιτηδεύματα τα οποία απαιτούν εξειδικευμένη κατάρτιση στις ελεύθερες τέχνες ή επιστήμες. Ο συγκεκριμένος τομέας χαρακτηρίζεται συνήθως από μεγάλης έκτασης κανονιστικές ρυθμίσεις, οι οποίες είτε θεσπίζονται από το κράτος είτε έχουν τον χαρακτήρα αυτορρύθμισης και θεσπίζονται από τις εκάστοτε επαγγελματικές οργανώσεις. Το έργο της Επιτροπής εν προκειμένω έχει εστιασθεί μέχρι τώρα σε περιορισμένο αριθμό επαγγελμάτων (δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, λογιστές, αρχιτέκτονες, μηχανικοί και φαρμακοποιοί).

314. Οι επαγγελματικές υπηρεσίες (ο όρος στο συγκεκριμένο πλαίσιο σημαίνει τις υπηρεσίες που παρέχουν ελεύθεροι επαγγελματίες) έχουν να επιτελέσουν σημαντική λειτουργία από την άποψη της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας. Λειτουργούν ως εισροές στην οικονομία και την επιχειρηματική δραστηριότητα. Η ποιοτική τους στάθμη και η ανταγωνιστικότητά τους έχουν σημαντικές παρεπόμενες συνέπειες. Η ιταλική αρχή ανταγωνισμού εκτιμά ότι στην Ιταλία οι επαγγελματικές υπηρεσίες αντιπροσωπεύουν το 6% του κόστους των εξαγωγικών επιχειρήσεων κατά μέσο όρο. Συνεπώς, η μεγαλύτερη διαφοροποίηση των τιμών και της ποιότητας και η ενίσχυση της καινοτομίας στον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών θα μπορούσε να συμβάλει σημαντικά στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και στην τόνωση της αύξησης του ΑΕΠ στην ΕΕ. Για τους προεκτεθέντες λόγους, ο εκσυγχρονισμός των επαγγελματικών υπηρεσιών πρέπει να αξιολογηθεί ως στοιχείο της «Ατζέντας της Λισσαβόνας».

315. Οι επαγγελματικές υπηρεσίες έχουν σημασία και λόγω του άμεσου αντικτύπου τους στους καταναλωτές. Στο ορατό μέλλον, ο ανταγωνισμός όσον αφορά τις επαγγελματικές υπηρεσίες θα εξακολουθήσει να ασκείται ως επί το πλείστον σε τοπικό επίπεδο. Η μεγαλύτερη ποικιλία διαθέσιμων υπηρεσιών και τιμών παρέχει τη δυνατότητα στους χρήστες να επιλέγουν τον συνδυασμό τιμής και ποιότητας που ανταποκρίνεται με τον καλύτερο τρόπο στις ανάγκες τους.

Η έκθεση της Επιτροπής για τον ανταγωνισμό στον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών

316. Στις 9 Φεβρουαρίου, η Επιτροπή εξέδωσε έκθεση για τον ανταγωνισμό στον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών[207]. Κύριος σκοπός της εν λόγω έκθεσης είναι η ανάπτυξη του σκεπτικού της Επιτροπής όσον αφορά τα περιθώρια μεταρρύθμισης ή εκσυγχρονισμού των κανόνων που διέπουν την άσκηση των επιμέρους επαγγελμάτων.

317. Στην έκθεση προσδιορίζονται οι ακόλουθες πέντε βασικές κατηγορίες δυνητικών περιοριστικών ρυθμίσεων στον τομέα των ελεύθερων επαγγελμάτων στην ΕΕ: (i) επιβαλλόμενες τιμές· (ii) συνιστώμενες τιμές· (iii) κανόνες όσον αφορά τη διαφήμιση· (iv) όροι πρόσβασης και ειδικά δικαιώματα· και (v) κανόνες που διέπουν τη δομή των επιχειρήσεων και πολυτομεακές πρακτικές.

318. Αφενός, η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι σημαντικός όγκος εμπειρικής έρευνας καταδεικνύει τις αρνητικές συνέπειες εις βάρος των καταναλωτών που ενδέχεται να προκύψουν από υπέρμετρες ή παρωχημένες περιοριστικές κανονιστικές ρυθμίσεις. Ειδικότερα, τέτοιου είδους κανονιστικές ρυθμίσεις ενδέχεται να εξαλείφουν ή να περιστέλλουν τον ανταγωνισμό μεταξύ παρόχων υπηρεσιών και, κατ’ επέκταση, να αμβλύνουν τους παράγοντες οι οποίοι παρακινούν τους επαγγελματίες να εργάζονται αποτελεσματικά σε συνάρτηση με το κόστος, να ελαττώσουν τις τιμές που εφαρμόζουν, να αυξήσουν την ποιότητα ή να προσφέρουν καινοτόμες υπηρεσίες.

319. Αφετέρου, στην έκθεση αναγνωρίζεται ότι υπάρχουν κατά βάση τρεις λόγοι οι οποίοι ενδεχομένως υπαγορεύουν τη μέχρι ενός σημείου ρύθμιση της παροχής επαγγελματικών υπηρεσιών: ο πρώτος λόγος είναι η «ασυμμετρία» πληροφόρησης μεταξύ των πελατών και των παρεχόντων υπηρεσίες: ένα από τα ειδοποιά χαρακτηριστικά των επαγγελματικών υπηρεσιών συνίσταται στο γεγονός ότι οι παρέχοντες υπηρεσίες πρέπει να διαθέτουν τεχνικές γνώσεις υψηλού επιπέδου που οι καταναλωτές δεν κατέχουν απαραιτήτως. Ο δεύτερος λόγος έγκειται σε εξωγενείς παράγοντες, καθώς οι υπόψη υπηρεσίες ενδέχεται να έχουν συνέπειες για τρίτους. Ο τρίτος λόγος είναι ότι ορισμένες υπηρεσίες των ελευθέρων επαγγελμάτων θεωρείται ότι παράγουν «δημόσια αγαθά» που έχουν κάποια αξία για το σύνολο της κοινωνίας. Οι υποστηρικτές των περιοριστικών κανονιστικών ρυθμίσεων διατείνονται, κατά συνέπεια, ότι τέτοιου είδους κανονιστικές ρυθμίσεις αποσκοπούν στη διαφύλαξη της ποιοτικής στάθμης των επαγγελματικών υπηρεσιών και στην προστασία των καταναλωτών από αθέμιτες πρακτικές.

320. Καίτοι η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι μερικές κανονιστικές ρυθμίσεις στον συγκεκριμένο τομέα είναι δικαιολογημένες, θεωρεί ότι ενίοτε είναι δυνατή και επιβάλλεται η χρήση μηχανισμών με τους οποίους προάγεται περισσότερο ο ανταγωνισμός αντί ορισμένων περιοριστικών κανόνων παραδοσιακού τύπου.

321. Σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της νομοθεσίας ανταγωνισμού της ΕΕ, η έκθεση διακρίνει μεταξύ της δυνητικής ευθύνης των επαγγελματικών οργανώσεων και της αντίστοιχης ευθύνης των κρατών μελών.

322. Όταν μία επαγγελματική οργάνωση ρυθμίζει την οικονομική συμπεριφορά των μελών της, οι κανονιστικές ρυθμίσεις που θεσπίζει είναι αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων κατά την έννοια του άρθρου 81 ΕΚ. Παρόλα αυτά, οι κανονιστικές ρυθμίσεις οι οποίες, αντικειμενικά, είναι απαραίτητες για τη διασφάλιση της σωστής άσκησης του εκάστοτε επαγγέλματος, όπως αυτή είναι οργανωμένη στο οικείο κράτος μέλος, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της απαγόρευσης που περιέχει το ρηθέν άρθρο[208].

323. Οι κρατικές κανονιστικές ρυθμίσεις με τις οποίες επιβάλλονται ή ενθαρρύνονται αντιανταγωνιστικές πρακτικές ή επιτείνονται οι συνέπειές τους παραβιάζουν το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ζ), το άρθρο 10 παράγραφος 2 και το άρθρο 81 ΕΚ. Όταν ένα κράτος εκχωρεί την εξουσία χάραξης πολιτικής που διαθέτει σε μία επαγγελματική ένωση χωρίς επαρκείς εγγυήσεις, δηλαδή χωρίς να προσδιορίζει με σαφήνεια τους στόχους δημόσιου συμφέροντος που πρέπει να γίνονται σεβαστοί, και χωρίς να διατηρεί την εξουσία να λαμβάνει αποφάσεις ύστατης ανάγκης και χωρίς να παρακολουθεί την εφαρμογή του όλου καθεστώτος, τότε το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί επίσης να θεωρηθεί υπεύθυνο για κάθε παραβίαση που προκύπτει.

324. Σε τελική ανάλυση, κατά την άποψη της Επιτροπής, κάθε ενδελεχής εξέταση επαγγελματικών κανονιστικών ρυθμίσεων πρέπει να περιλαμβάνει έλεγχο της αναλογικότητας. Οι κανόνες πρέπει να είναι αντικειμενικά αναγκαίοι για την επίτευξη ενός σαφώς αρθρωμένου και θεμιτού στόχου δημόσιου συμφέροντος και πρέπει να αποτελούν τον λιγότερο περιοριστικό για τον ανταγωνισμό μηχανισμό για την επίτευξη του εν λόγω στόχου. Τέτοιου είδους κανόνες εξυπηρετούν τα συμφέροντα τόσο των χρηστών όσο και των επαγγελματιών.

325. Η έκθεση της Επιτροπής καλεί όλους τους εμπλεκόμενους να καταβάλουν κοινές προσπάθειες για την αναμόρφωση ή την εξάλειψη των κανόνων που κρίνονται αδικαιολόγητοι. Οι ρυθμιστικές αρχές των κρατών μελών και οι επαγγελματικές οργανώσεις καλούνται να επανεξετάσουν τους υφιστάμενους κανόνες, συνεκτιμώντας το κατά πόσον οι κανόνες αυτοί υπαγορεύονται από το δημόσιο συμφέρον, κατά πόσον συνάδουν με την αρχή της αναλογικότητας και κατά πόσον είναι δικαιολογημένοι. Στην έκθεση υπογραμμίζεται επίσης η ανάγκη συγκρότησης μηχανισμών οι οποίοι να προάγουν τον ανταγωνισμό και να οδηγούν σε μεγαλύτερη διαφάνεια, έτσι ώστε να αυξάνεται η ισχύς των καταναλωτών.

326. Από την άποψη της επιβολής της νομοθεσίας, είναι βέβαιο ότι, αρχής γενομένης τον Μάιο, οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού και τα εθνικά δικαστήρια καλούνται να διαδραματίσουν ενισχυμένο ρόλο για την αξιολόγηση της νομιμότητας κανόνων και κανονισμών που διέπουν την άσκηση των διαφόρων επαγγελμάτων. Στο μέτρο που οι περιορισμοί του ανταγωνισμού έχουν το κέντρο βάρους τους σε ένα κράτος μέλος, η διοικητική επιβολή της κοινοτικής νομοθεσίας ανταγωνισμού στον τομέα των ελεύθερων επαγγελμάτων είναι λογικό να αποτελεί πρωτίστως μέλημα της οικείας εθνικής αρχής ανταγωνισμού. Εντούτοις, η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να αναπτύσσει έργο σε περιπτωσιολογική βάση, οσάκις το κρίνει σκόπιμο. Η συνεκτική εφαρμογή των άρθρων 81 και 82 θα διασφαλισθεί μέσω του συντονισμού στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού, στο οποίο μετέχουν οι αρχές ανταγωνισμού.

Μελλοντικά βήματα: προάσπιση του ανταγωνισμού

327. Με βάση τις παρατηρήσεις που διατυπώνονται στην έκθεση, η Επιτροπή κάλεσε τις ευρωπαϊκές επαγγελματικές οργανώσεις των δικηγόρων, των συμβολαιογράφων, των λογιστών, των φοροτεχνικών, των αρχιτεκτόνων και των φαρμακοποιών σε διμερείς συναντήσεις με σκοπό τη διεξαγωγή συζήτησης γύρω από την αιτιολόγηση των υφιστάμενων επαγγελματικών κανόνων. Οι συναντήσεις αυτές παρέχουν στην Επιτροπή τη δυνατότητα να εξακριβώσει ποιοι περιορισμοί φαίνονται υπέρμετροι και πρέπει ενδεχομένως να καταργηθούν και ποιοι είναι δικαιολογημένοι. Εξάλλου, δίδουν την ευκαιρία στις ευρωπαϊκές επαγγελματικές οργανώσεις να εξηγήσουν τον τρόπο με τον οποίον αντιλαμβάνονται, η καθεμιά στον τομέα της, τους στόχους δημόσιου συμφέροντος και να καταλήξουν σε συμφωνία με την Επιτροπή σχετικά με μηχανισμούς που να προάγουν περισσότερο τον ανταγωνισμό και να οδηγούν στην επίτευξη των εν λόγω στόχων. Οι ευρωπαϊκές επαγγελματικές οργανώσεις καλούνται εν συνεχεία να μεταφέρουν τις ανησυχίες της Επιτροπής στους εθνικούς συλλογικούς φορείς των διαφόρων επαγγελμάτων.

328. Γενικότερα, η ΓΔ Ανταγωνισμού έχει επίσης δρομολογήσει διαδικασία διάδοσης, αφήνοντας ανοικτούς τους διαύλους για τις επαγγελματικές οργανώσεις που επιθυμούν να συζητήσουν απευθείας με τις υπηρεσίες της Επιτροπής. Οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού παροτρύνονται να πράξουν το ίδιο, ιδίως όταν το αίτημα για συναντήσεις διατυπώνεται από εθνικές οργανώσεις.

329. Η πείρα από παρελθούσες προσπάθειες εκσυγχρονισμού στον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών σε ορισμένα κράτη μέλη καταδεικνύει ότι από μόνη της η εξάλειψη μηχανισμών που αντιστρατεύονται τον ανταγωνισμό μπορεί να μην αρκεί για την ενίσχυση του ανταγωνισμού στον συγκεκριμένο τομέα. Για τον λόγο αυτό, η ΓΔ Ανταγωνισμού και η ΓΔ Υγείας και Προστασίας των Καταναλωτών έχουν έλθει σε συνεννόηση με οργανώσεις καταναλωτών προκειμένου να καταγράψουν τις απόψεις τους σχετικά με τους περιορισμούς που έχει απομονώσει η Επιτροπή και σχετικά με τους πιθανούς τρόπους για τη βέλτιστη οργάνωση των επαγγελμάτων και τη συνεκτίμηση των συμφερόντων των καταναλωτών.

330. Συμφωνήθηκε ότι χρειάζονται συνοδευτικοί μηχανισμοί τόνωσης του ανταγωνισμού, οι οποίοι να επαυξάνουν τη διαφάνεια και την ισχύ των καταναλωτών. Τέτοιου είδους μηχανισμοί θα μπορούσαν, επί παραδείγματι, να περιλαμβάνουν την ενεργό παρακολούθηση από μέρους ενώσεων καταναλωτών, τη συλλογή και δημοσίευση ιστορικών δεδομένων στηριζόμενων σε έρευνες από ανεξάρτητες οργανώσεις, καθώς και δημόσιες αναγγελίες για την κατάργηση δασμών.

331. Η έκθεση της Επιτροπής έδωσε το έναυσμα για συζητήσεις σε αρκετά κράτη μέλη και είχε ήδη ως αποτέλεσμα να επανεξετάσουν μερικοί επαγγελματικοί φορείς τις υφιστάμενες κανονιστικές ρυθμίσεις και να βελτιώσουν την πληροφόρηση που παρέχεται στους χρήστες.

332. Σε μερικά κράτη μέλη παρατηρείται επιπλέον κάποια κινητικότητα στο πεδίο της νομοθεσίας. Η Επιτροπή έχει καταβάλει προσπάθεια για την ευρεία διάδοση του μηνύματος της έκθεσης σχετικά με τον ανταγωνισμό στον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών, με αποδέκτη τις ρυθμιστικές αρχές των κρατών μελών. Αυτές οι τελευταίες προσκλήθηκαν σε συνεδρίαση της αρμόδιας για τα ελεύθερα επαγγέλματα υποομάδας του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού, που πραγματοποιήθηκε στις 14 Οκτωβρίου. Κατά την εν λόγω συνεδρίαση έγινε διεξοδικότερη συζήτηση γύρω από τα χαρακτηριστικά της ζήτησης στις αγορές επαγγελματικών υπηρεσιών και για τις μεθόδους αξιολόγησης του δημόσιου συμφέροντος.

333. Οι ανωτέρω εξελίξεις αφορούν επίσης τα νέα κράτη μέλη. Οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού μερικών εξ αυτών έχουν δραστηριοποιηθεί ιδιαίτερα στον υπό εξέταση τομέα. Εξάλλου, η Επιτροπή έχει επεκτείνει στα νέα κράτη μέλη το έργο της καταγραφής της τρέχουσας κατάστασης όσον αφορά τους κανόνες και τους κανονισμούς που επηρεάζουν τα ελεύθερα επαγγέλματα[209].

334. Η Επιτροπή πρόκειται να ανακοινώσει το 2005 την πρόοδο που έχει πραγματοποιηθεί σε σχέση με την κατάργηση περιοριστικών και μη δικαιολογημένων κανόνων.

IV – Έλεγχος των κρατικών ενισχύσεων

A – Νομοθετικοί και ερμηνευτικοί κανόνες

1. Κανονισμοί, κατευθυντήριες γραμμές και ανακοινώσεις

335. Η μεταρρύθμιση του καθεστώτος ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων συνεχίστηκε, με σκοπό τον σε σημαντικό βαθμό εξορθολογισμό των μεθόδων εργασίας και την επιτάχυνση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων.

336. Η μεταρρύθμιση είναι προσανατολισμένη στη βελτίωση της συνεργασίας με τα κράτη μέλη, μέσω της ενθάρρυνσης της αναβάθμισης του διαλόγου και της ανταλλαγής πληροφοριών. Η μεταρρύθμιση αποσκοπεί στην καλύτερη συνειδητοποίηση των ζητημάτων που αφορούν τις κρατικές ενισχύσεις από μέρους των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών, καθώς και των εθνικών συστημάτων απονομής δικαιοδύνης. Συγχρόνως, έχουν ενισχυθεί οι προσπάθειες που καταβάλλονται για την ένταξη του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων στο ευρύτερο πλαίσιο των κοινοτικών πολιτικών, ιδίως δε στην «Ατζέντα της Λισσαβόνας».

337. Η μεταρρυθμιστική διαδικασία αναμένεται να οδηγήσει σε απλές, προβλέψιμες και διαφανείς διαδικασίες και στην επεξεργασία οικονομικώς βάσιμων και νομικώς στιβαρών κριτηρίων για την αξιολόγηση των χορηγήσεων κρατικών ενισχύσεων. Εκτιμάται ότι με τον τρόπο αυτό θα καταστεί ευχερέστερος ο έλεγχος των κρατικών ενισχύσεων μετά τη διεύρυνση και θα μπορέσει η Επιτροπή να αντεπεξέλθει στην αναμενόμενη σημαντική αύξηση των περιπτώσεων χορήγησης κρατικών ενισχύσεων στη διευρυμένη Ένωση. Οι νομοθετικές ρυθμίσεις που θεσπίστηκαν ή καταρτίστηκαν το 2004 για τον σκοπό αυτό περιγράφονται κατωτέρω.

1.1. Διαδικαστικοί κανόνες

338. Στις 21 Απριλίου η Επιτροπή εξέδωσε δέσμη κανόνων για την εφαρμογή και αποσαφήνιση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/99[210] (πρόκειται για τον διαδικαστικό κανονισμό), όπου καθορίζεται η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται σε υποθέσεις κρατικών ενισχύσεων. Σύμφωνα με το άρθρο 27 του διαδικαστικού κανονισμού, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 794/2004[211] («κανονισμός εφαρμογής») αφορά τη μορφή και το περιεχόμενο των κοινοποιήσεων και των ετήσιων εκθέσεων, καθώς και ορισμένες άλλες λεπτομέρειες, όπως είναι οι προθεσμίες και ο υπολογισμός τους και ο τρόπος καθορισμού του επιτοκίου για την ανάκτηση ενισχύσεων που έχουν χορηγηθεί παρανόμως.

339. Πρωταρχικός σκοπός του νέου κανονισμού εφαρμογής είναι ο εξορθολογισμός και η απλούστευση των διαδικασιών που ισχύουν για τις κοινοποιήσεις και την παροχή πληροφοριών από μέρους των κρατών μελών, με παράλληλη αύξηση της διαφάνειας και της ασφάλειας δικαίου. Χάρη στη χρήση πλήρων εντύπων κοινοποίησης, παρέχεται στα κράτη μέλη σαφέστερη ενημέρωση για το είδος πληροφοριών που χρειάζεται η Επιτροπή προκειμένου να αξιολογήσει τις διάφορες περιπτώσεις χορήγησης ενισχύσεων. Οι ετήσιες εκθέσεις που οφείλουν να υποβάλλουν τα κράτη μέλη πρέπει να ανταποκρίνονται σε τυποποιημένο μορφότυπο. Εκτιμάται ότι οι βελτιώσεις αυτές θα συντομεύσουν τον χρόνο που απαιτείται για τη διαδικασία αξιολόγησης και επανεξέτασης, δεδομένου θα συμβάλουν στην αποφυγή συμπληρωματικών αιτήσεων για την παροχή στοιχείων από το οικείο κράτος μέλος κατά τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για τις κρατικές ενισχύσεις.

340. Η καθιέρωση νέου, υποχρεωτικού, εντύπου κοινοποίησης καθιστά αποτελεσματικότερο το έργο της αξιολόγησης σχεδιαζόμενων μέτρων κρατικής ενίσχυσης από μέρους της Επιτροπής. Το εν λόγω έντυπο περιέχει μια σειρά ερωτήσεων των οποίων η διατύπωση έχει ως πρότυπο τα υφιστάμενα πλαίσια κανόνων και τις κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις.

341. Τα προαναφερθέντα έντυπα κοινοποίησης περιλαμβάνονται στα παραρτήματα I και II του κανονισμού εφαρμογής και αποτελούνται από τα εξής:

- ένα μέρος με γενικές πληροφορίες, που πρέπει να συμπληρώνεται για κάθε υπόθεση·

- απλουστευμένο έντυπο κοινοποίησης για την κοινοποίηση μεταβολών που επέρχονται σε υφιστάμενα μέτρα ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2 του κανονισμού εφαρμογής[212]. Οι πληροφορίες που παρατίθενται στο υπόψη έντυπο επιτρέπει στην Επιτροπή να παρακολουθεί τις υφιστάμενες ενισχύσεις σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 1 ΕΚ. Οι μεταβολές που έχουν αμιγώς τυπικό ή διοικητικό χαρακτήρα και οι αυξήσεις του αρχικού προϋπολογισμού εγκεκριμένων καθεστώτων ενίσχυσης που υπολείπονται του 20% δεν λογίζονται ως τροποποιήσεις υφιστάμενων ενισχύσεων και συνεπώς δεν υπάρχει υποχρέωση κοινοποίησής τους·

- συνοπτικά δελτία πληροφοριών για την παροχή στα κράτη μέλη σαφών ενδείξεων σχετικά με τα στοιχεία που είναι απαραίτητα κατά την κοινοποίηση σχεδιαζόμενων μέτρων ενίσχυσης που ενδεχομένως εμπίπτουν σε πλαίσια κανόνων ή κατευθυντήριες γραμμές. Τα συνοπτικά δελτία πληροφοριών δεν μεταβάλλουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα πλαίσια κανόνων ή τις κατευθυντήριες γραμμές, αλλά απλώς τα μετασχηματίζουν σε επιμέρους ερωτήματα με σκοπό τη διευκόλυνση της διεκπεραίωσης των κοινοποιήσεων.

342. Στο άρθρο 3 του κανονισμού εφαρμογής καθορίζεται η διαδρομή που ακολουθεί η αλληλογραφία από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή και αντιστρόφως. Η Γενική Γραμματεία λειτουργεί ως ενιαίο σημείο εισόδου για τις αρχικές επαφές, ενώ η ευθύνη για τον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων βαρύνει από κοινού περισσότερες Γενικές Διευθύνσεις της Επιτροπής (με αρμοδιότητα για τον ανταγωνισμό, τις μεταφορές, τη γεωργία και την αλιεία) και διασφαλίζεται η κατανομή των κοινοποιήσεων στη ΓΔ που είναι αρμόδια κάθε φορά. Αφ’ ης στιγμής γίνει αυτή η κατανομή, το σύνολο της περαιτέρω αλληλογραφίας ανταλλάσσεται μεταξύ του κοινοποιούντος κράτους μέλους και του Γενικού Διευθυντή της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης.

343. Με το άρθρο 3 θεσπίζονται επίσης κανόνες σχετικά με τη διαβίβαση των κοινοποιήσεων, προκειμένου να αντιμετωπισθούν ορισμένες αδυναμίες του παρελθόντος. Η ηλεκτρονική διαβίβαση των κοινοποιήσεων είναι υποχρεωτική από 1ης Ιανουαρίου 2006. Η σχετικά μεμακρυσμένη αυτή ημερομηνία έχει καθορισθεί για να δοθεί η δυνατότητα τόσο στα κράτη μέλη όσο και στην Επιτροπή να συγκροτήσουν ασφαλείς τεχνικές προϋποθέσεις για τέτοιου είδους διαβιβάσεις[213]. Για τις κοινοποιήσεις που διαβιβάζονται πριν από την ανωτέρω ημερομηνία, το άρθρο 3 παράγραφος 5 ορίζει ότι αποστέλλεται τηλεομοιοτυπία (φαξ) στον αριθμό που έχει καθορίσει η παραλαμβάνουσα υπηρεσία και ότι ως ημερομηνία κοινοποίησης λογίζεται η ημερομηνία αποστολής της τηλεομοιοτυπίας, υπό την προϋπόθεση ότι το πρωτότυπο έγγραφο σε χαρτί παραλαμβάνεται το αργότερο εντός δέκα ημερών από την εν λόγω ημερομηνία.

344. Στο άρθρο 5 καθορίζεται ο τρόπος διάρθρωσης των ετήσιων εκθέσεων για υφιστάμενα καθεστώτα ενισχύσεων. Ο κανονισμός εφαρμογής περιλαμβάνει ειδικά παραρτήματα για τις ετήσιες εκθέσεις που αφορούν τους τομείς της γεωργίας και της αλιείας. Η ημερομηνία διαβίβασης των ετήσιων εκθέσεων από τα κράτη μέλη έχει μετατεθεί σε ενωρίτερο χρονικό σημείο (η διαβίβαση πρέπει να πραγματοποιείται το αργότερο μέχρι τις 30 Ιουνίου εκάστου έτους), έτσι ώστε να είναι δυνατή η συμπίληση του «πίνακα αποτελεσμάτων» για τις κρατικές ενισχύσεις (βλ. παρακάτω υπό την επικεφαλίδα «Διαφάνεια»), καθώς και μια χρήσιμη ανάλυση της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί, αρκετά ενωρίς ώστε να είναι δυνατή η υποβολή της στα οικεία Ευρωπαϊκά Συμβούλια. Σε ορισμένους τομείς, όπως είναι οι ενισχύσεις φορολογικού χαρακτήρα, η διαθεσιμότητα ακριβών αριθμητικών δεδομένων εξαρτάται από τη φορολογική δήλωση του αποδέκτη. Ως εκ τούτου, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις γίνονται δεκτά κατ’ εκτίμηση στοιχεία, υπό την προϋπόθεση ότι τα ακριβή στοιχεία διαβιβάζονται το αργότερο κατά την υποβολή της επόμενης έκθεσης.

345. Στο άρθρο 8 αποσαφηνίζονται οι κανόνες υπολογισμού των προθεσμιών[214]. Οι αιτήσεις για την παράταση προθεσμιών πρέπει να είναι δεόντως τεκμηριωμένες και να υποβάλλονται γραπτώς τουλάχιστον δύο ημέρες πριν από την εκπνοή της αρχικής προθεσμίας. Πρέπει δε να αποστέλλονται στη διεύθυνση που έχει ορίσει η πλευρά η οποία έταξε την εκάστοτε προθεσμία.

346. Στο κεφάλαιο V του κανονισμού εφαρμογής καθορίζεται η μέθοδος προσδιορισμού του επιτοκίου και επιβολής τόκου σε περιπτώσεις ανάκτησης. Σε ό,τι αφορά την ανάκτηση παράνομων ενισχύσεων, το άρθρο 11 ορίζει ότι εφαρμόζεται επιτόκιο ανατοκισμού προκειμένου να διασφαλίζεται πλήρης εξουδετέρωση[215] των οικονομικών πλεονεκτημάτων που προκύπτουν από μία παρανόμως καταβληθείσα ενίσχυση. Η προσέγγιση που προκρίθηκε συμβαδίζει με πρόσφατη ανακοίνωση της Επιτροπής[216] για το συγκεκριμένο θέμα. Το επιτόκιο υπολογίζεται με βάση το διατραπεζικό επιτόκιο ανταλλαγής, ενώ, εάν δεν υπάρχει τέτοιο επιτόκιο ούτε άλλο παρεμφερές μέγεθος αναφοράς σε ένα κράτος μέλος, η Επιτροπή προσδιορίζει το εφαρμοστέο επιτόκιο σε στενή συνεργασία με το οικείο κράτος μέλος. Η ευχέρεια αυτή παρουσιάζει χρησιμότητα κυρίως για τα νέα κράτη μέλη.

347. Ο ίδιος ο κανονισμός εφαρμογής πρόκειται να υποβληθεί σε επανεξέταση εντός της επόμενης τετραετίας, αλλά τα παραρτήματά του θα υφίστανται διαρκείς τροποποιήσεις προκειμένου να ευθυγραμμίζονται με την παράλληλη νομοθετική διαδικασία της αναθεώρησης κατευθυντήριων γραμμών και πλαισίων κανόνων ή την έκδοση νέων κανονισμών για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται σε επιμέρους τομείς.

348. Είναι σκόπιμο να επισημανθεί ότι ο υπόψη κανονισμός ισχύει ομοίως για τον γεωργικό τομέα. Για να διευκολυνθεί η χρήση των εντύπων κοινοποίησης από τα κράτη μέλη και η αποστολή τους στην Επιτροπή, τα έντυπα που αφορούν τον γεωργικό τομέα είναι δημοσιευμένα στην εξής διεύθυνση:http://europa.eu.int/comm/agriculture/stateaid/forms/index_fr.htm.Με τον κανονισμό καθιερώνεται επίσης νέο, απλουστευμένο μορφότυπο για τις ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις στον γεωργικό τομέα. Το μορφότυπο αυτό είναι ομοίως διαθέσιμο στην ανωτέρω διεύθυνση.

1.2. Έρευνα και ανάπτυξη

349. Στις 25 Φεβρουαρίου, η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 364/2004 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001 όσον αφορά την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της απαλλαγής κατά κατηγορία για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις («ΜΜΕ») ώστε να συμπεριλάβει τις ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη[217].

350. Οι ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη είναι ικανές να συμβάλουν στη μεγέθυνση της οικονομίας, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και στην τόνωση της απασχόλησης. Η χορήγηση τέτοιου είδους ενισχύσεων σε ΜΜΕ έχει κεφαλαιώδη σημασία, διότι ένα από τα διαρθρωτικά μειονεκτήματα των ΜΜΕ είναι το γεγονός ότι δυσκολεύονται να αποκτήσουν πρόσβαση σε νέες τεχνολογικές εξελίξεις και στη μεταφορά τεχνολογίας.

351. Η Επιτροπή θεώρησε ως δεδομένο ότι το κοινοτικό πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων στην έρευνα και ανάπτυξη[218] θα ενεθάρρυνε τις ΜΜΕ να διεξάγουν περισσότερη έρευνα και ανάπτυξη, δεδομένου ότι οι ΜΜΕ εν γένει δαπανούν μόνο ένα μικρό ποσοστό του κύκλου εργασιών τους για τέτοιου είδους δραστηριότητες. Με γνώμονα την εφαρμογή του πλαισίου, η Επιτροπή αποφάσισε να απαλλάξει από την υποχρέωση προηγούμενης κοινοποίησης τις ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη με αποδέκτη ΜΜΕ.

352. Το πλαίσιο εξακολουθεί να ισχύει για τη συγκεκριμένη κατηγορία κρατικών ενισχύσεων όσον αφορά τόσο το ερώτημα κατά πόσον ορισμένα μέτρα συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 ΕΚ όσο και το όριο κάτω από το οποίο μία ενίσχυση μπορεί να τύχει απαλλαγής.

353. Για την προώθηση της διάδοσης αποτελεσμάτων έρευνας, οι ΜΜΕ μπορούν να λάβουν κρατική ενίσχυση για την κάλυψη του κόστους εξασφάλισης και επικύρωσης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και άλλων δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας που απορρέουν από δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης. Για να τύχει απαλλαγής μια τέτοια ενίσχυση, δεν είναι απαραίτητο να έχει όντως υποστηριχθεί με κρατική ενίσχυση η έρευνα από την οποία προέκυψαν τα δικαιώματα, αλλά αρκεί να ήταν η δραστηριότητα επιλέξιμη για κρατική ενίσχυση για έρευνα και ανάπτυξη. Απαλλαγή χορηγείται ακόμη υπό ορισμένες προϋποθέσεις για ενισχύσεις για τεχνικές μελέτες σκοπιμότητας που καταρτίζονται στο πλαίσιο της προπαρασκευής των σταδίων βιομηχανικής έρευνας και προανταγωνιστικής ανάπτυξης.

354. Εξάλλου, με τον κανονισμό αριθ. 364/2004 εντάσσονται στον κανονισμό σχετικά με την απαλλαγή κατά κατηγορία για τις ΜΜΕ οι ίδιοι ορισμοί που ισχύουν για τη «βασική» έρευνα, τη «βιομηχανική έρευνα» και την «προανταγωνιστική ανάπτυξη» σύμφωνα με το αντίστοιχο κοινοτικό πλαίσιο· συγχρόνως ο ορισμός των ΜΜΕ ευθυγραμμίζεται με εκείνον που δίδεται στη σύσταση για τις ΜΜΕ[219]. Ο κανονισμός περιλαμβάνει επίσης διατάξεις για την ένταση των ενισχύσεων, με κριτήριο το κατά πόσον η περιφέρεια στην οποία εδρεύει η εκάστοτε ΜΜΕ ή ο τομέας στον οποίον δραστηριοποιείται θεωρούνται επιλέξιμα για τη χορήγηση ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα.

355. Οι ενισχύσεις που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του κανονισμού περί απαλλαγής κατά κατηγορία, περιλαμβανομένων των αναθεωρημένων ορίων που ισχύουν για τις μεμονωμένες χορηγήσεις ενισχύσεων μεγάλου ύψους, πρέπει υποχρεωτικά να κοινοποιούνται και αξιολογούνται με βάση το κοινοτικό πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων στην έρευνα και ανάπτυξη.

1.3. Ενισχύσεις για κατάρτιση

356. Επίσης στις 25 Φεβρουαρίου, η Επιτροπή ενέκρινε τροποποίηση[220] του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 68/2001[221] με την οποία καθιερώνεται ο νέος ορισμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που περιλαμβάνεται στη σύσταση 2003/361, της 6ης Μαΐου 2003[222], σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων. Ο νέος ορισμός ισχύει από 1ης Ιανουαρίου 2005.

1.4. Διάσωση και αναδιάρθρωση

357. Έπειτα από πλήρη επανεξέταση των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 για τις ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης[223], η Επιτροπή εξέδωσε στις 7 Ιουλίου νέες κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων[224], με σκοπό την ενδελεχέστερη εξέταση των κρατικών ενισχύσεων για διάσωση και αναδιάρθρωση, σύμφωνα και με την επιταγή που διατυπωνόταν στα Συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων της Στοκχόλμης του 2001 και της Βαρκελώνης του 2002, στα οποία ζητείτο η μείωση του συνολικού ύψους των κρατικών ενισχύσεων και ο αναπροσανατολισμός τους στην εξυπηρέτηση οριζόντιων στόχων.

358. Η αποχώρηση αναποτελεσματικών επιχειρήσεων αποτελεί ένα κανονικό στοιχείο της λειτουργίας της αγοράς. Η διάσωση από το κράτος μιας επιχείρησης που αντιμετωπίζει δυσκολίες δεν πρέπει να αποτελεί τον κανόνα. Οι ενισχύσεις αυτού του είδους συγκαταλέγονται στις πλέον στρεβλωτικές μορφές κρατικής ενίσχυσης και έχουν δώσει λαβή κατά το παρελθόν για μερικές πολυσυζητημένες υποθέσεις κρατικών ενισχύσεων. Ως εκ τούτου, η γενική αρχή της απαγόρευσης των κρατικών ενισχύσεων, η οποία διατυπώνεται στη συνθήκη, πρέπει να παραμείνει ο κανόνας, οι δε αποκλίσεις από αυτόν τον κανόνα πρέπει να είναι περιορισμένες.

359. Με τις νέες κατευθυντήριες γραμμές καθιερώνονται, λοιπόν, κάπως αυστηρότεροι κανόνες για τις ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης, δεδομένου ότι η συγκεκριμένη κατηγορία ενισχύσεων θεωρείται η πιο καίρια. Παρόλα αυτά, η Επιτροπή έχει απόλυτη επίγνωση των κοινωνικών επιπτώσεων που προκύπτουν από καταστάσεις στις οποίες επιχειρήσεις, είτε με δικό τους φταίξιμο είτε όχι, έρχονται αντιμέτωπες με δυσκολίες που ενδέχεται να οδηγήσουν στη χορήγηση τέτοιου είδους ενισχύσεων[225].

360. Η αρχή που είναι γνωστή ως «άπαξ και για τελευταία φορά» έχει ενισχυθεί, και έχει ρυθμισθεί το ζήτημα των περιστάσεων υπό τις οποίες οι ενισχύσεις που έχουν ενδεχομένως χορηγηθεί σε προβληματική επιχείρηση πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε περίπτωση που η εν λόγω επιχείρηση πτωχεύσει και εξαγορασθεί από άλλη επιχείρηση.

361. Μία νεοσύστατη επιχείρηση δεν είναι επιλέξιμη για ενίσχυση διάσωσης και αναδιάρθρωσης και θεωρείται ως μη επιλέξιμη επί τρία έτη από την έναρξη της δραστηριότητάς της στον εκάστοτε τομέα.

362. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες κατευθυντήριες γραμμές, η οποίες προέβλεπαν μία αυστηρή και προβληματική[226] διάκριση μεταξύ ενισχύσεων διάσωσης και ενισχύσεων αναδιάρθρωσης, οι νέες κατευθυντήριες γραμμές ορίζουν ότι επιτρέπεται οι ενισχύσεις για κατεπείγοντα διαρθρωτικά μέτρα να συμπεριλαμβάνονται στο ποσό που χρειάζεται για να διατηρηθεί η εκάστοτε επιχείρηση σε λειτουργία κατά το χρονικό διάστημα χορήγησης ενισχύσεων διάσωσης. Παρέχεται στα κράτη μέλη η ευχέρεια να προκρίνουν απλουστευμένη διαδικασία για την έγκριση των ενισχύσεων διάσωσης. Επομένως, είναι πλέον ευχερέστερο να προσδιορισθεί η μετάβαση από ενισχύσεις διάσωσης σε ενισχύσεις αναδιάρθρωσης: αφ’ ης στιγμής έχει καταστρωθεί και τεθεί σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα αναδιάρθρωσης, οποιαδήποτε περαιτέρω ενίσχυση θεωρείται ενίσχυση αναδιάρθρωσης.

363. Η απαίτηση για σημαντική συνεισφορά στη διαδικασία αναδιάρθρωσης από μέρους του αποδέκτη έχει ενισχυθεί και αποσαφηνισθεί. Διττός σκοπός της εν λόγω ιδίας συνεισφοράς είναι, αφενός, να καταδειχθεί ότι οι αγορές πιστεύουν ότι είναι πράγματι εφικτή η επάνοδος στη βιωσιμότητα εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος της επιχείρησης που υποβάλλεται σε αναδιάρθρωση και, αφετέρου, να διασφαλισθεί ότι η ενίσχυση περιορίζεται στο ελάχιστο ποσό που απαιτείται για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας, με ταυτόχρονο περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή απαιτεί επίσης τη λήψη αντισταθμιστικών μέτρων, ούτως ώστε να ελαχιστοποιούνται οι συνέπειες για τους ανταγωνιστές.

364. Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων ισχύουν από τις 10 Οκτωβρίου 2004 μέχρι τις 9 Οκτωβρίου 2009.

365. Συνεπάγονται σημαντικές απλουστεύσεις ως προς τους κανόνες που ισχύουν για τη γεωργία:

- Μελλοντικώς, οι κανόνες για τις ενισχύσεις αναδιάρθρωσης προς όφελος επιχειρήσεων που ασχολούνται με τη μεταποίηση και εμπορία γεωργικών προϊόντων θα είναι ακριβώς ίδιοι με αυτούς που ισχύουν για άλλους κλάδους. Τούτο σημαίνει ότι τα κράτη μέλη θα μπορούν να εφαρμόζουν συνεκτικά καθεστώτα αναδιάρθρωσης για τις ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται σε οποιονδήποτε κλάδο. Εγκαταλείπεται η παλαιότερη αρχή σύμφωνα με την οποία ακόμη και μικρές επιχειρήσεις οφείλουν να παράσχουν κάποιο αντάλλαγμα προκειμένου να λάβουν ενίσχυση αναδιάρθρωσης. Η αρχή «άπαξ και για τελευταία φορά» θα ισχύσει επί δέκα έτη και όχι επί πέντε.

- Μερικοί ειδικοί κανόνες διατηρούνται μόνο για τους αγρότες. Καταρχάς, οι εν λόγω κανόνες απλουστεύονται υπό την έννοια ότι επιτρέπεται στα κράτη μέλη σε όλες τις περιπτώσεις (και όχι μόνο όταν η αναδιάρθρωση αφορά αποκλειστικά και μόνο μικρές επιχειρήσεις του γεωργικού τομέα) να υλοποιούν μειώσεις του παραγωγικού δυναμικού σε επίπεδο κλάδου και όχι στο επίπεδο της γεωργικής εκμετάλλευσης που λαμβάνει ενίσχυση αναδιάρθρωσης.

- Καθίσταται σαφές ότι το κλείσιμο παραγωγικού δυναμικού πρέπει να έχει μόνιμο χαρακτήρα (δεν αρκεί πλέον πενταετής διάρκεια). Οι αγροτικές εκτάσεις επιτρέπεται να επανέλθουν στην παραγωγή έπειτα από 15 έτη.

- Απλουστεύονται οι ελάχιστες απαιτήσεις για το κλείσιμο παραγωγικού δυναμικού.

- Όταν το κλείσιμο παραγωγικού δυναμικού συντελείται σε επίπεδο κλάδου, τούτο πρέπει να επιτυγχάνεται εντός έτους από τη χορήγηση της ενίσχυσης. Για να διασφαλίζεται η μη καταστρατήγηση του κλεισίματος, το οικείο κράτος μέλος υποχρεούται να δεσμευθεί ότι δεν θα χορηγήσει επενδυτικές ενισχύσεις με σκοπό την αύξηση του παραγωγικού δυναμικού επί μία πενταετία.

- Το όριο de minimis κάτω από το οποίο δεν απαιτείται το κλείσιμο παραγωγικού δυναμικού απλουστεύεται και αναδιατυπώνεται. Εφόσον δεν χορηγείται ενίσχυση αναδιάρθρωσης για περισσότερο από το 1% του παραγωγικού δυναμικού δεδομένου κλάδου για οποιαδήποτε συναπτή χρονική περίοδο 12 μηνών, δεν είναι υποχρεωτικό το κλείσιμο παραγωγικού δυναμικού.

366. Οι κοινοποιήσεις ενισχύσεων διάσωσης και αναδιάρθρωσης οι οποίες καταχωρήθηκαν πριν από τις 10 Οκτωβρίου 2004 θα εξετασθούν με βάση τις προϋποθέσεις που ίσχυαν κατά τον χρόνο της κοινοποίησης. Παρόλα αυτά, το συμβιβάσιμο ή μη ενισχύσεων που χορηγήθηκαν χωρίς έγκριση της Επιτροπής θα εξετασθεί με γνώμονα τις νέες κατευθυντήριες γραμμές, υπό την προϋπόθεση ότι μέρος ή το σύνολο της ενίσχυσης χορηγήθηκε μετά τη δημοσίευση των κατευθυντήριων γραμμών στην Επίσημη Εφημερίδα, δηλαδή μετά την 1η Οκτωβρίου 2004.

2. Ναυπηγική βιομηχανία

367. Μετά τη στρέβλωση του ανταγωνισμού στην παγκόσμια αγορά, η Επιτροπή και η κυβέρνηση της Κορέας υπέγραψαν στις 22 Ιουνίου 2000 συμφωνία με στόχο την αποκατάσταση συνθηκών δίκαιου και διαφανούς ανταγωνισμού στην εν λόγω αγορά. Η συμφωνία αυτή δεν εφαρμόστηκε με τον προσήκοντα τρόπο από την κυβέρνηση της Κορέας. Το 2002, το Συμβούλιο θέσπισε «προσωρινό αμυντικό μηχανισμό» («ΠΑΜ»)[227] ως εξαιρετικό και πρόσκαιρο μέτρο, και η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία επίλυσης διαφορών[228], ζητώντας την πραγματοποίηση διαβουλεύσεων σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν στο πλαίσιο του ΠΟΕ. Οι διαβουλεύσεις δεν οδήγησαν σε ικανοποιητική λύση. Για τον λόγο αυτό, η Κοινότητα ζήτησε από το όργανο επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ να προβεί στη σύσταση δικαιοδοτικής επιτροπής με αντικείμενο τις αθέμιτες κορεατικές πρακτικές στον τομέα της ναυπηγικής βιομηχανίας. Εν τω μεταξύ, επειδή επίκειτο η λήξη της ισχύος του ΠΑΜ στις 31 Μαρτίου 2004, το Συμβούλιο παρέτεινε την ισχύ του μηχανισμού μέχρι τις 31 Μαρτίου 2005[229].

Καθεστώτα ΠΑΜ

368. Το 2003, πέντε κράτη μέλη (Γερμανία, Δανία, Κάτω Χώρες, Γαλλία και Ισπανία) θέσπισαν εθνικά καθεστώτα ενισχύσεων βάσει του κανονισμού του 2002 περί του ΠΑΜ. Τα εν λόγω καθεστώτα έλαβαν την έγκριση της Επιτροπής και η ισχύς τους έληξε στις 31 Μαρτίου. Το 2004, η Επιτροπή ενέκρινε βάσει του τροποποιηθέντος κανονισμού περί του ΠΑΜ την παράταση της ισχύος των καθεστώτων των Κάτω Χωρών[230], της Γαλλίας[231] και της Ισπανίας[232] μέχρι τις 31 Μαρτίου 2005, καθώς και ένα νέο καθεστώς το οποίο εκπονήθηκε από την Ιταλία[233].

369. Τα καθεστώτα προβλέπουν την παροχή άμεσων ενισχύσεων λειτουργίας σε ναυπηγεία σε ποσοστό μέχρι 6% της συμβατικής αξίας προ ενίσχυσης για την παραγωγή πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, δεξαμενοπλοίων μεταφοράς χημικών και λοιπών προϊόντων και πλοίων μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου. Για να μπορούν να τύχουν περιορισμένης στήριξης βάσει των υπόψη καθεστώτων, τα ναυπηγεία πρέπει να έχουν συνάψει τις οριστικές συμβάσεις ναυπήγησης μέχρι τις 31 Μαρτίου 2005.

3. Γεωργία: Εξελίξεις της πολιτικής και νομοθετικές πρωτοβουλίες κατά το 2004

Ο κανονισμός για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας

370. Στις 6 Οκτωβρίου, η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1860/2004 της Επιτροπής, της 6ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας στους τομείς της γεωργίας και της αλιείας[234]. Ο κανονισμός προβλέπει την απαλλαγή των εθνικών ενισχύσεων μέχρι 3.000 ευρώ ανά γεωργό ή αλιέα επί τρία έτη από την υποχρέωση προηγούμενης κοινοποίησης. Πρόκειται για πρωτοβουλία η οποία θα χρησιμεύσει για τη στήριξη γεωργών που αντιμετωπίζουν προβλήματα. Για να αποφευχθούν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, τα κράτη μέλη που χορηγούν τέτοιου είδους ενισχύσεις οφείλουν να τηρούν ένα συνολικό ανώτατο όριο ενίσχυσης επί μία τριετία. Το όριο αυτό ισούται περίπου με το 0,3% της γεωργικής ή αλιευτικής παραγωγής. Τα κράτη μέλη δύνανται να χορηγούν ενισχύσεις που πληρούν όλες τις προϋποθέσεις του κανονισμού χωρίς προηγούμενη έγκριση της Επιτροπής. Ωστόσο, υποχρεούνται να τηρούν μητρώα, ούτως ώστε να αποδεικνύεται η συμμόρφωση με αμφότερα ανώτατα όρια.

371. Σε περίπτωση που όλα τα κράτη μέλη αξιοποιήσουν στο έπακρο την παραπάνω δυνατότητα, ο μέσος όρος των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που θα χορηγηθούν στο σύνολο της ΕΕ θα ανέρχεται στα 317 εκατ. ευρώ περίπου ετησίως για τη γεωργία και στα 27 εκατ. ευρώ περίπου ετησίως για την αλιεία. Για να έχουν τα κράτη μέλη μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας, στον κανονισμό καθορίζονται τα ποσά που πρέπει να τηρούνται για χρονικό διάστημα τριετίας (και όχι για ένα έτος). Τα ποσά που κάθε κράτος μέλος δύναται να χορηγεί μέσα σε μία τριετία έχουν υπολογισθεί από την Επιτροπή και παρατίθενται σε παράρτημα. Τα χρονικά διαστήματα τριών ετών είναι κινητά, πράγμα που σημαίνει ότι για κάθε νέα χορήγηση ενίσχυσης ήσσονος σημασίας, το συνολικό ποσό των ενισχύσεων αυτής της κατηγορίας που έχουν χορηγηθεί κατά τα προηγούμενα τρία έτη πρέπει να είναι καθορισμένο.

372. Τα κράτη μέλη δύνανται να χορηγούν ενισχύσεις ήσσονος σημασίας με όποιον τρόπο επιθυμούν. Εντούτοις, στον κανονισμό διατυπώνονται μερικοί περιορισμοί προς αποφυγή στρεβλώσεων. Ειδικότερα, απαγορεύεται η χορήγηση εξαγωγικών ενισχύσεων· οι ενισχύσεις δεν πρέπει να εξαρτώνται από την τιμή ή την ποσότητα των προϊόντων που διατίθενται στην αγορά, ούτε επιτρέπεται να τίθεται ως προϋπόθεση γι’ αυτές η χρήση εγχώριων προϊόντων.

373. Ο νέος κανονισμός θα ισχύσει από την 1η Ιανουαρίου 2005 μέχρι τα τέλη του 2008.

374. Ωστόσο, πριν από την έκδοση του κανονισμού (και λόγω του μειωμένου ποσού ενίσχυσης ανά αποδέκτη, της μεθόδου χορήγησης και του συνολικού ύψους των χορηγούμενων ενισχύσεων), η Επιτροπή εφάρμοσε ήδη το σκεπτικό των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας στον τομέα της γεωργίας στις ακόλουθες περιπτώσεις:

- Ενισχύσεις για παραγωγούς γάλακτος (Parmalat) - Γαλλία[235]. Στις 14 Ιουλίου, η Επιτροπή απεφάνθη ότι ενισχύσεις της τάξεως των 200.000 ευρώ με αποδέκτη γύρω στους 120 παραγωγούς γάλακτος οι οποίοι δεν έχουν πληρωθεί για παραδόσεις τους στην Parmalat ήταν ήσσονος σημασίας και συνεπώς δεν ενέπιπταν στο άρθρο 87 παράγραφος 1 ΕΚ. Η ένταση ενίσχυσης δεν υπερέβη σε καμία περίπτωση τις 2.000 ευρώ ανά παραγωγό. Η χορήγηση των ενισχύσεων πραγματοποιήθηκε εν μέρει με την ανάληψη της υποχρέωσης καταβολής τόκων και κεφαλαίου για μη εξοφληθέντα δάνεια, σε ποσοστό μέχρι 10% της σχετικής δόσης και οπωσδήποτε χωρίς υπέρβαση του ποσού των 2.000 ευρώ ανά αποδέκτη.

- Κατεπείγουσες ρυθμίσεις για τη γεωργία (Parmalat) – Ιταλία[236]. Στις 14 Ιουλίου, η Επιτροπή απεφάνθη ότι ενισχύσεις της τάξεως των 995 ευρώ ανά αποδέκτη (συνολικά επρόκειτο για 1,327 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ το συνολικό ποσό ήταν 3,98 εκατ. ευρώ) ήταν ήσσονος σημασίας και συνεπώς δεν ενέπιπταν στο άρθρο 87 παράγραφος 1 ΕΚ. Οι ενισχύσεις χορηγήθηκαν υπό τη μορφή δωδεκάμηνης αναστολής της καταβολής επιβαρύνσεων κοινωνικής ασφάλισης για αγρότες οι οποίοι προμηθεύουν την Parmalat αλλά δεν έχουν πληρωθεί για παραδόσεις γάλακτος που έχουν ήδη πραγματοποιήσει. Η Επιτροπή κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι μία επικουρική εγγύηση για πιστώσεις που προσφέρθηκαν στους ίδιους αγρότες μέσω ειδικού τραπεζικού ταμείου εγγυήσεων δεν εμπεριείχε στοιχεία κρατικής ενίσχυσης διότι η παροχή της εγγύησης έγινε σύμφωνα με τους συνήθεις όρους της αγοράς.

- Ενισχύσεις προς οργανώσεις παραγωγών – Ισπανία[237]. Στις 7 Μαΐου, η Επιτροπή εξέδωσε τελική απόφαση με την οποία αποφαινόταν ότι οι κρατικές ενισχύσεις τις οποίες σχεδίαζε να χορηγήσει η Ισπανία σε οργανώσεις παραγωγών ελαιολάδου της Εξτρεμαδούρα δεν συνιστούσαν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 ΕΚ. Η χορήγηση των υπόψη ενισχύσεων αποσκοπεί στη χρηματοδότηση του κόστους υποβολής αίτησης για την εξασφάλιση κοινοτικής στήριξης για τους παραγωγούς ελαιολάδου. Τα σχετικά ποσά ανέρχονται σε 12 ευρώ περίπου ανά αίτηση. Η απόφαση κατέληγε στο συμπέρασμα ότι οι οργανώσεις παραγωγών, που είναι οι αποδέκτες των ενισχύσεων, αναπτύσσουν τη δραστηριότητά τους προς όφελος των παραγωγών ελαιολάδου. Συνεπώς, η ενίσχυση καθιστά δυνατή τη μείωση ή και εκμηδένιση της συνεισφοράς των μελών στην οργάνωση που τη λαμβάνει. Κατά συνέπεια, ουσιαστικοί δικαιούχοι της ενίσχυσης είναι οι παραγωγοί, οι οποίοι με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζουν μειωμένη ετήσια συνεισφορά. Επειδή ο συνολικός προϋπολογισμός του εν λόγω καθεστώτος ενισχύσεων είναι 120.200 ευρώ ετησίως και ο δηλωμένος αριθμός των παραγωγών που ωφελούνται από το καθεστώς ανέρχεται στις 11.500, το ποσό ενίσχυσης ανά αποδέκτη σε ετήσια βάση είναι 10,4 ευρώ.

- Αποζημίωση για την ανομβρία το 2003 – Γαλλία[238]. Στις 20 Οκτωβρίου, η Επιτροπή αποφάσισε να μην εγείρει αντιρρήσεις για τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης σε αγρότες που είχαν πληγεί από την ανομβρία το 2003. Το στοιχείο επιχορήγησης της ανάληψης της υποχρέωσης καταβολής τόκων επί μη αποπληρωθέντων δανείων (20 εκατ. ευρώ) θεωρήθηκε ως ήσσονος σημασίας[239].

- Ενισχύσεις για την κρίση της σπογγοειδούς εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών - Ιταλία[240]. Την 1η Δεκεμβρίου, η Επιτροπή επέτρεψε με αναδρομική ισχύ στην Ιταλία να χορηγήσει κρατική ενίσχυση για την κάλυψη του κόστους της υποχρεωτικής καταστροφής ειδικών υλικών κινδύνου και της αποθήκευσης υλικών χαμηλού κινδύνου, καθώς επίσης εισοδηματική ενίσχυση σε παραγωγούς του τομέα των βοοειδών για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης της σπογγοειδούς εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών του 2001. Η εισοδηματική ενίσχυση στον κατάντη κλάδο που καλύπτεται από τη συγκεκριμένη ενίσχυση ανέρχεται σε περίπου 103,25 ευρώ ανά εκμετάλλευση και θεωρήθηκε ήσσονος σημασίας[241].

Κανονισμός περί απαλλαγής κατά κατηγορία

375. Ο νέος κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1/2004 της Επιτροπής σχετικά με τη χορήγηση απαλλαγής για ορισμένες κατηγορίες κρατικών ενισχύσεων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις του γεωργικού τομέα[242] τέθηκε σε ισχύ στις 24 Ιανουαρίου. Τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται πλέον να κοινοποιούν εκ των προτέρων τα σχετικά μέτρα ενίσχυσης στην Επιτροπή προς έγκριση.

376. Σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 19 του κανονισμού, για να τύχει απαλλαγής μία μεμονωμένη ενίσχυση ή ένα καθεστώς ενισχύσεων, τα κράτη μέλη «το αργότερο δέκα εργάσιμες ημέρες πριν από την έναρξη της ισχύος ενός καθεστώτος ενισχύσεων ή τη χορήγηση μεμονωμένης ενίσχυσης που δεν εντάσσεται σε συγκεκριμένο καθεστώς, τα οποία απαλλάσσονται βάσει του παρόντος κανονισμού, […] διαβιβάζουν στην Επιτροπή για δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνοπτικές πληροφορίες σχετικά με το εν λόγω καθεστώς ενισχύσεων ή μεμονωμένη ενίσχυση, χρησιμοποιώντας το έντυπο του παραρτήματος Ι».

377. Κατ’ εφαρμογή της διαδικασίας αυτής, τα κράτη μέλη έχουν ήδη διαβιβάσει στις υπηρεσίες της Επιτροπής συνοπτική παρουσίαση περίπου 70 διαφορετικών μέτρων, και η Επιτροπή έχει δημοσιεύσει τα σχετικά στοιχεία στο Διαδίκτυο[243].

Εφαρμογή των υφιστάμενων κατευθυντήριων γραμμών: Προώθηση και διαφήμιση προϊόντων ποιότητας

378. Η Επιτροπή έκρινε μια σειρά υποθέσεων κρατικών ενισχύσεων που αφορούσαν την προώθηση και διαφήμιση γεωργικών προϊόντων. Οι υποθέσεις αυτές έδωσαν την ευκαιρία στην Επιτροπή:

- να αποσαφηνίσει και να αναπτύξει τον τρόπο εφαρμογής των κατευθυντήριων γραμμών για τη διαφήμιση γεωργικών προϊόντων όσον αφορά τα σήματα ποιότητας και τον καθορισμό κριτηρίων για την απόδοση του χαρακτηρισμού «προϊόν ποιότητας» σε συνάρτηση με τις προϋποθέσεις του άρθρου 24β(3) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1257/1999, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1783/2003[244]·

- να καθορίσει τα όρια για τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων για τις αποκαλούμενες «κοινές δράσεις προώθησης», π.χ. τα όρια για την απευθείας σύνδεση μιας οργάνωσης εμπορίας και επιμέρους επιχειρήσεων. (Σύμφωνα με το σημείο 29 των κατευθυντήριων γραμμών περί διαφήμισης, οι δραστηριότητες διαφήμισης οι οποίες χρηματοδοτούνται από κοινού από το κράτος και από μία ή περισσότερες επιμέρους επιχειρήσεις πρέπει να θεωρούνται ασυμβίβαστες με τους σχετικούς κανόνες, λόγω του ότι η ομάδα-στόχος, δηλαδή οι καταναλωτές, ενδέχεται να μην είναι σε θέση να αντιληφθεί κατά πόσον ένα διαφημιστικό μέτρο για μία ή περισσότερες επιχειρήσεις εντάσσεται ή όχι σε εκστρατεία η οποία τυγχάνει δημόσιας υποστήριξης)[245]·

- να επαναβεβαιώσει τη θέση της σχετικά με τις ενισχύσεις για σήματα τα οποία παραπέμπουν στην προέλευση του προϊόντος[246] και για ορισμένες γενικής φύσεως απαιτήσεις των κατευθυντήριων γραμμών[247].

4. Αλιεία

379. Την 1 η Νοεμβρίου τέθηκε σε ισχύ μια νέα δέσμη κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της αλιείας. Με τους εν λόγω κανόνες η πολιτική στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων ευθυγραμμίζεται με την αναμορφωμένη κοινή πολιτική αλιείας, η οποία υιοθετήθηκε τον Δεκέμβριο του 2002. Οι νέοι κανόνες προβλέπουν απαλλαγή κατά κατηγορία για ορισμένα είδη ενισχύσεων, που δεν θα πρέπει πλέον υποχρεωτικά να κοινοποιούνται και να εγκρίνονται από την Επιτροπή πριν από την υλοποίησή τους από το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της αλιείας οι οποίες δεν εμπίπτουν στον κανονισμό περί απαλλαγής κατά κατηγορία[248] θα εξακολουθήσουν να είναι υποχρεωτικά κοινοποιητέες στην Επιτροπή και θα υπόκεινται στις νέες κατευθυντήριες γραμμές για την εξέταση κρατικών ενισχύσεων στον τομέα της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας[249], οι οποίες άρχισαν ομοίως να ισχύουν την 1η Νοεμβρίου.

380. Τα μέτρα που υπάγονται στην απαλλαγή κατά κατηγορία αφορούν ενισχύσεις οι οποίες δεν είναι πιθανό να απειλήσουν τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων ή να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό κατά τρόπο ο οποίος αντιστρατεύεται το κοινό συμφέρον και οι οποίες ως εκ τούτου ουδέποτε οδήγησαν στην κίνηση διαδικασιών έρευνας από μέρους της Επιτροπής. Κάθε σχετική ενίσχυση πρέπει να πληροί αυστηρά τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στον κανονισμό περί απαλλαγής κατά κατηγορία, οι οποίες είναι πανομοιότυπες με αυτές που ισχύουν για τη χορήγηση κοινοτικής χρηματοδότησης βάσει του Χρηματοδοτικού Μέσου Προσανατολισμού της Αλιείας («ΧΜΠΑ»).

381. Η απαλλαγή κατά κατηγορία θα ισχύει για τις ενισχύσεις που χορηγούνται σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και δεν υπερβαίνουν το 1 εκατ. ευρώ, καθώς και για τις ενισχύσεις που αποσκοπούν στη χρηματοδότηση μέτρων με μέγιστο επιλέξιμο ποσό τα 2 εκατ. ευρώ.

382. Για να διασφαλίζεται η προσήκουσα χορήγηση των σχετικών ενισχύσεων, το έργο της παρακολούθησης συντελείται με την εκ των προτέρων παροχή απλουστευμένων πληροφοριακών στοιχείων στην Επιτροπή σχετικά με τις ενισχύσεις που σχεδιάζεται να χορηγηθούν, τα οποία δημοσιεύονται στο Διαδίκτυο και στην Επίσημη Εφημερίδα, καθώς και με την τήρηση υποχρεώσεων για την εκ των υστέρων υποβολή εκθέσεων.

5. Άνθρακας και μεταφορές

Άνθρακας

383. Με τη διεύρυνση της Ένωσης, ο αριθμός των χωρών μελών που παράγουν άνθρακα αυξήθηκε από τρεις (Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ισπανία) σε επτά, με την προσθήκη της Πολωνίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Σλοβακίας και της Ουγγαρίας. Παρά την πρόσφατη κατακόρυφη αύξηση της αγοραίας τιμής σποτ του άνθρακα, μεγάλα τμήματα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας άνθρακα εξακολουθούν να μην είναι ανταγωνιστικά εάν δεν λαμβάνουν μαζικές κρατικές επιχορηγήσεις. Η Γερμανία, η Πολωνία και η Ουγγαρία κοινοποίησαν στην Επιτροπή τα σχέδια αναδιάρθρωσής τους για τα επόμενα έτη. Η Επιτροπή κίνησε την επίσημη διαδικασία σχετικά με το σχέδιο αναδιάρθρωσης της ισπανικής βιομηχανίας άνθρακα.

Μεταφορές

384. Η Επιτροπή διατήρησε ευνοϊκή στάση έναντι της δημόσιας χρηματοδότησης για την προώθηση των φιλικών προς το περιβάλλον μέσων μεταφοράς, ούτως ώστε να επιτευχθεί μείωση των οδικών μεταφορών. Κατά συνέπεια, οι σιδηροδρομικές μεταφορές θεωρούνται πρωταρχικό στοιχείο της κοινής πολιτικής μεταφορών της Κοινότητας, η οποία κατατείνει στην ανάπτυξη βιώσιμου συστήματος μεταφορών με τη μετατόπιση της ισορροπίας μεταξύ των διαφόρων μέσων μεταφοράς. Στο πλαίσιο αυτό, η αναζωογόνηση των σιδηροδρόμων συγκαταλέγεται στους μείζονες στόχους. Οι σιδηροδρομικές μεταφορές πρέπει, και πάλι, να καταστούν αρκούντως ανταγωνιστικές ώστε να παραμείνουν ένας από τους πρωταγωνιστές του συστήματος μεταφορών στη διευρυμένη Ευρώπη. Το άνοιγμα της αγοράς σιδηροδρομικών μεταφορών έχει καθοριστική σημασία για την αναζωογόνηση των σιδηροδρόμων. Μέχρι το 2008, το σύνολο του ευρωπαϊκού δικτύου μεταφοράς εμπορευμάτων, τόσο σε διεθνές όσο και σε εθνικό επίπεδο, θα έχει ανοίξει πλήρως στον ανταγωνισμό. Εκτιμάται ότι η έλευση νέων σιδηροδρομικών επιχειρήσεων θα καταστήσει τον κλάδο ανταγωνιστικότερο και θα παρακινήσει τις εθνικές επιχειρήσεις να αναδιαρθρωθούν.

385. Η πρακτική που ακολουθείται παγίως εφαρμόστηκε στον τομέα των συνδυασμένων μεταφορών. Ειδικότερα, η Επιτροπή ενέκρινε διάφορα καθεστώτα ενισχύσεων που αποσκοπούν στην αντιστάθμιση του επιπρόσθετου κόστους των συνδυασμένων μεταφορών.

386. Προκειμένου για τις οδικές μεταφορές, εξετάστηκαν τα σχέδια αναδιάρθρωσης μεγάλων επιχειρήσεων.

387. Στον ναυτιλιακό τομέα, εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά οι νέες κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα των θαλασσίων μεταφορών[250]. Η Επιτροπή μερίμνησε ιδίως για την αποδοχή από τα κράτη μέλη των κατάλληλων μέτρων που προτείνονται στις ρηθείσες κατευθυντήριες γραμμές.

388. Σε ό,τι αφορά τις αεροπορικές μεταφορές, η χρονιά σημαδεύτηκε από την έκδοση βαρυσήμαντης απόφασης της Επιτροπής επί της υπόθεσης Ryanair-Charleroi . Η Επιτροπή αναγνώρισε ότι η παροχή κρατικών ενισχύσεων περιορισμένου ύψους ενδέχεται να είναι δικαιολογημένη για την εξασφάλιση της καλύτερης χρήσης δευτερευόντων αερολιμένων, με σκοπό τη δημιουργία νέων μεταφορικών συνδέσεων από τις οποίες απορρέουν περιφερειακά οφέλη και αποσυμφόρηση των αιθέρων. Θα ακολουθήσει η έκδοση κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τη χρηματοδότηση των αερολιμένων και την έναρξη λειτουργίας νέων δρομολογίων. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές θα αποσαφηνίζουν τα περιθώρια επέκτασης των περιφερειακών αερολιμένων στην αγορά, με ταυτόχρονη τήρηση της κοινοτικής νομοθεσίας.

6. Δημόσιες υπηρεσίες/υπηρεσίες γενικού (οικονομικού) συμφέροντος

389. Η σπουδαιότητα που τα κράτη μέλη αποδίδουν στις δημόσιες υπηρεσίες αναδεικνύεται από τις πρόσφατες εκτεταμένες δημόσιες συζητήσεις γύρω από όλες τις πτυχές των εν λόγω υπηρεσιών, περιλαμβανομένου του τρόπου με τον οποίον πρέπει να παρέχονται, καθώς επίσης από το γεγονός ότι το σχέδιο Συντάγματος της ΕΕ τις μνημονεύει ρητά.

390. Σε ό,τι αφορά την πολιτική ανταγωνισμού, η Επιτροπή ασχολήθηκε με το ερώτημα μέχρι ποίου σημείου η παροχή αντιστάθμισης για υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος («ΥΓΟΣ») μπορεί να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό υπό το πρίσμα των κρατικών ενισχύσεων. Μετά την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου επί της υπόθεσης Altmark [251] σχετικά με τον χαρακτηρισμό αντιστάθμισης ως κρατικής ενίσχυσης, η Επιτροπή κατήρτισε δέσμη τριών προτάσεων με σκοπό τη θέση σε εφαρμογή των κριτηρίων που έχει διατυπώσει το ΔΕΚ:

Κοινοτικό πλαίσιο σχετικά με την αντιστάθμιση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας

391. Το κοινοτικό πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις που παρέχονται υπό τη μορφή αντιστάθμισης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας αποσαφηνίζει τα κριτήρια βάσει των οποίων η Επιτροπή σκοπεύει να αξιολογεί τις αντισταθμίσεις από μέρους των κρατών μελών για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας με βάση τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων.

392. Το ΔΕΚ έκρινε ότι μία αντιστάθμιση αυτής της μορφής δεν συνιστά κρατική ενίσχυση εάν, μεταξύ άλλων προϋποθέσεων, το ποσό της έχει καθοριστεί μέσω γνήσιας και ουσιαστικής διαδικασίας υποβολής προσφορών υπό συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού ή με βάση τα έξοδα στα οποία θα υποβάλλετο μία μεσαίου μεγέθους επιχείρηση η οποία τελεί υπό καλή διαχείριση για την παροχή των σχετικών υπηρεσιών. Με τον τρόπο αυτό, εκτιμάται ότι υπάρχει αύξηση της αποτελεσματικότητας παροχής των ΥΓΟΣ χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η λειτουργία τους. Σε αντίθετη περίπτωση, η αντιστάθμιση συνιστά κρατική ενίσχυση και πρέπει υποχρεωτικά να κοινοποιείται. Μία ενίσχυση η οποία κοινοποιείται σε αυτό το πλαίσιο ενδέχεται να κηρυχθεί συμβιβάσιμη με τη συνθήκη βάσει του άρθρου 86 παράγραφος 2 ΕΚ υπό την προϋπόθεση ότι είναι αναγκαία για τη λειτουργία της εκάστοτε ΥΓΟΣ και δεν επηρεάζει την ανάπτυξη των συναλλαγών σε βαθμό ο οποίος αντίκειται στα συμφέροντα της Κοινότητας.

393. Σύμφωνα με το άρθρο 86 ΕΚ και τη συναφή νομολογία, τα κράτη μέλη διαθέτουν ευρεία διακριτική ευχέρεια για τον προσδιορισμό των ΥΓΟΣ. Εντούτοις, σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση υπό το πρίσμα της νομοθεσίας για τις κρατικές ενισχύσεις, επιβάλλεται οι επιχειρήσεις που παρέχουν ΥΓΟΣ να έχουν λάβει ειδική εντολή για το συγκεκριμένο έργο από το οικείο κράτος μέλος. Αντιστοίχως, απαιτείται η ανάθεση δημόσιας υπηρεσίας προκειμένου να καθορισθούν οι εκατέρωθεν υποχρεώσεις της επιχείρησης και του κράτους (δηλαδή της εθνικής, περιφερειακής ή τοπικής αρχής). Στο πλαίσιο κάθε τέτοιας ανάθεσης πρέπει να προσδιορίζονται τα εξής:

- ο ακριβής χαρακτήρας της υποχρέωσης δημόσιας υπηρεσίας·

- η επιχείρηση ή οι επιχειρήσεις και η καλυπτόμενη γεωγραφική περιοχή·

- τα τυχόν αποκλειστικά δικαιώματα που παραχωρούνται στις επιχειρήσεις·

- η μέθοδος υπολογισμού και αναθεώρησης της αντιστάθμισης, περιλαμβανομένου εύλογου κέρδους·

- οι ρυθμίσεις για την επιστροφή της τυχόν υπέρμετρης αντιστάθμισης και για ενδεχόμενη κρατική παρέμβαση σε περίπτωση ανεπαρκούς αντιστάθμισης.

394. Το σχέδιο πλαισίου περιλαμβάνει λεπτομερείς κανόνες για τις παραμέτρους που μπορούν να συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό της αντιστάθμισης και καθιστά σαφές ότι κάθε αντιστάθμιση που παρέχεται σε επιχείρηση για την παροχή δημόσιων υπηρεσιών πρέπει πριν από την καταβολή της να κοινοποιείται στην Επιτροπή.

Απόφαση περί απαλλαγής

395. Έχει προταθεί απόφαση βάσει του άρθρου 86 ΕΚ με την οποία ορισμένα αντισταθμιστικά μέτρα θα απαλλάσσονται από την υποχρέωση προηγούμενης κοινοποίησης. Τούτο θα ισχύει όταν το ύψος της αντιστάθμισης δεν υπερβαίνει ορισμένα κατώτατα όρια, καθώς και όταν η αντιστάθμιση παρέχεται για την παροχή συγκεκριμένων δημόσιων υπηρεσιών, π.χ. στους τομείς των νοσοκομείων και της κοινωνικής κατοικίας, αλλά επίσης για τη ναυτιλιακή σύνδεση νησιών, εφόσον η χορήγηση της αντιστάθμισης εκπληρώνει τους κανόνες που ισχύουν για τον υπόψη τομέα και η ετήσια επιβατική κίνηση δεν υπερβαίνει τις 100.000 επιβάτες.

396. Η προτεινόμενη απαλλαγή στηρίζεται στην παραδοχή ότι ο κίνδυνος στρέβλωσης του ανταγωνισμού μέσω της αντιστάθμισης που καταβάλλεται για τέτοιου είδους υπηρεσίες είναι αμελητέος ή ανύπαρκτος.

397. Βάσει της ανωτέρω πρότασης, τα κράτη μέλη θα είναι υποχρεωμένα, όπως προβλέπεται συνήθως στην περίπτωση κανονισμών απαλλαγής, να τηρούν τα μέτρα διασφάλισης της Επιτροπής σε σχέση με το σύνολο των πληροφοριών που απαιτούνται για την αξιολόγηση του συμβιβάσιμου της αντιστάθμισης με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. Παρόλα αυτά, η παροχή τέτοιων πληροφοριών θα είναι υποχρεωτική μόνο έπειτα από την υποβολή γραπτής αίτησης από μέρους της Επιτροπής.

Τροποποίηση της οδηγίας περί διαφάνειας

398. Το τρίτο στοιχείο αφορά την τροποποίηση της «οδηγίας περί διαφάνειας»[252], με την οποία επιδιώκεται να καταστεί σαφές ότι, ακόμη και όταν η αντιστάθμιση που καταβάλλεται για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας δεν συνιστά κρατική ενίσχυση, οι οικείες επιχειρήσεις οφείλουν να τηρούν ξεχωριστές λογιστικές καταστάσεις εφόσον ασκούν και άλλες δραστηριότητες, εκτός του τομέα των ΥΓΟΣ. Η τήρηση αυτοτελών καταστάσεων είναι αναγκαία για να μπορούν να εντοπίζονται τα ποσά που αντιστοιχούν στις ΥΓΟΣ και να υπολογίζεται με βάση αυτά το ορθό ποσό αντιστάθμισης.

399. Τα προαναφερθέντα τρία σχέδια εγγράφων δημοσιεύτηκαν με σκοπό την πραγματοποίηση δημόσιας διαβούλευσης και συζητήθηκαν με τα λοιπά θεσμικά όργανα ενόψει της θέσπισής τους στο εγγύς μέλλον[253]. Πρόκειται δε να επιτρέψουν στην Επιτροπή να φέρει σε πέρας το καθήκον που της έχει ανατεθεί σε σχέση με τις ΥΓΟΣ, δηλαδή να διασφαλίσει τη σωστή λειτουργία τους στο εσωτερικό της ΕΕ και τη λήψη κρατικής αντιστάθμισης μόνο στην έκταση που είναι αναγκαία για την παροχή τους. Από την άλλη πλευρά, η διοικητική επιβάρυνση που συνεπάγεται ο έλεγχος για να εξακριβωθεί ότι δεν υπάρχει στρέβλωση του ανταγωνισμού εξαιτίας υπέρμετρης αντιστάθμισης είναι η ελάχιστη δυνατή.

7. Διαφάνεια

400. Τα στοιχεία για το σύνολο των υφιστάμενων μέτρων κρατικής ενίσχυσης τα οποία υποβάλλονται ετησίως από τα κράτη μέλη, μαζί με κατάλληλους οικονομικούς δείκτες οι οποίοι περιγράφουν την κατάσταση των κρατικών ενισχύσεων στην ΕΕ, συναποτελούν τη βάση του «Πίνακα αποτελεσμάτων για τις κρατικές ενισχύσεις», ο οποίος άρχισε να καταρτίζεται τον Ιούλιο του 2001[254]. Κάθε χρόνο καταρτίζονται δύο εκδόσεις του πίνακα αποτελεσμάτων.

401. Μέχρι τώρα, η εαρινή επικαιροποίηση του πίνακα αποτελεσμάτων κάλυπτε στοιχεία αναφερόμενα στη χρονική περίοδο t-2, π.χ. τα στοιχεία του 2002 εμφανίζονταν το 2004. Βάσει των νέων ρυθμίσεων για την ετήσια υποβολή εκθέσεων, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη έχουν δεσμευθεί να περιορίσουν αυτή τη χρονική υστέρηση, με αποτέλεσμα τα στοιχεία του 2004 να προβλέπεται κανονικά να δημοσιευθούν στην επικαιροποίηση του φθινοπώρου του 2005. Επομένως, ο φθινοπωρινός πίνακας αποτελεσμάτων θα περιλαμβάνει κάθε χρόνο τα πλέον πρόσφατα στοιχεία, ενώ ο εαρινός πίνακας θα περιέχει διεξοδικότερη παρουσίαση ενός συγκεκριμένου θέματος. Κατά το παρελθόν, οι πίνακες αποτελεσμάτων περιελάμβαναν ενότητες σχετικά με τις ενισχύσεις προς υποβοηθούμενες περιοχές, τις ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης, τις ενισχύσεις έρευνας και ανάπτυξης και τις ενισχύσεις προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

402. Η φθινοπωρινή επικαιροποίηση του 2004 του πίνακα αποτελεσμάτων εγκρίθηκε στις 16 Νοεμβρίου[255]. Το κύριο βάρος της εν λόγω επικαιροποίησης δίδεται στην κατάσταση που υπήρχε όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις στα δέκα νέα κράτη μέλη κατά τα τέσσερα έτη προ της προσχώρησης (2000-2003). Το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει ανασκόπηση των μέτρων που έχουν λάβει τα κράτη μέλη με σκοπό την υλοποίηση της «Ατζέντας της Λισσαβόνας» καθώς και για να δοθεί συνέχεια σε μεταγενέστερα συμπεράσματα Συμβουλίων για το θέμα των κρατικών ενισχύσεων. Ειδικότερα, καλύπτονται οι στόχοι της μείωσης των ενισχύσεων, του αναπροσανατολισμού των ενισχύσεων προς οριζόντιους στόχους και της αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των ενισχύσεων. Το τελευταίο μέρος, όπως σε κάθε επικαιροποίηση του πίνακα αποτελεσμάτων, περιλαμβάνει περίληψη των προσπαθειών που έχει καταβάλει η Επιτροπή με σκοπό την απλούστευση και τον εκσυγχρονισμό του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων.

B – Υποθέσεις

1. Ελευθερωμένες αγορές

Βέλγιο: Μεταφορά συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων του πρώτου πυλώνα από τη Belgacom στο βελγικό κράτος [256]

403. Τον Οκτώβριο του 2003, οι βελγικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή για συμφωνία μεταξύ της Belgacom, του βελγικού κράτους και των ιδιωτών μετόχων σχετικά με τη μεταβίβαση των λεγόμενων συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων «του πρώτου πυλώνα» έναντι των εργαζομένων της εταιρείας, από τη Belgacom στο βελγικό κράτος (οι συντάξεις του «πρώτου πυλώνα» είναι αυτές που παρέχονται συνήθως βάσει του γενικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης κάθε κράτους).

404. Στο πλαίσιο της σύστασης της Belgacom ως ανώνυμης εταιρείας το 1992, η Belgacom υποχρεώθηκε να διαχειριστεί και να χρηματοδοτήσει τις συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις του πρώτου πυλώνα των πρώην εργαζομένων της (αυτό σήμαινε ότι καταβάλλονταν συντάξεις στους πρώην εργαζομένους της και ότι η εταιρεία έπρεπε να διασφαλίσει την πλήρη χρηματοδότηση των υπαρχόντων και μελλοντικών συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων), Η κοινοποιηθείσα συμφωνία προέβλεπε ότι από την 1η Ιανουαρίου του 2004, η Belgacom απαλλασσόταν από την επιβάρυνση που ήταν αποτέλεσμα του ειδικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος για τους εργαζομένους της. Σε αντιστάθμιση, το βελγικό κράτος έλαβε εφάπαξ πληρωμή από τη Belgacom ύψους 5 δισεκατ. ευρώ καθώς και ετήσιες διαδοχικές συνεισφορές που διασφάλιζαν τη χρηματοδότηση των μελλοντικών συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων.

405. Με την απόφασή της της 21ης Ιανουαρίου, η Επιτροπή συμπέρανε ότι η μεταβίβαση ήταν χρηματοδοτικά ουδέτερη δεδομένου ότι η Belgacom, σε αντιστάθμιση της μεταφοράς των συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων στο βελγικό κράτος, καταβάλλει ποσό που αντιστοιχεί στην καθαρή παρούσα αξία της υποχρέωσης που ανέλαβε το βελγικό κράτος. Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί ότι η εν λόγω πράξη δεν προσέφερε στη Belgacom πλεονέκτημα πέρα εκείνου που θα διέθετε κάτω από κανονικές συνθήκες της αγοράς και συνεπώς το μέτρο δεν συνιστά κρατική ενίσχυση.

Ενίσχυση που χορήγησε η Γαλλία στην Coopérative d’exportation du livre français (Celf) [257]

406. Στις 20 Απριλίου, η Επιτροπή ενέκρινε την ενίσχυση που χορήγησε η Γαλλία από το 1980 έως το 2001 στην Coopérative d’exportation du livre français (Celf). Η Επιτροπή θεώρησε ότι η ενίσχυση στη Celf για την επεξεργασία μικρών παραγγελιών βιβλίων στη γαλλική γλώσσα, μολονότι χορηγήθηκε παράνομα, ήταν συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της συνθήκης όντας αναλογική με τον επιδιωκόμενο πολιτιστικό στόχο. Η Επιτροπή θεώρησε ότι η ενίσχυση δεν επηρέασε το εμπόριο και τον ανταγωνισμό στην Κοινότητα σε βαθμό αντίθετο με το κοινό συμφέρον. Στόχος της ενίσχυσης ήταν να διατηρηθεί η μη κερδοσκοπική δραστηριότητα της Celf. Η Celf δεχόταν οποιουδήποτε τύπου παραγγελίες από πωλητές βιβλίων (όχι τελικούς καταναλωτές) εγκατεστημένους στο εξωτερικό σε μη γαλλόφωνες περιοχές, ανεξάρτητα από το ύψος της παραγγελίας, το επικερδές της και τον προορισμό. Στο πλαίσιο της ενίσχυσης, λάμβανε λειτουργική ενίσχυση με σκοπό την αντιστάθμιση του υπερβάλλοντος κόστους από τη διαχείριση παραγγελιών κάτω των 500 FRF (περίπου 76 ευρώ). Στην εν λόγω απόφαση ελήφθη δεόντως υπόψη η απόφαση του Πρωτοδικείου της 28ης Φεβρουαρίου 2002 που αναίρεσε εν μέρει παλαιότερη απόφαση της Επιτροπής της 10ης Ιουνίου 1998 με το επιχείρημα ότι η Επιτροπή έπρεπε να είχε κάνει διάκριση μεταξύ της αγοράς των παραγγελιών και της αγοράς εξαγωγής βιβλίων στη γαλλική γλώσσα γενικά.

Τροποποίηση των τελών που οφείλονται για τις άδειες UMTS, Γαλλία [258]

407. Τον Οκτώβριο του 2002, η Επιτροπή έλαβε καταγγελία κατά της απόφασης της γαλλικής κυβέρνησης να μειώσει τα τέλη που οφείλονταν από τις επιχειρήσεις Orange και SFR για τις άδειες UMTS.

408. Η Επιτροπή θεώρησε ότι βάσει της σημερινής κοινοτικής νομοθεσίας εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίσουν τις προϋποθέσεις ανάθεσης των αδειών UMTS, εφόσον πληρούν τους όρους που καθορίζονται στην οδηγία 97/13/EΚ, δηλαδή ότι οι διαδικασίες και τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται είναι αντικειμενικά, διαφανή και δεν συνιστούν διακρίσεις.

409. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Επιτροπή σημείωσε ότι η γαλλική κυβέρνηση εφάρμοσε τους ίδιους όρους για την παροχή αδειών UMTS σε όλες τις εταιρείες (διάρκεια, τέλη, τεχνικοί όροι) και ότι οι εν λόγω όροι ήταν αντικειμενικοί και δεν συνιστούσαν διακρίσεις. Δεδομένου ότι η κυβέρνηση δεν προέβη σε διάκριση μεταξύ των εταιρειών, δεν αποδόθηκε κάποιο πλεονέκτημα στην Orange και τη SFR. Συνεπώς, η Επιτροπή αποφάσισε στις 20 Ιουλίου ότι το μέτρο δεν συνιστά κρατική ενίσχυση και απέρριψε την καταγγελία.

Υπερβάλλοντα κόστη

410. Στο πλαίσιο της σταδιακής ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η Επιτροπή ενέκρινε δύο νέες υποθέσεις κρατικής ενίσχυσης για την αντιστάθμιση του υπερβάλλοντος κόστους, στην Ιταλία[259]και την Πορτογαλία[260]. Το υπερβάλλον κόστος είναι το κόστος που επιβαρύνει τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνταν στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας πριν ο τομέας ελευθερωθεί και του οποίου η αποπληρωμή με την ελευθέρωση της αγοράς καθίσταται δύσκολη αν όχι αδύνατη.

411. Η Επιτροπή διαθέτει πλέον μια αξιόπιστη πρακτική στον τομέα της αντιστάθμισης του υπερβάλλοντος κόστους. Τον Ιούλιο του 2001 ενέκρινε ανακοίνωση που καθόριζε τη μεθοδολογία που πρέπει να χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση τέτοιων ενισχύσεων[261]. Εφάρμοσε τη μεθοδολογία αυτή για την αντιστάθμιση υπερβάλλοντος κόστους στην Αυστρία, το Βέλγιο, την Ελλάδα, τις Κάτω Χώρες και την Ισπανία.

412. Στην Ιταλία, η απόφαση καλύπτει ιδιαίτερα δύο πτυχές: το κόστος για τις μονάδες παραγωγής ενέργειας που δημιουργήθηκαν πριν από το 1997 και το κόστος που συνδέεται με τη σύμβαση υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής (take-or-pay) για Νιγηριανό φυσικό αέριο, που υπεγράφη από την ENEL το 1992, και για το τμήμα που αφορούσε την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Το ποσοστό που καλύπτει εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας καλύπτει μόνο την περίοδο από το 2000 ως το 2003, μετά την οποία οι παραγωγοί δεν δικαιούνται αντιστάθμιση για το υπερβάλλον κόστος τους. Η συνολική αντιστάθμιση δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 850 εκατ. ευρώ. Θα χορηγηθεί στην ENEL και τις εταιρείες που κληρονόμησαν τα υπερβάλλοντα περιουσιακά στοιχεία της.

413. Το μέρος που αφορά τα κόστη τα οποία συνδέονται με τη σύμβαση υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής στοχεύει στην αντιστάθμιση του κόστους για την ENEL επειδή η εταιρεία δεν μπόρεσε να επεξεργαστεί το φυσικό αέριο στην Ιταλία, όπως σχεδίαζε αρχικά. Θα καλύπτει το κόστος επεξεργασίας του φυσικού αερίου εκτός της Ιταλίας ως το 2009. Η αντιστάθμιση θα ανέλθει κατ’ ανώτατο όριο σε 1465 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, η αντιστάθμιση θα χορηγηθεί μόνο για το φυσικό αέριο το οποίο θα χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

414. Η πορτογαλική υπόθεση ήταν ελαφρώς διαφορετική από την ιταλική και από άλλες προηγούμενες υποθέσεις. Η πορτογαλική αγορά ήταν αρχικά διαρθρωμένη γύρω από μια σειρά μακροπρόθεσμων συμβάσεων μεταξύ ενός δικτύου κρατικών εταιρειών και τριών ομίλων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας αντί ενός γενικού νόμου που καθόριζε τους τιμολογιακούς κανόνες για τον τομέα του ηλεκτρισμού, όπως στα κράτη μέλη των οποίων οι υποθέσεις είχαν αναλυθεί προηγουμένως από την Επιτροπή. Η Πορτογαλία κατάργησε τις εν λόγω μακροπρόθεσμες συμβάσεις και τις αντικατέστησε με κρατική αντιστάθμιση.

415. Δεδομένου ότι βάσει τη μεθοδολογίας της Επιτροπής το υπερβάλλον κόστος έπρεπε να διατηρηθεί στο «ελάχιστο απαραίτητο επίπεδο», η Επιτροπή έπρεπε να ελέγξει, ακόμη και στην ιδιαίτερη αυτή περίσταση, ότι η αντιστάθμιση δεν θα περιελάμβανε περισσότερο από την επιστροφή των αρχικών επενδύσεων, περιλαμβανομένου και όπου ήταν απαραίτητο ενός λογικού περιθωρίου κέρδους. Η δυνατότητα των ομίλων να αντισταθμίσουν ζημιές ορισμένων εγκαταστάσεων με κέρδη από άλλες ελήφθη επίσης υπόψη. Η Επιτροπή διασφάλισε ότι εισήχθη ο κατάλληλος μηχανισμός τακτικής προσαρμογής των αντισταθμίσεων ώστε να προληφθεί τυχόν υπεραντιστάθμιση, ακόμη και αν ο ανταγωνισμός δεν αναπτύχθηκε όπως αναμενόταν.

2. Ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης

Alstom[262]

416. Στις 7 Ιουλίου, η Επιτροπή ενέκρινε απόφαση υπό όρους με την οποία επιτρέπει τη χορήγηση ενίσχυσης αναδιάρθρωσης ύψους 3 δισεκατ. ευρώ στην Alstom, με τη μορφή εγγυήσεων, επενδύσεων σε αύξηση κεφαλαίου, και, για μικρότερο μέρος σε δάνεια. Οι προϋποθέσεις που καθορίζονται από την απόφαση βασίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές καθορίζουν τρεις κύριες προϋποθέσεις για τη χορήγηση ενισχύσεων αναδιάρθρωσης.

417. Πρώτον, η ενίσχυση και το σχετικό σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να οδηγούν στην ανάκτηση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας χωρίς περαιτέρω κρατική παρέμβαση. Η Επιτροπή συμπέρανε ότι η τελευταία έκδοση των χρηματοδοτικών και λειτουργικών σχεδίων αναδιάρθρωσης που υπέβαλε η Γαλλία αναμένεται να επιτρέψουν στην επιχείρηση να επιβιώσει και να καταστεί και πάλι ανταγωνιστική. Η απόφαση καθορίζει ότι το λειτουργικό σχέδιο, που περιλαμβάνει το κλείσιμο εγκαταστάσεων, μειώσεις προσωπικού και αναδιάρθρωση, θα εφαρμοστεί πλήρως. Επιπλέον, ζητήθηκε να καταβληθούν συμπληρωματικές προσπάθειες στον τομέα της ναυτιλίας καθώς και η σύναψη βιομηχανικών συνεργασιών για ένα σημαντικό μέρος των δραστηριοτήτων της εταιρείας προκειμένου να ενισχυθούν η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα και οι προοπτικές της εταιρείας.

418. Δεύτερον, η κρατική ενίσχυση πρέπει να περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο. Η Επιτροπή συμπέραινε ότι τηρείται η προϋπόθεση αυτή δεδομένου ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης που ενέκρινε η απόφαση της Επιτροπής βασίζεται σε ουσιώδη χρηματοδοτική συνεισφορά πιστωτικών ιδρυμάτων, ιδιωτών επενδυτών και της ίδιας της εταιρείας. Επιπλέον, η ενίσχυση περιορίζεται χρονικά δεδομένου ότι, πρώτον, νέες κρατικές εγγυήσεις μπορούν να χορηγηθούν μόνο κατά τα πρώτα δύο έτη μετά την έγκριση της απόφασης και, δεύτερον, το γαλλικό κράτος ζήτησε να πωλήσει, εντός τεσσάρων ετών, ολόκληρη τη συμμετοχή του στην Alstom, που απορρέει από τη συμμετοχή στις προαναφερθείσες αυξήσεις κεφαλαίου.

419. Τρίτον, η στρέβλωση του ανταγωνισμού πρέπει να περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο. Προκειμένου να τηρηθεί το κριτήριο αυτό, η απόφαση προβλέπει τα ακόλουθα μέτρα για την αποκατάσταση του ανταγωνισμού και την αποζημίωση των ανταγωνιστικών επιχειρήσεων: (i) ορισμένες εκχωρήσεις πέρα από αυτές που πραγματοποίησε ήδη η Alstom το 2003, (ii) τη δημιουργία κοινών επιχειρήσεων και βιομηχανικών συνεργασιών για ορισμένες υφιστάμενες δραστηριότητες, (iii) τον έλεγχο της τιμολογιακής πολιτικής και των εξαγορών εταιρειών για τέσσερα έτη, (iv) την πώληση της συμμετοχής του κράτους στην εταιρεία και (v) την έγκριση μέτρων για το άνοιγμα της γαλλικής αγοράς τροχαίου υλικού.

420. Κατά τα επόμενα τέσσερα έτη, η Επιτροπή θα ελέγχει την τήρηση της εν λόγω απόφασης.

MobilCom[263]

421. Στις 14 Ιουλίου, η Επιτροπή ενέκρινε ενίσχυση διάσωσης που χορηγήθηκε στην MobilCom. Η έγκριση της ενίσχυσης συνδέθηκε με την προϋπόθεση ότι η MobilCom και οι θυγατρικές της θα πάψουν τις άμεσες πωλήσεις online τηλεφωνικών συμβάσεων MobilCom για επτά μήνες ώστε να αντισταθμιστεί η στρέβλωση του ανταγωνισμού που προκαλείται από την ενίσχυση.

422. Η MobilCom είναι γερμανική εταιρεία παροχής υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας. Αντιμετώπισε δυσκολίες το 2002. Η Γερμανία χορήγησε μια πρώτη εγγύηση για την κατάπτωση δανείου 50 εκατ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2002 ώστε να επιλύσει το πρόβλημα ρευστότητας της εταιρείας. Η ενίσχυση εγκρίθηκε ως ενίσχυση διάσωσης τον Ιανουάριο του 2003[264] και δεν αποτελούσε τμήμα της τελικής απόφασης υπό όρους που εγκρίθηκε τον Ιούλιο του 2004[265].

423. Προκειμένου να διασφαλιστεί η περαιτέρω χρηματοδότηση, που ήταν απαραίτητη για τα μέτρα αναδιάρθρωσης στον τομέα, η Γερμανία και το ομόσπονδο κρατίδιο του Schleswig-Holstein χορήγησαν μια ακόμη εγγύηση έως το 80% δανείου ύψους 112 εκατ. ευρώ τον Νοέμβριο του 2002. Η Επιτροπή θεώρησε ότι το μέτρο αυτό αποτελούσε ενίσχυση αναδιάρθρωσης.

424. Το κυριότερο πρόβλημα ανταγωνισμού κατά την Επιτροπή ήταν ότι χάρη στην εγγύηση, η MobilCom μπορούσε να αναδιαρθρώσει ταχύτατα τις δραστηριότητές της. Στο πλαίσιο αυτό, η ενίσχυση δεν χρησιμοποιείτο μόνο για την αναδιάρθρωση της εταιρείας αλλά και για τον επαναπροσανατολισμό της στρατηγικής του μάρκετινγκ και την επικέντρωση σε περισσότερο επικερδή τμήματα της πελατείας σε ό,τι αφορά τις κύριες δραστηριότητες της. Έτσι, η ενίσχυση είχε ιδιαίτερα επιβλαβή αποτελέσματα για τις ανταγωνιστικές επιχειρήσεις οι οποίες πρέπει επίσης να επικεντρώσουν τις επιχειρησιακές στρατηγικές τους στις περισσότερο επικερδείς ομάδες πελατών.

425. Η λύση που υιοθετήθηκε τελικά ήταν η έγκριση της ενίσχυσης υπό όρους. Η Επιτροπή θεώρησε στη συγκεκριμένη υπόθεση ότι τα αντισταθμιστικά μέτρα στον τομέα όπου η ενίσχυση παρήγαγε τα ανεπιθύμητα αποτελέσματά της, δηλαδή στο πεδίο του μάρκετινγκ των υπηρεσιών, ήταν τα καταλληλότερα μέτρα για την αντιστάθμιση της στρέβλωσης του ανταγωνισμού. Συνεπώς, η MobilCom, υποχρεώθηκε να αναστείλει τις προσφορές μέσω Internet ορισμένων υπηρεσιών κατά τη διάρκεια μιας καθορισμένης χρονικής περιόδου.

Bankgesellschaft Berlin AG

426. Στις 18 Φεβρουαρίου[266], η Επιτροπή ενέκρινε ενίσχυση αναδιάρθρωσης για τον όμιλο Bankgesellschaft Berlin AG («BGB») ύψους περίου 10 δισεκατ. ευρώ[267]. Η εν λόγω δέσμη ενισχύσεων μπορούσε να εγκριθεί μόνο έναντι σημαντικής μείωσης της παρουσίας της τράπεζας στην αγορά ώστε να αντισταθμιστεί η στρέβλωση που προκαλούσε στον ανταγωνισμό η σημαντικού ύψους αυτή ενίσχυση. Μετά από μακρές και λεπτομερείς διαπραγματεύσεις, οι γερμανικές αρχές πρότειναν τελικά μια ποικιλία δεσμεύσεων για εκχωρήσεις που μετέβαλαν ουσιωδώς το σχέδιο αναδιάρθρωσης που είχε υποβληθεί αρχικά. Οι εν λόγω δεσμεύσεις περιλαμβάνουν την εκχώρηση της Berliner Bank, ένα από τα δύο σήματα λιανικής τραπεζικής της BGB, τον διαχωρισμό των υποκαταστημάτων που προσέφεραν υπηρεσίες ακινήτων, και που αποτελούσαν την κύρια αιτία της κρίσης και, τέλος, την πώληση της BGB ως τα τέλη του 2007. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης προβλέπει επίσης μια σειρά άλλων μέτρων όπως την εκχώρηση της Weberbank με έδρα το Βερολίνο και την πώληση ή το κλείσιμο των εθνικών και ξένων υποκαταστημάτων και θυγατρικών. Επιπλέον, σκοπεύει να εκχωρήσει τη θυγατρική BerlinHyp που δραστηριοποιείται στη στεγαστική πίστη στο πλαίσιο της συνολικής εκχώρησης της BGB, είτε χωριστά είτε μαζί με το υπόλοιπο της BGB.

427. Συνολικά, οι παραπάνω εκχωρήσεις, τα κλεισίματα και τα άλλα μέτρα, θα μειώσουν το σύνολο του ισολογισμού της BGB από περίπου 189 δισεκατ. ευρώ το 2001 σε περίπου 124 δισεκατ. ευρώ το 2006/2007, όταν θα έχουν συμπληρωθεί η περίοδος αναδιάρθρωσης και τα μέτρα εκχώρησης. Η μείωση αυτή δεν είναι μόνο κατάλληλη ενόψει του ιδιαίτερα υψηλού ποσού της ενίσχυσης αλλά ευθυγραμμίζεται με την πρακτική της Επιτροπής σχετικά με τις ενισχύσεις αναδιάρθρωσης για πιστωτικά ιδρύματα.[268] Η εκχώρηση της Berliner Bank, ωστόσο, παρέμεινε ένα αμφισβητούμενο σημείο μεταξύ της Επιτροπής και των γερμανικών αρχών μέχρι το τελικό στάδιο της εξέτασης. Ενόψει της ηγετικής θέσης της BGB στο Βερολίνο, η Επιτροπή χρειάστηκε να επιμείνει για το μέτρο αυτό ώστε να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά η στρέβλωση του ανταγωνισμού από το ιδιαίτερα υψηλό ποσό της ενίσχυσης στον τομέα της λιανικής τραπεζικής στο Βερολίνο. Επιπλέον, η συμφωνία αποπληρωμής στην περίπτωση της μη ειλημμένης αλλά πιθανής εντολής ανάκτησης στην υπόθεση Landesbank Berlin αποτελούσε ένα πρόσθετο μέτρο ενίσχυσης που έπρεπε να ληφθεί υπόψη για τα αντισταθμιστικά μέτρα. Η εκχώρηση της Berliner Bank θα μειώσει το μερίδιο αγοράς της BGB σε μεμονωμένα τμήματα της λιανικής τραπεζικής αγοράς του Βερολίνου από περίπου ένα τρίτο σε ένα έκτο, λόγω της πώλησης.

428. Η Επιτροπή έπρεπε επίσης να αναλύσει το θέμα της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της BGB σε συνδυασμό με την επερχόμενη κατάργηση των υφισταμένων κρατικών εγγυήσεων ( Anstaltslast & Gewährträgerhaftung ). Το θέμα αυτό έπρεπε να επανεξεταστεί με τη βοήθεια εξωτερικών συμβούλων όταν απέτυχε η πρώτη διαδικασία για την πώληση των μετοχών του ομόσπονδου κράτους στην BGB τον Μάρτιο του 2003. Τελικά, η Επιτροπή συμπέρανε ότι τα μέτρα αναδιάρθρωσης που είχαν ήδη αναληφθεί και αυτά που είχαν σχεδιαστεί για το μέλλον ήταν εύλογα, λογικά και κατάλληλα ώστε να επιτρέψουν στην BGB να ανακτήσει τη βιωσιμότητά της.

France Télécom

429. Τον Δεκέμβριο του 2002, οι γαλλικές αρχές κοινοποίησαν στην Επιτροπή μέτρα που αποσκοπούσαν στην έξοδο της France Télécom (FT) από τη χρηματοδοτική κρίση που αντιμετώπιζε. Τα μέτρα αυτά περιλάμβαναν ειδικότερα την καταβολή από την ERAP (ένα δημόσιο οργανισμό) εισφοράς κεφαλαίου ύψους 9 δισεκατ. ευρώ με τη μορφή πιστωτικής διευκόλυνσης. Η εισφορά αυτή ήταν μέρος σχεδίου αναδιάρθρωσης με την επωνυμία «Ambition 2005», που υποβλήθηκε από τη νέα διεύθυνση της εταιρείας στις 4 Δεκεμβρίου 2002. Λόγω των αμφιβολιών ως προς το συμβιβάσιμο των κοινοποιηθέντων μέτρων με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, η Επιτροπή ξεκίνησε, τον Ιανουάριο του 2003, επίσημη διαδικασία έρευνας σχετικά με το σχέδιο εισφοράς κεφαλαίου[269]. Η διαδικασία έρευνας κάλυπτε επίσης και το φόρο επιτηδεύματος ( taxe professionnelle ) που επιβάλλεται στην FT. Στις 2 Αυγούστου του 200, η Επιτροπή έκλεισε την έρευνά της και για τις δύο πτυχές.

Καθεστώς φόρου επιτηδεύματος («taxe professionnelle») [270]

430. Το εν λόγω καθεστώς φόρου περιλαμβάνει κρατική ενίσχυση που δεν συμβιβάζεται με τη συνθήκης ΕΚ και πρέπει να ανακτηθεί.

431. Μεταξύ του 1994 και του 2002, η FT απολάμβανε ειδικού καθεστώτος για τους τοπικούς φόρους. Η Επιτροπή θεώρησε ότι, μη επιβάλλοντας το πλήρες ποσό των επιχειρηματικών φόρων κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου, το κράτος πρόσφερε πλεονέκτημα στην FT που αντιστοιχεί σε μέτρο κρατικής ενίσχυσης. Σύμφωνα με τη νομολογία του δικαστηρίου[271], η Επιτροπή απέρριψε το επιχείρημα των γαλλικών αρχών ότι μια τέτοια ενίσχυση μπορούσε να θεωρηθεί ότι «αντισταθμίζεται» από άλλες επιβαρύνσεις στις οποίες υπόκειται η FT για άλλους λόγους. Σύμφωνα με πληροφορίες που υπέβαλαν οι γαλλικές αρχές, οι εκτιμώμενες εξοικονομήσεις για την FT σε σχέση με το εν λόγω φορολογικό καθεστώς κυμαίνονται μεταξύ 800 εκατ. ευρώ και 1,1 δισεκατ. ευρώ. Το ακριβές ποσό της ενίσχυσης θα καθοριστεί από την Επιτροπή σε συνεργασία με τις γαλλικές αρχές, κατά τη διαδικασία ανάκτησης.

Εισφορά κεφαλαίου [272]

432. Η συγκυρία αποτελεί βασικό στοιχείο για την αξιολόγηση της Επιτροπής: τα προηγούμενα έτη, η FT συσσώρευσε ουσιώδες χρέος (63 δισεκατ. ευρώ στα τέλη του 2001) και το 2002 η αγορά προεξόφλησε ότι η FT θα αντιμετώπιζε δυσκολίες για την αναχρηματοδότηση των χρεών της. Τον Ιούλιο του 2002, ενώ η αξιολόγηση κινδύνου της FT ήταν στα όρια περαιτέρω υποβάθμισης σε τίτλο «junk», η κυβέρνηση δήλωσε δημόσια ότι σκόπευε να στηρίξει την εταιρεία. Οποιαδήποτε υποβάθμιση του τίτλου της FT σε «junk» θα είχε σοβαρές συνέπειες για την εταιρεία. Το κράτος επιβεβαίωσε δημόσια τη στήριξη της επιχείρησης τον Σεπτέμβριο, τον Οκτώβριο και τον Δεκέμβριο του 2002 και η αξιολόγηση κινδύνου δεν έφθασε ποτέ το επίπεδο «junk». Στην τελευταία περίπτωση, μια ανακοίνωση τύπου του Υπουργείου Οικονομικών γνωστοποιούσε ότι η FT θα εξέδιδε νέες μετοχές και προεξοφλούσε την κρατική συμμετοχή στην εν λόγω έκδοση με εισφορά κεφαλαίου.

433. Η εισφορά κεφαλαίου που χορηγήθηκε στην FT τον Δεκέμβριο του 2002 περιέχει στοιχεία ενίσχυσης. Η χορήγηση εισφορά κεφαλαίου βελτίωσε ουσιωδώς τη χρηματοδοτική κατάσταση της επιχείρησης. Το πλεονέκτημα αυτό χορηγήθηκε χρησιμοποιώντας κρατικούς πόρους και δημιούργησε πιθανή νέα υποχρέωση για τους εν λόγω πόρους. Το κράτος πραγματοποίησε μια σταθερή προσφορά και με την απλή υπογραφή της δανειακής σύμβασης εισφοράς κεφαλαίου η FT κατοχύρωνε το δικαίωμα καταβολής των 9 δισεκατ. ευρώ.

434. Η προσφορά της εισφοράς κεφαλαίου δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί μεμονωμένα αλλά στο πλαίσιο των κυβερνητικών δηλώσεων από τον Ιούλιος ως τον Δεκέμβριο του 2002. Οι δηλώσεις δημιούργησαν προσδοκίες και εμπιστοσύνη στην αγορά και συνέβαλαν στη διατήρηση της αξιολόγησης επενδυτικού κινδύνου της FT. Αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί οι δηλώσεις, κανένας λογικός επενδυτής δεν θα χορηγούσε εισφορά κεφαλαίου κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις και δεν θα αναλάμβανε μόνος ένα πολύ σημαντικό χρηματοδοτικό κίνδυνο.

435. Ωστόσο, η Επιτροπή αναγνώρισε ότι αντιμετώπιζε δυσκολίες στον ακριβή υπολογισμό των οικονομικών συνεπειών της εν λόγω ενίσχυσης και συνεπώς στον υπολογισμό του ποσού που έπρεπε να ανακτηθεί. Η εντολή ανάκτησης κάτω από τις προϋποθέσεις αυτές μπορεί να αποτελέσει παραβίαση του δικαιώματος νόμιμης άμυνας του κράτους μέλους. Επιπλέον, η Επιτροπή σημείωσε ότι ήταν η πρώτη φορά που η ενίσχυση ήταν αποτέλεσμα γεγονότων που είχαν προηγηθεί της ανακοίνωσης της ίδιας της ενίσχυσης. Δεδομένου ότι η Γαλλία κοινοποίησε το μέτρο, ένας οικονομικός παράγοντας ήταν θεμιτό να προσδοκά να τηρήσει το κράτος της υποχρεώσεις του βάσει της συνθήκης. Συνεπώς, η εντολή ανάκτησης υπό τις προϋποθέσεις αυτές μπορεί να αποτελέσει παραβίαση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Λαμβάνοντας όλα τα παραπάνω υπόψη, η Επιτροπή δεν έδωσε εντολή ανάκτησης της ενίσχυσης.

Bull[273]

436. Στις 16 Μαρτίου, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 2 για τη νέα ενίσχυση αναδιάρθρωσης υπέρ της Bull. Η Bull παράγει εξυπηρετητές υπολογιστών και δραστηριοποιείται στις συναφείς αγορές υπηρεσιών. Η κοινοποιηθείσα ενίσχυση ανέρχεται σε 517 εκατ. ευρώ και ισοδυναμεί με την ενίσχυση διάσωσης που χορηγήθηκε το 2002 συν τους συσσωρευμένους τόκους. Ανάλογα με τα κέρδη, περίπου 50 έως 60 εκατ. αναλογούν στις γαλλικές αρχές βάσει ρήτρας στη σύμβαση ενίσχυσης. Στην απόφασή της της 1ης Δεκεμβρίου, η Επιτροπή θεώρησε ότι, λόγω των ιδιαίτερων περιστάσεων της υπόθεσης, η ενίσχυση δεν παραβιάζει την αρχή της «μια φορά, τελευταία φορά», και σημείωσε ότι θα καταβληθεί μόνο μετά την αποπληρωμή της προγενέστερης ενίσχυσης διάσωσης.

Lloyd Werft Bremerhaven GmbH[274]

437. Στις 8 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την ενίσχυση διάσωσης που χορηγήθηκε από τη Γερμανία στα γερμανικά ναυπηγεία Lloyd Werft Bremerhaven GmbH.

438. Η εταιρεία είχε καταθέσει αίτηση πτώχευσης όταν ένας πελάτης αρνήθηκε να καταβάλει την τελευταία δόση για μια εργασία μετατροπής σε κρουαζιερόπλοιο. Το πλοίο είχε βυθιστεί στις 14 Ιανουαρίου στα ναυπηγεία της εταιρείας μετά από ισχυρή θύελλα. Προκειμένου να συνεχίσει τις δραστηριότητές της, η εταιρεία χρειαζόταν ενδιάμεσο δάνειο ύψους 10 εκατ. ευρώ. Το δάνειο χορηγήθηκε τον Απρίλιο σε ίσα μέρη από ένα δημόσιο και δύο ιδιωτικά πιστωτικά ιδρύματα, ενώ τα ιδιωτικά δάνεια στηρίζονταν εν μέρει σε εγγύηση του δημοσίου.

439. Η Επιτροπή δέχθηκε βάσει του σημείου 23 των κατευθυντηρίων γραμμών για τις ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης του 1999, ότι το δάνειο θα χορηγηθεί για περίοδο 6 μηνών και θα αποπληρωθεί εντός συμπληρωματικής περιόδου που δεν θα υπερβαίνει τους 12 μήνες μετά την καταβολή της τελευταίας δόσης στην εταιρεία. Η Επιτροπή συμφώνησε για την εν λόγω διάρκεια ενόψει του γεγονότος ότι το δάνειο αποσκοπούσε μόνο στην αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών εξωτερικού γεγονότος και δεν φαινόταν να αποτελεί «ένεση ρευστότητας» σε εταιρεία που θα αντιμετώπιζε δυσκολίες και αν δεν είχε σημειωθεί η θύελλα. Ειδικότερα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη τη δέσμευση της γερμανικής κυβέρνησης να υποβάλει έκθεση για τη χρηματοδοτική κατάσταση της εταιρείας. Η ενίσχυση αποπληρώθηκε εντός 6 μηνών.

Ισπανικά ναυπηγεία[275]

440. Στις 12 Μαΐου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η ενίσχυση που χορηγήθηκε στα ισπανικά δημόσια ναυπηγεία δεν ευθυγραμμιζόταν με τους κανόνες της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, το 1999 και το 2000, η κρατική εταιρεία συμμετοχών Sociedad Estatal de Participaciones Industriales (SEPI) χορήγησε ενίσχυση αξίας 500 εκατ. ευρώ στα δημόσια μη στρατιωτικά ναυπηγεία τα οποία κατέχει σήμερα η IZAR. Η ενίσχυση είχε τη μορφή εισφοράς κεφαλαίου ύψους 252,4 εκατ. ευρώ, δανείων ύψους 192,1 εκατ. ευρώ και υψηλότερης τιμής αγοράς σε σχέση με την αγοραία αξία κατά 55,9 εκατ. ευρώ όταν η SEPI αγόρασε τρία ναυπηγεία το 1999. Η Επιτροπή συμπέρανε ότι τα παραπάνω μέτρα αποτελούσαν περαιτέρω κρατική ενίσχυση, μετά την έγκριση της τελικής δέσμης αναδιάρθρωσης το 1997, δεν μπορούσαν, να εγκριθούν βάσει των κανόνων ενισχύσεων της ΕΕ για τη ναυπηγοεπισκευαστική βιομηχανία. Δεδομένου ότι τα δάνεια ύψους 192,1 εκατ. ευρώ έχουν ήδη αποπληρωθεί από την IZAR, το ποσό που πρέπει να ανακτηθεί από την IZAR ανέρχεται σε 308,3 εκατ. ευρώ συν τους τόκους.

441. Στις 20 Οκτωβρίου, η Επιτροπή έλαβε άλλη απόφαση, που καθορίζει ότι η SEPI χορήγησε το 2000 άλλα 556 εκατ. ευρώ στα δημόσια μη στρατιωτικά ναυπηγεία.

442. Η ενίσχυση είχε τη μορφή εισφοράς κεφαλαίου ύψους 1477 εκατ. ευρώ στην IZAR το 2000. Το τμήμα της εισφοράς κεφαλαίου που δεν θεωρήθηκε ότι αποτελεί κρατική ενίσχυση (921 εκατ. ευρώ) χρησιμοποιήθηκε για την κάλυψη κοινωνικού κόστους και άλλων κατηγοριών κόστους που συνδέονται με τις προηγούμενες και πρόσφατες στρατιωτικές δραστηριότητες της IZAR και του προκατόχου της Bazán. Τα κεφάλαια για στρατιωτικές δραστηριότητες δεν καλύπτονται καταρχήν από τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων της ΕΕ. Η ενίσχυση ύψους 556 εκατ. ευρώ που χορηγήθηκε για τις μη στρατιωτικές δραστηριότητες της IZAR δεν ευθυγραμμιζόταν με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις της ΕΕ και συνεπώς, η Επιτροπή συμπέρανε ότι το ποσό αυτό πρέπει να ανακτηθεί από την IZAR.

Ολλανδική αντισταθμιστική ενίσχυση [276]

443. Το 2003, οι Κάτω Χώρες κοινοποίησαν σχέδια για τη χορήγηση ενίσχυσης έξι ναυπηγοεπισκευαστικών συμβάσεων για τέσσερα ολλανδικά ναυπηγεία. Σκοπός της ενίσχυσης ήταν να αντισταθμίσουν την παράνομη και ασυμβίβαστη ενίσχυση που υποτίθεται ότι χορήγησε άλλο κράτος μέλος σε ναυπηγεία του, υποψήφια για τις ναυπηγοεπισκευαστικές συμβάσεις.

444. Στις 30 Ιουνίου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι οι Κάτω Χώρες δεν μπορούσαν να χορηγήσουν την ενίσχυση αυτή. Η Επιτροπή υπογράμμισε ότι η αρχή ότι ένα κράτος μέλος δεν πρέπει να ενεργεί μεμονωμένα προκειμένου να αντιμετωπίσει τις συνέπειες παράνομης ενίσχυσης άλλου κράτους μέλους καθορίστηκε σαφώς από το δικαστήριο. Ειδικότερα, το δικαστήριο αποφάσισε ότι δεν είναι δυνατόν να δικαιολογηθεί ένα μέτρο ενίσχυσης με το επιχείρημα ότι ένα άλλο κράτος μέλος χορηγεί παράνομη ενίσχυση.

445. Η Επιτροπή επιπλέον συμπέρανε ότι η αντιστάθμιση υποτιθέμενης παράνομης ενίσχυσης άλλου κράτους μέλους της ΕΕ ήταν αντίθετη με τις γενικές αρχές της συνθήκης ΕΚ. Η Επιτροπή διατηρεί επίσης αμφιβολία σχετικά με αν υπήρχαν στοιχεία για την υποτιθέμενη ενίσχυση άλλου κράτους μέλους.

Huta Częstochowa SA[277]

446. Στις 19 Μαΐου, η Επιτροπή έλαβε την πρώτη απόφασή της εκτός της διαδικασίας μεταβατικών μέτρων προκειμένου να ξεκινήσει εμπεριστατωμένη έρευνα για πιθανή χορήγηση ενίσχυσης σε εταιρεία σε νέο κράτος μέλος. Η εν λόγω εταιρεία είναι η πολωνική χαλυβουργία Huta Częstochowa SA. Το πολωνικό κράτος εξετάζει χρηματοδοτικά μέτρα ενόψει της αναδιάρθρωσης της εταιρείας. Η Επιτροπή έχει ζητήσει διευκρινίσεις για το αν έχει και/ή θα χορηγηθεί ενίσχυση αναδιάρθρωσης στην εταιρεία, και αν ναι, τι είδους..

Ένθετο 8: Ενίσχυση αναδιάρθρωσης και η έννοια της «νέας εταιρείας» Σε δύο αρνητικές αποφάσεις της 20ής Απριλίου και της 22ης Σεπτεμβρίου[278] σχετικά με γαλλικά ναυπηγεία, η Επιτροπή εφάρμοσε την αιτιολογική σκέψη αριθ. 7 των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων[279], που αποκλείουν τις νεοσυσταθείσες εταιρείες από την επιλεξιμότητα για ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης. Η λογική της διάταξης αυτής είναι να αποκλείονται εταιρείες οι οποίες, μολονότι μπορεί να αντιμετωπίζουν προβλήματα εκκίνησης, δεν αποτελούν προβληματικές επιχειρήσεις όπως περιγράφονται στις κατευθυντήριες γραμμές. Οι αποφάσεις διασαφηνίζουν ότι τα νεοσύστατο της εταιρείας πρέπει να βασίζεται τόσο σε νομικά όσο και οικονομικά στοιχεία. Στις εξεταζόμενες περιπτώσεις, και οι δύο εταιρείες ήταν νέες νομικές οντότητες, είχαν αναλάβει τα περιουσιακά στοιχεία και τους εργαζόμενους προηγούμενων ναυπηγείων, και ξεκίνησαν τις δραστηριότητές τους χωρίς χρέη και υποχρεώσεις σε σχέση με τις προηγούμενες δραστηριότητες. Έτσι, έπρεπε να θεωρηθούν νέες οικονομικές οντότητες, που θα δημιουργούνταν μόνο εφόσον ήταν βιώσιμες με τις υπάρχουσες συνθήκες της αγοράς. Βάσει της συγκεκριμένης ανάλυσης, η Επιτροπή συμπέρανε ότι η ενίσχυση αναδιάρθρωσης για τις δύο εταιρείες ήταν ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά. Ωστόσο, η Επιτροπή ενέκρινε μέρος της ενίσχυσης ως περιφερειακή ενίσχυση και ενίσχυση για την κατάρτιση. Όσο για την υπόλοιπη ενίσχυση, η Επιτροπή διέταξε την ανάκτησή της. |

Ισπανικά και γερμανικά σχέδια χρηματοδότησης εξαγωγών πλοίων

447. Τον Μάρτιο και τον Ιούλιο αντίστοιχα, η Επιτροπή ενέκρινε τα ισπανικά και γερμανικά σχέδια για τη χρηματοδότηση εξαγωγών πλοίων[280]. Τα εν λόγω καθεστώτα θεωρήθηκε ότι συμφωνούν με τον διακανονισμό του ΟΟΣΑ στον τομέα των εξαγωγικών πιστώσεων οι οποίες τυγχάνουν δημόσιας στήριξης. Σύμφωνα με τον εν λόγω διακανονισμό, οι τόκοι που χρεώνονται στους πλοιοκτήτες βασίζονται στο εμπορικό επιτόκιο αναφοράς. Τα καθεστώτα δεν καλύπτουν τον πιστωτικό κίνδυνο του αγοραστή.

Τροποποιήσεις στο επενδυτικό σχέδιο των Ελληνικών Ναυπηγείων

448. Στις 23 Απριλίου, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 2 ΕΚ[281] έναντι ορισμένων τροποποιήσεων του επενδυτικού σχεδίου των Ελληνικών Ναυπηγείων. Το 1997, μετά την έγκριση της διαγραφής των χρεών των Ελληνικών Ναυπηγείων βάσει του κανονισμού του Συμβουλίου αριθ 1013/97, που προέβλεπε την ενίσχυση ορισμένων ναυπηγείων που τελούν υπό αναδιάρθρωση[282], η Επιτροπή είχε εγκρίνει επενδυτική ενίσχυση με σκοπό την αναδιάρθρωση των ναυπηγείων βάσει επενδυτικού σχεδίου που είχε υποβληθεί στην Επιτροπή σύμφωνα με την 7ης οδηγία σχετικά με τις ενισχύσεις στις ναυπηγικές εργασίες[283]. Οι μεταγενέστερες τροποποιήσεις του επενδυτικού σχεδίου δεν κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή. Συνεπώς, οι ελληνικές αρχές δεν τήρησαν του όρους της 7ης Οδηγίας σχετικά με τις ενισχύσεις στις ναυπηγικές εργασίες βάσει των οποίων ενέκρινε η Επιτροπή το επενδυτικό σχέδιο του 1997, και που προέβλεπε ότι πρέπει να κοινοποιείται στην Επιτροπή οποιαδήποτε τροποποίηση υφιστάμενου μέτρου ενίσχυσης που καλύπτεται από την οδηγία[284]. Δεν τηρήθηκαν επίσης οι προϋποθέσεις των κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων που επιτρέπουν την τροποποίηση σχεδίου αναδιάρθρωσης εφόσον κοινοποιηθεί υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

449. Κινώντας την επίσημη διαδικασία έρευνας, η Επιτροπή εξέφρασε επίσης σοβαρές αμφιβολίες ως προς το αν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες εγκρίθηκε η ενίσχυση με την απόφασή της του 1997 είχαν τηρηθεί και ότι δεν είχε χορηγηθεί νέα ενίσχυση για το επενδυτικό σχέδιο. Μια τέτοια ενίσχυση δεν θα ήταν συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά βάσει της αρχής «μια φορά, τελευταία φορά» και της ρητής απαίτησης του κανονισμού του Συμβουλίου αριθ. 1013/97 που απαγορεύει τις ενισχύσεις για όλα τα ναυπηγεία που επωφελούνται από τις διατάξεις του.

Ενίσχυση στα Ελληνικά Ναυπηγεία[285]

450. Στις 20 Οκτωβρίου, η Επιτροπή ενέκρινε αρνητική απόφαση με την οποία έκλεισε την επίσημη διαδικασία έρευνας βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 2 που είχε κινήσει το 2002[286] για τα δύο μέτρα ενίσχυσης υπέρ των Ελληνικών Ναυπηγείων.

451. Η απόφαση επιβάλλει στις ελληνικές αρχές να καταργήσουν τις διατάξεις 5 παράγραφος 20 και 6 παράγραφος 4 του νόμου 2941/2001, που προβλέπουν αντίστοιχα ότι το κράτος καλύπτει το μελλοντικό κόστος συνταξιοδότησης των εργαζομένων στα Ελληνικά Ναυπηγεία και ότι τα Ελληνικά Ναυπηγεία απαλλάσσονται από οποιοδήποτε φόρο ή άλλη υποχρέωση έναντι των κατά νόμο αφορολόγητων αποθεματικών, ειδικών αποθεματικών και ποσών για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, όσο τα κονδύλια αυτά δεν χρησιμοποιούνται για την κάλυψη ζημιών των προηγούμενων ετών. Η Επιτροπή θεώρησε ότι τα μέτρα αυτά είναι ασυμβίβαστα με τη συνθήκη, δεδομένου ότι αποτελούν λειτουργική ενίσχυση η οποία δεν προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1540/98 του Συμβουλίου της 29ης Ιουνίου 1998 περί των νέων κανόνων ενισχύσεως της ναυπηγικής βιομηχανίας[287], ο οποίος ίσχυε κατά την περίοδο που εγκρίθηκαν. Οι ελληνικές αρχές οφείλουν επίσης να ανακτήσουν οποιαδήποτε ενίσχυση έχουν τυχόν ήδη χορηγήσει βάσει των εν λόγω διατάξεων.

Postabank/Erste Bank Hungary Rt

452. Η Δημοκρατία της Ουγγαρίας κοινοποίησε στην Επιτροπή το 2003 και το 2004 μια σειρά μέτρων υπέρ της Postabank és Takarékpénztár (Postabank) βάσει της λεγόμενης διαδικασίας μεταβατικών μέτρων που προβλέπει το παράρτημα IV.3 της πράξης προσχώρησης. Τα κοινοποιηθέντα μέτρα εγκρίθηκαν από τις ουγγρικές αρχές κατά την περίοδο από το 1995 έως το 2003 προκειμένου να στηρίξουν την αναδιάρθρωσης της Postabank και να διευκολύνουν την ιδιωτικοποίησή της. Η Επιτροπή κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας στις 20 Οκτωβρίου 2004[288]. Η Postabank τελικά ιδιωτικοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2003 όταν η κυβέρνηση πώλησε μερίδιο 99,9% στην Erste Bank της Αυστρίας. Την 1η Σεπτεμβρίου2004 Η Postabank συγχωνεύθηκε με την ουγγρική θυγατρική της Erste Bank.

453. Η Επιτροπή ενέκρινε μια σειρά μέτρων αναδιάρθρωσης που χορηγήθηκαν στο παρελθόν από τις ουγγρικές αρχές υπέρ της Postabank, αλλά κίνησε επίσημη διαδικασία έρευνας για τις λεγόμενες «αποζημιώσεις από καταγγελίες τρίτων» που η τράπεζα, η οποία πωλήθηκε στην Erste Bank το 2003, μπορεί να αντιμετωπίσει από τον Μάιο, όταν η Ουγγαρία κατέστη μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι «αποζημιώσεις από καταγγελίες τρίτων» μπορεί να οδηγήσουν σε περαιτέρω απαιτήσεις πέρα από ό,τι είχε σαφώς καθοριστεί κατά την ημερομηνία της ένταξης. Στο στάδιο αυτό, η Επιτροπή θεωρεί ότι το εύρος και το ποσό της χρηματοδοτικής στήριξης που θα χορηγηθεί στην Postabank στο μέλλον δεν μπορεί να καθοριστεί. Η Επιτροπή αξιολογεί τις «αποζημιώσεις από καταγγελίες τρίτων» βάσει των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση[289].

Γερμανικές Landesbanken

454. 20 Οκτωβρίου, η Επιτροπή έκλεισε την μακρά έρευνά της για τη μεταφορά περιουσιακών στοιχείων στην αρχή της δεκαετίας του 1990 σε επτά γερμανικές Landesbanken διατάσσοντας τη Γερμανία να ανακτήσει περίου 3 δισεκατ. ευρώ συν τους τόκους.

455. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, οι γερμανικές κυβερνήσεις των ομόσπονδων κρατών ( Länder ), που κατέχουν πλήρως ή εν μέρει τις τράπεζες, εισέφεραν δημόσια ακίνητα και άλλα περιουσιακά στοιχεία για να αυξήσουν την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών. Ο κύριος λόγος για τις εν λόγω μεταβιβάσεις ήταν η εισαγωγή των οδηγιών για τους ίδιους πόρους και την φερεγγυότητα βάσει των οποίων οι γερμανικές δημόσιες τράπεζες έπρεπε να συνεισφέρουν σημαντικά ποσά νέων κεφαλαίων ώστε να διατηρήσουν το επίπεδο των δραστηριοτήτων τους.

456. Οι χρηματοδοτικές αυτές μεταβιβάσεις προκάλεσαν την καταγγελία της ένωσης ιδιωτικών γερμανικών τραπεζών (BdB) για επτά τράπεζες[290]: την Westdeutsche Landesbank Girozentrale (WestLB) (1991), τη μεγαλύτερη τότε δημόσια γερμανική τράπεζα, αλλά και την Landesbank Berlin (1993), τη Norddeutsche Landesbank (1991), τη Bayerische Landesbank (1994 και 1995), τη Hamburgische Landesbank (1993), τη Landesbank Schleswig-Holstein (1991) και τη Landesbank Hessen-Thüringen (1998).

457. Το 1999, η Επιτροπή ενέκρινε μια πρώτη αρνητική απόφαση σχετικά με τη μεταβίβαση στην WestLB. Το 2003, το Πρωτοδικείο αναίρεσε την απόφαση λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή δεν είχε εξηγήσει επαρκώς τους υπολογισμούς της αλλά επιβεβαιώνοντας την ουσία της απόφασης.

458. Η αξιολόγηση της Επιτροπής έδειξε ότι η αμοιβή που συμφωνήθηκε από τα Länder για τη μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων ήταν πολύ χαμηλή (κατά μέσο όρο μικρότερη από 1%) και δεν αντιστοιχούσε στη συνήθη απόδοση που θα ανέμενε ένας ιδιώτης επενδυτής για παρόμοιες μη χρηματικές επενδύσεις (που υπολογίστηκαν σε περίπου 6-7% μετά τους φόρους, εκτός από τη Landesbank Hessen-Thüringen όπου το επιτόκιο για ένα διαφορετικό μέσο – σιωπηρή συμμετοχή – είναι ουσιωδώς χαμηλότερο).

459. Συνεπώς, η Επιτροπή καθόρισε ότι η μειωμένη αμοιβή αποτελεί ενίσχυση με την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ και διέταξε τη Γερμανία να ανακτήσει τη διαφορά από τις Landesbanken (WestLB: 979 εκατ. ευρώ, Landesbank Berlin: 810 εκατ. ευρώ, Norddeutsche Landesbank: 472 εκατ. ευρώ, Landesbank Schleswig-Holstein: 432 εκατ. ευρώ, Hamburgische Landesbank: 91 εκατ. ευρώ, Bayerische Landesbank: 260 εκατ. ευρώ, Landesbank Hessen-Thüringen: 6 εκατ. ευρώ, σε όλες τις υποθέσεις συν τους τόκους).

3. Περιφερειακές ενισχύσεις

Ενίσχυση υπέρ της ισπανικής χαλυβουργίας Siderúrgica Añón SA[291]

460. Στις 14 Ιουνίου, η Επιτροπή εξέδωσε τελική αρνητική απόφαση έναντι διάφορων χρηματοδοτικών μέτρων υπέρ της ισπανικής χαλυβουργίας Siderúrgica Añón SA. Τα μέτρα αφορούσαν επιδότηση συνολικού ύψους 2 εκατ. ευρώ, άτοκο δάνειο συνολικού ύψους 2 εκατ. ευρώ περίπου, επιδότηση κατά 25 βασικές μονάδες του επιτοκίου καθώς και το τέλος τυποποίησης δανείου της τάξης των 10 εκατ. ευρώ, εγγύηση 30% του ίδιου δανείου με επισφάλιστρο κάτω από τους όρους της αγοράς, και τη διάθεση κεφαλαίου ύψους περίπου 2 εκατ. ευρώ.

461. Η Επιτροπή θεώρησε ότι η παροχή μετοχικού κεφαλαίου πρέπει, από οικονομική άποψη, να εξομοιωθεί με συμμετοχικό δάνειο μειωμένης εξασφάλισης και ότι η δεδομένη απόδοση της επένδυσης δεν αντιστοιχούσε στα κανονικά επιτόκια που καταβάλλονται για ένα τέτοιο δάνειο. Η Επιτροπή συμπέρανε ότι όλα τα μέτρα αποτελούν κρατική ενίσχυση. Μολονότι η εταιρεία θεωρείται μεσαία επιχείρηση και οι επενδυτικές ενισχύσεις για μεσαίες επιχειρήσεις μπορούν, ακόμη και στον τομέα της χαλυβουργίας, να εξαιρεθούν, δεν ισχύει κάτι τέτοιο για μεγάλες μεμονωμένες ενισχύσεις όπως η παρούσα.

Ενισχύσεις στον τομέα των μεταφορών για την αυτοκινητοβιομηχανία σε απομακρυσμένες και χαμηλής πληθυσμιακής πυκνότητας περιοχές[292]

462. Στις 8 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση για τη μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με τη χορήγηση ενίσχυσης στη Volvo, σε συνδυασμό με τη μεταφορά έτοιμων θαλάμων φορτηγών αυτοκινήτων που κατασκευάζονται στο εργοστάσιο Volvo στο Umeå, περιοχή επιλέξιμη ως περιοχή χαμηλής πληθυσμιακής πυκνότητας στη Βόρεια Σουηδία.

463. Ως τις 31 Δεκεμβρίου 2002, το κοινοτικό πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις προς την αυτοκινητοβιομηχανία[293] απαγόρευε ρητά τη χορήγηση ενισχύσεων στον τομέα των μεταφορών για την εν λόγω βιομηχανία που εθεωρείτο ευαίσθητος τομέας. Μετά τη λήξη του πλαισίου την 1η Ιανουαρίου του 2003, η υπόθεση της Volvo αποτέλεσε την 1η κοινοποίηση για ενίσχυση στον τομέα των μεταφορών σε αυτοκινητοβιομηχανία. Η ενίσχυση εγκρίθηκε επειδή δεν ισχύουν πλέον ιδιαίτεροι κανόνες για την αυτοκινητοβιομηχανία που θα απαγόρευαν ή θα περιόριζαν διαφορετικά τη χορήγηση ενισχύσεων στον τομέα των μεταφορών σε περιοχές που είναι επιλέξιμες ως απομακρυσμένες ή χαμηλής πληθυσμιακής πυκνότητας περιοχές με την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα.[294].

Το πολυτομεακό πλαίσιο, επέκταση των υφισταμένων χαρτών περιφερειακών ενισχύσεων

464. Το 2004, όλα τα νέα κράτη μέλη υπέβαλαν, στο πλαίσιο της διαδικασίας μεταβατικών μέτρων για τις υφιστάμενες ενισχύσεις που αναφέρεται στο παράρτημα IV, παράγραφο 3, υποπαράγραφο 1 στοιχείο γ) της συνθήκης προσχώρησης, την παράταση των υφισταμένων χαρτών περιφερειακών ενισχύσεων για την περίοδο από την 1η Μαΐου 2004 ως τις 31 Δεκεμβρίου 2006. Μεταξύ άλλων, ζητήθηκε από τα νέα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την τήρηση των μειωμένων ανώτατων ορίων για τις περιφερειακές ενισχύσεις σχετικά με τα μεγάλα επενδυτικά σχέδια όπως προβλέπει το πολυτομεακό πλαίσιο του 2002[295]. Η Επιτροπή εξέτασε τα μέτρα αυτά και αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για όλα τα νέα κράτη μέλη, Πράγματι, σχεδόν ολόκληρη η επικράτεια κάθε νέου κράτους μέλους είναι επιλέξιμη για το καθεστώς του άρθρου 87 παράγραφος 3 με μόνη εξαίρεση την επικράτεια της Κύπρου και τις πρωτεύουσες Πράγα και Μπρατισλάβα.

465. Τον Ιούνιο, οι γαλλικές αρχές κοινοποίησαν στο πλαίσιο της μεμονωμένης κοινοποίησης που προβλέπει το πολυτομεακό πλαίσιο ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα για μεγάλα επενδυτικά σχέδια του 2002, τη χορήγηση ενίσχυσης 48 εκατ. ευρώ για επενδυτικό σχέδιο της Total France[296]. Σκοπός του σχεδίου είναι η αλλαγή της παραγωγικής διαδικασίας στα διυλιστήρια της Gonfreville l’Orcher και αντιπροσωπεύει συνολική επένδυση 547 εκατ. ευρώ. Θα διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της εγκατάστασης, στην οποία απασχολούνται 1000 εργαζόμενοι και θα δημιουργήσει 60 νέες θέσεις εργασίας.

466. Η Gonfreville l’Orcher βρίσκεται σε επιλέξιμη για περιφερειακή ενίσχυση γαλλική περιοχή, και η κοινοποιηθείσα ενίσχυση χορηγείται από τις τοπικές αρχές βάσει σχεδίου ενίσχυσης που ενέκρινε η Επιτροπή. Στις επιλέξιμες περιοχές για περιφερειακές ενισχύσεις, η Επιτροπή θεωρεί συμβιβάσιμα με την κοινή αγορά μέτρα ενίσχυσης που στηρίζουν επενδύσεις σχετικά με τη δημιουργία νέων εγκαταστάσεων, την επέκταση υφισταμένων εγκαταστάσεων ή το ξεκίνημα δραστηριότητας που συνεπάγεται τη θεμελιώδη αλλαγή της παραγωγής ή της παραγωγικής διαδικασίας.

467. Σύμφωνα με το πολυτομεακό πλαίσιο του 2002, τα κράτη μέλη πρέπει να κοινοποιούν μεμονωμένες ενισχύσεις που υπερβαίνουν κάποιο όριο το οποίο εξαρτάται από τα τυποποιημένα ανώτατα όρια περιφερειακών ενισχύσεων που ισχύουν στην εν λόγω περιοχή. Προκειμένου να αξιολογήσει τη συμβιβασιμότητα του μέτρου ενίσχυσης με την κοινή αγορά, η Επιτροπή πρέπει να εξετάσει αν τα αποτελέσματα της ενίσχυσης ως προς τη στρέβλωση του ανταγωνισμού δεν είναι μεγαλύτερα από τα θετικά αποτελέσματα στην περιφερειακή ανάπτυξη. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή σημείωσε ότι η προτεινόμενη ένταση της ενίσχυσης 4,9% είναι χαμηλότερη από την ανώτατη ένταση ενίσχυσης 8,4% που μπορεί να εγκριθεί βάσει των κανόνων του πολυτομεακού πλαισίου για μεγάλα επενδυτικά σχέδια αυτού του μεγέθους, ότι το μερίδιο αγοράς στον ΕΟΧ του αποδέκτη για τα εν λόγω προϊόντα δεν υπερβαίνει το 25% και ότι η επένδυση δεν θα αυξήσει την παραγωγή στο επίπεδο του ΕΟΧ κατά πάνω από 5%. Συνεπώς, η Επιτροπή θεώρησε ότι η ενίσχυση είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά. Η υπόθεση αυτή αντιπροσωπεύει την πρώτη απόφαση της Επιτροπής βάσει του πολυτομεακού πλαισίου του 2002.

West Cumbria Ηνωμένο Βασίλειο

468. Στις 4 Αυγούστου, η Επιτροπή ενέκρινε την αύξηση του ανωτάτου ορίου έντασης της ενίσχυσης από 10% ΚΙΕ σε 20% ΚΙΕ στον χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων του Ηνωμένου Βασιλείου για δύο ζώνες απασχόλησης, τις ζώνες 22 και 23, που αποτελούν τη West Cumbria, ως συμβιβάσιμη με τη συνθήκη ΕΚ[297]. Η προσαρμογή εφαρμόζεται από την έναρξη ισχύος της απόφασης της Επιτροπής ως τις 31 Δεκεμβρίου 2006.

469. Στους αρχικούς χάρτες περιφερειακών ενισχύσεων, οι ζώνες 22 και 23 θεωρούνται ζώνες 10% βάσει του σημείου 4.8 των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα[298]. Η παράγραφος 5.6. των κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα επιτρέπει στην Επιτροπή να εγκρίνει προσαρμογές στους υφιστάμενους χάρτες περιφερειακών ενισχύσεων κατά την περίοδο ισχύος τους αν μπορεί να αποδειχθεί ότι οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες έχουν μεταβληθεί ουσιωδώς. Αν μια τέτοια προσαρμογή επιδιώκεται σε συνδυασμό με την ένταση της ενίσχυσης για τις λεγόμενες περιοχές Γ, το κράτος μέλος πρέπει να αποδείξει ότι οι κοινωνικοοικονομικοί δείκτες που επελέγησαν προκειμένου να επιλεγούν οι περιοχές Γ έχουν επιδεινωθεί σε εθνική βάση.

470. Τα διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με το ΑΕΠ και την ανεργία επιβεβαίωσαν την ουσιώδη υποβάθμιση της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης στις δύο συγκεκριμένες ζώνες απασχόλησης.

Περιοχή Molise

471. Στις 8 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή ενέκρινε τις τροποποιήσεις που πρότειναν οι ιταλικές αρχές στον χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων για την περιοχή Molise[299]. Σύμφωνα με την απόφαση της Επιτροπής του 2000 για τον ιταλικό χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων για το 2000-2006, ορισμένες περιοχές της επαρχίας Molise είναι επιλέξιμες για το καθεστώς του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ με ένταση ενίσχυσης 20% ΚΙΕ, συν ακαθάριστες 10 εκατοστιαίες μονάδες για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ). Οι τροποποιήσεις αφορούν την ένταξη ορισμένων μη επιλέξιμων προηγουμένως περιοχών στην επαρχία Molise του ιταλικού χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων. Η ένταξη αυτή αντισταθμίζεται από την αφαίρεση άλλων επιλέξιμων σήμερα περιοχών της επαρχίας Molise με τον ίδιο πληθυσμό. Η δεύτερη τροποποίηση αφορά την αύξηση της έντασης της ενίσχυσης για τις ΜΜΕ μόνο στις επιλέξιμες περιοχές Γ της επαρχίας Molise. Η αύξηση αυτή τηρεί το ανώτατο όριο έντασης της ενίσχυσης που καθορίζει ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής για τις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις[300], δηλαδή καθαρά 30% στην περίπτωση των περιοχών του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α). Οι τροποποιήσεις αυτές θεωρήθηκαν δικαιολογημένες λόγω της ουσιώδους επιδείνωσης των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών (αύξηση του ποσοστού ανεργίας, συνολική μείωση της οικονομικής δραστηριότητας, μείωση του κατά κεφαλή ΑΕΠ/ΜΑΔ) στις αντίστοιχες περιοχές της επαρχίας Molise, που επηρεάστηκαν επίσης από δύο διαδοχικές θεομηνίες σε σύντομο χρονικό διάστημα (σεισμός τον Οκτώβριο του 2002 και πλημμύρες τον Ιανουάριο 2003). Έτσι, η Επιτροπή θεώρησε ότι οι τροποποιήσεις ευθυγραμμίζονται με τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα και, συνεπώς, ότι είναι συμβιβάσιμες με τη συνθήκη ΕΚ. Η προσαρμογή εφαρμόζεται από την έναρξη ισχύος της απόφασης της Επιτροπής ως τις 31 Δεκεμβρίου 2006.

Καθεστώς «Northern Ireland Venture »

472. Στις 20 Οκτωβρίου, η Επιτροπή έκλεισε την επίσημη διαδικασία έρευνας που είχε κινήσει τον Νοέμβριο του 2003 και ενέκρινε το καθεστώς «Invest Northern Ireland Venture 2003».[301]. Το μέτρο αποσκοπεί στη χορήγηση χρηματοδότησης επιχειρηματικών κεφαλαίων προς ΜΜΕ στη Βόρεια Ιρλανδία. Δημιουργεί ένα πλαίσιο για τη χρηματοδότηση επιχειρηματικών κεφαλαίων προς ΜΜΕ στο Ηνωμένο Βασίλειο «Small and Medium Enterprises Venture Capital and Loan Fund (SMEVCLF)», μέτρο που εγκρίθηκε από την Επιτροπή το 2003. Ωστόσο, διαφέρει ως προς μια σημαντική πτυχή προσφέροντας τη δυνατότητα στις ΜΜΕ να χρηματοδοτούνται με επιχειρηματικά κεφάλαια ως 1,5 εκατ. λίρες στερλίνες (2,2 εκατ. ευρώ). Το νέο αυτό στοιχείο - δεδομένου ότι το αρχικά εγκεκριμένο καθεστώς SMEVCLF προέβλεπε ποσά ύψους κατ’ ανώτατο όριο 750.000 ευρώ για τις περιοχές του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της Βόρειας Ιρλανδίας, δικαιολογείται κατά το Ηνωμένο Βασίλειο από τα αποτελέσματα έρευνας αγοράς. Η έρευνα αυτή δείχνει ότι υπάρχει άνοιγμα στην παροχή επιχειρηματικών κεφαλαίων στο φάσμα από 250.000 λίρες στερλίνες ως 1,5 εκατ. λίρες στερλίνες. Τον Νοέμβριο του 2003, η Επιτροπή κίνησε επίσημη διαδικασία έρευνας ώστε να επιτρέψει στα ενδιαφερόμενα μέρη να σχολιάσουν τη βρετανική πρόταση. Όλα τα σχόλια ήταν θετικά και επιβεβαίωσαν την αναγκαιότητα και την αναλογικότητα του μέτρου. Ενόψει των θετικών στοιχείων του καθεστώτος, η Επιτροπή συμπέρανε ότι το καθεστώς «Invest Northern Ireland 2003» πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής για τις κρατικές ενισχύσεις και τα επιχειρηματικά κεφάλαια[302]. Συνεπώς, θεώρησε το μέτρο συμβιβάσιμο με την κοινή αγορά.

Tremonti bis

473. Στις 20 Οκτωβρίου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι ένα καθεστώς ενίσχυσης που ήταν αποτέλεσμα της παράτασης της περιόδου ισχύος ως το 2002 ενός ιταλικού νόμου του 2001 (νόμος αριθ. 383/2001, «Tremonti bis») υπέρ εταιρειών που πραγματοποιούν επενδύσεις σε δήμους που έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές το 2002, δεν είναι συμβιβάσιμο με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις της συνθήκης ΕΚ[303].

474. Οι ενισχύσεις για την επανόρθωση ζημιών που προκαλούνται από θεομηνίες ή άλλα έκτακτα γεγονότα συμβιβάζονται με την κοινή αγορά (άρθρο 87 παράγραφος 2 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ). Δεδομένου ότι η Επιτροπή είχε αμφιβολίες σχετικά με τις εγγυήσεις οι οποίες θα διασφάλιζαν ότι μόνο θύματα θεομηνιών θα μπορούσαν να αποζημιωθούν και ότι το ποσό της ενίσχυσης δεν θα υπερέβαινε τις ζημιές, κίνησε επίσημη διαδικασία έρευνας στις 17 Σεπτεμβρίου 2003. Ωστόσο, η λεπτομερής έρευνα δεν διέλυσε τις αμφιβολίες αυτές. Δεν υπήρχε άμεση σχέση μεταξύ των μηχανισμών ενίσχυσης που δημιουργούσε το καθεστώς και των ζημιών που πραγματικά σημειώθηκαν. Το ποσό της ενίσχυσης ήταν συνάρτηση της επένδυσης που είχε πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου, της επένδυσης που είχε πραγματοποιηθεί τα προηγούμενα έτη και της ύπαρξης φορολογήσιμου εισοδήματος. Έτσι, ακόμη και σε περιπτώσεις όπου ο αποδέκτης έχει πραγματικά υποστεί ζημίες λόγω των συγκεκριμένων θεομηνιών, το ποσό της ενίσχυσης μπορούσε να υπερβαίνει το ύψος των ζημιών.

475. Ωστόσο, η επιτροπή δέχθηκε ότι ορισμένες μεμονωμένες καταβολές ενισχύσεων με βάση το καθεστώς ήταν συμβιβάσιμες ακόμη και αν το καθεστώς κηρύσσεται παράνομο.

476. Δεδομένου ότι η παράταση του νόμου αριθ. 383/2001 δεν κοινοποιήθηκε πριν από τη χορήγηση των ενισχύσεων και ότι η Επιτροπή κήρυξε το καθεστώς ενισχύσεων μη συμβιβάσιμο με την εσωτερική αγορά, η Ιταλία θα πρέπει να αναλάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ανάκτηση των ενισχύσεων από τους αποδέκτες, εκτός ορισμένων μεμονωμένων ενισχύσεων που χορηγήθηκαν βάσει του καθεστώτος οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις συμβιβασιμότητας βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 2 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ.

4. Αποφάσεις για τη μη ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης

Βελγικά κλαδικά ταμεία

477. Στο Βέλγιο, σε πολλούς τομείς δραστηριότητας, οι κοινωνικοί εταίροι, βάσει εθελοντικής απόφασης, μεριμνούν για τη συνεισφορά των εργοδοτών στη χρηματοδότηση ορισμένων κοινωνικών δράσεων ανάλογα με τις ανάγκες του τομέα (κυρίως για εκπαιδευόμενους στον τομέα), και περιλαμβάνουν το συντελεστή εισφοράς στις συλλογικές κλαδικές συμβάσεις τους. Οι συλλογικές συμβάσεις που συνάπτονται στο επίπεδο των τομέων δραστηριότητας, και συνεπώς, οι προβλεπόμενες εισφορές, καθίστανται υποχρεωτικές με βασιλικό διάταγμα για όλες τις εταιρείες που ανήκουν στον τομέα. Τα κλαδικά ταμεία που δημιουργούνται με τον τρόπο αυτό χρηματοδοτούνται πλήρως από τις εισφορές εταιρειών στους τομείς δραστηριότητάς τους και διαχειρίζονται ανεξάρτητα τα κεφάλαιά τους. Όλες οι εταιρείες που συνεισφέρουν σε ένα ταμείο μπορούν να αξιοποιήσουν τα προγράμματα τα οποία συγχρηματοδοτούνται από το ταμείο αυτό.

478. Η Επιτροπή επικεντρώθηκε στο ερώτημα αν το σύστημα αυτό περιείχε στοιχεία κρατικής ενίσχυσης[304]. Προκειμένου να αποφασίσει για την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης, βάσισε την αξιολόγησή της στα τέσσερα σωρευτικά κριτήρια που καθόρισε το δικαστήριο στην απόφασή του για την υπόθεση Pearle [305], όπου σημειώθηκε η απουσία δημόσιων πόρων και συμμετοχής του κράτους. Σε σχέση με τη συγκεκριμένη υπόθεση, τα τέσσερα κριτήρια έχουν ως εξής:

40. για τις δράσεις που χρηματοδοτούνται από τα κλαδικά ταμεία αποφασίζουν αποκλειστικά οι κοινωνικοί εταίροι του τομέα και όχι το κράτος·

41. η χρηματοδότηση προέρχεται κατά 100% από συνεισφορές των εταιρειών του τομέα: το κράτος δεν συγχρηματοδοτεί τα ταμεία (αν το κράτος συγχρηματοδοτούσε ορισμένες δράσεις των ταμείων, η συγκεκριμένη συγχρηματοδότηση από την πλευρά του κράτους – και μόνο αυτή – θα μπορούσε να θεωρηθεί κρατικός πόρος)·

42. οι μέθοδοι και τα ποσοστά χρηματοδότησης καθορίζονται από τους κοινωνικούς εταίρους του τομέα·

43. δεν υπάρχει κρατική παρέμβαση ως προς τη χρήση των συλλεγομένων κεφαλαίων.

44. δεδομένου ότι ικανοποιούνται οι τέσσερις προϋποθέσεις στην περίπτωση των βελγικών κλαδικών ταμείων, η Επιτροπή σημείωσε – κατ’ αναλογία με την απόφαση Pearle – την απουσία κρατικών πόρων και συμμετοχής του κράτους και, συνεπώς, τη μη ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης. Στην απόφαση της Επιτροπής που βασίζεται στη νομολογία Pearle , έχει σημασία να σημειωθούν ορισμένα όρια σχετικά με τις έννοιες των κρατικών πόρων και τη συμμετοχή του κράτους.

5. Φορολογικές ενισχύσεις

Καθεστώς φορολογικών ενισχύσεων για τον τομέα της εστίασης

479. Την 1η Δεκεμβρίου, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με ένα καθεστώς ενισχύσεως υπέρ της απασχόλησης στον τομέα της εστίασης (ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια) στη Γαλλία.[306]

480. Προκειμένου να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας και αμοιβής στον τομέα, οι γαλλικές αρχές διαπραγματεύθηκαν μια συμφωνία με τις αντίστοιχες οργανώσεις των εργαζομένων και των εργοδοτών που προβλέπει, μεταξύ άλλων, αυξήσει των αμοιβών και πρόσθετες άδειες μετ’ αποδοχών. Μια ιδιαιτερότητα του τομέα της εστίασης ότι η ελάχιστη νόμιμη αμοιβή είναι χαμηλότερη από την ελάχιστη νόμιμη αμοιβή για άλλους τομείς οικονομικής δραστηριότητας.

481. Προκειμένου να αντισταθμίσουν το πρόσθετο κόστος για τους εργοδότες, οι γαλλικές αρχές αποφάσισαν να χορηγούν μηνιαίες επιδοτήσεις σε εταιρείες οι εργαζόμενοι των οποίων πληρώνονται τουλάχιστον όσο το ελάχιστο νόμιμο ημερομίσθιο άλλων τομέων δραστηριότητας. Το μέτρο ισχύει για περίοδο 18 μηνών από την 1η Ιουλίου του 2004 ως τις 31 Δεκεμβρίου του 2005.

482. Ελλείψει οποιασδήποτε κοινοτικής βάσης με ρητές διατάξεις για την εξαίρεση παρόμοιων υποθέσεων, χρειάστηκε να πραγματοποιηθεί αξιολόγηση βασισμένη άμεσα στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ). Έτσι,. η Επιτροπή στάθμισε τη συμβολή των ενισχύσεων ως προς το κοινό συμφέρον της ΕΕ έναντι των επιπτώσεών τους στις συνθήκες του εμπορίου και του ανταγωνισμού στην κοινή αγορά.

483. Η προαγωγή της απασχόλησης και η βελτίωση των συνθηκών εργασίας αποτελούν σαφώς στόχους προτεραιότητας κοινού ενδιαφέροντος οι οποίοι είναι στερεά θεμελιωμένοι στη συνθήκη και την ευρωπαϊκή στρατηγική απασχόλησης. Ως προς τις επιπτώσεις του καθεστώτος στις συνθήκες του εμπορίου και του ανταγωνισμού, η Επιτροπή συμπέραινε ότι θα είναι περιορισμένες για αρκετούς λόγους, ιδιαίτερα επειδή οι υπηρεσίες εστίασης αποτελούν κυρίως τοπική, μη εμπορική δραστηριότητα και επειδή το κόστος για τους εργοδότες υπερβαίνει το ύψος της κρατικής ενίσχυσης και, αντίθετα από την ενίσχυση, έχει μόνιμο χαρακτήρα. Συνεπώς, η Επιτροπή συμπέρανε ότι το μέτρο συμβιβάζεται με την κοινή αγορά.

484. Η απόφαση αυτή ευθυγραμμίζεται με τη συνολική πολιτική της Επιτροπής για τις κρατικές ενισχύσεις και, ιδιαίτερα, με τον στόχο του επαναπροσανατολισμού των ενισχύσεων προς οριζόντιους στόχους κοινού ενδιαφέροντος που αναγνωρίστηκε από διαδοχικά ευρωπαϊκά συμβούλια.

Όμιλοι οικονομικού ενδιαφέροντος φορολογικού χαρακτήρα (EIGs)

485. Στις 14 Δεκεμβρίου, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας προκειμένου να καθορίσει αν το γαλλικό φορολογικό καθεστώς για τους «EIG» συμβιβάζεται με τους κοινοτικούς κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις.

486. Το άρθρο 39 C του γενικού κώδικα φορολογίας (εφεξής CGI) προβλέπει ότι η φορολογική απόσβεση περιουσιακών στοιχείων που εκπίπτει δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της μίσθωσης που καταβάλλει η EIG για την πράξη χρηματοδοτική μίσθωσης. Ωστόσο, το άρθρο 39 CA του CGI[307] προβλέπει μια εξαίρεση από τον κανόνα αυτό. Βάσει του άρθρου αυτού, χρηματοδοτικές πράξεις σημαντικού οικονομικού και κοινωνικού ενδιαφέροντος δεν υπόκεινται στον περιορισμό σχετικά με την απόσβεση. Η ύπαρξη σημαντικού οικονομικού και κοινωνικού ενδιαφέροντος αξιολογείται από το Υπουργείο Οικονομικών, το οποίο στη συνέχεια χορηγεί την έγκριση στην εταιρεία που πραγματοποιεί την επένδυση.

487. Πρέπει να πληρούνται διάφορες άλλες προϋποθέσεις ώστε να μπορεί η εταιρεία να επωφεληθεί από την άρση του ανώτατου ορίου της απόσβεσης. Το μισθούμενο περιουσιακό στοιχείο πρέπει να αποσβένεται για περίοδο τουλάχιστον οκτώ ετών. Η τιμή προμήθειας πρέπει να αντιστοιχεί στην τιμή της αγοράς. Ο τελικός χρήστης πρέπει να είναι εταιρεία που να χρησιμοποιεί το περιουσιακό στοιχείο στο πλαίσιο των καθημερινών δραστηριοτήτων της και που πρέπει να έχει το δικαίωμα αγοράς του περιουσιακού στοιχείου στο τέλος της συμφωνίας χρηματοδοτικής μίσθωσης/αγοράς. Τα επιλέξιμα περιουσιακά στοιχεία, με την εξαίρεση των πλοίων, πρέπει να αγοράζονται ως νέα αγαθά:

- Δεδομένου ότι οι EIGs είναι διαφανή φορολογικά μέσα, αυτοί που επωφελούνται άμεσα από την άρση του ανώτατου ορίου της απόσβεσης είναι τα μέλη του EIG . Ωστόσο, η ρύθμιση προβλέπει ρητά ότι τα δύο τρίτα του πλεονεκτήματος που αποκτάται με τον τρόπο αυτό πρέπει να μετακυλύεται στον τελικό χρήστη με τη μορφή μείωσης του κόστους της χρηματοδοτικής μίσθωσης ή της τιμής του δικαιώματος αγοράς. Επιπλέον, η επαναπώληση του περιουσιακού στοιχείου στον τελικό χρήστη απαλλάσσεται από τον φόρο κερδών κεφαλαίου.

- Οι EIG, που συνήθως δημιουργούνται από πιστωτικά ιδρύματα, αγοράζουν το προς χρηματοδότηση περιουσιακό στοιχείο και το μισθώνουν στον τελικό χρήστη. Δεδομένου ότι οι μειούμενες αποσβέσεις και τα χρηματοδοτικά βάρη που φέρει ο EIG συγκεντρώνονται στα ελάχιστα πρώτα έτη της πράξης χρηματοδοτικής μίσθωσης, τα αποτελέσματα του EIG εμφανίζουν έκτακτες ζημίες κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου και καθίστανται θετικά μόνο σε μια μεταγενέστερη περίοδο όταν το ύψος των εισπραττομένων μισθώσεων υπερβαίνει το συνολικό κόστος. Λαμβάνοντας υπόψη ότι υπόκεινται στις φορολογικές ρυθμίσεις που ισχύουν για τις συνεργασίες, οι EIGs μπορούν να εκπέσουν τις ζημίες που καταγράφονται κατά τα ελάχιστα πρώτα έτη της πράξης από τα φορολογήσιμα κέρδη που σημειώνουν τα μέλη τους από τις τρέχουσες δραστηριότητές τους. Έτσι, τα μέλη του EIG μπορούν να μειώσουν το ύψος των φορολογητέων εσόδων τους.

488. Η Επιτροπή, στο πλαίσιο της απόφασής της για την κίνηση διαδικασίας έρευνας, θεώρησε ότι η ρύθμιση αυτή αποτελεί μη συμβιβάσιμη ενίσχυση. Θεώρησε ότι τόσο τα μέλη των EIGs όσο και οι χρήστες των περιουσιακών στοιχείων που τους μισθώνει ο EIG επωφελούνται από επιλεκτικά πλεονεκτήματα στο πλαίσιο της συγκεκριμένης ρύθμισης. Η Επιτροπή υπογράμμισε ειδικότερα ότι η ρύθμιση εφαρμόζεται κυρίως στον τομέα των ναυτιλιακών μεταφορών. Τα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη και ιδιαίτερα οι αποδέκτες της ρύθμισης και πρόσωπα τα οποία έτυχαν έγκρισης στο πλαίσιο της ρύθμισης κλήθηκαν να υποβάλουν τα σχόλιά τους.

Φορολογικά κίνητρα για συμμετοχή σε εκθέσεις

489. Στις 22 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή αποφάσισε ότι τα ειδικά φορολογικά κίνητρα για τη συμμετοχή εταιρειών σε εκθέσεις στο εξωτερικό (που προβλέπονται βάσει του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του ιταλικού νόμου για τον προϋπολογισμό του 2004) δεν συμβιβάζονται με την κοινή αγορά[308]. Το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) προβλέπει τη διπλή έκπτωση των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν άμεσα το 2004 από εταιρείες στο πλαίσιο της συμμετοχής τους σε εκθέσεις στο εξωτερικό, από το φορολογητέο τους εισόδημα σε ό,τι αφορά τους εταιρικούς φόρους στην Ιταλία. Η συγκεκριμένη εξαίρεση δεν τηρεί τους συνήθεις κανόνες γιατί αποτελεί συμπληρωματική έκπτωση σε σχέση με τη συνήθη έκπτωση των επιχειρηματικών δαπανών που επιτρέπει ο ιταλικός φορολογικός κώδικας. Η απόφαση αυτή ακολουθεί εμπεριστατωμένη έρευνα που κινήθηκε τον Μάρτιο του 2004.

490. Η Επιτροπή θεώρησε ότι το καθεστώς στρεβλώνει τον ανταγωνισμό επειδή παρέχει φορολογικό πλεονέκτημα με στόχο τη βελτίωση των όρων του εμπορίου για τις ιταλικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό. Όπως φάνηκε, μόνο μια περιορισμένη ομάδα αποδεκτών που δραστηριοποιείται σε εξαγωγικές δραστηριότητες μπορούσε να επωφεληθεί από το καθεστώς, και συνεπώς αποτελούσε ενίσχυση η οποία επηρέαζε άμεσα τον διασυνοριακό ανταγωνισμό και το εμπόριο, περιλαμβανομένου και του εμπορίου με τα άλλα κράτη μέλη. Η Ιταλία πρέπει να ανακτήσει την ενίσχυση που καταβλήθηκε παράνομα στους αποδέκτες, εκτός από το τμήμα της ενίσχυσης που αφορά το 50% του κόστους που προκύπτει από την πρώτη συμμετοχή μιας ΜΜΕ σε μια συγκεκριμένη έκθεση ή επίδειξη σε μια νέα αγορά.

Απαλλαγή από το φόρο μεταβίβασης ακινήτων

491. Την 1η Δεκεμβρίου, η Επιτροπή ενέκρινε εν μέρει καθεστώς που απαλλάσσει προσωρινά τις οικοδομικές επιχειρήσεις από τον φόρο μεταβίβασης ακινήτων στην περίπτωση συγχωνεύσεων που περιλαμβάνουν ακίνητα στα νέα ομόσπονδα κράτη[309]. Σύμφωνα με τον υφιστάμενο χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων (2000-2006) για τη Γερμανία, το μεγαλύτερο μέρος των ομόσπονδων κρατών Brandenburg, Mecklenburg-Vorpommern, Sachsen, Sachsen-Anhalt και Thüringen είναι ενισχυόμενες περιοχές βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) ενώ η περιοχή της αγοράς εργασίας του Βερολίνου (περιλαμβανομένου του Βερολίνου και των περιχώρων του Brandenburg) είναι ενισχυόμενες περιοχές βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ. Η αγορά ακινήτων στα νέα ομόσπονδα κράτη χαρακτηρίζεται από σημαντική μείωση του πληθυσμού λόγω της χαμηλής γεννητικότητας και της μαζικής μετανάστευσης, της υψηλής προσφοράς και των σημαντικών ζημιών λόγω των χαμένων ενοικίων και της αβεβαιότητας που οφείλεται στις εκκρεμούσες υποθέσεις σχετικά με την επιστροφή ακινήτων. Σκοπός της απαλλαγής από τον φόρο μεταβίβασης ακινήτων είναι να επιτρέψει στις οικοδομικές επιχειρήσεις να ενώσουν τις δυνάμεις τους προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις πολλαπλές αυτές προκλήσεις.

492. Για τα τμήματα του μέτρου που περιορίζονται στις περιοχές του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) η Επιτροπή συμπέρανε ότι το μέτρο μπορεί να εγκριθεί ενόψει των ιδιαίτερων μειονεκτημάτων, του περιορισμένου βαθμού στρέβλωσης του ανταγωνισμού, του περιορισμένου χρονοδιαγράμματος, και των αναμενόμενων θετικών αποτελεσμάτων του μέτρου στην αγορά ακινήτων και την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη. Για την περιοχή της αγοράς εργασίας του Βερολίνου, όπου οι κενές θέσεις και η μείωση του πληθυσμού είναι λιγότερο σημαντικές και τα ποσά της εμπλεκόμενης ενίσχυσης υψηλότερα, η Επιτροπή κίνησε επίσημη διαδικασία έρευνας προκειμένου να συλλέξει πληροφορίες από άλλα ενδιαφερόμενα μέρη[310].

6. Ενισχύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη

Ερευνητικό πρόγραμμα Υδρογόνου: Σχέδια «Micro CHP» και «CELCO»

493. Στις 30 Νοεμβρίου, η Επιτροπή ενέκρινε βάσει των κατευθυντηρίων γραμμών για την έρευνα και ανάπτυξη[311], δύο σχέδια ενίσχυσης ad hoc[312] για την υποστήριξη ισάριθμων ερευνητικών προγραμμάτων, με την επωνυμία «development of a fuel cell micro CHP unit» και «development of a fuel cell-based on-board auxiliary ower unit (APU) and propulsion system for pleasure craft».

494. Και τα δύο πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του «Hydrogen Piemonte System (SPH2)», ένα περιφερειακό ερευνητικό πρόγραμμα που ξεκίνησε και συνεχίστηκε στην ιταλική επαρχία του Πεδεμοντίου το οποίο βασίστηκε στις εργασίες της ομάδας υψηλού επιπέδου – σε κοινοτικό επίπεδο - «hydrogen energy and fuel cells» [313].

495. Σκοπός του σχεδίου είναι να αναπτύξει τα ευρήματα της βασικής έρευνας για το υδρογόνο που μπορούν να κατανεμηθούν στους ακόλουθους κύριους τομείς: ανάπτυξη των στοιχείων καυσίμων τόσο σε σταθερή θέση όσο και σε εφαρμογές μεταφορών, ανάπτυξη της παραγωγής υδρογόνου τόσο από ανανεώσιμες όσο και «γκρίζες» πηγές – ιδιαίτερα σε σχέση με το θέμα παγίδευσης του C02 – και συγκέντρωση και διανομή υδρογόνου. Περιλαμβανόταν μόνο η βιομηχανική φάση της έρευνας, σύμφωνα με την Ιταλία, με αποτέλεσμα να επιτρέπεται ένταση της ενίσχυσης 50%.

496. Το υδρογόνο και τα στοιχεία καυσίμων αποτελούν πάγια στρατηγική τεχνολογία προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι αλληλοσυγκρουόμενες προκλήσεις της αυξημένης προσφοράς ενέργειας και της ασφάλειας, παράλληλα με τη διατήρηση ενός ανταγωνιστικού κόστους, τη μείωση των κλιματολογικών αλλαγών, και τη βελτίωση της ποιότητας της ατμόσφαιρας. Δυστυχώς, τα αναμενόμενα οφέλη θα αρχίσουν να υλοποιούνται μόνο αφού χορηγηθούν δημόσια κίνητρα και καταβληθούν ιδιωτικές προσπάθειες ώστε να κινητοποιηθούν και να αναπτυχθούν οι κυριότερες αγορές, δεδομένου ότι ο ευρωπαϊκός «οδικός χάρτης» για το υδρογόνο και τα στοιχεία καυσίμων απέχει πολύ από την αγορά.

497. Έτσι, η Επιτροπή θεώρησε ότι τα κοινοποιηθέντα σχέδια, που είναι μεσομακροπρόθεσμης ερευνητικής και τεχνολογικά αναπτυξιακής φύσης, εμπίπτουν στον ορισμό της βιομηχανικής έρευνας και τα ενέκρινε βάσει του σημείου 5.3 του πλαισίου.

Ενίσχυση στην Ε&Α των Bell Laboratories στο Δουβλίνο

498. Την 1η Οκτωβρίου, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την ενίσχυση που χορηγήθηκε από τις ιρλανδικές αρχές στην Bell Laboratories δεδομένου ότι συμβιβάζεται με τη συνθήκη ΕΚ.[314] Η μεμονωμένη χορήγηση ενίσχυσης πραγματοποιείται βάσει του R&D και Capability Grant scheme, που αναγνωρίστηκε από την Επιτροπή ότι αποτελεί υφιστάμενο καθεστώς ενίσχυσης και εγκρίθηκε στο πλαίσιο του ισχύοντος επιχειρησιακού προγράμματος για τον παραγωγικό τομέα 2000-2006.

499. Ο αποδέκτης, η Bell Laboratories (BLRI), είναι τμήμα της Lucent Technologies – παγκόσμιου ηγέτη στον τηλεπικοινωνιακό τομέα. Σκοπός της ενίσχυσης είναι η εγκατάσταση στο Δουβλίνο ενός ερευνητικού κέντρου παγκόσμιου επιπέδου στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών συστημάτων επόμενης γενιάς με οδηγό την έρευνα βάσει της αλυσίδας αξίας. Το κέντρο θα συμβάλλει ουσιωδώς στην ανάπτυξη της συνολικής ερευνητικής ικανότητας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στον τομέα των τεχνολογιών που συνδέονται με τους υπολογιστές και τις τηλεπικοινωνίες, σε συνδυασμό με τον στόχο της Λισσαβόνας να καταστεί η Ευρώπη η πρώτη οικονομία της γνώσης στον κόσμο. Το σχέδιο θα αναπτυχθεί σε πέντε έτη και θα χρηματοδοτηθεί με δωρεάν επιδότηση, συνολικού ύψους 21, 66 εκατ. ευρώ έναντι συνολικής επιλέξιμης δαπάνης ύψους 43,32 εκατ. ευρώ. Περιλαμβάνει επίσης σημαντική συνεργασία με πανεπιστήμια μέσω consortium πανεπιστημιακών ερευνητών υπό το Trinity College του Δουβλίνου.

500. Η Επιτροπή θεώρησε ο μέτρο εμπίπτει στο πεδίο του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Ωστόσο, η αξιολόγηση σχετικά με το συμβιβάσιμο διευκολύνθηκε από τα ακόλουθα γεγονότα:

(α) τα σχέδια περιορίζονται σε δραστηριότητες βιομηχανικής έρευνας και προανταγωνιστικής ανάπτυξης, όπως καθορίζονται στο παράρτημα Ι του πλαισίου Ε&Α ·

(β) τα επιλέξιμα κόστη ευθυγραμμίζονται με το παράρτημα ΙΙ του πλαισίου Ε&Α·

(γ) η ένταση της ενίσχυσης, που περιορίζεται σε 50%, ευθυγραμμίζεται με τα σημεία 5.3, 5.5, 5.10.2 και 5.10.3 του πλαισίου Ε&Α· και

(δ) υπάρχει σαφές στοιχείο κινήτρου στο προτεινόμενο σχέδιο, όπως απαιτείται στο σημείο 6.2 του πλαισίου Ε&Α.

501. Συνεπώς, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η χορηγηθείσα ενίσχυση συμβιβάζεται με τη συνθήκη ΕΚ βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

Συμμετοχή στην αύξηση κεφαλαίου της OCAS

502. Στις 20 Οκτωβρίου, η Επιτροπή επέτρεψε στην περιφέρεια της Φλάνδρας να συμμετάσχει στην αύξηση κεφαλαίου της OCAS, μια μονάδα Ε&Α της Arcelor που σχεδιάζει να μετατραπεί σε περισσότερο αυτόνομη και κερδοφόρα εταιρεία στην αγορά υπηρεσιών Ε&Α[315]. Το Βέλγιο κοινοποίησε το σχέδιο για λόγους νομικής ασφάλειας. Πράγματι, θεώρησε ότι το σχέδιο φαινόταν αρκετά επικερδές ώστε να προσελκύσει τις επενδύσεις ιδιωτικών εταιρειών. Έτσι, σημείωνε ότι η Arcelor, ο σημερινός κάτοχος της OCAS, συμμετείχε επίσης στην αύξηση κεφαλαίου για το ίδιο ποσό. Μετά από λεπτομερή ανάλυση της υπόθεσης, η ΓΔ Ανταγωνισμός συμπέρανε ότι η προοπτική των κερδών δεν ήταν βέβαιη ούτε τόσο υψηλή ώστε η αναμενόμενη απόδοση να αντισταθμίζει τον υψηλό κίνδυνο του σχεδίου. Σημείωνε ότι ορισμένες διατάξεις της συμφωνίας φαίνονταν υπερβολικά ευνοϊκές για την Arcelor. Αφού συμπέρανε ότι υπήρχε πιθανή ενίσχυση υπέρ της Arcelor, η ΓΔ Ανταγωνισμός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μπορούσε να την επιτρέψει βάσει των κατευθυντηρίων γραμμών για την Ε&Α. Πράγματι, η δημόσια στήριξη ενθαρρύνει σαφώς την Arcelor να αναλάβει περαιτέρω έρευνα σε σχέση με αυτή που θα αναλάμβανε διαφορετικά και η ένταση της ενίσχυσης θα παραμείνει κάτω από το επίπεδο που επιτρέπεται για τη βιομηχανική έρευνα.

Schiefergruben Magog

503. Στις 6 Οκτωβρίου, η Επιτροπή κίνησε επίσημη διαδικασία έρευνας για τη Schiefergruben Magog, μια γερμανική εταιρεία παραγωγής σχιστόλιθου[316]. Η υπόθεση ξεκίνησε με καταγγελία που έλαβε η Επιτροπή από γερμανική εταιρεία ανταγωνίστρια της Schiefergruben Magog.

504. Το 2002 και το 2003 η Schiefergruben Magog έλαβε επιδότηση από τις περιφερειακές αρχές ύψους περίπου 0,7 εκατ. ευρώ για τη στήριξη της ανάπτυξης μιας νέας τεχνολογίας κοπής σχιστολιθικών πλακών οροφής. Η Γερμανία υποστήριξε ότι η επιδότηση δεν αποτελούσε κρατική ενίσχυση δεδομένου ότι δεν προσέδιδε πλεονέκτημα στην εταιρεία. Σκοπός του σχεδίου ήταν να αναπτυχθεί μια καινοτόμος τεχνολογία για την επεξεργασία των σχιστολιθικών πλακών οροφής ώστε να μειωθούν οι κίνδυνοι για την υγεία των εργαζομένων και υποστηρίχθηκε ότι η επένδυση δεν ήταν επικερδής για την εταιρεία. Η Γερμανία υποστήριξε περαιτέρω ότι το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών δεν επηρεαζόταν δεδομένου ότι η Schiefergruben Magog παρήγαγε ειδικές σχιστολιθικές πλάκες οροφής υψηλής ποιότητας, που για ιστορικούς λόγους παράγονται μόνο στη Γερμανία.

505. Στην απόφασή της να κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας, η Επιτροπή θεώρησε ότι η επιδότηση απέδιδε πλεονέκτημα στη Schiefergruben Magog. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της ίδιας της εταιρείας, το σχέδιο απέβλεπε στην αυτοματοποίηση της διαδικασίας κοπής, που θα επέτρεπε στην εταιρεία να παράγει υψηλής ποιότητας σχιστόλιθο με χαμηλότερο κόστος αυξάνοντας έτσι την ανταγωνιστικότητά της. Η Επιτροπή είχε επίσης τη γνώμη ότι επηρεάζεται το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών ΄και ότι συνεπώς η επιδότηση αποτελούσε κρατική ενίσχυση. Η Επιτροπή είχε αμφιβολίες για το εάν η ενίσχυση συμβιβάζεται βάσει του κανονισμού για την εξαίρεση των ΜΜΕ ή του κοινοτικού πλαισίου για την έρευνα και ανάπτυξη ή οποιωνδήποτε άλλων εξαιρέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφοι 2 και 3 της συνθήκης[317].

7. Ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος

Ενίσχυσης υπέρ της Akzo Nobel για την ελαχιστοποίηση της μεταφοράς χλωρίου[318]

506. Στις 16 Ιουνίου, η Επιτροπή ενέκρινε βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) EΚ επιδότηση 32,5 εκατ. ευρώ υπέρ της Akzo Nobel για την μετεγκατάσταση δύο εγκαταστάσεων παραγωγής χλωρίου και μονοχλωρικού οξικού οξέως. Η μετεγκατάσταση θα μειώσει ουσιωδώς τη μεταφορά χλωρίου.

Ενίσχυση για αγωγό μεταφοράς αιθυλενίου μεταξύ Stade και Teutschental[319] και για αγωγό προπυλενίου από το Ρότερνταμ στην περιοχή του Ρουρ μέσω Αμβέρσας[320]

507. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα, το επενδυτικό κόστος τμημάτων αγωγών που βρίσκονται σε ενισχυόμενες περιοχές μπορεί να είναι επιλέξιμο για ενίσχυση. Αυτό ίσχυε στην περίπτωση αγωγού αιθυλενίου της DOW Olefinverbund GmbH για τον οποίο η Επιτροπή ενέκρινε στις 8 Σεπτεμβρίου χορήγηση ενίσχυσης 13,6 εκατ. ευρώ.

508. Δεν ίσχυε όμως το ίδιο για τον αγωγό προπυλενίου από το Ρότερνταμ στην Κολωνία και την περιοχή του γερμανικού Ρουρ αφού σε μεγάλο βαθμό βρίσκεται εκτός ενισχυόμενων περιοχών. Ωστόσο, στις 16 Ιουνίου, η Επιτροπή ενέκρινε επιδοτήσεις 27 εκατ. ευρώ τις οποίες θα χορηγήσουν γερμανικές, ολλανδικές και βελγικές αρχές για τη στήριξη του εν λόγω αγωγού. Αποδέκτης είναι η European Pipeline Company, στην οποία συμμετέχουν οι σημαντικότεροι παραγωγοί προπυλενίου. Αντίθετα με τον αγωγό αιθυλενίου που προαναφέρθηκε, ο αγωγός αυτός θα λειτουργεί βάσει των αρχών «ελεύθερη πρόσβαση/κοινός μεταφορέας» και «χαμηλή κερδοφορία».

509. Η στήριξη του αγωγού προπυλενίου εμπίπτει στον ορισμό της κρατικής ενίσχυσης και δεν πρέπει να θεωρηθεί στήριξη γενικών υποδομών. Η Επιτροπή αναγνώρισε , ωστόσο, τα πλεονεκτήματα για το περιβάλλον, την ασφάλεια και τη βιομηχανία που απορρέουν από το σχέδιο. Έχοντας ελέγξει αν η ενίσχυση ήταν αναλογική και περιορισμένη στο ελάχιστο απαραίτητο, και αν είχε αποφευχθεί μη απαραίτητη στρέβλωση του ανταγωνισμού, θεώρησε ότι η ενίσχυση συμβιβάζεται με την κοινή αγορά. Δεδομένου ότι δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν ούτε οι κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος ούτε κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα, η Επιτροπή βάσισε την απόφαση απευθείας στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης.

Ενίσχυση για την προστασία του περιβάλλοντος υπέρ της Stora Enso Langerbrugge[321]

510. Στις 8 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή ενέκρινε ενίσχυση για την προστασία του περιβάλλοντος ύψους 23,5 εκατ. ευρώ υπέρ της χαρτοποιίας Stora Enso στο Langerbrugge, Βέλγιο. Η ενισχυόμενη επένδυση αποβλέπει στην μείωση της κατανάλωσης ενέργειας για την παραγωγή δημοσιογραφικού χαρτιού, την παραγωγή ενέργειας με την καύση λάσπης απομελάνωσης, με τον συνδυασμό παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας, και τη μεταφορά των απορριμμάτων χαρτιού και των τελικών προϊόντων σιδηροδρομικά αντί με φορτηγά.

511. Περαιτέρω ενίσχυση για την αύξηση της χρήσης ανακυκλωμένων ινών στην παραγωγή χαρτιού, ύψους 11,5 εκατ. ευρώ, δεν εγκρίθηκε. Η Επιτροπή θεώρησε ότι δεν εμπίπτει στο πεδίο του σημείου 29 των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος[322], δεδομένου ότι οι επενδύσεις δεν μειώνουν τα απορρίμματα που δημιουργούν οι παραγωγοί και οι πωλήσεις της ίδιας της Stora Enso αλλά μάλλον το χαρτί που πωλείται από οποιονδήποτε παραγωγό. Η Επιτροπή θεωρεί ότι, κατ’ αναλογία με το σημείο 29 των κατευθυντηρίων γραμμών, μια τέτοια επενδυτική ενίσχυση για ανακύκλωση μπορεί να στηριχθεί ως 30% του επιλέξιμου κόστους μόνο εφόσον πληροί τα ακόλουθα συμπληρωματικά κριτήρια: (i) τα επενδυτικά σχέδια πρέπει να είναι καινοτόμα και να προχωρούν περισσότερο από την «τελευταία λέξη της τεχνικής», (ii) η ενίσχυση δεν πρέπει να ελαφρύνει έμμεσα τις εταιρείες που παράγουν τα απορρίμματα από μια επιβάρυνση που θα έπρεπε να περιλαμβάνεται στον ισολογισμό τους βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας και (iii) πρέπει να επιβληθούν όροι ώστε να διασφαλιστεί ότι ανακυκλώνονται υλικά που διαφορετικά θα κατέληγαν ως απορρίμματα, δεδομένου ότι οι επενδυτικές ενισχύσεις που απλώς αυξάνουν τον ανταγωνισμό για υλικά προς ανακύκλωση δεν μπορούν να επιτραπούν.

Επιπτώσεις στις κρατικές ενισχύσεις από την εφαρμογή του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου

512. Το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ETS), που εισήχθη με την οδηγία 2003/87/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 2003[323], διαδραματίζει μείζονα ρόλο στην πολιτική της Επιτροπής για τις κλιματικές αλλαγές. Σκοπός της είναι να συνδράμει τα κράτη μέλη της ΕΕ ώστε να τηρήσουν τις δεσμεύσεις βάσει του πρωτοκόλλου του Κιότο χρησιμοποιώντας ένα μέσο που να βασίζεται στην αγορά το οποίο θα συμβάλλει στη μείωση των εκπομπών καυσαερίων με το μικρότερο δυνατό κόστος.

513. Το ETS είναι το πρώτο διεθνές σύστημα εμπορίας εκπομπών CO2 στον κόσμο. Θα καλύψει συνολικά περισσότερες από 12.000 εγκαταστάσεις στην ΕΕ των 25 (εγκαταστάσεις καύσης, διυλιστήρια, φούρνους άνθρακα, σιδηρουργίες και χαλυβουργίες, εργοστάσια παραγωγής τσιμέντου, γιαλού, άσβεστου, τούβλων, κεραμικών, πολτού και χαρτιού) που αντιπροσωπεύουν σχεδόν το μισό των εκπομπών CO2 της Ευρώπης.

514. Ακρογωνιαίος λίθος της εφαρμογής του ETS είναι τα λεγόμενα εθνικά σχέδια κατανομής (NAP). Τα σχέδια αυτά καθορίζουν τον συνολικό αριθμό αδειών εκπομπής που σχεδιάζουν να κατανείμουν τα κράτη μέλη για την περίοδο εμπορίας 2005-2007 και τις μεθόδους κατανομής στους διάφορους ενεχόμενους τομείς ή εγκαταστάσεις.

515. Η οδηγία για την εμπορία των δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου προβλέπει ότι η Επιτροπή αξιολογεί αν τα σχέδια αυτά τηρούν το άρθρο 10 της οδηγίας και έντεκα κριτήρια που καθορίζει το παράρτημα ΙΙΙ. Η Επιτροπή μπορεί να απορρίψει ένα σχέδιο συνολικά ή εν μέρει εντός τριών μηνών από την κοινοποίησή του αν το σχέδιο θεωρηθεί ότι δεν πληροί τις προϋποθέσεις αυτές. Ως τα τέλη του 2004, η Επιτροπή είχε λάβει αποφάσεις για 21 NAP[324].

Αξιολόγηση των NAP

516. Το κριτήριο 5 του παραρτήματος ΙΙΙ της οδηγίας ETS προβλέπει ότι «το σχέδιο δεν πρέπει να εισάγει διακρίσεις μεταξύ επιχειρήσεων ή τομέων ώστε να ευνοούνται αθεμίτως κάποιες επιχειρήσεις ή δραστηριότητες, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της συνθήκης, και ιδίως των άρθρων 87 και 88 αυτής».

517. Στο έγγραφο προσανατολισμού της, η Επιτροπή δήλωνε «ότι θα ισχύουν οι συνήθεις κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις».

518. Το άρθρο 10 της οδηγίας υποχρεώνει τα κράτη μέλη, για την πρώτη περίοδο εμπορίας από το 2005 έως το 2007, να χορηγήσουν τουλάχιστον 95% των ποσοστώσεων δωρεάν. Αυτό επιτρέπει στα κράτη μέλη να πωλήσουν έως 5% των ποσοστώσεων, αλλά μέχρι σήμερα, δεν χρησιμοποίησαν αυτή τη δυνατότητα. Μόνο η Δανία αποφάσισε να θέσει σε πλειστηριασμό το 5% των ποσοστώσεων. Ορισμένα άλλα κράτη μέλη εξετάζουν το ενδεχόμενο να θέσουν σε πλειστηριασμό τις μη χρησιμοποιηθείσες ποσοστώσεις του αποθέματος για τους νεοεισερχόμενους, στο τέλος της περιόδου ανταλλαγής ή να θέσουν σε πλειστηριασμό ένα περιορισμένο αριθμό ποσοστώσεων για να καλύψουν το διοικητικό κόστος της υλοποίησης του συστήματος. Αν ένα κράτος μέλος δεν χρησιμοποιήσει τη δυνατότητα πώλησης των ποσοστώσεων στην τιμή της αγοράς, το μέτρο αυτό είναι καταλογίσιμο στο κράτος μέλος και περιλαμβάνει τη χρησιμοποίηση κρατικών πόρων.

519. Το μέτρο μπορεί επίσης να περιλαμβάνει κρατικούς πόρους και να είναι καταλογίσιμο στο κράτος μέλος, όταν το κράτος επιτρέπει τη μετάθεση των ποσοστώσεων από την πρώτη στη δεύτερη περίοδο εμπορίας. Μέχρι στιγμής, όλα τα κράτη μέλη με εξαίρεση τη Γαλλία, απέκλεισαν αυτό το σύστημα.

520. Με εξαίρεση τη Δανία, η Επιτροπή δεν μπόρεσε συνεπώς να αποκλείσει ότι τα NAP δεν περιλαμβάνουν κρατικές ενισχύσεις με την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης. Εξάλλου, εξέτασε αν μια ενδεχόμενη ενίσχυση ήταν συμβιβάσιμη και φαινόταν απαραίτητη για την επιτυχία του συνολικού οικολογικού στόχου της οδηγίας ETS.

521. Η Επιτροπή επικοινώνησε με τα κράτη μέλη, ιδιαίτερα όταν ένα NAP φαινόταν να περιέχει ένα από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

522. Όταν ένα κράτος μέλος χορηγεί ένα συνολικό αριθμό αδειών που δεν αντιστοιχεί στις προβλεπόμενες εκπομπές ή δεν συμβιβάζεται με το σενάριο που καταλήγει στην επιτυχία του στόχου του Κιότο (κριτήρια 1 και 2 του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας) και οι αποδέκτες δεν προσφέρουν επαρκή περιβαλλοντική αντιστάθμιση, η υπερβάλλουσα αυτή χορήγηση δικαιωμάτων μπορεί να περιλαμβάνει δυνητική ενίσχυση (όταν οι αποδέκτες λαμβάνουν περισσότερες από τις ρεαλιστικά προβλεπόμενες εκπομπές, δεδομένου ότι η ενίσχυση δεν θα είχε στην περίπτωση αυτή ως αποτέλεσμα να τους ενθαρρύνει να μεταβάλλουν τη συμπεριφορά τους). Όταν ένα σχέδιο καταλήγει στη διάκριση μεταξύ εμπορικών τομέων ή εγκαταστάσεων, για παράδειγμα με την αδικαιολόγητη χρήση διαφορετικών μεθόδων χορήγησης για διαφορετικούς τομείς ή με την εφαρμογή διαφορετικής μεθόδου χορήγησης για ορισμένες επιχειρήσεις· και όταν οι νεοεισερχόμενοι αντιμετωπίζονται αδικαιολόγητα διαφορετικά σε σχέση με τις ήδη εγκατεστημένες επιχειρήσεις.

523. Κατά την αξιολόγηση των NAP, η Επιτροπή αντιμετώπισε ένα περιορισμένο αριθμό τέτοιων καταστάσεων. Μέχρι στιγμής, οι περισσότερες από τις δυνητικές απειλές έναντι του ανταγωνισμού αντιμετωπίστηκαν σε συνεργασία με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Σε πολλές περιπτώσεις, τα κράτη μέλη μείωσαν το συνολικό αριθμό των αδειών ώστε να συμμορφωθούν με τα κριτήρια 1, 2 και 5 της οδηγίας ΕΤS. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη εγκατέλειψαν τα αποθέματα που είχαν σχηματίσει για ορισμένους τομείς. Η χρήση διαφορετικών μεθόδων χορήγησης αδειών για ορισμένους τομείς συχνά φαίνεται δικαιολογημένη. Συνεπώς, η Επιτροπή συμπέρανε, για τα περισσότερα NAP, ότι με βάση τις πληροφορίες που υπέβαλαν τα κράτη μέλη, όλες οι δυνητικές ενισχύσεις είναι μάλλον συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά αν αξιολογηθούν βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

524. Πρέπει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή εξέτασε μέχρι στιγμής όλα τα NAP στο πλαίσιο της οδηγίας ETS ώστε να εντοπίσει προφανή προβλήματα κρατικών ενισχύσεων που είναι πιθανόν να μην είναι συμβιβάσιμα. Μέχρι στιγμής, δεν έλαβε επίσημη απόφαση για κρατικές ενισχύσεις σε σχέση με ΝΑΡ.

8. Διεύρυνση

Υφιστάμενες ενισχύσεις στα νέα κράτη μέλη

525. Η συνθήκη προσχώρησης προβλέπει ότι οι ακόλουθες ενισχύσεις θεωρούνται υφιστάμενες ενισχύσεις με την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ από την ημερομηνία προσχώρησης:

- οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από τις 10 Δεκεμβρίου 1994·

- οι ενισχύσεις που απαριθμούνται σε παράρτημα της συνθήκης (τον «κατάλογο της συνθήκης»)·

- τα μέτρα που εξετάστηκαν από την αρμόδια αρχή για την παρακολούθηση των κρατικών ενισχύσεων του νέου κράτους μέλους πριν από την ημερομηνία προσχώρησης και κρίθηκαν συμβιβάσιμα με το κοινοτικό κεκτημένο, και έναντι των οποίων η Επιτροπή δεν διατύπωσε αντιρρήσεις λόγω σοβαρών αμφιβολιών σε σχέση με το συμβιβάσιμό τους με την κοινή αγορά (διαδικασία μεταβατικών μέτρων).

526. Όλα τα μέτρα που αποτελούν κρατική ενίσχυση και δεν πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις θεωρούνται ως νέες ενισχύσεις κατά την ημερομηνία ένταξης ως προς την εφαρμογή του άρθρου 88΄, παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ.

527. Βάσει της διαδικασίας μεταβατικών μέτρων, τα νέα κράτη μέλη μπορούσαν να υποβάλουν μέτρα από την αρχή του 2003 ως την ημερομηνία ένταξης. Συνολικά υποβλήθηκαν 559 μέτρα, εκ των οποίων 201 το 2003 και 358 το 2004. Ως τα τέλη του 2004, 323 μέτρα (58% του συνόλου) είχαν προταθεί ως υφιστάμενες ενισχύσεις, εκ των οποίων 76 το 2003 και 247 το 2004. Το 2004, η Επιτροπή κίνησε επίσημη διαδικασία έρευνας για 3 μέτρα. Συνολικά, 207 μέτρα (37% του συνόλου) αποσύρθηκαν από τα νέα κράτη μέλη ή αποτέλεσαν αντικείμενο απόφασης της Επιτροπής που διαπίστωσε ότι δεν ήταν εφαρμόσιμα μετά την ένταξη. Στο τέλος του 2004, 26 άλλα μέτρα ήταν ακόμη υπό εξέταση.

Ενισχύσεις στον τραπεζικό τομέα στα νέα κράτη μέλη

528. Τη δεκαετία του 1990, πραγματοποιήθηκαν διαρθρωτικές αλλαγές στις οικονομίες ορισμένων νέων κρατών μελών. Οι δημόσιες αρχές παρενέβησαν επανειλημμένα. Προκειμένου να αξιολογηθούν οι παρεμβάσεις αυτές, οι συνθήκες προσχώρησης ανέθεταν στην Επιτροπή την εξουσία να αξιολογήσει το συμβιβάσιμο των μέτρων που αποτελούσαν κρατικές ενισχύσεις και που, μολονότι χορηγήθηκαν στο παρελθόν, παρήγαγαν τα αποτελέσματά τους μετά την ημερομηνία προσχώρησης των χωρών αυτών.

529. Μετά από κοινοποίηση, η Επιτροπή εξέτασε τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν για την αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος διάφορων νέων κρατών μελών (Τσεχική Δημοκρατία, Ουγγαρία και Σλοβακική Δημοκρατία). Το 2004, η Επιτροπή ενέκρινε 16 αποφάσεις στις οποίες δήλωνε ότι τα μέτρα αυτά «δεν ήταν πλέον εφαρμόσιμα μετά την ένταξη». Με άλλα λόγια, τα εν λόγω μέτρα χορηγήθηκαν πλήρως πριν από την ημερομηνία προσχώρησης χωρίς να μπορούν να χορηγηθούν συμπληρωματικές ενισχύσεις στη συνέχεια. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν είχε ούτε την υποχρέωση ούτε την εξουσία να τις αξιολογήσει. Σε δύο περιπτώσεις, της τσεχικής τράπεζας Agrobanka Praha [325] και της ουγγρικής τράπεζας Hungarian Postabank [326], η Επιτροπή αποφάσισε ωστόσο να κινήσει διαδικασία έρευνας, γιατί θεώρησε ότι ορισμένα από τα μέτρα που ήταν «εφαρμόσιμα μετά την προσχώρηση» αποτελούσαν κρατικές ενισχύσεις για τις οποίες υπήρχαν σοβαρές αμφιβολίες ως προς το συμβιβάσιμό τους με την κοινή αγορά.

Μείωση της φοροαπαλλαγής που είχε χορηγηθεί από τη Σλοβακία στην US Steel Košice

530. Κατά τις διαπραγματεύσεις για την προσχώρηση, η Σλοβακία είχε επιτύχει μία μεταβατική εξαίρεση των κοινοτικών κανόνων σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις που της επέτρεπε να συνεχίσει να παρέχει φορολογικές ενισχύσεις στην US Steel Košice μετά την προσχώρηση και ως τα τέλη του φορολογικού έτους 2009.

531. Προκειμένου να αντισταθμιστεί το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που απέρρεε από τη φοροαπαλλαγή για την επιχείρηση, τέθηκε ανώτατο όριο για την παραγωγή από το 2002 και για τις πωλήσεις από την ημερομηνία προσχώρησης. Η Σλοβακία είναι επίσης υποχρεωμένη να υποβάλλει εξαμηνιαίες εκθέσεις σύμφωνα με το παράρτημα XIV της πράξης προσχώρησης. Βάσει της πρώτης από τις εκθέσεις αυτές, δεν τηρήθηκε το ανώτατο όριο για την παραγωγή το 2002 και το 2003. Προκειμένου να αντισταθμιστεί το αποτέλεσμα της πλεονάζουσας παραγωγής, η κυβέρνηση της Σλοβακίας πρότεινε την ουσιώδη μείωση της κρατικής ενίσχυσης που χορηγήθηκε στην US Steel και ζήτησε από την Επιτροπή να αναθεωρήσει τους όρους που ίσχυαν κατά τη μεταβατική περίοδο.

532. Η Επιτροπή αποφάσισε στις 22 Σεπτεμβρίου[327] τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αντιμετωπίσει την κατάσταση αυτή. Σύμφωνα με την απόφαση, το συνολικό ύψος της ενίσχυσης που μπορεί να χορηγηθεί στην US Steel Košice ως το 2009, με τη μορφή φοροαπαλλαγής, μειώνεται από 500 σε 430 εκατ. δολάρια ΗΠΑ. Επιπλέον, ο αποδέκτης πρέπει να καταβάλει 32 εκατ. δολάρια ΗΠΑ για φόρους στην κυβέρνηση της Σλοβακίας, σε δύο ισόποσες δόσεις, το 2004 και το 2005. Η US Steel Košice πρέπει να τηρήσει το ανώτατο όριο παραγωγής από την 1η Ιανουαρίου του 2004 και τα ανώτατα όρια πωλήσεων από την 1η Μαΐου του 2004. Πρέπει επίσης να τηρήσει τον όρο που προβλέπει ότι δεν μπορεί να επεκτείνει το φάσμα των υφισταμένων τελικών προϊόντων της στις 13 Δεκεμβρίου 2002 και τους όρους της σύμβασης ιδιωτικοποίησης.

533. Στις 25 Οκτωβρίου, η κυβέρνηση της Σλοβακίας δέχθηκε την πρόταση της Επιτροπής για κατάλληλα μέτρα και επιβεβαίωσε ότι η US Steel Kosice κατέβαλε την πρώτη δόση στην εφορία ύψους 525.488.000 SKK (16 εκατ. δολάρια).

Ενίσχυση αναδιάρθρωσης υπέρ σιδηρουργίας στην Τσεχική Δημοκρατία

534. Στις 14 Δεκεμβρίου, η Επιτροπή αποφάσισε να πραγματοποιήσει εμπεριστατωμένη έρευνα για ενδεχόμενες κρατικές ενισχύσεις υπέρ της Třinecké železárny a.s. (TZ), μια χαλυβουργία εγκατεστημένη στην Τσεχική Δημοκρατία[328]. Η Επιτροπή θα εξετάσει αν ορισμένα μέτρα μπορούν να αποτελούν συγκαλυμμένες ενισχύσεις αναδιάρθρωσης. Κρατικές ενισχύσεις αναδιάρθρωσης μπορούν να χορηγηθούν στην τσεχική σιδηρουργική βιομηχανία μόνο στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος αναδιάρθρωσης που έχει εγκρίνει η ΕΕ βάσει του πρωτοκόλλου αριθ. 2 της συνθήκης προσχώρησης, και μόνο σε εταιρείες που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα αυτό. Η TZ δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των εταιρειών και συνεπώς δεν μπορεί να λάβει ενισχύσεις αναδιάρθρωσης. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και για σχέδια Ε&Α συμβιβάζονται με τους κοινοτικούς κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις. Ωστόσο, αμφιβάλλει αν συμβιβάζονται οι ενισχύσεις που χορηγούνται για το κλείσιμο επιχειρήσεων και για σχέδια κατάρτισης. Θα εξετάσει εξάλλου αν η τιμή που καταβλήθηκε από την τσεχική κυβέρνηση για τις μετοχές που αγόρασε από την ΤΖ είναι σύμφωνη με την τιμή της αγοράς.

9. Ναυπηγική βιομηχανία

Fincantieri

535. Σύμφωνα με τον κανονισμό για τη ναυπηγική βιομηχανία του 1998[329], η τελευταία ημερομηνία παράδοσης ενός πλοίου, ώστε να μπορεί να επωφεληθεί από λειτουργικές ενισχύσεις σε συνδυασμό με σύμβαση, ήταν η 31η Δεκεμβρίου 2003. με τα πλοία που παραδίδονται αργότερα να αποκλείονται καταρχάς. Η Επιτροπή, μπορεί ωστόσο να παρατείνει την προθεσμία αυτή όταν κάτι τέτοιο δικαιολογείται από καθυστερήσεις λόγω απρόσμενων ή έκτακτων εξωτερικών ως προς την επιχείρηση περιστάσεων.

536. Στις 20 Οκτωβρίου, η Επιτροπή έλαβε απόφαση, μετά από κοινοποίηση της Ιταλίας, σχετικά με την προθεσμία παράδοσης πέντε πλοίων που κατασκεύασε η Fincantieri, ένας ιταλικός ναυπηγικός όμιλος. Η Ιταλία είχε υποστηρίξει ότι οι καθυστερήσεις οφείλονταν στο ότι ο εφοπλιστής είχε ζητήσει τη μετάθεση της ημερομηνίας παράδοσης λόγω των τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001[330].

537. Στην απόφασή της, η Επιτροπή επέτρεψε την παράταση της προθεσμίας παράδοσης για τέσσερα από τα πλοία, θεωρώντας ότι ο λόγος που επικαλέστηκε η Ιταλία ενέπιπτε στις εξαιρέσεις που προέβλεπε ο κανονισμός για τη ναυπηγική βιομηχανία αφού η Fincantieri διέθετε την τεχνική ικανότητα προκειμένου να παραδώσει τα πλοία στα τέλη του 2003. Ωστόσο, αποφάσισε να κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας για ένα από τα πλοία, γιατί αμφέβαλε ότι η Fincantieri είχε την τεχνική ικανότητα να το παραδώσει στις 31 Δεκεμβρίου 2003.

Kvaerner Warnow Werft[331]

538. Μετά την ενοποίηση της Γερμανίας, τα ναυπηγεία της πρώην Ανατολικής Γερμανίας δέχθηκαν εξαιρετικά υψηλές κρατικές ενισχύσεις για την αναδιάρθρωσή τους. Μεταξύ του 1993 και του 1995, στο πλαίσιο της ιδιωτικοποίησης και αναδιάρθρωσης της Warnow Werft (σήμερα Kvaerner Warnow Werft, KWW), ενός ναυπηγείου της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, η Επιτροπή επέτρεψε κρατικές ενισχύσεις ύψους 639,4 εκατ. ευρώ συνολικά. Το ποσοστό κανονικά περιλάμβανε λειτουργικές ενισχύσεις 382,1 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 230,8 εκατ. για την κάλυψη ζημιών που συνδέονταν με ορισμένες συμβάσεις ναυπήγησης.

539. Κατόπιν αναφορών σχετικά με δάνειο 200 εκατ. ευρώ της Kvaerner Warnow Werft προς τη μητρική της εταιρεία, η Επιτροπή υποψιάστηκε ότι τα ναυπηγεία έλαβαν υψηλότερη ενίσχυση από ό,τι ήταν απαραίτητο για να καλύψουν τις ζημιές από ορισμένες συμβάσεις ναυπήγησης. Πραγματοποίησε έρευνα για να εξετάσει αν έπρεπε να ανακτήσει ποσό 60,9 εκατ. ευρώ από τον αποδέκτη του.

540. Στην τελική της απόφαση, η Επιτροπή συμπέρανε ότι η Kvaerner Warnow Werft είχε πράγματι λάβει μεγαλύτερη ενίσχυση από το ποσό που ήταν απαραίτητο για να καλύψει τις ζημιές από ορισμένες συμβάσεις ναυπήγησης, αλλά κατά τη διάρκεια της έρευνας, η Kvaerner Warnow Werft μπόρεσε να αποδείξει την ύπαρξη συμπληρωματικού κόστους που μπορούσε να αποδοθεί στις συμβάσεις ναυπήγησης, που οδήγησε σε μεγαλύτερες ζημιές. Λαμβάνοντας υπόψη και άλλες παρατηρήσεις και διευκρινίσεις της γερμανικής κυβέρνησης και της εξεταζόμενης εταιρείας, σύμφωνα με τις οποίες η Kvaerner δεν είχε λάβει το σύνολο των λειτουργικών ενισχύσεων εκτός από τα μετρητά, η Επιτροπή διέταξε την ανάκτηση 13 εκατ. ευρώ, που θεώρησε ως πλεονάζον ποσό.

Περιορισμοί στην παραγωγική ικανότητα για ορισμένα ναυπηγεία της Ανατολικής Γερμανίας, της Ισπανίας και της Ελλάδας

541. Μεταξύ του 1992 και του 1997, τα πέντε ναυπηγεία της Ανατολικής Γερμανίας υπέστησαν ριζική αναδιάρθρωση. Προκειμένου να αντισταθμιστεί η στρέβλωση του ανταγωνισμού που προκάλεσαν οι ενισχύσεις αναδιάρθρωσης, η Γερμανία μείωσε τη συνολική παραγωγική ικανότητα των ναυπηγείων στην Ανατολική Γερμανία κατά 40%. Η Επιτροπή έλεγχε από το 1995 αν τα εν λόγω ναυπηγεία τηρούσαν τον ισχύοντα περιορισμό της παραγωγικής ικανότητας.

542. Ωστόσο, στην απόφασή του της 29ης Απριλίου για την Kvaerner Warnow Werft, το δικαστήριο θεώρησε ότι η Επιτροπή είχε λανθασμένα ερμηνεύσει τον περιορισμό της παραγωγικής ικανότητας ως περιορισμό της ίδιας της παραγωγής. Βάσει των αποφάσεων που ενέκρινε η Επιτροπή μεταξύ του 1993 και του 1995 προκειμένου να επιτρέψει στις ενισχύσεις, ο περιορισμός της παραγωγικής ικανότητας έπρεπε να ερμηνευθεί ως τεχνικός περιορισμός των παραγωγικών εγκαταστάσεων. Όσο οι παραγωγικές εγκαταστάσεις των ναυπηγείων που περιγράφονταν στις αποφάσεις της Επιτροπής για την έγκριση των ενισχύσεων δεν είχαν τροποποιηθεί, η Kvaerner Warnow Werft μπορούσε να παράγει πέρα από την τεχνική παραγωγική της ικανότητα.

543. Λαμβάνοντας υπόψη το σκεπτικό του δικαστηρίου και για λόγους συνέπειας και ίσης μεταχείρισης, η Επιτροπή αποφάσισε να θεωρήσει τους περιορισμούς παραγωγικής ικανότητας ορισμένων γερμανικών, ισπανικών και ελληνικών ναυπηγείων ως καθαρά τεχνικούς περιορισμούς στο μέτρο όπου οι αποφάσεις βασίζονταν στην οδηγία 90/684 του Συμβουλίου όπως τροποποιήθηκε. Ωστόσο, θα συνεχίσει να επιβλέπει τους περιορισμούς της τεχνικής παραγωγικής ικανότητας υπό το φως των διατάξεων που ισχύουν για τα εν λόγω ναυπηγεία ως την ημερομηνία που αναφέρεται σε κάθε απόφαση για ενισχύσεις αναδιάρθρωσης[332].

10. Γεωργία

544. Η Επιτροπή έλαβε 252 κοινοποιήσεις μέτρων κρατικών ενισχύσεων που σχεδιάζονταν να χορηγηθούν στον γεωργικό και αγροβιομηχανικό τομέα, Επίσης, η Επιτροπή ξεκίνησε την εξέταση 13 μέτρων ενισχύσεων οι οποίες δεν είχαν προηγουμένως κοινοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ. Δεν άρχισε ούτε ολοκληρώθηκε η εξέταση υφιστάμενων ενισχύσεων σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Συνολικά, η Επιτροπή δεν διατύπωσε αντιρρήσεις σχετικά με 212 μέτρα. Αρκετά από τα μέτρα αυτά εγκρίθηκαν αφού τα σχετικά κράτη μέλη είτε τα τροποποίησαν είτε ανέλαβαν να τα τροποποιήσουν προκειμένου να εναρμονιστούν με τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων της Κοινότητας. Η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 σχετικά με 8 υποθέσεις, στις οποίες τα σχετικά μέτρα προκαλούσαν σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με τη συμβατότητά τους με την κοινή αγορά. Η Επιτροπή περάτωσε τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 σε 14 υποθέσεις. Σε 10 απ’ αυτές εκδόθηκαν αρνητικές οριστικές αποφάσεις, ορισμένες από τις οποίες διέτασσαν την ανάκτηση των ενισχύσεων. Στη σύνοψη που ακολουθεί έχουν επιλεγεί οι υποθέσεις που παρουσίασαν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον από πλευράς πολιτικής κρατικών ενισχύσεων στον γεωργικό και αγροβιομηχανικό τομέα το 2004.

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

Άρθρο 141 της σύμβασης προσχώρησης

545. Στις 16 Μαρτίου, η Επιτροπή αποφάσισε να εγκρίνει μια ειδική δέσμη μέτρων στήριξης που κοινοποιήθηκε από τη Φινλανδία βάσει του άρθρου 141 της συνθήκης προσχώρησης. Η απόφαση αποτελεί το επίσημο αποτέλεσμα στο οποίο κατέληξαν μακροχρόνιες συζητήσεις και διαπραγματεύσεις σε ανώτατο επίπεδο, καθόλη τη διάρκεια του 2003. Η απόφαση επιτρέπει στη Φινλανδία να χορηγήσει από το 2004 μέχρι το 2007 ειδική εισοδηματική στήριξη σε γεωργούς της Νότιας Φινλανδίας ύψους 420 περίπου εκατ. ευρώ, συν πρόσθετη εισοδηματική ενίσχυση με τη μορφή συμπληρωματικών κινήτρων σε υφιστάμενα αγροπεριβαλλοντικά προγράμματα στη Νότια Φινλανδία ύψους 225 εκατ. ευρώ για την ίδια περίοδο. Ο όρος για τη χορήγηση εισοδηματικής ενίσχυσης είναι η εφαρμογή μέτρων ενισχύσεων για την προώθηση επενδύσεων, της εγκατάστασης νέων γεωργών και παροχής επιχειρηματικών συμβουλών σε γεωργούς.

ΓΑΛΛΙΑ

PMPOA ( Πρόγραμμα για τον έλεγχο της ρύπανσης γεωργικής προέλευσης )

546. Στις 19 Φεβρουαρίου, η Επιτροπή εξέδωσε ευνοϊκή οριστική απόφαση[333] με την οποία κηρύσσεται συμβιβάσιμη με τη συνθήκη η ενίσχυση για επενδύσεις υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος που χορηγήθηκαν στη Γαλλία πριν από το 2000. Η διαδικασία είχε κινηθεί διότι η Γαλλία είχε χορηγήσει επενδυτική ενίσχυση που έφθανε σε ποσοστό μέχρι και 60% όταν το μέγιστο επιτρεπόμενο ποσοστό ήταν 35%. Το ποσοστό του 35% είχε επίσης εγκριθεί σε απόφαση την οποία η Γαλλία δεν είχε τηρήσει παρέχοντας υψηλότερο ποσοστό ενίσχυσης. Ωστόσο, από το 2000 η Επιτροπή προέβη σε αύξηση του μέγιστου επιτρεπόμενου ποσοστού ενίσχυσης. Το εν λόγω υψηλότερο ποσοστό ενίσχυσης επιβεβαιώθηκε στο άρθρο 4 του κανονισμού σχετικά με τις απαλλαγές αριθ. 1/2004, που εφαρμόζεται αναδρομικά σε ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του. Σύμφωνα με αυτή τη νομική βάση, η ενίσχυση κηρύχθηκε συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά.

Φόρος σφαγής

547. Στις 30 Μαρτίου, η Επιτροπή αποφάσισε[334] να μην διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με κρατική ενίσχυση ύψους περίπου 156 εκατ. ευρώ για το έτος 2004 (και για παρόμοια ποσά στη συνέχεια) για την απομάκρυνση και την καταστροφή νεκρών ζώων σε επίπεδο εκμετάλλευσης. Η ένταση της ενίσχυσης φθάνει σε 100%. Η ενίσχυση είναι σύμφωνη με τις κατευθυντήριες γραμμές ΜΕΒ και η διάρκεια του καθεστώτος είναι απεριόριστη. Όσον αφορά τη χρηματοδότηση της απομάκρυνσης των σφαγειοαπορριμμάτων, η απόφαση ορίζει ότι ποσό ύψους περίπου 91 εκατ. ευρώ δεν αποτελεί ενίσχυση· ο λόγος είναι ότι τα σφαγεία καταβάλλουν υψηλότερο ποσό μέσω του νέου φόρου σφαγής ( taxe d’abattage ) που επιβάλλεται ανά τόνο σφαγειοαπορριμμάτων από ό,τι τους επιστρέφεται ως ωφέλεια μέσω της δωρεάν απομάκρυνσης των απορριμμάτων, με αποτέλεσμα να μην αποκομίζουν κανένα οικονομικό όφελος.

Αποζημίωση για την ξηρασία του 2003

548. Στις 20 Οκτωβρίου, η Επιτροπή αποφάσισε να μην προβάλει αντιρρήσεις σχετικά με κρατική ενίσχυση ύψους περίπου 664 εκατ. ευρώ υπέρ γεωργών που επλήγησαν από την ξηρασία του 2003[335]. Η αποζημίωση καταβλήθηκε με συνδυασμό διαφόρων μέτρων όπως επιχορηγήσεις σε μετρητά (339 εκατ. ευρώ), επιδοτούμενα δάνεια για την αντιμετώπιση θεομηνιών (20 εκατ. ευρώ), τη διαγραφή τόκων επί ανεξόφλητων δανείων (20 εκατ. ευρώ), δάνεια εξυγίανσης (20 εκατ. ευρώ για τη στήριξη δανείων ύψους 225 εκατ. ευρώ), αναβολή της καταβολής οφειλόμενων άμεσων φόρων και ΦΠΑ (χωρίς την επιβολή πρόσθετου τόκου για την καθυστέρηση), ακύρωση των φόρων αυτών, μη καταβολή φόρου ακίνητης περιουσίας και αναβολή της καταβολής των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Το στοιχείο επιδότησης που περιλαμβάνεται στην ανάληψη των υποχρεώσεων καταβολής τόκων επί ανεξόφλητων δανείων θεωρήθηκε de minimis . Η ένταση της ενίσχυσης ήταν μέχρι 100% της ζημίας και η διάρκεια διέφερε ανάλογα με το είδος της ενίσχυσης.

Φόρος μεταποίησης ζωικών αποβλήτων

549. Στις 14 Δεκεμβρίου, η Επιτροπή εξέδωσε μεικτή θετική και αρνητική οριστική απόφαση με υποχρέωση ανάκτησης σχετικά με το φόρο μεταποίησης ζωικών αποβλήτων ( taxe d’équarrissage )[336]. Από το 1997 έως το 2003, η Γαλλία επέβαλλε φόρο πωλήσεων όσον αφορά τις πωλήσεις τόσο του γαλλικού κρέατος όσο και του κρέατος από άλλα κράτη μέλη. Ο φόρος χρηματοδοτούσε τη δωρεάν απομάκρυνση από τα σφαγεία των αποβλήτων και των νεκρών ζώων. Ο φόρος συγκεντρωνόταν καταρχήν σε ένα ειδικό ταμείο με σκοπό τη χρηματοδότηση αυτής της ενίσχυσης. Αφού η Επιτροπή κίνησε διαδικασία παράβασης, θεωρώντας ότι ο φόρος αυτός που επιβαλλόταν στο κρέας από άλλα κράτη μέλη εισήγαγε διακριτική μεταχείριση, η Γαλλία μετέφερε τα φορολογικά έσοδα στον γενικό προϋπολογισμό και χρηματοδότησε την ενίσχυση από τον γενικό προϋπολογισμό για τα έτη 2001 και 2002.

550. Τα μέτρα ενίσχυσης που χρηματοδοτήθηκαν από το 1999 έως το 2002 συνολικού ύψους 829 εκατ. ευρώ είναι καταρχήν συμβιβάσιμα με τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων. Ωστόσο, λόγω των διακρίσεων που εφαρμόστηκαν για τη χρηματοδότηση από το 1997 έως το 2000, ενίσχυση ύψους περίπου 400 εκατ. ευρώ θα έπρεπε να θεωρηθεί ασυμβίβαστη με την κοινοτική νομοθεσία. Ωστόσο, η επιστροφή των ενισχύσεων από τους γεωργούς δεν αποκαθιστά αναγκαστικά τη διάκριση που ασκήθηκε κατά του κρέατος από άλλα κράτη μέλη λόγω του όρου που επιβλήθηκε σε επίπεδο σουπερμάρκετ. Συνεπώς, με τον όρο ότι η Γαλλία θα εξοφλήσει τον φόρο που επιβλήθηκε στο κρέας από άλλα κράτη μέλη, η Επιτροπή αποφάσισε να κηρύξει την ενίσχυση συμβιβάσιμη. Η Γαλλία υπέβαλε δέσμευση σχετικά με το θέμα αυτό.

551. Όσον αφορά τα έτη 2001 και 2002, για τις πρόσθετες ενισχύσεις 400 εκατ. ευρώ, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο συνάφεια μεταξύ του φόρου και της ενίσχυσης είχε διακοπεί δεδομένου ότι ο φόρος είχε ενταχθεί στο γενικό προϋπολογισμό[337] και τα φορολογικά έσοδα δεν αντιστοιχούσαν στο κόστος της δημόσιας υπηρεσίας μεταποίησης ζωικών αποβλήτων. Συνεπώς, η απόφαση καλύπτει συνολικά τα έτη 1997 έως 2002. Για το έτος 2003, θα πρέπει να ληφθεί άλλη απόφαση. Επιπλέον, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν σε μικρούς πωλητές κρεάτων μέσω απαλλαγής από τον εν λόγω φόρο θεωρήθηκαν ασυμβίβαστες και θα πρέπει να ανακτηθούν.

ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Ενίσχυση για την προώθηση δικτύων ανταλλαγής γεωργικών μηχανών

552. Με δύο τελικές αποφάσεις που λήφθηκαν στις 19 Μαΐου και στις 14 Δεκεμβρίου - μια απόφαση υπό όρους[338] και μια εν μέρει αρνητική απόφαση με ανάκτηση της ενίσχυσης[339] - η Επιτροπή αποφάσισε να περατώσει την επίσημη διαδικασία έρευνας σχετικά με την ενίσχυση που χορηγήθηκε για την προώθηση δικτύων ανταλλαγής μηχανών στη Βαυαρία.

553. Και οι δύο αποφάσεις αποσαφηνίζουν την πολιτική της Επιτροπής σχετικά με κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται στο πλαίσιο δικτύων ανταλλαγής μηχανών, δηλαδή οργανισμών αλληλοβοήθειας των γεωργών των οποίων οι βασικές δραστηριότητες περιλαμβάνουν τη διαχείριση των υπηρεσιών αντικατάστασης στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις και κοινής χρήσης μηχανών από τους γεωργούς. Η Επιτροπή έλαβε καταγγελίες στις οποίες είχε επισημανθεί η πιθανή διεπιδότηση άλλων εμπορικών (εκτός των βασικών) δραστηριοτήτων των δικτύων. Η Επιτροπή αναγνωρίζει καταρχήν τον θετικό ρόλο που διαδραματίζουν τα δίκτυα ανταλλαγής στον γεωργικό τομέα δεδομένου ότι επιτρέπουν στους γεωργούς να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητά τους με την κοινή χρήση δαπανηρών μηχανημάτων.

554. Συνεπώς, στην απόφασή της C9/A/2004, η Επιτροπή ενέκρινε ενίσχυση (ύψους 19,6 εκατ. ευρώ σε διάστημα 6 ετών) υπέρ των γεωργών με τη μορφή επιδοτούμενων υπηρεσιών με βάση το σημείο 14 των γεωργικών κατευθυντηρίων γραμμών. Η ενίσχυση αυτή μειώνεται σταδιακά και δεν υπερβαίνει το 50% των σχετικών δαπανών. Ωστόσο, η Επιτροπή σημειώνει ότι μια μόνιμη δημόσια στήριξη που καλύπτει το 100% των δαπανών αυτών, που τείνουν να έχουν επαναληπτικό χαρακτήρα για τους γεωργούς, ενδέχεται να συνιστά ασυμβίβαστη λειτουργική ενίσχυση. Η Επιτροπή ζήτησε από τη Γερμανία να προβλέψει στο καθεστώς της την υποχρέωση τα δίκτυα ανταλλαγής να μεταφέρουν το πλήρες ποσό της ενίσχυσης στους γεωργούς, και είτε να απαγορεύουν τις «μη βασικές δραστηριότητες» των δικτύων ανταλλαγής είτε να περιορίζουν την άσκηση των «μη βασικών δραστηριοτήτων» σε νομικά ανεξάρτητες θυγατρικές των δικτύων ανταλλαγής μηχανών έτσι ώστε να αποφεύγονται τυχόν διεπιδοτήσεις.

555. Στην απόφασή της σχετικά με (παράνομη) ενίσχυση (C9/B/2003) που είχε χορηγηθεί στο παρελθόν, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι τα ποσά των ενισχύσεων που λήφθηκαν από μεμονωμένους δικαιούχους (περίπου 50 ευρώ ανά γεωργό) ήταν πολύ μικρά για να προκαλέσουν στρέβλωση του ανταγωνισμού. Ωστόσο, η Επιτροπή κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι το σύστημα της Βαυαρίας για τη χορήγηση των ενισχύσεων αυτών δεν απέκλειε αποτελεσματικά τη χορήγηση καθαρά λειτουργικών ενισχύσεων στα ίδια τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών, ή την επιδότηση άλλων δραστηριοτήτων που ασκούνται από δίκτυα ανταλλαγής. Συνεπώς, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κάθε ενίσχυση για την οποία δεν μπορούν να δοθούν αποδεικτικά στοιχεία ότι στήριζε μόνο γεωργούς είναι ασυμβίβαστη και θα πρέπει να ανακτηθεί.

ΕΛΛΑΔΑ

Πρόγραμμα αποζημιώσεων για θεομηνίες και δυσμενείς κλιματικές συνθήκης - RAGBY

556. Στις 20 Απριλίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση[340] για τη μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κρατική ενίσχυση συνολικού ύψους περίπου 60 εκατ. ευρώ για την αποζημίωση γεωργών και αλιέων για ζημίες που υπέστησαν από θεομηνίες (κατολισθήσεις, πλημμύρες), δυσμενείς κλιματικές συνθήκες (παγετοί, βροχές, θύελλες, ξηρασία) και ασθένειες κατά την περίοδο από τον Μάρτιο του 2002 έως τον Μάρτιο του 2003. Η ένταση της ενίσχυσης ανέρχεται σε 50-80% των ζημιών, ή προβλέπονται κατ’ αποκοπή ποσά ανά στρέμμα για ορισμένα ήδη καλλιεργειών. Το μέτρο διαρκεί 5 έτη (οι ενισχύσεις καταβάλλονται σε πολλές δόσεις).

ΙΤΑΛΙΑ

Επιχειρηματικό κεφάλαιο για γεωργικές ΜΜΕ

557. Στις 3 Φεβρουαρίου, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις όσον αφορά τη χορήγηση επιχειρηματικού κεφαλαίου από δημόσιους πόρους συνολικού ύψους περίπου 5 εκατ. ευρώ ετησίως μέχρι το 2005[341]. Στόχος είναι η σύσταση ενός ταμείου για την προώθηση της πρόσβασης γεωργικών ΜΜΕ σε επιχειρηματικά κεφάλαια με τη μορφή απόκτησης συμμετοχών μειοψηφίας, συμμετοχικών δανείων και συμμετοχής σε άλλα επιχειρηματικά κεφάλαια. Το μέτρο περιλαμβάνει διάφορα στοιχεία κρατικών ενισχύσεων τα οποία θεωρήθηκαν συμβιβάσιμα με τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων. Παραδείγματος χάρη, το δημόσιο ταμείο παραιτείται από κέρδη που υπερβαίνουν ένα ορισμένο περιθώριο κέρδους, υπέρ των ιδιωτικών επενδυτών. Πρόκειται για ένα από τα μέτρα για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδυτών. Η διάρκεια του μέτρου είναι 10 έτη.

Αποζημίωση για τον καταρροϊκό πυρετό προβάτων

558. Στις 16 Μαρτίου, η Επιτροπή εξέδωσε αρνητική οριστική απόφαση σχετικά με κρατική ενίσχυση συνολικού ύψους περίπου 2,6 εκατ. ευρώ για την αποζημίωση μεταποιητικών εταιρειών στην περιοχή της Σαρδηνίας για εικαζόμενες ζημίες που οφείλονται στον καταρροϊκό πυρετό των προβάτων (blue tongue)[342]. Η ενίσχυση για την αποζημίωση των γεωργών για τις ζημίες που υπέστησαν είχε εγκριθεί παράλληλα με την απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας σχετικά με τον μεταποιητικό τομέα. Δεδομένου ότι η ενίσχυση δεν είχε καταβληθεί, δεν χρειάστηκε να διαταχθεί η ανάκτηση της ενίσχυσης. Η ενίσχυση θεωρήθηκε ασυμβίβαστη για τους εξής λόγους:

- Οι κανόνες κρατικών ενισχύσεων επιτρέπουν την αποζημίωση μόνο των πρωτογενών παραγωγών. Ζημίες του κύκλου εργασιών αποτελούν μέρος του συνήθους επιχειρηματικού κινδύνου και μπορεί να οφείλονται σε διάφορους παράγοντες.

- Δεν έχει αποδειχθεί ότι υπήρχε συνάφεια μεταξύ των ζημιών και του καταρροϊκού πυρετού. Κατά την ίδια περίοδο η Σαρδηνία επλήγη από ξηρασία η οποία θα μπορούσε να έχει επίσης οδηγήσει σε μείωση του κύκλου εργασιών· ορισμένες συνεταιριστικές εταιρείες μπορεί να παρέλαβαν μειωμένες πρώτες ύλες (και συνεπώς υπέστησαν ζημίες) για λόγους που δεν συνδέονται με τον καταρροϊκό πυρετό.

AIMA –Πτηνοτροφία

559. Στις 19 Μαΐου, η Επιτροπή εξέδωσε αρνητική οριστική απόφαση με την οποία κηρύσσεται ασυμβίβαστη με τη συνθήκη κρατική ενίσχυση συνολικού ύψους περίπου 10,3 εκατ. ευρώ[343]. Δεδομένου ότι η ενίσχυση δεν είχε καταβληθεί, δεν χρειάστηκε να διαταχθεί η ανάκτησή της. Η ενίσχυση επρόκειτο να αποζημιώσει τους πτηνοτρόφους της Ιταλίας για εικαζόμενες ζημίες λόγω της φοβίας που επικράτησε το 1999 για τις διοξίνες στο Βέλγιο.

560. Η Ιταλία είχε ισχυριστεί ότι η φοβία για τις διοξίνες στο Βέλγιο προκάλεσε φοβία μέσω των μέσων ενημέρωσης στην Ιταλία, που οδήγησε σε μείωση της κατανάλωσης κρέατος πουλερικών στην Ιταλία. Κατά συνέπεια, η Ιταλία είχε προτείνει να αποζημιώσει τους πτηνοτρόφους της με το επιχείρημα ότι το σκάνδαλο της διοξίνης θα μπορούσε να θεωρηθεί ως «έκτακτο γεγονός» όχι μόνο στο Βέλγιο αλλά και στην Ιταλία. Βάσει των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, ο μόνος τρόπος για την έγκριση μιας τέτοιας ενίσχυσης θα ήταν να θεωρηθεί ότι τα αποτελέσματα της φοβίας για τις διοξίνες αποτελούσαν «έκτακτο γεγονός». Ωστόσο, η Επιτροπή είχε εκφράσει σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με αυτή την προσέγγιση για την ιταλική αγορά. Οι πληροφορίες που δόθηκαν μετά την κίνηση της διαδικασίας δεν οδήγησαν σε άρση των αμφιβολιών αυτών.

Ενίσχυση διάσωσης υπέρ των προμηθευτών Parmalat

561. Στις 14 Ιουλίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση[344] να μην διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με μια έκτακτη ενίσχυση ύψους 1 περίπου εκατ. ευρώ για γαλακτοπαραγωγούς της Λομβαρδίας οι οποίοι αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες επειδή δεν έχουν πληρωθεί για το γάλα που παρέδωσαν στον όμιλο Parmalat. Η ενίσχυση διάσωσης συνίσταται σε εγγύηση, σύμφωνα με τους όρους των κατευθυντηρίων γραμμών για τις ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης. Η Ιταλία πρότεινε μεθόδους υπολογισμού του μέσου όρου για να καθοριστεί πότε ένας τυπικός πτηνοτρόφος θεωρείται ότι αντιμετωπίζει δυσχέρειες και συνεπώς δικαιούται να λάβει ενίσχυση. Ορισμένοι πτηνοτρόφοι θα αποκλεισθούν επειδή η οικονομική κατάστασή τους είναι αρκετά ικανοποιητική για να θεωρηθεί ότι αντιμετωπίζουν δυσχέρειες. Όσον αφορά την ένταση της ενίσχυσης, η μέγιστη αξία της εγγύησης που μπορεί να δοθεί στο πλαίσιο του παρόντος καθεστώτος είναι 500.000 ευρώ για μεμονωμένες εταιρείες και 5 εκατ. ευρώ για συνεταιρισμούς.

Περιφερειακή παρέμβαση για την ανάπτυξη του Confidi στον γεωργικό τομέα

562. Στις 10 Μαΐου, η Επιτροπή ενέκρινε ενίσχυση[345] ύψους 1 032 913,80 για εγγυήσεις και 516 456,90 ευρώ για τεχνική συνδρομή υπέρ του Confidi, που είναι συνεταιρισμοί αποτελούμενοι από επιχειρήσεις του γεωργικού τομέα και ενώσεις τους οι οποίοι διαχειρίζονται κεφάλαια εγγύησης. Η ενίσχυση χορηγείται για μια περίοδο πέντε ετών με σκοπό:

- την παροχή επικουρικών εγγυήσεων σε γεωργούς ή συνεταιρισμούς με την προϋπόθεση ότι οι εγγυήσεις συνδέονται με πράξεις που χρηματοδοτούνται από περιφερειακό/εθνικό καθεστώς ενισχύσεων που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή και ότι η συνδυασμένη ενίσχυση δεν υπερβαίνει τα όρια που έχουν καθοριστεί στις αποφάσεις της Επιτροπής με τις οποίες εγκρίνεται η ενίσχυση·

- την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε όλους τους γεωργούς που ασκούν δραστηριότητες σε μια συγκεκριμένη περιφέρεια.

563. Το χρηματικό ισοδύναμο της ενίσχυσης για επικουρικές εγγυήσεις υπολογίζεται με τον ίδιο τρόπο όπως και τα επιδοτούμενα δάνεια, δηλαδή ως η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων δανεισμού της αγοράς και του συγκεκριμένου δανείου που συνάπτεται με την τράπεζα, λαμβάνοντας υπόψη την ύπαρξη της εγγύησης, μείον το ποσό που καταβάλλεται από τον δικαιούχο.

Ενίσχυση για την κρίση της ΣΕΒ: νόμος 49/2001 – Άρθρα εκτός του άρθρου 7α

564. Την 1η Δεκεμβρίου, η Επιτροπή επέτρεψε αναδρομικά[346] στην Ιταλία να χορηγήσει κρατική ενίσχυση ύψους περίπου 169 εκατ. ευρώ για το κόστος της υποχρεωτικής καταστροφής ειδικών επικίνδυνων υλικών και της αποθήκευσης υλικών χαμηλού κινδύνου καθώς και για τα ποσά που καταβάλλονται σε παραγωγούς βοείου κρέατος για την αντιστάθμιση των επιπτώσεων της κρίσης της ΣΕΒ του 2001. Τα μέτρα που εγκρίθηκαν αποτελούν μέρος του ιταλικού νόμου 49/2001, που εγκρίθηκε εν μέρει από την Επιτροπή την εποχή που εμφανίστηκε η κρίση της ΣΕΒ του 2001.

565. Η εισοδηματική ενίσχυση προς τους παραγωγούς βοείου κρέατος, που χορηγήθηκε μέσω της αναστολής και της παράτασης των προθεσμιών καταβολής φόρων και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, εγκρίθηκε βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 2 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ. Η εισοδηματική ενίσχυση στα επόμενα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας (σφαγεία, έμποροι κρέατος χονδρικής και λιανικής) που καλύπτεται από την απόφαση ανέρχεται σε περίπου 103,25 ευρώ ανά εκμετάλλευση και θεωρείται ως ενίσχυση de minimis η οποία δεν εμπίπτει στην απαγόρευση των κρατικών ενισχύσεων.

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Μέτρα για τη γρίπη των πτηνών

566. Στις 8 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση για τη μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κρατική ενίσχυση περίπου 11,3 εκατ. ευρώ για την κάλυψη των δαπανών καταπολέμησης της γρίπης των πτηνών[347]. Το μέτρο αποτελεί τροποποίηση του μέτρου που είχε εγκριθεί ως N 700/2000. Η ένταση της ενίσχυσης που ανακοινώθηκε ανέρχεται σε 100% και η διάρκεια του μέτρου είναι μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2010.

Μέτρα για την καταπολέμηση του αφθώδους πυρετού

567. Στις 8 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή αποφάσισε να μην διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με κρατική ενίσχυση ύψους περίπου 2,7 εκατ. ευρώ για την κάλυψη του κόστους καταπολέμησης του αφθώδους πυρετού[348]. Το μέτρο αποτελεί τροποποίηση μέτρου που είχε εγκριθεί ως N 700/2000. Η ένταση της ενίσχυσης ανέρχεται σε 100% και το μέτρο θα διαρκέσει μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2010.

11. Αλιεία

568. Η Επιτροπή ενέκρινε ορισμένα μέτρα ενισχύσεων που χορηγήθηκαν από τη Γαλλία (με τη μορφή μειώσεων των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και άλλων επιβαρύνσεων) μετά την πετρελαϊκή ρύπανση που προκλήθηκε από το ναυάγιο του πλοίου Erika τον Δεκέμβριο του 1999 και την ισχυρή θύελλα που ακολούθησε. Σύμφωνα με την απόφαση, η ενίσχυση θεωρήθηκε δικαιολογημένη όσον αφορά τους ιχθυοτρόφους των ακτών του Ατλαντικού που επηρεάστηκαν ιδιαίτερα από τα γεγονότα, αλλά για τους άλλους ιχθυοτρόφους καθώς και για τους αλιείς, θεωρήθηκε ότι ήταν ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά και ότι η ενίσχυση θα έπρεπε να ανακτηθεί.

569. Η Επιτροπή ενέκρινε επίσης ορισμένα μέτρα στον τομέα της αλιείας που χορηγήθηκαν στην Κορσική από το 1986 μέχρι το 1999, αλλά εκείνα που αφορούσαν την κατασκευή και τον εκσυγχρονισμό πλοίων με αύξηση της ισχύος που δόθηκαν από την 1η Ιανουαρίου 1997 μέχρι την 28η Οκτωβρίου 1998, θεωρήθηκαν ασυμβίβαστα με την κοινή αγορά και θα πρέπει επίσης να ανακτηθούν. Ωστόσο, εγκρίθηκαν νέες ενισχύσεις για την αγορά μεταχειρισμένων πλοίων.

12. Ανθρακας και μεταφορές

Άνθρακας

570. Το έτος αυτό χαρακτηρίστηκε από την παύση της παραγωγής άνθρακα στη Γαλλία και τη διεύρυνση της Ένωσης, γεγονός που αύξησε τον αριθμό των χωρών που παράγουν άνθρακα από τρεις (Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ισπανία) σε επτά, καθώς προστέθηκαν η Πολωνία, η Δημοκρατία της Τσεχίας, η Σλοβακία και η Ουγγαρία. Λόγω των δυσμενών γεωλογικών συνθηκών, πολλά ανθρακωρυχεία της ΕΕ δεν ήταν ανταγωνιστικά έναντι του εισαγόμενου άνθρακα.

571. Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι από τις 24 Ιουλίου 2002, εφαρμόζεται νέο πλαίσιο στις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται στη βιομηχανία άνθρακα[349], μετά τη λήξη της συνθήκης της ΕΚΑΧ στις 23 Ιουλίου 2002. Το καθεστώς αυτό βασίζεται σε μια ελάχιστη παραγωγή άνθρακα προκειμένου να ενισχυθεί η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της ΕΕ. Οι κρατικές ενισχύσεις στη βιομηχανία άνθρακα πρέπει επίσης να στηρίζουν την αναδιάρθρωση του τομέα αυτού, λαμβάνοντας υπόψη τις κοινωνικές και περιφερειακές επιπτώσεις της μείωσης της δραστηριότητας.

572. Όσον αφορά την Ισπανία, η Επιτροπή άρχισε διεξοδική έρευνα σχετικά με το σχέδιο αναδιάρθρωσης και τις ενισχύσεις στη βιομηχανία άνθρακα για το έτος 2003[350]. Στις 19 Μαΐου 2004, η Επιτροπή ενέκρινε ενίσχυση προς τη γερμανική βιομηχανία άνθρακα για το έτος 2004[351].

Μεταφορές

Σιδηροδρομικές μεταφορές

573. Στις 6 Οκτωβρίου, η Επιτροπή επέτρεψε στη Γερμανία να στηρίξει τις σιδηροδρομικές υποδομές της[352]. Το καθεστώς ενισχύσεων που εγκρίθηκε αφορά τις κατευθυντήριες γραμμές για τη χρηματοδότηση της κατασκευής, επέκτασης και επανενεργοποίησης ιδιωτικών βοηθητικών σιδηρογραμμών. Οι ιδιωτικές βοηθητικές σιδηρογραμμές είναι σιδηροδρομικές γραμμές που ανήκουν σε επιχείρηση και χρησιμοποιούνται για την αποστολή ή/και την παραλαβή εμπορευμάτων στο πλαίσιο των εμπορικών τους δραστηριοτήτων. Οι σιδηρογραμμές αυτές θα πρέπει να συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με το δίκτυο της δημόσιας σιδηροδρομικής υποδομής. Το καθεστώς ενισχύσεων πρέπει να συμβάλλει στην εξασφάλιση της ανάπτυξης του τομέα αυτού και στην ενίσχυση της μετατόπισης του βάρους από τις οδικές στις σιδηροδρομικές μεταφορές.

Συνδυασμένες μεταφορές

574. Θετική ήταν η προσέγγιση που υιοθετήθηκε σχετικά με το ιταλικό καθεστώς[353] για την περιφέρεια του Friuli-Venezia Giulia που αποσκοπεί στη χορήγηση επιδοτήσεων σε επιχειρήσεις που προσφέρουν υπηρεσίες συνδυασμένων σιδηροδρομικών μεταφορών προς ή από την περιφέρεια αυτή. Οι επιδοτήσεις αυτές θα περιορίζονται στην αντιστάθμιση των διαφορών μεταξύ των εξωτερικών δαπανών των οδικών και των συνδυασμένων μεταφορών. Το καθεστώς θα επιτρέψει τη μείωση της τιμής των υπηρεσιών συνδυασμένων μεταφορών έτσι ώστε να καταστούν ανταγωνιστικές έναντι των οδικών μεταφορών με παρόμοιες συνθήκες στην αγορά

575. Η Επιτροπή ενέκρινε ένα άλλο περιφερειακό καθεστώς της Ιταλίας[354] (Σικελία) που αποσκοπεί στην προώθηση κατά τη διάρκεια μιας τριετούς περιόδου των συνδυασμένων οδικών/θαλάσσιων μεταφορών μεταξύ σικελικών και άλλων ιταλικών ή κοινοτικών λιμένων. Βάσει του καθεστώτος αυτού, θα χορηγείται ένα «περιβαλλοντικό επίδομα» σε μικρομεσαίες εταιρείες οδικών μεταφορών για τη μεταφορά μεμονωμένων βαρέων οχημάτων 12 τόνων ή ημιρυμουλκούμενων. Λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη γεωγραφική και οικονομική κατάσταση της Σικελίας, τις δυσχέρειες για την οργάνωση της διατροπικής αγοράς μεταφορών και τον πειραματικό χαρακτήρα του μέτρου, η Επιτροπή θεώρησε ότι συμβιβάζεται με τη συνθήκη.

576. Τον Απρίλιο, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με καθεστώς ενισχύσεων[355] για την ενθάρρυνση της στροφής από τις οδικές μεταφορές σε μεταφορές μέσω υδάτινων οδών με τη χορήγηση ενισχύσεων σε νέες /υφιστάμενες παράκτιες μεταφορές, θαλάσσιες μεταφορές μικρών αποστάσεων ή μεταφορικές υπηρεσίες μέσω εσωτερικών υδάτων εφόσον συμβάλλουν στην αποφυγή των μεταφορών μέσω φορτηγών και προσφέρουν περιβαλλοντικά οφέλη εντός του Ηνωμένου Βασιλείου. Το νέο αυτό καθεστώς συμπληρώνει το υφιστάμενο καθεστώς Freight Facilities Grant (FFG) (εγκαταστάσεις διακίνησης φορτίων)[356]. Οι επιχορηγήσεις θα περιορίζονται σε ποσοστό που δεν θα υπερβαίνει το 30% των συνολικών λειτουργικών δαπανών για περίοδο μέγιστης διάρκειας τριών ετών, μετά από την οποία το σχέδιο θα πρέπει να είναι βιώσιμο.

577. Τέλος, η Επιτροπή ενέκρινε ένα βελγικό καθεστώς ενισχύσεων[357] για να εξασφαλιστεί η πρόσβαση στον λιμένα της Αμβέρσας μέσω εσωτερικών πλωτών οδών κατά τη διάρκεια των εργασιών ανακατασκευής του περιφερειακού δακτυλίου της Αμβέρσας[358]. Σύμφωνα με το καθεστώς, θα καλύπτονται οι πρόσθετες δαπάνες για τη φόρτωση και την εκφόρτωση των εμπορευματοκιβωτίων σε πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας έτσι ώστε να μην μειωθεί η εσωτερική ναυσιπλοΐα προς και από τον λιμένα της Αμβέρσας κατά τη διάρκεια των εργασιών.

Οδικές μεταφορές

578. Τον Ιούλιο, η Επιτροπή ενέκρινε επενδυτική ενίσχυση για την εκ των υστέρων τοποθέτηση ειδικών φίλτρων σε φορτηγά που είναι ταξινομημένα στη Δανία [359].

579. Στις 20 Οκτωβρίου, η Επιτροπή περάτωσε επίσημη έρευνα[360] αναφορικά με εικαζόμενη πλημμελή εφαρμογή προηγούμενης θετικής απόφασης της Επιτροπής σχετικά με την αναδιάρθρωση της εταιρείας Sernam, θυγατρική της γαλλικής σιδηροδρομικής εταιρείας SNCF που πραγματοποιεί οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές καθώς και μεταφορές εμπορευμάτων, με την έκδοση μιας υπό όρους, εν μέρει θετικής και εν μέρει αρνητικής απόφασης με διαταγή ανάκτησης.

580. Η Επιτροπή προχώρησε στην εξέταση του σχεδίου αναδιάρθρωσης της βελγικής εταιρείας ABX Logistics, που ασκεί δραστηριότητες στις μεταφορές εμπορευμάτων κυρίως οδικώς καθώς και στον τομέα των θαλάσσιων και των αεροπορικών μεταφορών.

581. Η Επιτροπή εξετάζει επί του παρόντος τις πιθανές επιπτώσεις κρατικής ενίσχυσης ενός καθεστώτος αποζημίωσης που συνδέεται με την εισαγωγή ενός διοδίου για βαρέα οχήματα στους γερμανικούς αυτοκινητοδρόμους[361].

Πλωτές οδοί

Εσωτερικές πλωτές οδοί

582. Η Επιτροπή ενέκρινε δύο καθεστώτα ενισχύσεων με σκοπό την ενθάρρυνση της ανάπτυξης των εσωτερικών πλωτών μεταφορών στη Γαλλία και το Βέλγιο (Βαλλονία)[362] μέσω του εκσυγχρονισμού του στόλου και της προώθησης και της ανανέωσης του επαγγελματικού κλάδου των εσωτερικών πλωτών μεταφορών.

583. Το σχέδιο της Βαλλονίας προβλέπει επίσης ενισχύσεις για φορείς τακτικών συνδυασμένων μεταφορών εμπορευματοκιβωτίων με τη χρησιμοποίηση εσωτερικών πλωτών οδών οι οποίοι ασκούν δραστηριότητες από τερματικό που συνδέεται με πλωτή στη Βαλλονία. Η επιχορήγηση υπολογίζεται με βάση τον αριθμό εμπορευματοκιβωτίων που μεταφορτώνονται προς και από την πλωτή οδό. Η ενίσχυση σκοπό έχει να ενθαρρύνει την ανάπτυξη των συνδυασμένων εσωτερικών πλωτών μεταφορών προς και από τη Βαλλονία, έναντι των οδικών μεταφορών, που κατέχουν σχεδόν το σύνολο του μεριδίου στις μεταφορές εμπορευματοκιβωτίων στην περιοχή αυτή.

Θαλάσσιες μεταφορές

584. Η Επιτροπή ενέκρινε την επέκταση ή την τροποποίηση διαφόρων υφιστάμενων καθεστώτων στην Ιταλία[363], τη Γερμανία[364], τη Δανία[365] και τη Φινλανδία[366]. Επίσης ενέκρινε ένα καθεστώς κατ’ αποκοπή φορολόγησης με βάση τη χωρητικότητα[367], με το οποίο η Ιταλία κατέστη το ενδέκατο κράτος μέλος που θέσπισε παρόμοιο καθεστώς που αναφέρεται επίσης ως φόρος χωρητικότητας.

585. Η Επιτροπή ενέκρινε το καθεστώς ενισχύσεων που θέσπισε η Ιταλία για τις εταιρείες του ομίλου Tirrenia [368], το οποίο θα εξακολουθήσει να ισχύει μέχρι το 2008 με βάση τις συμφωνίες παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Η Επιτροπή θεώρησε ότι οι επιχορηγήσεις που καταβάλλονται στις εταιρείες του ομίλου Tirrenia για να εξασφαλιστεί η παροχή των υπηρεσιών μεταξύ της ηπειρωτικής Ιταλίας και των νησιών της αποτελούν αντιστάθμιση για την επιβολή της υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Εντούτοις, η Επιτροπή θεώρησε ότι η αποζημίωση που παρέχεται για ορισμένα διεθνή θαλάσσια δρομολόγια ήταν ασυμβίβαστη με την κοινοτική νομοθεσία, δεδομένου ότι δεν υπήρχε πραγματική ανάγκη για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, και θα πρέπει να ανακτηθεί από τον δικαιούχο.

586. Στις 30 Ιουνίου [369] , η Επιτροπή περάτωσε επίσημη διαδικασία έρευνας που είχε κινηθεί στις 19 Μαρτίου 2003 [370] σχετικά με πακέτο φορολογικών μέτρων του Βελγίου υπέρ του εμπορικού ναυτικού, μη αποδεχόμενη ορισμένα από τα μέτρα που εξετάστηκαν, και συγκεκριμένα τη μείωση της φορολογίας για τα πιο πρόσφατα πλοία, τη μεταφορά των πιστώσεων φόρου εντός της εταιρεία που υπόκειται σε κατ’ αποκοπή φορολογία και την επιλεξιμότητα των δραστηριοτήτων που δεν συνδέονται εγγενώς με τις θαλάσσιες μεταφορές, όπως η πώληση αγαθών και υπηρεσιών που δεν προορίζονται για κατανάλωση επί του πλοίου, όπως είναι τα είδη πολυτελείας, τα στοιχήματα, τα τυχερά παιγνίδια, τα καζίνο καθώς και οι εκδρομές για τους επιβάτες. Τα άλλα μέτρα που εξετάστηκαν έγιναν αποδεικτά.

587. Τέλος, όσον αφορά τη Γαλλία, στις 14 Δεκεμβρίου η Επιτροπή τροποποίησε την απόφασή της της 30ής Ιανουαρίου 2002[371] εγκρίνοντας καθεστώς ενισχύσεων για τη θέσπιση νέων θαλάσσιων γραμμών μικρών αποστάσεων, έτσι ώστε να ληφθούν πλήρως υπόψη οι νέοι κοινοτικοί κανόνες στον τομέα αυτό.

Αεροπορικές μεταφορές

588. Στις 12 Φεβρουαρίου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση σχετικά με τα πλεονεκτήματα που εκχωρήθηκαν από την περιφέρεια της Βαλλονίας[372] και το δημοσίας ιδιοκτησίας Brussels South Charleroi Airport (BSCA) στην αεροπορική εταιρεία Ryanair σε συνδυασμό με την εγκατάστασή της στο Charleroi. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κανένας ιδιωτικός φορέας υπό τις ίδιες συνθήκες όπως το BSCA δεν θα είχε εκχωρήσει τα ίδια πλεονεκτήματα. Δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν τηρήθηκε η αρχή του ιδιώτη επενδυτή, τα πλεονεκτήματα που εκχωρήθηκαν στην Ryanair αποτελούσαν κρατική ενίσχυση που θα μπορούσε να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό.

589. Ωστόσο, η Επιτροπή θεώρησε ότι η ενίσχυση που χορηγήθηκε στην Ryanair στο Charleroi θα μπορούσε να είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά στο πλαίσιο της πολιτικής μεταφορών, εφόσον επιτρέπει την ανάπτυξη και την καλύτερη χρησιμοποίηση δευτερεύουσας υποδομής αεροδρομίου η οποία υποχρησιμοποιείται επί του παρόντος και αντιπροσωπεύει κόστος για την κοινότητα ως σύνολο. Ορισμένα ήδη ενισχύσεων εγκρίθηκαν από την Επιτροπή στην απόφαση αυτή, και ιδίως οι ενισχύσεις που επιτρέπουν τη γνήσια ανάπτυξη νέων δρομολογίων υπό σαφώς καθορισμένους όρους. Η απόφαση αναφέρει επίσης ότι ορισμένα ήδη ενισχύσεων δεν μπορούν να εγκριθούν· σκοπός της Επιτροπής είναι να εξασφαλίσει ότι τα πλεονεκτήματα που εκχωρήθηκαν στο συγκεκριμένο αεροδρόμιο δεν εισάγουν διακρίσεις και ότι περιβάλλονται από μεγαλύτερη διαφάνεια.

590. Η απόφαση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία για το μέλλον των αεροπορικών μεταφορών, ιδίως διότι συνδέεται με τη χρήση περιφερειακών ή δευτερευόντων αεροδρομίων. Κατά το χρόνο της απόφασης η Επιτροπή ανακοίνωσε επίσης ότι θα συνέτασσε κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις σε αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους, τις ενισχύσεις έναρξης νέων γραμμών και τη δημόσια χρηματοδότηση των αερολιμένων: «Κοινοτικές κατευθύνσεις για τη χρηματοδότηση αερολιμένων και τις κρατικές ενισχύσεις αεροπορικές εταιρείες για την έναρξη νέων γραμμών με αναχώρηση από περιφερειακούς αερολιμένες».

591. Στις 16 Μαρτίου, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει έρευνα για κρατική ενίσχυση όσον αφορά την Ελλάδα[373], προκειμένου να διευκρινιστούν οι λεπτομέρειες σχετικά με την εγκατάσταση και την ιδιωτικοποίηση της εταιρείας με την ονομασία Ολυμπιακές Αερογραμμές (NOA) – η οποία ανέλαβε τις πτητικές δραστηριότητες της Ολυμπιακής Αεροπορίας – καθώς και ορισμένα άλλα μέτρα. Η Επιτροπή έθεσε επίσης τα θέματα της μη ανάκτησης εκ μέρους του ελληνικού κράτους της παράνομης και ασυμβίβαστης ενίσχυσης μετά την απόφαση του Δεκεμβρίου 2002, της μη καταβολής από την εταιρεία των φορολογικών οφειλών το 2003, της χορήγησης προκαταβολής (άνω των 130 εκατ. ευρώ) εκ μέρους του ελληνικού κράτους για τη χρηματοδότηση της αναδιάρθρωσης και της ιδιωτικοποίησης της εταιρείας και της μη καταβολής αερολιμενικού τέλους («σπατόσημο») με το οποίο επιβαρύνονται οι επιβάτες.

592. Μεταξύ των άλλων αποφάσεων που λήφθηκαν κατά τη διάρκεια του 2004 στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών ιδιαίτερη σημασία έχει η απόφαση της 20ής Ιουλίου με την οποία η Επιτροπή ενέκρινε ενίσχυση διάσωσης για την ιταλική αεροπορική εταιρεία Alitalia[374]. Η ενίσχυση συνίσταται σε βραχυπρόθεσμο ενδιάμεσο δάνειο ύψους 400 εκατ. ευρώ με τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια της αγοράς το οποίο πρέπει να εξοφληθεί κατά τη λήξη του για να καταστεί δυνατή η εξεύρεση λύσεων για την πιθανή αναδιάρθρωση της εταιρείας χωρίς πρόσθετη κρατική ενίσχυση.

593. Τέλος, στις 14 Δεκεμβρίου η Επιτροπή ενέκρινε την πρώτη φάση της νέας ιδιωτικοποίησης του τμήματος εξυπηρέτησης εδάφους της TAP[375]. Η Portugalia, ιδιωτική πορτογαλική αεροπορική εταιρεία, επρόκειτο να συγχωνεύσει τις επιχειρηματικές της δραστηριότητες εξυπηρέτησης εδάφους με εκείνες της TAP και θα αποκτούσε ως αντάλλαγμα το 6% των μετοχών της νέας εταιρείας εξυπηρέτησης εδάφους. Η Επιτροπή θεώρησε ότι αυτή η σειρά των συναλλαγών δεν αποτελούσε κρατική ενίσχυση δεδομένου ότι δεν διατέθηκαν στην TAP κρατικοί πόροι και ο αγοραστής Portugalia κατέβαλε τιμή που διαμορφώθηκε βάσει των συνθηκών της αγοράς για τη σχετική συμμετοχή.

13. Δημόσια τηλεόραση, ευρυζωνικές επικοινωνίες, τομεας κινηματογραφου

Καθεστώτα τελών συνδρομής

594. Ο δημόσιος ιταλικός ραδιοτηλεοπτικός φορέας RAI έχει αναλάβει την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, και συγκεκριμένα τις δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων. Τα τέλη συνδρομής σκοπό έχουν τη χρηματοδότηση της παροχής αυτής της δημόσιας υπηρεσίας. Τα εν λόγω τέλη συνδρομής συνιστούν υφιστάμενη ενίσχυση δεδομένου ότι υπήρχαν πριν τεθεί σε εφαρμογή η συνθήκη της Ρώμης και τα βασικά χαρακτηριστικά τους παρέμειναν αμετάβλητα από την εποχή εκείνη.

595. Στο πλαίσιο μιας διαδικασίας υφιστάμενης ενίσχυσης που αποσκοπεί στην εξασφάλιση της συνεχιζόμενης συμβατότητας του καθεστώτος τελών συνδρομής RAI[376], οι υπηρεσίες της Επιτροπής πρότειναν βελτιώσεις στις ιταλικές αρχές. Οι βελτιώσεις αυτές εξασφαλίζουν ότι τα τέλη συνδρομής είναι διαφανή και περιλαμβάνουν διασφαλίσεις έναντι μιας υπερβολικά υψηλής αντιστάθμισης. Στις 23 Ιουνίου, οι ιταλικές αρχές δέχθηκαν όλες τις βελτιώσεις που πρότειναν οι υπηρεσίες της Επιτροπής.

596. Παρόμοιες διαδικασίες ξεκίνησαν σχετικά με τον πορτογαλικό[377] και τον γαλλικό οργανισμό ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων[378] και συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις σχετικά με τα κατάλληλα μέτρα.

Κρατική χρηματοδότηση της TV2 της Δανίας[379] και της ad hoc κρατικής χρηματοδότησης των δημοσίων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών στις Κάτω Χώρες[380]

597. Σύμφωνα με την ανακοίνωσή της για την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις που αφορούν τις δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων[381] και τις αποφάσεις της στον τομέα αυτό το 2003[382], το 2004 η Επιτροπή συνέχισε τις έρευνές της σχετικά με κρατικές ενισχύσεις για την κρατική χρηματοδότηση των δημοσίων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Κατά τους εννέα πρώτους μήνες του 2004, η Επιτροπή ξεκίνησε έρευνες για τη χρηματοδότηση του συστήματος δημοσίων ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων των Κάτω Χωρών και εξέδωσε τελική απόφαση για τη χρηματοδότηση του δημοσίου ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού της Δανίας TV2/Danmark (TV2).

598. Στις 3 Φεβρουαρίου, η Επιτροπή ξεκίνησε διαδικασία διεξοδικής έρευνας σχετικά με την ad hoc χρηματοδότηση των δημοσίων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών των Κάτω Χωρών. Τα προκαταρκτικά συμπεράσματα της Επιτροπής ήταν ότι τα ad hoc μέτρα που λήφθηκαν υπέρ των δημοσίων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών των Κάτω Χωρών συνιστούν κρατική ενίσχυση σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ και διατύπωσε αμφιβολίες για το κατά πόσο θα μπορούσαν να ήταν συμβιβάσιμα σύμφωνα με το άρθρο 86 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ. Η Επιτροπή εκτίμησε ότι από το 1992 το ολλανδικό κράτος χορήγησε στους δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς μεγαλύτερες χρηματοδοτήσεις (110 εκατ. ευρώ) απ’ ό,τι ήταν απαραίτητες για τη χρηματοδότησης της παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

599. 19 Μαΐου, η Επιτροπή περάτωσε τη διεξοδική έρευνα σχετικά με την κρατική χρηματοδότηση του δημοσίου ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού των Κάτω Χωρών TV2, με την οποία το TV2 διατάσσεται να επιστρέψει περίπου 84,4 εκατ. ευρώ συν τόκους ως ασυμβίβαστη κρατική ενίσχυση. Η επίσημη έρευνα κάλυπτε την περίοδο 1995-2002. Στην αξιολόγηση της Επιτροπής εξεταζόταν κατά πόσο η χρηματοδότηση μέσω κρατικής ενίσχυσης που έλαβε η TV2 για την εκπλήρωση της αποστολής παροχής δημόσιας υπηρεσίας ήταν συμβιβάσιμη σύμφωνα με το άρθρο 86 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ. Στην απόφασή της η Επιτροπή υπολόγισε πρώτον κατά πόσο η κρατική αντιστάθμιση ήταν αναλογική σε σχέση με τις καθαρές δαπάνες με τις οποίες επιβαρυνόταν η TV2 για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η αντιστάθμιση που είχε λάβει η TV2 ήταν μεγαλύτερη κατά 628,2 DKK (84,4 εκατ. ευρώ). Σε ένα δεύτερο στάδιο, η Επιτροπή ανέλυσε τη συμπεριφορά της TV2 στην αγορά της τηλεοπτικής διαφήμισης. Σύμφωνα με την ανακοίνωση για τις ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες, όταν ένας δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός δεν έχει θέσει ως στόχο τη μεγιστοποίηση των εσόδων που προέρχονται από τη δραστηριότητα της δημόσιας υπηρεσίας, η ανάγκη της δημόσιας χρηματοδότησης θα αυξηθεί αδικαιολόγητα. Αυτό θα μπορούσε να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό σε βαθμό μεγαλύτερο από εκείνο που είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση της αποστολής παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Παρόλο που οι τιμές τηλεοπτικής διαφήμισης στη Δανία είναι αρκετά χαμηλές, δεν προέκυψε από την έρευνα της Επιτροπής ότι η TV2 είχε επιλέξει να μην μεγιστοποιήσει τα διαφημιστικά της έσοδα. Επιπλέον, η έρευνα της Επιτροπής απεκάλυψε ότι το δανικό κράτος, ως ιδιοκτήτης της TV2, δεν συμπεριφέρθηκε ως επενδυτής της αγοράς κατά την περίοδο 1995-2002 όταν αποφάσισε να αφήσει αμετάβλητα τα ετήσια ποσά υπερβάλλουσας αντιστάθμισης της TV2. Παρόλο που το δανικό κράτος ισχυρίστηκε στη συνέχεια ότι το πλεόνασμα ήταν απαραίτητο για το σχηματισμό κεφαλαίου, δεν ακολούθησε στρατηγική ενός ιδιώτη επενδυτή δεδομένου ότι το δανικό κράτος δεν προσδιόρισε, πριν προβεί σε νέα επένδυση της υπερβάλλουσας αντιστάθμισης της TV2, πιο θα ήταν το κατάλληλο επίπεδο του μετοχικού κεφαλαίου για ένα τέτοιο τηλεοπτικό οργανισμό και ποιες ήταν οι οικονομικές επιδόσεις που ανέμενε να επιτευχθούν με αυτό το μετοχικό κεφάλαιο. Αντίθετα, το δανικό κράτος περιορίστηκε στη σώρευση μιας υπερβολικά υψηλής αντιστάθμισης στην εταιρεία. Συνεπώς, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το ποσό των 84,4 εκατ. ευρώ ήταν ασυμβίβαστο με τη συνθήκη ΕΚ..

DVB-T Γερμανία [383]

600. Για να προωθηθεί η ανάπτυξη του σχεδίου ψηφιακής επίγειας τηλεοπτικής εκπομπής, η αρμόδια ρυθμιστική αρχή του Βερολίνου-Βραδεμβούργου αποζημίωσε τους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς οργανισμούς για τις λεγόμενες «δαπάνες μεταστροφής». Ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί έλαβαν επιδότηση ως κίνητρο για να στραφούν από την επίγεια αναλογική στην επίγεια ψηφιακή τηλεόραση. Το νέο επίγειο ψηφιακό τηλεοπτικό δίκτυο διαχειρίζεται η T-Systems, θυγατρική της Deutsche Telekom AG (DTAG). Η Επιτροπή εξέτασε την αποζημίωση αυτή μετά από σχετική καταγγελία. Θεωρεί ότι η καταβολή της αποζημίωσης μπορεί να συνιστά κρατική ενίσχυση, τόσο για τους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς οργανισμούς όσο και για την T-Systems, τον φορέα εκμετάλλευσης του δικτύου DVB-T. Συνεπώς, στις 14 Ιουλίου η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας.

601. Κατά την ίδια ημερομηνία και με βάση αρκετές καταγγελίες, η Επιτροπή κίνησε επίσημη διαδικασία έρευνας για τη χρηματοδότηση της επίγειας ψηφιακής τηλεόρασης (DVB-T) στη Σουηδία[384], δεδομένου ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι η χρηματοδότηση του επίγειου ψηφιακού τηλεοπτικού δικτύου δεν περιλαμβάνει κρατική ενίσχυση.

Ευρυζωνικές επικοινωνίες

602. Η Επιτροπή ενέκρινε μια σειρά σχεδίων που περιλαμβάνουν κρατική στήριξη για την ανάπτυξη ευρυζωνικής υποδομής[385]. Η ανάπτυξη της κοινωνίας της πληροφορίας έχει καίρια σημασία σύμφωνα με την ατζέντα της Λισσαβόνας και η Επιτροπή έχει αναγνωρίσει ότι η ανάπτυξη των ευρυζωνικών επικοινωνιών πρέπει να ενθαρρυνθεί, ιδίως σε λιγότερο ευνοημένες περιοχές[386]. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής εκτίμησαν ότι οι όροι για τα σχέδια αυτά θα μπορούσαν να θεωρηθούν συμβιβάσιμοι με τους κανόνες της ΕΕ σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις. Οι αποφάσεις παρέχουν κατευθύνσεις για τον τρόπο σχεδιασμού της δημόσιας στήριξης σύμφωνα με τους κανόνες ανταγωνισμού.

603. Στο σχέδιο Pyrenées-Atlantiques, η σχεδιαζόμενη στήριξη από το γαλλικό κράτος μιας εγκατάστασης ανοικτής υποδομής για την εξυπηρέτηση του κοινού σε μια γεωγραφική περιοχή όπου δεν υπάρχει ούτε ευρυζωνική ούτε άλλη κάλυψη, δεν θεωρήθηκε ικανοποιητική, με ένα και μόνο φορέα παροχής της υπηρεσίας. Η Επιτροπή σημείωσε ότι το σχέδιο θα περιορίζεται στην παροχή υποδομής και «πρόσβασης» σε φορείς, αλλά δεν θα παρέχει άμεσα υπηρεσίες στους τελικούς χρήστες. Η Επιτροπή δέχθηκε ότι το σχέδιο θα μπορούσε να πληροί τον ορισμό των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος στον τομέα των ευρυζωνικών επικοινωνιών. Επιπλέον, δεδομένου ότι το σχέδιο πληροί τα κριτήρια που θεσπίστηκαν από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην απόφαση Altmark [387], το μέτρο θεωρήθηκε ότι δεν συνιστά ενίσχυση.

604. Τα σχέδια στη Σκωτία, στα ανατολικά Midlands και στο Lincolnshire του Ηνωμένου Βασιλείου περιλαμβάνουν την παροχή υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες που υπερβαίνουν την απλή παροχή υποδομής που επιτρέπει την πρόσβαση. Η Επιτροπή θεώρησε ότι υπήρχε στοιχείο ενίσχυσης αλλά δεν οδηγούσε σε στρέβλωση του ανταγωνισμού σε βαθμό αντίθετο προς το κοινό συμφέρον λαμβάνοντας υπόψη το μεγάλο αριθμό των εγγυήσεων που διασφαλίζουν ότι θα παρέχεται μόνο η ελάχιστη απαραίτητη ενίσχυση. Σε αυτές τις περιπτώσεις η ενίσχυση θεωρήθηκε συμβιβάσιμη σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ.

Τομέας κινηματογράφου και οπτικοακουστικών μέσων

605. Με βάση το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της συνθήκης ΕΚ και τη λεγόμενη «ανακοίνωση για τον κινηματογράφο»[388], η Επιτροπή ενέκρινε διάφορα μέτρα ενισχύσεων για την ενίσχυση της παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών στα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων με τη στήριξη κινηματογραφικών και τηλεοπτικών παραγωγών στα γερμανικά ομόσπονδα κρατίδια[389] και το ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς στο Βέλγιο[390]. Στο πλαίσιο αυτών των αποφάσεων, η Επιτροπή απέδειξε τη δέσμευση που έχει αναλάβει για τη συνεκτίμηση των πολιτιστικών πτυχών και το σεβασμό και την προώθηση της πολιτισμικής πολυμορφίας.

Γ – Εφαρμογή των αποφάσεων σχετικά με κρατικές ενισχύσεις

1. Εισαγωγή

606. Το 2004, η Επιτροπή επιτάχυνε τις προσπάθειές της για την παρακολούθηση της εφαρμογής των αποφάσεων σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις. Για τον σκοπό αυτό, η ΓΔ Ανταγωνισμού προέβη στη σύσταση κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2003 μιας νέας μονάδας στην οποία δόθηκε εντολή «να αναπτύξει μια συνεπή και συστηματική προσέγγιση για την παρακολούθηση της εφαρμογής των αποφάσεων για τις κρατικές ενισχύσεις που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της ΓΔ Ανταγωνισμού». Κατά τη διάρκεια του πρώτου πλήρους έτους της λειτουργίας της, η μονάδα εκτέλεσης συγκέντρωσε τους πόρους της στην αποτελεσματική εφαρμογή των αποφάσεων ανάκτησης, δεδομένου ότι ο τομέας αυτός έχει καθοριστική σημασία για την αξιοπιστία των δραστηριοτήτων της Επιτροπής σχετικά με τον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων.

607. Στις 21 Απριλίου, η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 794/2004[391] για την εφαρμογή του κανονισμού (EΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου[392]. Το κεφάλαιο V διευκρινίζει τους κανόνες σχετικά με το επιτόκιο που εφαρμόζεται για την ανάκτηση των παράνομων ενισχύσεων και προσδιορίζει λεπτομερέστερα τη μέθοδο προσδιορισμού των επιτοκίων ανάκτησης και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να υπολογίζονται τα επιτόκια ανάκτησης.

608. Το 2004, η Επιτροπή εξέδωσε 22 νέες αποφάσεις ανάκτησης ενισχύσεων. Οι 19 υποθέσεις ανάκτησης περατώθηκαν. Κατά συνέπεια, το σύνολο των αποφάσεων ανάκτησης που εκκρεμούν οι οποίες εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της ΓΔ Ανταγωνισμού αυξήθηκε σε 93 κατά τα τέλη του έτους (από 90 στα τέλη του 2003).

609. Άνω των δύο τρίτων όλων των υποθέσεων ανάκτησης που εκκρεμούν αφορούν μέτρα ενισχύσεων που χορηγήθηκαν από δύο μόνο κράτη μέλη (44 υποθέσεις αφορούν τη Γερμανία και 20 υποθέσεις αφορούν την Ισπανία)[393]. Στο άλλο άκρο του φάσματος υπάρχουν δεκαέξι κράτη μέλη για τα οποία δεν εκκρεμεί καμία υπόθεση ανάκτησης τη στιγμή αυτή. Περίπου δύο τρίτα των υποθέσεων ανάκτησης που εκκρεμούν αφορούν μεμονωμένα μέτρα ενισχύσεων, και τα υπόλοιπα καθεστώτα ενισχύσεων. Σε σχεδόν τις μισές από τις υποθέσεις ανάκτησης που εκκρεμούν σχετικά με μεμονωμένες ενισχύσεις, ο δικαιούχος έχει καταστεί αφερέγγυος. Αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι αυτές οι υποθέσεις δεν έχουν πλέον στρεβλωτικά αποτελέσματα. Πράγματι, σε περίπου δύο τρίτα των υποθέσεων αυτών, η σχετική επιχείρηση εξακολουθεί τις οικονομικές δραστηριότητές της, συχνά υπό την εποπτεία συνδίκου πτώχευσης που έχει οριστεί από το δικαστήριο.

610. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που ήταν διαθέσιμες την 31η Δεκεμβρίου 2004, το συνολικό ποσό των ενισχύσεων που πρέπει να ανακτηθούν ισούται με τουλάχιστον 9,7 δισεκατ. ευρώ. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία δεδομένου ότι αντιπροσωπεύει περίπου 35% του συνολικού ποσού των κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στην Κοινότητα το 2002[394]. Ένα μεγάλο μέρος των ενισχύσεων αυτών προέρχεται από ένα περιορισμένο αριθμό αποφάσεων ανάκτησης που εκδόθηκαν πρόσφατα, σχετικά με τα γερμανικά Landesbanken [395], την France Télécom[396] και την EDF[397]. Ωστόσο, για περισσότερες από 24 υποθέσεις ανάκτησης που εκκρεμούν, το σχετικό κράτος μέλος δεν ήταν ακόμη σε θέση να υποβάλει αξιόπιστες πληροφορίες για το ποσό της συγκεκριμένης ενίσχυσης. Οι διαθέσιμες πληροφορίες για τα ποσά που πρέπει να ανακτηθούν είναι ιδιαίτερα περιορισμένες στην περίπτωση καθεστώτων ενισχύσεων, και ιδίως φορολογικών ή οιονεί φορολογικών μέτρων ενίσχυσης και μέτρων ενίσχυσης που περιλαμβάνουν εγγυήσεις..

611. Κατά τη διάρκεια του 2004, η Επιτροπή που εξασφάλισε τη στενή και συνεπή διοικητική παρακολούθηση όλων των υποθέσεων ανάκτησης που εκκρεμούν έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή τους. Στις περιπτώσεις που η Επιτροπή θεώρησε ότι ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος δεν είχε λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα που ήταν διαθέσιμα στο αντίστοιχο νομοθετικό σύστημα για την εφαρμογή της απόφασης, κίνησε νομικές διαδικασίες σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 2 ή το άρθρο 228 παράγραφος 2 της συνθήκης. Τέτοιου είδους ενέργειες αναλήφθηκαν στις υποθέσεις της Crédit Mutuel[398], Kimberley Clark[399] και στα ναυπηγεία δημόσιας ιδιοκτησίας[400].

612. Τα κράτη μέλη διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο για την εφαρμογή των κανόνων κρατικών ενισχύσεων της ΕΕ, δεδομένου ότι είναι υποχρεωμένα να εκτελέσουν τις αποφάσεις ανάκτησης παρέχοντας στους ανταγωνιστές των εταιρειών τη δυνατότητα να αναλάβουν δικαστικές ενέργειες σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Συνεπώς, η Επιτροπή ανέλαβε την διεξαγωγή μελέτης σχετικά με την εφαρμογή της πολιτικής κρατικών ενισχύσεων της ΕΕ σε εθνικό επίπεδο. Στόχος της μελέτης είναι να προσδιοριστούν τα ισχυρά και τα αδύνατα σημεία των εθνικών διαδικασιών ανάκτησης και να εξεταστούν λεπτομερώς οι δυνατότητες των ανταγωνιστών να αναλάβουν ενέργειες ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων. Τα αποτελέσματα της μελέτης αναμένεται ότι θα είναι διαθέσιμα κατά τα τέλη του 2005.

2. Ατομικές περιπτώσεις

Scott Kimberly Clark

613. Τον Οκτώβριο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Γαλλία δεν είχε συμμορφωθεί με την απόφαση ανάκτησης της 12ης Ιουλίου 2000 σχετικά με ενίσχυση που χορηγήθηκε στην Scott Paper[401] και συνεπώς αποφάσισε να παραπέμψει το θέμα απευθείας στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης[402]. Η απόφαση ανάκτησης της 12ης Ιουλίου 2000 αμφισβητείται επί του παρόντος από τον δικαιούχο της ενίσχυσης και από τις γαλλικές τοπικές αρχές ενώπιον του Πρωτοδικείου[403]. Συγχρόνως, ο δικαιούχος αμφισβήτησε τις εθνικές διαταγές ανάκτησης στα εθνικά δικαστήρια.

614. Η Επιτροπή θεώρησε ότι ήταν απαραίτητο να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο για μια σειρά λόγων. Ο κυριότερος λόγος είναι ότι οι εθνικές αρχές και ο εθνικός δικαστής έχουν συμφωνήσει να αναστείλουν τη διαδικασία στα εθνικά δικαστήρια μέχρις ότου το Πρωτοδικείο εκδώσει την απόφασή του στην υπόθεση αυτή. Αυτό είναι αντίθετο με τις διατάξεις του άρθρου 242 της συνθήκης, το οποίο προβλέπει ότι η προσφυγή στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δεν έχει οποιοδήποτε ανασταλτικό αποτέλεσμα. Επιπλέον, δεν υπάρχουν προσωρινά μέτρα σύμφωνα με τη γαλλική νομοθεσία που εξασφαλίζουν ότι η ενίσχυση αποσύρεται από την Scott κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον εθνικών δικαστηρίων. Τέλος, η Επιτροπή θεώρησε ότι η Γαλλία δεν είχε ενεργήσει σύμφωνα με την υποχρέωση που υπέχει να συνεργάζεται με την Επιτροπή, δεδομένου ότι δεν χορήγησε οποιεσδήποτε νέες πληροφορίες για την ανάκτηση από τον Ιούλιο του 2003.

Ισπανικά ναυπηγεία

615. Στις 26 Ιουνίου 2003, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εξέδωσε απόφαση κατά της Ισπανίας για τη μη εφαρμογή της απόφασης ανάκτησης της Επιτροπής της 26ης Οκτωβρίου 1999[404] σχετικά με ενίσχυση που χορηγήθηκε σε δημόσια ναυπηγεία[405]. Τον Οκτώβριο του 2004 η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Ισπανία δεν είχε ακόμη συμμορφωθεί με την απόφαση ανάκτησης της 26ης Οκτωβρίου 1999 και ότι η ενίσχυση δεν είχε ακόμη επιστραφεί. Συνεπώς, η Επιτροπή θεώρησε ότι η Ισπανία δεν είχε συμμορφωθεί με την απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Ιουνίου 2003 και αποφάσισε να λάβει μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 228 παράγραφος 2 της συνθήκης. Συνεπώς, στις 13 Οκτωβρίου, η Επιτροπή αποφάσισε να αποστείλει επίσημη προειδοποιητική επιστολή στην Ισπανία, στην οποία παρουσιάζονται τα γεγονότα και η εκτίμηση της υπόθεσης από την Επιτροπή και ζητείται από το κράτος μέλος να υποβάλει τις παρατηρήσεις τους επί του θέματος. Η επιστολή απεστάλη στις 18 Οκτωβρίου. Οι ισπανικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την επιστολή αυτή στις 21 Δεκεμβρίου.

Δ – Επιλογή υποθέσεων του Δικαστηρίου

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις[406]

616. Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) έπρεπε να αποφασίσει σχετικά με προσφυγή κατά απόφασης του Πρωτοδικείου που ασκήθηκε από την ισπανική περιφέρεια Territorio Histórico de Álava και την εταιρεία Ramondín Cápsulas SA., οι οποίες υπέβαλαν καταγγελία ενώπιον του Πρωτοδικείου κατά απόφασης της Επιτροπής στην οποία είχε διαπιστωθεί ότι μια ειδική μορφή προτιμησιακής φορολογικής μεταχείρισης συνιστούσε κρατική ενίσχυση η οποία ήταν παράλληλα ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά δεδομένου ότι το φορολογικό πλεονέκτημα που είχε εκχωρηθεί υπερέβαινε το ανώτατο όριο του 25% ΚΙΕ για τις περιφερειακές ενισχύσεις σ’ αυτή τη γεωγραφική περιοχή.

617. Συνεπώς, η Επιτροπή είχε διατάξει την επιστροφή αυτών των ενισχύσεων, απόφαση την οποία αμφισβήτησαν οι καταγγέλλοντες ενώπιον του Πρωτοδικείου επικαλούμενοι κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους της Επιτροπής.

618. Ο καταγγέλλων ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή χρησιμοποίησε καταχρηστικά τις αποκλειστικές εξουσίες της για τον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων με σκοπό την επίτευξη φορολογικής εναρμόνισης για την οποία ήταν δύσκολο να πεισθούν τα κράτη μέλη να συμφωνήσουν. Το ΔΕΚ απέρριψε το επιχείρημα δεδομένου ότι δεν δόθηκαν αποδεικτικά στοιχεία ότι στόχος της Επιτροπής για την ταξινόμηση του μέτρου ως κρατική ενίσχυση ήταν η επίτευξη φορολογικής εναρμόνισης.

619. Το Δικαστήριο απέρριψε επίσης τον ισχυρισμό του καταγγέλλοντος ότι τα φορολογικά μέτρα δεν περιλαμβάνονταν από το πεδίο εφαρμογής των κανόνων κρατικών ενισχύσεων δεδομένου ότι είχαν θεσπιστεί πριν από τη σύνοδο του Συμβουλίου Ecofin της 1ης Δεκεμβρίου 1997 και την ανακοίνωση της Επιτροπής της 10ης Δεκεμβρίου 1998 για την εφαρμογή των κανόνων κρατικών ενισχύσεων σε μέτρα που αφορούν την άμεση φορολογία των επιχειρήσεων. Δεδομένου ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν υποβλήθηκε ενώπιον του Πρωτοδικείου, αλλά παρουσιάστηκε μόνο στην αναιρετική διαδικασία, το Δικαστήριο την απέρριψε ως απαράδεκτη.

Ελλάδα κατά Επιτροπής (ελληνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις)

620. Στην απόφασή του της 29ης Απριλίου[407], το ΔΕΚ υποστήριξε πλήρως την αρνητική τελική απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την ανάκτηση κρατικής ενίσχυσης συνολικού ύψους περίπου 763 εκατ. ευρώ (ποσό που υπολογίστηκε από την Ελλάδα το 2000) που χορηγήθηκε σε διάφορους ζημιογόνους συνεταιρισμούς, συμπεριλαμβανομένου του γεωργικού συνεταιρισμού ΑΓΝΟ. Σ’ αυτή την υπόθεση καταβολής ενίσχυσης χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Επιτροπής, το Δικαστήριο θεώρησε ότι η ανάκτηση (συμπεριλαμβανομένων των τόκων) που πραγματοποιήθηκε 7 έτη μετά την πληρωμή ήταν νόμιμη και δεν αντίκειται στην αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Επίσης, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι ακόμη και αν η ενίσχυση είχε κοινοποιηθεί και η Επιτροπή δεν είχε αντιδράσει εντός δύο μηνών, το γεγονός ότι η ενίσχυση χορηγήθηκε από το κράτος μέλος χωρίς να ενημερωθεί η Επιτροπή σχετικά με την πληρωμή (η λεγόμενη πληροφορία «Lorenz») σήμαινε ότι η ενίσχυση είχε ορθώς θεωρηθεί ως μη κοινοποιηθείσα.

Κάτω Χώρες κατά Επιτροπής (MINAS)

621. Στην απόφασή του της 29ης Απριλίου[408], το ΔΕΚ υποστήριξε πλήρως την αρνητική τελική απόφαση της Επιτροπής σχετικά με ενίσχυση που χορηγήθηκε σε θερμοκήπια και άλλους παραγωγούς οπωροκηπευτικών μέσω απαλλαγής από τον «φόρο νιτρικών ενώσεων » (MINAS). Το Δικαστήριο απεφάνθη ιδίως ότι:

- εναπόκειται στο κράτος μέλος να αποδείξει ότι μια φορολογική διαφοροποίηση για ορισμένες εταιρείες δικαιολογείται από τη φύση και το γενικό καθεστώς του συστήματος·

- το επιχείρημα ότι το σύστημα MINAS δεν είχε σκοπό τη δημιουργία φορολογικών εσόδων δεν επαρκεί για να θεωρηθεί ότι η επίμαχη απαλλαγή δεν θεωρείται ενίσχυση. Δεν αμφισβητήθηκε ότι η απαλλαγή οδήγησε σε απώλεια πόρων οι οποίοι έπρεπε να καταβληθούν στον κρατικό προϋπολογισμό.

Επιτροπή κατά Συμβουλίου

622. Σε απόφαση της 29ης Ιουνίου[409], το ΔΕΚ διευκρίνισε και ενίσχυσε τις εξουσίες της Επιτροπής στον τομέα του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων. Στις 25 Νοεμβρίου 1999 και τις 4 Οκτωβρίου 2000, η Επιτροπή είχε εκδώσει δύο αρνητικές τελικές αποφάσεις σχετικά με κρατική ενίσχυση που είχε παράνομα χορηγήσει η Πορτογαλία σε εκτροφείς χοίρων για να τους αποζημιώσει για χαμηλές τιμές. Σύμφωνα με τις αποφάσεις αυτές, η Πορτογαλία έπρεπε να ανακτήσει την ενίσχυση από τους κτηνοτρόφους. Η Πορτογαλία δεν αμφισβήτησε αποφάσεις ενώπιον του ΔΕΚ. Αντίθετα, πολύ αργότερα, ζήτησε από το Συμβούλιο να εγκρίνει νέα κρατική ενίσχυση που αντιστοιχούσε στο ποσό της ενίσχυσης που επρόκειτο να ανακτηθεί σύμφωνα με τις αποφάσεις της Επιτροπής, έτσι ώστε οι κτηνοτρόφοι να μην χρειαστεί να επιστρέψουν τα ποσά. Στις 21 Ιανουαρίου 2002, το Συμβούλιο χρησιμοποίησε τις ειδικές εξουσίες του δυνάμει του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ για να εγκρίνει ομόφωνα κρατική ενίσχυση που χορηγείται κάτω από έκτακτες συνθήκες. Η Επιτροπή αμφισβήτησε την απόφαση του Συμβουλίου θεωρώντας ότι συνιστούσε καταστρατήγηση της απόφασης της Επιτροπής και κατάχρηση των εξουσιών του Συμβουλίου και ότι υπονόμευε την ασφάλεια του δικαίου εάν το Συμβούλιο θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να καταργεί απόφαση της Επιτροπής η οποία είχε τεθεί σε ισχύ.

623. Με την απόφασή του της 29ης Ιουνίου, το ΔΕΚ υποστήριξε πλήρως τη θέση της Επιτροπής και ακύρωσε την απόφαση του Συμβουλίου. Το ΔΕΚ θεώρησε ότι εφόσον η Επιτροπή είχε λάβει αρνητική τελική απόφαση σχετικά με κρατική ενίσχυση, το κράτος μέλος δεν είχε πλέον το δικαίωμα να παραπέμψει το θέμα ενώπιον του Συμβουλίου· επίσης το Συμβούλιο δεν έχει εξουσία να εγκρίνει την ενίσχυση αυτή. Σ’ αυτό το στάδιο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις.

624. Όταν η Επιτροπή κινεί επίσημες διαδικασίες έρευνας, το κράτος μέλος θα πρέπει να ζητήσει τη συμμετοχή του Συμβουλίου πριν η Επιτροπή λάβει τελική απόφαση. Στην προκειμένη περίπτωση, οι διαδικασίες της Επιτροπής αναστέλλονται για τρεις μήνες. Εάν το Συμβούλιο λάβει ομόφωνη απόφαση εντός των τριών αυτών μηνών, η Επιτροπή δεν μπορεί να συνεχίσει. Εάν το Συμβούλιο δεν λάβει απόφαση εντός αυτού του τριμήνου, η Επιτροπή συνεχίζει την εξέτασή της. (Στην προκειμένη υπόθεση, το Συμβούλιο έλαβε απόφαση πολύ αργότερα μετά την έκδοση τελικής απόφασης εκ μέρους της Επιτροπής.)

625. Το ΔΕΚ επιβεβαίωσε επίσης ότι το Συμβούλιο δεν μπορεί να εκδώσει απόφαση για την έγκριση νέας κρατικής ενίσχυσης η οποία «αποζημιώνει» εταιρείες για την ανάκτηση ενίσχυσης την οποία η Επιτροπή είχε κηρύξει ασυμβίβαστη σε τελική της απόφαση. Το Συμβούλιο δεν μπορεί να παγώσει ή να ακυρώσει τα πλήρη αποτελέσματα μιας αρνητικής τελικής απόφασης της Επιτροπής η οποία διατάσσει την ανάκτηση ενίσχυσης (αντίθετα με αυτό που είχε πράξει το Συμβούλιο στην παρούσα υπόθεση).

626. Για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια του δικαίου, έχει καθοριστική σημασία να μην λαμβάνονται αντιφατικές αποφάσεις από την Επιτροπή και το Συμβούλιο σχετικά με την ίδια ενίσχυση.

Pearle BV

627. Στην απόφασή του της 15ης Ιουλίου[410], το ΔΕΚ αποφάνθηκε ότι οι κανονισμοί που εκδόθηκαν από επαγγελματική οργάνωση δημοσίου δικαίου για τη χρηματοδότηση διαφημιστικής εκστρατείας η οποία οργανώθηκε υπέρ των μελών της οργανώσεως αυτής και αποφασίστηκε από αυτά, μέσω πόρων που καταβλήθηκαν από τα μέλη αυτά και διατέθηκαν υποχρεωτικά για τη χρηματοδότηση της εκστρατείας αυτής δεν αποτελούν αναπόσπαστο μέρος ενός μέτρου κρατικών ενισχύσεων που εμπίπτει στην έννοια των κρατικών ενισχύσεων σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Η χρηματοδότηση αυτή έγινε μέσω πόρων σχετικά με τους οποίους η ανωτέρω επαγγελματική οργάνωση δημοσίου δικαίου ουδέποτε είχε εξουσία ελεύθερης διαθέσεως.

[pic]

[pic]

[pic]

V – Διεθνεισ δραστηριοτητεσ

A – Διεύρυνση και Δυτικά Βαλκάνια

628. Η 1η Μαΐου 2004 σηματοδότησε τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με δέκα νέα κράτη μέλη. Η ομαλή αυτή προσχώρηση αντικατοπτρίζει την επιτυχημένη ευθυγράμμιση των καθεστώτων των εν λόγω χωρών στον τομέα του ανταγωνισμού με εκείνο της ΕΕ. Η διαδικασία αυτή περιέλαβε τη θέσπιση νομοθετικού πλαισίου για τις περιοριστικές συμφωνίες και καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης/συγκεντρώσεις και τον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων, τη σύσταση αρχών για τον ανταγωνισμό και τις κρατικές ενισχύσεις με επαρκείς διοικητικές αρμοδιότητες και την διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής των εν λόγω κανόνων.

629. Οι αρχές ανταγωνισμού των δέκα νέων κρατών μελών ενσωματώθηκαν πλήρως στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ανταγωνισμού, στο οποίο είχαν συμμετάσχει ως παρατηρητές πριν από την προσχώρηση. Κατά την περίοδο προ της προσχώρησης, η Επιτροπή έλεγξε τα μέτρα κρατικών ενισχύσεων που οι εν λόγω χώρες συνέχισαν να κοινοποιούν σύμφωνα με τον προβλεπόμενο από τη συνθήκη προσχώρησης μηχανισμό υφιστάμενης ενίσχυσης. Όλα τα μέτρα ενισχύσεων που εφαρμόζονται μετά την προσχώρηση τα οποία θεωρούνται κρατικές ενισχύσεις και δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο των υφισταμένων ενισχύσεων, λογίζεται ότι συνιστούν νέες ενισχύσεις. Η Επιτροπή έλεγξε επίσης τομείς όπου θα μπορούσαν να ανακύψουν προβλήματα και τους επισημαίνει στη γενική έκθεση παρακολούθησης.

630. Η Επιτροπή συνέχισε επίσης σε ιδιαίτερα έντονους ρυθμούς τις διαπραγματεύσεις των κεφαλαίων του ανταγωνισμού με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία ολοκληρώνοντάς τες το Δεκέμβριο. Θα ακολουθήσει εντατικό έργο αξιολόγησης και ενίσχυσης προ της προσχώρησης των δύο αυτών χωρών στην ΕΕ το 2007.

631. Τον Οκτώβριο, η Επιτροπή παρουσίασε την έκθεση και τη σύστασή της όσον αφορά την πρόοδο της Τουρκίας προς την προσχώρηση, δυνάμει της απόφασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 2004 για την έναρξη των διαπραγματεύσεων προσχώρησης με την Τουρκία. Στα πλαίσια της διαδικασίας αυτής, η Επιτροπή θα χρειαστεί να προβεί εκ νέους σε αξιολόγηση του καθεστώτος που διέπει τον ανταγωνισμό και τις κρατικές·ενισχύσεις μόλις αυτό θεσπιστεί στην Τουρκία.

632. Στην περίπτωση της Κροατίας, η Επιτροπή προέβη σε αξιολόγηση της πολιτικής ανταγωνισμού της χώρας αυτής στο πλαίσιο της γνώμης που εξέδωσε το Μάρτιο για την αίτηση προσχώρησης της Κροατίας και ενίσχυσε τη συνεργασία της με την αρχή ανταγωνισμού της Κροατίας.

633. Η Επιτροπή συνέβαλε ενεργά στην ανάπτυξη καθεστώτων υγιούς ανταγωνισμού σε όλες τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Η συμβολή αυτή συνίστατο στην παροχή βοήθειας για την εκπόνηση νομοθεσίας στους τομείς του ανταγωνισμού και των κρατικών ενισχύσεων, στην παροχή συμβουλών για τη ίδρυση των απαιτούμενων οργάνων για την εφαρμογή των κανόνων αυτών και την προώθηση ενός συστήματος κανόνων και αρχών στον τομέα του ανταγωνισμού. Από κοινού με το γραφείο ΤΒΑΠ της ΓΔ για τη διεύρυνση, η ΓΔ Ανταγωνισμού οργάνωσε επίσης δύο διήμερα σεμινάρια κατάρτισης για στελέχη από τα Δυτικά Βαλκάνια, το ένα, τον Οκτώβριο με θέμα τις κρατικές ενισχύσεις και το άλλο, το Νοέμβριο, με θέμα τις περιφερειακές συμφωνίες και καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης.

B – Πολιτική γειτονίας

634. Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας για την ευρωπαϊκή πολιτική γειτονίας, διεξήχθη κατά το 2004 η διαπραγμάτευση σχεδίων δράσης με το Ισραήλ, την Ιορδανία, την Μολδαβία, το Μαρόκο, την Παλαιστινιακή Αρχή, την Τυνησία και την Ουκρανία. Όλα τα σχέδια δράσης, με εξαίρεση το διαπραγματευθέν με την Παλαιστινιακή Αρχή, περιλαμβάνουν τμήμα για την πολιτική ανταγωνισμού.

635. Τα σημεία της δράσης στον τομέα του ανταγωνισμού αφορούν τις συμπράξεις και καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης και τις κρατικές ενισχύσεις (με εξαίρεση το Ισραήλ όπου δεν υπήρξαν τέτοια σημεία δράσης για τις συμπράξεις και καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης, λόγω του προχωρημένου επιπέδου της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας στην εν λόγω χώρα). Ο στόχος των σημείων δράσης στον τομέα αυτό είναι να ενισχυθούν η εφαρμογή των νομοθετικών ρυθμίσεων στον τομέα του ανταγωνισμού και οι ικανότητες και ανεξαρτησία της αρχής ανταγωνισμού. Όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις, ο στόχος είναι να ακολουθηθεί μια πορεία εναρμόνισης των ορισμών που χρησιμοποιούνται στην ΕΕ και στις χώρες-εταίρους και να βελτιωθεί η αμοιβαία διαφάνεια στις κρατικές ενισχύσεις.

Γ – Διμερής συνεργασία

1. Εισαγωγη

636. Η Επιτροπή συνεργάζεται σε διμερή βάση με πολλές αρχές ανταγωνισμού, ιδίως με τις αρχές των βασικών εμπορικών εταίρων της Κοινότητας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συνάψει επιμέρους συμφωνία συνεργασίας σε θέματα ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Ιαπωνία.

637. Τα κύρια στοιχεία των εν λόγω συμφωνιών είναι η αμοιβαία ενημέρωση για τις δραστηριότητες εφαρμογής και ο συντονισμός τους καθώς και η ανταλλαγή μη εμπιστευτικών πληροφοριών. Σύμφωνα με τις συμφωνίες αυτές, το ένα μέρος δύναται να ζητήσει από το άλλο να λάβει μέτρα εφαρμογής (θετική αβροφροσύνη) και το συμβαλλόμενο μέρος έχει τη δυνατότητα να συνεκτιμά τα σημαντικά συμφέροντα του άλλου μέρους στο πλαίσιο των μέτρων εφαρμογής που λαμβάνει (παραδοσιακή αβροφροσύνη).

638. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επίσης συνάψει συμφωνίες ελευθέρου εμπορίου, όπως οι ευρωμεσογειακές συμφωνίες και συμφωνίες με ορισμένες χώρες της Λατινικής Αμερικής οι οποίες συνήθως περιλαμβάνουν βασικές διατάξεις όσον αφορά τη συνεργασία σε θέματα ανταγωνισμού. Η συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και των αρχών ανταγωνισμού των κρατών μελών του ΟΟΣΑ βασίζεται σε σύσταση που εκδόθηκε από τον ΟΟΣΑ το 1995.

2. Συμφωνιεσ με τις ΗΠΑ, τον Καναδα και την Ιαπωνια

ΗΠΑ

639. Η συνεργασία με τις αρχές ανταγωνισμού των ΗΠΑ βασίζεται σε επιμέρους συμφωνίες συνεργασίας στον τομέα του ανταγωνισμού[411].

640. Κατά τη διάρκεια του 2004, η Επιτροπή συνέχισε τη στενή της συνεργασία με την Αντιμονοπωλιακή Υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ (DoJ) και την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC). Οι υπάλληλοι της Επιτροπής ανέπτυξαν συχνές και εντατικές επαφές με τους ομολόγους τους στις δύο αμερικανικές υπηρεσίες. Το αντικείμενο των επαφών αυτών κάλυπτε ευρύ φάσμα από τη συνεργασία σε συγκεκριμένες υποθέσεις μέχρι γενικά θέματα που αφορούν την πολιτική στον τομέα του ανταγωνισμού. Οι επαφές για τις συγκεκριμένες υποθέσεις συνήθως λαμβάνουν τη μορφή τακτικών τηλεφωνημάτων, αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων, ανταλλαγή εγγράφων και άλλων επαφών μεταξύ των αρμοδίων ομάδων. Η συνεργασία αυτή εξακολουθεί να αποφέρει σημαντικά αμοιβαία οφέλη, όσον αφορά την ανάπτυξη των μέτρων εφαρμογής της νομοθεσίας των δύο πλευρών, την αποφυγή των ανώφελων συγκρούσεων της ασυμβατότητας των εν λόγω μέτρων εφαρμογής καθώς και την καλύτερη αμοιβαία κατανόηση των καθεστώτων των δύο πλευρών στον τομέα του ανταγωνισμού.

641. Η συνεργασία με τις αρχές ανταγωνισμού των ΗΠΑ για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων συνεχίστηκε σε εντατικό βαθμό κατά το 2004. Οι βέλτιστες πρακτικές που εφάρμοσαν το 2002 οι ΗΠΑ και η ΕΕ στην συνεργασία· για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων συνιστούν ένα χρήσιμο πλαίσιο για τη συνεργασία, ιδίως προσδιορίζοντας κατά τη διαδικασία τα αποφασιστικά σημεία στα οποία η συνεργασία θα μπορούσε να αποβεί ιδιαίτερα χρήσιμη. Στην πράξη, η συνεργασία σε συγκεκριμένες υποθέσεις είναι ιδιαίτερα πραγματιστική και ευέλικτη και προσαρμόζεται στις υποθέσεις και στα σχετικά με αυτές θέματα.

642. Το 2004, παρουσιάστηκε μεγάλος αριθμός υποθέσεων συμπράξεων με επίπτωση σε αμφότερες τις πλευρές του Ατλαντικού, γεγονός που είχε ως συνέπεια να αναπτυχθεί σημαντική πρακτική συνεργασία και ανταλλαγές απόψεων μεταξύ των αντιστοίχων αρμοδίων ομάδων της ΕΕ και των ΗΠΑ. Κατά το έτος αυτό, υποθέσεις στις οποίες αναπτύχθηκε ουσιαστική συνεργασία ήταν: Oracle/Peoplesoft , Sony/BMG , Air France/KLM , Sanofi/Aventis , Sygenta/Advanta , Air Liquide/Messer , Agfa/Lastra , Magna/NVC και Microsoft/Time Warner/Contentguard .

643. Όπως κατά τα προηγούμενα έτη, από την εμπειρία της Επιτροπής προκύπτει ότι η συνεργασία και ο συντονισμός στον τομέα των συγκεντρώσεων είναι μεγαλύτερης χρησιμότητας για θέματα σχετικά με το σχεδιασμό, τη διαπραγμάτευση και την υλοποίηση λύσεων στα διάφορα προβλήματα ανταγωνισμού που διαπιστώνονται από τις αρχές. Η διαβούλευση συμβάλλει ώστε να μειώνονται οι ενδεχόμενες ασυμβατότητες όσον αφορά την προσέγγιση, προς αμοιβαίο όφελος των συμβαλλομένων μερών και των ίδιων των αρχών.

644. Κατά τα τελευταία έτη, η συνεργασία στην πολιτική ελέγχου των συγκεντρώσεων έχει αναπτυχθεί γενικότερα στο πλαίσιο της επονομαζόμενης «Ομάδας εργασίας ΕΕ/ΗΠΑ για τις συγκεντρώσεις», η οποία αποτελεί ένα διαρκές φόρουμ για διϋπηρεσιακό διάλογο επί της πολιτικής. Ο στόχος της ομάδας εργασίας είναι να βελτιωθεί η κατανόηση των πολιτικών και των πρακτικών που εφαρμόζει η κάθε πλευρά και να ενισχυθεί η συνοχή του ελέγχου των συγκεντρώσεων στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

645. Εκτός από τις συνεργασίες σε υποθέσεις συγκεντρώσεων, διατηρήθηκαν οι τακτικές ανεπίσημες επαφές μεταξύ των αρμοδίων αρχών σχετικά με θέματα που άπτονται της πολιτικής ελέγχου των συγκεντρώσεων, περιλαμβανομένης της καρποφόρας ανταλλαγής απόψεων σε ορισμένα θέματα. Κατά τη διάρκεια του 2004, οι εν λόγω επαφές κάλυψαν τη δέσμη μέτρων της Επιτροπής για τη μεταρρύθμιση του ελέγχου των συγκεντρώσεων, την μελέτη της Επιτροπής για την αποτελεσματικότητα της πολιτικής της όσον αφορά τα διορθωτικά μέτρα και τη συνεχιζόμενη σε εσωτερικό επίπεδο μελέτη της προσέγγισης για την αξιολόγηση των μη οριζοντίων συγκεντρώσεων, θέμα για το οποίο η Επιτροπή σκοπεύει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές.

646. Κατά τη διάρκεια του έτους πραγματοποιήθηκαν επίσης συχνές επαφές με την ευκαιρία ορισμένων υποθέσεων που δεν αφορούσαν συγκεντρώσεις. Η διμερής συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και του DoJ των ΗΠΑ ήταν ιδιαίτερα στενή σε υποθέσεις συμπράξεων: πραγματοποιήθηκαν πολυάριθμες επαφές μεταξύ των υπαλλήλων των αρμοδίων για τις συμπράξεις μονάδων της Επιτροπής και των ομολόγων τους στο DoJ των ΗΠΑ. Οι ανταλλαγές πληροφοριών για συγκεκριμένες υποθέσεις ήταν ιδιαίτερα συχνές, αλλά οι συζητήσεις κάλυψαν επίσης και θέματα πολιτικής. Πολλές από τις επαφές που αφορούσαν συγκεκριμένες υποθέσεις πραγματοποιήθηκαν μετά από ταυτόχρονες αιτήσεις απαλλαγής στις ΗΠΑ και στην ΕΕ. Επιπλέον, σε αρκετές περιπτώσεις, ελήφθησαν συντονισμένα μέτρα εφαρμογής στις ΗΠΑ και την ΕΕ, με τα οποία οι αρμόδιες υπηρεσίες προσπάθησαν να μειώσουν στο ελάχιστο τη χρονική απόκλιση μεταξύ της έναρξης των αντίστοιχων ενεργειών τους. Η ομάδα εργασίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας συνήλθε σε τηλεδιάσκεψη στις αρχές του 2004.

647. Στις 28 Σεπτεμβρίου, ο επίτροπος κ. Mario Monti συναντήθηκε με τους επικεφαλής των υπηρεσιών ανταγωνισμού των ΗΠΑ, κα Deborah Majoras, πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου και Hew Pate, αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης, στο πλαίσιο της ετήσιας διμερούς συνάντησης ΕΕ/ΗΠΑ στις Βρυξέλλες.

648. Η Επιτροπή προέβη κατά τη διάρκεια του έτους σε 54 κοινοποιήσεις, ενώ έλαβε κατά την ίδια περίοδο από τις αρχές των ΗΠΑ 28 κοινοποιήσεις.

Kαναδάς

649. Η συνεργασία με το Canadian Competition Bureau βασίζεται στην συμφωνία ΕΕ/Καναδά περί ανταγωνισμού που υπεγράφη το 1999 [412]. Οι επαφές μεταξύ της Επιτροπής και της εν λόγω καναδικής υπηρεσίας ανταγωνισμού ήταν συχνές και καρποφόρες. Οι συζητήσεις κάλυψαν τόσο μεμονωμένες υποθέσεις όσο και γενικότερα ζητήματα πολιτικής. Οι επαφές για συγκεκριμένες υποθέσεις περιελάμβαναν όλους τους τομείς της εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού, παρόλο που κατά τις εν λόγω επαφές συζητούνται συνήθως έρευνες σχετικά με συγκεντρώσεις και συμπράξεις.

650. Οι επαφές μεταξύ των αρχών λαμβάνουν συνήθως τη μορφή τακτικών τηλεφωνικών κλήσεων, ανταλλαγής ηλεκτρονικών μηνυμάτων και οργάνωσης τηλεδιασκέψεων μεταξύ των αρμοδίων ομάδων. Για τις υποθέσεις συμπράξεων προβλέπεται επίσης ο συντονισμός των ερευνών.

651. Η Επιτροπή και η καναδική υπηρεσία ανταγωνισμού συνέχισαν εξάλλου το διάλογό τους επί γενικών θεμάτων ανταγωνισμού κοινού ενδιαφέροντος. Στα πλαίσια αυτά πραγματοποιήθηκαν δύο συναντήσεις στις Βρυξέλλες, η μία, την 9η Φεβρουαρίου, με κύριο θέμα την πολιτική των συγκεντρώσεων και η άλλη, την 16η Φεβρουαρίου, με κύριο θέμα τη συνεργασία στις έρευνες για τις συμπράξεις. Μία ακόμη συνάντηση πραγματοποιήθηκε στις 11 Οκτωβρίου στο Παρίσι με θέμα την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας στον έλεγχο των συγκεντρώσεων.

652. Κατά τη διάρκεια του έτους η Επιτροπή προέβη σε δύο κοινοποιήσεις ενώ κατά την ίδια περίοδο η Επιτροπή έλαβε επτά κοινοποιήσεις από τις καναδικές αρχές.

Ιαπωνία

653. Η συνεργασία με την Επιτροπή θεμιτού εμπορίου της Ιαπωνίας βασίστηκε στην συμφωνία συνεργασίας του 2003 [413]. Οι επαφές με την εν λόγω επιτροπή αυξήθηκαν αισθητά κατά τη διάρκεια του 2004 και κάλυψαν τόσο θέματα σχετικά με συγκεκριμένες υποθέσεις όσο γενικότερα θέματα πολιτικής.

654. Πέραν των πολυάριθμων επαφών για συγκεκριμένες υποθέσεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Επιτροπή θεμιτού εμπορίου της Ιαπωνίας συνέχισαν το διάλογο που είχαν ξεκινήσει επί γενικών θεμάτων ανταγωνισμού κοινού ενδιαφέροντος. Στα πλαίσια αυτά πραγματοποιήθηκαν στις Βρυξέλλες δύο συνεδριάσεις κατά τη διάρκεια του 2004, η μία στις 25 Φεβρουαρίου με κύριο θέμα την πολιτική για τις συγκεντρώσεις και η άλλη στις 9 Μαρτίου με κύριο θέμα την συνεργασία για τις έρευνες σχετικά με τις συμπράξεις.

655. Η ετήσια διμερής συνάντηση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Επιτροπής θεμιτού εμπορίου της Ιαπωνίας πραγματοποιήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου στις Βρυξέλλες. Τα μέρη συζήτησαν τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις και τις περαιτέρω προοπτικές της διμερούς συνεργασίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκδήλωσε επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την συνεχιζόμενη μεταρρύθμιση στο δίκαιο ανταγωνισμού της Ιαπωνίας.

656. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβη κατά τη διάρκεια του έτους σε τέσσερις κοινοποιήσεις ενώ κατά την περίοδο αυτή δεν έλαβε κοινοποιήσεις από τις ιαπωνικές αρχές.

3. Συνεργασία με άλλες χωρεσ και περιφερειεσ

Αυστραλία

657. Κατά τη διάρκεια του 2004, η Επιτροπή ανέπτυξε συνεργασία με τις αρχές ανταγωνισμού ορισμένων άλλων χωρών του ΟΟΣΑ και ιδίως με την Αυστραλία. Οι επαφές αυτές κάλυψαν θέματα σχετικά με συγκεκριμένες υποθέσεις αλλά και θέματα που αφορούν την πολιτική στον τομέα του ανταγωνισμού.

Κίνα

658. Στις 6 Μαΐου ο επίτροπος Mario Monti και ο Bo Xilai, υπουργός Εμπορίου της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, υπέγραψαν τους όρους αναφοράς ενός διαρθρωμένου διαλόγου για την πολιτική ανταγωνισμού μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κίνας. Πρόκειται για τον πρώτο διάλογο τους είδους αυτού που ξεκινά η Κίνα με τρίτες χώρες. Πρωταρχικός στόχος του διαλόγου είναι να θεσπισθεί ένα φόρουμ για διαβούλευση και διαφάνεια μεταξύ της Κίνας και της ΕΕ στον εν λόγω τομέα και να ενισχυθεί η συνδρομή της ΕΕ προς την Κίνα σε θέματα τεχνικά και απόκτησης ικανοτήτων στον τομέα του ανταγωνισμού. Η έναρξη του διαλόγου αυτού γίνεται την κατάλληλη χρονική στιγμή καθώς η Κίνα βρίσκεται στη διαδικασία της εκπόνησης ειδικής νομοθεσίας για τον ανταγωνισμό.

659. Σύμφωνα με τους όρους αναφοράς, ο διάλογος θα περιλάβει: (i) ανταλλαγές απόψεων για τρέχουσες καταστάσεις, εμπειρίες και νέες εξελίξεις στη νομοθεσία και την εφαρμογή αντιμονοπωλιακών πολιτικών, ii) ανταλλαγή απόψεων για τη νομοθεσία περί συγκεντρώσεων και την εφαρμογή της, (iii) ανταλλαγές εμπειριών για τη θέσπιση αρχών ανταγωνισμού καθώς και τον υπερασπιστικό τους ρόλο στον τομέα του ανταγωνισμού, (iv) ανταλλαγές απόψεων για πολυμερείς πρωτοβουλίες ανταγωνισμού, με ιδιαίτερη έμφαση στην καταπολέμηση σκληροπυρηνικών συμπράξεων, (v) ανταλλαγές απόψεων για την ελευθέρωση των τομέων κοινής ωφέλειας και τις κρατικές παρεμβάσεις στις διαδικασίες της αγοράς, (vi) ανταλλαγές εμπειριών για την αύξηση της ευαισθητοποίησης των εταιριών και του κοινού όσον αφορά τις νομοθετικές ρυθμίσεις στον τομέα του ανταγωνισμού και της καταπολέμησης των μονοπωλίων, και (vii) συνεργασία για την ενίσχυση της παρεχόμενης από την ΕΕ συνδρομής προς την Κίνα στον τεχνικό τομέα και στην ανάπτυξη των ικανοτήτων της.

660. Μετά την υπογραφή των όρων αναφοράς, η Επιτροπή πραγματοποίησε σειρά επαφών με τα κυβερνητικά στελέχη της Κίνας που συμμετείχαν στην εκπόνηση της νέας νομοθεσίας για τον ανταγωνισμό. Εξάλλου πραγματοποίησε παρουσιάσεις σε αντιπροσωπείες από το Πεκίνο και διατύπωσε παρατηρήσεις επί της μελλοντικής νομοθεσίας για τον ανταγωνισμό που εκπόνησε η Κίνα.

Ευρωπαϊκή ζώνη ελευθέρων συναλλαγών

661. Κατά τη διάρκεια του έτους η Επιτροπή συνέχισε επίσης τη στενή συνεργασία με την εποπτεύουσα αρχή της ΕΖΕΣ όσον αφορά την εφαρμογή της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.

Koρέα

662. Στις 28 Οκτωβρίου, ο επίτροπος Mario Monti και ο Chul-Kyu Kang, πρόεδρος της Επιτροπής θεμιτού εμπορίου της Δημοκρατίας της Κορέας, υπέγραψαν μνημόνιο συμφωνίας στο οποίο καθορίζονται οι όροι για τον διμερή διάλογο ΕΕ–Κορέας σε θέματα ανταγωνισμού με κύριο στόχο τη θέσπιση ενός διαρκούς φόρουμ για τη διαβούλευση, τη διαφάνεια και την ανταλλαγή εμπειριών και απόψεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της επιτροπής θεμιτού εμπορίου. Η συνεργασία μεταξύ των ανωτέρω αρχών ανταγωνισμού είναι εξαιρετική και συχνά διατυπώνουν κοινές απόψεις σε διεθνή φόρουμ για τον ανταγωνισμό όπως το Διεθνές Δίκτυο Ανταγωνισμού (ΔΔΑ) και ο ΟΟΣΑ. Η Κορέα είναι ένα από τα πιο ενεργά μέλη στα εν λόγω φόρα και τον Απρίλιο φιλοξένησε την ετήσια διάσκεψη του ΔΔΑ στη Σεούλ. Στα διεθνή αυτά πλαίσια, οι δύο αρχές ανταλλάσσουν συχνά απόψεις για θέματα ανταγωνισμού κοινού ενδιαφέροντος. Το μνημόνιο συμφωνίας συνιστά μια επίσημη βάση για τον εν λόγω διάλογο.

663. Σε γενικές γραμμές, το μνημόνιο συμφωνίας προβλέπει: (i) ετήσιες συναντήσεις διαβούλευσης, (ii) ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών για τα κύρια θέματα που τους απασχολούν, (iii) ανταλλαγή μελετών εμπειρογνωμόνων, (iv) κοινοποίηση δραστηριοτήτων εφαρμογής που ενδέχεται να επηρεάζουν σημαντικά συμφέροντα της άλλης αρχής, (v) ανταλλαγή υλικού για την τρέχουσα κατάσταση, τις εμπειρίες και τις νέες εξελίξεις στη νομοθεσία καθώς και την εφαρμογή της πολιτικής στον τομέα του ανταγωνισμού και (vi) ανταλλαγή απόψεων για πολυμερείς πρωτοβουλίες στον τομέα του ανταγωνισμού, με ιδιαίτερη αναφορά στην καταπολέμηση των διεθνών σκληροπυρηνικών καρτέλ. Η συνεργασία μεταξύ των αρχών υπόκειται στις αντίστοιχες νομοθετικές ρυθμίσεις του κάθε μέρους, ιδίως σε ότι αφορά την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών.

Λατινική Αμερική

664. Το έτος 2004 σημειώθηκε αύξηση των επαφών με τις αρχές ανταγωνισμού στη Βραζιλία και το Μεξικό. Οι εν λόγω επαφές περιελάμβαναν τηλεφωνικές διασκέψεις μεταξύ των αρμοδίων των ομάδων που εργαζόταν στις ίδιες υποθέσεις γενικών συμπράξεων προκειμένου να συγκριθούν και να συζητηθούν οι προσεγγίσεις που υιοθετήθηκαν για την αξιολόγηση των συμπράξεων και τα διορθωτικά μέτρα που εξετάζονται.

665. Στην περιοχή των Άνδεων, η Επιτροπή συνέχισε το τριετές της σχέδιο για τη βελτίωση και την εναρμόνιση των νομοθετικών ρυθμίσεων της Βολιβίας, της Κολομβίας, του Εκουαδόρ, του Περού και της Βενεζουέλας στον τομέα του ανταγωνισμού καθώς και για την ενίσχυση των οργάνων που είναι αρμόδια για την παρακολούθηση και την εφαρμογή τους.

Δ – Πολυμερησ συνεργασια

1. Διεθνεσ Δικτυο Ανταγωνισμου

666. Το Διεθνές Δίκτυο Ανταγωνισμού (ΔΔΑ), του οποίου η Επιτροπή είναι ιδρυτικό μέλος, συνέχισε να σημειώνει πρόοδο με ταχύ ρυθμό. Σήμερα αναγνωρίζεται ευρέως ως ένα πολυμερές φόρουμ για την συζήτηση της διεθνούς πολιτικής στον τομέα του ανταγωνισμού [414]. Tο ΔΔΑ αποσκοπεί στη διευκόλυνση της διεθνούς συνεργασίας και στη διατύπωση προτάσεων για την διαδικαστική και την ουσιαστική σύγκλιση. Μέχρι τα τέλη του 2004, τα μέλη του ΔΔΑ ανήλθαν σε 86 υπηρεσίες ανταγωνισμού προερχόμενες από 77 δικαιοδοτικές αρχές. Καλύπτει συνεπώς τη μεγάλη πλειοψηφία των υφιστάμενων σχετικών αρχών στον κόσμο τόσο από τις ανεπτυγμένες όσο και από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Το ΔΔΑ καλεί επίσης συμβούλους από τους πανεπιστημιακούς κύκλους, την επιχειρηματική κοινότητα, τις ομάδες καταναλωτών και τα νομικά επαγγέλματα προκειμένου να συμβάλουν στα σχέδια. Από το Σεπτέμβριο του 2004, πρόεδρος του οργάνου που διοικεί το ΔΔΑ, της ομάδας καθοδήγησης, είναι ο επικεφαλής της γερμανικής αρχής ανταγωνισμού, Δρ. Ulf Böge.

667. Τον Απρίλιο, το ΔΔΑ πραγματοποίησε την τρίτη ετήσια διάσκεψή του στη Σεούλ, μετά από πρόσκληση της Επιτροπής θεμιτού εμπορίου της Κορέας. Στη Σεούλ, οι υπηρεσίες που είναι μέλη του ΔΔΑ αποφάσισαν να προχωρήσουν στη σύσταση μιας νέας ομάδας εργασίας για τις συμπράξεις και ζήτησαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να τεθεί επικεφαλής του σχεδίου αυτού από κοινού με την αρχή ανταγωνισμού της Ουγγαρίας.

668. Στη διάσκεψη του ΔΔΑ στη Σεούλ, συζητήθηκε επίσης έκθεση που εκπονήθηκε από την Ομάδα Εργασίας του ΔΔΑ για την εφαρμογή της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας στους ρυθμιζόμενους τομείς[415], στην οποία εξετάζονται τα όρια και οι περιορισμοί που αντιμετωπίζουν συνήθως οι αρμόδιες υπηρεσίες ανταγωνισμού όταν παρεμβαίνουν στους ρυθμιζόμενους τομείς. Στην έκθεση αυτή ιδιαίτερη έμφαση δίδεται επίσης στις εργασιακές ρυθμίσεις μεταξύ των αρχών ανταγωνισμού και των κανονιστικών αρχών.

Ομάδα Εργασίας ΙCN για τις συμπράξεις

669. Η Ομάδα Εργασίας του ΔΔΑ για τις συμπράξεις αντιμετωπίζει με την πρόκληση της καταπολέμησης των συμπράξεων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Για το σκοπό αυτό εξετάζει την αναγκαιότητα και τα οφέλη από την καταπολέμηση των συμπράξεων επιδιώκοντας την επίτευξη συναίνεσης σε διεθνές επίπεδο όσον αφορά την αιτιολόγηση της παρέμβασης σε τέτοιες υποθέσεις. Επιπλέον, η ομάδα αυτή συζητά τις πιο αποτελεσματικές μεθόδους εφαρμογής.

670. Η Ομάδα Εργασίας του ΔΔΑ για τις συμπράξεις η οποία αποτελεί ένα φόρουμ για τις εν λόγω συζητήσεις, διοργάνωσε δύο διασκέψεις στο Σίδνεϋ, το Νοέμβριο. Κατά πρώτο λόγο και με βάση τις εμπειρίες του προηγούμενου διεθνούς εργαστηρίου για τις συμπράξεις, οι φορείς εφαρμογής είχαν την ευκαιρία να μοιραστούν την τεχνογνωσία και να αναπτύξουν τα ερευνητικά τους προσόντα στην ανίχνευση συμπράξεων στο πρώτο εργαστήριο του ΔΔΑ για τις συμπράξεις. Κατά δεύτερο λόγο, σε ειδικό εργαστήριο για την επιεική μεταχείριση, αντιπρόσωποι από περισσότερες από 30 αρχές ανταγωνισμού συζήτησαν νομικά και πρακτικά θέματα που προκύπτουν από την ταυτόχρονη υποβολή αιτήσεων απαλλαγής από πρόστιμα σε διάφορες αρχές. Τα πορίσματα των συναντήσεων αυτών θα δημοσιευτούν στο δικτυακό τόπο τουΔΔΑ.

Εργαστήριο του ΔΔΑ για τις τεχνικές έρευνες για τις συγκεντρώσεις

671. Η υποομάδα για τις τεχνικές έρευνας για τις συγκεντρώσεις πραγματοποίησε το δεύτερο εργαστήριό της στις 20 και 21 Οκτωβρίου του έτους αυτού. Το εργαστήριο το οποίο οργανώθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, παρείχε την δυνατότητα σε 130 δικηγόρους και οικονομολόγους από 49 αρχές ανταγωνισμού να συναντηθούν στις Βρυξέλλες και να εργαστούν με βάση μια υποθετική περίπτωση συγκέντρωσης στον τομέα του γάλακτος σόγιας. Ο ιδιωτικός τομέας αντιπροσωπεύθηκε από 16 μη κυβερνητικούς συμβούλους από διεθνή νομικά γραφεία με μεγάλη εμπειρία στις διαδικασίες διασυνοριακού ελέγχου των συγκεντρώσεων.

672. Ένας από τους στόχους του εργαστηρίου ήταν να παράσχει στα στελέχη των εθνικών αρχών ανταγωνισμού ένα φόρουμ για να ανταλλάξουν τις εμπειρίες τους όσον αφορά τα μέσα και τις τεχνικές που έχουν σχέση με τις έρευνες για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων. Ένας άλλος στόχος ήταν να ακουστούν οι απόψεις του ιδιωτικού τομέα επί της διαδικασίας και να αναπτυχθεί καρποφόρος διάλογος μεταξύ των στελεχών των υπηρεσιών και του ιδιωτικού τομέα.

673. Οι συμμετέχοντες εργάστηκαν επί υποθετικού φακέλου για σύμπραξη μεταξύ των δύο πλέον επιτυχημένων παραγωγών γάλατος σόγιας στη χώρα.

674. Στο πλαίσιο του εργαστηρίου ακολουθήθηκαν με τη μεγαλύτερη δυνατή πιστότητα τα βασικά στάδια μιας πραγματικής έρευνας για έλεγχο συγκεντρώσεως. Ο ρόλος των συμβούλων του ιδιωτικού τομέα ήταν να αντιπροσωπεύσουν τα μέρη που προέβησαν στη συγκέντρωση και να παρουσιάσουν τις ενέργειες των πελατών τους ως μια σαφή περίπτωση που δεν παρουσιάζει πρόβλημα ούτως ώστε να αναπτυχθεί ο αναγκαίος προβληματισμός μεταξύ των συμμετεχόντων και να οδηγηθούν στην έναρξη της έρευνάς τους. Στις επιμέρους ομάδες, οι συμμετέχοντες ανέπτυξαν ένα σχέδιο έρευνας, συζήτησαν τα αιτήματα για έγγραφα από τα μέρη που πραγματοποίησαν τη συγκέντρωση, ανέλυσαν διάφορα είδη οικονομικών και οικονομετρικών στοιχείων και τέλος εξέτασαν τα αιτήματα πληροφοριών που απευθύνονται στα τρίτα μέρη και το θέμα της μεροληψίας του απάτητη.

Ομάδα εργασίας του ΔΔΑ για τις συγκεντρώσεις-Υποομάδα κοινοποιήσεων και διαδικασιών

675. Η Επιτροπή συμμετείχε ενεργά στο έργο της εν λόγω ομάδας κατά το 2004. Στις αρχές του έτους, η ομάδα ετοίμασε σύνολο τεσσάρων διεξοδικών συνιστώμενων πρακτικών που καλύπτουν τους ακόλουθους τομείς: (1) εμπιστευτικότητα, (2) αμερόληπτη διαδικασία, (3) διεξαγωγή ερευνών για τη συγκέντρωση και (4) διϋπηρεσιακή συνεργασία. Οι πρακτικές αυτές εγκρίθηκαν από τα μέλη του ΔΔΑ στη σύνοδο της ολομέλειας που πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της επίσημης διάσκεψης του ΔΔΑ στη Σεούλ τον Απρίλιο, μετά από μια διαδραστική παρουσίαση του περιεχομένου τους και την αναλυτική εξέτασή τους σε υποομάδες εργασίας. Οι τέσσερις νέες πρακτικές ανεβάζουν τον αριθμό των συνιστώμενων πρακτικών που εγκρίθηκαν από το ΔΔΑ σε 11, με βάση τα σχέδια που εκπονήθηκαν από την εν λόγω ομάδα. Οι τέσσερις άλλες πρακτικές αφορούν: (1) επαρκή σύνδεση μεταξύ των επιπτώσεων της πράξης και της αρμόδιας αρχής ελέγχου, (2) σαφή και αντικειμενικά ανώτατα όρια για την υποβολή κοινοποίησης, (3) ελαστικότητα στο χρόνο υποβολής της κοινοποίησης για τη σύμπραξη, (4) περίοδοι ελέγχου της σύμπραξης, (5) απαιτήσεις αρχικής κοινοποίησης, (6) διεξαγωγή ερευνών για τη σύμπραξη, και (7) διαφάνεια.

676. Μετά τη Σεούλ, οι εργασίες της ομάδας κάλυψαν δύο νέες συνιστώμενες πρακτικές, για τα διορθωτικά μέτρα σε υποθέσεις συγκεντρώσεων και για τις εξουσίες, τους πόρους και την ανεξαρτησία των υπηρεσιών εφαρμογής, οι οποίες θα υποβληθούν στην προσεχή ετήσια διάσκεψη που έχει προγραμματισθεί να λάβει χώρα τον Ιούνιο του 2005 στη Βόννη. Επιπλέον, η υποομάδα εργάζεται σε διάφορα νέα σχέδια: την ανάπτυξη προτύπου εντύπου ή εντύπων προς χρήση από τα μέρη της σύμπραξης και τις υπηρεσίες ανταγωνισμού σε σχέση με την παραίτηση από την τήρηση εχεμύθειας για υποβληθέν υλικό που αφορά ελέγχους συγκεντρώσεων, τη συγκέντρωση στοιχείων σχετικά με την παρεμπόδιση της ικανότητας των δικαιοδοτικών αρχών να εφαρμόσουν τις συνιστώμενες πρακτικές και την προετοιμασία έκθεσης που προσδιορίζει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι υπηρεσίες στη θέσπιση των πρακτικών και των τεχνικών που συμβάλλουν στο να ξεπεραστούν τα εμπόδια, την προετοιμασία μελέτης για τα έξοδα φακέλου σε υποθέσεις ελέγχου συγκεντρώσεων και την ενδεχόμενη διάδοση των συνιστώμενων πρακτικών για τα συγχωνευόμενα μέρη με βάση τις διερευνητικές εργασίες τριών μερών (Επιτροπή της ΕΕ, Νότιος Αφρική, Καναδάς). Η ομάδα συνεχίζει να παρακολουθεί τις προσπάθειες μεταρρύθμισης και να παρέχει στήριξη στα μέλη του ΔΔΑ όσον αφορά τις αλλαγές στη νομοθεσία, τις κανονιστικές ρυθμίσεις και τις πρακτικές των υπηρεσιών, καθώς και συνεργαζόμενη με τις χώρες που δεν είναι μέλη στην ανάπτυξη νέας νομοθεσίας για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων.

Ομάδα εργασίας του ΔΔΑ για τις συγκεντρώσεις – Υποομάδα αναλυτικού πλαισίου

677. Στην ετήσια διάσκεψη της Σεούλ, η προεδρία της ομάδας (η υπηρεσία θεμιτού εμπορίου του ΗΒ) παρουσίασε την ολοκληρωμένη μελέτη σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις συγκεντρώσεις σε 12 δικαιοδοτικές αρχές (περιλαμβανομένης της ΕΕ) η οποία εκπονήθηκε από όμιλο επιχειρήσεων παροχής νομικών συμβουλών. Μετά τη Σεούλ, η υπηρεσία θεμιτού εμπορίου του ΗΒ και η ιρλανδική αρχή ανταγωνισμού διηύθυναν από κοινού δύο σχέδια: (1) την κατάρτιση καταλόγου των βασικών θεμάτων τα οποία πρέπει να αντιμετωπισθούν στο πλαίσιο των κατευθυντηρίων γραμμών για τις συγκεντρώσεις και (2) τη μελέτη διαφόρων ειδών διορθωτικών μέτρων που είναι αποδεκτά στις διαδικασίες συγκεντρώσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, προκειμένου να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητά τους στην επίλυση διαφόρων προβλημάτων ανταγωνισμού. Η Επιτροπή συμμετέχει στα δύο αυτά σχέδια ως μέλος συμβουλευτικής ομάδας.

Εργαστήριο του ΔΔΑ για την ενίσχυση των ικανοτήτων

678. Στο πλαίσιο ενός άλλου σχεδίου του ΙCN που εστιάζεται κυρίως στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι πιο πρόσφατα συσταθείσες αρχές ανταγωνισμού, η Επιτροπή οργάνωσε το εργαστήριο του ΔΔΑ για την ενίσχυση των ικανοτήτων στο Παρίσι το Φεβρουάριο του 2004[416]. Στην εκδήλωση αυτή συνευρέθησαν για πρώτη φορά πολλές αρχές ανταγωνισμού και αντιπρόσωποι της Κοινότητας των δωρητών που χρηματοδοτούν σχέδια τεχνικής βοήθειας στον τομέα του ανταγωνισμού.

679. Ο στόχος του εργαστηρίου ήταν να βελτιωθεί η αμοιβαία κατανόηση και οι ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ των φορέων που χρηματοδοτούν σχέδια τεχνικής βοήθειας στον τομέα του ανταγωνισμού και των υπηρεσιών που επωφελούνται από την ενίσχυση αυτή. Ένα από τα κύρια συμπεράσματα του εργαστηρίου ήταν ότι οι υπηρεσίες που αναζητούν κονδύλια έχουν κάθε συμφέρον να απευθυνθούν στους αντιπροσώπους των οργανισμών-δωρητών των δικών τους χωρών.

2. ΟΟΣΑ

680. Η Επιτροπή συνέχισε να συμμετέχει ενεργά και να συμβάλει στο έργο της Επιτροπής Ανταγωνισμού του ΟΟΣΑ. Στο πλαίσιο αυτό συμμετείχε σε όλες τις συζητήσεις στρογγυλής τραπέζης του ΟΟΣΑ για τον ανταγωνισμό, διαδραμάτισε ρόλο εξεταστή στην ομότιμη αξιολόγηση της πολιτικής ανταγωνισμού της Ρωσίας και συμμετείχε ενεργά στους ελέγχους των πολιτικών που εφαρμόζουν το Μεξικό και η Ιαπωνία στον τομέα του ανταγωνισμού. Η Επιτροπή συμμετείχε επίσης σε άλλες συνεδριάσεις του ΟΟΣΑ σχετικά με τον ανταγωνισμό, όπως το παγκόσμιο φόρουμ για τον ανταγωνισμό και στις κοινές συνεδριάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού με τις επιτροπές για την πολιτική για τον καταναλωτή και το εμπόριο.

681. Κατά το 2004 πραγματοποιήθηκαν τρεις συνεδριάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τον Φεβρουάριο, τον Ιούνιο και τον Οκτώβριο. Κατά την πρώτη συνεδρίαση, το θέμα της συζήτησης στρογγυλής τραπέζης ήταν ο ανταγωνισμός και οι κανονιστικές ρυθμίσεις στον τομέα της υδροδότησης. Οι συμμετέχοντες συμφώνησαν ότι υπάρχει δυνατότητα να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός στη χονδρική αγορά και στην αγορά τροφοδότησης των βιομηχανιών-καταναλωτών. Στην Επιτροπή Ανταγωνισμού παρουσιάστηκαν επίσης οι απόψεις των αντιπροσώπων του International Bar Association, του American Bar Association, του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου και της συμβουλευτικής επιτροπής του ΟΟΣΑ για τις επιχειρήσεις και τη βιομηχανία, σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού στο πλαίσιο των διεθνών ερευνών για τις συμπράξεις. Κατά τη συνεδρίαση του Φεβρουαρίου συζητήθηκε επίσης να ξεκινήσει η σύνταξη μιας νέας σύστασης του ΟΟΣΑ για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων. Το σχέδιο για τη νέα σύσταση έχει ολοκληρωθεί και προβλέπεται να υποβληθεί για τελική έγκριση από την Επιτροπή Ανταγωνισμού το Φεβρουάριο του 2005.

682. Κατά τη δεύτερη συνεδρίαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού πραγματοποιήθηκαν τέσσερις συζητήσεις στρογγυλής τραπέζης. Κατά την πρώτη συζητήθηκε η διασύνδεση μεταξύ ανταγωνισμού και γεωργίας, εστιάζοντας στις καταχρήσεις αγοραστικής ισχύος και στην από κοινού πώληση στους εθνικούς γεωργικούς τομείς. Οι προσπάθειες των οργανισμών από κοινού πώλησης να μειώσουν την παραγωγή και να αυξήσουν τις τιμές ενδέχεται να έχουν τις πιο σημαντικές επιπτώσεις σε βάρος του ανταγωνισμού καθώς μπορούν πράγματι να βλάψουν τους καταναλωτές και να πλήξουν το δημόσιο συμφέρον κατά την ευρύτερη έννοιά του. Στη δεύτερη στρογγυλή τράπεζα η συζήτηση εστιάστηκε στην αλληλεπίδραση μεταξύ των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των αντιμονοπωλιακών κανόνων με ιδιαίτερη αναφορά στη βιοτεχνολογία. Οι αρχές προσπαθούν να επιτύχουν μια καλύτερη ισορροπία μεταξύ της προστασίας των κινήτρων για καινοτομίες και της καταπολέμησης των συμφωνιών παραχώρησης άδειας εκμετάλλευσης που περιορίζουν τον ανταγωνισμό. Στην τρίτη στρογγυλή τράπεζα τα μέλη του ΟΟΣΑ συζήτησαν για το πώς μπορούν να διασφαλισθούν ίδιοι όροι για όλους όταν ασκούνται ιδιωτικές εμπορικές δραστηριότητες από τον δημόσιο τομέα. Στο σύστημα της ΕΕ, η ανάλυση βασίζεται στην αρχή ότι οι εθνικές κυβερνήσεις δεν πρέπει να χορηγούν ή να διατηρούν ενισχύσεις προς δημόσιες επιχειρήσεις οι οποίες αντίκεινται προς τους κανόνες του ανταγωνισμού, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα τη σημασία της παροχής υπηρεσιών κοινής ωφελείας. Στην τέταρτη στρογγυλή τράπεζα συζητήθηκαν τα οικονομικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται συνήθως στις υποθέσεις συγκεντρώσεων καθώς και οι βέλτιστοι τρόποι για την παρουσίαση των εν λόγω στοιχείων σε μη οικονομολόγους.

683. Στην τρίτη συνεδρίαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού πραγματοποιήθηκαν συζητήσεις στρογγυλής τραπέζης για τον αποκλεισμό από την αγορά μέσω εξοντωτικής τιμολόγησης και για την εφαρμογή των κανόνων από ιδιωτικούς παράγοντες. Σε αμφότερα τα θέματα υπάρχουν διαφορές προσέγγισης μεταξύ των κρατών μελών του ΟΟΣΑ και οι συζητήσεις συνέβαλαν στη βελτίωση της κατανόησης των διαφόρων νομικών συστημάτων. Στην δεύτερη στρογγυλή τράπεζα, ορισμένα κράτη μέλη παρουσίασαν πρωτοβουλίες που προορίζονται να διευκολύνουν την εφαρμογή των κανόνων από ιδιωτικούς παράγοντες και προέβαλαν την ανάγκη να αποφευχθεί η λήψη υπερβολικών αποτρεπτικών μέτρων γεγονός που θα επιβράδυνε σημαντικά τις καινοτομίες. Οι ομάδες εργασίας της Επιτροπής συζήτησαν τα θέματα ανταγωνισμού στα ιατρικά επαγγέλματα, το διαρθρωτικό χωρισμό και την ανάγκη να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση για τις επιζήμιες επιπτώσεις των συμπράξεων. Η συζήτηση επί των ιατρικών επαγγελμάτων εστιάστηκε στις τροποποιήσεις των επαγγελματικών κανονιστικών ρυθμίσεων που θα μπορούσαν να ευνοήσουν τον ανταγωνισμό. Οι αρμόδιες αρχές πολλών χωρών διατύπωσαν ανησυχίες για το θέμα της πρόσβασης στην αγορά, ιδίως όσον αφορά τους ασκούντες παραϊατρικά επαγγέλματα. Στη συζήτηση για τις συμπράξεις, οι αρμόδιες αρχές αναγνώρισαν ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ευαισθητοποιηθούν τα αρμόδια για τις συμβάσεις όργανα στους κανόνες του ανταγωνισμού και στις συμπράξεις.

684. Κατά τη διάρκεια του 2004 η Επιτροπή υπέβαλε 11 έγγραφες συνεισφορές στην Επιτροπή Ανταγωνισμού που καλύπτουν τα ακόλουθα θέματα στις συζητήσεις στρογγυλής τραπέζης του ΟΟΣΑ:

- ανταγωνισμός και κανονιστικές ρυθμίσεις στην υδροδότηση·

- ανταγωνισμός και κανονιστικές ρυθμίσεις στη γεωργία·

- δραστηριότητες κανονιστικών ρυθμίσεων της αγοράς από τον ιδιωτικό τομέα – ουδετερότητα ως προς τον ανταγωνισμό·

- ο ανταγωνισμός στα ιατρικά επαγγέλματα·

- εμπειρίες με διαρθρωτικό διαχωρισμό στον τομέα των σιδηροδρομικών μεταφορών·

- εμπειρίες με διαρθρωτικό διαχωρισμό στις ταχυδρομικές υπηρεσίες·

- αύξηση της ευαισθητοποίησης για τις ζημίες που προκαλούν οι συμπράξεις·

- επισήμανση και αντιμετώπιση δυσλειτουργικών αγορών (με την ΓΔ SANCO)

- διασυνοριακή συνεργασία σε θέματα εφαρμογής των κανόνων (με τη ΓΔ SANCO)

- αποκλεισμός από την αγορά μέσω εξοντωτικής τιμολόγησης·

- εφαρμογή των κανόνων από ιδιωτικούς παράγοντες.

VI – Προοπτικές για το 2005

1. Περιοριστικεσ συμφωνιεσ και καταχρησεισ δεσποζουσασ θεσησ

685. Όσον αφορά τις συμπράξεις, θα αναθεωρηθεί η εφαρμογή της ανακοίνωσης περί επιείκειας, περιλαμβανομένων των διαδικασιών επεξεργασίας των εταιρικών δηλώσεων. Τα μέτρα καταστολής των σκληροπυρηνικών συμπράξεων θα εξακολουθήσουν να αποτελούν θέμα προτεραιότητας.

686. Οι παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση των καταχρήσεων δεσπόζουσας θέσης θα εξακολουθήσουν επίσης να αποτελούν θέμα προτεραιότητας. Με τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης στον φαρμακευτικό τομέα θα αντιμετωπισθούν άλλες περιοριστικές πρακτικές. Οι έρευνες για αντιανταγωνιστικές συμπεριφορές θα περιλάβουν τις διεθνείς υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας, τις αγορές των μέσων ενημέρωσης και τον τομέα αυτοκινήτων οχημάτων, την ταχεία πρόσβαση στο Διαδίκτυο, τη λειτουργία των καθιερωμένων ταχυδρομικών οργανισμών σε μη προστατευόμενες αγορές και τις συμμαχίες των αεροπορικών εταιριών μεταφοράς επιβατών. Θα ενισχυθούν τα μέτρα εφαρμογής στον τομέα των σιδηροδρομικών μεταφορών, σε στενή συνεργασία με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού. Θα δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές, όπως και στις τραπεζικές εργασίες και στην αγοραπωλησία χρεογράφων καθώς και στον τομέα της ενέργειας.

687. Θα χρησιμοποιηθούν με πιο ενεργητικό τρόπο απ’ότι στο παρελθόν οι τομεακές έρευνες και άλλα εργαλεία εποπτείας της αγοράς και θα εστιαστούν στον φαρμακευτικό τομέα, στις νέες αγορές των μέσων ενημέρωσης και του ηλεκτρισμού καθώς και στις τραπεζικές υπηρεσίες και ασφάλειες για τον καταναλωτή.

688. Η νομοθετική δραστηριότητα θα εστιαστεί στις μεταφορές. Θα υποβληθούν πρόταση της Επιτροπής για την κατάργηση της απαλλαγής κατά κατηγορίας στο ναυτιλιακό τομέα, τροποποίηση της απαλλαγής κατά κατηγορία των κοινοπραξιών ναυτιλιακών εταιριών τακτικών γραμμών και τροποποιημένος κανονισμός σχετικά με τις συμφωνίες και τις εναρμονισμένες πρακτικές στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών. Επιπλέον, προβλέπεται η έκδοση διαδικαστικών κανόνων, όπως η νέα ανακοίνωση για την πρόσβαση στο φάκελο, και σχέδια πολιτικής όπως μια πράσινη βίβλος για την εφαρμογή των κανόνων από ιδιωτικούς παράγοντες. Η Επιτροπή θα συνεχίσει επίσης τον έλεγχο όσον αφορά τις καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης.

2. Συγκεντρωσεισ

689. Στον τομέα των συγκεντρώσεων θα δοθεί προτεραιότητα στην εξέταση της πολιτικής της Επιτροπής όσον αφορά τα διορθωτικά μέτρα. Επιπλέον, θα ενημερωθούν οι υπόλοιπες τεχνικές κατευθυντήριες γραμμές που υφίστανται.

690. Οι δραστηριότητες εφαρμογής αναμένεται να παραμείνουν περίπου στο ίδιο επίπεδο με το 2004.

3. Κρατικεσ ενισχυσεισ

691. Στα πλαίσια της νομοθετικής δραστηριότητας προβλέπεται έγγραφο διαβούλευσης για το μέλλον του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων, καθώς και έκδοση κατευθυντηρίων γραμμών για τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος και απαλλαγή για τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας μικρής κλίμακας. Προβλέπεται κοινός ενοποιημένος κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κρατικές ενισχύσεις. Η ημερήσια διάταξη περιλαμβάνει επίσης τον καθορισμό κριτηρίων για την αντιμετώπιση των υποθέσεων ανάκτησης.

692. Εξάλλου, θα αναθεωρηθούν οι κατευθυντήριες γραμμές για τις περιφερειακές ενισχύσεις, οι κατευθυντήριες γραμμές για την έρευνα και την ανάπτυξη και η ανακοίνωση για τα επιχειρηματικά κεφάλαια. Σε ανακοίνωση για τις κρατικές ενισχύσεις και την καινοτομία θα εξετασθεί το σύστημα ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων και θα επισημανθούν οι ανάγκες για αλλαγές. Προβλέπεται ακόμη η ανάλυση της εμπειρίας που αποκτήθηκε στο πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων στον τομέα του περιβάλλοντος.

693. Ο έλεγχος των κρατικών ενισχύσεων θα εστιασθεί στο πρόσφατο πλαίσιο για τη διάσωση και αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων, στις ενισχύσεις που κοινοποιούνται δυνάμει του πολυτομεακού πλαισίου και στις υπεράκτιες και εντός των ομίλων παρεχόμενες φορολογικές ενισχύσεις. Προβλέπεται να περαιωθούν υποθέσεις σχετικές με μεταβατικά μέτρα στους τομείς του χάλυβα και της ναυπηγικής στα νέα κράτη μέλη και με το διαλανθάνον κόστος στον τομέα της ενέργειας στην ΕΕ των 25. Επιπλέον, θα δοθεί προτεραιότητα σε υποθέσεις που αφορούν τη χρηματοδότηση της λειτουργίας των δημόσιων ταχυδρομικών υπηρεσιών και των ευρυζωνικών επικοινωνιών καθώς και των ενισχύσεων για τις εταιρίες τηλεπικοινωνιών και ραδιοφωνικών μεταδόσεων.

4. Διεθνεισ δραστηριοτητεσ

694. Η ΓΔ Ανταγωνισμού θα συνεχίσει κατά το 2005 το έργο της με τις υποψήφιες χώρες και τις υπόλοιπες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.

695. Το 2005 θα ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για σχέδια δράσης με ένα δεύτερο κύμα χωρών-εταίρων στο πλαίσιο της πολιτικής γειτονίας (Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Αίγυπτος Γεωργία και Λίβανος).

696. Η Επιτροπή επιθυμεί να εξακολουθήσει η λειτουργία της ομάδας εργασίας ΕΕ-ΗΠΑ για τις συγκεντρώσεις αποσκοπώντας στη χρησιμοποίηση της ομάδας αυτής ως φόρουμ για συζητήσεις κατά το 2005.

697. Η ετήσια διάσκεψη του Διεθνούς Δικτύου Ανταγωνισμού θα πραγματοποιηθεί στη Βόννη από 6 έως 8 Ιουνίου του 2005. Η Επιτροπή θα ενδιαφερθεί ιδιαίτερα για τα αποτελέσματα της ομάδας εργασίας για τις συμπράξεις στην οποία συμπροεδρεύει.

698. Κατά το 2005, ο ΟΟΣΑ θα προβεί για πρώτη φορά σε πλήρη αξιολόγηση από ομότιμους ειδικούς της πολιτικής ανταγωνισμού της ΕΕ, αξιολογώντας την αποτελεσματικότητα και την εφαρμογή της πολιτικής αυτής.

699. Στο πλαίσιο του επίσημου διμερούς διαλόγου ΕΕ – Κίνας για θέματα ανταγωνισμού, η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να βοηθά την Κίνα στην εκπόνηση της νομοθεσίας της στον τομέα του ανταγωνισμού.

Παράρτημα – Υποθέσεις που συζητήθηκαν στην έκθεση

1. Αρθρα 81, 82 και 86

Υπόθεση | Δημοσίευση | Σημείο |

CEWAL | 26 |

Clearstream | 30 |

Microsoft | 36/140 |

Interbrew | 42 |

Scandlines κατά Port of Helsingborg και Sundbusserne κατά Port of Helsingborg | 45 |

KPN τιμές απόληξης στην κινητή τηλεφωνία | 47 |

B2/Telia | 48 |

Χαλκοσωλήνες υδραυλικών εγκαταστάσεων | MEMO 01/104,23.3.2001 | 49 |

Γλυκονικό νάτριο | 52 |

Γαλλική μπύρα | 55 |

Ακατέργαστος καπνός Ισπανία | IP/04/1256, 20.10.2004 | 57 |

Μεταλλικά είδη ψιλικών – βελόνες | 59 |

Χλωριούχος χωλίνη | 64 |

Air France/Alitalia | 70 |

Topps | 71 |

Belgian Architects’ Association | 75 |

Gaz de France | 81 |

UFEX | 102 |

Adalat | 127 |

Καρτέλ τσιμέντου | 128 |

Ταχυδρομικές υπηρεσίες: Asempre | 129 |

Καρτέλ ηλεκτροδίων γραφίτη | 131 |

Καρτέλ χαλυβδοσωλήνων χωρίς συγκόληση | 133 |

Akzo & Akros | 134 |

Γερμανικές τράπεζες | 137 |

Αντιντόπινγκ | 138 |

Eurovision | 139 |

2. Ελεγχοσ συγκεντρωσεων

Υπόθεση | Δημοσίευση | Σημείο |

Lagardère/Natexis/VUP | 179 |

Sony/BMG | OJ C 13, 17.1.2004 | 189 |

AREVA/Urenco/ETC JV | OJ C 141, 25.5.2004 | 195 |

Sonoco/Ahlstrom/JV | OJ C 143, 27.5.2004 | 199 |

Continental/Phoenix | OJ C 140, 20.5.2004 | 203 |

ENI/EDP/GDP | OJ C 185, 20.7.2004 | 211 |

Hoechst/Rhône-Poulenc | IP/04/135, 30.1.2004 | 229 |

GE/Amersham | OJ C 301, 12.12.2003 | 231 |

Air Liquide/Messer | OJ C 134, 7.2.2004 | 235 |

Sanofi Synthelabo/Aventis | OJ C 111, 30.4.2004 | 238 |

Group 4 Falck/Securicor | OJ C 96, 21.4.2004 | 240 |

Owens-Illinois/BSN Glasspack | OJ C 111, 30.4.2004 | 244 |

GIMD/Socpress | OJ C 134, 12.5.2004 | 249 |

Syngenta CP/Advanta and Fox Paine/Advanta | OJ C 177, 9.7.2004 | 254 |

Cytec/UCB Surface Specialities | OJ C 274, 9.11.2004 | 260 |

Air France/KLM | OJ C 317, 30.12.2004 | Box 7 |

Kabel Deutschland/ish | OJ C 111, 30.4.2004 | 263 |

Accor/Barrière/Colony | 267 |

INA/AIG/SNFA | IP/04/92, 21.1.2004 | 271 |

RWA/AMI | OJ C 143, 27.5.2004 | 274 |

Δημοκρατία της Πορτογαλίας κατά Επιτροπής (Cimpor) | 280 |

MCI κατά Επιτροπής | 289 |

3. Κρατικεσ ενισχυσεισ

Υπόθεση | Δημοσίευση | Σημείο t |

Μεταφορά στο βελγικό κράτος συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων «πρώτου πυλώνα» της Belgacom | IP/04/72, 21.1.2004 | 403 |

Ενίσχυση χορηγηθείσα από τη Γαλλία στην Coopérative d’exportation du livre français (Celf) | OJ L 85, 2.4.2005 | 406 |

Τροποποίηση του τέλους αδείας της UMTS, Γαλλία | 407 |

Alstom | IP/04/859, 7.7.2004 | 416 |

MobilCom | OJ L 116, 4.5.2005 | 421 |

Bankgesellschaft Berlin AG | 426 |

France Télécom | 429 |

Καθεστώς επαγγελματικού φόρου | 430 |

Η προκαταβολή μετόχου | 432 |

Bull | 436 |

Lloyd Werft Bremerhaven GmbH | 437 |

Ισπανικά κρατικά ναυπηγεία | 440 |

Ολλανδική ευθυγράμμιση βοήθειας | 443 |

Huta Częstochowa SA | 446 |

Καθεστώτα της Ισπανίας και της Γερμανίας για τη χρηματοδότηση της ναυπηγικής βιομηχανίας | 447 |

Τροποποίηση του επενδυτικού σχεδίου των Ελληνικών Ναυπηγείων | 448 |

Ενίσχυση στα Ελληνικά Ναυπηγεία | 450 |

Postabank/Erste Bank Hungary Rt | 452 |

German Landesbanken | 454 |

Ενίσχυση στην ισπανική επιχείρηση παραγωγής χάλυβα Siderúrgica Añón SA | 460 |

Ενίσχυση στη βιομηχανία αυτοκινήτων οχημάτων για τις μεταφορές στις εξόχως απόκεντρες περιοχές και στις περιοχές με χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού. | 462 |

Πολυτομεακό πλαίσιο, παράταση ισχύος των υφισταμένων χαρτών περιφερειακών ενισχύσεων | 464 |

West Cumbria UK | OJ C 16, 22.1.2004 | 468 |

Περιφέρεια Molise | OJ C 81, 2.4.2005 | 471 |

Northern Ireland Venture Scheme | OJ C 33, 6.2.2004 | 472 |

Tremonti bis | OJ C 42, 18.2.2004 | 473 |

Bελγικά κλαδικά ταμεία | 477 |

Καθεστώς φορολογικών ενισχύσεων για τον τομέα των εστιατορίων | 479 |

EIG φορολογικού χαρακτήρα | 485 |

Φορολογικά κίνητρα για συμμετοχή σε εκθέσεις | 489 |

Απαλλαγή από το φόρο ακίνητης περιουσίας | 491 |

Πρόγραμμα Hydrogen Research: σχέδια CHP και CELCO | 493 |

Ενισχύσεις Ε&Α στα εργαστήρια Bell στο Δουβλίνο | 498 |

Συμμετοχή στην αύξηση κεφαλαίου της OCAS | 502 |

Schiefergruben Magog | 503 |

Ενίσχυση υπέρ της Akzo Nobel με σκοπό την ελαχιστοποίηση των μεταφορών χλωρίου | 506 |

Ενίσχυση για αγωγό αιθυλενίου μεταξύ Stade και Teutschental και για αγωγό μεταφοράς προπυλενίου μεταξύ Ρότερνταμ και περιφέρειας του Ρουρ μέσω Αμβέρσας | OJ C 315, 24.12.2003 | 507 |

Περιβαλλοντική επενδυτική ενίσχυση για την Stora Enso Langerbrugge | OJ C 15, 21.2.2004 | 510 |

Πτυχές κρατικών ενισχύσεων στην εφαρμογή του συστήματος εμπορίας εκπομπών | 512 |

Υφιστάμενες ενισχύσεις στα νέα κράτη μέλη | 525 |

Ενισχύσεις στον τραπεζικό τομέα στα νέα κράτη μέλη | 528 |

Μείωση φορολογικής ελάφρυνσης που έχει χορηγηθεί από τη Σλοβακία στη US Steel Košice | 530 |

Ενίσχυση αναδιάρθρωσης σε επιχείρηση παραγωγής χάλυβα στη Δημοκρατία της Τσεχίας | 534 |

Fincantieri | 535 |

Kvaerner Warnow Werft | 538 |

Περιορισμοί παραγωγικής ικανότητας για ορισμένα ναυπηγεία στην Ανατολική Γερμανία, την Ισπανία και την Ελλάδα | 541 |

Καθεστώτα για τα τέλη αδείας | 594 |

Κρατικές ενισχύσεις προς την TV2 στη Δανία και ad hoc κρατικές ενισχύσεις των δημοσίων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών στις Κάτω Χώρες | OJ C 262, 23.10.2004 | 597 |

DVB-T Germany | OJ C 216, 28.8.2004 | 600 |

Broadband | 602 |

Τομέας κινηματογράφου και οπτικοακουστικός τομέας | 605 |

Scott Kimberly Clark | 613 |

Ισπανικά ναυπηγεία | 615 |

[1] Σύμφωνα με την απόφαση στην υπόθεση T-353/94 Postbank NV, σκέψη 87, τα επιχειρηματικά απόρρητα αποτελούν «πληροφοριακά στοιχεία των οποίων όχι μόνο η κοινολόγηση αλλά και η απλή διαβίβαση σε υποκείμενο δικαίου άλλο από εκείνο που παρέσχε το στοιχείο μπορεί να προκαλέσει σοβαρή βλάβη στα συμφέροντα του υποκειμένου αυτού».

[2] Το άρθρο 30 του κανονισμού αριθ. 1/2003 και το άρθρο 21 του κανονισμού αριθ. 17/62 ορίζουν ότι η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει υπόψη της μόνο «το έννομο συμφέρον των επιχειρήσεων για την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου».

[3] Κανονισμός ΕΚ αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου της 16.12.2002 για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης (ΕΕ L 1, 4.1.2003), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό ΕΚ αριθ. 411/2004 (ΕΕ L 68, 6.3.2004, σ. 1).

[4] Κανονισμός 773/2004 της Επιτροπής της 7ης Απριλίου 2004 σχετικά με τη διεξαγωγή από την Επιτροπή των διαδικασιών δυνάμει των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης (ΕΕ L 123, 27.4.2004).

[5] Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη συνεργασία στο πλαίσιο του δικτύου των αρχών ανταγωνισμού (ΕΕ C 101).

[6] Δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο του Συμβουλίου http://register.consilium.eu.int (έγγραφο αριθ. 15435/02 ADD 1).

[7] Στον δικτυακό τόπο της Επιτροπής υπάρχει ο κατάλογος των εθνικών αρχών που έχουν υπογράψει δήλωση σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για τη συνεργασία στο πλαίσιο του δικτύου των αρχών ανταγωνισμού.

[8] Ανακοίνωση της Επιτροπής για τη συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και των δικαστηρίων των κρατών μελών της ΕΕ κατά την εφαρμογή των άρθρων 81 και 82 EΚ, ΕΕ C 101 της 27.4.2004).

[9] Ανακοίνωση της Επιτροπής περί χειρισμού των καταγγελιών από την Επιτροπή βάσει των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης ΕΚ (ΕΕ C 101 της 27.4.2004).

[10] Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ανεπίσημη καθοδήγηση ως προς καινοφανή ζητήματα που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης ΕΚ σε μεμονωμένες περιπτώσεις (επιστολές καθοδήγησης) ΕΕ C 101 της 27.4.2004, σ. 78-80.

[11] Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την έννοια του επηρεασμού του εμπορίου των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης, (ΕΕ C 101της 27. 4.2004).

[12] Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης (ΕΕ C 101 της 27.4.2004).

[13] Κανονισμός ΕΚ αριθ. 772/2004 της Επιτροπής της 27ης Απριλίου 2004 για την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών μεταφοράς τεχνολογίας (ΕΕ L 123 της 27.4.2004).

[14] Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ στις συμφωνίες μεταφοράς τεχνολογίας (ΕΕ C 101, της 27.4.2004. Ο κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία και οι κατευθυντήριες γραμμές δημοσιεύονται επίσης στην ιστοσελίδα : http://europa.eu.int/comm/competition/antitrust/legislation/entente3_en.html#technology

[15] Η Επιτροπή έλαβε πάνω από 70 εισηγήσεις από βιομηχανικές και εμπορικές ενώσεις, νομικές εταιρίες και εταιρίες πνευματικής ιδιοκτησίας,. δικηγορικά γραφεία, εθνικές αρχές, μεμονωμένες επιχειρήσεις, πανεπιστήμια και συμβούλους.

[16] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 240/96 τα Επιτροπής της 31.1.1996 για την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών μεταφοράς τεχνολογίας (ΕΕ L 31 της 9.2.1996. Για την αξιολόγηση αυτού του κανονισμού, βλ. έκθεση αξιολόγησης της Επιτροπής, COM(2001) 786 τελικό.

[17] Ο προηγούμενος κανονισμός του 1996 περιείχε «λευκές» και «γκρίζες» λίστες.

[18] Ο κανονισμός αριθ. 19/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου – εξουσιοδοτικός κανονισμός – επιτρέπει την έκδοση κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία μόνο για τις συμφωνίες μεταφοράς τεχνολογίας που συνάπτονται μεταξύ δύο μερών και αφορούν δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας.

[19] Το μερίδιο στην αγορά τεχνολογιών βασίζεται επίσης στην αγορά προϊόντων, εφόσον ορίζεται σύμφωνα με το μερίδιο αγοράς των προϊόντων που παράγονται με βάση την παραχωρούμενη τεχνολογία. Για τον υπολογισμό μεριδίου αγοράς, κανονικά πρέπει να χρησιμοποιούνται τα στοιχεία σχετικά με την αξία των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Σε περίπτωση υπέρβασης του σχετικού ανωτάτου ορίου παρέχεται περίοδος χάριτος δύο ετών.

[20] Αυτό αφορά ιδιαίτερα τις υποχρεώσεις του δικαιοδόχου να αναμεταβιβάσει κατ’ αποκλειστικότητα ή να παραχωρήσει τις διαχωρίσιμες βελτιώσεις ή τις νέες εφαρμογές της παραχωρηθείσας τεχνολογίας, καθώς και τις ρήτρες μη αμφισβήτησης.

[21] Ο κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία καλύπτει τώρα μια σειρά από συνήθως χρησιμοποιούμενους περιορισμούς, όπως οι περιορισμοί τομέα χρήσης, οι περιορισμοί των ενεργητικών και παθητικών πωλήσεων μεταξύ δικαιοδόχου και δικαιοπαρόχου για την προστασία των αποκλειστικών τους γεωγραφικών περιοχών, και οι περιορισμοί της δέσμιας χρήσης.

[22] Δηλαδή ρυθμίσεις με τις οποίες ένα ή περισσότερα μέρη δημιουργούν ένα πακέτο τεχνολογίας που παραχωρείται όχι μόνο στους συμμετέχοντες στην κοινοπραξία, αλλά και σε τρίτους.

[23] Λευκή Βίβλος για την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4056/86 για την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού στις θαλάσσιες μεταφορές, COM(2004) 675 τελικό. Βλ. επίσης ανακοινωθέν τύπου της Επιτροπής IP/04/1213.

[24] Για το έγγραφο διαβούλευσης και τις απαντήσεις που έλαβε η Επιτροπή, βλ. την ιστοσελίδα: http://europa.eu.int/comm/competition/antitrust/others/#consult_823

[25] ΕΕ C 319 της 23.12.2004.

[26] ΕΕ 68 της 6.3.2004, σ. 1. Βλ. επίσης ανακοινωθέν τύπου IP/04/272.

[27] Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3975/87 του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού που ισχύουν για τις επιχειρήσεις στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών και κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3976/87 του Συμβουλίου για την εφαρμογή του άρθρου 85 παράγραφος 3 της συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών.

[28] Βλ. συνεκδικασθείσες υποθέσεις 209-213/84, Nouvelles Frontières, Συλλογή 1986, σ. 1425. Προηγουμένως, για την αξιολόγηση των διεθνών συμμαχιών αεροπορικών εταιριών, η Επιτροπή ήταν υποχρεωμένη να διαχωρίζει από πλευράς διαδικασίας τις ενδοκοινοτικές αεροπορικές συνδέσεις από τις συνδέσεις με τρίτες χώρες, πράγμα που οδηγούσε σε μια ελάχιστα ικανοποιητική ανομοιογενή διαδικασία.

[29] Ο κανονισμός αριθ. 1/2003 (συμπράξεις και δεσπόζουσες θέσεις), ο κανονισμός αριθ. 139/2004 (συγκεντρώσεις) και οι αντίστοιχοι εκτελεστικοί κανονισμοί (αριθ. 773/2004 και 802/2004) προβλέπουν ότι η πρόσβαση στον φάκελο πρέπει να εξασφαλίζεται σε όλες τις υποθέσεις στις οποίες λαμβάνονται αποφάσεις βάσει των άρθρων 7, 8, 23 και 24 παράγραφος 2 του κανονισμού 1/2003 και των άρθρων 6 παράγραφος 3, 7 παράγραφος 3, 8 παράγραφοι 2 έως 6, 14 και 15 του κανονισμού συγκεντρώσεων.

[30] Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο σε διαδικασίες συμπράξεων και συγκεντρώσεων διακρίνεται από το γενικό δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα βάσει του κανονισμού αριθ. 1049/2001, για το οποίο υπάρχουν διαφορετικά κριτήρια και επιδιώκεται διαφορετικός σκοπός.

[31] Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τους κανόνες εσωτερικής διαδικασίας για την εξέταση των αιτήσεων πρόσβασης στον φάκελο στις περιπτώσεις εφαρμογής των άρθρων 85 και 86 της συνθήκης ΕΚ, των άρθρων 65 και 66 της συνθήκης ΕΚΑΧ και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89 (ΕΕ C 23, 23.1.1997, σ. 3).

[32] Η πρακτική της Επιτροπής έχει εξελιχθεί λόγω νέων και χωρίς προηγούμενο περιστάσεων, όπως πολύ μεγάλος αριθμός εμπλεκομένων στη διαδικασία μερών, αλλά και για λόγους βελτίωσης της αποτελεσματικότητας κατά την παροχή πρόσβασης στο φάκελο με νέα τεχνολογικά μέσα.

[33] Ιδίως στην υπόθεση του «καρτέλ τσιμέντου» που εξετάσθηκε από το Πρωτοδικείο: απόφαση στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-25/95 κλπ, Cimenteries CBR SA και λοιποί, Συλλογή 2000, σελ. 2-491.

[34] Απόφαση της Επιτροπής της 23.5.2001 σχετικά με τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων (ΕΕ L 162 της 19.6.2001).

[35] Σχέδιο ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με τους κανόνες πρόσβασης στον φάκελο της Επιτροπής σε υποθέσεις βάσει των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης ΕΚ και του κανονισμού ΕΚ αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (ΕΕ C 259, 21.10.2004). Δημοσιεύεται επίσης στην ακόλουθη ιστοσελίδα: http://europa.eu.int/comm/competition/general_info/access_to_documents.html

[36] Η CEWAL λειτούργησε από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 έως τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Αποτελείτο από ναυτιλιακές εταιρείες που εκτελούσαν ακτοπλοϊκά δρομολόγια μεταξύ των λιμένων της Αγκόλας και του Ζαΐρ, καθώς και εκείνων της Βόρειας Θάλασσας, με εξαίρεση τους λιμένες του Ηνωμένου Βασιλείου. Η γραμματεία της CEWAL βρισκόταν στην Αμβέρσα.

[37] Απόφαση 93/82/EΟΚ της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 1992, σχετικά με διαδικασία δυνάμει του άρθρου 85 (IV/32.448 και IV/32.450: Cewal, Cowac και Ukwal) και του άρθρου 86 (IV/32.448 και IV/32.450: Cewal) της Συνθήκης ΕΟΚ (ΕΕ L 34, 10.2.1993). Το πρόστιμο που είχε επιβληθεί αρχικά από την Επιτροπή στην CMB, ύψους 9,6 εκατ. ECU, μειώθηκε από το Πρωτοδικείο σε 8,64 εκατ. με την απόφαση στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-24/93, T-25/93, T-26/93 και T-28/93 CMB και λοιποί, Συλλογή 1996, σελίδα II-1201.

[38] Απόφαση στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-395/96 P CMB, CMBT και C-396/96 P Dafra-Lines, Συλλογή 2000, σελίδα I-1365.

[39] Ο κανονισμός 2988/74, περί παραγραφής του δικαιώματος διώξεως και εκτελέσεως των αποφάσεων στους τομείς του δικαίου των μεταφορών και του ανταγωνισμού, περιλαμβάνει μια δυνάμενη να διακοπεί περίοδο παραγραφής πέντε ετών και μια συνολική περίοδο δέκα ετών για την επιβολή προστίμων. Αυτές οι περίοδοι παραγραφής δεν είχαν εκπνεύσει, διότι είχαν ανασταλεί κατά τη διάρκεια της δίκης.

[40] COMP/38.096.

[41] Η εκκαθάριση και ο διακανονισμός τίτλων αποτελούν αναγκαία στάδια για την ολοκλήρωση των ανταλλαγών τίτλων. Εκκαθάριση είναι η διαδικασία με την οποία καθορίζονται οι συμβατικές υποχρεώσεις πωλητή και αγοραστή. Διακανονισμός είναι η μεταβίβαση τίτλων από τον πωλητή στον αγοραστή και η μεταφορά χρηματικών ποσών από τον αγοραστή στον πωλητή.

[42] Το Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών φυλάσσει τίτλους και επιτρέπει τις ανταλλαγές τίτλων μέσω λογιστικών εγγραφών. Στη χώρα προέλευσής του, το αποθετήριο αυτό παρέχει υπηρεσίες διεκπεραίωσης των ανταλλαγών τίτλων για τους οποίους αποτελεί τον τελικό θεματοφύλακα. Ακόμη, μπορεί να προσφέρει και υπηρεσίες διεκπεραίωσης ως μεσάζων σε διασυνοριακές εκκαθαρίσεις και διακανονισμούς, οσάκις το αρχικό αποθετήριο των εκάστοτε τίτλων βρίσκεται σε άλλη χώρα.

[43] Οι γερμανικές μετοχές με τη μεγαλύτερη εμπορευσιμότητα διεθνώς (μετοχές υψηλής κεφαλαιοποίησης όπως των εταιρειών Daimler Chrysler, Siemens, Allianz, Deutsche Post, Deutsche Telekom, Deutsche Bank, Lufthansa και άλλων) είναι ονομαστικές μετοχές, σε αντιδιαστολή προς τις κοινές.

[44] Υπόθεση COMP/37.792, διαθέσιμη στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://europa.eu.int/comm/competition/antitrust/cases/decisions/37792/en.pdf

[45] Η Microsoft κατέχει περίπου το 95% της αγοράς αυτής.

[46] Το πρόστιμο αυτό αντιστοιχεί στο 1,62% του παγκόσμιου κύκλου εργασιών της Microsoft κατά την τελευταία χρήση για την οποία υπάρχουν στοιχεία.

[47] Υπόθεση T-201/04.

[48] Υπόθεση T-201/04R.

[49] Η εκδίκαση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων έγινε στις 30 Σεπτεμβρίου 2004 και την 1η Οκτωβρίου.

[50] Βλέπε κατωτέρω, στο τμήμα I.Γ.

[51] Βλέπε 10η Έκθεση της Επιτροπής για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού στις τηλεπικοινωνίες [Να προστεθούν τα στοιχεία της μόλις κυκλοφορήσει].

[52] Τέλη τα οποία οι ανταγωνιστές οφείλουν να καταβάλλουν Deutsche Telekom για να έχουν δικαίωμα πρόσβασης στους τοπικούς βρόχους της.

[53] Δελτίο Τύπου IP/04/281.

[54] Δελτίο Τύπου IP/04/994.

[55] COMP/37.409. Βλέπε και Δελτίο Τύπου IP/04/574, 30.4.2004.

[56] COMP/A.36.568.

[57] COMP/A.36.570.

[58] Μη εμπιστευτικές εκδοχές των αποφάσεων αυτών δημοσιεύθηκαν στον δικτυακό τόπο της ΓΔ Ανταγωνισμού.

[59] Οι αποφάσεις βασίζονται στη δοκιμή που πραγματοποίησε το Δικαστήριο στην υπόθεση 27/76, United Brands κατά Επιτροπής, Συλλογή 1978, σελίδα 207.

[60] COMP/37.704 – KPN Mobile Termination Rates.

[61] COMP/37.663 – TeliaSonera AB – Ευρυζωνικές υπηρεσίες.

[62] Βλέπε κατωτέρω τις περιλήψεις των μεμονωμένων αποφάσεων.

[63] Ανακοίνωση σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (ΕΕ C 45, 19.2.2002).

[64] Η αίτηση επιείκειας πρέπει να έχει παραληφθεί από την Επιτροπή μετά την 19η Φεβρουαρίου 2002 για να ισχύσει η νέα ανακοίνωση.

[65] Βλέπε ανωτέρω σημείο 1.

[66] Άρθρο 21 του κανονισμού.

[67] Άρθρο 20 του κανονισμού.

[68] Άρθρο 19 του κανονισμού.

[69] Υπόθεση C-7/04 P (R). Για περισσότερες λεπτομέρειες, βλέπε κατωτέρω δικαστικές υποθέσεις.

[70] Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-125/03 R και T-253/03 R Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros. Βλέπε επίσης Έκθεση Ανταγωνισμού για το 2003, σημείο 33.

[71] Η κυριότερη υπόθεση ως προς το ζήτημα αυτό εκκρεμούσε ενώπιον του Δικαστηρίου στο τέλος του έτους.

[72] Βλέπε υπόθεση 155/79 AM & S κατά Επιτροπής, Συλλογή 1982, σ. 1575.

[73] COMP/38.069.

[74] COMP/36.756.

[75] Βλέπε Έκθεση Ανταγωνισμού για το 2001, σημείο 48.

[76] COMP/37.750 - Brasseries Kronenbourg, Brasseries Heineken.

[77] Δηλαδή ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια.

[78] COMP/38.238.

[79] COMP/38.338. Βλέπε Δελτίο Τύπου IP/04/1313, 26.10.2004.

[80] COMP/37.533.

[81] COMP/38.284.

[82] Για την υπόθεση αυτή κατετέθη προσφυγή στο Πρωτοδικείο εκ μέρους τρίτου (Υπόθεση T-300/04).

[83] COMP/37.980 - Souris Bleue – Topps.

[84] Δελτίο Τύπου IP/04/682, 26.5.2004.

[85] COMP/C-2/38.014 - IFPI “Simulcasting”, απόφαση της 8ης Οκτωβρίου 2002 (ΕΕ L 107, 30.4.2003).

[86] COMP/38.126 – Santiago.

[87] Δελτίο Τύπου IP/04/586.

[88] Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή - Η διαχείριση του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων στην εσωτερική αγορά, COM/2004/261, 16.4.2004.

[89] COMP/38.549.

[90] Απόφαση 93/438/EΟΚ στην υπόθεση IV/33.407 – CNSD (ΕΕ L 203, 13.8.1993). Η απόφαση αυτή απαγόρευε το τιμολόγιο αμοιβών των Ιταλών εκτελωνιστών.

[91] Στην πρώτη απόφασή της σχετικά με τους πίνακες αμοιβών των επαγγελματικών φορέων, το 1993, η Επιτροπή καταδίκαζε τους πίνακες αυτούς χωρίς να επιβάλλει πρόστιμα. Το 1996, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση σχετικά με τις συνιστώμενες αμοιβές της Ένωσης Μεταφορικών Επιχειρήσεων της Δανίας, επιβάλλοντας συμβολικό πρόστιμο 1.000 ευρώ.

[92] COMP/38.662 - GDF-ENEL, GDF-ENI.

[93] Βλέπε άρθρο 27 παρ. 4 της δημοσίευσης στην ΕΕ C 299, 14.9.2004.

[94] Τον Ιανουάριο του 2005 εξεδόθη απόφαση δυνάμει του άρθρου 9 του κανονισμού 1/2003.

[95] COMP/38.173 και 38.453 (ΕΕ C 115, 30.4.2004).

[96] ΕΕ C 115, 30.4.2004.

[97] Βλέπε κατωτέρω, δικαστικές υποθέσεις.

[98] COMP/38.427. Βλέπε και Δελτίο Τύπου IP/04/2004, 26.10.2004.

[99] Ο όρος αυτός στην πραγματικότητα αναφέρεται στην αρχή του πλέον ευνοούμενου προμηθευτή, που χρησιμοποιείται στις συμβάσεις.

[100] Δελτίο Τύπου IP/04/134, 30.1.2004.

[101] COMP/38.745, έγγραφο τοοποίο δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

[102] Οδηγία 97/67/ΕΚ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών (ΕΕL 15, 21.1.1998), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2002/39/EΚ, της 10ης Ιουνίου 2002 02 (ΕΕ L 176, 5.7.2002).

[103] Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού στον τομέα των ταχυδρομείων, καθώς και σχετικά με την αξιολόγηση ορισμένων κρατικών ενισχύσεων στον τομέα των ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ C 39, 6.2.1998).

[104] Τόσο η Γερμανία όσο και η DPAG προσέφυγαν κατά της απόφασης αυτής: Υποθέσεις T-490/04 και T-493/04.

[105] COMP/38.663 - UFEX.

[106] Βλέπε ανωτέρω τμήμα I.A.I.

[107] COMP/39.116.

[108] Βλέπε σημείο 6 της ανακοίνωσης δυνάμει του άρθρου 27 παρ. 4 (ΕΕ C 258, 20.10.2004).

[109] Οι μη εμπιστευτικές εκδοχές των αποφάσεων των εθνικών δικαστηρίων βρίσκονται στη διεύθυνση: http://europa.eu.int/comm/competition/antitrust/national_courts/index_en.html

[110] Περαιτέρω στοιχεία για τα συγχρηματοδοτούμενα σχέδια βρίσκονται στον δικτυακό τόπο της ΓΔ Ανταγωνισμού: http://europa.eu.int/comm/dgs/competition/proposals2/table_of_projects_co_financed_out_of_3rd_call.pdf

[111] Οι προσκλήσεις υποβολής προτάσεων για αυτό το εκπαιδευτικό πρόγραμμα βρίσκονται στον δικτυακό τόπο της ΓΔ Ανταγωνισμού. Για την πρόσκληση του 2005, βλέπε: http://europa.eu.int/comm/dgs/competition/proposals2/20040316_call/call_el.pdf

[112] Η έκθεση αυτή βρίσκεται στη διεύθυνση: http://europa.eu.int/comm/competition/publications/eca/report_air_traffic.pdf

[113] Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-2/01 P Bundesverband der Arzneimittel-Importeure eV και Επιτροπή κατά Bayer, αφενός, και C-3/01 P Επιτροπή κατά Bayer, αφετέρου. Η απόφαση δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή.

[114] Απόφαση στην υπόθεση T-41/96 Bayer, Συλλογή 2000, σελίδα II-3383.

[115] Απόφαση της 10ης Ιανουαρίου 1996 στην υπόθεση COMP/34.279 Adalat. Η υπόθεση αυτή αφορούσε τους περιορισμούς στις παράλληλες εισαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων και έλαβε την ονομασία της από ένα σκεύασμα παραγόμενο από την Bayer.

[116] Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-204/00 P Aalborg Portland A/S, C-205/00 P Irish Cement Ltd, C-211/00 P Ciments français SA, C-213/00 P Italcementi - Fabbriche Riunite Cemento SpA, C-217/00 P Buzzi Unicem SpA και C-219/00 Cementir - Cementerie del Tirreno SpA. Η απόφαση δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή.

[117] Απόφαση της 30ής Νοεμβρίου 1994 στις υποθέσεις COMP/33.126 και COMP/33.322 - Cement.

[118] Απόφαση στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-25/95, T-26/95, T-30/95 έως T-32/95, T-34/95 έως T-39/95, T-42/95 έως T-46/95, T-48/95, T-50/95 έως T-65/95, T-68/95 έως T-71/95, T-87/95, T-88/95, T-103/95 και T-104/95 Cimenteries CBR και λοιποί, Συλλογή 2000, σελίδα II-491.

[119] Υπόθεση C-240/02 Asempre και λοιποί, η οποία δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί.

[120] ΕΕ L 15, 21.1.1998.

[121] Αυτοεξυπηρέτηση (σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 21 της οδηγίας) είναι η παροχή των ταχυδρομικών υπηρεσιών από το φυσικό ή το νομικό πρόσωπο από το οποίο εκκινούν τα αντικείμενα της αλληλογραφίας, ή συλλογική διαβίβαση των εν λόγω αντικειμένων από τρίτους που ενεργούν αποκλειστικά εξ ονόματος του εν λόγω προσώπου.

[122] Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-236/01 Tokai Carbon Co. Ltd, T-239/01 SGL Carbon AG, T-244/01 Nippon Carbon Co. Ltd, T-245/01 Showa Denko KK, T-246/01 GrafTech International Ltd, T-251/01 SEC Corp και T-252/01 The Carbide/Graphite Group, Inc. Η απόφαση δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή.

[123] Απόφαση της 18ης Ιουλίου 2001 στην υπόθεση COMP/36.490 - Graphite electrodes.

[124] Κατευθυντήριες οδηγίες του 1998 σχετικά με την επιβολή προστίμων (ΕΕ C 9, 14.1.1998).

[125] Κατά της απόφασης αυτής προσέφυγε η Επιτροπή (υπόθεση C-301/04 P) και διάφοροι άλλοι, ιδίως οι SGL (υπόθεση C-308/04 P), Showa Denko (υπόθεση 289/04 P) και SEC Corporation (υπόθεση C-307/04 P), η δε προσφυγή εκδικάσθηκε στις 24/11/2004.

[126] Υποθέσεις T-44/00 Mannesmannröhren-Werke AG, T-48/00 Corus UK Ltd, T-50/00 Dalmine SpA και συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-67/00, T-68/00, T-71/00 και T-78/00 JFE Engineering Corp., Nippon Steel Corp., JFE Steel Corp. και Sumitomo Metal Industries Ltd. Η απόφαση δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή.

[127] Απόφαση της 8ης Δεκεμβρίου 1999 στην υπόθεση COMP/35.860 B – Χαλύβδινοι σωλήνες χωρίς ραφή.

[128] Υπόθεση C-7/04 P(R), Επιτροπή κατά Akzo Nobel Chemicals και Akcros Chemicals. Η απόφαση δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή.

[129] Απόφαση της 30ής Οκτωβρίου 2003 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-125/03 R και T-253/03 R Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros.

[130] Τα μέρη ζήτησαν την αναγνώριση του νομικού απορρήτου για πέντε έγγραφα. Οι επιθεωρητές της Επιτροπής έκριναν ότι για δύο από τα έγγραφα αυτά δεν μπορούσαν να αποφανθούν επιτόπου και τα τοποθέτησαν σε σφραγισμένο φάκελο, τον οποίο έλαβαν μαζί τους επιστρέφοντας στην υπηρεσία τους. Τα υπόλοιπα τρία έγγραφα θεωρήθηκε ότι δεν καλύπτονταν από νομικό απόρρητο δυνάμει της κείμενης νομολογίας, οπότε τα αντέγραψαν και τα έθεσαν στον φάκελο της υπόθεσης. Μετά την επιθεώρηση, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση με την οποία απέρριψε επίσημα τα αιτήματα των μερών.

[131] Υποθέσεις T-44/02 Dresdner Bank AG, T-54/02 Vereins und Westbank AG, T-56/02 Bayrische Hypo- und Vereinsbank AG, T-60/02 Deutsche Verkehrsbank AG, T-61/02 Commerzbank AG. Η απόφαση δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή.

[132] Απόφαση της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2001, στην υπόθεση COMP/E–1/37.919 (πρώην 37.391) – Τραπεζικές επιβαρύνσεις κατά τη μετατροπή νομισμάτων της ζώνης του ευρώ – Γερμανία.

[133] COMP/38.158 - Meca Medina και Majcen κατά της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής: http://europa.eu.int/comm/competition/antitrust/cases/index/by_nr_76.html#i38_158

[134] Υπόθεση T-313/02 Meca Medina και Majcen κατά Επιτροπής: http://europa.eu.int/smartapi/cgi/sga_doc?smartapi!celexplus!prod!CELEXnumdoc&lg=en&numdoc=62002A0313

[135] Υπόθεση C-470/02.

[136] Υπόθεση T-185/00.

[137] Απόφαση της Επιτροπής της 1ης Μαΐου 2000 στην υπόθεση COMP/32.150 - EBU/Eurovision (ΕΕ L 151, 24.6.2000).

[138] Υποθέσεις T-201/04 (κύριο ένδικο μέσο) και T-201/04 R (ασφαλιστικά μέτρα).

[139] Βλέπε ανωτέρω σημείο 36.

[140] Για περαιτέρω λεπτομέρειες ως προς το πρώτο έτος εφαρμογής των νέων αυτών διατάξεων βλ. Πλαίσιο 6 στο εκσυγχρονισμένο σύστημα παραπομπής.

[141] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ L 24, 29.1.2004).

[142] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 802/2004 της Επιτροπής, της 7ης Απριλίου 2004, για την εφαρμογή του κανονισμού του (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων.

[143] Ο συνολικός αριθμός των εγγράφων που πρέπει να υποβάλλονται είναι 1 πρωτότυπο και 35 αντίγραφα του εντύπου CO.

[144] Το σημείο (δ) προστέθηκε στην κατηγορία υποθέσεων που υπάγονται στην κατηγορία κοινοποίησης με το σύντομο έντυπο. Βλ. παρακάτω υπό την επικεφαλίδα «ανακοίνωση για απλοποιημένη διαδικασία».

[145] Άρθρο 6 παρ. 1, στοιχείο β), δεύτερο εδάφιο Άρθρο 8 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο και παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο.

[146] Το άρθρο 2 παράγραφος 3 του νέου κανονισμού για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων προβλέπει ότι «οι συγκεντρώσεις που ενδέχεται να παρακωλύουν σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στην κοινή αγορά ή σε σημαντικό τμήμα της, ιδίως ως αποτέλεσμα της δημιουργίας ή της ενίσχυσης μιας δεσπόζουσας θέσης, κηρύσσονται ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά».

[147] Ο δείκτης ΗΗΙ ή Herfindahl-Hirschman Index αποτελεί διεθνώς αναγνωρισμένο μέτρο συγκέντρωσης σε μια αγορά. Ο δείκτης ΗΗΙ υπολογίζεται με βάση το άθροισμα των τετραγώνων των μεριδίων όλων των επιχειρήσεων της αγοράς. Ο δείκτης δίνει αναλογικά μεγαλύτερο βάρος στα μερίδια αγοράς των μεγαλύτερων επιχειρήσεων αντικατοπτρίζοντας τη σχετική τους σημασία στη διαδικασία του ανταγωνισμού.

[148] COMP/M.2978.

[149] Βλ. έκθεση ανταγωνισμού του 2003.

[150] COMP/M.3333.

[151] Βλ. άρθρo 26 παράγραφος 2 τoυ καvovισμoύ (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου,

[152] Βλ. Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κοινές υποθέσεις C-68/94 και C-30/95 Γαλλία κατά Επιτροπής (“Kali&Salz”) [1998] Συλλογή I-1375; Πρωτοδικείο, υπόθεση T102/-102, Gencor κατά Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. II-753.

[153] Υπόθεση Τ-342/99 Airtours κατά Επιτροπής [2002] Συλλογή ΙΙ-2585.

[154] COMP/M.3099.

[155] COMP/M.3431.

[156] COMP/M.3436.

[157] COMP/M.3440.

[158] Αεριοστρόβιλος συνδυασμένου κύκλου.

[159] COMP/M.1378.

[160] COMP/M.3304.

[161] COMP/M.3314.

[162] COMP/M.3354.

[163] COMP/M.3396.

[164] COMP/M.3397.

[165] COMP/M.3420.

[166] COMP/M.3465.

[167] COMP/M.3506.

[168] COMP/M.3558.

[169] Αποφάσεις της 5.11.2002 στις υποθέσεις C-475, 471, 467, 469, 476, 472, 468 και 466/98 κατά της Αυστρίας, του Βελγίου, της Δανίας, της Φινλανδίας, της Γερμανίας, του Λουξεμβούργου, της Σουηδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου αντίστοιχα.

[170] Βλ. ιδίως τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Μεταφορών της 5.6.2003 και τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 847/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 195, της 2.6.2004). Εκτός αυτού, όσον αφορά τους κανόνες ανταγωνισμού, το Συμβούλιο εξέδωσε στις 26.2.2004 τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 411/2004 για την τροποποίηση υφιστάμενων κανονισμών στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών και την επιβολή των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003, στις αεροπορικές μεταφορές μεταξύ Κοινότητας και τρίτων χωρών.

[171] Σύμφωνα με την Επιτροπή, στην παράγραφο 47 της ανακοίνωσή της σχετικά με τις συνέπειες των αποφάσεων του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 5.11.2002 για την ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα των αερομεταφορών (COM/2002/0649 τελικό), οι μη ευρωπαϊκές αεροπορικές επιχειρήσεις, ιδίως στις ΗΠΑ είναι πολύ μεγαλύτερες από τις ευρωπαϊκές από άποψη αριθμού επιβατών, αριθμού κομβικών κέντρων και στόλου. Ως εκ τούτου η αναδιάρθρωση του τομέα είναι αναγκαία για την άσκηση ανταγωνισμού σε παγκόσμιο επίπεδο στις εν λόγω αεροπορικές επιχειρήσεις.

[172] COMP/M 3280 – Air France/KLM. Κατά της απόφασης έγινε προσφυγή στο Πρωτοδικείο των ΕΚ από τρίτο μέρος (Υπόθεση T-177/04).

[173] COMP/38.248 – Air France/Alitalia. Κατά της απόφασης έγινε προσφυγή στο Πρωτοδικείο των ΕΚ από τρίτο μέρος (Υπόθεση T-300/04).

[174] Κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 2407, 2408 και 2409/92.

[175] Ορισμένες παλαιότερες αποφάσεις για συγκεντρώσεις μεταξύ κοινοτικών αερομεταφορέων: απόφαση της 5.10.1992 στην υπόθεση IV/M.616 Air France/Sabena, και απόφαση της 11.8.1999 στην υπόθεση COMP/JV.19 KLM/Alitalia.

[176] Στις 5.6.2003, η Επιτροπή πρότεινε και έλαβε από το Συμβούλιο εντολή να διαπραγματευθεί, από κοινού με τα κράτη μέλη μια συνολική συμφωνία αερομεταφορών με τις ΗΑΚ και μια οριζόντια εντολή για διαπραγματεύσεις με τρίτες χώρες σε όλους τους τομείς που υπάγονται αποκλειστικά στην αρμοδιότητα της Κοινότητας. Η Επιτροπή, στην προαναφερόμενη ανακοίνωση της 5.11.2002 για τις συνέπειες των αποφάσεων του Δικαστηρίου για την ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών αναφέρει ότι «Η διαπραγμάτευση των "κοινοτικών ρητρών" θα επιτρέψει στις κοινοτικές αεροπορικές εταιρείες να επεκτείνουν τις διεθνείς τους δραστηριότητες από αερολιμένες που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη, καθώς επίσης και να προετοιμάσουν το έδαφος για μεγαλύτερη εμπορική ολοκλήρωση μεταξύ αεροπορικών εταιρειών διαφόρων κρατών μελών».

[177] Αιτιολογική σκέψη 23 του κανονισμού 4064/89.

[178] Η συμφωνία αυτή κοινοποιήθηκε βάσει του κανονισμού 4064/89 στις 18.12.2003.

[179] Βλέπε σημείο 37 της απόφασης Air France/Alitalia

[180] Βλέπε απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση 66/86 Vφlk κατά Vervaeke, Συλλογή 1989, σ. 803, απόφαση του Πρωτοδικείου, υπόθεση2/93 Air France κατά Επιτροπής, Συλλογή 1994, σ. 323. Απόφαση της Επιτροπής της 12.1.2001 στην υπόθεση COMP/M.2041 - United Airlines/US Airways.

[181] Οι πελάτες που πιέζονται από τον χρόνο έχουν υψηλό κόστος ευκαιρίας για τον χρόνο που ταξιδεύουν και ως αποτέλεσμα είναι λιγότερο διατεθειμένοι να αντικαταστήσουν τις απευθείας πτήσεις με άλλες με ενδιάμεσες στάσεις, δεν έχουν ευελιξία από άποψη χρόνου αναχώρησης και άφιξης και πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν την κράτησή τους χωρίς προειδοποίηση.

[182] Κατά τον χρόνο της απόφασης AF/AZ (βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 3975/87) η Επιτροπή είχε εξουσίες επιβολής μόνον για ενδοκοινοτικές διαδρομές.

[183] Η προσέγγιση αυτή εφαρμόσθηκε για πρώτη φορά στην απόφαση United Airlines/US Airway.

[184] Όπου είναι δύσκολη ή αδύνατη η πραγματοποίηση αποεπενδύσεων "η αλλαγή της διάρθρωσης της αγοράς που προκύπτει από μία προτεινόμενη συγκέντρωση μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικούς φραγμούς ή εμπόδια όσον αφορά την είσοδο στην οικεία αγορά. Οι φραγμοί αυτοί μπορεί να οφείλονται στον έλεγχο που ασκείται στην υποδομή σε συγκεκριμένα δίκτυα… Στις περιπτώσεις αυτές, τα διορθωτικά μέτρα μπορεί να έχουν ως στόχο να διευκολύνουν την είσοδο στην αγορά εξασφαλίζοντας την πρόσβαση των ανταγωνιστών στην αναγκαία υποδομή...» Βλ. παράγραφο 28 της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με διορθωτικά μέτρα που γίνονται αποδεκτά στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 447/98 της Επιτροπής (ΕΕ C68 της 2.3.2001).

[185] Βλ απόφαση στην υπόθεση T 102/96, Gencor , Συλλογή 1999, σ. II-753.

[186] COMP/M.3271.

[187] COMP/M.3373.

[188] COMP/M.3093.

[189] COMP/M.3423.

[190] Υπόθεση C-42/01 Πορτογαλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής, δεν έχει ακόμη διαβιβασθεί.

[191] Άρθρο 21 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89, νυν άρθρο 21 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 του Συμβουλίου

[192] COMP/M.2054.

[193] Στόχος του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 380/93.

[194] Επισημαίνεται ότι κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, στις 4 Ιουνίου 2002, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εξέδωσε απόφαση σχετικά με την υπόθεση C-367/98. Στην περίπτωση εκείνη, η Επιτροπή είχε υποβάλει προσφυγή βάσει των κανόνων της εσωτερικής αγοράς, μεταξύ άλλων, κατά του πορτογαλικού νόμου αριθ. 11/90 (νόμος-πλαίσιο για τις ιδιωτικοποιήσεις), καθώς και του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 380/93 (προηγούμενη έγκριση). Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι πορτογαλικοί κανόνες εισάγουν προφανή διακριτική μεταχείριση για επενδυτές από άλλα κράτη μέλη με αποτέλεσμα τον περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων. Όσον αφορά το επιχείρημα που βασίζεται στην ανάγκη να εξασφαλισθούν τα οικονομικά συμφέροντα της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, το Δικαστήριο τόνισε ότι η πάγια νομολογία ορίζει ότι τέτοιου είδους οικονομικοί λόγοι, όταν προβάλλονται για την υποστήριξη μιας διαδικασίας προηγούμενης έγκρισης, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν περιορισμούς της ελεύθερης κυκλοφορίας. Με την έκδοση και διατήρηση, ιδίως του νόμου αριθ. 11/90 και του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 380/93, η Πορτογαλική Δημοκρατία παρέλειψε να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της βάσει του άρθρου 73β (νυν άρθρο 56) της Συνθήκης.

[195] Υπόθεση T-310/00 MCΙ κατά Επιτροπής, δεν έχει ακόμη διαβιβασθεί.

[196] COMP/M.1741.

[197] Βλ. το ανωτέρω τμήμα I.Γ.3.

[198] Βλ. το ανωτέρω σημείο 81.

[199] COMP/36.246.

[200] IP/04/573.

[201] IP/03/1129.

[202] IP/01/1641.

[203] IP/03/547.

[204] Απόφαση της 20.2.2004, C(2004)527 τελικό, που είναι διαθέσιμο στη διεύθυνση: http://forum.europa.eu.int/Public/irc/infso/ecctf/home

[205] Απόφαση της 5.10.2004, C(2004)3682 τελικό, που είναι διαθέσιμο στη διεύθυνση: http://forum.europa.eu.int/Public/irc/infso/ecctf/home

[206] Απόφαση της 20.10.2004, C(2004)4070 τελικό, που είναι διαθέσιμο στη διεύθυνση: http://forum.europa.eu.int/Public/irc/infso/ecctf/home

[207] Ανακοίνωση COM(2004) 83 τελικό της Επιτροπής της 9.2.2004, «Έκθεση για τον ανταγωνισμό στον τομέα των ελεύθερων επαγγελμάτων».

[208] Απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-309/99 Wouters, [2002] Συλλογή I-1577.

[209] http://europa.eu.int/comm/competition/liberalization/conference/stocktaking_exercise_en.html

[210] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (ΕΕ L 83, 27.3.1999).

[211] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής της 21ης Απριλίου 2004 (ΕΕ L 140, 30.4.2004).

[212] Οι μεταβολές που καθορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 είναι οι εξής: α) αυξήσεις του προϋπολογισμού εγκεκριμένου καθεστώτος ενισχύσεων οι οποίες υπερβαίνουν το 20%· β) παράταση της ισχύος υφιστάμενου και εγκεκριμένου καθεστώτος ενισχύσεων για χρονικό διάστημα έως έξι έτη· και γ) τροποποίηση επί το αυστηρότερο των προϋποθέσεων εφαρμογής εγκεκριμένου καθεστώτος ενισχύσεων, μείωση της έντασης της ενίσχυσης ή μείωση των επιλέξιμων δαπανών. Η τροποποίηση προϋποθέσεων επί το αυστηρότερο πρέπει υποχρεωτικά να κοινοποιείται (μολονότι τείνει να προάγει τον στόχο του περιορισμού των κρατικών ενισχύσεων, ο οποίος έχει επιβεβαιωθεί από πλειάδα Ευρωπαϊκών Συμβουλίων), διότι, ακόμη και αν είναι πιθανό να οδηγήσει σε συνολική μείωση των κρατικών ενισχύσεων, ενδέχεται σε επιμέρους περιπτώσεις να μεταβάλει τον χαρακτήρα του εκάστοτε μέτρου ενίσχυσης και να αμβλύνει την ικανότητα της ενίσχυσης να λειτουργήσει ως κίνητρο.

[213] Προϋποθέσεις ασφαλούς και ορθής διαβίβασης καθ’ εαυτής, αλλά και για την εμπιστευτική μεταχείριση των διαβιβαζόμενων στοιχείων. Μέχρι το τέλος του έτους, η κατάρτιση ηλεκτρονικών εντύπων βρισκόταν ήδη σε προχωρημένο στάδιο, και προβλεπόταν να ξεκινήσει δοκιμαστική φάση περί τα μέσα του 2005.

[214] Οι κανόνες με τους οποίους προστίθενται διευκρινίσεις για τον τομέα των κρατικών ενισχύσεων παραπέμπουν στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου της 3ης Ιουνίου 1971.

[215] Η ανάκτηση πρέπει να επαναφέρει τα πράγματα στην κατάσταση που υπήρχε πριν από τη χορήγηση της παράνομης ενίσχυσης. Η ανακοίνωση της Επιτροπής της 8ης Μαΐου 2003 καθιστά σαφές ότι μία παράνομη ενίσχυση έχει ως αποτέλεσμα να λαμβάνει ο αποδέκτης χρηματοδότηση υπό όρους παρόμοιους με αυτούς που ισχύουν στην περίπτωση μεσοπρόθεσμου άτοκου δανείου.

[216] Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τα επιτόκια που πρέπει να εφαρμόζονται κατά την ανάκτηση ενισχύσεων που έχουν χορηγηθεί παρανόμως (ΕΕ C 110, 8.5.2003).

[217] ΕΕ L 63, 28.2.2004.

[218] ΕΕ C 45, 17.2.1996.

[219] Σύσταση της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124, 20.5.2003).

[220] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 363/2004 της Επιτροπής για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 68/2001 σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση (ΕΕ L 63, 28.2.2004).

[221] ΕΕ L 63, 28.2.2004.

[222] ΕΕ L 124, 20.5.2003.

[223] ΕΕ C 288, 9.10.1999.

[224] Ανακοίνωση της Επιτροπής — Κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (ΕΕ C 244, 1.10.2004).

[225] Η παροχή ενισχύσεων διάσωσης ή αναδιάρθρωσης σε προβληματικές επιχειρήσεις ενδέχεται να είναι δικαιολογημένη, π.χ. με βάση τους στόχους της κοινωνικής ή περιφερειακής πολιτικής, λόγω της ανάγκης να συνεκτιμηθεί ο ευεργετικός ρόλος τον οποίον διαδραματίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) στην οικονομία ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω της επιθυμίας διατήρησης ανταγωνιστικής διάρθρωσης της αγοράς όταν η εξαφάνιση επιχειρήσεων θα μπορούσε να οδηγήσει σε μονοπώλιο ή σε κατάσταση στενού ολιγοπωλίου. Από την άλλη πλευρά, δεν θα ήταν δικαιολογημένο να διατηρείται μία επιχείρηση σε λειτουργία με τεχνητά μέσα σε έναν κλάδο ο οποίος χαρακτηρίζεται από μακροχρόνια διαρθρωτική πλεονάζουσα ικανότητα ή όταν η επιβίωση της επιχείρησης είναι δυνατή μόνο χάρη σε επανειλημμένες κρατικές παρεμβάσεις.

[226] Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του 1999, η ταυτόχρονη χορήγηση ενισχύσεων διάσωσης και ενισχύσεων αναδιάρθρωσης ήταν αδύνατη, παρά το γεγονός ότι η σχετική δυνατότητα είναι επιθυμητή σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν επιδιώκεται η θέσπιση ορισμένων μέτρων αναδιάρθρωσης σε πρώιμο στάδιο της όλης διαδικασίας.

[227] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1177/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 172, 2.7.2002).

[228] Απόφαση της Επιτροπής 2002/818/ΕΚ, της 8ης Οκτωβρίου 2002, βάσει των διατάξεων του κανονισμού (EΚ) αριθ. 3286/94 του Συμβουλίου σχετικά με τις εμπορικές πρακτικές που ασκεί η Κορέα στις συναλλαγές στον τομέα των εμπορικών πλοίων (ΕΕ L 281, 19.10.2002).

[229] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 502/2004 του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2004 (ΕΕ L 81, 19.3.2004).

[230] N 242/2004, απόφαση της 14.7.2004, αριθ. C(2004) 2832, μη εισέτι δημοσιευθείσα.

[231] N 138/2004, απόφαση της 19.5.20004, αριθ. C(2004) 1808, μη εισέτι δημοσιευθείσα.

[232] N 333/2004, απόφαση της 21.1.2004, αριθ. C(2004) 4207, μη εισέτι δημοσιευθείσα.

[233] N 59/2004, απόφαση της 19.5.2004, αριθ. C(2004) 1807, μη εισέτι δημοσιευθείσα.

[234] ΕΕ L 352, 28.10.2004.

[235] N 145/2004.

[236] N 33/A/2004.

[237] C 50/02 (ex N 371/2001).

[238] NN 154/2003.

[239] Για περισσότερες λεπτομέρειες, βλ. κατωτέρω υπό τον τίτλο «Υποθέσεις».

[240] NN 151/2002 (ex N 113/B/2001).

[241] Για περισσότερες λεπτομέρειες, βλ. κατωτέρω υπό τον τίτλο «Υποθέσεις».

[242] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1/2004 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2003, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται τους τομείς της παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας γεωργικών προϊόντων (ΕΕ L 1, 3.1.2004).

[243] Βλ.: http://europa.eu.int/comm/agriculture/stateaid/exemption/index_en.htm

[244] NN 34/A/2000, Προγράμματα ποιότητας και σήματα ποιότητας, AMA Biosiegel και AMA Gütesiegel - Αυστρία, N 195/2003 MLC - διαφήμιση βοείου και αρνίσιου κρέατος υψηλής ποιότητας· και NN 196/2003 MLC – διαφήμιση χοιρινού κρέατος υψηλής ποιότητας – Ηνωμένο Βασίλειο.

[245] N 571/02 CMA – νόμος για το ταμείο προώθησης – Γερμανία.

[246] N 195/2003 MLC - διαφήμιση βοείου και αρνίσιου κρέατος υψηλής ποιότητας· και υπόθεση N 196/2003 MLC - διαφήμιση χοιρινού κρέατος υψηλής ποιότητας – Ηνωμένο Βασίλειο.

[247] N 175/03 Meat and Livestock Commission, Πρόγραμμα γενικής διαφήμισης κρέατος, Ηνωμένο Βασίλειο· και C 78/2003 (ex NN 36/98, ex N 610/97), Διαφήμιση προϊόντων της Σικελίας (άρθρο 4 του περιφερειακού νόμου 27/1997) – Ιταλία (Σικελία).

[248] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1595/2004 της Επιτροπής, της 8ης Σεπτεμβρίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή, μεταποίηση και εμπορία προϊόντων αλιείας (ΕΕ L 291, 14.9.2004).

[249] ΕΕ C 229, 14.9.2004.

[250] ΕΕ C 13, 17.1.2004.

[251] Υπόθεση C-280/00. Βλ. τα σημεία 621 και επόμ. της Έκθεσης Ανταγωνισμού του 2003.

[252] Οδηγία 80/723/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2000/52/ΕΚ (ΕΕ L 193, 29.7.2000).

[253] Βλ. http://europa.eu.int/comm/competition/state_aid/others/

[254] Ο πίνακας αποτελεσμάτων έχει αντικαταστήσει τις ανασκοπήσεις των κρατικών ενισχύσεων, οι οποίες σταμάτησαν να καταρτίζονται μετά την ένατη ανασκόπηση το 2001. Ο ηλεκτρονικός πίνακας αποτελεσμάτων, ο οποίος εμφανίζεται στον δικτυακό τόπο της ΓΔ Ανταγωνισμού, περιλαμβάνει μια σειρά βασικών δεικτών και στατιστικών πινάκων επιπλέον των πληροφοριών που παρατίθενται στην έκδοση σε χαρτί.

[255] http://europa.eu.int/comm/competition/state_aid/scoreboard/analytical_section.html. Η περίληψη είναι επίσης διαθέσιμη στα γαλλικά και τα γερμανικά. Βλ. επίσης το ανακοινωθέν τύπου IP/04/1356.

[256] N 567/2003.

[257] C 39/1996 (πρώην NN 127/92)· θετική απόφαση: 20.4.2004.

[258] NN 42/2004; απόφαση: 20.7.2004.

[259] N 490/2000.

[260] N 161/04.

[261] SG(2001) D/290869, 6.8.2001.

[262] C 58/2003, απόφαση της 7.7.2004, C(2004)2352.

[263] C 5/2003.

[264] ΕΕ C 80, 3.4.2003· βλέπε επίσης ΕΕ C 210, 5.9.2003.

[265] Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί.

[266] C 28/2002, έναρξη διαδικασίας ΕΕ C 141, 14.6.2002.

[267] Στο ποσό περιλαμβάνονται, πρώτον, κεφάλαια ύψους 1,8 δισεκατ. ευρώ που χορήγησε το ομόσπονδο κράτος του Βερολίνου το 2001, δεύτερον, η χορήγηση εγγύησης για την κάλυψη των κινδύνων της BGB από παλιές επιχειρηματικές υπηρεσίες στον τομέα των ακινήτων οικονομικής αξίας 6,1 δισεκατ. ευρώ (το θεωρητικά ανώτατο ποσό ονομαστικά 21,6 δισεκατ. ευρώ βασίζεται σε νομικές διατάξεις και εποπτικούς κανόνες αλλά δεν είναι απίθανο υπό απαισιόδοξες προϋποθέσεις) και τρίτον, συμφωνία αποπληρωμής μεταξύ του ομόσπονδου κράτους του Βερολίνου και της BGB σχετικά με πιθανή εντολή ανάκτησης ως 1,8 δισεκατ. ευρώ μετά από απόφαση της Επιτροπής για την τότε ακόμα ανοικτή υπόθεση που αφορούσε τη μεταφορά κεφαλαίου στη Landesbank Berlin, μέλους του ομίλου της BGB από το 1994, που αποτελούσε μέρος του ομίλου C48/2002 (στις 20.10.2004, η Επιτροπή αποφάσισε ότι πρέπει να επιστραφεί από τη Γερμανία ποσό ύψους 810 εκατ. ευρώ· βλέπε σελίδα 454 της παρούσας έκθεσης).

[268] Crédit Lyonnais, ΕΕ L 221, 8.8.1998.

[269] Βλέπε έκθεση ανταγωνισμού 2003, σημεία 526 και επόμενα.

[270] Απόφαση της 2.8.2004, C/13/B/2004.

[271] Υπόθεση 173/73 Ιταλία κατά Επιτροπής [1974] ΣΥΛ. 709.

[272] Απόφαση της 2.8.2004, C/13/A/2004.

[273] C 10/04 (πρώην N 94/04).

[274] NN 37/04 (πρώην N 106/04), απόφαση της 8.9.2004.

[275] C 40/00.

[276] C 66/03.

[277] C 20/2004 (πρώην NN 25/2004), απόφαση της 12.8.2004.

[278] C 55/2002 (πρώην NN 53/2002), ενίσχυση στα ναυπηγεία SORENI, Le Havre, απόφαση της 20.4.2004· C 34/2003 (πρώην N 728/2002), ενίσχυση στα ναυπηγεία CMR, Μασσαλία, απόφαση της 22.9.2004.

[279] ΕΕ C 288, 9.10.1999.

[280] N 811/α/2002 και N 20/2004.

[281] C 16/04 τροποποίηση του επενδυτικού σχεδίου των ελληνικών ναυπηγείων (ΕΕ C 202, 10.8.2004).

[282] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1013/97 του Συμβουλίου της 2ας Ιουνίου 1997 για την ενίσχυση ορισμένων ναυπηγείων που τελούν υπό αναδιάρθρωση (ΕΕ L 148, 6.6.1997).

[283] Άρθρο 6 παράγραφος 1 της οδηγίας 90/684/EΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου1990 σχετικά με τις ενισχύσεις στις ναυπηγικές εργασίες (ΕΕ L 380, 31.12.1990).

[284] Άρθρο 11 παράγραφος 1.

[285] C 40/02.

[286] C 40/02 (πρώην N 513/01) ενίσχυση υπέρ των ελληνικών ναυπηγείων (ΕΕ C 186, 6.8.2002).

[287] ΕΕ L 202, 18.7.1998.

[288] C(2004)3932, σήμερα αριθ. C 35-2004.

[289] http://europa.eu.int/comm/competition/state_aid/legislation/aid3.html#DIII. Η κίνηση επίσημης διαδικασίας δεν προκαταλαμβάνει την τελική κατάληξη μιας έρευνας.

[290] Εντός παρένθεσης, οι ημερομηνίες της μεταβίβασης κεφαλαίων.

[291] C 95/2001 (πρώην CP 38/2001 – πρώην NN 71/2001), απόφαση της 14.7.2004.

[292] N 203/2004 Volvo Lastvagnar AB, απόφαση της 8.9.2004.

[293] ΕΕ C 279, 15.9.1997.

[294] ΕΕ C 258, 9.9.2000.

[295] ΕΕ C 70, 19.3.2002, όπως τροποποιήθηκε από την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την τροποποίηση του πολυτομεακού πλαισίου για τις περιφερειακές ενισχύσεις προς μεγάλα επενδυτικά σχέδια (2002) όσον αφορά την κατάρτιση καταλόγου με τους τομείς που αντιμετωπίζουν διαρθρωτικά προβλήματα και σχετικά με πρόταση κατάλληλων μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ για τους τομείς της αυτοκινητοβιομηχανίας και των συνθετικών ινών (ΕΕ C 263, 1.11.2003).

[296] N 283/2004.

[297] N 177/2004.

[298] ΕΕ C 74, 10.3.1998.

[299] N 147/2004.

[300] ΕΕ L 10, 13.1.2001.

[301] C 72/2003 (πρώην-N 134/2003).

[302] ΕΕ C 235, 21.8.2001.

[303] C 57/2003 (πρώην-NN 58/2003).

[304] NN 136/03.

[305] Απόφαση της 15.7.2004 στην υπόθεση C-345/02 Pearle BV, Hans Prijs Optiek Franchise BV και Rinck Opticiëns BV κατά Hoofdbedrijfschap Ambachten, δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί.

[306] N 330/2004.

[307] Η εξαίρεση του άρθρου 39 CA του CGI εισήχθη με το άρθρο 77 του νόμου αριθ. 98-546 της 2ας Ιουλίου 1998, το οποίο καθορίζει ένα σύστημα αποσβέσεων προς όφελος ορισμένων εταιρειών εγκεκριμένων από το Υπουργείο Οικονομικών.

[308] C 12/2004.

[309] N 42/2004.

[310] C 40/2004.

[311] Κοινοτικό πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη, δημοσιεύθηκε στην ΕΕ C 45, 17.2.1996 (εφεξής «το πλαίσιο»), όπως επιβεβαιώθηκε και επεκτάθηκε από την ανακοίνωση της Επιτροπής 2002/C111/03 (ΕΕ C 111, 8.5.2002).

[312] Κοινοποιήθηκαν τον Απρίλιο του 2004 ως N184α-184β/2004.

[313] Η ομάδα υψηλού επιπέδου για το υδρογόνο και τα στοιχεία καυσίμων συστάθηκε τον Οκτώβριο του 2002 από την αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κυρία Loyola de Palacio, αρμόδια Επίτροπο για την ενέργεια και τις μεταφορές, και τον κύριο Philippe Busquin, αρμόδιο Επίτροπο για την έρευνα. Η ομάδα κλήθηκε να διατυπώσει ένα συνολικό όραμα σχετικά με τη συμβολή του υδρογόνου και των στοιχείων καυσίμων στην υλοποίηση βιώσιμων ενεργειακών συστημάτων στο μέλλον. Αποτελείται από 19 συμμετέχοντες που αντιπροσωπεύουν την ερευνητική κοινότητα, τη βιομηχανία, τις δημόσιες αρχές και τους τελικούς χρήστες.

[314] N 214/2004.

[315] N 315/2004.

[316] C 31/2004 (πρώην NN 53/2004).

[317] Η ένταση της ενίσχυσης ευθυγραμμίζεται με τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος (ΕΕ C 37, 3.2.2001), οι οποίες, όμως, δεν καλύπτουν τις ενισχύσεις για τη βελτίωση της ασφάλειας των πολιτών.

[318] N 304/03.

[319] N 598/03.

[320] C 67/03, C 68/03 και C 69/03.

[321] C 73/03.

[322] ΕΕ C 37, 3.2.2001.

[323] ΕΕ L 275, 25.10.2003.

[324] Στις 7 Ιουλίου, η Επιτροπή έλαβε αποφάσεις για τα NAP της Δανίας της Ιρλανδίας, των Κάτω Χωρών, της Σλοβενίας και της Σουηδίας. Στις 20 Οκτωβρίου, έλαβε αποφάσεις για τα NAP του Βελγίου, της Εσθονίας, της Λιθουανίας, του Λουξεμβούργου, της Σλοβακικής Δημοκρατίας και της Πορτογαλίας. Στα τέλη Δεκεμβρίου, έλαβε αποφάσεις για τα NAP της Κύπρου, της Ουγγαρίας, της Λιθουανίας, της Μάλτας και της Ισπανίας. Οι ανακοινώσεις για τις αποφάσεις αυτές διατίθενται στην ηλεκτρονική διεύθυνση : http://europa.eu.int/scadplus/leg/en/lvb/l28012.htm. Οι αποφάσεις διατίθενται στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.europa.eu.int/comm/environment/climat/emission_plans.htm

[325] CZ 49/2003, C-27/2004, απόφαση της 14.7.2004.

[326] HU 11/2003, C-35/2004, απόφαση της 20.10.2004.

[327] SK 5/04.

[328] NN 62/2004.

[329] Κανονισμός του Συμβουλίου αριθ. 1540/98 (ΕΕ L 202, 18.7.1998).

[330] N 347/03.

[331] C6/2000 της 25.10.2004, C(2004)3910/2.

[332] NN 56/2003.

[333] C 27/2001 (πρώην NN 2/2001).

[334] N 515/2003.

[335] NN 154/2003.

[336] C-49/2002 (πρώην NN 49/2002).

[337] Η Επιτροπή αναγνώρισε ότι με την ενσωμάτωση των φορολογικών εσόδων στον γενικό προϋπολογισμό, η Γαλλία έθεσε τέρμα σε αυτή τη φορολόγηση που εισήγαγε διακρίσεις, και περάτωσε τη διαδικασία παράβασης.

[338] C 9/A/2003 - Γερμανία (Βαυαρία).

[339] C 9/B/2003 - Γερμανία (Βαυαρία).

[340] N 249/2003.

[341] N 384/2003 - ΕΕ C 56, 4.3.2004.

[342] C 5/2001 (πρώην N 775/2000) - Ιταλία (Σαρδηνία).

[343] C 59/2001 (πρώην N 797/1999).

[344] N 75/2004 – Ιταλία (Λομβαρδία).

[345] N 536/2003 - Ιταλία (Καμπανία).

[346] NN 151/2002 (πρώην N 113/B/2001).

[347] N 429/2003.

[348] N 431/2003.

[349] ΕΕ L 205, 2.8.2002.

[350] ΕΕ C 182, 15.7.2004.

[351] N 493/2003 - Γερμανία – Κρατική ενίσχυση προς τη βιομηχανία άνθρακα για το 2004. Απόφαση της 19.5.2003.

[352] N 170/2004 – Γερμανία – Κατευθυντήριες γραμμές για τη χρηματοδότηση της κατασκευής, επέκτασης και επανενεργοποίησης ιδιωτικών βοηθητικών σιδηρογραμμών. Απόφαση της 6.10.2004.

[353] N 335/03 - Ιταλία – Ενίσχυση για τη δημιουργία δρομολογίων κυλιόμενου αυτοκινητοδρόμου. Απόφαση της 3.3.2004.

[354] N 551/2003 – Ιταλία – Ενίσχυση για την προώθηση της μεταφοράς εμπορευμάτων μέσω συνδυασμένων μέσων μεταφορών (οδικές/θαλάσσιες μεταφορές μικρής απόστασης). Απόφαση της 6.10.2004.

[355] N 206/2003- ΗΒ - Waterborne Freight Grant (επιχορήγηση για τις μεταφορές μέσω πλωτών οδών). Απόφαση της 20.4.2004.

[356] N 649/2001 - ΗΒ - Freight Facilities Grant (εγκαταστάσεις διακίνησης φορτίων). Απόφαση της 20.12.2001.

[357] N 88/04- Βέλγιο – Ενίσχυση στις εσωτερικές πλωτές μεταφορές για τον χειρισμό εμπορευματοκιβωτίων στον λιμένα της Αμβέρσας. Απόφαση της 14.7.2004.

[358] Ο αυτοκινητόδρομος γύρω από την Αμβέρσα περιλαμβάνει τέσσερις λωρίδες σε κάθε κατεύθυνση. Κατά τη διάρκεια των εργασιών, ο ρυθμός των λωρίδων θα μειωθεί σε δύο για κάθε κατεύθυνση.

[359] N 90/2004 - Δανία – Ειδικά φίλτρα για φορτηγά. Απόφαση της 20.7.2004.

[360] C 32/2003 - Γαλλία - Sernam 2 – Αναθεώρηση ενίσχυσης αναδιάρθρωσης: Απόφαση της 20.10.2004.

[361] C 54/2003 - Γερμανία.

[362] N 38/2004 – Γαλλία – Ενισχύσεις στους μεταφορείς εμπορευμάτων με πλωτά μέσα που είναι εγκατεστημένοι στη Γαλλία. Απόφαση 8.9.2004· N 4/2004 – Βέλγιο – Σχέδιο ενισχύσεων για τις εσωτερικές πλωτές μεταφορές της περιφέρειας της Βαλλονίας 2004-2007. Απόφαση της 16.6.2004.

[363] N 599/2003 – Συνέχιση το 2004 και 2005 ενός καθεστώτος για τη μείωση των κοινωνικών εισφορών εργοδοτών στον τομέα της ακτοπλοΐας. Απόφαση της 3.2.2004· N 45/2004 – Επέκταση του διεθνούς νηολογίου και συνεπώς των κανόνων σχετικά με το νηολόγιο αυτό, σε ορισμένες ακτοπλοϊκές δραστηριότητες. Απόφαση της 14.7.2004.

[364] NN 19/2004 – Καθεστώς που προβλέπει μια κατ’ αποκοπή μείωση των κοινωνικών εισφορών των ναυτικών. Απόφαση της 22.9.2004· N 376/2004, απόφαση της 16.11.2004.

[365] N 171/2004 – Τεχνική προσαρμογή του κατ’ αποκοπή φορολογικού καθεστώτος βάσει της χωρητικότητας που εγκρίθηκε το 2002. Απόφαση της 1.12.2004.

[366] N 70/04 – Συνέχιση του υφιστάμενου καθεστώτος για το διεθνές νηολόγιο και επέκταση του πεδίου εφαρμογής στα επιβατικά πλοία που εκτελούν πλόες μεταξύ της Φινλανδίας και άλλων κρατών μελών. Απόφαση της 1.12.2004.

[367] N 114/2004.

[368] C 64/1999 - Ιταλία – Όμιλος Tirrenia. Απόφαση της 16.3.2004.

[369] Τελική απόφαση που δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί.

[370] C 20/2003, ΕΕ C 145, 21.6.2003.

[371] C 65/200, ΕΕ L 196, 25.7.2002.

[372] C 76/2002 - Βέλγιο – Αεροδρόμιο Charleroi – Ryanair. Απόφαση της 12.2.2004.

[373] ΕΕ C 192, 28.7.2004.

[374] N 297/2004 - Ιταλία – Επείγοντα μέτρα για την αναδιάρθρωσης και την αποκατάσταση της Alitalia. Απόφαση της 20.7.2004.

[375] NN 63/2004 - Πορτογαλία – Νέα ιδιωτικοποίηση της SPDH (TAP).

[376] Βλέπε τμήμα 4.5 της Έκθεσης Ανταγωνισμού του 2003 και υπόθεσης C 62/99.

[377] CP 114/04 RTP.

[378] E 10/2005 (πρώην CP 660/1999).

[379] C 2/2003.

[380] C 2/2004.

[381] ΕΕ C 320, 15.11.2001.

[382] Βλέπε κεφάλαιο 4.5 της Έκθεσης Ανταγωνισμού του 2003.

[383] C 25/04 (πρώην NN 36/04).

[384] ΕΕ C 238, 25.9.2004.

[385] Αποφάσεις N213/2003 - Σχέδιο Atlas – Καθεστώς ευρυζωνικής υποδομής για επιχειρηματικά πάρκα, 9.9.2004· N307/2004 – Ευρυζωνική υποδομή στη Σκοτία – Απομακρυσμένες και αγροτικές περιοχές· N199/2004 – Ταμείο ευρυζωνικών επιχειρήσεων· N381/04 – Σχέδιο δικτύου υψηλής ταχύτητας στην περιοχή Pyrenées-Atlantiques, 16.11.200· Ευρυζωνικές επικοινωνίες για ΜΜΕ στο Lincolnshire – Σύνδεση επιχειρήσεων σε αγροτικές περιοχές, 15.12.2004.

[386] Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής: «Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα κριτήρια και τις λεπτομέρειες εφαρμογής των διαρθρωτικών ταμείων για την στήριξη του τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών», 28.7.2003, SEC(2003) 895.

[387] Απόφαση στην υπόθεση C-280/00 Altmark Trans και Regierungspräsidium Magdeburg [2003] Συλλογή I-7747.

[388] Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με ορισμένες νομικές πτυχές που αφορούν τα κινηματογραφικά και άλλα οπτικοακουστικά έργα (COM(2001)534 τελικό, 26.9.2001 (ΕΕ C 43, 16.2.2002)). Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με ορισμένες νομικές πτυχές που αφορούν τα κινηματογραφικά και άλλα οπτικοακουστικά έργα της 26.9.2001 (COM(2004)171 τελικό, 16.3.2004 (ΕΕ C 123, 30.4.2004)).

[389] N 41/04.

[390] N 224/04, http:/europa.eu.int/comm./secretariat_general/sgb/state_aids/comp-2004/n224-04-fr.pdf

[391] ΕΕ L 140, 30.4.2004.

[392] Κανονισμός (EΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (ΕΕ L 83, 27.3.1999).

[393] Ο σχετικά υψηλός αριθμός των υποθέσεων ανάκτησης της Γερμανίας οφείλεται σε κάποιο βαθμό στα προβλήματα μεταβατικής φύσεως που ακολούθησαν τη γερμανική ενοποίηση. Όσον αφορά τις υποθέσεις ανάκτησης της Ισπανίας, περισσότερες από τις μισές αφορούν μέτρα φορολογικής στήριξης στη χώρα των Βάσκων.

[394] 28 δισεκατ. ευρώ για τα δεκαπέντε παλαιά κράτη μέλη και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ενισχύσεις στον τομέα της γεωργίας, της αλιείας, των μεταφορών και των ανθρακωρυχείων.

[395] Υποθέσεις C64/1997 (Westdeutsche Landesbank), C48/2002 (Landesbank Berlin), C69/2002 (Norddeutsche Landesbank), C70/2002 (Bayerische Landesbank), C71/2002 (Hamburgische Landesbank), C72/2002 (Landesbank Schleswig-Holstein), C73/2002 (Landesbank Hessen-Thüringen), αποφάσεις της 20.10.2004.

[396] C13B/2003, απόφαση της 2.8.2004.

[397] C68/2002, απόφαση της 16.12.2003.

[398] C88/1997, ECJ υπόθεση C-337/04.

[399] C38/1998, απόφαση της 6.10.2004.

[400] C03/1999, απόφαση της 13.10.2004.

[401] C38/1998 (ΕΕ L 12, 15.1.2002).

[402] Απόφαση της 6.10.2004, που δεν ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

[403] Υποθέσεις πρωτοδικείου Τ-366/00 και T-369/00.

[404] Υπόθεση C03/1999 (ΕΕ L 37, 12.2.2000).

[405] ΔΕΚ, υπόθεση C-404/00 [2003] Συλ. I-6695.

[406] C-186/02 P και C-188/02 P Ramodín SA, Ramodín Cápsulas SA (C 186/02 P) και Territorio Histórico de Álava - Diputación Foral de Álava (C 188/02 P) κατά Επιτροπής.

[407] C-278/00.

[408] C-159/01.

[409] C-110/02.

[410] C-345/02.

[411] Η συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης των ΗΠΑ και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας τους περί ανταγωνισμού συνήφθη στις 23.09.1991. Με κοινή απόφαση του Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 10.4.1995, η συμφωνία εγκρίθηκε και κηρύχθηκε εφαρμοστέα από την ημερομηνία που υπεγράφη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ L 95, 27.4.1995). Στις 4.6.1998 τέθηκε σε ισχύ η συμφωνία για τη θετική αβροφροσύνη η οποία ενισχύει τις διατάξεις της συμφωνίας του 1991 για τη θετική αβροφροσύνη (συμφωνία μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της κυβέρνησης των ΗΠΑ σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της θετικής διεθνούς αβροφροσύνης κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας τους περί ανταγωνισμού (ΕΕ L 173, 18.6.1998)).

[412] Συμφωνία μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της κυβέρνησης του Καναδά σχετικά με την εφαρμογή του δικαίου τους περί ανταγωνισμού (ΕΕ L 175, 10.7.1999). Η συμφωνία υπεγράφη στη διάσκεψη κορυφής ΕΕ/Καναδά στη Βόννη στις 17.6.1999 και τέθηκε σε ισχύ με την υπογραφή της.

[413] Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της κυβέρνησης της Ιαπωνίας σχετικά με τη συνεργασία για την αντιμετώπιση των στρεβλωτικών για τον ανταγωνισμό δραστηριοτήτων (ΕΕ L 183, 22.7.2003). Η συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ιαπωνίας υπεγράφη στις Βρυξέλλες στις 10.7.2003 και τέθηκε σε ισχύ στις 9.8.2003.

[414] Περισσότερες πληροφορίες για το ΔΔΑ παρέχονται στον δικτυακό τόπο http://www.internationalcompetitionnetwork.org

[415] Βλ. http://www.internationalcompetitionnetwork.org/annualconference2003.html

[416] Έκθεση για ταχεία συμπεράσματα του εργαστηρίου αυτού έχει καταχωρηθεί στη διεύθυνση http://www.internationalcompetitionnetwork.org/capacitytbuild_sg2_seoul.pdf

Top