Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52005AA0002

    Γνωμοδότηση αριθ. 2/2005 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής [COM(2004) 492 τελικό της 14ης Ιουλίου 2004]

    ΕΕ C 121 της 20.5.2005, p. 14–34 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    20.5.2005   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 121/14


    ΓΝΩΜΟΔΌΤΗΣΗ αριθ. 2/2005

    σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής [COM(2004) 492 τελικό της 14ης Ιουλίου 2004]

    (υποβαλλόμενη δυνάμει του άρθρου 248 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο ΕΚ)

    (2005/C 121/02)

    ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

    1-29

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΦΥΣΗΣ

    30

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

    ΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 5, 10, 158 έως 162, το άρθρο 248 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο, τα άρθρα 274 και 279,

    τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1), καθώς και των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του (2),

    την αίτηση γνωμοδότησης για την πρόταση αυτή που υπέβαλε το Συμβούλιο στο Ελεγκτικό Συνέδριο στις 3 Ιανουαρίου 2005,

    την πρόταση γενικού κανονισμού που υπέβαλε η Επιτροπή (3),

    τη διευρυμένη ανάλυση επιπτώσεων στην πρόταση νομοθετικής δέσμης για την αναθεώρηση των κανονισμών που εφαρμόζονται στη διαχείριση των διαρθρωτικών ταμείων και του Ταμείου Συνοχής (4),

    την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τις αντίστοιχες αρμοδιότητες των κρατών μελών και της Επιτροπής στην επιμερισμένη διαχείριση των διαρθρωτικών ταμείων και του Ταμείου Συνοχής (5),

    την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο «Η οικοδόμηση του κοινού μας μέλλοντος, προκλήσεις πολιτικής και δημοσιονομικά μέσα της διευρυμένης Ένωσης» (6),

    την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις δημοσιονομικές προοπτικές για την περίοδο 2007-2013 (7),

    τη γνωμοδότησή του αριθ. 2/2004 (8) σχετικά με το πρότυπο ενιαίου ελέγχου,

    Εκτιμώντας:

    ότι, δυνάμει του άρθρου 5 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η εν λόγω Κοινότητα δεν παρεμβαίνει στους τομείς οι οποίοι δεν υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητά της παρά μόνο και εφόσον οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης μπορούν, λόγω της διάστασής της ή των αποτελεσμάτων της, να επιτυγχάνονται καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο,

    ότι το άρθρο 274 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας καθιστά την Επιτροπή υπεύθυνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, και ορίζει ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να συνεργάζονται με την Επιτροπή προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι πιστώσεις χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την εν λόγω αρχή,

    εκτιμώντας ότι η εκτέλεση του προϋπολογισμού στον τομέα των διαρθρωτικών ταμείων και του Ταμείου Συνοχής ασκείται στο πλαίσιο επιμερισμένης διαχείρισης με τα κράτη μέλη, όπως προβλέπεται από το άρθρο 53 παράγραφος 3 του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων· ότι το άρθρο 54 του ιδίου αυτού κανονισμού ορίζει ότι τα εκτελεστικά καθήκοντα που μεταβιβάζονται πρέπει να είναι επακριβώς καθορισμένα και πλήρως ελεγχόμενα όσον αφορά την άσκησή τους,

    ότι ένας αποδοτικός και αποτελεσματικός εσωτερικός έλεγχος του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνεπάγεται τον καθορισμό σαφών και συνεπών στόχων, εξασφαλίζοντας αποτελεσματικό συντονισμό, ελέγχοντας πληροφορίες σχετικά με τα έξοδα και τα οφέλη, καθώς και εξασφαλίζοντας συνεπή εφαρμογή των διατάξεων,

    ότι τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου που αφορούν τα έσοδα και τα έξοδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να παρέχουν εύλογη βεβαιότητα ότι τα έσοδα εισπράττονται και οι δαπάνες πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις που ισχύουν και ότι η διαχείρισή τους ασκείται σύμφωνα με την αρχή της βέλτιστης χρησιμοποίησης των πόρων,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ:

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΦΥΣΗΣ

    Εισαγωγή

    1.

    Η πρόταση κανονισμού επιβεβαιώνει στα βασικά σημεία το πλαίσιο που εφαρμόστηκε κατά τις προηγούμενες περιόδους προγραμματισμού. Θεωρείται επίσης ότι είναι πολύ πιο απλούστερη όσον αφορά ιδίως τα χρηματοδοτικά μέσα, την επιλογή θεμάτων και γενικότερα τα συστήματα εφαρμογής, διαχείρισης και ελέγχου. Ειδικότερα, το Συνέδριο εξέτασε τις συνέπειες των μέτρων που προτείνονται στον τομέα της δημοσιονομικής διαχείρισης και ελέγχου.

    Αρμοδιότητα εκτέλεσης του κοινοτικού προϋπολογισμού

    2.

    Το νομικό πλαίσιο της εκτέλεσης του κοινοτικού προϋπολογισμού ορίζεται από το άρθρο 274 της συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό, με δική της ευθύνη και, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

    3.

    Στο πλαίσιο των διαφόρων τρόπων εκτέλεσης του κοινοτικού προϋπολογισμού, οι διαρθρωτικές ενέργειες περιλαμβάνονται μεταξύ των τομέων των ονομαζόμενων «επιμερισμένης διαχείρισης» όπου τα «καθήκοντα εκτέλεσης του προϋπολογισμού μεταβιβάζονται στα κράτη μέλη» (9). Η διαχείριση και ο έλεγχος των διαρθρωτικών ενεργειών αφορούν όχι μόνο πολλές υπηρεσίες της Επιτροπής αλλά επίσης και εκατοντάδες διοικήσεις και οργανισμούς των κρατών μελών σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Οι ενέργειες αυτές θα μπορούσαν να αντιπροσωπεύουν στο μέλλον περίπου το ήμισυ των πιστώσεων του κοινοτικού προϋπολογισμού.

    4.

    Η ισχύουσα κανονιστική ρύθμιση για τις διαρθρωτικές ενέργειες [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1260/1999] ορίζει ήδη:

    α)

    ότι «κατ» εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας, η εφαρμογή των παρεμβάσεων εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών […], με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, και ιδίως όσον αφορά την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων» (άρθρο 8 παράγραφος 3)·

    β)

    ότι «με την επιφύλαξη του άρθρου 8 παράγραφος 3, η διαχειριστική αρχή […] είναι υπεύθυνη για την αποτελεσματικότητα και την κανονικότητα της διαχείρισης και της εφαρμογής […]» (άρθρο 34 παράγραφος 1)·

    γ)

    ότι «με την επιφύλαξη της ευθύνης της Επιτροπής για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα κράτη μέλη φέρουν την ευθύνη σε πρώτο βαθμό για τον δημοσιονομικό έλεγχο των παρεμβάσεων […]» (άρθρο 38 παράγραφος 1).

    5.

    Στο άρθρο 12 της πρότασης κανονισμού γίνεται αναφορά στην επιμερισμένη διαχείριση με την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 3 του δημοσιονομικού κανονισμού. Εντούτοις, η αναφορά για την τελική ευθύνη της Επιτροπής δεν εμφαίνεται στο κείμενο της πρότασης. Έτσι, το άρθρο 12 παράγραφος 1 τελευταία πρόταση ορίζει ότι «τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης […]»· το άρθρο 12 παράγραφος 2 περιορίζει βασικά τις αρμοδιότητες της Επιτροπής σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού στην εξασφάλιση «για την ύπαρξη και σωστή λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου στα κράτη μέλη […]»· το άρθρο 69 παράγραφος 1 παρουσιάζει τα κράτη μέλη ως τα μόνα υπεύθυνα: «τα κράτη μέλη ευθύνονται για την εξασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης των επιχειρησιακών προγραμμάτων και της νομιμότητας και κανονικότητας των σχετικών συναλλαγών». Επιπλέον, είναι τα κράτη μέλη στα οποία ανατίθεται η γενική υποχρέωση για εγγύηση της συμμόρφωσης των παρεμβάσεων με την κοινοτική νομοθεσία [άρθρο 39 στοιχείο στ), άρθρο 59 στοιχείο α), άρθρο 60 στοιχείο β) σημείο ii) και άρθρο 66 παράγραφος 2 στοιχείο ζ)]. Το γεγονός όμως ότι τα εκτελεστικά καθήκοντα μεταβιβάζονται στα κράτη μέλη δεν θα μπορούσε να περιορίσει την τελική ευθύνη της Επιτροπής. Σε ένα πλαίσιο όπου τα κράτη μέλη είναι συγχρόνως δικαιούχα κοινοτικών κεφαλαίων και υπεύθυνα για την εφαρμογή των μέτρων, μόνο η Επιτροπή μπορεί να εξασφαλίσει μια συναφή και συνεπή εφαρμογή των κοινοτικών στόχων. Κατά συνέπεια, είναι επιτακτική ανάγκη η έννοια της τελικής ευθύνης της Επιτροπής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 274 της συνθήκης, να αναφέρεται με σαφήνεια στα άρθρα που εξετάζουν την ευθύνη των κρατών μελών.

    6.

    Είναι σκόπιμο να επισημανθεί ότι αν η Επιτροπή δεν είχε την τελική ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, η διαδικασία της κοινοτικής χρηματοδότησης θα έχανε πολύ από τη σημασία της, ιδίως όσον αφορά τη διαδικασία χορήγησης απαλλαγής. Οι συστάσεις, οι οποίες προέρχονται από τις αρμόδιες για τον προϋπολογισμό αρχές (άρθρο 276 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ), δεν θα είχαν στην πράξη κανένα πρακτικό αποτέλεσμα.

    Προτεινόμενο κανονιστικό πλαίσιο

    Όροι ενός κατάλληλου πλαισίου ελέγχου

    7.

    Για να μπορέσει η Επιτροπή να αναλάβει την τελική ευθύνη της κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού, στην πρόταση κανονισμού θα πρέπει να ληφθούν τα ακόλουθα βασικά στοιχεία που αποτελούν τη βάση της γνωμοδότησης του Συνεδρίου αριθ. 2/2004 σχετικά με το πρότυπο του «ενιαίου ελέγχου».

    i)   Εντατικότητα των ελέγχων

    8.

    Στην ισχύουσα κανονιστική ρύθμιση δεν υπάρχει κανένα στοιχείο σχετικά με την εντατικότητα των ελέγχων σε επίπεδο τελικού δικαιούχου που θα πρέπει να βασίζεται σε σύγκριση μεταξύ του κόστους των ελέγχων οι οποίοι βαρύνουν τα κράτη μέλη και την Επιτροπή και του οφέλους που αποφέρουν. Το θέμα του καθορισμού ενός αποδεκτού ορίου εμπιστοσύνης και της σημαντικότητας αναφέρεται μόνο έμμεσα [άρθρο 61 παράγραφος 1 στοιχείο ε) σημείο ii) και άρθρο 61 παράγραφος 1 στοιχείο ζ)]. Θα ήταν επιθυμητό να προβλεφθούν ρητά ενδεδειγμένα κριτήρια στους κανόνες εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 58 παράγραφος 6. Θα ήταν αναγκαίο επίσης να δοθεί ο ορισμός των όρων «εύλογη διαβεβαίωση» και «εγκυρότητα της αίτησης».

    ii)   Καθορισμός κατάλληλων προτύπων

    9.

    Η αναφορά στα «διεθνή ελεγκτικά πρότυπα» [άρθρο 61 παράγραφος 1 στοιχείο α)] δεν είναι επαρκώς ακριβής για να στηρίζονται οι διαδικασίες ελέγχου σε κοινά πρότυπα και αρχές. Θα ήταν σκόπιμο να προβλεφθεί, στο πλαίσιο των προαναφερθέντων λεπτομερών κανόνων εφαρμογής, μια εκ των προτέρων αποδοχή προτύπων, η οποία να περικλείει τόσο τον έλεγχο των συστημάτων όσο και εκείνον των ίδιων των πράξεων.

    iii)   Πλαισίωση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου

    10.

    Στο άρθρο 54 του δημοσιονομικού κανονισμού προβλέπεται ότι τα εκτελεστικά καθήκοντα που μεταβιβάζονται πρέπει να είναι επακριβώς καθορισμένα και πλήρως ελεγχόμενα όσον αφορά την άσκησή τους. Το άρθρο 35 παράγραφος 1 των κανόνων εφαρμογής του κανονισμού αυτού καθορίζει ότι σε περίπτωση επιμερισμένης διαχείρισης η Επιτροπή βεβαιώνεται με εκ των προτέρων εξέταση, βάσει δικαιολογητικών και επιτόπου, για την ύπαρξη, την καταλληλότητα και την ορθή λειτουργία των διαδικασιών και των συστημάτων στο πλαίσιο των οργανισμών στους οποίους αναθέτει τη διαχείριση. Η πρόταση κανονισμού αποκλίνει από τις διατάξεις αυτές ως προς το ότι πριν από την έγκριση ενός επιχειρησιακού προγράμματος από την Επιτροπή τα κράτη μέλη είναι εκείνα που πρέπει να μεριμνούν για τη συγκρότηση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου (άρθρο 70). Με τις συνθήκες αυτές θα ήταν επιθυμητό να προβλέπεται, αν όχι μια διαδικασία έγκρισης, τουλάχιστον μια πλαισίωση, εκ μέρους της Επιτροπής, των διαδικασιών καθορισμού των οργανισμών διαχείρισης και ελέγχου σε εθνικό επίπεδο. Επιπλέον, θα ήταν εξίσου επιθυμητό να συσταθεί σε εθνικό επίπεδο ένας ενδιάμεσος οργανισμός, ο οποίος θα εξασφαλίζει το ρόλο του συνομιλητή έναντι των κοινοτικών αρχών.

    11.

    Μια σημαντική ενίσχυση του κοινοτικού ελέγχου θα πρέπει να αποτελεί το αναγκαίο αντιστάθμισμα ενός συστήματος στο οποίο η διαχείριση των σχεδίων υπάγεται στις εθνικές και περιφερειακές αρχές (10). Οι όροι που μόλις αναφέρθηκαν είναι σημαντικοί ακόμη περισσότερο που στο εξής οι κανόνες επιλεξιμότητας των δαπανών θα καθορίζονται κυρίως σε εθνικό επίπεδο.

    Ευθύνη σχετικά με τη νομιμότητα και την κανονικότητα

    12.

    Ο δημοσιονομικός κανονισμός (άρθρο 60 παράγραφος 1) προβλέπει ότι ο διατάκτης αναλαμβάνει τη διασφάλιση της νομιμότητας και της κανονικότητας των δαπανών. Αναφέρει επίσης (άρθρο 53 παράγραφος 6) ότι σε περίπτωση επιμερισμένης διαχείρισης, τα κράτη μέλη εξακριβώνουν τακτικά αν οι ενέργειες που πρέπει να χρηματοδοτηθούν από τον κοινοτικό προϋπολογισμό εκτελέστηκαν ορθά, λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη των παρατυπιών και της απάτης και κινούν, εφόσον συντρέχει περίπτωση, διαδικασίες δίωξης προκειμένου να ανακτήσουν τα αχρεωστήτως καταβληθέντα κονδύλια.

    13.

    Ως προς τις διατάξεις αυτές, με την πρόταση κανονισμού (άρθρο 69 παράγραφος 1) ανατίθεται στα κράτη μέλη η ευθύνη της νομιμότητας και της κανονικότητας των σχετικών συναλλαγών (βλέπε παράγραφο 5). Η μεταβίβαση της ευθύνης στα κράτη μέλη που απορρέει είναι εξάλλου το επακόλουθο της έγκρισης, εκ μέρους τους, των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου που προβλέπεται στο άρθρο 70.

    14.

    Βέβαια, σε περίπτωση που υπάρχουν αμφιβολίες για τη λειτουργία των συστημάτων ή σε περίπτωση παρατυπιών που διαπιστώθηκαν ή για τις οποίες υπάρχουν αμφιβολίες, η Επιτροπή θα μπορούσε να διακόψει την πληρωμή για διάρκεια έξι έως δώδεκα μηνών (άρθρο 89). Επίσης, προβλέπεται τα κράτη μέλη και η Επιτροπή να μπορούν να πραγματοποιούν δημοσιονομικές διορθώσεις (άρθρα 99 και 100 της πρότασης). Τα μέτρα αυτά δεν θα μπορούσαν ωστόσο να αποτελέσουν παρά μια περιορισμένη και συμπληρωματική συμβολή στην αναγκαία αυστηρότητα κατά την τρέχουσα διαχείριση. Η αποτελεσματικότητά τους σχετίζεται βασικά με τον αριθμό των διενεργηθέντων ελέγχων. Εξάλλου, επειδή η παρέμβαση των δημοσιονομικών διορθώσεων γίνεται μόνο μετά τα γεγονότα, οι διορθώσεις αυτές από μόνες τους δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν όλες τις συνέπειες των πράξεων που θα είχαν εκτελεστεί εκτός των απαιτουμένων κανονιστικών όρων.

    Ευθύνη σχετικά με τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση

    15.

    Στο άρθρο 60 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού αναφέρεται ότι ο διατάκτης εκτελεί τις δαπάνες σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης. Το άρθρο 27 του ίδιου αυτού κανονισμού καθορίζει τους όρους χρησιμοποίησης των κοινοτικών πιστώσεων σύμφωνα με τις αρχές της οικονομίας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας. Η διάταξη αυτή προβλέπει για κάθε δραστηριότητα του προϋπολογισμού τον καθορισμό ειδικών, μετρήσιμων, εφικτών, σχετικών και προσδιορισμένων χρονικά στόχων. Η Επιτροπή υποχρεούται να προβαίνει σε αξιολογήσεις εκ των προτέρων και εκ των υστέρων, τις οποίες κοινοποιεί αργότερα στις αρχές που προβαίνουν στις δαπάνες και στις νομοθετικές και δημοσιονομικές αρχές.

    16.

    Η πρόταση κανονισμού αναθέτει στα κράτη μέλη την ευθύνη σχετικά με τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (άρθρο 69). Η διάταξη αυτή περιορίζεται ωστόσο να αναφέρει την ύπαρξη «επαρκούς καθοδήγησης» σχετικά με τη συγκρότηση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι κοινοτικές πιστώσεις χρησιμοποιούνται «αποτελεσματικά και σωστά». Όταν πρόκειται για αποτελεσματικότητα (11) η πρόταση κανονισμού αναφέρεται σχεδόν αποκλειστικά στα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου και εμμέσως σε εκείνα που αφορούν μόνο τη νομιμότητα και κανονικότητα. Το άρθρο 59 της πρότασης περιορίζεται να αναθέτει στη διαχειριστική αρχή την ευθύνη της διαχείρισης και της υλοποίησης των προγραμμάτων «κατά αποτελεσματικό, αποδοτικό και σωστό τρόπο» και τέλος, αναφέρεται [στοιχείο ε)] στα πρότυπα ποιότητας που συμφωνήθηκαν μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών όσον αφορά τις προγενέστερες αξιολογήσεις.

    17.

    Όσον αφορά ειδικότερα τις αξιολογήσεις, η πρόταση κανονισμού προβλέπει ότι οι μέθοδοι και τα πρότυπα που εφαρμόζονται (άρθρο 45 παράγραφος 5) θα συμφωνηθούν μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών [άρθρο 59 εδάφιο ε)]. Η ποιότητα των προτύπων αυτών θα είναι ιδιαίτερα σημαντική στο πλαίσιο των προγενέστερων αξιολογήσεων οι οποίες ανατίθενται στα κράτη μέλη (άρθρο 46 παράγραφος 2 και άρθρο 46 παράγραφος 3) και οι οποίες μεταξύ άλλων πρέπει να επισημάνουν την κοινοτική προστιθέμενη αξία των επιχειρησιακών προγραμμάτων.

    18.

    Συνεπώς, είναι ιδιαίτερα σημαντικό οι λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή που πρέπει να εγκριθούν από την Επιτροπή βάσει του άρθρου 58 παράγραφος 6 της πρότασης κανονισμού να παράσχουν κάθε αναγκαία διευκρίνιση προς το σκοπό αυτό.

    Τήρηση δικαιολογητικών εγγράφων

    19.

    Στο άρθρο 88 της πρότασης κανονισμού αναφέρεται ότι τα δικαιολογητικά των δαπανών τηρούνται και τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου για περίοδο τουλάχιστον τριών ετών από το κλείσιμο του προγράμματος. Όσον αφορά τις συγχρηματοδοτούμενες παρεμβάσεις, για τις οποίες η επιλεξιμότητα των δαπανών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εθνική νομοθεσία, θα ήταν επιθυμητό να προβλεφθεί ρητά ότι η προθεσμία των τριών ετών δεν προδικάζει εθνικές διατάξεις που προβλέπουν μεγαλύτερες προθεσμίες.

    20.

    Οι εν λόγω παρατηρήσεις εφαρμόζονται επίσης σε περίπτωση τμηματικού κλεισίματος των επιχειρησιακών προγραμμάτων (άρθρο 97). Στην ειδική αυτή περίπτωση, κατά παρέκκλιση του γενικού κανόνα (άρθρο 88), η προθεσμία τήρησης των δικαιολογητικών τρέχει από την ημερομηνία του τμηματικού κλεισίματος (άρθρο 98 παράγραφος 2). Ο έλεγχος κατά το τέλος της περιόδου προγραμματισμού του συνόλου ενός επιχειρησιακού προγράμματος θα είχε περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό, επειδή μπορεί να μην είναι πλέον διαθέσιμα τα δικαιολογητικά έγγραφα των πράξεων που είχαν κλείσει προηγουμένως. Το Συνέδριο θεωρεί ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο μπορεί να οδηγήσει στην καταπάτηση των προνομίων ελέγχου του, όπως προβλέπονται από το άρθρο 248 της συνθήκης ΕΚ.

    Αυξημένη αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων

    Προγραμματισμός και καθορισμός στόχων

    21.

    Σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να υποβάλλει ένα «εθνικό στρατηγικό πλαίσιο αναφοράς», το οποίο να συμβαδίζει με τις «κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή» που πρέπει να θεσπίσει το Συμβούλιο (άρθρο 23). Εντούτοις, παρατηρείται ότι το «εθνικό στρατηγικό πλαίσιο αναφοράς» δεν αφορά το στόχο «Ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία».

    22.

    Το περιεχόμενο του «εθνικού στρατηγικού πλαισίου αναφοράς» (άρθρο 25) δεν είναι αρκετά ακριβές (ως προς τα μέτρα, την κατανομή πόρων και τα αναμενόμενα αποτελέσματα) για να υπάρχουν αναλυτικά πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με τη στρατηγική εθνικής και περιφερειακής ανάπτυξης· ούτε και διευκρινίζονται «οι θεματικές και εδαφικές προτεραιότητες», οι οποίες προορίζονται να προσδιορίζουν τις δράσεις που πρέπει να χρηματοδοτηθούν. Εξάλλου, υπάρχει κίνδυνος, το πλαίσιο αυτό να περιοριστεί μόνο στους τομείς που αφορούν οι συγχρηματοδοτούμενες παρεμβάσεις. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή, η οποία καλείται να εγκρίνει τα πλαίσια, δεν θα είναι σε θέση να υπογραμμίζει τις διάφορες πτυχές των επιχειρησιακών προγραμμάτων.

    23.

    Τα επιχειρησιακά προγράμματα χαρακτηρίζονται επίσης από έλλειψη ακριβείας, επειδή δεν ζητείται καμία πληροφορία για τα διάφορα μέτρα που αποσκοπούν στην επίτευξη των στόχων και κατευθυντηρίων γραμμών προτεραιότητας. Το γεγονός αυτό παρεμποδίζει κάθε επιλογή μεταξύ των μέτρων. Οι συγκεκριμένοι στόχοι θα προσδιοριστούν ποσοτικά με τη χρήση περιορισμένου αριθμού δεικτών για την υλοποίηση, τα αποτελέσματα και τις επιπτώσεις. Σε σχέση με την ισχύουσα κανονιστική ρύθμιση δεν προβλέπεται πλέον η περιγραφή των λεπτομερών κανόνων διαχείρισης του επιχειρησιακού προγράμματος (άρθρο 36). Έτσι, ούτε το «εθνικό στρατηγικό πλαίσιο αναφοράς», ούτε τα επιχειρησιακά προγράμματα δεν θα αποτελούν πλέον πραγματικά μέσα διαχείρισης και παρακολούθησης για την Επιτροπή. Κατά συνέπεια, δεν είναι σαφές με ποιο τρόπο η Επιτροπή θα μπορεί να εξακριβώνει κατά πόσο ένας συντονισμός με τα επιχειρησιακά προγράμματα θα εφαρμόζεται σε εθνικό επίπεδο.

    Βελτιωμένη ενσωμάτωση των παρεμβάσεων

    24.

    Η αιτιολόγηση της διατήρησης χωριστών Ταμείων (σε σχέση με μια πιθανή συνένωση των Ταμείων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 161 της συνθήκης ΕΚ) δεν εξετάζεται στη διευρυμένη ανάλυση των επιπτώσεων, ενώ θα άξιζε να πραγματοποιηθεί μια ανάλυση σε βάθος των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων των διαφόρων πιθανών επιλογών. Η διευρυμένη ανάλυση επιπτώσεων παρέχει ωστόσο επιχειρήματα υπέρ της σύστασης ενός μόνου Ταμείου. Πράγματι, δηλώνεται ότι για το σημερινό στόχο 2 η σχετική θεματική διασπορά των χρηματοδοτουμένων σχεδίων, συγχρόνως με την κατάτμηση που προέκυψε από τον προσδιορισμό των ζωνών, δεν έδωσε τη δυνατότητα να εφαρμοστούν οι ενδεδειγμένες πολιτικές. Επιπλέον, δεν μπόρεσε να χρησιμοποιηθεί επαρκώς ο συντονισμός ΕΤΠΑ-ΕΚΤ στο πλαίσιο του στόχου 3. Συνεπώς, αναγνωρίζεται η ανάγκη:

    για μια μεγαλύτερη θεματική συγκέντρωση υπέρ της ανταγωνιστικότητας,

    για μια μεγαλύτερη συμπληρωματικότητα μεταξύ του ΕΓΤΠΕ και του ΕΚΤ εκτός από το στόχο σύγκλισης.

    25.

    Η καθιέρωση της αρχής «ένα Ταμείο/ένα επιχειρησιακό πρόγραμμα» που βασίστηκε στο στόχο της απλοποίησης δεν δίνει τη δυνατότητα να ευνοηθεί η έρευνα για τον αναγκαίο συντονισμό.

    26.

    Είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αιτιολογηθεί, στο πλαίσιο του στόχου «σύγκλιση», ο διαχωρισμός μεταξύ του ΕΤΠΑ και του Ταμείου Συνοχής. Τα Ταμεία αυτά βρίσκονται κατά κανόνα στα ίδια επιχειρησιακά προγράμματα και αφορούν τα ίδια θέματα (υποδομές στον τομέα μεταφορών, σχέδια/δράση στο τομέα του περιβάλλοντος). Συχνά οι δράσεις τους/σχέδια έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα (π.χ. το Ταμείο Συνοχής, το οποίο χρηματοδοτεί ένα τμήμα ενός αυτοκινητοδρόμου, το ΕΤΠΑ το υπόλοιπο). Η διαφορά βρίσκεται στο επίπεδο της επιλεξιμότητας των περιοχών/κρατών [λιγότερο από 75 % του μέσου κοινοτικού όρου του ΑΕγχΠ/κάτοικο αντίστοιχα (διαρθρωτικά ταμεία), λιγότερο από 90 % του μέσου κοινοτικού όρου του ΑΕΕ ανά κάτοικο (Ταμείο Συνοχής)], στο επίπεδο των ανωτάτων ορίων συνεισφοράς (άρθρο 51: 85 % για το Ταμείο Συνοχής, 75 % για το ΕΤΠΑ, μολονότι το ανώτατο ποσοστό ΕΤΠΑ μπορεί να φθάσει το 85 % σε ειδικές περιπτώσεις (άρθρο 51 παράγραφος 4 και άρθρο 52 παράγραφος 1) και στο επίπεδο προκαταβολής (άρθρο 81) που αντιπροσωπεύει το 7 % για τα διαρθρωτικά ταμεία και το 10,5 % για το Ταμείο Συνοχής. Συχνά, οι ίδιοι δημόσιοι οργανισμοί διαχειρίζονται τις δράσεις του ΕΤΠΑ και τα σχέδια του Ταμείου Συνοχής. Οι έννοιες του μεγάλου σχεδίου και του σχεδίου που αποφέρει έσοδα ισχύουν τόσο για το ΕΤΠΑ όσο και για το Ταμείο Συνοχής. Για λόγους συνέπειας, θα ήταν ενδεδειγμένο να υπάρχει μόνο ένα Ταμείο τουλάχιστον για το ΕΤΠΑ και το Ταμείο Συνοχής επειδή οι διαφορές που αναφέρθηκαν παραπάνω δεν αποτελούν σημαντικά εμπόδια.

    27.

    Αν γίνει αναφορά στο άρθρο 3 παράγραφος 2 της πρότασης, είναι δύσκολο να γίνει σαφής διάκριση μεταξύ των δράσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α) και εκείνων που αναφέρονται στο στοιχείο β). Η πραγματική διαφορά φαίνεται να είναι «εδαφική» (επιλέξιμες ζώνες) και «οικονομική» (χορηγούμενη συνδρομή).

    28.

    Από πρακτικής πλευράς, η διάταξη του άρθρου 33 (χρηματοδότηση από ένα Ταμείο με 5 % κατ' ανώτατο όριο που μπορεί να προέλθει από ένα άλλο Ταμείο) αποτελεί πρόσθετη δυσχέρεια που προκύπτει από την ύπαρξη πολλών Ταμείων.

    Κατάλληλος διοικητικός μηχανισμός σε επίπεδο Επιτροπής

    29.

    Το Συνέδριο έχει αναφέρει στο παρελθόν (12) πολυάριθμες καθυστερήσεις που οφείλονταν στις υπηρεσίες της Επιτροπής κατά τα διάφορα στάδια προγραμματισμού και στη διενέργεια των ελέγχων. Κατά συνέπεια, είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν διοικητικές διαρθρώσεις, καθώς και κατάλληλες διαδικασίες. Επιπλέον, θα πρέπει να καθοριστούν ακριβείς προθεσμίες σε πολλές προτεινόμενες διατάξεις (άρθρο 31 παράγραφος 5, άρθρο 32 παράγραφος 2, άρθρο 40 παράγραφος 3, άρθρο 85 παράγραφος 2, άρθρο 96 παράγραφος 1). Επίσης, είναι σκόπιμο οι αρμόδιες υπηρεσίες των διαφόρων Ταμείων να καθορίσουν κατά τον ίδιο τρόπο τη στρατηγική ελέγχου, την κατανομή των πόρων και το απαιτούμενο επίπεδο διαβεβαίωσης.

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

    30.

    Στον ακόλουθο πίνακα το Συνέδριο παρουσιάζει ειδικές παρατηρήσεις. Στο μέρος αυτό, παρατηρείται επανειλημμένως η έλλειψη διευκρινίσεων που αφορούν ορισμένες προθεσμίες ή ορισμένες χρησιμοποιούμενες εκφράσεις. Υπάρχει κίνδυνος το γεγονός αυτό να οδηγήσει σε διαφορετικές ερμηνείες και να υπονομεύσει τη νομική εμβέλεια των σχετικών διατάξεων.

    ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ

    Άρθρο 3 παράγραφος 1

    1.

    Η δράση που αναλαμβάνει η Κοινότητα με βάση το άρθρο 158 της συνθήκης προορίζεται να ενισχύσει την οικονομική και κοινωνική συνοχή της διευρυμένης Κοινότητας προκειμένου να προωθήσει την εναρμονισμένη, ισόρροπη και αειφόρο ανάπτυξη της Κοινότητας. Η δράση αυτή αναλαμβάνεται με την βοήθεια των Ταμείων, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤρΕ) και άλλων υφιστάμενων χρηματοδοτικών μέσων. Στοχεύει στην αντιμετώπιση των προκλήσεων που συνδέονται με τις οικονομικές, κοινωνικές και εδαφικές διαφορές ιδίως σε χώρες και περιφέρειες των οποίων η ανάπτυξη υστερεί, με την επιτάχυνση της οικονομικής και κοινωνικής αναδιάρθρωσης και με τη γήρανση του πληθυσμού. Η δράση που αναλαμβάνεται στα πλαίσια των Ταμείων ενσωματώνει σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο τις προτεραιότητες της Κοινότητας υπέρ της αειφόρου ανάπτυξης με την ενίσχυση της ανάπτυξης, της ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης, της κοινωνικής ένταξης καθώς και της προστασίας και της ποιότητας του περιβάλλοντος.

    Η μνεία των δράσεων που αφορά το άρθρο 158 της συνθήκης ΕΚ είναι ελλιπής, διότι από τις δράσεις αυτές αποκλείεται η αγροτική ανάπτυξη. Παρακάτω (παράγραφος 3) αναφέρεται ωστόσο ότι η ενίσχυση των Ταμείων στηρίζει κατά τον ενδεικνυόμενο τρόπο την ανανέωση των αγροτικών περιοχών και των περιοχών που εξαρτώνται από την αλιεία μέσω της οικονομικής διαφοροποίησης, καθώς και τις ορεινές περιοχές.

    Άρθρο 3 παράγραφος 2

    2.

    Προς το σκοπό αυτό, το ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ, το Ταμείο Συνοχής, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤρΕ) και άλλα υφιστάμενα κοινοτικά χρηματοδοτικά μέσα συμβάλουν το καθένα κατά τον ενδεικνυόμενο τρόπο στην επίτευξη των ακόλουθων τριών στόχων:

    α)

    ο στόχος «Σύγκλιση» αποβλέπει στην επιτάχυνση της σύγκλισης των λιγότερο αναπτυγμένων κρατών μελών και περιφερειών μέσω της βελτίωσης των συνθηκών για την ανάπτυξη και την απασχόληση με την αύξηση και τη βελτίωση της ποιότητας των επενδύσεων σε φυσικό και ανθρώπινο κεφάλαιο, την ανάπτυξη της καινοτομίας και της κοινωνίας της γνώσης, την προσαρμοστικότητα στις οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές, την προστασία και βελτίωση του περιβάλλοντος καθώς και την ενίσχυση της διοικητικής αποτελεσματικότητας. Ο στόχος αυτός αποτελεί την προτεραιότητα των Ταμείων·

    (…)

    Η πρόταση κανονισμού περιλαμβάνει τη «διοικητική αποτελεσματικότητα» μεταξύ των δράσεων που πρέπει να χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του στόχου «Σύγκλιση». Η έννοια της «διοικητικής αποτελεσματικότητας», η οποία αναφέρεται επίσης στο άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο β) και στο άρθρο 26 παράγραφος 3 στοιχείο γ), θα άξιζε να διευκρινιστεί ακόμη περισσότερο που η πρόταση κανονισμού χρησιμοποιεί επίσης την έννοια της «διοικητικής ικανότητας» (άρθρο 44 παράγραφος 1).

    Άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 2

    1.

    Οι περιφέρειες που είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από τα Διαρθρωτικά Ταμεία στα πλαίσια του στόχου «Σύγκλιση» είναι οι περιφέρειες που αντιστοιχούν στο επίπεδο II της ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων (που στη συνέχεια αναφέρονται ως «NUTS επίπεδο II») κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, των οποίων το κατά κεφαλή ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ), μετρούμενο σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης και υπολογιζόμενο με βάση τα κοινοτικά στοιχεία για τα τελευταία τρία έτη που διατίθενται κατά την […], είναι μικρότερο του 75 % του κοινοτικού μέσου όρου.

    2.

    Οι περιφέρειες NUTS επίπεδο II των οποίων το κατά κεφαλή ΑΕΠ, μετρούμενο σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης και υπολογιζόμενο με βάση τα κοινοτικά στοιχεία για τα τελευταία τρία έτη που διατίθενται στις […], κυμαίνεται από 75 % έως […] % του κοινοτικού μέσου όρου είναι επιλέξιμες, επί μια μεταβατική και ειδική περίοδο, για χρηματοδότηση από τα Διαρθρωτικά Ταμεία.

    Ο καθορισμός των επιλέξιμων περιοχών ανάλογα με το ΑΕγχΠ μόνο είναι ανεπαρκής σε σχέση με τον πολυδιάστατο χαρακτήρα της αναπτυξιακής απόκλισης. Πράγματι, δεν θα μπορούσαν να μην ληφθούν υπόψη πτυχές, όπως ο εξοπλισμός σε βασικά έργα υποδομής, το ποσοστό ανεργίας, η παραγωγικότητα της εργασίας, η οικονομική διάρθρωση, η παιδεία και η κατάρτιση, η ποιότητα του περιβάλλοντος, η μετανάστευση, η έρευνα και η ανάπτυξη.

    Άρθρο 5 παράγραφος 2

    2.

    Οι περιφέρειες NUTS επίπεδο II των οποίων το κατά κεφαλή ΑΕΠ, μετρούμενο σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης και υπολογιζόμενο με βάση τα κοινοτικά στοιχεία για τα τελευταία τρία έτη που διατίθενται στις […], κυμαίνεται από 75 % έως […] % του κοινοτικού μέσου όρου είναι επιλέξιμες, επί μια μεταβατική και ειδική περίοδο, για χρηματοδότηση από τα Διαρθρωτικά Ταμεία.

    Θα ήταν σκόπιμο να καθοριστεί το (δεύτερο) ποσοστό του μέσου κοινοτικού όρου.

    Άρθρο 6 παράγραφος 1

    1.

    Οι περιοχές που είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από τα Διαρθρωτικά Ταμεία στα πλαίσια του στόχου «Περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και απασχόληση» είναι εκείνες που δεν καλύπτονται από το άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 2. Όταν υποβάλει το εθνικό στρατηγικό πλαίσιο αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 25, κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προσδιορίζει τις περιφέρειες NUTS I ή NUTS II για τις οποίες πρόκειται να υποβάλλει πρόγραμμα για χρηματοδότηση από το ΕΤΠΑ.

    Πρέπει να επισημανθεί ότι ο στόχος «Περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και απασχόληση» έχει μια δυνητικά πολύ ευρεία γεωγραφική κάλυψη και συνεπώς μη επιλεκτική. Θα ήταν σκόπιμο να καθοριστούν κριτήρια για την επιλεξιμότητα του στόχου αυτού.

    Άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2

    1.

    Για τους σκοπούς της διασυνοριακής συνεργασίας, επιλέξιμες για χρηματοδότηση είναι οι περιφέρειες NUTS επίπεδο III της Κοινότητας κατά μήκος των εσωτερικών και ορισμένων εξωτερικών συνόρων και ορισμένες περιφέρειες NUTS επίπεδο III της Κοινότητας κατά μήκος των θαλάσσιων συνόρων που χωρίζονται, κατά γενικό κανόνα, από μέγιστη απόσταση 150 χιλιομέτρων, λαμβανομένων υπόψη πιθανών προσαρμογών που απαιτούνται για να εξασφαλιστεί η συνέπεια και η συνέχεια της δράσης συνεργασίας. Αμέσως μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή καταρτίζει, με βάση τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 104 παράγραφος 2, τον κατάλογο των επιλέξιμων περιφερειών. Ο κατάλογος αυτός ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2007 ως τις 31 Δεκεμβρίου 2013.

    2.

    Για τους σκοπούς της διεθνικής συνεργασίας, με βάση τις κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στα άρθρα 23 και 24, η Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 104 παράγραφος 2, καταρτίζει τον κατάλογο των επιλέξιμων διεθνικών περιοχών. Ο κατάλογος αυτός ισχύει από 1ης Ιανουαρίου 2007 ως τις 31 Δεκεμβρίου 2013.

    Πριν από την πρόταση του στόχου «ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία» θα έπρεπε να έχει προηγηθεί μια ανάλυση της κατάστασης των περιφερειών αυτών και ένας σαφής καθορισμός των αναγκών τους με σκοπό τη συγκέντρωση των προσπαθειών. Οι διατάξεις που αφορούν την επιλογή των επιλέξιμων περιοχών θα πρέπει να ολοκληρωθούν με κριτήρια που να καθορίζονται με ακρίβεια από τον κανονισμό και ιδίως με τη στάθμισή τους.

    Άρθρο 10 παράγραφος 3

    3.

    Σε ετήσια βάση η Επιτροπή ζητά τη γνώμη των οργανισμών που εκπροσωπούν τους κοινωνικούς εταίρους σε ευρωπαϊκό επίπεδο σχετικά με την ενίσχυση από τα Ταμεία.

    Το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο β) αναφέρεται στους οικονομικούς και κοινωνικούς εταίρους. Θα ήταν επιθυμητό να χρησιμοποιείται η ίδια έκφραση στην παράγραφο 3.

    Άρθρο 13

    1.

    Η οικονομική συνεισφορά από τα Διαρθρωτικά Ταμεία δεν αντικαθιστά τις δημόσιες ή ισοδύναμες διαρθρωτικές δαπάνες των κρατών μελών.

    2.

    Για τις περιφέρειες που καλύπτονται από τον στόχο «Σύγκλιση» η Επιτροπή και το κράτος μέλος καθορίζουν το ύψος της δημόσιας ή ισοδύναμης διαρθρωτικής δαπάνης το οποίο υποχρεούται να διατηρήσει το κράτος μέλος σε όλες τις εμπλεκόμενες περιφέρειες κατά τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού. Η δαπάνη αυτή συμφωνείται μεταξύ του κράτους μέλους και της Επιτροπής στα πλαίσια του εθνικού στρατηγικού πλαισίου αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 25.

    3.

    Το ύψος της δαπάνης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 είναι τουλάχιστον ίσο με το ύψος του πραγματικού ποσού της μέσης ετήσιας δαπάνης κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου προγραμματισμού. Το ύψος της δαπάνης καθορίζεται με βάση τις γενικές μακροοικονομικές συνθήκες στα πλαίσια των οποίων πραγματοποιείται η χρηματοδότηση και λαμβάνονται υπόψη ορισμένες συγκεκριμένες οικονομικές καταστάσεις, συγκεκριμένα οι ιδιωτικοποιήσεις καθώς και το εξαιρετικό ύψος της δημόσιας ή της ισοδύναμης ιδιωτικής διαρθρωτικής δαπάνης από το κράτος μέλος κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου προγραμματισμού.

    4.

    Για το στόχο «Σύγκλιση» η Επιτροπή, σε συνεργασία με κάθε κράτος μέλος, προβαίνει σε ενδιάμεσο έλεγχο της προσθετικότητας το 2011 και σε εκ των υστέρων έλεγχο έως τις 30 Ιουνίου 2016. Στην περίπτωση που κάποιο κράτος μέλος δεν είναι σε θέση να αποδείξει στις 30 Ιουνίου 2016 ότι τηρήθηκε η προσθετικότητα η οποία συμφωνήθηκε στα πλαίσια του εθνικού στρατηγικού πλαισίου αναφοράς, η Επιτροπή προχωρεί σε δημοσιονομική διόρθωση σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 101.

    Μόνο για το στόχο «Σύγκλιση» προβλέπεται η διαδικασία ελέγχου της εφαρμογής της αρχής της προσθετικότητας. Για τους δύο άλλους στόχους, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν περίπου το 20 % των πιστώσεων, δεν προβλέπεται καμία διάταξη. Μόνο η αιτιολογική έκθεση (παράγραφος 5 σημείο 3) διευκρινίζει ότι ο έλεγχος αυτός πρέπει να διενεργείται από τα κράτη μέλη κατ' εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας· ούτε και προβλέπεται να ενημερώνεται η Επιτροπή για τα αποτελέσματα των ελέγχων των κρατών μελών. Τούτο συνιστά αλλαγή ως προς την ισχύουσα κανονιστική ρύθμιση [άρθρο 11 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999].

    Άρθρο 13 παράγραφος 3

    3.

    Το ύψος της δαπάνης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 είναι τουλάχιστον ίσο με το ύψος του πραγματικού ποσού της μέσης ετήσιας δαπάνης κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου προγραμματισμού.

    Το ύψος της δαπάνης καθορίζεται με βάση τις γενικές μακροοικονομικές συνθήκες στα πλαίσια των οποίων πραγματοποιείται η χρηματοδότηση και λαμβάνονται υπόψη ορισμένες συγκεκριμένες οικονομικές καταστάσεις, συγκεκριμένα οι ιδιωτικοποιήσεις καθώς και το εξαιρετικό ύψος της δημόσιας ή της ισοδύναμης ιδιωτικής διαρθρωτικής δαπάνης από το κράτος μέλος κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου προγραμματισμού.

    Η δυνατότητα υπολογισμού των γενικών μακροοικονομικών συνθηκών, καθώς και ορισμένων συγκεκριμένων οικονομικών καταστάσεων χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις αφήνει ένα δυνητικά πολύ ευρύ περιθώριο ερμηνείας.

    Άρθρο 16 παράγραφος 1

    1.

    Οι συνολικοί πόροι για τον στόχο «Σύγκλιση» ανέρχονται στο 78,54 % των πόρων που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 15 (δηλαδή σύνολο 264,0 δισεκατ. ευρώ) και κατανέμονται στις διάφορες συνιστώσες ως εξής:

    α)

    67,34 % για την χρηματοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, με χρήση ως κριτηρίων του επιλέξιμου πληθυσμού, της περιφερειακής ευημερίας, της εθνικής ευημερίας και της ανεργίας για τον υπολογισμό των ενδεικτικών κατανομών ανά κράτος μέλος·

    β)

    8,38 % για τη μεταβατική και ειδική στήριξη που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2, με χρήση ως κριτηρίων του επιλέξιμου πληθυσμού, της περιφερειακής ευημερίας, της εθνικής ευημερίας και της ανεργίας για τον υπολογισμό των ενδεικτικών κατανομών ανά κράτος μέλος·

    γ)

    23,86 % για την χρηματοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3, με χρήση ως κριτηρίων του πληθυσμού, του κατά κεφαλή ΑΕΕ λαμβανομένης υπόψη της βελτίωσης στην εθνική ευημερία κατά την προηγούμενη περίοδο, και της έκτασης για τον υπολογισμό των ενδεικτικών κατανομών ανά κράτος μέλος, και

    δ)

    0,42 % για την χρηματοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 4, με τη χρήση ως κριτηρίου του επιλέξιμου πληθυσμού για τον υπολογισμό των ενδεικτικών κατανομών ανά κράτος μέλος.

    Θα ήταν επιθυμητό να αναφέρεται η στάθμιση μεταξύ των κριτηρίων η οποία αιτιολογεί τη διάθεση των κονδυλίων για τις διάφορες συνιστώσες.

    Άρθρο 16 παράγραφος 2

    2.

    Η ετήσια κατανομή των κονδυλίων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) είναι φθίνουσα από την 1η Ιανουαρίου 2007. Τα κονδύλια για το 2007 είναι χαμηλότερα από ό,τι για το 2006, εκτός από τις περιφέρειες εκείνες που δεν ήταν πλήρως επιλέξιμες για το στόχο 1 την 1η Ιανουαρίου 2000 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999, για τις οποίες τα κονδύλια για το 2007 πρέπει να είναι αντικειμενικά και δίκαια.

    Η έννοια των όρων «αντικειμενικά και δίκαια» δεν ορίζεται.

    Άρθρο 17 παράγραφος 1

    1.

    Οι συνολικοί πόροι για τον στόχο «Περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και απασχόληση» ανέρχονται στο 17,22 % των πόρων που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 15 (δηλαδή συνολικά σε 57,9 δισεκατ. ευρώ) και κατανέμονται στις διάφορες συνιστώσες ως ακολούθως:

    α)

    83,44 % για την χρηματοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, με την χρήση ως κριτηρίων του επιλέξιμου πληθυσμού, της περιφερειακής ευημερίας, της ανεργίας, του ποσοστού απασχόλησης και της πυκνότητας πληθυσμού για τον υπολογισμό των ενδεικτικών κατανομών ανά κράτος μέλος, και

    β)

    16,56 % για τη μεταβατική και ειδική στήριξη που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, με την χρήση ως κριτηρίων του επιλέξιμου πληθυσμού, της περιφερειακής ευημερίας, της εθνικής ευημερίας και της ανεργίας για τον υπολογισμό των ενδεικτικών κατανομών ανά κράτος μέλος.

    Θα ήταν επιθυμητό να αναφέρεται η στάθμιση μεταξύ των κριτηρίων η οποία αιτιολογεί τη διάθεση των κονδυλίων για τις διάφορες συνιστώσες.

    Άρθρο 17 παράγραφος 2

    2.

    Τα κονδύλια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) κατανέμονται εξίσου μεταξύ των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από το ΕΤΠΑ και των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από το ΕΚΤ.

    Θα ήταν επιθυμητό να καθοριστεί πώς θα πραγματοποιηθεί η κατανομή μεταξύ του ΕΤΠΑ και του ΕΚΤ.

    Άρθρο 17 παράγραφος 4

    4.

    Οι ετήσιες κατανομές των κονδυλίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) είναι φθίνουσες από την 1η Ιανουαρίου 2007. Τα κονδύλια για το 2007 είναι λιγότερα από αυτά του 2006, εκτός από τις περιφέρειες εκείνες των οποίων η επιλεξιμότητα για τον στόχο 1 με βάση τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 άρχισε το 2004, για τις οποίες τα κονδύλια για το 2007 είναι αντικειμενικά και δίκαια.

    Η έννοια των όρων «αντικειμενικά και δίκαια» δεν ορίζεται.

    Άρθρο 22

    Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι τα συνολικά ετήσια κονδύλια που διαθέτουν τα Ταμεία για κάθε κράτος μέλος με βάση τον παρόντα κανονισμό, δηλαδή η συνεισφορά του ΕΤΠΑ για τη χρηματοδότηση της διασυνοριακής συνιστώσας του Ευρωπαϊκού Χρηματοδοτικού Μέσου Γειτνίασης και Εταιρικής σχέσης με βάση τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […] και του Χρηματοδοτικού Μέσου για την Προένταξη με βάση τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […], και του τμήματος του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου για την αγροτική ανάπτυξη (ΕΓΤΑΑ) με βάση τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […] που προέρχεται από το ΕΓΤΠΕ-Τμήμα Προσανατολισμού, και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Αλιείας (EΤΑ) με βάση τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […] που συνεισφέρουν στον στόχο «Σύγκλιση», δεν ξεπερνούν το 4 % του ΑΕΠ του κράτους μέλους όπως αυτό εκτιμάται κατά τη στιγμή της έκδοσης της διοργανικής συμφωνίας.

    Οι κανονισμοί των χρηματοδοτικών μέσων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο εκτός από τα Ταμεία περιλαμβάνουν παρόμοια διάταξη.

    Όσον αφορά τα συνολικά ετήσια κονδύλια που διαθέτουν τα Ταμεία για κάθε κράτος μέλος, δεν αναφέρεται η ιδέα της 30ής αιτιολογικής σκέψης, η οποία αποβλέπει σε ετήσια διάθεση των πιστώσεων ανάλογα με την ικανότητα απορρόφησης των κρατών μελών.

    Άρθρο 24

    Οι κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 23 θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 161 της συνθήκης το αργότερο τρεις μήνες μετά την έκδοση του παρόντος κανονισμού. Η σχετική απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές υπόκεινται, εν ανάγκη, σε ενδιάμεση αναθεώρηση σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 161 της συνθήκης, προκειμένου να ληφθούν ιδιαίτερα υπόψη οι αλλαγές στις προτεραιότητες της Κοινότητας.

    Είναι σκόπιμο επίσης να διερωτηθούμε για τα αποτελέσματα που μπορεί να υπάρχουν στα πλαίσια από μια ενδεχόμενη τροποποίηση των κοινοτικών στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών. Πράγματι, σε κανένα άρθρο δεν προβλέπεται η αναθεώρηση των πλαισίων.

    Άρθρο 25 παράγραφος 3

    3.

    Το κεφάλαιο για τη στρατηγική του εθνικού στρατηγικού πλαισίου αναφοράς καθορίζει τη στρατηγική που επιλέχθηκε για το στόχο «Σύγκλιση» και για το στόχο «Περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και απασχόληση» και παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο οι επιλογές που έγιναν συμβαδίζουν με τις κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές με βάση ανάλυση των αναπτυξιακών ανισοτήτων, των αδυναμιών και των δυνατοτήτων που σχετίζονται ιδιαίτερα με τις αναμενόμενες αλλαγές στην ευρωπαϊκή και την παγκόσμια οικονομία. Στο έγγραφο καθορίζονται τα ακόλουθα:

    (…)

    β)

    για τον στόχο «Σύγκλιση» μόνο, τη δράση που προβλέπεται για την ενίσχυση της διοικητικής αποτελεσματικότητας του κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων και των δράσεων που αφορούν τη διαχείριση των Ταμείων και το σχέδιο αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 1·

    (…)

    Στο κείμενο αναφέρεται ότι η στρατηγική που επιλέχθηκε καθορίζει «τη δράση που προβλέπεται για την ενίσχυση της διοικητικής αποτελεσματικότητας του κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων και των δράσεων που αφορούν τη διαχείριση των Ταμείων». Έτσι, η έννοια της «ενίσχυσης της διοικητικής αποτελεσματικότητας του κράτους μέλους» φαίνεται να μπορεί να εφαρμόζεται πέρα από τη διαχείριση των Ταμείων. Συνεπώς, ο κίνδυνος είναι να χρηματοδοτείται ένα πολύ ευρύ φάσμα δράσεων.

    Άρθρο 25 παράγραφος 3

    3.

    Το κεφάλαιο για τη στρατηγική του εθνικού στρατηγικού πλαισίου αναφοράς καθορίζει τη στρατηγική που επιλέχθηκε για το στόχο «Σύγκλιση» και για το στόχο «Περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και απασχόληση» και παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο οι επιλογές που έγιναν συμβαδίζουν με τις κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές με βάση ανάλυση των αναπτυξιακών ανισοτήτων, των αδυναμιών και των δυνατοτήτων που σχετίζονται ιδιαίτερα με τις αναμενόμενες αλλαγές στην ευρωπαϊκή και την παγκόσμια οικονομία. Στο έγγραφο καθορίζονται τα ακόλουθα:

    (…)

    Προκειμένου να εξασφαλισθεί η παρακολούθηση, οι κύριοι στόχοι των προτεραιοτήτων που αναφέρονται στο στοιχείο α) ποσοτικοποιούνται και ορίζεται περιορισμένος αριθμός δεικτών για επίδοση και επιπτώσεις.

    Η επισήμανση «περιορισμένος αριθμός» δεν φαίνεται ενδεδειγμένη, ελλείψει περαιτέρω διευκρινίσεων. Εκείνο το οποίο είναι βασικό είναι οι επιλεγέντες δείκτες να μπορούν να εκφράζουν επαρκώς τα αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί καθώς και την επίπτωσή τους.

    Άρθρο 25 παράγραφος 4

    4.

    Για τον στόχο «Σύγκλιση» και το στόχο «Περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και απασχόληση», το κεφάλαιο για τις δράσεις περιλαμβάνει:

    α)

    κατάλογο των επιχειρησιακών προγραμμάτων και ενδεικτική ετήσια κατανομή κονδυλίων από κάθε ταμείο ανά πρόγραμμα, με την οποία εξασφαλίζεται η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ της περιφερειακής και της θεματικής δράσης. Ο κατάλογος αυτός περιλαμβάνει το ποσό του εθνικού αποθεματικού για απρόβλεπτα που αναφέρεται στο άρθρο 49·

    (…)

    Η έννοια των όρων «κατάλληλη ισορροπία» δεν ορίζεται.

    Άρθρο 26 παράγραφος 2

    2.

    Κάθε κράτος μέλος αποστέλλει στην Επιτροπή πρόταση για το εθνικό στρατηγικό πλαίσιο αναφοράς το ταχύτερο δυνατό μετά τη έκδοση των κοινοτικών στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών. Τα κράτη μέλη είναι δυνατόν να αποφασίσουν να υποβάλουν ταυτόχρονα και τα επιχειρησιακά προγράμματα που αναφέρονται στο άρθρο 31. Η Επιτροπή διαπραγματεύεται την πρόταση αυτή στα πλαίσια της εταιρικής σχέσης.

    Θα ήταν σκόπιμο να αντικατασταθούν οι όροι «το ταχύτερο δυνατό» από μία συγκεκριμένη προθεσμία.

    Άρθρο 30

    Η έκθεση της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 159, δεύτερη υποπαράγραφος της συνθήκης περιλαμβάνει ιδιαίτερα τα ακόλουθα:

    α)

    καταγραφή της προόδου όσον αφορά την οικονομική και κοινωνική συνοχή, δηλαδή την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση και την οικονομική ανάπτυξη των περιφερειών καθώς και την ενσωμάτωση των κοινοτικών προτεραιοτήτων·

    β)

    καταγραφή του ρόλου των Ταμείων, της ΕΤρΕ και των άλλων χρηματοδοτικών μέσων καθώς και των επιπτώσεων άλλων κοινοτικών και εθνικών πολιτικών στην πραγματοποιηθείσα πρόοδο. Η έκθεση περιλαμβάνει, εν ανάγκη, τυχόν προτάσεις για κοινοτικά μέτρα και πολιτικές που θα πρέπει να θεσπισθούν προκειμένου να ενισχυθεί η οικονομική και κοινωνική συνοχή. Περιλαμβάνει επίσης, εν ανάγκη, προτάσεις σχετικά με τυχόν προσαρμογές που συνδέονται με νέες πρωτοβουλίες για κοινοτικές πολιτικές στο πλαίσιο των στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών για τη συνοχή. Το έτος κατά το οποίο υποβάλλεται η εν λόγω έκθεση αντικαθιστά την ετήσια έκθεση της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 28. Αποτελεί αντικείμενο ετήσιας συζήτησης σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 29.

    Θα ήταν επιθυμητό να προβλεφθεί ρητά η έκθεση για τη συνοχή να εξετάζει επίσης την εδαφική διάσταση της συνοχής.

    Άρθρο 31 παράγραφος 3

    3.

    Το κράτος μέλος υποβάλλει πρόταση επιχειρησιακού προγράμματος στην Επιτροπή η οποία περιλαμβάνει όλες τις συνιστώσες που αναφέρονται στο άρθρο 36, το ταχύτερο δυνατό μετά την απόφαση της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 26 ή κατά τη στιγμή της υποβολής του εθνικού στρατηγικού πλαισίου αναφοράς που αναφέρεται στο ίδιο άρθρο 26.

    Θα ήταν σκόπιμο να αντικατασταθούν οι όροι «το ταχύτερο δυνατό» από μία συγκεκριμένη προθεσμία.

    Άρθρο 31 παράγραφος 5

    5.

    Η Επιτροπή εγκρίνει κάθε επιχειρησιακό πρόγραμμα το ταχύτερο δυνατό μετά την επίσημη υποβολή από το κράτος μέλος.

    Θα ήταν σκόπιμο να αντικατασταθούν οι όροι «το ταχύτερο δυνατό» από μία συγκεκριμένη προθεσμία (επί του παρόντος η προθεσμία είναι πέντε μηνών).

    Άρθρο 32 παράγραφος 2

    Η Επιτροπή εκδίδει απόφαση σχετικά με τα αιτήματα αναθεώρησης των επιχειρησιακών προγραμμάτων το ταχύτερο δυνατό μετά την επίσημη υποβολή του αιτήματος από το κράτος μέλος.

    Θα ήταν σκόπιμο να αντικατασταθούν οι όροι «το ταχύτερο δυνατό» από μία συγκεκριμένη προθεσμία.

    Άρθρο 35 παράγραφος 4

    4.

    Η Επιτροπή είναι δυνατόν, εάν το θεωρεί αναγκαίο για την αξιολόγηση μεγάλων έργων, να ζητήσει από την ΕΤρΕ να εξετάσει την τεχνική ποιότητα και την οικονομική και χρηματοδοτική βιωσιμότητα τέτοιων έργων, ιδιαίτερα όσον αφορά τα όργανα χρηματοοικονομικής τεχνικής που θα χρησιμοποιηθούν ή θα αναπτυχθούν.

    Το τέταρτο εδάφιο δεν είναι του ιδίου χαρακτήρα με τα τρία πρώτα και αναμφίβολα η θέση του θα ήταν καταλληλότερη στο άρθρο 40.

    Άρθρο 36 παράγραφος 1

    1.

    Τα επιχειρησιακά προγράμματα για τους στόχους «Σύγκλιση» και «Περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και απασχόληση» περιλαμβάνουν:

    (…)

    γ)

    πληροφορίες σχετικά με τις προτεραιότητες και τους συγκεκριμένους στόχους τους. Οι στόχοι αυτοί ποσοτικοποιούνται με τη χρήση περιορισμένου αριθμού δεικτών για την υλοποίηση, τα αποτελέσματα και τις επιπτώσεις, λαμβανομένης υπόψη της αρχής της αναλογικότητας. Οι δείκτες πρέπει να κάνουν δυνατή τη μέτρηση της προόδου σε σχέση με την υφιστάμενη κατάσταση και της αποτελεσματικότητας των στόχων που υλοποιούν τις προτεραιότητες·

    (…)

    Θα πρέπει να καθοριστεί η έννοια των όρων «περιορισμένου αριθμού δεικτών λαμβανομένης υπόψη της αρχής της αναλογικότητας».

    Άρθρο 36 παράγραφος 4

    4.

    Τα επιχειρησιακά προγράμματα που χρηματοδοτούνται από το ΕΤΠΑ περιέχουν επιπλέον για τους στόχους «Σύγκλιση» και «Περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και απασχόληση» τα ακόλουθα:

    α)

    Δράσεις για την διαπεριφερειακή συνεργασία με τουλάχιστον μία περιφέρεια ενός άλλου κράτους μέλους σε κάθε περιφερειακό πρόγραμμα.

    (…)

    Οι αναφερόμενες δράσεις υπάγονται μάλλον στον στόχο «ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία».

    Άρθρο 40 παράγραφος 3

    3.

    Η Επιτροπή εκδίδει απόφαση το ταχύτερο δυνατόν μετά την υποβολή από το κράτος μέλος ή τη διαχειριστική αρχή όλων των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 39. Η απόφαση αυτή καθορίζει το φυσικό αντικείμενο, το ποσό για το οποίο ισχύει το ποσοστό συγχρηματοδότησης της προτεραιότητας, και το ετήσιο χρονοδιάγραμμα.

    Θα ήταν σκόπιμο να αντικατασταθούν οι όροι «το ταχύτερο δυνατό» από μία συγκεκριμένη προθεσμία.

    Άρθρο 45 παράγραφος 3

    3.

    Οι δραστηριότητες της αξιολόγησης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 οργανώνονται με ευθύνη των κρατών μελών ή της Επιτροπής, αναλόγως, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας και με βάση την εταιρική σχέση μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής. Οι αξιολογήσεις πραγματοποιούνται από ανεξάρτητους αξιολογητές. Τα αποτελέσματα δημοσιεύονται, εκτός των περιπτώσεων όπου η υπεύθυνη αρχή για την αξιολόγηση εκφράζει ρητές αντιρρήσεις, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 για την πρόσβαση στα έγγραφα

    Η έννοια των όρων «αρχή της αναλογικότητας» δεν ορίζεται.

    Άρθρο 46 παράγραφος 5

    5.

    Κατά τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού, τα κράτη μέλη πραγματοποιούν κατά περίπτωση αξιολογήσεις που συνδέονται με την παρακολούθηση των επιχειρησιακών προγραμμάτων στις περιπτώσεις που η παρακολούθηση των προγραμμάτων αποκαλύψει σημαντική απόκλιση από τους στόχους που τέθηκαν αρχικά και στην περίπτωση που υποβάλλονται προτάσεις για την αναθεώρηση των επιχειρησιακών προγραμμάτων. Τα αποτελέσματα υποβάλλονται στην επιτροπή παρακολούθησης για το επιχειρησιακό πρόγραμμα και στην Επιτροπή.

    Δεν ορίζονται οι έννοιες των όρων «σημαντική απόκλιση από τους στόχους που τέθηκαν αρχικά» και «[σημαντική] αναθεώρηση των επιχειρησιακών προγραμμάτων».

    Η δεύτερη παρατήρηση αφορά μόνο το γαλλικό κείμενο επειδή το επίθετο «σημαντική» δεν υπάρχει σε όλες τις γλώσσες.

    Άρθρο 48

    1.

    Στα πλαίσια της ετήσιας συζήτησης που αναφέρεται στο άρθρο 29 το Συμβούλιο, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 161 της συνθήκης, κατανέμει το 2011 το αποθεματικό που αναφέρεται στο άρθρο 20 στα κράτη μέλη για να ανταμείψει την πραγματοποιηθείσα πρόοδο σε σχέση με την αρχική κατάσταση:

    α)

    για τον στόχο «Σύγκλιση», με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

    i)

    αύξηση του κατά κεφαλήν ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος που μετρείται σε επίπεδο NUTS II, σε σχέση με τον κοινοτικό μέσο όρο, με βάση τα δεδομένα που διατίθενται για την περίοδο 2004-2010,

    ii)

    αύξηση του ποσοστού απασχόλησης σε επίπεδο NUTS II, με βάση τα δεδομένα που διατίθενται για την περίοδο 2004-2010·

    β)

    για τον στόχο «Περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και απασχόληση» με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

    i)

    αναλογικά στις περιφέρειες εκείνες που έχουν δαπανήσει μεταξύ του 2007 και του 2010 το 50 % τουλάχιστον των πιστώσεων ΕΤΠΑ σε δραστηριότητες που σχετίζονται με την καινοτομία όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […],

    ii)

    την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης σε επίπεδο NUTS II, με βάση τα δεδομένα που διατίθενται για την περίοδο 2004-2010.

    2.

    Κάθε κράτος μέλος κατανέμει τα σχετικά ποσά στα επιχειρησιακά προγράμματα λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο.

    Η ενεργοποίηση του αποθεματικού επίδοσης πραγματοποιείται κυρίως σε σχέση με κριτήρια των οποίων είναι πολύ δύσκολο να καθοριστεί η άμεση σχέση με τις δράσεις που αποτελούν αντικείμενο της κοινοτικής παρέμβασης. Η εξέλιξη του ΑΕγχΠ και του ποσοστού απασχόλησης εξαρτάται από παράγοντες πολύ πιο σύνθετους από τα επιχειρησιακά προγράμματα μόνο, των οποίων, επιπλέον, το οικονομικό αποτέλεσμα περιορίζεται συνήθως σε σχέση με το σύνολο των δημοσίων επενδύσεων. Εξάλλου, ο συνυπολογισμός μόνο της εξέλιξης προς τα άνω των δεικτών φαίνεται απλουστευμένος, διότι η συμβολή των διαρθρωτικών ενεργειών θα μπορούσε πράγματι να έχει συντελέσει στον περιορισμό μιας ενδεχόμενης μείωσης.

    Άρθρο 50

    Η συνεισφορά των Ταμείων διαφοροποιείται σε συνάρτηση με τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τη σοβαρότητα των ειδικών προβλημάτων, κυρίως οικονομικής, κοινωνικής ή εδαφικής φύσης·

    β)

    τη σημασία κάθε προτεραιότητας για τις κοινοτικές προτεραιότητες όπως καθορίζεται στις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας·

    γ)

    την προστασία και βελτίωση του περιβάλλοντος, κυρίως μέσω της εφαρμογής της αρχής της προφύλαξης, της αρχής της προληπτικής δράσης και της αρχής ο ρυπαίνων πληρώνει·

    δ)

    το ποσοστό κινητοποίησης της ιδιωτικής χρηματοδότησης, ιδίως στα πλαίσια εταιρικών σχέσεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα στους οικείους τομείς.

    Θα πρέπει να καθοριστεί η στάθμιση των κριτηρίων που πρέπει να εφαρμοστούν για τη διαφοροποίηση των ποσοστών συμμετοχής των Ταμείων.

    Άρθρο 54 παράγραφος 2

    2.

    Η δημόσια δαπάνη για έργα που παράγουν εισόδημα υπολογίζεται με βάση τη δαπάνη της επένδυσης μείον την τρέχουσα αξία του καθαρού εισοδήματος από την επένδυση για συγκεκριμένη περίοδο αναφοράς. Ο υπολογισμός λαμβάνει υπόψη την κερδοφορία που αναμένεται κανονικά από την σχετική κατηγορία επένδυσης και την εφαρμογή της αρχής ο ρυπαίνων πληρώνει, και εάν απαιτηθεί, την αρχή της ρήτρας επιείκειας που συνδέεται με την σχετική ευημερία του οικείου κράτους μέλους.

    Δεν καθορίζονται τα κριτήρια εφαρμογής της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» και της αρχής της ρήτρας επιείκειας που συνδέεται με τη σχετική ευημερία του οικείου κράτους μέλους. Η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει τη μεθοδολογική υποστήριξή της σχετικά με τον καθορισμό του ποσοστού παρέμβασης για τα εν λόγω σχέδια (βλέπε άρθρο 40 παράγραφος 2).

    Άρθρο 55 παράγραφος 1

    1.

    Οι δαπάνες είναι επιλέξιμες για συνεισφορά από τα Ταμεία εάν έχουν στην πραγματικότητα πραγματοποιηθεί από τον δικαιούχο για την υλοποίηση κάποιας δράσης μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2007 και της 31ης Δεκεμβρίου 2015. Οι συγχρηματοδοτούμενες δράσεις δεν πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί πριν από την έναρξη της ημερομηνίας για επιλεξιμότητα. Οι δαπάνες για μεγάλα έργα είναι επιλέξιμες από την ημερομηνία υποβολής του έργου στην Επιτροπή.

    Θα ήταν χρήσιμο ο κανόνας αυτός να καταστεί περισσότερο ευέλικτος για να προβλέπεται η συνεκτίμηση των προκαταρκτικών εργασιών σχετικά με τις δράσεις που πρέπει να χρηματοδοτηθούν. Κατά συνέπεια, η περίοδος επιλεξιμότητας θα μπορούσε να αρχίσει την 1η Ιουλίου 2006.

    Άρθρο 55 παράγραφος 3

    3.

    Οι κανόνες για την επιλεξιμότητα των δαπανών καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο αλλά υπόκεινται στις εξαιρέσεις που προβλέπονται στους ειδικούς κανονισμούς κάθε Ταμείου. Καλύπτουν το σύνολο της δημόσιας δαπάνης που δηλώνεται στα πλαίσια του επιχειρησιακού προγράμματος.

    Η εφαρμογή των εθνικών κανόνων επιλεξιμότητας θα είναι δύσκολη στο πλαίσιο του στόχου «Ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία», εφόσον οι χρηματοδοτούμενες ενέργειες υπάγονται στην αρμοδιότητα πολλών κρατών μελών. Η πτυχή αυτή δεν έχει ληφθεί υπόψη.

    Άρθρο 57 παράγραφος 1

    1.

    Τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου των επιχειρησιακών προγραμμάτων που συγκροτούνται από τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τα ακόλουθα:

    α)

    σαφή καθορισμό των αρμοδιοτήτων των οικείων φορέων στους τομείς της διαχείρισης και του ελέγχου και σαφή κατανομή αρμοδιοτήτων στα πλαίσια κάθε φορέα·

    β)

    σαφή διαχωρισμό των αρμοδιοτήτων μεταξύ φορέων όσον αφορά τη διαχείριση, την πιστοποίηση των δαπανών και τον έλεγχο καθώς και μεταξύ αυτών των αρμοδιοτήτων στα πλαίσια κάθε φορέα·

    γ)

    επαρκείς πόρους για κάθε φορέα προκειμένου να φέρει εις πέρας τις αρμοδιότητες που του έχουν ανατεθεί·

    δ)

    αποτελεσματικές ρυθμίσεις εσωτερικού ελέγχου·

    ε)

    αξιόπιστα συστήματα λογιστικής, παρακολούθησης και σύνταξης οικονομικών εκθέσεων υπό ηλεκτρονική μορφή·

    στ)

    αποτελεσματικό σύστημα σύνταξης εκθέσεων και παρακολούθησης στην περίπτωση ανάθεσης της πραγματοποίησης εργασιών σε τρίτους·

    ζ)

    την ύπαρξη εγχειριδίων για τις διαδικασίες όσον αφορά τις εργασίες που πρέπει να πραγματοποιηθούν·

    η)

    αποτελεσματικές ρυθμίσεις για τον έλεγχο της κανονικής λειτουργίας του συστήματος·

    θ)

    συστήματα και διαδικασίες για την εξασφάλιση επαρκούς διαδρομής ελέγχου·

    ι)

    διαδικασίες υποβολής εκθέσεων και παρακολούθησης των παρατυπιών καθώς και ανάκτησης των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών.

    Στο σημείο ι) της πρότασης αναφέρονται οι παρατυπίες. Θα ήταν σκόπιμο να γίνεται αναφορά σε έναν σαφή καθορισμό μόνο, ακόμη περισσότερο που η έννοια αυτή επαναλαμβάνεται σε πολλές διαδοχικές διατάξεις, (παραδείγματος χάρη άρθρο 69 παράγραφος 3, άρθρο 73 παράγραφος 4, άρθρο 89 παράγραφος 1 και άρθρο 99). Η χρησιμότητα μιας τέτοιας διάταξης περιορίζεται προς το παρόν από μια ασάφεια όσον αφορά τα στοιχεία που πρέπει να διαβιβάζονται.

    Άρθρο 57 παράγραφος 2

    2.

    Τα μέτρα που καθορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β), γ), δ), στ) και η) είναι ανάλογα της δημόσιας δαπάνης στα πλαίσια του οικείου επιχειρησιακού προγράμματος.

    Προβλέπεται να εφαρμόζονται πολλά από τα μέτρα που αναφέρει η διάταξη αυτή ανάλογα με το μέγεθος των δημοσίων δαπανών του επιχειρησιακού προγράμματος. Ωστόσο, η έννοια αυτή είναι ελάχιστα ακριβής για να είναι δυνατή η συνεπής εφαρμογή της. Κατά συνέπεια, πρόκειται για διατάξεις (διαχωρισμός αρμοδιοτήτων, επαρκείς πόροι, ρυθμίσεις εσωτερικού ελέγχου, υποβολής εκθέσεων και ελέγχου της λειτουργίας του συστήματος) των οποίων μια αναλογική εφαρμογή δύσκολα μπορεί να γίνει αντιληπτή. Εξάλλου, η εξαίρεση αυτή δεν εφαρμόζεται στα εγχειρίδια διαδικασίας χωρίς ωστόσο να μην προβλέπεται ένας σαφής καθορισμός. Θα ήταν επίσης αναγκαίο να καθοριστεί αν θεωρείται ή όχι ότι η αρχή της αναλογικότητας εφαρμόζεται στο άρθρο 13 (έλεγχος της αρχής της προσθετικότητας μόνο για το στόχο «Σύγκλιση»), στο άρθρο 46 παράγραφος 3 (συνολική ή συγκεκριμένη εκ των προτέρων αξιολόγηση), στο άρθρο 66 παράγραφος 2 (περιεχόμενο της ετήσιας έκθεσης και της τελικής έκθεσης υλοποίησης) και στο άρθρο 73 (διαδικασίες σχετικές με τον έλεγχο).

    Άρθρο 61 παράγραφος 1

    1.

    Η αρχή ελέγχου επιχειρησιακού προγράμματος ευθύνεται ιδιαίτερα για τα ακόλουθα:

    (…)

    β)

    φροντίζει ώστε να πραγματοποιούνται έλεγχοι των δράσεων με βάση το κατάλληλο δείγμα για την επαλήθευση των δαπανών που δηλώθηκαν·

    (…)

    Η έννοια των όρων «κατάλληλο δείγμα» θα πρέπει να καθοριστεί στους κανόνες εφαρμογής. Εν πάση περιπτώσει, οι απαιτήσεις που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη δεν θα πρέπει να είναι μικρότερες από εκείνες της περιόδου 2000-2006.

    Άρθρο 61 παράγραφος 1

    1.

    Η αρχή ελέγχου επιχειρησιακού προγράμματος ευθύνεται ιδιαίτερα για τα ακόλουθα:

    (…)

    γ)

    υποβάλει στην Επιτροπή εντός έξι μηνών από την έγκριση του επιχειρησιακού προγράμματος στρατηγική ελέγχου που καλύπτει τους φορείς οι οποίοι θα πραγματοποιήσουν τους ελέγχους που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β), τη μέθοδο που θα χρησιμοποιηθεί, τη μέθοδο δειγματοληψίας για τους ελέγχους των δράσεων και τον ενδεικτικό προγραμματισμό των ελέγχων προκειμένου να εξασφαλίσει ότι οι κύριοι φορείς ελέγχονται και ότι οι έλεγχοι κατανέμονται ομοιόμορφα σε ολόκληρη την περίοδο προγραμματισμού·

    (…)

    Η διάταξη αυτή αποσκοπεί στη διασφάλιση του ελέγχου των «κύριων φορέων» χωρίς ωστόσο να παρέχει τον ορισμό τους.

    Άρθρο 61 παράγραφος 1

    1.

    Η αρχή ελέγχου επιχειρησιακού προγράμματος ευθύνεται ιδιαίτερα για τα ακόλουθα:

    (…)

    ε)

    έως τις 30 Ιουνίου κάθε έτους από το 2008 έως το 2016:

    i)

    συντάσσει ετήσια έκθεση ελέγχου που περιλαμβάνει τις διαπιστώσεις των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τη στρατηγική ελέγχου όσον αφορά το επιχειρησιακό πρόγραμμα κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους και αναφέρει κάθε έλλειψη που διαπιστώθηκε στα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου του προγράμματος. Οι πληροφορίες σχετικά με τα έτη 2014 και 2015 είναι δυνατόν να συμπεριληφθούν στην τελική έκθεση που συνοδεύει τη δήλωση εγκυρότητας·

    ii)

    γνωμοδοτεί για το κατά πόσον το σύστημα διαχείρισης και ελέγχου λειτούργησε αποδοτικά προκειμένου να δώσει εύλογη διαβεβαίωση αξιοπιστίας για την ορθότητα των δηλώσεων δαπανών που υποβάλλονται στην Επιτροπή κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους και τη νομιμότητα και κανονικότητα των σχετικών συναλλαγών.

    (…)

    Η εξακρίβωση της Επιτροπής όσον αφορά τον έλεγχο των επιχειρησιακών προγραμμάτων στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη διαβίβαση, από την αρχή ελέγχου, μιας ετήσιας έκθεσης ελέγχου συνοδευόμενης από μία γνωμοδότηση. Εντούτοις, η προθεσμία διαβίβασης των εν λόγω εγγράφων (30 Ιουνίου) δεν θα επιτρέψει τον συνυπολογισμό τους ούτε στο πλαίσιο των ετήσιων δηλώσεων που πρέπει να καταρτίσουν οι γενικοί διευθυντές, ούτε για την κατάρτιση της δήλωσης αξιοπιστίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Αυτές οι ίδιες παρατηρήσεις εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στην ετήσια έκθεση που προβλέπεται από το άρθρο 66.

    Άρθρο 63 παράγραφος 2

    2.

    Με δική του πρωτοβουλία εκπρόσωπος της Επιτροπής είναι δυνατόν να συμμετάσχει στις εργασίες της επιτροπής παρακολούθησης σε συμβουλευτικό ρόλο. Είναι δυνατή η συμμετοχή ενός εκπροσώπου της ΕΤρΕ και ενός του ΕΤαΕ, με συμβουλευτικό ρόλο, για τα επιχειρησιακά προγράμματα τα οποία συγχρηματοδοτούν οι φορείς αυτοί.

    Σε αντίθεση με την ισχύουσα κανονιστική ρύθμιση [βλέπε άρθρο 35 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999], η συμμετοχή της Επιτροπής στις επιτροπές παρακολούθησης εναπόκειται στη δική της πρωτοβουλία. Η συμμετοχή αυτή φαίνεται αντίθετα επιθυμητή για τη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριακών στοιχείων, καθώς και της έγκρισης ενδεδειγμένων μέτρων σε εύθετο χρόνο.

    Άρθρο 65

    1.

    Η διαχειριστική αρχή και η επιτροπή παρακολούθησης εξασφαλίζουν την ποιότητα της υλοποίησης του επιχειρησιακού προγράμματος.

    2.

    Η διαχειριστική αρχή και η επιτροπή παρακολούθησης εξασφαλίζουν την παρακολούθηση σε σχέση με τους οικονομικούς δείκτες και τους δείκτες για την υλοποίηση, τα αποτελέσματα και τις επιπτώσεις που καθορίζονται στο επιχειρησιακό πρόγραμμα. Εάν η φύση της παρέμβασης το επιτρέπει, τα στατιστικά στοιχεία αναλύονται κατά φύλο και κατά κατηγορία μεγέθους των δικαιούχων επιχειρήσεων.

    3.

    Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, εξετάζει τους δείκτες που απαιτούνται για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του επιχειρησιακού προγράμματος.

    Θα πρέπει να τεθεί η αρχή ότι για κάθε συγχρηματοδοτούμενο σχέδιο καθορίζονται στόχοι υλοποίησης και ότι πραγματοποιείται αξιολόγηση των αποτελεσμάτων στο πλαίσιο του άρθρου 65. Πράγματι, υπάρχει κίνδυνος η διαχείριση κατά άξονα προτεραιότητας να παρουσιάσει μόνο πληροφοριακά στοιχεία γενικής φύσης.

    Άρθρο 66 παράγραφος 2

    2.

    Οι εκθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν τις ακόλουθες πληροφορίες προκειμένου να δοθεί σαφής εικόνα για την υλοποίηση του επιχειρησιακού προγράμματος:

    (…)

    ι)

    χρησιμοποίηση των ενισχύσεων που επεστράφησαν στη διαχειριστική αρχή ή σε άλλη δημόσια αρχή κατά τη διάρκεια της περιόδου υλοποίησης του επιχειρησιακού προγράμματος. Το εύρος των πληροφοριών που διαβιβάζονται στην Επιτροπή είναι ανάλογο με το συνολικό ποσό της δημόσιας δαπάνης του οικείου επιχειρησιακού προγράμματος.

    (…)

    Θα πρέπει να καθοριστεί η σχέση που πρέπει να εφαρμόζεται μεταξύ του εύρους των διαβιβαζόμενων πληροφοριών και του ποσού των δημοσίων δαπανών.

    Άρθρο 73

    1.

    Για τα προγράμματα των οποίων το ποσοστό συγχρηματοδότησης από κοινοτικά κονδύλια δεν ξεπερνά το 33 % της δημόσιας δαπάνης στα πλαίσια του επιχειρησιακού προγράμματος και το ποσό των Ταμείων δεν ξεπερνά τα 250 εκατ. ευρώ δεν ισχύουν οι διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 61 στοιχεία γ), δ) και ε) σημείο i).

    2.

    Για τα προγράμματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 το κράτος μέλος είναι δυνατόν να επιλέξει να δημιουργήσει σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες του, φορείς και διαδικασίες για την πραγματοποίηση των καθηκόντων που αναφέρονται στα άρθρα 59 στοιχείο β) και στα άρθρα 60 και 61. Στην περίπτωση που κάποιο κράτος μέλος επιλέξει αυτήν την λύση δεν ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 58 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) και των άρθρων 60 παράγραφος 1 στοιχείο γ). Όταν η Επιτροπή εκδώσει τους κανόνες εφαρμογής των άρθρων 59, 60 και 61 προσδιορίζει τις διατάξεις που δεν ισχύουν στα κράτη μέλη που επιλέγουν την εναλλακτική λύση που αναφέρεται στην πρώτη υποπαράγραφο.

    3.

    Το άρθρο 70 παράγραφος 3 ισχύει κατ' αναλογία στην περίπτωση που το κράτος μέλος επιλέγει την εναλλακτική λύση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 πρώτη υποπαράγραφος.

    4.

    Για όλα τα επιχειρησιακά προγράμματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, και ανεξάρτητα του κατά πόσον ένα κράτος μέλος επιλέξει τη λύση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, στην περίπτωση που η γνωμοδότηση για τη συμμόρφωση του συστήματος δεν περιέχει επιφυλάξεις ή εάν αρθούν όλες οι επιφυλάξεις μετά από διορθωτικά μέτρα, η Επιτροπή είναι δυνατόν να πληροφορήσει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ότι θα στηριχθεί κυρίως στην γνώμη που παρέχει η αρχή ελέγχου ή ο φορέας που ορίζεται από το κράτος μέλος στην περίπτωση που έχει επιλέξει τη λύση που αναφέρεται παραπάνω, όσον αφορά την ορθότητα, νομιμότητα και κανονικότητα των δαπανών που δηλώθηκαν και θα ότι πραγματοποιήσει τους δικούς της επιτόπιους ελέγχους μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Στις περιπτώσεις που υπάρχουν ενδείξεις για παρατυπίες που δεν έχουν εντοπισθεί εγκαίρως από τις εθνικές αρχές ελέγχου ή που δεν οδήγησαν στη λήψη των κατάλληλων διορθωτικών μέτρων, η Επιτροπή είναι δυνατόν να απαιτήσει από το κράτος μέλος να πραγματοποιήσει ελέγχους σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 3 ή είναι δυνατόν να πραγματοποιήσει τους δικούς της ελέγχους με βάση το άρθρο 71 παράγραφος 2 προκειμένου να πεισθεί για την ορθότητα, τη νομιμότητα και την κανονικότητα των δαπανών που δηλώθηκαν.

    Αυτή η απλουστευμένη διαδικασία θα μπορούσε να εφαρμοστεί θεωρητικά κατά την περίοδο 2000-2006 σε 33 προγράμματα σε 10 κράτη μέλη, για ποσό κοινοτικής ενίσχυσης που ανέρχεται σε 3,8 δισεκατομμύρια ευρώ (ήτοι 2 % της κοινοτικής ενίσχυσης για την περίοδο 2000-2006). Η εν λόγω διάταξη ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ευεργετηθούν από τα μέτρα απλούστευσης που αφορούν την εν λόγω διάταξη και θα μπορούσε επομένως να αφορά περισσότερα προγράμματα απ' ό,τι θα μπορούσε να θεωρηθεί στο πλαίσιο της ισχύουσας περιόδου προγραμματισμού. Πρόκειται κυρίως για την απαλλαγή υποβολής μιας στρατηγικής ελέγχου και της ετήσιας έκθεσης ελέγχου (άρθρο 61 παράγραφος 1), για τη δυνατότητα ορισμού των οργανισμών διαχείρισης και ελέγχου βάσει των εθνικών κανόνων (άρθρα 59 έως 61), την απαλλαγή ορισμού μιας αρχής πιστοποίησης και μιας αρχής ελέγχου (άρθρο 58 παράγραφος 1). Επιπλέον, στην περίπτωση που η έκθεση του οργανισμού η οποία επιβεβαιώνει τη συμμόρφωση των συστημάτων έχει γίνει αποδεκτή από την Επιτροπή, η τελευταία θα διενεργήσει έκτακτα μόνο τους ελέγχους της.

    Άρθρο 73 παράγραφος 2

    2.

    Για τα προγράμματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 το κράτος μέλος είναι δυνατόν να επιλέξει να δημιουργήσει σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες του, φορείς και διαδικασίες για την πραγματοποίηση των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 59 στοιχείο β) και στα άρθρα 60 και 61. Στην περίπτωση που κάποιο κράτος μέλος επιλέξει αυτήν την λύση δεν ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 58 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) και των άρθρων 60 παράγραφος 1 στοιχείο γ). Όταν η Επιτροπή εκδώσει τους κανόνες εφαρμογής των άρθρων 59, 60 και 61 προσδιορίζει τις διατάξεις που δεν ισχύουν στα κράτη μέλη που επιλέγουν την εναλλακτική λύση που αναφέρεται στην πρώτη υποπαράγραφο.

    Η έκταση της επιλογής που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο πρέπει να μπορεί να εκτιμηθεί στο σύνολό της. Συνεπώς, δεν είναι αιτολιογημένη η πραγματοποίηση παραπομπής σε μεταγενέστερους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής για να καθοριστούν μη εφαρμόσιμες διατάξεις.

    Άρθρο 73 παράγραφος 4

    4.

    Για όλα τα επιχειρησιακά προγράμματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, και ανεξάρτητα του κατά πόσον ένα κράτος μέλος επιλέξει τη λύση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, στην περίπτωση που η γνωμοδότηση για τη συμμόρφωση του συστήματος δεν περιέχει επιφυλάξεις ή εάν αρθούν όλες οι επιφυλάξεις μετά από διορθωτικά μέτρα, η Επιτροπή είναι δυνατόν να πληροφορήσει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ότι θα στηριχθεί κυρίως στην γνώμη που παρέχει η αρχή ελέγχου ή ο φορέας που ορίζεται από το κράτος μέλος στην περίπτωση που έχει επιλέξει τη λύση που αναφέρεται παραπάνω, όσον αφορά την ορθότητα, νομιμότητα και κανονικότητα των δαπανών που δηλώθηκαν και ότι θα πραγματοποιήσει τους δικούς της επιτόπιους ελέγχους μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

    Στις περιπτώσεις που υπάρχουν ενδείξεις για παρατυπίες που δεν έχουν εντοπισθεί εγκαίρως από τις εθνικές αρχές ελέγχου ή που δεν οδήγησαν στη λήψη των κατάλληλων διορθωτικών μέτρων, η Επιτροπή είναι δυνατόν να απαιτήσει από το κράτος μέλος να πραγματοποιήσει ελέγχους σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 3 ή είναι δυνατόν να πραγματοποιήσει τους δικούς της ελέγχους με βάση το άρθρο 71 παράγραφος 2 προκειμένου να πεισθεί για την ορθότητα, τη νομιμότητα και την κανονικότητα των δαπανών που δηλώθηκαν.

    Θα ήταν σκόπιμο να αντικατασταθεί ο όρος «εγκαίρως» από μια συγκεκριμένη προθεσμία.

    Άρθρο 79

    Τα κράτη μέλη φροντίζουν ώστε ο φορέας που είναι αρμόδιος για την πραγματοποίηση των πληρωμών να εξασφαλίζει ότι οι δικαιούχοι λαμβάνουν το συνολικό ποσό της συνεισφοράς από δημόσια κονδύλια το ταχύτερο δυνατό και εξ ολοκλήρου. Δεν πραγματοποιείται κράτηση ή μείωση ποσών, ούτε επιβάλλεται επιπλέον πρόσθετο τέλος ή άλλο τέλος με ισοδύναμο αποτέλεσμα που θα ήταν δυνατόν να μειώσει τα ποσά αυτά για τους δικαιούχους.

    Θα ήταν σκόπιμο να αντικατασταθούν οι όροι «το ταχύτερο δυνατό» από μία συγκεκριμένη προθεσμία.

    Άρθρο 85 παράγραφος 2

    2.

    Εάν ένας από τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν εκπληρούται, η Επιτροπή πληροφορεί το κράτος μέλος και την αρχή πιστοποίησης το ταχύτερο δυνατόν ότι το αίτημα πληρωμής είναι απαράδεκτο.

    Θα ήταν σκόπιμο να αντικατασταθούν οι όροι «το ταχύτερο δυνατό» από μία συγκεκριμένη προθεσμία.

    Άρθρο 90 παράγραφος 1

    1.

    Η Επιτροπή αποφασίζει την παρακράτηση του 20 % των ποσών των ενδιάμεσων πληρωμών που πρέπει να καταβληθούν από την Επιτροπή στην περίπτωση που τα ουσιαστικά στοιχεία του σχεδίου διορθωτικών ενεργειών που αναφέρεται στο άρθρο 70 παράγραφος 3 έχουν υλοποιηθεί και οι σοβαρές ελλείψεις οι οποίες αναφέρονται στην ετήσια έκθεση της αρχής ελέγχου για το πρόγραμμα οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 61 στοιχείο ε) σημείο i) έχουν μεν διορθωθεί αλλά απαιτείται ακόμη να γίνουν τροποποιήσεις, προκειμένου να παρασχεθεί στην Επιτροπή εύλογη διαβεβαίωση όσον αφορά τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου.

    Θα ήταν επιθυμητό να αναφερθεί επίσης η γνωμοδότηση που παρατίθεται στο άρθρο 61 στοιχείο ε) σημείο ii).

    Άρθρο 96 παράγραφος 1

    1.

    Η Επιτροπή πληροφορεί εγκαίρως το κράτος μέλος και τις οικείες αρχές κάθε φορά που υπάρχει κίνδυνος εφαρμογής της αυτόματης αποδέσμευσης που προβλέπεται στο άρθρο 92. Η Επιτροπή πληροφορεί το κράτος μέλος και τις οικείες αρχές για το ποσό της αυτόματης αποδέσμευσης που προκύπτει από τις πληροφορίες που διαθέτει.

    Το κράτος μέλος διαθέτει περίοδο δύο μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της πληροφορίας αυτής προκειμένου να συμφωνήσει για το ποσό ή να υποβάλει παρατηρήσεις. Η Επιτροπή πραγματοποιεί την αυτόματη αποδέσμευση το αργότερο εννέα μήνες μετά την προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 92.

    Θα πρέπει να διευκρινιστεί ο όρος «εγκαίρως».

    Άρθρο 97

    1.

    Είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί μερικό κλείσιμο των επιχειρησιακών προγραμμάτων σε περιόδους που επιλέγονται από το κράτος μέλος.

    Το μερικό κλείσιμο αφορά δράσεις που έχουν ολοκληρωθεί και για τις οποίες έχει γίνει τελική πληρωμή στον δικαιούχο το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου του έτους Ν-1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, οι δράσεις θεωρούνται πως έχουν ολοκληρωθεί σε περίπτωση που οι εργασίες στα πλαίσια της δράσης έχουν πράγματι πραγματοποιηθεί και ο δικαιούχος έχει λάβει την τελική πληρωμή ή ο δικαιούχος υπέβαλε έγγραφο ισοδύναμου αποτελέσματος στη διαχειριστική αρχή.

    2.

    Το ύψος των πληρωμών που αντιστοιχεί στις ολοκληρωμένες δράσεις προσδιορίζεται στις δηλώσεις δαπανών.

    Το μερικό κλείσιμο γίνεται υπό τον όρο ότι η διαχειριστική αρχή υποβάλλει τα ακόλουθα στην Επιτροπή έως τις 30 Ιουνίου του έτους Ν:

    α)

    δήλωση δαπανών που σχετίζονται με τις δράσεις αυτές·

    β)

    δήλωση που πιστοποιεί τη νομιμότητα και κανονικότητα των συναλλαγών που σχετίζονται με τη δήλωση δαπανών, η οποία εκδίδεται από την αρχή ελέγχου για το πρόγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 61.

    Είναι σημαντικό οι διαδικασίες που προβλέπονται σχετικά με το μερικό κλείσιμο να παρέχουν τον ίδιο βαθμό διαβεβαίωσης όσον αφορά τη νομιμότητα και την κανονικότητα των δαπανών με εκείνο που θα προέκυπτε από τη δήλωση κατά το τελικό κλείσιμο του επιχειρησιακού προγράμματος, ιδίως όσον αφορά την εντατικότητα και την έκταση των ελέγχων.

    Η παρούσα γνωμοδότηση εγκρίθηκε από το Ελεγκτικό Συνέδριο στο Λουξεμβούργο στις 18 Μαρτίου 2005.

    Για το Ελεγκτικό Συνέδριο

    Hubert WEBER

    Πρόεδρος


    (1)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002.

    (2)  Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 της Επιτροπής της 23ης Δεκεμβρίου 2002 (ΕΕ L 357 της 31.12.2002).

    (3)  COM(2004) 492 τελικό της 14ης Ιουλίου 2004.

    (4)  SEC(2004) 924 της 14ης Ιουλίου 2004.

    (5)  COM(2004) 580 τελικό της 6ης Σεπτεμβρίου 2004.

    (6)  COM(2004) 101 τελικό της 10ης Φεβρουαρίου 2004.

    (7)  COM(2004) 487 τελικό της 14ης Ιουλίου 2004.

    (8)  ΕΕ C 107 της 30.4.2004.

    (9)  Άρθρο 53 παράγραφος 3 του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    (10)  Βλέπε γνωμοδότηση αριθ. 10/98 σχετικά με ορισμένες προτάσεις κανονισμών στα πλαίσια του προγράμματος δράσης 2000 (Διαρθρωτικά Ταμεία, σημείο 6.3), ΕΕ C 401 της 22.12.1998.

    (11)  Παραδείγματος χάρη το άρθρο 57 στοιχεία δ), στ) και η), το άρθρο 61 παράγραφος 1 στοιχείο α), το άρθρο 70 παράγραφος 1, το άρθρο 71 παράγραφος 2 και το άρθρο 72 παράγραφος 2.

    (12)  Βλέπε παραδείγματος χάρη τις ειδικές εκθέσεις αριθ. 10/2001 για το δημοσιονομικό έλεγχο των διαρθρωτικών ταμείων, ΕΕ C 314 της 8.11.2001 και αριθ. 7/2003 σχετικά με την εφαρμογή του προγραμματισμού των παρεμβάσεων της περιόδου 2000-2006 στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΕΕ C 174 της 23.7.2004.


    Top