EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52004PC0244

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου όσον αφορά τη θέσπιση κανόνων για την παρακολούθηση του εμπορίου ορισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών

/* COM/2004/0244 Τελικό - ACC 2004/0078 */

52004PC0244

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου όσον αφορά τη θέσπιση κανόνων για την παρακολούθηση του εμπορίου ορισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών /* COM/2004/0244 Τελικό - ACC 2004/0078 */


Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ όσον αφορά τη θέσπιση κανόνων για την παρακολούθηση του εμπορίου ορισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Εισαγωγή

Στις 13 Δεκεμβρίου 1990, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90 για τη θέσπιση μέτρων για την πρόληψη της διοχέτευσης ορισμένων ουσιών στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχότροπων ουσιών. Με την πράξη αυτή εφαρμόστηκε το άρθρο 12 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης εμπορίας ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών του 1998 που αφορά το εμπόριο προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών, δηλαδή χημικών ουσιών που συνήθως χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών.

Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της η Κοινότητα συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις και συνήψε τη σύμβαση με την απόφαση 90/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου.

Σύμφωνα με το άρθρο 12 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης εμπορίας ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών απαιτείται η καθιέρωση ενός συστήματος για την παρακολούθηση του διεθνούς εμπορίου προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών. Σκοπός του εν λόγω συστήματος είναι να διασφαλίσει ότι οι χημικές ουσίες που απαιτούνται για την παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών δεν θα περιέλθουν τα χέρια εκείνων που δραστηριοποιούνται παράνομα στους εν λόγω τομείς.

Λαμβάνοντας υπόψη τις πολλαπλές νόμιμες χρήσεις και το γεγονός ότι το εμπόριο αυτών των ουσιών είναι καταρχήν νόμιμο, δεν μπορεί να απαγορευτεί γενικά η πρόσβαση σ' αυτές τις ουσίες αλλά πρέπει να ληφθούν μέτρα για τη διατήρηση μιας κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ της επιθυμίας να χρησιμοποιηθούν όλα τα δυνατά μέσα προκειμένου οι προδρόμες ουσίες των ναρκωτικών να μην περιέλθουν στους κατασκευαστές παράνομων ναρκωτικών και των εμπορικών αναγκών της χημικής βιομηχανίας.

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90 θεσπίζει επομένως κανόνες για την παρακολούθηση του εμπορίου προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών και καθιέρωσε ένα σύστημα για την αναφορά υπόπτων συναλλαγών. Το σύστημα αυτό, το οποίο βασίζεται στη στενή συνεργασία με τους επιχειρηματίες ενισχύεται από μέτρα όπως η τεκμηρίωση και η επισήμανση, η χορήγηση έγκρισης και η καταχώρηση επιχειρηματιών καθώς και από διαδικασίες και απαιτήσεις που αφορούν τις εξαγωγές.

Δεδομένου ότι οι εν λόγω νομοθετικές διατάξεις θεσπίστηκαν ήδη εδώ και πάνω από μια δεκαετία, φαίνεται εύλογο να αξιολογηθεί το κοινοτικό σύστημα παρακολούθησης του εμπορίου των προδρόμων ουσιών, προκειμένου να συναχθούν συμπεράσματα από την εφαρμογή της ισχύουσας κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα αυτό και να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τις νέες μεθόδους και τις νέες τάσεις παράνομης διοχέτευσης των προδρόμων ουσιών και της παράνομης εμπορίας ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών.

2. Στόχος τησ παρουσασ προτασησ

Βάσει του σχεδίου δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση των ναρκωτικών 2000 - 2004, το οποίο εγκρίθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Feira τον Ιούνιο 2000, η Επιτροπή, προέβη σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη της Κοινότητας, σε αξιολόγηση του κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης του εμπορίου των προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών.

Σύμφωνα με την αξιολόγηση αυτή, είναι ανάγκη να ενισχυθούν περαιτέρω οι μηχανισμοί και οι διαδικασίες για την παρακολούθηση του εμπορίου προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών μεταξύ της Κοινότητας και των τρίτων χωρών και να προσαρμοστεί το υφιστάμενο σύστημα ελέγχου στις νέες τάσεις και μεθόδους παράνομης διοχέτευσης των προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών. Συγκεκριμένα, κρίθηκε αναγκαίο να επεκταθούν οι απαιτήσεις παρακολούθησης για τους επιχειρηματίες που είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα και που διευκολύνουν το εμπόριο μεταξύ των τρίτων χωρών, να εισαχθεί μια κοινοτική προσέγγιση όσον αφορά τις διαδικασίες χορήγησης εγκρίσεων και να ενισχυθούν οι απαιτήσεις παρακολούθησης όσον αφορά τα τελωνειακά καθεστώτα αναστολής. Οι διαδικασίες και οι απαιτήσεις για τις εξαγωγές πρέπει να είναι αυστηρότερες, έτσι ώστε οι έλεγχοι να είναι εστιασμένοι και επικεντρωμένοι στις πιο ευαίσθητες αποστολές, ανάλογα με την ευαισθησία της πρόδρομης ουσίας και της τρίτης χώρας του εμπορικού εταίρου.

Ο πρωταρχικός στόχος της παρούσας πρότασης αφορά την ανάγκη να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο ο έλεγχος στην εισαγωγή των κύριων συνθετικών προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το εντεινόμενο πρόβλημα όσον αφορά τα διεγερτικά τύπου αμφεταμινών (ΔΤΑ). Είναι αναγκαίο να εισαχθούν απαιτήσεις και διαδικασίες για μεμονωμένες άδειες εισαγωγής, προκειμένου να επιτραπεί η παρακολούθηση μεμονωμένων αποστολών στην Κοινότητα και ως εκ τούτου να ενισχυθούν περαιτέρω οι προσπάθειες της Κοινότητας για την παρεμπόδιση των συνθετικών προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών, που κατά κανόνα δεν παράγονται στην Κοινότητα, να περιέλθουν στα χέρια παράνομων κατασκευαστών και εμπόρων συνθετικών ναρκωτικών.

Προκειμένου να καταστεί δυνατό στους επιχειρηματίες να εκπληρώσουν αυτές τις απαιτήσεις, οι διατάξεις σχετικά με το εξωτερικό εμπόριο προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να ευθυγραμμιστούν με τις διατάξεις που διέπουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές των εν λόγω προϊόντων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 273/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Φεβρουαρίου 2004.

Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως και να αντικατασταθεί για λόγους σαφήνειας.

3. Κυρια αρθρα

Άρθρο 1:

Στο άρθρο 1 αναφέρεται το αντικείμενο του κανονισμού και διευκρινίζεται το πεδίο εφαρμογής του.

Άρθρο 2:

Το άρθρο 2 περιέχει ορισμούς. Οι ορισμοί σχετικά με εμπόριο μεταξύ της Κοινότητας και των τρίτων χωρών διατυπώθηκαν εκ νέου για λόγους πληρότητας και σαφήνειας προκειμένου να διασφαλιστεί μια εναρμονισμένη εφαρμογή σε ολόκληρη την Κοινότητα. Εισήχθη διάταξη που αφορά τις άμεσες παραδόσεις, δηλαδή τις δραστηριότητες που ασκούν οι επιχειρηματίες που είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα και διευκολύνουν το εμπόριο μεταξύ τρίτων χωρών, προκειμένου να καταστεί δυνατό να παρακολουθούνται οι απαιτήσεις που συνδέονται με αυτές τις δραστηριότητες.

Άρθρα 3 έως 6:

Τα άρθρα 3 έως 6 αφορούν απαιτήσεις σχετικά με την τεκμηρίωση, την τήρηση λογιστικών καταστάσεων και την επισήμανση.

Οι διατάξεις που αφορούν την τεκμηρίωση τροποποιήθηκαν, έτσι ώστε οι αρχές που είναι αρμόδιες για τη διενέργεια ελέγχου να είναι σε θέση να εντοπίζουν ευκολότερα το εμπόριο προδρόμων ουσιών και στη συνέχεια να επικεντρώνουν τον έλεγχό τους. Λήφθηκαν υπόψη τα φυσικά προϊόντα. Εξαιρέσεις από την υποχρέωση τήρησης λογιστικών καταστάσεων πρέπει να χορηγούνται μόνο εφόσον οι αρμόδιες αρχές κρίνουν την τεκμηρίωση επαρκή.

Άρθρα 7 έως 9:

Τα άρθρα 7 έως 9 αφορούν την χορήγηση έγκρισης, την καταχώρηση και άλλες απαιτήσεις.

Οι δραστηριότητες μεσαζόντων που περιλαμβάνουν τις «άμεσες παραδόσεις» καλύπτονται τώρα από τις απαιτήσεις για την χορήγηση έγκρισης και την καταχώρηση. Προτείνεται επίσης οι επιχειρηματίες που διαχειρίζονται αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης να μην απαλλάσσονται πλέον από την υποχρέωση έγκρισης και καταχώρησης. Οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες για τη χορήγηση έγκρισης πρέπει να τυποποιηθούν, προκειμένου να καθοριστούν ενιαίοι όροι σε ολόκληρη την Κοινότητα.

Για την αποτελεσματικότερη διασφάλιση της παρακολούθησης περιπτώσεων για τις οποίες δεν υφίσταται η υποχρέωση έγκρισης και καταχώρησης, προτείνεται ο επιχειρηματίας να προσκομίζει αποδεικτικό νομιμότητας της χώρας εξαγωγής. Ένα τέτοιο αποδεικτικό στοιχείο θα διευκολύνει τις αρμόδιες αρχές να εξακριβώσουν εάν η χώρα εξαγωγέας ενέκρινε την εξαγωγή της αποστολής χωρίς να δημιουργηθούν πρόσθετες περιττές διοικητικές διατυπώσεις. Παράλληλα, η Κοινότητα θα εκπληρώσει την υποχρέωσή της σε διεθνές επίπεδο καθιέρωσης ενός συστήματος παρακολούθησης για τον έλεγχο του διεθνούς εμπορίου των προδρόμων ουσιών.

Άρθρο 12:

Το άρθρο 12 αφορά τις γνωστοποιήσεις πριν από την εξαγωγή.

Το προτεινόμενο άρθρο διευκρινίζει την σημερινή πρακτική που συνίσταται στην αποστολή γνωστοποιήσεων πριν από την εξαγωγή για τις ουσίες των κατηγοριών 2 και 3, δηλαδή σε περίπτωση συμφωνιών και ευαίσθητων αποστολών.

Η διεθνώς συμφωνηθείσα αρχή των γνωστοποιήσεων πριν από την εξαγωγή αναγνωρίζεται πλήρως.

Ωστόσο, ο πρόσθετος διοικητικός φόρτος που συνίσταται στην αποστολή γνωστοποιήσεων πριν από την εξαγωγή πρέπει να γίνει αποδεκτός μόνον εφόσον το μέσο αυτό χρησιμοποιείται εύλογα, δηλαδή εφόσον παρέχει τη δυνατότητα στις αρμόδιες αρχές να εκτιμήσουν αν μπορεί να χορηγηθεί άδεια εξαγωγής. Κατά συνέπεια, η απουσία απάντησης εκ μέρους των αρχών της χώρας προορισμού δεν πρέπει να οδηγεί αυτόματα στη χορήγηση αδείας εξαγωγής, αλλά ο τρόπος αντίδρασης των αρχών της χώρας προορισμού πρέπει να εξαρτάται από τον βαθμό ευαισθησίας της αποστολής. Συνεπώς, προτείνεται να υπάρχει μια περισσότερο διαβαθμισμένη προσέγγιση, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Διεθνούς επιτροπής ελέγχου ναρκωτικών (ΔΕΕΝ) επί του θέματος.

Άρθρα 13 έως 21:

Τα άρθρα αυτά αφορούν τις άδειες εξαγωγής.

Προτείνεται να τεθεί τέρμα στο «σύστημα γενικών μεμονωμένων αδειών εξαγωγής» και να γενικευθεί η χρήση των μεμονωμένων αδειών εξαγωγής καταρχήν για όλες τις ουσίες των κατηγοριών 1 και 2. Με την επέκταση αυτή αυξάνει ο διοικητικός φόρτος τόσο για τις αρμόδιες αρχές όσο και για τους επιχειρηματίες, ωστόσο καθίσταται δυνατή η παρακολούθηση μεμονωμένων εξαγωγών και κατ'αυτόν τον τρόπο αυξάνεται η αποτελεσματικότητα του ελέγχου.

Εν τούτοις, προκειμένου να επιτευχθεί κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των διοικητικών διαδικασιών και απαιτήσεων και της επιθυμίας να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα του ελέγχου, οι πόροι θα πρέπει να επικεντρωθούν στις ευαίσθητες πρόδρομες ουσίες των ναρκωτικών. Ως εκ τούτου, οι εξαγωγές ουσιών της κατηγορίας 3 πρέπει να υπόκεινται σε άδεια μόνο κατ'εξαίρεση, δηλαδή στις περιπτώσεις κατά τις οποίες εφαρμόζονται γνωστοποιήσεις πριν από την εξαγωγή και στις περιπτώσεις ευαίσθητων αποστολών. Επιπλέον, πρέπει να αναπτυχθούν απλουστευμένες διαδικασίες χορήγησης αδείας.

Άρθρα 22 έως 27:

Τα άρθρα αυτά αφορούν τις άδειες εισαγωγής.

Όταν τέθηκε σε ισχύ η νομοθεσία, η Κοινότητα ήταν σημαντικός εξαγωγέας προδρόμων ουσιών και εισαγωγέας παράνομα παρασκευασμένων ναρκωτικών. Η κατάσταση παραμένει η ίδια, αλλά δυστυχώς η Κοινότητα κατέστη εντωμεταξύ εξαγωγέας παράνομα παρασκευασμένων συνθετικών ναρκωτικών και εισαγωγέας προδρόμων ουσιών που απαιτούνται για την εν λόγω παράνομη παρασκευή.

Ο παρών κανονισμός έχει επομένως ως πρωταρχικό στόχο να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο οι έλεγχοι κατά την εισαγωγή των κύριων συνθετικών προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών προκειμένου να αντιμετωπιστεί το εντεινόμενο πρόβλημα, ιδίως δεδομένου ότι η Κοινότητα έχει τη φήμη μιας από τις κυριότερες περιοχές παραγωγής και εμπορίου έκστασης παγκοσμίως.

Για το λόγο αυτό προτείνεται να εισαχθούν απαιτήσεις και διαδικασίες για μεμονωμένες άδειες εισαγωγής όσον αφορά τις ουσίες της κατηγορίας 1. Έτσι, οι αρμόδιες αρχές θα μπορούν να παρακολουθούν τις μεμονωμένες αποστολές που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας και να διενεργούν ελέγχους που αφορούν τις αποστολές.

Άρθρο 34:

Το άρθρο 34 αφορά την κοινοποίηση πληροφοριών για την εφαρμογή κανόνων σχετικά με το εμπόριο των προδρόμων ουσιών. Οι πληροφορίες αυτές απαιτούνται για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των εν λόγω κανόνων και της εφαρμογής τους και για την πραγματοποίηση των απαραίτητων προσαρμογών. Οι πληροφορίες απαιτούνται επίσης για την κατάρτιση ετήσιας έκθεσης που υποβάλλεται στη Διεθνή Επιτροπή Ελέγχου Ναρκωτικών, σύμφωνα με το άρθρο 12 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης εμπορίας ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών του 1998.

2004/0078 (ACC)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ όσον αφορά τη θέσπιση κανόνων για την παρακολούθηση του εμπορίου ορισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 133,

την πρόταση της Επιτροπής [1],

[1] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

Εκτιμώντας τα εξής :

(1) Η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης εμπορίας ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών που συνομολογήθηκε στη Βιέννη στις 19 Δεκεμβρίου 1988, καλούμενη στο εξής «σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών», εντάσσεται στο πλαίσιο των προσπαθειών που καταβάλλονται σε παγκόσμιο επίπεδο για την καταπολέμηση των παράνομων ναρκωτικών. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, η Κοινότητα συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις και συνήψε τη σύμβαση εξ ονόματος της Κοινότητας με την απόφαση 90/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου [2].

[2] ΕΕ L 326, της 24.11.1990, σ. 56.

(2) Το άρθρο 12 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών αφορά το εμπόριο των ουσιών που χρησιμοποιούνται συχνά για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών, εφεξής καλούμενες «πρόδρομες ουσίες των ναρκωτικών». Δεδομένου ότι οι διατάξεις σχετικά με το εμπόριο των προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών επηρεάζουν την κοινοτική νομοθεσία σε τελωνειακά θέματα, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν κοινοτικοί κανόνες που θα διέπουν το εμπόριο μεταξύ της Κοινότητας και των τρίτων χωρών.

(3) Σύμφωνα με το άρθρο 12 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών απαιτείται η καθιέρωση ενός συστήματος για την παρακολούθηση του διεθνούς εμπορίου προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών που θα λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι το εμπόριο αυτών των ουσιών είναι καταρχήν νόμιμο. Κατά συνέπεια, πρέπει να ληφθούν μέτρα για τη διατήρηση μιας κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ της επιθυμίας να χρησιμοποιηθούν όλα τα δυνατά μέσα προκειμένου οι πρόδρομες ουσίες των ναρκωτικών να μην περιέλθουν στους κατασκευαστές παράνομων ναρκωτικών καθώς και των εμπορικών αναγκών της χημικής βιομηχανίας και άλλων επιχειρηματιών.

(4) Για την εφαρμογή των απαιτήσεων του άρθρου 12 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών και λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση της ομάδας δράσης για τα χημικά προϊόντα, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90 του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1990 για τη θέσπιση μέτρων για την πρόληψη της διοχέτευσης ορισμένων ουσιών στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών [3] καθιέρωσε ένα σύστημα για την αναφορά υπόπτων συναλλαγών. Το σύστημα αυτό, το οποίο βασίζεται στη στενή συνεργασία με τους επιχειρηματίες, ενισχύεται από μέτρα όπως η τεκμηρίωση και η επισήμανση, η χορήγηση έγκρισης και η καταχώρηση επιχειρηματιών, και από διαδικασίες και διατάξεις που αφορούν τις εξαγωγές.

[3] EE L 357, της 20.12.1990, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό(ΕΚ) αριθ. 1232/2002 (ΕΕ L 180, της 10.7.2002, σ. 5).

(5) Βάσει του σχεδίου δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση των ναρκωτικών 2000 - 2004, το οποίο εγκρίθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Feira τον Ιούνιο 2000, η Επιτροπή προέβη σε αξιολόγηση του κοινοτικού συστήματος ελέγχου του εμπορίου των προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών προκειμένου να συναγάγει συμπεράσματα από την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα αυτό.

(6) Σύμφωνα με την αξιολόγηση αυτή, κρίνεται αναγκαίο για τη βελτίωση των μηχανισμών ελέγχου που αποσκοπούν στην αποφυγή της διοχέτευσης των προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών, να επεκταθούν οι απαιτήσεις παρακολούθησης για τους επιχειρηματίες που είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα και διευκολύνουν το εμπόριο μεταξύ των τρίτων χωρών, να εισαχθεί μια κοινοτική προσέγγιση όσον αφορά τις διαδικασίες χορήγησης αδειών και να ενισχυθούν οι απαιτήσεις παρακολούθησης όσον αφορά τα τελωνειακά καθεστώτα αναστολής.

(7) Οι διαδικασίες και οι απαιτήσεις που αφορούν τις εξαγωγές πρέπει να είναι αυστηρότερες ώστε οι έλεγχοι να είναι εστιασμένοι και επικεντρωμένοι στις πιο ευαίσθητες πρόδρομες ουσίες των ναρκωτικών, καθιστώντας έτσι δυνατή τη μείωση των υπερβολικών διοικητικών διατυπώσεων μέσω απλουστευμένων διαδικασιών για τις εξαγωγές ουσιών που αφορούν σημαντικές ποσότητες. Ενώ η αποτελεσματικότητα και η δυνατότητα χρησιμοποίησης των γνωστοποιήσεων πριν από την εξαγωγή αναγνωρίζονται πλήρως, πρέπει να αναπτυχθεί μια στρατηγική που να μπορεί να αξιοποιήσει εξ ολοκλήρου το δυναμικό του συστήματος.

(8) Για την αντιμετώπιση του εντεινόμενου προβλήματος της παραγωγής διεγερτικών τύπου αμφεταμινών, πρέπει να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο οι μηχανισμοί ελέγχου των εισαγωγών των κύριων συνθετικών προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών, ούτως ώστε μέσω κοινών διαδικασιών και απαιτήσεων να μπορούν να διενεργούνται έλεγχοι που αφορούν μεμονωμένες αποστολές.

(9) Προκειμένου να καταστεί δυνατό στους επιχειρηματίες να εκπληρώσουν αυτές τις απαιτήσεις, οι διατάξεις σχετικά με το εξωτερικό εμπόριο προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να ευθυγραμμιστούν με τις διατάξεις που διέπουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές των προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών που κατασκευάζονται ή παράγονται εξ ολοκλήρου ή τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα.

(10) Λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις της εσωτερικής αγοράς και μεριμνώντας για την αποτελεσματικότητα του παρόντος κανονισμού, πρέπει να διασφαλιστεί η ενιαία εφαρμογή των διατάξεων με την έγκριση συγκρίσιμων και συγκλινόντων μέσων δράσης των κρατών μελών.

(11) Η αμοιβαία συνδρομή μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής πρέπει να ενισχυθεί, ιδίως με την προσφυγή στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 515/97 του Συμβουλίου της 13ης Μαρτίου 1997 περί της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και της συνεργασίας των αρχών αυτών με την Επιτροπή με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων [4].

[4] ΕΕ L 82, της 22.3.1997, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 του Συμβουλίου (ΕΕ L 122, της 16.5.2003, σ. 36).

(12) Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, είναι αναγκαίο και ενδεδειγμένο για την επίτευξη του βασικού στόχου που συνίσταται στην αποφυγή της διοχέτευσης προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών για σκοπούς παράνομης παρασκευής ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών να καθοριστούν κανόνες για την ενδελεχή παρακολούθηση του εμπορίου αυτών των ουσιών μεταξύ της Κοινότητας και των τρίτων χωρών. Ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων, σύμφωνα με την τρίτη παράγραφο του άρθρου 5 της Συνθήκης.

(13) Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή [5].

[5] ΕΕ L 184, της 17.7.1999, σ. 23.

(14) Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως και να αντικατασταθεί για λόγους σαφήνειας.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΤΙΤΛΟΣ Ι

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες για την παρακολούθηση του εμπορίου, μεταξύ της Κοινότητας και των τρίτων χωρών, προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών με σκοπό την αποφυγή της διοχέτευσης των ουσιών αυτών και εφαρμόζεται στις ακόλουθες καταστάσεις:

α) κάθε είσοδο διαβαθμισμένων ουσιών, που έχουν τον χαρακτήρα των μη κοινοτικών εμπορευμάτων, στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της αποθήκης προσωρινής εναπόθεσης, της τοποθέτησης σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη αποθήκη, της υπαγωγής σε καθεστώς αναστολής και της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992 περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα [6].

[6] ΕΕ L 302, της 19.10.1992, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2700/2000 (ΕΕ L 311, της 12.12.2000, σ. 17).

β) κάθε έξοδο διαβαθμισμένων ουσιών από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της εξόδου διαβαθμισμένων ουσιών για την οποία απαιτείται τελωνειακή διασάφηση και της εξόδου διαβαθμισμένων ουσιών από ελεύθερη ζώνη ή από ελεύθερη αποθήκη κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92.

Άρθρο 2

Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού νοούνται ως:

(α) «διαβαθμισμένες ουσίες»: οι ουσίες που αναγράφονται στο παράρτημα, καθώς και τα μείγματα και τα φυσικά προϊόντα που περιέχουν τέτοιες ουσίες, με εξαίρεση τα φάρμακα, όπως ορίζονται στην οδηγία 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [7], τα φαρμακευτικά παρασκευάσματα, τα μείγματα, τα φυσικά προϊόντα ή άλλα παρασκευάσματα που περιέχουν διαβαθμισμένες ουσίες συντιθέμενες με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορούν να χρησιμοποιηθούν εύκολα ή να ανακτηθούν με εύχρηστα ή οικονομικώς βιώσιμα μέσα.

[7] EE L 311, της 28.11.2001, σ. 67.

(β) «μη διαβαθμισμένες ουσίες»: οι ουσίες που αν και δεν αναγράφονται στο παράρτημα, αναγνωρίζεται ότι έχουν χρησιμοποιηθεί στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

(γ) «εισαγωγή»: κάθε είσοδος διαβαθμισμένων ουσιών, που έχουν τον χαρακτήρα των μη κοινοτικών εμπορευμάτων, στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της αποθήκης προσωρινής εναπόθεσης, της τοποθέτησης σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη αποθήκη, της υπαγωγής σε καθεστώς αναστολής και της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92.

(δ) «εξαγωγή»: κάθε έξοδος διαβαθμισμένων ουσιών από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της εξόδου διαβαθμισμένων ουσιών για την οποία απαιτείται τελωνειακή διασάφηση και της εξόδου διαβαθμισμένων ουσιών από ελεύθερη ζώνη ή από ελεύθερη αποθήκη κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92.

(ε) «δραστηριότητες μεσαζόντων»: κάθε δραστηριότητα κατά την οποία για την αγορά, την πώληση ή την παράδοση διαβαθμισμένων ουσιών υπάρχει συμμετοχή με οικονομικές συνέπειες από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που αποσκοπεί να επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ δύο μερών ή για λογαριασμό τουλάχιστον ενός εκ των μερών αυτών χωρίς να έχει στην κατοχή του τις ουσίες αυτές ή να ελέγχει την εκτέλεση μιας τέτοιας συναλλαγής. ο ορισμός αυτός περιλαμβάνει επίσης κάθε δραστηριότητα που πραγματοποιείται από φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι εγκατεστημένο στην Κοινότητα και που εμπεριέχει την αγορά και την πώληση ή την παράδοση διαβαθμισμένων ουσιών χωρίς οι ουσίες αυτές να εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας.

(στ) «επιχειρηματίας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συμμετέχει στην εισαγωγή ή την εξαγωγή διαβαθμισμένων ουσιών ή σε σχετικές δραστηριότητες μεσαζόντων, συμπεριλαμβανομένων των προσώπων που ασκούν, ως μη μισθωτή δραστηριότητα, την απασχόληση της κατάρτισης τελωνειακών διασαφήσεων, είτε ως κύρια δραστηριότητα είτε ως παρεπόμενη σε σχέση με άλλη δραστηριότητα.

(ζ) «τελικός παραλήπτης»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παραλαμβάνει τις διαβαθμισμένες ουσίες. το εν λόγω πρόσωπο δεν ταυτίζεται απαραίτητα με τον τελικό χρήστη.

(η) «διαδικασία της επιτροπής»: η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 32 παράγραφος 2.

(θ) «Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου Ναρκωτικών»: το όργανο που έχει συσταθεί με την Ενιαία Σύμβαση για τα Ναρκωτικά του 1961, όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο του 1972.

Κεφάλαιο ΙΙ

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

Τμήμα 1

Τεκμηρίωση, τήρηση καταστάσεων και επισημανση

Άρθρο 3

1. Όλες οι εισαγωγές, οι εξαγωγές ή οι δραστηριότητες μεσαζόντων που αφορούν διαβαθμισμένες ουσίες συνοδεύονται από έγγραφα που προσκομίζουν οι επιχειρηματίες υπό μορφή τελωνειακών και εμπορικών εγγράφων, όπως συνοπτικών διασαφήσεων, τελωνειακών διασαφήσεων, τιμολογίων, δηλωτικών φορτίου, εγγράφων μεταφοράς και άλλων εγγράφων αποστολής.

Τα έγγραφα αυτά περιέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) την ονομασία της διαβαθμισμένης ουσίας, όπως αυτή αναγράφεται στο παράρτημα, ή στη περίπτωση των μειγμάτων ή των φυσικών προϊόντων την ονομασία τους και την ονομασία κάθε διαβαθμισμένης ουσίας, όπως αναγράφεται στο παράρτημα, με την προσθήκη των όρων «ΠΡΟΔΡΟΜΕΣ ΟΥΣΙΕΣ ΤΩΝ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ».

(β) την ποσότητα και το βάρος των διαβαθμισμένων ουσιών και, εφόσον πρόκειται για μείγμα ή για φυσικό προϊόν, την ποσότητα, το βάρος και, εφόσον είναι γνωστό, την ποσοστιαία αναλογία κάθε διαβαθμισμένης ουσίας που περιέχεται στο μείγμα ή στο φυσικό προϊόν, και

(γ) το όνομα και τη διεύθυνση του εξαγωγέα, του εισαγωγέα, του τελικού παραλήπτη και του μεσάζοντος.

Τα έγγραφα μπορούν να φυλάσσονται υπό τη μορφή υποθέματος εικόνων ή άλλης βάσης δεδομένων, υπό την προϋπόθεση ότι τα δεδομένα αντιστοιχούν με τα έγγραφα σε εμφάνιση και περιεχόμενο κατά την ανάγνωσή τους και είναι ανά πάσα στιγμή διαθέσιμα, μπορούν να αναγνωσθούν αμελλητί και να αναλυθούν ηλεκτρονικά.

Άρθρο 4

Οι επιχειρηματίες που συμμετέχουν στην εισαγωγή, την εξαγωγή ή τις δραστηριότητες μεσαζόντων όσον αφορά τις διαβαθμισμένες ουσίες πρέπει να τηρούν λογιστικές καταστάσεις για τις δραστηριότητες αυτές.

Οι εν λόγω λογιστικές καταστάσεις δεν χρειάζεται να υποβληθούν, εφόσον οι αρμόδιες αρχές κρίνουν την τεκμηρίωση επαρκή.

Άρθρο 5

Τα έγγραφα και οι λογιστικές καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4 αντιστοίχως, πρέπει να φυλάσσονται για περίοδο τριών τουλάχιστον ετών από το τέλος του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η πράξη, και να είναι αμέσως διαθέσιμα για έλεγχο εκ μέρους των αρμόδιων αρχών, κατόπιν αιτήσεως.

Άρθρο 6

Οι επιχειρηματίες που συμμετέχουν στην εισαγωγή, την εξαγωγή ή τις δραστηριότητες μεσαζόντων όσον αφορά τις διαβαθμισμένες ουσίες επιθέτουν ετικέτες στις οποίες αναγράφεται η ονομασία των διαβαθμισμένων ουσιών, όπως αναφέρεται στο παράρτημα, ή εφόσον πρόκειται για μείγμα ή φυσικό προϊόν, η ονομασία του μείγματος ή του φυσικού προϊόντος με την προσθήκη των όρων «ΠΡΟΔΡΟΜΕΣ ΟΥΣΙΕΣ ΤΩΝ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ».

Τμήμα 2

χορηγηση εγκρισης και καταχώρηση επιχειρηματιών

Άρθρο 7

1. Οι επιχειρηματίες, εκτός από τους εκτελωνιστές και τους μεταφορείς, όταν ενεργούν αποκλειστικά υπ' αυτήν την ιδιότητα, οι οποίοι συμμετέχουν στην εισαγωγή, την εξαγωγή ή τις δραστηριότητες μεσαζόντων όσον αφορά τις διαβαθμισμένες ουσίες που περιλαμβάνονται στην κατηγορία 1 του παραρτήματος, λαμβάνουν έγκριση από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, στην οποία πιστοποιείται ότι δύνανται να ασκήσουν τη δραστηριότητα αυτή.

Για να αποφασίσει αν πρέπει να χορηγήσει τη σχετική έγκριση, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη της την ικανότητα και την ακεραιότητα του αιτούντος.

Διατάξεις που προσδιορίζουν τις περιπτώσεις στις οποίες δεν απαιτείται έγκριση, οι οποίες καθορίζουν πρόσθετους όρους για την χορήγηση εγκρίσεων και καθιερώνουν ένα υπόδειγμα εγκρίσεων μπορούν να προβλεφθούν σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής.

2. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αναστείλουν ή να ανακαλέσουν την έγκριση όταν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι ο κάτοχος δεν είναι πλέον ακέραιος και κατάλληλος για να έχει την έγκριση ή ότι δεν πληρούνται πλέον οι όροι για τη χορήγησή της.

Άρθρο 8

1. Οι επιχειρηματίες, εκτός από τους εκτελωνιστές και τους μεταφορείς, όταν ενεργούν αποκλειστικά υπ' αυτήν την ιδιότητα, οι οποίοι συμμετέχουν στην εισαγωγή, την εξαγωγή ή τις δραστηριότητες μεσαζόντων όσον αφορά τις διαβαθμισμένες ουσίες που περιλαμβάνονται στην κατηγορία 2 του παραρτήματος, ή στην εξαγωγή διαβαθμισμένων ουσιών που περιλαμβάνονται στην κατηγορία 3 του παραρτήματος, δηλώνουν στις αρμόδιες αρχές τις διευθύνσεις των εγκαταστάσεων όπου ασκούν αυτές τις δραστηριότητες, και τις ενημερώνουν για κάθε αλλαγή αυτών των διευθύνσεων.

Η πρώτη υποπαράγραφος δεν ισχύει για τους επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στην εξαγωγή μικρών ποσοτήτων διαβαθμισμένων ουσιών που περιλαμβάνονται στην κατηγορία 3, όπως καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής.

2. Οι διατάξεις που προσδιορίζουν τις άλλες περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν απαιτείται η καταχώρηση, μπορούν να προβλεφθούν σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής.

Άρθρο 9

Όταν οι διαβαθμισμένες ουσίες εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της προσωρινής εναπόθεσής τους, της τοποθέτησής τους σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη αποθήκη ή της υπαγωγής τους στο καθεστώς εξωτερικής κοινοτικής διαμετακόμισης, πρέπει να προσκομίζονται αποδεικτικά στοιχεία των νομίμων σκοπών εξαγωγής κατά την έννοια του άρθρου 12 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών.

Τα μέσα που αποδεικνύουν τους εν λόγω νόμιμους σκοπούς καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής.

ΤΜΗΜΑ 3

υποχρεωση ενημερωσης

Άρθρο 10

1. Οι επιχειρηματίες γνωστοποιούν αμέσως στις αρμόδιες αρχές κάθε περιστατικό, όπως ασυνήθεις παραγγελίες και συναλλαγές διαβαθμισμένων ουσιών, από το οποίο διαφαίνεται ότι οι ουσίες αυτές που προορίζονται προς εισαγωγή, εξαγωγή ή δραστηριότητες μεσαζόντων θα χρησιμοποιηθούν στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

2. Οι επιχειρηματίες παρέχουν στις αρμόδιες αρχές, υπό μορφή ανακεφαλαίωσης, πληροφορίες όσον αφορά τις εξαγωγές τους, τις εισαγωγές τους ή τις δραστηριότητες μεσαζόντων που καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής.

Άρθρο 11

1. Προκειμένου να διευκολυνθεί η συνεργασία μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών, των επιχειρηματιών και της χημικής βιομηχανίας, ιδίως για τις μη διαβαθμισμένες ουσίες, η Επιτροπή σε διαβούλευση με τα κράτη μέλη, επεξεργάζεται και ενημερώνει κατευθυντήριες γραμμές.

2. Οι κατευθυντήριες γραμμές παρέχουν κυρίως:

(α) πληροφορίες σχετικά με τα μέσα εξακρίβωσης και γνωστοποίησης των ύποπτων συναλλαγών.

(β) κατάλογο, που ενημερώνεται ανά τακτά διαστήματα, των μη διαβαθμισμένων ουσιών, ώστε να μπορέσει η βιομηχανία να παρακολουθεί εκουσίως το εμπόριο των ουσιών αυτών.

3. Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι κατευθυντήριες γραμμές δημοσιεύονται τακτικά σύμφωνα με τους στόχους των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών.

Τμήμα 4

Γνωστοποίηση πριν από την εξαγωγή

Άρθρο 12

1. Πριν από κάθε εξαγωγή διαβαθμισμένων ουσιών της κατηγορίας 1 του παραρτήματος και κάθε εξαγωγή διαβαθμισμένων ουσιών των κατηγοριών 1 και 2 του παραρτήματος προς ορισμένες χώρες προορισμού που καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής προηγείται γνωστοποίηση που αποστέλλεται από τις αρμόδιες αρχές της Κοινότητας στις αρμόδιες αρχές της χώρας προορισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 παράγραφος 10 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών.

Στη χώρα προορισμού παρέχεται προθεσμία έως δεκαπέντε εργάσιμων ημερών για την απάντηση, μετά το τέλος της οποίας η πράξη εξαγωγής μπορεί να εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής, εφόσον δεν ληφθεί από τις αρμόδιες αρχές της χώρας προορισμού πληροφορία που να αναφέρει ότι η εν λόγω πράξη εξαγωγής προορίζεται ενδεχομένως για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

2. Πριν από κάθε εξαγωγή διαβαθμισμένων ουσιών, οι αρμόδιες αρχές του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους παρέχουν στις αρμόδιες αρχές της χώρας προορισμού τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1.

Η αρχή που παρέχει τέτοιες πληροφορίες απαιτεί από την αρχή της τρίτης χώρας που λαμβάνει τις πληροφορίες τη διασφάλιση του εμπιστευτικού χαρακτήρα κάθε οικονομικού, βιομηχανικού, εμπορικού ή επαγγελματικού απορρήτου ή κάθε στοιχείου εμπορικής διαδικασίας, που είναι δυνατό να περιέχεται στις πληροφορίες.

Τμήμα 5

Αδεια εξαγωγής

Άρθρο 13

1. Οι εξαγωγές διαβαθμισμένων ουσιών για τις οποίες απαιτείται τελωνειακή διασάφηση, συμπεριλαμβανομένων των εξαγωγών διαβαθμισμένων ουσιών που εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας μετά από αποθήκευση σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη αποθήκη για διάστημα τουλάχιστον δέκα ημερών υπόκεινται σε άδεια εξαγωγής.

Ωστόσο, οι εξαγωγές διαβαθμισμένων ουσιών της κατηγορίας 3 του παραρτήματος υπόκεινται σε άδεια εξαγωγής μόνον εφόσον απαιτείται γνωστοποίηση πριν από την εξαγωγή ή εφόσον οι ουσίες αυτές εξάγονται σε ορισμένες χώρες προορισμού που πρέπει να καθοριστούν σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής.

Σε περίπτωση που διαβαθμισμένες ουσίες εξάγονται εκ νέου σε διάστημα μικρότερο των δέκα ημερών από την ημερομηνία υπαγωγής τους σε καθεστώς αναστολής δεν απαιτείται άδεια εξαγωγής, εφόσον ο επιχειρηματίας μπορεί να αποδείξει τους νόμιμους σκοπούς της πρώτης εξαγωγής και εισαγωγής στην τρίτη χώρα.

2. Οι άδειες εξαγωγής εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένο το πρόσωπο από το οποίο ή για λογαριασμό του οποίου υποβάλλεται η διασάφηση εξαγωγής και το οποίο φέρει την κύρια ευθύνη για τις δραστηριότητες εξαγωγής λόγω της οικονομικής και νομικής σχέσης του με τις διαβαθμισμένες ουσίες και με τον παραλήπτη (εξαγωγέα).

Άρθρο 14

1. Η αίτηση για τη χορήγηση της άδειας εξαγωγής που αναφέρεται στο άρθρο 12 πρέπει να περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) το όνομα και τη διεύθυνση του εξαγωγέα, του εισαγωγέα στην τρίτη χώρα και κάθε άλλου επιχειρηματία που συμμετέχει στην πράξη εξαγωγής ή την αποστολή καθώς και το όνομα και τη διεύθυνση του τελικού παραλήπτη.

(β) την ονομασία της διαβαθμισμένης ουσίας, όπως αυτή αναγράφεται στο παράρτημα, ή στη περίπτωση μείγματος ή φυσικού προϊόντος την ονομασία τους και τον οκταψήφιο κωδικό ΣΟ καθώς και την ονομασία κάθε διαβαθμισμένης ουσίας, όπως αυτή αναγράφεται στο παράρτημα, που περιέχεται στα εν λόγω προϊόντα.

(γ) την ποσότητα και το βάρος των διαβαθμισμένων ουσιών και, εφόσον πρόκειται για μείγμα ή για φυσικό προϊόν, την ποσότητα, το βάρος και, εφόσον είναι γνωστό, την ποσοστιαία αναλογία κάθε διαβαθμισμένης ουσίας που περιέχεται στο μείγμα ή στο φυσικό προϊόν, και

(δ) τα στοιχεία που αφορούν τη μεταφορά, όπως την προβλεπόμενη ημερομηνία αποστολής, τον τρόπο μεταφοράς, τον προσδιορισμό του τελωνείου στο οποίο πρέπει να υποβληθεί η τελωνειακή διασάφηση και, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι γνωστές στο στάδιο αυτό, τον προσδιορισμό του μεταφορικού μέσου, τη διαδρομή, το προβλεπόμενο σημείο εξόδου από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας και το σημείο εισόδου στη χώρα εισαγωγής.

(ε) στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 19, αντίγραφο της άδειας εισαγωγής που εκδίδεται από τη χώρα προορισμού.

2. Η απόφαση για την αίτηση έκδοσης αδείας εξαγωγής λαμβάνεται εντός δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές θεωρούν ότι ο φάκελος είναι πλήρης.

Η προθεσμία αυτή παρατείνεται εάν, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 19, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να προβούν σε συμπληρωματικές έρευνες δυνάμει του άρθρου 19 δεύτερη υποπαράγραφος.

3. Η άδεια μπορεί να περιορίζεται σε μία μόνο ουσία.

Άρθρο 15

1. Όταν τα στοιχεία για τη διαδρομή και το μεταφορικό μέσο δεν περιλαμβάνονται στην αίτηση, η άδεια εξαγωγής αναφέρει ότι ο επιχειρηματίας υποχρεούται να προσκομίσει τα στοιχεία αυτά στις τελωνειακές αρχές ή σε κάθε άλλη αρμόδια αρχή στο σημείο εξόδου από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας πριν από την πραγματική αποχώρηση της αποστολής. Στην περίπτωση αυτή τίθεται σχετική ένδειξη στην άδεια εξαγωγής κατά την έκδοσή της.

Εάν η άδεια εξαγωγής υποβάλλεται σε τελωνείο άλλου κράτους μέλους από εκείνο της αρχής έκδοσης, ο εξαγωγέας οφείλει να υποβάλει, κατόπιν αιτήσεως, επικυρωμένη μετάφραση μέρους ή όλων των πληροφοριών που περιέχονται στην άδεια.

2. Η άδεια εξαγωγής υποβάλλεται προς επίρρωση της τελωνειακής διασάφησης κατά την κατάθεση της τελωνειακής διασάφησης στο αρμόδιο τελωνείο αποδοχής της διασάφησης. Η αποστολή συνοδεύεται από την άδεια μέχρι την τρίτη χώρα προορισμού.

Το τελωνείο στο σημείο εξόδου από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας συμπληρώνει τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 13 στην άδεια και θέτει τη σφραγίδα του.

Άρθρο 16

Η έκδοση αδείας εξαγωγής δεν αποκλείει οποιαδήποτε ενδεχόμενη διοικητική ή άλλη ευθύνη του κατόχου της εν λόγω αδείας.

Άρθρο 17

Η άδεια εξαγωγής δεν χορηγείται εάν πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) τα στοιχεία που προσκομίστηκαν δεν είναι πλήρη.

(β) υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι πληροφορίες που προσκομίστηκαν είναι ψευδείς ή ανακριβείς.

(γ) στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 19, εφόσον διαπιστωθεί ότι η εισαγωγή των διαβαθμισμένων ουσιών δεν εγκρίθηκε από τις αρμόδιες αρχές της χώρας προορισμού.

(δ) υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι υπό εξέταση ουσίες προορίζονται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

Άρθρο 18

Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αναστείλουν ή να ανακαλέσουν την άδεια εξαγωγής εφόσον υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι ουσίες προορίζονται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

Άρθρο 19

Όταν, δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας και μιας τρίτης χώρας, οι εξαγωγές επιτρέπονται μόνο με την έκδοση αδείας εισαγωγής από τις αρμόδιες αρχές της χώρας αυτής για τις υπό εξέταση ουσίες, η Επιτροπή γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών το όνομα και τη διεύθυνση της αρμόδιας αρχής της τρίτης χώρας, καθώς και κάθε πρακτική πληροφορία που λαμβάνει από τη χώρα αυτή.

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών βεβαιώνονται ως προς τη γνησιότητα της εν λόγω αδείας εισαγωγής, ζητώντας, εάν χρειασθεί, επιβεβαίωση από την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας.

Άρθρο 20

Η προθεσμία εντός της οποίας τα εμπορεύματα πρέπει να εγκαταλείψουν το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες από την ημερομηνία έκδοσης της αδείας εξαγωγής. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί, κατόπιν αιτήσεως.

Άρθρο 21

Για τη χορήγηση αδείας εξαγωγής μπορούν να εφαρμοστούν απλουστευμένες διαδικασίες. Οι διαδικασίες αυτές καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής.

Τμήμα 6

Αδεια εισαγωγης

Άρθρο 22

Οι εισαγωγές διαβαθμισμένων ουσιών που περιλαμβάνονται στην κατηγορία 1 του παραρτήματος για τις οποίες απαιτείται έγκριση, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 7, υπόκεινται σε άδεια εισαγωγής.

Η άδεια εισαγωγής εκδίδεται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένο το πρόσωπο από το οποίο ή για λογαριασμό του οποίου υποβάλλεται η τελωνειακή διασάφηση (εισαγωγέας).

Πρόσθετες τεκμηριωμένες και οικονομικά δικαιολογημένες περιπτώσεις καθώς και πρόσθετοι όροι υπό τους οποίους απαιτείται άδεια εισαγωγής μπορούν να καθορστούν σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπής.

Άρθρο 23

1. Η αίτηση για τη χορήγηση της αδείας εισαγωγής που αναφέρεται στο άρθρο 22 πρέπει να περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) το όνομα και τη διεύθυνση του εισαγωγέα, του εξαγωγέα στην τρίτη χώρα και κάθε άλλου εμπλεκόμενου επιχειρηματία καθώς και το όνομα και τη διεύθυνση του τελικού παραλήπτη.

(β) την ονομασία των διαβαθμισμένων ουσιών, όπως αναγράφονται στο παράρτημα, ή στη περίπτωση μείγματος ή φυσικού προϊόντος την ονομασία τους και τον οκταψήφιο κωδικό ΣΟ καθώς και την ονομασία κάθε διαβαθμισμένης ουσίας, όπως αυτή αναγράφεται στο παράρτημα, που περιέχεται στα εν λόγω προϊόντα.

(γ) την ποσότητα και το βάρος των διαβαθμισμένων ουσιών και, εφόσον πρόκειται για μείγμα ή για φυσικό προϊόν, την ποσότητα, το βάρος και, εφόσον είναι γνωστό, την ποσοστιαία αναλογία κάθε διαβαθμισμένης ουσίας που περιέχεται στο μείγμα ή στο φυσικό προϊόν, και

(δ) τα στοιχεία που αφορούν τη μεταφορά, όπως την ημερομηνία και τον τόπο των προβλεπόμενων δραστηριοτήτων εισαγωγής, τον τρόπο μεταφοράς, και, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι γνωστές, τα μέσα μεταφοράς.

2. Η απόφαση για την αίτηση έκδοσης αδείας εισαγωγής λαμβάνεται εντός δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές θεωρούν ότι ο φάκελος είναι πλήρης.

3. Η άδεια εισαγωγής μπορεί να περιορίζεται σε μία μόνο ουσία.

Άρθρο 24

Η αποστολή συνοδεύεται από την άδεια εισαγωγής από το σημείο εισόδου στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας μέχρι τις εγκαταστάσεις του εισαγωγέα ή του τελικού παραλήπτη.

Η άδεια εισαγωγής υποβάλλεται στο τελωνείο όταν οι διαβαθμισμένες ουσίες διασαφίζονται για την υπαγωγή σε τελωνειακό καθεστώς.

Εάν η άδεια εισαγωγής υποβληθεί σε τελωνείο άλλου κράτους μέλους από εκείνο της αρχής έκδοσης, ο εισαγωγέας οφείλει να υποβάλει, κατόπιν αιτήσεως, επικυρωμένη μετάφραση μέρους ή όλων των πληροφοριών που περιέχονται στην άδεια.

Άρθρο 25

Η άδεια εισαγωγής δεν χορηγείται εάν πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) τα στοιχεία που προσκομίστηκαν δεν είναι πλήρη.

(β) υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι πληροφορίες που προσκομίστηκαν είναι ψευδείς ή ανακριβείς.

(γ) υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι διαβαθμισμένες ουσίες προορίζονται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

Άρθρο 26

Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αναστείλουν ή να ανακαλέσουν την άδεια εισαγωγής εφόσον υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι ουσίες προορίζονται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

Άρθρο 27

Η προθεσμία εντός της οποίας οι διαβαθμισμένες ουσίες πρέπει να εισέλθουν στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες από την ημερομηνία έκδοσης της αδείας εισαγωγής. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί, κατόπιν αιτήσεως.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ

Άρθρο 28

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων που προβλέπονται στα άρθρα 12 έως 27 καθώς και στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους απαγορεύουν την είσοδο διαβαθμισμένων ουσιών στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας ή την έξοδο των εν λόγω ουσιών από αυτό, εφόσον υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι ουσίες αυτές προορίζονται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

2. Οι αρμόδιες αρχές κατακρατούν ή αναστέλλουν την παραλαβή των διαβαθμισμένων ουσιών για το διάστημα που κρίνουν αναγκαίο, προκειμένου να επαληθεύσουν την ταυτότητα των διαβαθμισμένων ουσιών ή την τήρηση των κανόνων του παρόντος κανονισμού.

3. Για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, κάθε κράτος μέλος θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να είναι ιδίως σε θέση:

(α) να συλλέγουν πληροφορίες για οποιαδήποτε παραγγελία ή πράξη που αφορά διαβαθμισμένες ουσίες.

(β) να έχουν πρόσβαση στους επαγγελματικούς χώρους των επιχειρηματιών για τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων για παρατυπίες.

4. Προκειμένου να αποτραπούν ειδικοί κίνδυνοι διοχέτευσης των εν λόγω ουσιών σε ελεύθερες ζώνες καθώς και σε άλλους ευαίσθητους τομείς, όπως αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι έλεγχοι που εφαρμόζονται στις πράξεις που πραγματοποιούνται στους τομείς αυτούς είναι αποτελεσματικοί σε κάθε στάδιο των εν λόγω πράξεων και ότι είναι εξίσου αυστηροί με τους ελέγχους που διενεργούνται σε άλλες περιοχές του τελωνειακού εδάφους.

5. Οι αρμόδιες αρχές ενδέχεται να ζητήσουν από τους επιχειρηματίες να καταβάλουν τέλη για τη χορήγηση εγκρίσεων, τις καταχωρήσεις και την έκδοση αδειών. Τα εν λόγω τέλη εισπράττονται κατά τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις και δεν υπερβαίνουν το κόστος της επεξεργασίας της αίτησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔIΟIΚΗΤIΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣIΑ

Άρθρο 29

Για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και με την επιφύλαξη του άρθρου 32, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 515/97. Κάθε κράτος μέλος γνωστοποιεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή το όνομα των αρμοδίων αρχών που έχουν οριστεί να επικοινωνούν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

Άρθρο 30

Εκτός από τα εκτελεστικά μέτρα που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, όλα τα άλλα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του, ιδίως όσον αφορά τα έντυπα αδείας εξαγωγής και εισαγωγής και τους λεπτομερείς κανόνες χρήσης τους, θεσπίζονται σύμφωνα με την διαδικασία της επιτροπής.

Άρθρο 31

Το παράρτημα του παρόντος κανονισμού προσαρμόζεται σύμφωνα με την διαδικασία της επιτροπής, έτσι ώστε να ληφθούν υπόψη όλες οι τροποποιήσεις του παραρτήματος της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών.

Άρθρο 32

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή Προδρόμων Ουσιών (εφεξής καλούμενη η επιτροπή).

2. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ καθορίζεται σε τρεις μήνες.

3. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 33

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες τους σχετικούς με τις κυρώσεις που εφαρμόζονται στις παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι εφαρμόζονται οι διατάξεις αυτές. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες με την παράβαση και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή και κοινοποιούν το συντομότερο δυνατό κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση.

Άρθρο 34

Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους κοινοποιούν τουλάχιστον μία φορά το χρόνο στην Επιτροπή όλες τις σχετικές πληροφορίες για την εφαρμογή των μέτρων παρακολούθησης που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και για τις διαβαθμισμένες ουσίες που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών καθώς και για τις μεθόδους παράνομης διοχέτευσης και παρασκευής και για το νόμιμο εμπόριο των ουσιών αυτών, τις χρήσεις τους και τις ανάγκες για αυτές τις ουσίες.

Βάσει αυτών των στοιχείων, η Επιτροπή αξιολογεί, σε διαβούλευση με τα κράτη μέλη, την αποτελεσματικότητα των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 12 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών καταρτίζει ετήσια έκθεση που υποβάλλεται στη Διεθνή επιτροπή ελέγχου ναρκωτικών.

Άρθρο 35

Η Επιτροπή λαμβάνει θέση, εξ ονόματος της Κοινότητας, όσον αφορά τις τροποποιήσεις των πινάκων I και II του παραρτήματος της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών.

Άρθρο 36

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90 καταργείται από [...].

Οι παραπομπές στον καταργούμενο κανονισμό θεωρούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 37

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, [...]

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Διαβαθμισμένες ουσίες Κατηγορία 1

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Κατηγορία 2

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Κατηγορία 3

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Top