Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52004AE0662

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — «Προς μια θεματική στρατηγική για την αειφόρο χρήση των φυσικών πόρων» [COM(2003) 572 τελικό]

ΕΕ C 117 της 30.4.2004, p. 38–40 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

30.4.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 117/38


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — «Προς μια θεματική στρατηγική για την αειφόρο χρήση των φυσικών πόρων»

[COM(2003) 572 τελικό]

(2004/C 117/09)

Την 1η Οκτωβρίου 2003, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω ανακοίνωση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 5 Απριλίου 2004 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. RIBBE.

Κατά τη 408η σύνοδο ολομελείας της 28ης και 29ης Απριλίου 2004 (συνεδρίαση της 28ης Απριλίου 2004) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 54 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 6 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

1.1.

Η παρούσα ανακοίνωση πρέπει να θεωρηθεί ως ένα πρώτο, προπαρασκευαστικό βήμα προς την «στρατηγική για την αειφόρο χρήση των φυσικών πόρων» που θα υποβληθεί το 2004 και προβλέπεται να υιοθετηθεί το 2005. Η ανακοίνωση επιχειρεί να ανοίξει διάλογο με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, περιλαμβανομένων επίσης παραγόντων της κοινωνίας των πολιτών, με απώτερο στόχο την κατάρτιση ενός ολοκληρωμένου και ευρέως αποδεκτού εγγράφου στρατηγικής σημασίας.

1.2.

Προκειμένου να προωθηθεί η διαδικασία συντονισμού, η Επιτροπή έχει συστήσει, για παράδειγμα, ένα πολυμερές φόρουμ ενδιαφερομένων μερών, το οποίο ξεκίνησε εντατικές διαβουλεύσεις (1).

1.3.

Σκοπός της εν εξελίξει στρατηγικής είναι να αναπτύξει και να διατυπώσει αρχές για την περαιτέρω αναγκαία μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τη χρήση των φυσικών πόρων. Ο κυριότερος στόχος είναι να αποσυνδεθεί η μελλοντική οικονομική ανάπτυξη ακόμη περισσότερο από την χρήση των πόρων.

1.4.

Η εν λόγω στρατηγική νοείται συνεπώς ως «επιμέρους στρατηγική», σχεδιασμένη για να μορφοποιήσει την επί του παρόντος επανεξεταζόμενη στρατηγική της ΕΕ για την αειφoρία.

1.5.

Η προτεινόμενη στρατηγική θα στηρίζεται σε τρία στρατηγικά στοιχεία:

περαιτέρω συγκέντρωση γνώσεων όσον αφορά τις συχνά αλληλένδετες επιπτώσεις σε ολόκληρο τον «κύκλο ζωής» της χρήσης των πόρων (δηλαδή από την απόληψη και τη χρήση έως τη διάθεση αποβλήτων),

μία αξιολόγηση πολιτικής, σκοπός της οποίας είναι να επιδείξει, μεταξύ άλλων, ότι «δεν υπάρχει κανένας κατάλληλος μηχανισμός αξιολόγησης του βαθμού συμβατότητας των πολιτικών επιλογών ... με το γενικό στόχο της αποσύνδεσης της οικονομικής μεγέθυνσης από τις επιπτώσεις της χρήσης των πόρων». Η στρατηγική για τους φυσικούς πόρους θα πρέπει μελλοντικώς να διασφαλίσει τα ανωτέρω,

ενσωμάτωση σε άλλες πολιτικές, με κύριο στόχο την πλήρη ένταξη των περιβαλλοντικών θεμάτων που σχετίζονται με φυσικούς πόρους σε άλλες πολιτικές.

1.6.

Ως προς το αντικείμενο, το εν λόγω έγγραφο θα πρέπει να εξετασθεί σε συνάρτηση με δύο άλλες πρωτοβουλίες οι οποίες άρχισαν να εφαρμόζονται από την Επιτροπή, όπως και η στρατηγική αυτή, στο πλαίσιο της εφαρμογής του 6ου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον, δηλαδή την προετοιμασία των εργασιών για «μία στρατηγική για την πρόληψη και την ανακύκλωση των αποβλήτων» και «την ολοκληρωμένη πολιτική για τα προϊόντα». Η ΕΟΚΕ υιοθέτησε γνωμοδότηση και για τα δύο εν λόγω ζητήματα κατά τη σύνοδο ολομελείας της τον Δεκέμβριο του 2003 (2).

1.7.

Το χρονοδιάγραμμα που προβλέπεται για τη στρατηγική είναι 25 έτη.

2.   Γενικές παρατηρήσεις

2.1.

Το έγγραφο της Επιτροπής ξεκινά με τον ορισμό της έννοιας «φυσικοί πόροι». Οι φυσικοί πόροι περιλαμβάνουν (τις ανανεώσιμες και μη ανανεώσιμες) πρώτες ύλες, απαραίτητες για τις ανθρώπινες δραστηριότητες και τα στοιχεία του περιβάλλοντος (όπως νερό, έδαφος και αέρας, αλλά και το τοπίο).

2.2.

Το έγγραφο της Επιτροπής αναφέρεται ρητά στην Παγκόσμια Διάσκεψη Κορυφής του Γιοχάνεσμπουργκ για την αειφόρο ανάπτυξη όπου συμφωνήθηκε ότι «η προστασία και η διαχείριση του αποθέματος σε φυσικούς πόρους, οι οποίοι συνιστούν τη βάση της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, αποτελούν πρωταρχικούς στόχους και βασικές προϋποθέσεις της αειφόρου ανάπτυξης» (3).

2.3.

Με άλλα λόγια, η αειφόρος ανάπτυξη είναι ανέφικτη χωρίς τη σωστή προστασία και την ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων. Η Επιτροπή, συνεπώς, διατυπώνει τις απόψεις της σχετικά με την σχεδιαζόμενη στρατηγική, αντιμετωπίζοντας την ως ένα (από τα πολλά) μέσα προστασίας του περιβάλλοντος για την αειφόρο ανάπτυξη.

2.4.

Κατά ανάλυση της κατάστασης, η Επιτροπή καταλήγει στην εκτίμηση ότι ορισμένοι ανανεώσιμοι φυσικοί πόροι, όπως π.χ. η αλιεία και τα γλυκά ύδατα, αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα, ενώ οι μη ανανεώσιμοι πόροι εμπνέουν λιγότερες ανησυχίες, εκτίμηση η οποία, ενδεχομένως να εκπλήξει όσους ενδιαφέρονται για το περιβάλλον και να πυροδοτήσει έντονες αντιπαραθέσεις στα πλαίσια των διαπραγματεύσεων για τη χάραξη της στρατηγικής. Δηλώσεις, όπως: «… το γεγονός ότι ένας δεδομένος πόρος είναι πεπερασμένος, δεν συνεπάγεται αυτομάτως ότι ο πόρος αυτός θα παρουσιάσει έλλειψη» χρήζουν βέβαια όχι απλά περαιτέρω διευκρινήσεων, δεδομένου ότι πολυάριθμες μελέτες των δεκαετιών '70 και '80 του τότε αναδυόμενου περιβαλλοντικού κινήματος, είχαν ως αντικείμενο ακριβώς την απειλή της εξάντλησης μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων (4). Παρόμοια εκτίμηση ενέχει τον κίνδυνο να δημιουργήσει ένα λανθασμένο πολιτικό μήνυμα αλλά και να ερμηνευθεί ως «λήξη του συναγερμού».

2.5.

Βεβαίως, είναι σαφές ότι σε μακροπρόθεσμη βάση τέτοιες διατυπώσεις είναι ανυπόστατες. Παρά τον συνεχή εντοπισμό νέων αποθεμάτων μη ανανεώσιμων πόρων κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, και το γεγονός ότι οι πρωτινές προβλέψεις για το αναμενόμενο χρονοδιάγραμμα έλλειψης των φυσικών πόρων δεν επαληθεύτηκαν πλήρως (5), είναι σαφές, για παράδειγμα, ότι το πετρέλαιο, ο άνθρακας και οι άλλες μη ανανεώσιμες πρώτες ύλες είναι πεπερασμένες. Επιπρόσθετα, οι προσπάθειες των τελευταίων ετών με στόχο την αποσύνδεση της οικονομικής μεγέθυνσης από τη χρήση των φυσικών πόρων, παρότι ήδη απέδωσαν, δεν επαρκούν για να επιλύσουν εξ ολοκλήρου το πρόβλημα. Τα παγκόσμια ποσοστά οικονομικής μεγέθυνσης υπερκέρασαν σε μεγάλο βαθμό την επιτυχία αυτή.

2.6.

Οι θέσεις της Επιτροπής μπορούν να εξεταστούν μόνο σε σχέση με το χρονοδιάγραμμα στο πλαίσιο της στρατηγικής: στην πράξη, για τα επόμενα 25 έτη ενδεχομένως να μην παρουσιαστούν σοβαρές ελλείψεις σε μη ανανεώσιμους φυσικούς πόρους. Η ΕΟΚΕ εκτιμά όμως ότι στο πλαίσιο μιας στρατηγικής για την αειφορία και την ενδεχόμενη εφαρμογή του σχεδίου που άρχισε να εξετάζει η Επιτροπή «Συντελεστής-10» (6), μία περίοδος των 25 ετών είναι χρονικά πολύ περιορισμένη.

2.7.

Για τους λόγους αυτούς, η στρατηγική θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει και σαφής δηλώσεις σχετικά με τις μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι οποίες να μην περιορίζονται σε αυτό το χρονοδιάγραμμα. Είναι αναγκαίο να τεθούν από τώρα τα θεμέλια κατάλληλης βιώσιμης πολιτικής σε αυτόν τον τομέα.

2.8.

Η Επιτροπή ορθώς υπογραμμίζει ό,τι, όσον αφορά τις μη ανανεώσιμες πηγές, κύριο περιβαλλοντικό πρόβλημα δε συνιστά, για παράδειγμα, η συνεχής διαθεσιμότητά τους ή μη διαθεσιμότητά τους. Όπως προκύπτει από τα παραδείγματα άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου το πραγματικό περιβαλλοντικό πρόβλημα δεν αποτελεί το κατά πόσον είναι διαθέσιμες οι πρώτες ύλες, αλλά ο τρόπος χρήσης τους (απόληψη, και, στην περίπτωση αυτή, καύση που έχει ως αποτέλεσμα την εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα).

2.9.

Υπό το πρίσμα της αειφόρου ανάπτυξης, που είναι ο αδιαμφισβήτητα κύριος στόχος της Επιτροπής, το ερώτημα της διαθεσιμότητας έχει κάποια σημασία, διότι ακόμα και εάν θεωρηθεί εφικτό να περιορίσουμε ή και να εξαλείψουμε τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τη χρήση των φυσικών πόρων, έχουμε καθήκον απέναντι στις μελλοντικές γενιές να μην επιτρέψουμε την αλόγιστη εκμετάλλευση/χρήση των φυσικών πόρων σε ένα τόσο περιορισμένο χρονικό πλαίσιο.

2.10.

Η ΕΕ επεξεργάζεται επί του παρόντος σειρά νέων (αναγκαίων) στρατηγικών, ή επανεξετάζει τις ισχύουσες. Μεταξύ άλλων αναφέρονται η μείζονος σημασίας στρατηγική για την αειφορία, η στρατηγική για την πρόληψη των αποβλήτων και την ανακύκλωση, την ολοκληρωμένη πολιτική προϊόντων, την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, τις υδατοκαλλιέργειες, τον τομέα «Υγεία και περιβάλλον» κ.λπ.. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει αυτές τις πρωτοβουλίες, εντούτοις, καλεί την Επιτροπή να λάβει υπόψη το γεγονός ότι οι ενδιαφερόμενοι που δεν συμμετέχουν άμεσα κινδυνεύουν να μην έχουν πλήρη εικόνα της κατάστασης και συνεπώς να δυσκολεύονται να κρίνουν πότε και ποια στρατηγική πρέπει να εφαρμοστεί και ποια είναι η σημασία της σε σχέση με άλλες στρατηγικές.

2.11.

Για το λόγο αυτό η ΕΟΚΕ κρίνει επωφελές να:

περιγραφεί επακριβώς ο τρόπος, με τον οποίο καθεμιά στρατηγική εντάσσεται στο ανάλογο πολιτικό πλαίσιο,

προσδιοριστεί η συνάφεια της εν λόγω πρωτοβουλίας προς άλλες στρατηγικές και ισχύουσες πολιτικές σε κοινοτικό και σε εθνικό επίπεδο,

εξεταστεί σε ποια σημεία και με ποιο τρόπο συγκλίνουν οι διάφορες στρατηγικές. Κατά την ΕΟΚΕ είναι σαφές ότι η στρατηγική για τη βιωσιμότητα κατέχει κυρίαρχη θέση και ότι από αυτήν απορρέουν η στρατηγική για τη χρήση των πόρων αλλά και άλλες στρατηγικές.

2.12.

Η ΕΟΚΕ, επίσης, θεωρεί σημαντικό να περιγραφούν λεπτομερώς οι επιπτώσεις των προτεινόμενων στρατηγικών για τους δυνητικούς ενδιαφερόμενους. Κάτι τέτοιο, περιλαμβάνει επίσης την περιγραφή των αρμοδιοτήτων και των ζητημάτων που πρέπει να ρυθμιστούν καθώς και τον καθορισμό του πολιτικού επιπέδου στο οποίο, ανάλογα με το βαθμό δικαιοδοσίας που τους ανήκει, μπορούν να ρυθμιστούν τα ζητήματα αυτά. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η προτεινόμενη στρατηγική όχι μόνο θα πρέπει να προσδιορίζει λεπτομερώς τις δυνατότητες που διαθέτει η ΕΕ όσον αφορά την αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αλλά και τις σχετικές αρμοδιότητες σε επίπεδο κρατών μελών (ή σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο).

2.13.

Σημαντικός στόχος είναι, κατά την ΕΟΚΕ, η διάδοση των σχετικών γνώσεων σε ευρύτατα στρώματα του πληθυσμού.

2.14.

Η στρατηγική πρέπει κυρίως να επικεντρωθεί στον ενδεχόμενο αντίκτυπο στην οικονομία, στον τομέα της εργασίας και στην αγορά εργασίας. Η Επιτροπή έχει υπογραμμίσει επανειλημμένως σε διάφορα επίπεδα και σε πολυάριθμα έγγραφά της, ότι η δημιουργία θέσεων εργασίας και η προστασία του περιβάλλοντος δεν συνιστούν αντίθεση, αλλά αλληλοσυμπληρώνονται με πολύ ωφέλιμο τρόπο. Η παρούσα στρατηγική οφείλει να αποδείξει τα ανωτέρω. Οι επιχειρήσεις δικαίως ζητούν μια όσο το δυνατό μακροχρόνια ασφάλεια προγραμματισμού και νομική ασφάλεια. Η στρατηγική πρέπει να προσφέρει στις επιχειρήσεις ενδείξεις σχετικά με τον προσανατολισμό που πρέπει να επιλέξουν στο μέλλον.

Είναι βεβαίως σημαντικό να καθοριστούν οι απαιτούμενες αλλαγές σε γενικό πλαίσιο, ώστε να διευκολύνονται οι σχετικές συνέργιες. Θα πρέπει να διευκρινισθεί το ερώτημα κατά πόσον οι νέες πρωτοβουλίες στον τομέα της φορολογικής πολιτικής και των τελών, μπορούν να ενισχύσουν την αειφόρο χρήση ανανεώσιμων πόρων. Αναφορικά με την εξέλιξη της χρήσης οικονομικών μέσων, τα τελευταία χρόνια επιβάλλονται περισσότεροι φόροι και τέλη και σημειώνεται μία βραδεία αλλά αναπτυσσόμενη περιβαλλοντική φορολογική μεταρρύθμιση καθώς ορισμένα κράτη αλλάζουν το φορολογικό καθεστώς τους, μειώνοντας τους φόρους επί της εργασίας και αυξάνοντας τους φόρους και τα τέλη που επιβάλλονται σχετικά με την περιβαλλοντική ρύπανση, τους πόρους και τις υπηρεσίες (7).

3.   Ειδικά σχόλια της ΕΟΚΕ

3.1.

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει πλήρως το έγγραφο της Επιτροπής. Η στρατηγική για τους φυσικούς πόρους είναι επιτακτική προκειμένου να επιτευχθεί περαιτέρω αποσύνδεση της οικονομικής μεγέθυνσης από τις επιπτώσεις της χρήσης των πόρων (και τις επακόλουθες περιβαλλοντικές επιπτώσεις).

3.2.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι το χρονοδιάγραμμα των 25 ετών που ορίζει η στρατηγική, αποτελεί πρόδηλα έναν πολύ περιορισμένο χρονικό ορίζοντα. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις ενέργειες της Επιτροπής, η οποία επικεντρώνεται στα προβλήματα με βραχυπρόθεσμη ή μεσοπρόθεσμη επίλυση. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν πρέπει να συνεπάγεται κατά το μάλλον ή ήττον τη μη ενασχόληση με τα μακροπρόθεσμα ζητήματα.

3.3.

Κατά συνέπεια, είναι επειγόντως αναγκαίο να προστεθεί ένα κεφάλαιο σχετικά με τα μακροπρόθεσμα προβλήματα τα οποία εν πολλοίς συνδέονται με τους μη ανανεώσιμους φυσικούς πόρους· στην αντίθετη περίπτωση θα μπορούσε να παρανοηθεί τη στρατηγική στο σύνολό της. Σε αυτό το πλαίσιο δε θα πρέπει να τεθούν υπό εξέταση μόνο τα σχετικά περιβαλλοντικά προβλήματα αλλά και το ζήτημα της συνολικής φυσικής ή/και πολιτικής διαθεσιμότητας. Η ΕΟΚΕ, ως εκ τούτου, επιδοκιμάζει τα τμήματα της ανακοίνωσης της Επιτροπής που πραγματεύονται την περιφερειακή και ευρωπαϊκή διαθεσιμότητα των φυσικών πόρων. Το πρόβλημα, για παράδειγμα, των αποθεμάτων πετρελαίου δεν συνδέεται αποκλειστικά με την ποσότητά του. Η διαθεσιμότητα (και επακόλουθα ή εξάρτηση) αποτελούν σοβαρά πολιτικά ζητήματα, όπως μαρτυρά η πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του '70, και πληθώρα πιο πρόσφατων γεγονότων. Τα μεγάλα παγκόσμια οικονομικά κέντρα φαίνεται ότι έχουν αναπτύξει εντελώς διαφορετικές στρατηγικές προκειμένου να προσεγγίσουν το ζήτημα αυτό.

3.4.

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η στρατηγική προσανατολίζεται κύρια στην φυσική χρήση των πόρων ενώ δεν εφιστάται η δέουσα προσοχή στην πτυχή περί προστασίας των φυσικών πόρων, δηλαδή την άϋλη πτυχή του ζητήματος. Η ΕΟΚΕ συνιστά επί τούτου όχι μόνο την επέκταση του τίτλου της στρατηγικής, ώστε να γίνει αναφορά στην «έννοια της προστασίας», αλλά και να δοθεί μεγαλύτερη σημασία στην προστασία των φυσικών πόρων. Κατ' αυτόν τον τρόπο τα ανωτέρω θα συνδεθούν επίσης με τις διαπραγματεύσεις του Γιοχάνεσμπουργκ. (βλέπε επίσης σημείο 2.2).

3.5.

Σημαντικό φυσικό πόρο αποτελεί σαφώς και το τοπίο. Οι Άλπεις, για παράδειγμα, αφενός αποτελούν ευαίσθητο οικοσύστημα και αφετέρου τουριστικό θέλγητρο (8). Η στρατηγική θα πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει την αλόγιστη εκμετάλλευση των τοπίων (π.χ. με την υπερβολική κυκλοφορία). Τέτοια συγκεκριμένα παραδείγματα αποδεικνύουν τη σχέση των φυσικών πόρων με άλλες πολιτικές, όπως π.χ. με την γεωργική πολιτική καθώς και με τις προαναφερθείσες αρμοδιότητες. Η πολυμορφία του ευρωπαϊκού τοπίου, το οποίο δημιουργήθηκε λόγω των ποικιλόμορφων γεωργικών δραστηριοτήτων, αποτελεί μέρος του ευρωπαϊκού πολιτισμού και επομένως πρέπει να προστατευθεί.

3.6.

Η Επιτροπή τονίζει δικαίως ότι παρατηρείται εν μέρει επικίνδυνα αλόγιστη χρήση ορισμένων ανανεώσιμων πόρων. Στην περίπτωση της ξυλείας, επί παραδείγματι, η Επιτροπή σημειώνει ότι μόνο ένα μέρος της ετήσιας ανάπτυξης αξιοποιείται πραγματικά, γεγονός που σημαίνει ότι θα υπάρχουν και στο μέλλον μεγάλα περιθώρια αύξησης της (φιλικής προς το περιβάλλον) χρήσης της ξυλείας ως πρώτης ύλης. Ωστόσο, ενώ κάτι τέτοιο είναι αναμφίβολα θεμιτό, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη δύο σημεία. Τα δάση, όπως όλα τα οικοσυστήματα, δεν πληρούν μόνο φυσική, αλλά και μια έντονα άυλη λειτουργία ως οικοσυστήματα ή χώροι αναψυχής. Οι λειτουργίες αυτές και ο προστατευτικός ρόλος των δασών (π.χ. για την αποτροπή πλημμύρων και χιονοστιβάδων), ενδεχομένως αντίκειται στην εντατικότερη υλοτόμηση για εμπορικούς λόγους. Από την άλλη πλευρά, οι δασικοί πόροι κατανέμονται εξαιρετικά άνισα και η τεράστια ζημιά που προκλήθηκε σε δασικές εκτάσεις των υπό ένταξη κρατών (για παράδειγμα, στις οροσειρές Erz, Riesen και Iser) δεν κατέστρεψε μόνο τους ωφέλιμους φυσικούς πόρους σε τοπικό επίπεδο, αλλά, μαζί με άλλους παράγοντες, ευθύνεται για την υπερχείλιση του ποταμού Οντερ (το 1997) και του Έλβα (το έτος 2002).

Βρυξέλλες, 28 Απριλίου 2004.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Roger BRIESCH


(1)  Και στις οποίες συμμετέχει η ΕΟΚΕ.

(2)  Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με «Μία στρατηγική για την πρόληψη και την ανακύκλωση των αποβλήτων» COM(2003) 301 τελικό και γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο — Ολοκληρωμένη πολιτική προϊόντων: οικοδομώντας στην συνεκτίμηση του περιβαλλοντικού κύκλου ζωής» COM(2003) 302 τελικό, ΕΕ C 80 της 30ής Μαρτίου 2004 (σ. 39-44).

(3)  Σχέδιο εφαρμογής της Παγκόσμιας Διάσκεψης Κορυφής για την Αειφόρο Ανάπτυξη, εισαγωγή, παράγραφος 2.

(4)  Βλέπε «Τα όρια της ανάπτυξης — Έκθεση του Ομίλου της Ρώμης του σχεδίου για τη θέση της ανθρωπότητας», 1972.

(5)  Παραδείγματα του Ομίλου της Ρώμης (βλέπε υποσημείωση 4), ή του Αμερικανικού Συμβουλίου για την Ποιότητα του Περιβάλλοντος «Παγκόσμια Έκθεση 2000 — Η Έκθεση προς τους Αρχηγούς Κρατών», 1980.

(6)  Σύμφωνα με τον οποίο το ίδιο επίπεδο οικονομικής απόδοσης θα μπορεί να επιτευχθεί μελλοντικώς και με το υποδεκαπλάσιο της σημερινής χρήσης φυσικών πόρων.

(7)  Βλέπε για παράδειγμα την τελευταία έκδοση της Eurostat: Φορολογία Περιβάλλοντος στην Ευρωπαϊκή Ένωση 1980-2001 «Πρώτες ενδείξεις φορολογικού πρασινίσματος» — Eurostat 2003

(8)  Βλέπε γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Το μέλλον των ορεινών ζωνών στην Ευρωπαϊκή Ένωση»ΕΕ C 61 της 14ης Μαρτίου 2003, σ. 113-122.


Top