Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52003DC0515

    Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με οδηγό ορθής πρακτικής μη δεσμευτικού χαρακτήρα για την εφαρμογή της οδηγίας 1999/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη βελτίωση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων οι οποίοι είναι δυνατόν να εκτεθούν σε κίνδυνο από εκρηκτικές ατμόσφαιρες

    /* COM/2003/0515 τελικό */

    52003DC0515

    Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με οδηγό ορθής πρακτικής μη δεσμευτικού χαρακτήρα για την εφαρμογή της οδηγίας 1999/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη βελτίωση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων οι οποίοι είναι δυνατόν να εκτεθούν σε κίνδυνο από εκρηκτικές ατμόσφαιρες /* COM/2003/0515 τελικό */


    ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ σχετικά με οδηγό ορθής πρακτικής μη δεσμευτικού χαρακτήρα για την εφαρμογή της οδηγίας 1999/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη βελτίωση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων οι οποίοι είναι δυνατόν να εκτεθούν σε κίνδυνο από εκρηκτικές ατμόσφαιρες

    Στο άρθρο 11 της οδηγίας 1999/92/ΕΚ [1] ορίζεται ότι η Επιτροπή καταρτίζει πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές σε έναν οδηγό ορθής πρακτικής μη δεσμευτικού χαρακτήρα για να βοηθήσει τα κράτη μέλη, στην εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας, στην εκπόνηση των εθνικών τους πολιτικών προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων και κυρίως στα θέματα που αναφέρονται στα άρθρα 3, 4, 5, 6, 7 και 8 καθώς και στο παράρτημα I και στο παράρτημα II, μέρος A. Η Επιτροπή, ανταποκρινόμενη στην υποχρέωση αυτή, εκπόνησε οδηγό που περιέχει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με θέματα που σχετίζονται με την πρόληψη των εκρήξεων και την προστασία από αυτές, με την αξιολόγηση των κινδύνων έκρηξης, με τις υποχρεώσεις του εργοδότη για τη διατήρηση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, με την υποχρέωση του εργοδότη που είναι υπεύθυνος στο χώρο εργασίας για το συντονισμό της εφαρμογής όλων των μέτρων, όταν εργαζόμενοι πολλών επιχειρήσεων είναι παρόντες στον ίδιο χώρο εργασίας, με την υποδιαίρεση σε ζώνες των χώρων στους οποίους μπορούν να εμφανιστούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες και με τον τρόπο με τον οποίο ο εργοδότης πρέπει να καταρτίσει το έγγραφο σχετικά με την προστασία από τις εκρήξεις.

    [1] EE L 23 της 28.1.2003.

    Για την εκπόνηση αυτού του οδηγού ορθής πρακτικής, η Επιτροπή υποστηρίχθηκε από τη συμβουλευτική επιτροπή για την ασφάλεια, την υγιεινή και την προστασία της υγείας στο χώρο εργασίας, που γνωμοδότησε ευνοϊκά στις 15 Μαΐου 2003.

    Η συμβουλευτική επιτροπή κρίνει ότι στον οδηγό αυτό αναπτύσσονται θεμελιώδη ερωτήματα, κυρίως ερωτήματα εντοπισμού των κινδύνων, αξιολόγησης των κινδύνων και καθορισμού ειδικών μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται για τη διαφύλαξη της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων που εκτίθενται σε κίνδυνο από εκρηκτικές ατμόσφαιρες. Εξάλλου, η συμβουλευτική επιτροπή θεωρεί ότι ο οδηγός λαμβάνει υπόψη τις πτυχές που καθιστούν δυνατή την εκπόνηση του εγγράφου που επονομάζεται "έγγραφο προστασίας από εκρήξεις", ιδίως για τις ΜΜΕ. Τέλος, η συμβουλευτική επιτροπή θεωρεί ότι ο οδηγός θα διευκολύνει τον εργοδότη που είναι υπεύθυνος για τον χώρο εργασίας στον οποίο είναι δυνατόν να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες, να καθορίσει τα μέτρα και τους κανόνες που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του αναγκαίου συντονισμού, όταν εργαζόμενοι από πολλές επιχειρήσεις είναι παρόντες στον ίδιο χώρο εργασίας.

    Η Επιτροπή καλεί τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 11 της οδηγίας 1999/92/ΕΚ, να λάβουν όσο το δυνατόν περισσότερο υπόψη αυτόν τον οδηγό κατά την εκπόνηση των εθνικών τους πολιτικών προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων και να εξασφαλίσουν την μεγαλύτερη δυνατή διάδοση στους ενδιαφερόμενους κύκλους.

    Μη δεσμευτικός οδηγός ορθής πρακτικής για την εφαρμογή της οδηγίας 1999/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη βελτίωση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων οι οποίοι είναι δυνατόν να εκτεθούν σε κίνδυνο από εκρηκτικές ατμόσφαιρες

    ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

    ΓΔ Απασχόληση και Κοινωνικές Υποθέσεις

    Υγεία, ασφάλεια και υγιεινή στην εργασία

    Τελική έκδοση Αρ–λιος 2003

    Πρόλογος

    Η δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας ήταν πάντα στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτός ο στόχος θεσπίστηκε επίσημα από το Συμβούλιο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας το Μάρτιο του 2000 και αποτελεί ένα από τα βασικά στοιχεία για την αύξηση της ποιότητας της εργασίας.

    Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι νέες προκλήσεις της κοινωνικής πολιτικής που οφείλονται στη ριζοσπαστική αναμόρφωση της οικονομίας και της κοινωνίας της Ευρώπης, η ευρωπαϊκή ατζέντα για την κοινωνική πολιτική η οποία υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Νίκαιας βασίζεται στην ανάγκη να εξασφαλιστεί μια θετική και δυναμική αλληλεπίδραση της οικονομικής πολιτικής, της κοινωνικής πολιτικής και της πολιτικής για την απασχόληση. Η ατζέντα για την κοινωνική πολιτική πρέπει να ενισχύσει το ρόλο της κοινωνικής πολιτικής και, παράλληλα, να την καταστήσει αποτελεσματικότερη όσον αφορά την εξασφάλιση της προστασίας των ατόμων, τη μείωση των ανισοτήτων και την κοινωνική συνοχή. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης χαρακτήρισε την ποιότητα στο χώρο εργασίας - την επιθυμία όχι μόνο να υπεραμυνθούμε των ελάχιστων προτύπων αλλά και να τα αυξήσουμε και να εξασφαλίσουμε μια δικαιότερη κατανομή της προόδου - βασικό στοιχείο για την ανάκτηση της πλήρους απασχόλησης. Σ' αυτό το πλαίσιο, η ασφάλεια και η υγεία στο χώρο εργασίας αποτελούν ένα από τα θέματα κοινωνικής πολιτικής στα οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επικεντρώσει τις προσπάθειές της.

    Ευτυχώς, οι εκρήξεις και οι θρυαλλίδες δεν είναι από τις συνηθέστερες περιπτώσεις ατυχημάτων στο χώρο εργασίας. Ωστόσο, οι συνέπειές τους είναι εντυπωσιακές και δραματικές όσον αφορά την απώλεια ανθρώπινων ζωών και το οικονομικό κόστος.

    Η ανάγκη μείωσης των εκρήξεων και των θρυαλλίδων στο χώρο εργασίας είναι επιτακτική τόσο για ανθρωπιστικούς όσο και για οικονομικούς λόγους και έχει οδηγήσει στην έκδοση της οδηγίας ATEX 1999/92/ΕΚ από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Οι ανθρωπιστικοί λόγοι είναι προφανείς: οι εκρήξεις και οι θρυαλλίδες μπορούν να προκαλέσουν σοβαρούς τραυματισμούς και θανάτους. Οι οικονομικοί λόγοι εμπεριέχονται σε κάθε μελέτη που αφορά το πραγματικό κόστος των ατυχημάτων, όλες εκ των οποίων δείχνουν ότι μια βελτιωμένη διαχείριση του κινδύνου (υγεία και ασφάλεια) μπορεί να αυξήσει ουσιαστικά τα κέρδη των εταιρειών. Αυτό αληθεύει ιδίως όσον αφορά τις ενδεχόμενες εκρήξεις.

    Η έκδοση νομοθετικών μέτρων αποτελεί μέρος της προσπάθειας να συμπεριληφθεί η υγεία και η ασφάλεια των εργαζομένων στο χώρο εργασίας στη συνολική προσέγγιση για την καλή διαβίωση στο χώρο εργασίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνδυάζει μια ποικιλία μέσων προκειμένου να εδραιώσει μια πραγματική παιδεία όσον αφορά την πρόληψη του κινδύνου.

    Ο παρών οδηγός ορθής πρακτικής είναι ένα από τα εν λόγω μέσα και η σύνταξή του ζητήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στο άρθρο 11 της οδηγίας ATEX: η Επιτροπή καταρτίζει πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές μη δεσμευτικού χαρακτήρα. Μπορεί να χρησιμοποιούνται ως βάση για τους εθνικούς οδηγούς που έχουν ως στόχο να βοηθήσουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να βελτιώσουν τόσο την ασφάλεια όσο και τις δυνατότητες κέρδους τους.

    Τέλος, με την ευκαιρία αυτή θα ήθελα να ενθαρρύνω όλους τους τομείς υγείας και ασφάλειας, και ιδίως τις εθνικές αρχές και τους εργοδότες, να εφαρμόσουν με αίσθημα ευθύνης και επιμονής την οδηγία αυτή προκειμένου να αποφευχθούν, ή τουλάχιστον να μειωθούν στο ελάχιστο, οι κίνδυνοι που οφείλονται σε εκρηκτικές ατμόσφαιρες και να δημιουργηθεί ένα καλό εργασιακό περιβάλλον.

    Odile Quintin Γενική Διευθύντρια

    Περιεχόμενα

    1. Τρόπος χρήσης του οδηγού ορθής πρακτικής

    1.1 Σχέση με την οδηγία 1999/92/ΕΚ

    1.2 Πεδίο εφαρμογής του οδηγού

    1.3 Ισχύουσες διατάξεις και πρόσθετες πληροφορίες

    1.4 Επίσημα και ανεπίσημα κέντρα ενημέρωσης

    2. Αξιολόγηση των κινδύνων έκρηξης

    2.1 Μέθοδοι

    2.2 Κριτήρια αξιολόγησης

    2.2.1 Είναι παρόντα εύφλεκτα υλικά;

    2.2.2 Μπορεί να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα εφόσον υπάρχει επαρκής διασκορπισμός στον αέρα;

    2.2.3 Πού μπορούν να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες;

    2.2.4 Είναι δυνατή η δημιουργία επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας;

    2.2.5 Έχει εμποδιστεί αποτελεσματικά η δημιουργία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών;

    2.2.6 Έχει εμποδιστεί αποτελεσματικά η ανάφλεξη επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών;

    3. Τεχνικά μέτρα προστασίας από τις εκρήξεις

    3.1 Πρόληψη επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών

    3.1.1 Αντικατάσταση των εύφλεκτων υλικών

    3.1.2 Περιορισμός της συγκέντρωσης

    3.1.3 Αδρανοποίηση

    3.1.4 Αποτροπή ή περιορισμός της δημιουργίας εκρηκτικών ατμοσφαιρών στον περιβάλλοντα χώρο των εγκαταστάσεων

    3.1.4.1 Μέτρα για την απομάκρυνση των αποθέσεων σκόνης

    3.1.5 Εγκατάσταση φωρατών αερίων

    3.2 Αποτροπή δημιουργίας πηγών ανάφλεξης

    3.2.1 Κατανομή σε ζώνες των επικίνδυνων χώρων

    3.2.2 Έκταση των μέτρων προστασίας

    3.2.3 Είδη πηγών ανάφλεξης

    3.3 Περιορισμός των συνεπειών των εκρήξεων (μέτρα περιορισμού)

    3.3.1 Ασφαλής από εκρήξεις σχεδιασμός

    3.3.2 Εκτόνωση της πίεσης έκρηξης

    3.3.3 Καταστολή της έκρηξης,

    3.3.4 Αποτροπή της μετάδοσης της έκρηξης (τεχνική απόζευξη της έκρηξης)

    3.4 Χρήση οργάνων ελέγχου

    3.5 Απαιτήσεις για τον εξοπλισμό εργασίας

    3.5.1 Επιλογή του εξοπλισμού εργασίας

    3.5.2 Επιλογή του εξοπλισμού εργασίας

    4. Οργανωτικά μέτρα για την προστασία από εκρήξεις

    4.1 Οδηγός χρήστη

    4.2 Επαρκής κατάρτιση των εργαζομένων

    4.3 Ενημέρωση των εργαζoμένων

    4.4 Εποπτεία των εργαζομένων

    4.5 Σύστημα χορήγησης αδειών εργασίας

    4.6 Εκτέλεση εργασιών συντήρησης

    4.7 Έλεγχοι και επιτήρηση

    4.8 Σήμανση των χώρων στους οποίους είναι δυνατόν να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα

    5. Καθήκοντα συντονισμού

    5.1 Τρόποι συντονισμού

    5.2 Μέτρα προστασίας για την ασφαλή συνεργασία

    6 Έγγραφο προστασίας από εκρήξεις

    6.1 Απαιτήσεις που απορρέουν από την οδηγία 1999/92/ΕΚ

    6.2 Εφαρμογή

    6.3 Υπόδειγμα διάρθρωσης ενός εγγράφου προστασίας από εκρήξεις

    6.3.1 Περιγραφή του εργοταξίου και των χώρων εργασίας

    6.3.2 Περιγραφή των φάσεων και / ή των δραστηριοτήτων της διαδικασίας

    6.3.3 Περιγραφή των χρησιμοποιούμενων υλικών / παραμέτρων ασφαλείας

    6.3.4 Αποτελέσματα της ανάλυσης κινδύνου

    6.3.5 Μέτρα που έχουν ληφθεί για την προστασία από τις εκρήξεις

    6.3.6 Εφαρμογή των μέτρων προστασίας από εκρήξεις,

    6.3.7 Συντονισμός των μέτρων προστασίας από εκρήξεις

    6.3.8 Παράρτημα του εγγράφου προστασίας από εκρήξεις

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

    A.1 Λεξιλόγιο

    A.2 Νομοθετικές διατάξεις και συμπληρωματική βιβλιογραφία για την προστασία από εκρήξεις

    A.2.1 Ευρωπαϊκές οδηγίες και εγχειρίδια

    A.2.2 Εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών για τη μεταφορά της οδηγίας 1999/92/ΕΚ (το κείμενο με πλάγιους χαρακτήρες θα συμπληρωθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή)

    A.2.3 Επιλογή ευρωπαϊκών προτύπων

    Α.2.4 Περαιτέρω εθνική νομοθεσία και βιβλιογραφία (προς συμπλήρωση από τις αρμόδιες εθνικές αρχές)

    A.2.5 Αρμόδιες εθνικές υπηρεσίες (προς συμπλήρωση από τις αρμόδιες εθνικές αρχές)

    A.3 Υποδείγματα εντύπων και κατάλογος παραγόντων που θα πρέπει να ελέγχονται

    A.3.1 Κατάλογος "Προστασία από εκρήξεις στο εσωτερικό συσκευών"

    A.3.2 Κατάλογος: "Αξιολόγηση της προστασίας από εκρήξεις"

    A.3.3 Υπόδειγμα: "Άδεια για εργασία με πηγές ανάφλεξης σε χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα"

    A.3.4 Κατάλογος "Μέτρα συντονισμού για την προστασία από εκρήξεις στις επιχειρήσεις"

    A.3.5 Κατάλογος: "Καθήκοντα του συντονιστή για την προστασία από εκρήξεις στην επιχείρηση"

    A.3.6 Κατάλογος: "Πληρότητα του εγγράφου προστασίας από εκρήξεις"

    A.4 Προσθήκη του κειμένου της οδηγίας στις διάφορες γλώσσες από την Επιτροπή

    ΕΙΣΑΓΩΓΗ

    Η προστασία από τις εκρήξεις έχει ιδιαίτερη σημασία όσον αφορά την ασφάλεια. σε περίπτωση έκρηξης τίθενται σε κίνδυνο η ζωή και η υγεία των εργαζομένων λόγω των ανεξέλεγκτων συνεπειών της φλόγας και της πίεσης καθώς και λόγω των βλαβερών προϊόντων των αντιδράσεων και της κατανάλωσης του οξυγόνου στον περιβάλλοντα αέρα τον οποίο αναπνέουν οι εργαζόμενοι.

    Για το λόγο αυτό, η θέσπιση μιας συνεκτικής στρατηγικής για την πρόληψη των εκρήξεων απαιτεί να ληφθούν οργανωτικά μέτρα στο χώρο εργασίας. Η οδηγία πλαίσιο 89/391/ΕΟΚ [2] απαιτεί από τον εργοδότη να εφαρμόσει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων πρόληψης των επαγγελματικών κινδύνων ενημέρωσης και κατάρτισης, καθώς και της δημιουργίας της απαραίτητης οργάνωσης και της παροχής των αναγκαίων μέσων.

    [2] Οδηγία 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου 1989 σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία, ΕΕ L 183 της 29/06/1989, σελίδα 1

    Πρέπει να τονιστεί ότι η συμμόρφωση με τις ελάχιστες απαιτήσεις που ορίζονται στην οδηγία δεν εγγυάται τη συμμόρφωση με τους σχετικούς εθνικούς νόμους. Η οδηγία εγκρίθηκε δυνάμει του άρθρου 137 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και το εν λόγω άρθρο ρητά δεν εμποδίζει την εκ μέρους των κρατών μελών διατήρηση ή θέσπιση αυστηρότερων προστατευτικών μέτρων τα οποία συμβαδίζουν με τη συνθήκη.

    1. ΤΡΟΠΟΣ ΧΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΟΔΗΓΟΥ ΟΡΘΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ

    Κίνδυνοι εκρήξεων μπορούν να δημιουργηθούν σε όλες τις επιχειρήσεις, στις οποίες χρησιμοποιούνται εύφλεκτες ουσίες. Στις ουσίες αυτές περιλαμβάνονται πολυάριθμες πρώτες ύλες, ενδιάμεσα προϊόντα, τελικά προϊόντα και υπολείμματα από την καθημερινή διαδικασία της εργασίας, όπως δείχνει η εικόνα 1.

    Ο παρών Οδηγός ορθής πρακτικής πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με την οδηγία 1999/92/ΕΚ [3], την οδηγία πλαίσιο 89/391/ΕΟΚ και την οδηγία 94/9/ΕΚ [4].

    [3] Οδηγία 1999/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις ΕΕ L 23 της 28/01/2000, σελίδα 57.

    [4] Οδηγία 94/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Μαρτίου 1994 σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών για τις συσκευές και τα συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες, ΕΕL 100 της 19/04/1994, σελίδα 1.

    Η οδηγία 1999/92/ΕΚ καθορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη βελτίωση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων οι οποίοι είναι δυνατόν να εκτεθούν σε κίνδυνο από εκρηκτικές ατμόσφαιρες. Το άρθρο 11 της εν λόγω οδηγίας απαιτεί η Επιτροπή να καταρτίσει πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές σε έναν οδηγό ορθής πρακτικής μη δεσμευτικού χαρακτήρα.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 1: Παραδείγματα δημιουργίας εκρηκτικών ατμοσφαιρών [5]

    [5] Από το φυλλάδιο του ISSA«Gas Explosions», The International Section for the Prevention of Occupational Risks in the Chemical Industry, the International Social Security Association (ISSA), Heidelberg, Germany

    Ο οδηγός αποβλέπει κυρίως να βοηθήσει τα κράτη μέλη να καταρτίσουν τις εθνικές τους πολιτικές για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων.

    Στόχος του οδηγού είναι να δώσει τη δυνατότητα στον εργοδότη, ιδίως στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), να επιτελέσει τις ακόλουθες λειτουργίες στον τομέα της προστασίας από τις εκρήξεις:

    να προσδιορίζει και να αξιολογεί τους κινδύνους,

    να καθορίζει συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, οι οποίοι αντιμετωπίζουν κινδύνους από εκρηκτικές ατμόσφαιρες,

    να εγγυάται ένα ασφαλές εργασιακό περιβάλλον και κατά την παρουσία των εργαζομένων να εξασφαλίζει την ενδεδειγμένη εποπτεία ανάλογα με την αξιολόγηση του κινδύνου,

    κατά τη λειτουργία διαφόρων επιχειρήσεων στον ίδιο χώρο εργασίας να εφαρμόζει τα αναγκαία μέτρα και μεθόδους συντονισμού και

    να εκπονεί το έγγραφο προστασίας από εκρήξεις.

    Οι κίνδυνοι αφορούν όλους τους κλάδους, επειδή οι κίνδυνοι από εκρηκτικές ατμόσφαιρες δημιουργούνται στις πιο διαφορετικές διαδικασίες και μεθόδους εργασίας. Παραδείγματα παρουσιάζονται στον πίνακα 1.1.

    Πίνακας 1.1: Παραδείγματα κινδύνων έκρηξης σε διάφορους κλάδους

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    Μια έκρηξη προκύπτει όταν υπάρχει μια εύφλεκτη ύλη σε μείγμα με αέρα (δηλ. επαρκές οξυγόνο) εντός των ορίων εκρηκτικότητας, καθώς και μια πηγή ανάφλεξης (βλ. εικ. 1.2). Πρέπει να σημειωθεί ότι η οδηγία περιέχει έναν ειδικό ορισμό της «έκρηξης» που περιλαμβάνει εκείνες τις πυρκαγιές όπου η ανάφλεξη μεταδίδεται στο σύνολο του μη καιομένου μείγματος.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 1.2: Τρίγωνο έκρηξης

    Σε περιπτώσεις εκρήξεων προκαλούνται κίνδυνοι για τους εργαζομένους από τις ανεξέλεγκτες συνέπειες των φλογών και της πίεσης με τη μορφή θερμικής ακτινοβολίας, φλογών, ωστικών κυμάτων και εκσφενδονιζόμενων συντριμμάτων, καθώς επίσης και εξαιτίας των βλαβερών προϊόντων των αντιδράσεων, αλλά και λόγω της κατανάλωσης του απαραίτητου για την αναπνοή οξυγόνου στον περιβάλλοντα αέρα.

    Παραδείγματα: 1. Κατά τις εργασίες καθαρισμού προκλήθηκε έκρηξη σε μια εγκατάσταση λέβητα που θερμαινόταν με άνθρακα. Οι δύο εργαζόμενοι υπέστησαν θανατηφόρα εγκαύματα. Διαπιστώθηκε ότι η αιτία ήταν μια λάμπα με φθαρμένο καλώδιο τροφοδοσίας. Λόγω βραχυκυκλώματος ανεφλέγη η σκόνη άνθρακα που στροβιλιζόταν στον αέρα.

    2. Σε έναν αναμίκτη αναμίχθηκαν σκόνες που είχαν εμποτιστεί με διαλύτες. Ο εργαζόμενος δεν αδρανοποίησε επαρκώς τον αναμίκτη πριν από την έναρξη της διαδικασίας. Κατά τη διάρκεια της πλήρωσης της σκόνης στον αναμίκτη δημιουργήθηκε ένα εκρηκτικό μείγμα ατμών διαλύτη / αέρα το οποίο ανεφλέγη λόγω ηλεκτροστατικών σπινθήρων που δημιουργήθηκαν κατά την πλήρωση. Και ο εργαζόμενος αυτός υπέστη επίσης σοβαρά εγκαύματα.

    3. Στο κτίριο ενός μύλου ξέσπασε πυρκαγιά. Μέσω των υφιστάμενων ανοιγμάτων της οροφής σημειώθηκαν περαιτέρω πυρκαγιές μέσω των οποίων προκλήθηκε έκρηξη σκόνης. Τραυματίστηκαν τέσσερις εργαζόμενοι ενώ καταστράφηκε ολόκληρο το κτίριο. Οι υλικές ζημίες ανήλθαν σε 600 000 ευρώ.

    Ο παρών οδηγός αποτελεί μη δεσμευτικό βοήθημα για την προστασία της ζωής και της υγείας των εργαζομένων από τους κινδύνους έκρηξης.

    1.1 Σχέση με την οδηγία 1999/92/ΕΚ

    Ο οδηγός πραγματεύεται, σύμφωνα με το άρθρο 11 της οδηγίας 1999/92/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη βελτίωση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων οι οποίοι είναι δυνατό να εκτεθούν σε κίνδυνο από εκρηκτικές ατμόσφαιρες, τα άρθρα 3, 4, 5, 6, 7 και 8 καθώς και το παράρτημα Ι και ΙΙΑ της οδηγίας (βλ. παράρτημα 4). Στον πίνακα 1.2 παρουσιάζεται η αντιστοιχία των κεφαλαίων του παρόντος οδηγού με τα άρθρα της οδηγίας.

    Πίνακας 1.2: Αντιστοιχία μεταξύ των άρθρων της οδηγίας και των κεφαλαίων του οδηγού (Το παράρτημα 4 περιέχει πρωτότυπο κείμενο των άρθρων της οδηγίας).

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    Προκειμένου να διευκολυνθεί η χρήση του οδηγού, η σειρά των κεφαλαίων του παρόντος οδηγού αποκλίνει σε δύο σημεία από τη σειρά των άρθρων της οδηγίας 1999/92/ΕΚ:

    1. η αξιολόγηση των κινδύνων έκρηξης στο κεφάλαιο 2 (άρθρο 4 της οδηγίας) βρίσκεται πριν από τη χρήση μέτρων για την προστασία από εκρήξεις (άρθρα 3, 5 έως 7 της οδηγίας),

    2. η παρουσίαση των μέτρων για την αποτροπή της ανάφλεξης των επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών στο κεφάλαιο 3.2 (άρθρο 7, παράρτημα Ι και ΙΙ της οδηγίας) περιλαμβάνεται ως τμήμα των τεχνικών μέτρων για την προστασία από εκρήξεις στο κεφάλαιο 3 (άρθρο 3 της οδηγίας).

    1.2 Πεδίο εφαρμογής του οδηγού

    Ο παρών οδηγός απευθύνεται σε όλες τις επιχειρήσεις, στις οποίες μπορεί να δημιουργηθούν επικίνδυνες εκρηκτικές ατμόσφαιρες εξαιτίας της χρήσης εύφλεκτων υλών από τις οποίες μπορεί να προκληθούν κίνδυνοι έκρηξης. Ο οδηγός ισχύει για τη λειτουργία υπό ατμοσφαιρικές συνθήκες. Στις σχετικές διαδικασίες λειτουργίας περιλαμβάνονται η παρασκευή, η επεξεργασία, η δευτερογενής επεξεργασία, η καταστροφή, η αποθήκευση, η ετοιμασία, η μεταφόρτωση και η ενδοεπιχειρησιακή μεταφορά με σωληνώσεις ή με άλλα μέσα.

    Σημείωση: Σύμφωνα με το νομικό ορισμό για τις «εκρηκτικές ατμόσφαιρες» δυνάμει της οδηγίας 1999/92/ΕΚ ο οδηγός ισχύει μόνο υπό ατμοσφαιρικές συνθήκες. Η οδηγία και ο οδηγός συνεπώς δεν ισχύουν υπό μη ατμοσφαιρικές συνθήκες - ωστόσο στην περίπτωση αυτή ο εργοδότης δεν απαλλάσσεται σε καμία περίπτωση από τις υποχρεώσεις του για την προστασία από τις εκρήξεις. Στο σημείο αυτό ισχύουν οι απαιτήσεις των λοιπών διατάξεων για την προστασία της εργασίας.

    Τα ζητήματα που αφορούν την προστασία από τις εκρήξεις, τα οποία αναφέρονται στα επιμέρους κεφάλαια του οδηγού, περιγράφονται λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ο οδηγός επικεντρώνεται ως εκ τούτου στη μετάδοση βασικών γνώσεων και αρχών οι οποίες διευκρινίζονται στο κείμενο με τη βοήθεια σύντομων παραδειγμάτων. Υποδείγματα εντύπων και κατάλογοι ελέγχων για τις επιχειρήσεις παρατίθενται στο παράρτημα 3. Επιπλέον στο παράρτημα 2 απαριθμούνται σχετικές νομοθετικές διατάξεις και περαιτέρω πηγές πληροφοριών.

    Σύμφωνα με το άρθρο 1 της οδηγίας 1999/92/ΕΚ, ο παρών οδηγός δεν εφαρμόζεται:

    στους χώρους οι οποίοι χρησιμοποιούνται άμεσα για την ιατρική περίθαλψη ασθενών και κατά τη διάρκειά της,

    στη χρήση συσκευών που λειτουργούν με καύση αερίων καυσίμων, σύμφωνα με την οδηγία 90/396/ΕΟΚ,

    στο χειρισμό εκρηκτικών υλών ή χημικώς ασταθών ουσιών,

    στις εξορυκτικές βιομηχανίες που καλύπτονται από την οδηγία 92/91/ΕΟΚ ή από την οδηγία 92/104/ΕΟΚ,

    στις χερσαίες, υδάτινες και αεροπορικές μεταφορές, για τις οποίες εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις των διεθνών συμφωνιών (π.χ. ADNR, ADR, ICAO, IMO, RID) και οι κοινοτικές οδηγίες εφαρμογής των ανωτέρω συμφωνιών. Τα μέσα μεταφοράς που προορίζονται για χρήση σε χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες δεν εξαιρούνται.

    Για τη διάθεση στην αγορά και τη θέση σε λειτουργία, συμπεριλαμβανομένου και του σχεδιασμού των συσκευών και των συστημάτων προστασίας που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν σε χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες εφαρμόζεται η οδηγία 94/9/ΕΚ.

    1.3 Ισχύουσες διατάξεις και πρόσθετες πληροφορίες

    Η εφαρμογή του παρόντος οδηγού και μόνον δεν αρκεί για την τήρηση των νομοθετικών διατάξεων περί προστασίας από εκρήξεις που ισχύουν στα διάφορα κράτη μέλη της ΕΕ. Τα έγκυρα μέσα είναι οι εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών με τις οποίες έγινε η μεταφορά της οδηγίας 1999/92/ΕΚ, οι οποίες μπορεί να υπερβαίνουν τις ελάχιστες απαιτήσεις της οδηγίας στις οποίες βασίστηκε ο παρών οδηγός.

    Κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που ορίζονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 1999/92/ΕΚ, π.χ. τη μελέτη νέου εξοπλισμού σύμφωνα με την οδηγία 94/9/ΕΚ θεωρείται χρήσιμη η προσφυγή στους δικτυακούς τόπους της ATEX 94/9/ΕΚ:

    - http://europa.eu.int/comm/enterprise/atex/ index.htm

    - http://europa.eu.int/comm/enterprise/atex/ whatsnew.htm

    Προκειμένου να διευκολυνθεί περαιτέρω η εφαρμογή της νομοθεσίας με τη βοήθεια τεχνικών και οργανωτικών μέτρων, υπάρχουν ευρωπαϊκά πρότυπα (ΕΝ), τα οποία διατίθενται, έναντι τέλους, από τα εθνικά ιδρύματα τυποποίησης. Στο παράρτημα 2.2 παρατίθεται σχετικός κατάλογος.

    Περαιτέρω πληροφορίες μπορούν να ληφθούν από τους εθνικούς κανονισμούς και πρότυπα καθώς και από τη σχετική βιβλιογραφία. Στο παράρτημα 2.3 παρουσιάζονται οι παραπομπές σε μεμονωμένες δημοσιεύσεις από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών που θεωρούνται χρήσιμες και ενσωματώνονται στον οδηγό. Το γεγονός ότι μια δημοσίευση περιλαμβάνεται στο παράρτημα δεν σημαίνει ωστόσο κατ' ανάγκην ότι ολόκληρο το περιεχόμενό της συνάδει απόλυτα με τον οδηγό.

    1.4 Επίσημα και ανεπίσημα κέντρα ενημέρωσης

    Εφόσον υπάρξουν απορίες σε σχέση με την εφαρμογή των διατάξεων για την προστασία από εκρήξεις, απορίες οι οποίες δεν μπορούν να απαντηθούν από τον οδηγό, οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να απευθυνθούν στους εθνικούς φορείς ενημέρωσης επί τόπου. Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι περιφερειακές αρχές για την προστασία των εργαζομένων, φορείς ασφάλισης έναντι ατυχημάτων, επαγγελματικές ενώσεις, βιομηχανικά, εμπορικά ή επαγγελματικά επιμελητήρια.

    2. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΕΚΡΗΞΗΣ

    Όποτε αυτό είναι δυνατό, ο εργοδότης θα πρέπει να αποτρέπει τη δημιουργία εκρηκτικών ατμοσφαιρών. Για να εκπληρωθεί αυτή η ύψιστη αρχή σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 1999/92/ΕΚ, πρέπει καταρχάς για την αξιολόγηση των κινδύνων έκρηξης να εξεταστεί, αν υπό τα υπάρχοντα δεδομένα μπορεί να δημιουργηθεί επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα. Ύστερα πρέπει να εξεταστεί αν αυτή μπορεί να αναφλεγεί.

    Αυτή η διαδικασία αξιολόγησης πρέπει να λαμβάνει πάντοτε υπόψη τη συγκεκριμένη περίπτωση και δεν μπορεί να γενικεύεται. Θα πρέπει να εξετάζονται συγκεκριμένα σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 1999/92/ΕΚ η πιθανότητα και η διάρκεια της δημιουργίας επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών, η πιθανότητα παρουσίας και ενεργοποίησης των πηγών ανάφλεξης, οι εγκαταστάσεις, οι χρησιμοποιούμενες ύλες, οι διαδικασίες και οι πιθανές τους αλληλεπιδράσεις καθώς και η κλίμακα των αναμενόμενων συνεπειών τους.

    Σημείωση: Στην πρώτη γραμμή της αξιολόγησης των κινδύνων έκρηξης βρίσκεται καταρχάς η αξιολόγηση:

    - της δημιουργίας επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών

    και στη συνέχεια

    - της ύπαρξης και της ενεργοποίησης των πηγών ανάφλεξης.

    Στη διαδικασία αξιολόγησης η εξέταση των συνεπειών είναι δευτερεύουσας σημασίας διότι σε περίπτωση έκρηξης θα πρέπει πάντοτε να αναμένεται σημαντικό ύψος ζημιών, οι οποίες μπορεί να κυμαίνονται από σημαντικές υλικές ζημίες έως τραυματίες και νεκρούς. Οι ποσοτικές προσεγγίσεις ως προς τον κίνδυνο όσον αφορά την προστασία από τις εκρήξεις είναι δευτερεύουσες ως προς την αποφυγή των επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών.

    Αυτή η μέθοδος αξιολόγησης θα πρέπει να εφαρμόζεται για κάθε εργασιακή ή παραγωγική διαδικασία, καθώς και για κάθε διαφορετική κατάσταση λειτουργίας μιας εγκατάστασης και για τις τροποποιήσεις της κατάστασης αυτής. Κατά την αξιολόγηση νέων ή υφιστάμενων εγκαταστάσεων πρέπει να λαμβάνονται ιδίως υπόψη οι εξής καταστάσεις λειτουργίας:

    οι κανονικές συνθήκες λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένων των εργασιών συντήρησης,

    η θέση σε λειτουργία και η θέση εκτός λειτουργίας,

    οι διαταραχές λειτουργίας και οι προβλέψιμες βλάβες,

    τα ευλόγως προβλέψιμα λάθη στη χρήση.

    Οι κίνδυνοι έκρηξης πρέπει να αξιολογούνται στο σύνολό τους. Στο πλαίσιο αυτό είναι σημαντικοί οι εξής παράγοντες:

    τα χρησιμοποιούμενα μέσα εργασίας,

    η οικοδομική διαρρύθμιση,

    τα χρησιμοποιούμενα υλικά,

    οι συνθήκες και οι μέθοδοι εργασίας και

    οι ενδεχόμενες αλληλοεπιδράσεις καθώς και επιδράσεις με το εργασιακό περιβάλλον.

    Επίσης χώροι οι οποίοι μέσω ανοιγμάτων έρχονται ή μπορεί να έλθουν σε επαφή με χώρους στους οποίους είναι δυνατόν να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση των κινδύνων έκρηξης.

    Εφόσον οι εκρηκτικές ατμόσφαιρες περιέχουν διάφορα εύφλεκτα αέρια, ατμούς, συγκεντρώσεις σταγονιδίων ή σκόνες θα πρέπει να λαμβάνονται αυτά δεόντως υπόψη κατά την αξιολόγηση των κινδύνων για εκρήξεις. Εφόσον π.χ. εμφανίζονται υβριδικά μείγματα, μπορεί να αυξηθούν σημαντικά οι συνέπειες από την έκρηξη.

    Ειδοποίηση: Γενικά τα υβριδικά μείγματα από συγκεντρώσεις σταγονιδίων ή σκόνες με αέρια ή/και ατμούς μπορούν να δημιουργήσουν ήδη μια εκρηκτική ατμόσφαιρα, εάν οι συγκεντρώσεις των μεμονωμένων εύφλεκτων υλών βρίσκονται ακόμη κάτω από τα κατώτερα όρια εκρηκτικότητας τους.

    Επιπρόσθετα πρέπει να αξιολογηθεί ο κίνδυνος ότι ο εξοπλισμός ανίχνευσης μπορεί να επηρεάζεται αρνητικά από μία από τις φάσεις (π.χ. η «δηλητηρίαση» των καταλυτών από νέφη).

    2.1 Μέθοδοι

    Προκειμένου να γίνει η αξιολόγηση των μεθόδων εργασίας ή των τεχνικών εγκαταστάσεων ως προς τους κινδύνους εκρήξεων, οι πλέον κατάλληλες μέθοδοι είναι εκείνες οι οποίες συμβάλλουν στη συστηματική εξέταση της ασφάλειας των εγκαταστάσεων και των διαδικασιών. «Συστηματική» σημαίνει στο συγκεκριμένο πλαίσιο ότι πρέπει να ακολουθείται μια μέθοδος διαρθρωμένη στη βάση ουσιαστικών και λογικών παραμέτρων. Εξετάζονται οι υπάρχουσες πηγές κινδύνων για τη δημιουργία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών και η ενδεχόμενη ταυτόχρονη εμφάνιση ενεργών πηγών ανάφλεξης.

    Στην πράξη αρκεί στις περισσότερες περιπτώσεις να γίνεται συστηματική έρευνα και αξιολόγηση του κινδύνου εκρήξεων με βάση μια σειρά συγκεκριμένες ερωτήσεις. Στο επόμενο κεφάλαιο 2.2 περιγράφεται μια απλή διαδικασία με βάση τα χαρακτηριστικά κριτήρια αξιολόγησης.

    Σημείωση: Άλλες διαδικασίες για την αξιολόγηση του κινδύνου που περιγράφονται στη σχετική βιβλιογραφία, όπως π.χ. για τον προσδιορισμό των πηγών κινδύνου (π.χ. χρήση καταλόγων ελέγχου, ανάλυση τρόπων αποτυχίας και επιπτώσεων, ανάλυση εσφαλμένου χειρισμού, επιχειρησιακή ανάλυση/ διαδικασία αξιολόγησης και επίδοσης - PAAG) ή για την αξιολόγηση των πηγών κινδύνου (π.χ. ανάλυση δένδρου γεγονότων ή ανάλυση με βάση δέντρο σφαλμάτων), είναι χρήσιμες όσον αφορά την προστασία από εκρήξεις μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, π.χ. για τον προσδιορισμό των πηγών ανάφλεξης σε περίπλοκες τεχνικές εγκαταστάσεις.

    2.2 Κριτήρια αξιολόγησης

    Η αξιολόγηση του κινδύνου έκρηξης πρέπει να γίνεται ανεξάρτητα από το εάν υπάρχουν ή μπορούν να εμφανιστούν πηγές ανάφλεξης.

    Θα πρέπει να πληρούνται συγχρόνως οι εξής τέσσερις προϋποθέσεις προκειμένου να μπορούν να συμβούν εκρήξεις με επικίνδυνες συνέπειες:

    υψηλός βαθμός διασποράς των εύφλεκτων υλικών,

    συγκέντρωση των εύφλεκτων ουσιών στον αέρα εντός των συνδυασμένων ορίων εκρηκτικότητάς τους,

    επικίνδυνες ποσότητες εκρηκτικών ατμοσφαιρών,

    ενεργοί πηγές ανάφλεξης.

    Προκειμένου να ελέγχονται οι προϋποθέσεις αυτές, μπορεί στην πράξη να πραγματοποιείται η αξιολόγηση των κινδύνων έκρηξης με βάση επτά ερωτήσεις. Το διάγραμμα 2.1 παρουσιάζει τη ροή της αξιολόγησης στην οποία υπογραμμίζονται οι ερωτήσεις. Για την απάντησή τους εξηγούνται λεπτομερέστερα τα κριτήρια απόφασης στα προσδιοριζόμενα τμήματα. Αντίστοιχα, οι τέσσερις πρώτες ερωτήσεις αποσκοπούν στη βασική διαπίστωση εάν υπάρχει κίνδυνος έκρηξης και εάν απαιτούνται καταρχήν μέτρα προστασίας. Μόνο σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει να διαπιστώνεται με τη βοήθεια των τριών επόμενων ερωτήσεων εάν τα προβλεπόμενα μέτρα προστασίας ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο εκρήξεων. Η φάση αυτή της αξιολόγησης θα πρέπει ενδεχομένως να επαναλαμβάνεται κατά την επιλογή των μέτρων προστασίας σύμφωνα με το κεφάλαιο 3 του παρόντος οδηγού έως ότου βρεθεί μια συνολική λύση η οποία να λαμβάνει υπόψη τα δεδομένα.

    Στο πλαίσιο της διαδικασίας αξιολόγησης θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι οι τεχνικές παράμετροι ασφαλείας για την προστασία από εκρήξεις ισχύουν κατά κανόνα μόνο σε ατμοσφαιρικές συνθήκες. Σε μη ατμοσφαιρικές συνθήκες μπορεί να μεταβληθούν σημαντικά οι τεχνικές παράμετροι ασφαλείας.

    Παραδείγματα: 1. Η ελάχιστη ενέργεια ανάφλεξης μπορεί να μειωθεί έντονα σε περίπτωση αυξημένης περιεκτικότητας σε οξυγόνο ή αυξημένης θερμοκρασίας.

    2. Οι μέγιστες πιέσεις έκρηξης και ταχύτητες αύξησης της πίεσης της έκρηξης αυξάνονται σε περίπτωση αυξημένης αρχικής πίεσης.

    3. Τα όρια εκρηκτικότητας διευρύνονται σε περίπτωση αυξημένης θερμοκρασίας και αυξημένης πίεσης. Αυτό σημαίνει ότι το κατώτερο όριο εκρηκτικότητας μπορεί να μετατοπιστεί σε κατώτερες και το ανώτερο όριο εκρηκτικότητας μπορεί να μετατοπιστεί σε ανώτερες συγκεντρώσεις.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 2.1: Ροή αξιολόγησης για τον εντοπισμό και την αποτροπή των κινδύνων εκρήξεων

    Στην εικόνα 2.1 ζητείται η "σίγουρη" πρόληψη της δημιουργίας επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών ή η "σίγουρη" αποφυγή της ανάφλεξής τους. Η απάντηση «Ναι» μπορεί να δοθεί, μόνο εάν τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί είναι τόσο εκτεταμένα ώστε να μην χρειάζεται να αναμένουμε την εμφάνιση έκρηξης όσον αφορά όλες τις συνθήκες λειτουργίας και τις βλάβες που είναι ευλόγως δυνατό να προβλεφθούν.

    2.2.1 Είναι παρόντα εύφλεκτα υλικά;

    Προϋπόθεση για τη δημιουργία έκρηξης είναι η ύπαρξη εύφλεκτων υλικών στη διαδικασία εργασίας ή/και παραγωγής. Αυτό σημαίνει ότι χρησιμοποιείται τουλάχιστον μία εύφλεκτη ουσία ως πρώτη ύλη ή αναλώσιμο υλικό ή δημιουργείται ως υπόλοιπο, ενδιάμεσο ή τελικό προϊόν ή μπορεί να δημιουργηθεί σε μια συνηθισμένη διαταραχή λειτουργίας.

    Παράδειγμα: Εύφλεκτες ουσίες μπορούν να εμφανιστούν ακουσίως, π.χ. κατά την αποθήκευση αδύνατων οξέων ή αλκαλικών διαλυμάτων σε μεταλλικά δοχεία. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να δημιουργηθεί υδρογόνο μέσω ηλεκτροχημικών αντιδράσεων και να συσσωρευτεί σε αέρια φάση.

    Γενικά ως εύφλεκτα θεωρούνται όλα τα υλικά τα οποία είναι ικανά να έχουν εξώθερμη αντίδραση με το οξυγόνο της ατμόσφαιρας. Σε αυτά περιλαμβάνονται αφενός όλες οι ύλες οι οποίες έχουν διαβαθμιστεί και χαρακτηριστεί σύμφωνα με την οδηγία 67/548/ΕΟΚ περί των επικινδύνων ουσιών εύφλεκτες (R10), πολύ εύφλεκτες (F και R11/R15/R17) ή εξαιρετικά εύφλεκτες (F+ και R12), αλλά και όλες οι άλλες ύλες και παρασκευάσματα, που δεν έχουν (ακόμη) ταξινομηθεί, πληρούν όμως τα εκάστοτε κριτήρια αναφλεξιμότητας ή γενικά θεωρούνται ως εύφλεκτες.

    Παραδείγματα: 1. Εύφλεκτα αέρια και μείγματα αερίων, π.χ. υγραέριο (βουτάνιο, βουτένιο, προπάνιο, προπυλένιο), φυσικό αέριο, καυσαέρια (π.χ. μονοξείδιο του άνθρακα ή μεθάνιο) ή αεριώδεις καύσιμες χημικές ουσίες (π.χ. ακετυλένιο, οξείδιο του αιθυλενίου ή βινυλοχλωρίδιο).

    2. Εύφλεκτα υγρά, π.χ. διαλυτικά, καύσιμα, πετρέλαιο, πετρέλαιο θέρμανσης, λιπαντικά ή μεταχειρισμένα έλαια, βερνίκια ή χημικές ουσίες υδροδιαλυτές και μη.

    3. Σκόνες εύφλεκτων στερεών ουσιών, π.χ. άνθρακας, ξύλο, τρόφιμα και ζωοτροφές (π.χ. ζάχαρη, αλεύρι ή δημητριακά), πλαστικά, μέταλλα ή χημικά.

    Σημείωση: Υπάρχουν αρκετά υλικά, τα οποία υπό κανονικές συνθήκες αναφλέγονται δύσκολα, αλλά είναι εκρηκτικά όταν το μέγεθος των σωματιδίων είναι ιδιαίτερα μικρό ή η ενέργεια ανάφλεξης αρκετά υψηλή σε μείγμα με αέρα (π.χ. σκόνες μετάλλων, αερολύματα).

    Μόνον εφόσον υπάρχουν εύφλεκτα υλικά, απαιτείται λεπτομερέστερη παρακολούθηση των ενδεχόμενων κινδύνων για εκρήξεις.

    2.2.2 Μπορεί να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα εφόσον υπάρχει επαρκής διασκορπισμός στον αέρα;

    Η δημιουργία εκρηκτικής ατμόσφαιρας εφόσον υπάρχουν εύφλεκτες ουσίες εξαρτάται από την αναφλεξιμότητα του μείγματος που δημιουργείται κατά την επαφή με τον αέρα. Εφόσον επιτευχθεί ο αναγκαίος βαθμός διασποράς και αν η συγκέντρωση των εύφλεκτων ουσιών στον αέρα βρίσκεται εντός των ορίων εκρηκτικότητάς τους, τότε θεωρείται ότι υπάρχει εκρηκτική ατμόσφαιρα. Για υλικά σε αεριώδη ή ατμώδη κατάσταση, ο βαθμός διασποράς είναι επαρκής λόγω της ίδιας της φύσης τους.

    Για την απάντηση στο προαναφερόμενο ερώτημα θα πρέπει επομένως να λαμβάνονται υπόψη ανά περίπτωση οι εξής ιδιότητες των υλικών και των τυχόν προϊόντων από την επεξεργασία τους:

    1. Εύφλεκτα αέρια και μείγματα αερίων:

    Κατώτερο και ανώτερο όριο εκρηκτικότητας

    Ανώτατες (ενδεχομένως και ελάχιστες) συγκεντρώσεις των εύφλεκτων υλικών που δημιουργούνται ή αποκτώνται κατά τη χρήση τους.

    2. Εύφλεκτα υγρά:

    Κατώτερο και ανώτερο όριο εκρηκτικότητας ατμών

    Κατώτερο όριο εκρηκτικότητας σταγονιδίων

    Σημείο ανάφλεξης

    Σημείωση: Δεν θεωρείται ότι υπάρχουν εκρηκτικά μείγματα σε δοχεία εφόσον η θερμοκρασία μέσα στο δοχείο διατηρείται διαρκώς αρκετά κάτω (περίπου 5 Cο έως 15 Cο, βλ. παράδειγμα στο κεφάλαιο 3.1.2) από το σημείο ανάφλεξης.

    Θερμοκρασίες επεξεργασίας ή/και περιβάλλοντος

    Σημείωση: Εάν π.χ. η ανώτατη θερμοκρασία επεξεργασίας δεν βρίσκεται αρκετά χαμηλά κάτω από το σημείο ανάφλεξης του υγρού, μπορεί να υπάρχουν εκρηκτικά μείγματα ατμού/αέρα.

    Τρόπος επεξεργασίας ενός υγρού (π.χ. καταιονισμός, ψεκασμός και διάσπαση δέσμης υγρού, εξάτμιση και συμπύκνωση)

    Σημείωση: Εφόσον τα υγρά κατανέμονται σε σταγονίδια, π.χ. μέσω ψεκασμού, μπορεί να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες ακόμα και σε θερμοκρασίες κάτω του σημείου ανάφλεξης.

    Χρησιμοποίηση ενός υγρού υπό υψηλή πίεση (π.χ. σε υδραυλικά συστήματα).

    Σημείωση: Εφόσον εμφανιστούν διαρροές στους περιέκτες υψηλής πίεσης εύφλεκτων υγρών, το υγρό μπορεί, ανάλογα με το μέγεθος της διαρροής, την υπερπίεση και τη σταθερότητα του υλικού, να ψεκαστεί προς τα έξω και να δημιουργήσει εκρηκτική συγκέντρωση σταγονιδίων, που μπορούν στη συνέχεια να μετατραπούν σε εκρηκτικούς ατμούς.

    Ανώτατες (ενδεχομένως και ελάχιστες) συγκεντρώσεις των εύφλεκτων υλικών (μόνο στο εσωτερικό διατάξεων/εγκαταστάσεων) που δημιουργούνται ή αποκτώνται κατά τη χρήση τους.

    3. Σκόνες εύφλεκτων στερεών:

    Ύπαρξη ή δημιουργία μειγμάτων σκόνης/αέρα ή αποθέσεων σκόνης.

    Παραδείγματα: 1. άλεση ή κοσκίνισμα

    2. μεταφορά, πλήρωση ή εκκένωση

    3. ξήρανση.

    Ανώτατες (ενδεχομένως και ελάχιστες) συγκεντρώσεις των εύφλεκτων υλικών (μόνο στο εσωτερικό διατάξεων/εγκαταστάσεων) που δημιουργούνται ή αποκτώνται κατά τη χρήση τους.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ 2.2: Παραδείγματα για τη δημιουργία μειγμάτων σκόνης/αέρα κατά τις διαδικασίες πλήρωσης και μεταφοράς [6].

    [6] Από το φυλλάδιο του ISSA«Gas Explosions», The International Section for the Prevention of Occupational Risks in the Chemical Industry, the International Social Security Association (ISSA), Heidelberg, Germany

    Κατώτερο και ανώτερο όριο εκρηκτικότητας

    Σημείωση: Στην πράξη τα όρια εκρηκτικότητας για σκόνες δεν είναι το ίδιο χρήσιμα όπως για τα αέρια και τους ατμούς. Η συγκέντρωση σκόνης μπορεί να μεταβληθεί σημαντικά από την αναδίνηση αποθέσεων ή από την καθίζηση της αιωρούμενης σκόνης. Είναι π.χ. δυνατό να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες εξαιτίας της αναδίνησης σκόνης.

    Κατανομή ανά μέγεθος κόκκου (σημαντικό είναι το ποσοστό λεπτού κόκκου μικρότερου από 500μm), υγρασία, σημείο ανάφλεξης.

    2.2.3 Πού μπορούν να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες;

    Εφόσον είναι δυνατόν να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες, θα πρέπει να διαπιστωθεί σε ποιο σημείο του χώρου εργασίας ή της εγκατάστασης μπορεί να δημιουργηθούν, προκειμένου να είναι δυνατή η οροθέτηση του ενδεχόμενου κινδύνου. Για την αξιολόγηση αυτή θα πρέπει και πάλι να ληφθούν υπόψη οι ιδιότητες των υλικών και τα δεδομένα σχετικά την εγκατάσταση, τη διαδικασία και το περιβάλλον:

    1. Αέρια και ατμοί:

    Λόγος της πυκνότητας προς τον αέρα, διότι όσο βαρύτερα είναι τα αέρια και οι ατμοί, τόσο ταχύτερα κατακαθίζουν, οπότε αναμειγνύονται προοδευτικά με το διαθέσιμο αέρα και παραμένουν σε τάφρους, αγωγούς και φρέατα μεταλλείων:

    - Η πυκνότητα των αερίων είναι γενικά μεγαλύτερη από την πυκνότητα του αέρα, π.χ. το προπάνιο. Οι συσσωρεύσεις αυτές τείνουν να κατακαθίσουν και να εξαπλωθούν, ενώ μπορεί επίσης και να «έρπουν» σε μεγάλες αποστάσεις και στη συνέχεια να αναφλεγούν.

    - Ορισμένα αέρια έχουν περίπου την ίδια πυκνότητα με αυτή του αέρα, π.χ. ακετυλένιο, υδροκυάνιο, αιθυλένιο, μονοξείδιο του άνθρακα. Υπάρχει μικρή φυσική τάση διάχυσης ή κατακάθισης των αερίων αυτών.

    - Λίγα αέρια είναι πολύ ελαφρύτερα από τον αέρα, π.χ. υδρογόνο, μεθάνιο. Αυτά τα αέρια έχουν τη φυσική τάση να διαχέονται στην ατμόσφαιρα εκτός αν περιορίζονται.

    Ακόμη και μικρές μετακινήσεις του αέρα (φυσικό ρεύμα, κίνηση ανθρώπων, θερμική μεταφορά) μπορούν να επιταχύνουν σημαντικά την ανάμειξη με τον αέρα.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 2.3: Τρόπος εξάπλωσης υγροποιημένων αερίων (παράδειγμα) [7]

    [7] Από το φυλλάδιο του ISSA«Gas Explosions», The International Section for the Prevention of Occupational Risks in the Chemical Industry, the International Social Security Association (ISSA), Heidelberg, Germany

    2. Υγρά και συγκεντρώσεις σταγονιδίων:

    Συντελεστής εξάτμισης, ο οποίος καθορίζει τις ποσότητες εκρηκτικών ατμοσφαιρών που δημιουργούνται σε μια συγκεκριμένη θερμοκρασία.

    Μέγεθος της επιφάνειας εξάτμισης και της θερμοκρασίας επεξεργασίας, π.χ. κατά τον καταιονισμό ή τον ψεκασμό υγρών.

    Υπερπίεση μέσω της οποίας τα ψεκασθέντα υγρά απελευθερώνονται στο περιβάλλον και δημιουργούν εκρηκτικούς ατμούς.

    3. Σκόνες:

    Εμφάνιση αναδινούμενης σκόνης, π.χ. σε φίλτρα, κατά τη μεταφορά σε δοχεία, σε θέσεις μεταβίβασης ή στο εσωτερικό ξηραντήρων

    Δημιουργία αποθέσεων σκόνης ιδίως σε οριζόντιες ή ελαφρά κεκλιμένες επιφάνειες και κατά την αναδίνηση σκόνεων.

    Μέγεθος κόκκων.

    Θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη και άλλες συνθήκες των χώρων εργασίας και των εγκαταστάσεων, όπως:

    Ο τρόπος χρήσης των υλικών σε αεροστεγή και αδιαπέραστα από υγρά ή σκόνη δοχεία ή σε ανοικτές συσκευές, π.χ. κατά την τροφοδοσία και την εκκένωση καμίνου.

    Η δυνατότητα διαρροής υλικών σε βαλβίδες, δικλείδες, συνδέσεις σωληνώσεων κλπ.

    Οι συνθήκες αερισμού και άλλα στοιχεία της διαρρύθμισης του χώρου.

    Θα πρέπει να αναμένεται η ύπαρξη εύφλεκτων υλικών ή μειγμάτων, ιδίως σε χώρους οι οποίοι δεν αερίζονται, π.χ. μη αεριζόμενοι υπόγειοι χώροι, όπως τάφροι, αγωγοί και φρέατα μεταλλείων.

    2.2.4 Είναι δυνατή η δημιουργία επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας;

    Αν μπορεί να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα σε ορισμένους χώρους σε τέτοιες ποσότητες ώστε να απαιτούνται ειδικά μέτρα για την εξασφάλιση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, η εκρηκτική ατμόσφαιρα χαρακτηρίζεται ως επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα και οι εν λόγω χώροι ταξινομούνται ως χώροι στους οποίους μπορούν να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 2.4: Ακόμη και μικρές ποσότητες εύφλεκτων υγρών μπορούν κατά την εξάτμισή τους να οδηγήσουν σε μεγάλες ποσότητες εύφλεκτων ατμών (π.χ. υγροποιημένο προπάνιο). Σημείωση: 1 λίτρο υγρού προπανίου όταν μετασχηματίζεται σε αέριο και διαλύεται στον αέρα στο κατώτερο όριο εκρηκτικότητας θα δώσει 13.000 λίτρα εκρηκτικής ατμόσφαιρας [8]

    [8] Από το φυλλάδιο του ISSA«Gas Explosions», The International Section for the Prevention of Occupational Risks in the Chemical Industry, the International Social Security Association (ISSA), Heidelberg, Germany

    Όταν έχει προηγουμένως διαπιστωθεί η ύπαρξη δυνητικής εκρηκτικής ατμόσφαιρας, το αν πρόκειται επίσης για μια επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα εξαρτάται από τον όγκο της εκρηκτικής ατμόσφαιρας σε σύνδεση με τις βλαβερές συνέπειες σε περίπτωση ανάφλεξης. Κατά κανόνα, ωστόσο, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι μια έκρηξη προκαλεί σημαντικές βλάβες και υπάρχει επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα.

    Εξαιρέσεις του κανόνα αυτού είναι δυνατές κατά την εργασία με πολύ μικρές ποσότητες π.χ. σε εργαστήρια. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να αποφασίζεται σύμφωνα με τις τοπικές συνθήκες και τις συνθήκες εργασίας, αν οι αναμενόμενες ποσότητες εκρηκτικών ατμοσφαιρών είναι επικίνδυνες.

    Παραδείγματα: 1. Ποσότητα άνω των 10 λίτρων εκρηκτικής ατμόσφαιρας ως συμπαγής μάζα σε περιορισμένο χώρο θα πρέπει να θεωρείται επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα, ασχέτως του μεγέθους του συγκεκριμένου χώρου.

    2. Μια χονδρική εκτίμηση είναι δυνατή με τη βοήθεια του εμπειρικού κανόνα ότι σε τέτοιους χώρους θα πρέπει να θεωρούνται ως επικίνδυνες οι εκρηκτικές ατμόσφαιρες οι οποίες καταλαμβάνουν άνω του ενός δεκάκις χιλιοστού του όγκου του χώρου, δηλαδή π.χ. σε ένα χώρο 80 m Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι το σύνολο του χώρου πρέπει να θεωρηθεί ως χώρος στον οποίο είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα, αλλά μόνο το τμήμα στο οποίο μπορεί να δημιουργηθεί επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα.

    3. Για τις περισσότερες εύφλεκτες σκόνες αρκεί απόθεση σκόνης ισόποσα κατανεμημένη στο σύνολο του εδάφους με πάχος λιγότερο από 1 mm για να γεμίσει πλήρως κατά την αναδίνηση ένα κλειστό χώρο κανονικού ύψους με εκρηκτικό μείγμα σκόνης / αέρα.

    4. Εφόσον βρίσκονται εκρηκτικές ατμόσφαιρες σε δοχεία τα οποία δεν είναι σε θέση να αντέξουν τη ενδεχόμενη πίεση έκρηξης, τότε θα πρέπει να θεωρούνται επικίνδυνες ατμόσφαιρες εκρηκτικών ατμοσφαιρών πολύ μικρότερες από τις προαναφερόμενες εξαιτίας συγκεκριμένων κινδύνων, όπως π.χ. από θραύσματα που εκτινάσσονται κατά την έκρηξη. Για τέτοιες περιπτώσεις δεν μπορεί να καθοριστεί κατώτερο όριο.

    Επιπλέον, σε μια συγκεκριμένη εκτίμηση της δημιουργίας επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας πρέπει να ληφθεί υπόψη και η επίδραση μέσω της καταστροφής γειτονικών τμημάτων εγκατάστασης στο περιβάλλον.

    Σημείωση: Εξαιτίας μιας έκρηξης μπορεί να προκληθούν ζημίες και στον περιβάλλοντα χώρο, μέσω των οποίων μπορεί στη συνέχεια να απελευθερωθούν και ενδεχομένως να αναφλεγούν εύφλεκτες ή άλλες επικίνδυνες ουσίες.

    2.2.5 Έχει εμποδιστεί αποτελεσματικά η δημιουργία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών;

    Εάν είναι δυνατή η δημιουργία μιας επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας τότε είναι απαραίτητα τα μέτρα προστασίας από την έκρηξη. Στην περίπτωση αυτή πρέπει κατ' αρχάς να προσπαθήσουμε να αποτρέψουμε την εμφάνιση εκρηκτικής ατμόσφαιρας. Τα πιθανά μέτρα προστασίας από την έκρηξη περιγράφονται στο κεφάλαιο 3.1 σε συνδυασμό με οργανωτικά μέτρα σύμφωνα με το κεφάλαιο 4.

    Τα μέτρα προστασίας από την έκρηξη που λαμβάνονται πρέπει να εξετάζονται ως προς την αποτελεσματικότητα τους. Για το σκοπό αυτό πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλες οι διαφορετικές καταστάσεις λειτουργίας καθώς και όλες οι βλάβες (και οι σπάνιες). Μόνο όταν έχει αποτραπεί σίγουρα η δημιουργία επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας μπορούμε να παραιτηθούμε από τη λήψη περαιτέρω μέτρων.

    2.2.6 Έχει εμποδιστεί αποτελεσματικά η ανάφλεξη επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών;

    Εφόσον δεν μπορεί να αποκλειστεί απολύτως η δημιουργία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών, απαιτούνται μέτρα για την αποφυγή ενεργών πηγών ανάφλεξης. Όσο πιο πιθανή είναι συνεπώς η δημιουργία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών, τόσο πιο σίγουρα θα πρέπει να εμποδίζεται η ύπαρξη ενεργών πηγών ανάφλεξης. Τα πιθανά μέτρα προστασίας από την έκρηξη περιγράφονται στο κεφάλαιο 3.2 σε συνδυασμό με οργανωτικά μέτρα σύμφωνα με το κεφάλαιο 4.

    Εφόσον δεν είναι εξαιρετικά απίθανη η ταυτόχρονη δημιουργία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών και ενεργών πηγών ανάφλεξης, απαιτούνται και κατασκευαστικά μέτρα προστασίας όπως αναφέρεται στο κεφάλαιο 3.3 σε συνδυασμό με οργανωτικά μέτρα σύμφωνα με το κεφάλαιο 4. Διαφορετικά πρέπει να ληφθούν ανάλογα κατασκευαστικά μέτρα.

    3. ΤΕΧΝΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΡΗΞΕΙΣ

    Ως "μέτρα προστασίας από εκρήξεις" νοούνται όλα τα μέτρα τα οποία

    προλαμβάνουν τη δημιουργία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών

    αποτρέπουν την ανάφλεξη επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών ή

    μετριάζουν τις επιβλαβείς συνέπειες των εκρήξεων έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η υγεία και η ασφάλεια των εργαζομένων.

    3.1 Πρόληψη επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών

    Σύμφωνα με το άρθρο 3 "Πρόληψη των εκρήξεων και προστασία από αυτές" της οδηγίας 1999/92/ΕΚ, η αποτροπή της δημιουργίας επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών θα πρέπει να προτιμάται πάντα από άλλα μέτρα προστασίας από εκρήξεις.

    3.1.1 Αντικατάσταση των εύφλεκτων υλικών

    Η δημιουργία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών μπορεί να προληφθεί μέσω της αποφυγής ή της μείωσης της χρήσης εύφλεκτων υλικών. Ένα παράδειγμα για την αποφυγή της χρήσης εύφλεκτων υλικών είναι π.χ. η αντικατάσταση διαλυτών και απορρυπαντικών από υδάτινα διαλύματα. Όταν χρησιμοποιούνται σκόνες, μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να αυξηθεί και το μέγεθος των κόκκων των χρησιμοποιούμενων υλικών, έτσι ώστε να μην είναι δυνατή η δημιουργία εκρηκτικών μειγμάτων. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να δίνεται προσοχή ώστε να μη μειώνεται στη συνέχεια κατά την επεξεργασία το μέγεθος των κόκκων, π.χ. μέσω τριβής. Μία ακόμα δυνατότητα είναι η ύγρανση της σκόνης ή η χρήση παχύρρευστων προϊόντων, έτσι ώστε να μην είναι πλέον δυνατή η αναδίνηση της σκόνης.

    3.1.2 Περιορισμός της συγκέντρωσης

    Τα αέρια και οι σκόνες είναι δυνατόν να εκραγούν μόνο εντός συγκεκριμένων ορίων συγκεντρώσεων σε μείγμα με τον αέρα. Σε συγκεκριμένες συνθήκες λειτουργίας και περιβάλλοντος, είναι δυνατόν να μην ξεπεραστούν αυτά τα όρια εκρηκτικότητας. Εφόσον τηρούνται σίγουρα αυτές οι συνθήκες, δεν υπάρχει κίνδυνος έκρηξης.

    Σε κλειστά δοχεία και εγκαταστάσεις η συγκέντρωση αερίων και ατμών εύφλεκτων υγρών μπορεί σχετικά εύκολα κατά κανόνα να διατηρηθεί εκτός των ορίων εκρηκτικότητας.

    Παράδειγμα Δεν υπερβαίνεται σίγουρα το κατώτερο όριο εκρηκτικότητας σε ένα χώρο με ατμούς πάνω από εύφλεκτα υγρά, εφόσον η θερμοκρασία στην επιφάνεια των υγρών διατηρείται διαρκώς αρκετά κάτω από το σημείο ανάφλεξης (κατά κανόνα μια διαφορά θερμοκρασίας 5 C για καθαρούς διαλύτες και μια διαφορά θερμοκρασίας 15 C για μείγματα διαλυτών είναι συνήθως επαρκής). Στην περίπτωση εύφλεκτων υγρών με χαμηλό σημείο ανάφλεξης, το ανώτερο όριο εκρηκτικότητας τις περισσότερες φορές υπερβαίνεται (π.χ. σε δεξαμενή καυσίμων αυτοκινήτου).

    Όσον αφορά τις σκόνες, είναι δυσκολότερο να αποφευχθεί η δημιουργία εκρηκτικών μειγμάτων μέσω του περιορισμού της συγκέντρωσης. Εφόσον η συγκέντρωση σκόνης στον αέρα βρίσκεται κάτω του κατώτερου ορίου εκρηκτικότητας, δημιουργούνται αποθέσεις σκόνης καθώς κατακαθίζουν τα σωματίδια σκόνης όταν δεν υπάρχει επαρκής κίνηση του αέρα. Σε περίπτωση αναδίνησης των σωματιδίων αυτών μπορεί να δημιουργηθούν εκρηκτικά μείγματα.

    Σημείωση: Tα σωματίδια σκόνης διαχωρίζονται στα φίλτρα όπου και δημιουργούν συγκεντρώσεις σκόνης, οι οποίες μπορεί να αποτελέσουν σημαντικό κίνδυνο για πυρκαγιές και εκρήξεις.

    3.1.3 Αδρανοποίηση

    Η δημιουργία επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας μπορεί να αποφευχθεί και μέσω της αραίωσης του ατμοσφαιρικού οξυγόνου στο εσωτερικό εγκαταστάσεων ή του καυσίμου με αδρανή χημικά υλικά. Αυτό το μέτρο προστασίας αποκαλείται αδρανοποίηση.

    Για την ερμηνεία αυτού του μέτρου προστασίας πρέπει να είναι γνωστή η ανώτατη συγκέντρωση οξυγόνου (οριακή συγκέντρωση οξυγόνου) κατά την οποία ακόμα δεν δημιουργείται έκρηξη. Η οριακή συγκέντρωση οξυγόνου καθορίζεται πειραματικά. Η ανώτατη επιτρεπόμενη συγκέντρωση οξυγόνου ισούται με την οριακή συγκέντρωση οξυγόνου μείον τη σίγουρη διαφορά συγκέντρωσης. Όταν η εύφλεκτη ύλη αραιώνεται με κάποιο αδρανές υλικό, η ανώτατη επιτρεπόμενη συγκέντρωση εύφλεκτης ύλης καθορίζεται με τον ίδιο τρόπο. Αν η συγκέντρωση οξυγόνου μπορεί να ποικίλει ταχέως ή μπορεί να είναι πολύ διαφορετική σε διάφορα μέρη του εργοστασίου, θα απαιτηθεί μεγάλο περιθώριο ασφάλειας. Πρέπει να εξετάζονται τα λειτουργικά λάθη και τα σφάλματα του εξοπλισμού. Πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η χρονική περίοδος για την ενεργοποίηση των μέτρων προστασίας ή των μέτρων έκτακτης ανάγκης.

    Παράδειγμα Ως αεριώδη αδρανή υλικά χρησιμοποιούνται κατά κανόνα το άζωτο, το διοξείδιο του άνθρακα, τα ευγενή αέρια, τα καυσαέρια και οι υδρατμοί. Κονιώδη αδρανή υλικά είναι π.χ. θειικό ασβέστιο, φωσφορικό αμμώνιο, όξινο ανθρακικό νάτριο, λιθάλευρο κ.τ.λ. Σημαντικό για την επιλογή του αδρανούς υλικού είναι ότι αυτό δεν αντιδρά με το εύφλεκτο υλικό (έτσι μπορεί παραδείγματος χάριν να αντιδράσει το αλουμίνιο με το διοξείδιο του άνθρακα).

    Σημείωση: Οι αποθέσεις σκόνης μπορούν, ακόμα και με περιορισμένες συγκεντρώσεις οξυγόνου ή καυσίμων, να προκαλούν υποκαίουσες ή υποβόσκουσες πυρκαγιές. Αυτές οι συγκεντρώσεις μπορεί να είναι κατά πολύ χαμηλότερες από αυτές που αρκούν για την ασφαλή αποφυγή εκρήξεων. Έτσι π.χ. ένα μείγμα από 95% του βάρους σε ασβεστόλιθο και 5% του βάρους σε άνθρακα μπορεί να έχει έντονη εξώθερμη αντίδραση.

    Η αδρανοποίηση με αέρια μπορεί κατά κανόνα να πραγματοποιηθεί μόνο σε κλειστές εγκαταστάσεις, στις οποίες είναι δυνατή μόνο μια σχετικά χαμηλή ανταλλαγή αέριων όγκων ανά μονάδα χρόνου. Εάν απελευθερωθεί αδρανές αέριο από ανοίγματα τα οποία υπάρχουν στην εγκατάσταση είτε λόγω λειτουργίας είτε δημιουργήθηκαν λόγω σφαλμάτων, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε κίνδυνο των εργαζομένων λόγω της εκτόπισης οξυγόνου (κίνδυνος ασφυξίας). Αν χρησιμοποιηθούν καυσαέρια ως αδρανή αέρια, αυτά μπορούν, σε περίπτωση διαφυγής από μια εγκατάσταση, να προκαλέσουν τη δηλητηρίαση των εργαζομένων. Τα ανοίγματα που υπάρχουν λόγω λειτουργίας μπορούν, παραδείγματος χάρη, να είναι χειροκίνητα. Όταν ανοίγουν αυτά, τότε πρέπει να έχουμε υπόψη ότι ενδέχεται να εξέλθει αδρανές αέριο και να εισέλθει αντίστοιχα οξυγόνο στην εγκατάσταση.

    3.1.4 Αποτροπή ή περιορισμός της δημιουργίας εκρηκτικών ατμοσφαιρών στον περιβάλλοντα χώρο των εγκαταστάσεων

    Η δημιουργία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών έξω από εγκαταστάσεις πρέπει να αποτρέπεται κατά το δυνατόν περισσότερο. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τις κλειστές εγκαταστάσεις. Τα μέρη των εγκαταστάσεων πρέπει επίσης να κατασκευαστούν με τρόπο στεγανό. Οι εγκαταστάσεις αυτές θα πρέπει να σχεδιαστούν με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορεί να υπάρξουν αξιοσημείωτες διαρροές με τις κανονικές συνθήκες λειτουργίας τους. Αυτό πρέπει να εξασφαλίζεται μεταξύ άλλων και με την τακτική συντήρηση.

    Εφόσον δεν αποτραπεί η διαρροή εύφλεκτων υλικών, η δημιουργία επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας μπορεί συχνά να αποτραπεί με κατάλληλα μέτρα αερισμού. Για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων αερισμού θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι εξής παράγοντες:

    Για τα αέρια, τους ατμούς και τις συγκεντρώσεις σταγονιδίων η εκτίμηση της ανώτατης ποσότητας (ισχύς της πηγής) τυχόν διαρρεόντων αερίων, ατμών και συγκεντρώσεων σταγονιδίων, η γνώση της θέσης της πηγής καθώς και των συνθηκών διάδοσης αποτελούν προϋπόθεση για τον υπολογισμό του αναγκαίου συστήματος αερισμού.

    Για τις σκόνες, τα μέτρα αερισμού προσφέρουν γενικά επαρκή προστασία μόνον εφόσον η σκόνη απορροφάται στο χώρο όπου δημιουργείται και εμποδίζεται σίγουρα η δημιουργία επιπρόσθετων αποθέσεων επικίνδυνης σκόνης.

    Στην καλύτερη περίπτωση ο αντίστοιχα ισχυρός αερισμός μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αποτροπή της δημιουργίας χώρων στους οποίους είναι δυνατόν να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα. Τα προαναφερθέντα μέτρα περιορισμού μπορούν ωστόσο να έχουν και ως αποτέλεσμα απλώς τη μείωση της πιθανότητας δημιουργίας επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών ή τη μείωση των διαστάσεων των χώρων (ζωνών) στους οποίους μπορεί να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα.

    Συνιστάται η διενέργεια δειγματοληπτικών ελέγχων των συγκεντρώσεων που σχηματίζονται σε τοπικά και χρονικά σημεία κατά τα οποία οι συνθήκες λειτουργίας δεν είναι ευνοϊκές.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 3.1: Παράδειγμα για την ορθή διάταξη των ανοιγμάτων αερισμού για αέρια και ατμούς που είναι βαρύτερα από τον αέρα [9].

    [9] Από το φυλλάδιο του ISSA«Gas Explosions», The International Section for the Prevention of Occupational Risks in the Chemical Industry, the International Social Security Association (ISSA), Heidelberg, Germany

    3.1.4.1 Μέτρα για την απομάκρυνση των αποθέσεων σκόνης

    Οι επικίνδυνες αποθέσεις σκόνης αποφεύγονται με τον τακτικό καθαρισμό στους χώρους εργασίας και λειτουργίας. Προς το σκοπό αυτό αποδείχτηκαν χρήσιμα σχέδια καθαρισμού στα οποία ρυθμίζονται δεσμευτικά η φύση, το εύρος και η συχνότητα των μέτρων καθαρισμού καθώς και οι διάφορες ευθύνες. Στο πλαίσιο αυτό οι ρυθμίσεις μπορεί να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες καταστάσεις ανά περίπτωση. Ιδίως πρέπει να λαμβάνονται υπόψη λιγότερο ορατές (π.χ. διότι βρίσκονται σε ψηλό σημείο) ή δυσπρόσιτες επιφάνειες στις οποίες μπορεί να δημιουργείται σημαντική συσσώρευση ποσοτήτων σκόνης με την πάροδο του χρόνου. Σε περίπτωση αποδέσμευσης μεγάλων ποσοτήτων σκόνης εξαιτίας δυσλειτουργιών (π.χ. λόγω βλάβης ή διάρρηξης βυτίων ή λόγω διαρροής υγρών) πρέπει να λαμβάνονται επιπλέον μέτρα προκειμένου να καθαρίζονται το ταχύτερο δυνατό οι αποθέσεις σκόνης.

    Για την απομάκρυνση των αποθέσεων σκόνης αποδείχθηκαν αποτελεσματικές ως προς την ασφάλεια οι διαδικασίες υγρού καθαρισμού και οι διαδικασίες απορρόφησης (χρήση των κατάλληλων κεντρικών διατάξεων ή φορητών βιομηχανικών απορροφητήρων οι οποίοι δεν έχουν πηγές ανάφλεξης). Οι διαδικασίες καθαρισμού κατά τις οποίες αναδινείται η σκόνη πρέπει να αποφεύγονται (εικόνα 3.2). Κατά τη χρήση μεθόδου υγρού καθαρισμού πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι μπορεί να υπάρχουν πρόσθετα προβλήματα απόρριψης. Όταν αποχωρίζονται σκόνες ελαφρών μετάλλων σε υγρούς καθαριστήρες, πρέπει να ληφθεί υπόψη η πιθανή δημιουργία υδρογόνου. Δεν συνιστάται η αποφύσηση των αποθέσεων σκόνης.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 3.2: Απομάκρυνση αποθέσεων σκόνης [10].

    [10] Από το φυλλάδιο του ISSA«Gas Explosions», The International Section for the Prevention of Occupational Risks in the Chemical Industry, the International Social Security Association (ISSA), Heidelberg, Germany

    Τα μέτρα καθαρισμού μπορούν να ορίζονται στις οδηγίες χρήσης των καύσιμων στερεών υλικών.

    Σημείωση: Για την απορρόφηση εύφλεκτης σκόνης πρέπει να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά απορροφητήρες οι οποίοι εκ κατασκευής δεν περιέχουν πηγές ανάφλεξης.

    3.1.5 Εγκατάσταση φωρατών αερίων

    Η παρακολούθηση των συγκεντρώσεων στον περιβάλλοντα χώρο εγκαταστάσεων μπορεί να πραγματοποιείται π.χ. μέσω της εγκατάστασης φωρατών (ανιχνευτών) αερίων. Σημαντικές προϋποθέσεις για την εγκατάσταση φωρατών αερίων είναι:

    η επαρκής γνώση των υλικών που θα πρέπει να αναμένονται, της κατάστασης των πηγών εκπομπής τους, της ανώτατης ισχύος των πηγών τους και των προϋποθέσεων για τη διάδοσή τους,

    η δυνατότητα λειτουργίας των συσκευών, σύμφωνα με τις συνθήκες λειτουργίας τους, ιδίως λαμβανομένων υπόψη του χρόνου ανταπόκρισης, της τιμής ανταπόκρισης και της εγκάρσιας ευαισθησίας,

    η αποφυγή επικίνδυνων καταστάσεων κατά τη διακοπή διαφόρων λειτουργιών των φωρατών αερίων (αξιοπιστία),

    η δυνατότητα να λαμβάνονται εγκαίρως και με ασφάλεια μέτρα για την αντιμετώπιση των αναμενόμενων μειγμάτων μέσω της κατάλληλης επιλογής του αριθμού και του τόπου των σημείων μέτρησης,

    η γνώση του χώρου ο οποίος θα αντιμετωπίσει κίνδυνο έκρηξης μέχρι την ενεργοποίηση των μέτρων προστασίας που θα εφαρμοστούν χάρη στη συσκευή. Σε αυτή την κοντινή ζώνη χρειάζεται η αποφυγή της δημιουργίας πηγών ανάφλεξης (αναλόγως των προαναφερόμενων σημείων),

    επαρκώς ασφαλής αποτροπή της δημιουργίας επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών έξω από την κοντινή ζώνη με τα μέτρα προστασίας που θα ληφθούν και με την αποφυγή άλλων κινδύνων από λανθασμένη ενεργοποίηση.

    Οι φωρατές αερίων πρέπει να φέρουν τη δέουσα και προβλεπόμενη σήμανση ασφαλείας ως ηλεκτρική συσκευή όπως προβλέπει η ευρωπαϊκή οδηγία 94/9/ΕΚ προκειμένου να χρησιμοποιούνται σε χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα.

    Σημείωση: Οι φωρατές αερίων πρέπει να υποβάλλονται όσον αφορά τη χρήση τους ως διατάξεων ασφάλειας, ελέγχου και ρύθμισης για την αποφυγή πηγών ανάφλεξης (π.χ. διακοπή λειτουργίας μιας συσκευής που δεν περιέχει προστασία από έκρηξη κατά την εμφάνιση επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών) μεμονωμένα ή ως είδος σε ελέγχους / βαθμονόμηση για να εξασφαλιστεί ο προβλεπόμενος σκοπός χρήσης τους. Σχετικά πρέπει να πληρούνται οι απαιτήσεις της οδηγίας 94/9/EK (βλ. επίσης κεφάλαιο 3.4 Διατάξεις οργάνων ελέγχου).

    3.2 Αποτροπή δημιουργίας πηγών ανάφλεξης

    Αν δεν μπορεί να εμποδιστεί η δημιουργία επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας, θα πρέπει να αποτραπεί η ανάφλεξη αυτής της επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με μέτρα προστασίας τα οποία αποτρέπουν τη δημιουργία πηγών ανάφλεξης ή μειώνουν τις πιθανότητες εμφάνισής τους. Για τον καθορισμό αποτελεσματικών μέτρων προστασίας θα πρέπει να είναι γνωστές οι διάφορες μορφές των πηγών ανάφλεξης και ο τρόπος δράσης τους. Πρέπει να γίνει εκτίμηση της πιθανότητας συνύπαρξης επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας με μια πηγή ανάφλεξης και σε αυτή τη βάση να αποφασιστεί η έκταση των μέτρων προστασίας. Η βάση για αυτό είναι το μοντέλο ζωνών που περιγράφεται στη συνέχεια, από το οποίο προκύπτουν καθορισμένα μέτρα προστασίας.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 3.3: Παραδείγματα των συνηθέστερων πιθανών πηγών ανάφλεξης [11].

    [11] Από το φυλλάδιο του ISSA«Gas Explosions», The International Section for the Prevention of Occupational Risks in the Chemical Industry, the International Social Security Association (ISSA), Heidelberg, Germany

    3.2.1 Κατανομή σε ζώνες των επικίνδυνων χώρων

    Ένας επικίνδυνος χώρος είναι ένας χώρος στον οποίο είναι δυνατό να δημιουργηθούν επικίνδυνες εκρηκτικές ατμόσφαιρες σε τέτοιες ποσότητες ώστε να καθίσταται απαραίτητη η λήψη μέτρων για την προστασία των εργαζομένων από κινδύνους έκρηξης. Μια τέτοια ποσότητα χαρακτηρίζεται ως επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα. Ως βάση για τον υπολογισμό της έκτασης των μέτρων προστασίας οι απομένοντες επικίνδυνοι χώροι θα πρέπει να κατατάσσονται σε ζώνες ανάλογα με την πιθανότητα δημιουργίας επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών.

    Ζώνη 0: Χώρος στον οποίον υπάρχει μονίμως ή για μεγάλο χρονικό διάστημα ή συχνά εκρηκτική ατμόσφαιρα αποτελούμενη από μείγμα με αέρα εύφλεκτων αερίων, ατμών ή συγκεντρώσεων σταγονιδίων.

    Παράδειγμα Κατά κανόνα οι συνθήκες της ζώνης 0 εμφανίζονται μόνον στο εσωτερικό δοχείων ή εγκαταστάσεων (εξατμιστήρες, δοχεία αντίδρασης κλπ.) αλλά μπορεί και να εμφανιστεί και κοντά σε οπές και άλλα ανοίγματα.

    Ζώνη 1: Χώρος στον οποίο είναι δυνατό να δημιουργηθεί περιστασιακά κατά τη συνήθη λειτουργία εκρηκτική ατμόσφαιρα αποτελούμενη από μείγμα με αέρα εύφλεκτων αερίων, ατμών ή συγκεντρώσεων σταγονιδίων.

    Παράδειγμα Στη ζώνη αυτή μπορούν μεταξύ άλλων να περιληφθούν:

    - ο χώρος που γειτνιάζει άμεσα με τη ζώνη 0,

    - ο χώρος που γειτνιάζει άμεσα με οπές τροφοδοσίας,

    - ο χώρος που γειτνιάζει άμεσα με ελαφρώς εύθραυστες συσκευές ή αγωγούς από γυαλί, κεραμικά και τα παρόμοια, εκτός αν τα περιεχόμενα είναι πολύ μικρά για να δημιουργήσουν επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα.

    - ο χώρος που γειτνιάζει άμεσα με στυπιοθλίπτες οι οποίοι δεν στεγανοποιούν επαρκώς, π.χ. σε αντλίες και δικλείδες,

    - το εσωτερικό εγκαταστάσεων όπως εξατμιστήρες ή δοχεία αντίδρασης.

    Ζώνη 2: Χώρος στον οποίο είναι δυνατό να δημιουργηθεί περιστασιακά κατά τη συνήθη λειτουργία εκρηκτική ατμόσφαιρα αποτελούμενη από μείγμα με αέρα εύφλεκτων αερίων, ατμών ή συγκεντρώσεων σταγονιδίων.

    Παράδειγμα Στη ζώνη αυτή μπορούν μεταξύ άλλων να περιληφθούν:

    - χώροι που περιβάλλουν τις ζώνες 0 ή 1

    Σημείωση: Οι χώροι γύρω από σωληνώσεις, με τις οποίες μεταφέρονται εύφλεκτες ύλες μόνο σε διαρκώς τεχνικά στεγανούς σωλήνες, δεν είναι επικίνδυνοι χώροι.

    Ζώνη 20: Χώρος στον οποίο υπάρχει μονίμως ή για μεγάλο χρονικό διάστημα ή συχνά εκρηκτική ατμόσφαιρα με τη μορφή νέφους εύφλεκτης σκόνης στον αέρα.

    Παράδειγμα Αυτές οι συνθήκες εμφανίζονται γενικά μόνο στο εσωτερικό δοχείων, αγωγών, εγκαταστάσεων κ.τ.λ. (δηλ. συνήθως μύλων, ξηραντήρων, αναμικτήρων, αγωγών μεταφοράς, αποθηκευτικών χώρων (σιλό) κλπ), εφόσον είναι δυνατή η δημιουργία σε αυτά εκρηκτικών μειγμάτων σκόνης σε επικίνδυνες ποσότητες διαρκώς, για μεγάλο διάστημα ή συχνά.

    Ζώνη 21: :Χώρος στον οποίο είναι δυνατό να δημιουργηθεί ορισμένες φορές κατά τη συνήθη λειτουργία εκρηκτική ατμόσφαιρα με τη μορφή νέφους εύφλεκτης σκόνης στον αέρα.

    Παράδειγμα Στη ζώνη αυτή μπορούν να περιληφθούν μεταξύ άλλων χώροι οι οποίοι γειτνιάζουν άμεσα π.χ. με σταθμούς απομάκρυνσης σκόνης ή με σταθμούς πλήρωσης με σκόνη και χώροι στους οποίους απαντώνται αποθέσεις σκόνης και όπου ορισμένες φορές σε κανονικές συνθήκες μπορεί να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα από την ανάμειξη εύφλεκτης σκόνης με τον αέρα.

    Ζώνη 22: Χώρος στον οποίο δεν δημιουργείται κατά τη συνήθη λειτουργία εκρηκτική ατμόσφαιρα με τη μορφή νέφους εύφλεκτης σκόνης στον αέρα αλλά αν δημιουργηθεί θα διαρκέσει μόνον για μικρό χρονικό διάστημα.

    Παράδειγμα Στη ζώνη αυτή μπορούν μεταξύ άλλων να περιληφθούν:

    - Χώροι που γειτνιάζουν άμεσα με εγκαταστάσεις που περιέχουν σκόνη όταν είναι δυνατό να εξέλθει σκόνη από μη στεγανά σημεία και να δημιουργηθούν αποθέσεις σκόνης σε επικίνδυνες ποσότητες.

    Παρατηρήσεις:

    Στρώσεις, αποθέσεις και συσσωρεύσεις εύφλεκτης σκόνης πρέπει να αντιμετωπίζονται όπως κάθε άλλη αιτία η οποία μπορεί να έχει ως συνέπεια τη δημιουργία επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας.

    "Κανονική λειτουργία" θεωρείται η κατάσταση κατά την οποία οι εγκαταστάσεις χρησιμοποιούνται όπως προβλέπεται από τις τεχνικές τους προδιαγραφές.

    Σημείωση: Οι αποθέσεις εύφλεκτης σκόνης έχουν σημαντικό εκρηκτικό δυναμικό. Οι αποθέσεις σκόνης μπορούν να συγκεντρωθούν σε όλες τις επιφάνειες απόθεσης σε κάποιο χώρο λειτουργίας. Ως συνέπεια μιας αρχικής έκρηξης μπορούν να αναδινηθούν οι αποθέσεις σκόνης και έτσι αλυσιδωτά να οδηγηθούμε σε πολλές διαδοχικές εκρήξεις με καταστροφικές συνέπειες.

    3.2.1.1 Παράδειγμα κατάταξης σε ζώνες των επικίνδυνων χώρων που προκαλούνται από εύφλεκτα αέρια

    Στην εικόνα 3.4 παρουσιάζεται μια δεξαμενή για εύφλεκτα υγρά. Η δεξαμενή βρίσκεται στο ύπαιθρο, πληρώνεται και εκκενώνεται τακτικά και συνδέεται με την περιβάλλουσα ατμόσφαιρα με ένα άνοιγμα εξίσωσης πίεσης. Το σημείο ανάφλεξης του εύφλεκτου υγρού βρίσκεται στο φάσμα της μέσης ετήσιας θερμοκρασίας και η πυκνότητα των δημιουργούμενων ατμών είναι μεγαλύτερη από την πυκνότητα του αέρα. Στο εσωτερικό της δεξαμενής συνεπώς αναμένεται η χρόνια εμφάνιση επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας. Ως εκ τούτου, το εσωτερικό της δεξαμενής κατατάσσεται στη ζώνη 0.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 3.4: Παράδειγμα κατανομής ζωνών στην περίπτωση μιας δεξαμενής για εύφλεκτα αέρια

    Από το άνοιγμα εξίσωσης πίεσης μπορούν ορισμένες φορές να εξέλθουν ατμοί και να δημιουργηθούν εκρηκτικά μείγματα. Ο χώρος γύρω από το άνοιγμα συνεπώς κατατάσσεται στη ζώνη 1. Σε σπάνιες ακραίες καιρικές συνθήκες οι ατμοί μπορούν να διαρρεύσουν εξωτερικά στον τοίχο της δεξαμενής και να δημιουργήσουν μια επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα. Επομένως ο χώρος γύρω από τη δεξαμενή κατατάσσεται στη ζώνη 2.

    Το μέγεθος των ζωνών εκτός της δεξαμενής εξαρτάται από την αναμενόμενη ποσότητα απελευθερωμένων ατμών. Αυτή με τη σειρά της εξαρτάται από τις ιδιότητες του υγρού, το μέγεθος του ανοίγματος και τη συχνότητα πλήρωσης-εκκένωσης, καθώς και τη μέση μεταβολή της στάθμης του υγρού. Περαιτέρω το μέγεθος των χώρων στους οποίους μπορούν να δημιουργηθούν επικίνδυνες ατμόσφαιρες ουσιαστικά εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα του φυσικού αερισμού.

    3.2.1.2 Παράδειγμα κατάταξης σε ζώνες των επικίνδυνων χώρων που προκαλούνται από εύφλεκτες σκόνες

    Στην εικόνα 3.5 παρουσιάζεται ένας μύλος με χοάνη τροφοδοσίας (με το χέρι), ένα δοχείο παραλαβής του προϊόντος και ένα φίλτρο. Ένα εύφλεκτο προϊόν που δημιουργεί σκόνη τροφοδοτείται με το χέρι από ένα βαρέλι στη χοάνη τροφοδοσίας.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 3.5: Παράδειγμα κατανομής σε ζώνες για εύφλεκτες σκόνες

    Κατά τη διαδικασία τροφοδοσίας στο χώρο όπου αδειάζουμε το περιεχόμενο του βαρελιού στη χοάνη τροφοδοσίας ορισμένες φορές μπορεί να δημιουργηθεί εκρηκτικό μείγμα σκόνης και αέρα. Ο χώρος αυτός κατατάσσεται στη ζώνη 21. Σε ένα χώρο γύρω από τη χοάνη τροφοδοσίας υπάρχουν αποθέσεις σκόνης. Αυτές μπορούν να δημιουργήσουν επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα στη σπάνια και σύντομη περίπτωση μιας αναδίνησης. Ο χώρος αυτός κατατάσσεται στη ζώνη 22.

    Κατά τη λειτουργία του μύλου υπάρχει ένα νέφος σκόνης στο μύλο. Κατά το καθάρισμα των σωλήνων του φίλτρου δημιουργείται επίσης σε τακτικά διαστήματα ένα νέφος σκόνης. Το εσωτερικό του μύλου και του φίλτρου κατατάσσονται συνεπώς στη ζώνη 20. Το προϊόν άλεσης απομακρύνεται συνεχώς. Έτσι δημιουργείται στο δοχείο παραλαβής κατά τη διάρκεια της λειτουργίας ένα νέφος σκόνης από εκρηκτικό μείγμα. Το δοχείο παραλαβής κατατάσσεται επομένως στη ζώνη 20. Λόγω διαρροών, υπάρχουν στο χώρο παραλαβής αποθέσεις σκόνης. Ο χώρος αυτός κατατάσσεται στη ζώνη 22. Το μέγεθος των ζωνών 21 και 22 εξαρτάται από την τάση κονιοποίησης του χρησιμοποιούμενου προϊόντος.

    3.2.2 Έκταση των μέτρων προστασίας

    Η έκταση των μέτρων προστασίας εξαρτάται από την πιθανότητα δημιουργίας επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας (κατανομή σε ζώνες). Για τον καθορισμό της έκτασης των μέτρων προστασίας πρέπει επομένως να λαμβάνονται υπόψη κατά κανόνα τα στοιχεία σύμφωνα του πίνακα 3.1.

    Πίνακας 3.1: Έκταση των μέτρων προστασίας ανεξαρτήτως ζωνών

    Κατάταξη σε ζώνες // Πηγές ανάφλεξης*) που πρέπει να αποφεύγονται:

    0 ή 20 // * κατά τη λειτουργία χωρίς διαταραχές (κανονική λειτουργία)

    * όταν υπάρχουν προβλέψιμες διαταραχές και

    * όταν υπάρχουν σπάνιες διαταραχές στη λειτουργία

    1 ή 21 // * κατά τη λειτουργία χωρίς διαταραχές (κανονική λειτουργία) και

    * όταν υπάρχουν προβλέψιμες διαταραχές

    2ή 22 // * κατά τη λειτουργία χωρίς διαταραχές (κανονική λειτουργία)

    *) Στις ζώνες 20, 21 και 22 πρέπει επιπλέον να λαμβάνεται υπόψη η δυνατότητα ανάφλεξης των αποθέσεων σκόνης.

    Ο πίνακας αφορά όλα τα είδη πηγών ανάφλεξης.

    3.2.3 Είδη πηγών ανάφλεξης

    Σύμφωνα με το πρότυπο ΕΝ 1127-1, διακρίνονται 13 είδη πηγών ανάφλεξης:

    Πολύ θερμές επιφάνειες

    Φλόγες και υπέρθερμα αέρια

    Μηχανικά δημιουργούμενοι σπινθήρες

    Ηλεκτρικές εγκαταστάσεις

    Ηλεκτρικά ρεύματα διασποράς, καθοδική προστασία από τη διάβρωση

    Στατικός ηλεκτρισμός

    Εκκένωση κεραυνού

    Ηλεκτρομαγνητικά πεδία στο φάσμα συχνοτήτων από 9 kHz έως 300 GHz

    Ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία στο φάσμα συχνοτήτων από 300 GHz έως 3 x 106 GHz ή σε μήκη κύματος από 1000 μm έως 0,1 μm.(οπτικό φάσμα)

    Ιοντίζουσα ακτινοβολία

    Υπέρηχοι

    Αδιαβατική συμπίεση, ωστικά κύματα, αέρια που διέρχονται από ακροφύσιο

    Χημικές αντιδράσεις.

    Στη συνέχεια γίνεται αναφορά μόνο σε είδη πηγών ανάφλεξης που διαδραματίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στη λειτουργία των εγκαταστάσεων. Περισσότερες, λεπτομερείς πληροφορίες για κάθε είδος πηγών ανάφλεξης και την αξιολόγησή του περιλαμβάνονται στο πρότυπο ΕΝ 1127-1.

    3.2.3.1 Υπέρθερμες επιφάνειες

    Μία εκρηκτική ατμόσφαιρα μπορεί να αναφλεγεί με την επαφή με υπέρθερμες επιφάνειες, εφόσον η θερμοκρασία της επιφάνειας φθάσει τη θερμοκρασία ανάφλεξης της εκρηκτικής ατμόσφαιρας.

    Παράδειγμα Επιφάνειες οι οποίες θερμαίνονται έντονα λόγω της λειτουργίας τους είναι π.χ. θερμαντικά σώματα, είδη ηλεκτρικού εξοπλισμού, θερμές σωληνώσεις κλπ. Επιφάνειες οι οποίες θερμαίνονται έντονα λόγω δυσλειτουργίας είναι π.χ. μέρη συσκευών τα οποία υπερθερμαίνονται εξαιτίας ελλιπούς λίπανσης.

    Εφόσον είναι δυνατόν να έρθουν σε επαφή υπέρθερμες επιφάνειες με εκρηκτικές ατμόσφαιρες, πρέπει να εξασφαλιστεί κάποιο περιθώριο ασφαλείας μεταξύ της ανώτατης θερμοκρασίας της επιφάνειας και της θερμοκρασίας ανάφλεξης της εκρηκτικής ατμόσφαιρας. Αυτό το περιθώριο ασφαλείας εξαρτάται από την κατανομή σε ζώνες και καθορίζεται σύμφωνα με το πρότυπο EN 1127-1.

    Σημείωση: Οι αποθέσεις σκόνης έχουν μονωτική δράση και εμποδίζουν επομένως τη μεταφορά θερμότητας στο περιβάλλον. Όσο παχύτερη είναι η στρώση σκόνης τόσο λιγότερη είναι η μεταφορά θερμότητας. Το γεγονός αυτό μπορεί να παρεμποδίσει τη μετάδοση της θερμότητας προκαλώντας έτσι περαιτέρω αύξηση της θερμοκρασίας. Η διαδικασία αυτή μπορεί να έχει ως συνέπεια ακόμη και την ανάφλεξη της στρώσης σκόνης. Για το λόγο αυτό, ο εξοπλισμός ο οποίος μπορεί να λειτουργήσει με ασφάλεια σε μια εκρηκτική ατμόσφαιρα αερίου/αέρα σύμφωνα με την οδηγία 94/9/ΕΚ, δεν είναι αναγκαστικά κατάλληλος και για λειτουργία σε χώρους όπου είναι δυνατή η δημιουργία εκρηκτικής ατμόσφαιρας που περιέχει σκόνη/αέρα.

    3.2.3.2 Φλόγες και υπέρθερμα αέρια

    Τόσο οι ίδιες οι φλόγες όσο και τα υποκαίοντα σωματίδια στερεών υλικών μπορούν να προκαλέσουν ανάφλεξη εκρηκτικών ατμοσφαιρών. Οι φλόγες, ακόμη και πολύ μικρών διαστάσεων, αποτελούν μία από τις δραστικότερες πηγές ανάφλεξης και πρέπει επομένως να αποφεύγονται γενικά σε επικίνδυνους χώρους όπου μπορεί να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα των ζωνών 0 και 20. Στις ζώνες 1, 2, 21 και 22 θα πρέπει να δημιουργούνται φλόγες μόνον όταν οι χώροι αυτοί έχουν κλείσει ερμητικά (βλ. πρότυπο EN 1127-1). Πρέπει να λαμβάνονται οργανωτικά μέτρα για την αποφυγή δημιουργίας ακάλυπτης φλόγας από συγκόλληση ή κάπνισμα.

    3.2.3.3 Μηχανικά δημιουργούμενοι σπινθήρες

    Σε περιπτώσεις τριβής, κρούσης και απόξεσης, π.χ. κατά τη λείανση, μπορεί να δημιουργηθούν σπινθήρες. Οι σπινθήρες αυτοί μπορούν να προκαλέσουν ανάφλεξη σε εύφλεκτα αέρια και ατμούς καθώς και σε συγκεκριμένα μείγματα συγκεντρώσεων σταγονιδίων/αέρα ή σκόνης/αέρα (ιδιαίτερα σε μείγματα σκόνης μετάλλων/αέρα). Επιπλέον, σε αποθέσεις σκόνης μπορεί να δημιουργηθούν από σπινθήρες υποκαίουσες εστίες οι οποίες μπορούν στη συνέχεια να καταστούν πηγές ανάφλεξης εκρηκτικών ατμοσφαιρών.

    Η εισδοχή ξένου υλικού, π.χ. λίθων ή μεταλλικών τεμαχίων, σε συσκευές ή τμήματα συσκευών πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ως αιτία δημιουργίας σπινθήρων.

    Σημείωση: Διαδικασίες τριβής, κρούσης και απόξεσης, στις οποίες περιλαμβάνονται σκωρία, ελαφρά μέταλλα (π.χ. αλουμίνιο και μαγνήσιο) και κράματα αυτών, μπορούν να προκαλέσουν αλουμινοθερμική αντίδραση (αντίδραση θερμίτη) με την οποία μπορεί να δημιουργηθούν ιδιαίτερα εμπρηστικοί σπινθήρες.

    Η δημιουργία εμπρηστικών σπινθήρων από τριβή και κρούση μπορεί να περιοριστεί με την επιλογή ευνοϊκότερων συνδυασμών υλικών (π.χ. στους ανεμιστήρες). Σε εξοπλισμό, ο οποίος περιέχει κινητά στοιχεία, θα πρέπει καταρχήν να αποφεύγεται στις ενδεχόμενες θέσεις τριβής, κρούσης ή λείανσης ο συνδυασμός ελαφρών μετάλλων και χάλυβα (πλην του ανοξείδωτου χάλυβα).

    3.2.3.4 Χημικές αντιδράσεις

    Λόγω χημικών αντιδράσεων στις οποίες απελευθερώνεται ενέργεια (εξωθερμικές αντιδράσεις) μπορεί να θερμαίνονται υλικά και να μετατρέπονται έτσι σε πηγές ανάφλεξης. Αυτή η αυθόρμητη θέρμανση είναι δυνατή εφόσον η ταχύτητα παραγωγής θερμότητας είναι μεγαλύτερη του ρυθμού απώλειας θερμότητας προς το περιβάλλον. Παρεμποδίζοντας την απαγωγή της ενέργειας ή αυξάνοντας τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος (π.χ. κατά την αποθήκευση) μπορεί η ταχύτητα της αντίδρασης να αυξηθεί τόσο ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις που είναι αναγκαίες για την ανάφλεξη. Εκτός των άλλων παραμέτρων, αποφασιστικής σημασίας είναι ο λόγος όγκου/επιφάνειας του συστήματος αντίδρασης, η θερμοκρασία του περιβάλλοντος καθώς και ο χρόνος παραμονής. Οι υψηλές θερμοκρασίες που δημιουργούνται μπορεί να προκαλέσουν τόσο τη δημιουργία υποκαιουσών εστιών όσο ή/και πυρκαγιών καθώς και την ανάφλεξη εκρηκτικών ατμοσφαιρών. Τα εύφλεκτα υλικά τα οποία δημιουργούνται ενδεχομένως κατά την αντίδραση (π.χ. αέρια ή ατμοί) μπορεί να δημιουργήσουν με τη σειρά τους εκρηκτικές ατμόσφαιρες ερχόμενα σε επαφή με τον αέρα του περιβάλλοντος και να αυξήσουν έτσι σημαντικά τις πιθανότητες κινδύνου αυτών των συστημάτων.

    Για το λόγο αυτό πρέπει να αποφεύγονται στο μέτρο του δυνατού σε όλες τις ζώνες τα υλικά τα οποία έχουν τάσεις αυτοανάφλεξης. Εφόσον χρησιμοποιούνται τέτοια υλικά, πρέπει να καθορίζονται τα αναγκαία μέτρα προστασίας ανά περίπτωση.

    Σημείωση: Κατάλληλα μέτρα προστασίας μπορεί να είναι:

    1. η αδρανοποίηση

    2. η σταθεροποίηση

    3. η αύξηση της απαγωγής θερμότητας, π.χ. μέσω του χωρισμού των ποσοτήτων σκόνης σε μικρότερες ποσότητες ή μέσω τεχνικών αποθήκευσης με ενδιάμεσους χώρους,

    4. η ρύθμιση της θερμοκρασίας της εγκατάστασης,

    5. η αποθήκευση σε χαμηλές θερμοκρασίες περιβάλλοντος,

    6. Ο περιορισμός του χρόνου παραμονής σε χρόνους, που είναι μικρότεροι από το χρόνο επαγωγής για την πρόκληση πυρκαγιών λόγω σκόνης.

    3.2.3.5 Ηλεκτρικές συσκευές

    Σε ηλεκτρικές συσκευές μπορεί να δημιουργηθούν -ακόμα και σε χαμηλές τάσεις- ηλεκτρικοί σπινθήρες και υπέρθερμες επιφάνειες οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν πηγές ανάφλεξης (π.χ. κατά το άνοιγμα και το κλείσιμο ηλεκτρικών κυκλωμάτων και από ηλεκτρικά ρεύματα διασποράς).

    Για το λόγο αυτό σε χώρους όπου είναι δυνατή η δημιουργία εκρηκτικών ατμοσφαιρών επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται μόνον ηλεκτρικές συσκευές οι οποίες πληρούν τις προδιαγραφές του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 1999/92/ΕΚ. Σε όλες τις ζώνες, οι νέες συσκευές πρέπει να επιλέγονται με βάση τις κατηγορίες που ορίζονται στην οδηγία 94/9/ΕΚ. Σύμφωνα με το έγγραφο προστασίας από εκρήξεις ο εξοπλισμός εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των προειδοποιητικών διατάξεων, πρέπει να σχεδιάζονται, να χειρίζονται και να συντηρούνται με τη δέουσα προσοχή για την ασφάλεια.

    3.2.3.6 Στατικός ηλεκτρισμός

    Εξαιτίας μεθόδων διαχωρισμού στις οποίες περιλαμβάνεται τουλάχιστον ένα υλικό με ειδική ηλεκτρική αντίσταση άνω των 109 Ωm ή αντικείμενα με επιφανειακή αντίσταση άνω των 109 Ωm, μπορεί να δημιουργηθούν σε συγκεκριμένες συνθήκες εμπρηστικές εκκενώσεις στατικού ηλεκτρισμού. Στην εικόνα 3.1 παρουσιάζονται διάφορες δυνατότητες σχετικά με τη δημιουργία ηλεκτροστατικών φορτίων μέσω διαχωρισμού φορτίων. Οι ακόλουθες μορφές εκκένωσης μπορούν να εμφανιστούν υπό τις συνήθεις συνθήκες λειτουργίας:

    Ηλεκτρικοί σπινθήρες

    Ηλεκτρικοί σπινθήρες μπορούν να δημιουργηθούν από τη φόρτιση μη γειωμένων αγώγιμων τμημάτων.

    Θυσανοειδείς ηλεκτρικές εκκενώσεις

    Σε φορτισμένα τμήματα από μη αγώγιμα υλικά, όπως είναι οι περισσότερες πλαστικές ύλες, είναι δυνατό να υπάρξουν οι λεγόμενες θυσανοειδείς ηλεκτρικές εκκενώσεις.

    Διαδιδόμενες θυσανοειδείς εκκενώσεις

    Οι αποκαλούμενες διαδιδόμενες θυσανοειδείς εκκενώσεις μπορούν σε ταχείες διαδικασίες διαχωρισμού, όπως παραδείγματος χάρη, κατά την ισοπέδωση ελασμάτων με κυλίνδρους, σε πνευματικές μεταφορές σε μεταλλικούς σωλήνες ή δοχεία, που δεν έχουν μόνωση ή δημιουργούνται σε κινητήριους ιμάντες.

    Κωνοειδείς ηλεκτρικές εκκενώσεις

    Ηλεκτρικές κωνοειδείς εκκενώσεις μπορούν π.χ. να εμφανιστούν κατά την πνευματική πλήρωση των σιλό.

    Όλες οι προαναφερόμενες μορφές εκκένωσης πρέπει να θεωρούνται ικανές να προκαλέσουν ανάφλεξη στα περισσότερα αέρια και ατμούς διαλυτών. Μείγματα συγκεντρώσεων σταγονιδίων ή σκόνης / αέρα μπορούν επίσης να αναφλεγούν μέσω των προαναφερόμενων μορφών εκκένωσης, αν και οι θυσανοειδείς εκκενώσεις πρέπει να θεωρηθούν ως απλώς πιθανή πηγή ανάφλεξης για αναφλέξιμες σκόνες.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 3.6: Παραδείγματα διαχωρισμού φορτίων που μπορούν να προκαλέσουν ηλεκτροστατική φόρτιση [12].

    [12] Από το φυλλάδιο του ISSA«Gas Explosions», The International Section for the Prevention of Occupational Risks in the Chemical Industry, the International Social Security Association (ISSA), Heidelberg, Germany

    Για την αναγκαία αξιολόγηση καθώς και για τα ενδεχόμενα μέτρα προστασίας βλ. την έκθεση «CENELEC Report R044-001 "Guidance and recommendations for the avoidance of hazards due to static electricity».

    Παραδείγματα: Σημαντικά μέτρα προστασίας που πρέπει να προσεχτούν ανάλογα με τη ζώνη είναι:

    1. η γείωση όλων των αγώγιμων αντικειμένων και τμημάτων του εξοπλισμού,

    2. η διαρκής χρήση κατάλληλων υποδημάτων στο κατάλληλο έδαφος με ηλεκτρική αντίσταση του ατόμου σε σχέση με το έδαφος η οποία να μην υπερβαίνει συνολικά τα 108 Ω,

    3. η αποφυγή της χρήσης υλικών και αντικειμένων χαμηλής ηλεκτρικής αγωγιμότητας,

    4. η σμίκρυνση των μη αγώγιμων επιφανειών και

    5. η αποφυγή μεταλλικών αγώγιμων σωλήνων και δοχείων, που έχουν εσωτερικά μονωτική επίστρωση κατά τις διαδικασίες μεταφοράς και πλήρωσης σκονών.

    3.3 Περιορισμός των συνεπειών των εκρήξεων (μέτρα περιορισμού)

    Σε πολλές περιπτώσεις δεν μπορούν να εφαρμοστούν ως μέτρα προστασίας από εκρήξεις η αποφυγή της δημιουργίας εκρηκτικών ατμοσφαιρών και των πηγών ανάφλεξης με επαρκή βεβαιότητα. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να ληφθούν μέτρα τα οποία περιορίζουν τις συνέπειες μιας έκρηξης σε αποδεκτή έκταση. Τέτοια μέτρα είναι:

    ο ασφαλής από εκρήξεις σχεδιασμός,

    η εκτόνωση της πίεσης έκρηξης,

    η καταστολή της έκρηξης,

    η αποτροπή της διάδοσης των φλογών και της έκρηξης.

    Τα μέτρα αυτά αφορούν κατά κανόνα τους περιορισμούς των επικίνδυνων συνεπειών των εκρήξεων οι οποίες προέρχονται από το εσωτερικό των εγκαταστάσεων. Γενικά χρησιμοποιούνται κατά την επιλογή κατασκευαστικών μέτρων προστασίας συσκευές και συστήματα προστασίας που πληρούν τις προδιαγραφές της οδηγίας 94/9/ΕΚ. Μπορούν επίσης να θεσπιστούν διαρθρωτικά μέτρα, π.χ. τοίχοι που αντέχουν στις εκρήξεις.

    3.3.1 Ασφαλής από εκρήξεις σχεδιασμός

    Τμήματα εγκαταστάσεων, όπως δοχεία, συσκευές και σωληνώσεις, κατασκευάζονται με τρόπο τέτοιο ώστε να αντέχουν σε έκρηξη στο εσωτερικό τους χωρίς να διαρρηγνύονται. Πρέπει όμως να ληφθεί υπόψη η αρχική πίεση στο αντίστοιχο τμήμα της εγκατάστασης, αν διαφέρει από την κανονική ατμοσφαιρική πίεση.

    Γενικά διακρίνονται οι εξής ασφαλείς από εκρήξεις σχεδιασμοί:

    κατασκευή ανθεκτική στη μέγιστη υπερπίεση έκρηξης,

    κατασκευή ανθεκτική σε μειωμένη υπερπίεση έκρηξης σε συνδυασμό με εκτόνωση της πίεσης έκρηξης ή με την καταστολή της έκρηξης.

    Το σύστημα κατασκευής των τμημάτων των εγκαταστάσεων μπορεί να είναι ανθεκτικό στην πίεση της έκρηξης ή στο κρουστικό κύμα της έκρηξης.

    Σημείωση: Κατά την υποδιαίρεση του εσωτερικού των εγκαταστάσεων ή κατά τη σύνδεση δύο δοχείων μέσω σωλήνωσης, εφόσον συμβεί έκρηξη σε ένα μέρος μπορεί να αυξηθεί η πίεση στο άλλο μέρος, έτσι ώστε να πραγματοποιηθεί εκεί έκρηξη με αυξημένη πίεση εξόδου. Με τον τρόπο αυτό δημιουργούνται αιχμές πιέσεως, οι οποίες μπορεί να είναι υψηλότερες από τις διαπιστωθείσες παραμέτρους "ανώτατης πίεσης έκρηξης" σε ατμοσφαιρικές συνθήκες. Εάν δεν μπορούν να αποφευχθούν τέτοιες διατάξεις, πρέπει να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα, π.χ. να υπάρχει σύστημα δόμησης επαρκώς ανθεκτικό σε αυξημένη πίεση έκρηξης ή να εφαρμόζεται τεχνική απόζευξη για την αποφυγή έκρηξης.

    3.3.1.1 Ασφαλής από πίεση έκρηξης σχεδιασμός

    Τα ανθεκτικά στην πίεση έκρηξης δοχεία και συσκευές αντέχουν στην αναμενόμενη υπερπίεση έκρηξης χωρίς να υφίστανται μόνιμη παραμόρφωση. Η πίεση υπολογίζεται στη βάση της αναμενόμενης υπερπίεσης έκρηξης.

    Σημείωση: Η ανώτατη υπερπίεση έκρηξης ανέρχεται στα περισσότερα μείγματα αερίου / αέρα και σκόνης / αέρα σε 8 έως 10 bar. Ωστόσο, για σκόνες ελαφρών μετάλλων μπορεί να είναι υψηλότερη.

    3.3.1.2 Ασφαλής από κρουστικό κύμα έκρηξης σχεδιασμός

    Συσκευές και δοχεία ανθεκτικά σε κρουστικό κύμα έκρηξης, κατασκευάζονται με τρόπο τέτοιο ώστε να αντέχουν στην κρούση από την πίεση που παράγεται στο εσωτερικό τους σε περίπτωση έκρηξης εφόσον αυτή έχει την ισχύ της αναμενόμενης υπερπίεσης της έκρηξης. Ενδέχεται όμως να υποστούν μόνιμες παραμορφώσεις.

    Εφόσον συμβούν εκρήξεις, πρέπει να εξετάζονται τα σχετικά μέρη των εγκαταστάσεων για να διαπιστωθεί ένα έχουν υποστεί παραμόρφωση.

    3.3.2 Εκτόνωση της πίεσης έκρηξης

    Ο όρος "εκτόνωση της πίεσης έκρηξης" περιλαμβάνει υπό την ευρεία έννοια ο,τιδήποτε επιτρέπει, σε περίπτωση που προκληθεί ή επεκταθεί μία έκρηξη σε κάποιο βαθμό, να ανοίξει η κλειστή αρχικά εγκατάσταση, στην οποία λαμβάνει χώρα η έκρηξη, εφόσον επιτευχθεί η πίεση απόκρισης ενός εξοπλισμού εκτόνωσης της πίεσης έκρηξης για σύντομο χρονικό διάστημα ή μόνιμα προκειμένου να μην υπάρχει κίνδυνος.

    Ο εξοπλισμός για την εκτόνωση της πίεσης έκρηξης πρέπει να συμβάλλει ώστε η εγκατάσταση να μην υφίσταται πίεση έκρηξης ανώτερη από το επίπεδο ασφάλειας. Δημιουργείται έτσι μειωμένη υπερπίεση έκρηξης.

    Σημείωση: Η μειωμένη πίεση έκρηξης είναι ανώτερη από την πίεση απόκρισης του εξοπλισμού για την εκτόνωση της πίεσης έκρηξης.

    Ως εξοπλισμός για την εκτόνωσης της πίεσης έκρηξης μπορούν π.χ. να χρησιμοποιούνται δίσκοι διάρρηξης ή βαλβίδες έκρηξης.

    Σημείωση: Πρέπει να χρησιμοποιείται αποκλειστικά δοκιμασμένος εξοπλισμός για την εκτόνωση της έκρηξης, ο οποίος να ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές της οδηγίας 94/9/ΕΚ. Ο αυτοσχέδιος εξοπλισμός για την εκτόνωση εκρήξεων δεν είναι κατά κανόνα αποτελεσματικός και έχει προκαλέσει στο παρελθόν σοβαρά ατυχήματα. Ξεκλείδωτα καπάκια δοχείων και καλύμματα που τοποθετούνται πάνω από τα ανοίγματα, πόρτες κ.τ.λ. είναι επίσης κατά κανόνα ακατάλληλα. Εάν παρ' όλα αυτά χρησιμοποιηθεί αυτοσχέδιος εξοπλισμός, με τον οποίο να υπάρχει καλή πρακτική εμπειρία, θα πρέπει να αποδειχθεί η δυνατότητα χρήσης του ως μέσου προστασίας από εκρήξεις στο πλαίσιο αξιολόγησης κινδύνου. Το αποτέλεσμα πρέπει να αναφέρεται στο έγγραφο για την προστασία από εκρήξεις. Οι απαιτήσεις της οδηγίας 94/9/ΕΚ πρέπει επίσης να ικανοποιούνται, όπου αυτή ισχύει.

    Ο υπολογισμός των αναγκαίων επιφανειών για την εκτόνωση της πίεσης σε εγκαταστάσεις προϋποθέτει μεταξύ άλλων τη γνώση των τεχνικών παραμέτρων ασφαλείας του μείγματος.

    Η εκτόνωση της πίεσης έκρηξης δεν επιτρέπεται, εάν μπορεί να προκληθούν βλάβες σε άτομα ή στο περιβάλλον (π.χ. εξαιτίας δηλητηριωδών ουσιών) από ουσίες που απελευθερώνονται από την έκρηξη.

    Σημείωση: Κατά τη λειτουργία εξοπλισμού για την εκτόνωση εκρήξεων μπορεί να υπάρξουν σημαντικές συνέπειες από τις φλόγες και την πίεση προς την κατεύθυνση της εκτόνωσης. Για το λόγο αυτό κατά την τοποθέτηση του εξοπλισμού για την εκτόνωση εκρήξεων σε εγκαταστάσεις θα πρέπει να δίνεται προσοχή ώστε η εκτόνωση της πίεσης να πραγματοποιείται προς μια ακίνδυνη κατεύθυνση. Πρέπει επομένως κατ' αρχήν να αποφεύγεται η εκτόνωση της πίεσης σε χώρο εργασίας. Η πείρα δείχνει ότι κατά την εκ των υστέρων εγκατάσταση εξοπλισμού για την εκτόνωση εκρήξεων σε ήδη λειτουργούσες εγκαταστάσεις μπορεί να γίνει προβληματική η τήρηση των αναγκαίων περιθωρίων ασφαλείας. Εξαίρεση: Κατά τη χρήση των αποκαλούμενων αγωγών Q μπορεί να προκύψει σε κάποιο χώρο μια εκτόνωση της πίεσης έκρηξης, επειδή οι συνέπειες από τις φλόγες και την πίεση μειώνονται σε ακίνδυνο βαθμό. Ωστόσο, πρέπει στη συνέχεια να ληφθεί υπόψη η πιθανή απελευθέρωση τοξικών καυσαερίων.

    Σημείωση: Εφόσον χρησιμοποιείται ως μέσο προστασίας από εκρήξεις η "εκτόνωση της πίεσης έκρηξης" πρέπει να εξασφαλίζεται η τεχνική απόζευξη για λόγους προστασίας από την έκρηξη στα προηγούμενα και στα επόμενα στη σειρά τμήματα της εγκατάστασης.

    3.3.3 Καταστολή της έκρηξης,

    Ο εξοπλισμός για την καταστολή της έκρηξης εμποδίζει σε περίπτωση έκρηξης τη δημιουργία ανώτατης πίεσης έκρηξης μέσω της ταχείας έγχυσης πυροσβεστικού υλικού σε δοχεία και εγκαταστάσεις. Αυτό σημαίνει ότι οι προστατευόμενες συσκευές πρέπει να εκτίθενται μόνο σε μειωμένη πίεση έκρηξης.

    Αντίθετα από την εκτόνωση της πίεσης έκρηξης, οι συνέπειες μιας έκρηξης στο εσωτερικό των συσκευών παραμένουν περιορισμένες. Ανάλογα με την περίπτωση, η υπερπίεση της έκρηξης μπορεί να μειωθεί έως τα 0,2 bar περίπου.

    Σημείωση: Ο νέος εξοπλισμός για την καταστολή της έκρηξης πρέπει να ελέγχεται και να φέρει την κατάλληλη σήμανση ως σύστημα προστασίας όπως προβλέπεται στην οδηγία 94/9/ΕΚ.

    Σημείωση: Και για την καταστολή της έκρηξης πρέπει, εάν χρειαστεί, για τεχνικούς λόγους προστασίας από τις εκρήξεις να εξασφαλίζεται η απόζευξη σε προηγούμενα και επόμενα στη σειρά μέρη του εξοπλισμού.

    3.3.4 Αποτροπή της μετάδοσης της έκρηξης (τεχνική απόζευξη της έκρηξης)

    Μία έκρηξη που συμβαίνει σε ένα τμήμα της εγκατάστασης μπορεί να μεταδοθεί στα προηγούμενα και στα επόμενα στη σειρά τμήματα της εγκατάστασης προκαλώντας εκεί και νέες εκρήξεις. Τα αποτελέσματα της επιτάχυνσης εξαιτίας της διαρρύθμισης των εγκαταστάσεων ή της επέκτασης της έκρηξης στις σωληνώσεις μπορεί να έχουν ως συνέπεια την ενίσχυση της επίδρασης της έκρηξης. Οι πιέσεις έκρηξης που προκαλούνται με τον τρόπο αυτό μπορεί να είναι κατά πολύ υψηλότερες από την ανώτατη πίεση έκρηξης υπό κανονικές συνθήκες και μπορεί να προκαλέσουν καταστροφές σε τμήματα της εγκατάστασης ακόμη και εάν η εγκατάσταση έχει κατασκευαστεί με τρόπο ανθεκτικό στην πίεση έκρηξης ή στο κρουστικό κύμα της έκρηξης. Για το λόγο αυτό είναι πολύ σημαντικό να περιορίζονται ενδεχόμενες εκρήξεις σε μεμονωμένα τμήματα της εγκατάστασης. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της τεχνικής απόζευξης της έκρηξης.

    Για την τεχνική απόζευξη της έκρηξης τμημάτων της εγκατάστασης διατίθενται π.χ. τα εξής συστήματα:

    άμεση μηχανική απομόνωση

    κατάσβεση των φλογών σε στενά διάκενα ή με έγχυση πυροσβεστικών μέσων

    αναστολή των φλογών μέσω υψηλής αντίθετης ροής

    υδατοπώματα ή

    περιστροφικές βαλβίδες.

    Για την πρακτική εφαρμογή των μέτρων αυτών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα εξής:

    Σημείωση: Στις εκρήξεις αερίων, ατμών και συγκεντρώσεων σταγονιδίων σε μείγμα με αέρα, τα ενεργά συστήματα απομόνωσης ή κατάσβεσης είναι συχνά υπερβολικά αργά εξαιτίας των κάποτε πολύ υψηλών ταχυτήτων διάδοσης της έκρηξης (εκτονώσεις), έτσι ώστε θα πρέπει να προτιμηθούν στις περιπτώσεις αυτές παθητικά συστήματα π.χ. φλογοπαγίδες (πεπλατυσμένες ταινίες ή υδατοπώματα ανάσχεσης).

    3.3.4.1 Αντιπυρικός εξοπλισμός για αέρια, ατμούς και συγκεντρώσεις σταγονιδίων

    Για να αποτραπεί η διείσδυση των φλογών όταν υπάρχουν εκρηκτικές ατμόσφαιρες, π.χ. μέσω σωληνώσεων, εξαεριστήρων και αγωγών εκκένωσης και πλήρωσης οι οποίοι δεν είναι διαρκώς γεμάτοι με υγρά, μπορεί να χρησιμοποιείται αντιπυρικός εξοπλισμός. Εφόσον π.χ. σε δεξαμενή που δεν είναι ανθεκτική σε έκρηξη και περιέχει εύφλεκτα υγρά δεν μπορεί να αποφευχθεί η δημιουργία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών, θα πρέπει να διαμορφώνονται με αντιπυρικό τρόπο τα μόνιμα ανοίγματα προς τους χώρους στους οποίους θα πρέπει να αναμένεται η εμφάνιση πηγών ανάφλεξης και μέσω των οποίων μπορεί να μεταφερθεί μια έκρηξη στις δεξαμενές.

    Σημείωση: Αυτό ισχύει π.χ. για τον εξοπλισμό αερισμού, τους δείκτες στάθμης καθώς και αγωγούς πλήρωσης και εκκένωσης, εφόσον αυτοί δεν είναι διαρκώς γεμάτοι με υγρά.

    Αντιστρόφως, προκειμένου να αποφευχθεί σε ένα χώρο στον οποίο είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρά η έξοδος φλογών από μια συσκευή, πρέπει να εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, τα προαναφερθέντα μέτρα.

    Ο τρόπος λειτουργίας του αντιπυρικού εξοπλισμού εξαρτάται κατ' ουσία από έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους μηχανισμούς:

    κατάσβεση φλογών σε στενά διάκενα και διαύλους (όπως π.χ. πεπλατυσμένες ταινίες ανάσχεσης ή μεταλλικά θερμοσυσσωματώματα (σίντερ)),

    παρεμπόδιση ενός μετώπου φλόγας μέσω αντιστοίχως υψηλής ταχύτητας εκροής των μειγμάτων που δεν έχουν καεί (βαλβίδες υψηλής ταχύτητας),

    παρεμπόδιση της εξάπλωσης μετώπου φλογών με χρήση υγρών.

    Σημείωση: Στον αντιπυρικό εξοπλισμό γίνεται διάκριση σε οπλισμούς ανθεκτικούς σε εκρήξεις, οπλισμούς ανθεκτικούς σε πυρκαγιές μεγάλης διάρκειας και οπλισμούς ανθεκτικούς σε εκτονώσεις. Οι οπλισμοί που δεν είναι ανθεκτικοί σε πυρκαγιά μεγάλης διάρκειας έχουν αντίσταση στην καύση μόνο για περιορισμένο διάστημα (διάρκεια πυραντοχής) και μετά χάνουν την αντοχή τους στην ανάσχεση των φλογών.

    3.3.4.2 Εξοπλισμός απόζευξης για σκόνες

    Εξαιτίας του κινδύνου απόφραξης σε περιβάλλον με σκόνη, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί εξοπλισμός ασφαλής από τη διείσδυση φλογών για αέρια, ατμούς και συγκεντρώσεις σταγονιδίων. Για την αποφυγή της διάδοσης των εκρήξεων σκόνης μέσω σωληνώσεων σύνδεσης, εξοπλισμού μεταφοράς κ.τ.λ. καθώς και για την αποφυγή της εξόδου φλογών από τμήματα της εγκατάστασης, έχουν αποδειχθεί στην πράξη κατάλληλα τα εξής μέσα:

    Φραγμοί με πυροσβεστικά μέσα:

    Η έκρηξη εντοπίζεται με αισθητήρες. Από δοχεία πυροσβεστικών μέσων εγχέονται πυροσβεστικά μέσα στις σωληνώσεις για την κατάσβεση της φλόγας. Η δημιουργούμενη πίεση έκρηξης μπροστά από το φράγμα πυροσβεστικών μέσων δεν επηρεάζεται έτσι. Αλλά και πίσω από το φράγμα πυροσβεστικών μέσων πρέπει να έχει προβλεφθεί η κατάλληλη αντοχή της σωλήνωσης και του επόμενου στη σειρά εξοπλισμού απέναντι στην αναμενόμενη πίεση. Τα πυροσβεστικά μέσα πρέπει να χρησιμοποιούνται ανάλογα με το είδος σκόνης που υπάρχει κάθε φορά.

    Δικλείδες ή πτερύγια (κλαπέτα) ταχέος κλεισίματος:

    Η έκρηξη που μεταδίδεται μέσω των σωληνώσεων εντοπίζεται από αισθητήρες. Ένας μηχανισμός ενεργοποίησης κλείνει τη βαλβίδα ή το πτερύγιο μέσα σε χιλιοστά του δευτερολέπτου.

    Βαλβίδα ταχέος κλεισίματος (βαλβίδα προστασίας από εκρήξεις):

    Κατά την υπέρβαση μιας συγκεκριμένης ταχύτητας ροής, κλείνει μια βαλβίδα εντός της σωλήνωσης. Η ταχύτητα ροής που απαιτείται για το κλείσιμο προκαλείται είτε από το κρουστικό κύμα της έκρηξης είτε από βοηθητικό ρεύμα που κατευθύνεται από τους αισθητήρες (π.χ. με εμφύσηση αζώτου στην κωνική οπή της βαλβίδας). Οι μέχρι τώρα γνωστές βαλβίδες ταχέος κλεισίματος μπορούν να τοποθετούνται μόνο σε οριζόντιες σωληνώσεις και είναι κατάλληλες μόνο για αγωγούς με σχετικά περιορισμένη επιβάρυνση από σκόνη (π.χ. στην πλευρά που βγάζουν καθαρό αέρα οι εγκαταστάσεις φίλτρων καθαρισμού).

    Περιστροφικές βαλβίδες:

    Οι περιστροφικές βαλβίδες μπορούν να χρησιμοποιούνται ως "φλογοπαγίδες" μόνον όταν η στεγανότητά τους από τη διείσδυση φλόγας και η αντοχή τους σε πίεση έχουν αποδειχθεί για τις συγκεκριμένες συνθήκες στις οποίες θα χρησιμοποιηθούν. Σε περίπτωση έκρηξης θα πρέπει να σταματήσει αυτόματα η λειτουργία της περιστροφικής βαλβίδας μέσω αισθητήρα, έτσι ώστε να εμποδιστεί η έξοδος καιγόμενου υλικού.

    Φρέαρ εκτόνωσης:

    Το φρέαρ εκτόνωσης αποτελείται από μέρη αγωγών που συνδέονται μεταξύ τους με ειδικό σωλήνα. Ένας μηχανισμός εκτόνωσης αποτελεί την απόληξη της σωλήνωσης στην ατμόσφαιρα (πλάκα επιστρώσεως ή δίσκο διάρρηξης. υπερπίεση λειτουργίας κατά κανόνα p <= 0,1 bar). Η μεταφορά της έκρηξης πρέπει να εμποδιστεί μέσω τροποποίησης της κατεύθυνσης ροής κατά 180 μοίρες με παράλληλη εκτόνωσης της έκρηξης στο σημείο στροφής μετά το άνοιγμα του μηχανισμού εκτόνωσης.

    Πρέπει να αποφευχθεί η εκτίναξη μερών του μηχανισμού εκτόνωσης, π.χ. με τη βοήθεια προστατευτικού καλάθου. Η εκτόνωση πρέπει κατ' αρχήν να πραγματοποιείται προς ασφαλή κατεύθυνση και σε καμία περίπτωση προς χώρους εργασίας ή σημεία οδικής κυκλοφορίας.

    Αυτό το μέτρο προστασίας δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται εφόσον τα υλικά που εκτινάσσονται προκαλούν κίνδυνο για ανθρώπους ή βλάπτουν το περιβάλλον.

    Η διάδοση της έκρηξης δεν μπορεί πάντοτε να αποφεύγεται με αξιόπιστο τρόπο με το φρέαρ εκτόνωσης. Η επίπτωση του μετώπου της πυρκαγιάς παρεμποδίζεται όμως, έτσι ώστε στο επόμενο μέρος του αγωγού θα πρέπει να αναμένεται στη χειρότερη περίπτωση απλώς η αργή διάδοση της έκρηξης. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν θα πρέπει να αναμένεται μέσα στις σωληνώσεις η εμφάνιση συγκεντρώσεων εκρηκτικών μειγμάτων, π.χ. σε πολλές εγκαταστάσεις αποκονίωσης, αρκεί να υπάρχει η κατάλληλη δυνατότητα απόζευξης.

    Δοχεία συλλογής προϊόντων:

    Στο πλαίσιο του μέτρου προστασίας "εκτόνωση της πίεσης έκρηξης" τα δοχεία συλλογής προϊόντων (π.χ. στους κοχλίες εκκένωσης ενός σιλό) εφόσον έχουν το κατάλληλο ύψος προσφέρονται για την απόζευξη τμημάτων της εγκατάστασης. Το ύψος του προϊόντος που περιέχουν τα δοχεία αυτά θα πρέπει να εξασφαλίζεται από μετρητές πληρότητας, έτσι ώστε να μην μπορεί να πραγματοποιηθεί διείσδυση των φλογών στο προϊόν υπό την πίεση της έκρηξης.

    Διπλές δικλείδες:

    Τα σημεία εκκένωσης προϊόντων σε συσκευές που έχουν κατασκευασθεί με τρόπο ασφαλή από εκρήξεις μπορούν να ασφαλίζονται με σύστημα διπλών δικλείδων για την αποτροπή της διείσδυσης των φλογών. Οι δικλείδες θα πρέπει τότε να έχουν τουλάχιστον την ίδια αντοχή με τις συσκευές. Με την κατάλληλη ρύθμιση πρέπει να εξασφαλισθεί ότι μια δικλείδα εναλλάξ θα είναι πάντοτε κλειστή.

    Σημείωση: Το σύνολο του εξοπλισμού απόζευξης της έκρηξης, που υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 94/9/ΕΚ, πρέπει να ελέγχεται και να φέρει την κατάλληλη σήμανση ως σύστημα προστασίας σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας.

    3.4 Χρήση οργάνων ελέγχου

    Τα μέτρα προστασίας από τις εκρήξεις που περιγράφηκαν μέχρι τώρα μπορούν να εφαρμόζονται, να παρακολουθούνται ή να ενεργοποιούνται μέσω διατάξεων ασφαλείας, ελέγχου και ρύθμισης (εφεξής εξοπλισμός ασφαλείας, ελέγχου και ρύθμισης - ΕΑΕΡ). Γενικά, ο ΕΑΕΡ χρησιμοποιείται για την παρεμπόδιση της εμφάνισης επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών, για την αποφυγή της δημιουργίας πηγών ανάφλεξης ή για τον περιορισμό των επιβλαβών επιπτώσεων από μια έκρηξη.

    Ενδεχόμενες πηγές ανάφλεξης, όπως π.χ. μια υπέρθερμη επιφάνεια, μπορούν να παρακολουθούνται μέσω του ΕΑΕΡ και, με την κατάλληλη ρύθμιση, να περιορίζονται σε ακίνδυνες τιμές. Είναι επίσης δυνατή η απόζευξη ενδεχόμενης πηγής ανάφλεξης κατά την εμφάνιση επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών. Έτσι, παραδείγματος χάριν, μπορεί να απενεργοποιηθεί χωρίς πρόβλημα ηλεκτρολογικός εξοπλισμός ο οποίος δεν είναι ασφαλής από έκρηξη κατά την ενεργοποίηση ενός φωρατή αερίων εφόσον μέσω της ενεργοποίησης αυτής είναι δυνατή η απόζευξη των ενδεχομένων πηγών ανάφλεξης που βρίσκονται μέσα στη συσκευή. Η δημιουργία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών μπορεί να αποτραπεί, π.χ. μέσω της ενεργοποίησης ανεμιστήρα πριν επιτευχθούν τα ανώτατα όρια συγκέντρωσης αερίων. Μέσω τέτοιου ΕΑΕΡ μπορούν να περιορισθούν οι χώροι (ζώνες) στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα, να μειωθεί η πιθανότητα δημιουργίας επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών ή να αποφευχθεί πλήρως η εμφάνισή τους. Ο ΕΑΕΡ σε συνδυασμό με τον κατάλληλο εξοπλισμό για τον περιορισμό των επικίνδυνων συνεπειών από μια έκρηξη αποτελεί σύστημα προστασίας (π.χ. για την καταστολή έκρηξης) και περιγράφεται στο κεφάλαιο 3.3 (προστασία από εκρήξεις μέσω κατασκευαστικών μέτρων). Η ανάλυση και το εύρος αυτού του ΕΑΕΡ και των μέτρων που αυτός ενεργοποιεί εξαρτώνται από την πιθανότητα εμφάνισης επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας και από την πιθανότητα εμφάνισης ενεργών πηγών ανάφλεξης. Μέσω αξιόπιστου ΕΑΕΡ σε συνδυασμό με τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προστασίας από τις εκρήξεις που έχουν ληφθεί, πρέπει να εξασφαλιστεί ότι σε κάθε περίπτωση λειτουργίας της επιχείρησης ο κίνδυνος έκρηξης περιορίζεται σε επίπεδο που μπορεί να αντιμετωπιστεί. Σε ορισμένες περιπτώσεις χρήσης αυτού του εξοπλισμού μπορεί να είναι χρήσιμος ο συνδυασμός ΕΑΕΡ για την αποφυγή πηγών ανάφλεξης με ΕΑΕΡ για την αποφυγή επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών.

    Η αναγκαία ασφάλεια και αξιοπιστία του ΕΑΕΡ πρέπει να κρίνεται σε συνάρτηση με τους κινδύνους έκρηξης. Η αξιοπιστία της τεχνικής λειτουργίας του ΕΑΕΡ και των μερών του επιτυγχάνεται μέσω της αποφυγής και του ελέγχου των λαθών (λαμβάνοντας υπόψη όλες τις συνθήκες λειτουργίας και τα προβλεπόμενα μέτρα συντήρησης ή/και ελέγχου).

    Παράδειγμα Εφόσον η αξιολόγηση των κινδύνων έκρηξης και το έγγραφο προστασίας από εκρήξεις καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι χωρίς τον ΕΑΕΡ υπάρχει μεγάλος κίνδυνος, π.χ. ότι εμφανίζονται διαρκώς, για μεγάλο διάστημα ή συχνά επικίνδυνες εκρηκτικές ατμόσφαιρες (ζώνη 0, ζώνη 20) και ότι με την ενεργοποίηση πηγής ανάφλεξης αναμένεται να υπάρξει δυσλειτουργία, ο ΕΑΕΡ πρέπει να λειτουργεί με τέτοιο τρόπο ώστε μία και μοναδική δυσλειτουργία στον ΕΑΕΡ να μην μπορεί να καταστήσει ανεφάρμοστο το έγγραφο προστασίας από εκρήξεις. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί π.χ. μέσω της χρήσης περιττού ΕΑΕΡ. Αντίστοιχο αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί εφόσον συνδυασθεί μια μόνο διάταξη ΕΑΕΡ για την αποφυγή της εμφάνισης επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών με μια άλλη ανεξάρτητη διάταξη ΕΑΕΡ για την αποφυγή της ενεργοποίησης πηγών ανάφλεξης.

    Ο πίνακας 3.2 παρουσιάζει τις δυνατότητες ΕΑΕΡ για την αποτροπή της ενεργοποίησης πηγών ανάφλεξης σε κανονικές συνθήκες λειτουργίας σε συνθήκες αναμενόμενων προβλημάτων λειτουργίας και σε περιπτώσεις προβλημάτων που εμφανίζονται σπάνια, όπου ο εξοπλισμός αυτός μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναλλακτικά, επιπρόσθετα ή συμπληρωματικά με τα τεχνικά μέτρα.

    Παράδειγμα Στη ζώνη 1 χρειάζεται να λειτουργήσει ένας μηχανισμός μετάδοσης κίνησης με αρκετούς τριβείς. Η θερμοκρασία των τριβέων σε συνθήκες κανονικής λειτουργίας είναι χαμηλότερη από τη θερμοκρασία ανάφλεξης του μίγματος αερίου / αέρα. Σε περίπτωση προβλήματος (π.χ. λόγω της απώλειας λιπαντικού), η θερμοκρασία των τριβέων μπορεί να φθάσει το επίπεδο της θερμοκρασίας ανάφλεξης εφόσον δεν ληφθούν μέτρα προστασίας. Επαρκές επίπεδο ασφάλειας μπορεί να επιτευχθεί μέσω της παρακολούθησης της θερμοκρασίας των τριβέων, έτσι ώστε να σταματήσει η λειτουργία της διάταξης εφόσον επιτευχθεί η ανώτατη επιτρεπόμενη θερμοκρασία επιφανείας.

    Οι απαιτήσεις για τον ΕΑΕΡ που αναφέρονται στον πίνακα 3.2 ισχύουν αντιστοίχως και για την παρεμπόδιση της δημιουργίας επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών εφόσον μπορεί να καταστεί ασφαλής μια συγκεκριμένη ζώνη όταν υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης ενδεχόμενων πηγών ανάφλεξης.

    Παράδειγμα Σε ένα ξηραντήρα ξηραίνονται εξαρτήματα στα οποία έχει πέσει διαλύτης. Η θερμοκρασία επιφανείας της θέρμανσης μπορεί να φθάσει τη θερμοκρασία ανάφλεξης σε περίπτωση που υπάρξει κάποια δυσλειτουργία. Με τον ΕΑΕΡ σε συνδυασμό με έναν ανεμιστήρα πρέπει να εξασφαλισθεί ότι η συγκέντρωση ατμών διαλύτη δεν θα υπερβεί την οριακή τιμή (απόσταση ασφαλείας συγκεκριμένη για κάθε εγκατάσταση). Αυτός ο ΕΑΕΡ σε συνδυασμό με τον ανεμιστήρα πρέπει να παραμείνει σε λειτουργία ακόμα και σε περιπτώσεις δυσλειτουργίας (π.χ. κατά τη διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος).

    Σημείωση: 1. Τα συγκεκριμένα μέτρα σχετικά με τον ΕΑΕΡ μπορούν να εφαρμόζονται μόνον εφόσον τα φυσικά, χημικά και τεχνικά μεγέθη μπορούν να ελέγχονται ή να ρυθμίζονται με σχετική ευκολία και σε επαρκώς σύντομο χρόνο. Έτσι παραδείγματος χάριν, οι ιδιότητες υλικών δεν επηρεάζονται κατά κανόνα από αυτόν τον εξοπλισμό.

    2. Ο νέος ΕΑΕΡ που χρησιμοποιείται για την αποφυγή της δημιουργίας πηγών ανάφλεξης ή εκρηκτικής ατμόσφαιρας (χωρίς να την αποτρέπει με αξιόπιστο τρόπο) σε επικίνδυνη ζώνη πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις της ευρωπαϊκής οδηγίας 94/9/EK. Ο έλεγχος αυτού του ΕΑΕΡ πρέπει να διενεργείται πάντα με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο διενεργείται ο έλεγχος του εξοπλισμού που πρέπει να προστατεύεται.

    Πίνακας 3.2: Σχέδια για τη χρήση ΕΑΕΡ για τη μείωση της πιθανότητας εμφάνισης ενεργών πηγών ανάφλεξης

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    * ή αντίστοιχη διάταξη με έλεγχο του κατασκευαστικού σχεδίου όπως αυτή που προβλέπει η οδηγία 94/9/ΕΚ

    3.5 Απαιτήσεις για τον εξοπλισμό εργασίας

    Ο εργοδότης εξασφαλίζει ότι ο εξοπλισμός εργασίας και όλες οι διατάξεις καλωδίωσης προσφέρονται για χώρους στους οποίους μπορεί να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ενδεχόμενες συνθήκες του περιβάλλοντος στον κάθε χώρο εργασίας. Ο εξοπλισμός εργασίας πρέπει να είναι δυνατό να συναρμολογείται, να εγκαθίσταται και να τίθεται σε λειτουργία με τρόπο τέτοιο ώστε να μη μπορεί να προκαλέσει έκρηξη.

    3.5.1 Επιλογή του εξοπλισμού εργασίας

    Στους χώρους στους οποίους είναι δυνατόν να δημιουργηθεί επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα πρέπει να επιλέγεται εξοπλισμός και συστήματα προστασίας τα οποία αντιστοιχούν στις κατηγορίες που προβλέπει η οδηγία 94/9/ΕΚ εάν δεν υπάρχει διαφορετική πρόβλεψη στο έγγραφο προστασίας από τις εκρήξεις και δεν δικαιολογείται αυτό από τη σχετική αξιολόγηση του κινδύνου. Για την ασφαλή λειτουργία συσκευών σε χώρους όπου μπορούν να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και άλλα κριτήρια, όπως π.χ. η κατηγορία θερμοκρασίας, ο τύπος προστασίας από ανάφλεξη, η εκρηκτική ομάδα κ.τ.λ. Τα κριτήρια αυτά εξαρτώνται από τις παραμέτρους καύσης και έκρηξης των χρησιμοποιούμενων υλικών.

    Ο εξοπλισμός εργασίας για χρήση σε χώρους όπου μπορούν να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες, ο οποίος χρησιμοποιείται ήδη ή διατίθεται στην επιχείρηση ή στην εγκατάσταση για πρώτη φορά πριν από τις 30 Ιουνίου 2003, πρέπει να πληροί από την ημερομηνία αυτή τις ελάχιστες απαιτήσεις που προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙ, μέρος Α, εάν δεν ισχύει άλλη κοινοτική οδηγία ή εάν ισχύει μόνον μερικώς.

    Ο εξοπλισμός εργασίας για χρήση σε χώρους όπου μπορούν να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες, ο οποίος διατίθεται στην επιχείρηση ή στην εγκατάσταση για πρώτη φορά μετά από τις 30 Ιουνίου 2003, πρέπει να πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις που προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙ, μέρη Α και Β.

    Μολονότι ο εξοπλισμός εργασίας που δεν εμπίπτει στον ορισμό του "εξοπλισμού" που περιλαμβάνεται στην οδηγία 94/9/EK δεν μπορεί να είναι σύμφωνος με την παρούσα οδηγία, οφείλει παρόλα αυτά να είναι σύμφωνος με την οδηγία 1999/92/EK.

    Εφόσον μετά από αξιολόγηση του κινδύνου έκρηξης (ιδιότητες των υλικών, διαδικασίες) διαπιστωθεί ότι υπάρχει ασυνήθιστα υψηλός κίνδυνος για τους εργαζομένους και για τρίτους, μπορεί να χρειαστεί υψηλότερος βαθμός προστασίας για τις επιλεγμένες συσκευές και τον εξοπλισμό εργασίας. Εφόσον μπορεί να χρησιμοποιηθεί κινητός εξοπλισμός εργασίας λόγω της φύσης της χρήσης του σε χώρους με διαφορετική επικινδυνότητα (διαφορετική κατανομή ζωνών) αυτός ο εξοπλισμός εργασίας θα πρέπει τότε να έχει επιλεγεί έχοντας κατά νου τις δυσμενέστερες συνθήκες λειτουργίας του. Εφόσον δηλ. εξοπλισμός εργασίας χρησιμοποιείται τόσο στη ζώνη 1 όσο και στη ζώνη 2, πρέπει αυτός να πληροί τις απαιτήσεις που ισχύουν για τη λειτουργία στη ζώνη 1.

    Μπορεί να υπάρξουν εξαιρέσεις από τον κανόνα αυτόν εφόσον μπορεί να εξασφαλισθεί η ασφαλής λειτουργία του εξοπλισμού μέσω οργανωτικών μέτρων κατά τη διάρκεια της χρήσης του φορητού εξοπλισμού εργασίας σε χώρο στον οποίο μπορεί να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα. Τα μέτρα αυτά πρέπει να προσδιορίζονται λεπτομερώς στην άδεια εργασίας και/ή στο έγγραφο προστασίας από εκρήξεις. Στην περίπτωση αυτή ο εξοπλισμός εργασίας πρέπει να χρησιμοποιείται αποκλειστικά από κατάλληλα καταρτισμένο προσωπικό (89/655/EOK).

    Πίνακας 3.3: Συσκευές για χρήση στις διάφορες ζώνες

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    Σημείωση: Εφόσον χρησιμοποιούνται συσκευές σε υβριδικά μείγματα, αυτά πρέπει να είναι κατάλληλα για τέτοια χρήση και ενδεχομένως να ελέγχονται. Έτσι π.χ. μία συσκευή με το χαρακτηρισμό ΙΙ 2 G/D δεν είναι κατ' ανάγκη κατάλληλη ούτε επιτρέπεται η χρήση της σε υβριδικά μείγματα.

    3.5.2 Επιλογή του εξοπλισμού εργασίας

    Ο εξοπλισμός εργασίας και οι διατάξεις σύνδεσής μεταξύ αυτού (π.χ. σωληνώσεις, ηλεκτρικές συνδέσεις) πρέπει να συναρμολογούνται με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορούν να προκαλέσουν έκρηξη. Ο εξοπλισμός πρέπει να τίθενται σε λειτoυργία μόνoν εφόσoν η αξιολόγηση του κινδύνου έκρηξης καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η λειτουργία του δεν μπορεί να προκαλέσει ανάφλεξη εκρηκτικής ατμόσφαιρας. Αυτό ισχύει και για τον εξοπλισμό εργασίας και για τις διατάξεις σύνδεσης που δεν αποτελούν συσκευές και συστήματα προστασίας υπό την έννοια της οδηγίας 94/9/ΕΚ.

    Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή oδηγία 89/655/ΕΟΚ (ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους), o εργoδότης πρέπει να εξασφαλίζει ότι o χρησιμoπoιoύμενoς εξoπλισμός εργασίας και τα υλικά εγκατάστασης πρέπει να είναι κατάλληλα για τις πραγματικές συνθήκες λειτoυργίας και χρήσης. Ακόμα και κατά την επιλογή των διατάξεων καλωδίωσης, της ενδυμασίας εργασίας και του προσωπικού εξοπλισμού ασφαλείας πρέπει να εξασφαλίζεται η καταλληλότητά τους.

    4. ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΕΚΡΗΞΕΙΣ

    Εφόσον σε ένα χώρο εργασίας υφίσταται ενδεχόμενος κίνδυνος έκρηξης, δημιουργούνται απαιτήσεις για την οργάνωση της εργασίας. Πρέπει να ληφθούν οργανωτικά μέτρα, εφόσον τα τεχνικά μέτρα και μόνον δεν εξασφαλίζουν την προστασία από εκρήξεις στο χώρο εργασίας. Στην πράξη μπορεί να εξασφαλισθεί η ασφάλεια του χώρου εργασίας μέσω του συνδυασμού τεχνικών και οργανωτικών μέτρων προστασίας από εκρήξεις.

    Παράδειγμα Εάν απελευθερωθεί αδρανές αέριο από ανοίγματα τα οποία είτε υπάρχουν στην εγκατάσταση λόγω λειτουργίας είτε δημιουργήθηκαν κατά λάθος, αυτό μπορεί να προκαλέσει κίνδυνο για τους εργαζομένους λόγω της εκτόπισης οξυγόνου (κίνδυνος ασφυξίας). Έτσι. π.χ. μια αδρανοποιημένη συσκευή επιτρέπεται να χρησιμοποιείται μόνον ύστερα από τη διακοπή της αδρανοποίησής της και την είσοδο σε αυτή επαρκούς ατμοσφαιρικού οξυγόνου ή εφόσον λαμβάνονται οι κατάλληλες προφυλάξεις και χρησιμοποιούνται αναπνευστικές συσκευές.

    Με τα οργανωτικά μέτρα οι εργασιακές διαδικασίες διαμορφώνονται με τρόπο ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος να υποστούν βλάβη οι εργαζόμενοι από μια έκρηξη. Πρέπει επίσης να διασφαλίζεται με οργανωτικά μέτρα η τήρηση των τεχνικών μέτρων προστασίας από τις εκρήξεις μέσω ελέγχων και συντήρησης του εξοπλισμού. Τα οργανωτικά πρέπει να λαμβάνουν επίσης υπόψη και ενδεχόμενες αλληλοεπιδράσεις μεταξύ των μέτρων προστασίας από τις εκρήξεις και των εργασιακών διαδικασιών. Με αυτά τα συνδυασμένα μέτρα προστασίας από τις εκρήξεις πρέπει να διασφαλίζεται ότι οι εργαζόμενοι μπορούν να εκτελούν τις εργασίες που τους έχουν ανατεθεί χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο η ασφάλεια και η υγεία τους ή η ασφάλεια και η υγεία άλλων.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 4.1: Παραδείγματα οργανωτικών μέτρων για την προστασία από εκρήξεις [13].

    [13] Από το φυλλάδιο του ISSA«Gas Explosions», The International Section for the Prevention of Occupational Risks in the Chemical Industry, the International Social Security Association (ISSA), Heidelberg, Germany

    Ως οργανωτικά μέτρα προστασίας από τις εκρήξεις πρέπει να πραγματοποιηθούν τα εξής:

    εκπόνηση εγχειριδίων με οδηγίες λειτουργίας (εγχειρίδια χρήστη), όπου απαιτείται από το έγγραφο προστασίας από τις εκρήξεις,

    ενημέρωση των εργαζομένων σχετικά με την προστασία από τις εκρήξεις, όπου απαιτείται από το έγγραφο προστασίας από τις εκρήξεις,

    επαρκής κατάρτιση του προσωπικού

    εφαρμογή συστήματος χορήγησης αδειών εργασίας για τις επικίνδυνες εργασίες,

    εκτέλεση εργασιών συντήρησης,

    διενέργεια ελέγχων και επιτήρηση,

    ανάρτηση προειδοποιητικών πινακίδων στους χώρους όπου είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα, εάν χρειάζεται.

    Τα οργανωτικά μέτρα για την προστασία από τις εκρήξεις πρέπει να τεκμηριώνονται στο έγγραφο προστασίας από εκρήξεις (βλ. κεφάλαιο 6). Στο σχήμα 4.1 παρουσιάζονται ορισμένα παραδείγματα οργανωτικών μέτρων για την προστασία από εκρήξεις.

    4.1 Οδηγός χρήστη

    Ο οδηγός χρήστη αποτελείται από ειδικές ανά δραστηριότητα δεσμευτικές γραπτές διατάξεις και κανόνες συμπεριφοράς για τους εργοδότες και τους εργαζομένους. Περιγράφει τους συγκεκριμένους ανά εργασία κινδύνους για τους ανθρώπους και το περιβάλλον και αναφέρει τα μέτρα προστασίας που έχουν ληφθεί ή πρέπει να τηρούνται.

    Ο οδηγός χρήστη εκπονείται από τον εργοδότη ή από άτομο το οποίο έχει εξουσιοδοτήσει αυτός. Οι εργαζόμενοι οφείλουν να το τηρούν. Αφορά ένα συγκεκριμένο εργασιακό χώρο / τμήμα της επιχείρησης. Στα εγχειρίδια χρήστη για χώρους εργασίας όπου υπάρχει ο κίνδυνος από εκρηκτικές ατμόσφαιρες πρέπει να αναφέρεται ιδίως ποιος κινητός εξοπλισμός εργασίας πρέπει να χρησιμοποιείται και εάν ενδεχομένως επιτρέπεται να χρησιμοποιείται ειδικός προσωπικός εξοπλισμός προστασίας.

    Παράδειγμα: Στον οδηγό χρήστη μπορεί να περιληφθεί ένας κατάλογος με το σύνολο του κινητού εξοπλισμού εργασίας, η χρήση του οποίου επιτρέπεται στους συγκεκριμένους χώρους όπου υπάρχει ο κίνδυνος εκρήξεων. Στον οδηγό πρέπει να αναφέρεται με ποιο προσωπικό εξοπλισμό ασφαλείας μπορεί κανείς να εισέρχεται στο χώρο αυτό.

    Ο οδηγός χρήστη πρέπει να διατυπώνεται με τρόπο τέτοιο ώστε κάθε εργαζόμενος να είναι σε θέση να κατανοεί και να εφαρμόζει το περιεχόμενό του. Εάν στην επιχείρηση απασχολούνται εργαζόμενοι οι οποίοι δεν γνωρίζουν επαρκώς την επίσημη γλώσσα, Ο οδηγός χρήστη θα πρέπει να είναι διαθέσιμος σε γλώσσα την οποία κατανοούν.

    Διάφορα εγχειρίδια χρήστη ειδικά για τις συγκεκριμένες δραστηριότητες τα οποία περιγράφουν διαφόρους κινδύνους ή έχουν εκπονηθεί βάσει διαφορετικών νόμων, καλό είναι να συνοψίζονται σε ένα ενιαίο εγχειρίδιο χρήστη. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται ενιαία θεώρηση του κινδύνου.

    Καλό είναι τα εγχειρίδια χρήστη να διαμορφώνονται με ομοιόμορφο τρόπο σε μια επιχείρηση, έτσι ώστε ν είναι περισσότερο αναγνωρίσιμα.

    4.2 Επαρκής κατάρτιση των εργαζομένων

    Σε κάθε χώρo εργασίας πρέπει να υπάρχει επαρκής αριθμός εργαζομένων οι οποίοι να διαθέτουν την αναγκαία ειδίκευση, πείρα και κατάρτιση για τα καθήκoντα πoυ τoυς έχoυν ανατεθεί στoν τoμέα της πρoστασίας από εκρήξεις.

    4.3 Ενημέρωση των εργαζoμένων

    Οι εργαζόμενοι πρέπει να ενημερώνονται από τους εργοδότες για τους κινδύνους εκρήξεων που υπάρχουν σε ένα εργασιακό χώρο. Στο πλαίσιο της ενημέρωσης αυτής πρέπει να αναφέρεται πώς και σε ποιους χώρους είναι δυνατόν να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα. Πρέπει να γίνεται παρουσίαση των μέτρων προστασίας από εκρήξεις που έχουν ληφθεί και να εξηγηθεί ο τρόπος λειτουργίας των μέτρων αυτών. Πρέπει να εξηγηθεί επίσης ο σωστός χειρισμός του υφισταμένου εξοπλισμού εργασίας. Οι εργαζόμενοι πρέπει να ενημερωθούν σχετικά με την ασφαλή εκτέλεση των εργασιών εντός ή πλησίον του χώρου στον οποίο είναι δυνατόν να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα. Στην ενημέρωση αυτή περιλαμβάνεται και η εξήγηση της σημασίας της σήμανσης που ενδεχομένως έχει αναρτηθεί στους χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα καθώς και η κατατόπιση σχετικά με τον φορητό εξοπλισμό εργασίας που επιτρέπεται να χρησιμοποιείται στους χώρους αυτούς (βλ. κεφ. 3.5.1). Επιπλέον οι εργαζόμενοι πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τον προσωπικό εξοπλισμό ασφαλείας που οφείλουν να φέρουν κατά την εργασία τους. Στο πλαίσιο της ενημέρωσης αυτής πρέπει να γίνεται αναφορά και στα υφιστάμενα εγχειρίδια χρήστη.

    Σημείωση: Η παρουσία καλά καταρτισμένων εργαζομένων αυξάνει ουσιαστικά την ασφάλεια στο χώρο εργασίας. Τέτοιοι εργαζόμενοι αναγνωρίζουν και αντιμετωπίζουν ταχύτερα ενδεχόμενες αποκλίσεις από την επιδιωκόμενη διαδικασία.

    Σύμφωνα με την οδηγία 89/391/ΕΟΚ η ενημέρωση των εργαζομένων πρέπει να πραγματοποιείται κατά:

    την πρόσληψή τους (πριν αναλάβουν καθήκοντα),

    τη μετάθεση ή την αλλαγή των καθηκόντων τους,

    την τροποποίηση του εξοπλισμού εργασίας ή την εισαγωγή νέου,

    την εισαγωγή νέας τεχνολογίας.

    Η ενημέρωση των εργαζομένων πρέπει να επαναλαμβάνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα, παραδείγματος χάριν μία φορά το χρόνο. Κατά την ολοκλήρωση της ενημέρωσης αυτής μπορεί να είναι χρήσιμη μια εξέταση των εργαζομένων επάνω στις γνώσεις που απέκτησαν.

    Η υποχρέωση ενημέρωσης ισχύει επίσης και για εργαζομένους που ανήκουν σε εξωτερικές επιχειρήσεις. Η ενημέρωση αυτή πρέπει να πραγματοποιείται από άτομο που διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα. Η ημερομηνία, το περιεχόμενο και οι συμμετέχοντες στην ενημέρωση αυτή πρέπει να τεκμηριώνονται γραπτά.

    4.4 Εποπτεία των εργαζομένων

    Στα περιβάλλοντα εργασίας, στα οποία μπορεί να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα σε ποσότητες που να προκαλούν κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, πρέπει να εξασφαλίζεται η κατάλληλη εποπτεία καθ' όσον διάστημα είναι παρόντες οι εργαζόμενοι, ανάλογα με την αξιολόγηση του κινδύνου, χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα τεχνικά μέσα.

    4.5 Σύστημα χορήγησης αδειών εργασίας

    Εάν σε ένα χώρο στον οποίο είναι δυνατόν να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα ή κοντά σε αυτόν πραγματοποιούνται εργασίες οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν έκρηξη, η άδεια για την πραγματοποίηση αυτών των εργασιών πρέπει να δίδεται από το υπεύθυνο άτομο σε αυτή την επιχείρηση. Αυτό ισχύει και για εργασίες οι οποίες συμπίπτουν με άλλες και ενδέχεται έτσι να προκαλέσουν κινδύνους. Για τέτοιες περιπτώσεις έχει αποδειχθεί χρήσιμο ένα σύστημα χορήγησης αδειών εργασίας. Αυτό μπορεί να εφαρμόζεται π.χ. μέσω της χορήγησης γραπτής άδειας εργασίας την οποία λαμβάνουν και οφείλουν να υπογράφουν όλοι οι συμμετέχοντες.

    Παράδειγμα Στη γραπτή άδεια εργασίας πρέπει να περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι εξής ελάχιστες ενδείξεις:

    1. σε ποιο ακριβώς σημείο πραγματοποιούνται οι εργασίες.

    2. σαφής περιγραφή της εργασίας που θα πραγματοποιηθεί.

    3. εντοπισμός του κινδύνου.

    4. αναγκαία μέτρα προστασίας, ο υπεύθυνος για τα μέτρα αυτά πρέπει να υπογράφει για να βεβαιώνεται η εφαρμογή τους.

    5. προσωπικός εξοπλισμός προστασίας που χρειάζεται.

    6. πότε αρχίζει και πότε αναμένεται να ολοκληρωθεί η εργασία.

    7. αποδοχή, η οποία επιβεβαιώνει την κατανόηση των μέτρων.

    8. διαδικασία για την παράταση/αλλαγή βάρδιας.

    9. παράδοση στην επόμενη βάρδια, το εργοστάσιο είναι έτοιμο για έλεγχο και επαναλειτουργία.

    10. ματαίωση, το εργοστάσιο ελέγχθηκε και άρχισε να επαναλειτουργεί.

    11. αναφορά κάθε ανωμαλίας που εντοπίστηκε κατά την εργασία.

    Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών πρέπει να εξετάζεται εάν η εγκατάσταση παραμένει ασφαλής ή εάν αποκαταστάθηκε η ασφάλεια σε αυτήν. Όλοι οι συμμετέχοντες πρέπει να ενημερώνονται για τη λήξη των εργασιών.

    4.6 Εκτέλεση εργασιών συντήρησης

    Η συντήρηση περιλαμβάνει την αποκατάσταση, την επιθεώρηση, τη φροντίδα και τον έλεγχο. Πριν από την έναρξη εργασιών συντήρησης, πρέπει να ενημερώνονται όλοι οι συμμετέχοντες και να παρέχεται η άδεια για την εκτέλεση της εργασίας, κατά προτίμηση μέσω του συστήματος χορήγησης αδειών εργασίας (βλ. ανωτέρω). Οι εργασίες συντήρησης πρέπει να πραγματοποιούνται μόνον από άτομα που διαθέτουν τις κατάλληλες γνώσεις.

    Η πείρα δείχνει ότι κατά τις εργασίες συντήρησης αυξάνεται ο κίνδυνος ατυχημάτων. Για το λόγο αυτό πρέπει πριν την έναρξη, κατά τη διάρκεια και μετά το πέρας των εργασιών, να δίνεται μεγάλη προσοχή ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση όλων των αναγκαίων μέτρων προστασίας.

    Σημείωση: Κατά τις εργασίες συντήρησης πρέπει να πραγματοποιείται, ει δυνατόν, μηχανικός και / ή ηλεκτρολογικός χωρισμός των συσκευών ή μερών μιας εγκατάστασης η οποία, εφόσον ενεργοποιηθεί χωρίς προσοχή κατά τη διάρκεια αυτών των εργασιών, θα μπορούσε να προκαλέσει έκρηξη. Εάν παραδείγματος χάριν χρησιμοποιείται φωτιά σε ένα βυτίο, πρέπει να αποχωρίζονται από το βυτίο αυτό όλες οι σωληνώσεις από τις οποίες θα μπορούσε να διαφύγει επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα ή οι οποίες συνδέουν το βυτίο αυτό με άλλα βυτία τα οποία θα μπορούσαν να περιέχουν τέτοια ατμόσφαιρα, και να φραγούν οι σωληνώσεις αυτές με μια κενή ("τυφλή") φλάντζα ή με ανάλογο εξοπλισμό.

    Κατά τις εργασίες συντήρησης στις οποίες υπάρχει κίνδυνος ανάφλεξης σε χώρο στον οποίο μπορεί να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα πρέπει να αποκλειστεί η παρουσία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών καθ' όλη τη διάρκεια των εργασιών συντήρησης και, εάν χρειαστεί, και για περιορισμένο χρόνο στη συνέχεια (π.χ. κατά τις εργασίες ψύξης).

    Εκτός από έκτακτες περιστάσεις, όταν έχουν ληφθεί άλλα κατάλληλα και επαρκή προληπτικά μέτρα, τα τμήματα της εγκατάστασης που θα τεθούν σε λειτουργία πρέπει ανά περίπτωση να εκκενώνονται, να αποφορτίζονται, να καθαρίζονται, να πλένονται και να μην περιέχουν εύφλεκτα υλικά.

    Κατά τη διεξαγωγή των εργασιών τέτοια υλικά δεν πρέπει να εισέρχονται στο χώρο εργασίας Στις εργασίες στις οποίες υπάρχει σπινθηρισμός (π.χ. σε συγκολλήσεις, καύσεις, λειάνσεις) πρέπει να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα προστασίας από τους σπινθήρες (βλ. σχετικά με.

    4.2)

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 4.2: Παράδειγμα για μέτρα προστασίας από τους σπινθήρες σε εργασίες στις οποίες υπάρχει σπινθηρισμός [14].

    [14] Από το φυλλάδιο του ISSA«Gas Explosions», The International Section for the Prevention of Occupational Risks in the Chemical Industry, the International Social Security Association (ISSA), Heidelberg, Germany

    Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών συντήρησης πρέπει να εξασφαλίζεται ότι τίθενται και πάλι σε εφαρμογή τα αναγκαία μέτρα για την προστασία από εκρήξεις σε συνθήκες κανονικής λειτουργίας πριν η εγκατάσταση τεθεί εκ νέου σε λειτουργία. Η εφαρμογή συστήματος χορήγησης αδειών εργασίας (βλ. ανωτέρω) είναι ιδιαίτερα χρήσιμη κατά τη διάρκεια των εργασιών συντήρησης και αποκατάστασης. Καλό είναι να υπάρχει ένας ειδικός κατάλογος μέτρων προστασίας από τις εκρήξεις για να ελέγχεται στη βάση αυτού η εκ νέου εφαρμογή τέτοιων μέτρων.

    4.7 Έλεγχοι και επιτήρηση

    Πριν από τη χρησιμοποίηση για πρώτη φορά χώρων εργασίας στoυς oπoίoυς είναι δυνατόν να εμφανιστούν επικίνδυνες εκρηκτικές ατμόσφαιρες, απαιτείται ο έλεγχος των συνθηκών ασφάλειας του συνόλου της εγκατάστασης. Μετά από τροποποιήσεις που αφορούν την ασφάλεια ή μετά την εμφάνιση βλαβών, συνιστάται επίσης ο έλεγχος των συνθηκών ασφαλείας του συνόλου της εγκατάστασης.

    Σε τακτά χρονικά διαστήματα πρέπει να εξετάζεται η αποτελεσματικότητα των μέτρων που έχουν ληφθεί για την προστασία από εκρήξεις σε μια εγκατάσταση. Η συχνότητα των ελέγχων εξαρτάται από τη φύση του μέτρου προστασίας από τις εκρήξεις. Οι έλεγχοι αυτοί πρέπει να διενεργούνται μόνο από άτομα που διαθέτουν τις κατάλληλες γνώσεις.

    Τέτοια άτομα θεωρούνται αυτά τα οποία λόγω της επαγγελματικής τoυς κατάρτισης, της επαγγελματικής τoυς πείρας και του επαγγέλματος που ασκούν τη συγκεκριμένη στιγμή διαθέτoυν ευρείες τεχνικές γνώσεις στoν τoμέα της πρoστασίας από εκρήξεις.

    Παράδειγμα Ύστερα από την εγκατάστασή τους και σε τακτά διαστήματα πρέπει να ελέγχεται από κάποιο αρμόδιο άτομο η λειτουργικότητα των φωρατών αερίων. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι τυχόν ισχύουσες εθνικές προδιαγραφές καθώς και οι οδηγίες του κατασκευαστή. Eφόσον μπορεί να δημιουργηθούν υβριδικά μείγματα, οι φωρατές πρέπει να είναι κατάλληλοι και για τις δύο φάσεις και να έχουν βαθμονομηθεί ώστε να μπορούν να ειδοποιούν για οποιοδήποτε μείγμα αερίων.

    Παράδειγμα Η επιδιωκόμενη αποτελεσματικότητα των εγκαταστάσεων αερισμού για την αποφυγή δημιουργίας επικίνδυνης εκρηκτικής ατμόσφαιρας και των αντίστοιχων εγκαταστάσεων παρακολούθησης πρέπει, πριν τεθούν σε λειτουργία για πρώτη φορά, να εξετάζεται από εμπειρογνώμονα.. Οι έλεγχοι αυτοί πρέπει να επαναλαμβάνονται σε τακτικά χρονικά διαστήματα. Σε εγκαταστάσεις αερισμού με ρυθμιζόμενο εξοπλισμό (π.χ. με ρυθμιστικές δικλείδες, πλάκες παρεκκλίσεως, ανεμιστήρες ρυθμιζόμενης ταχύτητας) πρέπει να πραγματοποιείται έλεγχος σε κάθε νέα εγκατάσταση. Συνιστάται να ασφαλίζεται αυτός ο εξοπλισμός από ακούσιες μεταβολές. Για τον αυτόματα ρυθμιζόμενο εξοπλισμό αερισμού θα πρέπει ο έλεγχος να λαμβάνει υπόψη ολόκληρο το χώρο χρησιμοποίησης του εξοπλισμού.

    4.8 Σήμανση των χώρων στους οποίους είναι δυνατόν να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα

    Όπου απαιτείται ο εργοδότης αναρτά όπως προβλέπει η οδηγία 1999/92/ΕΚ στα σημεία πρόσβασης σε χώρους στους οποίους είναι δυνατόν να δημιoυργηθούν επικίνδυνες εκρηκτικές ατμόσφαιρες σε ποσότητες πoυ μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια και την υγεία των εργαζoμένων, τα εξής προειδοποιητικά σήματα:

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Εικ. 4.3: Προειδοποιητικά σήματα για τη σήμανση χώρων στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα.

    Χαρακτηριστικά:

    σχήμα: τριγωνικό,

    διαμόρφωση: μαύρα γράμματα σε κίτρινo φόντo, μαύρo περίγραμμα (τo κίτρινo, ως χρώμα ασφαλείας, πρέπει να καλύπτει τoυλάχιστoν τo 50% της επιφάνειας του σήματος).

    Τέτοια σήμανση απαιτείται π.χ. σε αίθουσες ή χώρους στους οποίους είναι δυνατόν να δημιουργηθούν επικίνδυνες εκρηκτικές ατμόσφαιρες (π.χ. σε αίθουσες ή περιφραγμένους χώρους για την αποθήκευση εύφλεκτων υγρών). Αντίθετα, δεν έχει νόημα η σήμανση π.χ. ενός μέρους εγκατάστασης το οποίο είναι απολύτως ασφαλές λόγω του τρόπου κατασκευής του. Εάν δεν υπάρχει κίνδυνος έκρηξης σε ολόκληρο το χώρο, αλλά μόνο σε ένα μέρος του, στο μέρος αυτό μπορεί να υπάρξει σήμανση, π.χ. επάνω στο πάτωμα, με κιτρινόμαυρη διαγράμμιση.

    Στα κιτρινόμαυρα αυτά σήματα μπορούν να προστεθούν και περαιτέρω διευκρινίσεις, π.χ. σχετικά με τον τρόπο και τη συχνότητα της εμφάνισης επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών (υλικό και ζώνη). Μπορεί να είναι χρήσιμη η ανάρτηση περαιτέρω προειδοποιητικών πινακίδων σύμφωνα με την οδηγία 92/58/EOK, όπως παραδείγματος χάρη "απαγορεύεται το κάπνισμα", κ.τ.λ.

    Οι εργαζόμενοι πρέπει να ενημερώνονται για τη σήμανση και τη σημασία της στο πλαίσιο της γενικότερης ενημέρωσης σχετικά με την προστασία από τις εκρήξεις.

    5. ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ

    Σε περίπτωση που άτομα ή ομάδες εργασίας εργάζονται συγχρόνως και στον ίδιο χώρο αλλά ανεξάρτητα, μπορεί να προέλθει ξαφνικά κίνδυνος από μία πλευρά. Οι κίνδυνοι αυτοί οφείλονται ιδιαίτερα στο γεγονός ότι οι εργαζόμενοι επικεντρώνονται κατ' αρχάς μόνον στα δικά τους καθήκοντα χωρίς να λαμβάνουν συχνά, ή χωρίς να λαμβάνουν επαρκώς, υπόψη την έναρξη, τη φύση και την έκταση των εργασιών των διπλανών τους.

    Παραδείγματα: συνήθη αποτελέσματα κακού συντονισμού μεταξύ του προσωπικού ενός εργοδότη και του προσωπικού ενός εργολάβου σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν κίνδυνοι έκρηξης, είναι:

    1. η εξωτερική επιχείρηση (ο εργολάβος) δεν γνωρίζει τους κινδύνους που υπάρχουν στο περιβάλλον της αναθέτουσας επιχείρησης και τις συνέπειές τους στις δικές της δραστηριότητες.

    2. το σχετικό προσωπικό στην αναθέτουσα επιχείρηση δεν γνωρίζει συχνά ότι προσωπικό εξωτερικής επιχείρησης εργάζεται στην επιχείρηση ή/και ποιες δυνατότητες κινδύνου δημιουργούνται από τις δραστηριότητες που πραγματοποιούνται στην επιχείρηση.

    3. δεν δίνονται οδηγίες στη διεύθυνση της αναθέτουσας επιχείρησης πώς να συμπεριφέρεται αυτή και το προσωπικό της απέναντι στην εξωτερική επιχείρηση.

    Ακόμα και εργασίες που πραγματοποιούνται μέσα σε μία ομάδα εργασίας έχοντας λάβει υπόψη τους κανόνες ασφάλειας δεν αποκλείουν τη δυνατότητα να τεθούν σε κίνδυνο άλλα άτομα που βρίσκονται στον ίδιο χώρο. Μόνον ο έγκαιρος συντονισμός όλων των εργαζομένων εξασφαλίζει την αποτροπή της δημιουργίας κινδύνων από οποιαδήποτε πλευρά.

    Για το λόγο αυτό κατά την ανάθεση των καθηκόντων θα πρέπει όσοι αναθέτουν και όσοι αναλαμβάνουν τα καθήκοντα να υποχρεούνται να συντονίζονται προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία κινδύνων από οποιαδήποτε πλευρά. Αυτή η υποχρέωση συντονισμού προβλέπεται εξάλλου στο άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας πλαισίου 89/391/ΕΟΚ, εφόσον απασχολούνται σε έναν και τον αυτό χώρο εργασίας εργαζόμενοι με διαφορετικούς εργοδότες. Όσον αφορά τα εργοτάξια, θα πρέπει επιπλέον να τηρούνται οι διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας περί εργοταξίων.

    5.1 Τρόποι συντονισμού

    Όταν εργαζόμενoι διαφόρων επιχειρήσεων εργάζονται στoν ίδιo χώρo εργασίας, κάθε εργoδότης είναι υπεύθυνoς για τους χώρους που βρίσκονται στoν έλεγχό τoυ.

    Εκτός από τις επιμέρους ευθύνες κάθε εργοδότη όπως προβλέπει η οδηγία 89/391/EOK, ο εργοδότης που είναι υπεύθυνος για ένα εργοτάξιο στο πλαίσιο της οργάνωσης της εργασίας σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και/ή πρακτική συντονίζει την εφαρμογή όλων των μέτρων που αφορούν την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων. Έχει καθήκον να μεριμνά για την ασφαλή διεξαγωγή των εργασιών προκειμένου να προστατεύεται η ζωή και η υγεία των εργαζομένων. Προς το σκοπό αυτό πρέπει να ενημερώνεται για τους κινδύνους έκρηξης, να συζητά σχετικά με τα μέτρα προστασίας με τους συμμετέχοντες, να δίνει οδηγίες και να ελέγχει την εφαρμογή τους. Στο έγγραφο προστασίας από τις εκρήξεις αναφέρει το σκοπό του συντονισμού καθώς και τα μέτρα και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για την πραγματοποίησή του.

    Ο εργοδότης που είναι υπεύθυνος για το εργοτάξιο σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και/ή πρακτική, είναι επίσης υπεύθυνος να συντονίζει με όλους τους άλλους εργαζομένους στο εργοτάξιο την εφαρμογή κάθε μέτρου που αφορά την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων.

    Ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης, ή για άλλους λόγους, ο εργοδότης δεν μπορεί πάντοτε να αντεπεξέρχεται μόνος του σε αυτές τις υποχρεώσεις. Για το λόγο αυτό πρέπει να διορίζει τα κατάλληλα άτομα ως επικεφαλής των εργασιών. Τα άτομα αυτά αναλαμβάνουν στη συνέχεια αντ' αυτού με δική τους ευθύνη τις υποχρεώσεις του επιχειρηματία -την ευθύνη του συντονισμού αναλαμβάνει ο συντονιστής.

    Σημείωση: Ιδιαίτερα για εργασίες εντός ή πλησίον των χώρων στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα ή κατά τις εργασίες με εύφλεκτα υλικά οι οποίες θα μπορούσαν να προκαλέσουν επικίνδυνες εκρηκτικές ατμόσφαιρες, θα πρέπει να θεωρείται ότι προέρχονται κίνδυνοι και από τις δύο πλευρές, ακόμη και αν κάτι τέτοιο δεν είναι αρχικά προφανές. Σε περίπτωση αμφιβολίας επομένως, συνιστάται στον εργοδότη να διορίζει συντονιστή.

    Εξαιτίας της συγκεκριμένης ευθύνης που φέρει στον τομέα του σχεδιασμού, της ασφάλειας και της οργάνωσης, ο συντονιστής ή ο εργοδότης πρέπει να διαθέτει τα εξής προσόντα σχετικά με την προστασία από εκρήξεις:

    τεχνικές γνώσεις στον τομέα της προστασίας από εκρήξεις,

    τεχνικές γνώσεις σχετικά με την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά των οδηγιών 89/391/EOK και 1999/92/EK

    γνώση της οργανωτικής δομής της επιχείρησης

    ηγετικές ικανότητες για την εφαρμογή των αναγκαίων κανόνων.

    Κύριο καθήκον του εργοδότη ή του συντονιστή είναι να συντονίζει, ανεξάρτητα από τη συμμετοχή του σε μια επιχείρηση, τις εργασίες των ομάδων εργασίας που συμμετέχουν προκειμένου να αντιμετωπίζονται ενδεχόμενοι κίνδυνοι που προκαλούνται από τις δύο πλευρές έτσι ώστε αυτοί να μπορούν να περιορίζονται. Για το λόγο αυτό πρέπει να ενημερώνεται εγκαίρως για τις εργασίες που πρόκειται να πραγματοποιηθούν.

    Σημείωση: Τόσο οι εργαζόμενοι μιας επιχείρησης όσο και ο εργολάβος / οι εργολάβοι αλλά και κάθε άλλο άτομο που εργάζεται στο χώρο μιας επιχείρησης οφείλουν να βοηθούν τον εργοδότη ή το συντονιστή του παρέχοντάς τους εγκαίρως τις εξής πληροφορίες:

    * έργο που πρέπει να πραγματοποιηθεί,

    * προβλεπόμενη έναρξη των εργασιών,

    * προβλεπόμενη λήξη των εργασιών

    * χώρος πραγματοποίησης των εργασιών

    * προσωπικό που θα χρησιμοποιηθεί

    * προβλεπόμενη μέθοδος εργασίας καθώς και μέτρα και διαδικασίες για την εφαρμογή του εγγράφου προστασίας από τις εκρήξεις,

    * όνομα του υπεύθυνου ή των υπευθύνων.

    Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, τα καθήκοντα του εργοδότη ή του συντονιστή του περιλαμβάνουν τη διενέργεια επιθεωρήσεων επιτόπου και συνομιλίες συντονισμού, καθώς και το σχεδιασμό και τον έλεγχο, ενδεχομένως και την τροποποίηση του σχεδιασμού των εργασιών εφόσον υπάρξουν προβλήματα, βλ. κατάλογο A.3.5.

    5.2 Μέτρα προστασίας για την ασφαλή συνεργασία

    Η συνεργασία σε χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα μπορεί να πραγματοποιείται σε διαφορετικά επίπεδα και σε όλους τους χώρους της επιχείρησης. Για τον καθορισμό και την εφαρμογή μέτρων για την αποφυγή κινδύνων που προέρχονται από ένα μέρος των εργαζομένων θα πρέπει επομένως να προβλέπεται κάθε δυνατή μορφή συνεργασίας ή παράλληλης εργασίας των εργαζομένων για την πραγματοποίηση των εργασιών καθώς και η συνεργασία τους από απόσταση (π.χ. κατά την εργασία με τις ίδιες σωληνώσεις ή ηλεκτρικά κυκλώματα σε διαφορετικούς χώρους).

    Στην πράξη τα μέτρα συντονισμού που αφορούν την προστασία από τις εκρήξεις αποτελούν συνήθως μέρος των γενικότερων καθηκόντων συντονισμού της επιχείρησης, π.χ.:

    1. κατά τη διάρκεια της φάσης σχεδιασμού,

    2. κατά τη διάρκεια της φάσης εκτέλεσης

    3. και μετά το πέρας των εργασιών.

    Στη διάρκεια των φάσεων αυτών ο εργοδότης ή ο συντονιστής που έχει διορίσει, οφείλουν να μεριμνούν και για τα οργανωτικά μέτρα προστασίας από τις εκρήξεις με σκοπό την αποφυγή της αλληλεπίδρασης μεταξύ επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών, των πηγών ανάφλεξης και των διαταραχών της λειτουργίας.

    Παραδείγματα 1. Πρέπει να αποτρέπεται η δημιουργία επικίνδυνων εκρηκτικών ατμοσφαιρών στο περιβάλλον τεχνικών εγκαταστάσεων όπου είναι πιθανή η ύπαρξη πηγών ανάφλεξης [βλ. κεφ. 3.1 ], π.χ. μέσω της χρήσης υποκατάστατων ουσιών αντί για απορρυπαντικά, βερνίκια κλπ. που περιέχουν διαλύτες ή με επαρκή μέτρα αερισμού.

    2. Πρέπει να αποφεύγεται η χρήση και η παραγωγή πηγών ανάφλεξης σε χώρους με εκρηκτικές ατμόσφαιρες, π.χ. σε χώρους όπου διεξάγονται εργασίες συγκόλλησης, κοπής, συγκόλλησης εν θερμώ και λειαντικής κοπής [βλ. κεφ. 4.4/4.5 και υπόδειγμα A.3.3].

    3. Πρέπει να εμποδίζονται οι διαταραχές της λειτουργίας, π.χ. λόγω της διακοπής της τροφοδότησης με αέριο, της πρόκλησης διακυμάνσεων πίεσης ή της διακοπής της λειτουργίας συστημάτων προστασίας ή παροχής ενέργειας λόγω της διεξαγωγής εργασιών σε γειτονικές επιχειρήσεις.

    Για να διαπιστωθεί εάν κατά την εκτέλεση των εργασιών εφαρμόστηκαν τα μέτρα προστασίας που έχουν συμφωνηθεί εάν ενημερώθηκαν επαρκώς οι εργαζόμενοι και εάν τήρησαν τα μέτρα εργασίας που συμφωνήθηκαν, μπορεί να χρησιμοποιηθεί βοηθητικά ένας κατάλογος μέτρων [ παράρτημα 3.4].

    Σημείωση: Ασχέτως από τις υποχρεώσεις της κάθε πλευράς, πρέπει να ισχύει για όλους τους συμμετέχοντες:

    - η υποχρέωση να αναζητούν την επαφή με την άλλη πλευρά

    - η υποχρέωση να συνάπτουν συμφωνίες,

    - η υποχρέωση να λαμβάνουν υπόψη την άλλη πλευρά,

    - η υποχρέωση της τήρησης των συμφωνιών.

    6 ΈΓΓΡΑΦΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΠΟ ΕΚΡΗΞΕΙΣ

    6.1 Απαιτήσεις που απορρέουν από την οδηγία 1999/92/ΕΚ

    Στο πλαίσιο των υποχρεώσεών του, όπως προβλέπεται από το άρθρο 4 της οδηγίας 1999/92/ΕΚ, ο εργοδότης καταρτίζει και ενημερώνει διαρκώς ένα έγγραφο προστασίας από εκρήξεις.

    Το έγγραφο προστασίας από εκρήξεις πρέπει επομένως να περιλαμβάνει τουλάχιστον τις εξής πληροφορίες:

    ότι oι κίνδυνoι έκρηξης εντοπίζονται και υποβάλλονται σε αξιολόγηση

    ότι λαμβάνoνται τα κατάλληλα μέτρα ώστε να επιτευχθoύν oι στόχoι της παρoύσας oδηγίας

    ποιοι χώροι έχουν διαιρεθεί σε ζώνες

    για ποιους χώρους ισχύουν οι ελάχιστες απαιτήσεις που προβλέπονται στο παράρτημα II της οδηγίας

    ότι τα εργοτάξια και o εξoπλισμός εργασίας, περιλαμβανoμένων των εγκαταστάσεων συναγερμού, διαμoρφώνoνται, λειτoυργoύν και συντηρoύνται με τρόπο ασφαλή

    ότι έχoυν ληφθεί πρoληπτικά μέτρα για την ασφαλή χρησιμoπoίηση τoυ εξoπλισμoύ εργασίας σύμφωνα με την oδηγία του Συμβουλίου 89/655/ΕΟΚ.

    Το έγγραφο προστασίας από εκρήξεις καταρτίζεται πριν από έναρξη των εργασιών. Τροποποιείται εφόσον πραγματοποιηθούν ουσιαστικές αλλαγές, επεκτάσεις ή αναπλάσεις των εργοταξίων, του εξοπλισμού ή των μεθόδων εργασίας.

    Ο εργοδότης μπορεί να συνδυάζει μεταξύ τους τις ήδη υφιστάμενες εκτιμήσεις κινδύνου, σχετικά έγγραφα ή άλλες ανάλογες εκθέσεις και μπορεί να περιλαμβάνει τις πληροφορίες αυτές στο έγγραφο προστασίας από εκρήξεις.

    6.2 Εφαρμογή

    Το έγγραφο προστασίας από εκρήξεις πρέπει να περιέχει εποπτική παρουσίαση των αποτελεσμάτων από την αξιολόγηση κινδύνου και τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προστασίας μιας εγκατάστασης και του εργασιακού χώρου αυτής τα οποία απορρέουν από την εν λόγω αξιολόγηση.

    Στη συνέχεια παρουσιάζεται υπόδειγμα διάρθρωσης ενός εγγράφου προστασίας από εκρήξεις. Αυτό το υπόδειγμα διάρθρωσης περιλαμβάνει σημεία τα οποία μπορεί να είναι χρήσιμα για την παρουσίαση των προαναφερθεισών υποχρεώσεων και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βοήθημα για την εκπόνηση σχεδίων προστασίας από εκρήξεις.

    Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να περιληφθούν σε ένα έγγραφο προστασίας από εκρήξεις όλα τα σημεία που περιλαμβάνει το υπόδειγμα. Το έγγραφο προστασίας από εκρήξεις πρέπει να προσαρμόζεται στις συγκεκριμένες συνθήκες μιας επιχείρησης. Πρέπει να είναι όσο το δυνατόν καλύτερα διαρθρωμένο και όσο το δυνατό περισσότερο ευανάγνωστο και, παρά τις λεπτομέρειες που περιέχει, πρέπει να είναι κατανοητό από όλους σε όσους απευθύνεται. Για το λόγο αυτό η τεκμηρίωση που περιέχει δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικά λεπτομερής. Καλό είναι το έγγραφο προστασίας από εκρήξεις να διαμορφώνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να συμπληρώνεται εάν χρειαστεί, π.χ. να αποτελεί συλλογή ξεχωριστών φύλλων. Αυτό θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο σε μεγάλες εγκαταστάσεις ή εάν μεταβάλλεται συχνά η τεχνολογία που αυτές χρησιμοποιούν.

    Στο άρθρο 8 της οδηγίας 1999/92/ΕΚ αναφέρεται ρητά η δυνατότητα συνδυασμού υφισταμένων αξιολογήσεων κινδύνων έκρηξης, εγγράφων ή εκθέσεων (π.χ. η έκθεση ασφαλείας, όπως προβλέπει η οδηγία 96/82/ΕΚ) [15]. Αυτό σημαίνει ότι σε ένα έγγραφο προστασίας από εκρήξεις μπορεί να γίνει παραπομπή σε άλλα έγγραφα χωρίς να αναφέρονται αυτά ρητά στο σύνολό τους στο έγγραφο προστασίας από εκρήξεις.

    [15] Οδηγία 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 1996 για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες, ΕΕ L 010 της 14/01/1997, σελ. 13

    Σε επιχειρήσεις οι οποίες διαθέτουν περισσότερες από μια εγκαταστάσεις με εκρηκτικές ατμόσφαιρες, μπορεί να είναι χρήσιμη η κατανομή του εγγράφου προστασίας από εκρήξεις σε ένα γενικότερο τμήμα και σε ένα τμήμα το οποίο να αναφέρεται συγκεκριμένα σε κάθε εγκατάσταση. Στο γενικό τμήμα παρουσιάζεται η διάρθρωση της τεκμηρίωσης και τα μέτρα που ισχύουν για όλες τις εγκαταστάσεις, όπως π.χ. η ενημέρωση των εργαζομένων κλπ. Στο ειδικό τμήμα για κάθε εγκατάσταση παρουσιάζονται οι κίνδυνοι και τα μέτρα προστασίας σε κάθε εγκατάσταση.

    Εάν μεταβάλλονται συχνά οι συνθήκες λειτουργίας σε μια εγκατάσταση, π.χ. με την ασυνεχή επεξεργασία διαφόρων προϊόντων, θα είναι χρήσιμο να λαμβάνονται ως αντικείμενο αξιολόγησης και τεκμηρίωσης οι πλέον επικίνδυνες καταστάσεις που προκύπτουν κατά τη διάρκεια των εργασιών .

    6.3 Υπόδειγμα διάρθρωσης ενός εγγράφου προστασίας από εκρήξεις

    6.3.1 Περιγραφή του εργοταξίου και των χώρων εργασίας

    Το εργοτάξιο υποδιαιρείται σε χώρους εργασίας. Στο έγγραφο προστασίας από εκρήξεις περιγράφονται οι χώροι εργασίας στους οποίους υπάρχει κίνδυνος από εκρηκτική ατμόσφαιρα.

    Η περιγραφή μπορεί να περιλαμβάνει π.χ. το όνομα της επιχείρησης, τη φύση της εγκατάστασης, το χαρακτηρισμό του κτιρίου / χώρου, τους υπεύθυνους της επιχείρησης, τον αριθμό των εργαζομένων.

    Τα κτιριακά και γεωγραφικά στοιχεία μπορούν να τεκμηριωθούν οπτικά π.χ. με την κάτοψη και το χάρτη της εγκατάστασης. Στην τεκμηρίωση αυτή πρέπει να περιληφθούν και τα σχέδια των οδών διαφυγής και διάσωσης.

    6.3.2 Περιγραφή των φάσεων και / ή των δραστηριοτήτων της διαδικασίας

    Η σχετική διαδικασία πρέπει να περιγράφεται με ένα σύντομο κείμενο και ενδεχομένως και με τη βοήθεια διαγράμματος ροής της διαδικασίας. Η σύντομη περιγραφή της διαδικασίας πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα σημαντικά δεδομένα που αφορούν την προστασία από τις εκρήξεις. Η περιγραφή των διαφόρων φάσεων των εργασιών, συμπεριλαμβάνει τα εξής: τη θέση σε λειτουργία και την παύση της λειτουργίας, την επισκόπηση των στοιχείων σχεδιασμού και λειτουργίας (π.χ. θερμοκρασία, πίεση, όγκος, παροχή, στροφές ανά λεπτό, υλικό εξοπλισμού), τον καθαρισμό και τον εξαερισμό του χώρου.

    6.3.3 Περιγραφή των χρησιμοποιούμενων υλικών / παραμέτρων ασφαλείας

    Πρέπει να αναφέρεται ιδιαίτερα ποιες ουσίες προκαλούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες και υπό ποίες συνθήκες δημιουργούνται αυτές στο πλαίσιο της διαδικασίας. Σε αυτό το σημείο καλό είναι να απαριθμηθούν οι παράμετροι ασφαλείας που αφορούν την προστασία από εκρήξεις.

    6.3.4 Αποτελέσματα της ανάλυσης κινδύνου

    Πρέπει να αναφέρεται πού μπορούν να δημιουργηθούν επικίνδυνες εκρηκτικές ατμόσφαιρες. Στην παρουσίαση αυτή μπορεί να γίνεται διάκριση μεταξύ του εσωτερικού των μερών μιας εγκατάστασης και του περιβάλλοντα χώρου αυτής. Δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μόνον οι κανονικές συνθήκες λειτουργίας αλλά και η θέση σε λειτουργία / παύση λειτουργίας, ο καθαρισμός και οι διαταραχές στη λειτουργία. Περαιτέρω πρέπει να αναφέρονται οι διαδικασίες που ακολουθούνται σε περιπτώσεις που τροποποιούνται οι μέθοδοι εργασίας ή παραγωγής. Επιπλέον θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι νέες πρακτικές που εφαρμόζονται εφόσον υπάρξουν αλλαγές στις διαδικασίες ή στον τρόπο παραγωγής. Οι χώροι (ζώνες) στους οποίους υπάρχει κίνδυνος έκρηξης μπορεί να περιγράφονται στο κείμενο ή να παρουσιάζονται με τη μορφή κάτοψης (βλ. κεφ. 3.2.1).

    Στο σημείο αυτό παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της αξιολόγησης κινδύνου (βλ. κεφ. 2). Στο πλαίσιο αυτό είναι χρήσιμο να περιγραφούν οι διαδικασίες που εφαρμόστηκαν για το συντονισμό των κινδύνων έκρηξης.

    6.3.5 Μέτρα που έχουν ληφθεί για την προστασία από τις εκρήξεις

    Στο κεφάλαιο αυτό περιγράφονται τα μέτρα προστασίας που επιλέγονται στη βάση της αξιολόγησης κινδύνου. Πρέπει να αναφέρεται η αρχή προστασίας που ακολουθείται, π.χ. "αποφυγή ενεργών πηγών ανάφλεξης" κλπ.. Στο πλαίσιο αυτό καλό είναι να γίνεται διάκριση μεταξύ τεχνικών και οργανωτικών μέτρων προστασίας.

    Τεχνικά μέτρα

    * Μέτρα πρόληψης:

    Εφόσον το έγγραφο προστασίας της εγκατάστασης από τις εκρήξεις στηρίζεται, πλήρως ή εν μέρει, στα προληπτικά μέτρα για την πρόληψη των εκρηκτικών ατμοσφαιρών ή την αποφυγή των πηγών ανάφλεξης, χρειάζεται να περιγράφεται λεπτομερώς η εφαρμογή των μέτρων αυτών. (βλ. κεφ. 3.1 και 3.2)

    * Κατασκευαστικά μέτρα :

    Εφόσον η εγκατάσταση προστατεύεται με κατασκευαστικά μέτρα, πρέπει να περιγράφεται η φύση, ο τρόπος της λειτουργίας και ο χώρος στον οποίο έχουν εφαρμοστεί τα μέτρα προστασίας. (βλ. κεφ. 3.3)

    * Μέτρα που στηρίζονται στις τεχνικές ελέγχων των διαδικασιών

    Εφόσον μέτρα που στηρίζονται στις τεχνικές ελέγχων των διαδικασιών αποτελούν μέρος του εγγράφου προστασίας από εκρήξεις, πρέπει να περιγράφεται η φύση, ο τρόπος της λειτουργίας και ο χώρος στον οποίο έχουν εφαρμοστεί τα μέτρα προστασίας. (βλ. κεφ. 3.4)

    Οργανωτικά μέτρα

    Τα οργανωτικά μέτρα για προστασία από τις εκρήξεις περιγράφονται επίσης στο έγγραφο προστασίας από τις εκρήξεις. (βλ. κεφ. 4)

    Από τo εν λόγω σχέδιo πρέπει να καταφαίνεται κυρίως:

    ποιες οδηγίες χρήσης έχουν εκπονηθεί για ένα χώρο εργασίας ή μια δραστηριότητα

    πώς εξασφαλίζεται η κατάρτιση των εργαζομένων

    το περιεχόμενο και η συχνότητα της ενημέρωσης (και ποιος έχει συμμετάσχει σε αυτή)

    ενδεχομένως πώς ρυθμίζεται η χρήση φορητού εξοπλισμού εργασίας στους χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα

    πώς εξασφαλίζεται ότι οι εργαζόμενοι φέρουν μόνον κατάλληλη ενδυμασία ασφαλείας

    εάν υπάρχει ένα σύστημα χορήγησης αδειών εργασίας και ενδεχομένως πώς οργανώνεται το σύστημα αυτό,

    πώς οργανώνονται οι εργασίες συντήρησης, επιθεώρησης και ελέγχου και

    πώς γίνεται η σήμανση στους χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα.

    Εάν υπάρχουν σχετικά έντυπα για τα σημεία αυτά, μπορούν να περιλαμβάνονται ως υποδείγματα στο έγγραφο προστασίας από τις εκρήξεις. Στο έγγραφο αυτό πρέπει να επισυνάπτεται κατάλογος με τον κινητό εξοπλισμό εργασίας η χρήση του οποίου επιτρέπεται σε χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα. Το επίπεδο λεπτομέρειας του εγγράφου πρέπει να εξαρτάται από τον τύπο και το μέγεθος της εργασίας καθώς και από το βαθμό επικινδυνότητάς της.

    6.3.6 Εφαρμογή των μέτρων προστασίας από εκρήξεις,

    Το έγγραφο προστασίας από εκρήξεις πρέπει να αναφέρει σε ποιον έχει ανατεθεί ή πρόκειται να ανατεθεί ή ποιος είναι υπεύθυνος για την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων ( μεταξύ των οποίων και η εκπόνηση και η συμπλήρωση του εγγράφου προστασίας από εκρήξεις). Πρέπει επίσης να αναφέρεται σε ποια χρονική στιγμή πρέπει να εφαρμοστούν τα μέτρα και πώς ελέγχεται η αποτελεσματικότητά τους.

    6.3.7 Συντονισμός των μέτρων προστασίας από εκρήξεις

    Όταν εργαζόμενoι διαφόρων επιχειρήσεων εργάζονται στoν ίδιo χώρo εργασίας, κάθε εργoδότης είναι υπεύθυνoς για τους χώρους που βρίσκονται στoν έλεγχό τoυ. Ο εργoδότης πoυ έχει την ευθύνη για ένα εργοτάξιο συντoνίζει την εφαρμoγή των μέτρων που αφορούν την πρoστασία από τις εκρήξεις και διευκρινίζει στo σχέδιο πρoστασίας από εκρήξεις τo σκoπό, τα μέτρα και τους τρόπους εφαρμoγής τoυ συντoνισμoύ αυτoύ.

    6.3.8 Παράρτημα του εγγράφου προστασίας από εκρήξεις

    Το παράρτημα μπορεί π.χ. να περιλαμβάνει εγκρίσεις τύπου ΕΚ, δηλώσεις συμμόρφωσης ΕΚ, δελτία δεδομένων ασφαλείας, οδηγίες χρήσης συσκευών, εξοπλισμού ή τεχνικού εξοπλισμού εργασίας κ.τ.ο. Εδώ μπορούν να περιληφθούν λ.χ. και σχέδια συντήρησης που αφορούν την προστασία από εκρήξεις.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

    A.1 Λεξιλόγιο

    Για τη σαφή κατανόηση του εγχειριδίου δίνεται στη συνέχεια ο ορισμός σημαντικών όρων που αφορούν την προστασία από εκρήξεις. Για όρους οι οποίοι στηρίζονται σε νομικούς ορισμούς στις ευρωπαϊκές οδηγίες και στα εναρμονισμένα πρότυπα, βλ. παραπομπή στις σχετικές πηγές. Οι ορισμοί σημαντικών τεχνικών όρων προέρχονται από τη σχετική τεχνική βιβλιογραφία.

    Αγωγός Q

    Οι λεγόμενοι αγωγοί-Q μπορούν να ενσωματωθούν στην έξοδο συσκευών για την εκτόνωση μιας έκρηξης. Ένα ειδικό πλέγμα διακόπτει τη φλόγα έκρηξης, η οποία επεκτείνεται έτσι εκτός του αγωγού Q.

    Αντοχή στην πίεση έκρηξης:

    Ιδιότητα δοχείων και του εξοπλισμού που κατασκευάζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να αντέχουν στην αναμενόμενη πίεση έκρηξης χωρίς να υφίστανται μόνιμη παραμόρφωση[ΕΝ 1127-1]

    Αντοχή στο κρουστικό κύμα της έκρηξης:

    Ιδιότητα των δοχείων και του εξοπλισμού που κατασκευάζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να αντέχουν στην αναμενόμενη πίεση έκρηξης χωρίς να διαρρηγνύονται, αν και μπορεί να υφίστανται μόνιμη παραμόρφωση. [ΕΝ 1127-1]

    Ανώτατο όριο εκρηκτικότητας:

    Ανώτατο όριο του χώρου συγκέντρωσης ενός εύφλεκτου υλικού στον αέρα όπου μπορεί να δημιουργηθεί έκρηξη. [σύμφωνα με το ΕΝ 1127/-1]

    Ατμοσφαιρικές συνθήκες

    Ως ατμοσφαιρικές συνθήκες νοούνται κατά κανόνα θερμοκρασία περιβάλλοντος από -20 °C μέχρι 60 °C και κλίμακα πίεσης από 0,8 έως 1,1 bar [κατευθυντήριες γραμμές ATEX, οδηγία 94/9/ΕΚ]

    Βαθμός διασποράς:

    Βαθμός της (λεπτότερης) κατανομής στερεού ή υγρού υλικού (διασπειρόμενο) σε ένα άλλο υγρό ή αέριο υλικό (υλικό διασποράς) χωρίς μοριακή σύνδεση με τη μορφή αερολύματος (αεροζόλ), γαλακτώματος, κολλοειδούς ή αιωρήματος .

    Εκρηκτική ατμόσφαιρα:

    Ως "εκρηκτική ατμόσφαιρα" νοείται το μείγμα με τον αέρα, σε ατμοσφαιρικές συνθήκες, εύφλεκτων ουσιών υπό μορφή αερίου, ατμών, συγκεντρώσεων σταγονιδίων ή κονιορτού , στο οποίο, μετά από ανάφλεξη, η καύση επεκτείνεται στο σύνολο του μη καιομένου μείγματος. [οδηγία 1999/92/ΕΚ]

    Σημειώνεται ότι μια εκρηκτική ατμόσφαιρα, όπως ορίζεται στην οδηγία, μπορεί να μην είναι δυνατόν να καεί αρκετά γρήγορα για να προκαλέσει έκρηξη, σύμφωνα με τον ορισμό του προτύπου EN 1127-1.

    Εκρηκτική ομάδα:

    Τα αέρια και οι ατμοί αναλόγως του οριακού τους διάκενου (σε συσκευή σύμφωνη με τις προδιαγραφές, η διεισδυτικότητα της φλόγας μιας έκρηξης καθορίζεται από ένα συγκεκριμένο διάκενο) και του ελάχιστου ρεύματος πυροδότησής τους (ρεύμα το οποίο οδηγεί σε ανάφλεξη σε μια συσκευή σύμφωνη με τις προδιαγραφές) χωρίζονται σε τρεις ομάδες (ΙΙ Α, ΙΙ Β ΙΙ Γ. Η ομάδα ΙΙ Γ είναι αυτή με το μικρότερο οριακό διάκενο).

    Εκρηκτικό μείγμα :

    Μίγμα από καύσιμο, το οποίο είναι λεπτά κατανεμημένο όταν βρίσκεται σε μορφή αερίου, και αεριώδες οξειδωτικό, εντός του οποίου μπορεί να διαδοθεί μια έκρηξη εάν αναφλεγεί. Εάν το οξειδωτικό είναι αέρας σε ατμοσφαιρικές συνθήκες, γίνεται λόγος για εκρηκτική ατμόσφαιρα.

    Χώρος στον οποίο υπάρχει κίνδυνος έκρηξης:

    Ένας χώρος στον οποίο είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα σε ποσότητα τέτοια ώστε να απαιτούνται ειδικές προφυλάξεις για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, θεωρείται "χώρος στον οποίο υπάρχει κίνδυνος έκρηξης". [οδηγία 1999/92/ΕΚ]

    Έκρηξη:

    Απότομη αντίδραση οξείδωσης ή διάσπασης, με άνοδο της θερμοκρασίας, της πίεσης ή και των δύο συγχρόνως. [ΕΝ 1127-1]

    Εκτόνωση της πίεσης έκρηξης:

    Μέτρο προστασίας το οποίο περιορίζει την πίεση έκρηξης με την έξοδο του άκαυτου μίγματος και των προϊόντων της καύσης μέσω του ανοίγματος προκαθορισμένων ανοιγμάτων με τρόπο τέτοιο ώστε ένα δοχείο, εργοτάξιο ή κτίριο να μην αντιμετωπίζει πίεση μεγαλύτερη από την προβλεπόμενη αντοχή του.

    Ενεργές πηγές ανάφλεξης:

    Οι συνέπειες των πηγών ανάφλεξης συχνά υποτιμούνται ή δεν αναγνωρίζονται καν. Η δράση τους, δηλ. η ικανότητα ανάφλεξης εκρηκτικών ατμοσφαιρών, εξαρτάται μεταξύ άλλων από την ενέργεια της πηγής ανάφλεξης και από τα χαρακτηριστικά της εκρηκτικής ατμόσφαιρας. Τα χαρακτηριστικά των εκρηκτικών μειγμάτων που αφορούν τη δυνατότητα ανάφλεξης μεταβάλλονται σε μη ατμοσφαιρικές συνθήκες, π.χ. η ελάχιστη ενέργεια ανάφλεξης μειγμάτων με υψηλή περιεκτικότητα σε οξυγόνο μειώνεται κατά πολλές δυνάμεις του 10.

    Εξοπλισμός για την εκτόνωση της πίεσης έκρηξης:

    Εξοπλισμός ο οποίος σε συνθήκες κανονικής λειτουργίας κλείνει ένα άνοιγμα εκτόνωσης και το ανοίγει σε περίπτωση έκρηξης.

    Εξοπλισμός εργασίας

    Ο εξοπλισμός εργασίας περιλαμβάνει κάθε μηχανή, συσκευή, εργαλείο ή εγκατάσταση που χρησιμοποιείται κατά την εργασία [οδηγία 89/655/EOK ]

    Επικίνδυνες ποσότητες:

    Εκρηκτικές ατμόσφαιρες σε ποσότητα, η οποία μπορεί να προκαλέσει κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων ή άλλων ατόμων. [ οδηγία 1999/92/EK ]

    Ήδη ποσότητα 10 λίτρων συμπαγούς εκρηκτικής ατμόσφαιρας σε κλειστό χώρο πρέπει κατά κανόνα να θεωρείται επικίνδυνη, ασχέτως του μεγέθους των χώρων.

    Επικίνδυνη εκρηκτική ατμόσφαιρα:

    Εκρηκτική ατμόσφαιρα σε επικίνδυνες ποσότητες.

    Επιφάνειες εκτόνωσης της πίεσης έκρηξης:

    Οι γεωμετρικές επιφάνειες εκτόνωσης του εξοπλισμού για την εκτόνωση της πίεσης έκρηξης.

    Εργαζόμενος:

    Κάθε πρόσωπο που απασχολείται από έναν εργοδότη, συμπεριλαμβανομένων των ασκουμένων και των μαθητευομένων, εκτός από το υπηρετικό προσωπικό. [οδηγία 89/391/ΕΟΚ]

    Εργοδότης:

    Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο συνδέεται με σχέση εργασίας με τον εργαζόμενο και έχει την ευθύνη για την επιχείρηση και/ή την εγκατάσταση. [οδηγία 89/391/ΕΟΚ]

    Ζώνες:

    βλ. "Κατάταξη σε ζώνες":

    Θερμοκρασία ανάφλεξης:

    Η χαμηλότερη θερμοκρασία υπέρθερμης επιφάνειας, η οποία μετράται σε καθορισμένες συνθήκες δοκιμής, κατά την οποία πραγματοποιείται η ανάφλεξη εύφλεκτης ουσίας όπως μείγματος αερίου / αέρα, ατμού / αέρα ή σκόνης / αέρα. [EN 1127-1]

    Θερμοκρασία επιφανείας, ανώτατη επιτρεπόμενη

    Ανώτατη επιτρεπόμενη θερμοκρασία μιας επιφάνειας (π.χ. ενός μέρους εξοπλισμού), η οποία αποτελεί το υπόλοιπο της θερμοκρασίας ανάφλεξης ή/και υποκαίουσας φλόγας μείον μια καθορισμένη θερμοκρασία.

    Κατάταξη σε ζώνες:

    Οι επικίνδυνοι χώροι κατατάσσονται σε ζώνες βάσει της συχνότητας και της διάρκειας της εμφάνισης εκρηκτικών ατμοσφαιρών. [οδηγία 1999/92/ΕΚ]

    Κατηγορία

    Διαβάθμιση του εξοπλισμού εργασίας ανάλογα με τον απαιτούμενο βαθμό ασφαλείας [οδηγία 94/9/EK ]

    Κατηγορία θερμοκρασίας:

    Ο εξοπλισμός κατατάσσεται σε κατηγορίες θερμοκρασίας ανάλογα με την ανώτατη θερμοκρασία της επιφάνειάς του. Αντιστοίχως τα αέρια κατατάσσονται ανάλογα με τις θερμοκρασίες ανάφλεξής τους.

    Κατηγορία συσκευών:

    Οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας μπορούν να σχεδιάζονται για μια συγκεκριμένη εκρηκτική ατμόσφαιρα. Στην περίπτωση αυτή φέρουν την ανάλογη σήμανση. [οδηγία 94/9/ΕΚ]

    Σημείωση: Υπάρχουν και συσκευές που έχουν σχεδιαστεί για χρήση σε διάφορες εκρηκτικές ατμόσφαιρες, οι οποίες μπορούν π.χ. να χρησιμοποιούνται σε μείγματα σκόνης / αέρα καθώς και σε μείγματα αερίου / αέρα.

    Κατώτατο όριο εκρηκτικότητας:

    Κατώτατο όριο του χώρου συγκέντρωσης ενός εύφλεκτου υλικού στον αέρα όπου μπορεί να δημιουργηθεί έκρηξη. [ EN 1127-1]

    Μέγεθος σωματιδίου

    Ονομαστική διάμετρος σωματιδίου σκόνης.

    Μη επικίνδυνος χώρος:

    Ένας χώρος στον οποίο δεν αναμένεται να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα σε βαθμό τέτοιο ώστε να απαιτούνται ειδικές προφυλάξεις, θεωρείται "μη επικίνδυνος χώρος". [οδηγία 1992/927 ΕΚ]

    Ομάδες συσκευών:

    Η ομάδα συσκευών Ι περιλαμβάνει συσκευές που προορίζονται για χρήση σε υπόγειες δραστηριότητες σε ορυχεία, καθώς και στις επιφανειακές εγκαταστάσεις τους που μπορούν να εκτεθούν σε κίνδυνο από το εκρηκτικό αέριο ορυχείων και/ή καύσιμες σκόνες. Η ομάδα συσκευών ΙΙ περιλαμβάνει συσκευές που προορίζονται για χρήση σε άλλες θέσεις που μπορεί να εκτεθούν σε κίνδυνο από εκρηκτικές ατμόσφαιρες. [οδηγία 94/9/ΕΚ]

    Σημείωση: Ο παρών οδηγός δεν αφορά συσκευές της ομάδας I. (βλ. κεφ. 1.2 πεδίο εφαρμογής)

    Όρια εκρηκτικότητας:

    Όταν η συγκέντρωση του επαρκώς κατανεμημένου εύφλεκτου υλικού στον αέρα υπερβαίνει μια ελάχιστη τιμή (κατώτατο όριο εκρηκτικότητας), είναι δυνατό να συμβεί έκρηξη. Δεν προκαλείται έκρηξη εφόσον η συγκέντρωση του αερίου ή του ατμού υπερβεί μια ανώτατη τιμή (ανώτατο όριο εκρηκτικότητας).

    Σε μη ατμοσφαιρικές συνθήκες τα όρια εκρηκτικότητας μεταβάλλονται. Το πεδίο συγκέντρωσης μεταξύ των ορίων εκρηκτικότητας διευρύνεται, π.χ. κατά κανόνα εφόσον αυξάνονται η πίεση και η θερμοκρασία του μείγματος. Πάνω από εύφλεκτο υγρό μπορεί να δημιουργηθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες μόνον εφόσον η θερμοκρασία της επιφάνειας του υγρού υπερβεί μια ελάχιστη τιμή.

    Οριακή συγκέντρωση οξυγόνου:

    Ανώτατη συγκέντρωση οξυγόνου σε μίγμα εύφλεκτου υλικού με τον αέρα, όπου δεν δημιουργείται έκρηξη το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με προκαθορισμένους όρους δοκιμής. [EN 1127-1]

    Πηγή ανάφλεξης:

    Μια πηγή ανάφλεξης μεταδίδει σε ένα εκρηκτικό μίγμα συγκεκριμένη ποσότητα ενέργειας ικανή να προκαλέσει τη διάδοση της ανάφλεξης στο μείγμα αυτό.

    Πίεση έκρηξης (ανώτατη):

    Ανώτατη πίεση που μετράται κατά τις προβλεπόμενες συνθήκες δοκιμής η οποία εμφανίζεται σε κλειστό δοχείο κατά την έκρηξη εκρηκτικής ατμόσφαιρας. [ΕΝ 1127-1]

    Σημείο ανάφλεξης:

    Η ελάχιστη θερμοκρασία κατά την οποία, σε κανονικές συνθήκες δοκιμής αναδύεται από ένα υγρό εύφλεκτο αέριο ή εύφλεκτος ατμός σε ποσότητες τέτοιες ώστε κατά την επαφή με ενεργό πηγή ανάφλεξης να εμφανίζεται αμέσως φλόγα. [ΕΝ 1127-1]

    Σημείο ανάφλεξης:

    Το σημείο ανάφλεξης είναι η θερμοκρασία, άνω της οποίας πρέπει να αναμένεται δημιουργία εκρηκτικής ατμόσφαιρας εξαιτίας των καυσαερίων που δημιουργούνται [ VDI 2263 ]

    Συσκευή:

    Ως συσκευές νοούνται οι μηχανές, τα εργαλεία, οι εξοπλισμοί, οι σταθερές ή κινητές διατάξεις, τα χειριστήρια και τα όργανα, τα συστήματα ανίχνευσης και πρόληψης, τα οποία μεμονωμένα ή σε συνδυασμό, προορίζονται για την παραγωγή, τη μεταφορά, την αποθήκευση, τη μέτρηση, τη ρύθμιση, τη μετατροπή ενέργειας και την επεξεργασία υλικών και τα οποία, εξαιτίας των δυνητικών πηγών ανάφλεξης που τα χαρακτηρίζουν, υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσουν έκρηξη. [οδηγία 94/9/ΕΚ]

    Συστατικά μέρη:

    Καλούνται "συστατικά μέρη" τα τμήματα που είναι απαραίτητα για την ασφαλή λειτουργία των συσκευών και των συστημάτων προστασίας, τα οποία όμως δεν έχουν αυτόνομη λειτουργία. [οδηγία 94/9/ΕΚ]

    Σύστημα προστασίας:

    "Συστήματα προστασίας" θεωρούνται οι διατάξεις, πλην των συστατικών μερών των συσκευών που ορίζονται παραπάνω, που προορίζονται για την άμεση διακοπή των εκρήξεων στη γένεσή τους και/ή για τον περιορισμό της ζώνης που προσβάλλεται από μία έκρηξη και οι οποίες διατίθενται χωριστά στην αγορά ως συστήματα με αυτόνομες λειτουργίες. [οδηγία 94/9/ΕΚ]

    Σημείωση: Στα συστήματα προστασίας περιλαμβάνονται και τα ολοκληρωμένα συστήματα προστασίας, τα οποία μπορούν να διατίθενται στην αγορά συνδεδεμένα με μια συσκευή.

    Ουσίες που είναι δυνατό να δημιουργήσουν εκρηκτικές ατμόσφαιρες: Οι εύφλεκτες και/ή καύσιμες ουσίες θεωρούνται ως υλικά που είναι δυνατόν να δημιουργήσουν εκρηκτικές ατμόσφαιρες, εκτός εάν από την εξέταση των ιδιοτήτων τους προκύπτει ότι τα μείγματά τους με αέρα δεν είναι σε θέση να μεταδώσουν αυτομάτως την έκρηξη. [οδηγία 1999/92/ΕΚ]

    Τεχνικά στεγανό:

    Τεχνικά στεγανά είναι μέρη των εγκαταστάσεων εφόσον δεν διακρίνεται ελαττωματική μόνωση κατά την εξέταση ή την επιθεώρηση / τον έλεγχο στεγανότητας που πραγματοποιείται για τη συγκεκριμένη χρήση τους, π.χ. με μέσα που δημιουργούν αφρό ή με συσκευές εντοπισμού διαρροών αν και δεν μπορούν να αποκλειστούν σπάνιες, μικρές διαρροές εύφλεκτων ουσιών.

    Τύπος προστασίας από ανάφλεξη:

    Τα ιδιαίτερα μέτρα που λαμβάνονται για τον εξοπλισμό με σκοπό την αποφυγή ανάφλεξης στην περιβάλλουσα εκρηκτική ατμόσφαιρα. [σύμφωνα με το πρότυπο ΕΝ 1127-1]

    Υβριδικά μείγματα:

    Μείγμα αέρα και εύφλεκτων υλικών σε διάφορες φυσικές μορφές, π.χ. μείγμα μεθανίου και σκόνης άνθρακα στον αέρα. [EN 1127-1]

    A.2 Νομοθετικές διατάξεις και συμπληρωματική βιβλιογραφία για την προστασία από εκρήξεις

    Το παράρτημα A.2 περιλαμβάνει τις ευρωπαϊκές οδηγίες και τα εγχειρίδια καθώς και τα ευρωπαϊκά εναρμονισμένα πρότυπα στη γλώσσα στην οποία έχουν συνταχθεί τα εθνικά εγχειρίδια. Η εθνική νομοθεσία για την εφαρμογή της οδηγίας 1999/92/EK -εφόσον είναι γνωστή κατά τη στιγμή της εκπόνησης του εγχειριδίου- αναφέρεται στη γλώσσα δημοσίευσής της.

    Στο παράρτημα υπάρχουν επιπλέον κεφάλαια, τα οποία μπορούν να συμπληρωθούν από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, για την προσθήκη επιπλέον νομοθετικών κειμένων και βιβλιογραφίας καθώς και για την αναφορά των υπεύθυνων εθνικών υπηρεσιών.

    A.2.1 Ευρωπαϊκές οδηγίες και εγχειρίδια [16]

    [16] Τα πλήρη κείμενα των συγκεκριμένων οδηγιών είναι διαθέσιμα δωρεάν στο διαδίκτυο στο ευρωπαϊκό νομικό λεξικό (EUR-LEX) στη διεύθυνση: http://europa.eu.int/eur-lex/de/search/ search_lif.html.

    8.3. 89/391/ΕΟΚ οδηγία 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία(ΕΕ L 183, 29.6.1989, σελ.1)

    89/655/ΕΟΚ οδηγία 89/655/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 1989, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (ΕΕ L 393, 30.12.1989, σελ. 13)

    90/396/EOK οδηγία 90/396/EOK του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1990, σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις συσκευές αερισμού (ΕΕ L 196, της 26.7.1990, σελ. 15)

    92/58/ΕΟΚ οδηγία 92/58/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1992 σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τη σήμανση ασφάλειας και/ή υγείας στην εργασία (ενάτη ειδική οδηγία κατά τη έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (ΕΕ L 245, 26.8.1992, σελ. 23)

    92/91/EOK οδηγία 92/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Νοεμβρίου 1992, περί των ελαχίστων προδιαγραφών για τη βελτίωση της προστασίας, της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων στις εξορυκτικές διά γεωτρήσεων βιομηχανίες (ενδέκατη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (EE L 348, 28.11.1992, σ. 9)

    92/104/ΕΟΚ οδηγία 92/104/EΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 1992, περί των ελαχίστων προδιαγραφών για τη βελτίωση της προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων στις υπαίθριες ή υπόγειες εξορυκτικές βιομηχανίες (δωδεκάτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (ΕΕ L 404, 31.12.1992, σελ. 10)

    94/9/EK οδηγία 94/9/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1994, σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών για τις συσκευές και τα συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες (ΕΕ L 1000, της 19.4.1994, σελ. 1), η οποία τροποποιήθηκε για τελευταία φορά στις 26 Ιανουαρίου 2000 (ΕΕ L 304 της 26.01.2000 σ. 42)

    96/82/ΕΚ οδηγία 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 1996 για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες (ΕΕ L 010, 14.01.1997, σ. 13)

    1999/92/EK οδηγία 1999/92/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1999 σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη βελτίωση της προστασίας της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων οι οποίοι είναι δυνατό να τεθούν σε κίνδυνο από εκρηκτικές ατμόσφαιρες (15η ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος (1) της οδηγίας 89/391/EOK) (ΕΕ L23, της 28.1.2000, σελ. 57), η οποία τροποποιήθηκε για τελευταία φορά στις 7 Ιουνίου 2000 (ΕΕ L 134 της 7.6.2000, σελ. 36)

    2001/45/ΕΚ οδηγία 2001/45/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, για την τροποποίηση της οδηγίας 89/655/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (ΕΕ L 195, 19.7.2001, σ. 46)

    Κατευθυντήριες γραμμές ATEX : κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της οδηγίας 94/9/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1994, σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών για τις συσκευές και τα συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες: Μάιος 2000 (δημοσίευση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, 2001). ISBN 92-894-0784-0

    67/548/ΕΟΚ οδηγία 67/548/EΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1994, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν στην ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 196 σελ. 1, της 16.08.1967), η οποία τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 6 Αυγούστου 2001 (ΕΕ L 225, 21.08.2001, σελ. 1)

    A.2.2 Εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών για τη μεταφορά της οδηγίας 1999/92/ΕΚ (το κείμενο με πλάγιους χαρακτήρες θα συμπληρωθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή)

    Βέλγιο

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Δανία

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Γερμανία

    BetrSichV Κανονισμός για την απλοποίηση της νομοθεσίας στον τομέα της ασφάλειας και της προστασίας της υγείας κατά τη διάθεση και χρήση εξοπλισμού εργασίας στον τομέα της ασφάλειας, κατά τη λειτουργία εγκαταστάσεων στις οποίες χρειάζεται παρακολούθηση και στον τομέα της οργάνωσης της προστασίας της εργασίας σε μια επιχείρηση - κανονισμός σχετικά με την ασφάλεια στις επιχειρήσεις (Betriebssicherheitsνerordnung- BetrSichΝ)(BGBl.2002, μέρος Ι, σελ. 3777)

    Αγγλία

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Ελλάδα

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Σουηδία

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Ισπανία

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Γαλλία

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Ιρλανδία

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Ιταλία

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Λουξεμβούργο

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Κάτω Χώρες

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Αυστρία

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Πορτογαλία

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    Φινλανδία

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    A.2.3 Επιλογή ευρωπαϊκών προτύπων

    8.4. Σχετικός ενημερωμένος κατάλογος είναι διαθέσιμος στον ιστοχώρο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Τυποποίησης (CEN):

    8.5. http://www.cenorm. be/standardization/ tech_bodies/cen_bp/workpro/tc305.htm

    EN 50 281-3 Ταξινόμηση των χώρων όπου βρίσκονται ή μπορεί να απαντώνται εύφλεκτες σκόνες

    EN 1127-1 Εκρηκτικές ατμόσφαιρες- προστασία από εκρήξεις- μέρος Ι: αρχές και μεθοδολογία. έκδοση EN 1127-1:1997

    EN 13463-1 Μη ηλεκτρικές συσκευές για χρήση σε χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα - Μέρος 1: αρχές και μεθοδολογία. έκδοση EN 13463-1:2001

    EN 12874 Αντιπυρικός εξοπλισμός - Απαιτήσεις απόδοσης, διαδικασίες ελέγχου και όρια χρήσης του, έκδοση EN 12874: 2001

    EN 60079-10 Ηλεκτρικός εξοπλισμός εργασίας για χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα - Μέρος 10: Διαχωρισμός των χώρων στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα, έκδοση 60079 - 10: 1996

    prEN 1839: Καθορισμός των ορίων εκρηκτικότητας αερίων και μειγμάτων αερίων στον αέρα

    prEN 13237-1 Εκρηκτικές ατμόσφαιρες- προστασία από εκρήξεις- μέρος Ι: ονομασίες και ορισμοί συσκευών, συστημάτων προστασίας και συστατικών μερών για χρήση σε εκρηκτικές ατμόσφαιρες. Έκδοση prEN 13237-1:1998

    prEN 13463-2 Μη ηλεκτρικές συσκευές για χρήση σε χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα - Μέρος 2: Προστασία από εκρηκτικά αέρια μέσω ερμητικής κάλυψης "fr" Έκδοση prEN 13463-2:2000

    prEN 13463-5 Μη ηλεκτρικές συσκευές για χρήση σε χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα - Μέρος 5: Προστασία μέσω ασφαλούς τρόπου κατασκευής Έκδοση prEN 13463-5:2000

    prEN 13463-8 Μη ηλεκτρικές συσκευές για χρήση σε χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα - Μέρος 8: Προστασία μέσω εμβάπτισης σε υγρό "k" Έκδοση prEN 13463-8:2001

    prEN 13673-1 Διαδικασία για τον καθορισμό της ανώτατης πίεσης έκρηξης και της ανώτατης προσωρινής αύξησης της πίεσης για αέρια και ατμούς - Μέρος 1: - Καθορισμός της ανώτατης πίεσης έκρηξης Έκδοση prEN 13673-1:1999

    prEN 13673-2 Διαδικασία για τον καθορισμό της ανώτατης πίεσης έκρηξης και της ανώτατης προσωρινής αύξησης της πίεσης για αέρια και ατμούς - Μέρος 1: Διαδικασία για τον καθορισμό της ανώτατης προσωρινής αύξησης της πίεσης

    prEN 13821: Καθορισμός της ελάχιστης ενέργειας ανάφλεξης μειγμάτων σκόνης / αέρα Έκδοση prEN13821:2000

    prEN 13980: Xώροι στους οποίους μπορεί να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα- χρήση συστημάτων διαχείρισης ποιότητας. Έκδοση prEN 13980:2000

    prEN 14034-1 Καθορισμός των εκρηκτικών παραμέτρων νεφών σκόνης- Μέρος 1: καθορισμός της ανώτατης πίεσης έκρηξης. Έκδοση prEN 14034-1:2002

    prEN 14034-4 Καθορισμός των εκρηκτικών παραμέτρων νεφών σκόνης - Μέρος 4: Καθορισμός της οριακής συγκέντρωσης οξυγόνου Έκδοση prEN14034-4:2001

    prEN 14373: Συστήματα καταστολής εκρήξεων

    prEN 14460: Ασφαλής από εκρήξεις τρόπος κατασκευής

    prEN 14491: Συστήματα εξαερισμού σε χώρους στους οποίους υπάρχει κίνδυνος εκρήξεων από σκόνες

    prEN 14522: Καθορισμός της ελάχιστης θερμοκρασίας ανάφλεξης για αέρια και ατμούς.

    Α.2.4 Περαιτέρω εθνική νομοθεσία και βιβλιογραφία (προς συμπλήρωση από τις αρμόδιες εθνικές αρχές)

    Εθνική νομοθεσία

    Τίτλος Πλήρης τίτλος (σύντομος τίτλος), ημερομηνία έκδοσης, πηγή

    ...

    Βιβλιογραφία

    Τίτλος, συγγραφέας, ημερομηνία δημοσίευσης, πηγή

    ...

    A.2.5 Αρμόδιες εθνικές υπηρεσίες (προς συμπλήρωση από τις αρμόδιες εθνικές αρχές)

    Όνομα:...................................................

    Όνομα του οργανισμού ή υπεύθυνος

    Οδός / ταχ. θυρίδα

    Ταχ. κώδικας,, πόλη // Τηλ.: ...

    Φαξ: ...

    ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: ...

    ... // ...

    A.3 Υποδείγματα εντύπων και κατάλογος παραγόντων που θα πρέπει να ελέγχονται

    Τα υποδείγματα εντύπων και οι κατάλογοι παραγόντων που πρέπει να ελέγχονται (checklists) αποσκοπούν στη διευκόλυνση της εφαρμογής στην πράξη του περιεχομένου των εγχειριδίων και δεν πρέπει να θεωρούνται ως πλήρη πονήματα.

    A.3.1 Κατάλογος: "Προστασία από εκρήξεις στο εσωτερικό συσκευών"

    A.3.2 Κατάλογος: "Προστασία από εκρήξεις στο περιβάλλον συσκευών"

    A.3.3 Υπόδειγμα: "Άδεια για εργασία με πηγές ανάφλεξης σε χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα":

    A.3.4 Κατάλογος: "Μέτρα συντονισμού για την προστασία από εκρήξεις στις επιχειρήσεις"

    A.3.5 Κατάλογος: "Καθήκοντα του συντονιστή για την προστασία από εκρήξεις στις επιχειρήσεις"

    A.3.6 Κατάλογος: "Πληρότητα του εγγράφου προστασίας από εκρήξεις"

    A.3.1 Κατάλογος "Προστασία από εκρήξεις στο εσωτερικό συσκευών"

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    A.3.2 Κατάλογος: "Αξιολόγηση της προστασίας από εκρήξεις"

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    A.3.3 Υπόδειγμα: "Άδεια για εργασία με πηγές ανάφλεξης σε χώρους στους οποίους είναι δυνατό να δημιουργηθεί εκρηκτική ατμόσφαιρα"

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    A.3.4 Κατάλογος "Μέτρα συντονισμού για την προστασία από εκρήξεις στις επιχειρήσεις"

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    A.3.5 Κατάλογος: "Καθήκοντα του συντονιστή για την προστασία από εκρήξεις στην επιχείρηση"

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    A.3.6 Κατάλογος: "Πληρότητα του εγγράφου προστασίας από εκρήξεις"

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    A.4 Προσθήκη του κειμένου της οδηγίας στις διάφορες γλώσσες από την Επιτροπή

    Οδηγία 1999/92/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1999 σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη βελτίωση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων οι οποίοι είναι δυνατόν να εκτεθούν σε κίνδυνο από εκρηκτικές ατμόσφαιρες.

    Top