Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52002DC0394

    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Eυρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Ενδιάμεση επανεξέταση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής

    /* COM/2002/0394 τελικό */

    52002DC0394

    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Eυρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Ενδιάμεση επανεξέταση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής /* COM/2002/0394 τελικό */


    ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ EΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ - Ενδιάμεση επανεξέταση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής

    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    Η παρούσα ανακοίνωση αποτελεί συνέχεια της εντολής που έλαβε η Επιτροπή από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Βερολίνου για την υποβολή ενδιάμεσης αξιολόγησης του Προγράμματος Δράσης 2000, εντός του ευρύτερου πλαισίου της πρόσφατης δημόσιας συζήτησης σχετικά με την Κοινή Γεωργική Πολιτική (ΚΓΠ) και το μέλλον της.

    Από τη συζήτηση αυτή φάνηκε ότι παρόλο που οι απόψεις σχετικά με το τι περιμένουν οι ευρωπαίοι πολίτες από την ΚΓΠ διαφέρουν, τόσο οι υπέρμαχοι όσο και οι επικριτές της ΚΓΠ συμφωνούν σε μεγάλο βαθμό όσον αφορά μία σειρά στόχων τους οποίους θα πρέπει να προωθήσουν η γεωργική πολιτική και η πολιτική για την ανάπτυξη της υπαίθρου.

    Οι στόχοι αυτοί παραμένουν σήμερα σε μεγάλο βαθμό οι ίδιοι με αυτούς που είχαν καθοριστεί στο Βερολίνο και τονιστεί κατά την Ευρωπαϊκή Διάσκεψη Κορυφής του Gφteborg. Οι στόχοι αυτοί, οι οποίοι πρέπει να επιτευχθούν εντός του δημοσιονομικού πλαισίου που εγκρίθηκε επίσης στο Βερολίνο, είναι :

    - μία ανταγωνιστική γεωργία.

    - μέθοδοι παραγωγής που σέβονται το περιβάλλον, ικανές να προσφέρουν τα προϊόντα ποιότητας που ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των καταναλωτών.

    - δίκαιο βιοτικό επίπεδο και εισοδηματική σταθερότητα για τους γεωργούς.

    - ποικιλομορφία όσον αφορά τις γεωργικές δραστηριότητες, διατήρηση της ποικιλομορφίας των τοπίων μας και ένας αγροτικός κόσμος ζωντανός και δραστήριος.

    - απλουστευμένη γεωργική πολιτική που θα διασφαλίζει σαφή επιμερισμό των ευθυνών μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών.

    - αιτιολόγηση της στήριξης με την παροχή υπηρεσιών που το κοινό αναμένει από τους γεωργούς.

    Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές διαφορές ως προς τον τρόπο με τον οποίο είναι δυνατόν να επιτευχθούν καλύτερα οι στόχοι αυτοί. Για να γίνουν καλύτερα κατανοητές οι διαφορές αυτές, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τη δυσκολία που παρουσιάζει η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των αγροτικών περιοχών, αντιμετωπίζοντας παράλληλα την αύξηση του κόστους που απορρέει από τις απαιτήσεις προώθησης αυστηρότερων προτύπων στον τομέα του περιβάλλοντος, της ασφάλειας και της ποιότητας των τροφίμων ή της καλής διαβίωσης των ζώων.

    Η Ανακοίνωση απορρίπτει την ιδέα ότι η γεωργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να προωθήσει τους στόχους που αναμένουν οι πολίτες μας με την κατάργηση ή την επανεθνικοποίηση της παρεχόμενης στήριξης στον γεωργικό τομέα. Κατά τον ίδιο τρόπο, αποκλείεται η ιδέα του περιορισμού της γεωργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ένα ρόλο παθητικό, ο οποίος θα περιορίζεται απλώς στην παρακολούθηση των εξελίξεων χωρίς να μπορεί να δώσει πολιτική απάντηση.

    Αντίθετα, η Ανακοίνωση θέτει ως στόχο την πλήρη ανταπόκριση τις ανησυχίες που διατυπώνουν οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της ΚΓΠ επικεντρώνοντας την ενδιάμεση επανεξέταση στον εντοπισμό του καλύτερου μέσου στήριξης της γεωργίας και των αγροτικών περιοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με στόχο τη βελτίωση της συνεκτικότητας των πολιτικών μέσων της ΚΓΠ, η Ανακοίνωση προτείνει μία σειρά ουσιαστικών προσαρμογών για την επίτευξη των ακόλουθων στόχων :

    Βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση καθιστώντας την παρέμβαση πραγματικό πλέγμα ασφαλείας το οποίο θα επιτρέπει στους παραγωγούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ανταποκρίνονται στα μηνύματα της αγοράς προστατεύοντάς τους παράλληλα από ακραίες διακυμάνσεις των τιμών. Για το σκοπό αυτό, τα προτεινόμενα μέτρα για τη στήριξη της αγοράς περιλαμβάνουν :

    1. Στον τομέα των σιτηρών, μία σειρά προτάσεων που θέτουν τέρμα στη διαδικασία μεταρρύθμισης που ξεκίνησε το 1992 και συνεχίστηκε το 1999. Οι προτάσεις αυτές περιλαμβάνουν πρόσθετη μείωση της τιμής παρέμβασης κατά 5% (όπως προτείνεται στο Πρόγραμμα Δράσης 2000), κατάργηση των μηνιαίων προσαυξήσεων της τιμής παρέμβασης των σιτηρών, κατάργηση της παρέμβασης για τη σίκαλη, και προσαρμογή του συστήματος προστασίας στα κοινοτικά σύνορα σύμφωνα με τα διεθνή δικαιώματα και υποχρεώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    2. Τα υπόλοιπα μέτρα που αφορούν τον τομέα των μεγάλων καλλιεργειών είναι :

    α) η μείωση του επιπέδου της ειδικής συμπληρωματικής ενίσχυσης για τον σκληρό σίτο και η εισαγωγή πριμοδότησης της ποιότητας.

    β) η μείωση της τιμής παρέμβασης του ρυζιού μέχρι το επίπεδο της διεθνούς αγοράς και, ως αντιστάθμιση, η χορήγηση άμεσης ενίσχυσης στους παραγωγούς.

    γ) προσαρμογές για τις αποξηραμένες ζωοτροφές, τις πρωτεϊνούχες καλλιέργειες και τους καρπούς με κέλυφος.

    3. Στον τομέα του βοείου κρέατος, σημαντική απλούστευση του συστήματος άμεσων ενισχύσεων για την καλύτερη ανταπόκριση των παραγωγών στα αιτήματα των καταναλωτών για ασφαλέστερα και καλύτερης ποιότητας προϊόντα.

    4. Επιπλέον, τέσσερις εναλλακτικές λύσεις για το μέλλον της στήριξης στον γαλακτοκομικό τομέα υποβάλλονται προς συζήτηση.

    Προώθηση μιας προσανατολισμένης προς την αγορά και αειφόρου γεωργίας με την ολοκλήρωση της μετάβασης από το καθεστώς στήριξης του προϊόντος στο καθεστώς στήριξης του παραγωγού με την εισαγωγή ενός συστήματος ενισχύσεων αποσυνδεδεμένων από την παραγωγή, ανά γεωργική εκμετάλλευση, το οποίο θα βασίζεται σε στοιχεία του παρελθόντος και θα υπόκειται στην τήρηση των υποχρεωτικών προτύπων για το περιβάλλον, την καλή διαβίωση των ζώων και την ποιότητα των τροφίμων.

    Ενίσχυση της ανάπτυξης της υπαίθρου με τη μεταφορά κεφαλαίων από τον πρώτο στον δεύτερο πυλώνα της ΚΓΠ μέσω της εισαγωγής ενός υποχρεωτικού συστήματος δυναμικής διαφοροποίησης στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επεκτείνοντας παράλληλα το πεδίο εφαρμογής των ήδη υφιστάμενων μέσων στο πλαίσιο της πολιτικής ανάπτυξης της υπαίθρου για την προώθηση της ποιότητας των τροφίμων, την ανταπόκριση σε αυστηρότερα πρότυπα και την ενίσχυση της καλής διαβίωσης των ζώων.

    Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις των μέτρων της ΚΓΠ επιτρέπουν σημαντική ευελιξία όσον αφορά τις αποφάσεις για την παραγωγή και απλουστεύουν αισθητά τον τρόπο με τον οποίο χορηγούνται οι ενισχύσεις στους παραγωγούς διασφαλίζοντας παράλληλα τη σταθερότητα του εισοδήματός τους. Οι τροποποιήσεις αυτές προωθούν επίσης σημαντική απλούστευση της ΚΓΠ, διευκολύνουν τη διαδικασία διεύρυνσης και συμβάλλουν στην καλύτερη προάσπιση της ΚΓΠ στο πλαίσιο του ΠΟΕ.

    Η ενδιάμεση επανεξέταση έχει σχεδιαστεί σαφώς κατά τρόπο που να σέβεται τους στόχους και το γενικό γεωργικό και δημοσιονομικό πλαίσιο που έχουν εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Βερολίνου. Στόχος της είναι η βελτίωση της αποτελεσματικότητας, της αειφορίας και της επικουρικότητας της ΚΓΠ, απλουστεύοντας την εφαρμογή της και λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη την ανάγκη διατήρησης των γεωργικών εισοδημάτων κατά τρόπο που να περιορίζει τις στρεβλώσεις στις συναλλαγές και να σέβεται τις τάσεις όσον αφορά τις επιλογές των καταναλωτών και γενικότερα της κοινής γνώμης.

    ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

    1. Η κοινή γεωργική πολιτική - μια εξελισσόμενη πολιτική

    1.1. Εισαγωγή

    1.2. Επιτεύγματα και κενά

    2. Προς μία πιο αειφόρο κοινή γεωργική πολιτική

    2.1. Οι στόχοι της ενδιάμεσης επανεξέτασης

    2.2. Ο προοπτικές των αγορών

    2.3. Σταθεροποίηση των αγορών και βελτίωση των κοινών οργανώσεων αγοράς

    2.4. Θέση σε λειτουργία ενός απλούστερου και περισσότερο φιλικού προς το περιβάλλον μηχανισμού άμεσης στήριξης

    2.5. Καλύτερη κατανομή της στήριξης για την αειφόρο γεωργία και την ανάπτυξη της υπαίθρου

    2.6. Εδραίωση και ενίσχυση της ανάπτυξης της υπαίθρου

    2.7. Προϋπολογισμός

    2.8. Κρατικές ενισχύσεις

    2.9. Επόμενα στάδια

    3. Αναμενόμενες επιπτώσεις των προτάσεων

    3.1. Εσωτερικές επιπτώσεις

    3.2. Εξωτερικές επιπτώσεις

    3.3. Δημοσιονομικές επιπτώσεις

    Παράρτημα : Εξέλιξη των γεωργικών δαπανών από το 2000 έως το 2006

    1. Η κοινή γεωργική πολιτική - μια εξελισσόμενη πολιτική

    1.1. Εισαγωγή

    Το 1999 το Eυρωπαϊκό Συμβούλιο του Βερολίνου συμφώνησε την βασιζόμενη στο Πρόγραμμα Δράσης 2000 μεταρρύθμιση της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ), ένα νέο και σημαντικό βήμα στη διαδικασία της μεταρρύθμισης. Το Πρόγραμμα Δράσης 2000 αποτελούσε εμβάθυνση και επέκταση της μεταρρύθμισης του 1992 όσον αφορά την πολιτική για τις αγορές καθώς και εδραίωση της ανάπτυξης της υπαίθρου ως του δεύτερου πυλώνα της κοινής γεωργικής πολιτικής.

    Το Πρόγραμμα Δράσης 2000 ρητά καθόρισε οικονομικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς στόχους στο πλαίσιο μιας νέας αναμορφωμένης δέσμης στόχων της κοινής γεωργικής πολιτικής που ήσαν συνεπείς με τις απαιτήσεις της Συνθήκης του Άμστερνταμ. Σκοπός ήταν να δοθεί συγκεκριμένη μορφή σε ένα Ευρωπαϊκό Υπόδειγμα Γεωργίας και να διατηρηθεί η ποικιλία των γεωργικών συστημάτων, στο σύνολο της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών που αντιμετωπίζουν ειδικά προβλήματα, κατά τα προσεχή έτη. Οι στόχοι αυτοί συνεπάγονται μεγαλύτερο προσανατολισμό προς την αγορά και αυξημένη ανταγωνιστικότητα, ασφάλεια και ποιότητα των τροφίμων, σταθεροποίηση των γεωργικών εισοδημάτων, ενσωμάτωση των περιβαλλοντικών ζητημάτων στη γεωργική πολιτική, ανάπτυξη της ζωτικότητας των αγροτικών περιοχών, απλούστευση και αυξημένη αποκέντρωση.

    Οι στόχοι αυτοί συμβαδίζουν με την Στρατηγική Αειφόρου Ανάπτυξης (ΣΑΑ) που συμφωνήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Gφteborg το 2001 και η οποία απαιτεί να εξετάζονται συντονισμένα οι οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις όλων των πολιτικών και να λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων.

    Η ενδιάμεση επανεξέταση δίνει στην EΕ την ευκαιρία να εξετάσει τις γεωργικές πολιτικές που εφαρμόζει και να εξασφαλίσει ότι επιτυγχάνουν με τον καλύτερο τρόπο τους στόχους που καθορίστηκαν στο Πρόγραμμα Δράσης 2000 και στο Gφteborg. Νέα μέτρα θα πρέπει επίσης να συνεχίσουν την προσαρμογή των βασικών πολιτικών στους εσωτερικούς και εξωτερικούς στόχους της αειφόρου ανάπτυξης που ζητεί η ανακοίνωση της Επιτροπής "προς μια παγκόσμια σύμπραξη για αειφόρο ανάπτυξη" (COM(2002) 82), ιδίως με την προοπτική της παγκόσμιας διάσκεψης για την αειφόρο ανάπτυξη, τον Σεπτέμβριο 2002 στο Γιοχάνεσμπουργκ. Η διαδικασία αυτή αποτελεί μία απάντηση στις ανησυχίες που έχουν εκφραστεί όσον αφορά την ισορροπία των παγκόσμιων διαρθρώσεων παραγωγής και κατανάλωσης, διασφαλίζοντας παράλληλα τα προς το ζην στον αγροτικό πληθυσμό της Ευρώπης.

    1.2. Επιτεύγματα και κενά

    Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλά επιτεύχθηκαν κατά τη μεταρρυθμιστική διαδικασία από το 1992. Η ισορροπία των αγορών έχει βελτιωθεί και τα γεωργικά εισοδήματα εξελίχθηκαν ευνοϊκά. Τέθηκε μια υγιής βάση για τη διεύρυνση και για τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις του ΠΟΕ. Ωστόσο, σε πολλούς τομείς παραμένουν κενά μεταξύ των στόχων που καθορίστηκαν στο Πρόγραμμα Δράσης 2000 για την ΚΓΠ, και της ικανότητάς της να φέρει τα αποτελέσματα που αναμένει η κοινωνία. Οι πολίτες της Eυρώπης γενικά βλέπουν τις ανησυχίες τους και τις προσδοκίες τους να αντανακλώνται στους στόχους που συμφωνήθηκαν στο Πρόγραμμα Δράσης 2000. Ωστόσο, δεν είναι απολύτως βέβαιοι κατά πόσον οι τρέχουσες πολιτικές επιτυγχάνουν πλήρως τους στόχους αυτούς, ιδίως στο πλαίσιο των νέων προκλήσεων που εμφανίζονται για τη γεωργία της ΕΕ.

    Οικονομική βιωσιμότητα

    Προσανατολισμός προς την αγορά - προσαρμογή στις νέες ευκαιρίες

    Για να βοηθηθεί η ευρωπαϊκή γεωργία να εκμεταλλευθεί τις αναμενόμενες εξελίξεις στη διεθνή αγορά, το Πρόγραμμα Δράσης 2000 επεδίωκε να βελτιώσει τον προσανατολισμό προς την αγορά και την ανταγωνιστικότητα της κοινοτικής γεωργίας τόσο στις εγχώριες όσο και στις εξωτερικές αγορές. Η στήριξη των τιμών μειώθηκε περαιτέρω για τα σιτηρά και το βόειο κρέας, ενώ οι άμεσες ενισχύσεις στους τομείς αυτούς αυξήθηκαν και αναδιοργανώθηκαν για να απoζημιωθούν οι γεωργοί, οι δε ενισχύσεις για τους ελαιούχους σπόρους προοδευτικά ευθυγραμμίσθηκαν με τις ενισχύσεις για τα σιτηρά. Παρόμοια μεταρρύθμιση αποφασίσθηκε για τον τομέα του γάλακτος από το 2005 και μετά.

    Οι μειώσεις των θεσμικών τιμών για τα σιτηρά βελτίωσαν περισσότερο τις προοπτικές τους τόσο για εγχώρια χρήση όσο και για εξαγωγές. Αυτό συνέβαλε ώστε η ΕΕ να διατηρήσει τη θέση της ως μείζων εξαγωγέας παγκοσμίως, ενώ τα αποθέματα σιτηρών συρρικνώθηκαν σε χαμηλά επίπεδα, με εξαίρεση τη σίκαλη. Οι εγχώριες τιμές προσεγγίζουν πλέον τις τιμές της διεθνούς αγοράς και οι προοπτικές φαίνονται θετικές, και πάλι με εξαίρεση τη σίκαλη. Εντούτοις, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές αβεβαιότητες, καθόσον η αστάθεια στις εξελίξεις των τιμών και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες θα μπορούσε να περιορίσει τις εξαγωγικές ευκαιρίες κατά ορισμένα έτη. Γενικότερα, η παραγωγή σιτηρών στην EΕ είναι πιθανό να αντιμετωπίσει αυξημένη πίεση από παραδοσιακούς και νέους ανταγωνιστές, ιδίως στις αγορές ζωοτροφών.

    Πριν από την κρίση του βοείου κρέατος, τα αποθέματα της παρέμβασης είχαν μηδενιστεί και στον τομέα αυτό και τα αποθέματα που δημιουργήθηκαν στην παρέμβαση κατά τη διάρκεια της κρίσης αναμένεται να εκλείψουν ταχύτερα κατά τα προσεχή έτη από ό,τι προβλεπόταν αρχικά. Από την άποψη αυτή, οι μηχανισμοί διαχείρισης των αγορών που συμφωνήθηκαν με το Πρόγραμμα Δράσης 2000 φαίνεται ότι υπήρξαν αρκετά ευέλικτοι, ώστε να διευκολύνουν την ανάκαμψη της αγοράς βοείου κρέατος. Αλλά στον τομέα του βοείου κρέατος τα πραγματικά επίπεδα στήριξης των τιμών παραμένουν υψηλά σε σύγκριση με τις τιμές της διεθνούς αγοράς, αν και οι αγορές από την παρέμβαση έχουν πλέον τοποθετηθεί σε επίπεδο δικτύου ασφαλείας. Οι άμεσες ενισχύσεις στον τομέα του βοείου κρέατος καταβάλλονται ανά κεφαλή ζώου και ακόμη παρέχουν κίνητρα να παράγει κανείς μέχρι το ανώτατο όριο των ενισχύσεων. Αντίθετα, τα επίπεδα στήριξης στον τομέα των σιτηρών προσεγγίζουν πολύ περισσότερο στα επίπεδα των τιμών της διεθνούς αγοράς και οι άμεσες ενισχύσεις είναι ήδη σε μεγαλύτερο βαθμό αποσυνδεδεμένες από την παραγωγή.

    Το Πρόγραμμα Δράσης 2000 προέβλεπε επίσης ότι οι χαμηλότερες θεσμικές τιμές θα ενθάρρυναν τη μεγαλύτερη διαφοροποίηση των αγοραίων τιμών μεταξύ προϊόντων χαμηλότερου κόστους και προϊόντων υψηλότερης προστιθέμενης αξίας καθώς και μεγαλύτερο προσανατολισμό των γεωργών προς τα σήματα που δίνει η αγορά. Εντούτοις, ενώ σε πολλούς τομείς η παρέμβαση στην αγορά περιορίζεται όλο και περισσότερο σε ρόλο δικτύου ασφαλείας και τα κίνητρα παραγωγής έχουν σημαντικά μειωθεί με τη μετακίνηση από τη στήριξη των τιμών προς τις άμεσες ενισχύσεις, οι ενισχύσεις αυτές παραμένουν εν μέρει συνδεδεμένες με ορισμένους τύπους παραγωγής ή με τη χρήση συντελεστών παραγωγής. Αυτό καθιστά δύσκολο για τους γεωργούς να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες και ευκαιρίες, διατηρώντας παράλληλα το επίπεδο του εισοδήματός τους. Επομένως, είναι αναγκαία και άλλα βήματα, για να βελτιωθεί ο προσανατολισμός προς την αγορά της ευρωπαϊκής γεωργίας.

    Ασφάλεια των τροφίμων και ποιότητα των τροφίμων - μεγαλύτερη ενσωμάτωση στην ΚΓΠ

    Οι τιμές είναι μία μόνο πλευρά του προσανατολισμού προς την αγορά και της ανταγωνιστικότητας. Η ασφάλεια των τροφίμων και η ποιότητα των τροφίμων είναι εξίσου σημαντικές. Υπάρχει αυξανόμενη ανησυχία του κοινού τόσο σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο παράγονται τα τρόφιμα όσο και σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο στηρίζεται η γεωργία. Είναι θεμελιώδης υποχρέωση να υπάρξει εγγύηση για την ασφάλεια των τροφίμων προς τους καταναλωτές και εντός και εκτός της ΕΕ, και επομένως αυτό πρέπει να αποτελεί συνεχώς κορυφαία προτεραιότητα για την ΚΓΠ. Χωρίς ασφάλεια των τροφίμων δεν υπάρχει αγορά.

    Η προώθηση της ποιότητας είναι μια άλλη βασική πτυχή της νέας κατεύθυνσης της γεωργίας. Οι καταναλωτές επίσης όλο και περισσότερο συνδέουν την ποιότητα με παράγοντες που δεν είναι εγγενείς στο προϊόν, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των συνθηκών υπό τις οποίες αυτό έχει παραχθεί. Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει ένα χάσμα μεταξύ της προτίμησης για ποιότητα που εκφράζουν οι καταναλωτές και της συμπεριφοράς τους στο χώρο της αγοράς. Η παροχή εγγύησης ότι η παραγωγή καλύπτει τις επιθυμίες των καταναλωτών όσον αφορά την ποιότητα είναι επομένως μια δυναμική διαδικασία μεταξύ καταναλωτών και παραγωγών, στην οποία η γεωργική πολιτική θα μπορούσε να διαδραματίσει μεγαλύτερο ρόλο. Η μετατόπιση προς παραγωγή υψηλότερης ποιότητας, ιδίως όπου αυτό απαιτεί ειδικευμένη εμπειρία, προσφέρει επίσης οφέλη στους γεωργούς από την άποψη του εισοδήματος και της ποιότητας της εργασίας.

    Σημαντικές προσπάθειες έχουν ήδη καταβληθεί για να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη ασφάλεια των τροφίμων (υποβολή των ζώων σε ελέγχους, ανιχνευσιμότητα, αφαίρεση των υλικών υψηλού κινδύνου, ανώτατα επίπεδα υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων κλπ.). Ωστόσο, τα μέσα πολιτικής που είναι διαθέσιμα για την υποστήριξη της ασφάλειας και της ποιότητας των τροφίμων στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής παραμένουν περιορισμένα. Τα κίνητρα και τα σήματα που δίνονται στους γεωργούς πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τους στόχους της ασφάλειας και της ποιότητας, όπως πρέπει και να ευθυγραμμίζονται με τις απαιτήσεις της προστασίας του περιβάλλοντος και της υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων. Υπάρχει ευρεία συναίνεση ότι μπορούν να γίνουν περισσότερα στο πλαίσιο της πολιτικής για την επίτευξη αυτών των στόχων.

    Κοινωνική ισορροπία

    Γεωργικά εισοδήματα - οι άμεσες ενισχύσεις εξακολουθούν να είναι αναγκαίες

    Η εξασφάλιση ενός δίκαιου βιοτικού επιπέδου για τη γεωργική κοινότητα και η συμβολή στη σταθερότητα των γεωργικών εισοδημάτων παραμένουν βασικοί στόχοι για την ΚΓΠ. Το Πρόγραμμα Δράσης 2000, ως εκ τούτου, προέβλεπε μεγαλύτερη αποζημίωση των γεωργών για τις περικοπές τιμών, έτσι ώστε να αποτραπεί σημαντική απώλεια γεωργικού εισοδήματος και η απειλή για την οικονομική και κοινωνική σταθερότητα της γεωργικής κοινότητας.

    Στο επίπεδο της EΕ-15 τα κατά κεφαλή γεωργικά εισοδήματα εξελίχθηκαν αρκετά ευνοϊκά, αφότου άρχισε η μεταρρυθμιστική διαδικασία. Εντούτοις, αυτή η ευνοϊκή εξέλιξη αποκρύπτει την αυξημένη σημασία των άμεσων ενισχύσεων στο γεωργικό εισόδημα, καθώς και σημαντικές διακυμάνσεις μεταξύ χωρών, περιφερειών και τομέων.

    Επειδή τα εισοδήματα από την αγορά μόνα τους δεν αρκούν για να εξασφαλίσουν ένα αποδεκτό βιοτικό επίπεδο για πολλά γεωργικά νοικοκυριά, οι άμεσες ενισχύσεις εξακολουθούν να διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην εξασφάλιση δίκαιου βιοτικού επιπέδου και σταθερότητας εισοδήματος για τη γεωργική κοινότητα.

    Διαρθρωτική εξέλιξη και προοπτικές για το μέλλον

    Όπως και με τη μεταρρύθμιση του 1992, οι άμεσες ενισχύσεις βάσει του Προγράμματος Δράσης 2000 αποτέλεσαν ένα "μαξιλάρι", το οποίο επέτρεψε στο γεωργικό τομέα να προσαρμοστεί σε ένα περιβάλλον περισσότερο προσανατολισμένο προς την αγορά χωρίς σημαντικές κοινωνικές ή περιβαλλοντικές αναταραχές. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 η ισχυρή μείωση της γεωργικής απασχόλησης που είχε σημειωθεί τα προηγούμενα έτη επιβραδύνθηκε σημαντικά. Αν και το ποσοστό αυξήθηκε το 1999 και το 2000, η ετήσια μείωση το 2001 ήταν και πάλι χαμηλότερη από όλα τα έτη από το 1993 και μετά. Αυτή η γενική τάση είναι, εν μέρει, βεβαίως δυνατόν να εξηγηθεί από την επίδραση των άμεσων ενισχύσεων στη σταθεροποίηση του εισοδήματος.

    Όπως και κατά την περίοδο που προηγήθηκε της μεταρρύθμισης του 1992, η μακροπρόθεσμη τάση προς μείωση του αριθμού των εκμεταλλεύσεων, συνδυασμένη με τη γενική σταθερότητα στη χρησιμοποιούμενη γεωργική έκταση κατά τα τελευταία έτη, οδήγησε σε αύξηση του μέσου μεγέθους των εκμεταλλεύσεων. Αυτή συνοδεύτηκε από αυξημένη εξειδίκευση στην κτηνοτροφία και την καλλιέργεια σιτηρών από την μικτή γεωργία, καθώς και από αισθητή αύξηση των μόνιμων καλλιεργειών σε ορισμένες χώρες. Τα οικονομικά οφέλη της εξειδίκευσης, ιδίως όταν συνδέονται με τη συγκέντρωση της παραγωγής σε ορισμένες περιφέρειες, πρέπει να εξισορροπηθούν με τις προκύπτουσες μακροπρόθεσμες πιέσεις στο περιβάλλον. Στις περισσότερες χώρες η έκταση της ενοικιαζόμενης γεωργικής γης αυξήθηκε στη διάρκεια της περιόδου. Αν και τα αποτελέσματα ήσαν πολύ διαφορετικά ανάλογα με τη χώρα, οι τάσεις αυτές αντικατόπτριζαν πιέσεις στην παραδοσιακή παραγωγή και στις μεθόδους μικτής γεωργίας. Οι μέθοδοι αυτές συχνά συνδέονται με γεωργικά συστήματα υψηλής φυσικής αξίας και τοπία και παραδοσιακά προϊόντα. Πολλές από τις εν λόγω εκμεταλλεύσεις θα χρειαστούν στήριξη με περισσότερο συγκεκριμένους στόχους, για να προσαρμοστούν στις ευκαιρίες που προσφέρουν οι περισσότερο ανοικτές αγορές και η ζήτηση των καταναλωτών για ποιοτικά προϊόντα.

    Η ισορροπία της εισοδηματικής στήριξης - παραμένουν χάσματα λόγω της μικρής αξιοποίησης της διαφοροποίησης

    Το Πρόγραμμα Δράσης 2000 θεώρησε ότι τα ζητήματα της διαφοροποίησης και αναδιανομής της εισοδηματικής στήριξης μεταξύ των γεωργών αποκτούσαν μεγαλύτερη σημασία, τουλάχιστον από την άποψη της κοινωνικής συνοχής. Πολλοί σχολιαστές παρατήρησαν ότι μια μειονότητα γεωργών απολαμβάνει τα οφέλη της πλειονότητας των άμεσων ενισχύσεων. Οι άμεσες ενισχύσεις της μεταρρύθμισης του 1992 απώλεσαν τον αντισταθμιστικό χαρακτήρα τους με την πάροδο του χρόνου και έχουν καταστεί εισοδηματικές ενισχύσεις, εγείροντας το ζήτημα κατά πόσον είναι άριστη η κατανομή της άμεσης στήριξης.

    Οι μεγαλύτερες εκμεταλλεύσεις αναμένεται εν γένει ότι προσαρμόζονται ευκολότερα στις νέες συνθήκες μέσω επενδύσεων και οικονομιών κλίμακας. Οι άμεσες ενισχύσεις των μεταρρυθμίσεων του 1992 και του Προγράμματος Δράσης 2000 αφήνουν μικρό περιθώριο να κατευθυνθεί η προσπάθεια σε γεωργικά συστήματα που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα κοινωνικά προβλήματα προσαρμογής και αναδιάρθρωσης. Εδώ, η ανισορροπία μεταξύ άμεσων ενισχύσεων και ανάπτυξης της υπαίθρου προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία, δεδομένου ότι η ανάπτυξη της υπαίθρου προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία στα κράτη μέλη να κατευθύνουν τους πόρους σε συγκεκριμένες αδυναμίεςκαι να ακολουθήσουν πιο μακροπρόθεσμες στρατηγικές για τη διαφοροποίηση του εισοδήματος.

    Το Πρόγραμμα Δράσης 2000 καθιέρωσε ένα ειδικό εθελοντικό μηχανισμό, τη διαφοροποίηση, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών, ανταποκρινόμενο σε ανησυχίες σχετικά με την κοινωνική κατανομή των άμεσων ενισχύσεων και την ανάγκη να ενισχυθεί η ανάπτυξη της υπαίθρου. Εντούτοις, μέχρι σήμερα μόνο μικρός αριθμός χωρών έδειξε ενδιαφέρον για αυτή την προαιρετική προσέγγιση, και σε επίπεδο σημαντικά χαμηλότερο από το ανώτατο επιτρεπόμενο. Φαίνεται ότι υπάρχουν ορισμένοι λόγοι, που προβάλλονται από τα κράτη μέλη (τόσο αυτά που εφαρμόζουν τη διαφοροποίηση όσο και αυτά που δεν την εφαρμόζουν) για το χαμηλό επίπεδο αξιοποίησής της. Είναι τα αποτελέσματα της εθελοντικής προσέγγισης στον ανταγωνισμό, προβλήματα με τη συγχρηματοδότηση, ο περιορισμός του πεδίου εφαρμογής, η πολυπλοκότητα και το διοικητικό βάρος του καθεστώτος, καθώς και η μικρή συνεισφορά του στην οικονομική και κοινωνική συνοχή.

    Eνσωμάτωση της περιβαλλοντικής διάστασης και ζητήματα υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων

    Περιβάλλον - παροχή ορθών κινήτρων, αύξηση της συμμόρφωσης

    Οι μεταρρυθμίσεις που επιχειρήθηκαν στο πλαίσιο της δέσμης μέτρων του Προγράμματος Δράσης 2000 αντιπροσωπεύουν ακόμη ένα σημαντικό βήμα προς την εφαρμογή της ενσωμάτωσης των περιβαλλοντικών σκοπών. Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να λάβουν τα κατάλληλα περιβαλλοντικά μέτρα. Για την εκπλήρωση της υποχρέωσής τους, έχουν στη διάθεσή τους διάφορες επιλογές : γεωργο-περιβαλλοντικά μέτρα, περιβαλλοντική νομοθεσία και ειδικές περιβαλλοντικές απαιτήσεις. Οι δύο τελευταίες επιλογές μπορούν να επιβληθούν, μέσω της μείωσης των άμεσων ενισχύσεων που χορηγούνται βάση του πρώτου πυλώνα της ΚΓΠ σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.

    Η εφαρμογή των μέτρων αυτών από τα κράτη μέλη θα τους δώσει τη δυνατότητα να βελτιώσουν την ισορροπία μεταξύ γεωργίας και περιβάλλοντος, απαλείφοντας βλαπτικά χαρακτηριστικά της γεωργίας και βελτιώνοντας την επίδοσή της ως τομέα που βρίσκεται σε αρμονία με το περιβάλλον. Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει σημαντικό περιθώριο για περαιτέρω βελτίωση. Η εφαρμογή των νόμιμων απαιτήσεων παραμένει άνιση και μέχρι σήμερα έχει γίνει ανεπαρκής χρήση των μηχανισμών πολλαπλής συμμόρφωσης, με αναφορά ορισμένων δυσχερειών. Tα εθνικά συνολικά κονδύλια στον τομέα της κτηνοτροφίας έτειναν να εστιάζουν στην άμεση στήριξη παρά στην προώθηση περισσότερο φιλικών προς το περιβάλλον τύπων γεωργίας. Ορισμένα κράτη μέλη, γεωργοί και περιβαλλοντικές ομάδες επεσήμαναν ότι υπάρχει ευρύ περιθώριο για την περαιτέρω επέκταση των γεωργο-περιβαλλοντικών προγραμμάτων στο πλαίσιο των προγραμμάτων ανάπτυξης της υπαίθρου, έτσι ώστε να καλυφθούν οι τοπικές ανάγκες.

    Στο πλαίσιο των καθεστώτων για τις αγορές η κλίμακα της στήριξης που ακόμη παρέχεται μέσω τιμών και ενισχύσεων για συγκεκριμένα προϊόντα ενδέχεται να αποθαρρύνει τους γεωργούς όσον αφορά την εφαρμογή περισσότερο φιλικών προς το περιβάλλον μεθόδων παραγωγής. Σε ορισμένους τομείς, η σύνδεση των άμεσων ενισχύσεων με την παραγωγή ή με συντελεστές παραγωγής όπως ο αριθμός κεφαλών ζώων ενθαρρύνει πολλούς γεωργούς να διατηρούν την ένταση της παραγωγής υψηλότερα από το σημείο που θα επέλεγαν χωρίς στήριξη, οδηγώντας σε ορισμένους τομείς σε παραγωγή που διαφορετικά δεν θα υπήρχε.

    Υγεία και καλή διαβίωση των ζώων - Προώθηση της ζωοτεχνίας

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εισαγάγει πολύ σημαντική νομοθεσία σχετικά με τα ελάχιστα πρότυπα εκτροφής, μεταφοράς και σφαγής των ζώων κατά τα τελευταία έτη. Η Συνθήκη του Άμστερνταμ, που ισχύει από την 1η Mαϊου 1999, θέτει νέους βασικούς κανόνες για τις ενέργειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων σε ένα ειδικό "πρωτόκολλο για την προστασία και την καλή διαβίωση των ζώων". Ωστόσο, πολλοί πολίτες δικαίως εξακολουθούν να ανησυχούν για το ότι μπορούν να γίνουν περισσότερα για να εξασφαλισθεί συνέπεια με τους στόχους της υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων. Ταυτόχρονα οι γεωργοί εκφράζουν ανησυχία σχετικά με το κόστος που επιφέρουν τα πρόσθετα πρότυπα για την υγεία και καλή διαβίωση των ζώων. Η περαιτέρω προώθηση καλών ζωοτεχνικών μεθόδων οφείλει επομένως να εξασφαλίσει ότι οι υπηρεσίες που παρέχουν οι γεωργοί πέραν της ορθής γεωργικής πρακτικής αμείβονται επαρκώς.

    Ανάπτυξη της υπαίθρου

    Tο μέλλον του γεωργικού τομέα συνδέεται στενά με την ισόρροπη ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών, οι οποίες καλύπτουν το 80% του ευρωπαϊκού εδάφους. Οι γεωργικές και αγροτικές πολιτικές έχουν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην προώθηση της χωροταξικής, οικονομικής και κοινωνικής συνοχής στην ΕΕ. Από την άποψη αυτή, η ανάπτυξη της υπαίθρου διαδραματίζει όλο και σημαντικότερο ρόλο. Παράλληλα με τα μέτρα για τις αγορές και τα στοιχεία μιας ανταγωνιστικής ευρωπαϊκής γεωργίας, η ανάπτυξη της υπαίθρου προσφέρει ιδίως μια ειδική χωροταξική διάσταση για την αντιμετώπιση των ποικίλων αναγκών του αγροτικού κόσμου, από κοινού με τις προσδοκίες της σημερινής κοινωνίας όσον αφορά την ποιότητα, την ασφάλεια των τροφίμων και το περιβάλλον.

    Η μεταρρύθμιση Προγράμματος Δράσης 2000 συνεπαγόταν σημαντική αναμόρφωση, απλοποίηση και ενοποίηση της πολιτικής ανάπτυξης της υπαίθρου σε ενιαίο νομικό πλαίσιο. Τώρα εφαρμόζεται σε όλες τις αγροτικές περιοχές της Ένωσης και έγινε ο δεύτερος πυλώνας της ΚΓΠ, συνοδεύοντας και συμπληρώνοντας τις αλλαγές στην πολιτική για τις αγορές και τις τιμές. Οι στόχοι της ολοκληρωμένης ανάπτυξης της υπαίθρου χαίρουν μεγάλης υποστήριξης από τους γεωργούς και την ευρύτερη κοινότητα. Παρέσχε τη βάση για νέους τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι αγροτικές περιοχές, μέσω μέτρων όπως η Κοινοτική Πρωτοβουλία Leader+. Tο νέο πλαίσιο έχει βελτιώσει το περιθώριο για την εφαρμογή πολιτικών με συγκεκριμένους στόχους που επικεντρώνονται σε επενδύσεις στην ανταγωνιστικότητα, τη βιωσιμότητα των αγροτικών περιοχών, την ποιότητα ζωής και την αειφόρο γεωργία.

    Αντιμετώπιση των αυξημένων αναγκών και νέες ευκαιρίες

    Ωστόσο, η εφαρμογή του θα είναι περιορισμένη όσο οι πόροι δεν είναι ανάλογοι προς τις ανάγκες. Μόνο το 16% των συνολικών δαπανών του EΓΤΠΕ (Εγγυήσεις και Προσανατολισμός) για τη γεωργική πολιτική και μόνο το 10% των δαπανών του EΓΤΠΕ-Τμήμα Εγγυήσεων χρησιμοποιείται σήμερα για την ανάπτυξη της υπαίθρου. Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των αγροτικών περιοχών και η δημιουργία νέων ευκαιριών για απόκτηση εισοδήματος και απασχόλησης από τους γεωργούς και τις οικογένειές τους, στο χώρο της εκμετάλλευσης και εκτός αυτής, παραμένουν βασικοί στόχοι για το μέλλον, καθώς οι δυνατότητες απασχόλησης στην καθαυτή γεωργία φθίνουν. Οι αγροτικές περιοχές είναι πολυλειτουργικές και οι γεωργοί πρέπει να ενθαρρυνθούν να εκμεταλλεύονται όλες τις ευκαιρίες για τους αγροτικούς επιχειρηματίες. Η χορήγηση περισσότερων πόρων για την ανάπτυξη της υπαίθρου θα επέτρεπε να εστιάσει κανείς περισσότερο σε αυτούς τους τύπους δραστηριότητας.

    Επιπλέον, ορισμένα κράτη μέλη έχουν τονίσει ότι τα τρέχοντα μέτρα δεν προσφέρουν αρκετό περιθώριο για την κάλυψη των νέων αναγκών και ευκαιριών στις αγροτικές περιοχές, όπως είναι η προώθηση της ποιότητας των τροφίμων, η στήριξη της τοπικής και παραδοσιακής παραγωγής, η κάλυψη απαιτητικών προτύπων ή η βελτίωση της πιστοποίησης καθώς και εκείνων που απορρέουν από τη στρατηγική αειφόρου ανάπτυξης.

    Οικονομική και κοινωνική συνοχή - η ανάγκη για περισσότερη ανάπτυξη της υπαίθρου

    Η δεύτερη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή (COM(2001) 24 τελικό) συμπέρανε το 2001 ότι, αν και οι πρόσφατες αλλαγές στην ΚΓΠ σημαίνουν ότι ορισμένες χώρες συνοχής επωφελούνται περισσότερο από ό,τι προηγουμένως, η συμβολή της στην χωροταξική συνοχή εξακολουθεί να παρουσιάζει μεγάλες διαφορές και εξαρτάται από τα περιφερειακά συστήματα γεωργικής παραγωγής. Ο δεύτερος πυλώνας της ΚΓΠ, η πολιτική ανάπτυξης της υπαίθρου, χρειάζεται να τοποθετηθεί σε τελείως διαφορετική κλίμακα, ιδίως στα μέρη της Ευρώπης που πλήττονται περισσότερο από τις συνεχείς αλλαγές στις γεωργικές πολιτικές.

    Βελτίωση της εφαρμογής

    Απλούστευση και αποκέντρωση - αποτελεσματική στόχευση των αναγκών

    Στο Πρόγραμμα Δράσης 2000 και στις επόμενες αποφάσεις, η Επιτροπή έχει κάνει ορισμένα βήματα για την προώθηση της περαιτέρω απλούστευσης της γεωργικής νομοθεσίας και της εφαρμογής της. Το Καθεστώς Μικρών Παραγωγών αποτελεί σημαντικό προηγούμενο για τη μείωση του διοικητικού φόρτου. Ωστόσο, η πληθώρα των μηχανισμών στο πλαίσιο των κοινών οργανώσεων αγοράς εξακολουθεί να δημιουργεί πολλές πολύπλοκες υποχρεώσεις για τους γεωργούς και δύσκολες ευθύνες ελέγχου και παρακολούθησης για τα κράτη μέλη και την Επιτροπή. Αυτή η πολυπλοκότητα αποτελεί τροχοπέδη στην πρωτοβουλία και ενδεχομένως αποθαρρύνει την είσοδο στο γεωργικό επάγγελμα. Σε ορισμένους τομείς όπως το βόειο κρέας, οι γεωργοί είναι επιλέξιμοι για διάφορες πριμοδοτήσεις με διαφορετικές απαιτήσεις, επιπλέον της νομοθεσίας που αφορά το περιβάλλον, την ασφάλεια των τροφίμων και την υγεία και καλή διαβίωση των ζώων. Σημαντική απλούστευση θα μπορούσε να επιτευχθεί, εάν οι έλεγχοι στο επίπεδο μιας εκμετάλλευσης μπορούσαν να ενταχθούν σε ένα περισσότερο ολοκληρωμένο πλαίσιο.

    Απλούστερες προϋποθέσεις για τις πληρωμές με λιγότερες συναφείς με την αγορά διαδικασίες θα έδιναν στους γεωργούς τη δυνατότητα να διαθέσουν περισσότερο χρόνο για την επιτυχία της επιχείρησής τους και για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από την νομοθεσία. Θα επέτρεπε επίσης στα κράτη μέλη να επικεντρώσουν το ενδιαφέρον τους στον έλεγχο των απαιτήσεων για το περιβάλλον, την ασφάλεια των τροφίμων και την υγεία και καλή διαβίωση των ζώων. Η μεγαλύτερη αποκέντρωση, ιδίως, μέσω της ενίσχυσης του Δεύτερου Πυλώνα, θα επέτρεπε στα κράτη μέλη να κατευθύνουν καλύτερα τις προσπάθειές τους προς τις τοπικές ανάγκες και να φέρουν τη γεωργική πολιτική πλησιέστερα προς τους καταναλωτές.

    Δημοσιονομική σταθεροποίηση - χρηστή διαχείριση

    Οι δαπάνες της γεωργικής πολιτικής πρέπει να δικαιολογούνται από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που η ευρύτερη κοινωνία αναμένει από τους γεωργούς και τις αγροτικές περιοχές να παράγουν. Μια κοινή γεωργική πολιτική που ενθαρρύνει τα πλεονάσματα, τα οποία στη συνέχεια πρέπει να διατεθούν - και πάλι με σημαντικό κόστος - δεν είναι πλέον αποδεκτή ή διατηρήσιμη. Οι δημόσιες δαπάνες πρέπει να αποδίδουν κάτι ως αντάλλαγμα - είτε αυτό είναι η ποιότητα των τροφίμων, η διαφύλαξη του περιβάλλοντος και η υγεία και καλή διαβίωση των ζώων, είτε τα τοπία, η πολιτιστική κληρονομιά ή η βελτίωση της κοινωνικής ισορροπίας και δικαιοσύνης.

    Το Πρόγραμμα Δράσης 2000 πρόσθεσε ένα ακόμη στοιχείο, την δημοσιονομική σταθεροποίηση, στους στόχους της κοινής γεωργικής πολιτικής. Στη διαχείριση του προϋπολογισμού και των γεωργικών αγορών, η Επιτροπή έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι οι δαπάνες παραμένουν όντως κάτω από τα όρια που τέθηκαν στο Βερολίνο, και μάλιστα σε μια συγκυρία ιδιαίτερων δυσχερειών συναφών με την κρίση στην αγορά του βοείου κρέατος. Η σταθεροποίηση του προϋπολογισμού θα παραμείνει βασικός στόχος κατά τα προσεχή έτη.

    2. Προς μία πιο αειφόρο κοινή γεωργική πολιτική

    2.1. Οι στόχοι της ενδιάμεσης επανεξέτασης

    Tο πρώτο καθήκον της ενδιάμεσης επανεξέτασης είναι η απογραφή της κατάστασης και η βελτίωση της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας του Προγράμματος Δράσης 2000, όπως ζητήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η Επιτροπή κλήθηκε :

    - να εξετάσει την εξέλιξη των αγορών σιτηρών και ελαιούχων σπόρων και να αναφέρει για την κατάσταση.

    - να παρακολουθεί την κατάσταση της αγοράς βοείου κρέατος.

    - να υποβάλει έκθεση σχετικά με το μέλλον του συστήματος ποσοστώσεων γάλακτος με στόχο να αφεθούν οι παρούσες ρυθμίσεις για τις ποσοστώσεις να εκπνεύσουν μετά το 2006.

    - και να αποδώσει λογαριασμό για την εξέλιξη των γεωργικών δαπανών.

    Tο Eυρωπαϊκό Συμβούλιο ζήτησε από την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις για την προσαρμογή των κοινών οργανώσεων αγοράς, εάν χρειάζεται, έτσι ώστε να εξασφαλισθεί ότι μπορούν πλήρως να υλοποιηθούν οι στόχοι της μεταρρύθμισης του Προγράμματος Δράσης 2000. Tο Συμβούλιο Γεωργίας επιπλέον ζήτησε στο έγγραφο που υπέβαλε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Gφteborg να συμπεριλάβει η Eπιτροπή στις επισκοπήσεις του 2002-2003 τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και στην αειφόρο ανάπτυξη.

    Αλλά πέραν αυτού, η ενδιάμεση επανεξέταση παρέχει επίσης μια μοναδική ευκαιρία να επιτευχθούν οι στόχοι που καθορίσθηκαν στο Βερολίνο και στο Gφteborg και να υπάρξει ανταπόκριση στις υψηλές προσδοκίες των ευρωπαίων πολιτών όσον αφορά τη γεωργία και τη γεωργική πολιτική, Για την πλήρη υλοποίηση της αειφόρου γεωργίας και ανάπτυξης της υπαίθρου είναι αναγκαίες ορισμένες προσαρμογές στα μέσα πολιτικής σύμφωνα με τους στόχους του Προγράμματος Δράσης 2000 :

    - Οι κοινές οργανώσεις αγοράς πρέπει να προσαρμοστούν, ώστε να ενισχυθεί ο ρόλος της παρέμβασης ως δικτύου ασφαλείας, χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι δυνατότητες της ευρωπαϊκής γεωργίας να επωφεληθεί από τις θετικές τάσεις στις διεθνείς αγορές.

    - Η γεωργική παραγωγή πρέπει να προσανατολιστεί σε μεγαλύτερο βαθμό προς τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που ζητεί το κοινό και όχι σε τεχνητά δημιουργημένα κίνητρα τιμών ή ενισχύσεις για συγκεκριμένα προϊόντα. Οι άμεσες εισοδηματικές ενισχύσεις δεν πρέπει να κατευθύνουν τις αποφάσεις των γεωργών ως προς την παραγωγή.

    - Η ασφάλεια των τροφίμων πρέπει να ενσωματωθεί πλήρως στην ΚΓΠ μέσω της πολλαπλής συμμόρφωσης.

    - Η στήριξη και η σταθεροποίηση των γεωργικών εισοδημάτων παραμένει ουσιαστικός στόχος. Οι άμεσες ενισχύσεις πρέπει επομένως να εξακολουθήσουν να διαδραματίζουν το ρόλο τους στην προώθηση ενός δικαίου βιοτικού επιπέδου για τη γεωργική κοινότητα.

    - Tα παραδοσιακά και τα υψηλής φυσικής αξίας γεωργικά συστήματα απαιτούν περισσότερη κατευθυνόμενη στήριξη για να προσαρμοσθούν στις ευκαιρίες που προσφέρουν ο μεγαλύτερος προσανατολισμός προς την αγορά και η ζήτηση των καταναλωτών για ποιοτικά προϊόντα.

    - Χρειάζονται και άλλα μέτρα για να υλοποιηθούν οι προσδοκίες της κοινωνίας στον τομέα του περιβάλλοντος, για να ενισχυθεί η συμμόρφωση, να μειωθούν οι αρνητικές πιέσεις των μηχανισμών στήριξης και να ενδυναμωθεί η παροχή υπηρεσιών. Τα θέματα υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων πρέπει να ενσωματωθούν πλήρως στην ΚΓΠ.

    - Η στήριξη μεταξύ των δύο πυλώνων της ΚΓΠ πρέπει να επιτύχει καλύτερη ισορροπία, για να υλοποιηθούν οι προσδοκίες της κοινωνίας για μια πολιτική που προωθεί την ποιότητα των τροφίμων, την αειφορία, και την ικανοποιητική σχέση ποιότητας και τιμής, μέσω βελτιωμένων προγραμμάτων ανάπτυξης της υπαίθρου. Αυτή η βελτιωμένη ισορροπία πρέπει να προωθεί περισσότερο αποδεκτή κοινωνικά κατανομή της στήριξης και να συμβάλλει στη συνοχή. Το πεδίο εφαρμογής της ανάπτυξης της υπαίθρου πρέπει να επεκταθεί για να καλυφθούν νέες ανάγκες και ευκαιρίες, ιδίως όσον αφορά την απασχόληση και την αειφόρο ανάπτυξη.

    - Η δημοσιονομική σταθεροποίηση πρέπει να παραμείνει κατευθυντήρια αρχή της εφαρμογής.

    - Τέλος, τα περαιτέρω μεταρρυθμιστικά βήματα πρέπει να συμβάλουν στην απλούστευση της γεωργικής νομοθεσίας και των μηχανισμών εφαρμογής. Είναι αναγκαίο να αποσαφηνισθεί τί πρέπει να αποφασίζεται από κοινού σε ευρωπαϊκό επίπεδο και τί πρέπει να παραμείνει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών.

    2.2. Ο προοπτικές των αγορών

    Η παρούσα ενότητα βασίζεται στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές των γεωργικών αγορών που δημοσιεύθηκαν τον Ιούνιο 2002 από την ΓΔ Γεωργίας. Η επισκόπηση αυτή πάντοτε ενέχει ένα βαθμό αβεβαιότητας, ιδίως όσον αφορά τις διεθνείς τιμές και τις τάσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Επί του παρόντος, οι αβεβαιότητες αυτές αυξάνονται από το νέο γεωργικό νομοσχέδιο των ΗΠΑ, το οποίο μέσω υψηλότερων ποσοστών δανείων και τιμών στόχου για τα σιτηρά των ΗΠΑ συνεπάγεται καθοδική πίεση στο επίπεδο των διεθνών τιμών.

    Σιτηρά

    Γενικά, οι προοπτικές της αγοράς για τα σιτηρά φαίνονται θετικές. Η αναμενόμενη μέτρια ανάκαμψη των διεθνών τιμών των σιτηρών, το ευνοϊκό συναλλαγματικό περιβάλλον και η εφαρμογή της μεταρρύθμισης του Προγράμματος Δράσης 2000 θα συμβάλουν στην εν γένει ισορροπία των αγορών σιτηρών της ΕΕ, με τη χαρακτηριστική εξαίρεση της σίκαλης. Αυτά μπορούν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για σταθερή ανάκαμψη των εξαγωγών σιτηρών. Έως το 2009/10 τα αποθέματα της δημόσιας παρέμβασης θα είναι περιορισμένα στη σίκαλη (χονδρικά το διπλάσιο της ετήσιας παραγωγής).

    Ελαιούχοι σπόροι

    Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες προοπτικές που εξέδωσαν τα κυριότερα ινστιτούτα, οι εξελίξεις των τιμών φαίνονται επίσης θετικές για την ελαιοκράμβη και τον ηλίανθο. Η εξέλιξη αυτή θα κατευθύνεται από την αυξανόμενη ζήτηση για φυτικά έλαια. Η έκταση της ΕΕ με ελαιούχους σπόρους για χρήση στη διατροφή προβλέπεται να αυξηθεί από τα παρόντα επίπεδα και να φθάσει περίπου τα 4,7 εκατ. εκτάρια το 2009/10, ενώ η παραγωγή αναμένεται να αυξηθεί σε 13,5 εκατ. τόνους. Ενώ η αγορά καθοδηγείται από τη ζήτηση για έλαια, οι ελαιούχοι πλακούντες θα εξακολουθήσουν να διατίθενται στην αγορά σε σχετικά χαμηλές τιμές, λόγω της καθοδικής πίεσης από τις τιμές της σόγιας.

    Ρύζι

    Στον τομέα του ρυζιού, η κατάσταση της αγοράς χαρακτηρίζεται από σημαντικά αποθέματα της δημόσιας παρέμβασης που φθάνουν περίπου το ένα τέταρτο της ετήσιας παραγωγής. Περαιτέρω επιδείνωση αναμένεται με την εφαρμογή της πρωτοβουλίας "Ο,τιδήποτε Εκτός Από Όπλα". Το 2009/10, τα συνολικά δημόσια αποθέματα ρυζιού στην ΕΕ αναμένεται να φθάσουν σε μη διατηρήσιμο επίπεδο.

    Bόειο κρέας

    Στον τομέα του βοείου κρέατος, από την αρχή της δεύτερης κρίσης της ΣΕΒ τον Oκτώβριο 2000, ελήφθησαν νέα μέτρα για να μειωθεί το αυξανόμενο πλεόνασμα της προσφοράς σε σχέση με τη ζήτηση και για να βεβαιωθούν οι καταναλωτές για το αυξημένο επίπεδο ασφαλείας του κοινοτικού βοείου κρέατος. Ως εκ τούτου, αν και τα αποθέματα της παρέμβασης αυξήθηκαν γρήγορα και έφθασαν περίπου 0,26 εκατ. τόνους στα μέσα Δεκεμβρίου 2001, η αγορά εμφάνισε σημεία ανάκαμψης από το Mάρτιο 2001 και οι τιμές του βοείου κρέατος εξακολούθησαν να βελτιώνονται. Η καθαρή παραγωγή εκτιμάται ότι θα αυξηθεί το 2002 και το 2003, καθώς η παραγωγή βοείου κρέατος επανέρχεται σε περισσότερο φυσιολογικές συνθήκες. Η παραγωγή βοείου κρέατος επομένως εκτιμάται ότι θα αυξηθεί μέχρι 7,7 εκατ. τόνους το 2004 και στη συνέχει θα παραμείνει κοντά στο επίπεδο αυτό τα επόμενα έτη. Τα δημόσια αποθέματα αναμένεται να μηδενισθούν έως το 2005, ενώ οι εξαγωγές να ανακάμψουν σε περίπου 600 000 τόνους.

    Γαλακτοκομικά

    Διάφοροι παράγοντες συνετέλεσαν σε βραχυπρόθεσμη επιδείνωση της αγοράς γαλακτοκομικών. Οι παράγοντες αυτοί περιλαμβάνουν αυξημένες παραδόσεις γάλακτος λόγω των υψηλών τιμών κατά το παρελθόν έτος και των ευνοϊκών εαρινών συνθηκών και τον αυξανόμενο διεθνή ανταγωνισμό λόγω, ιδίως, των υψηλών πωλήσεων από την παρέμβαση για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εν τούτοις, μεσοπρόθεσμα οι γενικότερες εξελίξεις στις αγορές γαλακτοκομικών φαίνονται αρκετά ευνοϊκές. Η εγχώρια ζήτηση για τυριά αναμένεται να αυξηθεί, αν και σε ποσοστά χαμηλότερα από την πρόσφατη μακροπρόθεσμη τάση. Το ίδιο ισχύει για τα νωπά γαλακτοκομικά προϊόντα, για τα οποία τα αναμενόμενα ποσοστά μεγέθυνσης είναι ακόμη μεγαλύτερα. Η ανταπόκριση της παραγωγής και στους δύο τομείς θα οδηγήσει σε αυξημένη ζήτηση για νωπό γάλα, το οποίο λόγω του καθεστώτος των ποσοστώσεων δε θα είναι πλέον διαθέσιμο για την παραγωγή χύδην προϊόντων, ιδίως αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη και βουτύρου. Η εγχώρια ζήτηση για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη προβλέπεται να μειωθεί, λόγω της μείωσης της χρήσης του στις ζωοτροφές, και το ίδιο και η παραγωγή. Στην περίπτωση του βουτύρου επίσης, η εσωτερική κατανάλωση και παραγωγή θα μειωθεί, αν και στην περίπτωση αυτή η μείωση της κατανάλωσης θα είναι αρκετά μικρή.

    Η αυξημένη απορρόφηση νωπού γάλακτος για την παραγωγή τυριού και νωπών γαλακτοκομικών προϊόντων θα βελτιώσει την γενική ισορροπία της αγοράς, επίσης και όσον αφορά το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη και το βούτυρο. Συνεπεία αυτού, οι επιδοτούμενες εξαγωγές αναμένεται να μειωθούν και θα χρειάζονται λιγότερες επιστροφές κατά την εξαγωγή και ενισχύσεις για εσωτερική κατανάλωση. Παρά την προβλεπόμενη αύξηση στην παραγωγή νωπού γάλακτος, σε γενικές γραμμές ίση με την αύξηση των ποσοστώσεων, οι τιμές του νωπού γάλακτος στην πύλη της εκμετάλλευσης αναμένεται να παραμείνουν σταθερότερες απ' ό,τι η αντίστοιχη κατά 15% πτώση των τιμών παρέμβασης για το βούτυρο και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη.

    2.3. Σταθεροποίηση των αγορών και βελτίωση των κοινών οργανώσεων αγοράς

    Σιτηρά

    Ολοκλήρωση της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας

    Κατά την άποψη της Επιτροπής, τα μέτρα που προτείνονται στην παρούσα ανακοίνωση είναι το αναγκαίο τελικό βήμα στη μεταρρυθμιστική διαδικασία του τομέα, η οποία άρχισε το 1992. Αυτό θα εγγυάται ότι τα οφέλη από την άποψη της εσωτερικής και εξωτερικής ανταγωνιστικότητας θα γίνουν πλήρως αισθητά κατά τα προσεχή έτη.

    Mηχανισμοί της αγοράς στον τομέα των σιτηρών

    Στο Πρόγραμμα Δράσης 2000, συμφωνήθηκε ότι στον τομέα των σιτηρών η απόφαση για την τελική μείωση της τιμής παρέμβασης που θα εφαρμοσθεί από το 2002/03 και μετά θα λαμβανόταν με βάση τις εξελίξεις της αγοράς. Για την ΕΕ, ως ένα από τους βασικούς χρήστες και εξαγωγείς σιτηρών παγκοσμίως, είναι σημαντικό οι τιμές στην εγχώρια αγορά να ευθυγραμμίζονται στο μέτρο του δυνατού με τις τιμές των διεθνών αγορών, διατηρώντας τις εξαγωγές της ΕΕ χωρίς να βασιζόμαστε σε εξαγωγικές επιδοτήσεις.

    Έστω και αν οι παγκόσμιες προοπτικές για το σίτο, τον αραβόσιτο και την κριθή είναι εν γένει θετικές, η πείρα του παρελθόντος αποδεικνύει σαφώς ότι μπορούν να υπάρξουν ισχυρές διακυμάνσεις από το ένα έτος στο άλλο ή και εντός της ίδιας περιόδου εμπορίας, οι οποίες περιορίζουν το περιθώριο για εξαγωγές. Επομένως, η Επιτροπή εξακολουθεί να πιστεύει ότι είναι αναγκαίο να καθορισθεί η παρέμβαση ως ένα πραγματικό δίχτυ ασφαλείας, το οποίο σπανίως θα χρησιμοποιείται, μέσω της τελικής κατά 5% μείωσης (από 20% που προτάθηκε στο Πρόγραμμα Δράσης 2000) της τιμής παρέμβασης, από 101,31 EUR σε 95,35 EUR από την περίοδο 2004/05. Η μείωση αυτή θα αντισταθμιστεί όπως προβλέπεται από το Πρόγραμμα Δράσης 2000.

    Εκτός από τα τελικά βήματα για τη μείωση της τιμής στήριξης, η Επιτροπή προτείνει να εξετασθεί η κατάργηση της μηνιαίας προσαύξησης. Αυτό θα οδηγήσει σε σημαντική απλούστευση της διαχείρισης της αγοράς και θα συμβάλει στη βελτίωση της ρευστότητας της αγοράς στη διάρκεια του έτους.

    Οι πρόσφατες εξελίξεις στην αγορά δημιούργησαν προβλήματα στην πρακτική εφαρμογή του συστήματος προστασίας στα σύνορα για τα σιτηρά και το ρύζι. Η Επιτροπή προτίθεται επομένως να προχωρήσει στο πλαίσιο αυτό σε διαπραγμάτευση για την αλλαγή και την απλούστευση της κοινοτικής προστασίας στα σύνορα για τα σιτηρά και το ρύζι, η οποία, υπό τις παρούσες περιστάσεις, δεν λειτουργεί ικανοποιητικά και δεν επιτυγχάνει τους στόχους της.

    Σίκαλη

    Εάν δεν ληφθούν μέτρα, η κατάσταση στην αγορά σίκαλης που χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη έλλειψη ισορροπίας θα οδηγήσει σε δραματική αύξηση των αποθεμάτων, τα οποία έχουν πολύ περιορισμένες διεξόδους στη διεθνή αγορά. Με δεδομένο το περιορισμένο περιθώριο για εξαγωγές, η Επιτροπή προτείνει να καταργηθεί η παρέμβαση για τη σίκαλη, ένα μέτρο το οποίο, παράλληλα με την κατά 5% μείωση της τιμής παρέμβασης για τα σιτηρά, θα δώσει τη δυνατότητα να διατηρηθεί η ισορροπία στις αγορές των δευτερευόντων σιτηρών. Αν και βραχυπρόθεσμα αναμένεται μείωση της τιμής της σίκαλης, οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τα σιτηρά στις εγχώριες και τις εξωτερικές αγορές θα οδηγήσουν σε βελτίωση της ισορροπίας επίσης και στην αγορά σίκαλης.

    Σκληρός σίτος

    Όσον αφορά τον σκληρό σίτο, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστήριξε ότι το επίπεδο της ειδικής συμπληρωματικής ενίσχυσης δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί με οικονομικούς λόγους και αντιπροσώπευε υπεραποζημίωση των παραγωγών. Η ανάλυση αυτή επιβεβαιώθηκε από μια μελέτη αξιολόγησης του τομέα που εκπονήθηκε από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, οι οποίοι επίσης πρόβαλαν ορισμένα ποιοτικά προβλήματα. Επομένως, η Επιτροπή προτείνει να μειωθεί η τρέχουσα ειδική συμπληρωματική ενίσχυση για το σκληρό σίτο σε 250 EUR/εκτάριο στις παραδοσιακές περιοχές και να καταργηθεί η ειδική ενίσχυση στις καθιερωμένες περιοχές. Οι αλλαγές αυτές θα πραγματοποιηθούν κατά τη διάρκεια περιόδου τριών ετών.

    Για να προωθηθεί η ποιότητα, προτείνεται περαιτέρω να εισαχθεί μια ειδική πριμοδότηση καταβαλλόμενη ανά τόνο σκληρού σίτου που πωλείται στη μεταποιητική βιομηχανία στο πλαίσιο σύμβασης που προσδιορίζει ποιοτικά κριτήρια. Οι ελάχιστες απαιτήσεις θα θεσπιστούν σε επίπεδο ΕΕ από το πρώτο έτος εφαρμογής. Αυτή η πριμοδότηση υψηλής ποιότητας προτείνεται να είναι ίση με 15 EUR/τόνο και να είναι διαθέσιμη για τους παραγωγούς που πληρούν τα κριτήρια αυτά σε ολόκληρη την ΕΕ. Συνολικά, τα μέτρα αυτά διατηρούν την ισορροπία της στήριξης μεταξύ των παραγωγών σκληρού σίτου των παραδοσιακών και άλλων περιοχών.

    Ελαιούχοι σπόροι

    Όσον αφορά τους ελαιούχους σπόρους, αποφασίστηκε στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης του Προγράμματος Δράσης 2000 να καταργηθεί το ειδικό καθεστώς στήριξης και να μειωθούν οι άμεσες ενισχύσεις για τους ελαιούχους σπόρους στο επίπεδο των ενισχύσεων για τα σιτηρά. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Βερολίνου ζήτησε από την Επιτροπή να παρακολουθεί στενά την αγορά και να υποβάλει έκθεση εντός δύο ετών από την εφαρμογή της νέας ρύθμισης, με τις κατάλληλες προτάσεις σε περίπτωση που οι δυνατότητες παραγωγής επιδεινωθούν σοβαρά. Σύμφωνα με την εντολή του Συμβουλίου, η Επιτροπή βάσισε την αποτίμησή της στη μεσοπρόθεσμη προοπτική και την αξιολόγηση του καθεστώτος στήριξης των ελαιούχων σπόρων.

    Αν και η Επιτροπή δέχεται ότι υπήρξε βραχυπρόθεσμη μείωση της έκτασης που καλλιεργείται με ελαιούχους σπόρους, στο προβλεπτό μέλλον δεν θα είναι πιθανό να υπάρξει σοβαρή επιδείνωση του παραγωγικού δυναμικού της ΕΕ. Η προτεινόμενη μείωση των εγγυήσεων της τιμής παρέμβασης για τα σιτηρά θα αποτελέσει στο πλαίσιο αυτό ένα ευνοϊκό στοιχείο. Επομένως, δεν προβλέπεται η λήψη κανενός ειδικού μέτρου και η Επιτροπή δεν θεωρεί, στο παρόν στάδιο, ότι υπάρχει ανάγκη για την υποβολή και άλλης έκθεσης. Εντούτοις, θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις της αγοράς.

    Μετά την απαγόρευση των κρεατοστεαλεύρων και λόγω της μεγάλης διαθεσιμότητας σχετικά φθηνών ελαιούχων πλακούντων στη διεθνή αγορά, οι καθαρές εισαγωγές ελαιούχων πλακούντων και ελαιούχων σπόρων στην ΕΕ αυξήθηκαν από περίπου 32 εκατ. τόνους το 1999 σε περίπου 36 εκατ. τόνους το 2001 (ποσότητες εκφραζόμενες σε ισοδύναμο πλακούντων). Η αύξηση αυτή αφορά σχεδόν αποκλειστικά εισαγωγές σόγιας και πλακούντων σόγιας, που είναι ιδιαίτερα κατάλληλη για να αντικαταστήσει το κρεατοστεάλευρο. Ταυτόχρονα, οι τρέχουσες προτάσεις θα επιτρέψουν στους παραγωγούς να ανταποκριθούν σ' ένα ευνοϊκότερο περιβάλλον για την παραγωγή άλλων ελαιούχων καλλιεργειών και η ΕΕ αναμένεται ότι θα εξακολουθήσει να είναι καθαρός εξαγωγέας φυτικών ελαίων.

    Συνολικά, αυτές οι εξελίξεις και προβλέψεις φαίνεται να υποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει πρόβλημα προσφοράς πρωτεϊνών στην ΕΕ μετά την απαγόρευση των κρεατοστεαλεύρων και ότι η πρόσθετη ζήτηση στην ΕΕ δεν έχει οδηγήσει και δεν θα οδηγήσει σε ανισορροπία της αγοράς με σημαντικές αυξήσεις τιμών. Η πρόσθετη ζήτηση, εάν υπάρξει, είναι πιθανό ότι θα καλυφθεί σε μεγάλο βαθμό με συμπληρωματικές εισαγωγές πλακούντων σόγιας λόγω της μεγάλης καταλληλότητάς τους. Εντούτοις, οι ποσότητες που είναι αναγκαίες φαίνεται ότι είναι ιδιαίτερα περιορισμένες και, ανάλογα με τις σχέσεις τιμών, ένα μέρος από τις συμπληρωματικές ανάγκες για πρωτεΐνες θα μπορούσε να καλυφθεί από σιτηρά.

    Ρύζι

    Για να σταθεροποιηθούν οι αγορές ρυζιού ενόψει των μακροπρόθεσμων προοπτικών και της εφαρμογής της πρωτοβουλίας "Ο,τιδήποτε Εκτός Από Όπλα", η Επιτροπή προτείνει εφάπαξ μείωση της τιμής παρέμβασης κατά 50% στη βασική τιμή των 150 EUR/τόνο για την περίοδο 2004/05 σύμφωνα με τις διεθνείς τιμές. Θα θεσπιστεί ένα καθεστώς ιδιωτικής αποθεματοποίησης, το οποίο θα ενεργοποιείται όταν η τιμή της αγοράς πέφτει κάτω από τη βασική τιμή. Θα καθιερωθεί παρέμβαση δικτύου ασφαλείας στα 120 EUR/τόνο. Η συνολική μείωση της τιμής θα αντισταθμιστεί σε ποσοστό 88%, ισοδύναμο με τη συνολική αντιστάθμιση για τα σιτηρά βάσει των μεταρρυθμίσεων του 1992 και του Προγράμματος Δράσης 2000. Αυτό οδηγεί σε αντιστάθμιση ύψους 177 EUR/τόνο, συμπεριλαμβανομένης της υπάρχουσας ενίσχυσης των 52 EUR/τόνο. Εξ αυτών, 102 EUR/τόνο, πολλαπλασιαζόμενα επί την απόδοση της μεταρρύθμισης του 1995, θα καταστούν εισοδηματική ενίσχυση καταβαλλόμενη ανά εκμετάλλευση. Τα υπόλοιπα 75 EUR/τόνο, πολλαπλασιαζόμενα επί την απόδοση της μεταρρύθμισης του 1995, θα καταβάλλονται ως ειδική για την καλλιέργεια ενίσχυση που αντικατοπτρίζει το ρόλο της παραγωγής ρυζιού στις παραδοσιακές παραγωγούς περιοχές. Οι μέγιστες εγγυημένες εκτάσεις (ΜΕΕ) θα μειωθούν στο μέσο όρο της περιόδου 1999-2001 ή την σημερινή ΜΕΕ, εάν είναι μικρότερη.

    Αποξηραμένες ζωοτροφές

    Σημαντικές επικρίσεις διατυπώθηκαν για το καθεστώς των αποξηραμένων ζωοτροφών, συμπεριλαμβανομένων παρατηρήσεων από το Ελεγκτικό Συνέδριο στην έκθεσή του "Για μια οικολογική ΚΓΠ". Στην απάντησή της προς το Ελεγκτικό Συνέδριο, η Επιτροπή δεσμεύτηκε να εξακριβώσει κατά πόσο πρέπει να προταθεί νέα μεταρρύθμιση, χωρίς να αποκλείει την πιθανότητα να εγκαταλείψει το καθεστώς. Αν και το τελικό προϊόν είναι φυσικό προϊόν υψηλής αξίας ως ζωοτροφή και πηγή φυτικών πρωτεϊνών, ο τρόπος με τον οποίο παράγεται, με υψηλές εισροές ορυκτών καυσίμων για την αφυδάτωση και χρήση άρδευσης σε ορισμένα κράτη μέλη, προκαλούν ανησυχίες και επικρίσεις.

    Η Επιτροπή επομένως προτείνει να αντικατασταθούν οι τρέχουσες ρυθμίσεις με ένα συνολικό κονδύλιο εισοδηματικής στήριξης των γεωργών ύψους 160 εκατ. EUR. Το συνολικό αυτό κονδύλιο θα κατανέμεται μεταξύ των κρατών μελών κατ' αναλογία προς τις εθνικές εγγυημένες ποσότητες αφυδατωμένων και αποξηραμένων στον ήλιο ζωοτροφών. Τα δικαιώματα των παραγωγών θα βασίζονται στις ποσότητες που παραδόθηκαν στη βιομηχανία κατά μια ιστορική περίοδο αναφοράς. Για να εξασφαλιστεί η μετάβαση για τη βιομηχανία, θα διατηρηθεί ένα απλουστευμένο καθεστώς ενιαίας στήριξης για τις αφυδατωμένες και αποξηραμένες στον ήλιο ζωοτροφές και μειωμένη ενίσχυση ύψους 33 EUR/τόνο και οι αντίστοιχες εθνικές εγγυημένες ποσότητες θα συγχωνευθούν.

    Καρποί με κέλυφος

    Ενόψει του σημαντικού ρόλου που διαδραματίζει η παραδοσιακή παραγωγή καρπών με κέλυφος στην προστασία και διατήρηση της περιβαλλοντικής, κοινωνικής και αγροτικής ισορροπίας σε ορισμένες περιφέρειες, η Επιτροπή εισηγείται να διατηρηθούν και να απλουστευθούν οι ρυθμίσεις στήριξης του τομέα. Προτείνεται επομένως να αντικατασταθούν οι υπάρχουσες ρυθμίσεις από μία ετήσια κατ' αποκοπή ενίσχυση ύψους 100 EUR/εκτάριο. Tο ποσό αυτό μπορεί να συμπληρώνεται με ανώτατο ετήσιο ποσό 109 EUR/εκτάριο καταβαλλόμενο από τα κράτη μέλη. Η μέγιστη εγγυημένη έκταση θα είναι 800 000 εκτάρια.

    Bόειο κρέας

    Στο Bερολίνο, η τιμή παρέμβασης για το βόειο κρέας μειώθηκε κατά 20% και αντικαταστάθηκε από βασική τιμή για ιδιωτική αποθεματοποίηση, η οποία καθορίστηκε σε 2 224 EUR/τόνο. Βάσει της μεταρρύθμισης, οι παραγωγοί επωφελούνταν ακόμη από παρέμβαση τύπου δικτύου ασφαλείας, όταν η μέση αγοραία τιμή για τους ταύρους ή τα βόδια είναι κατώτερη από 1 560 EUR/τόνο. Tο Eυρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου 1999 ζήτησε από την Επιτροπή να παρακολουθεί στενά την αγορά βοείου κρέατος και να λάβει τα κατάλληλα μέτρα, εάν χρειαστεί.

    Μετά τις πρόσφατες κρίσεις της ΣΕΒ και του αφθώδους πυρετού, οι αγορές βοείου κρέατος εισήλθαν σε φάση ανάκαμψης της κατανάλωσης, της παραγωγής και των εξαγωγών. Tα μέτρα που εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο και την Επιτροπή το 2000 και το 2001 συνέβαλαν στην επανεξισορρόπηση της προσφοράς και της ζήτησης για το βόειο κρέας στην ΕΕ. Έτσι, οι μηχανισμοί διαχείρισης της αγοράς που συμφωνήθηκαν στο Πρόγραμμα Δράσης 2000 φαίνεται ότι υπήρξαν αρκετά εύρωστοι και ευέλικτοι, ώστε να διευκολύνουν την ανάκαμψη της αγοράς βοείου κρέατος. Εντούτοις, εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες ότι οι τρέχουσες ρυθμίσεις για άμεσες ενισχύσεις στον τομέα παραμένουν πολύ πολύπλοκες και παρέχουν κίνητρα για εντατικοποίηση, προκαλώντας ανησυχίες των καταναλωτών και πιθανή ευπάθεια της ανάκαμψης.

    Aν και έχουν ήδη γίνει πολλά υπέρ της εκτατικής παραγωγής βοείου κρέατος, ιδίως ο επανασχεδιασμός της πριμοδότησης εκτατικοποίησης βάσει του Προγράμματος Δράσης 2000, στo σύνολό της, η ΚΟΑ χαρακτηρίζεται ακόμη από μέσα πολιτικής που δεν έχουν αποθαρρύνει την εντατική παραγωγή στο βαθμό που ήταν επιθυμητό. Τα μέσα αυτά περιλαμβάνουν ενισχύσεις κατά κεφαλή ζώου, συντελεστή πυκνότητας βασιζόμενο στις ζητούμενες πριμοδοτήσεις και όχι κατ' ανάγκη στον πραγματικό αριθμό ζώων, εξαίρεση από το όριο του συντελεστή πυκνότητας για μέχρι 15 μονάδες ζωικού κεφαλαίου ("μικροί παραγωγοί") και την παρέκκλιση για το όριο 90 κεφαλών ζώων ανά εκμετάλλευση. Αν και οι πριμοδοτήσεις κατά κεφαλή θηλάζουσας αγελάδας είναι υψηλότερες από εκείνες για τα βόδια και τους νεαρούς ταύρους, η ανάλυση αποδεικνύει ότι σε βάση ανά εκτάριο τα συστήματα εντατικής παραγωγής (π.χ. νεαροί ταύροι) λαμβάνουν υψηλότερη άμεση στήριξη.

    Η Επιτροπή επομένως προτείνει την αποσύνδεση των ενισχύσεων από τον αριθμό κεφαλών ζώων και την αντικατάστασή τους με ενιαία εισοδηματική ενίσχυση ανά εκμετάλλευση βασιζόμενη στα ιστορικά δικαιώματα. Από κοινού με ενισχυμένες προϋποθέσεις πολλαπλής συμμόρφωσης οι οποίες περιλαμβάνουν και υποχρεώσεις όσον αφορά τη διαχείριση των γαιών, αυτό θα μειώσει τις πιέσεις προς την εντατική παραγωγή και θα συμβάλει στην επίτευξη μιας περισσότερο ισορροπημένης κατάστασης στην αγορά. Κανένα άλλο ειδικό μέτρο για το βόειο κρέας δεν φαίνεται αναγκαίο στο παρόν στάδιο για λόγους που αφορούν την αγορά ή το περιβάλλον.

    Εν τούτοις, ακόμη και μετά τη μεταρρύθμιση, οι εξαγωγές βοείου κρέατος εξακολουθούν να βασίζονται έντονα στις εξαγωγικές επιδοτήσεις, παρότι μικρές ποσότητες εξάγονται χωρίς επιστροφές. Περίπου το ένα έκτο από τις εν λόγω επιδοτούμενες εξαγωγές είναι ζώντα ζώα. Ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιούνται έχει προκαλέσει αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με την τήρηση των προτύπων για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων. Επομένως, η Επιτροπή προτίθεται να ενισχύσει τις προϋποθέσεις και τους ελέγχους, υπό τους οποίους μπορούν να χορηγούνται εξαγωγικές επιδοτήσεις για ζώντα ζώα.

    Για την ΕΕ στο σύνολό της περίπου τα δύο τρίτα του βοείου κρέατος προέρχονται, έμμεσα ή άμεσα, από αγέλες γαλακτοπαραγωγής. Αυτός ο ισχυρός δεσμός με τον τομέα του βοείου κρέατος σημαίνει ότι το κρέας προέλευσης γαλακτοπαραγωγικών βοοειδών συμβάλλει κατά ένα περαιτέρω 10% στη συνολική γεωργική παραγωγή. Στο πλαίσιο αυτό, η εξέλιξη της κοινής οργάνωσης αγοράς για τα γαλακτοκομικά προϊόντα έχει ιδιαίτερη σημασία για τον τομέα του βοείου κρέατος.

    Γαλακτοκομικά προϊόντα

    Η Επιτροπή κατάρτισε τις προτάσεις της για το Πρόγραμμα Δράσης 2000 με γενικό στόχο να αντιμετωπιστούν οι αβέβαιες προοπτικές για τον τομέα, αφήνοντας όμως ανοικτές τις επιλογές για μελλοντική ανάπτυξη. Οι αγοραίες τιμές επρόκειτο να μειωθούν μέσω μείωσης στις τιμές στήριξης της παρέμβασης κατά 15%, σε τέσσερα στάδια από το 2000 με καταβολή αποζημίωσης στους γεωργούς, ενώ οι ποσοστώσεις επρόκειτο να αυξηθούν κατά 2%. Εντούτοις, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Βερολίνου τον Μάρτιο 1999 ανέβαλε την έναρξη ισχύος των βασικών στοιχείων της μεταρρύθμισης έως την περίοδο εμπορίας 2005/06 και κλιμάκωσε τη μεταρρύθμιση στη διάρκεια τριών ετών. Οι ποσοστώσεις αυξανόταν, με έτος αναφοράς το 1999/2000, κατά περίπου 2,4%. Tο Συμβούλιο ανέλαβε να πραγματοποιήσει ενδιάμεση επισκόπηση με βάση έκθεση της Επιτροπής, με στόχο να αφεθούν οι παρούσες ρυθμίσεις για τις ποσοστώσεις να εκπνεύσουν μετά το 2006.

    Η έκθεση είναι κυρίως τεχνικής φύσεως και συνοδεύει την παρούσα ανακοίνωση ως έγγραφο εργασίας της Επιτροπής. Εδώ τονίζονται μόνο λίγες βασικές πτυχές του θέματος. Για την κατάρτιση της εν λόγω έκθεσης, οι υπηρεσίες της Επιτροπής ανέθεσαν μελέτη με την υποστήριξη ενός οικονομετρικού υποδείγματος που εκπονήθηκε από εμπειρογνώμονες του "Institut National de la Recherche Agricole" (INRA, Γαλλία) και το πανεπιστήμιο του Wageningen (Ολλανδία).

    Συνολικά, η ανάλυση και οι προβολές των εμπειρογνωμόνων φαίνεται να υποδεικνύουν ότι οι μειώσεις της τιμής στήριξης και οι περιορισμένες αυξήσεις των ποσοστώσεων που αποφασίστηκαν με τη μεταρρύθμιση του Προγράμματος Δράσης 2000 θα έχουν σαφώς ευεργετικά αποτελέσματα κατά το τέλος της περιόδου. Η ισορροπία της αγοράς αναμένεται να βελτιωθεί και τα αποθέματα της παρέμβασης να κυμαίνονται σε χαμηλά επίπεδα. Η ανάγκη χρησιμοποίησης επιστροφών κατά την εξαγωγή και ενισχύσεων για εσωτερική κατανάλωση θα μειωθεί σημαντικά. Οι άμεσες ενισχύσεις αναμένεται να αντισταθμίσουν επαρκώς τις μειώσεις των τιμών στα εισοδήματα των παραγωγών. Με την έννοια αυτή, η μεταρρύθμιση του Προγράμματος Δράσης 2000 μπορεί να θεωρηθεί ότι πρόλαβε σε σημαντικό βαθμό την απαίτηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για "θεμελιώδη μεταρρύθμιση του τομέα των γαλακτοκομικών με στόχο την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ της συνολικής παραγωγής γάλακτος και της μη επιδοτούμενης εσωτερικής κατανάλωσης συν τις δυνητικές μη επιδοτούμενες εξαγωγές, εξασφαλίζοντας παράλληλα δίκαιο βιοτικό επίπεδο για τους παραγωγούς γαλακτοκομικών και αφήνοντας το καθεστώς των ποσοστώσεων να εκπνεύσει".

    Λόγω της απόφασης που ελήφθη στο Βερολίνο να αναβληθεί η εφαρμογή των αποφάσεων για τη μεταρρύθμιση, τα πλήρη οφέλη της μεταρρύθμισης δεν θα γίνουν αισθητά πριν από το 2008 και τα επόμενα έτη. Τέθηκε λοιπόν το ερώτημα κατά πόσον δεν θα έπρεπε να εξετασθεί η ενωρίτερη εφαρμογή της. Ένα δεύτερο ερώτημα είναι κατά πόσον η μείωση των τιμών παρέμβασης για το βούτυρο (με τις εγχώριες τιμές αγοράς υπερδιπλάσιες από τα διεθνή επίπεδα) δεν θα έπρεπε να είναι αναλογικά μεγαλύτερη από τη μείωση για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη (με τιμή πλησιέστερη στις διεθνείς τιμές). Η Επιτροπή εξέτασε ορισμένες επιλογές για την ανάπτυξη του τομέα των γαλακτοκομικών. Οι επιλογές αυτές συνοψίζονται παρακάτω :

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    Το βασικό συμπέρασμα που μπορεί να αντληθεί από την ανάλυση των επιλογών αυτών είναι ότι οι προοπτικές για τον τομέα του γάλακτος στην ΕΕ είναι γενικά θετικές όσον αφορά την ισορροπία της αγοράς και τα επίπεδα των τιμών παραγωγού. Εντούτοις, οι σταθερές ποσοστώσεις οδηγούν σε αυξανόμενη έλλειψη γάλακτος στην εσωτερική αγορά. Ως εκ τούτου, οι εξαγωγές της ΕΕ σε προϊόντα υψηλής αξίας προς αναπτυσσόμενες διεθνείς αγορές θα υποστούν δυσμενείς συνέπειες. Αντίθετα, υπό ένα περισσότερο ανταγωνιστικό καθεστώς για το γάλα, θα μπορούσε να αποφευχθεί η απώλεια εξαγωγικής ικανότητας της ΕΕ στα γαλακτοκομικά προϊόντα.

    2.4. Θέση σε λειτουργία ενός απλούστερου και περισσότερο φιλικού προς το περιβάλλον μηχανισμού άμεσης στήριξης

    Η μετάβαση από ένα καθεστώς στήριξης των γεωργικών προϊόντων σ' ένα καθεστώς στήριξης των παραγωγών αποτελεί, από το 1992, βασικό στόχο της διαδικασίας μεταρρύθμισης της ΚΓΠ. Κατά τη διάρκεια των μεταρρυθμίσεων του 1992 και του 1999, η μετάβαση αυτή επιτεύχθηκε με τη μείωση των τιμών στήριξης και την εισαγωγή άμεσων ενισχύσεων, αποσυνδεδεμένων εν μέρει από την παραγωγή, στους τομείς των σιτηρών, των ελαιούχων σπόρων, των πρωτεϊνών και του βοείου κρέατος.

    Παρά τις αρχικές ανησυχίες, τα θετικά αποτελέσματα της εν λόγω διαδικασίας στη βελτίωση του προσανατολισμού προς την αγορά και της ανταγωνιστικότητας, στη σταθεροποίηση των γεωργικών εισοδημάτων και στη μείωση των μέτρων παροχής κινήτρων με αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον είναι προφανή. Αλλά παρ'όλο που πολλοί στην Ευρωπαϊκή Ένωση τάσσονται υπέρ της πλήρους αποσύνδεσης των ενισχύσεων από την παραγωγή, ορισμένοι διερωτώνται κατά πόσο είναι απαραίτητο ένα πρόσθετο μέτρο του είδους αυτού.

    Η αποσύνδεση των ενισχύσεων από την παραγωγή που αποτελεί τη φυσική απόληξη της μετάβασης από ένα καθεστώς στήριξης των προϊόντων σ' ένα καθεστώς στήριξης των παραγωγών δεν παρουσιάζει μόνο πλεονεκτήματα αλλά και κινδύνους που θα πρέπει να εξεταστούν προσεκτικά. Η εκμετάλλευση των πλεονεκτημάτων της (και η καλύτερη αντιμετώπιση των κινδύνων που συνεπάγεται) προυποθέτει εντούτοις την ολοκλήρωση της μετάβασης αυτής.

    Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, έχει μεγάλη σημασία να μη χρησιμοποιηθεί η αποσύνδεση ως μέσο επίτευξης άλλων στόχων που θα μπορούσαν να επιτευχθούν με άλλα πιο ενδεδειγμένα μέσα. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί, για παράδειγμα, με τη γενίκευση των ενισχύσεων βάσει της έκτασης στα σημερινά κράτη μέλη, πρόταση που έχει επανειλημμένα διατυπωθεί και η οποία θα μπορούσε να συνδυάζει τους στόχους της αποσύνδεσης με τους στόχους της ανακατανομής του εισοδήματος.

    Προκειμένου να επιτευχθεί η κατάλληλη ισορροπία στην όσο το δυνατόν καλύτερη εκμετάλλευση των πλεονεκτημάτων της αποσύνδεσης από την παραγωγή, η Επιτροπή προτείνει να γίνει το τελικό βήμα προς τη μετάβαση από το καθεστώς στήριξης των προϊόντων στο καθεστώς στήριξης των παραγωγών με την εισαγωγή μιας ενιαίας εισοδηματικής ενίσχυσης ανά γεωργική εκμετάλλευση. Το σύστημα αυτό θα μπορούσε να συγκεντρώνει σε μία ενιαία ενίσχυση, η οποία θα καθορίζεται βάσει στοιχείων του παρελθόντος, όλες τις υφιστάμενες άμεσες ενισχύσεις που καταβάλλονται στους παραγωγούς στο πλαίσιο διαφόρων προγραμμάτων.

    Με την ολοκλήρωση της μετάβασης αυτής, θα απλουστευθεί σημαντικά το σύστημα στήριξης των παραγωγών της Ευρωπαϊκής Ένωσης χωρίς καμία επίπτωση στις ενισχύσεις που τους καταβάλλονται. Με τον τρόπο αυτό θα βελτιωθεί ο γενικότερος προσανατολισμός της γεωργίας στην αγορά και θα μπορέσουν οι γεωργοί να εκμεταλλευθούν πλήρως τις δυνατότητές της προσφέροντας προϊόντα που ζητούν οι καταναλωτές. Επιπλέον, η καταβολή των άμεσων ενισχύσεων με τη μορφή εισοδηματικών ενισχύσεων θα αυξήσει την αποτελεσματικότητά τους και θα οδηγήσει σε βελτίωση της εισοδηματικής κατάστασης των γεωργών. Tέλος, η αποσύνδεση θα συμβάλει στην ενσωμάτωση περιβαλλοντικών στόχωνμε την κατάργηση των ενισχύσεων που συνδέονται με την παραγωγή και οι οποίες είναι δυνατόν να βλάπτουν το περιβάλλον.

    Εκτός από την επίτευξη σημαντικών εσωτερικών στόχων, η νέα προσέγγιση παρουσιάζει επίσης πλεονεκτήματα όσον αφορά την επίτευξη εξωτερικών στόχων. Πρώτον, θα διευκολύνει την ενσωμάτωση των νέων κρατών μελών στην κοινή γεωργική πολιτική. Δεύτερον, προσφέρει σημαντικό πλεονέκτημα στο πλαίσιο του ΠΟΕ, εφόσον το συμβιβάσιμο του εν λόγω καθεστώτος με το "Πράσινο Κουτί" θα συμβάλει στη νομιμοποίηση των εν λόγω ενισχύσεων σε διεθνές επίπεδο.

    Η προσέγγιση αυτή ενδέχεται να εμπεριέχει ορισμένους κινδύνους, εφόσον είναι δυνατόν να οδηγήσει σε μεταβολή της παραγωγής σε ορισμένες περιοχές με αντίκτυπο στη μεταποιητική βιομηχανία και, σε ορισμένες περιπτώσεις, σε εγκατάλειψη των γαιών. Ωστόσο, τα προβλεπόμενα περισσότερο στοχοθετημένα μέτρα θα εξασφαλίσουν στα κράτη μέλη την απαιτούμενη ευελιξία για τη μείωση των κινδύνων αυτών. Σε γενικές γραμμές, η Επιτροπή είναι πεπεισμένη ότι τα πλεονεκτήματα της προσέγγισης αυτής είναι περισσότερα από τους κινδύνους.

    Αποσύνδεση των άμεσων ενισχύσεων από την παραγωγή - εισαγωγή ενίσχυσης για τη στήριξη του γεωργικού εισοδήματος

    Η Επιτροπή προτείνει την εισαγωγή ενιαίας εισοδηματικής ενίσχυσης, αποσυνδεδεμένης από την παραγωγή, για κάθε γεωργική εκμετάλλευση. Η ενίσχυση αυτή, η οποία θα βασίζεται στις ενισχύσεις του παρελθόντος προσαρμοσμένες έτσι ώστε να λαμβάνεται υπόψη η υλοποίηση του Προγράμματος Δράσης 2000, θα καλύπτει όσο το δυνατόν περισσότερους τομείς. Οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις που θα υπαχθούν στο καθεστώς αυτό θα διαθέτουν πλήρη ευελιξία ως προς την επιλογή των γεωργικών τους δραστηριοτήτων προκειμένου να βελτιωθεί ο προσανατολισμός προς την αγορά, αλλά η καταβολή των ενισχύσεων θα υπόκειται στη συμμόρφωση με τα κανονιστικά πρότυπα στον τομέα του περιβάλλοντος, της ασφάλειας των τροφίμων και της υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων (Πολλαπλή συμμόρφωση).

    Πεδίο εφαρμογής του καθεστώτος

    Σε πρώτο στάδιο, το καθεστώς θα καλύπτει όλα τα προϊόντα που υπάγονται στο καθεστώς (σιτηρών, ελαιούχων σπόρων και προτεινών) καθώς και τα όσπρια, τις πατάτες αμυλοποιίας και το βόειο και πρόβειο κρέας. Οι αναθεωρημένες ενισχύσεις για το ρύζι, τον σκληρό σίτο και τις αποξηραμένες ζωοτροφές πρόκειται επίσης να υπαχθούν στο καθεστώς στήριξης. Το καθεστώς αυτό θα επεκταθεί στον τομέα του γάλακτος κατά την εφαρμογή των αποφάσεων του Προγράμματος Δράσης 2000. Άλλοι τομείς, οι οποίοι προβλέπεται ότι θα αποτελέσουν το αντικείμενο μεταρρύθμισης (ζάχαρης, ελαιολάδου και ορισμένων οπωροκηπευτικών, κ.λπ.) θα ακολουθήσουν αργότερα. Όσο περισσότεροι τομείς υπαχθούν στο καθεστώς αυτό, τόσο μεγαλύτερα θα είναι τα οφέλη της απλούστευσης σε διοικητικό επίπεδο.

    Για τα υπό εξέταση προϊόντα, το νέο καθεστώς στήριξης θα αντικαταστήσει το σύνολο των ήδη υφιστάμενων (ή προσφάτως εισαχθέντων) καθεστώτων άμεσων ενισχύσεων στους παραγωγούς, με ορισμένες εξαιρέσεις. Οι εξαιρέσεις αυτές περιλαμβάνουν την ειδική πριμοδότηση της ποιότητας για τον σκληρό σίτο, μία νέα συμπληρωματική ενίσχυση που έχει προβλεφθεί ειδικά για τις πρωτεϊνούχες καλλιέργειες ύψους 55,57 EUR/εκτάριο (9,5 EUR/τόνο πολλαπλασιαζόμενα επί τη μέση απόδοση αναφοράς της ΕΕ, ίση προς 5,85 τόνους/εκτάριο για τις περιοχές στις οποίες καλλιεργούνται πρωτεϊνούχα φυτά), οι οποίες αντικαθιστούν τις υφιστάμενες ρυθμίσεις, την ειδική ενίσχυση που καταβάλλεται για το ρύζι και την ενίσχυση βάσει της έκτασης που καταβάλλεται για τους καρπούς με κέλυφος. Οι έκτακτες και περιορισμένες αυτές ενισχύσεις για ένα είδος καλλιέργειας διατηρήθηκαν προκειμένου να αποφευχθεί η απώλεια των πλεονεκτημάτων που συνδέονται με ένα ορισμένο επίπεδο προσφοράς, ιδίως σε ορισμένες περιοχές με παράδοση στην παραγωγή του είδους αυτού. Οι ειδικές ενισχύσεις στους τομείς που καλύπτονται από την ενδιάμεση επανεξέταση έχουν, σε κάθε περίπτωση, απλουστευθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας αναθεώρησης.

    Παρ' όλο που το νέο καθεστώς στήριξης δεν εφαρμόζεται ακόμη σε όλους τους τομείς, οι γεωργοί που θα λάβουν τη νέα εισοδηματική ενίσχυση που έχει αποσυνδεθεί από την παραγωγή, θα έχουν τη δυνατότητα να καλλιεργούν στις εκτάσεις τους όλα τα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που υπάγονται ακόμη στο καθεστώς στήριξης που συνδέεται με την παραγωγή, με την προϋπόθεση ότι τα προϊόντα τους δεν έχουν αποκλεισθεί κατ' εξαίρεση και ρητά. Φυσικά, θα εφαρμόζονται οι κανόνες που διέπουν τα καθεστώτα στήριξης που συνδέονται με την παραγωγή (π.χ. ποσοστώσεις για την παραγωγή, φυτευτικά δικαιώματα, κ.λπ). Στο στάδιο αυτό, η καλλιέργεια οπωροκηπευτικών δεν θα είναι επιλέξιμη για την παροχή στήριξης στο πλαίσιο του νέου αυτού καθεστώτος.

    Καθορισμός και μεταβίβαση των δικαιωμάτων

    Οι αποσυνδεδεμένες από την παραγωγή ενισχύσεις για τη στήριξη του γεωργικού εισοδήματος θα καθορίζονται σε επίπεδο γεωργικής εκμετάλλευσης. Το συνολικό ποσό το οποίο δικαιούται να λάβει μία γεωργική εκμετάλλευση θα χωρίζεται σε μερίδια (τα δικαιώματα) προκειμένου να διευκολυνθεί η μεταβίβαση ενός μέρους των δικαιωμάτων σε περίπτωση πώλησης ή εκμίσθωσης ενός μέρους της γεωργικής εκμετάλλευσης. Οι μεταβιβάσεις αυτές θα πρέπει να πληρούν ορισμένες απαιτήσεις :

    - να διασφαλίζουν ότι oι γεωργικές εκτάσεις στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διατηρούνται σε καλή γεωργική κατάσταση και ότι η διαχείρισή τους εξακολουθεί να γίνεται σύμφωνα με τα υποχρεωτικά περιβαλλοντικά πρότυπα.

    - να αποφεύγονται οι κερδοσκοπικές μεταβιβάσεις δικαιωμάτων που οδηγούν στη σώρευση δικαιωμάτων που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

    - να διασφαλίζουν ότι το σύνολο της στήριξης και των δικαιωμάτων δεν υπερβαίνουν τα σημερινά επίπεδα που έχουν καθοριστεί σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε εθνικό και, ανάλογα με την περίπτωση, περιφερειακό επίπεδο.

    - να διατηρούν τις ενισχύσεις εντός του "Πράσινου Κουτιού" του ΠΟΕ.

    Για το σκοπό αυτό, προτείνεται η διαίρεση του συνολικού ποσού των ενισχύσεων δια του αριθμού των επιλέξιμων εκταρίων της συγκεκριμένης γεωργικής εκμετάλλευσης. Ο αριθμός που προκύπτει αντιπροσωπεύει τον αριθμό των δικαιωμάτων είσπραξης ορισμένου ποσού, τα οποία είναι δυνατόν να μεταβιβαστούν από τη μία εκμετάλλευση στην άλλη, παράλληλα με τη μεταβίβαση εκτάσεων. Η Επιτροπή θα παράσχει λεπτομερέστερα στοιχεία όσον αφορά το θέμα αυτό στο πλαίσιο των νομοθετικών προτάσεων.

    Ωστόσο, προκειμένου να εξασφαλισθεί η απαιτούμενη ευελιξία για την αντιμετώπιση ορισμένων ειδικών καταστάσεων, τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν μεταξύ διαφορετικών προσεγγίσεων. Οι προσεγγίσεις αυτές περιλαμβάνουν τη δυνατότητα επίτευξης κάποιας ισορροπίας μεταξύ των μεμονωμένων δικαιωμάτων (π.χ. μεμονωμένα ποσά ανά εκτάριο) και των περιφερειακών ή εθνικών μέσων όρων. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι κανόνες και τα κριτήρια που καθορίζουν τα κράτη μέλη θα πρέπει να ανταποκρίνονται στις γενικές υποχρεώσεις που εκτίθενται ανωτέρω. Τα κράτη μέλη θα είναι υποχρεωμένα να κοινοποιούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις λύσεις που επιλέγουν.

    Ενίσχυση των προτύπων στον τομέα του περιβάλλοντος, της ασφάλειας των τροφίμων, της υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων και της ασφάλειας στο χώρο εργασίας

    Η χορήγηση του συνόλου της ενίσχυσης για τη στήριξη του γεωργικού εισοδήματος, η οποία έχει αποσυνδεθεί από την παραγωγή, και των υπόλοιπων άμεσων ενισχύσεων θα υπόκειται στην τήρηση ορισμένων κανονιστικών προτύπων στον τομέα του περιβάλλοντος, της ασφάλειας των τροφίμων, της υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων, καθώς και στις απαιτήσεις για την ασφάλεια στο χώρο της εργασίας για τους γεωργούς. Οι απαιτήσεις όσον αφορά την πολλαπλή συμμόρφωση δίνουν έμφαση, για όλες τις ενισχύσεις, τόσο αυτές που συνδέονται με την παραγωγή όσο και αυτές που έχουν αποσυνδεθεί από την παραγωγή, στην εφαρμογή "ορθών γεωργικών πρακτικών", οι οποίες περιλαμβάνουν κανονιστικά πρότυπα. Παρ'όλο που η πολλαπλή συμμόρφωση πρέπει να αντικατοπτρίζει τις διαφορές μεταξύ περιφερειών, η αποφυγή στρεβλώσεων του ανταγωνισμού απαιτεί την εξασφάλιση ισότιμων όρων με τον καθορισμό βασικών κριτηρίων εφαρμογής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν και να θέσουν σε ισχύ πρότυπα, ακολουθώντας ένα κοινό πλαίσιο που θα προβλέπει βασικά κριτήρια υλοποίησης. Κατά τους προσεχείς μήνες, η Επιτροπή θα ξεκινήσει τις απαιτούμενες εργασίες για τη θέσπιση του πλαισίου αυτού.

    Η πολλαπλή συμμόρφωση θα εφαρμόζεται στην εκμετάλλευση στο σύνολό της, τόσο στις χρησιμοποιούμενες όσο και στις μη χρησιμοποιούμενες γεωργικές εκτάσεις και θα είναι δυνατόν, στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη κρίνουν απαραίτητο, να επιβάλλονται όροι για την πρόληψη της μετατροπής βοσκοτόπων σε αρόσιμες εκτάσεις. Όσον αφορά τις χρησιμοποιούμενες και τις μη χρησιμοποιούμενες εκτάσεις, η πολλαπλή αυτή συμμόρφωση συνεπάγεται την τήρηση κανονιστικών προτύπων διαχείρισης και την υποχρέωση διατήρησης των γεωργικών εκτάσεων σε καλή κατάσταση. Η προσέγγιση αυτή απορρέει άμεσα από τη λογική της αποσύνδεσης από την παραγωγή και δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο βασικό στόχο της πολλαπλής συμμόρφωσης, δηλαδή την προώθηση της εφαρμογής των νομοθετικών διατάξεων στον τομέα του περιβάλλοντος, της ασφάλειας των τροφίμων και της υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων. Σε περίπτωση μη τήρησης των απαιτήσεων πολλαπλής συμμόρφωσης, οι άμεσες ενισχύσεις θα μειώνονται ανάλογα με τον εκάστοτε κίνδυνο ή ζημία.

    Έλεγχος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων

    Για να ανταποκριθεί καλύτερα στις προσδοκίες της κοινωνίας και να βοηθήσει τους γεωργούς να ανταποκριθούν καλύτερα στα πρότυπα μιας σύγχρονης και υψηλής ποιότητας γεωργίας, η Επιτροπή κρίνει απαραίτητη τη θέσπιση και προώθηση, σε κοινοτική κλίμακα, ενός μηχανισμού ελέγχου των εμπορικών γεωργικών εκμεταλλεύσεων, που θα πρέπει να καθορίσουν τα κράτη μέλη βάσει του οικονομικού τους μεγέθους. Οι έλεγχοι αυτοί θα συμβάλλουν στη μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση των γεωργών στη σχέση μεταξύ των ροών των υλικών και των γεωργικών διαδικασιών, αφενός, και των προτύπων που αφορούν το περιβάλλον, την ασφάλεια των τροφίμων, την υγεία και καλή διαβίωση των ζώων και την ασφάλεια στο χώρο εργασίας, αφετέρου. Το γεγονός ότι οι καταναλωτές γνωρίζουν ότι οι παραγωγοί διαχειρίζονται με ενεργητικό τρόπο τις δραστηριότητες αυτές αποτελεί βασικό στοιχείο για την ανάκτηση της πλήρους εμπιστοσύνης των καταναλωτών. Πολλοί κάτοχοι γεωργικών εκμεταλλεύσεων και ενώσεις γεωργών αναγνωρίζουν την ανάγκη βελτίωσης της διαφάνειας και της ενημέρωσης όσον αφορά τις γεωργικές διαδικασίες. Οι ενισχύσεις που συνδέονται με τους ελέγχους στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις θα παρέχονται στο πλαίσιο της ανάπτυξης της υπαίθρου.

    Γενικός στόχος είναι η διενέργεια ελέγχων σε όλες τις εμπορικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Σε πρώτη φάση, η Επιτροπή προτείνει να καταστεί ο έλεγχος υποχρεωτικός και να ενσωματωθεί στις απαιτήσεις πολλαπλής συμμόρφωσης για τους παραγωγούς που λαμβάνουν άμεσες ενισχύσεις που υπερβαίνουν τα 5 000 EUR ετησίως. Tο μέτρο αυτό θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη διαφάνεια, θα ευαισθητοποιήσει περισσότερο τους γεωργούς και θα διευκολύνει τη βαθμιαία πολλαπλή συμμόρφωση. Οι υπόλοιποι γεωργοί θα έχουν τη δυνατότητα να υπαχθούν οικειοθελώς στο καθεστώς αυτό.

    Παύση της καλλιέργειας γαιών για περιβαλλοντικούς λόγους

    Προκειμένου να διατηρηθούν τα οφέλη που εξασφαλίζει η παύση της καλλιέργειας των γαιών όσον αφορά τον έλεγχο της προσφοράς, αυξάνοντας παράλληλα τις θετικές επενέργειες στο περιβάλλον χάρη στο νέο σύστημα στήριξης που θα έχει αποσυνδεθεί από την παραγωγή, η Επιτροπή προτείνει την εισαγωγή ενός υποχρεωτικού καθεστώτος μακροπρόθεσμης παύσης της καλλιέργειας των γαιών (10 έτη) για τις αρόσιμες εκτάσεις. Η αντικατάσταση της εκ περιτροπής παύσης της καλλιέργειας από τη μακροπρόθεσμη παύση της καλλιέργειας για περιβαλλοντικούς λόγους θα βελτιώσει την αποτελεσματικότητά της σε πολλές περιοχές και, παράλληλα, θα απλουστεύσει τη διαχείριση και τον έλεγχο, ιδίως στο πλαίσιο της αποσύνδεσης από την παραγωγή. Οι γεωργοί θα είναι υποχρεωμένοι να θέσουν υπό καθεστώς μακροπρόθεσμης μη εκ περιτροπής παύσης της καλλιέργειας ένα μέρος των αρόσιμων εκτάσεων της εκμετάλλευσής τους, ίσο με την έκταση που βρίσκεται επί του παρόντος υπό καθεστώς υποχρεωτικής παύσης της καλλιέργειας, δεδομένου ότι η υποχρέωση αυτή αποτελεί μία από τις απαραίτητες προϋποθέσεις όσον αφορά την πολλαπλή συμμόρφωση, για να μπορούν να λάβουν άμεσες ενισχύσεις.

    Στήριξη στις ενεργειακές καλλιέργειες - πίστωση άνθρακα

    Στο πλαίσιο των προτάσεων της Επιτροπής, οι ισχύουσες διατάξεις όσον αφορά την παύση της καλλιέργειας των γαιών θα αντικατασταθούν από μέτρα για την μακροπρόθεσμη παύση της καλλιέργειας των γαιών για περιβαλλοντικούς λόγους. Επί του παρόντος, η δυνατότητα που παρέχεται όσον αφορά την καλλιέργεια βιομηχανικών φυτών σε εκτάσεις υπό καθεστώς παύσης της καλλιέργειας αποτελεί στήριξη στις ενεργειακές καλλιέργειες. Οι ενεργειακές καλλιέργειες αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής προϊόντων εκτός των ειδών διατροφής σε εκτάσεις που έχουν τεθεί υπό καθεστώς παύσης της καλλιέργειας. Η σημασία των ενεργειακών καλλιεργειών θα αυξηθεί αν καταστεί υποχρεωτική η εισαγωγή των βιοκαυσίμων, σύμφωνα με όσα προβλέπει η πρόσφατη ανακοίνωση της Επιτροπής. Ωστόσο, οι νέες διατάξεις όσον αφορά την παύση της καλλιέργειας των γαιών δεν προσφέρονται πλέον για τις ενεργειακές καλλιέργειες.

    Ως εκ τούτου, η Επιτροπή προτείνει να αντικατασταθούν οι ισχύουσες διατάξεις σχετικά με τις καλλιέργειες προϊόντων που δεν προορίζονται για διατροφή από μία "πίστωση άνθρακα", ενίσχυση ανεξάρτητη του καλλιεργούμενου είδους για τις ενεργειακές καλλιέργειες με στόχο την υποκατάσταση του διοξειδίου του άνθρακα. Η ενίσχυση αυτή θα ενισχύσει τα επενδυτικά μέτρα και τα μέτρα εγκατάστασης στο πλαίσιο του δεύτερου πυλώνα. Το ύψος της ενίσχυσης θα είναι 45 EUR/εκτάριο ενεργειακής καλλιέργειας με ανώτατη εγγυούμενη έκταση 1,5 εκατ. εκταρίων και θα καταβάλλεται στους παραγωγούς που έχουν συνάψει σύμβαση με επιχείρηση μεταποίησης. Για την κατανομή των εκτάσεων μεταξύ των κρατών μελών θα ληφθούν υπόψη τα στοιχεία του παρελθόντος όσον αφορά την παραγωγή των ενεργειακών καλλιεργειών στις υπό καθεστώς παύσης της καλλιέργειας εκτάσεις και τις συμφωνίες για τον επιμερισμό της επιβάρυνσης που συνδέονται με τη μείωση του C02. Οι συμφωνίες αυτές θα αναθεωρηθούν πέντε έτη μετά τη θέση τους σε ισχύ, αφού ληφθεί υπόψη η υλοποίηση της κοινοτικής πρωτοβουλίας για τα βιοκαύσιμα.

    2.5. Καλύτερη κατανομή της στήριξης για την αειφόρο γεωργία και ανάπτυξη της υπαίθρου

    Η καλύτερη κατανομή μεταξύ της πολιτικής για τη στήριξη των αγορών και της ανάπτυξης της υπαίθρου θα έχει ως αποτέλεσμα την ευρύτερη κοινωνική αποδοχή της κοινής γεωργικής πολιτικής και τον πολλαπλασιασμό των δυνατοτήτων ανταπόκρισης στις προσδοκίες και τις ανησυχίες των καταναλωτών, οι οποίες συνδέονται με το περιβάλλον και την υγεία και καλή διαβίωση των ζώων, στο πλαίσιο του δεύτερου πυλώνα. Πέραν τούτου, παρ'όλο που η μετάβαση στις αποσυνδεδεμένες από την παραγωγή άμεσες ενισχύσεις θα επιτρέψει τη μείωση των κινήτρων στο πλαίσιο μέσων για την προώθηση παραγωγής που δημιουργεί προβλήματα στο περιβάλλον, ενδέχεται επίσης να ωθήσει προς την παύση των δραστηριοτήτων σε ορισμένες απομακρυσμένες περιοχές. Η σημασία των μέσων που αποβλέπουν στην προώθηση της αειφόρου γεωργίας στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως οι γεωργοπεριβαλλοντικές ενισχύσεις και οι ενισχύσεις στις μειονεκτικές περιοχές, καθώς και άλλα μέτρα στο πλαίσιο του δεύτερου πυλώνα θα αυξηθεί σημαντικά. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει επίσης να διασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν πλήρως τα μέσα αυτά στο μέλλον. Η Επιτροπή θα παρακολουθεί την εξέλιξη της κατάστασης.

    Δυναμική διαφοροποίηση

    Για την επίτευξη μεγαλύτερης ισορροπίας μεταξύ των μέσων που αποβλέπουν στην περαιτέρω προώθηση της αειφόρου γεωργίας και της ανάπτυξης της υπαίθρου, η Επιτροπή προτείνει την εισαγωγή ενός συστήματος δυναμικής διαφοροποίησης σε υποχρεωτική βάση για όλα τα κράτη μέλη. Με την εφαρμογή τους συστήματος αυτού, το οποίο καθιστά υποχρεωτικά για το σύνολο των κρατών μελών τα μέχρι στιγμής προαιρετικά μέτρα, όλες οι άμεσες ενισχύσεις θα μειωθούν σταδιακά, κατά 3% ετησίως, μέχρι το ανώτατο ποσοστό 20% που προβλέπεται στο Πρόγραμμα Δράσης 2000. Η διαφοροποίηση αυτή αφορά τόσο τις ενισχύσεις που έχουν αποσυνδεθεί από την παραγωγή όσο και τις ενισχύσεις που συνδέονται με την παραγωγή.

    Tο νέο υποχρεωτικό σύστημα θα αντικαταστήσει από το 2004 τις σημερινές διατάξεις που δεν έχουν υποχρεωτικό χαρακτήρα. Κατάλληλα μεταβατικά μέτρα θα προταθούν στα κράτη μέλη που έχουν ήδη θέσει οικειοθελώς σε εφαρμογή τον μηχανισμό διαφοροποίησης.

    Η διαφοροποίηση μπορεί επίσης, εκτός από τη βελτίωση της ισορροπίας στην κατανομή των πιστώσεων, να συμβάλει στην καλύτερη εξισορρόπηση των δαπανών μεταξύ των αγορών και της ανάπτυξης της υπαίθρου. Κατά κανόνα, οι μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις είναι εντάσεως εργασίας, λιγότερο ευημερούσες και λαμβάνουν λιγότερες ενισχύσεις. Οι μεγάλες γεωργικές εκμεταλλεύσεις είναι περισσότερο σε θέση να προσαρμοστούν στις νέες τεχνολογίες και να επιτύχουν οικονομίες κλίμακας. Εξάλλου, το κόστος της προσαρμογής αυτής βαρύνει συχνά τους απασχολούμενους στις εκμεταλλεύσεις με μεγάλο αριθμό απασχολούμενων. Προτείνεται λοιπόν η εισαγωγή μιας ατέλειας που θα εξαρτάται από τον αριθμό των απασχολούμενων σε κάθε γεωργική εκμετάλλευση. Για μέχρι δύο (πλήρες ωράριο απασχόλησης) ετήσιες μονάδες εργασίας (ΕΜΕ), η ατέλεια θα ανέρχεται σε 5 000 EUR. Χάρη στο μέτρο αυτό, η πλειοψηφία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων δεν θα υπόκειται σε διαφοροποίηση. Για κάθε νέα ΕΜΕ, τα κράτη μέλη είναι δυνατόν να χορηγούν, προαιρετικά, 3 000 EUR επιπλέον. Μολονότι η ατέλεια του είδους αυτού θα έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη απαλλαγή των τριών τετάρτων των ευρωπαϊκών γεωργικών εκμεταλλεύσεων από τον μηχανισμό διαφοροποίησης, οι εκμεταλλεύσεις αυτές θα αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το ένα πέμπτο των άμεσων ενισχύσεων που καταβάλλονται στους γεωργούς.

    Μετά την εφαρμογή των μηχανισμών ατέλειας και διαφοροποίησης, το ανώτατο ποσό που θα καταβάλλεται σε μία γεωργική εκμετάλλευση θα περιορίζεται σε 300 000 EUR. Για τις άμεσες ενισχύσεις που υπερβαίνουν το ποσό αυτό (καθώς και την ατέλεια) θα προβλεφθούν ανώτατα όρια και το καθ' υπέρβαση ποσό θα ανακτάται για να μεταφερθεί στον δεύτερο πυλώνα στο οικείο κράτος μέλος.

    Προς το παρόν, τα κράτη μέλη που προβαίνουν οικειοθελώς σε διαφοροποίηση των άμεσων ενισχύσεων κρατούν τα ποσά που εξοικονομούνται στους λογαριασμούς τους και είναι υποχρεωμένα να διαθέσουν τα ποσά αυτά εντός ορισμένης προθεσμίας (3 έτη) για συμπληρωματικά μέτρα ανάπτυξης της υπαίθρου. Η προσέγγιση αυτή είναι ανορθόδοξη από δημοσιονομική άποψη και δεν είναι δυνατόν να επεκταθεί σ' ένα κοινοτικό σύστημα στο πλαίσιο του οποίου πραγματοποιούνται μεταφορές σημαντικών ποσών. Η Επιτροπή προτείνει λοιπόν να αντικατασταθεί το σημερινό σύστημα από καταλληλότερες ρυθμίσεις. Η Επιτροπή θα προβεί σε εκ των προτέρων εκτίμηση των εξοικονομούμενων ποσών χάρη στη διαφοροποίηση και τον καθορισμό ανώτατου ορίου για τα οικονομικά έτη 2005 και 2006 και θα προτείνει να μειωθεί αναλόγως το ανώτατο όριο του τίτλου 1α. Το αντίστοιχο ποσό θα μεταφερθεί στη συνέχεια στον τίτλο 1β. Οι δημοσιονομικές προοπτικές θα τροποποιηθούν σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 20 της διοργανικής συμφωνίας για τη δημοσιονομική πειθαρχία.

    Τα ποσά που θα εξοικονομούνται κατ' αυτό τον τρόπο ετησίως θα κατανέμονται μεταξύ των κρατών μελών βάσει της γεωργικής έκτασης, του ποσοστού απασχόλησης στο γεωργικό τομέα και της οικονομικής ευημερίας, προκειμένου να καλυφθούν ειδικές αγροτικές ανάγκες. Οι δείκτες αυτοί αντικατοπτρίζουν τη σημασία του ρόλου που διαδραματίζει η γεωργία στη χρήση της γης και στη διαχείριση των αγροτικών περιοχών. Με τον τρόπο αυτό θα καταστεί δυνατή η ανακατανομή του πλούτου των χωρών που χαρακτηρίζονται από εντατική παραγωγή σιτηρών και ζωικού κεφαλαίου προς όφελος των φτωχότερων χωρών με εκτατικότερη/ορεινή γεωργία, με θετικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και τη συνοχή. Τα ποσά που θα εξοικονομηθούν χάρη στην επιβολή ανώτατων ορίων θα κατανεμηθούν βάσει του ύψους των ποσών που έχουν υπερβεί τα ανώτατα όρια σε κάθε κράτος μέλος.

    Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, τα πρόσθετα κεφάλαια του EΓΤΠΕ, τμήμα εγγυήσεων για την ανάπτυξη της υπαίθρου, τα οποία θα εξοικονομηθούν χάρη στη δυναμική διαφοροποίηση, θα ανέλθουν σε 500-600 εκατ. EUR κατά το 2005 και θα αυξάνονται κάθε χρόνο κατά το αντίστοιχο ποσό για κάθε αύξηση 3% στο πλαίσιο της δυναμικής διαφοροποίησης.

    Τα κράτη μέλη θα μπορούν να χρησιμοποιούν την πρόσθετη αυτή χρηματοδότηση για να ενισχύσουν τα προγράμματά τους ανάπτυξης της υπαίθρου. Tα κράτη μέλη θα μπορούν να επιλέγουν να κατανέμουν τους πρόσθετους αυτούς πόρους στο πλαίσιο των προγραμμάτων τους βάσει των αναγκών που διαπιστώνονται κατά την ενδιάμεση αξιολόγηση των προγραμμάτων ανάπτυξης της υπαίθρου και λαμβάνοντας υπόψη τις δυνατότητες που προσφέρουν τα νέα μέτρα ανάπτυξης της υπαίθρου που προτείνει η Επιτροπή. Τα κράτη μέλη θα είναι ελεύθερα να διαθέτουν τα ποσά που προκύπτουν από τη διαφοροποίηση σε οποιοδήποτε μέτρο ανάπτυξης της υπαίθρου είναι δυνατόν να ενσωματωθεί στο πρόγραμμά τους για την ανάπτυξη της υπαίθρου το οποίο χρηματοδοτείται από το ΕΓΤΠΕ, τμήμα εγγυήσεων. Tα κράτη μέλη θα μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα πρόσθετα κεφάλαια για την αύξηση του επιπέδου κοινοτικής συγχρηματοδότησης των προγραμμάτων τους μέχρι το επιτρεπόμενο ανώτατο όριο, να χρηματοδοτούν νέα μέτρα, να διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής των υφιστάμενων μέτρων ή/και να χορηγούν ενίσχυση σε μεγαλύτερο αριθμό δικαιούχων.

    Κατ'αρχήν, η μεταφορά της πρόσθετης χρηματοδότησης από τον 1ο πυλώνα στο 2ο πυλώνα δεν θα απαιτήσει νέα δημοσιονομική προσπάθεια από τα κράτη μέλη, αν έχει προβλεφθεί στον προγραμματισμό τους για την ανάπτυξη της υπαίθρου για την περίοδο 2005-06.

    2.6. Εδραίωση και ενίσχυση της ανάπτυξης της υπαίθρου

    Η Επιτροπή προτείνει την εδραίωση και ενίσχυση του δεύτερου πυλώνα με τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των συνοδευτικών μέτρων και τη διεύρυνση και αποσαφήνιση του πεδίου και του επιπέδου εφαρμογής ορισμένων άλλων μέτρων.

    Νέα συνοδευτικά μέτρα

    Tα τέσσερα συνοδευτικά μέτρα χρηματοδοτούνται εντός και εκτός των περιφερειών του στόχου 1 από το EΓΤΠΕ τμήμα εγγυήσεων. Τα μέτρα αυτά αφορούν επί του παρόντος το γεωργοπεριβάλλον, τις μειονεκτικές περιοχές, τη δάσωση γεωργικών γαιών και την πρόωρη συνταξιοδότηση. Η Επιτροπή προτείνει να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής των συνοδευτικών μέτρων έτσι ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις προσδοκίες των πολιτών όσον αφορά την ασφάλεια και την ποιότητα των τροφίμων, να βοηθήσει τους γεωργούς να προσαρμοστούν στα νέα απαιτητικά πρότυπα και να προωθηθεί η υγεία και καλή διαβίωση των ζώων. Για να διευκολυνθεί η εισαγωγή των μέτρων αυτών, θα πρέπει να θεσπιστούν οι κατάλληλες διατάξεις που θα διευκολύνουν τη μετάβαση. Όπως και με τα τέσσερα ήδη υπάρχοντα συνοδευτικά μέτρα, τα νέα αυτά μέτρα θα αφορούν κυρίως τους δικαιούχους γεωργούς.

    Πρώτον, στον κανονισμό για την ανάπτυξη της υπαίθρου θα προστεθεί ένα νέο κεφάλαιο για την ασφάλεια των τροφίμων. Το κεφάλαιο αυτό θα αφορά :

    - την ενθάρρυνση των γεωργών να συμμετάσχουν στα προγράμματα εγγύησης της ποιότητας και πιστοποίησης, τα οποία έχουν εγκριθεί από τα κράτη μέλη ή την Ευρωπαϊκή Ένωση, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνδέονται με τις γεωγραφικές ενδείξεις, τις ονομασίες προέλευσης και τη βιολογική γεωργία. Πριμοδοτήσεις θα παρέχονται στους γεωργούς οι οποίοι θα παράγουν τα προϊόντα τους σύμφωνα με τις απαιτήσεις των εν λόγω καθεστώτων, σε οικειοθελή βάση. Στα καθεστώτα αυτά θα πρέπει να έχουν πρόσβαση όλοι οι παραγωγοί που πληρούν τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις. Οι ενισχύσεις θα καταβάλλονται κατ' αποκοπή για κάθε εκμετάλλευση, για ανώτατη περίοδο πέντε ετών.

    - τη στήριξη των ομάδων παραγωγών για τη προώθηση των γεωργικών προϊόντων που αποτελούν το αντικείμενο προγραμμάτων εγγύησης της ποιότητας και πιστοποίησης τα οποία έχουν εγκριθεί από τα κράτη μέλη ή την Ευρωπαϊκή Ένωση, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνδέονται με τις γεωγραφικές ενδείξεις, τις ονομασίες προέλευσης και τη βιολογική γεωργία. Η στήριξη αυτή θα επιτρέψει τη συμπλήρωση, αποφεύγοντας ωστόσο την αλληλεπικάλυψη, των μέτρων εμπορίας που χρηματοδοτούνται δυνάμει του άρθρου 33 του κανονισμού για την ανάπτυξη της υπαίθρου. Για να αποφευχθεί κάθε κίνδυνος αλληλεπικάλυψης όσον αφορά τις ενέργειες προώθησης των γεωργικών προϊόντων στην εσωτερική αγορά, η κοινοτική στήριξη για την προώθηση των γεωργικών προϊόντων στο πλαίσιο του πρώτου πυλώνα θα περιοριστεί, από το 2005, στις ενέργειες που διεξάγονται στις αγορές τρίτων χωρών.

    Δεύτερον, η Επιτροπή προτείνει την εισαγωγή ενός κεφαλαίου με τίτλο "τήρηση των προτύπων" στόχος του οποίου είναι να βοηθήσει τους γεωργούς να προσαρμοστούν στα αυστηρά πρότυπα που βασίζονται στην κοινοτική νομοθεσία στον τομέα του περιβάλλοντος, της ασφάλειας των τροφίμων και της υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων, καθώς και στη διενέργεια ελέγχων στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Το κεφάλαιο αυτό θα περιλαμβάνει :

    - τη δυνατότητα καταβολής στους γεωργούς έκτακτων ενισχύσεων οι οποίες θα μειώνονται σταδιακά, προκειμένου να τους βοηθήσουν στην εφαρμογή των αυστηρών προτύπων που βασίζονται στην κοινοτική νομοθεσία στους τομείς του περιβάλλοντος, της ασφάλειας των τροφίμων, της υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων καθώς και της ασφάλειας στην εργασία. Τα πρότυπα αυτά θα αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος των ορθών γεωργικών πρακτικών ή των ελάχιστων υποχρεωτικών προτύπων. Η εισαγωγή και τήρηση των προτύπων αυτών είναι δυνατόν να οδηγήσει σε πρόσθετες δαπάνες και υποχρεώσεις για τους γεωργούς και, σε πρώτη φάση, σε απώλεια εισοδήματος. Στόχος του μέτρου αυτού θα είναι η ενθάρρυνση της ταχύτερης και ευρύτερης υιοθέτησης των προτύπων αυτών. Σε καμία περίπτωση δεν θα καταβάλλεται ενίσχυση αν η μη εφαρμογή των προτύπων οφείλεται στη μη τήρηση από ένα μεμονωμένο γεωργό των προτύπων που έχουν ήδη ενσωματωθεί στην εθνική νομοθεσία. Οι ενισχύσεις θα καταβάλλονται με τη μορφή ετήσιων αντισταθμιστικών ενισχύσεων οι οποίες θα μειώνονται σταδιακά για χρονική περίοδο πέντε ετών κατ' ανώτατο όριο, εντός του ορίου των 200 EUR ανά εκτάριο κατά το πρώτο έτος.

    - την παροχή στήριξης για τη διενέργεια ελέγχου στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Οι κάτοχοι των γεωργικών εκμεταλλεύσεων θα λαμβάνουν κατ' αποκοπή ενίσχυση που θα τους επιτρέπει να καλύψουν τις δαπάνες που συνεπάγονται οι εν λόγω έλεγχοι. Σκοπός των ελέγχων αυτών είναι ο εντοπισμός των στοιχείων για τα οποία είναι δυνατόν να προταθούν τροποποιήσεις προκειμένου να βελτιωθεί η τήρηση των υποχρεωτικών προτύπων στους τομείς του περιβάλλοντος, της ασφάλειας των τροφίμων, της υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων καθώς και της ασφάλειας στην εργασία. Πιο συγκεκριμένα, οι ενισχύσεις αυτές θα επιτρέψουν στους γεωργούς να προετοιμαστούν και να εφαρμόσουν το σύστημα της πολλαπλής συμμόρφωσης που προτείνει η Επιτροπή για να μπορούν να λάβουν άμεσες ενισχύσεις. Οι ενισχύσεις αυτές θα συμπληρώνονται από τις υφιστάμενες ενισχύσεις για την παροχή κατάρτισης και τα σχέδια επίδειξης.

    Tρίτον, η Επιτροπή προτείνει την εισαγωγή, στο κεφάλαιο για το γεωργο-περιβάλλον, τη δυνατότητα χορήγησης ενισχύσεων στον τομέα της υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων για την επιβράβευση των προσπαθειών που υπερβαίνουν το υποχρεωτικό επίπεδο αναφοράς, σύμφωνα με τα γεωργο-περιβαλλοντικά προγράμματα. Επιπλέον, ως απόδειξη της εξαιρετικής σημασίας που αποδίδει η Επιτροπή στην περαιτέρω ανάπτυξη των γεωργο-περιβαλλοντικών προγραμμάτων, ιδίως στο πλαίσιο της ΣΑΑ, καθώς και στην ανάπτυξη των προγραμμάτων για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων, προτείνεται η αύξηση του ποσοστού συγχρηματοδότησης που έχει καθοριστεί για τα εν λόγω μέτρα κατά 10 ακόμη μονάδες, για να φθάσει σε 85% στις περιοχές του στόχου 1 και σε 60% στις υπόλοιπες περιοχές. Οι τροποποιήσεις αυτές θα συνοδεύονται από ενέργειες που αποβλέπουν στην ευαισθητοποίηση του κοινού και στην προώθηση των γεωργο-περιβαλλοντικών προγραμμάτων.

    Για την περίοδο 2005-06, η Επιτροπή προτείνει να καταστεί υποχρεωτική η προσθήκη του κεφαλαίου για την ασφάλεια των τροφίμων στα προγράμματα ανάπτυξης της υπαίθρου (EΓΤΠΕ-τμήμα εγγυήσεων), των κρατών μελών, εφόσον το κεφάλαιο για το γεωργο-περιβάλλον έχει ήδη συμπεριληφθεί σ' αυτά και θα εξακολουθήσει να περιλαμβάνεται και μετά την επέκτασή του στην υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων.

    Άλλες τεχνικές προσαρμογές στον κανονισμό ανάπτυξης της υπαίθρου

    Η Επιτροπή προτείνει να γίνουν ορισμένες προσαρμογές στα λοιπά μέτρα εκτός των συνοδευτικών, προκειμένου να συμπληρωθεί η εισαγωγή των νέων μέτρων που περιγράφονται ανωτέρω. Το πεδίο εφαρμογής των δραστηριοτήτων εμπορίας που διεξάγονται στο πλαίσιο του άρθρου 33 θα αποσαφηνιστεί προκειμένου συμπεριληφθεί ειδική αναφορά στην επιλεξιμότητα του κόστους κατάρτισης προγραμμάτων εγγύησης της ποιότητας και πιστοποίησης. Tο πεδίο εφαρμογής του εδαφίου του άρθρου 33 που αφορά 'την πρόβλεψη υπηρεσιών αντικατάστασης και υποστήριξης της διαχείρισης στη γεωργική εκμετάλλευση' θα διευρυνθεί έτσι ώστε να περιλαμβάνει επίσης τις δαπάνες εφαρμογής συστημάτων γεωργικού ελέγχου.

    Επιπλέον, στο κεφάλαιο που αφορά τη δασοκομία θα προβλεφθεί για τα κράτη μέλη η δυνατότητα να προτείνουν τροποποιήσεις στα προγράμματά τους για την προστασία των δασών από τις πυρκαγιές και στην ταξινόμηση των ζωνών υψηλού κινδύνου μέσω της τροποποίησης των προγραμμάτων ανάπτυξης της υπαίθρου Η προσαρμογή αυτή είναι απαραίτητη λόγω της κατάργησης του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 2158/92 στο τέλος του 2002.

    2.7. Προϋπολογισμός

    Tο Eυρωπαϊκό Συμβούλιο του Βερολίνου έκρινε ότι η μεταρρύθμιση του Προγράμματος Δράσης 2000 μπορούσε να υλοποιηθεί εντός του πλαισίου των 40,5 δισεκατ. EUR (σε σταθερές τιμές 1999), με εξαίρεση την ανάπτυξη της υπαίθρου και τα κτηνιατρικά μέτρα. Κάλεσε λοιπόν την Επιτροπή να υποβάλει στο Συμβούλιο, κατά το 2002, έκθεση σχετικά με την εξέλιξη των γεωργικών δαπανών.

    Λαμβανομένου υπόψη του συστήματος αυτού, η Επιτροπή εξέτασε την πραγματική και τη δυνητική εξέλιξη των γεωργικών δαπανών για την περίοδο 2000-2006. Οι υποθέσεις στις οποίες στηρίζεται η ανάλυση αυτή καθώς και τα αποτελέσματά της παρατίθενται στο παράρτημα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτά, εφόσον συνεχισθούν οι εφαρμοζόμενες πολιτικές, δεν θα υπάρξει υπέρβαση του ετήσιου μέσου όρου των 40,5 δισεκατ. EUR.

    2.8. Κρατικές ενισχύσεις

    Για να επιταχυνθεί η εφαρμογή των νέων καθεστώτων κρατικών ενισχύσεων, η Επιτροπή εξετάζει τις δυνατότητες έκδοσης κανονισμών απαλλαγής στον τομέα της γεωργίας. Για παράδειγμα, με ένα κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορίες για διάφορα είδη κρατικών ενισχύσεων θα αποφεύγεται η εκ των προτέρων κοινοποίηση χωρίς παρέκκλιση από την ουσία των τρεχουσών κατευθυντηρίων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις. Η Επιτροπή έχει ήδη εκδώσει πολλούς κανονισμούς απαλλαγής σε άλλους τομείς πλην της γεωργίας. Μέχρι στιγμής, η ανάγκη εκ των προτέρων έγκρισης από την επιτροπή καθυστερεί αναπόφευκτα κάθε νέο σχέδιο χορήγησης κρατικών ενισχύσεων, συχνά για αρκετούς μήνες. Με τη νέα αυτή προσέγγιση αναμένεται επίσης ότι θα μειωθεί ο φόρτος εργασίας της Επιτροπής, έτσι ώστε να μπορούν οι υπηρεσίες της να αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στις καταγγελίες και στις παράνομες κρατικές ενισχύσεις.

    Όλα αυτά θα γίνουν στο επίπεδο της Επιτροπής, λαμβανομένου υπόψη του υφιστάμενου νομικού πλαισίου που αποτελούν οι κανονισμοί απαλλαγής σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις, τους οποίους έχει εκδώσει το Συμβούλιο. Για τις κρατικές ενισχύσεις που καλύπτονται από το εν λόγω νομικό πλαίσιο, η εκ των προτέρων κοινοποίηση και έγκριση θα αντικατασταθούν από εκ των υστέρων εκθέσεις και ελέγχους. Με τον τρόπο αυτό θα απλουστευθούν οι διαδικασίες και θα μειωθεί η προθεσμία εισαγωγής των νέων καθεστώτων κρατικών ενισχύσεων. Έτσι, τα κράτη μέλη που επιθυμούν να υποβάλουν εκ των υστέρων εκθέσεις θα είναι σε θέση να προσφέρουν ταχύτερα βοήθεια σε εθνικό επίπεδο, ιδίως αν η βοήθεια αυτή απαιτείται για να συνοδεύσει τα μέτρα για την μεταρρύθμιση στο γεωργικό τομέα. Για να διασφαλιστεί η εσωτερική και εξωτερική βιωσιμότητα της πολιτικής που ακολουθεί, η Επιτροπή θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι κρατικές ενισχύσεις δεν υπονομεύουν τους στόχους της ΚΓΠ.

    2.9. Επόμενα στάδια

    Κατόπιν διαβουλεύσεων με το Συμβούλιο, το Κοινοβούλιο και τα λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη, η Επιτροπή θα υποβάλει νομοθετικές προτάσεις το φθινόπωρο 2002. Για τους τομείς για τους οποίους προβλέπεται αναθεώρηση το 2003 (ελαιολάδου, ζάχαρης κ.λπ), η Επιτροπή θα υποβάλει προτάσεις στο πλαίσιο του νέου συστήματος στήριξης του γεωργικού εισοδήματος.

    3. Αναμενόμενες επιπτώσεις των προτάσεων

    3.1. Εσωτερικές επιπτώσεις

    Οι προτεινόμενες προσαρμογές όσον αφορά τα μέσα της ΚΓΠ θα επιτρέψουν την αισθητή βελτίωση της ικανότητας τόσο της γεωργικής πολιτικής όσο και της πολιτικής ανάπτυξης της υπαίθρου να επιτύχουν τους στόχους που έχουν τεθεί στο πλαίσιο του Προγράμματος Δράσης 2000. Οι προσαρμογές αυτές θα συμβάλουν στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ των προσδοκιών των γεωργών, των καταναλωτών, των φορολογούμενων και των δημοσίων αρχών, αφενός, και των αποτελεσμάτων που θα έχουν οι πολιτικές αυτές στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα καθώς και στον τομέα του περιβάλλοντος, αφετέρου.

    Γεωργικός τομέας

    Αναμένεται βελτίωση των προοπτικών για το σύνολο του γεωργικού τομέα. Η αποσύνδεση από την παραγωγή θα επιτρέψει στους γεωργούς των υπό εξέταση τομέων να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στα προϊόντα που τους αποφέρουν την καλύτερη απόδοση στην αγορά λαμβανομένων υπόψη των ικανοτήτων τους, των πρωτοβουλιών και των αγρονομικών συνθηκών σε τοπικό επίπεδο. Η αποσύνδεση από την παραγωγή θα επιτρέψει επίσης, σε πολλές περιπτώσεις, τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των ενισχύσεων που καταβάλλονται στους γεωργούς, τα εισοδήματα των οποίων αναμένεται ότι θα αυξηθούν. Η δυναμική διαφοροποίηση θα εξασφαλίσει τα μέσα για πρόσθετη στήριξη της ποιότητας, μεταβατικές ενισχύσεις για να μπορέσουν οι γεωργοί να ανταποκριθούν στα αυστηρά υποχρεωτικά πρότυπα, και αύξηση των δυνατοτήτων τους όσον αφορά την παροχή περιβαλλοντικών υπηρεσιών. Σε συνδυασμό με τις προτεινόμενες αλλαγές στις κοινές οργανώσεις αγοράς, το σύστημα αυτό θα βελτιώσει ριζικά το δυναμικό μακροπρόθεσμης αειφορίας του τομέα. Στους γεωργούς θα παρασχεθούν οι κατάλληλες αντισταθμίσεις για τις μειώσεις των τιμών.

    Η δυναμική διαφοροποίηση θα συμβάλει στην καλύτερη κοινωνική εξισορρόπηση της στήριξης στο πλαίσιο του τομέα, χωρίς ωστόσο να μειωθεί, σε σχέση με άλλα μέτρα, το οικονομικό δυναμικό των μεγάλων εκμεταλλεύσεων. Το σύστημα ενίσχυσης του γεωργικού εισοδήματος θα αποτελέσει ουσιαστική απλούστευση σε σχέση με τους ισχύοντες κανόνες. Το μεγαλύτερο μέρος των εισοδηματικών ενισχύσεων θα καταβάλλονται στο εξής με την μορφή ενιαίας πληρωμής. Χάρη στον μηχανισμό γεωργικού ελέγχου, όλα τα πρότυπα σχετικά με τον έλεγχο, είτε αφορούν το περιβάλλον, την ασφάλεια των τροφίμων, την υγεία και τη καλή διαβίωση των ζώων ή την ασφάλεια στην εργασία για τους γεωργούς, θα συγκεντρωθούν σε ένα ενιαίο πλαίσιο.

    Καταναλωτές

    Για τους καταναλωτές, οι προτάσεις αυτές αποτελούν σημαντικό βήμα προς την ενσωμάτωση της ασφάλειας των τροφίμων, της ποιότητας των τροφίμων και της υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων στην ΚΓΠ. Η αποσύνδεση από την παραγωγή θα ενθαρρύνει τους γεωργούς να ανταποκριθούν στα μηνύματα που δέχονται από την αγορά και τα οποία αντιστοιχούν στις προσδοκίες των καταναλωτών και όχι να ενεργούν βάσει μέτρων παροχής κινήτρων που συνδέονται με την ποσότητα. Η ενσωμάτωση της ασφάλειας των τροφίμων και της υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων στην πολλαπλή συμμόρφωση και η συστηματική παρακολούθησή τους χάρη στο σύστημα ελέγχου των γεωργικών εκμεταλλεύσεων θα συμβάλουν στη βελτίωση της διαφάνειας και στην αύξηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών. Η ενίσχυση των δυνατοτήτων στήριξης μιας παραγωγής ποιότητας και η βελτίωση των προτύπων θα δώσουν στους γεωργούς τη δυνατότητα να ανταποκριθούν καλύτερα στη ζήτηση των καταναλωτών.

    Φορολογούμενοι

    Για τους φορολογούμενους, οι προτεινόμενες προσαρμογές θα διασφαλίσουν καλύτερη χρησιμοποίηση των δημοσίων πόρων. Στο πλαίσιο της δημοσιονομικής σταθεροποίησης, οι προτάσεις θα συμβάλουν στην αύξηση της αποτελεσματικότητας της απαραίτητης εισοδηματικής στήριξης των γεωργών, ενώ παράλληλα θα ενισχύσουν τον προσανατολισμό προς την αγορά. Ορισμένες κοινές οργανώσεις αγοράς θα προσαρμοστούν προκειμένου να βελτιωθεί η λειτουργία τους. Οι προβλεπόμενες τροποποιήσεις θα συμβάλουν στην αισθητή μείωση της πιθανότητας παραγωγής πλεονασμάτων.

    Πολίτες

    Με τις προτάσεις αυτές θα υπάρξει μεγαλύτερη ανταπόκριση στις ανησυχίες των πολιτών. Η δυναμική διαφοροποίηση θα βοηθήσει τους γεωργούς να επικεντρώσουν περισσότερο τις προσπάθειές τους στην παροχή υπηρεσιών δημοσίου συμφέροντος, όπως οι περιβαλλοντικές υπηρεσίες και η υγεία και καλή διαβίωση των ζώων. Η διαφοροποίηση θα επιτρέψει επίσης να ληφθούν μέτρα για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του τομέα. Οι νέες προτεινόμενες ρυθμίσεις για την παύση της καλλιέργειας θα ενισχύσουν τις θετικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Η ενίσχυση της πολλαπλής συμμόρφωσης θα διασφαλίσει την συνεκτικότητα της γεωργικής πολιτικής με άλλες κανονιστικές απαιτήσεις.

    Βιομηχανία γεωργικών ειδών διατροφής

    Οι προτάσεις θα έχουν θετικό αντίκτυπο στη βιομηχανία γεωργικών ειδών διατροφής εφόσον θα μειώσουν το κόστος των πρώτων υλών σε ορισμένους τομείς. Το γεγονός ότι οι γεωργοί ενθαρρύνονται να προσανατολίζονται περισσότερο προς την αγορά και να επικεντρώνουν τις προσπάθειές τους σε μια παραγωγή ποιότητας θα διευκολύνει την πρόσβαση της βιομηχανίας μεταποίησης σε προϊόντα που ανταποκρίνονται περισσότερο στις ανάγκες της. Οι καταναλωτές θα πειστούν περισσότερο για τη βελτίωση της ασφάλειας και της τήρησης των προτύπων ποιότητας, πράγμα που θα έχει θετική επίπτωση στο σύνολο της αλυσίδας τροφίμων.

    Διοίκηση

    Για τη δημόσια διοίκηση, οι ενισχύσεις για την στήριξη του γεωργικού εισοδήματος και ο έλεγχος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων θα αποτελέσουν σημαντική απλούστευση των απαιτήσεων σχετικά με την εφαρμογή και τον έλεγχο χάρη στην εισαγωγή συστήματος ενιαίας ενίσχυσης για τους υπόψη τομείς και ενιαίο πλαίσιο ελέγχου. Επιπλέον, έχει προταθεί σημαντική απλούστευση των διατάξεων για τις κρατικές ενισχύσεις.

    Μικρός αριθμός εξαιρετικά στοχοθετημένων μέσων έχει διατηρηθεί και βελτιωθεί στο επίπεδο του πρώτου πυλώνα προκειμένου να αποφευχθεί η αποσταθεροποίηση των γεωργικών αγορών κατά την διάρκεια της μετάβασης στο νέο καθεστώς ενισχύσεων που έχουν αποσυνδεθεί από την παραγωγή, ιδίως για τα εξειδικευμένα ή παραδοσιακά προϊόντα. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για μια νέα ενίσχυση στις ενεργειακές καλλιέργειες που προβλέπει στην αντικατάσταση των ισχυουσών διατάξεων όσον αφορά την παύση της καλλιέργειας, για ενισχύσεις που συνδέονται με ορισμένες καλλιέργειες για τα πρωτεϊνούχα φυτά, το ρύζι, τους καρπούς με κέλυφος και για ένα συμπλήρωμα που συνδέεται με την ποιότητα για τον σκληρό σίτο.

    3.2. Εξωτερικές επιπτώσεις

    Παρ'όλο που στόχος της Επιτροπής, όταν πρότεινε τις προσαρμογές αυτές, ήταν να ανταποκριθεί σε εσωτερικές ανάγκες και προσδοκίες, οι τροποποιήσεις αυτές θα επιτρέψουν επίσης την Ευρωπαϊκή Ένωση να προσαρμοστεί στις εξωτερικές προκλήσεις.

    Η προτεινόμενη από την Επιτροπή προσέγγιση θα διευκολύνει την ενσωμάτωση νέων μελών στην κοινή γεωργική πολιτική. Οι τροποποιήσεις που προτείνονται για τις κοινές οργανώσεις αγορών θα επιτρέψουν την αντιμετώπιση των προβλημάτων που συνδέονται με την ισορροπία των αγορών στην Ευρώπη των Δεκαπέντε πριν από τη διεύρυνση. Η αποσύνδεση από την παραγωγή θα συμβάλει στην ενθάρρυνση των γεωργών των νέων κρατών μελών να προσανατολιστούν περισσότερο προς την αγορά, και όχι να εξαρτούν την παραγωγή τους από τα παρεχόμενα κίνητρα. Το σύστημα στήριξης του γεωργικού εισοδήματος θα εξασφαλίσει αισθητή απλούστευση σε σχέση με τις υφιστάμενες ρυθμίσεις. Η δυναμική διαφοροποίηση δεν θα εφαρμοστεί στους γεωργούς των νέων κρατών μελών μέχρις ότου επιτευχθεί το κανονικό επίπεδο κοινοτικών άμεσων ενισχύσεων. Επιπλέον, έχει ήδη προταθεί η αύξηση των κονδυλίων που διατίθενται για την αγροτική τους ανάπτυξη σε σύγκριση με το κανονικό επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις όσον αφορά τα μέτρα ανάπτυξης της υπαίθρου θα διευκολύνουν την εφαρμογή των ευρωπαϊκών προτύπων όσον αφορά την ασφάλεια και την ποιότητα των τροφίμων, ενώ η ενισχυμένη πολλαπλή συμμόρφωση θα συμβάλει στην αύξηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στην παραγωγή των νέων κρατών μελών.

    Η προτεινόμενη από την Επιτροπή προσέγγιση συμβάλλει στην επιδίωξη των στρατηγικών στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την τήρηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει σε διεθνές επίπεδο με την καταβολή νέων προσπαθειών για την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης και συνεκτικότητας. Πιο συγκεκριμένα, με τον αναπροσανατολισμό της στήριξης προς περισσότερο εκτατικές γεωργικές πρακτικές και εσωτερικά μέτρα στήριξης που προκαλούν όσο το δυνατόν μικρότερες στρεβλώσεις στις συναλλαγές, η προσέγγιση αυτή θα εξασφαλίσει περισσότερες διεξόδους για τα προϊόντα των αναπτυσσόμενων χωρών. Ωστόσο, η βελτιστοποίηση του αντίκτυπου στις διεθνείς συναλλαγές θα επιτευχθεί μόνο αν και άλλοι προβούν σε ανάλογου μεγέθους μεταρρύθμιση της πολιτικής τους. Περιμένουμε ότι και οι άλλοι θα καταβάλουν ανάλογες προσπάθειες στους κατάλληλους τομείς κατά τρόπο που να οδηγήσουν στην ανάληψη δεσμεύσεων σε διεθνές επίπεδο.

    Η κατεύθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σαφής : μείωση των ενισχύσεων που προκαλούν στρεβλώσεις της παραγωγής, αφενός, και επικέντρωση στην ασφάλεια και την ποιότητα των τροφίμων, την ανάπτυξη της υπαίθρου και τις περιβαλλοντικές υπηρεσίες προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, αφετέρου. Η πολιτική αυτή ανταποκρίνεται στις προσδοκίες της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης και προστατεύει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα συμφέροντα των ευρωπαίων γεωργών.

    3.3. Δημοσιονομικές επιπτώσεις

    Το παράρτημα που ακολουθεί περιλαμβάνει μία γενική εκτίμηση των προτεινόμενων μέτρων σε σύγκριση με το επικαιροποιημένο σενάριο αναφοράς.

    Παράρτημα : Εξέλιξη των γεωργικών δαπανών από το 2000 έως το 2006

    Εισαγωγή

    Για την επίτευξη του στόχου της σταθεροποίησης των γεωργικών δαπανών σε πραγματικούς όρους και πέρα από τα μέτρα για τη μεταρρύθμιση που έχουν αποφασιστεί στο πλαίσιο του Προγράμματος Δράσης 2000, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Βερολίνου, στο σημείο 22 των συμπερασμάτων του, καλούσε την Επιτροπή και το Συμβούλιο να επιδιώξουν την επίτευξη περαιτέρω οικονομιών έτσι ώστε να μην υπερβούν οι συνολικές δαπάνες για την περίοδο 2000-2006, με εξαίρεση τα μέτρα που αφορούν την ανάπτυξη της υπαίθρου και τα μέτρα στον κτηνιατρικό τομέα, τα 40,5 δισεκατ. EUR ετησίως κατά μέσο όρο. Έτσι, η Επιτροπή κλήθηκε να υποβάλει στο Συμβούλιο, το 2002, έκθεση σχετικά με την εξέλιξη των γεωργικών δαπανών η οποία θα συνοδεύεται, εφόσον απαιτείται, από κατάλληλες προτάσεις.

    Σε απάντηση του αιτήματος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η εξέλιξη των πραγματικών γεωργικών δαπανών μελετήθηκε για το 2000 και το 2001 και συντάχθηκαν επικαιροποιημένες προβλέψεις δαπανών για την περίοδο 2002-2006 για να αποτελέσουν το νέο σενάριο αναφοράς που πρέπει να συγκρίνεται με τα ανώτατα όρια των δημοσιονομικών προοπτικών. Οι υποθέσεις στις οποίες στηρίζεται το νέο αυτό σενάριο και οι επιπτώσεις του εκτίθενται κατωτέρω. Θα πρέπει να τονιστεί ότι τα μεμονωμένα ποσά που προβλέπονται για κάθε τομέα είναι ενδεικτικά και δεν αντιπροσωπεύουν σε καμία περίπτωση στόχους ή ανώτατα όρια δαπανών για κάθε έναν από τους υπό εξέταση τομείς.

    Μεθοδολογία για τις επικαιροποιημένες προβλέψεις

    Η επικαιροποίηση των προβλέψεων δαπανών ανά τομέα για την περίοδο 2000-2006 έγινε με τον ακόλουθο τρόπο :

    - πραγματικές δαπάνες για το 2000 και 2001.

    - πιστώσεις που προβλέπονται στον προϋπολογισμό 2002 και προτείνονται στο Προσχέδιο Προϋπολογισμού (ΠΠ) 2003.

    - προβλέψεις για την περίοδο 2004-2006.

    Οι προβλέψεις για την περίοδο 2004-2006 στηρίζονται :

    - σε συναλλαγματική ισοτιμία 1 EUR= 1 δολάριο.

    - στις πλέον πρόσφατες αξιολογήσεις των προοπτικών ανάπτυξης των γεωργικών αγορών, ιδίως για τις αροτραίες καλλιέργειες, τους τομείς παραγωγής κρέατος καθώς και για τον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων.

    - στην υπόθεση σύμφωνα με την οποία, για τους τομείς που έχουν αποτελέσει το αντικείμενο μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του Προγράμματος Δράσης 2000, οι αρόσιμες βασικές εκτάσεις και τα δικαιώματα πριμοδότησης στον κτηνοτροφικό τομέα θα έχουν πλήρως χρησιμοποιηθεί από το οικονομικό έτος 2004 (2006 για τον γαλακτοκομικό τομέα).

    Οι επιπτώσεις των νομοθετικών αποφάσεων που θεσπίστηκαν μετά το πρόγραμμα δράσης 2000, και οι οποίες τροποποίησαν ορισμένες κοινές οργανώσεις αγορών ή άλλα καθεστώτα, έχουν επίσης ληφθεί υπόψη (για παράδειγμα, στους τομείς της ζάχαρης, των οπωροκηπευτικών, του κλωστικού λίνου και κάνναβης, του βάμβακος, του καπνού, του ελαιολάδου, του κρέατος αιγοπροβάτων, καθώς και στα προγράμματα για τα απομακρυσμένα νησιά και τις απομακρυσμένες περιφέρειες, για να αναφέρουμε μόνο τις σημαντικότερες τροποποιήσεις).

    Για τους τομείς στους οποίους έχουν καθοριστεί ανώτατες εγγυημένες ποσότητες, η μέχρι στιγμής εμπειρία δείχνει ότι, κατά κανόνα, οι ποσότητες αυτές έχουν πλήρως χρησιμοποιηθεί (ιδίως στη περίπτωση του ελαιολάδου, των αποξηραμένων ζωοτροφών, των οσπρίων και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών). Οι ανώτατες εγγυημένες ποσότητες που έχουν καθοριστεί αποτελούν λοιπόν τη βάση των προβλέψεων για τους εν λόγω τομείς.

    Για τους τομείς που αποτέλεσαν το αντικείμενο μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του Προγράμματος Δράσης 2000 και για ορισμένους άλλους τομείς για τους οποίους αποφασίστηκαν σημαντικές νομοθετικές τροποποιήσεις, παρατίθενται λεπτομερείς παρατηρήσεις.

    Aροτραίες καλλιέργειες

    Οι εκτιμήσεις του Προγράμματος Δράσης 2000 στηρίζονται στην υπόθεση σύμφωνα με την οποία οι αρόσιμες βασικές εκτάσεις χρησιμοποιούνται πλήρως και οι υψηλές τιμές στη διεθνή αγορά (σε δολάρια) επιτρέπουν την εξαγωγή χωρίς επιστροφές ή με πολύ μικρές επιστροφές.

    Οι πρώτες δημοσιονομικές επιπτώσεις της μεταρρύθμισης άρχισαν να γίνονται αισθητές από το οικονομικό έτος 2001.

    Μέχρι το 2002, οι ενισχύσεις ανά εκτάριο παρέμειναν σε χαμηλότερο επίπεδο απ' αυτό που είχε προβλεφθεί στο πλαίσιο του Προγράμματος Δράσης 2000 εφόσον ορισμένα κράτη μέλη δεν χρησιμοποίησαν πλήρως τις βασικές εκτάσεις. Το ΠΠ 2003 στηρίζεται στην αρχή σύμφωνα με την οποία οι βασικές εκτάσεις θα εξακολουθήσουν να μη χρησιμοποιούνται πλήρως. Ωστόσο, για την περίοδο 2004-2006, οι εκτιμήσεις έγιναν βάσει της ενίσχυσης ανά εκτάριο που απορρέει από τη χρήση των αποδόσεων αναφοράς κατά το παρελθόν για το σύνολο της βασικής έκτασης και περιλαμβάνει τις δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί με την μορφή άμεσων ενισχύσεων στο πλαίσιο της κοινής οργάνωσης αγοράς στον τομέα του κλωστικού λίνου και της κάνναβης, η οποία αποτέλεσε πρόσφατα το αντικείμενο μεταρρύθμισης.

    Παρ' όλο που οι τιμές στη διεθνή αγορά είναι χαμηλότερες από την εποχή του Προγράμματος Δράσης 2000, η τιμή συναλλάγματος ευρώ/δολαρίου, κάτω από 1, κατέστησε δυνατή την ελαχιστοποίηση των δαπανών για επιστροφές κατά την εξαγωγή και παρέμβαση, και οι δαπάνες σχετικά με τα μέτρα στήριξης της αγοράς για το 2001 και το 2002 παρέμειναν συνεπώς κατώτερες του επιπέδου που είχε προβλεφθεί την εποχή της συμφωνίας του Βερολίνου.

    Από το 2004, οι προβλέψεις δαπανών για τα μέτρα στήριξης της αγοράς αποκλίνουν από τις προβλέψεις του Βερολίνου. Εφόσον αναμένεται μείωση των τιμών στις διεθνείς αγορές σε σχέση με το Πρόγραμμα Δράσης 2000 και ισοτιμία μεταξύ του ευρώ και του δολαρίου, οι δαπάνες για τα μέτρα στήριξης της αγοράς αναμένεται ότι θα αυξηθούν.

    Ζάχαρη

    Στο πλαίσιο της οργάνωσης αγοράς ζάχαρης, οι επιστροφές κατά την εξαγωγή αντιπροσωπεύουν περισσότερο από 80% των δαπανών, οι οποίες επηρεάζονται κατά συνέπεια αισθητά από τις διακυμάνσεις των τιμών στις διεθνείς αγορές και από την τιμή συναλλάγματος ευρώ/δολαρίου.

    Η σύγκριση μεταξύ των προβλέψεων δαπανών για την περίοδο 2003-2006 και των προβλέψεων του Προγράμματος Δράσης 2000 καθιστά απαραίτητες ορισμένες παρατηρήσεις :

    - Όσον αφορά το επίπεδο των τιμών στις διεθνείς αγορές και την τιμή συναλλάγματος ευρώ/δολαρίου, οι προβλέψεις του Προγράμματος Δράσης 2000 και οι προβλέψεις στο πλαίσιο της παρούσας έκθεσης επηρεάζουν αντίθετα το επίπεδο των απαιτούμενων πιστώσεων. Συνεπώς, οι προβλέψεις σχετικά με το επίπεδο των τιμών και την τιμή συναλλάγματος μεταξύ ευρώ/δολαρίου αντισταθμίζουν η μία την άλλη.

    - Η σημαντική μείωση, σε σχέση με τις προβλέψεις του Προγράμματος Δράσης 2000, του ποσού των πιστώσεων που θεωρούνται σήμερα απαραίτητες οφείλεται κυρίως στην κατάργηση της επιστροφής των εξόδων αποθεματοποίησης στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της κοινής οργάνωσης αγοράς του 2001, η οποία εφαρμόζεται από την περίοδο εμπορίας 2001/02.

    Κλωστικά φυτά

    Τον Ιούλιο 2000, το Συμβούλιο προέβη σε μεταρρύθμιση της κοινής οργάνωσης αγοράς στον τομέα του κλωστικού λίνου και της κάνναβης. Από την περίοδο 2001/02, το λίνο και η κάνναβη που προορίζονται για την παραγωγή κλωστικών ινών περιελήφθησαν στο καθεστώς των αροτραίων καλλιεργειών και η ενίσχυση ανά εκτάριο που καταβάλλεται στους καλλιεργητές μειώθηκε στο επίπεδο των ενισχύσεων που προβλέπονται για τις αροτραίες καλλιέργειες (το ετήσιο κόστος εκτιμάται σε 40 εκατ. EUR περίπου μετά την εφαρμογή των διαφόρων μέτρων και το ποσό αυτό θα πρέπει να προστεθεί στις ενισχύσεις που προβλέπονται για τις αροτραίες καλλιέργειες και να αφαιρεθεί από τα ποσά που προβλέπονται για τα κλωστικά φυτά).

    Tο δεύτερο σκέλος της μεταρρύθμισης προβλέπει τη χορήγηση ενισχύσεων για τη μεταποίηση του άχυρου, οι οποίες εκτιμώνται σε 26 εκατ. EUR περίπου ετησίως και τα οποία παραμένουν στο κεφάλαιο "Κλωστικά φυτά". Σύμφωνα με τις προβλέψεις, οι δαπάνες θα παραμείνουν σταθερές εφόσον το σύστημα στηρίζεται σε ανώτατες εγγυημένες ποσότητες και σε καθορισμένο ποσό ενίσχυσης ανά τόνο.

    Για το βαμβάκι, το Συμβούλιο αποφάσισε επίσης, τον Απρίλιο 2001, να αναθεωρήσει το σύστημα ενισχύσεων που εφαρμόζεται από το 2001/02. Η κυριότερη μεταβολή αφορά τις κυρώσεις που αυξάνονται πλέον προοδευτικά βάσει των παραγόμενων ποσοτήτων, με στόχο την ενίσχυση του συστήματος σταθεροποιητή.

    Στον τομέα του βάμβακος, παρά το σύστημα σταθεροποιητή, οι δαπάνες εξακολουθούν να επηρεάζονται αισθητά από το επίπεδο των τιμών στις διεθνείς αγορές (σε δολάρια) και από τις διακυμάνσεις της τιμής συναλλάγματος ευρώ/δολαρίου. Στη διάρκεια της περιόδου 2000-2002, παρατηρήθηκαν διακυμάνσεις, αλλά πιο συγκεκριμένα κατά το 2002, η αύξηση των δαπανών οφείλεται στην απότομη πτώση των τιμών βάμβακος στις διεθνείς αγορές σε σχέση με τις τιμές που είχαν χρησιμοποιηθεί στο πλαίσιο του Προγράμματος Δράσης 2000. Τα αποτελέσματα της πτώσης των τιμών παραμένουν ιδιαίτερα αισθητά παρά το γεγονός ότι η τιμή συναλλάγματος ευρώ/δολαρίου παραμένει κάτω από 1.

    Μία μικρή ανάκαμψη των τιμών στις διεθνείς αγορές προβλέπεται για το 2003 και τα επόμενα έτη. Όσον αφορά τις ποσότητες για τις οποίες θα πρέπει να χορηγηθούν ενισχύσεις, οι προβλέψεις είναι ίδιες με αυτές του Προγράμματος Δράσης 2000, δηλ. περίπου 1,5 εκατ. τόνοι.

    Οπωροκηπευτικά

    Για το Πρόγραμμα Δράσης 2000, το κόστος υπολογίστηκε βάσει δημοσιονομικής εκτίμησης μετά τη λήψη της απόφασης για τη μεταρρύθμιση του 1996. Η εκτίμηση αυτή προέβλεπε σημαντικό ποσό για τα επιχειρησιακά ταμεία.

    Στο τέλος του 2000, το Συμβούλιο ενέκρινε μία μίνι μεταρρύθμιση, η οποία περιελάμβανε μία σειρά αλλαγών, και πιο συγκεκριμένα :

    - απλούστευση του συστήματος χρηματοδότησης των επιχειρησιακών ταμείων, για τα οποία το ανώτατο όριο χρηματοδοτικής συμμετοχής της Κοινότητας καθορίστηκε σε 4,1%, και

    - ορθολογική οργάνωση του καθεστώτος για τα εσπεριδοειδή, τα ροδάκινα, τα αχλάδια και τις μεταποιημένες ντομάτες.

    Οι αλλεπάλληλες παρατάσεις του καθεστώτος για τους καρπούς με κέλυφος, οι οποίες αποφασίσθηκαν από το Συμβούλιο εν αναμονή νέας πρότασης, ελήφθησαν επίσης υπόψη.

    Οι δημοσιονομικές εκτιμήσεις μέχρι το 2006 έγιναν βάσει των νέων ενισχύσεων και των κατώτατων και ανώτατων ορίων λαμβάνοντας υπόψη τη λήξη ορισμένων καθεστώτων (π.χ. για τους καρπούς με κέλυφος). Οι νέες προβλέψεις είναι αισθητά χαμηλότερες από εκείνες του Προγράμματος Δράσης 2000. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι οι προβλέψεις για τις οργανώσεις παραγωγών και τις αποσύρσεις αναθεωρήθηκαν προς τα κάτω, αλλά και στο γεγονός ότι σύμφωνα με τις προβλέψεις για τις μεταποιημένες ντομάτες, οι δαπάνες θα σταθεροποιηθούν χάρη στις τροποποιήσεις που έγιναν στο τέλος του 2000.

    Αμπελοοινικός τομέας

    Στο πλαίσιο του Προγράμματος Δράσης 2000, η κοινή οργάνωση αγοράς στον αμπελοοινικό τομέα αποτέλεσε το αντικείμενο μεταρρύθμισης, οι συνέπειες της οποίας ελήφθησαν υπόψη στις προβλέψεις από το 2001, πρώτο έτος κατά τη διάρκεια του οποίου η μεταρρύθμιση είχε αντίκτυπο στον προϋπολογισμό. Η μεταρρύθμιση προέβλεπε σταδιακή μείωση και ενδεχόμενη κατάργηση της απόσταξης κρίσης εφόσον επιβεβαιωνόταν η αναμενόμενη σταθεροποίηση στον τομέα. Η μεταρρύθμιση προέβλεπε επίσης δαπάνες για την αναδιάρθρωση των αμπελώνων, το ύψος των οποίων είχε εκτιμηθεί σε 443 εκατ. EUR ετησίως μετά την εφαρμογή του καθεστώτος.

    Οι δαπάνες στον τομέα αυτόν εξακολουθούν να επηρεάζονται από μεγαλύτερη χρήση της απόσταξης κρίσης απ' αυτήν που είχε προβλεφθεί, λόγω σχετικά υψηλής παραγωγής και διαρθρωτικής πτώσης της κατανάλωσης.

    Γάλα

    Κατά την εποχή που ελήφθησαν οι αποφάσεις του Βερολίνου, είχε προβλεφθεί ότι οι ετήσιες δαπάνες στον γαλακτοκομικό τομέα για την περίοδο 2000-2005 θα παρέμεναν σχετικά σταθερές για να παρουσιάσουν νέα αύξηση το 2006 λόγω της εισαγωγής του συστήματος άμεσων ενισχύσεων που είχε συμφωνηθεί στο πλαίσιο του Προγράμματος Δράσης 2000.

    Στην πραγματικότητα, στη διάρκεια των πρώτων ετών της εν λόγω περιόδου, οι δαπάνες ήταν αισθητά χαμηλότερες από τις προβλέψεις του Βερολίνου διότι οι συνθήκες στην εσωτερική και εξωτερική αγορά ήταν πολύ ευνοϊκότερες απ' αυτές που είχαν προβλεφθεί την εποχή του Προγράμματος Δράσης 2000. Για το 2000 και το 2001, η σταθερή ζήτηση τυριού και η σταθερότητα των τιμών στις εσωτερικές και εξωτερικές αγορές, κυρίως όσον αφορά το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη μείωση των ποσοστών των επιστροφών κατά την εξαγωγή και των ποσών των εσωτερικών ενισχύσεων για μέτρα διάθεσης του αποκορυφωμένου γάλακτος και του βουτυρελαίου.

    Οι εκτιμήσεις δαπανών για την περίοδο 2004-2006 βασίζονται στις προβλέψεις που έγιναν πρόσφατα όσον αφορά την μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη της προσφοράς και της ζήτησης. Σύμφωνα με τις προβλέψεις αυτές, για τα βασικά γαλακτοκομικά προϊόντα, οι διαφορές μεταξύ της προσφοράς και της εσωτερικής κατανάλωσης θα μειωθούν σε σχέση με τις προβλέψεις που είχαν γίνει την εποχή του Προγράμματος Δράσης 2000.

    Βόειο κρέας

    Tα πρώτα έτη που ακολούθησαν τη μεταρρύθμιση χαρακτηρίστηκαν από την κρίση της ΣΕΒ, η οποία εμφανίστηκε κατά τους τελευταίους μήνες του 2000, και από την επιδημία αφθώδους πυρετού στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2001.

    Κατά το 2000, η Επιτροπή έλαβε μία σειρά μέτρων που αποβλέπουν στην αντιμετώπιση της πτώσης της κατανάλωσης και των εξαγωγών και στην αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης (ειδικές αγορές για καταστροφή, προσαρμογή του καθεστώτος δημόσιας παρέμβασης, κ.λπ).

    Κατά το 2001, υποβλήθηκε στο Συμβούλιο σχέδιο το οποίο εγκρίθηκε τον Ιούνιο του ιδίου έτους. Το σχέδιο αυτό απέβλεπε στη βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη αποκατάσταση της ισορροπίας στην αγορά.

    Παρά την αποσταθεροποίηση της αγοράς κατά το 2000 και το 2001, η κρίση δεν είχε τόσο σοβαρές επιπτώσεις όσο είχε πιστευτεί αρχικά και ο τομέας ανέκαμψε γρήγορα. Ωστόσο, για την περίοδο 2001-2003, οι δαπάνες στον τομέα του βοείου κρέατος παραμένουν ελαφρά υψηλότερες από τα ποσά που είχαν αρχικά εκτιμηθεί, παρά το γεγονός ότι η μη χρησιμοποίηση του συνόλου των δικαιωμάτων πριμοδότησης οδήγησε σε μείωση των δαπανών για τις άμεσες πριμοδοτήσεις.

    Οι εκτιμήσεις για την περίοδο 2004-2006 στηρίζονται :

    - στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές όσον αφορά την προσφορά και τη ζήτηση. Η καθαρή παραγωγή αναμένεται ότι θα μειωθεί για να φθάσει στα επίπεδα που είχαν προβλεφθεί στο πλαίσιο του Προγράμματος Δράσης 2000. Η αναμενόμενη ανάκαμψη της κατανάλωσης θα καταστήσει δυνατή την εξάλειψη των αποθεμάτων παρέμβασης.

    - στην πλήρη χρησιμοποίηση των δικαιωμάτων άμεσων πριμοδοτήσεων.

    Οι εκτιμήσεις αυτές υπερβαίνουν τις προβλέψεις που έγιναν την εποχή της συμφωνίας του Βερολίνου διότι η πριμοδότηση της εκτατικοποίησης εφαρμόστηκε σε υψηλότερο επίπεδο από το αναμενόμενο και διότι οι εκτιμήσεις σχετικά με τις επιστροφές κατά την εξαγωγή που έγιναν την εποχή της συμφωνίας του Βερολίνου ήταν υπερβολικά αισιόδοξες.

    Πρόβειο κρέας

    Η μεταρρύθμιση που αποφασίστηκε το 2001 στηριζόταν σε συνολική εκτίμηση των δαπανών την εποχή της συμφωνίας του Βερολίνου (λαμβάνοντας υπόψη ποσοστό χρησιμοποίησης των δικαιωμάτων πριμοδότησης 92%).

    Συμπεράσματα

    Όπως φαίνεται στον επισυναπτόμενο πίνακα 1, από τα αποτελέσματα της παρούσας προσπάθειας επικαιροποίησης προκύπτει ότι οι δαπάνες του τίτλου 1α θα παραμείνουν εντός των αντίστοιχων ανώτατων ορίων των δημοσιονομικών προοπτικών για το σύνολο της περιόδου 2000-2006. Οι πραγματικές δαπάνες ήταν χαμηλότερες από το ανώτατο όριο κατά περίπου 1,1 δισεκατ. EUR το 2000 και κατά περίπου 2,3 δισεκατ. EUR το 2001. Ο προϋπολογισμός για το 2002 και το προσχέδιο προϋπολογισμού (ΠΠ) για το 2003 προβλέπουν σταθεροποίηση του περιθωρίου για τα διάφορα ανώτατα όρια γύρω στα 2,3 δισεκατ. EUR για την εν λόγω περίοδο.

    Για την περίοδο 2004-2006, και βάσει της μεθοδολογίας που εκτίθεται ανωτέρω, το ετήσιο περιθώριο στο πλαίσιο των διαφόρων ανώτατων ορίων αναμένεται ότι θα κυμαίνεται γύρο στο 1 δισεκατ. EUR το 2004 και ότι θα υπερβεί ελαφρά το 1 δισεκατ. EUR κατά το 2005 και το 2006.

    Όσον αφορά τον ετήσιο μέσο όρο των 40,5 δισεκατ. EUR σε τιμές 1999 που καθορίστηκε στα σημεία 21 και 22 των συμπερασμάτων του Βερολίνου, από τον υπολογισμό του πίνακα 2 προκύπτει ότι το ποσό αυτό θα τηρηθεί εφόσον ο ετήσιος μέσος όρος των συγκρίσιμων πραγματικών δαπανών αναμένεται ότι θα είναι κατώτερος κατά 1,5 δισεκατ. EUR περίπου.

    Δημοσιονομικός αντίκτυπος των προτάσεων

    Ακριβείς εκτιμήσεις του αντίκτυπου που θα έχει στον προϋπολογισμό κάθε ένα από τα μέτρα που περιγράφονται στην παρούσα ενδιάμεση επανεξέταση θα καθοριστούν στο πλαίσιο της υποβολής των επίσημων νομοθετικών προτάσεων.

    Ωστόσο, παρόλο που οι εκτιμήσεις στο παρόν στάδιο είναι προκαταρκτικές, οι προβλεπόμενες τροποποιήσεις για τους διάφορους υπό εξέταση τομείς και για την αποσύνδεση των άμεσων ενισχύσεων από την παραγωγή αναμένεται, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, ότι θα οδηγήσουν σε συνολική ετήσια εξοικονόμηση ποσού 200 εκατ. EUR περίπου σε σχέση με τις δαπάνες αναφοράς που εκτίθενται στον πίνακα 1.

    Η εξοικονόμηση αυτή, στην οποία μπορεί να προστεθεί το προβλεπόμενο περιθώριο 1 δισεκατ. EUR περίπου, αντιπροσωπεύει το περιθώριο που απαιτείται για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων περιστάσεων (πτώση της τιμής του δολαρίου, σοβαρή επιζωοτία, κ.λπ.) και για την κάλυψη των δαπανών που ενδέχεται να συνεπάγεται η εφαρμογή ορισμένων μέτρων στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης, τα οποία ενδέχεται να απαιτηθούν σε τομείς που δεν αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας ενδιάμεσης επανεξέτασης.

    ΠΙΝΑΚΑΣ 1

    Δαπάνες και προβλέψεις ανά τομέα για τον τίτλο 1α

    (Νέα στοιχεία αναφορά - status quo χωρίς ενδιάμεσες προτάσεις)

    σε εκατ. EUR

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    1 Σπόροι προς σπορά, λυκίσκος, ρύζι, χοίρειο κρέας, αυγά, πουλερικά, μελισσοκομία, προϊόντα που δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι, επισιτιστικά προγράμματα, απομακρυσμένες περιφέρειες και νησιά.

    2 Σπόροι προς σπορά, λυκίσκος, ρύζι, απομακρυσμένες περιφέρειες και νησιά.

    3 Συμπεριλαμβανομένων, από το 2004, των καθεστώτων επιλεκτικής σφαγής (σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια).

    4 Άμεσες ενισχύσεις που αντιστοιχούν στον κατάλογο του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1259/1999

    5 Συμπεριλαμβανομένων των 20 εκατ. EUR που έχουν δηλωθεί με τη μορφή πιστώσεων που μεταφέρθηκαν από το 1999.

    ΠΙΝΑΚΑΣ 2

    Τήρηση του ετήσιου μέσου όρου των 40 500 εκατ. EUR (σε τιμές 1999)

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    Top