Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52002DC0122

    Έκθεση της Επιτροπής - Η περιβαλλοντική τεχνολογία στην υπηρεσία της αειφόρου ανάπτυξης

    /* COM/2002/0122 τελικό */

    52002DC0122

    Έκθεση της Επιτροπής - Η περιβαλλοντική τεχνολογία στην υπηρεσία της αειφόρου ανάπτυξης /* COM/2002/0122 τελικό */


    ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - Η περιβαλλοντική τεχνολογία στην υπηρεσία της αειφόρου ανάπτυξης

    ΣΥΝΟΨΗ

    Κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας τον Μάρτιο του 2000, η Ευρωπαϊκή Ένωση καθόρισε ως στόχο να καταστεί "πλέον ανταγωνιστική και δυναμική η οικονομία της γνώσης ανά την υφήλιο". Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ τον Ιούλιο του 2001, εγκρίθηκε η στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη και προσετέθη μια περιβαλλοντική διάσταση στην στρατηγική της Λισαβόνας. Οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες γεφυρώνουν τη στρατηγική της Λισαβόνας και την αειφόρο ανάπτυξη, διαθέτοντας το δυναμικό να συμβάλλουν στην ανάπτυξη βελτιώνοντας παράλληλα το περιβάλλον και προστατεύοντας τους φυσικούς πόρους.

    Οι νέες και καινοτόμες περιβαλλοντικές τεχνολογίες μπορούν να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη ποικιλοτρόπως. Στο μέτρο που μειώνουν το κόστος της περιβαλλοντικής προστασίας, μας επιτρέπουν να εξασφαλίζουμε υψηλότερη περιβαλλοντική προστασία με μικρότερη δαπάνη ή να ανταποκρινόμαστε στα υφιστάμενα πρότυπα με χαμηλότερο κόστος. Τοιουτοτρόπως απελευθερώνονται πόροι που μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε άλλους τομείς της οικονομίας. Ταυτόχρονα διευκολύνεται η αποσύνδεση της περιβαλλοντικής ρύπανσης και της χρήσης των πόρων από την οικονομική ανάπτυξη, αφήνοντας μεγαλύτερα περιθώρια ανάπτυξης της οικονομίας μακροπρόθεσμα, παραμένοντας παράλληλα εντός των περιβαλλοντικών ορίων. Η προσέγγιση αυτή είναι καθοριστικής σημασίας για την αειφόρο ανάπτυξη.

    Τέλος, ένας καινοτόμος τομέας περιβαλλοντικής τεχνολογίας μπορεί να συμβάλει στην υποστήριξη της ανάπτυξης εάν είναι σε θέση να εκμεταλλευθεί ταχέως αναπτυσσόμενες εξαγωγικές αγορές. Το εμπόριο των προηγμένων τεχνολογιών μπορεί να είναι επωφελές, τόσο για την ΕΕ όσο και για άλλες χώρες που χρειάζονται ανάλογη τεχνολογία για να αντιμετωπίσουν τα δικά τους περιβαλλοντικά προβλήματα. Αναπτύσσοντας καλύτερες τεχνολογίες που αξιοποιούν αποτελεσματικότερα το κόστος ανοίγουμε ένα ευρύτερο φάσμα εναλλακτικών δυνατοτήτων στις χώρες που αντιμετωπίζουν τους ίδιους με εμάς περιβαλλοντικούς περιορισμούς.

    Είναι σαφές ότι όταν αναφερόμαστε στις περιβαλλοντικές τεχνολογίες εννοούμε πολλά περισσότερα από διατάξεις "αντιμετώπισης τελικών επιπτώσεων" για την απορρύπανση. Οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες περιλαμβάνουν "ολοκληρωμένες" τεχνολογίες που προλαμβάνουν την παραγωγή ρύπων κατά τη διάρκεια της παραγωγικής διαδικασίας, καθώς και νέα υλικά, διαδικασίες παραγωγής ενέργειας και αποτελεσματικής αξιοποίησης των πόρων, περιβαλλοντική τεχνογνωσία και νέες εργασιακές μεθόδους. Συνοπτικά, πρέπει να αποκτήσουμε ευρύτερη θεώρηση για τις περιβαλλοντικές τεχνολογίες, ενώ από πολιτική σκοπιά το κύριο ενδιαφέρον μας θα πρέπει να εστιαστεί στην αξιοποίηση και το δυναμικό των περιβαλλοντικών τεχνολογιών σε ολόκληρο το οικονομικό σύστημα.

    Ως εκ τούτου, η στρατηγική της Λισαβόνας - αναγνωρίζοντας ότι χρειαζόμαστε ανανέωση του κεφαλαιουχικού αποθεματικού για τη βελτίωση των οικονομικών μας επιδόσεων - αποτελεί ευκαιρία επενδύσεων σε μια οικονομία που να είναι αφενός ανταγωνιστικότερη και αφετέρου ικανή να υποστηρίξει την αειφόρο ανάπτυξη. Ιδίως η διεύρυνση της ΕΕ και οι επενδύσεις που είναι απαραίτητες για τη συμμόρφωση προς το περιβαλλοντικό κεκτημένο προσφέρουν μείζονα ευκαιρία στην ΕΕ των 15 και στις υποψήφιες χώρες για καλύτερη αφομοίωση των περιβαλλοντικών τεχνολογιών συμβάλλοντας παράλληλα στην αειφόρο ανάπτυξη.

    Οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες αποτελούν ήδη αναπτυσσόμενο βιομηχανικό κλάδο. Η αύξηση της ζήτησης για καλύτερο περιβάλλον οδήγησε στη διεύρυνση της παροχής περιβαλλοντικά ήπιων τεχνικών, προϊόντων και υπηρεσιών, τόσο στις βιομηχανικές όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες. Ωστόσο δεν διαθέτει δεδομένα τα οποία να καλύπτουν το πλήρες φάσμα των χρησιμοποιούμενων καινοτόμων τεχνολογιών. Τα διαθέσιμα δεδομένα καλύπτουν αποκλειστικά περιορισμένο φάσμα των περιβαλλοντικών τεχνολογιών και περιλαμβάνουν μόνο εκείνες που είναι άμεση απόρροια των απαιτήσεων περιβαλλοντικής προστασίας. Εντούτοις, από τα ήδη διαθέσιμα δεδομένα προκύπτει ότι πρόκειται για δυναμικό τομέα μεγάλης ποικιλομορφίας που λόγω της ευνοϊκής του θέσης θα μπορούσε να έχει υψηλές επιδόσεις σε αυτήν την συνεχώς διευρυνόμενη αγορά.

    Οι κοινοτικές πολιτικές προάγουν ήδη τις νέες περιβαλλοντικές τεχνολογίες ποικιλοτρόπως. Εντούτοις μεγάλο μέρος του δυναμικού των περιβαλλοντικών τεχνολογιών παραμένει αναξιοποίητο λόγω φραγμών στην αγορά ή θεσμικών φραγμών που παρεμποδίζουν την χρήση τους. Αξίζει ιδιαίτερα να σημειωθεί ότι συχνά οι τιμές που επικρατούν στην αγορά δεν απηχούν την πλήρη αξία των περιβαλλοντικών πόρων, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι οι αγορές δεν εκπέμπουν τα σωστά σήματα προς τους επενδυτές. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι επενδύσεις σε καινοτόμες τεχνολογίες εκ μέρους τόσο των επιχειρήσεων όσο και των νοικοκυριών να είναι μονίμως ανεπαρκείς.

    Η εξάλειψη των εμποδίων στην αγορά και η διαμόρφωση "ορθών τιμών" με ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής δαπάνης στην τελική αγοραστική αξία είναι συνεπώς καθοριστικής σημασίας προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης εκμετάλλευση του δυναμικού των περιβαλλοντικών τεχνολογιών και να παρασχεθούν κίνητρα για περαιτέρω έρευνα και ανάπτυξη στον τομέα αυτόν. Υφίστανται και άλλα θεσμικά εμπόδια, όπως κενά στην πληροφόρηση και περιορισμοί στις κεφαλαιαγορές, που έχουν επίσης σημασία. Οι καινοτόμες δραστηριότητες εξαρτώνται ως επί το πλείστον από τον σχεδιασμό των κανονιστικών και άλλων πολιτικών μέσων, πράγμα που αποτελεί πρόσθετο κίνητρο για την βελτίωση της ποιότητας της κανονιστικής ρύθμισης και της διακυβέρνησης.

    Αναπτύσσοντας και εισάγοντας στην αγορά νέες περιβαλλοντικές τεχνολογίες, η ΕΕ μπορεί να συμβάλει στην αειφόρο ανάπτυξη, τόσο εγχώρια όσο και παγκοσμίως. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή προτίθεται να εκπονήσει ένα πρόγραμμα δράσης για την αντιμετώπιση των φραγμών που παρεμποδίζουν την ευρύτερη διάδοση των περιβαλλοντικών τεχνολογιών και την προώθηση της ανάπτυξης και της χρήσης τους.

    ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    Η περιβαλλοντική τεχνολογία στην υπηρεσία της αειφόρου ανάπτυξης

    1. Εισαγωγή

    Κατά τη σύνοδο της Στοκχόλμης το Μάρτιο του 2001, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ανακοίνωσε ότι προτίθεται να επανεξετάσει τις δυνατότητες συμβολής του τομέα της περιβαλλοντικής τεχνολογίας στην προαγωγή της ανάπτυξης και της απασχόλησης, την άνοιξη του 2002. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ [1] τον Ιούνιο του 2001 σημείωσε ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να προπαρασκευάσει σχετική έκθεση. Η παρούσα ανακοίνωση ανταποκρίνεται στην ως άνω ανειλημμένη υποχρέωση διαμορφώνοντας το σκηνικό για την ανάπτυξη ενός μελλοντικού προγράμματος δράσης.

    [1] Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Γκέτεμποργκ αναφέρεται ότι «η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση όπου θα εκτίθεται ο τρόπος με τον οποίο οι τεχνολογίες του περιβάλλοντος μπορούν να προάγουν την οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση».

    Το παρόν έγγραφο θα πρέπει να αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο των στρατηγικών επιδιώξεων που καθορίστηκαν για την Ευρωπαϊκή Ένωση στα πρόσφατα Ευρωπαϊκά Συμβούλια της Λισαβόνας και του Γκέτεμποργκ. Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας, το Μάρτιο του 2000, η Ένωση έθεσε ως στόχο να καταστεί «η πλέον ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία γνώσης ανά την υφήλιο, ώστε να επιτύχει βιώσιμη οικονομική μεγέθυνση, περισσότερες θέσεις εργασίας υψηλότερης ποιότητας και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή». Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ τον Ιούνιο του 2001, ενέκρινε μία στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη και προσέθεσε νέα περιβαλλοντική διάσταση στη στρατηγική της Λισαβόνας.

    Η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αειφόρο ανάπτυξη βασίζεται στην αρχή της συμπόρευσης της οικονομικής μεγέθυνσης, της περιβαλλοντικής προστασίας και της κοινωνικής θεώρησης. Από την άποψη αυτή, οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες που μειώνουν το κόστος της περιβαλλοντικής προστασίας καλούνται να διαδραματίσουν διττό ρόλο. Αφενός συμβάλλουν στην ικανοποίηση του ολοένα επιτακτικότερου αιτήματος για καθαρότερο περιβάλλον μειώνοντας τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της οικονομικής ανάπτυξης, ενώ αφετέρου μειώνουν τις τυχόν επιπτώσεις των αυστηρότερων περιβαλλοντικών προτύπων στην αύξηση του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην απαγκίστρωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την οικονομική ανάπτυξη.

    Εξυπακούεται ότι υφίστανται έντονοι δεσμοί μεταξύ της στρατηγικής της Λισαβόνας για μια στρατηγική, δυναμική και κοινωνική Ευρώπη και της στρατηγικής του Γκέτεμποργκ για την αειφόρο Ευρώπη. Η διευκόλυνση της τεχνολογικής προόδου και η ανανέωση του κεφαλαιουχικού αποθεματικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελούν μείζονες στόχους της στρατηγικής της Λισαβόνας. Για να αυξηθεί η απασχόληση και να εξασφαλιστεί η οικονομική αειφορία, μεριμνώντας παράλληλα ώστε να υπάρχουν περιθώρια για καθολικότερες οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές, η στρατηγική της Λισαβόνας αντιμετωπίζει την ανάγκη θέσπισης πολιτικών για αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε περίπου 3%. Για την επίτευξη των ως άνω στόχων επιβάλλεται να επιταχυνθεί ουσιαστικά ο ρυθμός των επενδύσεων στους τομείς της έρευνας, της ανάπτυξης και της τεχνολογίας.

    Καθοριστική σημασία έχει η εξασφάλιση ότι οι μελλοντικές επενδύσεις θα είναι φιλικές προς το περιβάλλον. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες καλούνται να πραγματοποιήσουν μεγαλύτερες επενδύσεις στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης και να αναπροσανατολιστούν προς τους βιομηχανικούς κλάδους της γνώσης. Ιδιαίτερα ενδεικτική της υπολανθάνουσας επιθυμίας για ένα αειφόρο μέλλον θα είναι η σημαντική αύξηση τόσο της δημόσιας όσο και της ιδιωτικής έρευνας και ανάπτυξης [2]. Μόνο μια ανάλογη αλλαγή στάσης μπορεί να στρέψει την ευρωπαϊκή βιομηχανία προς μια προσέγγιση που να βασίζεται στη γνώση, στο πλαίσιο της οποίας τα συστήματα παραγωγής για τα καταναλωτικά πρότυπα θα συμβιβάζονται με την αειφόρο ανάπτυξη.

    [2] «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πρέπει να εγκρίνει ενέργεια για την ενίσχυση του ευρωπαϊκού τομέα έρευνας και καινοτομίας καθορίζοντας ως στόχο 3% του ΑΕγχΠ συνολικά για τις δημόσιες και ιδιωτικές δαπάνες στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης έως το τέλος της δεκαετίας. Εντός του συνόλου αυτού, το ποσό που χρηματοδοτείται από τις επιχειρήσεις θα πρέπει να ανέρχεται στα δύο τρίτα αντί του 55% που είναι σήμερα» Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της άνοιξης στη Βαρκελώνη «Η στρατηγική της Λισαβόνας - η υλοποίηση της αλλαγής».

    Η στρατηγική της Λισαβόνας αφορά επίσης την εξάλειψη των φραγμών στην αγορά και την καθιέρωση των ενδεδειγμένων κινήτρων για ένα νέο κύμα τεχνολογικής προόδου. Ως εκ τούτου η συνολική ώθηση της στρατηγικής αυτής - συμπεριλαμβανομένων θεμάτων όπως η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς στον οικονομικό τομέα και η απλοποίηση των κανονιστικών πλαισίων - θα συμβάλει επίσης στην ανάδειξη καινοτόμων λύσεων και μελλοντοστρεφών επιχειρήσεων στον τομέα των περιβαλλοντικών τεχνολογιών. Ωστόσο, τα προβλήματα λόγω ανεπαρκών επενδύσεων και αργής διάδοσης είναι οξύτερα για τις περιβαλλοντικές τεχνολογίες. Επιπλέον των παραδοσιακών παραγόντων, όπως είναι η έλλειψη κεφαλαίων για την ανάληψη επιχειρηματικών πρωτοβουλιών, η προσπάθεια αποφυγής κάθε επιχειρηματικού κινδύνου ή η γραφειοκρατία, οι επενδύσεις στις περιβαλλοντικές τεχνολογίες περιορίζονται επειδή οι τιμές που επικρατούν στην αγορά δεν ανταμείβουν όντως τις καλές περιβαλλοντικές επιδόσεις.

    Η παρούσα ανακοίνωση αρχίζει με μία σύντομη παρουσίαση, στο Τμήμα 2, της έννοιας της περιβαλλοντικής τεχνολογίας όπως αυτή χρησιμοποιείται στο παρόν έγγραφο. Εν γένει η αγορά των περιβαλλοντικών τεχνολογιών σκιαγραφείται βάσει των παρατηρούμενων τάσεων σε μικρό τμήμα του τομέα, την ευρωπαϊκή οικολογική βιομηχανία (Τμήμα 3). Στο Τμήμα 4 επιχειρείται συνοπτική περιγραφή της παγκόσμιας αγοράς περιβαλλοντικής τεχνολογίας και της θέσης της ευρωπαϊκής βιομηχανίας σε αυτήν. Οι πιθανές εξελίξεις στον τομέα των περιβαλλοντικών τεχνολογιών επισκοπούνται στο Τμήμα 5, ενώ το Τμήμα 6 περιγράφει τους φραγμούς που παρεμποδίζουν στην αγορά την ανάπτυξη και τη χρήση των τεχνολογιών αυτών καθώς και ορισμένες από τις δράσεις και τα μέσα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση των φραγμών αυτών. Το Τμήμα 7 ολοκληρώνει την έκθεση συνοψίζοντας ορισμένες κατευθύνσεις για τις μελλοντικές εργασίες.

    2. Περιβαλλοντικές τεχνολογίες: έννοιες και ορισμοί

    Οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες περιλαμβάνουν τόσο τις ολοκληρωμένες τεχνολογίες που παρεμποδίζουν τη δημιουργία ρύπων κατά την παραγωγική διαδικασία όσο και τις τεχνολογίες αντιμετώπισης των τελικών συμπτωμάτων (μετά το τέλος της παραγωγικής διαδικασίας) που μειώνουν την έκλυση των παραγόμενων ρύπων στο περιβάλλον. Μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν νέα υλικά, παραγωγικές διαδικασίες αποτελεσματικής αξιοποίησης ενέργειας και πόρων καθώς και περιβαλλοντική τεχνογνωσία και νέες μεθόδους εργασίας. Η παρούσα έκθεση εξετάζει ευρύτερα την περιβαλλοντική τεχνολογία, περιλαμβάνοντας κάθε τεχνολογία της οποίας η χρήση θεωρείται λιγότερο επιβλαβής από περιβαλλοντική άποψη από ό,τι οι υπόλοιπες εναλλακτικές προς αυτήν λύσεις.

    Η έννοια αυτή είναι απαραίτητο να περιοριστεί σε μικρό αριθμό κεντρικών δραστηριοτήτων. Θα μπορούσε να περιλαμβάνει ενδιάμεσα προϊόντα, μηχανές, είδη εξοπλισμού και οχήματα που χρησιμοποιούνται για την προστασία του περιβάλλοντος καθώς και τις περιβαλλοντικές δραστηριότητες κάθε είδους επιχείρησης. Εν προκειμένω διαπιστώνεται επίσης ότι σε μια οικονομία που βασίζεται στη γνώση, η τεχνολογία αφορά ολοένα και περισσότερο τις δεξιότητες και την τεχνογνωσία αντί να σχετίζεται απλώς και μόνο με την ύπαρξη συγκεκριμένων βιομηχανικών διαδικασιών ή υψηλών δαπανών κεφαλαίου ανά εργαζόμενο. Ως εκ τούτου η περιβαλλοντική τεχνολογία περιλαμβάνει τόσο προηγμένης όσο και περιορισμένης τεχνολογίας εφαρμογές. Η αναβάθμιση της τεχνολογίας στις εφαρμογές βασικής τεχνολογίας είναι εξίσου σημαντική με την αναβάθμιση αυτής στις εφαρμογές που θεωρούνται ήδη προηγμένης τεχνολογίας.

    Οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες είναι τόσο διαδεδομένες και διαφορετικές στην οικονομία μας που είναι εξαιρετικά δύσκολο να οριστούν επακριβώς. Επειδή κάθε τεχνολογία που βελτιώνει τις ήδη επιτευχθείσες περιβαλλοντικές επιδόσεις θεωρείται περιβαλλοντική τεχνολογία με την έννοια που οι όροι αυτοί χρησιμοποιούνται στο παρόν κείμενο, ο ορισμός μεταβάλλεται με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο αυτό το στατιστικό θέμα είναι δευτερεύουσας σημασίας. Από σκοπιά πολιτικής το ενδιαφέρον μας θα πρέπει να επικεντρώνεται στη χρήση και τις δυνατότητες των περιβαλλοντικών τεχνολογιών σε ολόκληρο το οικονομικό σύστημα. Κάθε επένδυση προϋποθέτει επιλογή μεταξύ κατά το μάλλον ή ήττον φιλικών για το περιβάλλον τεχνολογιών. Αυτό αληθεύει ακόμα και για τεχνολογίες που δεν βασίζονται στο περιβάλλον. Σήμερα, οι συνολικές επενδύσεις σε κάθε είδους τεχνολογίες αντιπροσωπεύουν περίπου 20% του ΑΕΠ [3]. Αυτή την «αγορά» περιβαλλοντικής τεχνολογίας εξετάζει η παρούσα έκθεση.

    [3] Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2001

    Φυσικά, ορισμένες περιβαλλοντικές τεχνολογίες βασίζονται περισσότερο σε περιβαλλοντικούς προβληματισμούς, συμπεριλαμβανομένης και της νομοθεσίας, από ό,τι στην επιδίωξη του κέρδους. Για ανάλογες τεχνολογίες διαθέτουμε δεδομένα βάσει του ορισμού του ΟΟΣΑ/Eurostat για τις «οικολογικές βιομηχανίες». Ωστόσο, επιβάλλεται να σημειωθεί ότι η τοιουτοτρόπως οριζόμενη δραστηριότητας της οικολογικής βιομηχανίας απηχεί πρωτίστως τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της εκάστοτε οικονομικής δραστηριότητας με αποτέλεσμα να μην πρέπει να θεωρείται ως στόχος της εφαρμοζόμενης πολιτικής η περαιτέρω μεγέθυνση του ως άνω τομέα. Ανάλογο είναι το φαινόμενο ενός αποτελεσματικού συστήματος υγείας το οποίο αν και είναι απαραίτητο εργαλείο για την προστασία της υγείας αποτελεί μέσο και όχι αυτοσκοπό. Μακροπρόθεσμα, μια περιορισμένη «οικολογική βιομηχανία», νοούμενη σύμφωνα με τον ως άνω στενό ορισμό, θα αποτελούσε σημάδι ότι η κοινωνία οργανώνει την παραγωγή και την κατανάλωση με αειφόρο τρόπο περιορίζοντας τη ρύπανση και τις συνακόλουθες ανάγκες απορρύπανσης.

    Άλλες περιβαλλοντικές τεχνολογίες αποτελούν «λύσεις που είναι επωφελείς για όλους τους εμπλεκομένους» και επιτρέπουν την ταυτόχρονη βελτίωση των περιβαλλοντικών και οικονομικών επιδόσεων. Για παράδειγμα, ορισμένες χρήσεις της τεχνολογίας της πληροφορίας μπορεί να συμβάλουν στην αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων βελτιώνοντας την αποτελεσματική χρήση των πόρων εκ μέρους τους - πράγμα το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε περιβαλλοντικά οφέλη, δίχως εντούτοις να αποτελεί τον κύριο λόγο για την ανάληψη ανάλογων ενεργειών. Ανάλογες τεχνολογίες είναι δυνατόν να αποσυνδέσουν την περιβαλλοντική ρύπανση από την οικονομική ανάπτυξη, επιτρέποντας τις οικονομίες μας να αυξηθούν ταχύτερα δίχως να υπερβαίνουν τα όρια του περιβάλλοντος. Εξ ορισμού οι τεχνολογίες που είναι επωφελείς για όλους τους εμπλεκομένους έχουν θετικές επιπτώσεις στην κερδοφορία των επιχειρήσεων και ως εκ τούτου στην ανάπτυξη. Ωστόσο, είναι δύσκολο να προβλεφθούν τα περιθώρια μελλοντικής ανάπτυξης ανάλογων τεχνολογιών.

    Ως εκ τούτου, είναι ιδιαίτερα δύσκολο να εκτιμηθεί η ενδεχόμενη συμβολή των περιβαλλοντικών τεχνολογιών στην ανάπτυξη.

    Δυστυχώς δεν διαθέτουμε δεδομένα που να σκιαγραφούν τη χρήση της περιβαλλοντικής τεχνολογίας με την ευρύτερη έννοια του όρου. Διαθέτουμε δεδομένα για τις συγκεκριμένες, υπό τη στενότερη έννοια, «οικολογικές βιομηχανίες». Μολονότι τα στοιχεία αυτά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να διατυπωθούν ποσοτικοποιημένοι υπολογισμοί της δυνατότητας των περιβαλλοντικών τεχνολογιών να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη, αξίζει, εντούτοις, να εξεταστεί το στενό αυτό τμήμα λεπτομερέστερα, δεδομένου ότι αποδίδει την εικόνα ενός πολυσχιδούς και δυναμικού βιομηχανικού κλάδου. Τα δεδομένα αυτά αποτελούν επίσης γενική ένδειξη των τάσεων της αγοράς καθώς και του υφιστάμενου δυναμικού στο ευρύτερο πεδίο των περιβαλλοντικών τεχνολογιών. Εντούτοις είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπογραμμισθεί για μία ακόμη φορά ότι το πεδίο που καλύπτει η παρούσα έκθεση δεν περιορίζεται στις περιβαλλοντικές τεχνολογίες όπως αυτές περιγράφονται από τον στατιστικό ορισμό της οικολογικής βιομηχανίας.

    3. Η ευρωπαϊκή οικολογική βιομηχανία

    Ένα μέτρο της περιβαλλοντικής τεχνολογίας, αν αυτή οριστεί στενά, θα μπορούσε ενδεχομένως να δοθεί με τη χρήση του συνήθους ορισμού που χρησιμοποιεί ο ΟΟΣΑ και η Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Eurostat [4] για τις οικολογικές βιομηχανίες που ορίζονται ως «όλες οι δραστηριότητες που παράγουν εμπορικά αγαθά και υπηρεσίες για τη μέτρηση, την πρόληψη, τον περιορισμό, την ευαισθητοποίηση ή την αποκατάσταση περιβαλλοντικών ζημιών στο νερό, τον αέρα και το έδαφος, καθώς και των προβλημάτων που σχετίζονται με τα απόβλητα, το θόρυβο και τα οικοσυστήματα».

    [4] ΟΟΣΑ και Eurostat, 1999

    Ο ορισμός αυτός περιλαμβάνει τρεις κατηγορίες δραστηριοτήτων: 1) διαχείριση της ρύπανσης σε επίπεδο πρόληψης και αποκατάστασης (π.χ. μείωση εκπομπών, μείωση περιβαλλοντικών κινδύνων ή αντιμετώπιση περιβαλλοντικών ζημιών).2) καθαρότερες (ολοκληρωμένες) τεχνολογίες και προϊόντα μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται οι δραστηριότητες που συνεχώς βελτιώνουν, μειώνουν ή εξαλείφουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των γενικών τεχνολογιών.3) διαχείριση των πόρων (όπως οι ανανεώσιμες μορφές ενέργειας και ο εφοδιασμός σε νερό).

    Οι υπολογισμοί του μεγέθους της οικολογικής βιομηχανίας εν προκειμένω βασίζονται στις επίσημες στατιστικές για τις περιβαλλοντικές δαπάνες, οριζόμενες στενά, για ολόκληρη την οικονομία. Δύο είναι οι κύριοι περιορισμοί για την ανάγνωση και την ερμηνεία των στατιστικών αυτών:

    * Κατά πρώτον, όλες οι τεχνολογίες επηρεάζουν με κάποιο τρόπο το περιβάλλον, ως εκ τούτου ο ΟΟΣΑ και η Eurostat περιλαμβάνουν στους υπολογισμούς τους αποκλειστικά και μόνο τις δαπάνες που σαφώς υπαγορεύτηκαν από την προστασία του περιβάλλοντος. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι αν μία εταιρεία αναπτύξει έναν κινητήρα επειδή είναι οικονομικότερος κατά τη χρήση του, και συμπτωματικά συμβαίνει να είναι και καθαρότερος, ο κινητήρας αυτός δεν θεωρείται ως δείγμα «περιβαλλοντικής τεχνολογίας» από την άποψη αυτού του στατιστικού ορισμού.

    * Κατά δεύτερον, τα διαθέσιμα δεδομένα κατά πάσα πιθανότητα υποεκτιμούν τις δαπάνες για τα καθαρότερα προϊόντα και τις καθαρότερες (ολοκληρωμένες) τεχνολογίες λόγω δυσχερειών κατά τις μετρήσεις που, για παράδειγμα, μπορεί να οφείλονται στον χαρακτηρισμό των καθαρότερων προϊόντων, πράγμα που σημαίνει ότι περιλαμβάνονται στους ανάλογους υπολογισμούς μόνο εν μέρει.

    Ιδιαίτερο πρόβλημα αποτελεί επίσης ότι τα ως άνω δεδομένα δεν περιγράφουν πολλές από τις λύσεις που είναι επωφελείς για όλους τους εμπλεκόμενους, ήτοι για λύσεις που αντιπροσωπεύουν ευκαιρία για τις επιχειρήσεις και δυνατότητα βελτίωσης για το περιβάλλον. Κατά συνέπεια, οι υπολογισμοί σχετικά με το μέγεθος της οικολογικής βιομηχανίας μπορεί να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά και μόνο ως γενικές ενδείξεις των εξελίξεων στη σημερινή αγορά σε ορισμένους τομείς που συνδέονται αμεσότερα με την προστασία του περιβάλλοντος και τη διαχείριση των φυσικών πόρων ενώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν αποδίδουν το πλήρες φάσμα των χρησιμοποιούμενων περιβαλλοντικών τεχνολογιών.

    Κατά το 1999, ο συνολικός κύκλος εργασιών του τομέα της οικολογικής βιομηχανίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης των15 ανήλθε σε 183 εκατομμύρια EUR (ήτοι σε 2,3% του ΑΕΠ της ΕΕ) εξασφαλίζοντας άμεση απασχόληση σε περίπου 1,6 εκατομμύρια άτομα (1% της συνολικής απασχόλησης) [5] [6].

    [5] Ecotec, 2002

    [6] Η σύγκριση προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο ως ένδειξη της τάξης μεγέθους. Ο κύκλος εργασιών και το ΑΕΠ δεν είναι άμεσα συγκρίσιμα. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο καλύτερος υπολογισμός του μεριδίου του ΑΕΠ που απορροφάται από την προστασία του περιβάλλοντος και τη διαχείριση των πόρων είναι της τάξης του 3%.

    Ο κύκλος εργασιών των οικολογικών βιομηχανιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 που σχετίζονται με τη διαχείριση της ρύπανσης, της καθαρότερης τεχνολογίας και τα προϊόντα ανήλθε σε 127 δισεκατομμύρια EUR (ήτοι 1,6% του ΑΕΠ), απασχολώντας περίπου 1 εκατομμύριο άτομα [7]. Από το Σχήμα 1 [8] προκύπτει ότι ο μεγαλύτερος τομέας δαπανών είναι η επεξεργασία των υγρών λυμάτων ενώ έπεται με μικρή διαφορά η διαχείριση των στερεών αποβλήτων. Η κατηγορία «Άλλοι» αφορά την ποικιλομορφία του τομέα. Εν προκειμένω περιλαμβάνονται οι δαπάνες για τους θορύβους και τις δονήσεις. την ανάλυση και την αξιολόγηση των στοιχείων της παρακολούθησης. την απορρύπανση των εδαφών. την περιβαλλοντικής Ε&Α, τη διοίκηση και τη διαχείριση. Αυτό σημαίνει ότι η παραγωγή περιβαλλοντικής τεχνολογίας καλύπτει ολόκληρη την οικονομία και περιλαμβάνει εφαρμογές τόσο περιορισμένης όσο και υψηλής τεχνολογίας.

    [7] Ecotec, 2002

    [8] Ecotec, 2002

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Οι δραστηριότητες διαχείρισης των πόρων αφορούσαν ακόμη 650 000 θέσεις εργασίας και επιπλέον 56 δισεκατομμύρια EUR κύκλου εργασιών (ήτοι 0,7% του ΑΕΠ) στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 [9] . Ειδικότερα, οι δραστηριότητες αυτές αφορούσαν την υδροδότηση (33 δισεκατομμύρια EUR), την ανακύκλωση των υλικών (14 δισεκατομμύρια EUR) και την προστασία της φύσης (7 δισεκατομμύρια EUR). Οι υπολογισμοί αυτοί δεν περιλαμβάνουν τον τομέα των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας. Μολονότι σε κατάσταση προχωρημένης ωριμότητας για την Ευρωπαϊκή Ένωση των 15, ο τομέας της υδροδότησης αποτελεί πάντως έναν από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους στην παγκόσμια αγορά.

    [9] Ecotec, 2002

    Τα πλέον αξιόπιστα δεδομένα για τον εντοπισμό των τάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 σχετίζονται με την περίοδο 1994-1999 για τη διαχείριση της ρύπανσης, τις καθαρότερες τεχνολογίες και τον τομέα των προϊόντων [10]. Από τα δεδομένα αυτά προκύπτει ότι κατά την ως άνω πενταετία ο κύκλος εργασιών αυτού του τμήματος των οικολογικών βιομηχανιών εμφάνισε μέση πραγματική ετήσια αύξηση 5% (συγκριτικά με μέση αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,5%). Η απασχόληση στον τομέα αυτό αυξήθηκε ταχύτερα από ό,τι ο κύκλος εργασιών, με ρυθμούς μεταξύ 6 και 7% ετησίως. Η ως άνω υψηλόρρυθμη παραγωγή θέσεων εργασίας απηχεί την ιδιαζόντως ταχεία ανάπτυξη της διαχείρισης των στερεών αποβλήτων, ενός κλάδου έντασης εργασίας.

    [10] Ανάλυση που αναφέρεται στο Ecotec, 2002

    ΠΛΑΙΣΙΟ 1 - Από τις λύσεις αντιμετώπισης των επιπτώσεων στις ολοκληρωμένες τεχνολογίες

    Όσο οι κοινοτικές και εθνικές πολιτικές αντιμετώπιζαν τα άμεσα περιβαλλοντικά προβλήματα όπως η διαχείριση των αποβλήτων ή η μείωση της ρύπανσης στην ατμόσφαιρα και το νερό, η εφαρμογή τους ως επί το πλείστον αφορούσε λύσεις αντιμετώπισης τεχνικών επιπτώσεων. Υπολογίζεται ότι κατά μέσο όρο ένα τρίτο των επενδύσεων στις περιβαλλοντικές τεχνολογίες σχετίζεται με ολοκληρωμένες τεχνολογίες και όχι με λύσεις αντιμετώπισης τελικών επιπτώσεων (end-of-pipe), μολονότι το ποσοστό αυτό ποικίλλει ανάλογα με το κράτος μέλος. Μελλοντικά θα ήταν εύλογο να προσανατολιστούμε προς τις ολοκληρωμένες τεχνολογίες που προλαμβάνουν τη ρύπανση ώστε να αντιμετωπιστούν πολύπλοκα προβλήματα όπως η αλλαγή του κλίματος και η αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων.

    Οι ολοκληρωμένες τεχνολογίες συχνά εμφανίζουν περισσότερα οικονομικά πλεονεκτήματα δεδομένου ότι τοιουτοτρόπως αποφεύγονται πρόσθετες δαπάνες εξοπλισμού και εξασφαλίζονται αποτελεσματικότερες παραγωγικές διαδικασίες. Στόχος της ασκούμενης πολιτικής είναι μεταξύ άλλων να καταστούν προσοδοφόρες οι ολοκληρωμένες περιβαλλοντικές τεχνολογίες ώστε η αγορά να τις υποστηρίξει αυτοβούλως. Η στροφή από τις εφαρμογές αντιμετώπισης τελικών επιπτώσεων στις ολοκληρωμένες τεχνολογικές λύσεις αναμένεται να βελτιώσει τις δυνατότητες συμβολής των καθαρών τεχνολογιών στην οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης.

    Ο κύκλος εργασιών των οικολογικών βιομηχανιών των υποψηφίων χωρών όσον αφορά τη διαχείριση της ρύπανσης, τις καθαρότερες τεχνολογίες και προϊόντα ανέρχεται περίπου σε 10,3 δισεκατομμύρια EUR (ήτοι 1,9% του ΑΕΠ) απασχολώντας περίπου 770 000 ανθρώπους [11]. Η πραγματική αύξηση του κύκλου των εργασιών κατά μέσο όρο ανήλθε σε περίπου 10% ετησίως από το 1995. Εν προκειμένω αποδείχθηκε καθοριστικής σημασίας κίνητρο η ανάγκη εφαρμογής του περιβαλλοντικού κεκτημένου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μεγάλο μέρος των αντιστοίχων επενδύσεων μέχρι σήμερα έχει πραγματοποιηθεί σε τεχνολογίες διαχείρισης της ρύπανσης, απηχώντας την ανάγκη πραγματοποίησης επενδύσεων σε υποδομές που μπορούν να υποστηρίξουν την αειφόρο ανάπτυξη. Ωστόσο θα απαιτηθούν και περαιτέρω επενδύσεις για την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου και η αύξηση των επενδύσεων δεν αναμένεται να τερματιστεί με την προσχώρηση.

    [11] Ecotec, 2002

    4. Η παγκόσμια αγορά περιβαλλοντικής τεχνολογίας

    Σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς στην παγκόσμια αγορά για τις περιβαλλοντικές τεχνολογίες ανέρχεται περίπου σε 550 δισεκατομμύρια EUR [12], η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο (στο Σχήμα 2 απεικονίζεται η ζήτηση τις επιμέρους περιοχές). Οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ιαπωνία δεσπόζουν στην παγκόσμια περιβαλλοντική αγορά αντιπροσωπεύοντας από κοινού το 85%. Οι μεγαλύτερες αγορές εξαγωγής για την οικολογική βιομηχανία της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 15 είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και οι υποψήφιες χώρες των οποίων εν προκειμένω έπονται η Νοτιοανατολική Ασία, η Νότια Αμερική και η Μέση Ανατολή. Θα πρέπει και πάλι να τονιστεί ότι τα ως άνω αριθμητικά δεδομένα πρέπει να αντιμετωπιστούν με επιφυλακτικότητα λόγω των δυσχερειών σε ό,τι αφορά τους στατιστικούς ορισμούς.

    [12] Βάσει των υπολογισμών που περιέχονται στο Περιοδικό των Περιβαλλοντικών Επιχειρήσεων (EBJ) Τόμος XIII, Αριθμός 3/4, 2001, στο άρθρο με τίτλο «Ο κλάδος των περιβαλλοντικών αγαθών και υπηρεσιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση έως το 2010», IPTS Σεβίλλη (Ευρωπαϊκή Επιτροπή), 1999.

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Από τα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει ότι η ΕΕ διαθέτει εν γένει ανταγωνιστικό και διαφοροποιημένο τομέα εξαγωγών σε ό,τι αφορά την οικολογική βιομηχανία και αποτελεί μείζονος σημασίας παράγοντα σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι επίσημες εμπορικές στατιστικές αφορούν αποκλειστικά και μόνο περίπου το ένα πέμπτο της παραγωγής της οικολογικής βιομηχανίας αλλά, γι'αυτό το εμφανές τμήμα, το εμπορικό πλεόνασμα της ΕΕ έναντι του υπολοίπου κόσμου είναι σαφές και υπερέβαινε το ένα δισεκατομμύριο ευρώ κατά το 1999 [13]. Εντούτοις κατά την τελευταία διετία παρατηρήθηκε ελαφρά συρρίκνωση του εμπορικού πλεονάσματος επειδή και άλλες χώρες ανέπτυξαν ήπιες οικολογικές βιομηχανίες με αποτέλεσμα να κλιμακωθεί η πίεση που αντιμετωπίζουν οι εταιρείες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να παραμείνουν ανταγωνιστικές.

    [13] Ecotec, 2002

    ΠΛΑΙΣΙΟ 2 - Παραδείγματα επιτυχημένων εξαγωγών

    * Η Δανία πραγματοποίησε επενδύσεις στην αιολική ενέργεια το 1980 και πρωτοπορεί πλέον παγκοσμίως εξάγοντας κάθε χρόνο τεχνολογία αεροστροβίλων αξίας ενός δισεκατομμυρίου ευρώ.

    * Τα προϊόντα της οικολογικής βιομηχανίας της Φινλανδίας (ως επί το πλείστον αφορούν τις τεχνολογίες χαρτοπολτού και παραγωγής χάρτου) αντιπροσωπεύουν περίπου 20% των εξαγωγών της Φινλανδίας.

    * Η Γαλλία είναι πρωτοπόρος σε παγκόσμιο επίπεδο σε ό,τι αφορά την εξαγωγή υπηρεσιών διαχείρισης υδάτων και αποβλήτων, πρωτίστως, λόγω της επιτυχίας δύο εταιρειών, της Suez-Lyonnaise-des-Eaux και της Vivendi

    * Η Γερμανία κατέχει το 17% του μεριδίου στο παγκόσμιο εμπόριο - και έπεται μόνο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

    * Οι Κάτω Χώρες, λόγω του ιδιαίτερα εξωστρεφούς προσανατολισμού τους, εξάγουν 45% των προϊόντων και 10% των αντίστοιχων υπηρεσιών.

    * Η Ισπανία διαθέτει ισχυρές προσβάσεις για εξαγωγές στις αγορές της Λατινικής Αμερικής, (ιδίως μάλιστα στο Μεξικό και τη Βραζιλία) προϊόντων και υπηρεσιών του καθαρισμού του ύδατος και της επεξεργασίας των λυμάτων.

    * Η Σουηδία έχει επιτύχει σοβαρότατες εξαγωγικές επιδόσεις στους τομείς της επεξεργασίας των λυμάτων, του ελέγχου της ρύπανσης του αέρα στους εσωτερικούς χώρους και τις καθαρότερες τεχνολογίες.

    Υπολογίζεται ότι μεταξύ 1998 και 1999 οι πραγματικές δαπάνες για προϊόντα του ως άνω τομέα αυξήθηκαν με ρυθμό 7-9% τις αναπτυγμένες αγορές ενώ η αντίστοιχη αύξηση στις αναπτυσσόμενες αγορές κατά την εν λόγω περίοδο ήταν υψηλότερη προσεγγίζοντας το 10-17%. Στις περιπτώσεις αυτές η Αφρική και Λατινική Αμερική εμφάνισαν την θεαματικότερη αύξηση [14]. Εν γένει, πολλές από τις μελέτες πρόγνωσης προβλέπουν ότι αυτός θα είναι ένας από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους βιομηχανικούς κλάδους κατά τον 21ο αιώνα [15].

    [14] Η ανάλυση αναφέρθηκε στο Ecotec, 2002

    [15] ΟΟΣΑ, 1999

    Δεδομένης της σημερινής της ανταγωνιστικότητας και ιδιαίτερα εάν δεν παρεμποδιστεί από φραγμούς στην αγορά η ευνοϊκή θέση που κατέχει η οικολογική βιομηχανία της Ευρώπης σήμερα θα της επιτρέψει να επωφεληθεί από την περαιτέρω αύξηση των αγορών αυτών. Η ΕΕ κατά τα φαινόμενα είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστική σε τομείς όπως η ανάπτυξη των υποδομών επεξεργασίας ύδατος και υγρών λυμάτων, των υποδομών και των διαδικασιών διαχείρισης των αποβλήτων, των τεχνολογιών ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και των εμπορικών προϊόντων και υπηρεσιών που σχετίζονται με τους ανανεώσιμους ενεργειακούς πόρους.

    Για τις υποψήφιες χώρες οι επενδύσεις θα πρέπει να αυξηθούν μεταξύ 2 και 3% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο προκειμένου να αντιμετωπιστεί το συνολικό κόστος της εφαρμογής του περιβαλλοντικού κεκτημένου, που προσφάτως υπολογίστηκε τουλάχιστον σε 80 - 110 δισεκατομμύρια EUR [16]. Τα εξ αυτού περιβαλλοντικά οφέλη υπολογίζονται ότι συνολικά κυμαίνονται μεταξύ 130 και 680 δισεκατομμυρίων ευρώ κατά την επόμενη δεκαετία [17]. Τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 όσο και οι υποψήφιες χώρες θα πρέπει να επιτρέψουν την κλιμάκωση των ως άνω ωφελειών με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο, εξασφαλίζοντας τη διάθεση όλων των λύσεων που προσφέρει η περιβαλλοντική τεχνολογία μέσω μιας ανταγωνιστικής αγοράς.

    [16] COM(2001)304f τελικό

    [17] Ecotec, 2001

    Η ανάπτυξη της ως άνω ανταγωνιστικής αγοράς θα είναι αμοιβαία επωφελής για την Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 και τις υποψήφιες χώρες. Ήδη πολλές από τις εταιρείες της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 15 και τις υποψήφιες χώρες συμμετέχουν σε κοινά εγχειρήματα με αποτέλεσμα οι οικολογικές βιομηχανίες στις υποψήφιες χώρες να αναπτύσσονται και να καθίστανται ανταγωνιστικότερες. Προς επίρρωση των ανωτέρω αναφέρεται ότι οι εξαγωγές περιβαλλοντικής τεχνολογίας από τις υποψήφιες χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 σχεδόν διπλασιάστηκαν μεταξύ 1995 και 19999 ανερχόμενες σε 123 εκατομμύρια EUR [18].

    [18] Ecotec, 2002

    ΠΛΑΙΣΙΟ 3 - Τα οφέλη από τη μεταφορά της τεχνολογίας

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν συσσωρεύει όλα τα οφέλη από το εμπόριο. Η ανάπτυξη της περιβαλλοντικής τεχνολογίας στην Ευρώπη θα συμβάλει στην αειφόρο ανάπτυξη σε ολόκληρο τον κόσμο εφόσον οι ως άνω τεχνολογίες καταστούν κοινό κτήμα. Επιβάλλεται ιδίως να σημειωθεί ότι οι οικολογικές βιομηχανίες της Ευρώπης είναι δυνατόν να βοηθήσουν τις υποψήφιες χώρες να «υπερπηδήσουν» ορισμένα τεχνολογικά επίπεδα, αξιοποιώντας την πείρα που έχει αποκομίσει κατά το παρελθόν εν προκειμένω η Ευρωπαϊκή Ένωση των 15. Αναπτύσσοντας νέες τεχνολογίες που μειώνουν το κόστος της περιβαλλοντικής προστασίας, είναι δυνατόν να προκύψουν οφέλη τόσο για εμάς όσο και για τρίτους που θα αξιοποιήσουν αποτελεσματικά την τεχνολογία αυτή για να αντιμετωπίσουν τα δικά τους περιβαλλοντικά προβλήματα.

    Ωστόσο, θα πρέπει να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε οι παρωχημένες τεχνολογίες (π.χ. για το οχήματα και τα εργοστάσια) να μην καταλήγουν στις αναπτυσσόμενες χώρες επειδή εκεί οι κανονιστικές διατάξεις για το περιβάλλον είναι χαλαρότερες ή να μην τεθούν σε μειονεκτική θέση ή ζημιωθούν με άλλον τρόπο οι αναπτυσσόμενες χώρες. Πρέπει να καταβληθούν ιδιαίτερες προσπάθειες ώστε να διαδοθούν οι λύσεις για την αλλαγή του κλίματος και την αντιμετώπιση των προβλημάτων των μεταφορών, τονίζοντας παράλληλα ότι ο μηχανισμός καθαρής ανάπτυξης που περιγράφεται στο Πρωτόκολλο του Κιότο σχετίζεται έμμεσα και με τη μεταφορά τεχνολογίας. Υπάρχουν επίσης περιθώρια για την προαγωγή κέντρων «κατάλληλης» και «περιβαλλοντικής» τεχνογνωσίας τα οποία πρέπει να συμβάλουν στη διάδοση των περιβαλλοντικών τεχνολογιών ανάλογα με τις τοπικές ανάγκες.

    5. Οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες του αύριο: επισκόπηση

    Η τεχνολογία εν γένει είναι δίκοπο μαχαίρι. Αποτελεί τόσο την αιτία όσο και τη λύση πολλών περιβαλλοντικών προβλημάτων. Οι ρυπογόνες τεχνολογίες υπονομεύουν το υπόβαθρο της ζωής, ήτοι το καθαρό νερό, τον καθαρό αέρα και το γόνιμο έδαφος. Ωστόσο, σε όλους τους οικονομικούς τομείς «μεταφορές, ενέργεια, βιομηχανία, γεωργία» παρατηρείται η διάθεση ή η εμφάνιση νέων τεχνολογιών.

    Κατά την τελευταία δεκαετία, νέες τεχνικές λύσεις επέτρεψαν τη σταδιακή εξάλειψη των επιβλαβών, επικινδύνων ή σπάνιων υλικών και την αντικατάστασή τους από αφθονότερα και ασφαλέστερα (υποκατάσταση υλικών). Η σταδιακή εξάλειψη των CFC στα λευκά είδη και του χλωρίου στον κλάδο του χαρτοπολτού και του χάρτου είναι απλώς και μόνο δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Σε πολλούς τομείς η ανάπτυξη νέων υλικών υψηλών επιδόσεων οδήγησε σε σημαντική εξοικονόμηση πόρων και αύξησε την ανακύκλωση (εξαΰλωση).

    Δεν είναι αυτονόητο να σκιαγραφηθεί το ευρύτατο και αενάως μεταβαλλόμενο σύνολο των νέων εφευρέσεων, καινοτομιών και εφαρμογών στον τομέα των τεχνολογιών του περιβάλλοντος. Εξάλλου, ανάλογα εγχείρημα θα υπερέβαινε τους στόχους της παρούσας έκθεσης. Εντούτοις είναι χρήσιμο να περιγραφούν συνοπτικά οι τομείς στους οποίους αναμένονται μείζονος σημασία εξελίξεις και στους οποίους ενδεχομένως παρατηρούνται τα μεγαλύτερα περιθώρια αξιοποίησης καινοτόμων λύσεων. Η πείρα των πλέον προσφάτων ετών παρέχει αδιάσειστες αποδείξεις για το δυναμικό αυτό, ενώ παράλληλα προσφέρει ενδείξεις για τις μελλοντικές τάσεις. Ωστόσο οι κατωτέρω αναφερόμενες τεχνολογίες αναφέρονται αποκλειστικά και μόνο ως παραδείγματα και δεν είναι απαραίτητα οι βέλτιστες δυνατές λύσεις μακροπρόθεσμα.

    Η μετατροπή, η διατήρηση και η χρήση της ενέργειας

    Η χρήση της ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο αυξήθηκε περίπου κατά 70% από το 1971 [19] και κατά πάσα πιθανότητα θα εξακολουθήσει να αυξάνεται σταθερά κατά τις επόμενες δεκαετίες. Σύμφωνα με το χειρότερο δυνατό ενδεχόμενο, έως το 2010 η συνολική κατανάλωση ενέργειας και οι αντίστοιχες εκπομπές CO2, θα έχουν αυξηθεί κατά ποσοστό που θα υπερβαίνει το 40% συγκριτικά προς τα επίπεδα του 1990 [20]. Παρά τη συνεχιζόμενη μείωση της ενεργειακής έντασης στις περισσότερες από τις προηγμένες χώρες, η σχέση μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και αυξημένης κατανάλωσης ενέργειας παραμένει σταθερή. Το κύριο πρόβλημα δεν είναι η χρήση της ενέργειας αλλά το γεγονός ότι η κύρια πηγή της είναι τα ορυκτά καύσιμα, τα οποία εξασφαλίζουν περίπου το 80% του ενεργειακού εμπορίου [21] ανά την υφήλιο, με σοβαρές επιπτώσεις στον αέρα, την ατμόσφαιρα και το κλίμα.

    [19] IEA, 2001

    [20] Βλέπε για παράδειγμα: IEA, 2000. US EIA, 2000. IIASA & WEC 1998

    [21] IEA, 2001

    Η Πράσινη Βίβλος της Επιτροπής για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού [22] περιγράφει εναλλακτικές δυνατότητες για μια μελλοντική στρατηγική στο πλαίσιο των γενικών στόχων της κοινοτικής ενεργειακής πολιτικής, δηλ. της ανταγωνιστικότητας, της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού και της προστασίας του περιβάλλοντος. Ορισμένες από τις προτάσεις της Πράσινης Βίβλου βρίσκονται ήδη σε προχωρημένο στάδιο εφαρμογής ενώ άλλες θα αρχίσουν στο πλαίσιο του προγράμματος εργασίας της Επιτροπής για το 2002. Εν γένει θεωρείται ότι οι υποχρεώσεις που ανέλαβε η Ευρωπαϊκή Ένωση δυνάμει του Πρωτοκόλλου του Κιότο αποτελούν σοβαρότατη κινητήρια δύναμη που ωθεί την εξέλιξη της αντίστοιχης πολιτικής.

    [22] Πράσινη Βίβλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Προς μια ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού» COM(2000)769

    Ορισμένες από τις πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχαν ήδη καταστεί επιχειρησιακές από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 όπως το SAVE (για την ενεργειακή εξοικονόμηση και την ενεργειακή απόδοση) και το ALTENER (ανανεώσιμες μορφές ενέργειας) ενώ άλλες βρίσκονται στο αρχικό στάδιο της εφαρμογής τους όπως οι συμφωνίες για την αποδοτική αξιοποίηση των καυσίμων για τα οχήματα με τους ευρωπαίους κατασκευαστές αυτοκινήτων και τους εισαγωγείς. Ωστόσο η ανάπτυξη των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας συνολικά υπήρξε βραδεία. Η υδροηλεκτρική ενέργεια έχει μικρά περαιτέρω περιθώρια ενώ η βιομάζα - ήτοι η άλλη σημαντική πηγή ανανεώσιμης ενέργειας - παρέμεινε στάσιμη μολονότι διάθετε σοβαρό δυναμικό για περαιτέρω ανάπτυξη. Η αιολική ενέργεια εξακολουθεί να συμβάλει περιορισμένα (εκτός από ορισμένες περιοχές), αλλά κατά τη δεκαετία του 1990 σημείωσε εντυπωσιακή πρόοδο (διπλασιάζοντας τη συμμετοχή της κάθε δύο με τρία χρόνια) και η συμβολή της θεωρείται βασικότατη για τον διπλασιασμό της συμμετοχής των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας σε 12% κατά το 2010.

    Επίκεινται επίσης και άλλες πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη διατήρηση της ενέργειας στα κτίρια και την ενεργειακή απόδοση των συσκευών. Οι τεχνικές για τη διατήρηση της ενέργειας προσφέρουν σοβαρές δυνατότητες μείωσης της ενεργειακής ζήτησης από τον οικιακό και τον τριτογενή τομέα (που από κοινού αποτελούν το 41% της συνολικής ενεργειακής ζήτησης [23]). Από ορισμένους υπολογισμούς προκύπτει ότι ο συνδυασμός κατάλληλων οικοδομικών τεχνικών (συμπεριλαμβανομένης της θερμομόνωσης, της τεχνολογίας των υαλοπινάκων κλπ.) με νέα συστήματα ενεργειακής διαχείρισης που θα μπορούσε να επιτρέψει εξοικονόμηση έως και κατά 20 - 25% των εκπομπών από τα κτίρια αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά την επόμενη δεκαετία [24]. Στον τομέα των συσκευών, το πρόβλημα είναι να αντιστραφεί η προτίμηση των καταναλωτών υπέρ της χαμηλότερης τιμής αγοράς και εις βάρός του χαμηλότερου κόστους χρήσης.

    [23] ECCP, 2001

    [24] ECCP, 2001

    Μεταφορές

    Στις μεταφορές αναλώνεται το ένα τέταρτο του παγκόσμιου ενεργειακού εμπορίου (ποσοστό 32% στην Ευρωπαϊκή Ένωση με αυξητική τάση [25]), με αποτέλεσμα την αύξηση των εκπομπών των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Στην πράξη ο τομέας των μεταφορών εξαρτάται πλήρως από το πετρέλαιο του οποίου απορροφά σχεδόν το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής [26]. Η ενεργειακή κατανάλωση ανά επιβάτη εμφάνισε μικρή ή μηδενική βελτίωση κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Η ολοένα κλιμακούμενη χρήση ισχυρότερων οχημάτων σε συνδυασμό με το χαμηλότερο ποσοστό πληρότητας δεν αντισταθμίζονται από τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των οχημάτων. Συνεπεία τούτου, η αύξηση των μεταφερόμενων φορτίων οδήγησε σε κλιμάκωση κατά 21% της ενεργειακής κατανάλωσης μεταξύ 1990 και 1999 [27]. Επιπλέον, οι «εξωτερικές» κοινωνικές και περιβαλλοντικές δαπάνες για τις μεταφορές υπολογίζεται ότι αντιστοιχούν περίπου σε 8% του ΑΕΠ. Εν προκειμένω θεωρείται ότι οι αποτελεσματικές περιβαλλοντικές τεχνολογίες θα μπορούσαν να μειώσουν τις δαπάνες αυτές [28].

    [25] ΕΟΧ, 2001α

    [26] IEA, 2001

    [27] Eurostat, 2001

    [28] INFRAS, 2000. There is a considerable degree of uncertainty in estimates of this type.

    Στην πρόσφατη Λευκή Βίβλο της Επιτροπής για την μελλοντική κοινή πολιτική μεταφορών [29] προτείνεται η ρήξη του παραδοσιακού δεσμού να σπάσει ο παραδοσιακός δεσμός μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που προέρχονται από τον τομέα των μεταφορών. Εν προκειμένω οι σημαντικότερες πρωτοβουλίες αφορούν τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας με την ευρύτερη δυνατή έννοια, τη μεταστροφή υπέρ περιβαλλοντικώς ήπιων μεταφορικών μέσων (σιδηρόδρομοι, εσωτερικές πλωτές οδοί, ακτοπλοΐα), ενσωμάτωση των περιβαλλοντικών δαπανών στις τιμές των μεταφορών, προαγωγή των εναλλακτικών καυσίμων και δημόσιες μεταφορές. Ορισμένα από τα μέτρα αυτά εξαρτώνται βασικά από την ανάπτυξη των περιβαλλοντικών τεχνολογιών όπως τα οχήματα υδρογόνου/στοιχείου καυσίμου.

    [29] European Commission's White Paper, "European transport policy for 2010: time to decide", COM (2001) 370

    Σε ευρύτερη κλίμακα, η χρήση της τεχνολογίας των πληροφοριών για τη διαχείριση των μεταφορών, ή το σύστημα ευφυών μεταφορών (ΙΤS), μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στην περιστολή των κυκλοφοριακών συμφορήσεων και των αντίστοιχων περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Το ΙTS για τη διαχείριση των οδικών μεταφορών έχει ήδη τεθεί σε επιχειρησιακή λειτουργία σε διάφορα σημεία της Ευρώπης και υπάρχουν περιθώρια για ευρύτερη χρησιμοποίησή του. Το έργο Galileo θα είναι καθοριστικής σημασίας για την πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρει το ITS.

    Η χρήση των πόρων στη βιομηχανική παραγωγή

    Μολονότι εν γένει οι περιβαλλοντικές πιέσεις που προκαλεί η βιομηχανία εν γένει παρουσιάζουν μείωση [30], η βιομηχανική παραγωγή δεν είναι αμελητέα πηγή ρύπανσης και οι βιομηχανικές εκπομπές ανέκαθεν αποτελούν αντικείμενο κανονιστικών ελέγχων. Το 1999, η μεταποιητική βιομηχανία εξακολουθούσε να ευθύνεται για περίπου 28% της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης και για 20% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακος και διοξειδίου του θείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση [31] [32]. Σύμφωνα με τις στατιστικές του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, η οικολογική απόδοση των επιμέρους κλάδων της Ευρωπαϊκής Ένωσης βελτιώθηκε ελαφρά κατά την τελευταία δεκαετία αλλά το αποτέλεσμα αυτό συγκαλύπτει αποκλίνουσες τάσεις μεταξύ των επιμέρους κρατών μελών. Οι βιομηχανικοί ρύποι χαρακτηρίζουν ιδιαίτερα τη βαριά βιομηχανία, όπως η σιδηρουργία και η χαλυβουργία, τα διυλιστήρια πετρελαίου, οι βιομηχανίες χαρτοπολτού και ο κλάδος των οργανικών χημικών.

    [30] EΟΧ, 2001c (ιδίως σχήμα 1.4 στη σελίδα 11)

    [31] EΟΧ, 2001c

    [32] EΟΧ, 2001b

    Υπάρχουν σοβαρές δυνατότητες μείωσης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της παραγωγής χύδην υλικών με την ανάπτυξη και τη χρησιμοποίηση νέων, αναδυόμενων ή και ήδη εμπορικά διαθέσιμων τεχνολογιών. Στα παραδείγματα πολλά υποσχόμενων τεχνολογιών σε αρχικό στάδιο ανάπτυξης, συγκαταλέγονται και τα εναλλακτικά συνδετικά κονιάματα, οι αδρανείς άνοδοι και η τεχνολογία υγρής καθόδου στην παραγωγή αλουμινίου καθώς και η αναγωγική τήξη για την παραγωγή σιδήρου. Η βιομηχανική χρήση RRM (ήτοι ανανεώσιμων πρώτων υλών π.χ. φυτικής προέλευσης) έχει ήδη καθιερωθεί σε ορισμένους κλάδους της χημικής βιομηχανίας. Η ευρύτερη διάδοση των προϊόντων από RRM και η παραγωγή εξ αυτών ουσιών χύδην θα μπορούσε να συμβάλει στην ουσιαστική μείωση της βιομηχανικής ρύπανσης.

    Παράλληλα έχει αρχίσει η διάθεση νέων βιοτεχνολογικών τεχνικών με προοπτικές μείωσης της κατανάλωσης πρώτων υλών και ενέργειας, περιστολής της ρύπανσης, παραγωγής ανακυκλώσιμων και βιοαποδομήσιμων αποβλήτων με ταυτόχρονη διατήρηση του σημερινού επιπέδου παραγωγής. Η βιοτεχνολογία θεωρείται σημαντικότατη για την ανάπτυξη καθαρότερων βιομηχανικών προϊόντων και διαδικασιών όπως η βιοκατάλυση. Οφέλη εν προκειμένω έχουν αποδεδειγμένα αποκομίσει οι παραδοσιακοί βιομηχανικοί κλάδοι όπως η κλωστοϋφαντουργία, η βυρσοδεψία και ο κλάδος του χαρτιού. Η βιολογική αποκατάσταση μπορεί επίσης να συμβάλει στην απορρύπανση της ατμόσφαιρας, του εδάφους και των υδάτων. Εδώ και χρόνια χρησιμοποιούνται βακτήρια για τον καθαρισμό των πετρελαιοκηλίδων και των υγρών λυμάτων.

    Η διαχείριση αποβλήτων

    Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος υπολογίζει ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 η ετήσια παραγωγή αστικών και βιομηχανικών αποβλήτων υπερβαίνει αντιστοίχως τα 250 και 850 εκατομμύρια τόνους. Ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης, που υπολογίζεται σε περίπου 3% [33], είναι ταχύτερος του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ κατά την τελευταία δεκαετία. Αφετέρου, η αυξανόμενη συνειδητοποίηση της μη βιωσιμότητας ορισμένων τάσεων, που είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή υψηλότερων επιβαρύνσεων για την παραγωγή αποβλήτων και αυστηρότερων κανόνων για τη συλλογή και τη διάθεσή τους, έχει καταστήσει ιδιαζόντως δυναμικό τον τομέα της διαχείρισης των αποβλήτων.

    [33] EΟΧ, 2001b

    Οι τεχνολογίες του ως άνω κλάδου καλύπτουν ευρύ φάσμα μεθόδων επεξεργασίας, π.χ. βελτίωση των συσκευών και των οχημάτων συλλογής για αποτελεσματικότερη ανακύκλωση των υλικών όπως το χαρτί, το μέταλλο και το γυαλί, βελτιωμένες συσκευές μηχανικού διαχωρισμού και νέες τεχνολογίες για την επεξεργασία των οργανικών αποβλήτων σε μεγάλη κλίμακα. Οι εν λόγω νέες τεχνολογίες διαμορφώνουν από κοινού πρόσφορο υπόβαθρο για την ουσιαστική μείωση της υγειονομικής ταφής για τη βέλτιστη δυνατή αξιοποίηση των παραγόμενων αποβλήτων.

    Ενδιαφέρουσες προοπτικές προσφέρουν επίσης οι εμφανιζόμενες δυνατότητες ενεργειακής αξιοποίησης για επιμέρους κλάσματα αποβλήτων (όπως διάφορες κατηγορίες λυματολάσπης, απορριπτόμενων ελαστικών επισώτρων, κλπ.). Οι νέες αυτές δυνατότητες θα μπορούσαν να επιτρέψουν τη σημαντική παραγωγή ενέργειας, μολονότι θα πρέπει να συνδυασθούν με αποτελεσματικά συστήματα καθαρισμού καυσαερίου, ώστε να αποφευχθεί η παραγωγή επιβλαβών ατμοσφαιρικών ρύπων. Οι βέλτιστες διαθέσιμες τεχνολογίες επιτρέπουν ως επί το πλείστον την αξιοποίηση του ενεργειακού περιεχομένου των αποβλήτων.

    Αλιεία

    Μία από τις κύριες απειλές που αντιμετωπίζει η θαλάσσια βιοποικιλότητα οφείλεται στην αλιεία, ιδίως μάλιστα λόγω των επιπτώσεων σε είδη που θίγονται συμπτωματικά (δεν αποτελούν στόχο της αλιείας) και των ζημιών που υφίσταται ο θαλάσσιος βυθός εξαιτίας ορισμένων από τα χρησιμοποιούμενα είδη εξοπλισμού. Σοβαρές πρόοδοι έχουν επιτευχθεί στον τομέα της ανάπτυξης δικτυωμάτων διαλογής, διατάξεων αποτροπής και στις τράτες βυθού με περιορισμένες επιπτώσεις. Ωστόσο, υπάρχουν σοβαρά περιθώρια περαιτέρω προόδου για την ανάπτυξη των αντιστοίχων ειδών εξοπλισμού ώστε να περιορίζονται οι ως άνω παρενέργειες, και δεδομένου του παγκόσμιου χαρακτήρα των ως άνω προβλημάτων, ενδέχεται να υφίσταται σοβαρή αγορά για τις πιθανές τεχνικές λύσεις. Παράλληλα αναμένεται ότι η ανάπτυξη περιβαλλοντικών τεχνολογιών σε τομείς όπως τα είδη ανθρώπινης διατροφής, εγκλωβισμός/συγκράτηση, η μείωση των αποβλήτων και ο έλεγχος των επιδημιών αναμένεται να είναι επωφελείς για τη διεύρυνση των υδατοκαλλιεργειών.

    Τεχνολογία των πληροφοριών και των επικοινωνιών

    Ο αποτελεσματικός προσανατολισμός και η επιτάχυνση των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών αποτελεί ενδεχομένως καθοριστικής σημασίας εξέλιξη. Θα μπορούσε μάλιστα να επιτρέψει την κατά πολύ αποδοτικότερη χρήση των πόρων με τη βελτίωση προϊόντων και διαδικασιών, τη μετατροπή προϊόντων σε υπηρεσίες ή τις διαρθρωτικές αλλαγές.

    Ο ανασχεδιασμός των προβλεπόμενων διαδικασιών για τις ηλεκτρονικές επιχειρηματικές δραστηριότητες (e-business) μπορεί να μειώσει τη χρήση υλικών και τις μεταφορές. είναι δυνατό τοιουτοτρόπως να συρρικνωθούν τα αχρησιμοποίητα αποθέματα και οι διαδικασίες αποθήκευσης. οι καλύτερες υπηρεσίες μεταφορών και υποστήριξης μπορούν να περιορίσουν τον αριθμό των μετακινήσεων, και των κενών φορτηγών ενώ είναι δυνατόν να επιτευχθεί έτσι και η αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των γραφειακών και εργοστασιακών χώρων, κλπ. [34]. Από την άποψη της αγοραστικής αξίας ο αριθμός εμπλουτισμού του "πληροφοριακού περιεχομένου" των προϊόντων είναι υψηλότερος του αντίστοιχου ρυθμού συρρίκνωσης του υλικού περιεχομένου τους. Η επιπλέον προσθήκη αξίας, μέσω του καλύτερου σχεδιασμού, επιπρόσθετων χαρακτηριστικών και δυνατοτήτων χρήσης, καθώς και η αξιοποίηση καταλληλότερων υλικών μπορούν να οδηγήσουν στην αποσύνδεση της ανάπτυξης από την ανάλωση πόρων.

    [34] Περιπτωσιολογικές μελέτες για την κοινωνία της πληροφορίας και την αειφόρο ανάπτυξη: Μάιος του 2000 ΓΔ - Κοινωνία της πληροφορίας - C1.

    Χάρη στις προηγμένες επικοινωνιακές τεχνολογίες και άλλα προϊόντα θα μπορούσαν να καταστούν υπηρεσίες. Μια εφημερίδα μπορεί να μετατραπεί σε διαλογικού χαρακτήρα υπηρεσία τεχνικής αρωγής. η ηλεκτρονική πρόσβαση σε υπηρεσίες υγειονομικής μέριμνας, συμβουλών και πληροφοριών μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα των αντίστοιχων υπηρεσιών καθιστώντας παράλληλα περιττές ορισμένες μετακινήσεις. Πολλοί άνθρωποι εξυπηρετούνται αρτιότερα μέσω ηλεκτρονικών τραπεζικών συναλλαγών, περιορίζοντας τα απαραίτητα υλικά και πόρους για τοπικά υποκαταστήματα και την ανάγκη μετακινήσεων.

    Τελικά αναμένεται ότι η εμφάνιση πληροφοριακών υποδομών θα ανατρέψει τους βασικούς κανόνες της βιομηχανικής κοινωνίας, επιτρέποντας την επίτευξη διαρθρωτικών αλλαγών σε ό,τι αφορά την οργάνωση των υποδομών μεταφοράς και του τρόπου εργασίας και διαβίωσης. Οι "τηλεαπασχολούμενοι" στην Ευρώπη υπερβαίνουν ήδη τα 10 εκατομμύρια, ενώ το 2001 [35] περίπου 25% των εργαζομένων χρησιμοποιούσε υπολογιστές για εργασιακούς σκοπούς κατ'οίκον. Για τον καλύτερο σχεδιασμό αξιοποιούνται πληρέστερα οι χώροι εργασίας, σε ενεργειακώς αποδοτικότερα κτίρια και τοποθεσίες που βρίσκονται πλησιέστερα προς τις κατοικίες των εργαζομένων. Τα δίκτυα επικοινωνιών παρέχουν υπηρεσίες ηλεκτρονικής εργασίας (eWork) σε ποσοστό των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που υπερβαίνει ήδη το 50%. Οι ως άνω μεταβολές είναι δυνατόν να συμβάλουν στην απαγκίστρωση της οικονομικής ανάπτυξης από την ανάπτυξη των μεταφορών και να δημιουργήσουν νέες ευκαιρίες απασχόλησης στις τοπικές κοινότητες.

    [35] Ευρωβαρόμετρο, Νοέμβριος 2001: "Η ποιοτική αλλαγή" Έκθεση των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής - ΓΔ-Απασχόληση Μάρτιος 2002

    6. Η πλήρης αξιοποίηση των δυνατοτήτων των περιβαλλοντικών τεχνολογιών

    Το πλαίσιο στοχοθέτησης της πολιτικής δράσης

    Το σημαντικότατο δυναμικό των περιβαλλοντικών τεχνολογιών παραμένει εν πολλοίς αναξιοποίητο λόγω των φραγμών που παρεμποδίζουν την ανάπτυξή τους και τη διείσδυσή τους στην αγορά. Πολλά από τα εμπόδια στην εισαγωγή και τη διάδοση των νέων περιβαλλοντικών τεχνολογιών επενεργούν εξίσου ανασταλτικά και σε άλλες νέες τεχνολογίες. Στο στάδιο της ανάπτυξης η έλλειψη της απαραίτητης χρηματοδότησης, η ατολμία και η αβεβαιότητα, η ανεπαρκής πληροφόρηση σχετικά με την αποτελεσματικότητα της τεχνολογίας και η έλλειψη της απαραίτητης πείρας συγκαταλέγονται μεταξύ των παραγόντων που περιορίζουν την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών (βλ. σχήμα 3).

    Το απρόβλεπτο κανονιστικό περιβάλλον μπορεί να επιδεινώσει περαιτέρω τα προβλήματα αυτά. Είναι πρόδηλο ότι οι οικονομικοί κίνδυνοι για το κόστος της καινοτομίας διαδραματίζουν επίσης ρόλο στο πλαίσιο αυτό, ιδίως μάλιστα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αφότου εδραιωθούν, ο κατακερματισμός της αγοράς και η έλλειψη ανταγωνισμού είναι δυνατό να καθυστερήσουν τη διάδοση των νέων τεχνολογιών. Ως προς τούτο, τα μαθήματα από τη γενική πολιτική για την τεχνολογία ισχύουν απολύτως και στον τομέα των περιβαλλοντικών τεχνολογιών [36].

    [36] Στην ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Καινοτομία στο πλαίσιο της οικονομίας της γνώσης, COM (2000) 567 της 20ής Σεπτεμβρίου 2000, εξετάζονται οι πρόσφατες πρόοδοι στην Ένωση σε ό,τι αφορά την τόνωση της καινοτομίας εκ μέρους των επιχειρήσεων, διερευνώνται ποιες πρέπει να είναι σήμερα οι προτεραιότητες για την προαγωγή της καινοτομίας και χαράσσονται οι κατευθύνσεις της πολιτικής για την επιτυχή αντιμετώπιση των ως άνω προτεραιοτήτων.

    Σχήμα 3: Ανασταλτικοί παράγοντες που επιβραδύνουν σοβαρά τα εγχειρήματα καινοτόμου χαρακτήρα [37]

    [37] Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2000 "Στατιστικές σχετικά με την καινοτομία στην Ευρώπη, 2000".

    >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

    Ωστόσο, η προαγωγή των πολιτικών που αποσκοπούν στη διευκόλυνση της καινοτομίας στον τομέα των περιβαλλοντικών τεχνολογιών προέχει ακόμα και της αντίστοιχης που αφορά την πολιτική για την τεχνολογία. Το περιβάλλον με τη μορφή καθαρού αέρα και νερού, σταθερών κλιματικών συνθηκών και άφθονων φυσικών πόρων και βιοποικιλότητας αποτελεί κοινό αγαθό. Οι ελλείψεις και η αναποτελεσματικότητα των αγορών για κοινά περιβαλλοντικά αγαθά έχουν ως αποτέλεσμα το προσδοκώμενο ποσοστό απόδοσης των επενδύσεων σε περιβαλλοντικές τεχνολογίες να είναι χαμηλότερο από ό,τι εάν οι τιμές απηχούσαν την πραγματική αξία των περιβαλλοντικών αγαθών ή υπηρεσιών. Ως εκ τούτου είναι ανεπαρκείς οι επενδύσεις σε καινοτόμες περιβαλλοντικές τεχνολογίες, τόσο εκ μέρους των υπηρεσιών όσο και εκ μέρους των νοικοκυριών. Αυτό σημαίνει τόσο ότι δεν υιοθετούνται οι λύσεις αποτελεσματικής αξιοποίησης του κόστους για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων όσο και ότι παρέχονται μικρότερα κίνητρα υπέρ της έρευνας και της ανάπτυξης αναλόγων τεχνολογιών.

    Στην προσπάθεια να αντιμετωπισθεί το ως άνω φαινόμενο, οι κοινοτικές πολιτικές προάγουν ήδη τις περιβαλλοντικές τεχνολογίες ποικιλοτρόπως. Εν προκειμένω περιλαμβάνονται οι προσπάθειες "ορθής διαμόρφωσης των τιμών" με την προαγωγή της χρήσης οικονομικών μέσων. Το προτεινόμενο σύστημα εμπορίας των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το σύστημα αυτό θα δημιουργήσει μόνιμο κίνητρο για την εξεύρεση νέων μεθόδων περιορισμού των εκπομπών στις εγκαταστάσεις που αφορά, δεδομένου ότι οι φορείς εκμετάλλευσης εν συνεχεία θα μπορούν να πωλούν τα προκύπτοντα υπόλοιπα από τις ποσοστώσεις εκπομπών. Ωστόσο, παρά τις εφαρμοζόμενες πολιτικές, είναι σαφές ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης για την αντιμετώπιση ειδικών φραγμών που παρεμποδίζουν την ανάπτυξη και την αφομοίωση των περιβαλλοντικών τεχνολογιών.

    Οι θεσπιζόμενες πολιτικές θα πρέπει να επιδεικνύουν τη δέουσα ευαισθησία προς τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιμέρους περιβαλλοντικές τεχνολογίες, δεδομένου ότι τα προβλήματα αυτά ποικίλλουν επίσης κατά μήκος της καμπύλης μάθησης. Ακόμα και όταν έχουν διαμορφωθεί νέες λύσεις, ενδέχεται να υπάρχουν άλλα θέματα σχετικά με τη διείσδυση στην αγορά που επιβραδύνουν τη χρήση και την υιοθέτηση των συγκεκριμένων τεχνολογιών. Αξίζει να σημειωθεί ιδιαίτερα ότι οι εταιρείες και ο οικιακός τομέας δεν θα υιοθετήσουν αυτοβούλως τις σχετικά δαπανηρές περιβαλλοντικές τεχνολογίες. Ως εκ τούτου, η πολιτική επιβάλλεται να εστιάζεται στη μείωση του κόστους των περιβαλλοντικών τεχνολογιών ώστε οι επιχειρήσεις να τις προτιμήσουν οικειοθελώς για να αντικαταστήσουν παλαιότερες και περισσότερο ρυπογόνες τεχνολογίες.

    Από τους παράγοντες κόστους προκύπτει μια πτυχή του συσχετισμού μεταξύ της περιβαλλοντικής πολιτικής και της πολιτικής για την καινοτομία. Επιπλέον, η πολιτική υπέρ της καινοτομίας θα πρέπει να αποδώσει τη δέουσα σημασία σε θέματα χρονοδιαγράμματος, ιδίως σε ό,τι αφορά το φυσικό κύκλο επενδύσεων. Η ενσωμάτωση των περιβαλλοντικών προόδων είναι λιγότερο δαπανηρή στις περιπτώσεις κατά τις οποίες απαιτείται αντικατάσταση εξοπλισμού κατά τη διάρκεια του φυσιολογικού κύκλου επενδύσεων. Για παράδειγμα, ο κύκλος ζωής των επενδύσεων στις βαριές βιομηχανικές διαδικασίες ανέρχεται σε 20 έως 30 χρόνια, ενώ για τις περιβαλλοντικές επιδόσεις της τεχνολογίας καθοριστικό παράγοντα αποτελεί η χρονική στιγμή κατά την οποία πραγματοποιείται η επένδυση. Επιλέγοντας την ορθή χρονική στιγμή για την εισαγωγή μιας τεχνολογίας εξασφαλίζεται η κατά το δυνατόν ευνοϊκότερη επίδρασή της στην ανάπτυξη.

    Πολιτική περιβάλλοντος

    Η περιβαλλοντική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να ασκήσει αξιοσημείωτη επιρροή στην καινοτομία και πρέπει επομένως να αξιοποιηθεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Για παράδειγμα, η Κοινότητα καθιερώνοντας πολιτικές προτεραιότητες παρέχει σαφείς κατευθύνσεις σχετικά με τους τομείς όπου επείγει περισσότερο η εισαγωγή νέων τεχνολογιών.

    Η βελτίωση της προβλεψιμότητας και της συνοχής του νομοθετικού πλαισίου διευκολύνουν τον μακροπρόθεσμο και συνεκτικό προγραμματισμό και επιτρέπουν να αποφευχθούν αυξητικές μεταβολές που διογκώνουν το κόστος για τους ερευνητές και τους επενδυτές. Στο πλαίσιο αυτό, το 6ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον με τίτλο "Περιβάλλον 2010: το μέλλον και οι επιλογές μας" [38] προσδιορίζει τους εξής τέσσερις κλάδους περιβαλλοντικών προτεραιοτήτων για την επόμενη 10ετία: αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος, προστασία της φύσης και της βιοποικιλότητας, βελτίωση της υγείας του περιβάλλοντος και της ποιότητας διαβίωσης και διαχείριση των φυσικών πόρων και των αποβλήτων. Έχουν πλέον καθορισθεί οι γενικοί στόχοι ιδίως σε ό,τι αφορά τις ενέργειες για την αλλαγή του κλίματος, συναρτήσει των επιδιώξεων του Κυότο. Επιμέρους στόχοι ορίζονται επίσης από ποικίλα περιβαλλοντικά νομοθετήματα.

    [38] Πληροφορίες σχετικά με τις περιβαλλοντικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διατίθενται στη διεύθυνση: http://www.europa.eu.int

    Το 6ο πρόγραμμα δράσης επισημαίνει και την ανάγκη η περιβαλλοντική πολιτική να καθοδηγεί καλύτερα τις επιχειρήσεις ως προς την ανάπτυξη καινοτόμων λύσεων και τη δημιουργία κατάλληλων κινήτρων στην αγορά. Αναγνωρίζεται επίσης ο σημαντικός ρόλος των καταναλωτών και η επιρροή που ασκούν στην αγορά για τις περιβαλλοντικές τεχνολογίες. Ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία για την αξιοποίηση της πείρας των επιχειρήσεων είναι η πολιτική ολοκληρωμένων προϊόντων που ασχολείται με την οικονομικά αποδοτική μείωση των επιπτώσεων των προϊόντων καθόλη τη διάρκεια ζωής τους. Αυτό μεταξύ άλλων προϋποθέτει τη δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών για την αποτελεσματική ανάπτυξη και χρήση περιβαλλοντικών τεχνολογιών.

    Η οδηγία για την ολοκληρωμένη πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης (IPPC) αποτέλεσε σημαντικότατο κίνητρο για την ανάπτυξη και τη διάθεση της περιβαλλοντικής τεχνολογίας. Οι φορείς εκμετάλλευσης ορισμένων βιομηχανικών εγκαταστάσεων έχουν την υποχρέωση να υποβάλουν αίτηση για τη χορήγηση άδειας βάσει των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών. Η Επιτροπή οργανώνει την ανταλλαγή των αναγκαίων πληροφοριών για την εκπόνηση των BREF ("Έγγραφα αναφοράς ΒΑΤ") που ορίζουν τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές κατά περίπτωση. Οι όροι για τη χορήγηση της άδειας αναθεωρούνται με γνώμονα τις ΒΑΤ. Ως εκ τούτου η IPPC διευκολύνει δυναμικά τη συνεχή εισαγωγή νέων περιβαλλοντικών τεχνολογιών.

    Τα εθελοντικά (αυτοδεσμευτικά) μέτρα θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να εντοπίσουν επιμέρους ευκαιρίες. Ανάλογο μέτρο αποτελεί το πρόγραμμα οικολογικής διαχείρισης και ελέγχου της Κοινότητας (EMAS) το οποίο ενθαρρύνει τις εταιρείες να αξιολογούν και να βελτιώνουν συνεχώς τη διαχείριση του περιβάλλοντος καθώς και τις αντίστοιχες διαδικασίες. Το οικολογικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρέχει πληροφορίες στους καταναλωτές ώστε να είναι σε θέση να εντοπίζουν, και να ανταμείβουν, τα προϊόντα που είναι φιλικά για το περιβάλλον.

    Οι νέες μέθοδοι εργασίας, μολονότι περιβαλλοντικά ήπιες, θα είναι άχρηστες εάν δεν αξιοποιηθούν σε μεγάλη κλίμακα. Οι κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ό,τι αφορά την απασχόληση ενθαρρύνουν τα κράτη μέλη να εκμεταλλευθούν πλήρως το δυναμικό του τομέα σχετικά με την απασχόληση [39]. Το πρόγραμμα LIFE παρέχει υποστήριξη υπέρ των καινοτόμων δράσεων και των δράσεων επίδειξης της βιομηχανίας και των τοπικών αρχών. Τοιουτοτρόπως οι επιχειρήσεις δύνανται να επιδεικνύουν την επιχειρηματική διάσταση των νέων και φιλικών για το περιβάλλον τεχνολογιών.

    [39] Κατεύθυνση για την απασχόληση αριθ. 10

    Πολιτικές ενέργειας και μεταφορών

    Οι τομείς ενέργειας και των μεταφορών χαρακτηρίζονται από τεχνολογία υψηλού όγκου, υψηλή ανάπτυξης και σχετικά προσιτή (αυτοκίνητα, θερμοηλεκτρικοί σταθμοί, κλπ.). Ο δρόμος των νέων τεχνολογιών για την καθιέρωση συχνά είναι ιδιαίτερα δύσκολος δεδομένου ότι πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο μιας διαδικασίας τεχνικής ανάπτυξης και επειδή αρχικά η παραγωγή τους αφορά πολύ μικρότερες ποσότητες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αιολική ενέργεια. Πριν από 10 χρόνια η αιολική ενέργεια δεν ήταν ανταγωνιστική, αλλά χάρη σε οικονομικά και άλλα κίνητρα η τεχνολογία αυτή βελτιώθηκε και κλιμακώθηκε η παραγωγή της, σε σημείο που το κόστος να έχει πλέον προσεγγίσει επίπεδα συγκρίσιμα προς το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα (υπό βέλτιστες αιολικές συνθήκες).

    Άλλο πλεονέκτημα της ήδη υφιστάμενης τεχνολογίας είναι ότι έχει ήδη καθιερωθεί. Τα οχήματα που χρησιμοποιούν ως καύσιμο το φυσικό αέριο έχουν περίπου την ίδια τιμή παραγωγής όπως και τα οχήματα βενζίνης. Και το κόστος του φυσικού αερίου είναι περίπου το ίδιο με αυτό της βενζίνης. Ωστόσο, ο αριθμός των υποψήφιων αγοραστών για αυτοκίνητα που κινούνται με φυσικό αέριο είναι πολύ περιορισμένος λόγω της έλλειψης σημείων εφοδιασμού, τα οποία δεν πολλαπλασιάζονται όσο δεν αναπτύσσεται η ζήτηση.

    Οι πολιτικές μας δημιουργούν ευνοϊκότερες συνθήκες για την ανάπτυξη και τη διείσδυση στην αγορά καινοτόμων ενεργειακών τεχνολογιών και καινοτόμων τεχνολογιών αποδοτικής αξιοποίησης της ενέργειας στις αγορές των οποίων κατέχει ήδη εξέχουσα θέση η Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα αυτό συμβάλλει στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την επίτευξη των στόχων σχετικά με την αλλαγή του κλίματος και το περιβάλλον. Παράλληλα, στη Λευκή Βίβλο για την πολιτική μεταφορών στο μέλλον [40] διατυπώνεται σειρά μέτρων για τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων των μεταφορών, εν μέρει με στροφή προς μεταφορικά μέσα που είναι αβλαβέστερα για το περιβάλλον.

    [40] Ευρωπαϊκή Επιτροπή, COM(2001) 370

    Τα φορολογικά κίνητρα μπορεί να βελτιώσουν την εξοικονόμηση της ενέργειας. Η ευρύτερη χρήση οικονομικών μέσων και κινήτρων τιμών, τόσο στον τομέα της ενέργειας όσο και των μεταφορών, μέσω του κατάλληλου εσωτερικού καταλογισμού των εξωτερικών δαπανών, θα αποτελούσε σημαντικό κίνητρο για να υιοθετηθούν οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες αποτελεσματικής αξιοποίησης του κόστους. Αυτή η ιδέα περιλαμβάνεται ήδη στις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την απασχόληση, δεδομένου ότι η φορολόγηση της ρύπανσης θα μπορούσε να επιτρέψει τη μείωση άλλων φόρων όπως για παράδειγμα των φόρων εργασίας. Στην κατεύθυνση για την απασχόληση αριθ. 12 αναφέρεται ότι έκαστο κράτος μέλος θα πρέπει να εξετάσει κατά πόσον υφίστανται πρακτικές δυνατότητες για τη χρήση εναλλακτικών πηγών φορολογικών εισοδημάτων, όπως για παράδειγμα με τη φορολογία της ενέργειας και των ρυπογόνων εκπομπών, λαμβάνοντας υπόψη την πείρα από τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις για το περιβάλλον σε πολλά από τα κράτη μέλη.

    Πολιτική έρευνας

    Στόχοι και δράσεις

    Η βιομηχανική παραγωγή αποτελεί καθοριστικής σημασίας τομέα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και έχει ληφθεί δεόντως υπόψη στο 4ο και στο 5ο Πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα (στο 4ο ΠΠ: BRITE EURAM και στο 5ο ΠΠ: GROWTH). Ο προϋπολογισμός για το πρόγραμμα GROWTH είναι 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ. Περίπου δύο τρίτα των έργων του προγράμματος έχουν στόχους που σχετίζονται σαφώς με την αειφόρο ανάπτυξη. Επίσης, περίπου ένα τρίτο εξ αυτών αποσκοπούν κυρίως στη βελτίωση του περιβάλλοντος μειώνοντας τις βιομηχανικές επιπτώσεις (καθαρή παραγωγή, διαδικασίες και σχεδιασμός αποτελεσματικής οικολογικής διαχείρισης, παραγωγή χωρίς απόβλητα, βελτιστοποίηση του κύκλου ζωής και ανακύκλωση υλικών, νέα ελαφρά υλικά).

    Η έρευνα για τις νέες βιομηχανικές τεχνολογίες ή μεθοδολογίες, καθώς και την πρόληψη των κινδύνων δεν αποσκοπεί μόνο στη βελτίωση του περιβάλλοντος, αλλά και στην αποτελεσματικότερη αξιοποίηση του κόστους και ως εκ τούτου τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Μέσω των ευρωπαϊκών προγραμμάτων έρευνας, το κόστος των ερευνητικών δράσεων επιμερίζεται μεταξύ της βιομηχανίας και των συναφών ερευνητικών οργανισμών, ενώ παράλληλα χρησιμοποιείται συστημική προσέγγιση, στο πλαίσιο της οποίας η χημεία, η φυσική, η μηχανική, οι επιστήμες της ζωής και οι κοινωνικές επιστήμες είναι θεμελιώδεις και αλληλοσυνδεόμενες.

    Το ερευνητικό πρόγραμμα με τίτλο "Ενέργεια και περιβάλλον" αποτελεί καθοριστικής σημασίας ερευνητικό τομέα για την ανάπτυξη προηγμένων περιβαλλοντικών τεχνολογιών στους τομείς της ενέργειας και των μεταφορών ενώ παράλληλα συμβάλλει στην ανάπτυξη των τεχνολογιών για την παρακολούθηση των περιβαλλοντικών πολιτικών και την αειφόρο διαχείριση των φυσικών πόρων όπως το νερό και τα θαλάσσια οικοσυστήματα.

    Μελλοντικές ερευνητικές δράσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2002-2006)

    Ο Ευρωπαϊκός Χώρος Έρευνας προάγει την συμπληρωματικότητα και την αλληλοϋποστήριξη ερευνητικών δυνατοτήτων που είναι διάσπαρτες στα κράτη μέλη. Βασικό όργανο αποτελεί το 6ο πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα το οποίο υποστηρίζει την έρευνα για νέα προϊόντα και υπηρεσίες καθώς και την αναζήτηση τρόπων αρτιότερης εφαρμογής της διαθέσιμης τεχνογνωσίας (εξετάζοντας, για παράδειγμα, πώς θα ήταν δυνατό να επιτευχθεί η χρηστότερη διαχείριση ή παρακολούθηση των περιβαλλοντικών δραστηριοτήτων).

    Μεταξύ των θεματικών προτεραιοτήτων του προγράμματος συγκαταλέγεται η "αειφόρος ανάπτυξη, η παγκόσμια αλλαγή και τα οικοσυστήματα", στο πλαίσιο της οποίας πρόκειται να χορηγηθεί χρηματοδότηση που θα υπερβαίνει τα 2 δισεκατομμύρια ευρώ κατά την επόμενη πενταετία. Μεταξύ άλλων, καλύπτεται το θέμα της χρηματοδότησης της έρευνας για τις περιβαλλοντικές τεχνολογίες και, ιδίως, την αειφόρο ενέργεια, τις αειφόρες επίγειες μεταφορές και τη διαχείριση των φυσικών πόρων.

    Μια άλλη προτεραιότητα του προγράμματος εστιάζεται στην αειφορία των βιομηχανικών συστημάτων. Για την προτεραιότητα αυτή για τις "νανοτεχνολογίες και τις νανοεπιστήμες, τα πολυλειτουργικά υλικά που βασίζονται στη γνώση και τις νέες παραγωγικές διαδικασίες και συσκευές" διατίθεται προϋπολογισμός 1,3 δισεκατομμυρίων ευρώ. Εν προκειμένω οι προσπάθειες εστιάζονται και στις νέες βιομηχανικές προσεγγίσεις για τη μείωση της ανάλωσης των πρωτογενών πόρων (π.χ. ανάπτυξη νέων διατάξεων και συστημάτων για καθαρή, ασφαλή και ολιγότερο ανθρακοβόρα παραγωγή, αειφόρος διαχείριση αποβλήτων, μείωση κινδύνων και βιοδιαδικασίες).

    Στον τομέα των τεχνολογιών της κοινωνίας της πληροφορίας, οι έρευνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο των "εργασιακών και επιχειρηματικών προκλήσεων" εστιάζονται μεταξύ άλλων στην "αποδοτική χρήση πόρων" σε όλο το φάσμα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Οι εργασίες για τις "κοινωνικές προκλήσεις στην οικονομία της γνώσης" θα εξακολουθήσουν να εκμεταλλεύονται και να αναπτύσσουν μεθόδους αποδοτικότερης αξιοποίησης των πόρων για την περίθαλψη, την ηλεκτρονική κινητικότητα και την περιβαλλοντική διαχείριση. Η περιβαλλοντική έρευνα σε τομείς όπως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η βιοτεχνολογία, η γεωργία, οι χημικές ουσίες και η υγεία θα υποστηριχθεί με επιπλέον χρηματοδότηση.

    Καθοριστικής σημασίας για την πλήρη αξιοποίηση των ερευνητικών δαπανών είναι η ορθή εκμετάλλευση των ερευνητικών αποτελεσμάτων και η αξιοποίηση των δημοσίων ερευνητικών προγραμμάτων, ώστε να συμβάλουν στην εμπορική βιωσιμότητα νέων προϊόντων και υπηρεσιών. Η Επιτροπή, ως εκ τούτου, καλείται να εξετάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα τις ανάγκες και τις προτεραιότητες της έρευνας στον τομέα του περιβάλλοντος ώστε να βελτιωθεί η ανάπτυξη της υγιούς και εφαρμοσμένης έρευνας.

    Εμπορική πολιτική

    Το Νοέμβριο του 2001, άρχισε ένας νέος γύρος για την απελευθέρωση του εμπορίου στην 4η υπουργική σύνοδο του ΔΟΕ στην Doha. Η Ευρωπαϊκή Ένωση όπως και πολλά άλλα από τα μέλη του ΔΟΕ, πιστεύει ακράδαντα ότι ένα σύστημα πολυμερών εμπορικών σχέσεων καλείται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε ό,τι αφορά την επίτευξη της αειφόρου ανάπτυξης παγκοσμίως. Το αναπτυξιακό πρόγραμμα της Doha (DDA) [41] θα αποτελέσει ευκαιρία μεγιστοποίησης της συμβολής της απελευθέρωσης του εμπορίου στην επίτευξη της αειφόρου ανάπτυξης και την παγκοσμιοποίηση με ανθρώπινο πρόσωπο.

    [41] http://www.wto.org/english/thewto_e/minist_e/min01_e/mindecl_e.pdf

    Μεταξύ άλλων στην DDA προβλέπεται ότι "προκειμένου να βελτιωθεί η αλληλοϋποστήριξη εμπορίου και περιβάλλοντος, θα αρχίσουν διαπραγματεύσεις σχετικά με τη μείωση ή, κατά περίπτωση, την εξάλειψη των δασμολογικών και μη δασμολογικών φραγμών που παρεμποδίζουν τα περιβαλλοντικά προϊόντα και υπηρεσίες". Ο ορισμός/ταξινόμηση των περιβαλλοντικών προϊόντων θα πρέπει να διευκρινισθεί κατά τις επικείμενες διαπραγματεύσεις ενώ το θέμα των περιβαλλοντικών υπηρεσιών προσφέρεται για διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της γενικής συμφωνίας εμπορίου υπηρεσιών (GATS).

    Στην DDA προβλέπεται επίσης η εξέταση της σχέσης μεταξύ εμπορίου και μεταφοράς της τεχνολογίας, η επιτάχυνση της ροής της τεχνολογίας προς τις αναπτυσσόμενες χώρες. Καθοριστικής σημασίας στοιχείο για την εν λόγω επιτάχυνση θα είναι η πληρέστερη τήρηση των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας στις χώρες αποδέκτες.

    Συνοπτικά μπορεί να ειπωθεί ότι η εμπορική πολιτική καλείται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε έναν τομέα ο οποίος έχει το δυναμικό να υποστηρίξει την αειφόρο ανάπτυξη παγκοσμίως και στην αγορά του οποίου εξέχουσα θέση κατέχει η Ευρωπαϊκή Ένωση.

    7. Συμπεράσματα

    Όπως προκύπτει από την παρούσα έκθεση, οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες αποτελούν φυσική γέφυρα μεταξύ των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών στόχων. Οι νέες και οι καινοτόμες περιβαλλοντικές τεχνολογίες έχουν τη δυνατότητα να βελτιώσουν τα περιβαλλοντικά πρότυπα μειώνοντας παράλληλα τις δαπάνες, πράγμα που θα μπορούσε να τονώσει και να επιταχύνει την οικονομική ανάπτυξη δίχως να θιγεί η αντοχή του περιβάλλοντος. Αυτή η προσέγγιση είναι καθοριστικής σημασίας για την αειφόρο ανάπτυξη.

    Μολονότι η στρατηγική της Λισαβόνας και τα ήδη υφιστάμενα κοινοτικά μέτρα θα συμβάλουν στην προαγωγή των περιβαλλοντικών τεχνολογιών, δεν θεωρούνται επαρκή αφεαυτά. Προκειμένου να αξιοποιηθούν πλήρως οι προσφερόμενες δυνατότητες, επιβάλλεται να εξετασθούν οι φραγμοί που παρεμποδίζουν στην αγορά τη χρήση των περιβαλλοντικών τεχνολογιών ώστε να καταστεί δυνατή η αντιμετώπισή τους συνδυάζοντας στοχοθετημένα πολιτικά μέτρα. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή προτίθεται να αναπτύξει πρόγραμμα δράσης για την προαγωγή των περιβαλλοντικών τεχνολογιών σύμφωνα με τις ως άνω κατευθύνσεις, όπως ανακοινώθηκε στην έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης [42].

    [42] Ευρωπαϊκή Επιτροπή, COM (2002) 14

    Το πρόγραμμα δράσης θα βασισθεί σε αυστηρή ανάλυση των θεμάτων καθώς και σε ευρεία διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους από τη βιομηχανία, την ερευνητική κοινότητα, τους μη κυβερνητικούς οργανισμούς και τις κυβερνήσεις, τόσο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 15 όσο και στις υποψήφιες χώρες. Στόχο αποτελεί η στήριξη της καινοτομίας, της εξέλιξης και της χρήσης των περιβαλλοντικών τεχνολογιών που μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη στο πλαίσιο της σημερινής και εν συνεχεία της διευρυμένης Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και στις αναπτυσσόμενες χώρες. Το πρόγραμμα δράσης θα καλύπτει:

    - την εξέταση των πολλά υποσχόμενων τεχνολογιών που ενδεχομένως θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τα κύρια περιβαλλοντικά προβλήματα

    - τον προσδιορισμό, από κοινού με τους ενδιαφερόμενους, των θεσμικών φραγμών και των φραγμών στην αγορά που παρεμποδίζουν την ανάπτυξη και τη χρήση συγκεκριμένων τεχνολογιών

    - τον προσδιορισμό στοχοθετημένης δέσμης μέτρων για την αντιμετώπιση των ως άνω φραγμών και την αξιοποίηση των ήδη υφιστάμενων μέσων.

    Κατά την εκτέλεση των εργασιών, τα πρώτα ορόσημα θα είναι η πραγματοποίηση του φόρουμ των ενδιαφερομένων και εν συνεχεία η έκθεση για το πρόγραμμα δράσης στο εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2003.

    ΑΝΑΦΟΡΕΣ

    Ecotec Research and Consulting Ltd, "Ανάλυση του δυναμικού των οικολογικών βιομηχανιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την απασχόληση και τις εξαγωγές", 2002

    Ecotec Research and Consulting Ltd, "Τα πλεονεκτήματα της συμμόρφωσης προς το περιβαλλοντικό κεκτημένο για τις υποψήφιες χώρες", 2001

    Ecotec Research and Consulting Ltd, "Το δυναμικό των οικολογικών βιομηχανιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τις εξαγωγές", 1999

    Περιοδικό περιβαλλοντικών επιχειρήσεων (EBJ) Τόμος XIII, Αριθμός 3/4, 2001

    Ευρωβαρόμετρο, Νοέμβριος 2001: "Η ποιότητα της αλλαγής", έκθεση των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής - ΓΔ Απασχόληση, 2002

    Ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την αλλαγή του κλίματος (ECCP), "Ενεργειακή κατανάλωση", 2001

    Ευρωπαϊκή Επιτροπή, "Η στρατηγική της Λισαβόνας - για την επίτευξη της αλλαγής", COM (2002) 14

    Ευρωπαϊκή Επιτροπή, "Ευρωπαϊκή οικονομία αριθ. 73", 2001

    Ευρωπαϊκή Επιτροπή, "Η ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών με ορίζοντα το έτος 2010: η ώρα των επιλογών", COM (2001) 370

    Ευρωπαϊκή Επιτροπή, "Στατιστικές σχετικά με την καινοτομία στην Ευρώπη", 2000

    Ευρωπαϊκή Επιτροπή, "Προς μια ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού" COM(2000)769

    Ευρωπαϊκή Επιτροπή, "Η καινοτομία στο πλαίσιο της οικονομίας της γνώσης", COM (2000) 567

    Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, "TERM 2001 - Δείκτες παρακολούθησης των μεταφορών και της περιβαλλοντικής ολοκλήρωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση", 2001a

    Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, "Το περιβάλλον της Ευρώπης - η έκθεση Dobris", 2001b

    Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, "Περιβαλλοντικά σήματα 2001", 2001c

    Eurostat, "Στατιστικές για την ενέργεια", 2001

    INFRAS/WW "Εξωτερικές δαπάνες μεταφορών - Κόστος των ατυχημάτων, του περιβάλλοντος και της κυκλοφοριακής συμφόρησης για τις μεταφορές στη Δυτική Ευρώπη", 2000

    Ινστιτούτο Τεχνολογικών Προβλέψεων, Σεβίλλη (Ευρωπαϊκή Επιτροπή), εκπονείται έκθεση με τίτλο "Καθαρές τεχνολογίες στον τομέα των υλικών", επίκειται η έκδοσή της

    Ινστιτούτο Τεχνολογικών Προβλέψεων, Σεβίλλη (Ευρωπαϊκή Επιτροπή), "Ο κλάδος των περιβαλλοντικών προϊόντων και υπηρεσιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση έως το 2010", 1999

    Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, "Βασικές στατιστικές για την ενέργεια ανά την υφήλιο 2001", 2001

    Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, "Οι παγκόσμιες προοπτικές της ενέργειας το 2000", 2000

    Διεθνές Ινστιτούτο Εφαρμοσμένης Ανάλυσης Συστημάτων (IIASA) & Παγκόσμιο Συμβούλιο Ενέργειας, "Οι παγκόσμιες προοπτικές της ενέργειας", 1998

    ΟΟΣΑ, "Καινοτομία και περιβάλλον", 2000

    ΟΟΣΑ, "Διεθνής επιστημονική και τεχνολογική συνεργασία: στόχος η αειφόρος ανάπτυξη", 2000

    OΟΣΑ & Eurostat, "Η βιομηχανία περιβαλλοντικών προϊόντων και υπηρεσιών - Εγχειρίδιο συλλογής και ανάλυσης δεδομένων", 1999

    ΟΟΣΑ, "Τεχνολογική πρόγνωση και αειφόρος ανάπτυξη: πρακτικά του εργαστηρίου που πραγματοποιήθηκε στη Βουδαπέστη στις 11 Δεκεμβρίου 1998", 1999

    Διοικητική υπηρεσία των Ηνωμένων Πολιτειών για τις πληροφορίες σχετικά με την ενέργεια (EIA), "Οι διεθνείς προοπτικές της ενέργειας το 2000",2000

    Top