Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52001BP1206(01)

    Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που περιέχει τις παρατηρήσεις οι οποίες συνοδεύουν την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη χορήγηση απαλλαγής στην Επιτροπή όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του έκτου, έβδομου και όγδοου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 1999

    ΕΕ L 321 της 6.12.2001, p. 25–29 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    ELI: http://data.europa.eu/eli/res/2001/1206/oj

    52001BP1206(01)

    Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που περιέχει τις παρατηρήσεις οι οποίες συνοδεύουν την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη χορήγηση απαλλαγής στην Επιτροπή όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του έκτου, έβδομου και όγδοου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 1999

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 321 της 06/12/2001 σ. 0025 - 0029


    Ψήφισμα

    του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που περιέχει τις παρατηρήσεις οι οποίες συνοδεύουν την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη χορήγηση απαλλαγής στην Επιτροπή όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του έκτου, έβδομου και όγδοου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 1999

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ,

    Έχοντας υπόψη:

    τους ισολογισμούς και λογαριασμούς διαχείρισης του έκτου, έβδομου και όγδοου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 1999 [COM(2000) 357 - C5-0257/2000],

    την ετήσια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για το οικονομικό έτος 1999 σχετικά με τις δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πλαίσιο του έκτου, έβδομου και όγδοου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης, συνοδευόμενη από τις απαντήσεις των οργάνων [C5-0618/2000(1)],

    τη δήλωση αξιοπιστίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τα Ευρωπαϊκά Ταμεία Ανάπτυξης [C5-0618/2000(2)],

    τις συστάσεις του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2001, για την απαλλαγή της Επιτροπής από την ευθύνη εκτέλεσης των εργασιών των Ευρωπαϊκών Ταμείων Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 1999 (6536/2001 - C5-0122/2001, 6537/2001 - C5-0123/2001, 6538/2001 - C5-0124/2001),

    την ειδική έκθεση αριθ. 5/2001 του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τα ανταλλαγματικά κεφάλαια της στήριξης διαρθρωτικής προσαρμογής που διατίθεται για ενισχύσεις του προϋπολογισμού (έβδομο και όγδοο ΕΤΑ), συνοδευόμενη από τις απαντήσεις της Επιτροπής(3).

    το ψήφισμά του, της 4ης Απριλίου 2001, με το οποίο αναβάλλεται η απόφαση χορήγησης απαλλαγής για το οικονομικό έτος 1999(4),

    το άρθρο 33 της εσωτερικής συμφωνίας μεταξύ των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, συνελθόντων στα πλαίσια του Συμβουλίου, για τη χρηματοδότηση και τη διαχείριση των ενισχύσεων της Κοινότητας στο πλαίσιο του δεύτερου χρηματοδοτικού πρωτοκόλλου της τέταρτης σύμβασης ΑΚΕ-ΕΚ(5),

    το άρθρο 74 του δημοσιονομικού κανονισμού, της 16ης Ιουνίου 1998, εφαρμοστέου στη συνεργασία για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης στα πλαίσια της τέταρτης σύμβασης AKE-EOK(6),

    το άρθρο 93, σε συνάρτηση με το παράρτημα V, του κανονισμού του,

    την έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανάπτυξης και Συνεργασίας (Α5-0109/2001),

    τη δεύτερη έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού (Α5-0337/2001),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    Α. Η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 74 του δημοσιονομικού κανονισμού της 16ης Ιουνίου 1998, πρέπει να λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για να συμμορφωθεί προς τις παρατηρήσεις που περιέχονται στις αποφάσεις απαλλαγής.

    Β. Κεντρικός στόχος της αναπτυξιακής συνεργασίας της ΕΚ είναι η καταπολέμηση της φτώχειας.

    Γ. Τα προγράμματα βοήθειας της ΕΚ, λαμβάνοντας υπόψη και τον περί συμπληρωματικότητας με άλλους χρηματοδότες στόχο, πρέπει να ενισχύσουν περαιτέρω τη στήριξη της κοινωνικής ανάπτυξης, και ιδίως στους τομείς της υγείας και της στοιχειώδους εκπαίδευσης, καθώς και τις παραγωγικές ικανότητες των φτωχών, δηλαδή την πρόσβαση στη γη, στην τεχνολογία, στην εκπαίδευση, στις πιστώσεις κ.λπ.

    Δ. Η Επιτροπή είναι μέλος της Επιτροπής Αναπτυξιακής Βοήθειας (ΕΑΒ) του ΟΟΣΑ, η οποία έχει θέσει ως στόχο να μειώσει, μέχρι το 2015, στο μισό τον πληθυσμό που ζει υπό συνθήκες ακραίας φτώχειας.

    Ε. Η ανακοίνωση της Επιτροπής και του Συμβουλίου σχετικά με την αναπτυξιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (DE 105, Δεκέμβριος 2000), αναγνωρίζει την αξία των διεθνώς συμφωνηθέντων στόχων της επιτροπής ΕΑΒ του ΟΟΣΑ.

    Φ. Η Επιτροπή, στο σχέδιο δράσης που υπέβαλε το 2000, ανταποκρινόμενη στις ανησυχίες που είχε διατυπώσει το Κοινοβούλιο σχετικά με την απαλλαγή για το προϋπολογισμό του 1998, περιέλαβε και δέσμευση να καταβάλει ευσυνείδητες προσπάθειες όσον αφορά τα πραγματικά επίπεδα των εκταμιεύσεων και δήλωσε ότι "η υποβολή εκθέσεων περί της αναπτυξιακής συνεργασίας της ΕΚ πρέπει να εξελιχθεί προς την κατεύθυνση των προτύπων της επιτροπής ΕΑΒ του ΟΟΣΑ και να μεταστραφεί σταδιακά από τις εισροές στα αποτελέσματα".

    Ζ. Η Επιτροπή έχει λάβει, στο πλαίσιο σχεδίου δράσης, συγκεκριμένα μέτρα (δημιουργία EuropeAid, ενίσχυση των αντιπροσωπειών της Επιτροπής), προκειμένου να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις οι οποίες διατυπώνονται στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 6ης Ιουλίου 2000, που περιέχει τις παρατηρήσεις τις συνοδεύουσες την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την χορήγηση απαλλαγής στην Επιτροπή για τη δημοσιονομική διαχείριση του έκτου, έβδομου και όγδοου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 1998(7).

    Η. Ακόμη είναι πολύ νωρίς για να μπορέσει να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα αυτών των μέτρων, τα οποία πρέπει να οδηγήσουν στη βελτίωση της αποδοτικότητας των υπηρεσιών και των αντιπροσωπειών της Επιτροπής.

    Θ. Με τη σύναψη της συμφωνίας του Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000(8), η εταιρική σχέση μεταξύ των χωρών ΑΚΕ και της ΕΕ ετέθη σε νέα βάση, η οποία πρέπει να περιλαμβάνει και μεταρρύθμιση της οικονομικής συνεργασίας,

    1. Θεωρεί ότι επιβεβαιώνεται η άποψη του ότι η μέχρι σήμερα οικονομική συνεργασία στο πλαίσιο του έκτου, έβδομου και όγδοου ΕΤΑ έχει εδώ και πολύ καιρό εξαντλήσει τα όρια της και ότι απαιτείται επειγόντως μεταρρύθμιση της αναπτυξιακής συνεργασίας.

    2. Υπενθυμίζει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο στα τέλη του 1999 διεπίστωσε την ύπαρξη ποσού σχεδόν 10 δισ. ευρώ σε διαθέσιμους, αλλά μη δεσμευθέντες πόρους οι οποίοι, σύμφωνα με τη δήλωση της Επιτροπής, προορίζοντο, στο μεγαλύτερο μέρος τους, για συγκεκριμένες χώρες ή περιφέρειες χωρίς καθορισμένες προθεσμίες, αλλά δεν χρησιμοποιήθηκαν· σημειώνει ότι, σύμφωνα με στοιχεία της Επιτροπής, το 2000 μπόρεσαν να αναληφθούν υποχρεώσεις ύψους περίπου 4 δισ. ευρώ.

    3. Επισημαίνει με ανησυχία ότι η διαφορά μεταξύ των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων (2,69 δισ. ευρώ) και των πληρωμών που όντως πραγματοποιήθηκαν (1,27 δισ. ευρώ) έγινε ακόμη μεγαλύτερη κατά το οικονομικό έτος 1999 και ότι, όπως φαίνεται, δεν κατέστη δυνατό να αναχαιτισθεί αυτή η τάση το 2000.

    4. Σημειώνει με ανησυχία ότι το επίπεδο των πληρωμών το 1999 (1,27 δισ. ευρώ) ήταν πολύ κατώτερο του επιπέδου που επετεύχθη το 1992 (1,94 δισ. ευρώ) και το οποίο δεν έχει προσεγγισθεί από τότε.

    5. Διαπιστώνει ότι το Δεκέμβριο του 2000 ποσόν 1,6 δισ. ευρώ ήταν διαθέσιμο για πληρωμές και στο μεγαλύτερο μέρος ευρίσκετο προσωρινά κατατεθειμένο σε τραπεζικούς λογαριασμούς ή σε τίτλους.

    6. Διαπιστώνει ότι δυσκολίες αντιμετωπίζονται όσον αφορά τη ροή των πιστώσεων και στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας διαγραφής των χρεών που αποφασίσθηκε το 1999 για φτωχές υπερχρεωμένες χώρες (HIPC) και ότι, την άνοιξη του 2000, η Κοινότητα μετέφερε μόνον το ένα τρίτο του υπεσχημένου ενός δισεκατομμυρίου ευρώ.

    7. Θεωρεί ότι οι αριθμοί αυτοί εκφράζουν την κρίση την οποία αντιμετωπίζει σήμερα η πολιτική αναπτυξιακής βοήθειας· συχνά και δικαιολογημένα διατυπώνεται η διαμαρτυρία ότι δεν υπάρχει πολιτική βούληση για γενναιόδωρη προσφορά οικονομικής βοήθειας, αλλά οι πόροι που είναι όντως διαθέσιμοι, δαπανούνται μόνον εν μέρει και συχνά με μεγάλη καθυστέρηση.

    8. Αμφιβάλλει κατά πόσον η προβλεπόμενη στη συμφωνία του Κοτονού μεγαλύτερη ευελιξία κατά την κατανομή και τη διαχείριση των πιστώσεων είναι από μόνη της αρκετή για να αναστρέψει αυτές τις εξελίξεις· για το λόγο αυτό, ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει συμπληρωματικές προτάσεις.

    9. Υποστηρίζει ότι η Επιτροπή πρέπει να βελτιώσει την παρουσίαση των ισολογισμών ώστε να διασφαλισθεί μεγαλύτερη συνοχή στα συγκεντρωμένα στοιχεία, καθώς και των δημοσιονομικών καταστάσεων, ώστε να παρέχεται σαφής εικόνα της πραγματικής χρησιμοποίησης των πιστώσεων, της εκτέλεσης της μακροοικονομικής ενίσχυσης και του τύπου της βοήθειας που χορηγείται από το χρηματοδοτικό μέσο.

    10. Εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν διεβίβασε ούτε στο Ελεγκτικό Συνέδριο ούτε στο Κοινοβούλιο την προβλεπόμενη στο άρθρο 67 παράγραφος 2 του δημοσιονομικού κανονισμού, της 16ης Ιουνίου 1998, ανάλυση της δημοσιονομικής διαχείρισης για το οικονομικό έτος 1999.

    11. Διαπιστώνει ότι τα στατιστικά στοιχεία που περιέχονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 15ης Ιουνίου 2000(9) και στην έκθεση ΑΚΕ-ΕΚ, της 9ης Ιουνίου 2000(10) που εξεπόνησε η Επιτροπή Συνεργασίας για τη Χρηματοδότηση της Ανάπτυξης χρήζουν επεξηγήσεων και εγείρουν ζητήματα τα οποία πρέπει να εξετασθούν στο πλαίσιο ανάλυσης της δημοσιονομικής διαχείρισης.

    12. Αναφέρει, στο πλαίσιο αυτό, μόνον ως παράδειγμα, το ερώτημα γιατί η Ακτή του Ελεφαντοστού, μια συγκριτικά μικρή χώρα, ελάμβανε επί σειρά ετών από το Ταμείο Ανάπτυξης τις υψηλότερες πληρωμές με μεγάλη διαφορά από τις άλλες χώρες.

    13. Ζητεί από την Επιτροπή να παρουσιάσει την δική της ανάλυση της δημοσιονομικής διαχείρισης για το οικονομικό έτος 2000.

    14. Σημειώνει με ανησυχία το γεγονός ότι το ποσοστό των χωρών ΑΚΕ στις συμβάσεις που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάπτυξης δεν καλύπτει ούτε το 25 % και ότι η μερίδα του λέοντος των συμβάσεων ανατίθεται σε εταιρείες και οργανισμούς από τα κράτη μέλη της ΕΕ (ιδιαίτερα από τη Γαλλία και την Ιταλία) ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις όπου θα υποδεικνύεται ο τρόπος με τον οποίο το ποσοστό των χωρών ΑΚΕ θα μπορέσει να αυξηθεί στο 40 % εντός της προσεχούς πενταετίας ζητεί μετ' επιτάσεως από τα κράτη μέλη να καταβάλον τις απαραίτητες προσπάθειες προς το σκοπό αυτό.

    15. Επιδοκιμάζει θερμά την πρόταση του Ελεγκτικού Συνεδρίου να συμμετέχουν οι ανώτατες ελεγκτικές αρχές των χωρών ΑΚΕ στον έλεγχο της διαχείρισης των ΕΤΑ· συμφωνεί με την εκτίμηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι τούτο θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντική συμβολή σε μια χρηστή διαχείριση των δημοσίων θεμάτων.

    16. Για το λόγο αυτό, καλεί την Επιτροπή, δυνάμει του άρθρου 95 της συμφωνίας του Κοτονού, να προτείνει το συντομότερο δυνατό αναθεώρηση της εν λόγω συμφωνίας, ώστε τα κοινά όργανα της συμφωνίας να μπορούν να ενισχυθούν στο έργο τους από επιτροπή των ανώτατων ελεγκτικών αρχών.

    17. Ζητεί επίσης από την Επιτροπή να προτείνει και σχετική τροποποίηση του δημοσιονομικού κανονισμού, της 16ης Ιουνίου 1998.

    18. Σημειώνει ότι δεν υπάρχει επαρκής παρακολούθηση των ελέγχων που πραγματοποιούνται ή επιθεωρούνται από την Επιτροπή· για το λόγο αυτό, καλεί την Επιτροπή να αναλάβει πιο δραστήριο ρόλο όσον αφορά τόσο την οργάνωση και την επιθεώρηση των ελέγχων όσο και την παρακολούθηση των συστάσεών τους.

    19. Επιβεβαιώνει την άποψή του(11), ότι η μεταρρύθμιση της κοινοτικής πολιτικής στον τομέα της εξωτερικής βοήθειας πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

    - νέο σχεδιασμό των πολιτικών και των προτεραιοτήτων στον τομέα της αναπτυξιακής βοήθειας, κατά τρόπο που να λαμβάνει υπόψη τους στόχους της εξάλειψης της φτώχειας, όπως έχουν καθοριστεί στις διεθνείς διασκέψεις κορυφής,

    - καλύτερη κατανομή των καθηκόντων μεταξύ των υπηρεσιών της Επιτροπής και μεταξύ των κοινοτικών πολιτικών εξωτερικής φύσης, κατά τρόπο που να εκφράζεται σε ένα σαφές σχήμα επιχειρησιακού συντονισμού και πολιτικής συνοχής,

    - αυστηρότερη εφαρμογή του άρθρου 177 της συνθήκης του Άμστερνταμ σχετικά με τη συμπληρωματικότητα των αναπτυξιακών πολιτικών των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    - αναπροσαρμογή του ανθρώπινου δυναμικού και του όγκου οικονομικών πόρων που τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής για την αποτελεσματική υλοποίηση των στόχων της αναπτυξιακής της πολιτικής,

    - αναδιάρθρωση της διαχείρισης της βοήθειας τόσο επιτόπου όσο και στις Βρυξέλλες, κατά τρόπο που να επιτευχθούν: η απλοποίηση των διαδικασιών, η ενοποίηση του κύκλου της αναπτυξιακής συνεργασίας, η ισορροπημένη δομή μεταξύ των αρμοδίων για τις εξωτερικές σχέσεις υπηρεσιών της Επιτροπής, με έναν και μόνο φορέα να φέρει την πολιτική ευθύνη σε θέματα ανάπτυξης, καθώς και μεγαλύτερη διαφάνεια στη διαχείριση.

    Δημοσιονομικές ενισχύσεις στο πλαίσιο της βοήθειας για τη διαρθρωτική προσαρμογή

    20. Λαμβάνει υπόψη τη διαπίστωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με την οποία οι διατάξεις για τον ειδικό προορισμό των πιστώσεων που διατίθενται ως δημοσιονομικές ενισχύσεις δεν μπόρεσαν να συμβάλλουν στην αποτροπή της κακοδιοίκησης και της κατάχρησης των χρημάτων συμφωνεί, συνεπώς, ότι η χορήγηση περαιτέρω βοήθειας θα πρέπει να εξαρτηθεί από την υποβολή και την αποτελεσματική εφαρμογή μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων για τη βελτίωση της ποιότητας της δημόσιας οικονομικής διαχείρισης στις λήπτριες χώρες.

    21. Υποστηρίζει τις επτά συστάσεις που διατύπωσε το Ελεγκτικό Συνέδριο(12) σχετικά με τον αναπροσανατολισμό του ελέγχου και του συντονισμού των ενισχύσεων με τους άλλους δωρητές· καλεί την Επιτροπή να υλοποιήσει τις συστάσεις αυτές χωρίς περιορισμούς· χαιρετίζει τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί προς την κατεύθυνση αυτή και υπογραμμίζει τη σημασία των ακόλουθων σημείων:

    α) συνεχής αξιολόγηση της υλοποίησης των προβλεφθέντων μέτρων για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης·

    β) έλεγχος της επιτευχθείσας προόδου σε ζωτικούς τομείς (υγεία και περίθαλψη) με τη βοήθεια αξιόπιστων δεικτών (π.χ. αύξηση του αριθμού των καθηγητών ή ιατρών)·

    γ) ετήσιος έλεγχος της λογιστικής διαχείρισης και της οικονομικότητας της διαχείρισης των πόρων βάσει δειγματοληπτικών ελέγχων·

    δ) σαφώς προσδιορισμένες κυρώσεις (περικοπή ή αναστολή των πληρωμών) σε περίπτωση μη τήρησης των συμφωνηθέντων μεταρρυθμιστικών μέτρων.

    22. Εξαρτά τη συναίνεση του στο σχεδιαζόμενο αναπροσανατολισμό από τον όρο ότι όλα τα κριτήρια και οι διαδικασίες για τον εν λόγω αναπροσανατολισμό θα είναι διαφανείς και κατανοητές τόσο για την κοινή γνώμη της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και για τις λήπτριες χώρες και ότι οι εκθέσεις αξιολόγησης και ελέγχου που θα εκπονηθούν στη συνέχεια πρέπει να είναι απεριόριστα προσιτές, γιατί μόνο τότε είναι εφικτός ένας αποτελεσματικός έλεγχος επιτυχίας.

    23. Καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει αναλόγως τις αντιπροσωπείες της στις λήπτριες χώρες, να βελτιώσει αισθητά τις δυνατότητες ελέγχου που έχει στη διάθεση της η EuropeAid και να υποβάλλει ενδεχομένως στην αρχή του προϋπολογισμού κατάλληλες προτάσεις για τη διάθεση συμπληρωματικών πιστώσεων και επιπλέον προσωπικού.

    24. Υπογραμμίζει ότι η μεταβίβαση μεγαλύτερων αρμοδιοτήτων στις αντιπροσωπείες της Επιτροπής παρέχει τη δυνατότητα δημιουργίας ενός συστήματος διαχείρισης των αναπτυξιακών σχεδίων που θα είναι προσαρμοσμένο στις εκάστοτε τοπικές συνθήκες και θα επιτρέπει τη μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή των δικαιούχων.

    25. Καλεί την Επιτροπή να μην πραγματοποιήσει πλέον κανενός είδους νέες υποσχέσεις Ι χρηματοδότησης έναντι οργανισμών, οι οποίοι επικαλούμενοι διπλωματική ασυλία μπορούν να διαφεύγουν τη δίωξη, τόσο αυτών των ιδίων όσο και των συνεργατών τους, σε περίπτωση παραβιάσεως της ποινικής ή εργατικής νομοθεσίας της χώρας υποδοχής τους.

    26. Υπενθυμίζει, ενόψει και των προβλημάτων που έχουν ανακύψει στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας απαλλαγής, το άρθρο 3 του κανονισμού του, σύμφωνα με το οποίο οι βουλευτές έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν γνώση του περιεχομένου όλων των εγγράφων που κατέχει το Κοινοβούλιο ή μια επιτροπή και σύμφωνα με το οποίο εξαιρούνται του δικαιώματος αυτού μόνο οι προσωπικοί φάκελοι και οι εκκαθαρίσεις λογαριασμών των βουλευτών, όχι όμως τα εμπιστευτικά διαβιβασθέντα από την Επιτροπή έγγραφα.

    27. Υπενθυμίζει τη διαδικασία που έχει θεσπιστεί στο παράρτημα VII του κανονισμού του, η οποία ισχύει για όλα τα έγγραφα που έχουν διαβιβαστεί εμπιστευτικά στο Κοινοβούλιο και η οποία παρέχει σε όλα τα μέλη των επιτροπών το δικαίωμα να εξετάζουν τα εμπιστευτικά αυτά έγγραφα.

    28. Υπενθυμίζει το παράρτημα VI του κανονισμού του, σύμφωνα με το οποίο η Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού είναι υποχρεωμένη να εξετάζει τα εμπιστευτικά έγγραφα που αφορούν ένα τομέα της αρμοδιότητας της, σεβόμενη πλήρως το παράρτημα VIΙ.

    29. Αναθέτει στην Πρόεδρό του και στην πρόεδρο της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού να μεριμνήσουν ώστε τα έγγραφα που διαβιβάζει η Επιτροπή στο πλαίσιο της διαδικασίας απαλλαγής να μπορούν να εξετάζονται στο μέλλον από όλους τους βουλευτές, με πλήρη σεβασμό προς τις διατάξεις του κανονισμού.

    30. Επιβεβαιώνει την άποψη του ότι η σημερινή κατάσταση κατά την οποία το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλείται να εκδίδει ετήσια απόφαση για τη χορήγηση απαλλαγής όσον αφορά τα ΕΤΑ, χωρίς να διαθέτει ταυτόχρονα τις ανάλογες δημοσιονομικές και νομοθετικές εξουσίες, δεν είναι ομαλή· ζητεί εκ νέου να εγγραφούν οι πόροι των ΕΤΑ στο Ι τμήμα του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που αφορά την αναπτυξιακή συνεργασία.

    (1) ΕΕ C 342 της 1.12.2000, σ. 205.

    (2) ΕΕ C 342 της 1.12.2000, σ. 212.

    (3) EE C 257 της 14.9.2001.

    (4) Κείμενα που εγκρίθηκαν, σημείο 8.

    (5) ΕΕ L 156 της 29.5.1998, σ. 108.

    (6) ΕΕ L 191 της 7.7.1998, σ. 53.

    (7) ΕΕ L 234 της 16.9.2000, σ. 37.

    (8) ΕΕ L 317 της 15.12.2000, σ. 3.

    (9) Ισολογισμοί και λογαριασμοί διαχείρισης του έκτου, του έβδομου και του όγδοου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 1999, COM(2000) 357 τελικό.

    (10) ΑΚΕ-ΕΚ 2112/2/00 αναθ. 2 - ΑΚΕ/81/010/00 αναθ. 2.

    (11) Αιτιολογική σκέψη Ζ του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 2000 σχετικά με τις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις αναπτυσσόμενες χώρες (ΕΕ C 228 της 13.8.2001, σ. 213).

    (12) Παράγραφοι 62 έως 68 της ειδικής έκθεσης αριθ. 5/2001 του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    Top