EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52000DC0786

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ - Η πρόληψη της εγκληματικότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Σκέψεις για κοινούς προσανατολισμούς και προτάσεις υπέρ κοινοτικής χρηματοδοτικής υποστήριξης

/* COM/2000/0786 τελικό */

52000DC0786

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ - Η πρόληψη της εγκληματικότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Σκέψεις για κοινούς προσανατολισμούς και προτάσεις υπέρ κοινοτικής χρηματοδοτικής υποστήριξης /* COM/2000/0786 τελικό */


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Η πρόληψη της εγκληματικότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση Σκέψεις για κοινούς προσανατολισμούς και προτάσεις υπέρ κοινοτικής χρηματοδοτικής υποστήριξης

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. Εισαγωγή

2. Πλαίσιο και ορισμοί

2.1. Νομικό και πολιτικό πλαίσιο

2.2. Ορισμοί

2.2.1. Η έννοια της εγκληματικότητας

2.2.2. Η έννοια της πρόληψης

3. Στοιχεία για μια ευρωπαϊκή στρατηγική

3.1. Αιτιολογία από άποψη επικουρικότητας

3.2. Στόχοι

3.3. Αρχές

4. Μέσα

4.1. Ανάπτυξη της πρόληψης του εγκλήματος στις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης

4.2. Δοκιμαστικός έλεγχος των νομοθετικών προτάσεων : το "crime proofing"

4.3. Βελτίωση της γνώσης των εγκληματικών φαινομένων

4.4. Δημιουργία δικτύου των φορέων που έχουν σχέση με τη πρόληψη

4.5. Δημιουργία χρηματοδοτικού μέσου

5. Συμπέρασμα

1. Εισαγωγη

Όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης αντιμετωπίζουν, εδώ και δυο δεκαετίες, μια εγκληματικότητα η οποία έχει πάρει εξαιρετικά ποικίλες μορφές και παραμένει σε ανησυχητικό επίπεδο, ανεξάρτητα από το εάν αφορά τους πολίτες και τα αγαθά τους, τον εμπορικό ή το δημόσιο τομέα. Το φαινόμενο αυτό έχει πολύ μεγάλο κόστος για τις κοινωνίες μας, (ανθρώπινο κόστος για τα θύματα, κοινωνικό και πολιτικό κόστος, οικονομικό κόστος). Η παγκοσμιοποίηση και το άνοιγμα των αγορών αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων υπήρξαν πρωτοφανείς παράγοντες ανάπτυξης στην Ευρώπη αλλά παράλληλα διευκόλυναν τη διάδοση της διασυνοριακής οργανωμένης εγκληματικότητας.

Το αίσθημα ανασφάλειας συχνά αναπτύσσεται αυτόνομα σε σχέση με την εγκληματικότητα, καθώς σχετίζεται με την ατομική ή συλλογική αντίληψη των πολιτών. Το αίσθημα αυτό δεν αντιστοιχεί κατ' ανάγκη με την πραγματικότητα, είναι εντούτοις καθοριστικό του τρόπου που αξιολογούν οι πολίτες της Ένωσης την ποιότητα ζωής τους.

Αντιμέτωπες με αυτή τη διαπίστωση, οι αρχές έχουν συνειδητοποιήσει τα όρια των παραδοσιακών μέτρων επιβολής του νόμου των δικαστικών συστημάτων και έχουν αναπτύξει, σε διάφορους βαθμούς και κατά τρόπο συμπληρωματικό, πρωτοβουλίες πρόληψης της εγκληματικότητας.

Η πρόληψη της εγκληματικότητας υπήρξε το αντικείμενο εργασιών στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήδη από το 1996. Η διάσκεψη της Στοκχόλμης εξέτασε συνεπώς την πρόληψη των εγκλημάτων που συνδέονται με την ευρωπαϊκή οικονομική ολοκλήρωση αλλά και την πρόληψη της εγκληματικότητας που συνδέεται με τον κοινωνικό αποκλεισμό. Ακολούθησαν αρκετά σεμινάρια (Βρυξέλλες-1996, Nordwijk-1997, Λονδίνο-1998) τα οποία αποτέλεσαν τα στάδια της προσέγγισης που ανέπτυξε η Ευρωπαϊκή Ένωση στον τομέα της πρόληψης. Μια από τις ουσιαστικές συστάσεις που είχαν διατυπωθεί τότε ήταν η ανάγκη για ανταλλαγή τεχνογνωσίας και πείρας σε εθνικό επίπεδο. Το εν λόγω θέμα της ανταλλαγής ορθής πρακτικής επανέρχεται έκτοτε, και βρίσκεται στον πυρήνα της συνεργασίας για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας.

Όσον αφορά την οργανωμένη εγκληματικότητα, κατεξοχήν τομέα όπου η Ένωση υπήρξε πολύ δραστήρια, το Σχέδιο Δράσης που εγκρίθηκε κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Άμστερνταμ το 1997 περιλαμβάνει στους προσανατολισμούς του τις ενέργειες προληπτικού χαρακτήρα που συμπληρώνουν τις συστάσεις για την καταστολή. Η στρατηγική της Ένωσης για την αρχή της προσεχούς χιλιετίας [1], η οποία εγκρίθηκε στις 29 Μαρτίου 2000 ως συνέχεια του Σχεδίου Δράσης του 1997, ενισχύει περαιτέρω τη διάσταση αυτή.

[1] ΕΕ αριθ. C 124, της 3.05.2000, σ.1-33

Η συνθήκη του Άμστερνταμ καθιστά σήμερα δυνατή μια περισσότερο βολονταριστική δράση στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στόχος της παρούσας ανακοίνωσης είναι η συμβολή στον προβληματισμό σχετικά με την ευρωπαϊκή πολιτική πρόληψης που ξεκίνησε στις 4 και 5 Μαΐου 2000 κατά τη διάσκεψη υψηλού επιπέδου της Praia da Falιsia με πρωτοβουλία της πορτογαλικής προεδρίας του Συμβουλίου. Η Επιτροπή είχε αναγγείλει την πρόθεσή της να υποβάλει ανακοίνωση στον τομέα της πρόληψης του εγκλήματος, που να περιλαμβάνει επίσης προτάσεις για κοινοτικό χρηματοδοτικό μέσο. Αυτός είναι ο στόχος του παρόντος εγγράφου, που θα αποσταλεί για διαβούλευση στο σύνολο των αρμόδιων οργάνων και οργανισμών.

2. Πλαισιο και ορισμοι

2.1. Νομικό και πολιτικό πλαίσιο

Η συνθήκη του Άμστερνταμ και το Συμβούλιο του Τάμπερε

Η συνθήκη του Άμστερνταμ έκανε ένα σημαντικό βήμα αναφέροντας στο άρθρο 29 την πρόληψη της εγκληματικότητας εν γένει (χωρίς να περιορίζεται στην οργανωμένη εγκληματικότητα) ανάμεσα στις πολιτικές της Ένωσης που συμβάλλουν στη δημιουργία χώρου Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης. Η πρόληψη του εγκλήματος, η οποία εξεταζόταν μέχρι τότε κυρίως υπό το πρίσμα της πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος, πρέπει στο εξής να αποτελεί το αντικείμενο γενικότερης δράσης.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε υπογράμμισε τη σημασία του εν λόγω στόχου στις παραγράφους 41 και 42 των συμπερασμάτων του :

« 41. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζητά να συμπεριληφθούν οι πτυχές της πρόληψης του εγκλήματος στις ενέργειες κατά του εγκλήματος καθώς και για την περαιτέρω ανάπτυξη των εθνικών προγραμμάτων πρόληψης του εγκλήματος. Πρέπει να αναπτυχθούν και να εντοπισθούν κοινές προοπτικές όσον αφορά την πρόληψη του εγκλήματος στην εξωτερική και την εσωτερική πολιτική της Ένωσης και να ληφθούν υπόψη κατά την προπαρασκευή νέων νομοθετημάτων.

42. Πρέπει να αναπτυχθούν ανταλλαγές των βέλτιστων πρακτικών, πρέπει να ενισχυθεί το δίκτυο των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την πρόληψη του εγκλήματος καθώς και το δίκτυο συνεργασίας των εθνικών οργανώσεων πρόληψης του εγκλήματος και πρέπει επίσης να διερευνηθεί η δυνατότητα δημιουργίας ενός προγράμματος με κοινοτική χρηματοδότηση το οποίο θα αποβλέπει στους ίδιους στόχους. Οι πρώτες προτεραιότητες της συνεργασίας αυτής μπορεί να είναι η εγκληματικότητα των νέων, των πόλεων και η εγκληματικότητα που έχει σχέση με τα ναρκωτικά. »

Από την πλευρά του, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει επανειλημμένα ζητήσει να λαμβάνονται πρωτοβουλίες από το Συμβούλιο και από τα κράτη μέλη στον τομέα της πρόληψης του εγκλήματος και κυρίως της εγκληματικότητας των πόλεων που συνδέεται με τα ναρκωτικά.

Η διάσκεψη της Praia da Falιsia

Στις 4 και 5 Μαΐου 2000 διοργανώθηκε, υπό την πορτογαλική προεδρία, διάσκεψη σε επίπεδο υπουργών, προκειμένου να ξεκινήσει προβληματισμός σχετικά με τη χρήση των δυνατοτήτων που προσφέρει η συνθήκη του Άμστερνταμ και με την εφαρμογή των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε. Η διάσκεψη έδωσε την ευκαιρία :

- να γίνει γνωστό το στάδιο στο οποίο βρίσκονται οι πρωτοβουλίες, τα σχέδια και οι απόψεις των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των διεθνών οργανισμών.

- να εξεταστεί η κατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση βάσει μιας πρώτης επισκόπησης της εκάστοτε εθνικής πείρας.

- να προσδιοριστούν ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές για μελλοντικές ενέργειες σε θέματα πρόληψης στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Δεδομένων των υφιστάμενων δεσμών ανάμεσα στην οργανωμένη εγκληματικότητα και την εγκληματικότητα εν γένει, η Διάσκεψη συνεπέρανε ότι η ευρωπαϊκή στρατηγική πρόληψης της εγκληματικότητας θα πρέπει να περιλαμβάνει τις δυο πτυχές, ακόμη και αν συγκεκριμένες ενέργειες αποδειχθούν αναγκαίες όσον αφορά την οργανωμένη εγκληματικότητα.

Το ψήφισμα του Συμβουλίου για το οργανωμένο έγκλημα

Σε συνέχεια των πρώτων συστάσεων σχετικά με την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος που περιλαμβάνονται στο Σχέδιο Δράσης του 1997, το Συμβούλιο εξέφρασε την επιθυμία να προχωρήσει η Ένωση περαιτέρω σε αυτό της το διάβημα. Σε ψήφισμα που εγκρίθηκε το Δεκέμβριο 1998, το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία (Europol) να συνεργαστούν για την προπαρασκευή, μέχρι το τέλος του έτους 2000, έκθεσης στην οποία να προτείνονται πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο σχετικά με την πρόληψη της οργανωμένης εγκληματικότητας. Η εν λόγω έκθεση θα πρέπει να συμπληρώνει με συγκεκριμένες προτάσεις τα στοιχεία που ήδη περιλαμβάνονται στη στρατηγική για την αρχή της χιλιετίας.

Ένα πρώτο σεμινάριο με τη συμμετοχή των αντιπροσώπων των δημόσιων φορέων, του ακαδημαϊκού και του επιχειρηματικού χώρου, καθώς και αντιπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών διοργανώθηκε στη Χάγη το Νοέμβριο του 1999. Μια δεύτερη διάσκεψη, την οποία προετοίμασε η πορτογαλική προεδρία, πραγματοποιήθηκε το Μάιο του 2000 στην Costa da Caparica για τη συνέχιση του διαλόγου που ξεκίνησε στη Χάγη και τη διευκρίνηση των στοιχείων μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής. Στον τομέα των ναρκωτικών συγκεκριμένα, η φινλανδική προεδρία διοργάνωσε, τον Ιούλιο του 1999, διάσκεψη σχετικά με το ρόλο των αρχών επιβολής του νόμου σε θέματα πρόληψης.

Το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής και της Europol το οποίο θα υποβληθεί παράλληλα με την παρούσα ανακοίνωση στηρίζεται στα συμπεράσματα των διαφόρων αυτών σεμιναρίων και στην εξέταση της ακολουθούμενης πρακτικής στα κράτη μέλη, καθώς και στα αποτελέσματα συγκεκριμένων μελετών χρηματοδοτούμενων από το πρόγραμμα Falcone. Θα προτείνει στρατηγική πρόληψης βασισμένη στην ανάλυση και την πρόληψη των συνθηκών που ευνοούν την εγκληματικότητα, της οποίας η εφαρμογή θα στηρίζεται στη δημιουργία των δομών μελέτης και ανάλυσης των στοιχείων που αφορούν την οργανωμένη εγκληματικότητα και είναι αναγκαία για να ενισχυθεί η ικανότητα των ευρωπαϊκών οργάνων και των κρατών μελών να προλάβουν το οργανωμένο έγκλημα.

Η πρόληψη στις εργασίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της διεθνούς κοινότητας

Το ζήτημα της πρόληψης του εγκλήματος έχει εξεταστεί κατ' επανάληψη στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατ' αρχήν σε σχέση με ορισμένα είδη εγκλήματος όπως η σωματεμπορία και η σεξουαλική εκμετάλλευση των παιδιών. Αλλά και οριζόντια, όπως για παράδειγμα :

- στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 14ης Ιουλίου 1999, για τα θύματα της εγκληματικότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

- στην ανακοίνωση της Επιτροπής για την αμοιβαία αναγνώριση των τελικών αποφάσεων που καλύπτουν δυο χρήσιμους τομείς όσον αφορά την πρόληψη, τη αμοιβαία αναγνώριση ορισμένων μέτρων έκπτωσης και την αμοιβαία αναγνώριση αποφάσεων σε ποινικές υποθέσεις.

- στο Σχέδιο Δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά των Ναρκωτικών (2000-2004) μια σημαντική διάσταση του οποίου είναι η πρόληψη της τοξικομανίας και της διακίνησης.

- στην ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την απάτη εις βάρος του κοινοτικού προϋπολογισμού που εγκρίθηκε στις 28 του παρελθόντος Ιουνίου και περιλαμβάνει συνολική στρατηγική στον εν λόγω τομέα. Εξ ου και το θέμα αυτό δεν αναπτύσσεται στην παρούσα ανακοίνωση. Η εφαρμογή συνολικής στρατηγικής προβλέπει ιδίως ενίσχυση των κοινοτικών κειμένων ώστε να καταστούν πιο ανθεκτικά στην απάτη, καθώς και ανάπτυξη αγωγής που να ευνοεί τη συνεργασία για την πρόληψη της διαφθοράς.

Επίσης, η Επιτροπή θεωρεί ότι πρέπει να επωφεληθεί από την πείρα των διάφορων διεθνών κύκλων, καθώς και να μεριμνά για τη συνοχή ανάμεσα στη δράση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, ιδίως, εκείνη του Συμβουλίου της Ευρώπης και των Ηνωμένων Εθνών. Αυτή η πολυμερής διάσταση έχει ιδιαίτερη σημασία για την καταπολέμηση της οργανωμένης εγκληματικότητας, και από την άποψη αυτή, η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών και τα συμπληρωματικά πρωτόκολλά της, στη διαπραγμάτευση των οποίων η Επιτροπή έχει συμμετάσχει πλήρως, θα προσφέρει το κατάλληλο γενικό πλαίσιο για την ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας.

______

Οι εν λόγω εργασίες και προβληματισμοί οδήγησαν την Επιτροπή στο να επιλέξει συνολική προσέγγιση στην παρούσα ανακοίνωση, η οποία παρουσιάζει μια στρατηγική πρόληψης όλων των μορφών εγκλήματος.

2.2. Ορισμοί

2.2.1. Η έννοια της εγκληματικότητας

Η εγκληματικότητα περιλαμβάνει αξιόποινες πράξεις τις οποίες διαπράττουν άτομα ή αυθόρμητες ενώσεις ατόμων. Η έννοια αυτή καλύπτει ωστόσο πολύ διαφορετικές πραγματικότητες, όπως :

- την εγκληματικότητα αυτή καθαυτή, δηλαδή τα γεγονότα που ποινικά χαρακτηρίζονται εγκλήματα στις εθνικές νομοθεσίες (π.χ. ανθρωποκτονίες, βιασμοί, ορισμένες μορφές παράνομης διακίνησης).

- η εγκληματικότητα που αντιστοιχεί σε λιγότερο σοβαρή ποινική παράβαση, αλλά πιο συχνή (π.χ. : κλοπές, κλεπταποδοχή, επιθέσεις, διάφορες μορφές απάτης ή αισχροκέρδειας).

- η βία που τείνει να εξαπλωθεί στους πλέον διαφορετικούς χώρους (σχολεία, στάδια, δημόσιες οδούς, οικογενειακή εστία κλπ.).

- η απουσία συνείδησης του πολίτη, η οποία χωρίς να είναι κατ' ανάγκην ποινική παράβαση, εκδηλώνεται με αντικοινωνική συμπεριφορά διαφόρων μορφών που μπορεί, συσσωρευόμενη, να δημιουργεί κλίμα έντασης και ανασφάλειας.

Λόγω της συγκεκριμένης φύσης της, η οργανωμένη εγκληματικότητα αποτελεί το αντικείμενο ιδιαίτερου ορισμού, ο οποίος δίνεται [2] στο άρθρο 1 της Κοινής Δράσης σχετικά με το αξιόποινο της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης του Δεκεμβρίου [3], δηλαδή :

[2] Πολύ συναφής ορισμός περιλαμβάνεται στο πλαίσιο της μελλοντικής Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τη διακρατική οργανωμένη εγκληματικότητα :

[3] Κοινή δράση του Συμβουλίου που εγκρίθηκε στις 21.12.1998, ΕΕ αριθ. L 351/1 της 29.12.1998

- εγκληματική οργάνωση νοείται η εγκαθιδρυμένη επί ένα χρονικό διάστημα και διαρθρωμένη ένωση περισσοτέρων των δύο προσώπων, που δρουν από κοινού προκειμένου να διαπράξουν αξιόποινες πράξεις που επισύρουν ποινή στερητική της ελευθερίας (...) μεγίστης διαρκείας τουλάχιστον τεσσάρων ετών, ή βαρύτερη ποινή

- οι διαπραττόμενες αξιόποινες πράξεις αποτελούν αυτοσκοπό ή μέσον για τον προσπορισμό περιουσιακών ωφελημάτων και, ενδεχομένως, για τον αθέμιτο επηρεασμό της λειτουργίας δημόσιων αρχών.

- οι αναφερθείσες αξιόποινες πράξεις περιλαμβάνουν και τις αναφερόμενες στο άρθρο 2 της σύμβασης Europol καθώς και στο παράρτημά της (σοβαρές μορφές διεθνούς εγκληματικότητας όπως η διακίνηση ναρκωτικών, ανθρώπων, μεταναστών, ραδιενεργών και πυρηνικών ουσιών, αυτοκινήτων κλπ.) και οι οποίες επισύρουν ποινή τουλάχιστον ισοδύναμη προς ποινή στερητική της ελευθερίας μεγίστης διαρκείας τουλάχιστον τεσσάρων ετών, ή βαρύτερη ποινή.

2.2.2. Η έννοια της πρόληψης

Ορισμός

Η πρόληψης της εγκληματικότητας ορίζεται με πολλούς τρόπους. Για τις ανάγκες της παρούσας ανακοίνωσης, η Επιτροπή προτείνει τον ακόλουθο ορισμό :

Η πρόληψη του εγκλήματος περιλαμβάνει όλες τις δραστηριότητες που συμβάλλουν στην παύση ή στη μείωση της εγκληματικότητας ως κοινωνικού φαινομένου, τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά, είτε με μέτρα διαρκούς και διαρθρωμένης συνεργασίας, είτε μέσω συγκεκριμένων πρωτοβουλιών. Οι εν λόγω δραστηριότητες αφορούν όλους τους φορείς που μπορούν να συντελέσουν προληπτικά : εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης υπηρεσίες επιβολής του νόμου και δικαστικό σύστημα, κοινωνικές υπηρεσίες, εκπαιδευτικό σύστημα, συλλογικούς φορείς με την ευρεία έννοια, βιομηχανία, τράπεζες και ιδιωτικό τομέα, επιστήμονες και ερευνητές, καθώς και το κοινό εν γένει, ακολουθούμενο από τα μέσα ενημέρωσης.

Οι εξειδικευμένες μελέτες διακρίνουν διάφορες προσεγγίσεις της πρόληψης, οι οποίες εστιάζονται είτε στα θύματα, είτε στους δράστες εγκληματικών ή αξιόποινων πράξεων, είτε στα άτομα ή τις κοινωνικές ομάδες είτε και στις καταστάσεις υψηλού κινδύνου.

Μπορούμε να διακρίνουμε, συνεπώς, τρεις κατηγορίες μέτρων ανάλογα με το αν έχουν ως στόχο :

* τη μείωση των ευκαιριών, ώστε να καταστεί το έγκλημα πιο δυσχερές, πιο παρακινδυνευμένο και να περιοριστούν τα οφέλη που αποκομίζουν οι δράστες.

* τη μείωση των κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων που ευνοούν την ανάπτυξη της εγκληματικότητας.

* την ενημέρωση και την προστασία των θυμάτων, καθώς και την πρόληψη της δημιουργίας θυμάτων.

Σύγκλιση των πειραμάτων σε εθνικό επίπεδο

Η πρόληψη ως συμπληρωματικό στοιχείο της κατασταλτικής πολιτικής είναι έννοια ευρέως αποδεκτή από τα κράτη μέλη, και τα πειράματα που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί έδωσαν ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Βάσει των πειραμάτων που βρίσκονται σε εξέλιξη, η Επιτροπή σημειώνει ότι εμφανίζονται ορισμένες σταθερές στις στρατηγικές οι οποίες, εν γένει, :

* αξιοποιούν την πολυτομεακή προσέγγιση.

* συνδυάζουν προληπτικές ενέργειες, πολιτικές ασφάλειας και « συνοδευτικές » πολιτικές (αστυνομική και δικαστική πολιτική, κοινωνική, εκπαιδευτική πολιτική, πολιτική έρευνας κλπ,).

* ανάπτυξη της εταιρικής σχέσης ανάμεσα σε φορείς σχετικούς με την πρόληψη δεδομένου ότι η πρόληψη είναι αποτελεσματική μόνον εάν υποστηρίζεται σε όλα τα κοινωνικά στρώματα.

Αυτές οι αρχές, τις οποίες συμμερίζεται το σύνολο των κρατών μελών, προσφέρουν τη δυνατότητα να γίνεται λόγος στο εξής για ένα « ευρωπαϊκό πρότυπο » πρόληψης της εγκληματικότητας.

3. Στοιχεια για μια ευρωπαϊκη στρατηγικη

3.1. Αιτιολογία από άποψη επικουρικότητας

Οι αρμοδιότητες των κρατών μελών είναι ουσιαστικές στον τομέα της πρόληψης της εγκληματικότητας. Ασκούνται μέσω διάφορων εθνικών πολιτικών οι οποίες συμβάλλουν στη πρόληψη της εγκληματικότητας, όπως το ποινικό δίκαιο, η κοινωνική πολιτική, η εκπαίδευση, η πολεοδομία, η φορολογία κλπ. Όσον αφορά τη γενική εγκληματικότητα, υπάρχει η τάση να αναπτύσσονται προληπτικές δράσεις κατά το δυνατόν ριζικότερες, όπως προκύπτει από την εμφάνιση πολλών τοπικών και "συμβατικών" πολιτικών, πρακτικών « community policing » ή τοπικών αστυνομικών και δικαστικών δυνάμεων, καθώς και ενώσεων εταίρων προερχόμενων από διαφορετικά πεδία.

Κατά συνέπεια, η παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να ενισχύσει και να αξιοποιήσει σημαντικά τις εν λόγω πολιτικές.

Αφενός μεν ο προβληματισμός για την οργανωμένη διασυνοριακή εγκληματικότητα αναγνωρίζεται ως ζήτημα κοινού ενδιαφέροντος για τα κράτη μέλη στην υπηρεσία του οποίου πρέπει να τεθούν τόσο τα κοινοτικά μέσα όσο και συνεργασίες σε αστυνομικό και δικαστικό επίπεδο. Αφετέρου δε, όσον αφορά τη γενική εγκληματικότητα, το Συμβούλιο του Τάμπερε έχει ήδη προσδιορίσει ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά : πρόκειται για εγκληματικότητα που έχει σχέση με τις πόλεις και με τα ναρκωτικά, και στην οποία η συμμετοχή νέων είναι ανησυχητική. Μια αναλυτική και σε βάθος μελέτη στο επίπεδο του συνόλου των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης πιθανόν να οδηγούσε στον προσδιορισμό άλλων παραμέτρων.

Επίσης, οι μέθοδοι πρόληψης τείνουν προς σύγκλιση, χωρίς να είναι επαρκώς γνωστές πέραν του τοπικού, περιφερειακού ή εθνικού επιπέδου. Ανταλλαγές πείρας ή ορθής πρακτικής, οι οποίες έχουν δώσει καλά αποτελέσματα σε άλλους τομείς της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων, μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση της αντιμετώπισης αυτών των προβλημάτων.

Η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει λοιπόν να αποτελείται από δυο επίπεδα :

Κατ' αρχάς να περιστρέφεται γύρω από τις εθνικές πολιτικές πρόληψης. Για την επίτευξη των στόχων που προαναφέρθηκαν τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναλάβουν τη δέσμευση να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την πρόληψη της εγκληματικότητας, τόσο οργανωμένης όσο και γενικής. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να εγκρίνουν ή να ενισχύσουν εθνικές στρατηγικές πρόληψης. Η καταγραφή των πολιτικών που ακολουθούν τα κράτη μέλη και η ανταλλαγή πληροφόρησης και πείρας μεταξύ τους, οι οποίες άρχισαν ήδη στη διάσκεψη της Praia da Falesia πρέπει να συνεχιστούν. Με τον τρόπο αυτό θα καταστεί σαφές τι θα μπορεί να υλοποιηθεί επωφελώς στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στη συνέχεια, οι εν λόγω πολιτικές θα συμπληρωθούν με δράση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία, χωρίς να υποκαταστήσει τις εθνικές, περιφερειακές ή τοπικές ενέργειες, θα ολοκληρώσει την πυραμίδα των αρμοδιοτήτων και θα διευκολύνει την εθνική δράση τονίζοντας τα θέματα κοινού ενδιαφέροντος.

3.2. Στόχοι

Η Επιτροπή θεωρεί κατ' αρχάς ότι για να είναι πραγματικά αποτελεσματική, η απάντηση στην πρόκληση της εγκληματικότητας πρέπει να είναι σφαιρική και να στηρίζεται στη συμπληρωματικότητα των μέσων καταστολής και πρόληψης εφόσον η ταχεία, κατάλληλη και ανάλογη προς την πράξη επιβολή ποινών, καθώς και η ουσιαστική παρακολούθηση της εκτέλεσής τους λειτουργεί αποτρεπτικά και κατά συνέπεια προληπτικά. Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να πατάσσουν, όταν χρειάζεται, την παραβίαση της κοινοτικής νομοθεσίας.

Πρέπει στη συνέχεια να τονιστεί ότι η πρόληψη αφορά, εξ ορισμού, πράξεις οι οποίες δεν έχουν διαπραχθεί ακόμη και καλεί σε ενίσχυση της επαγρύπνησης, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία μηχανισμών ασφαλείας υπερβολικά περιοριστικών για τους πολίτες. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί ώστε να εξασφαλιστεί ότι η προληπτική δράση της Ένωσης να τηρεί τις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου και τις δημόσιες ελευθερίες.

Καθώς η στρατηγική πρόληψης αποσκοπεί στην προστασία τόσο του πολίτη όσο και της κοινωνίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να θέσει τους ακόλουθους στόχους :

* μείωση των ευκαιριών που διευκολύνουν το έγκλημα, αύξηση του κινδύνου για τον εγκληματία να αποκαλυφθεί και να παταχθεί, περιορισμός των δυνατοτήτων προσπορισμού οφέλους από το διαπραχθέν έγκλημα.

* μείωση των παραγόντων που διευκολύνουν την είσοδο στην εγκληματικότητα καθώς και την υποτροπή.

* αποφυγή της δημιουργίας θυμάτων, δηλαδή όλων των παραγόντων που, καθιστώντας ένα άτομο ευάλωτο, το προδιαθέτουν να καταστεί θύμα μιας παράβασης.

* μείωση του αισθήματος ανασφάλειας.

* προώθηση και διάδοση της νομιμοφροσύνης και της αγωγής για προληπτικό χειρισμό των συγκρούσεων.

* προώθηση της χρηστής διακυβέρνησης ("good governance") και ιδιαίτερα πρόληψη της διαφθοράς.

* πρόληψη της διείσδυσης εγκληματικών στοιχείων στις οικονομικές και κοινωνικές δομές.

Εφόσον πρόκειται για νέα πολιτική στο επίπεδο της Ένωσης, η Επιτροπή φρονεί ότι πρέπει να ιεραρχηθούν οι προτεραιότητες, λαμβάνοντας υπόψη τους προσανατολισμούς που ορίστηκαν στο Συμβούλιο του Τάμπερε, καθώς και στη διάσκεψη της Prahia da Falesia. Όσον αφορά τη γενική εγκληματικότητα, αρχικά πρέπει να δοθεί προσοχή στην εγκληματικότητα των πόλεων, των νέων και σε εκείνη που έχει σχέση με ναρκωτικά. Όσον αφορά την οργανωμένη εγκληματικότητα, ενέργειες προτεραιότητας πρέπει να έχουν στόχο την εγκληματικότητα που χρησιμοποιεί την υψηλή τεχνολογία, τη διακίνηση ναρκωτικών, τη σωματεμπορία και ιδίως την εκμετάλλευση των γυναικών, τη σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών, την οικονομική εγκληματικότητα και την παραχάραξη του ευρώ.

3.3. Αρχές

Για την επίτευξη των στόχων αυτών και βάσει του προβληματισμού που έχει ήδη αρχίσει, η στρατηγική της Ένωσης θα πρέπει να διαρθρωθεί γύρω από τρία σημεία :

(1) Γνώση : να βελτιωθεί η κατανόηση των εγκληματικών φαινομένων με έμφαση στον προσδιορισμό των νέων εγκληματικών τάσεων, η μελέτη του αντίκτυπου των ενεργειών πρόληψης, η αξιολόγηση και η κοινοποίηση των εθνικών πειραμάτων και πρακτικών.

(2) Εταιρική σχέση : να αναπτυχθεί η συνεργασία και η δημιουργία δικτύου των φορέων της πρόληψης, σε όλα τα επίπεδα, ευρωπαϊκό, εθνικό και τοπικό. Η έμφαση πρέπει να δοθεί ταυτόχρονα στην ευαισθητοποίηση στην έννοια της πρόληψης, στην ανταλλαγή πληροφοριών, στην έναρξη δράσεων και στην παρακολούθησή τους περιλαμβανομένης της διάδοσης των αποτελεσμάτων τους.

(3) Πολυτομεακή διάρθρωση : να προωθηθεί η συμπληρωματικότητα των μέσων, προκειμένου να αναπτυχθούν οι τεχνικές και οι μέθοδοι πρόληψης, και ιδίως μείωσης των ευκαιριών που ευνοούν την εγκληματικότητα, και να ξεκινήσει η εκτέλεση σχεδίων.

Όσον αφορά το οργανωμένο έγκλημα, και με βάση ορισμένα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά καθώς και ιδιαίτερα αιτήματα που διατύπωσε το Συμβούλιο στο ψήφισμά του Δεκεμβρίου 1998, θα υποβληθεί αργότερα, συμπληρωματική ανάλυση που πραγματοποίησε η Επιτροπή και η Europol.

4. Μεσα

Για τη στήριξη της εφαρμογής της εν λόγω στρατηγικής, η Επιτροπή προτείνει τα ακόλουθα μέσα και ενέργειες οριζόντιου χαρακτήρα :

4.1. Ανάπτυξη της πρόληψης του εγκλήματος στις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Μεγάλος αριθμός πολιτικών της Ένωσης, χωρίς να αφορούν ρητά την πρόληψη του εγκλήματος, συμβάλλουν σε αυτήν με την προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, την ανάπτυξη και την απασχόληση ή με ένα διαφανές περιβάλλον από οικονομική άποψη .

Το ψήφισμα του Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 1998 για την πρόληψη της οργανωμένης εγκληματικότητας, και τα συμπεράσματα της Διάσκεψης υψηλού επιπέδου του Μαΐου 2000 για την πρόληψη του εγκλήματος, ζητούσαν από την Επιτροπή να αξιολογήσει τις υφιστάμενες κοινοτικές πολιτικές και μέσα σχετικά με τη συμβολή τους στην πρόληψη του εγκλήματος. Σε συνέχεια της εξέτασης αυτής, η Επιτροπή επιθυμεί να αναπτύξει περισσότερο συγκροτημένη προσέγγιση που να καθιστά δυνατή τη συστηματικότερη χρήση των εν λόγω πολιτικών και μέσων.

Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για τις ακόλουθες πολιτικές :

- Ρύθμιση των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων :

Οι πολιτικές ελέγχου ή ρύθμισης των οικονομικών δραστηριοτήτων που εφαρμόζονται σε κοινοτικό επίπεδο, ιδίως στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς, συμβάλλουν στην πρόληψη της απάτης, της διαφθοράς και άλλων μορφών εγκληματικότητας. Ιδιαίτερη σημασία έχουν επ' αυτού, τα μέσα που αφορούν τη διαφάνεια των δημόσιων συμβάσεων, την πρόληψη της χρήσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τη νομιμότητα των εμπορικών συναλλαγών, τη στελέχωση των νομικών προσώπων, τον έλεγχο των κινήσεων ευαίσθητων εμπορευμάτων ή τα μέσα μεταφοράς και επικοινωνίας, καθώς και της επεξεργασίας της πληροφόρησης.

Η Επιτροπή έχει πλέον υποβάλει προτάσεις σχετικά με την πρόληψη της απάτης στα μέσα πληρωμής [4], τη νομιμοποίηση παράνομων εσόδων [5], την απάτη στις δημόσιες συμβάσεις [6], την παραποίηση/απομίμηση και την πειρατεία [7]. Και άλλοι τομείς, εξίσου πρωτεύοντες, θα πρέπει να αποτελέσουν το αντικείμενο νέων προτάσεων ή συμπληρωματικής μελέτης. Έτσι το κοινό Συμβούλιο ECOFIN/Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 17ης Οκτωβρίου έδωσε εντολή στην Επιτροπή να εξετάσει κατά πόσο μπορεί να ενισχύσει και να προσδώσει μεγαλύτερη συνοχή στις υφιστάμενες εθνικές διατάξεις στον τομέα της εποπτείας των διασυνοριακών κινήσεων νομισμάτων. Εξάλλου, η Επιτροπή κλήθηκε να προσδιορίσει μέτρα για την επίλυση των προβλημάτων, ευρύτατα αναγνωρισμένων σε διεθνή κλίμακα, που θέτουν οι εταιρείες-βιτρίνα και άλλες αδιαφανείς νομικές οντότητες στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης παράνομων εσόδων. [8]

[4] Η Επιτροπή προτίθεται να εγκρίνει σχετικό σχέδιο δράσης μέχρι το τέλος του έτους.

[5] Η πρόταση τροποποίησης της οδηγίας της 10ης Ιουνίου 1991 σχετικά με την πρόληψη της χρήσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος με σκοπό τη νομιμοποίηση παράνομων εσόδων βρίσκεται υπό έγκριση.

[6] Εκτός από την πρόταση τροποποίησης του κοινοτικού καθεστώτος για τις δημόσιες συμβάσεις το οποίο εξετάζει το Συμβούλιο, η Επιτροπή έχει συστήσει ομάδα εργασίας η οποία θα εξετάσει τη σκοπιμότητα συμπληρωματικών μέτρων, για παράδειγμα την κατάρτιση μαύρης λίστας, την ανταλλαγή πληροφόρησης για τους υποβάλλοντες προσφορά.

[7] Ένα σχέδιο δράσης εγκρίθηκε στις 15.10.1998 και θα αποτελέσει συνέχεια του Πράσινου Βιβλίου για την καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης και της πειρατείας στην Εσωτερική Αγορά .

[8] Το Συμβούλιο έχει ζητήσει από την Επιτροπή να του υποβάλει έκθεση στην οποία θα εξετάζεται η ενδεχόμενη θέσπιση ελάχιστων κριτηρίων διαφάνειας των διαφόρων ειδών νομικών οντοτήτων (ιδίως των εταιρειών καταπιστευτικής διαχείρισης και των ιδρυμάτων), προκειμένου να αποκτήσει τα μέσα για τον καλύτερο προσδιορισμό των δικαιούχων.

- Κοινωνική πολιτική :

Η καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού είναι στρατηγικός στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ορίστηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας στις 23 και 24 Μαρτίου 2000. Καθώς η πρόληψη της εγκληματικότητας εντάσσεται στο ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο που αναγνωρίστηκε στη Λισαβόνα, φαίνεται σκόπιμο το πρόγραμμα κατά του κοινωνικού αποκλεισμού να συνδεθεί στενότερα με τη στρατηγική πρόληψης της εγκληματικότητας. Η έγκριση νέου κοινωνικού προγράμματος εργασίας από την Επιτροπή, το οποίο δίνει έμφαση σε υψηλότερο επίπεδο και ποιότητα ζωής, μπορεί να προσφέρει από την άποψη αυτή ιδίως τη δυνατότητα για την πρόληψη της τοξικομανίας.

Η καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, που αποτελεί άλλη βασική αρχή της καταπολέμησης των διακρίσεων, συνδέεται επίσης με το στόχο της πρόληψης. Συνεπάγεται βοήθεια στην κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ένταξη, των μεταναστών, κατάρτιση, ιδίως εκπαίδευση στην πολυπολιτισμική κοινωνία, και καταπολέμηση κάθε μορφής διακρίσεων (στη στέγη, στην εργασία, στην πρόσβαση στην εκπαίδευση κλπ.). Το πρόγραμμα που έχει εκπονήσει η Επιτροπή περιλαμβάνει κυρίως ένα σχέδιο δράσης για την ανάπτυξη των ανταλλαγών πληροφοριών, πείρας και ορθής πρακτικής [9].

[9] Ο στόχος του εν λόγω προγράμματος, που καλύπτει την περίοδο 2001-2006, συνδέεται άμεσα με το στόχο πρόληψης που εξετάζεται εδώ, και εξακολουθεί να συζητείται, στο Συμβούλιο και στο Κοινοβούλιο.

- Πολιτική αστικής ανάπτυξης :

Η Επιτροπή, όπως το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή των Περιφερειών, υπογραμμίζει τη σημασία της αστικής διάστασης στην πολιτική για την πρόληψη της εγκληματικότητας. Σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 7 του κανονισμού αριθ. 1260/1999 περί γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά ταμεία, η Επιτροπή μπορεί, μετά από πρόταση του κράτους μέλους, να περιλάβει αστικές περιοχές που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, ιδίως εκείνες που παρουσιάζουν υψηλό δείκτη αξιόποινων πράξεων και εγκληματικότητας, στον κατάλογο των επιλέξιμων περιφερειών για το στόχο αριθ. 2. Περαιτέρω, ενέργειες που αφορούν τις αστικές περιοχές οι οποίες αντιμετωπίζουν δυσκολίες θα μπορούν να ενταχθούν σε ευρύτερα προγράμματα, εφαρμοζόμενα τόσο στις επιλέξιμες περιφέρειες για το στόχο αριθ. 2, καταφεύγοντας σε χωροταξικές πολυτομεακές πολιτικές [10]. Τέλος, η πρωτοβουλία URBAN που χρηματοδοτείται από το ΕΤΠΑ, ξεκίνησε το 1994 και ανανεώθηκε το 1999, αποδεικνύει αυτή τη βούληση να προωθηθούν οι τοπικές πρωτοβουλίες και ενέργειες, ιδίως στις συνοικίες των μεγάλων αστικών συγκροτημάτων που διέρχονται κρίση [11]. Θα μπορεί επίσης να γεφυρώσει τις διάφορες καινοτόμες προσεγγίσεις μικρής κλίμακας καθώς και την ολοκληρωμένη και συμμετοχική προσέγγιση που υιοθετούν τα κυριότερα προγράμματα των διαρθρωτικών ταμείων.

[10] Πρβλ. το « Πλαίσιο δράσης : Αειφόρος αστική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση » (COM/98/605 της 28.10.1998) και την ανακοίνωση της Επιτροπής « Τα διαρθρωτικά ταμεία και ο συντονισμός τους με το ταμείο Συνοχής - Προσανατολισμοί για τα προγράμματα της περιόδου 2000-2006 », μέρος III.1.

[11] Οι αντίστοιχες αστικές περιοχές, πόλεις ή συνοικίες, πρέπει να πληρούν τουλάχιστον τρεις προϋποθέσεις που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, υψηλό δείκτη ανεργίας, υψηλό δείκτη φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, μεγάλο αριθμό μεταναστών, εθνικών μειονοτήτων ή προσφύγων, χαμηλό δείκτη εκπαίδευσης, υψηλό δείκτη εγκληματικότητας και ιδιαίτερα υποβαθμισμένες περιβαλλοντικές συνθήκες.

Στο μέλλον, η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην εγκληματικότητα που οφείλεται στον ακατάλληλο αστικό σχεδιασμό. Ιδιαίτερα, η κατάσταση ανασφάλειας ή/και αξιόποινων πράξεων θα πρέπει να περιλαμβάνεται στους δείκτες των αστικών ελέγχων που διενεργούνται τακτικά στις μεγάλες πόλεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

- Περιφερειακή πολιτική :

Η Κοινότητα υποστηρίζει πρωτοβουλίες οικονομικής και κοινωνικής συνοχής οι οποίες συμβάλλουν έμμεσα στην πρόληψη της εγκληματικότητας. Πιο άμεσα το ΕΤΠΑ μπορεί να ήδη να συμμετάσχει, μέσω εθνικών προγραμμάτων, στη στήριξη πρωτοβουλιών καταπολέμησης της εγκληματικότητας. Το πιο εύγλωττο παράδειγμα είναι το πρόγραμμα που αφορά την ασφάλεια για την ανάπτυξη του Mezzogiorno το οποίο υπέβαλε η Ιταλία στο πλαίσιο του προγραμματισμού του στόχου αριθ. 1 την περίοδο 1994-1999, και ανανεώθηκε για την περίοδο 2000-2006. Πρόκειται, στο στάδιο αυτό, για ιδιαίτερη περίπτωση η οποία καταδεικνύει τα διαρθρωτικά προβλήματα που επιδρούν στον κοινωνικό ιστό και καθορίζουν την οικονομική ζωή της εν λόγω περιφέρειας.

Εξάλλου, η πρωτοβουλία INTERREG, επίσης χρηματοδοτούμενη από το ΕΤΠΑ, καθιστά δυνατές παρεμβάσεις που εστιάζονται περισσότερο στα σύνορα και τις εσωτερικές και εξωτερικές παραμεθόριες περιφέρειες της Ένωσης, ιδίως όσον αφορά την αστική ανάπτυξη, την κοινωνική ένταξη ή τη συνεργασία στο δικαστικό και στο διοικητικό τομέα.

Μολονότι προς το παρόν η πολιτική συνοχής δεν προσδιορίζει την πρόληψη της εγκληματικότητας ως στόχο, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι δεν αποκλείει να περιληφθούν σχέδια στον εν λόγω τομέα, στον οποίο θα μπορούσε, σε εύθετο χρόνο, να ενταχθεί ο κύριος κορμός της περιφερειακής πολιτικής.

- Πολιτική έρευνας :

Η ασφάλεια των δικτύων και η καταπολέμηση της εγκληματικότητας στον τομέα της πληροφορικής αποτελούν ήδη το αντικείμενο ειδικών ερευνητικών προγραμμάτων. Στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (2002-2006), η Επιτροπή θα εξετάσει τις δυνατότητες χρήσης νέων τεχνικών και τεχνολογίας, για την πρόληψη του εγκλήματος γενικότερα.

Όσον αφορά την έρευνα στην οικονομική και κοινωνική επιστήμη, το πέμπτο Πρόγραμμα Πλαίσιο Έρευνας [12] προβλέπει να μελετηθούν τα αίτια των κοινωνικών προβλημάτων, να γίνουν γνωστά από στατιστική άποψη και να συγκριθούν οι ορθές πρακτικές. Συστάθηκε σχετική ομάδα εργασίας, για να εξετάσει, στο πλαίσιό τους, τα προβλήματα της βίας στα σχολεία και στις πόλεις, της τοξικομανίας, και γενικότερα το αίσθημα ανασφάλειας και τις απαντήσεις που δίνουν τα ευρωπαϊκά κράτη. Νέες πρωτοβουλίες θα μπορούσαν να συνίστανται, για παράδειγμα, στη μελέτη των παραγόντων αποτελεσματικότητας των πολιτικών πρόληψης.

[12] Απόφαση του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 1999/182/ΕΚ, ΕΕ αριθ. L 26 της 1.02.1999, σ.27.

- Η κοινωνία της πληροφορίας :

Η προσεχής Ανακοίνωση της Επιτροπής « Καταπολέμηση του εγκλήματος στο χώρο της πληροφορικής για μια ασφαλέστερη κοινωνία της πληροφορίας » θα προτείνει συνολική προσέγγιση ώστε να καταστούν ασφαλέστερα τα δίκτυα πληροφορικής, όπως το Διαδίκτυο.

Η Επιτροπή επιθυμεί την ταχεία εφαρμογή των μέτρων και των συστάσεων της Ανακοίνωσής της, πράγμα που αποτελεί μια από τις προτεραιότητες της Ένωσης. Για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή θα συμβουλευθεί τους ενδιαφερόμενους κύκλους, τις βιομηχανίες, τους χρήστες και τις αστυνομικές αρχές, προκειμένου να επιτευχθεί ο εν λόγω στόχος, καθώς και να αξιολογηθούν νέες δυνατότητες νομικών μέσων.

- Εξωτερική πολιτική :

Στις πολιτικές και τα προγράμματα συνεργασίας και συνδρομής της Κοινότητας εντάσσεται ήδη, σε μεγάλο βαθμό, η καταπολέμηση της εγκληματικότητας. Η Επιτροπή υποδεικνύει να εξακολουθήσει η ΕΚ/ΕΕ τη δράση της στους σχετικούς διεθνείς κύκλους , ιδίως στα Ηνωμένα Έθνη και στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Επίσης, υπενθυμίζει την πρόθεση της Κοινότητας να προσχωρήσει στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του οργανωμένου διακρατικού εγκλήματος και στα δυο πρωτόκολλά της σχετικά με την καταπολέμηση της σωματεμπορίας και της μεταφοράς μεταναστών Η συσσωρευμένη εμπειρία του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, ιδίως όσον αφορά τους « νέους κινδύνους για την ασφάλεια » και την προώθηση του κράτους δικαίου, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη.

Η Επιτροπή φρονεί ότι θα ήταν σκόπιμη η ανάπτυξη συνεργασίας με ορισμένα τρίτα κράτη χρησιμοποιώντας τα υφιστάμενα διεθνή δίκτυα και φόρα όπως, για παράδειγμα, το Διεθνές Κέντρο για την Πρόληψη της Εγκληματικότητας [13], η εμπειρία του οποίου είναι αναγνωρισμένη. Τέλος, θα πρέπει οι υποψήφιες προς ένταξη χώρες να συμμετάσχουν σταδιακά στις εργασίες της Ένωσης στον τομέα της πρόληψης της εγκληματικότητας. Στο εξής τα προγράμματα Phare που προετοιμάζουν τις υποψήφιες χώρες για την ένταξή τους στην Ένωση χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση των ενεργειών πρόληψης [14]. Η Επιτροπή προτίθεται να χρησιμοποιήσει πλήρως τις δυνατότητες συμμετοχής των χωρών αυτών στα διάφορα χρηματοδοτικά προγράμματα και μέσα, τόσο υφιστάμενα όσο και μελλοντικά, και ιδίως σε όσα προτείνονται στην παρούσα ανακοίνωση (χρηματοδοτικό πρόγραμμα, Φόρουμ για την πρόληψη κλπ.).

[13] Το ΔΚΠΕ έχει δημιουργηθεί για την εξυπηρέτηση των πόλεων και των χωρών με σκοπό τη μείωση της εγκληματικότητας και της ανασφάλειας, αποτελείται από πόλεις, εθνικούς οργανισμούς πρόληψης, ινστιτούτα, και υποστηρίζεται από πολλά κράτη μέλη, όπως η Γαλλία, η Πορτογαλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Κάτω Χώρες.

[14] Μπορούμε να αναφέρουμε, για παράδειγμα, το πολυκρατικό πρόγραμμα Phare κατά των ναρκωτικών, το πρόγραμμα Phare για τη διασυνοριακή συνεργασία ή το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των τελωνείων

- Περιβαλλοντική πολιτική :

Οι διάφορες πρωτοβουλίες ή ενέργειες ad hoc οι οποίες αναλαμβάνονται δυνάμει των υποχρεώσεων που περιέχονται στη διεθνή ή στην κοινοτική νομοθεσία για το περιβάλλον συμβάλλουν ήδη στην καταπολέμηση του περιβαλλοντικού εγκλήματος (το οποίο περιλαμβάνει το παράνομο εμπόριο των ειδών της άγριας πανίδας και χλωρίδας που απειλούνται με εξαφάνιση και των προϊόντων τους. την παράνομη υγειονομική ταφή και μεταφορά ραδιενεργών αποβλήτων και ραδιενεργών υλών. την παράνομη ρύπανση καθώς και τη διάθεση και αποθήκευση αποβλήτων, περιλαμβανομένης της μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων στην είσοδο και στην έξοδο της Ένωσης. και το παράνομο εμπόριο ουσιών που καταστρέφουν τη στοιβάδα του όζοντος. Εντούτοις, η εφαρμογή των εν λόγω πρωτοβουλιών και ενεργειών θα διευκολυνθεί με μεγαλύτερη συνεργασία και ανταλλαγή στοιχείων και πείρας μεταξύ ων διάφορων φορέων. Εξάλλου, το περιβαλλοντικό έγκλημα υπερβαίνει τα κοινοτικά σύνορα - πρόκειται για συνολικό φαινόμενο, για την πρόληψη του οποίου θα έπρεπε να προβλέπεται η συνεργασία με τις υποψήφιες και με τις τρίτες χώρες.

Όπως καταδεικνύουν τα ανωτέρω παραδείγματα, οι υφιστάμενες κοινοτικές πολιτικές και μέσα προσφέρουν πολυάριθμες δυνατότητες δράσης Για να εξυπηρετήσουν πληρέστερα την πρόληψη, η Επιτροπή θα αναλάβει να εντάξει σε ενιαίο σύνολο τα στοιχεία πρόληψης της εγκληματικότητας που βρίσκονται ήδη στις εν λόγω πολιτικές και μέσα.

4.2. Δοκιμαστικός έλεγχος των νομοθετικών προτάσεων : το "crime proofing"

Το θέμα αυτό έχει ήδη θιγεί τόσο στα συμπεράσματα του Συμβουλίου του Τάμπερε όσο και σε εκείνα της Διάσκεψης της Praia da Falιsia. Μολονότι η έννοια θα πρέπει να διευκρινιστεί [15], ιδίως σε σχέση με την έννοια « fraud proofing » [16], μπορεί εντούτοις να οριστεί ως η αξιολόγηση των νομοθετικών κειμένων, που ήδη υπάρχουν ή σχεδιάζονται, από την άποψη της « στεγανότητάς » τους στις εγκληματικές δραστηριότητες.

[15] Σχετική μελέτη χρηματοδοτούμενη από το πρόγραμμα Falcone, θα δώσει τα πρώτα αποτελέσματα στο τέλος του έτους 2000.

[16] Όσον αφορά την πρόληψη της απάτης εις βάρος του κοινοτικού προϋπολογισμού, η Επιτροπή (OLAF) ανήγγειλε σε πρόσφατη ανακοίνωση της 28ης Ιουνίου 2000 τη δημιουργία συστηματικότερου μέσου για την αξιολόγηση της ποιότητας της νομοθεσίας, το οποίο θα αναλάβει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Καταπολέμηση της Απάτης (OLAF) ο οποίος « θα διαβουλεύεται στο στάδιο της προπαρασκευής και κατά τις διάφορες φάσεις της διαδικασίας λήψης αποφάσεων σχετικά με τις νομοθετικές πρωτοβουλίες που επιδρούν, άμεσα ή έμμεσα, στην προστασία των κοινοτικών συμφερόντων προκειμένου να εξασφαλιστεί η μεγαλύτερη στεγανότητα στην απάτη και στη διαφθορά ». (COM 2000 (358), σ. 7).

Η αξιολόγηση αυτή μπορεί να πραγματοποιείται κατά τη θέσπιση κάθε νέας νομοθεσίας ή απόφασης, τόσο στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και των κρατών μελών. Στο στάδιο αυτό πρέπει να προσδιορίζονται οι δυνατότητες για εγκληματικότητα που ενδεχομένως προσφέρονται.

Η Επιτροπή θα μεριμνήσει για την αξιολόγηση του πιθανού αντίκτυπου των νομοθετικών προτάσεών της όσον αφορά τις δυνατότητες για εγκληματική δραστηριότητα,. ιδίως στους ευαίσθητους τομείς. Η προετοιμασία για την καθιέρωση του ευρώ αποτελεί το παράδειγμα σχεδιασμού που έχει λάβει υπόψη τους κινδύνους τους οποίους ενδέχεται να εγκυμονεί το ενιαίο νόμισμα. Το κατεξοχήν στάδιο για την εξέταση θα έπρεπε να είναι όχι μόνο η διυπηρεσιακή διαβούλευση, αλλά και η προπαρασκευή της νομοθεσίας, η οποία μπορεί ενδεχομένως να ανέλθει έως την προπαρασκευή ενός συμβουλευτικού εγγράφου (ανακοίνωση, Πράσινο ή Λευκό Βιβλίο).

Παρόμοια εξέταση θα πρέπει επίσης να διενεργούν τα κράτη μέλη για τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν κατ' εφαρμογήν των εθνικών κανόνων θέσπισης νομοθετικών ή κανονιστικών κειμένων.

Εντούτοις, οι κίνδυνοι εγκληματικής χρησιμοποίησης δεν περιορίζονται μόνον στα νέα κείμενα. Η υφιστάμενη νομοθεσία θα πρέπει επίσης να αξιολογηθεί, είτε πρόκειται για κοινοτικές πράξεις είτε για διεθνή μέσα στα οποία έχει προσχωρήσει η Κοινότητα. Εάν η πρόταση για εξονυχιστικό έλεγχο των εν λόγω νομοθεσιών δεν είναι ρεαλιστική, αντίθετα είναι εφικτή η ανάλυση των κινδύνων για κάθε μεγάλο τομέα νομοθεσίας, ούτως ώστε να προσδιοριστούν οι τομείς εκείνοι που είναι λιγότερο στεγανοί στις εγκληματικές δραστηριότητες και να διατυπωθούν συστάσεις για την κάλυψη των κενών αυτών. Η Επιτροπή θα μπορούσε, εξάλλου, να λάβει υπόψη την εν λόγω αξιολόγηση όταν καταρτίζει εκθέσεις για την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας, ώστε να μπορεί, εάν χρειαστεί, να κάνει προτάσεις για τη βελτίωση της στεγανότητάς της στο έγκλημα, ή συμπληρωματικές προτάσεις, ιδίως στο δικαστικό και στον αστυνομικό τομέα.

Είτε εκ των προτέρων είτε εκ των υστέρων, η εν λόγω εξέταση προϋποθέτει ενίσχυση των μηχανισμών εσωτερικής διαβούλευσης αλλά και ανάλυσης της Επιτροπής. Σε μια σοβαρή εξέταση θα πρέπει να συμμετέχουν ειδικοί και εμπειρογνώμονες, ιδίως από τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές. Πρόκειται για έναν τομέα όπου οι ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ εμπειρογνωμόνων και κέντρων μεγάλου κύρους θα πρέπει να αναπτυχθούν.

4.3. Βελτίωση της γνώσης των εγκληματικών φαινομένων

Συγκρισιμότητα των στοιχείων

Το Σχέδιο Δράσης για την καταπολέμηση της οργανωμένης εγκληματικότητας που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Άμστερνταμ τον Ιούνιο του 1997, αναγνώριζε τη χρησιμότητα των στοιχείων που συγκεντρώνονται και αναλύονται σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή κλήθηκαν να θεσπίσουν, ή να προσδιορίσουν, "ένα σύστημα συλλογής και ανάλυσης στοιχείων που να παρέχει γενική εικόνα της κατάστασης της οργανωμένης εγκληματικότητας στα κράτη μέλη και να επικουρεί τις αρχές επιβολής του νόμου στην καταπολέμηση της οργανωμένης εγκληματικότητας" (Σύσταση αριθ. 2). Το Σχέδιο Δράσης διευκρίνιζε έτσι τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την επίτευξη του εν λόγω στόχου και καλούσε τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν "κοινά πρότυπα" για τη συλλογή και την ανάλυση των στοιχείων. Η Europol και τα κράτη μέλη ξεκίνησαν δράση προς την κατεύθυνση αυτή, στο πλαίσιο της κατάρτισης της ετήσιας έκθεσης για την κατάσταση του οργανωμένου εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Στον τομέα της γενικής εγκληματικότητας, η απουσία αξιόπιστων και συγκρίσιμων στοιχείων για τα εγκληματικά φαινόμενα στις ευρωπαϊκές χώρες αποτελεί εμπόδιο για τη σύγκριση των πολιτικών καταπολέμησης και πρόληψης του εγκλήματος οι οποίες ασκούνται σε εθνικό επίπεδο. Ωστόσο, η σύγκριση αυτή, μολονότι έχει τα όριά της, είναι σημαντικό μέσο επικύρωσης των πολιτικών και αξιολόγησης των ορθών πρακτικών όπως αυτό έχει τονιστεί σε διάφορα σεμινάρια.

Λαμβάνοντας υπόψη την εγγύτητα ή την ομοιότητα ορισμένων καταστάσεων στα κράτη μέλη, παρά τις νομικές διαφορές που παραμένουν έντονες, καθώς και την αυξανόμενη σύγκλιση των εθνικών πολιτικών, πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια στο επίπεδο της Ένωσης για τη βελτίωση της συγκρισιμότητας των στοιχείων, ποσοτικών και ποιοτικών. Το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει αρχίσει εργασίες στον τομέα αυτό, όπως και τα Ηνωμένα Έθνη, ιδίως όσον αφορά στοιχεία σχετικά με τη γενική εγκληματικότητα.

Λόγω της ποικιλίας των χρηστών και των αναγκών τους, ανάγκες οι οποίες εξάλλου θα αυξηθούν κατά την εφαρμογή της συνθήκης του Άμστερνταμ, οι προσπάθειες που θα καταβληθούν θα πρέπει αφενός μεν να είναι πολυτομεακές, αφετέρου δε να συμμετέχουν σε αυτές διάφοροι φορείς όπως η Επιτροπή (ιδίως η Στατιστική Υπηρεσία), η Europol και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης των Ναρκωτικών και της Τοξικομανίας, ώστε να αποφεύγονται οι αλληλεπικαλύψεις και να προωθείται η μεγαλύτερη συμπληρωματικότητα των προσπαθειών και των αποτελεσμάτων.

Ορισμένες πρωτοβουλίες βρίσκονται σε εξέλιξη. Έτσι, στον τομέα των ναρκωτικών, το Σχέδιο Δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2000-2004) ζήτησε επίσης από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να θεσπίσουν, βάσει των εργασιών της Europol και του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης των Ναρκωτικών και της Τοξικομανίας, κοινό ορισμό της έννοιας της « εγκληματικότητας που συνδέεται με τα ναρκωτικά » ώστε να μπορεί να συγκρίνεται με αντικειμενικό τρόπο ο αριθμός των παραβάσεων που διαπράττονται σε σχέση με τα ναρκωτικά. Στον τομέα του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης του Ρατσισμού και της Ξενοφοβίας έχει επίσης ως έργο τη συλλογή στατιστικών στοιχείων.

Δείκτες

Η παροχή αντικειμενικών και κατάλληλων δεικτών αποτελεί βασική διάσταση μιας στρατηγικής, που βασίζεται στην καλύτερη γνώση των εγκληματικών φαινομένων. Με την προοπτική μιας εταιρικής στρατηγικής, οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να είναι χρήσιμοι τόσο στις δημόσιες αρχές όσο και στις ομάδες και στις οντότητες που είναι ευάλωτες στο έγκλημα.

Οι μελέτες και τα σεμινάρια που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα κατέληξαν στο ότι η διασταύρωση στοιχείων διαφορετικής προέλευσης μπορεί να συμβάλει αφενός μεν στην κατανόηση των εν λόγω φαινομένων, αφετέρου δε στην ενημέρωση σχετικά με τις νέες εγκληματικές τάσεις. Στον τομέα αυτόν, η συμπλήρωση των παραδοσιακών πηγών πληροφόρησης με πληροφορίες προερχόμενες κυρίως από κύκλους του ιδιωτικού τομέα) θα αποτελέσει ασφαλώς πρόσθετη αξία.

Η χάραξη στρατηγικής για την πρόληψη που να βρίσκεται κοντά στους πολίτες προϋποθέτει επίσης ότι θα αναλυθεί το αίσθημα ανασφάλειας και ο τρόπος που εξελίσσεται. Εκτός από τις μελέτες που θα εκπονηθούν σχετικά, οι δημοσκοπήσεις αποτελούν χρήσιμη πηγή πληροφόρησης. Το 1996 πραγματοποιήθηκε Ευρωβαρόμετρο για το πώς αντιλαμβάνονται την ασφάλεια οι ευρωπαίοι πολίτες. Η Επιτροπή προτίθεται να διενεργεί περιοδικά παρόμοιες έρευνες.

Αξιολόγηση των πρακτικών

Για την ανταλλαγή εμπειρίας και ορθής πρακτικής εξυπακούεται ότι έχει προηγηθεί η αξιολόγησή τους σύμφωνα με κοινά κριτήρια, ώστε να καθορίζεται εάν και υπό ποίους όρους αυτές μπορούν να επαναληφθούν ή να γενικευτούν.

Στον τομέα της πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος, καταρτίζεται μελέτη σχετικά με τα κυριότερα κριτήρια και τις διαδικασίες οι οποίες αν ακολουθηθούν μπορούν να διευκολύνουν αυτήν την ανταλλαγή. Στόχος της εν λόγω μελέτης είναι να προταθεί μια τεχνική αξιολόγησης των εθνικών πρακτικών που να φωτίζει τις συνθήκες υπό τις οποίες αποκτήθηκε η εμπειρία αυτή και τα στοιχεία που θα μπορούσαν να αναπαραχθούν.

Τα συμπεράσματα της εν λόγω μελέτης θα χρησιμεύσουν στην ανάλυση της ορθής πρακτικής στον τομέα της πρόληψης της γενικής εγκληματικότητας. Οι εργασίες που πραγματοποιήθηκαν υπό τη γερμανική προεδρία για την κατάρτιση ευρωπαϊκού εγχειριδίου ορθής πρακτικής θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη.

4.4. Δημιουργία δικτύου των φορέων που έχουν σχέση με τη πρόληψη

Δημιουργία Ευρωπαϊκού φόρουμ για την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος

Η προσέγγιση την οποία προτείνει η παρούσα ανακοίνωση στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην κινητοποίηση και τη δικτύωση των φορέων που σχετίζονται με την πρόληψη, είτε στον τομέα της "μικρής εγκληματικότητας" είτε της διακρατικής εγκληματικότητας.

Τα θέματα που πρέπει να εξεταστούν είναι πολλά, η φύση των ανταλλασσόμενων πληροφοριών διαφέρει και οι ίδιοι εμπειρογνώμονες δεν μπορούν να χειριστούν ζητήματα που ποικίλουν τόσο όσο η κοινωνική διαμεσολάβηση ή η εγκληματικότητα στον κυβερνοχώρο. Ενώ στον τομέα της εγκληματικότητας, οι κοινωνικοί εταίροι ειδικότερα πρέπει να συμμετάσχουν στις προσπάθειες των δημόσιων αρχών, στους τομείς που συνδέονται με την οικονομική και χρηματοπιστωτική εγκληματικότητα, πολλώ δε μάλλον με την οργανωμένη εγκληματικότητα, η πρόληψη απαιτεί τη συμμετοχή των οικονομικών και επαγγελματικών κύκλων.

Η Επιτροπή υποστηρίζει την πρωτοβουλία την οποία ανέλαβαν η γαλλική προεδρία και η Σουηδία προτείνοντας τη δημιουργία ευρωπαϊκού δικτύου πρόληψης που να επικεντρώνεται στην εγκληματικότητα των πόλεων, των νέων και σε εκείνη που έχει σχέση με τα ναρκωτικά. Η δημιουργία του εν λόγω δικτύου έρχεται ως απάντηση σε μια από τις προτεραιότητες που διατυπώθηκαν στο Συμβούλιο του Τάμπερε, θα αποτελέσει στοιχείο της εφαρμογής της παρούσας στρατηγικής και θα πρέπει να συνδυαστεί με τις υπόλοιπες προτάσεις που υποβάλλονται για το σκοπό αυτό.

Όσον αφορά την οργανωμένη εγκληματικότητα, η Επιτροπή σημειώνει ότι η ευαισθητοποίηση των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών κύκλων, καθώς και ορισμένων επαγγελμάτων ιδιαίτερα εκτεθειμένων στους κινδύνους διαφθοράς ή εμπλοκής σε πράξεις νομιμοποίησης παράνομων εσόδων ή απάτης, σχετικά με τους κινδύνους και το κόστος της εγκληματικότητας, μόλις έχει αρχίσει. Πρωτοβουλίες, όπως το στρογγυλό τραπέζι των ευρωπαίων βιομηχάνων, σχετικά με τα ζητήματα της ασφάλειας και της πρόληψης του εγκλήματος, ή ο ευρωπαϊκός χάρτης για τα ευαίσθητα επαγγέλματα που υπογράφηκε στις 27 Ιουλίου 1999 θα πρέπει να ενθαρρύνονται και να επιτευχθεί παράταση στο επίπεδο της Ένωσης.

Μια πρωτοβουλία φαίνεται συνεπώς αναγκαία και η Επιτροπή προτείνει τη δημιουργία ευρωπαϊκού φόρουμ για την πρόληψη της οργανωμένης εγκληματικότητας. Καθώς άπτεται τομέων που ποικίλουν εξαιρετικά, όπως η διακίνηση νόμιμων και παράνομων αγαθών, η εγκληματικότητα στον κυβερνοχώρο, η διαφθορά, η χρηματοπιστωτική εγκληματικότητα, η περιβαλλοντική εγκληματικότητα, ή ακόμη ο ρόλος ορισμένων επαγγελμάτων αποφασιστικής σημασίας, η πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος και της οικονομικής εγκληματικότητας απαιτεί από το φόρουμ να μπορεί να συνέρχεται υπό διαφορετική σύνθεση, προσαρμοσμένη στα εξεταζόμενα κάθε φορά θέματα και, ενδεχομένως, να δημιουργεί ειδικευμένες ομάδες εργασίας.

Καλούνται ιδιαίτερα να συμμετάσχουν στο φόρουμ αντιπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και οργανισμών που ασχολούνται με την πρόληψη, τα εθνικά όργανα συντονισμού, οι πλέον αρμόδιες δημόσιες διοικήσεις και ιδίως οι δικαστικές και οι αστυνομικές αρχές, οι τοπικές/περιφερειακές αρχές, οι οικονομικοί και χρηματοπιστωτικοί κύκλοι. Εξάλλου, οι συνεταιριστικοί φορείς , οι επαγγελματικοί κύκλοι τους οποίους αφορά περισσότερο η πρόληψη όπως τα ελεύθερα επαγγέλματα, τα μέσα ενημέρωσης ή όσοι ασχολούνται επαγγελματικά με την ασφάλεια θα πρέπει να συμμετάσχουν ανάλογα με τους εξεταζόμενους τομείς.

Το ευρωπαϊκό φόρουμ για την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος έχει ως στόχο να διευρύνει το διάλογο σχετικά με την πρόληψη σε όλους τους εταίρους, να προκαλέσει πρωτοβουλίες και πιλοτικά σχέδια ευρωπαϊκής διάστασης και να συμβάλλει στη δημιουργία σχεδίων που να πληρούν τους όρους που προβλέπονται στο δημοσιονομικό πρόγραμμα. Τα σχέδια αυτά περιλαμβάνουν τη δημιουργία λεπτομερών μέσων για την κοινή ανάλυση που πραγματοποιεί η Europol και η Επιτροπή.

Ο ρόλος του φόρουμ

Το ευρωπαϊκό φόρουμ για την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος και της εγκληματικότητας είναι πρωτοβουλία της Επιτροπής που αποσκοπεί πρωτίστως στη διάρθρωση των εργασιών των σχετικών με την πρόληψη σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πρόκειται για πλαίσιο για τη δικτύωση εμπειρογνωμόνων και για την έναρξη πρωτοβουλιών. Εντούτοις, κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο το φόρουμ αφορά την προώθηση και το συντονισμό του διαλόγου για την πρόληψη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θα έπρεπε να δημιουργηθούν συντονιστικές δομές σε εθνικό επίπεδο, όταν δεν υφίστανται, τόσο στις δημόσιες διοικήσεις όσο και στην κοινωνία των πολιτών. Η εμβέλεια και η αποτελεσματικότητα του διαλόγου που έχει ξεκινήσει σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη διάδοση που οι εν λόγω δομές θα μπορούν να εξασφαλίσουν.

Εξάλλου, το ευρωπαϊκό φόρουμ για την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος θα διαρθρωθεί με άλλα φόρουμ συζήτησης ή ομάδες εργασίας που υφίστανται στους διάφορους κλάδους στο ευρωπαϊκό [17] και διεθνές επίπεδο, και θα συμβάλλει στις εργασίες τους.

[17] Κατ' αυτό τον τρόπο, για παράδειγμα, όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος, με τις εργασίες του δικτύου IMPEL, ή όσον αφορά την καταπολέμηση της απάτης και την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας, με τις εργασίες της συμβουλευτικής επιτροπής για τον συντονισμό στον τομέα της καταπολέμησης της απάτης (COCOLAF).

Το φόρουμ θα πρέπει :

- να είναι στη διάθεση των ευρωπαϊκών οργάνων και των κρατών μελών, για να τα επικουρεί στα ζητήματα που έχουν σχέση με την πρόληψη αυτού του είδους εγκληματικότητας.

- να συμβάλλει στον προσδιορισμό των νέων εγκληματικών τάσεων.

- να διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφόρησης σχετικά με τις ενέργειες πρόληψης.

- να συμβάλλει στη δημιουργία και στη λειτουργία κέντρων πραγματογνωμοσύνης (κέντρα μεγάλου κύρους, δίκτυα, τράπεζες δεδομένων) σε συγκεκριμένα θέματα.

- να συμβάλλει στον προσδιορισμό των τομέων έρευνας, κατάρτισης και αξιολόγησης.

Η Επιτροπή επιθυμεί το φόρουμ να σχεδιαστεί κατά τρόπο που η λειτουργία του να απαιτεί μια απλή δομή την οποία να μπορούν να εξασφαλίσουν οι υπηρεσίες της.

Διάδοση της πληροφόρησης

Η Επιτροπή θα εξετάσει με τους ενδιαφερόμενους εταίρους την ανάγκη δημιουργίας ιστοσελίδας στο Διαδίκτυο σχετικά με την πρόληψη, η οποία θα διευκόλυνε την πρόσβαση στις πληροφορίες που έχουν σχέση με τις ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές και πρακτικές και θα καθιστούσε δυνατή την ανταλλαγή πληροφόρησης σε σύνδεση με τις εργασίες των δικτύων πρόληψης σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

4.5. Δημιουργία χρηματοδοτικού μέσου

Κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων υπέδειξαν ως πεδίο προβληματισμού την οικονομική υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη στρατηγική πρόληψης της εγκληματικότητας. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ένα χρηματοδοτικό μέσο θα προσέδιδε μεγαλύτερη αξία στη δράση των κρατών μελών, όπως εξήγγειλε κατά τη διάσκεψη υψηλού επιπέδου της Praia da Falιsia.

Το εν λόγω μέσο θα έχει ως στόχο να ευνοήσει την εφαρμογή της στρατηγικής που εκτίθεται στην παρούσα ανακοίνωση. Όπως προκύπτει από τις παραγράφους 41 και 42 των συμπερασμάτων του Τάμπερε, θα πρέπει να αφορά όλες τις μορφές εγκληματικότητας και να υποστηρίζει, σύμφωνα με τις προτεραιότητες που θα οριστούν, τις ενέργειες που αναφέρονται στην παρούσα ανακοίνωση. Στις εν λόγω προτεραιότητες θα ληφθούν επίσης υπόψη οι ενέργειες που προτείνονται από το κοινό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής και της Europol σχετικά με την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος.

Η ευρωπαϊκή παρέμβαση θα λάβει τη μορφή χρηματοδοτικού μέσου. Προβλέπεται ότι οι ενέργειες θα είναι ανοιχτές στις υποψήφιες χώρες, υπό τους ίδιους όρους με αυτές τις τελευταίες.

Ανεξάρτητα από το σχήμα που θα ληφθεί υπόψη, το χρηματοδοτικό μέσο θα πρέπει να περιλαμβάνει δυο πτυχές, τη μια για το διασυνοριακό οργανωμένο έγκλημα, την άλλη για τη γενική εγκληματικότητα.

Οι ενέργειες που δύνανται να υποστηριχθούν από το χρηματοδοτικό όργανο, τροφοδοτούμενες από τις εργασίες του Ευρωπαϊκού Δικτύου για την Πρόληψη της Εγκληματικότητας και του Ευρωπαϊκού Φόρουμ Πρόληψης της Οργανωμένης Εγκληματικότητας, θα μπορούν συνεπώς να είναι οι ακόλουθες :

- Συσκέψεις και σεμινάρια

- Μελέτες και έρευνες : θα αφορούν την πληρέστερη γνώση του φαινομένου (πρβλ. την αμερικανική πρακτική της « probleme-oriented policing » ή τη σουηδική έννοια της « knowledge-based crime prevention »)

- Πιλοτικά σχέδια : το χρηματοδοτικό μέσο θα μπορεί να συμμετέχει οικονομικά σε καινοτόμα σχέδια ευρωπαϊκής διάστασης (π.χ. κέντρα μεγάλου κύρους, τράπεζες δεδομένων)

- Ανταλλαγή ορθής πρακτικής.

Όπως για τις υπόλοιπες ενέργειες που υπάγονται στον Τίτλο VI, η Επιτροπή θα διαχειρίζεται το χρηματοδοτικό μέσο, επικουρούμενη από επιτροπή διαχείρισης που θα αποτελείται από αντιπροσώπους των κρατών μελών. Θα καθορίζει ετήσια τις προτεραιότητες του χρηματοδοτικού μέσου και θα αποφαίνεται σχετικά με τις προτάσεις της Επιτροπής όσον αφορά τη χρησιμοποίηση των πιστώσεων. Τα σχέδια θα μπορούν να χρηματοδοτούνται σε ποσοστό έως 70%, πράγμα που θα επιτρέπει να υποστηρίζονται σχέδια προερχόμενα από μη κυβερνητικούς εταίρους.

Το χρηματοδοτικό μέσο μπορεί να θεωρηθεί ως πιλοτική πράξη, και να θεσπιστεί με απόφαση του άρθρου 34 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση για αρχική περίοδο δύο ετών (2001-2002). Όσον αφορά τα χρηματοδοτικά ποσά, είναι επιθυμητό να προβλεφθεί μια συνετή εκκίνηση. Ο ετήσιος προϋπολογισμός του 1 εκατ. ευρώ φαίνεται λογικός, εν αναμονή των προτάσεων του συνόλου της Επιτροπής σχετικά με τα προγράμματα που διαχειρίζεται.

Τέλος, οι πρώτες προτεραιότητες θα μπορούν να καθοριστούν κατά το έτος 2001. Η διάσκεψη που οργανώνεται, υπό τη σουηδική προεδρία, το Φεβρουάριο 2001 αναμένεται να χρησιμεύσει για τον καθορισμό ορισμένων συγκεκριμένων πρώτων προτεραιοτήτων, και να διευκολύνει την έναρξη του χρηματοδοτικού μέσου αμέσως μόλις εγκριθεί η αντίστοιχη απόφαση.

5. Συμπερασμα

Η Επιτροπή καλεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, την Επιτροπή των Περιφερειών, καθώς και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να εξετάσουν την παρούσα ανακοίνωση και να της διαβιβάσουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τη στρατηγική πρόληψης της εγκληματικότητας την οποία αυτή προτείνει.

Λαμβάνοντας υπόψη την προτεινόμενη προσέγγιση, που βασίζεται στη συμμετοχή του συνόλου των εταίρων της πρόληψης στον καθορισμό νέων ενεργειών, η Επιτροπή καλεί τις ενώσεις, ιδίως επαγγελματικές, και τους οργανισμούς που εκπροσωπούν τη βιομηχανία και τις υπηρεσίες, καθώς και κάθε άλλο ενδεχομένως ενδιαφερόμενο οργανισμό ή ένωση που εκπροσωπεί την κοινωνία των πολιτών, να λάβει επίσης γνώση της παρούσας ανακοίνωσης και να της διαβιβάσει τις παρατηρήσεις του.

Top