Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52000DC0199

    Έκθεση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή και τα αποτελέσματα της οδηγίας 91/250/ΕΟΚ για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών

    /* COM/2000/0199 τελικό */

    52000DC0199

    Έκθεση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή και τα αποτελέσματα της οδηγίας 91/250/ΕΟΚ για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών /* COM/2000/0199 τελικό */


    ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ σχετικά με την εφαρμογή και τα αποτελέσματα της οδηγίας 91/250/ΕΟΚ για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών

    ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ σχετικά με την εφαρμογή και τα αποτελέσματα της οδηγίας 91/250/ΕΟΚ για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών

    συνοψη

    Όταν εγκρίθηκε η κοινή θέση για την οδηγία του Συμβουλίου 91/250/ΕΟΚ (13 Δεκεμβρίου 1990), η Επιτροπή ανέλαβε την πολιτική δέσμευση να καταρτίσει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή και τα αποτελέσματα της οδηγίας. Καθόσον η εν λόγω οδηγία ήταν η πρώτη στον τομέα των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων, η πρόβλεψη ρήτρας αναθεώρησης στην ίδια την οδηγία δεν είχε ακόμα εξελιχθεί σε καθιερωμένη πρακτική.

    Η παρούσα έκθεση βασίζεται κατά κύριο λόγο σε μελέτη που κατάρτισαν εξωτερικοί σύμβουλοι το 1997, καθώς και στις διαπιστώσεις της Επιτροπής και σε σχόλια ενδιαφερομένων.

    Σύμφωνα με τα γενικά αποτελέσματα, οι στόχοι της οδηγίας έχουν επιτευχθεί και τα αποτελέσματα στον κλάδο παραγωγής λογισμικού είναι ικανοποιητικά (γεγονός που αποδεικνύεται, π.χ. από την οικονομική μεγέθυνση του κλάδου και τη μείωση των φαινομένων πειρατείας λογισμικού). Με βάση τα εν λόγω αποτελέσματα δεν φαίνεται να υπάρχει ανάγκη τροποποίησης της οδηγίας.

    Όσον αφορά την εφαρμογή εκ μέρους των κρατών μελών, παρατηρούνται ορισμένες ατέλειες. Παρ' όλο που η Επιτροπή δεν αξίζει να ασχοληθεί με όλες αυτές τις ατέλειες, ορισμένες χρειάζεται να διερευνηθούν περαιτέρω για να διαπιστωθεί κατά πόσο υπάρχει περίπτωση παράβασης.

    Εξετάζονται επίσης ορισμένα ειδικά θέματα που έθεσε ο κλάδος (το δικαίωμα διανομής και η παρουσίαση στο κοινό, τα εφεδρικά αντίγραφα, η προσφυγή στη δικαιοσύνη και οι τεχνικές διατάξεις). Παρ' όλο που η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, προς το παρόν, δεν χρειάζεται τροποποίηση της οδηγίας, δεν αποκλείεται η δυνατότητα προσαρμογής σε μεταγενέστερο στάδιο υπό το πρίσμα άλλων εξελίξεων.

    Τέλος, αναφέρονται συναφείς κοινοτικές πρωτοβουλίες, ιδίως η δυνατότητα χορήγησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας σε προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών (που θα συμπληρώσει τις ισχύουσες διατάξεις προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας) και η Πράσινη Βίβλος για την καταπολέμηση της παραποίησης και της πειρατείας στην εσωτερική αγορά που θα αποτελέσει το κατάλληλο πλαίσιο για περαιτέρω ενέργειες όσον αφορά την πειρατεία λογισμικού. Εφιστάται η προσοχή των κρατών μελών ιδίως όσον αφορά τη σημασία των κρατικών πολιτικών για τη χρησιμοποίηση νόμιμου λογισμικού.

    ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

    I. Η εντολη για την καταρτιση της εκθεσης

    I. Το ιστορικο της οδηγιας

    III. Το περιεχομενο της οδηγιας

    IV. Η εφαρμογη της οδηγιας

    V. Η εφαρμογη απο τα κρατη μελη

    1. Αντικείμενο της προστασίας (άρθρο 1)

    (α) Προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών ως έργων λόγου

    (β) Προστασία του προπαρασκευαστικού υλικού σχεδιασμού

    (γ) Κάθε μορφή έκφρασης

    (δ) Ιδέες και αρχές

    (ε) Προσωπική πνευματική εργασία του δημιουργού

    (στ) Κανένα άλλο κριτήριο

    2. Δημιουργός του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή (άρθρο 2)

    3. Πρόσωπα δικαιούμενα προστασίας (άρθρο 3)

    4. Πράξεις που υπόκεινται σε άδεια του δικαιούχου (άρθρο 4)

    (α) Αναπαραγωγή (άρθρο 4 στοιχείο a))

    (β) Μετάφραση, προσαρμογή, διαρρύθμιση ή οποιαδήποτε άλλη μετατροπή του προγράμματος (άρθρο 4 στοιχείο β))

    (γ) Οποιαδήποτε μορφή διανομής στο κοινό, συμπεριλαμβανομένης της εκμίσθωσης (άρθρο 4 στοιχείο γ) εδάφιο 1)

    (δ) Εξάντληση του δικαιώματος στην Κοινότητα (άρθρο 4 στοιχείο γ) εδάφιο 2)

    5. Εξαιρέσεις από τις πράξεις που υπόκεινται σε άδεια (άρθρο 5)

    (α) Κανονική χρήση από το πρόσωπο που απέκτησε το πρόγραμμα νομίμως και διόρθωση σφαλμάτων (άρθρο 5 παράγραφος 1)

    (β) Δημιουργία εφεδρικού αντιγράφου (άρθρο 5 παράγραφος 2)

    (γ) Παρακολούθηση, μελέτη ή δοκιμασία της λειτουργίας του προγράμματος (άρθρο 5 παράγραφος 3)

    (δ) Αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση

    6. Αντίστροφη μεταγλώττιση (νόμος 2121/93: Αποσυμπίληση) (άρθρο 6)

    7. Τα ειδικά μέτρα προστασίας (άρθρο 7)

    8. Διάρκεια της προστασίας (άρθρο 8)

    9. Εξακολούθηση της εφαρμογής άλλων νομικών διατάξεων (άρθρο 9)

    VI. Επισκοπηση των αποτελεσματων της μεταφορας

    1. Γενική ικανοποίηση των ενδιαφερομένων όσον αφορά τα βασικά χαρακτηριστικά του ισχύοντος καθεστώτος

    2. Ο αντίκτυπος στον κλάδο παραγωγής προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών

    3. Ο αντίκτυπος στη νομοθεσία τρίτων χωρών

    4. Συνέπειες που απορρέουν από άλλες διαφορές των μέτρων μεταφοράς των κρατών μελών

    VII. Αναγκη για τυχον περαιτερω ενεργειες της κοινοτητας

    1. Το δικαίωμα διανομής και η παρουσίαση στο κοινό

    2. Εφεδρικά αντίγραφα

    3. Μέτρα προστασίας

    4. Τεχνικά συστήματα

    VIII. Συναφεις κοινοτικες πρωτοβουλιες

    1. Προστασία ευρεσιτεχνιών για τις εφευρέσεις λογισμικού

    2. Η χρήση προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών από κρατικές υπηρεσίες

    IX. Συμπερασματα

    I. Η εντολη για την καταρτιση της εκθεσης

    Κατά την έγκριση της κοινής θέσης για την οδηγία του Συμβουλίου 91/250/ΕΟΚ σχετικά με τη νομική προστασία προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, στις 13 Δεκεμβρίου 1990, η Επιτροπή προέβη στην ακόλουθη δήλωση:

    «Η Επιτροπή συμφωνεί να υποβάλει έκθεση στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας έως τα τέλη του 1996.»

    Η παρούσα ανακοίνωση υλοποιεί την εν λόγω πολιτική δέσμευση. Η ανακοίνωση πραγματοποιείται καθυστερημένα, καθόσον μόνο τρία από τα κράτη μέλη τήρησαν την προθεσμία εφαρμογής της οδηγίας (1η Ιανουαρίου 1993).

    Το παρόν έγγραφο βασίζεται εν μέρει σε ανεξάρτητη μελέτη, που εκπονήθηκε κατόπιν σχετικής ανάθεσης το 1997, προκειμένου να συγκεντρωθούν όλες οι διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τη νομοθεσία των κρατών μελών για τη μεταφορά της οδηγίας 91/250/ΕΟΚ και την πρακτική της εφαρμογή στη συνέχεια. Επιπλέον, αντλήθηκαν συμπεράσματα από τις απόψεις που εξέφρασαν οι ενδιαφερόμενοι κύκλοι, ιδίως σχετικά με τη λειτουργία της οδηγίας και τον αντίκτυπό της στον κλάδο παραγωγής προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών και σε άλλους σημαντικούς τομείς. Περιέχονται επίσης οι απόψεις και οι αναλύσεις της ίδιας της Επιτροπής.

    Στην παρούσα ανακοίνωση λαμβάνονται επίσης υπόψη οι συνεχιζόμενες επιμέρους πρωτοβουλίες της Επιτροπής για τη νομική προστασία των προγραμμάτων των ηλεκτρονικών υπολογιστών.

    II. ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ

    Η οδηγία για τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών ανακοινώθηκε στο Λευκό Βιβλίο της Επιτροπής με τίτλο «Η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς» [1] και το περιεχόμενό της επηρεάστηκε, μεταξύ άλλων, από τα αποτελέσματα εκτενών διαβουλεύσεων που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της «Πράσινης Βίβλου για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και την τεχνολογική πρόκληση - Προβλήματα του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας που χρειάζονται άμεση αντιμετώπιση» [2] του Ιουνίου του 1988.

    [1] COM (85) 310 τελικό, σημείο

    [2] COM(88) 172 τελικό, 10.11.

    Μετά τις εν λόγω διαβουλεύσεις, η πρόταση οδηγίας του Απριλίου του 1989 είχε ως στόχο την εναρμόνιση των νομικών διατάξεων των κρατών μελών στον τομέα αυτό, ορίζοντας ένα ελάχιστο επίπεδο προστασίας. Διατυπώθηκε κατά τρόπο ώστε να συμβιβάζει τα συμφέροντα των δικαιούχων, των ανταγωνιστών τους και των χρηστών προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών. Την εποχή εκείνη υπήρχαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της προστασίας των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών. Πράγματι, επειδή το ζήτημα αυτό αποτελούσε μία μάλλον πρόσφατη εξέλιξη, δεν υπήρχαν διατάξεις που να προστατεύουν ρητά τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών στο πλαίσιο της νομοθεσίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας σε επτά από τα τότε δώδεκα κράτη μέλη.

    Στο επεξηγηματικό της σημείωμα που συνόδευε την πρόταση οδηγίας, η Επιτροπή τόνιζε ότι τέτοιες διαφορές στο επίπεδο προστασίας δεν μπορούν να υφίστανται, καθόσον όχι μόνο μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τη λειτουργία της κοινής αγοράς διατηρώντας ή εγείροντας εμπόδια στο ενδοκοινοτικό εμπόριο προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, αλλά θα έχουν επίσης επιπτώσεις στη σύσταση επιχειρήσεων λογισμικού στην Κοινότητα και θα οδηγήσουν σε στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

    Όπως αναφέρεται στο παρόν έγγραφο, ο στόχος της οδηγίας ήταν να θεσπιστεί η νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών σε εκείνα τα κράτη μέλη όπου δεν υπήρχαν σχετικές διατάξεις και να εξασφαλιστεί ότι η προστασία σε όλα τα κράτη μέλη θα βασίζεται σε κοινές αρχές.

    Οι εν λόγω αρχές μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:

    -τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών προστατεύονται ως έργα λόγου από αποκλειστικά δικαιώματα στο πλαίσιο της πνευματικής ιδιοκτησίας.

    -καθορίζεται ποιο είναι το αρχικό υποκείμενο του δικαιώματος.

    -καθορίζονται οι συγκεκριμένες ενέργειες που απαιτούν την έγκριση του δικαιούχου και οι ενέργειες που δεν συνιστούν παράβαση, και

    -καθορίζονται οι προϋποθέσεις για την προστασία του προγράμματος.

    Οι στόχοι αυτοί επιτεύχθηκαν στο σύνολό τους. Ωστόσο, η οδηγία δεν προέβλεπε την πλήρη εναρμόνιση, αλλά άφηνε ορισμένα περιθώρια στα κράτη μέλη να κάνουν χρήση της διακριτικής ευχέρειας που έχουν υπό το πρίσμα της επικουρικότητας, εφόσον τα εν λόγω εθνικά μέτρα δεν επηρεάζουν την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

    III. Το περιεχομενο της οδηγιας

    Η οδηγία του Συμβουλίου 91/250/ΕΟΚ προστατεύει τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας ως έργα λόγου κατά την έννοια της σύμβασης της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων. Το ζήτημα της πατρότητας του έργου αφήνεται σε μεγάλο βαθμό στα κράτη μέλη της ΕΕ. Οι εργοδότες δικαιούνται να ασκήσουν όλες τις περιουσιακές εξουσίες επί των προγραμμάτων που δημιουργούνται από τους μισθωτούς τους. Τα ηθικά δικαιώματα αποκλείονται από το πεδίο της οδηγίας.

    Το χαρακτηριστικό στοιχείο της οδηγίας είναι ότι το επίπεδο πρωτοτυπίας (κριτήριο επιλεξιμότητας για την προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας) εναρμονίστηκε για πρώτη φορά σε κοινοτικό επίπεδο για ορισμένη κατηγορία έργων που μπορούν να προστατευθούν με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Το πρόγραμμα πρέπει να είναι «αποτέλεσμα προσωπικής πνευματικής εργασίας του δημιουργού του». Δεν προβλέπονται άλλα κριτήρια. Το ενιαίο αυτό επίπεδο επέβαλε στα δώδεκα κράτη μέλη να χαμηλώσουν το κατώφλι για την παροχή προστασίας και στα υπόλοιπα τρία να «υψώσουν τον πήχη». Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η προστασία που παρέχει η οδηγία είναι ισχυρή και ότι, ιδίως, δεν μπορούν να υπάρξουν εξαιρέσεις για την αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση.

    Ο δικαιούχος έχει ορισμένα αποκλειστικά δικαιώματα: το δικαίωμα να προβαίνει σε ή να επιτρέπει την αναπαραγωγή, τη μετάφραση, την προσαρμογή, τη διαρρύθμιση και οποιαδήποτε μορφή διανομής στο κοινό, συμπεριλαμβανομένης της εκμίσθωσης.

    Ωστόσο, προβλέπονται ορισμένες εξαιρέσεις σε αυτά τα αποκλειστικά δικαιώματα. Οι κανονικές δραστηριότητες εκ μέρους των προσώπων που απέκτησαν νομίμως το πρόγραμμα είναι ελεύθερες.

    Επιτρέπονται επίσης ρητά ορισμένες τεχνικές αντίστροφου τεχνικού σχεδιασμού. Το πρόσωπο που έχει δικαίωμα χρήσης του αντιγράφου προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή δικαιούται, χωρίς την άδεια του δικαιούχου, να παρακολουθεί, να μελετά ή να δοκιμάζει τη λειτουργία του προγράμματος, προκειμένου να εντοπίσει τις ιδέες και τις αρχές που αποτελούν τη βάση οποιουδήποτε στοιχείου του προγράμματος εφόσον δεν προβαίνει σε παράνομη αντιγραφή.

    Επιπλέον, η οδηγία προβλέπει ότι τα "δικαιώματα του προσώπου που έχει δικαίωμα χρήσης" του προγράμματος δεν μπορούν να εμποδίζονται συμβατικώς.

    Η πιο σημαντική εξαίρεση είναι η δυνατότητα αντίστροφης μεταγλώττισης (νόμος 2121/93: αποσυμπίλησης) του προγράμματος ώστε να επιτευχθεί διαλειτουργικότητα με άλλα προγράμματα. Το θέμα αυτό αποτέλεσε το αντικείμενο εκτενών συζητήσεων που οδήγησαν σε συμβιβασμό με αποτέλεσμα στην πράξη να διατίθενται οι πληροφορίες που απαιτούνται για την επίτευξη της διαλειτουργικότητας.

    Ορισμένες προϋποθέσεις έχουν ως στόχο να περιορίσουν την αποσυμπίληση στο ελάχιστο επίπεδο που είναι αναγκαίο προκειμένου να επιτευχθεί η διαλειτουργικότητα χωρίς να διακυβεύονται τα νόμιμα συμφέροντα του δικαιούχου με την ανάπτυξη, για παράδειγμα, προγράμματος που δεν δημιουργήθηκε ανεξάρτητα ή προγράμματος που παραβιάζει τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Οι περιορισμοί αυτοί προβλέπουν μεταξύ άλλων: ότι η εξαίρεση της αποσυμπίλησης αφορά μόνον τον κάτοχο άδειας εκμετάλλευσης ή κάποιον που ενεργεί για λογαριασμό του. ότι οι αναγκαίες πληροφορίες δεν έχουν ήδη καταστεί ευκόλως προσιτές. ότι οι πράξεις περιορίζονται στα μέρη του προγράμματος που είναι αναγκαία για την επίτευξη της διαλειτουργικότητας. ότι οι πληροφορίες που αποκτώνται δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη, παραγωγή ή εμπορία προγράμματος που προσβάλλει τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. ότι τα νόμιμα δικαιώματα του δικαιούχου δεν θίγονται αδικαιολόγητα και ότι η χρήση δεν έρχεται σε σύγκρουση με τη συνήθη εκμετάλλευση του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή.

    Η οδηγία προβλέπει επίσης ότι οι συμβατικές διατάξεις που είναι αντίθετες με την εξαίρεση της αποσυμπίλησης είναι άκυρες.

    Όσον αφορά την τήρηση του νόμου, προβλέπονται κανόνες για την κατάσχεση τόσο των αντιγράφων όσο και των μέσων για την εξουδετέρωση συστημάτων κωδικοποίησης/ προστασίας από αντιγραφή.

    IV. Η εφαρμογη της οδηγιας

    Παρ' όλο που μόνο τρία κράτη μέλη τήρησαν την προθεσμία εφαρμογής (1η Ιανουαρίου 1993), σήμερα όλα τα κράτη έχουν θεσπίσει τους απαιτούμενους νόμους και τις κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις.

    Ο πίνακας που ακολουθεί παρουσιάζει τα μέτρα εφαρμογής.

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    V. Η εφαρμογη απο τα κρατη μελη

    1. Αντικείμενο της προστασίας (άρθρο 1)

    Το άρθρο 1 της οδηγίας ορίζει την έκταση της προστασίας βάσει δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας που παρέχεται για προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών. Έξι από τα κράτη μέλη (Βέλγιο, Γερμανία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Ιταλία και Ισπανία) τήρησαν τις απαιτήσεις του εν λόγω άρθρου, παρ' όλο που μόνο δύο τήρησαν τη διάταξη που αναφέρει ότι «η παροχή της προστασίας δεν εξαρτάται από την εφαρμογή κανενός άλλου κριτηρίου». Η διασάφηση αυτή προβλέπεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 και αφορά τον ορισμό της πρωτοτυπίας ως προϋπόθεση για την προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

    Η Γερμανία περιέλαβε ρητά το άρθρο 1 παράγραφος 3 [3] εγκαταλείποντας έτσι την νομολογία «Inkassoprogramm» του Ανωτάτου Δικαστηρίου της [4] που απαιτούσε προηγουμένως την ύπαρξη (υψηλού) επιπέδου δημιουργικότητας («Schφpfungshφhe»). Το τροποποιημένο αυτό επίπεδο πρωτοτυπίας επιβεβαιώθηκε στη συνέχεια από τη νομολογία [5] και έτσι το γερμανικό κριτήριο επιλεξιμότητας συμφωνεί με τις διατάξεις της οδηγίας.

    [3] Άρθρο 69α (3) του γερμανικού νόμου περί προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

    [4] BGHZ 94,

    [5] BGH [1994] GRUR 39 "Buchhaltungsprogramm", BGH [1994] GRUR 363 "Holzhandelsprogramm".

    (α) Προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών ως έργων λόγου

    Τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών προστατεύονται ως έργα λόγου κατά την έννοια του άρθρου 2 της Σύμβασης της Βέρνης. Το άρθρο 4 της συνθήκης για την πνευματική ιδιοκτησία (WCT) του Παγκόσμιου Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΠΟΔΙ) χρησιμοποιεί την ίδια διατύπωση με εκείνη της οδηγίας. Οι εν λόγω διατάξεις συμφωνούν επίσης με το άρθρο 10 παράγραφος 1 της συμφωνίας TRIPS.

    Όλα τα κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει την απαίτηση αυτή.

    (β) Προστασία του προπαρασκευαστικού υλικού σχεδιασμού

    Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2, ο όρος «προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών» περιλαμβάνει και το προπαρασκευαστικό υλικό σχεδιασμού τους. Η μεγάλη πλειονότητα των κρατών μελών έχει μεταφέρει τη διάταξη αυτή χωρίς όμως να περιγράφει τον όρο «προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών». Όπως φαίνεται, μόνο η Γαλλία και η Γερμανία συμπεριέλαβαν τον ορισμό αυτό στις νομικές τους πράξεις. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι η ίδια η οδηγία δεν ορίζει την έννοια των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών. Ωστόσο, ο όρος αποσαφηνίζεται εν μέρει στην 7η αιτιολογική σκέψη και στο επεξηγηματικό σημείωμα στην αρχική πρόταση της Επιτροπής του Απριλίου του 1989.

    Η Δανία και η Φινλανδία δεν μετέφεραν την απαίτηση για το προπαρασκευαστικό υλικό σχεδιασμού των προγραμμάτων. Στο ΗΒ το προπαρασκευαστικό υλικό σχεδιασμού εντάσσεται στα έργα λόγου και όχι στα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών. Φαίνεται ότι η διάταξη του ΗΒ, παρ' όλο που είναι ευρύτερη από τη ρύθμιση της οδηγίας που περιορίζεται στα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών, είναι σύμφωνη με την οδηγία. Στη Δανία και στη Φινλανδία δεν έχουν προκύψει στην πράξη δυσκολίες σε σχέση με το θέμα αυτό.

    (γ) Κάθε μορφή έκφρασης

    Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2, η προστασία ισχύει για κάθε μορφή έκφρασης ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Δέκα κράτη μέλη μετέφεραν στο εσωτερικό τους δίκαιο την απαίτηση αυτή, από τα οποία η Δανία, η Φινλανδία, η Γαλλία, το Λουξεμβούργο και οι Κάτω Χώρες περιέλαβαν ρητή διάταξη. Προς το παρόν, δεν είναι σαφές πώς επηρέασε αυτό την προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών στα αντίστοιχα κράτη μέλη.

    (δ) Ιδέες και αρχές

    Οι ιδέες και οι αρχές στις οποίες βασίζεται οποιοδήποτε στοιχείο προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή δεν προστατεύονται με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Η παραδοσιακή αυτή εξαίρεση από τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας επαναλαμβάνεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 εδάφιο 2 και στις αιτιολογικές σκέψεις 13 και 14 της οδηγίας. Οκτώ κράτη μέλη (Αυστρία, Φινλανδία, Γαλλία, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες, Πορτογαλία, Σουηδία και ΗΒ) δεν έχουν μεταφέρει τις εν λόγω διατάξεις. Φαίνεται ωστόσο ότι αποτελεί μόνιμη πρακτική αυτών των κρατών μελών να εφαρμόζουν τη διάκριση ιδεών / έκφρασης ως γενική αρχή της νομοθεσίας περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

    (ε) Προσωπική πνευματική εργασία του δημιουργού

    Όπως προαναφέρθηκε, το άρθρο 1 παράγραφος 3 ορίζει το επίπεδο πρωτοτυπίας που απαιτείται για τη χορήγηση της προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Το κοινοτικό κριτήριο αναφέρεται στην «προσωπική πνευματική εργασία του δημιουργού». Έξι κράτη μέλη δεν μετέφεραν ρητά την εν λόγω απαίτηση. Από αυτά, η Δανία, η Φινλανδία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες και η Σουηδία θεωρούν ότι εξυπακούεται από τη νομοθεσία τους ότι λαμβάνεται υπόψη η διατύπωση της οδηγίας. Η αρχή αυτή δεν φαίνεται μέχρι σήμερα να έχει αμφισβητηθεί από τα ενδιαφερόμενα μέρη.

    Ωστόσο, η Επιτροπή έπρεπε να εξετάσει τα μέτρα εφαρμογής του ΗΒ, επειδή στο εν λόγω κράτος μέλος παραδοσιακά απαιτούνται μόνο δεξιότητες και εργασία και επιτρέπεται η προστασία με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας των έργων που δημιουργούνται με τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ύστερα από την έγκριση της οδηγίας 96/9/ΕΚ σχετικά με τη νομική προστασία των βάσεων δεδομένων [6] υπάρχει πλέον στο ΗΒ νομικός ορισμός της πρωτοτυπίας όταν πρόκειται για έργο λόγου υπό τη μορφή τράπεζας δεδομένων [7]. Δεν έχει θεσπιστεί ακόμα παρόμοια ρήτρα για τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών. Παραμένει να διαπιστωθεί κατά πόσον αυτόν αυτό θα οδηγήσει σε δυσανάλογα υψηλή προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών στο ΗΒ.

    [6] ΕΕ L 77, 27.3.1996, σ.

    [7] Άρθρο 3 A (2) CDPA 1988 όπως τροποποιήθηκε από τους κανονισμούς για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα δικαιώματα στις βάσεις δεδομένων του 1997, S.I. 1997/3032 της 18.12.

    (στ) Κανένα άλλο κριτήριο

    Μόνο το Βέλγιο και η Γερμανία έχουν μεταφέρει το στοιχείο αυτό της οδηγίας. Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι δεν είναι απολύτως αναγκαίο να μεταφερθεί κατά λέξη η ασφαλιστική αυτή ρήτρα, καθόσον η οδηγία ορίζει σαφώς ότι αρκεί το έργο να είναι αποτέλεσμα «προσωπικής πνευματικής εργασίας του δημιουργού του». Επιπλέον, η 8η αιτιολογική σκέψη αναφέρει ότι, όσον αφορά τα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία προσδιορίζεται κατά πόσον ένα πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστεί αποτελεί ή όχι πρωτότυπο έργο, δεν πρέπει να εφαρμόζεται έλεγχος της ποιοτικής ή αισθητικής αξίας του προγράμματος. Στην πράξη, εκτιμάται ότι τα δικαστήρια των κρατών μελών θα ανατρέχουν στις διατάξεις αυτές όταν ερμηνεύουν τα άρθρα της οδηγίας.

    2. Δημιουργός του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή (άρθρο 2)

    Το άρθρο 2 περιλαμβάνει τρεις υποχρεωτικές διατάξεις για την πατρότητα των προγραμμάτων, δηλαδή όταν ο δημιουργός είναι φυσικό πρόσωπο, ομάδα ατόμων ή μισθωτοί. Περιλαμβάνει επίσης διάταξη για τα συλλογικά έργα, τα οποία αφήνονται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών. Η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία έκαναν χρήση της επιλογής αυτής.

    ´Όλα τα κράτη μέλη συμπεριέλαβαν στις νομοθεσίες τους κανόνες για τη μεταφορά των υποχρεωτικών διατάξεων του άρθρου 2.

    3. Πρόσωπα δικαιούμενα προστασίας (άρθρο 3)

    Για τον καθορισμό των δικαιούχων προστασίας, το άρθρο αυτό παραπέμπει στα πρόσωπα που προστατεύονται από την εθνική νομοθεσία περί πνευματικής ιδιοκτησίας όπως εφαρμόζεται στα έργα λόγου. Για το λόγο αυτό έχει κυρίως επιβεβαιωτικό χαρακτήρα. Ωστόσο, φαίνεται ότι όλα τα κράτη μέλη συμπεριέλαβαν ρητά τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας όπως παρέχεται στα έργα λόγου, γεγονός που σημαίνει ότι θα εφαρμόζονται οι κανονικοί κανόνες για την πατρότητα.

    4. Πράξεις που υπόκεινται σε άδεια του δικαιούχου (άρθρο 4)

    Επτά κράτη μέλη (Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ιρλανδία, Ιταλία, Λουξεμβούργο και Ισπανία) έχουν μεταφέρει όλες τις απαιτήσεις του άρθρου 4.

    (α) Αναπαραγωγή (άρθρο 4 στοιχείο a))

    Σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας, απαιτείται άδεια για την οριστική ή προσωρινή αναπαραγωγή του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, με κάθε μέσο και μορφή εν όλω ή εν μέρει. Ορισμένα όμως κράτη μέλη δεν συμπεριέλαβαν την «οριστική ή προσωρινή παραγωγή» στις εθνικές τους διατάξεις (Αυστρία, Δανία, Φινλανδία, Κάτω Χώρες και Σουηδία). Σύμφωνα με σχόλια εκπροσώπων του κλάδου, οι αποκλίσεις αυτές χρειάζονται ίσως περαιτέρω διερεύνηση.

    Ομοίως, ορισμένα από τα κράτη μέλη (Δανία, Φινλανδία, Ελλάδα, Σουηδία και ΗΒ) δεν μετέφεραν την διατύπωση «εν όλω ή εν μέρει». Τέλος, ορισμένα κράτη μέλη (Αυστρία, Δανία, Φινλανδία, Πορτογαλία και Σουηδία) παρέλειψαν να συμπεριλάβουν τη «φόρτωση, την εμφάνιση στην οθόνη, την εκτέλεση, τη μεταβίβαση ή την αποθήκευση του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή» στο πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος αναπαραγωγής. Η παράλειψη αυτή έρχεται σε αντίθεση με την κοινή δήλωση όσον αφορά το άρθρο 1 παράγραφος 4 της συνθήκης για την πνευματική ιδιοκτησία (WCT), σύμφωνα με το οποίο η αποθήκευση προστατευόμενου έργου σε ψηφιακή μορφή σε ηλεκτρονικό μέσο συνιστά αναπαραγωγή υπό την έννοια του άρθρου 9 της Σύμβασης της Βέρνης.

    (β) Μετάφραση, προσαρμογή, διαρρύθμιση ή οποιαδήποτε άλλη μετατροπή του προγράμματος (άρθρο 4 στοιχείο β))

    Ορισμένα κράτη μέλη (Αυστρία, Δανία, Κάτω Χώρες, Σουηδία και ΗΒ) παρέλειψαν τη φράση «οποιαδήποτε άλλη μετατροπή». Σε αυτά τα κράτη μέλη το πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος μπορεί να είναι στενότερο από εκείνο που προβλέπεται στην οδηγία.

    (γ) Οποιαδήποτε μορφή διανομής στο κοινό, συμπεριλαμβανομένης της εκμίσθωσης (άρθρο 4 στοιχείο γ) εδάφιο 1)

    Σε όλα τα κράτη μέλη προβλέπεται ότι για τη διανομή του πρωτοτύπου ή αντιγράφου προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή απαιτείται άδεια. Το ίδιο ισχύει για το δικαίωμα εκμίσθωσης.

    (δ) Εξάντληση του δικαιώματος στην Κοινότητα (άρθρο 4 στοιχείο γ) εδάφιο 2)

    Όπως αναφέρεται στην απάντηση του Επιτρόπου Monti της 11ης Ιουλίου 1995 στην προφορική ερώτηση H-0436/95 του ευρωβουλευτή Arthur Newens [8], η Επιτροπή υποστηρίζει σταθερά την άποψη ότι η οδηγία 91/250/ΕΟΚ εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν την έννοια της διεθνούς εξάντλησης του δικαιώματος σε σχέση με τη διανομή προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών. Το άρθρο 4 στοιχείο γ) θεσπίζει αποκλειστικό δικαίωμα διανομής, το οποίο εξαντλείται στην Κοινότητα όταν το πρόγραμμα πωληθεί εντός της Κοινότητας. Επειδή η οδηγία δεν περιλαμβάνει διάταξη σχετικά με την εξάντληση του αποκλειστικού αυτού δικαιώματος στην Κοινότητα όταν η πρώτη πώληση πραγματοποιηθεί εκτός της Κοινότητας, τα κράτη μέλη δεν έχουν τη δυνατότητα να θεσπίσουν την εξάντληση του δικαιώματος αυτού σε σχέση με τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών.

    [8] Debates of the European Parliament (έκδοση στα αγγλικά) αριθ. 466, σ. 174.

    Ο σιωπηρός περιορισμός των παράλληλων εισαγωγών προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών στην Κοινότητα δεν έχει μεταφερθεί ρητά από τη Δανία, τη Φινλανδία, τις Κάτω Χώρες και την Πορτογαλία. Επιπλέον, από τη διατύπωση της νομοθετικής πράξης φαίνεται ότι η έννοια της εξάντλησης του δικαιώματος που εφαρμόζει το Λουξεμβούργο δεν ισχύει μόνο για το δικαίωμα διανομής. Ενδιαφερόμενοι κύκλοι έχουν εκφράσει ανησυχίες σχετικά με τα θέματα αυτά.

    Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι βάσει της νομολογίας που ερμηνεύει την ολλανδική νομοθετική πράξη περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας υπό το πρίσμα της οδηγίας, η εξάντληση του δικαιώματος στην Κοινότητα εφαρμόζεται στις Κάτω Χώρες αναλόγως [9]. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του περιφερειακού δικαστηρίου της Χάγης στην υπόθεση «Novell», η ολλανδική νομοθετική πράξη περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, η οποία δεν περιλαμβάνει διατάξεις για την εξάντληση του δικαιώματος πρέπει να ερμηνευθεί με τον ευρύτερο δυνατό τρόπο σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας. Υπό τις συνθήκες αυτές, ο δικαστής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι από την 1η Σεπτεμβρίου 1994 πρέπει να εφαρμοστεί καθεστώς προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας για τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών στις Κάτω Χώρες, σύμφωνα με το οποίο προβλέπεται εξάντληση του δικαιώματος μόνο για την Κοινότητα.

    [9] Περιφερειακό Δικαστήριο Χάγης, περίληψη απόφασης της 7ης Ιουλίου 1995 στην υπόθεση KG 95/591 (Novell, Inc. κατά America Direct B.V.)

    5. Εξαιρέσεις από τις πράξεις που υπόκεινται σε άδεια (άρθρο 5)

    Δέκα κράτη μέλη μετέφεραν όλες τις υποχρεωτικές αυτές διατάξεις, είτε κατά λέξη είτε με παρεμφερή διατύπωση (Βέλγιο, Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ισπανία και Σουηδία). Στη συνέχεια παρέχονται λεπτομερείς πληροφορίες για κάθε διάταξη.

    (α) Κανονική χρήση από το πρόσωπο που απέκτησε το πρόγραμμα νομίμως και διόρθωση σφαλμάτων (άρθρο 5 παράγραφος 1)

    Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, σε περίπτωση που δεν υπάρχουν ειδικές συμβατικές διατάξεις, οι πράξεις που υπόκεινται σε άδεια, με εξαίρεση τη διανομή και την εκμίσθωση, δεν προϋποθέτουν την άδεια του δικαιούχου όταν αυτές είναι αναγκαίες για την κατά προορισμό χρησιμοποίηση του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή από το πρόσωπο που το απέκτησε νομίμως, συμπεριλαμβανομένης της διόρθωσης σφαλμάτων.

    Τα περισσότερα κράτη μέλη επιτρέπουν ρητά την υπεργολαβική ανάθεση έργων σε σχέση με το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5 παράγραφος 1. Παρατηρούνται ωστόσο διαφορές απόψεων όσον αφορά την έννοια του «προσώπου που απέκτησε νομίμως το πρόγραμμα». Αρκετά κράτη μέλη μετέφεραν την έννοια αυτή χρησιμοποιώντας τον όρο «νόμιμος χρήστης», δηλαδή, ένα πρόσωπο που έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το πρόγραμμα.

    Η Επιτροπή συμμερίζεται την άποψη ορισμένων σχολιαστών ότι «το πρόσωπο που απέκτησε νομίμως το πρόγραμμα» είναι ο αγοραστής, ο κάτοχος άδειας, ο μισθωτής ή άτομο που έχει άδεια να χρησιμοποιεί το πρόγραμμα για λογαριασμό κάποιου από τα ανωτέρω πρόσωπα. Το επιχείρημα αυτό βασίζεται επίσης στα άρθρα 6 και 8 της οδηγίας για τις βάσεις δεδομένων (οδηγία 96/9/ΕΚ), στα οποία χρησιμοποιείται ο όρος «νόμιμος χρήστης» και τα οποία συντάχθηκαν σύμφωνα με το πνεύμα του άρθρου 5 παράγραφος 1 της οδηγίας για τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών [10].

    [10] Επεξηγητικό σημείωμα, COM (92) 24 τελικό, 13.5.1992, σημείο 8.4.

    Σύμφωνα με την άποψη της Επιτροπής, το άρθρο 5 παράγραφος 1 και η αιτιολογική σκέψη 18 έχουν ως στόχο να αποτρέψουν το ενδεχόμενο να εμποδίζεται με σύμβαση το «πρόσωπο που απέκτησε νομίμως το πρόγραμμα» να εκτελεί κάποια από τις πράξεις που υπόκεινται σε άδεια οι οποίες είναι αναγκαίες για την κατά προορισμό χρησιμοποίηση του προγράμματος ή για τη διόρθωση σφαλμάτων. Πλην όμως μια σύμβαση μπορεί να περιλαμβάνει ειδικές διατάξεις για τον «έλεγχο» των πράξεων που υπόκεινται σε άδεια οι οποίες μπορούν να εκτελεστούν από τον χρήστη του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή.

    Στα μέτρα μεταφοράς που θέσπισαν η Αυστρία, η Φινλανδία και το ΗΒ δεν περιλαμβάνεται η φράση «ελλείψει ειδικών συμβατικών διατάξεων». Στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου η παράλειψη αυτή μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι στο εν λόγω κράτος μέλος ισχύει μία περιεκτική έννοια της ελευθερίας των συμβάσεων που υπερκαλύπτει τον τομέα των εξαιρέσεων στα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που επηρεάζουν την προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών. Οι νομοθετικές πράξεις της Αυστρίας και της Φινλανδίας φαίνεται ότι δεν τηρούν τις κοινοτικές προδιαγραφές καθόσον προβλέπουν ευρύτερες εξαιρέσεις από εκείνες που επιτρέπει η οδηγία.

    Επιπλέον, τα μέτρα μεταφοράς που θέσπισαν η Πορτογαλία και το ΗΒ παραλείπουν τη φράση «κατά προορισμό». Η Επιτροπή δεν γνωρίζει κατά πόσο έχουν προκύψει δυσκολίες στην πράξη λόγω της παράλειψης αυτής.

    (β) Δημιουργία εφεδρικού αντιγράφου (άρθρο 5 παράγραφος 2)

    H παράγραφος 2 του άρθρου 5 προβλέπει ότι η δημιουργία εφεδρικού αντιγράφου από πρόσωπο που έχει δικαίωμα χρήσης του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή δεν μπορεί να εμποδίζεται συμβατικά, στο μέτρο που αυτό είναι απαραίτητο για τη χρήση.

    Η διάταξη μεταφέρθηκε από όλα τα κράτη μέλη. [11]

    [11] Ορισμένες ανησυχίες του κλάδου αναφέρονται στο κεφάλαιο VII.2.

    (γ) Παρακολούθηση, μελέτη ή δοκιμασία της λειτουργίας του προγράμματος (άρθρο 5 παράγραφος 3)

    Σύμφωνα με την παράγραφος 3 του άρθρου 5, το πρόσωπο που έχει δικαίωμα χρήσης του αντιγράφου προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή δικαιούται, χωρίς την άδεια του δικαιούχου, να παρακολουθεί, να μελετά ή να δοκιμάζει τη λειτουργία του προγράμματος αυτού, προκειμένου να εντοπίσει τις ιδέες και τις αρχές που αποτελούν τη βάση οποιουδήποτε στοιχείου του προγράμματος, εάν οι ενέργειες αυτές γίνονται κατά τη διάρκεια πράξης φόρτωσης, εμφάνισης στην οθόνη, εκτέλεσης, μεταβίβασης ή αποθήκευσης του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή την οποία δικαιούται να διενεργήσει.

    Όλα τα κράτη μέλη τήρησαν τους όρους αυτούς εκτός από τη Φινλανδία και το ΗΒ οι οποίες παρέλειψαν τη φράση «την οποία δικαιούται να διενεργήσει». Η παράλειψη αυτή είναι σημαντική καθόσον η φράση «την οποία δικαιούται να διενεργήσει» εξασφαλίζει τον κατάλληλο περιορισμό των πράξεων που υπόκεινται σε άδεια τις οποίες μπορεί να εκτελέσει ο νόμιμος χρήστης για να παρατηρήσει, να μελετήσει ή να δοκιμάσει τη λειτουργία του προγράμματος.

    (δ) Αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση

    Η οδηγία, στο άρθρο 5 παράγραφος 1, προβλέπει ειδικές εξαιρέσεις που επιτρέπουν τη χρησιμοποίηση υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Η αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών δεν συμπεριλήφθηκε από τον κοινοτικό νομοθέτη στις επιτρεπτές εξαιρέσεις από τις πράξεις που υπόκεινται σε άδεια. Ωστόσο, ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν ρητά καταργήσει τις ισχύουσες εξαιρέσεις για την αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση. Οι δικαιούχοι αποδίδουν μεγάλη σημασία στο ζήτημα αυτό. Πρέπει να ληφθούν μέτρα ώστε τα εν λόγω κράτη μέλη να ευθυγραμμιστούν με τις χώρες εκείνες που έχουν καταργήσει τις εξαιρέσεις για την αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών.

    Μέχρι σήμερα δεν έχουν δημιουργηθεί σημαντικά προβλήματα στην πράξη στον τομέα αυτό και δεν έχουν υποβληθεί επίσημες καταγγελίες. Η κατάσταση όμως παρουσιάζει ορισμένη νομική ασάφεια και ίσως χρειάζεται να διερευνηθεί περαιτέρω.

    6. Αντίστροφη μεταγλώττιση (νόμος 2121/93: Αποσυμπίληση) (άρθρο 6)

    Σε γενικές γραμμές, το άρθρο αυτό έχει μεταφερθεί στο ακέραιο από τα κράτη μέλη. Οι περισσότερες πράξεις μεταφοράς έχουν ίδια ή παρεμφερή διατύπωση. Η παράγραφος 3 του άρθρου 6 όμως που προβλέπει περιορισμό της εξαίρεσης της αποσυμπίλησης παραλήφθηκε από έξι κράτη μέλη (Αυστρία, Δανία, Φινλανδία, Κάτω Χώρες, Σουηδία και ΗΒ). Ο περιορισμός αυτός είναι σημαντικός καθόσον απορρέει από τη «δοκιμή τριών βημάτων» της Σύμβασης της Βέρνης (που προκύπτει από το άρθρο 9 παράγραφος 2 της Σύμβασης της Βέρνης). Σύμφωνα με την οδηγία, ο περιορισμός αυτός εξασφαλίζει ότι η εξαίρεση της αποσυμπίλησης δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά τρόπο που προσβάλλει αδικαιολόγητα τα νόμιμα συμφέροντα του δικαιούχου ή έρχεται σε σύγκρουση με τη συνήθη εκμετάλλευση του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Η παράλειψη αυτού του ρητού περιορισμού μπορεί να οδηγήσει σε αδικαιολόγητη ζημία του δικαιούχου.

    Όσον αφορά τα άλλα θέματα που καλύπτονται από το άρθρο 6, οι πράξεις μεταφοράς της Πορτογαλίας, της Σουηδίας και του ΗΒ είναι οι μόνες που δεν φαίνεται να είναι απόλυτα συνεπείς με τις απαιτήσεις της οδηγίας.

    Όσον αφορά την πορτογαλική πράξη μεταφοράς, φαίνεται ότι κατά πρώτον δεν υπάρχει αντίστοιχη διάταξη του στοιχείου γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 6. Η παράλειψη αυτή είναι σοβαρή καθόσον σε περίπτωση παράβασης ο διάδικος μπορεί να χρειάζεται να αποδείξει ότι η πρόσβαση σε μέρη του προγράμματος που δεν είναι αναγκαία για τη διαλειτουργικότητα συνιστά ενέργεια για την οποία δεν έχει δοθεί άδεια και κατά συνέπεια είναι παράνομη. Δεύτερον, δεν μεταφέρθηκε το στοιχείο α) της παραγράφου 2 του άρθρου 6. Έτσι, σε αντίθεση με την οδηγία, δεν αποκλείεται ότι οι ενέργειες αποσυμπίλησης μπορούν να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς άλλους εκτός από την επίτευξη της διαλειτουργικότητας του ανεξάρτητα δημιουργηθέντος προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Τέλος, η πράξη μεταφοράς της απαίτησης για τη «δοκιμασία τριών βημάτων» σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι σύμφωνη με τη διατύπωση της παραγράφου 3 του άρθρου 6.

    Το μόνο ελάττωμα της σουηδικής νομοθετικής πράξης είναι ότι έχει παραληφθεί η φράση «ανεξάρτητα δημιουργηθέντος προγράμματος» από τη μεταφορά του άρθρου 6 παράγραφος 1. Η παράλειψη αυτή μπορεί να έχει ουσιαστική σημασία. Το παραληφθέν στοιχείο προβλέπεται από την οδηγία ώστε να εξασφαλίσει ότι κάθε αποσυμπίληση ενός προγράμματος στόχου πραγματοποιείται μετά την ύπαρξη του ανεξάρτητα δημιουργηθέντος προγράμματος (ακόμα και υπό τη μορφή προπαρασκευαστικού υλικού σχεδιασμού).

    Η πράξη μεταφοράς του ΗΒ δεν είναι σύμφωνη με την οδηγία διότι, κατά πρώτον, χρησιμοποιείται ο όρος «νόμιμος χρήστης» που δεν περιλαμβάνει «το άτομο που έχει την άδεια του κατόχου της άδειας εκμετάλλευσης ή το πρόσωπο που έχει δικαίωμα χρήσης αντιγράφου του προγράμματος». Δεύτερον, η «αναπαραγωγή του κώδικα και η τροποποίηση της μορφής του» μεταφέρθηκε με τη διατύπωση «η μετατροπή γλώσσας χαμηλού επιπέδου σε γλώσσα υψηλού επιπέδου». Τρίτον, δεν προβλέπεται περιορισμός σε «μέρη» του προγράμματος, αλλά ο περιορισμός αφορά «τις πράξεις εκείνες που είναι αναγκαίες για να επιτευχθεί ο στόχος για τον οποίο δόθηκε η άδεια». Τέλος, δεν υπάρχει ρητή μεταφορά της «δοκιμασίας τριών βημάτων» που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 6 .

    7. Τα ειδικά μέτρα προστασίας (άρθρο 7)

    Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 ορίζει ορισμένες ενέργειες κατά των οποίων τα κράτη μέλη λαμβάνουν «κατάλληλα μέτρα βάσει της εθνικής τους νομοθεσίας». Οι ενέργειες αυτές αφορούν: (α) την κυκλοφορία κλεψίτυπου αντιγράφου, (β) την κατοχή για εμπορικούς σκοπούς κλεψίτυπου αντιγράφου και (γ) την κυκλοφορία, ή κατοχή για εμπορικούς σκοπούς μέσων με μοναδικό στόχο να διευκολυνθεί η άνευ αδείας αφαίρεση ή εξουδετέρωση τεχνικού συστήματος προστασίας.

    Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 αναφέρεται στην κατάσχεση κλεψίτυπων αντιγράφων και η παράγραφος 3 στην κατάσχεση μέσων που διευκολύνουν την άνευ αδείας αφαίρεση ή εξουδετέρωση τεχνικού συστήματος προστασίας.

    Ορισμένα κράτη μέλη (Γερμανία, Ελλάδα, Ιταλία και Πορτογαλία) δεν μετέφεραν όλα τα στοιχεία του άρθρου 7, ενώ η Ελλάδα δεν μετέφερε τη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 7. Σε γενικές γραμμές, η μη επακριβής μεταφορά προξενεί στην πράξη ήσσονος σημασίας προβλήματα για την τήρηση του νόμου.

    Σε σχέση με το άρθρο 7 υπήρξαν ορισμένες σημαντικές αποφάσεις δικαστηρίων. Σε μία απόφαση ορόσημο στη Γερμανία αναφέρεται ότι η μετατροπή του προγραμματισμού ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή που προστατεύεται με κλείδωμα υλικού (dongle) για να εξουδετερωθεί η προστασία του προγράμματος συνιστά πράξη που παραβιάζει τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας [12].

    [12] Εφετείο της Καρλσρούης, [1996] WRP 587, που επικυρώθηκε από το Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο (BGH) [1996] CR

    8. Διάρκεια της προστασίας (άρθρο 8)

    Το άρθρο 8 καταργήθηκε από το άρθρο 11 παράγραφος 1 της οδηγίας 93/98/ΕΟΚ για την εναρμόνιση της διάρκειας προστασίας του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και ορισμένων συγγενών δικαιωμάτων [13]. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 της οδηγίας αυτής, τα δικαιώματα ενός δημιουργού λογοτεχνικού ή καλλιτεχνικού έργου κατά την έννοια του άρθρου 2 της Σύμβασης της Βέρνης προστατεύονται σε όλα τα κράτη μέλη για 70 έτη μετά τον θάνατό του. Η διάταξη αυτή ισχύει επίσης για την περίπτωση των δημιουργών προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών.

    [13] ΕΕ L 290, 24.11.1993, σ.

    Όλα τα κράτη μέλη τήρησαν τους όρους της οδηγίας.

    9. Εξακολούθηση της εφαρμογής άλλων νομικών διατάξεων (άρθρο 9)

    Το άρθρο 9 παράγραφος 1 περιλαμβάνει μια ρήτρα επιφύλαξης σε σχέση με τις άλλες νομικές διατάξεις που επηρεάζουν τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών, όπως είναι οι διατάξεις για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, τα σήματα, τον αθέμιτο ανταγωνισμό, το εμπορικό απόρρητο, την προστασία των προϊόντων ημιαγωγών ή το δίκαιο των συμβάσεων. Επιπλέον, ορίζει ότι όλες οι συμβατικές διατάξεις οι οποίες είναι αντίθετες προς το άρθρο 6 (αποσυμπίληση) ή προς τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 3 είναι άκυρες.

    Οι συνέπειες της παράλειψης των Κάτω Χωρών και της Ισπανίας να μεταφέρουν ρητά τις τελευταίες αυτές απαιτήσεις μπορούν να αμβλυνθούν από τις αντιλήψεις που ισχύουν στα εν λόγω κράτη μέλη σε σχέση με ζητήματα δημοσίου συμφέροντος, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων της οδηγίας.

    Σημαντικός αριθμός κρατών μελών (Αυστρία, Βέλγιο, Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες, Σουηδία και ΗΒ) δεν μετέφεραν κατά λέξη τη ρήτρα «δεν θίγουν τις άλλες νομικές διατάξεις». Ωστόσο, οι εν λόγω νομικές διατάξεις θα εξακολουθήσουν να ισχύουν σε αυτά τα κράτη μέλη βάσει της αρχής του ειδικού νόμου (lex specialis). Έτσι, η παράλειψη αυτή δεν πρόκειται να έχει επιπτώσεις για την τήρηση των κοινοτικών απαιτήσεων.

    Οι διεθνείς παραγωγοί λογισμικού αναγνωρίζουν τις απαιτήσεις για την αποσυμπίληση της οδηγίας στις συμφωνίες εκμετάλλευσης δικαιωμάτων που συνάπτουν. Ωστόσο, υπάρχουν συμφωνίες εκμετάλλευσης δικαιωμάτων από ορισμένες αμερικανικές και ευρωπαϊκές πηγές που δεν είναι σύμφωνες με τα άρθρα 5, 6 και 9 της οδηγίας. Με δεδομένο τον υποχρεωτικό χαρακτήρα ορισμένων εξαιρέσεων και «δικαιωμάτων χρηστών» που προβλέπονται στις εν λόγω διατάξεις, οι συμβάσεις αυτές μπορεί να είναι άκυρες.

    VI. Επισκοπηση των αποτελεσματων της μεταφορας

    1. Γενική ικανοποίηση των ενδιαφερομένων όσον αφορά τα βασικά χαρακτηριστικά του ισχύοντος καθεστώτος

    Εκτός από ορισμένες νέες εξελίξεις μετά την παρουσίαση της πρότασης της Επιτροπής για την έκδοση οδηγίας σχετικά με την εναρμόνιση ορισμένων θεμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία των πληροφοριών [14], οι οποίες εξετάζονται στη συνέχεια, οι ενδιαφερόμενοι κύκλοι δεν έχουν ζητήσει κάποια ουσιαστική αλλαγή της οδηγίας. Όλοι ανεξαιρέτως οι εκπρόσωποι των εν λόγω κύκλων που ερωτήθηκαν στο πλαίσιο της μελέτης του 1997 απάντησαν ότι η οδηγία συνέβαλε σημαντικά στην εναρμόνιση με τον καθορισμό προτύπων για την προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας ως έργων λόγου.

    [14] ΕΕ C 108, 7.4.1998, σ. 6 και τροποποιημένη πρόταση στην ΕΕ C 180, 25.06.1999, σ.

    2. Ο αντίκτυπος στον κλάδο παραγωγής προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών

    Η έγκριση της οδηγίας επενέργησε θετικά στον κλάδο παραγωγής προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών σε τέσσερα σημαντικά σημεία:

    Μείωση της πειρατείας (πτώση σε όλη τη Δυτική Ευρώπη από 78% κατά μέσο όρο το 1990 σε 36% το 1998) [15].

    [15] BSA/SIIA Piracy Statistics 1998. SIIA Global Software Piracy Report 1999.

    αύξηση της απασχόλησης (η ευρωπαϊκή βιομηχανία λογισμικού αυξήθηκε από 19 δισεκ. ECU το 1992 σε 31 το 1997) [16].

    [16] Έκθεση Price Waterhouse

    μετατόπιση προς ανοικτά συστήματα (βλέπε αποτελέσματα των εργασιών της ομάδας εργασίας της ΕΕ για το ανοικτό λογισμικό στη διεύθυνση http://eu.conecta.it), και

    εναρμόνιση όσον αφορά τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών που δημιουργούνται από μισθωτούς.

    3. Ο αντίκτυπος στη νομοθεσία τρίτων χωρών

    Η οδηγία χρησιμοποιήθηκε ως πρότυπο σε σημαντικό αριθμό χωρών της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης, καθώς και στο Χονγκ-Κονγκ, στις Φιλιππίνες και στην Αυστραλία.

    Η οδηγία παρέχει παρόμοιο επίπεδο προστασίας με εκείνο που προβλέπεται στη νομοθεσία των σημαντικότερων εμπορικών εταίρων της Κοινότητας.

    Έχει διατυπωθεί ο ισχυρισμός ότι ένα συγκεκριμένο στοιχείο σε σχέση με το πεδίο της προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας για τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών δημιουργεί ορισμένες διαφορές σε διεθνές επίπεδο. Στο πλαίσιο της μελέτης το 1997 επισημάνθηκε ότι ο ιαπωνικός νόμος για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας περιλαμβάνει εξαιρέσεις για «κάθε γλώσσα προγραμματισμού, κανόνα ή αλγόριθμο που χρησιμοποιείται για τη δημιουργία αυτών των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών».

    Η Επιτροπή συμμερίζεται την άποψη ότι δεν υπάρχει λόγος για επέκταση των εξαιρέσεων στο πεδίο της προστασίας στο πλαίσιο της οδηγίας ώστε να συμπεριληφθούν οι γλώσσες προγραμματισμού. Σε σχέση όμως με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 της οδηγίας αμφισβητείται κατά πόσον οι κανόνες και οι αλγόριθμοι μπορούν να ενταχθούν στις «αρχές», ιδίως αν η έννοια των αρχών καλύπτει «τις διαδικασίες, τις μεθόδους λειτουργίας ή τις ίδιες τις μαθηματικές έννοιες».

    Τέλος, δεν υπάρχει σχετική νομολογία στο πλαίσιο του άρθρου 47 παράγραφος 2 του ιαπωνικού νόμου περί δικαιωμάτων πνευματικών ιδιοκτησίας που να διαφοροποιεί τη θέση της Ιαπωνίας από εκείνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή των Ηνωμένων Πολιτειών.

    4. Συνέπειες που απορρέουν από άλλες διαφορές των μέτρων μεταφοράς των κρατών μελών

    Παρ' όλο που τα ενδιαφερόμενα μέρη εξέφρασαν τη γνώμη ότι η πλειονότητα των διαφορών των μέτρων μεταφοράς δεν δημιουργεί σημαντικά προβλήματα για την ενιαία αγορά, μπορεί να επισημανθεί ότι τα κράτη μέλη που αποκλίνουν περισσότερο από το κείμενο της οδηγίας είναι εκείνα που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την έγκριση της οδηγίας. Το γεγονός αυτό μπορεί να αποδοθεί στην απουσία των εν λόγω κρατών μελών από τη διαδικασία που οδήγησε στην έγκριση της οδηγίας.

    VII. Αναγκη για τυχον περαιτερω ενεργειες της κοινοτητας

    Μετά την ολοκλήρωση της μελέτης τον Αύγουστο του 1997, η Επιτροπή έγινε αποδέκτης διαφόρων παρατηρήσεων εκ μέρους ενδιαφερόμενων κύκλων σχετικά με θέματα που προκύπτουν τόσο από την εφαρμογή της οδηγίας 91/250/ΕΟΚ όσο και από νέες εξελίξεις μετά την έναρξη ισχύος της. Σύμφωνα με ορισμένες από τις παρατηρήσεις αυτές υπάρχει ανάγκη αποσαφήνισης ορισμένων πτυχών της οδηγίας. Τα θέματα αυτά εξετάζονται στη συνέχεια.

    1. Το δικαίωμα διανομής και η παρουσίαση στο κοινό

    Η νέα συνθήκη του ΠΟΔΙ για την πνευματική ιδιοκτησία (WCT) του Δεκεμβρίου του 1996 παρέχει στους δημιουργούς λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων, συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, το αποκλειστικό δικαίωμα να χορηγούν την άδεια για οποιαδήποτε παρουσίαση στο κοινό μέσω δικτύων ή άλλων μέσων, συμπεριλαμβανομένης της διάθεσης (άρθρο 4 σε συνδυασμό με το άρθρο 8 της συνθήκης WCT).

    Με βάση τους νέους αυτούς διεθνείς κανόνες προτάθηκε να συμπεριληφθεί ρητό δικαίωμα παρουσίασης στο κοινό (καθώς και δικαίωμα διάθεσης) στη δέσμη των πράξεων που υπόκεινται σε άδεια του δικαιούχου στο άρθρο 4 της οδηγίας. Στο πλαίσιο αυτό προτάθηκε επίσης από κλάδους της βιομηχανίας προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών να αποσαφηνιστεί το πεδίο εφαρμογής της αρχής της εξάντλησης του δικαιώματος.

    Όσον αφορά την εξάντληση του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με την οδηγία το δικαίωμα εξαντλείται στην Κοινότητα όταν πωλείται ένα αντίγραφο προγράμματος, δηλαδή ένα προϊόν. Αντίθετα, η προσφορά μέσω υπηρεσιών σε απευθείας σύνθεση δεν συνεπάγεται εξάντληση [17].

    [17] Απάντηση του Επιτρόπου κου Monti στην προφορική ερώτηση H-0436/95 του ευρωβουλευτή κου Arthur Newens (11.7.1995), Πρακτικά του ΕΚ (έκδοση στα αγγλικά) αριθ. 466, σ.

    Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, σε αντίθεση με άλλες νομοθετικές πράξεις της Κοινότητας που αφορούν το δικαίωμα διανομής, το άρθρο 4 σημείο γ) αναφέρεται σε «οποιαδήποτε μορφή» διανομής «στο κοινό» προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή που προστατεύεται με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Η διάταξη αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι σημαίνει ότι το δικαίωμα διανομής σύμφωνα με την οδηγία 91/250/ΕΟΚ δεν περιορίζεται στη διανομή υλικών αντιγράφων προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή σε δισκέτες.

    Παρ' όλο που το άρθρο 4 σημείο γ) επιδέχεται τέτοιας ευρείας ερμηνείας, ωστόσο δεν εξασφαλίζει στο δημιουργό αποκλειστικό δικαίωμα διάθεσης στο κοινό του έργου κατά τρόπο ώστε τα μέλη του κοινού να έχουν πρόσβαση οπουδήποτε και οποτεδήποτε επιλέξουν (παράβαλε άρθρο 8 της συνθήκης WCT). Υπό τις συνθήκες αυτές η ανάγκη της Κοινότητας να εξασφαλίσει την τήρηση των απαιτήσεων της συνθήκης WCT με τη θέσπιση συμπληρωματικών κανόνων σχετικά με τη διάθεση προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών λαμβάνεται υπόψη στην πρόταση οδηγίας για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας και ορισμένων συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας.

    2. Εφεδρικά αντίγραφα

    Ο κλάδος έχει εκφράσει ανησυχίες για το γεγονός ότι οι διατάξεις για τα εφεδρικά αντίγραφα (άρθρο 5 παράγραφος 2 της οδηγίας) καταστρατηγούνται με την παραγωγή και την πώληση στην αγορά εφεδρικών αντιγράφων. Ακόμα και βιντεογραφήματα, συλλογές σε CD-ROM και ορισμένες άλλες «εφαρμογές πολυμέσων» που ενσωματώνουν ορισμένα στοιχεία «λογισμικού» έχουν αποτελέσει αντικείμενο αντιγραφής χωρίς άδεια από άτομα που ισχυρίζονται ότι έχουν σχετικό δικαίωμα.

    Στο πλαίσιο αυτό, η χρήση της φράσης «μέσα με μοναδικό στόχο να διευκολύνουν την άνευ αδείας αφαίρεση ή εξουδετέρωση κάθε τεχνικού συστήματος το οποίο ενδεχομένως εφαρμόζεται για την προστασία ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή» στο άρθρο 7 παράγραφος 1 σημείο γ) δημιούργησε προβλήματα στους κατασκευαστές παιχνιδιών ηλεκτρονικών υπολογιστών καθόσον δεν έχουν ληφθεί μέτρα κατά των ατόμων που διαθέτουν στην αγορά συστήματα και προγράμματα για την εξουδετέρωση μηχανισμών προστασίας, αφού τα εν λόγω συστήματα και προγράμματα διαφημίζονται ότι δήθεν αποσκοπούν στη δημιουργία εφεδρικών αντιγράφων.

    Πρέπει ωστόσο κατ' αρχάς να τονιστεί ότι σύμφωνα με την οδηγία 91/250/ΕΟΚ η έννοια «εφεδρικό» σημαίνει «για λόγους ασφάλειας». Επιπλέον, η Επιτροπή πιστεύει ότι από τη διατύπωση και το στόχο της παραγράφου 2 του άρθρου 5 επιτρέπεται η δημιουργία μόνο «ενός» αντιγράφου ως εφεδρικού. Η εξαίρεση του εφεδρικού αντιγράφου εξασφαλίζει απλώς ότι θα συνεχιστεί η κανονική χρήση του προγράμματος στην περίπτωση απώλειας ή ελαττώματος του πρωτοτύπου. Πρέπει πράγματι να είναι «απαραίτητο» για τη χρήση του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Όταν δεν υπάρχει δικαίωμα ή έχει λήξει το δικαίωμα χρησιμοποίησης προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, η εξαίρεση δεν ισχύει. Η δημιουργία ιδιωτικών αντιγράφων για χρήση χωρίς άδεια δεν επιτρέπεται, αλλά αποτελεί ενέργεια πειρατείας λογισμικού.

    Παρά τη σύγχυση σε ορισμένα κράτη μέλη όσον αφορά την ακριβή έκταση της εξαίρεσης των εφεδρικών αντιγράφων, η εθνική δικαιοδοσία έχει αποδειχθεί σε γενικές γραμμές ικανή να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την παράνομη αυτή δραστηριότητα. Επιπροσθέτως, οι δικαιούχοι προστατεύονται από ενέργειες πειρατείας πολυμέσων βάσει άλλων συναφών διατάξεων του κοινοτικού δικαίου, όπως είναι η οδηγία 96/9/ΕΚ σχετικά με τη νομική προστασία των βάσεων δεδομένων [18]. Τέλος, αναμένεται ότι θα ενισχυθεί περαιτέρω το πλαίσιο για το σεβασμό της πνευματικής ιδιοκτησίας ύστερα από τη διαδικασία διαβούλευσης που ξεκίνησε με το Πράσινο Βιβλίο της Επιτροπής «Η καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης και της πειρατείας στην εσωτερική αγορά» [19].

    [18] ΕΕ L 77, 27.3.1996, σ.

    [19] COM (98) 569 τελικό

    3. Μέτρα προστασίας

    Στο θέμα των μέσων προστασίας, η οδηγία αναγνωρίζει τη σημασία της προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά οι απαιτήσεις που προβλέπει είναι μόνο γενικού χαρακτήρα. Διάφοροι ενδιαφερόμενοι που ερωτήθηκαν πιστεύουν ότι χρειάζεται ευρύτερη δέσμη ελάχιστων προτύπων και διαδικασιών για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας που θα βασίζονται στη συμφωνία TRIPS. Οι κύκλοι αυτοί αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στο θέμα αυτό καθόσον πιστεύουν ότι η εν λόγω δέσμη προτύπων και διαδικασιών θα έχει αποτελέσματα παρόμοια με εκείνα της οδηγίας.

    Θέματα γενικής εναρμόνισης των μέτρων προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και της καταπολέμησης της πειρατείας προστατευόμενων έργων αντιμετωπίζονται στο πλαίσιο της εκκρεμούσας πρότασης οδηγίας για την εναρμόνιση ορισμένων θεμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας, καθώς και στο πλαίσιο της συνέχειας που δίνεται στο Πράσινο Βιβλίο «Η καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης και της πειρατείας στην εσωτερική αγορά».

    4. Τεχνικά συστήματα

    Ορισμένοι ενδιαφερόμενοι κύκλοι ισχυρίστηκαν ότι το άρθρο 7 της οδηγίας που αφορά τα ειδικά μέτρα προστασίας πρέπει να ευθυγραμμιστεί με τη νέα συνθήκη για τα πνευματικά δικαιώματα του ΠΟΔΙ. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, ενδέχεται να υπάρξουν ορισμένες διαφορές μεταξύ του πεδίου κάλυψης του σημείου γ) του άρθρου 7 της οδηγίας 91/250/ΕΟΚ και του άρθρου 6 της πρότασης οδηγίας για ορισμένες πτυχές του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας, όπου προτείνονται διατάξεις για τις υποχρεώσεις όσον αφορά τα τεχνολογικά μέτρα οι οποίες υπεισέρχονται σε μεγαλύτερες λεπτομέρειες.

    Σύμφωνα με το άρθρο 11 της συνθήκης WCT, τα συμβαλλόμενα μέρη παρέχουν κατάλληλη νομική προστασία και αποτελεσματικά νομικά μέσα κατά της καταστρατήγησης αποτελεσματικών τεχνολογικών μέσων που χρησιμοποιούνται από τους δημιουργούς σε σχέση με την άσκηση των δικαιωμάτων τους στο πλαίσιο της συνθήκης WCT ή της Σύμβασης της Βέρνης, και τα οποία δεν επιτρέπουν χειρισμούς σε σχέση με το έργο τους οι οποίοι δεν εγκρίνονται από τους δημιουργούς ή δεν επιτρέπονται από το νόμο.

    Η παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ), η παράγραφος 2 και η παράγραφος 3 του άρθρου 7 της οδηγίας για τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών προβλέπουν «ειδικά μέτρα προστασίας» που επιβάλλουν στα κράτη μέλη της Κοινότητας να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα κατά ορισμένων ειδών πράξεων.

    Υπενθυμίζεται ότι η συνθήκη WCT δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ και ότι θα δεσμεύει τα συμβαλλόμενα μέρη μετά τη λήξη τριών μηνών από την ημερομηνία που θα κατατεθούν τα τριάντα μέσα επικύρωσης ή προσχώρησης. Τέλος, συνεχίζεται η νομοθετική διαδικασία που αφορά την πρόταση οδηγίας για την πνευματική ιδιοκτησία και τα συγγενικά δικαιώματα στην κοινωνία της πληροφορίας. Είναι επομένως πρώιμη κάθε σκέψη τροποποίησης της οδηγίας 91/250/ΕΟΚ έως ότου το άρθρο 6 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας λάβει την τελική του μορφή. Η ανάγκη προσαρμογής του άρθρου 7 της οδηγίας για τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών θα πρέπει να αξιολογηθεί σε μεταγενέστερο στάδιο.

    VIII. Συναφεις κοινοτικες πρωτοβουλιες

    1. Προστασία ευρεσιτεχνιών για τις εφευρέσεις λογισμικού

    Η Επιτροπή έχει επισημάνει ότι ορισμένοι κύκλοι έχουν την εσφαλμένη εντύπωση ότι η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας είναι το μόνο διαθέσιμο καθεστώς προστασίας των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών. Θα πρέπει επομένως να υπενθυμιστεί ότι το άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας αναφέρει ότι εξακολουθούν να ισχύουν οι άλλες νομικές διατάξεις, όπως οι κανόνες που αφορούν τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και άλλα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.

    Η ανάγκη ύπαρξης διαφάνειας και νομικής βεβαιότητας όσον αφορά την προστασία των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στις εφευρέσεις λογισμικού εξετάζεται σήμερα σε βάθος στο πλαίσιο της συνέχειας που δίδεται στην Πράσινη Βίβλο για την καινοτομία και στην Πράσινη Βίβλο για το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας [20] :

    [20] COM (1999) 42 τελικό

    « Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστήριξε τη δυνατότητα χορήγησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας σε προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών, υπό την προϋπόθεση ότι το προϊόν πληροί τους όρους καινοτομίας και βιομηχανικής εφαρμογής μιας τεχνικής εφεύρεσης, όπως συμβαίνει στους οικονομικούς εταίρους μας σε διεθνές επίπεδο, και ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ιαπωνία. Η Επιτροπή συμμερίζεται την ανάλυση αυτή και προτείνει την ανάληψη ενεργειών σε δύο κατευθύνσεις.

    Από τη μία πλευρά, προκειμένου να εξασφαλιστεί η επίτευξη και η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς στον τομέα αυτό, η Επιτροπή θα παρουσιάσει, το συντομότερο δυνατό, σχέδιο οδηγίας βάσει του άρθρου 95 (πρώην άρθρου 100Α) της Συνθήκης ΕΚ με στόχο την εναρμόνιση της νομοθεσίας των κρατών μελών σχετικά με τη δυνατότητα χορήγησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας στα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών. Η εν λόγω οδηγία θα εξασφαλίζει ενιαία εφαρμογή και ερμηνεία των νέων κανόνων για τη χορήγηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας σε προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών σε όλη την Κοινότητα. Στο πλαίσιο αυτό, η παράλληλη εφαρμογή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας στον τομέα των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών δεν δημιουργεί ιδιαίτερες δυσκολίες λόγω της ειδικής φύσης του υλικού που καλύπτουν τα δύο αυτά είδη δικαιωμάτων. Το σχέδιο οδηγίας θα πρέπει να εξετάσει ενδελεχώς το ζήτημα τυχόν εξαιρέσεων στο γενικό σύστημα που θα καλύπτει τη χορήγηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών.

    Εκ παραλλήλου με την εν λόγω νομική ενέργεια, τα συμβαλλόμενα μέρη στη Σύμβαση του Μονάχου θα πρέπει να λάβουν μέτρα για την τροποποίηση του άρθρου 52 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της σύμβασης για το ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, ιδίως για τη διαγραφή των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών από τον κατάλογο των εφευρέσεων που δεν μπορούν να κατοχυρωθούν με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Η ενέργεια αυτή είναι αναγκαία προκειμένου να εξασφαλιστεί η εναρμόνιση του έργου που υλοποιείται σε κοινωνικό επίπεδο και εκείνου που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της Σύμβασης του Μονάχου. »

    Επιπροσθέτως, όλα τα γραφεία διπλωμάτων ευρεσιτεχνιών πρέπει να βελτιώσουν τη διάδοση πληροφοριών προς τις επιχειρήσεις στον τομέα του λογισμικού, και ιδίως τις ΜΜΕ, ώστε αυτές να συνειδητοποιήσουν τα οικονομικά πλεονεκτήματα που μπορούν να προκύψουν από την κατάλληλη χρήση του συστήματος των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.

    Ένας από τους στόχους της προστασίας των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας είναι να καλυφθούν οι βασικές ιδέες και αρχές του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, οι οποίες σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 14 της οδηγίας 91/250/ΕΟΚ δεν μπορούν να καλυφθούν από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Τα μέσα προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι δεν θα επηρεαστούν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών θα αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής νομοθεσίας για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας.

    2. Η χρήση προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών από κρατικές υπηρεσίες

    Παρ' όλο που η εφαρμογή της οδηγίας συνέβαλε σίγουρα στη μείωση της πειρατείας λογισμικού, στοιχεία του κλάδου καταδεικνύουν ότι η πειρατεία εξακολουθεί να είναι σημαντική και μπορεί να συμβαίνει ακόμα και σε οργανισμούς που χρηματοδοτούνται από το δημόσιο, οι οποίοι σε ορισμένες περιπτώσεις συγκαταλέγονται στους μεγαλύτερους χρήστες εμπορικού λογισμικού. Στην Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής με τίτλο «καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης και της πειρατείας στην εσωτερική αγορά» προτείνονται ορισμένες ενέργειες για την καταπολέμηση της πειρατείας στην ΕΕ. Επιπλέον έχει ήδη συμφωνηθεί στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης της Διατλαντικής Οικονομικής Εταιρικής Συνεργασίας ότι η ΕΕ και οι ΗΠΑ θα εξετάσουν τρόπους και, ενδεχομένως, θα εγκρίνουν μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι κρατικές υπηρεσίες χρησιμοποιούν αποκλειστικά εγκεκριμένο λογισμικό. Σε σχέση με το θέμα αυτό σημειώνεται ότι ορισμένα κράτη μέλη έχουν εκδώσει δηλώσεις πολιτικής σχετικά με τη χρήση εγκεκριμένου λογισμικού στις κρατικές υπηρεσίες, όπως έχουν κάνει οι ΗΠΑ [21]. Άλλα κράτη μέλη θα μπορούσαν να ανακοινώσουν τα μέτρα που λαμβάνουν στον τομέα αυτό, και οι υπηρεσίες της Επιτροπής θα μπορούσαν να δώσουν συνέχεια στις ενέργειες αυτές σε κοινοτικό επίπεδο στο πλαίσιο της Πράσινης Βίβλου για την παραποίηση και την πειρατεία.

    [21] Εκτελεστικό διάταγμα της 1.10.1998 «Computer Software Piracy»

    IX. Συμπερασματα

    Τα μέτρα μεταφοράς των κρατών μελών είναι σε γενικές γραμμές ικανοποιητικά, αλλά δεν ανταποκρίνονται πάντα στις προσδοκίες. Σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις μπορεί να χρειάζεται να κινήσει η Επιτροπή ex officio διαδικασία λόγω παράβασης βάσει του άρθρου 226 της Συνθήκης (πρώην άρθρο 169 Συνθήκης ΕΚ).

    Στην πράξη όμως τα αποτελέσματα των μέσων μεταφοράς κρίνονται θετικά.

    Τομείς όπου δεν υπάρχει εναρμόνιση, όπως είναι η απουσία δεσμευτικού ορισμού των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών παρουσιάζουν ήσσονος σημασίας δυσκολίες και δεν δικαιολογούν την ανάληψη ενεργειών σε κοινοτικό επίπεδο.

    Από κοινού με τους ενδιαφερόμενους κύκλους που εξέδωσαν το 1998 κοινή δήλωση σχετικά με το θέμα αυτό, η Επιτροπή κρίνει ότι, με βάση τις μέχρι σήμερα εμπειρίες, δεν υπάρχει λόγος να αναθεωρηθούν οι ουσιαστικές διατάξεις της οδηγίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Η οδηγία, και ιδίως οι διατάξεις για την αποσυμπίληση, ήταν το αποτέλεσμα εκτενών συζητήσεων μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων φορέων, ενώ η ισορροπία που επιτεύχθηκε τότε φαίνεται να ισχύει και σήμερα. Πράγματι, έχει ζητηθεί από τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας «να μην ανοίξουν πάλι τον αγωγό των συζητήσεων σχετικά με την οδηγία».

    Υπό τις συνθήκες αυτές και υπό το πρίσμα των ευνοϊκών αποτελεσμάτων της επισκόπησης, η Επιτροπή δεν κρίνει σωστό στην παρούσα φάση να αναλάβει νέες πρωτοβουλίες με στόχο να προτείνει τροπολογίες στην οδηγία 91/250/ΕΟΚ. Ωστόσο δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να επανεξεταστούν ορισμένα ζητήματα σε μεταγενέστερο στάδιο, ανάλογα με την πρόοδο άλλων πρωτοβουλιών που υλοποιούνται, ιδίως εκείνων που αφορούν την εφαρμογή της συνθήκης για τα πνευματικά δικαιώματα του ΠΟΔΙ.

    Top